EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52008IE0267

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Μια ανεξάρτητη αξιολόγηση των υπηρεσιών κοινής ωφελείας

ΕΕ C 162 της 25.6.2008, p. 42–45 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

25.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 162/42


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Μια ανεξάρτητη αξιολόγηση των υπηρεσιών κοινής ωφελείας»

(2008/C 162/10)

Στις 16 Φεβρουαρίου 2007, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2, του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα

«Μια ανεξάρτητη αξιολόγηση των υπηρεσιών κοινής ωφελείας».

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 23 Ιανουαρίου 2008 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. HENCKS.

Κατά την 442α σύνοδο ολομέλειας, της 13ης και 14ης Φεβρουαρίου 2008 (συνεδρίαση της 14ης Φεβρουαρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 162 ψήφους υπέρ, 24 ψήφους κατά και 11 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1

Η μεταρρύθμιση των Συνθηκών, που αποφασίσθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 17ης και 18ης Οκτωβρίου 2007, επιφέρει νέα πρόοδο, μεταξύ των άλλων, και όσον αφορά τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας (ΥΚΩ), με την εισαγωγή στις διατάξεις για τη λειτουργία της Ένωσης (άρθρο 14) μιας ρήτρας γενικής εφαρμογής για τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος (ΥΓΟΣ), η οποία θα πρέπει να εφαρμόζεται σε όλες τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών για την εσωτερική αγορά και τον ανταγωνισμό, και με την προσάρτηση στις δύο Συνθήκες ενός πρωτοκόλλου που αφορά το σύνολο των υπηρεσιών γενικού συμφέροντος, συμπεριλαμβανομένων και των υπηρεσιών γενικού συμφέροντος μη οικονομικού χαρακτήρα.

1.2

Οι ΥΚΩ, ΥΓΟΣ και οι υπηρεσίες γενικού συμφέροντος μη οικονομικού χαρακτήρα συμβάλλουν στην ευημερία του συνόλου των πολιτών και στην πραγματική άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων τους. Οι εν λόγω υπηρεσίες, οι παρεχόμενες προς όφελος του γενικού συμφέροντος, υπάγονται σε πολιτικές επιλογές και, ως εκ τούτου, εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των νομοθετών.

1.3

Εξ αυτού απορρέει όχι μόνο η ενισχυμένη υποχρέωση της ΕΕ και των κρατών μελών να μεριμνούν για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος, η οποία επιβάλλει, μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη μιας προοδευτικής δυναμικής για την αξιολόγηση των επιδόσεων αυτών των υπηρεσιών, αλλά και η ανάγκη για τα όργανα λήψης αποφάσεων να ορίζουν επακριβώς τις έννοιες, τους στόχους και τις αποστολές που αποδίδουν σε αυτές τις τρεις κατηγορίες υπηρεσιών. Εφόσον αυτό δεν ισχύει, οι αξιολογήσεις των επιδόσεων δεν θα είναι σε θέση να προσφέρουν στους πολίτες την νομική ασφάλεια που δικαιούνται να αναμένουν από τα εθνικά και ευρωπαϊκά θεσμικά όργανά τους.

1.4

Σκοπός της εν λόγω αξιολόγησης είναι να συντελέσει στην αύξηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος, στην προσαρμογή τους στις εξελισσόμενες ανάγκες των πολιτών και των επιχειρήσεων και στην παροχή στις δημόσιες αρχές των στοιχείων που χρειάζονται για να κάνουν τις καλύτερες επιλογές· μπορεί επίσης να διαδραματίσει ουσιώδη ρόλο στην επίτευξη αρμονικής ισορροπίας μεταξύ της αγοράς και του κοινού συμφέροντος, όπως και μεταξύ των οικονομικών, των κοινωνικών και των περιβαλλοντικών στόχων.

1.5

Δεδομένης της σημασίας που έχουν οι ΥΚΩ για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και την προαγωγή της δικαιοσύνης και της κοινωνικής προστασίας, οι οποίες αποτελούν επίσης στόχους της ΕΕ βάσει της Συνθήκης, επιβάλλεται η τακτική αξιολόγηση, όχι μόνο των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος για τους οποίους υπάρχουν κοινοτικοί κανόνες, αλλά και των υπηρεσιών γενικού συμφέροντος μη οικονομικού χαρακτήρα, στο επίπεδο των κρατών μελών.

1.6

Στο εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, η αξιολόγηση των υπηρεσιών γενικού συμφέροντος (οικονομικού και μη οικονομικού χαρακτήρα) θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη, πολυφωνική, αντιπαραθετική, να καλύπτει και τους τρεις πυλώνες της στρατηγικής της Λισσαβώνας, να βασίζεται σε πολλαπλά κριτήρια και να πραγματοποιείται σε διαβούλευση με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.

1.7

Στο κοινοτικό επίπεδο, θα πρέπει να καθοριστούν οι ακριβείς τρόποι ανταλλαγής, αντιπαραβολής, σύγκρισης και συντονισμού και να προαχθεί η δυναμική της ανεξάρτητης αξιολόγησης, με σεβασμό της αρχής της επικουρικότητας, μέσω του καθορισμού —σε διάλογο με τους εκπροσώπους των ενδιαφερόμενων φορέων— μιας εναρμονισμένης σε ευρωπαϊκό επίπεδο μεθοδολογίας για την αξιολόγηση, με βάση κοινούς δείκτες.

1.8

Για να είναι αυτή η αξιολόγηση αποδοτική και χρήσιμη, θα πρέπει να συσταθεί μια πολυφωνική συντονιστική επιτροπή, η οποία θα λειτουργεί με πλήρη ανεξαρτησία και θα αποτελείται από εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των Μόνιμων Αντιπροσωπειών των κρατών μελών στην ΕΕ, της Επιτροπής των Περιφερειών και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής.

2.   Το σημερινό πλαίσιο

2.1

Σύμφωνα με τις Συνθήκες, οι υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος (ΥΓΟΣ) συγκαταλέγονται στις κοινές αξίες της Ένωσης, ιδίως λόγω της συμβολής τους στην κοινωνική και στην εδαφική συνοχή. Η μεταρρυθμισμένη Συνθήκη, που υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 17ης και 18ης Οκτωβρίου 2007, το επιβεβαιώνει αυτό, αναθέτοντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να καθορίζουν, μέσω κανονισμών, τις αρχές και τις προϋποθέσεις που επιτρέπουν στις ΥΓΟΣ την εκπλήρωση του σκοπού τους, χωρίς να θίγεται η αρμοδιότητα των κρατών μελών για την παροχή, την ανάθεση και τη χρηματοδότηση αυτών των υπηρεσιών, και δίνοντας ταυτόχρονα έμφαση στην κοινή ευθύνη των κρατών μελών και της Κοινότητας.

2.2

Έτσι, εναπόκειται στην ΕΕ και στα κράτη μέλη της, εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων του καθενός τους και εντός του πεδίου εφαρμογής της μεταρρυθμισμένης Συνθήκης, να μεριμνούν και να διασφαλίζουν ότι οι υπηρεσίες αυτές λειτουργούν εύρυθμα, βάσει αρχών και προϋποθέσεων, ιδίως οικονομικών και δημοσιονομικών, οι οποίες επιτρέπουν την εκπλήρωση του σκοπού τους.

2.3

Κατά συνέπεια, όταν τεθεί σε εφαρμογή η μεταρρυθμισμένη Συνθήκη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποφασίζοντας μέσω κανονισμών με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, θα πρέπει να καθορίσουν αυτές τις αρχές και τις προϋποθέσεις, με σεβασμό των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.

2.4

Ένα πρωτόκολλο για τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος, που έχει προσαρτηθεί στις μεταρρυθμισμένες Συνθήκες, υπογραμμίζει τον ουσιώδη ρόλο και την ευρεία διακριτική ευχέρεια των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών κατά την παροχή, ανάθεση και οργάνωση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος όσο το δυνατόν εγγύτερα στις ανάγκες των καταναλωτών, καθώς και το υψηλό επίπεδο ποιότητας, ασφάλειας και οικονομικής προσιτότητας, την ίση μεταχείριση και την προώθηση της καθολικής πρόσβασης και των δικαιωμάτων των χρηστών.

2.5

Το ίδιο αυτό πρωτόκολλο αναφέρει, για πρώτη φορά σε κείμενο του πρωτογενούς κοινοτικού δικαίου, τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος μη οικονομικού χαρακτήρα. Υπογραμμίζει ότι η παροχή, η ανάθεση και η οργάνωση των υπηρεσιών αυτών εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των κρατών μελών και ότι οι διατάξεις των Συνθηκών ουδόλως επηρεάζουν αυτές τις αρμοδιότητες, πράγμα που σημαίνει ότι οι υπηρεσίες γενικού συμφέροντος μη οικονομικού χαρακτήρα εξακολουθούν να εξαιρούνται κατ' αρχήν από τους κανόνες για την εσωτερική αγορά, τον ανταγωνισμό και τις κρατικές ενισχύσεις, με δεδομένο ότι η εφαρμογή των εθνικών αρμοδιοτήτων διέπεται πάντοτε από τις γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου.

2.6

Όσο για τη διάκριση μεταξύ των υπηρεσιών οικονομικού και των υπηρεσιών μη οικονομικού χαρακτήρα, η μεταρρυθμισμένη Συνθήκη δεν παρέχει κανέναν ορισμό, οπότε θα εξακολουθήσει να απαιτείται προσφυγή στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα να διατηρείται η σημερινή νομική αβεβαιότητα. Οι πολίτες έχουν μεγάλες προσδοκίες από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή οφείλει να μεριμνά για την ενίσχυση του επιπέδου ευημερίας, για τη διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και, επιπλέον, πρέπει να διασφαλίζει ότι οι επιλογές της δεν συνεπάγονται οπισθοδρόμηση σε εθνικό επίπεδο.

3.   Γιατί χρειάζεται αξιολόγηση των υπηρεσιών κοινής ωφελείας;

3.1

Η υποχρέωση μέριμνας για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος, που προβλέπεται στο άρθρο 14 της μεταρρυθμισμένης Συνθήκης, επιβάλλει, μεταξύ άλλων, την ανάπτυξη μιας προοδευτικής δυναμικής για την αξιολόγηση των επιδόσεων αυτών των υπηρεσιών.

3.2

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, για να μπορεί μια ΥΓΟΣ να διεκδικήσει τον χαρακτηρισμό της εύρυθμης λειτουργίας, θα πρέπει, μεταξύ άλλων:

να ανταποκρίνεται στις αρχές της ισότητας, της καθολικότητας, της οικονομικής προσιτότητας και της προσπελασιμότητας, της αξιοπιστίας και της συνέχειας, της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας, της προστασίας των δικαιωμάτων των χρηστών και της οικονομικής και κοινωνικής αποδοτικότητας·

να λαμβάνει υπόψη τις ειδικές ανάγκες ορισμένων ομάδων χρηστών όπως οι ανάπηροι, οι εξαρτημένοι, οι μειονεκτούντες κλπ.

3.3

Παρότι η μεταρρυθμισμένη Συνθήκη δεν την αναφέρει ρητώς, η αξιολόγηση μπορεί να αποτελέσει το μέσο εποπτείας που υπονοείται στη Συνθήκη.

3.4

Τα κράτη μέλη ή η Ένωση θα πρέπει να καθορίσουν και να προσαρμόσουν, με διαφανή και αμερόληπτο τρόπο, τις αποστολές και τους στόχους των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος που εμπίπτουν στους τομείς αρμοδιοτήτων τους, με σεβασμό της αρχής της επικουρικότητας, προς το συμφέρον και τη γενική ικανοποίηση όλων των χρηστών αυτών των υπηρεσιών.

3.5

Για να επαληθεύσει ότι εκτελούνται σωστά και αποτελεσματικά αυτές οι αποστολές κοινής ωφελείας και ότι εκπληρώνονται ή πρόκειται να εκπληρωθούν οι διαφορετικοί (είτε ανάλογα με τον οικονομικό ή μη οικονομικό χαρακτήρα της υπηρεσίας είτε ανάλογα με την ιδιαίτερη φύση της) στόχοι τους, η αρμόδια αρχή οφείλει να θέσει σε εφαρμογή ένα σύστημα για την αξιολόγηση των επιδόσεων, της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας των εν λόγω υπηρεσιών, το οποίο να υπερβαίνει τις απλές δημοσκοπήσεις και έρευνες γνώμης.

3.6

Η αξιολόγηση συνίσταται, συνεπώς, στη συστηματική ανάλυση και παρακολούθηση των πραγματικών συνθηκών εφαρμογής της συγκεκριμένης υπηρεσίας κοινής ωφελείας, αφενός σε συνάρτηση με την εκπλήρωσή της και την ικανότητά της να καλύπτει τις ανάγκες των καταναλωτών, των επιχειρήσεων, των πολιτών και της κοινωνίας και αφετέρου σε συνάρτηση με τους στόχους της Ένωσης, ιδίως όσον αφορά την κοινωνική, οικονομική και εδαφική συνοχή, την κοινωνική οικονομία της αγοράς, τη στρατηγική της Λισσαβώνας και την κατοχύρωση των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

3.7

Οι υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος χαρακτηρίζονται από την επιδίωξη πολλαπλών ισορροπιών:

μεταξύ της αγοράς και του κοινού συμφέροντος·

μεταξύ των οικονομικών, των κοινωνικών και των περιβαλλοντικών στόχων·

μεταξύ των διάφορων χρηστών (ιδιώτες, συμπεριλαμβανομένων των μειονεκτουσών ομάδων, επιχειρήσεις, τοπικές κοινότητες κλπ.), που δεν έχουν όλοι τις ίδιες ανάγκες ή συμφέροντα·

μεταξύ των αρμοδιοτήτων κάθε κράτους μέλους και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

3.8

Οι ισορροπίες αυτές εξελίσσονται σε συνάρτηση με τις οικονομικές και τις τεχνολογικές μεταλλαγές και τις μεταβαλλόμενες προσωπικές και συλλογικές ανάγκες και προσδοκίες, επιδιώκοντας τη συνοχή ανάμεσα στις διαφορετικές εθνικές καταστάσεις, γεωγραφικές ιδιαιτερότητες και τομεακά χαρακτηριστικά.

3.9

Η αξιολόγηση των επιδόσεων είναι διαφορετική λειτουργία από τη νομοθετική ρύθμιση, αλλά είναι και στοιχείο της. Είναι προς το συμφέρον της ρύθμισης να στηρίζεται σε κατάλληλες αξιολογήσεις και να τις υποκινεί. Ταυτόχρονα, η αξιολόγηση πρέπει να επιτρέπει τον εντοπισμό των δυσλειτουργιών και των διαφορών ποιότητας ή/και τύπου των υπηρεσιών στις διάφορες χώρες και να δίνει έμφαση στην προσαρμογή των απαιτήσεων στις ανάγκες και τις ανησυχίες των χρηστών και των καταναλωτών, όπως και στις μεταλλαγές του οικονομικού, τεχνολογικού και κοινωνικού περιβάλλοντος.

4.   Ποιες υπηρεσίες θα πρέπει να αξιολογηθούν;

4.1

Οι στόχοι που έχουν ανατεθεί στις ΥΚΩ και η σημασία τους για την εφαρμογή των διάφορων κοινοτικών πολιτικών καθιστούν απαραίτητη την τακτική αξιολόγηση, όχι μόνο των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος για τους οποίους υπάρχουν κοινοτικοί κανόνες, αλλά και των υπηρεσιών γενικού συμφέροντος μη οικονομικού χαρακτήρα, δεδομένου ότι συμβάλλουν στην πραγματική εφαρμογή των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ότι η λειτουργία τους βασίζεται στην αρχή της αλληλεγγύης και στον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, με αναφορά στις κοινές αρχές που χαρακτηρίζουν το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο.

4.2

Επειδή, όπως επιβεβαιώνει το προσαρτημένο στις Συνθήκες πρωτόκολλο, οι υπηρεσίες γενικού συμφέροντος μη οικονομικού χαρακτήρα εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα των κρατών μελών, η αξιολόγησή τους θα πρέπει να γίνεται μόνο σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο.

4.3

Δεδομένου, όμως, ότι οι υπηρεσίες γενικού συμφέροντος μη οικονομικού χαρακτήρα σχετίζονται, εξίσου με τις ΥΓΟΣ, με διάφορους στόχους της ΕΕ (σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων, προαγωγή της ευημερίας των πολιτών, κοινωνική δικαιοσύνη, κοινωνική συνοχή κ.ά.) και ότι η ΕΕ έχει ευθύνη για την υλοποίηση αυτών των στόχων, πρέπει να φροντίζει τουλάχιστον να προβαίνουν τα κράτη μέλη σε τακτικές αξιολογήσεις της λειτουργίας αυτών των υπηρεσιών.

5.   Η προσέγγιση των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

5.1

Στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια της Νίκαιας (2000) και του Λάκεν (2001) συμφωνήθηκε ότι είναι απαραίτητο να προβλεφθεί μια αποτελεσματική και δυναμική αξιολόγηση, σε κοινοτικό επίπεδο, των επιδόσεων των υπηρεσιών κοινής ωφελείας και των συνεπειών τους για τον ανταγωνισμό, με τη δέουσα συνεκτίμηση των εθνικών, των περιφερειακών και των τοπικών ιδιαιτεροτήτων και αρμοδιοτήτων.

5.2

Διατυπώθηκε επίσης η άποψη ότι αυτή η αξιολόγηση θα πρέπει να γίνεται στο πλαίσιο των υφιστάμενων δομών και, συγκεκριμένα, μέσω οριζόντιων και τομεακών εκθέσεων, καθώς και μέσω της «έκθεσης του Κάρντιφ» για την οικονομική μεταρρύθμιση, που καταρτίζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και ότι θα πρέπει να καλύπτει τη διάρθρωση και τις επιδόσεις της αγοράς, συμπεριλαμβανομένων των πτυχών που συνδέονται με την απασχόληση, την οικονομική και κοινωνική αξιολόγηση των υποχρεώσεων του δημόσιου τομέα και τις απόψεις των πολιτών και των καταναλωτών για τις επιδόσεις των υπηρεσιών κοινής ωφελείας και για τον αντίκτυπο του ανοίγματος της αγοράς.

5.3

Από το 2001 και εξής, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διενεργεί κάθε χρόνο (με εξαίρεση το 2003) μια οριζόντια αξιολόγηση που αφορά αποκλειστικά τις βιομηχανίες δικτύου (ηλεκτρισμός, φυσικό αέριο, ηλεκτρονικές επικοινωνίες, ταχυδρομικές υπηρεσίες, αεροπορικές και σιδηροδρομικές μεταφορές) βάσει μιας μεθοδολογίας που έχει καθοριστεί σε ανακοίνωση (1) της Επιτροπής, αλλά δεν έχει γίνει ομόφωνα δεκτή από τους ενδιαφερόμενους φορείς, ορισμένοι από τους οποίους φρονούν ότι αξιολογούνται περισσότερο οι κοινοτικές πολιτικές για τις βιομηχανίες δικτύου παρά οι επιδόσεις τους.

5.4

Το 2003, στο πλαίσιο του Πράσινου Βιβλίου για τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ξεκινήσει μια δημόσια διαβούλευση, προκειμένου να καθοριστεί πώς θα πρέπει να οργανωθεί η αξιολόγηση, ποια κριτήρια θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν, πώς θα εξασφαλιστεί η συμμετοχή των πολιτών και πώς θα βελτιωθεί η ποιότητα των δεδομένων. Τα κυριότερα συμπεράσματα αυτής της διαβούλευσης ήταν ότι η αξιολόγηση θα πρέπει να είναι πολυδιάστατη και θα πρέπει να επανεξεταστούν οι χρησιμοποιούμενοι μηχανισμοί, αλλά, σύμφωνα με την Επιτροπή, δεν υπήρχε συναίνεση ως το προς τον φορέα από τον οποίο θα πρέπει να διενεργείται.

5.5

Το Λευκό Βιβλίο για τις υπηρεσίες κοινής ωφελείας (2) δίνει έμφαση στη διαδικασία αξιολόγησης, η οποία πρέπει στο εξής να προηγείται κάθε προσαρμογής του κοινοτικού νομοθετικού πλαισίου, ιδίως όταν αυτή αφορά την ελευθέρωση των υπηρεσιών.

5.6

Σε αυτό το Λευκό Βιβλίο, η Επιτροπή αναγνωρίζει την ιδιαίτερη ευθύνη που οφείλουν να αναλάβουν τα κοινοτικά όργανα στην αξιολόγηση —με τη βοήθεια των δεδομένων που συλλέγονται στο εθνικό επίπεδο— των υπηρεσιών που υπόκεινται σε τομεακό ρυθμιστικό πλαίσιο το οποίο έχει θεσπιστεί από την Κοινότητα. Δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να προβλεφθεί αξιολόγηση σε κοινοτικό επίπεδο και σε άλλους τομείς, εάν μπορεί να αποδειχθεί, σε ειδικές περιπτώσεις. ότι θα δημιουργούσε προστιθέμενη αξία.

5.7

Τέλος, η Επιτροπή ανέθεσε σε εξωτερικό σύμβουλο την εκπόνηση έκθεσης για την ενδελεχή αποτίμηση της μεθοδολογίας της αξιολόγησης, τα κυριότερα συμπεράσματα της οποίας θα συνοψιστούν σε νέα ανακοίνωση, η οποία έχει εξαγγελθεί για το 2008.

5.8

Κατά την Επιτροπή, αυτή η εξωτερική διακρίβωση θα πρέπει να εκτιμήσει την ανάγκη αξιολόγησης των επιδόσεων των βιομηχανικών δικτύων που παρέχουν ΥΓΟΣ στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να διατυπώσει συστάσεις για τη βελτίωση των οριζόντιων αξιολογήσεων και να αποτιμήσει τη χρησιμότητα του ρόλου της Επιτροπής ως παραγωγού οριζόντιων αξιολογήσεων.

5.9

Στην ανακοίνωσή της για τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος (3), η Επιτροπή «θεωρεί σημαντική, για την ποιότητα και τη διαφάνεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, την τακτική διεξαγωγή μιας σε βάθος αξιολόγησης και την παρουσίαση της μεθοδολογίας και των αποτελεσμάτων αυτής, ώστε να είναι ανοιχτά σε κάθε εξέταση».

6.   Αρχές και κριτήρια της αξιολόγησης

6.1

Στην ανακοίνωσή της COM(2002) 331, η Επιτροπή είχε αναλάβει τη δέσμευση να διασφαλίσει τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στην οριζόντια αξιολόγηση των επιδόσεων των ΥΚΩ, αναφέροντας συγκεκριμένα ότι «θα δημιουργηθεί ένας μόνιμος μηχανισμός για την παρακολούθηση της άποψης των πολιτών και της εξέλιξής τους» και ότι «θα πραγματοποιούνται επίσης διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών εταίρων, για συγκεκριμένα θέματα σε βάση ad-hoc».

6.2

Οι κοινωνικές εξελίξεις δημιουργούν προσδοκίες που αντανακλούν τις αυξημένες απαιτήσεις ενός κοινού (εν προκειμένω, των χρηστών ή των καταναλωτών), το οποίο διεκδικεί όχι μόνο αναγνώριση των δικαιωμάτων του, αλλά και συνεκτίμηση των ιδιαιτεροτήτων του. Οι τρόποι εφαρμογής των υπηρεσιών κοινής ωφελείας εξαρτώνται στενά από τις κοινωνίες στις οποίες αναπτύσσονται.

6.3

Η ποικιλία των δομών και των καθεστώτων (δημόσιοι ή ιδιωτικοί φορείς ή συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα) που εφαρμόζουν οι εθνικές, περιφερειακές και τοπικές δημόσιες αρχές για την παροχή των υπηρεσιών γενικού συμφέροντος καθιστά απαραίτητη μια πολυδιάστατη αξιολόγηση.

6.4

Η αξιολόγηση στο επίπεδο των κρατών μελών θα πρέπει, επιπροσθέτως, να είναι πολυφωνική και να λαμβάνει υπόψη όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη και πρόσωπα: τις αρχές που είναι αρμόδιες για τον ορισμό και την εφαρμογή των υπηρεσιών γενικού συμφέροντος, τις ρυθμιστικές αρχές, τους φορείς παροχής των υπηρεσιών, τους εκπροσώπους των καταναλωτών, των συνδικαλιστικών ενώσεων, της κοινωνίας των πολιτών κλπ.

6.5

Πέρα από τον πλουραλιστικό χαρακτήρα της, η αξιολόγηση θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη και αντιπαραθετική, δεδομένου ότι οι διάφοροι παράγοντες δεν έχουν όλοι τα ίδια συμφέροντα· σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, αλληλοσυγκρούονται και χαρακτηρίζονται από ασυμμετρίες πληροφόρησης και εμπειρογνωσίας.

6.6

Ως εκ τούτου, η οικονομική και κοινωνική αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών γενικού συμφέροντος, των δραστηριοτήτων και των επιδόσεών τους δεν θα μπορούσε να αξιολογηθεί με βάση ένα και μοναδικό κριτήριο, εν προκειμένω τους κανόνες ανταγωνισμού, αλλά απαιτούνται πολλαπλά κριτήρια.

6.7

Όπως υπογράμμισαν το CIRIEC και το CEEP σε μια μελέτη που εκπόνησαν το 2000 (4) κατόπιν αιτήσεως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η αξιολόγηση δεν έχει νόημα παρά μόνο σε σχέση με τους στόχους και τις αποστολές που έχουν ανατεθεί στις ΥΓΟΣ και οι οποίοι ορίζονται από τρεις πηγές —τον καταναλωτή, τον πολίτη και το κοινωνικό σύνολο— και έχουν τρεις συνιστώσες, την κατοχύρωση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ατόμου, την κοινωνική και εδαφική συνοχή και τη χάραξη και εφαρμογή δημόσιων πολιτικών.

6.8

Η αξιολόγηση θα πρέπει να καλύπτει και τους τρεις πυλώνες της στρατηγικής της Λισσαβώνας (οικονομικό, κοινωνικό και περιβαλλοντικό) και να λαμβάνει ταυτόχρονα υπόψη τις πολιτικές για την εσωτερική αγορά, για τον ανταγωνισμό, για την προστασία των καταναλωτών, για την απασχόληση και για τον εκάστοτε αξιολογούμενο τομέα.

6.9

Θα πρέπει, συνεπώς, να στηρίζεται σε πολλαπλά κριτήρια και να καλύπτει ιδίως:

τον ορισμό του καθεστώτος της υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας και τη σχετική εντολή·

την ορθή εφαρμογή της/των συγγραφής/ών υποχρεώσεων από τον/τους φορέα/είς παροχής της υπηρεσίας·

την τιμή, την ποιότητα και την πρόσβαση των ατόμων με ειδικές ανάγκες στην υπηρεσία και την ικανοποίηση των χρηστών·

τους θετικούς και τους αρνητικούς εξωγενείς παράγοντες·

την υλοποίηση των στόχων δημόσιας πολιτικής·

τη μεταφορά των διατάξεων που υπόκεινται σε νομικούς περιορισμούς.

6.10

Η αξιολόγηση θα προσφέρει, συνεπώς, στοιχεία για τη γνώση και την αποτίμηση των πραγματικών πρακτικών και του αντικτύπου των δράσεων στους διάφορους τύπους χρηστών, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα να γεφυρωθεί η διαρθρωτική ανισορροπία πληροφόρησης που χαρακτηρίζει εγγενώς τις σχέσεις μεταξύ φορέων παροχής, ρυθμιστικών αρχών και καταναλωτών.

7.   Εφαρμογή της αξιολόγησης

7.1

Το σύστημα αξιολόγησης θα πρέπει να βασίζεται σε περιοδικές εκθέσεις που θα εκπονούνται στο εθνικό ή στο τοπικό επίπεδο από όργανα αξιολόγησης τα οποία θα συσταθούν από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις προαναφερθείσες αρχές.

7.2

Στο κοινοτικό επίπεδο, θα πρέπει να καθοριστούν οι ακριβείς τρόποι ανταλλαγής, αντιπαραβολής, σύγκρισης και συντονισμού. Εναπόκειται, συνεπώς, στην ΕΕ να προωθήσει τη δυναμική της ανεξάρτητης αξιολόγησης, με σεβασμό της αρχής της επικουρικότητας και των αρχών που διατυπώνονται στο προσαρτημένο στις Συνθήκες πρωτόκολλο, καθορίζοντας —σε διάλογο με τους εκπροσώπους των ενδιαφερόμενων φορέων— μία εναρμονισμένη σε ευρωπαϊκό επίπεδο μεθοδολογία αξιολόγησης βάσει κοινών δεικτών, καθώς και τα μέσα για τη λειτουργία της.

7.3

Για να είναι η αξιολόγηση αποδοτική και χρήσιμη, θα πρέπει να συσταθεί μια πολυφωνική συντονιστική επιτροπή, η οποία θα εκπροσωπεί όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη (δημόσιες αρχές, κοινωνικοί εταίροι, φορείς παροχής, ρυθμιστικές αρχές, χρήστες —άτομα και επιχειρήσεις— και συνδικαλιστικές οργανώσεις) και θα μπορούσε, στο κοινοτικό επίπεδο, να αποτελείται από εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των Μόνιμων Αντιπροσωπειών των κρατών μελών στην ΕΕ, της Επιτροπής των Περιφερειών και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής.

7.4

Αυτή η συντονιστική επιτροπή θα είναι υπεύθυνη για:

τη μεθοδολογία της αξιολόγησης,

τον προσδιορισμό των δεικτών,

τη σύνταξη των συγγραφών υποχρεώσεων για τις μελέτες που θα εκπονηθούν,

την ανάθεση των μελετών αυτών με βάση διάφορες απόψεις εμπειρογνωμόνων,

την κριτική εξέταση των εκθέσεων,

τη διατύπωση συστάσεων,

τη διάδοση των αποτελεσμάτων.

7.5

Οι συζητήσεις των εκθέσεων αξιολόγησης με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη θα μπορούσαν είτε να λάβουν τη μορφή ετήσιας διάσκεψης για τις επιδόσεις των ΥΓΟΣ, κατά το πρότυπο της διάσκεψης που διοργανώνει εδώ και μερικά χρόνια η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή σχετικά με τις βιομηχανίες δικτύου, είτε να διοργανώνονται στο περιθώριο της εαρινής συνόδου κορυφής του Συμβουλίου Κοινωνικών Υποθέσεων της ΕΕ.

Βρυξέλλες, 14 Φεβρουαρίου 2008.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Δημήτρης ΔΗΜΗΤΡΙΆΔΗΣ


(1)  COM(2002) 331 τελικό, 18.06.2002. Ανακοίνωση της Επιτροπής: Μεθοδολογικό σημείωμα για την οριζόντια αξιολόγηση των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος.

(2)  COM(2004) 374 τελικό, 12.5.2004. Ανακοίνωση της Επιτροπής: Λευκό βιβλίο σχετικά με τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας.

(3)  COM(2007) 725 τελικό, 20.11.2007. Ανακοίνωση της Επιτροπής που συνοδεύει την ανακοίνωση με τίτλο «Μια Ενιαία Αγορά για τον 21ο αιώνα». Υπηρεσίες γενικού συμφέροντος, περιλαμβανομένων των κοινωνικών υπηρεσιών γενικού συμφέροντος: Μια νέα ευρωπαϊκή δέσμευση.

(4)  Μελέτη των CIRIEC/CEEP«Οι υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος στην Ευρώπη: ρύθμιση, χρηματοδότηση, αξιολόγηση, ορθές πρακτικές», http://www.ulg.ac.be/ciriec/intl_fr/research/publications.htm.

CIRIEC: Διεθνές Κέντρο Ερευνών και Ενημέρωσης για τη Δημόσια, την Κοινωνική και τη Συνεταιριστική Οικονομία

CEEP (ΕΣΔΕ): Ευρωπαϊκό Κέντρο Δημοσίων Επιχειρήσεων και Επιχειρήσεων Γενικού Οικονομικού Συμφέροντος.


Top