Odaberite eksperimentalnu funkciju koju želite isprobati

Ovaj je dokument isječak s web-mjesta EUR-Lex

Dokument 32001L0046

    Οδηγία 2001/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2001, για την τροποποίηση της οδηγίας 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των αρχών οργάνωσης των επίσημων ελέγχων στον τομέα της διατροφής και των ζώων καθώς και των οδηγιών 70/524/ΕΟΚ, 96/25/ΕΚ και 1999/29/ΕΚ σχετικά με τη διατροφή των ζώων

    ΕΕ L 234 της 1.9.2001., str. 55–59 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO)

    Pravni status dokumenta Više nije na snazi, Datum isteka: 31/08/2010

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2001/46/oj

    32001L0046

    Οδηγία 2001/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2001, για την τροποποίηση της οδηγίας 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των αρχών οργάνωσης των επίσημων ελέγχων στον τομέα της διατροφής και των ζώων καθώς και των οδηγιών 70/524/ΕΟΚ, 96/25/ΕΚ και 1999/29/ΕΚ σχετικά με τη διατροφή των ζώων

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 234 της 01/09/2001 σ. 0055 - 0059


    Οδηγία 2001/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

    της 23ης Ιουλίου 2001

    για την τροποποίηση της οδηγίας 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου για τον καθορισμό των αρχών οργάνωσης των επίσημων ελέγχων στον τομέα της διατροφής και των ζώων καθώς και των οδηγιών 70/524/ΕΟΚ, 96/25/ΕΚ και 1999/29/ΕΚ σχετικά με τη διατροφή των ζώων

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 152 παράγραφος 4 στοιχείο β),

    την πρόταση της Επιτροπής(1),

    τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

    μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή των Περιφερειών,

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης(3),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1) Η ασφάλεια των προϊόντων που προορίζονται για τη διατροφή των ζώων αποτελεί μείζον μέλημα και είναι απαραίτητο να ληφθεί μέριμνα ώστε τα προϊόντα που τίθενται σε κυκλοφορία στην Κοινότητα για τη διατροφή των ζώων να παρουσιάζουν την απαιτούμενη ασφάλεια. Η οδηγία 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 1995, για τον καθορισμό των αρχών οργάνωσης των επισήμων ελέγχων στον τομέα της διατροφής των ζώων(4), συμβάλλει στην υλοποίηση του εν λόγω στόχου.

    (2) Η οδηγία 74/63/ΕΟΚ του Συμβουλίου καταργήθηκε με το άρθρο 16 της οδηγίας 1999/29/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Απριλίου 1999, σχετικά με τις ανεπιθύμητες ουσίες και προϊόντα στη διατροφή των ζώων(5). Κατά συνέπεια, οι παραπομπές στην οδηγία 74/63/ΕΟΚ πρέπει να τροποποιηθούν σύμφωνα με τον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα IV της οδηγίας 1999/29/ΕΚ.

    (3) Όσον αφορά την έννοια της κυκλοφορίας των προϊόντων που προορίζονται για την διατροφή των ζώων, πρέπει να εναρμονιστούν οι ορισμοί μεταξύ των οδηγιών 70/524/ΕΚ(6), 95/53/ΕΚ και 96/25/ΕΚ(7) που αφορούν τον τομέα της διατροφής των ζώων.

    (4) Πρόσφατα παρουσιάσθηκε δύο φορές σοβαρή μόλυνση από διοξίνη σε προϊόντα προοριζόμενα για την διατροφή των ζώων. Λαμβάνοντας υπόψη την κτηθείσα πείρα λόγω των μολύνσεων αυτών, θα πρέπει να βελτιωθούν οι διαδικασίες που εφαρμόζονται σε περίπτωση κατά την οποία ένα προϊόν το οποίο προορίζεται για τη διατροφή των ζώων παρουσιάζει σοβαρό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον, ή όταν διαπιστώνονται ορισμένες παραβάσεις της οδηγίας 1999/29/ΕΚ. Με αυτό τον τρόπο, θα γίνεται καλύτερη διαχείριση των κινδύνων που δεν επιτρέπουν την εξασφάλιση του επιπέδου προστασίας της ανθρώπινης υγείας, της υγείας των ζώων και του περιβάλλοντος που προβλέπεται από την κοινοτική νομοθεσία σχετικά με τη διατροφή των ζώων, χωρίς ωστόσο να ευτελίζονται αυτές οι ειδικές διαδικασίες με τη συστηματική εφαρμογή τους σε ανώδυνα προβλήματα.

    (5) Έλεγχος της Επιτροπής ο οποίος διενεργήθηκε μετά από τη μόλυνση από διοξίνη της αλυσίδας παραγωγής ζωοτροφών και τροφίμων, κατέδειξε ότι τα κράτη μέλη αντιμετώπισαν δυσκολίες για τη διαχείριση μιας τόσο ασυνήθιστης κρίσης. Βάσει της κτηθείσας πείρας, και προκειμένου η διαχείριση σοβαρών κινδύνων που έχουν σχέση με ένα προϊόν το οποίο προορίζεται για τη διατροφή των ζώων να διεξάγεται με ισοδύναμες εγγυήσεις αποτελεσματικότητας στο σύνολο της Κοινότητας, είναι απαραίτητο να θεσπισθούν διατάξεις που θα απαιτούν από τα κράτη μέλη να διαθέτουν επιχειρησιακά σχέδια παρέμβασης για την αντιμετώπιση καταστάσεων επείγουσας ανάγκης στον τομέα της διατροφής των ζώων.

    (6) Εάν σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη εμφανιστεί κάποιος σοβαρός κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον, από προϊόντα τα οποία προορίζονται για τη διατροφή των ζώων, και όταν ο κίνδυνος αυτός δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί ικανοποιητικά από το οικείο ή τα οικεία κράτη μέλη, είναι απολύτως απαραίτητο να έχει η Επιτροπή τη δυνατότητα να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα προφύλαξης, και ιδίως να είναι εξουσιοδοτημένη να αναστέλλει τις συναλλαγές και τις εξαγωγές προϊόντων που προορίζονται για τη διατροφή ζώων, τα οποία προϊόντα προέρχονται από όλο ή τμήμα του εδάφους του συγκεκριμένου ή των συγκεκριμένων κρατών μελών ή να θεσπίζει ειδικούς όρους για τα σχετικά προϊόντα ή ουσίες.

    (7) Η οδηγία 1999/29/ΕΚ καθορίζει τις ανώτατες αποδεκτές περιεκτικότητες ορισμένων ανεπιθύμητων ουσιών και προϊόντων στις πρώτες ύλες ζωοτροφών και στις ζωοτροφές.

    (8) Θεσπίστηκε ήδη ένα σύστημα, το οποίο επιτρέπει στα κράτη μέλη να ενημερώνονται από τους φορείς, σε όλα τα στάδια της αλυσίδας παραγωγής ζωοτροφών, σχετικά με ορισμένες περιπτώσεις μη τήρησης της νομοθεσίας περί ανεπιθύμητων προϊόντων και ουσιών. Είναι σκόπιμο, δεδομένης της κτηθείσας πείρας και των παρεμφερών διατάξεων που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία που αφορά τη γενική ασφάλεια των προϊόντων, να βελτιωθεί και να επεκταθεί το σύστημα αυτό προκειμένου να μπορεί να εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένας φορέας διαπιστώνει ότι ένα προϊόν που προορίζεται για τη διατροφή των ζώων παρουσιάζει σοβαρό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον.

    (9) Επί του παρόντος, η υποχρέωση ενημέρωσης των άλλων κρατών μελών και της Επιτροπής επιβάλλεται αν μια παρτίδα πρώτων υλών για ζωοτροφές ή ζωοτροφές που δεν τηρούν τις μέγιστες περιεκτικότητες ανεπιθύμητων ουσιών ή προϊόντων ενδέχεται να αποσταλεί σε άλλα κράτη μέλη.

    (10) Αυτό το σύστημα ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών είναι σκόπιμο να ενσωματωθεί στην οδηγία 95/53/ΕΚ, και να προβλεφθούν τυποποιημένες διαδικασίες για τη λειτουργία του, προκειμένου στο μέλλον να μπορεί να εφαρμόζεται σε όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα προϊόν απειλεί την υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή το περιβάλλον, και προκειμένου να βελτιωθεί το όλο σύστημα ελέγχου. Για λόγους απλούστευσης και αποτελεσματικότητας, το σύστημα αυτό θα πρέπει επίσης να εφαρμόζεται όταν ένα κράτος μέλος, κατόπιν ελέγχου κατά την εισαγωγή, επιστρέφει ένα προϊόν που προέρχεται από τρίτη χώρα. Αυτές οι τυποποιημένες διαδικασίες θα μπορούσαν να βασισθούν, με ορισμένες τροποποιήσεις, στις διαδικασίες που θεσπίστηκαν για την ανταλλαγή πληροφοριών σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, δυνάμει της οδηγίας 92/59/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1992, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων(8).

    (11) Δεν είναι δυνατόν να απαριθμηθούν όλες οι δυνητικά επικίνδυνες μολύνσεις βιολογικής ή χημικής προέλευσης, οι οποίες ενδέχεται να προκύψουν τυχαία ή μετά από παράνομες ενέργειες και οι οποίες μπορούν να μολύνουν ένα προϊόν το οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τη διατροφή των ζώων.

    (12) Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η πιθανότητα κινδύνων που απορρέουν από εσφαλμένη επισήμανση ή από τους χειρισμούς, τη μεταφορά, την αποθήκευση ή τη μεταποίηση.

    (13) Προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα του συστήματος ελέγχου και των αντίστοιχων μέτρων, θα πρέπει τα κράτη μέλη να υποχρεούνται, σε περίπτωση υπόνοιας μόλυνσης η οποία παρουσιάζει σοβαρό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον, να εξακριβώνουν τη φύση και την έκταση της μόλυνσης και να μεριμνούν ώστε να εντοπισθεί η προέλευσή της, ώστε να ανιχνευθεί κάθε άλλη πιθανή μόλυνση.

    (14) Η οδηγία 95/53/ΕΚ προβλέπει ότι τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα των ελέγχων που διενεργούνται κάθε χρόνο και για πρώτη φορά πριν από την 1η Απριλίου 2000. Προβλέπεται επίσης ότι οι εκθέσεις αυτές θα χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή για την εκπόνηση και την υποβολή συνολικής συγκεφαλαιωτικής έκθεσης σχετικά με τους ελέγχους οι οποίοι διενεργούνται στο επίπεδο της Κοινότητας καθώς και πρότασης σχετικά με πρόγραμμα συντονισμένου ελέγχου για το επόμενο έτος. Οι πληροφορίες σχετικά με τη μόλυνση η οποία έχει επιπτώσεις στην ασφάλεια ενός προϊόντος το οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί στη διατροφή των ζώων θα λαμβάνονται υπόψη από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή κατά τον καθορισμό των προτεραιοτήτων όσον αφορά τα προγράμματα συντονισμένων ετήσιων ελέγχων. Όλες οι συλλεγείσες πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον, οι οποίες σχετίζονται με την κυκλοφορία και τη χρησιμοποίηση των προϊόντων που προορίζονται για τη διατροφή των ζώων θα μπορούν να αναλυθούν καλύτερα αν παρέχονται κατά τρόπο εναρμονισμένο και τυποποιημένο.

    (15) Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, θα πρέπει να τροποποιηθούν ανάλογα οι οδηγίες του Συμβουλίου 70/524/ΕΟΚ, 95/53/ΕΚ, 96/25/ΕΚ και 1999/29/ΕΚ,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1

    Η οδηγία 95/53/ΕΚ του Συμβουλίου τροποποιείται ως εξής:

    1. Στο άρθρο 2, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

    α) στο στοιχείο α), η δεύτερη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "- στην οδηγία 1999/29/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Απριλίου 1999, για τις ανεπιθύμητες ουσίες και προϊόντα στις ζωοτροφές(9)·"·

    β) το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "ε) 'προϊόν που προορίζεται για τη διατροφή των ζώων' ή 'προϊόν': η ζωοτροφή ή κάθε ουσία η οποία χρησιμοποιείται για τη διατροφή των ζώων·"·

    γ) το στοιχείο η) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "η) 'θέση σε κυκλοφορία' ή 'κυκλοφορία': η κατοχή οιουδήποτε προϊόντος προοριζόμενου για τη διατροφή των ζώων, με σκοπό την πώλησή του, συμπεριλαμβανομένης της πρότασης πώλησης, ή κάθε άλλης μορφής μεταβίβασής του σε τρίτους, είτε δωρεάν είτε όχι, καθώς και η πώληση και άλλες μορφές μεταβίβασης αυτές καθ' εαυτές".

    2. Μετά το άρθρο 4 προστίθεται το ακόλουθο άρθρο: "Άρθρο 4α

    1. Κάθε κράτος μέλος εκπονεί επιχειρησιακό σχέδιο παρέμβασης το οποίο περιγράφει τις δράσεις που πρέπει να αναληφθούν χωρίς χρονοτριβή σε περίπτωση ανίχνευσης προϊόντος το οποίο προορίζεται για τη διατροφή των ζώων και το οποίο παρουσιάζει σοβαρό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον, και το οποίο σχέδιο διευκρινίζει τις αρμοδιότητες και τις ευθύνες, καθώς και τα κυκλώματα διαβίβασης των πληροφοριών. Τα κράτη μέλη αναθεωρούν τα σχέδια αυτά, αν χρειασθεί, ιδίως σε συνάρτηση με την εξέλιξη της οργάνωσης των υπηρεσιών ελέγχου και την κτηθείσα πείρα, περιλαμβανομένης της πείρας που αποκτάται με τη διενέργεια ενδεχομένων ασκήσεων προσομοίωσης.

    2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα επιχειρησιακά σχέδια παρέμβασης τα οποία έχουν εκπονήσει, καθώς και τις τροποποιήσεις τις οποίες έχουν επιφέρει σε αυτά.

    3. Η Επιτροπή εξετάζει τα σχέδια και προτείνει στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη κάθε χρήσιμη τροποποίηση προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι τα επιχειρησιακά σχέδια παρέμβασης των διαφόρων κρατών μελών παρουσιάζουν ισοδύναμες εγγυήσεις αποτελεσματικότητας. Αν είναι απαραίτητο για την επίτευξη του στόχου αυτού, η Επιτροπή μπορεί να ορίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 23, κατευθυντήριες γραμμές για την εναρμόνιση των επιχειρησιακών σχεδίων παρέμβασης".

    3. Στο άρθρο 12, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "1. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προορισμού μπορεί να επαληθεύει, στους τόπους προορισμού, την πιστότητα των προϊόντων προς τις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 1 στοιχείο α) με την εφαρμογή δειγματοληπτικών ελέγχων που δεν επιβάλλουν διακρίσεις. Ειδικότερα, και μόνον εφόσον είναι απαραίτητο για την πραγματοποίηση των δειγματοληπτικών αυτών ελέγχων, τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν από τους φορείς να επισημαίνουν την άφιξη των προϊόντων σε αυτή την αρμόδια αρχή. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή εφόσον χρησιμοποιούν τη δυνατότητα αυτή".

    4. Στο άρθρο 13 παράγραφος 1, η δεύτερη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "- ενδεχόμενη αποτοξικοποίηση".

    5. Στο άρθρο 14, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "Στις περιπτώσεις καταστροφής των προϊόντων, χρησιμοποίησής τους για άλλους σκοπούς, επαναποστολής τους στη χώρα καταγωγής ή αποτοξικοποίησής τους κατά την έννοια του άρθρου 13 παράγραφος 1, το κράτος μέλος προορισμού επικοινωνεί, χωρίς καθυστέρηση, με το κράτος μέλος αποστολής. Το κράτος μέλος αποστολής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα και ανακοινώνει στο κράτος μέλος προορισμού τη φύση των διενεργηθέντων ελέγχων, τα αποτελέσματά τους, τις ληφθείσες αποφάσεις και τους λόγους που υπαγόρευσαν τη λήψη τους".

    6. Μετά το άρθρο 15, προστίθεται το ακόλουθο τμήμα: "Τμήμα 3α

    Ρήτρα διασφάλισης

    Άρθρο 15α

    1. Αν ένα πρόβλημα, το οποίο οφείλεται σε προϊόν το οποίο προορίζεται για τη διατροφή των ζώων, και ενδέχεται να αποτελέσει σοβαρό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον εμφανισθεί σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη και δεν μπορεί να τεθεί υπό ικανοποιητικό έλεγχο με τη λήψη μέτρων από το ή τα οικεία κράτη μέλη, η Επιτροπή, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, λαμβάνει αμελλητί, ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης, τα ακόλουθα μέτρα, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 23α:

    - αναστέλλει τη θέση σε κυκλοφορία εντός της Κοινότητας, τη χρησιμοποίηση στη διατροφή των ζώων ή τις εξαγωγές προς τρίτες χώρες προϊόντων που προέρχονται από ολόκληρο ή τμήμα του οικείου ή των οικείων κρατών μελών, ή από μια ή περισσότερες επιχειρήσεις που ευρίσκονται στο έδαφος της Κοινότητας, ή

    - καθορίζει ειδικούς όρους για τη θέση σε κυκλοφορία εντός της Κοινότητας, τη χρησιμοποίηση στη διατροφή των ζώων ή τις εξαγωγές προς τρίτες χώρες των προϊόντων που προέρχονται από ολόκληρο ή τμήμα του οικείου ή των οικείων κρατών μελών, ή από μια ή περισσότερες επιχειρήσεις που ευρίσκονται στο έδαφος της Κοινότητας.

    2. Ωστόσο, σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί προσωρινά να θεσπίσει τα μέτρα που αναφέρει η παράγραφος 1, αφού προηγουμένως συμβουλευθεί το οικείο ή τα οικεία κράτη μέλη και ενημερώσει τα λοιπά κράτη μέλη. Εντός προθεσμίας δέκα εργάσιμων ημερών, υποβάλλει το θέμα, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 23α, στη μόνιμη επιτροπή ζωοτροφών, που συνεστήθη με το άρθρο 1 της απόφασης 70/372/ΕΟΚ(10), προκειμένου να παρατείνει την ισχύ των εν λόγω μέτρων, να τα τροποποιήσει ή να τα καταργήσει.

    Στην περίπτωση που ένα κράτος μέλος ενημερώσει επισήμως την Επιτροπή ότι απαιτείται να ληφθούν μέτρα προστασίας και αυτή δεν λάβει μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο 1, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να λάβει προσωρινά μέτρα προστασίας που αφορούν τη χρησιμοποίηση ή τη θέση σε κυκλοφορία. Όταν ένα κράτος μέλος λαμβάνει αυτά τα μέτρα, ενημερώνει αμέσως σχετικά τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή. Μέσα σε προθεσμία δέκα εργάσιμων ημερών, η Επιτροπή υποβάλλει το θέμα στη μόνιμη επιτροπή ζωοτροφών, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 23α, με σκοπό την παράταση της ισχύος, την τροποποίηση ή την κατάργηση των προσωρινών μέτρων προστασίας που έλαβε αυτό το κράτος μέλος.

    Άρθρο 15β

    Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει των άρθρων 9α και 15α."

    7. Μετά το άρθρο 16 προστίθεται το ακόλουθο κεφάλαιο: "ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙα

    ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΠΟΥ ΑΠΟΡΡΕΟΥΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΖΩΟΤΡΟΦΕΣ

    Άρθρο 16α

    Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι υπεύθυνοι των εγκαταστάσεων ενημερώνουν αμέσως τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών αν διαθέτουν πληροφορίες που τους επιτρέπουν να συναγάγουν ότι μια παρτίδα προϊόντων που προορίζονται για τη διατροφή των ζώων την οποία έχουν εισαγάγει στο έδαφος της Κοινότητας από τρίτη χώρα ή την οποία έχουν θέσει σε κυκλοφορία, και η οποία βρίσκεται στην κατοχή τους ή τους ανήκει:

    - υπερβαίνει τα όρια μέγιστης περιεκτικότητας που ορίζει το μέρος Α του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 1999/29/ΕΚ, πέραν των οποίων το προϊόν δεν πρέπει πλέον να χορηγείται ως έχει στα ζώα, ούτε να αναμειγνύεται με άλλα προϊόντα, προοριζόμενα για τη διατροφή των ζώων, ή

    - δεν ανταποκρίνεται σε μια από τις λοιπές διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) της παρούσας οδηγίας και αποτελεί, λόγω του ότι δεν ανταποκρίνεται, σοβαρό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον, λαμβανομένου υπόψη του προβλεπόμενου προορισμού.

    Οι υπεύθυνοι των εγκαταστάσεων παρέχουν όλες τις πληροφορίες που επιτρέπουν την ακριβή εντόπιση του εν λόγω προϊόντος ή παρτίδας προϊόντων, καθώς και κατά το δυνατόν πληρέστερη περιγραφή του κινδύνου που αντιπροσωπεύουν τα προϊόντα αυτά, και όλες τις διαθέσιμες χρήσιμες πληροφορίες για την ανίχνευση της προέλευσης αυτού ή αυτών των προϊόντων. Ενημερώνουν επίσης τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών σχετικά με τις αναληφθείσες δράσεις για την πρόληψη των κινδύνων για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον, και παρέχουν περιγραφή των δράσεων αυτών.

    Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ίδιες υποχρεώσεις ενημέρωσης σχετικά με τους κινδύνους που παρουσιάζουν τα προϊόντα που προορίζονται για τη διατροφή των ζώων για τους επαγγελματίες που ασκούν την υγειονομική παρακολούθηση των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων, όπως εκείνων που αναφέρει το άρθρο 10 της οδηγίας 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1996, περί της λήψης μέτρων ελέγχου για ορισμένες ουσίες και τα κατάλοιπά τους σε ζώντα ζώα και στα προϊόντα τους(11), και για τους υπευθύνους των εργαστηρίων που πραγματοποιούν τις αναλύσεις.

    Οι αρμόδιες αρχές εφαρμόζουν, κατά περίπτωση, τις διατάξεις των άρθρων 8, 11 ή 13.

    Άρθρο 16β

    1. Όταν οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών διαθέτουν πληροφορίες που υποδεικνύουν, βάσει των διαθέσιμων στοιχείων αξιολόγησης των κινδύνων, ότι μία παρτίδα προϊόντων που προορίζονται για τη διατροφή των ζώων παρουσιάζει σοβαρό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον, επαληθεύουν τις ληφθείσες πληροφορίες και, κατά περίπτωση, μεριμνούν για τη λήψη των απαιτουμένων μέτρων προκειμένου η παρτίδα να μην χρησιμοποιηθεί για τη διατροφή των ζώων, υποβάλλουν την παρτίδα αυτή σε περιορισμούς και διενεργούν αμέσως έρευνα σχετικά με:

    - τη φύση του κινδύνου, και εφόσον απαιτείται, τις ποσότητες των ανεπιθύμητων ουσιών,

    - την πιθανή προέλευση των ανεπιθύμητων ουσιών, ή του κινδύνου,

    ώστε να είναι σαφέστερη η αξιολόγηση των κινδύνων.

    Κατά περίπτωση, αυτή η αξιολόγηση των κινδύνων επεκτείνεται και σε άλλες παρτίδες του ιδίου προϊόντος ή σε άλλα προϊόντα της αλυσίδας παραγωγής τροφίμων ή ζωοτροφών τα οποία θα μπορούσαν να περιέχουν ανεπιθύμητες ουσίες ή στα οποία θα μπορούσε να έχει εξαπλωθεί αυτός ο κίνδυνος, λαμβανομένης υπόψη της ενδεχόμενης προσθήκης ανεπιθύμητων ουσιών σε άλλα προϊόντα προοριζόμενα για τη διατροφή των ζώων και της ενδεχόμενης ανακύκλωσης επικίνδυνων προϊόντων στην αλυσίδα παραγωγής ζωοτροφών.

    2. Εάν η ύπαρξη σοβαρού κινδύνου επιβεβαιωθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ο τελικός προορισμός της παρτίδας που περιέχει ανεπιθύμητες ουσίες, καθώς και η απολύμανσή της, άλλες εργασίες αποτοξικοποίησης, η επανεπεξεργασία ή η ενδεχόμενη καταστροφή της, να μην έχουν επιβλαβείς επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον και, όταν οι ανεπιθύμητες ουσίες ή ο κίνδυνος παρουσίας αυτών των ουσιών έχουν ήδη επεκταθεί σε άλλες παρτίδες ή στην αλυσίδα παραγωγής ζωοτροφών ή τροφίμων, προβαίνουν αμέσως στον εντοπισμό και στη θέση υπό έλεγχο των άλλων παρτίδων προϊόντων που θεωρούνται επικίνδυνα και ακόμη, ενδεχομένως, στον εντοπισμό των ζώντων ζώων που έχουν τραφεί με επικίνδυνα προϊόντα και την εφαρμογή των μέτρων που προβλέπονται από την οδηγία 96/23/ΕΚ ή από άλλες συναφείς κοινοτικές διατάξεις σχετικές με την υγεία των ζώων ή τη διατροφική ασφάλεια των προϊόντων ζωικής προέλευσης, εξασφαλίζοντας το συντονισμό μεταξύ των αρμοδίων υπηρεσιών ελέγχου, ώστε να μην τίθενται σε κυκλοφορία επικίνδυνα προϊόντα και να εφαρμόζονται οι διαδικασίες απόσυρσης των προϊόντων που έχουν ήδη τεθεί σε κυκλοφορία.

    Άρθρο 16γ

    1. Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώσει ότι ένα προϊόν το οποίο προορίζεται για τη διατροφή ζώων, το οποίο τέθηκε σε κυκλοφορία στο έδαφός του καθώς και στο έδαφος άλλων κρατών μελών, ή ένα προϊόν που προέρχεται από τρίτη χώρα, και εισήχθη στο έδαφος της Κοινότητας προκειμένου να τεθεί σε κυκλοφορία σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη:

    - υπερβαίνει τα όρια μέγιστης περιεκτικότητας που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ μέρος Α της οδηγίας 1999/29/ΕΚ πέραν των οποίων το προϊόν δεν πρέπει πλέον να χορηγείται ως έχει στα ζώα, ούτε να αναμειγνύεται με άλλα προϊόντα που προορίζονται για τη διατροφή των ζώων, ή

    - δεν ανταποκρίνεται σε μια από τις άλλες διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) της παρούσας οδηγίας και παρουσιάζει, λόγω του ότι δεν ανταποκρίνεται, σοβαρό κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον λαμβανομένου υπόψη του προβλεπόμενου προορισμού,

    αυτό το κράτος μέλος προειδοποιεί αμέσως, με κοινοποίηση, την Επιτροπή.

    Φροντίζει να παράσχει επαρκή στοιχεία τα οποία θα επιτρέψουν να εντοπισθούν, να ανιχνευθούν και να τεθούν υπό έλεγχο τα εν λόγω προϊόντα, και ενδεχομένως τα ζώντα ζώα τα οποία ετράφησαν με τα προϊόντα αυτά και αναφέρει τα μέτρα διασφάλισης που προβλέπονται να ληφθούν ή έχουν ήδη ληφθεί, για να παρασχεθεί στην Επιτροπή η δυνατότητα να ενημερώσει καταλλήλως τα άλλα κράτη μέλη.

    2. Κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα παρακολούθησης τα οποία ελήφθησαν όσον αφορά τους κοινοποιηθέντες κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων που αφορούν το τέλος της επικίνδυνης κατάστασης.

    3. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θεσπίζουν σύστημα ταχείας ανταλλαγής πληροφοριών και εξασφαλίζουν τη λειτουργία του, υπό τους όρους που καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 23, προκειμένου να διευκολυνθεί η διαβίβαση και η διάδοση, αφενός, των προειδοποιήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, και, αφετέρου, των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 1.

    4. Η Επιτροπή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με μέτρα που ελήφθησαν για να διευκολυνθεί η διαβίβαση και η διάδοση των προειδοποιήσεων.".

    8. Στο άρθρο 17, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "2. Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι υπάλληλοι στους οποίους ανατίθεται ο έλεγχος υποχρεούνται να τηρούν το επαγγελματικό απόρρητο. Ωστόσο, αυτή η διάταξη δεν πρέπει να θίγει τη δυνατότητα των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών να προβαίνουν στη διάδοση πληροφοριών που είναι απαραίτητη για την πρόληψη σοβαρού κινδύνου για την ανθρώπινη υγεία, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον."

    9. Το άρθρο 17α, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "Άρθρο 17α

    1. Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 15, εμπειρογνώμονες της Επιτροπής, όταν αυτό απαιτείται για την ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, μπορούν να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών. Το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου διενεργείται ο έλεγχος παρέχει στους εμπειρογνώμονες όλη την αναγκαία βοήθεια για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους. Η Επιτροπή ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές, τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σχετικά με τα αποτελέσματα των ελέγχων.

    2. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου και κυρίως αυτές που διέπουν τον τρόπο συνεργασίας με τις εθνικές αρχές, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 23".

    10. Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

    α) στο τέλος της παραγράφου 2, προστίθεται η ακόλουθη φράση: "Αυτές οι πληροφορίες παρουσιάζονται υπό μορφή ετησίων εκθέσεων με βάση υπόδειγμα το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 23"·

    β) στο τέλος της παραγράφου 3, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο: "Η γενική και συγκεφαλαιωτική έκθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, ανακοινώνεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο."

    Άρθρο 2

    Στο άρθρο 2 της οδηγίας 70/524/ΕΟΚ, το στοιχείο κ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "ια) 'θέση σε κυκλοφορία' ή 'κυκλοφορία': η κατοχή οιουδήποτε προϊόντος προοριζομένου για τη διατροφή των ζώων με σκοπό την πώλησή του, συμπεριλαμβανομένης της πρότασης πώλησης, ή κάθε άλλης μορφής μεταβίβασής του σε τρίτους, είτε δωρεάν είτε όχι, καθώς και η πώληση και άλλες μορφές μεταβίβασης αυτές καθ' εαυτές".

    Άρθρο 3

    Στο άρθρο 2 της οδηγίας 96/25/ΕΚ, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: "β) 'θέση σε κυκλοφορία' ή 'κυκλοφορία': η κατοχή οιουδήποτε προϊόντος προοριζόμενου για τη διατροφή των ζώων με σκοπό την πώλησή του, συμπεριλαμβανομένης της πρότασης πώλησης, ή κάθε άλλης μορφής μεταβίβασής του σε τρίτους, είτε δωρεάν είτε όχι, καθώς και η πώληση και άλλες μορφές μεταβίβασης αυτές καθ' εαυτές".

    Άρθρο 4

    Στο άρθρο 12 της οδηγίας 1999/29/ΕΚ του Συμβουλίου, οι παράγραφοι 3 και 4 καταργούνται.

    Άρθρο 5

    1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν το αργότερο την 1η Σεπτεμβρίου 2002, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν στην παρούσα οδηγία. Ενημερώνουν αμέσως σχετικά την Επιτροπή.

    Εφαρμόζουν αυτές τις διατάξεις από την 1η Μαΐου 2003.

    Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομέρειες αυτής της αναφοράς καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

    2. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 6

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Άρθρο 7

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες, 23 Ιουλίου 2001.

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    Η Πρόεδρος

    N. Fontaine

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    A. Neyts-Uyttebroeck

    (1) ΕΕ C 274 Ε της 26.9.2000, σ. 28 και ΕΕ C 96 E της 27.3.2001, σ. 279.

    (2) ΕΕ C 367 της 20.12.2000, σ. 11.

    (3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 4ης Οκτωβρίου 2000 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα)· κοινή θέση του Συμβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 2001 (ΕΕ C 93 της 23.3.2001, σ. 1) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Μαΐου 2001 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). Απόφαση του Συμβουλίου της 19ης Ιουνίου 2001.

    (4) ΕΕ L 265 της 8.11.1995, σ. 17· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2000/77/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 333 της 29.12.2000, σ. 81).

    (5) ΕΕ L 115 της 4.5.1999, σ. 32.

    (6) Οδηγία 70/524/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1970, περί των προσθέτων υλών στη διατροφή των ζώων (ΕΕ L 270 της 14.12.1970, σ. 1)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 1999/20/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 80 της 25.3.1999, σ. 20).

    (7) Οδηγία 96/25/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1996, για την κυκλοφορία των πρώτων υλών ζωοτροφών (ΕΕ L 125 της 23.5.1996, σ. 35)· Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2000/16/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 105 της 3.5.2000, σ. 36).

    (8) ΕΕ L 228 της 11.8.1992, σ. 24.

    (9) ΕΕ L 115 της 4.5.1999, σ. 32.

    (10) ΕΕ L 170 της 3.8.1970, σ. 1.

    (11) ΕΕ L 125 της 23.5.1996, σ. 10.

    Vrh