EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32005R1055

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1055/2005 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2005, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών

ΕΕ L 352M της 31.12.2008, p. 183–186 (MT)
ΕΕ L 174 της 7.7.2005, p. 1–4 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (BG, RO, HR)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 29/04/2024; καταργήθηκε εμμέσως από 32024R1263

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2005/1055/oj

7.7.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 174/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1055/2005 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 27ης Ιουνίου 2005

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 99 παράγραφος 5,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 252 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης αποτελείτο αρχικά από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και το συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (3), από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (4), καθώς και από το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 1997, για το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης (5). Το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης απέδειξε τη χρησιμότητά του αποτελώντας σημείο αναφοράς για τη δημοσιονομική πειθαρχία, συμβάλλοντας ούτως σε υψηλό επίπεδο μακροοικονομικής σταθερότητας, σε συνδυασμό με χαμηλό πληθωρισμό και χαμηλά επιτόκια, απαραίτητους παράγοντες για την αειφόρο μεγέθυνση και τη δημιουργία απασχόλησης.

(2)

Στις 20 Μαρτίου 2005, το Συμβούλιο υιοθέτησε έκθεση με τίτλο «Βελτίωση της εφαρμογής του σύμφωνου σταθερότητας και ανάπτυξης», στόχος της οποίας είναι η βελτίωση της διακυβέρνησης και της εθνικής διαχείρισης του δημοσιονομικού πλαισίου, ενισχύοντας τις οικονομικές βάσεις και την αποτελεσματικότητα του συμφώνου, τόσο ως προς το προληπτικό όσο και ως προς το διορθωτικό σκέλος του, η διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών, η προώθηση της μεγέθυνσης και η αποφυγή επιβολής υπερβολικών επιβαρύνσεων στις μελλοντικές γενιές. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υιοθέτησε την έκθεση αυτή στα συμπεράσματά του της 23ης Μαρτίου 2005 (6), αναφέροντας ότι η έκθεση αυτή ενημερώνει και συμπληρώνει το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης του οποίου αποτελεί πλέον αναπόσπαστο μέρος.

(3)

Σύμφωνα με την έκθεση του Συμβουλίου Ecofin της 20ής Μαρτίου 2005, η οποία υιοθετήθηκε από το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του 2005, τα κράτη μέλη, το Συμβούλιο και η Επιτροπή επαναλαμβάνουν τη δέσμευσή τους να εφαρμόζουν τη συνθήκη και το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης κατά τρόπο αποτελεσματικό και έγκαιρο, μέσω ομότιμης στήριξης και ομότιμης πίεσης, και να ενεργούν σε στενή και εποικοδομητική συνεργασία στη διεργασία της οικονομικής και δημοσιονομικής εποπτείας, προκειμένου να εξασφαλίζουν βεβαιότητα και αποτελεσματικότητα στους κανόνες του συμφώνου.

(4)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1466/97 χρειάζεται να τροποποιηθεί ώστε να καταστεί δυνατή η πλήρης εφαρμογή της βελτίωσης που συμφωνήθηκε ως προς την εφαρμογή του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης.

(5)

Το σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να επιδιώκουν ως μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο τις «σχεδόν ισοσκελισμένες ή πλεονασματικές» δημοσιονομικές θέσεις τους (CTBOIS). Λόγω της οικονομικής και δημοσιονομικής ετερογένειας στην Ένωση, ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος θα πρέπει να διαφοροποιηθεί για τα επιμέρους κράτη μέλη ώστε να λαμβάνεται υπόψη η ποικιλομορφία των οικονομικών και δημοσιονομικών τους θέσεων και εξελίξεων καθώς και του δημοσιονομικού κινδύνου για τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, ενόψει και των αναμενόμενων δημογραφικών αλλαγών. Ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος μπορεί να αποκλίνει από τις σχεδόν ισοσκελισμένες ή πλεονασματικές δημοσιονομικές θέσεις (CTBOIS) για επιμέρους κράτη μέλη. Συνεπώς, για τα κράτη μέλη της ευρωζώνης και του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών ERM2, θα υπάρχει καθορισμένο φάσμα ειδικών ανά χώρα μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων, σε κυκλικώς προσαρμοσμένους όρους και χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και τα προσωρινά μέτρα.

(6)

Θα πρέπει να επιτευχθεί συμμετρικότερη προσέγγιση της δημοσιονομικής πολιτικής στο σύνολο του οικονομικού κύκλου, μέσω ενισχυμένης δημοσιονομικής πειθαρχίας σε περιόδους οικονομικής ανάκαμψης, με στόχο να αποφεύγονται οι πολιτικές που επιτείνουν τις κυκλικές διακυμάνσεις και να επιτευχθεί σταδιακά ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος. Η τήρηση του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου θα πρέπει να επιτρέψει στα κράτη μέλη να αντιμετωπίζουν τις φυσιολογικές κυκλικές διακυμάνσεις, διατηρώντας το δημόσιο έλλειμμα κάτω από την τιμή αναφοράς 3 % του ΑΕΠ, και να διασφαλίσουν την ταχεία πρόοδο προς τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, θα πρέπει να δημιουργήσει περιθώριο για δημοσιονομικούς ελιγμούς, ιδίως για δημόσιες επενδύσεις.

(7)

Τα κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμα επιτύχει τον οικείο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο θα πρέπει να προβούν σε ενέργειες για να τον επιτύχουν εφ’ όλης της διάρκειας του κύκλου. Για να επιτύχουν τον οικείο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο, τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ ή του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών ERM2, θα πρέπει να επιδιώκουν ελάχιστη ετήσια προσαρμογή σε κυκλικά προσαρμοσμένους όρους, χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και τα προσωρινά μέτρα.

(8)

Προκειμένου να ενισχυθεί η προσανατολισμένη προς την αύξηση φύση του συμφώνου, μείζονες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με άμεσες μακροπρόθεσμες εξοικονομήσεις, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης της δυνητικής αύξησης, και, συνεπώς, με επαληθεύσιμο αντίκτυπο στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό της πορείας προσαρμογής προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο για τις χώρες που δεν έχουν ακόμη επιτύχει το στόχο αυτόν και όταν επιτρέπεται προσωρινή απόκλιση από το στόχο αυτόν για τις χώρες που τον έχουν ήδη επιτύχει. Για να μην παρεμποδίζονται οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες, αναμφισβήτητα, βελτιώνουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, θα πρέπει να αποδίδεται ιδιαίτερη προσοχή στις μεταρρυθμίσεις του συνταξιοδοτικού συστήματος που εισάγουν πολυπυλωνικό σύστημα που περιλαμβάνει ένα υποχρεωτικό και πλήρως χρηματοδοτούμενο πυλώνα, διότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές οδηγούν σε βραχυπρόθεσμη επιδείνωση των δημόσιων οικονομικών κατά την περίοδο εφαρμογής τους.

(9)

Οι προθεσμίες που προβλέπονται για την εξέταση, από το Συμβούλιο, των προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης, θα πρέπει να παραταθούν ώστε να καταστεί δυνατή η διεξοδική αξιολόγηση των προγραμμάτων σταθερότητας και σύγκλισης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1466/97 τροποποιείται ως εξής:

1)

Παρεμβάλλονται ο τίτλος και το άρθρο που ακολουθούν:

«ΤΜΗΜΑ 1Α

ΜΕΣΟΠΡΟΘΕΣΜΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

Άρθρο 2α

Κάθε κράτος μέλος έχει διαφοροποιημένο μεσοπρόθεσμο στόχο για τη δημοσιονομική του θέση. Αυτοί οι ειδικοί ανά χώρα μεσοπρόθεσμοι δημοσιονομικοί στόχοι δύνανται να αποκλίνουν από την απαίτηση για σχεδόν ισοσκελισμένη ή πλεονασματική θέση. Οι στόχοι αυτοί παρέχουν περιθώριο ασφαλείας αναφορικά με το όριο δημοσιονομικού ελλείμματος του 3 % του ΑΕΠ· εξασφαλίζουν ταχεία πρόοδο προς τη βιωσιμότητα, λαμβανομένων δε υπόψη των ανωτέρω, αφήνουν περιθώρια δημοσιονομικών ελιγμών, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των αναγκών για δημόσιες επενδύσεις.

Λαμβανομένων υπόψη των παραγόντων αυτών, για τα κράτη μέλη που έχουν υιοθετήσει το ευρώ και για τα κράτη μέλη του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών ERM2, οι ειδικοί ανά χώρα μεσοπρόθεσμοι δημοσιονομικοί στόχοι ορίζονται εντός καθορισμένου φάσματος μεταξύ – 1 % του ΑΕΠ και ισοσκελισμού ή πλεονάσματος, σε κυκλικώς προσαρμοσμένους όρους, και χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και τα προσωρινά μέτρα.

Ο μεσοπρόθεσμος δημοσιονομικός στόχος ενός κράτους μέλους μπορεί να αναθεωρείται, όταν εφαρμόζονται μείζονες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και, οπωσδήποτε, ανά τετραετία.»

2)

Στο άρθρο 3, η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο και την πορεία προσαρμογής προς το στόχο αυτό όσον αφορά το πλεόνασμα/έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα και την αναμενόμενη πορεία του λόγου του χρέους του ευρύτερου δημόσιου τομέα·»

β)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

λεπτομερή και ποσοτική εκτίμηση των δημοσιονομικών και άλλων μέτρων οικονομικής πολιτικής που λαμβάνονται ή/και προτείνονται για την επίτευξη των στόχων του προγράμματος, με λεπτομερή ανάλυση κόστους-ωφελείας των μειζόνων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που επιφέρουν άμεσες μακροπρόθεσμες εξοικονομήσεις, μεταξύ άλλων αυξάνοντας τις δυνατότητες μεγέθυνσης·»

γ)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«ε)

ανάλογα με την περίπτωση, τους λόγους απόκλισης από την απαιτούμενη πορεία προσαρμογής προς τον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο.»

3.

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από τα ακόλουθα εδάφια:

«1.   Με βάση τις εκτιμήσεις της Επιτροπής και της επιτροπής του άρθρου 114 της συνθήκης, το Συμβούλιο εξετάζει, εντός του πλαισίου της πολυμερούς εποπτείας του άρθρου 99 της συνθήκης, το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο που υποβάλλει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, εκτιμά εάν οι οικονομικές παραδοχές επί των οποίων βασίζεται το πρόγραμμα είναι εύλογες, εάν η πορεία προσαρμογής προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο είναι κατάλληλη, και εάν τα μέτρα που λαμβάνονται ή/και προτείνονται για την τήρηση της εν λόγω πορείας προσαρμογής επαρκούν για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στόχου στο σύνολο του κύκλου.

Το Συμβούλιο όταν εκτιμά την πορεία προσαρμογής προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο, εξετάζει αν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος επιδιώκει την ετήσια βελτίωση του κυκλικά προσαρμοσμένου ισοζυγίου του, χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και τα προσωρινά μέτρα, που απαιτείται για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού του στόχου, ύψους 0,5 % του ΑΕΠ ως σημείο αναφοράς. Το Συμβούλιο λαμβάνει υπόψη το εάν καταβάλλονται εντονότερες προσπάθειες προσαρμογής κατά τις περιόδους ευνοϊκής οικονομικής συγκυρίας, ενώ οι προσπάθειες μπορούν να είναι πιο περιορισμένες κατά τις οικονομικά δύσκολες περιόδους.

Κατά τον καθορισμό της πορείας προσαρμογής προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο για τα κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη επιτύχει το στόχο αυτόν και επιτρέποντας προσωρινή απόκλιση από το στόχο αυτόν για τα κράτη μέλη που τον έχουν ήδη επιτύχει, υπό την προϋπόθεση ότι διατηρείται κατάλληλο περιθώριο ασφαλείας όσον αφορά την τιμή αναφοράς για το έλλειμμα και ότι η δημοσιονομική κατάσταση αναμένεται να επανέλθει στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο εντός της περιόδου του προγράμματος, το Συμβούλιο λαμβάνει υπόψη την εφαρμογή μειζόνων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που επιφέρουν άμεσες μακροπρόθεσμες εξοικονομήσεις, μεταξύ άλλων αυξάνοντας τις δυνατότητες μεγέθυνσης, και, κατά συνέπεια, έχουν επαληθεύσιμες επιπτώσεις στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.

Ιδιαίτερη προσοχή αποδίδεται σε μεταρρυθμίσεις των συνταξιοδοτικών συστημάτων, οι οποίες εισάγουν ένα σύστημα πολλαπλών πυλώνων που περιλαμβάνει έναν υποχρεωτικό πυλώνα με πλήρη χρηματοδότηση. Στα κράτη μέλη που εφαρμόζουν τις μεταρρυθμίσεις αυτές, επιτρέπεται να αποκλίνουν από την πορεία προσαρμογής προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό τους στόχο ή από τον ίδιο το στόχο, εφόσον η απόκλιση αντικατοπτρίζει το καθαρό κόστος της μεταρρύθμισης του πυλώνα υπό δημόσια διαχείριση, υπό την προϋπόθεση ότι η απόκλιση παραμένει προσωρινή και ότι διατηρείται κατάλληλο περιθώριο ασφαλείας σε σχέση με την τιμή αναφοράς του ελλείμματος.»

β)

Στην παράγραφο 2, οι λέξεις «δύο μηνών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τριών μηνών».

4)

Στο άρθρο 7, η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

ένα μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο και την πορεία προσαρμογής προς το στόχο αυτόν όσον αφορά το πλεόνασμα/έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα και την αναμενόμενη πορεία του λόγου του ευρύτερου δημόσιου τομέα· τους μεσοπρόθεσμους στόχους της νομισματικής πολιτικής· τη σχέση των στόχων αυτών προς τη σταθερότητα των τιμών και των συναλλαγματικών ισοτιμιών·»

β)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

λεπτομερή και ποσοτική εκτίμηση των δημοσιονομικών και άλλων μέτρων οικονομικής πολιτικής που λαμβάνονται ή/και προτείνονται για την επίτευξη των στόχων του προγράμματος, με λεπτομερή ανάλυση κόστους-ωφελείας των μειζόνων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που επιφέρουν άμεσες μακροπρόθεσμες εξοικονομήσεις, μεταξύ άλλων αυξάνοντας τις δυνατότητες μεγέθυνσης·»

γ)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«ε)

ανάλογα με την περίπτωση, τους λόγους απόκλισης από την απαιτούμενη πορεία προσαρμογής προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο.»

5)

Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Με βάση τις εκτιμήσεις της Επιτροπής και της επιτροπής του άρθρου 114 της συνθήκης, το Συμβούλιο εξετάζει, εντός του πλαισίου της πολυμερούς εποπτείας του άρθρου 99 της συνθήκης, το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο που υποβάλλει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, εκτιμά εάν οι οικονομικές παραδοχές επί των οποίων βασίζεται το πρόγραμμα είναι εύλογες, εάν η πορεία προσαρμογής προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο είναι κατάλληλη, και εάν τα μέτρα που λαμβάνονται ή/και προτείνονται για την τήρηση της εν λόγω πορείας προσαρμογής επαρκούν για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στόχου στο σύνολο του κύκλου.

Το Συμβούλιο εκτιμά την πορεία προσαρμογής προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο, λαμβάνει υπόψη το εάν καταβάλλονται εντονότερες προσπάθειες προσαρμογής κατά τις περιόδους ευνοϊκής οικονομικής συγκυρίας, ενώ οι προσπάθειες μπορούν να είναι πιο περιορισμένες κατά τις οικονομικά δύσκολες περιόδους. Για τα κράτη μέλη του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών ERM2, το Συμβούλιο εξετάζει εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος επιδιώκει την ετήσια βελτίωση του κυκλικά προσαρμοσμένου ισοζυγίου του, χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και τα προσωρινά μέτρα, που απαιτείται για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού του στόχου, ύψους 0,5 % του ΑΕΠ ως σημείο αναφοράς.

Κατά τον καθορισμό της πορείας προσαρμογής προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο για τα κράτη μέλη που δεν έχουν ακόμη επιτύχει το στόχο αυτόν και επιτρέποντας προσωρινή απόκλιση από το στόχο αυτόν για τα κράτη μέλη που τον έχουν ήδη επιτύχει, υπό την προϋπόθεση ότι διατηρείται κατάλληλο περιθώριο ασφαλείας όσον αφορά την τιμή αναφοράς για το έλλειμμα και ότι η δημοσιονομική κατάσταση αναμένεται να επανέλθει στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο εντός της περιόδου του προγράμματος, το Συμβούλιο λαμβάνει υπόψη την εφαρμογή μειζόνων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που επιφέρουν άμεσες μακροπρόθεσμες εξοικονομήσεις, μεταξύ άλλων αυξάνοντας τις δυνατότητες μεγέθυνσης, και, κατά συνέπεια, έχουν επαληθεύσιμες επιπτώσεις στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών.

Ιδιαίτερη προσοχή αποδίδεται σε μεταρρυθμίσεις των συνταξιοδοτικών συστημάτων, οι οποίες εισάγουν ένα σύστημα πολλαπλών πυλώνων που περιλαμβάνει έναν υποχρεωτικό πυλώνα με πλήρη χρηματοδότηση. Στα κράτη μέλη που εφαρμόζουν τις μεταρρυθμίσεις αυτές, επιτρέπεται να αποκλίνουν από την πορεία προσαρμογής προς το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό τους στόχο ή από τον ίδιο το στόχο, εφόσον η απόκλιση αντικατοπτρίζει το καθαρό κόστος της μεταρρύθμισης του πυλώνα υπό δημόσια διαχείριση, υπό την προϋπόθεση ότι η απόκλιση παραμένει προσωρινή και ότι διατηρείται κατάλληλο περιθώριο ασφαλείας σε σχέση με την τιμή αναφοράς του ελλείμματος.»

β)

Στην παράγραφο 2, οι λέξεις «δύο μηνών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τριών μηνών».

6)

Οι αναφορές στα άρθρα 103 και 109 Γ της συνθήκης ΕΚ αντικαθίστανται, σε ολόκληρο τον κανονισμό, από αναφορές στα άρθρα 99 και 114, αντίστοιχα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Λουξεμβούργο, 27 Ιουνίου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J.-C. JUNCKER


(1)  ΕΕ C 144 της 14.6.2005, σ. 17.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Ιουνίου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 21ης Ιουνίου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Ιουνίου 2005 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6.

(5)  ΕΕ C 236 της 2.8.1997, σ. 1.

(6)  Βλέπε παράρτημα 2 των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 22ας και 23ης Μαρτίου 2005.


Top