Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62009CN0148

    Υπόθεση C-148/09 P: Αναίρεση που άσκησε στις 24 Απριλίου 2009 (fax της 22ας Απριλίου 2009 ) το Βασίλειο του Βελγίου κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (δεύτερο τμήμα) στις 10 Φεβρουαρίου 2009 στην υπόθεση T-388/03, Deutsche Post AG και DHL International κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    ΕΕ C 167 της 18.7.2009, p. 3–3 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    18.7.2009   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 167/3


    Αναίρεση που άσκησε στις 24 Απριλίου 2009 (fax της 22ας Απριλίου 2009) το Βασίλειο του Βελγίου κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (δεύτερο τμήμα) στις 10 Φεβρουαρίου 2009 στην υπόθεση T-388/03, Deutsche Post AG και DHL International κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    (Υπόθεση C-148/09 P)

    2009/C 167/04

    Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

    Διάδικοι

    Αναιρεσείον: Βασίλειο του Βελγίου (εκπρόσωποι: C. Pochet και T. Materne)

    Αντίδικοι κατ’ αναίρεση: Deutsche Post AG, DHL International, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    Αιτήματα του αναιρεσείοντος

    Το αναιρεσείον ζητεί από το Δικαστήριο:

    να αναιρέσει την απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 10ης Φεβρουαρίου 2009, στην υπόθεση T-388/03, Deutsche Post AG και DHL International κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,

    να καταδικάσει την Deutsche Post και την DHL International στα δικαστικά έξοδα.

    Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

    Το αναιρεσείον προβάλλει τρεις λόγους αναίρεσης κατά της απόφασης του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 10ης Φεβρουαρίου 2009, με την οποία το Πρωτοδικείο ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής της 23ης Ιουλίου 2003 να μην προβάλει αντιρρήσεις, κατόπιν της διαδικασίας προκαταρκτικής εξέτασης την οποία προβλέπει το άρθρο 88, παράγραφος 3, ΕΚ, κατά της σχεδιαζόμενης αύξησης του κεφαλαίου της La Poste και κατά ορισμένων άλλων που έλαβαν οι βελγικές αρχές υπέρ της La Poste.

    Με τον πρώτο λόγο αναίρεσης το αναιρεσείον ισχυρίζεται ότι με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν ελήφθησαν ορθά υπόψη οι διαδικαστικοί κανόνες που έχουν εφαρμογή κατά την εξέταση των κρατικών ενισχύσεων, καθόσον με την εν λόγω απόφαση ορισμένες περιστάσεις της προκαταρκτικής εξέτασης και ορισμένα στοιχεία του περιεχομένου της απόφασης της Επιτροπής της 23ης Ιουλίου 2003 χαρακτηρίστηκαν ως αντικειμενικές και συγκλίνουσες ενδείξεις για την ύπαρξη «σοβαρών δυσχερειών», οι οποίες καθιστούν αναγκαία την κίνηση της επίσημης διαδικασίας εξέτασης του άρθρου 88, παράγραφος 2, ΕΚ.

    Με τον δεύτερο λόγο αναίρεσης το αναιρεσείον ισχυρίζεται ότι με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση λαμβάνεται ήδη εν μέρει απόφαση σχετικά με την κατ’ ουσία ορθότητα της εξέτασης που πραγματοποιήθηκε με την απόφαση της Επιτροπής της 23ης Ιουλίου 2003 σχετικά με την ύπαρξη κρατικών ενισχύσεων και το συμβατό τους με την κοινή αγορά, καθόσον με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση εξετάστηκαν και έγιναν δεκτοί ο τέταρτος και ο έβδομος λόγος ακύρωσης, μολονότι οι λόγοι αυτοί έπρεπε να απορριφθούν ως απαράδεκτοι, διότι, όπως προκύπτει μάλιστα από την ίδια την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, οι προσφεύγουσες ενώπιον του Πρωτοδικείου δεν νομιμοποιούνταν ενεργητικά.

    Με τον τρίτο λόγο αναίρεσης το αναιρεσείον ισχυρίζεται ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση αντιβαίνει στην αρχή της ασφάλειας δικαίου, καθόσον με την εν λόγω απόφαση καταλογίζεται στην Επιτροπή ότι, κατά την προκαταρκτική εξέταση που προηγήθηκε της έκδοσης της απόφασης της 23ης Ιουλίου 2003, δεν έλαβε υπόψη το τέταρτο κριτήριο που εισήγαγε η απόφαση του Δικαστηρίου 24ης Ιουλίου 2003 στην υπόθεση Altmark, και συγκεκριμένα το κριτήριο της συγκριτικής αξιολόγησης (benchmarking) με τα έξοδα μιας ορθά λειτουργούσας μεσαίου μεγέθους επιχείρησης που διαθέτει τα κατάλληλα μέσα, μολονότι αφενός η απόφαση αυτή του Δικαστηρίου εκδόθηκε μετά την εξέταση της προκείμενης πράξης (και μία ημέρα μετά τη λήψη από την Επιτροπή της απόφασης να μη διατυπώσει αντιρρήσεις κατά της σχεδιαζόμενης αύξησης κεφαλαίου της La Poste) και αφετέρου το επίμαχο κριτήριο δεν είχε χρησιμοποιηθεί ποτέ πριν από το εν λόγω χρονικό σημείο στη νομολογία του Δικαστηρίου ή του Πρωτοδικείου ή στην πρακτική που ακολουθούσε η Επιτροπή κατά τη λήψη των αποφάσεών της.


    Top