EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52011IE1160

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Εναρμόνιση των ισχυρισμών όσον αφορά την κατανάλωση καλλυντικών προϊόντων (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

ΕΕ C 318 της 29.10.2011, p. 40–42 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

29.10.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 318/40


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Εναρμόνιση των ισχυρισμών όσον αφορά την κατανάλωση καλλυντικών προϊόντων» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

2011/C 318/06

Εισηγητής: ο κ. OSTROWSKI

Στις 20 Ιανουαρίου 2011, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2 του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση με θέμα:

Εναρμόνιση των ισχυρισμών όσον αφορά την κατανάλωση καλλυντικών προϊόντων

(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας).

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 23 Ιουνίου 2011.

Κατά την 473η σύνοδο της ολομέλειας, της 13ης και 14ης Ιουλίου 2011 (συνεδρίαση της 13ης Ιουλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε, με 115 ψήφους υπέρ και 7 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ταχεία υιοθέτηση κοινών κριτηρίων όσον αφορά τους ισχυρισμούς για τα καλλυντικά προϊόντα θα είναι επωφελής για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά, για τους καταναλωτές και για τις ελεγκτικές αρχές.

1.2   Για τον λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη αρχίσει να ασχολείται με την ανάπτυξη κοινών κριτηρίων όσον αφορά τους ισχυρισμούς για τα καλλυντικά προϊόντα και ότι οι κοινές κατευθυντήριες γραμμές για τα κριτήρια βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο κατάρτισης.

1.3   Σύμφωνα με τον κανονισμό 1223/2009 για τα καλλυντικά προϊόντα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τη χρήση ισχυρισμών βάσει των κοινών εγκεκριμένων κριτηρίων. Η ΕΟΚΕ θεωρεί, ωστόσο, ότι πρέπει να συντομευθεί η προθεσμία για την υποβολή της έκθεσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο που έχει οριστεί για τον Ιούλιο του 2016.

1.4   Συνεπώς, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να επιταχύνει, κατά ένα τουλάχιστον έτος, τη διαδικασία υιοθέτησης των κοινών κριτηρίων που θα επιτρέψουν την εκπόνηση της έκθεσης.

1.5   Η ΕΟΚΕ ζητά από την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο χρησιμοποίησης νέων κατευθυντήριων γραμμών μέχρι να θεσπιστούν από τον Διεθνή Οργανισμό Τυποποίησης (ISO) κριτήρια για τους «οικολογικούς ισχυρισμούς» (π.χ. με βάση τις νέες κατευθυντήριες γραμμές που διατύπωσε ο Δανός διαμεσολαβητής για καταναλωτικά θέματα).

2.   Γενικές παρατηρήσεις

2.1   Ισχυρισμοί ως προς τα καλλυντικά προϊόντα

2.1.1

Οι ισχυρισμοί ως προς τα καλλυντικά προϊόντα συνίστανται σε δηλώσεις που γίνονται, κατά κανόνα σε διαφημίσεις, όσον αφορά τις ιδιότητες ενός προϊόντος (R. Schueller και P. Romanowski, C & T, Ιανουάριος 1998). Οι ισχυρισμοί αυτοί μπορεί να συνίστανται σε μία λέξη, μία φράση, μία παράγραφο ή απλά σε συμπεράσματα, όπως για παράδειγμα: «μειώνει την εμφάνιση των λεπτών γραμμών και των ρυτίδων μέσα σε δέκα ημέρες» ή ακόμη «αντιγήρανση». Διατυπώνονται και ισχυρισμοί όπως «100 % κάλυψητων γκρίζων μαλλιών» για βαφές ή «το 70 % των γυναικών συμφωνούν ότι η πιτυρίδα εξαφανίστηκε μετά από μία μόλις χρήση», που υποτίθεται ότι προέρχονται από καταναλωτές σχετικά με ένα «αντιπιτυριδικό» σαμπουάν.

2.1.2

Οι ισχυρισμοί για τα προϊόντα και οι διαφημίσεις, συμπεριλαμβανομένων και άλλων μορφών εμπορίας προϊόντων (που αναφέρονται συνολικά ως «ισχυρισμοί για τα προϊόντα»), αποτελούν απαραίτητα εργαλεία ενημέρωσης των καταναλωτών για τα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες των προϊόντων και τους βοηθούν να επιλέξουν τα προϊόντα που αρμόζουν καλύτερα στις ανάγκες και τις προσδοκίες τους. Λόγω της μεγάλης σημασίας των καλλυντικών προϊόντων, είναι ουσιαστικό να παρέχεται σαφής, χρήσιμη, κατανοητή, συγκρίσιμη και αξιόπιστη πληροφόρηση, έτσι ώστε οι καταναλωτές να μπορούν να προβαίνουν σε τεκμηριωμένες επιλογές.

2.1.3

Οι ισχυρισμοί για τα προϊόντα είναι επίσης σημαντικό εργαλείο για τις εταιρίες καλλυντικών προκειμένου να διαφοροποιούν τα προϊόντα τους από εκείνα των ανταγωνιστών τους. Οι ισχυρισμοί αυτοί μπορούν να συμβάλλουν στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς με την προώθηση της καινοτομίας και την τόνωση του ανταγωνισμού μεταξύ των εταιριών.

2.1.4

Προκειμένου οι ισχυρισμοί για τα προϊόντα να ανταποκρίνονται επαρκώς στους στόχους αυτούς, δηλαδή στην εξυπηρέτηση του καταναλωτή, αλλά και στα προαναφερθέντα συμφέροντα των εταιριών καλλυντικών, είναι σημαντικό να υφίσταται ένα αποτελεσματικό πλαίσιο που να εξασφαλίζει ότι οι ισχυρισμοί για τα προϊόντα είναι θεμιτοί και δεν παραπλανούν τους καταναλωτές, λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο στο οποίο παρουσιάζονται οι ισχυρισμοί αυτοί και τα σχετικά εργαλεία μάρκετινγκ (ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για έντυπο υλικό, διαφήμιση στην τηλεόραση ή για τη χρήση ενός από τα νέα μέσα όπως το Διαδίκτυο και τα «έξυπνα τηλέφωνα»).

2.2   Νομοθεσία για τους ισχυρισμούς ως προς τα καλλυντικά στην ΕΕ

2.2.1

Ο κανονισμός περί καλλυντικών προϊόντων (κανονισμός 1223/2009/ΕΚ) θα αντικαταστήσει εξ ολοκλήρου τον Ιούλιο 2013 την οδηγία 76/768/ΕΟΚ περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καλλυντικά προϊόντα. Ο νέος κανονισμός έχει ως κύριο στόχο την εγγύηση υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών και τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Ο κανονισμός 1223/2009/ΕΚ ορίζει ότι «ο καταναλωτής θα πρέπει να προστατεύεται από παραπλανητικούς ισχυρισμούς όσον αφορά την αποτελεσματικότητα και άλλα χαρακτηριστικά των καλλυντικών προϊόντων».

2.2.2

Ο εν λόγω κανονισμός αφορά μόνον τα καλλυντικά προϊόντα και όχι τα φάρμακα, τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα ή τα βιοκτόνα προϊόντα. Για τους σκοπούς του εν λόγω κανονισμού ως «καλλυντικό προϊόν» νοείται κάθε ουσία ή μείγμα που προορίζεται να έλθει σε επαφή με εξωτερικά μέρη του ανθρώπινου σώματος ή με τα δόντια και τους βλεννογόνους της στοματικής κοιλότητας, με αποκλειστικό ή κύριο σκοπό τον καθαρισμό τους, τον αρωματισμό τους, τη μεταβολή της εμφάνισής τους, την προστασία τους, τη διατήρησή τους σε καλή κατάσταση ή τη διόρθωση των σωματικών οσμών. Κάθε ουσία ή μείγμα που προορίζεται να ληφθεί από το στόμα, με εισπνοή, με ένεση ή με εμφύτευση στο ανθρώπινο σώμα δεν θεωρείται καλλυντικό προϊόν.

Στα καλλυντικά προϊόντα περιλαμβάνονται τα προϊόντα περιποίησης των μαλλιών (σαμπουάν και γαλακτώματα), του δέρματος (γαλακτώματα σώματος, κρέμες προσώπου, προϊόντα για τα νύχια), προϊόντα προσωπικής υγιεινής (σαπούνια καθαρισμού σώματος, οδοντόκρεμες, αποσμητικά, αντιιδρωτικά κτλ), βαφές (μαλλιών και μακιγιάζ), αρωματικές ουσίες (διάφοροι τύποι αρωμάτων) κ.ο.κ.

2.2.3

Το άρθρο 20 του κανονισμού 1223/2009/ΕΚ ορίζει ότι «στην επισήμανση, τη διάθεση στην αγορά και τη διαφήμιση των καλλυντικών προϊόντων, το κείμενο, οι ονομασίες, τα σήματα, οι εικόνες ή τα άλλα σύμβολα, παραστατικά ή μη, δεν χρησιμοποιούνται για να αποδώσουν στα προϊόντα αυτά ιδιότητες που δεν έχουν».

2.2.4

Ως προς τους παραπλανητικούς ισχυρισμούς, πρέπει να ληφθούν υπόψη και τα σχετικά άρθρα της οδηγίας 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά.

2.2.5

Το άρθρο 6 της οδηγίας 2005/29/ΕΚ (παραπλανητικές πράξεις) ορίζει «Μια εμπορική πρακτική θεωρείται παραπλανητική όταν περιλαμβάνει εσφαλμένες πληροφορίες και είναι επομένως αναληθής ή, όταν, με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της συνολικής παρουσίασής της, εξαπατά ή ενδέχεται να εξαπατήσει τον μέσο καταναλωτή, ακόμα και εάν οι πληροφορίες είναι, αντικειμενικά, ορθές όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τα κύρια χαρακτηριστικά του προϊόντος, όπως η καταλληλότητα, η χρήση ή τα αναμενόμενα από τη χρήση του προϊόντος αποτελέσματα, ή τα αποτελέσματα και τα ουσιώδη χαρακτηριστικά των δοκιμών ή ελέγχων του προϊόντος».

2.2.6

Το άρθρο 7 της οδηγίας 2005/29/ΕΚ (παραπλανητικές παραλήψεις) επαναλαμβάνει «Μια εμπορική πρακτική θεωρείται παραπλανητική όταν, στο πραγματικό της πλαίσιο, λαμβανομένων υπόψη όλων των χαρακτηριστικών της και των περιστάσεων, καθώς και των περιορισμών του συγκεκριμένου μέσου επικοινωνίας, παραλείπει ουσιώδεις πληροφορίες που χρειάζεται ο μέσος καταναλωτής, ανάλογα με το συγκεκριμένο πλαίσιο, για να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση συναλλαγής». Τα κύρια χαρακτηριστικά του προϊόντος που περιλαμβάνονται στον ισχυρισμό σχετικά με το προϊόν θεωρούνται ως ουσιώδεις πληροφορίες (στον απαιτούμενο βαθμό, ανάλογα με το μέσο και το προϊόν).

2.2.7

Επίσης, οι διαφημιστές οφείλουν να τηρούν τους κανόνες που θεσπίζει η οδηγία 2006/114/ΕΚ για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση.

2.3   Τρέχουσα πρακτική στην εσωτερική αγορά

2.3.1

Οι τρέχουσες νομικές υποθέσεις και οι υποθέσεις ενώπιον ρυθμιστικών αρχών σε ευρωπαϊκό επίπεδο καταδεικνύουν ότι οι διάφορες αρχές στα κράτη μέλη ενδέχεται να ερμηνεύουν με διαφορετικό τρόπο τις ίδιες –προαναφερόμενες– διατάξεις. Ως εκ τούτου, δεν υφίσταται ενιαία ερμηνεία των κανόνων σχετικά με τους ισχυρισμούς για τα καλλυντικά, και τούτο πλήττει σοβαρά όσες εταιρείες καλλυντικών δραστηριοποιούνται στην κοινή αγορά, διότι δεν έχουν τη βεβαιότητα ότι μια συγκεκριμένη διαφήμισή τους, νόμιμη π.χ. στη Γαλλία, δεν θα αμφισβητηθεί από τις αρμόδιες εθνικές αρχές π.χ. στην Ουγγαρία ή στο Ηνωμένο Βασίλειο. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι εταιρείες καλλυντικών κλήθηκαν να πληρώσουν βαριά πρόστιμα. Το 2007, η Υπηρεσία Οικονομικού Ανταγωνισμού (HCA) της Ουγγαρίας υποστήριξε για παράδειγμα, ότι, εφόσον οι κλινικές δοκιμές διεξήχθησαν στις ΗΠΑ και στη Γαλλία, δεν είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται στην Ουγγαρία ισχυρισμοί σχετικά με την αποτελεσματικότητα των καλλυντικών προϊόντων που βασίζονται σε κλινικές δοκιμές του εκπεφρασμένες σε ποσοστά. Πιστεύουν ότι υπάρχουν διαφορές όσον αφορά τους τύπους δέρματος ανάλογα με τις χώρες και τις γεωγραφικές περιοχές. Κατά συνέπεια, τα αποτελέσματα των δοκιμών αυτών –που πραγματοποιούνται σε διαφορετικές κλιματικές συνθήκες, σε διαφορετικές συνθήκες υγρασίας και σε γυναίκες με διαφορετικές διατροφικές συνήθειες– δεν παρέχουν τις κατάλληλες πληροφορίες στους Ούγγρους καταναλωτές όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των καλλυντικών προϊόντων. Κανένα άλλο κράτος μέλος της ΕΕ δεν έχει καταλήξει μέχρι στιγμής στο ίδιο συμπέρασμα. Επιπλέον, υπάρχουν διαφορετικές εθνικές απαιτήσεις για τα «φυσικά», «οικολογικά» ή τα «βιολογικά» προϊόντα. Οι διαφορετικές νομικές ερμηνείες αποβαίνουν εις βάρος των καταναλωτών διότι η προστασία τους ενδέχεται να διαφέρει από το ένα κράτος μέλος στο άλλο.

2.3.2

Οι διαφορετικές ερμηνείες λόγω έλλειψης κοινών κριτηρίων και πρακτικής καθοδήγησης για τους ισχυρισμούς σχετικά με τα προϊόντα αναγκάζουν όσες εταιρείες καλλυντικών λειτουργούν στην εσωτερική αγορά να αναθεωρούν και να ελέγχουν από μόνες τους κάθε ισχυρισμό και κάθε διαφήμιση σε όλα τα κράτη μέλη ανεξαιρέτως, ώστε να βεβαιωθούν ότι δεν παραβαίνουν την εκάστοτε εθνική νομοθεσία. Με τον τρόπο αυτό, οι εταιρείες επιβαρύνονται με σημαντικά επιπλέον έξοδα τα οποία πιθανόν να μειωθούν με την παροχή κοινής καθοδήγησης ως προς τους ισχυρισμούς για τα καλλυντικά στην ΕΕ. Η συνεπόμενη εξοικονόμηση πόρων θα μπορούσε να διατεθεί για την καινοτομία, την έρευνα ή ακόμη και για τη μείωση των τιμών των προϊόντων. Είναι αξιοσημείωτο ότι η ευρωπαϊκή αγορά καλλυντικών αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τρίτο της παγκόσμιας αγοράς καλλυντικών, με περισσότερες από 4 000 εταιρίες που κατασκευάζουν προϊόντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και απασχολούν, άμεσα ή έμμεσα, 1,7 εκατομμύρια εργαζόμενους.

Οι εταιρίες καλλυντικών που δραστηριοποιούνται στην εσωτερική αγορά οφείλουν να αναθεωρούν και να ελέγχουν κάθε ισχυρισμό και διαφήμιση σε κάθε κράτος μέλος· τούτο σημαίνει επίσης ότι, για αυτόν τον κλάδο, δεν υφίσταται εσωτερική αγορά.

2.3.3

Οι διαφορετικές ερμηνείες λόγω έλλειψης κοινής καθοδήγησης ως προς τους ισχυρισμούς για τα καλλυντικά στην ΕΕ δεν είναι επωφελείς ούτε για τους καταναλωτές, αφού δεν μπορούν να είναι βέβαιοι ποιο είναι το ακριβές περιεχόμενο του συγκεκριμένου ισχυρισμού όταν αγοράζουν το ίδιο προϊόν σε διαφορετικά κράτη μέλη με αποτέλεσμα να ενδέχεται να επέλθει σύγχυση των καταναλωτών. Δεν υπάρχουν κοινά κριτήρια για τα «φυσικά», «οικολογικά» ή τα «βιολογικά» προϊόντα και οι καταναλωτές έχουν αμφιβολίες για την πραγματική ποιότητά τους. Στο σημερινό διαδικτυακό περιβάλλον, οι καταναλωτές μπορούν επίσης να πραγματοποιούν διασυνοριακές αγορές και να προμηθεύονται προϊόντα από άλλες χώρες εύκολα μέσω Διαδικτύου. Εάν σε μία χώρα, ένα προϊόν κατά της κυτταρίτιδας περιλαμβάνει τον ισχυρισμό ότι «η κυτταρίτιδα θα περιοριστεί σε 10 μόλις ημέρες», χωρίς καμία περαιτέρω εξήγηση, ενώ σε άλλες χώρες το επεξηγηματικό φυλλάδιο περιλαμβάνει τη μνεία «σε συνδυασμό με τακτική άσκηση και δίαιτα», ενδέχεται να προκληθεί σύγχυση στους καταναλωτές για την πραγματική αποτελεσματικότητα του συγκεκριμένου προϊόντος. Επιπλέον, χρειάζονται κοινά κριτήρια για ισχυρισμούς καθώς οι καταναλωτές πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συγκρίνουν διάφορα προϊόντα της ίδιας κατηγορίας (π.χ. δύο τύπους κρέμας προσώπου). Για τον σκοπό αυτό, όλοι οι ισχυρισμοί πρέπει να μπορούν να ελέγχονται εύκολα από τους καταναλωτές με βάση κοινά κριτήρια. Μόνον οι ισχυρισμοί που είναι σαφείς και συγκεκριμένοι και βασίζονται σε γενικά αποδεκτές μεθόδους επιτρέπουν στους καταναλωτές να συγκρίνουν προϊόντα και να προβαίνουν σε τεκμηριωμένες επιλογές για την καλύτερη κάλυψη των αναγκών τους.

2.4   Η ανάγκη κοινής πρακτικής καθοδήγησης στην ΕΕ

2.4.1

Σύμφωνα με το άρθρο 20 του κανονισμού 1223/2009, κατόπιν διαβουλεύσεων με την Επιστημονική Επιτροπή για την Ασφάλεια των Καταναλωτών (ΕΕΑΚ) ή άλλους σχετικούς φορείς, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεσπίζει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, πρόγραμμα δράσης και εγκρίνει κατάλογο κοινών κριτηρίων για ισχυρισμούς που ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν σχετικά με καλλυντικά προϊόντα, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις της οδηγίας 2005/29/ΕΚ.

2.4.2

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή άρχισε πέρυσι να επεξεργάζεται κοινά κριτήρια για τους ισχυρισμούς που αφορούν τα καλλυντικά προϊόντα και συνεχίζει τη συνεργασία της με τα ενδιαφερόμενα μέρη (εθνικές αρχές, οργανώσεις καταναλωτών, βιομηχανία καλλυντικών, προμηθευτές, μικρομεσαίες επιχειρήσεις κτλ.). Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρόοδο που σημειώνεται, δεδομένου ότι οι κατευθυντήριες γραμμές βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο εκπόνησης.

2.4.3

Έως τις 11 Ιουλίου 2016, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τη χρήση ισχυρισμών βάσει των κοινών κριτηρίων που εγκρίθηκαν. Εάν η έκθεση καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ισχυρισμοί που χρησιμοποιήθηκαν σχετικά με καλλυντικά προϊόντα δεν συμμορφώνονται με τα κοινά κριτήρια, η Επιτροπή θα λάβει κατάλληλα, αυστηρότερα μέτρα για να διασφαλίσει τη συμμόρφωση σε συνεργασία με τα κράτη μέλη. Σε μια τέτοια περίπτωση, η Επιτροπή ενδεχομένως να χρειαστεί να επανεξετάσει την εμβέλεια της καθοδήγησης και, αντί για μια γενική καθοδήγηση, να επιλέξει μια πιο λεπτομερή προσέγγιση (π.χ. νομοθετική δράση, όπως έγινε στην περίπτωση των ισχυρισμών στα τρόφιμα).

2.4.4

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει σθεναρά την ιδέα της καθιέρωσης κοινών κριτηρίων, τα οποία θα παρέχουν ένα εναρμονισμένο πλαίσιο για την αιτιολογημένη χρήση ισχυρισμών ως προς όλα τα καλλυντικά προϊόντα σε επίπεδο ΕΕ. Τα κριτήρια θα ισχύουν για όλους τους ισχυρισμούς όσον αφορά τα καλλυντικά, είτε πρωτογενείς είτε δευτερογενείς, σε όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και θα επιτρέπουν την προσαρμογή στις ιδιαιτερότητες του προϊόντος, τη συσκευασία του, τους ισχυρισμούς και το περιεχόμενό τους, χωρίς να περιορίζουν την καινοτομία και εξασφαλίζοντας την τήρηση των ίδιων κανόνων.

2.4.5

Η ΕΟΚΕ κρίνει, ωστόσο, ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να επισπεύσει τη σχετική διαδικασία. Εάν οι εργασίες για την εκπόνηση κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά κοινά κριτήρια βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά προτίμηση στις αρχές του 2012, έτσι ώστε να υποβληθεί η έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν το 2016.

2.4.6

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεξεργάζεται κατευθυντήριες γραμμές για κοινά κριτήρια, χωρίς ρητή αναφορά στους «περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς». Το ζήτημα εξετάζεται σε επίπεδο Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης (ISO). Ωστόσο, είναι δύσκολο να διαπιστώσει κανείς εάν τα πρότυπα που θα συμφωνηθούν θα είναι κατάλληλα για χρήση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και πότε θα είναι διαθέσιμα. Η ΕΟΚΕ ζητά από την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο χρησιμοποίησης νέων κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τους δεοντολογικούς και περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς κατά τη διάθεση στην αγορά (π.χ. με βάση τις νέες κατευθυντήριες γραμμές που διατύπωσε ο Δανός διαμεσολαβητής για καταναλωτικά θέματα).

2.4.7

Η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι οι διάφοροι ισχυρισμοί πρέπει να υποστηρίζονται από επιστημονικά στοιχεία. Οι μέθοδοι τεκμηρίωσης των ισχυρισμών πρέπει να βασίζονται σε ορθές επιστημονικές πρακτικές. Για την τεκμηρίωση των ισχυρισμών πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά.

Βρυξέλλες, 13 Ιουλίου 2011.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


Top