Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32009D0047

2009/47/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 2008 , η οποία ορίζει ότι το άρθρο 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών δεν εφαρμόζεται στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Τσεχική Δημοκρατία [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 8569] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΕΕ L 19 της 23.1.2009, p. 57–61 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2009/47(1)/oj

23.1.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 19/57


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 22ας Δεκεμβρίου 2008

η οποία ορίζει ότι το άρθρο 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών δεν εφαρμόζεται στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Τσεχική Δημοκρατία

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 8569]

(Το κείμενο στην τσεχική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2009/47/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (1), και ιδίως το άρθρο 30 παράγραφοι 4 και 6,

το αίτημα που υπέβαλε η Τσεχική Δημοκρατία με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο στις 3 Ιουλίου 2008,

Κατόπιν διαβούλευσης με τη συμβουλευτική επιτροπή για τις δημόσιες συμβάσεις,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

(1)

Στις 3 Ιουλίου 2008, η Τσεχική Δημοκρατία διαβίβασε στην Επιτροπή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο αίτημα δυνάμει του άρθρου 30 παράγραφος 4 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ. Η Επιτροπή ζήτησε συμπληρωματικές πληροφορίες με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, στις 26 Σεπτεμβρίου 2008, οι οποίες διαβιβάστηκαν από τις τσεχικές αρχές με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο στις 9 Οκτωβρίου 2008.

(2)

Το αίτημα που υπέβαλε η Τσεχική Δημοκρατία αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

(3)

Το αίτημα συνοδεύεται από επιστολή ανεξάρτητης εθνικής αρχής (Energetický regulační úřad, της Τσεχικής Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας) και από επιστολή άλλης ανεξάρτητης εθνικής αρχής (Úřad pro ochranu hospodářské soutěže, της Τσεχικής Υπηρεσίας Προστασίας του Ανταγωνισμού). Και οι δύο αυτές αρχές αναλύουν τις προϋποθέσεις πρόσβασης στη σχετική αγορά, που κατά την κρίση τους δεν υπόκειται σε περιορισμούς, ενώ καμία εκ των δύο δεν αποδεικνύει ότι πληρούται η άλλη προϋπόθεση σχετικά με την άμεση έκθεση στον ανταγωνισμό, όσον αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Τσεχική Δημοκρατία.

II.   ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

(4)

Το άρθρο 30 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ προβλέπει ότι οι συμβάσεις που έχουν ως στόχο να επιτρέψουν την άσκηση δραστηριότητας που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας δεν υπόκεινται στην οδηγία αν η δραστηριότητα αυτή, στο κράτος μέλος όπου ασκείται, είναι άμεσα εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σε αγορές στις οποίες η πρόσβαση δεν είναι περιορισμένη. Η άμεση έκθεση στον ανταγωνισμό εκτιμάται με βάση αντικειμενικά κριτήρια, λαμβανομένων υπόψη των συγκεκριμένων χαρακτηριστικών του σχετικού τομέα. Η πρόσβαση θεωρείται ότι δεν περιορίζεται αν το κράτος μέλος έχει ενσωματώσει και εφαρμόσει τις διατάξεις της σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας για την απελευθέρωση ενός συγκεκριμένου τομέα ή ενός μέρους του. Η νομοθεσία αυτή παρατίθεται στο παράρτημα XI της οδηγίας 2004/17/ΕΚ, το οποίο, για τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, παραπέμπει στην οδηγία 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (2). Η οδηγία 96/92/ΕΚ αντικαταστάθηκε από την οδηγία 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση της οδηγίας 96/92/ΕΚ (3), η οποία απαιτεί ακόμη μεγαλύτερο βαθμό απελευθέρωσης της αγοράς.

(5)

Η Τσεχική Δημοκρατία έχει ενσωματώσει και εφαρμόσει όχι μόνο την οδηγία 96/92/ΕΚ, αλλά και την οδηγία 2003/54/ΕΚ, επιλέγοντας το νομικό και οργανωτικό διαχωρισμό των δικτύων μεταφοράς και διανομής, εξαιρουμένων των πολύ μικρών επιχειρήσεων διανομής, οι οποίες, ενώ υπόκεινται σε λογιστικό διαχωρισμό, εξαιρούνται από τις διατάξεις περί νομικού και οργανωτικού διαχωρισμού όταν έχουν λιγότερους από 100 000 πελάτες ή τροφοδοτούν δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας των οποίων η κατανάλωση το 1996 ήταν μικρότερη από 3 TWh. Επιπλέον, ο διαχειριστής του δικτύου μεταφοράς (CEPS) είναι επιχείρηση με ιδιοκτησιακό διαχωρισμό. Συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο, η πρόσβαση στην αγορά πρέπει να θεωρηθεί ότι δεν περιορίζεται.

(6)

Η άμεση έκθεση στον ανταγωνισμό πρέπει να αξιολογείται βάσει διαφόρων δεικτών, κανένας από τους οποίους δεν είναι εξ ορισμού καθοριστικός. Σχετικά με τις αγορές τις οποίες αφορά η παρούσα απόφαση, το μερίδιο αγοράς των κυριότερων παραγόντων σε μια δεδομένη αγορά αποτελεί κριτήριο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Ένα άλλο κριτήριο είναι ο βαθμός συγκέντρωσης σε αυτές τις αγορές. Δεδομένων των χαρακτηριστικών των εν λόγω αγορών, πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη και άλλα κριτήρια, όπως η λειτουργία του μηχανισμού εξισορρόπησης, ο ανταγωνισμός στις τιμές και το ποσοστό των πελατών που αλλάζουν προμηθευτή.

(7)

Η παρούσα απόφαση ισχύει με την επιφύλαξη της εφαρμογής των κανόνων περί ανταγωνισμού.

III.   ΕΚΤΊΜΗΣΗ

(8)

Το αίτημα που υπέβαλε η Τσεχική Δημοκρατία αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Τσεχική Δημοκρατία.

(9)

Η Τσεχική Δημοκρατία θεωρεί ότι η σχετική γεωγραφική αγορά εκτείνεται πέραν της εθνικής επικράτειας και ότι περιλαμβάνει την Τσεχική Δημοκρατία, την Πολωνία, τη Σλοβακία, την Αυστρία και τη Γερμανία. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των τσεχικών αρχών, βασικός λόγος για τον ορισμό αυτό της αγοράς είναι το μεγάλο μερίδιο δυναμικού διασύνδεσης (με αρκετά κράτη μέλη) σε σύγκριση με την εγχώρια παραγωγή και ζήτηση. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που παρέσχαν οι τσεχικές αρχές στην απάντησή τους της 9ης Οκτωβρίου 2008, το 2007 εξήχθησαν 25,6 TWh και εισήχθησαν 9,5 TWh. Συνεπώς, η Τσεχική Δημοκρατία αποτελεί καθαρό εξαγωγέα ηλεκτρικής ενέργειας με καθαρές εξαγωγές που ανέρχονται σε 16,1 TWh και ισοδυναμούν με περίπου 20 % (4) της συνολικής καθαρής ηλεκτροπαραγωγής (81,4 TWh). Ένα ακόμη επιχείρημα που προέβαλαν οι τσεχικές αρχές όσον αφορά την ύπαρξη μιας ευρύτερης γεωγραφικής αγοράς είναι η προοδευτική σύγκλιση των τιμών μεταξύ της εθνικής αγοράς της Τσεχικής Δημοκρατίας και της γερμανικής αγοράς, καθώς και ο αυξανόμενος ρόλος του χρηματιστηρίου ενέργειας της Πράγας, PXE.

(10)

Ωστόσο, το σχετικά υψηλό δυναμικό διασύνδεσης και η σύγκλιση των τιμών δεν αρκούν για την οριοθέτηση της σχετικής αγοράς. Οι κανόνες της τοπικής αγοράς, και ειδικότερα η αναγκαιότητα και η δεσπόζουσα θέση μιας επιχείρησης (στην περίπτωση της Τσεχικής Δημοκρατίας, της CEZ) είναι δυνατόν να οδηγήσουν στον προσδιορισμό μιας μικρότερης αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την απάντηση των τσεχικών αρχών της 9ης Οκτωβρίου 2008, το αυξανόμενο μέγεθος του PXE οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις συναλλαγές στις οποίες συμμετέχει η CEZ. Επίσης, η Επιτροπή εξέτασε στο πλαίσιο της έρευνάς της στον τομέα της ενέργειας (5), όσον αφορά τους ενδεχόμενους ορισμούς της γεωγραφικής αγοράς που υπερβαίνει τα εθνικά σύνορα, αν ορισμένες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης είναι δυνατόν να αποτελούν ενδεχομένως ζεύγη σχετικών αγορών. Όσον αφορά το ζεύγος Αυστρίας-Γερμανίας, το μέγεθος του κυριότερου φορέα εκμετάλλευσης σε συνδυασμό με την εσωτερική συμφόρηση του αυστριακού δικτύου δεν επέτρεψαν στην Επιτροπή να συναγάγει την ύπαρξη σχετικής αγοράς ευρύτερης από την εθνική. Παρομοίως, στην περίπτωση της Τσεχικής Δημοκρατίας και της Σλοβακίας, το αντίστοιχο μέγεθος των κυριοτέρων φορέων εκμετάλλευσης και το γεγονός ότι είναι απαραίτητοι για την κάλυψη της ζήτησης, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα δύο αυτά ζεύγη χωρών δεν αποτελούν μέρος μιας και της αυτής σχετικής γεωγραφικής αγοράς. Επιπλέον, η Επιτροπή εξέτασε πρόσφατα την αυστριακή και την πολωνική αγορά παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και διαπίστωσε ότι πρόκειται για αγορές εθνικές από γεωγραφική άποψη (6). Τέλος, στην πρόσφατη απόφασή της C(2008) 7367 της 26ης Νοεμβρίου 2008 στον τομέα των περιοριστικών συμφωνιών και καταχρήσεων δεσπόζουσας θέσης κατά E.ON σχετικά με τη γερμανική αγορά χονδρικής πώλησης (7), η Επιτροπή έκρινε ότι η τελευταία έχει εθνική διάσταση, αποκλείοντας το ενδεχόμενο να αποτελούν γειτονικές χώρες (προς τη Δύση ή προς την Ανατολή) μέρος μιας ευρύτερης γεωγραφικής αγοράς.

(11)

Συνεπώς, αποκλείεται η ύπαρξη περιφερειακής αγοράς. Το συμπέρασμα αυτό συνάδει με τη δήλωση της Τσεχικής Επιτροπής Ανταγωνισμού ότι «για την αξιολόγηση [της αίτησης κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 30], η τσεχική υπηρεσία προστασίας του ανταγωνισμού, στηριζόμενη σε προηγούμενες έρευνές της, ξεκίνησε από την παραδοχή ότι η σχετική αγορά παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να αντιστοιχεί, από γεωγραφική άποψη, στην επικράτεια της Τσεχικής Δημοκρατίας». Λαμβανομένων υπόψη των προαναφερομένων στις αιτιολογικές σκέψεις 9 και 10, η επικράτεια της Τσεχικής Δημοκρατίας πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελεί τη σχετική αγορά που πρέπει να ληφθεί υπόψη για την αξιολόγηση των όρων του άρθρου 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ.

(12)

Όπως προκύπτει από την πάγια πρακτική (8) σχετικά με τις αποφάσεις της Επιτροπής κατ' εφαρμογή του άρθρου 30, η Επιτροπή έκρινε ότι, όσον αφορά την ηλεκτροπαραγωγή, «το συνολικό μερίδιο αγοράς των τριών μεγαλύτερων παραγωγών αποτελεί δείκτη του ανταγωνισμού που εκδηλώνεται στις εθνικές αγορές». Σύμφωνα με τον «Πίνακα 6: Κατάσταση της αγοράς χονδρικής πώλησης», σ. 12 και επόμενες του «εγγράφου εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής: Συνοδευτικό έγγραφο της έκθεσης σχετικά με την πρόοδο όσον αφορά τη δημιουργία της εσωτερικής αγοράς αερίου και ηλεκτρισμού» (9), τα μερίδια των τριών μεγαλύτερων παραγωγών αντιστοιχούσαν στο 69,4 % της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας το 2006 και ανήλθαν σε 73,9 % το 2007. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσαν οι τσεχικές αρχές στην απάντησή τους της 9ης Οκτωβρίου 2008, η δεσπόζουσα επιχείρηση κατέχει σχεδόν 70 % της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος, και η δεύτερη και τρίτη μεγαλύτερη κατέχουν αντιστοίχως 3,5 και 3 %. Αυτά τα επίπεδα συγκέντρωσης, αν ληφθεί υπόψη το συνολικό μερίδιο που κατέχουν στην αγορά οι τρεις μεγαλύτεροι παραγωγοί, είναι υψηλότερα από το αντίστοιχο ποσοστό το οποίο αφορούν οι αποφάσεις της Επιτροπής 2006/211/ΕΚ (10) και 2007/141/ΕΚ (11) για το Ηνωμένο Βασίλειο, που είναι 39 %. Είναι επίσης αισθητά υψηλότερα από το επίπεδο (52,2 %) που αναφέρεται στην απόφαση 2008/585/ΕΚ (12) της Επιτροπής όσον αφορά την Αυστρία, καθώς και από το επίπεδο (58 % της μεικτής παραγωγής) που αναφέρεται στην απόφαση 2008/741/ΕΚ (13) της Επιτροπής στην περίπτωση της Πολωνίας.

(13)

Τα τσεχικά επίπεδα συγκέντρωσης των τριών μεγαλύτερων φορέων εκμετάλλευσης είναι τελικά ανάλογα ή κατώτερα των αντίστοιχων επιπέδων που αναφέρονται στις αποφάσεις της Επιτροπής 2006/422/ΕΚ (14) και 2007/706/ΕΚ (15) οι οποίες αφορούν αντιστοίχως τη Φινλανδία (73,6 %) και τη Σουηδία (86,7 %). Υπάρχει ωστόσο σημαντική διαφορά μεταξύ της περίπτωσης της Τσεχικής Δημοκρατίας, αφενός, και της περίπτωσης της Σουηδίας και της Φινλανδίας, αφετέρου. Πράγματι, στην Τσεχική Δημοκρατία υπάρχει μόνο μία επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση στην αγορά ενώ οι άλλοι δύο μεγαλύτεροι παραγωγοί κατέχουν στην αγορά μερίδια έως και είκοσι φορές μικρότερα (το μικρότερο μερίδιο είναι 3 % και το μεγαλύτερο 70 %). Από τα αντίστοιχα στοιχεία για τη Φινλανδία προκύπτει ότι το μικρότερο από τα μερίδια που κατέχουν στην αγορά οι τρεις μεγαλύτεροι φορείς εκμετάλλευσης είναι 18,3 % και το μεγαλύτερο 33,7 %. Παρομοίως, τα μερίδια αυτά κυμαίνονται στη Σουηδία από 17,4 % έως 47,1 %.

(14)

Σχετικά με το θέμα αυτό θα πρέπει επίσης να υπενθυμίσουμε ότι, σύμφωνα με πάγια νομολογία (16), «τα ιδιαιτέρως σημαντικά μερίδια αγοράς συνιστούν από μόνα τους, πλην εξαιρετικών περιστάσεων, την απόδειξη της υπάρξεως δεσπόζουσας θέσεως. Τούτο ισχύει στην περίπτωση μεριδίου αγοράς 50 %».

(15)

Οι εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας στην Τσεχική Δημοκρατία αντιστοιχούν σε λίγο περισσότερο από 11 % της συνολικής ζήτησης (17), ποσοστό που, αν και υψηλότερο από εκείνο των εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας στην Πολωνία, δεν φθάνει ούτε στο ήμισυ του αντίστοιχου ποσοστού στην περίπτωση της Αυστρίας (18)  (19). Και στην περίπτωση της Σουηδίας και της Φινλανδίας, τα υψηλά αυτά ποσοστά συγκέντρωσης αντισταθμίζονται από «την ανταγωνιστική πίεση στην αγορά […] η οποία οφείλεται στη δυνατότητα εισαγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από το εξωτερικό […]» (20). Μετά δυσκολίας θα υποστηρίξει λοιπόν κανείς ότι υπήρχε σοβαρή ανταγωνιστική πίεση λόγω εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας στην Τσεχική Δημοκρατία και η ύπαρξη δυναμικού μεταφοράς που επιτρέπει την αισθητή αύξηση των εισαγωγών είναι καθαρά θεωρητική, δεδομένου ότι η Τσεχική Δημοκρατία είναι καθαρός εξαγωγέας τουλάχιστον από το 2003 και θα παραμείνει καθαρός εξαγωγέας μεσοπρόθεσμα. Κατά συνέπεια, αυτός ο βαθμός συγκέντρωσης δεν μπορεί να θεωρηθεί δείκτης άμεσης έκθεσης στον ανταγωνισμό της αγοράς ηλεκτροπαραγωγής.

(16)

Από την απάντηση των τσεχικών αρχών της 9ης Οκτωβρίου 2008 συνάγεται επίσης ότι η CEZ τοποθετεί την πλειονότητα των προβλεπόμενων έργων ηλεκτροπαραγωγής μεγάλης κλίμακας στο επίπεδο του δικτύου μεταφοράς, κυρίως μέσω της προβλεπόμενης κατασκευής νέων πυρηνικών σταθμών, της προβλεπόμενης παράτασης της διάρκειας ζωής του πυρηνικού σταθμού Dukovany και των έργων που αφορούν ηλεκτροπαραγωγή με καύση άνθρακα και φυσικού αερίου. Εκτός από τα σχέδια της CEZ, υπάρχουν έργα, ειδικά στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τα οποία έχουν προγραμματιστεί από άλλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της μεταφοράς και ιδίως της διανομής ηλεκτρισμού.

(17)

Περαιτέρω, ακόμη και αν οι μηχανισμοί εξισορρόπησης αντιπροσωπεύουν μικρό μέρος της συνολικής ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται ή/και καταναλώνεται σε κάποιο κράτος μέλος, η λειτουργία τους θα πρέπει επίσης να θεωρηθεί πρόσθετος δείκτης. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, η λειτουργία του μηχανισμού εξισορρόπησης και ιδιαίτερα η τιμολόγηση βάσει της αγοράς καθώς και η καλά αναπτυγμένη ολιγόωρη (intra-day) αγορά με μιάμιση ώρα προθεσμία παραλαβής των προσφορών, δηλαδή η δυνατότητα των χρηστών του δικτύου να προσαρμόζουν τη θέση τους κάθε μιάμιση ώρα, είναι τέτοια που δεν αποτελεί εμπόδιο στην άμεση έκθεση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στον ανταγωνισμό.

(18)

Δεδομένων των χαρακτηριστικών του εν λόγω προϊόντος (εν προκειμένω ηλεκτρική ενέργεια) και της ανεπάρκειας ή έλλειψης κατάλληλων υποκατάστατων προϊόντων ή υπηρεσιών, ο ανταγωνισμός ως προς τις τιμές και η διαμόρφωση των τιμών αποκτούν μεγαλύτερη σημασία κατά την αξιολόγηση της κατάστασης του ανταγωνισμού στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας. Όσον αφορά τους μεγάλους βιομηχανικούς καταναλωτές, ο αριθμός των πελατών που αλλάζουν προμηθευτή μπορεί να αποτελέσει δείκτη ανταγωνισμού ως προς τις τιμές και επομένως, εμμέσως, φυσικό δείκτη της αποτελεσματικότητας του ανταγωνισμού. Εάν είναι ολιγάριθμοι οι πελάτες που αλλάζουν προμηθευτή, πιθανότατα υπάρχει πρόβλημα με τη λειτουργία της αγοράς, έστω και αν τα οφέλη από τη δυνατότητα αναδιαπραγμάτευσης με τον παραδοσιακό κατεστημένο προμηθευτή δεν πρέπει να αγνοηθεί (21). Επιπλέον, «η ύπαρξη ρυθμιζόμενων τιμών τελικού χρήστη αποτελεί σαφώς βασικό καθοριστικό παράγοντα της συμπεριφοράς των πελατών […]. Αν και η διατήρηση των ελέγχων ενδέχεται να δικαιολογείται σε περίοδο μετάβασης, οι έλεγχοι αυτοί θα προκαλούν όλο και σε μεγαλύτερο βαθμό στρεβλώσεις, καθώς προσεγγίζει η ανάγκη επενδύσεων» (22).

(19)

Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία, το ποσοστό αλλαγής προμηθευτή στην Τσεχική Δημοκρατία έχει χαρακτηριστεί υψηλό (23) και, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που κοινοποίησαν οι τσεχικές αρχές στην απάντησή τους της 9ης Οκτωβρίου, «μετά το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, σχεδόν ένας στους δύο πελάτες της κατηγορίας των μεγάλων πελατών άλλαξε προμηθευτή». Τούτο πρέπει να εξεταστεί λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση που περιέγραφαν οι προηγούμενες αποφάσεις σχετικά με τον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τις οποίες τα ποσοστά αλλαγής προμηθευτή για τους μεγάλους και τους πολύ μεγάλους βιομηχανικούς χρήστες κυμαίνονταν από 75 % και άνω (απόφαση 2006/422/ΕΚ που αφορά τη Φινλανδία) μέχρι 41,5 % (απόφαση 2008/585/ΕΚ που αφορά την Αυστρία). Επιπλέον, σύμφωνα με τη μέχρι στιγμής πρακτική λήψης αποφάσεων της Επιτροπής, οι αγορές προμήθειας (για τα νοικοκυριά, τη βιομηχανική πελατεία κ.λπ.) ορίζονται ως ξεχωριστές αγορές προϊόντων οι οποίες είναι δυνατόν να παρουσιάζουν, λόγω της ύπαρξης ισχυρών και καλά οργανωμένων εταιρειών παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, διαφορετικό ανταγωνιστικό περιβάλλον από εκείνο της αγοράς χονδρικής πώλησης ή παραγωγής. Συνεπώς, το υψηλό ποσοστό αλλαγής προμηθευτή δεν μπορεί να θεωρηθεί αδιαμφισβήτητος δείκτης άμεσης έκθεσης στον ανταγωνισμό.

(20)

Όσον αφορά την παραγωγή και την πώληση ηλεκτρικής ενέργειας στην Τσεχική Δημοκρατία, η κατάσταση μπορεί, επομένως, να συνοψισθεί ως εξής: το συνολικό μερίδιο αγοράς των τριών μεγαλύτερων παραγωγών είναι υψηλό, αλλά αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι το ότι ο μεγαλύτερος παραγωγός κατέχει μόνος του μερίδιο που εγγίζει το 70 %, χωρίς η κατάσταση αυτή να αντισταθμίζεται από εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας, εφόσον η Τσεχική Δημοκρατία αποτελεί, αντιθέτως, τουλάχιστον κατά την τελευταία πενταετία, καθαρό εξαγωγέα ηλεκτρικής ενέργειας. Όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 17, η λειτουργία του μηχανισμού εξισορρόπησης δεν αποτελεί εμπόδιο στην άμεση έκθεση της αγοράς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στον ανταγωνισμό και παρατηρείται υψηλό ποσοστό αλλαγής προμηθευτή. Η εύρυθμη λειτουργία του μηχανισμού εξισορρόπησης και το υψηλό ποσοστό αλλαγής προμηθευτή δεν μπορούν, ωστόσο, να αντισταθμίσουν τον αρκετά υψηλό βαθμό συγκέντρωσης, και ιδιαίτερα το υψηλό μερίδιο του μεγαλύτερου παραγωγού, λαμβανομένης επίσης υπόψη της νομολογίας που αναφέρεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 14.

IV.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(21)

Λαμβανομένων υπόψη των όσων εξετάστηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις 9 έως 20, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Τσεχική Δημοκρατία δεν είναι προς το παρόν άμεσα εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό. Για το λόγο αυτό, το άρθρο 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις που έχουν ως στόχο τη συνέχιση αυτών των δραστηριοτήτων στην Τσεχική Δημοκρατία. Κατά συνέπεια, η οδηγία 2004/17/ΕΚ εξακολουθεί να εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που οι αναθέτουσες αρχές συνάπτουν συμβάσεις με στόχο να επιτρέψουν την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Τσεχική Δημοκρατία ή στις περιπτώσεις που διοργανώνουν διαγωνισμούς εκπόνησης μελετών για την άσκηση των εν λόγω δραστηριοτήτων στην Τσεχική Δημοκρατία.

(22)

Η παρούσα απόφαση βασίζεται στη νομική και πραγματική κατάσταση από τον Ιούλιο έως τον Οκτώβριο του 2008, όπως αυτή προκύπτει από τα στοιχεία που υποβλήθηκαν από την Τσεχική Δημοκρατία, από την ανακοίνωση του 2007 και το έγγραφο των υπηρεσιών του 2007, από την τελική έκθεση, καθώς και από την έκθεση προόδου του 2007 και του σχετικού παραρτήματος. Είναι δυνατό να αναθεωρηθεί, εφόσον, λόγω σημαντικών μεταβολών στη νομική ή πραγματική κατάσταση, κριθεί ότι δεν πληρούνται πλέον οι όροι για την εφαρμογή του άρθρου 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το άρθρο 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ δεν εφαρμόζεται στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Τσεχική Δημοκρατία. Κατά συνέπεια, για τις συμβάσεις που συνάπτονται από τους αναθέτοντες φορείς με σκοπό την άσκηση αυτών των δραστηριοτήτων στην Τσεχική Δημοκρατία, εξακολουθεί να εφαρμόζεται η οδηγία 2004/17/ΕΚ.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Τσεχική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 22 Δεκεμβρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Charlie McCREEVY

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 27 της 30.1.1997, σ. 20.

(3)  ΕΕ L 176 της 15.7.2003, σ. 37.

(4)  19,78 %. Οι συνολικές (μεικτές) εξαγωγές ανήλθαν σε 31,45 % της συνολικής καθαρής παραγωγής, ενώ οι συνολικές εισαγωγές ανήλθαν σε 11,67 % της συνολικής καθαρής παραγωγής. Σε σχέση με την εγχώρια καθαρή κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας το 2007 (περίπου 59,7 TWh σύμφωνα με τις τσεχικές αρχές), οι συνολικές εξαγωγές ανήλθαν σε 42,88 % και οι καθαρές εξαγωγές σε 26,97 %, ενώ οι συνολικές εξαγωγές ανήλθαν σε 15,91 % της εγχώριας καθαρής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.

(5)  Βλέπε COM(2006) 851 τελικό, της 10.1.2007: Ανακοίνωση της Επιτροπής: Έρευνα δυνάμει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 στον ευρωπαϊκό κλάδο του αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, στο εξής «Τελική Έκθεση», παράρτημα Β, σημείο Α.2.7, σ. 339.

(6)  Βλέπε απόφαση της Επιτροπής, της 7ης Ιουλίου 2008, σχετικά με την εξαίρεση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Αυστρία από την εφαρμογή της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών, ΕΕ L 188 της 16.7.2008, σ. 28, και απόφαση της Επιτροπής, της 11ης Σεπτεμβρίου 2008, η οποία προβλέπει ότι το άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών δεν ισχύει για την παραγωγή και τη χονδρική πώληση ηλεκτρικής ενέργειας στην Πολωνία, ΕΕ L 251 της 19.9.2008, σ. 35.

(7)  Δεν έχει δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα. Βλ. δελτίο Τύπου IP/08/1774 της 26.11.2008.

(8)  Πιο πρόσφατα στις προαναφερθείσες αποφάσεις 2008/585/ΕΚ και 2008/741/ΕΚ.

(9)  COM(2008) 192 τελικό της 15.4.2008, αναφερόμενο στη συνέχεια ως «παράρτημα της έκθεσης προόδου 2007». Η ίδια η έκθεση, SEC(2008) 460, θα αναφέρεται ως «Έκθεση προόδου 2007».

(10)  Απόφαση της Επιτροπής της 8ης Μαρτίου 2006 για την εφαρμογή του άρθρου 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί του συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών, στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Αγγλία, Σκωτία και Ουαλία, ΕΕ L 76 της 15.3.2006, σ. 6.

(11)  Απόφαση της Επιτροπής της 26ης Φεβρουαρίου 2007 η οποία ορίζει ότι το άρθρο 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών ισχύει για τον εφοδιασμό με ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο στην Αγγλία, τη Σκωτία και την Ουαλία, ΕΕ L 62 της 1.3.2007, σ. 23.

(12)  Απόφαση της Επιτροπής της 7ης Ιουλίου 2008 σχετικά με την εξαίρεση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Αυστρία από την εφαρμογή της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών, ΕΕ L 188 της 16.7.2008, σ. 28.

(13)  Απόφαση της Επιτροπής της 11ης Σεπτεμβρίου 2008 η οποία προβλέπει ότι το άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών δεν ισχύει για την παραγωγή και τη χονδρική πώληση ηλεκτρικής ενέργειας στην Πολωνία, ΕΕ L 251 της 19.9.2008, σ. 35.

(14)  Απόφαση της Επιτροπής της 19ης Ιουνίου 2006 σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 30 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών, στην παραγωγή και πώληση ηλεκτρικής ενέργειας στη Φινλανδία, εξαιρουμένων των νήσων Åland, ΕΕ L 168 της 21.6.2006, σ. 33.

(15)  Απόφαση της Επιτροπής της 29ης Οκτωβρίου 2007 σχετικά με την εξαίρεση της παραγωγής και πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στη Σουηδία από την εφαρμογή της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών, ΕΕ L 287 της 1.11.2007, σ. 18.

(16)  Βλ. σκέψη 328 της απόφασης του Πρωτοδικείου (τρίτο τμήμα) της 28ης Φεβρουαρίου 2002 στην υπόθεση T-395/94, Atlantic Container Line AB και λοιποί κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ. ΙΙ-875.

(17)  Δηλαδή της ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας που χρειάζεται για την εσωτερική κατανάλωση και τις εξαγωγές.

(18)  23,5 %, σύμφωνα με τις πληροφορίες που δόθηκαν από τις αυστριακές αρχές.

(19)  Βλέπε αιτιολογική σκέψη 10 της απόφασης 2008/585/ΕΚ: «[…] η εισαγόμενη ηλεκτρική ενέργεια αντιπροσώπευε περίπου το ένα τέταρτο των συνολικών αναγκών της, ιδίως όσον αφορά την ισχύ βασικού φορτίου».

(20)  Βλέπε π.χ. την αιτιολογική σκέψη 12 της απόφασης 2007/706/ΕΚ. Πράγματι, στις περιπτώσεις της Σουηδίας και της Φινλανδίας η ύπαρξη περιφερειακών αγορών δεν ελήφθη υπόψη, που σημαίνει ότι, εάν θεωρηθεί ως σημείο αναφοράς, θα ανεβάσει τα επίπεδα συγκέντρωσης στο 40 %.

(21)  Έκθεση του 2005, σ. 9.

(22)  Τεχνικό παράρτημα, σ. 17.

(23)  Βλέπε την έκθεση προόδου 2007, σ. 8, σημείο 7.


Top