EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32007R1535

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1535/2007 της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 2007 , για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας ( de minimis ) στον τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων

ΕΕ L 337 της 21.12.2007, p. 35–41 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2013

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2007/1535/oj

21.12.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 337/35


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1535/2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 20ής Δεκεμβρίου 2007

για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας («de minimis») στον τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 994/98 του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 1998, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε ορισμένες κατηγορίες οριζόντιων κρατικών ενισχύσεων (1), και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 1,

Ύστερα από δημοσίευση του σχεδίου του παρόντος κανονισμού (2),

Κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή για τις κρατικές ενισχύσεις,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 994/98 εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να καθορίσει με κανονισμό ανώτατο όριο κάτω από το οποίο θεωρείται ότι οι ενισχύσεις δεν πληρούν όλα τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης και συνεπώς δεν υπόκεινται στη διαδικασία κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης.

(2)

Η Επιτροπή έχει εφαρμόσει τα άρθρα 87 και 88 της συνθήκης και έχει, ειδικότερα, διευκρινίσει σε πλήθος αποφάσεων τον ορισμό της ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης. Η Επιτροπή έχει επίσης εκθέσει την πολιτική της όσον αφορά το ανώτατο όριο έως το οποίο μία ενίσχυση θεωρείται ήσσονος σημασίας και μη εμπίπτουσα στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, καταρχάς στην ανακοίνωσή της σχετικά με τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (3) και εν συνεχεία στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 69/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (4), ο οποίος αντικαταστάθηκε από την 1η Ιανουαρίου 2007 με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1998/2006 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2006, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (5). Λαμβανομένων υπόψη των ειδικών κανόνων που ισχύουν στον τομέα της γεωργίας και του κινδύνου ακόμη και μικρά ποσά ενισχύσεων να πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης στον τομέα αυτό, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 69/2001 δεν εφαρμόζεται στον τομέα της γεωργίας. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1998/2006 αποκλείει τον τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων από το πεδίο εφαρμογής του.

(3)

Η πείρα που έχει αποκτηθεί με την πάροδο των ετών δείχνει ότι και τα πολύ μικρά ποσά ενισχύσεων που χορηγούνται στον τομέα της γεωργίας ενδέχεται να μην πληρούν υπό ορισμένες προϋποθέσεις τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης. Γι’ αυτό το λόγο η Επιτροπή, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1860/2004 της Επιτροπής, της 6ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας στον τομέα της γεωργίας (6), θέσπισε κανόνες που επιτρέπουν τη χορήγηση ενισχύσεων ήσσονος σημασίας στον εν λόγω τομέα. Ο κανονισμός αυτός, δυνάμει του οποίου το συνολικό ποσό των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που χορηγούνται στην ίδια επιχείρηση θεωρείται ότι δεν πληροί όλα τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης εάν δεν υπερβαίνει τις 3 000 ευρώ ανά δικαιούχο επί τρία έτη ούτε ένα συνολικό ποσό που καθορίζεται ανά κράτος μέλος και αντιπροσωπεύει το 0,3 % της ετήσιας παραγωγής του γεωργικού τομέα, καλύπτει τόσο την πρωτογενή παραγωγή όσο και τις δραστηριότητες μεταποίησης και εμπορίας γεωργικών προϊόντων.

(4)

Λόγω της ομοιότητας μεταξύ των δραστηριοτήτων μεταποίησης και εμπορίας γεωργικών προϊόντων, αφενός, και των βιομηχανικών δραστηριοτήτων, αφετέρου, οι δραστηριότητες μεταποίησης και εμπορίας γεωργικών προϊόντων περιελήφθησαν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1998/2006, ο οποίος διέπει τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας για τις βιομηχανικές δραστηριότητες. Κατά συνέπεια, οι δραστηριότητες αυτές αποκλείστηκαν από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1860/2004. Για λόγους σαφήνειας πρέπει να καταργηθεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1860/2004 και να αντικατασταθεί από έναν νέο κανονισμό ο οποίος θα ισχύει μόνο για τον τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων.

(5)

Με βάση την εμπειρία της Επιτροπής το ανώτατο ποσό ενίσχυσης των 3 000 ευρώ ανά δικαιούχο επί τρία έτη μπορεί να αυξηθεί στις 7 500 ευρώ και το όριο του 0,3 % της ετήσιας παραγωγής του γεωργικού τομέα στο 0,75 % χωρίς να επηρεαστεί το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών, χωρίς να προκληθεί στρέβλωση ή απειλή στρέβλωσης του ανταγωνισμού και χωρίς να χορηγηθεί ενίσχυση εντός των ορίων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, υπό τον όρο ότι θα πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Εξάλλου, με την αύξηση αυτή θα μειωθεί το διοικητικό κόστος. Τα έτη που λαμβάνονται υπόψη για το σκοπό αυτό είναι τα οικονομικά έτη που λαμβάνονται ως βάση από την εκάστοτε επιχείρηση στο οικείο κράτος μέλος. Η κρίσιμη τριετία πρέπει να εκτιμάται σε κυλιόμενη βάση, ούτως ώστε, για κάθε νέα χορήγηση ενίσχυσης ήσσονος σημασίας, να είναι απαραίτητο να καθορίζεται το συνολικό ποσό ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που χορηγούνται κατά τη διάρκεια του εκάστοτε οικονομικού έτους, καθώς και κατά τα προηγούμενα δύο οικονομικά έτη. Δεν πρέπει να είναι δυνατή η κατάτμηση των μέτρων ενίσχυσης που υπερβαίνουν το όριο των 7 500 ευρώ το οποίο ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας σε περισσότερα μικρότερα τμήματα κατά τρόπον ώστε τα τμηματικά αυτά ποσά να εμπίπτουν πλέον στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(6)

Ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να εφαρμόζεται στις ενισχύσεις κατά την εξαγωγή ούτε στις ενισχύσεις που ευνοούν τα εγχώρια προϊόντα σε σχέση με τα εισαγόμενα. Ειδικότερα, δεν πρέπει να υπάγονται σε αυτόν οι ενισχύσεις για τη χρηματοδότηση της δημιουργίας και λειτουργίας δικτύου διανομής σε άλλες χώρες. Οι ενισχύσεις που έχουν ως στόχο την κάλυψη του κόστους συμμετοχής σε εμπορικές εκθέσεις και του κόστους μελετών ή συμβουλευτικών υπηρεσιών που είναι απαραίτητες για τη διάθεση ενός νέου ή ήδη υπάρχοντος προϊόντος σε μια νέα αγορά δεν συνιστούν κατά κανόνα ενισχύσεις κατά την εξαγωγή.

(7)

Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έχει αποφανθεί ότι, εφόσον η Κοινότητα έχει θεσπίσει νομοθετική ρύθμιση για τη δημιουργία κοινής οργάνωσης αγοράς σε ένα συγκεκριμένο γεωργικό τομέα, τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να απέχουν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου που θα μπορούσε να υπονομεύσει ή να εισαγάγει εξαιρέσεις στην κοινή οργάνωση της αγοράς (7). Για το λόγο αυτό, ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να εφαρμόζεται για τις ενισχύσεις των οποίων το ποσό καθορίζεται με βάση την τιμή ή την ποσότητα των προϊόντων που αγοράζονται ή διατίθενται στην αγορά.

(8)

Για λόγους διαφάνειας, ίσης μεταχείρισης και ορθής εφαρμογής του ανώτατου ορίου για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόζουν την ίδια μέθοδο υπολογισμού. Για τη διευκόλυνση αυτού του υπολογισμού τα ποσά που δεν χορηγούνται υπό μορφή επιχορήγησης πρέπει να μετατρέπονται σε ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης. Ο υπολογισμός του ισοδύναμου επιχορήγησης όσον αφορά τις διαφανείς μορφές ενίσχυσης εκτός των επιχορηγήσεων ή των ενισχύσεων που καταβάλλονται σε πολλές δόσεις πρέπει να γίνεται με βάση τα επιτόκια της αγοράς κατά το χρόνο της χορήγησής τους. Για λόγους ομοιόμορφης, διαφανούς και ευχερούς εφαρμογής των κανόνων σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις, ως επιτόκια της αγοράς όσον αφορά τον παρόντα κανονισμό πρέπει να θεωρούνται τα επιτόκια αναφοράς που καθορίζονται σε τακτά χρονικά διαστήματα από την Επιτροπή βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στο Διαδίκτυο. Ενδέχεται πάντως να είναι αναγκαία η προσθήκη επιπλέον μονάδων βάσης στο κατώτατο επιτόκιο ενόψει των παρεχόμενων εγγυήσεων ή του κινδύνου που συνδέεται με τον δικαιούχο.

(9)

Επίσης για λόγους διαφάνειας, ίσης μεταχείρισης και ορθής εφαρμογής του ανώτατου ορίου των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας, ο παρών κανονισμός πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στις διαφανείς ενισχύσεις ήσσονος σημασίας. Ως «διαφανής ενίσχυση» νοείται η ενίσχυση ως προς την οποία είναι δυνατόν να υπολογισθεί εκ των προτέρων με ακρίβεια το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης χωρίς να είναι αναγκαία η εκτίμηση του κινδύνου. Ακριβής υπολογισμός, π.χ., μπορεί να γίνει όσον αφορά τις επιχορηγήσεις, τις επιδοτήσεις επιτοκίου ή τις φοροαπαλλαγές που υπόκεινται σε ανώτατο όριο. Οι ενισχύσεις υπό μορφή δανείου πρέπει να θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις ήσσονος σημασίας υπό την προϋπόθεση ότι το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης έχει υπολογισθεί με βάση τα επιτόκια της αγοράς που ισχύουν κατά το χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης. Οι ενισχύσεις που συνίστανται σε εισφορά κεφαλαίου δεν πρέπει να θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, εκτός αν το συνολικό ποσό της εισφοράς κρατικών κεφαλαίων είναι μικρότερο από το ανώτατο όριο που ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας ανά δικαιούχο. Οι ενισχύσεις που συνίστανται σε παροχή επιχειρηματικού κεφαλαίου κατά την έννοια των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται για την προώθηση των επενδύσεων επιχειρηματικών κεφαλαίων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις (8) δεν μπορούν να θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις ήσσονος σημασίας εκτός εάν, βάσει του οικείου καθεστώτος επιχειρηματικών κεφαλαίων, η εισφορά κεφαλαίων σε κάθε δικαιούχο επιχείρηση δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο που ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας ανά δικαιούχο.

(10)

Είναι απαραίτητη η δημιουργία ασφάλειας δικαίου για τα καθεστώτα εγγυήσεων τα οποία δεν είναι ικανά να επηρεάσουν τις συναλλαγές και να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό και σε σχέση με τα οποία είναι διαθέσιμα επαρκή στοιχεία που καθιστούν δυνατή την αξιόπιστη εκτίμηση των σχετικών δυνητικών επιπτώσεων. Ο παρών κανονισμός πρέπει συνεπώς να προβλέπει ειδικό ανώτατο όριο για τις εγγυήσεις με βάση το καλυπτόμενο από εγγύηση ποσό του υποκείμενου δανείου. Το υπόψη ειδικό ανώτατο όριο πρέπει να υπολογίζεται βάσει εκτίμησης του ποσού κρατικής ενίσχυσης που εμπεριέχεται στα καθεστώτα εγγυήσεων προς κάλυψη δανείων χορηγούμενων σε βιώσιμες επιχειρήσεις. Το εν λόγω ειδικό ανώτατο όριο πρέπει επομένως να μην ισχύει ούτε για τις κατά περίπτωση μεμονωμένες ενισχύσεις οι οποίες δεν εντάσσονται σε συγκεκριμένο καθεστώς εγγυήσεων, ούτε για εγγυήσεις των οποίων η υποκείμενη συναλλαγή δεν αποτελεί δάνειο, όπως για παράδειγμα οι εγγυήσεις για συναλλαγές με αντικείμενο μετοχικό κεφάλαιο. Το ειδικό όριο είναι σκόπιμο να καθορίζεται με βάση το γεγονός ότι, αν ληφθεί υπόψη ένα ανώτατο επιτόκιο (καθαρό επιτόκιο υπερημερίας) ύψους 13 %, που αντιστοιχεί στο χειρότερο πιθανό σενάριο για τα καθεστώτα εγγυήσεων στην Κοινότητα, το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης μιας εγγύησης ύψους 56 250 ευρώ μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι ίδιο με το ανώτατο όριο ύψους 7 500 ευρώ που ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας. Μόνον εγγυήσεις που καλύπτουν ποσοστό μέχρι και 80 % του υποκείμενου δανείου είναι σκόπιμο να υπόκεινται στο εν λόγω ειδικό ανώτατο όριο. Μία μεθοδολογία η οποία θα έχει γίνει δεκτή από την Επιτροπή κατόπιν κοινοποίησης βάσει νομοθετικής ρύθμισης της Επιτροπής για θέματα κρατικών ενισχύσεων είναι επίσης δυνατό να χρησιμοποιείται από τα κράτη μέλη με σκοπό τον υπολογισμό του ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης που εμπεριέχει η εγγύηση, υπό την προϋπόθεση ότι η εγκεκριμένη μεθοδολογία περιλαμβάνει ρητή πρόβλεψη για το είδος εγγυήσεων και το είδος υποκείμενων πράξεων που ανακύπτουν στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(11)

Ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να εφαρμόζεται για τις προβληματικές επιχειρήσεις κατά την έννοια των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση των προβληματικών επιχειρήσεων (9) λόγω των προβλημάτων που σχετίζονται με τον προσδιορισμό του ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης των ενισχύσεων που χορηγούνται σε αυτό το είδος επιχειρήσεων.

(12)

Σύμφωνα με τις αρχές που διέπουν τις ενισχύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης, οι ενισχύσεις ήσσονος σημασίας πρέπει να θεωρείται ότι χορηγούνται κατά τη στιγμή που παρέχεται στην οικεία επιχείρηση το δικαίωμα λήψης της ενίσχυσης σύμφωνα με την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία.

(13)

Προκειμένου να αποτρέπεται η καταστρατήγηση των ανώτατων επιτρεπόμενων τιμών έντασης της ενίσχυσης που προβλέπονται από διάφορες κοινοτικές νομοθετικές πράξεις, δεν πρέπει να επιτρέπεται η σώρευση ενισχύσεων ήσσονος σημασίας με άλλες κρατικές ενισχύσεις για τις ίδιες επιλέξιμες δαπάνες, εάν από τη σώρευση αυτή προκύπτει ένταση ενίσχυσης η οποία υπερβαίνει το επίπεδο της ενίσχυσης που καθορίζεται για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση από την κοινοτική νομοθεσία.

(14)

Ο παρών κανονισμός δεν αποκλείει τη δυνατότητα να μη θεωρείται κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης μέτρο το οποίο θεσπίζει ένα κράτος μέλος βάσει ενός άλλου κανονισμού εκτός του παρόντος, όπως π.χ. στην περίπτωση εισφορών κεφαλαίου ή εγγυήσεων, με το σκεπτικό ότι το σχετικό μέτρο θεσπίζεται σύμφωνα με την αρχή του ιδιώτη επενδυτή ο οποίος ενεργεί υπό κανονικές συνθήκες οικονομίας της αγοράς.

(15)

Η Επιτροπή πρέπει να διασφαλίζει την τήρηση των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις και ειδικότερα ότι οι ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει των κανόνων για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας πληρούν τους σχετικούς όρους. Σύμφωνα με την αρχή της συνεργασίας που προβλέπεται στο άρθρο 10 της συνθήκης, τα κράτη μέλη οφείλουν να διευκολύνουν την εκπλήρωση αυτής της αποστολής δημιουργώντας τον αναγκαίο μηχανισμό για να εξασφαλίζουν ότι το συνολικό ποσό των ενισχύσεων που χορηγούνται βάσει του εν λόγω κανόνα δεν υπερβαίνει ούτε το ανώτατο όριο των 7 500 ευρώ ανά δικαιούχο ούτε τα συνολικά ανώτατα όρια που καθορίζονται από την Επιτροπή με βάση την αξία της παραγωγής του γεωργικού τομέα. Προς το σκοπό αυτό, είναι σκόπιμο τα κράτη μέλη, όταν χορηγούν ενίσχυση ήσσονος σημασίας, να πληροφορούν την ενδιαφερόμενη επιχείρηση για το ποσό της ενίσχυσης και για το ότι η ενίσχυση θεωρείται ήσσονος σημασίας, με παραπομπή στον παρόντα κανονισμό. Πέραν αυτού, πριν από τη χορήγηση της ενίσχυσης, το κράτος μέλος πρέπει να λαμβάνει από την επιχείρηση δήλωση σχετικά με τις άλλες ενισχύσεις ήσσονος σημασίας που έλαβε κατά τη διάρκεια του τρέχοντος οικονομικού έτους και κατά τα δύο προηγούμενα οικονομικά έτη και να εξακριβώνει προσεκτικά ότι η νέα ενίσχυση ήσσονος σημασίας δεν οδηγεί σε υπέρβαση του ανώτατου ορίου που ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας. Η τήρηση αυτών των ανωτάτων ορίων μπορεί επίσης να ελέγχεται μέσω κεντρικού μητρώου. Στην περίπτωση καθεστώτων εγγυήσεων που θεσπίζονται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων, το τελευταίο μπορεί να καταρτίζει κατάλογο δικαιούχων και να απαιτεί από τα κράτη μέλη να ενημερώνουν τους δικαιούχους για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας που λαμβάνουν.

(16)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1860/2004 είχε αρχικά προβλεφθεί να λήξει στις 31 Δεκεμβρίου 2008. Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός πρέπει να τεθεί σε ισχύ πριν από την ημερομηνία αυτή, είναι σκόπιμο να διευκρινιστούν οι συνέπειες όσον αφορά την εφαρμογή του στις ενισχύσεις που χορηγούνται στις επιχειρήσεις του τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1860/2004.

(17)

Βάσει της πείρας που έχει αποκτήσει η Επιτροπή και λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης για τακτική αναθεώρηση της πολιτικής της όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις, κρίνεται σκόπιμο να περιοριστεί η περίοδος ισχύος του παρόντος κανονισμού. Σε περίπτωση λήξης του παρόντος κανονισμού χωρίς παράταση της ισχύος του, πρέπει να παραχωρηθεί στα κράτη μέλη περίοδος προσαρμογής έξι μηνών για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας που διέπονται από τις διατάξεις του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις ενισχύσεις που χορηγούνται στις επιχειρήσεις του τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων με εξαίρεση:

α)

τις ενισχύσεις το ποσό των οποίων καθορίζεται με βάση την τιμή ή την ποσότητα των προϊόντων που διατίθενται στην αγορά·

β)

τις ενισχύσεις για δραστηριότητες που σχετίζονται με τις εξαγωγές, δηλαδή τις ενισχύσεις που συνδέονται άμεσα με τις εξαγόμενες ποσότητες, με τη δημιουργία και τη λειτουργία δικτύου διανομής ή με άλλες τρέχουσες δαπάνες σχετικές με την εξαγωγική δραστηριότητα·

γ)

τις ενισχύσεις που χορηγούνται υπό τον όρο της χρησιμοποίησης εγχώριων προϊόντων αντί των εισαγομένων·

δ)

τις ενισχύσεις που χορηγούνται σε προβληματικές επιχειρήσεις.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

1.

«επιχειρήσεις του τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων»: οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της πρωτογενούς παραγωγής γεωργικών προϊόντων·

2.

«γεωργικά προϊόντα»: τα προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα I της συνθήκης εκτός των αλιευτικών προϊόντων και των προϊόντων υδατοκαλλιέργειας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000 του Συμβουλίου (10).

Άρθρο 3

Ενισχύσεις ήσσονος σημασίας

1.   Θεωρείται ότι δεν πληρούν όλα τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης και κατά συνέπεια ότι δεν υπόκεινται στην υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης οι ενισχύσεις οι οποίες πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως 7 του παρόντος άρθρου.

2.   Το συνολικό ποσό των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που χορηγούνται στην ίδια επιχείρηση δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 7 500 ευρώ σε περίοδο τριών οικονομικών ετών. Το ανώτατο αυτό όριο εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τη μορφή και το στόχο των ενισχύσεων. Η περίοδος που πρέπει να ληφθεί υπόψη καθορίζεται με βάση τα οικονομικά έτη που χρησιμοποιούνται από την επιχείρηση στο οικείο κράτος μέλος.

Εάν το συνολικό ποσό της ενίσχυσης που χορηγείται για μέτρο ενίσχυσης υπερβαίνει το ανώτατο όριο που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, το εν λόγω ποσό δεν μπορεί να υπαχθεί στο ευεργέτημα του παρόντος κανονισμού, ούτε ως προς το μέρος που δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο. Στην περίπτωση αυτή, δεν μπορεί να γίνει επίκληση του ευεργετήματος του παρόντος κανονισμού για το συγκεκριμένο μέτρο ενίσχυσης ούτε κατά το χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης ούτε σε οποιαδήποτε μεταγενέστερη χρονική στιγμή.

3.   Το σωρευτικό ποσό των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που χορηγούνται από τα κράτη μέλη στις επιχειρήσεις του τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων για περίοδο τριών οικονομικών ετών δεν υπερβαίνει την τιμή που καθορίζεται στο παράρτημα.

4.   Τα ανώτατα όρια που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 εκφράζονται ως επιχορήγηση. Σε όλες τις περιπτώσεις χρησιμοποιούνται ακαθάριστα ποσά, δηλαδή πριν αφαιρεθεί ο τυχόν φόρος ή άλλη επιβάρυνση. Όταν η ενίσχυση χορηγείται με μορφή άλλη από την επιχορήγηση, το ύψος της ενίσχυσης είναι το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησής της.

5.   Οι ενισχύσεις που καταβάλλονται σε πολλές δόσεις ανάγονται στην αξία τους κατά το χρόνο της χορήγησής τους. Το επιτόκιο που πρέπει να χρησιμοποιείται για την αναγωγή αυτή και για τον υπολογισμό του ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης είναι το επιτόκιο αναφοράς που ισχύει κατά τη χορήγηση των ενισχύσεων.

6.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται μόνο στις ενισχύσεις οποιασδήποτε μορφής ως προς τις οποίες είναι δυνατό να υπολογισθεί εκ των προτέρων με ακρίβεια το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης της ενίσχυσης χωρίς να είναι αναγκαία εκτίμηση κινδύνου («διαφανείς ενισχύσεις»). Ειδικότερα:

α)

οι ενισχύσεις υπό μορφή δανείου θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις υπό την προϋπόθεση ότι το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης έχει υπολογιστεί με βάση τα επιτόκια που ίσχυαν στην αγορά κατά το χρόνο χορήγησης της ενίσχυσης·

β)

οι ενισχύσεις υπό μορφή εισφοράς κεφαλαίου δεν θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις, εκτός αν το συνολικό ποσό της κρατικής εισφοράς δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο που ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας·

γ)

οι ενισχύσεις υπό μορφή παροχής επιχειρηματικού κεφαλαίου δεν θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις, εκτός αν το σχετικό καθεστώς παροχής επιχειρηματικού κεφαλαίου παρέχει κεφάλαια σε κάθε επιχείρηση μόνο έως το ανώτατο όριο που ισχύει για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας·

δ)

οι μεμονωμένες ενισχύσεις που χορηγούνται βάσει καθεστώτος εγγυήσεων σε μη προβληματικές επιχειρήσεις θεωρούνται διαφανείς ενισχύσεις ήσσονος σημασίας εφόσον το καλυπτόμενο από την εγγύηση μέρος του υποκείμενου δανείου δεν υπερβαίνει τις 56 250 ευρώ ανά επιχείρηση. Αν το καλυπτόμενο από την εγγύηση μέρος του υποκείμενου δανείου ισοδυναμεί μόνο με ένα συγκεκριμένο ποσοστό του εν λόγω ανώτατου ορίου, γίνεται δεκτό ότι το ακαθάριστο ισοδύναμο επιχορήγησης της εγγύησης αντιστοιχεί σε ίδιο ποσοστό του ανώτατου ορίου που προβλέπεται στην παράγραφο 2. Η εγγύηση δεν μπορεί να υπερβαίνει το 80 % του υποκείμενου δανείου.

Τα καθεστώτα εγγυήσεων θεωρούνται επίσης διαφανή καθεστώτα ενισχύσεων εφόσον πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

i)

πριν από την έναρξη εφαρμογής τους, η μέθοδος που εφαρμόζεται για τον υπολογισμό του ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης των εγγυήσεων για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού έχει εγκριθεί από την Επιτροπή δυνάμει άλλης νομοθετικής ρύθμισης που έχει εκδοθεί από αυτήν και αφορά θέματα κρατικών ενισχύσεων,

ii)

η εγκριθείσα μέθοδος αφορά ρητά το είδος εγγυήσεων και το είδος των υποκείμενων συναλλαγών σε σχέση με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

7.   Απαγορεύεται η σώρευση ενισχύσεων ήσσονος σημασίας με άλλες κρατικές ενισχύσεις για τις ίδιες επιλέξιμες δαπάνες αν από τη σώρευση αυτή προκύπτει ένταση ενίσχυσης μεγαλύτερη από αυτήν που καθορίζεται από την κοινοτική νομοθεσία με βάση τα συγκεκριμένα δεδομένα κάθε περίπτωσης.

Άρθρο 4

Έλεγχος

1.   Όταν ένα κράτος μέλος σκοπεύει να χορηγήσει ενίσχυση ήσσονος σημασίας σε δεδομένη επιχείρηση, την ενημερώνει γραπτώς για το πιθανό ποσό της (σε όρους ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης) και για το γεγονός ότι θεωρείται ενίσχυση ήσσονος σημασίας, με ρητή παραπομπή στον παρόντα κανονισμό και με αναφορά του τίτλου του και των στοιχείων δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε περίπτωση που μία ενίσχυση ήσσονος σημασίας χορηγείται σε περισσότερες επιχειρήσεις βάσει συγκεκριμένου καθεστώτος και οι εν λόγω επιχειρήσεις λαμβάνουν διαφορετικά ποσά ενίσχυσης, το οικείο κράτος μέλος δύναται να επιλέξει να εκπληρώσει την ανωτέρω υποχρέωση γνωστοποιώντας στις επιχειρήσεις το πάγιο ποσό που αντιστοιχεί στο μέγιστο ποσό ενίσχυσης το οποίο μπορεί να χορηγηθεί βάσει του εν λόγω καθεστώτος. Στην περίπτωση αυτή, το πάγιο ποσό λαμβάνεται υπόψη προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσον τηρείται το ανώτατο ποσό που καθορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2. Πριν από τη χορήγηση της ενίσχυσης, το οικείο κράτος μέλος φροντίζει επίσης να λάβει από την αποδέκτρια επιχείρηση δήλωση, έγγραφη ή σε ηλεκτρονική μορφή, για οποιαδήποτε άλλη ενίσχυση ήσσονος σημασίας την οποία τυχόν έλαβε κατά τα δύο προηγούμενα οικονομικά έτη και κατά το τρέχον οικονομικό έτος.

Το κράτος μέλος λαμβάνει από κάθε δικαιούχο επιχείρηση δήλωση στην οποία αναφέρεται ότι το ποσό της ενίσχυσης που λαμβάνει δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2. Σε περίπτωση υπέρβασης αυτού του ορίου, το οικείο κράτος μέλος διασφαλίζει την κοινοποίηση του μέτρου ενίσχυσης που οδήγησε στην υπέρβαση στην Επιτροπή ή την ανάκτηση της ενίσχυσης αυτής από τη δικαιούχο επιχείρηση.

2.   Το κράτος μέλος χορηγεί ενίσχυση ήσσονος σημασίας μόνον αφού εξακριβώσει ότι η ενίσχυση αυτή δεν αυξάνει το ανώτατο ποσό των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που λήφθηκαν από τον δικαιούχο κατά την περίοδο που καλύπτει το συγκεκριμένο οικονομικό έτος και τα προηγούμενα δύο οικονομικά έτη πέραν των ανωτάτων ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3.

3.   Εάν ένα κράτος μέλος έχει δημιουργήσει κεντρικό μητρώο ενισχύσεων ήσσονος σημασίας, το οποίο περιέχει όλες τις πληροφορίες για κάθε ενίσχυση ήσσονος σημασίας που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και χορηγείται από οποιαδήποτε αρχή του εν λόγω κράτους μέλους, παύει να ισχύει η προϋπόθεση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο εφόσον το μητρώο καλύπτει περίοδο τριών οικονομικών ετών τουλάχιστον.

4.   Όταν ένα κράτος μέλος χορηγεί ενίσχυση βάσει καθεστώτος εγγυήσεων που προβλέπει την παροχή εγγύησης με χρηματοδότηση από τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης με εντολή του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, παύει ενδεχομένως να ισχύει η παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο.

Σε τέτοιες περιπτώσεις, εφαρμόζεται το ακόλουθο σύστημα ελέγχου:

α)

το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων καταρτίζει ετησίως, με βάση τα πληροφοριακά στοιχεία που οφείλουν να του παρέχουν οι χρηματοοικονομικοί μεσάζοντες, κατάλογο των αποδεκτών ενίσχυσης και του ακαθάριστου ισοδύναμου επιχορήγησης που έλαβε κάθε δικαιούχος· το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων αποστέλλει τα εν λόγω πληροφοριακά στοιχεία στο οικείο κράτος μέλος και στην Επιτροπή·

β)

το οικείο κράτος μέλος διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στους τελικούς δικαιούχους της ενίσχυσης εντός τριμήνου από τη λήψη των πληροφοριών·

γ)

το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει από έκαστο δικαιούχο δήλωση στην οποία δηλώνεται ότι το ποσό ενίσχυσης ήσσονος σημασίας που έχει λάβει ο δικαιούχος δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας. Σε περίπτωση υπέρβασης του ποσού αυτού, το οικείο κράτος μέλος διασφαλίζει την κοινοποίηση του μέτρου ενίσχυσης που οδήγησε στην υπέρβαση στην Επιτροπή ή την ανάκτηση της ενίσχυσης αυτής από τη δικαιούχο επιχείρηση.

5.   Τα κράτη μέλη καταγράφουν και συγκεντρώνουν όλες τις πληροφορίες που αφορούν την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Τα εν λόγω αρχεία περιέχουν όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για να εξακριβωθεί αν έχουν τηρηθεί οι όροι του παρόντος κανονισμού.

Τα στοιχεία που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο φυλάσσονται:

α)

όσον αφορά τις μεμονωμένες ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, επί δέκα έτη από την ημερομηνία χορήγησης της ενίσχυσης·

β)

όσον αφορά τα καθεστώτα ενισχύσεων ήσσονος σημασίας, επί δέκα έτη από την ημερομηνία χορήγησης της τελευταίας μεμονωμένης ενίσχυσης δυνάμει του εν λόγω καθεστώτος.

6.   Ύστερα από γραπτή αίτηση της Επιτροπής, τα κράτη μέλη τής παρέχουν, εντός είκοσι εργάσιμων ημερών ή εντός μεγαλύτερης περιόδου που ορίζεται στην αίτηση, όλες τις πληροφορίες που η Επιτροπή θεωρεί αναγκαίες για να εκτιμήσει εάν έχουν τηρηθεί οι όροι του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά το συνολικό ποσό των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που έχουν χορηγηθεί σε συγκεκριμένη επιχείρηση και στο γεωργικό τομέα του οικείου κράτους μέλους.

Άρθρο 5

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1860/2004 καταργείται από την 1η Ιανουαρίου 2008.

Άρθρο 6

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις ενισχύσεις που έχουν χορηγηθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 2008 στις επιχειρήσεις του τομέα γεωργικών προϊόντων, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν όλους τους όρους των άρθρων 1 έως 4, με εξαίρεση την απαίτηση της ρητής παραπομπής στον παρόντα κανονισμό, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο. Κάθε ενίσχυση που δεν πληροί τους εν λόγω όρους αξιολογείται από την Επιτροπή σύμφωνα με τα σχετικά πλαίσια, τις κατευθυντήριες γραμμές, τις ανακοινώσεις και τα λοιπά έγγραφα που αφορούν αυτό το θέμα.

2.   Κάθε ενίσχυση ήσσονος σημασίας η οποία χορηγείται μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2005 και έξι μηνών μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, και η οποία πληροί τους όρους του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1860/2004 όπως αυτοί ισχύουν για τον τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, θεωρείται ότι δεν πληροί όλα τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης και κατά συνέπεια εξαιρείται από την απαίτηση κοινοποίησης του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης.

3.   Μετά τη λήξη της ισχύος του παρόντος κανονισμού, κάθε ενίσχυση ήσσονος σημασίας η οποία πληροί τους όρους του παρόντος κανονισμού μπορεί να χορηγείται νομίμως υπό τους όρους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό επί έξι επιπλέον μήνες.

Άρθρο 7

Έναρξη και διάρκεια της ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2008 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 20 Δεκεμβρίου 2007.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 142 της 14.5.1998, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 151 της 5.7.2007, σ. 16.

(3)  ΕΕ C 68 της 6.3.1996, σ. 9.

(4)  ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 30.

(5)  ΕΕ L 379 της 28.12.2006, σ. 5.

(6)  ΕΕ L 325 της 28.10.2004, σ. 4. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 875/2007 (ΕΕ L 193 της 25.7.2007, σ. 6).

(7)  Απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2002 στην υπόθεση C-113/00, Ισπανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ. I-7601, σκέψη 73.

(8)  ΕΕ C 194 της 18.8.2006, σ. 2.

(9)  ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.

(10)  ΕΕ L 17 της 21.1.2000, σ. 22.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ανώτατο σωρευτικό ποσό των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που χορηγούνται στις επιχειρήσεις του τομέα της παραγωγής γεωργικών προϊόντων ανά κράτος μέλος, όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3:

(ευρώ)

BE

51 532 500

BG

23 115 000

CZ

26 257 500

DK

59 445 000

DE

297 840 000

EE

3 502 500

IE

40 282 500

EL

75 382 500

ES

274 672 500

FR

438 337 500

IT

320 505 000

CY

4 327 500

LV

5 550 000

LT

11 572 500

LU

1 777 500

HU

44 497 500

MT

870 000

NL

165 322 500

AT

40 350 000

PL

119 542 500

PT

47 782 500

RO

98 685 000

SL

8 167 500

SK

11 962 500

FI

26 752 500

SE

30 217 500

UK

152 842 500


Top