Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62007CN0443

    Υπόθεση C-443/07 P: Αναίρεση που άσκησαν στις 28 Σεπτεμβρίου 2007 οι Clara Centeno Mediavilla, Delphine Fumey, Eva Gerhards, Iona M. S. Hamilton, Raymond Hill, Jean Huby, Patrick Klein, Domenico Lombardi, Thomas Millar, Μιλτιάδης Μωραΐτης, Ansa Norman Palmer, Nicola Robinson, François-Xavier Rouxel, Marta Silva Mendes, Peter van den Hul, Fritz Von Nordheim Nielsen και Μιχαήλ Ζουριδάκης κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (τέταρτο πενταμελές τμήμα) στις 11 Ιουλίου 2007 στην υπόθεση T-58/05, Centeno Mediavilla κ.λπ. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    ΕΕ C 22 της 26.1.2008, p. 20–21 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    26.1.2008   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 22/20


    Αναίρεση που άσκησαν στις 28 Σεπτεμβρίου 2007 οι Clara Centeno Mediavilla, Delphine Fumey, Eva Gerhards, Iona M. S. Hamilton, Raymond Hill, Jean Huby, Patrick Klein, Domenico Lombardi, Thomas Millar, Μιλτιάδης Μωραΐτης, Ansa Norman Palmer, Nicola Robinson, François-Xavier Rouxel, Marta Silva Mendes, Peter van den Hul, Fritz Von Nordheim Nielsen και Μιχαήλ Ζουριδάκης κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (τέταρτο πενταμελές τμήμα) στις 11 Ιουλίου 2007 στην υπόθεση T-58/05, Centeno Mediavilla κ.λπ. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    (Υπόθεση C-443/07 P)

    (2008/C 22/39)

    Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

    Διάδικοι

    Αναιρεσείοντες: Isabel Clara Centeno Mediavilla, Delphine Fumey, Eva Gerhards, Iona M. S. Hamilton, Raymond Hill, Jean Huby, Patrick Klein, Domenico Lombardi, Thomas Millar, Μιλτιάδης Μωραΐτης, Ansa Norman Palmer, Nicola Robinson, François-Xavier Rouxel, Marta Silva Mendes, Peter van den Hul, Fritz Von Nordheim Nielsen, Μιχαήλ Ζουριδάκης (εκπρόσωποι: G. Vandersanden και L. Levi, avocats)

    Αντίδικοι κατ' αναίρεση: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

    Αιτήματα των αναιρεσειόντων

    Οι αναιρεσείοντες ζητούν από το Δικαστήριο:

    να αναιρέσει την απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 11ης Ιουλίου 2007 στην υπόθεση Τ-58/05·

    κατά συνέπεια, να κάνει δεκτά τα αιτήματα της προσφυγής και, ως εκ τούτου,

    να ακυρώσει την κατάταξη των αναιρεσειόντων σε βαθμό, η οποία χορηγήθηκε σε αυτούς με τις αποφάσεις προσλήψεως, κατά το μέτρο που η κατάταξη αυτή έγινε βάσει του άρθρου 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος XIII του νέου ΚΥΚ·

    να ανασυστήσει τη σταδιοδρομία των αναιρεσειόντων (συμπεριλαμβανομένης της αξιοποιήσεως της εμπειρίας τους στον τροποποιηθέντα, κατ' αυτόν τον τρόπο, βαθμό, των δικαιωμάτων τους προς προαγωγή και των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων τους), λαμβάνοντας ως σημείο εκκινήσεως τον βαθμό στον οποίο έπρεπε να διοριστούν οι αναιρεσείοντες βάσει της προκηρύξεως του διαγωνισμού κατόπιν του οποίου τα ονόματά τους εγγράφηκαν στον εφεδρικό πίνακα προσλήψεων, είτε στον βαθμό που αναγράφεται στην ως άνω προκήρυξη, είτε στον βαθμό που ισοδυναμεί με τον ανωτέρω βαθμό σύμφωνα με την κατάταξη του νέου ΚΥΚ (και στο κατάλληλο κλιμάκιο, σύμφωνα με τους κανόνες που είχαν εφαρμογή πριν από την 1η Μαΐου 2004), από της εκδόσεως της περί διορισμού τους αποφάσεως·

    να επιδικάσει στους αναιρεσείοντες τόκους υπερημερίας, βάσει του επιτοκίου που καθορίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, επί του συνόλου των ποσών που αντιστοιχούν στη διαφορά μεταξύ του μισθού που αντιστοιχεί στην κατάταξή τους στον βαθμό που αναγράφεται στην απόφαση προσλήψεως και εκείνου που αντιστοιχεί στην κατάταξή τους στον βαθμό στον οποίο είχαν δικαίωμα να καταταγούν, τούτο δε μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία θα εκδοθεί η απόφαση σχετικά με την κανονική κατάταξή τους σε βαθμό·

    να καταδικάσει την καθής στο σύνολο των δικαστικών εξόδων τόσο της ενώπιον του Πρωτοδικείου δίκης όσο και της αναιρετικής διαδικασίας.

    Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

    Αφού παρατηρούν, προκαταρκτικώς, ότι το Πρωτοδικείο, στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, τους αντιμετώπισε με ενιαίο τρόπο, χωρίς να λάβει υπόψη του την ιδιαίτερη κατάσταση καθενός από αυτούς, και στηρίχθηκε στο αξίωμα –το οποίο αμφισβητούν– ότι η νομιμότητα της κατατάξεώς τους σε βαθμό μπορεί να εκτιμηθεί μόνον από την ημερομηνία του διορισμού τους, οι αναιρεσείοντες προβάλλουν δύο λόγους αναιρέσεως.

    Με τον πρώτο λόγο, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν στο Πρωτοδικείο ότι παρανόμως κατέληξε στο συμπέρασμα της νομιμότητας του άρθρου 12, παράγραφος 3, του παραρτήματος ΧΙΙΙ του ΚΥΚ Συναφώς, επικαλούνται, πρώτον, παράβαση του άρθρου 10 του παλαιού ΚΥΚ εκ μέρους του Πρωτοδικείου, στο μέτρο που τελευταίο εξομοίωσε την αντικατάσταση των βαθμών που πραγματοποιήθηκε εν προκειμένω, προς ad hoc διαμόρφωση των μεταβατικών διατάξεων προς τη νέα δομή της σταδιοδρομίας, δικαιολογώντας το ότι δεν υπήρξε νέα διαβούλευση με την επιτροπή του ΚΥΚ, ενώ οι, ιδίως χρηματικές, συνέπειες της αντικαταστάσεως αυτής των βαθμών στην κατάσταση των ενδιαφερομένων ήταν σημαντικές και δικαιολογούσαν άνετα διαβούλευση με την επιτροπή αυτή.

    Προς στήριξη του ίδιου λόγου αναιρέσεως, οι αναιρεσείοντες επικαλούνται, δεύτερον, παραβίαση της αρχής των κεκτημένων δικαιωμάτων. Αντίθετα προς τα διαλαμβανόμενα στην απόφαση του Πρωτοδικείου, το κρίσιμο ζήτημα δεν ήταν, εν προκειμένω, το ζήτημα της υπάρξεως κεκτημένου δικαιώματος σε διορισμό, αλλά κεκτημένου δικαιώματος όσον αφορά την κατάταξη σε περίπτωση διορισμού. Όμως, δεν αμφισβητείται μεν ότι η προκήρυξη διαγωνισμού και η εγγραφή σε πίνακα επιτυχόντων δεν απονέμουν δικαίωμα προς πρόσληψη, όμως οι εν λόγω προκήρυξη και εγγραφή δημιουργούν δικαίωμα για τους συμμετέχοντες στον διαγωνισμό και, κατά μείζοντα λόγο, για όσους εγγράφονται στον πίνακα επιτυχόντων να τύχουν μεταχειρίσεως σύμφωνης με την προκήρυξη του διαγωνισμού. Το δικαίωμα αυτό συνιστά την άλλη όψη της υποχρεώσεως της ΑΔΑ να τηρεί το πλαίσιο που η ίδια επιβάλλει στον εαυτό της με την προκήρυξη του διαγγωνισμού και αντιστοιχεί στις απαιτήσεις των προς κάλυψη θέσεων και στο συμφέρον της υπηρεσίας.

    Οι αναιρεσείοντες υποστηρίζουν, τρίτον, ότι το Πρωτοδικείο παραβίασε την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, διακρίνοντας μεταξύ των επιτυχόντων στον διαγωνισμό οι οποίοι διορίστηκαν πριν από την 1η Μαΐου 2004 και εκείνων που διορίστηκαν μετά την ημερομηνία αυτή, δεδομένου ότι, εν πάση περιπτώσει, ο υποθετικός χαρακτήρας του διορισμού των επιτυχόντων ενός διαγωνισμού δεν θίγει το δικαίωμά τους να στηριχθούν, σε περίπτωση που όντως προσληφθούν, στα κριτήρια κατατάξεως που καθορίζει η προκήρυξη του διαγωνισμού και ισχύουν, ως εκ τούτου, για την πρόσληψη όλων των επιτυχόντων στον διαγωνισμό αυτό. Επιπλέον, το Πρωτοδικείο ουδόλως εξέτασε κατά πόσον δικαιολογείται η διαφορά μεταχειρίσεως μεταξύ των εν λόγω δύο κατηγοριών υπαλλήλων.

    Οι αναιρεσείοντες επικαλούνται, τέταρτον, παραβίαση της αρχής της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης καθώς και παραμόρφωση των αποδεικτικών στοιχείων από το Πρωτοδικείο. Η δικογραφία που υποβλήθηκε στο δικαιοδοτικό αυτό όργανο περιείχε πολυάριθμα στοιχεία ικανά να αποδείξουν την άποψη σύφωνα με την οποία οι διάδικοι είχαν πράγματι λάβει συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις όσον αφορά την πρόσληψή τους στον βαθμό που ανέφερε η προκήρυξη του διαγωνισμού.

    Πέμπτον και έκτον, οι αναιρεσείοντες προσάπτουν τέλος στο Πρωτοδικείο ότι παρενόησε το περιεχόμενο των άρθρων 5, 7 και 31 του ΚΥΚ και παρέβη, ως προς το θέμα αυτό, την υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχει ο κοινοτικός δικαστής.

    Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, οι αναιρεσείοντες προσβάλλουν την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση καθόσον απορρίπτει τις προσφυγές που ασκήθηκαν κατά των αποφάσεων διορισμού των εν λόγω διαδίκων με την αιτιολογία ότι, έστω και αν το καθού όργανο δεν τήρησε την υποχρέωση προηγουμένης ενημερώσεως, η πλημμέλεια αυτή δεν συνεπάγεται, αφ' εαυτής, το παράνομο των προσβαλλομένων αποφάσεων. Οι αναιρεσείοντες επικαλούνται, συναφώς, ταυτόχρονη παραβίαση των αρχών της χρηστής διοικήσεως, αρωγής, διαφάνειας, προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, καλής πίστεως, ίσης μεταχειρίσεως και αντιστοιχίας μεταξύ θέσεως εργασίας και βαθμού.


    Top