EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52013PC0620

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την πρόληψη και διαχείριση της εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών

/* COM/2013/0620 final - 2013/0307 (COD) */

52013PC0620

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την πρόληψη και διαχείριση της εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών /* COM/2013/0620 final - 2013/0307 (COD) */


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Τα χωροκατακτητικά ξένα είδη (ΧΞΕ) είναι είδη που, εξαιτίας ανθρώπινων δραστηριοτήτων, μεταφέρονται αρχικά εκτός του φυσικού τους εύρους εξάπλωσης, διαπερνώντας οικολογικούς φραγμούς, και κατόπιν επιβιώνουν, αναπαράγονται και εξαπλώνονται, με αρνητικές επιπτώσεις στην οικολογία της νέας τοποθεσίας τους, καθώς και σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες. Υπολογίζεται ότι από τα 12.000 και πλέον ξένα είδη που απαντούν στο ευρωπαϊκό περιβάλλον, το 10-15% έχουν αναπαραχθεί και εξαπλωθεί προκαλώντας περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές ζημίες.

Οι επιπτώσεις των ΧΞΕ στη βιοποικιλότητα είναι σημαντικές. Τα ΧΞΕ αποτελούν μία από τις σημαντικότερες και αυξανόμενες αιτίες απώλειας βιοποικιλότητας και εξαφάνισης διάφορων ζωικών και φυτικών ειδών. Σε ό,τι αφορά τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, τα ΧΞΕ μπορούν να αποτελούν φορείς ασθενειών ή να προκαλούν απευθείας προβλήματα υγείας (π.χ. άσθμα, δερματίτιδα και αλλεργίες). Ενδεικτικά, μπορούν να προκαλούν ζημίες σε υποδομές και εγκαταστάσεις αναψυχής, να παρεμποδίζουν τη δασοκομία ή να προκαλούν απώλειες γεωργικής παραγωγής. Υπολογίζεται ότι το κόστος των ΧΞΕ για την Ένωση ανέρχεται σε τουλάχιστον 12 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ το κόστος των ζημιών εξακολουθεί να αυξάνεται.

Με τη στρατηγική για τη βιοποικιλότητα με ορίζονται το 2020, η Ένωση ανέλαβε την υποχρέωση να ανασχέσει την απώλεια βιοποικιλότητας έως το 2020, σύμφωνα με τις διεθνείς δεσμεύεις που ενέκριναν τα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης για τη βιολογική ποικιλότητα το 2010, στη Nagoya της Ιαπωνίας. Πράγματι, το πρόβλημα των ΧΞΕ δεν περιορίζεται στην Ευρώπη, αλλά είναι παγκόσμιο. Σε αντίθεση με ορισμένους από τους εμπορικούς εταίρους της, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν διαθέτει προς το παρόν ολοκληρωμένο πλαίσιο αντιμετώπισης των απειλών που δημιουργούν τα ΧΞΕ.

Ρυθμιστικό πλαίσιο

Επί του παρόντος δεν υπάρχει ενωσιακό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των ΧΞΕ με ολοκληρωμένο τρόπο. Ελάχιστα ΧΞΕ ρυθμίζονται από τη νομοθεσία της ΕΕ. Νοσογόνοι παράγοντες και οργανισμοί επιβλαβείς για τα ζώα και τα φυτά, καθώς και τα προϊόντα τους, καλύπτονται από το καθεστώς για την υγεία των ζώων (διάφοροι κανονισμοί και οδηγίες) και το καθεστώς για την υγεία των φυτών (2000/29/ΕΚ), αντίστοιχα. Ο κανονισμός για το εμπόριο της άγριας πανίδας και χλωρίδας (338/97) περιορίζει τις εισαγωγές απειλούμενων ειδών, συμπεριλαμβανομένων των εισαγωγών επτά ΧΞΕ. Ο κανονισμός για τη χρήση στην υδατοκαλλιέργεια ξένων και απόντων σε τοπικό επίπεδο ειδών (708/2007) ρυθμίζει την ελευθέρωση ξένων ειδών για υδατοκαλλιέργειες. Οι κανονισμοί σχετικά με τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα (1107/2009) και τα βιοκτόνα (528/2012) ρυθμίζουν τη σκόπιμη ελευθέρωση μικροοργανισμών ως φυτοπροστατευτικών προϊόντων ή βιοκτόνων, αντίστοιχα. Τέλος, η οδηγία για τα πτηνά (2009/147/ΕΚ) και η οδηγία για τους οικοτόπους (92/43/ΕΟΚ), η οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα (2000/60/ΕΚ) και η οδηγία-πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική (2008/56/EΚ) απαιτούν την αποκατάσταση των οικολογικών συνθηκών και αναφέρονται στην ανάγκη να λαμβάνονται υπόψη τα ΧΞΕ. Ωστόσο, τα περισσότερα ΧΞΕ δεν αντιμετωπίζονται στο πλαίσιο των υφιστάμενων δράσεων σε ενωσιακό επίπεδο.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν ήδη μέτρα για την αντιμετώπιση ορισμένων ΧΞΕ, αλλά ορισμένες από τις σχετικές δράσεις υλοποιούνται κατά κύριο λόγο εκ των υστέρων, με σκοπό να ελαχιστοποιήσουν τις ζημίες που έχουν ήδη προκληθεί, χωρίς να λαμβάνεται επαρκής μέριμνα για την πρόληψη ή για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση νέων απειλών. Οι προσπάθειες είναι αποσπασματικές, ενώ η κάλυψη των διάφορων ειδών χαρακτηρίζεται από σημαντικά κενά και συχνά από ελλιπή συντονισμό. Τα ΧΞΕ δεν αναγνωρίζουν σύνορα και μπορούν να εξαπλωθούν εύκολα από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Συνεπώς, οι δράσεις που αναλαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο δεν επαρκούν για την προστασία της Ένωσης από την απειλή ορισμένων ΧΞΕ. Επιπλέον, η αποσπασματική αυτή προσέγγιση μπορεί να δημιουργήσει μια κατάσταση κατά την οποία η δράση ενός κράτους μέλους υπονομεύεται από την απουσία δράσης σε γειτονικά κράτη μέλη. Επιπροσθέτως, οι διαφορετικοί περιορισμοί που επιβάλλουν τα διάφορα κράτη μέλη στην εμπορία ΧΞΕ είναι εξαιρετικά αναποτελεσματικοί, εφόσον τα είδη μπορούν εύκολα να μεταφέρονται ή να εξαπλώνονται, διασχίζοντας σύνορα, σε ολόκληρη την Ένωση. Επιπλέον, οι εν λόγω διαφοροποιημένες απαγορεύσεις παρεμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων στην εσωτερική αγορά και διαταράσσουν τον ισότιμο ανταγωνισμό των κλάδων που χρησιμοποιούν ή εμπορεύονται ξένα είδη.

Ανάλυση του προβλήματος

Τα ΧΞΕ εισάγονται στην Ένωση μέσω δύο οδών: 1) ορισμένα ξένα είδη είναι περιζήτητα και εισάγονται στην ΕΕ εκούσια (π.χ. λόγω εμπορικών συμφερόντων, για διακοσμητικούς σκοπούς, ως ζώα συντροφιάς, για βιολογική καταπολέμηση επιβλαβών οργανισμών) και 2) ορισμένα ξένα είδη εισάγονται ακούσια ως προσμείξεις εμπορευμάτων (εμπόριο άλλων αγαθών) ή μπορούν να ταξιδεύουν σαν «λαθρεπιβάτες» σε μεταφορικά μέσα ή να μεταφέρονται αθέλητα από ταξιδιώτες. Ορισμένα ΧΞΕ μπορούν επίσης να ταξιδεύουν διαμέσου μεταφορικών υποδομών (π.χ. κανάλι Δούναβη-Μάιν).

Τα ΧΞΕ πλήττουν τις επιχειρήσεις, τους πολίτες, τις δημόσιες αρχές και το περιβάλλον. Ειδικότερα, όσον αφορά τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, τα ΧΞΕ συχνά πλήττουν τους παραγωγούς του πρωτογενούς τομέα στη γεωργία, στην κτηνοτροφία, στην αλιεία, στις υδατοκαλλιέργειες και στη δασοκομία, προκαλώντας σημαντική οικονομική ζημία. Συχνά πλήττονται επίσης οι επιχειρήσεις που συνδέονται με τον τουρισμό και τις δραστηριότητες αναψυχής και οι οποίες εξαρτώνται από τα ανέπαφα τοπία, τα καθαρά υδατικά συστήματα και τα υγιή οικοσυστήματα. Ωστόσο, άλλες μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, π.χ. εκείνες που εμπορεύονται ζώα συντροφιάς και είδη φυτοκομίας, ωφελούνται από τα ΧΞΕ, καθώς ασχολούνται κυρίως με το εμπόριο ξένων ειδών. Τα ΧΞΕ πλήττουν επίσης το κοινωνικό σύνολο, προκαλώντας απώλεια βιοποικιλότητας και μειώνοντας την ικανότητα των οικοσυστημάτων να παρέχουν οικοσυστημικές υπηρεσίες. Επιπροσθέτως, μπορούν να μεταδίδουν ασθένειες, να προκαλούν ζημίες σε περιουσιακά στοιχεία και να βλάπτουν την πολιτιστική κληρονομιά.

Όλα τα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν προβλήματα που προκαλούνται από ΧΞΕ. Μολονότι ορισμένα ΧΞΕ πλήττουν τα περισσότερα κράτη μέλη, άλλα δημιουργούν πρόβλημα μόνο σε ορισμένες περιφέρειες ή υπό ορισμένες οικολογικές ή κλιματολογικές συνθήκες. Ωστόσο, ΧΞΕ συναντώνται στην επικράτεια όλων των κρατών μελών. Οι επιπτώσεις των ΧΞΕ αφορούν ολόκληρη την Ένωση, ενώ όλα τα κράτη μέλη πλήττονται εξίσου από τα ΧΞΕ, μολονότι διαφέρουν οι χρόνοι και τα σχετικά είδη. Συνεπώς, η συντονισμένη δράση για την αντιμετώπιση των ΧΞΕ θα ωφελούσε όλα τα κράτη μέλη, ενώ είναι σαφές ότι θα απαιτούσε επίσης την καταβολή προσπαθειών από όλα τα κράτη μέλη.

Εάν δεν αναληφθεί δράση για την αντιμετώπιση του προβλήματος, η κατάσταση θα επιδεινωθεί, καθώς θα εγκαθίστανται νέα ΧΞΕ και θα εξαπλώνονται περαιτέρω τα ήδη εγκατεστημένα. Αυτό θα αυξήσει το κόστος των ζημιών, καθώς και το διαχειριστικό κόστος.

Στόχοι της πρότασης

Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των προαναφερθέντων ζητημάτων με τη θέσπιση πλαισίου δράσης για την πρόληψη, την ελαχιστοποίηση και το μετριασμό των δυσμενών επιπτώσεων των ΧΞΕ στη βιοποικιλότητα και στις οικοσυστημικές υπηρεσίες. Επιπλέον, αποσκοπεί στον περιορισμό των κοινωνικών και οικονομικών ζημιών. Αυτό θα επιτευχθεί μέσω μέτρων που διασφαλίζουν συντονισμένη δράση, συγκεντρώνοντας τους πόρους σε είδη προτεραιότητας και σε αυξημένα μέτρα πρόληψης, σύμφωνα με την προσέγγιση που υιοθετήθηκε στη σύμβαση για τη βιολογική ποικιλότητα και με τα καθεστώτα της Ένωσης για την υγεία των φυτών και των ζώων. Στην πράξη, με την πρόταση επιδιώκεται η επίτευξη των στόχων αυτών μέσω μέτρων που να καλύπτουν την εκούσια εισαγωγή ΧΞΕ στην Ένωση και την εκούσια ελευθέρωσή τους στο περιβάλλον, την ακούσια εισαγωγή και ελευθέρωση ΧΞΕ, την ανάγκη δημιουργίας ενός συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης και ταχείας απόκρισης, καθώς και την ανάγκη διαχείρισης της εξάπλωσης των ΧΞΕ σε ολόκληρη την Ένωση.

2.           ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

Διαδικασία διαβούλευσης

Το 2008 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε ανακοίνωση με θέμα «Προς τη χάραξη στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα χωροκατακτητικά είδη (2008)» εκθέτοντας επιχειρήματα που συνηγορούν υπέρ της αντιμετώπισης των ΧΞΕ. Η ανακοίνωση του 2010 με θέμα «Η ασφάλεια ζωής μας, το φυσικό μας κεφάλαιο: Στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2020» προτείνει δράσεις σχετικά με τα ΧΞΕ. Τόσο πριν όσο και μετά τις δύο ανακοινώσεις διενεργήθηκαν εκτενείς διαβουλεύσεις.

Διενεργήθηκαν εντατικοί κύκλοι διαβουλεύσεων με τους εμπλεκομένους μεταξύ των ετών 2008 και 2012, οι οποίες προσήλκυσαν το πλήρες φάσμα των ενδιαφερομένων μερών, από οργανώσεις για τη διατήρηση της φύσης έως ιδιωτικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων οργανώσεων που εκπροσωπούν μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις των οποίων οι δραστηριότητες εξαρτώνται από ξένα είδη. Διενεργήθηκαν δύο διαδικτυακές δημόσιες διαβουλεύσεις, η πρώτη το 2008 και η δεύτερη το 2012. Το 2008 συγκλήθηκε ομάδα εργασίας αποτελούμενη από υπηρεσίες της Επιτροπής, τα κράτη μέλη, τους εμπλεκομένους και την ακαδημαϊκή κοινότητα, η οποία συνέταξε έγγραφο συζήτησης[1] όπου συγκέντρωσε τις πλέον πρόσφατες πληροφορίες και συνόψισε τις απόψεις επί βασικών θεμάτων. Η εν λόγω ομάδα εργασίας συγκλήθηκε εκ νέου κατά την περίοδο 2010-2011 και αναδιαρθρώθηκε σε τρεις ομάδες εργασίας, οι οποίες διατύπωσαν πιθανές επιλογές πολιτικής όσον αφορά την πρόληψη, την έγκαιρη προειδοποίηση/ταχεία απόκριση και τη διαχείριση των εγκαταστημένων ειδών, αντίστοιχα. Τέλος, τον Σεπτέμβριο του 2010 διεξήχθη συνεδρίαση διαβούλευσης με τους εμπλεκομένους.

Οι εργασίες της Επιτροπής σχετικά με τα ΧΞΕ υποστηρίχθηκαν και από αρκετές εξωτερικές μελέτες και έρευνες[2]. Επιπροσθέτως, το σύνολο της ανάλυσης που παρατίθεται στην εκτίμηση επιπτώσεων βασίστηκε σε επιστημονικώς άρτια δεδομένα, τα οποία ελήφθησαν κυρίως από επιστημονικά άρθρα που είχαν υποβληθεί σε αξιολόγηση από ομοτίμους. Επίσης, οι πληροφορίες σχετικά με το κόστος των ζημιών, την εξάπλωση των ειδών και το κόστος των υφιστάμενων μέτρων διατέθηκαν ή ελέγχθηκαν από τα κράτη μέλη. Καταβλήθηκαν ιδιαίτερες προσπάθειες για απευθείας επικοινωνία με τους εμπλεκομένους, συμπεριλαμβανομένων των κλάδων που ενδέχεται να θιγούν από τη θέσπιση μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος των ΧΞΕ. Τέλος, η τροφοδοτήθηκε επίσης από τους κορυφαίους εμπειρογνώμονες σε θέματα ΧΞΕ εντός και εκτός της Ένωσης.

Εκτίμηση επιπτώσεων

Προσδιορίστηκαν διάφορες επιλογές για την αντιμετώπιση του ζητήματος των ΧΞΕ, ιδίως δε για την αντιμετώπιση όλων των πτυχών του προβλήματος που εντοπίστηκαν. Οι επιλογές αυτές, ωστόσο, διέφεραν ως προς τα επίπεδα των φιλοδοξιών τους.

Βάσει των σχολίων που υποβλήθηκαν κατά τη διαβούλευση, προσδιορίστηκαν επίπεδα φιλοδοξιών και παρέμβασης για καθέναν από τους επιχειρησιακούς στόχους που προτάθηκαν κατά την ανάλυση του προβλήματος, με αποτέλεσμα να διατυπωθούν διαφορετικές υπο-επιλογές για τον σχεδιασμό της νομοθετικής πράξης. Μετά από μια πρώτη διαλογή, απορρίφθηκαν υπο-επιλογές που δεν ήταν εφικτές ή απλώς δεν ήταν εξίσου αποτελεσματικές όσο άλλες. Για κάθε επιλογή που προσδιορίστηκε, εξετάστηκε συστηματικά κάθε επιχειρησιακός στόχος και προτάθηκαν πρακτικά μέτρα για την αντιμετώπιση των ΧΞΕ.

Εκτός από τη βασική επιλογή (επιλογή 0), βάσει της οποίας θα παρέμενε η υφιστάμενη κατάσταση, προσδιορίστηκαν οι εξής επιλογές:

Επιλογή 1 — Βελτίωση της συνεργασίας και υποστήριξη της εθελοντικής δράσης: Περιλαμβάνει την εκπόνηση κατευθυντήριων γραμμών και κλαδικών κωδίκων δεοντολογίας και τη διοργάνωση εκστρατειών ευαισθητοποίησης και εκπαίδευσης. Η επιλογή αυτή αποσκοπεί επίσης στην προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών για τη δημιουργία συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης και ταχείας απόκρισης. Η Επιτροπή θα μπορούσε να προωθεί υφιστάμενες πρωτοβουλίες στον συγκεκριμένο τομέα μέσω επικοινωνιακών εκστρατειών.

Επιλογή 2.1 — Βασική νομοθετική πράξη: Περιλαμβάνει μια σειρά από νομικές υποχρεώσεις απαγόρευσης της εισαγωγής, διατήρησης, πώλησης, αγοράς και ανταλλαγής ορισμένων ΧΞΕ που χαρακτηρίζονται ως ΧΞΕ ενωσιακού ενδιαφέροντος. Περαιτέρω υποχρεώσεις συνδέονται με την ελευθέρωση ΧΞΕ ενωσιακού ενδιαφέροντος στο περιβάλλον, την ταχεία απόκριση σε περίπτωση εγκατάστασης νέων ΧΞΕ ενωσιακού ενδιαφέροντος, καθώς και τη διαχείριση ευρέως εξαπλωμένων ΧΞΕ ενωσιακού ενδιαφέροντος.

Επιλογή 2.2 — Βασική νομοθετική πράξη + άδειες ελευθέρωσης ΧΞΕ εθνικού ενδιαφέροντος: Η επιλογή αυτή υπερβαίνει τον κατάλογο των ΧΞΕ ενωσιακού ενδιαφέροντος όσον αφορά την ελευθέρωσή τους στον περιβάλλον, απαιτώντας άδειες για τα ΧΞΕ που τα κράτη μέλη κρίνουν ότι παρουσιάζουν ενδιαφέρον.

Επιλογή 2.3 — Βασική νομοθετική πράξη + αυστηρή γενική απαγόρευση της ελευθέρωσης ξένων ειδών, εκτός εάν έχουν κριθεί ασφαλή: Η επιλογή αυτή υπερβαίνει τον κατάλογο των ΧΞΕ ενωσιακού ενδιαφέροντος όσον αφορά την ελευθέρωσή τους στο περιβάλλον, απαγορεύοντας την ελευθέρωση ξένων ειδών, εκτός εάν περιλαμβάνονται σε ενωσιακό κατάλογο εγκεκριμένων για ελευθέρωση ειδών.

Επιλογή 2.4 — Βασική νομοθετική πράξη + υποχρέωση ταχείας εξάλειψης των νεοεγκατεστημένων ΧΞΕ ενωσιακού ενδιαφέροντος: Με την επιλογή αυτή τα κράτη μέλη δεν θα έχουν ευχέρεια επιλογής ως προς την ταχεία απόκριση, αλλά την υποχρέωση να εξαλείφουν γρήγορα κάθε νεοεγκατεστημένο ΧΞΕ ενωσιακού ενδιαφέροντος και να ανταλλάσσουν τις σχετικές πληροφορίες. Παρεκκλίσεις θα είναι δυνατές κατόπιν έγκρισης από την Επιτροπή.

Επικράτησε η επιλογή 2.4, από την οποία και διαπνέεται η παρούσα πρόταση.

3.           ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Νομική βάση

Η νομική βάση της παρούσας πρότασης είναι το άρθρο 192 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο αφορά την επιδίωξη των ενωσιακών στόχων διατήρησης, προστασίας και βελτίωσης της ποιότητας του περιβάλλοντος, προστασίας της υγείας του ανθρώπου, διασφάλισης της συνετής και ορθολογικής χρησιμοποίησης των φυσικών πόρων, καθώς και προώθησης μέτρων για την αντιμετώπιση περιφερειακών ή παγκόσμιων περιβαλλοντικών προβλημάτων.

Επικουρικότητα

Εφόσον τα προβλήματα που σχετίζονται με τα ΧΞΕ αυξάνονται και είναι από τη φύση τους διασυνοριακά, απαιτείται δράση σε ενωσιακό επίπεδο. Δεδομένης της απουσίας δράσης σε ενωσιακό επίπεδο, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν μέτρα για την αντιμετώπιση του προβλήματος σε εθνικό επίπεδο. Επενδύουν πόρους και καταβάλλουν προσπάθειες για την εξάλειψη των επιβλαβών ΧΞΕ, αλλά οι προσπάθειες αυτές ίσως υπονομεύονται από την απουσία δράσης σε γειτονικά κράτη μέλη όπου το συγκεκριμένο είδος είναι επίσης παρόν. Ομοίως, δεν υπάρχει συντονισμένη δράση σε ενωσιακό επίπεδο ώστε τα κράτη μέλη να λαμβάνουν έγκαιρα μέτρα όταν ΧΞΕ εισέρχονται για πρώτη φορά στην Ένωση, προς όφελος των υπόλοιπων κρατών μελών που δεν έχουν ακόμη πληγεί. Επιπλέον, πρέπει να ληφθούν υπόψη η προστασία της εσωτερικής αγοράς και η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων. Η συντονισμένη προσέγγιση θα διασφαλίσει νομική σαφήνεια και ίσους όρους ανταγωνισμού για τους κλάδους που χρησιμοποιούν ή εμπορεύονται ξένα είδη, αποτρέποντας ταυτόχρονα τον κατακερματισμό της εσωτερικής αγοράς εξαιτίας των διαφορών μεταξύ των κρατών μελών ως προς τους περιορισμούς εμπορίας ΧΞΕ.

Οι τρέχουσες προσπάθειες είναι εξαιρετικά αποσπασματικές και ασυνεπείς, γεγονός που δημιουργεί σημαντικά κενά πολιτικής. Αυτά οδηγούν σε αναποτελεσματικότητα και δεν λύνουν το πρόβλημα των ΧΞΕ. Θα απαιτηθεί ένα μείγμα ενωσιακών και εθνικών, περιφερειακών και τοπικών μέτρων, που να συνάδουν με την αρχή της επικουρικότητας. Ωστόσο, η εφαρμογή συνεκτικής προσέγγισης σε ενωσιακό επίπεδο θα αυξήσει την αποτελεσματικότητα των μέτρων.

Κατευθυντήριες αρχές

Με την παρούσα πρόταση υποβάλλονται προς έγκριση μέτρα βασισμένα στις εξής κατευθυντήριες αρχές:

Ιεράρχηση — Υπάρχουν πάνω από 12.000 ξένα είδη στην ΕΕ, εκ των οποίων το 10 έως 15% προκαλούν ζημίες (δηλαδή 1.200 έως 1.800 χωροκατακτητικά ξένα είδη), ενώ εξακολουθούν να εισέρχονται και νέα είδη. Υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για μια προσέγγιση βάσει ιεράρχησης και αναλογικότητας, η οποία θα αξιοποιεί τις υφιστάμενες προσπάθειες και θα αυξάνει την αποδοτικότητα και την αποτελεσματικότητα της τρέχουσας δράσης.

Στροφή προς την πρόληψη — Έχει αναγνωριστεί σε διεθνές επίπεδο ότι η πρόληψη αποτελεί τον αποτελεσματικότερο τρόπο αποφυγής του προβλήματος των ΧΞΕ. Τα μέτρα που εστιάζουν στην πρόληψη πρέπει να συνοδεύονται από αποτελεσματικό σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για την ανάληψη άμεσης δράσης κατά των ειδών που διαφεύγουν τα προληπτικά μέτρα.

Αξιοποίηση των υφιστάμενων συστημάτων — Έχει ήδη επιτελεστεί πολύτιμο έργο στην Ένωση, τόσο σε εθνικό όσο και σε ενωσιακό επίπεδο. Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στη μεγιστοποίηση της αποδοτικότητας του συστήματος και στην πλήρη αξιοποίηση των υφιστάμενων δράσεων.

Βαθμιαία και σταδιακή προσέγγιση — Τα κράτη μέλη χρειάζονται ασφάλεια δικαίου και βεβαιότητα αναφορικά με την έκταση και το κόστος των μέτρων που θα κληθούν να λάβουν. Συνεπώς, η παρούσα πρόταση περιλαμβάνει ιεράρχηση των χωροκατακτητικών ξένων ειδών με βάση πολύ αυστηρά κριτήρια χαρακτηρισμού, καθώς και την επιβολή αρχικού ανωτάτου ορίου στον αριθμό των ειδών προτεραιότητας, το οποίο αντιστοιχεί στο ανώτερο 3% των περίπου 1.500 χωροκατακτητικών ξένων ειδών στην Ευρώπη. Επιπλέον, μια ρήτρα επανεξέτασης θα επιτρέψει την προοδευτική εξέλιξη του συστήματος και την αξιοποίηση της πείρας που θα αποκτηθεί. Οποιαδήποτε επέκταση του καταλόγου των ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος θα γίνεται μόνο μετά την εν λόγω επανεξέταση.

Δομή της πρότασης

Κεφάλαιο Ι — Γενικές διατάξεις. Η ενότητα αυτή ορίζει το αντικείμενο, το πεδίο εφαρμογής και τη βασική υποχρέωση της πρότασης. Παρέχει επίσης τα εργαλεία για την ιεράρχηση των ΧΞΕ ενωσιακού ενδιαφέροντος, ώστε να είναι δυνατή η ιεράρχηση των ενωσιακών πόρων βάσει των κινδύνων και των επιστημονικών στοιχείων.

Κεφάλαιο ΙΙ — Πρόληψη. Η ενότητα αυτή ορίζει τα μέτρα που απαιτούνται για την αποτροπή της εισαγωγής ΧΞΕ στην Ένωση, καθώς και της εισαγωγής ή ελευθέρωσής τους στο περιβάλλον.

Κεφάλαιο ΙΙΙ — Έγκαιρος εντοπισμός και ταχεία εξάλειψη. Η ενότητα αυτή ορίζει τα εργαλεία που θα διασφαλίσουν τον έγκαιρο εντοπισμό των ΧΞΕ ενωσιακού ενδιαφέροντος στο περιβάλλον και στα σύνορα της Ένωσης και περιγράφει τα μέτρα που θα ενεργοποιούνται όταν εντοπίζονται τα εν λόγω ΧΞΕ.

Κεφάλαιο IV — Διαχείριση ευρέως εξαπλωμένων ΧΞΕ. Η ενότητα αυτή ορίζει τις υποχρεώσεις που είναι αναγκαίες για την αντιμετώπιση των ΧΞΕ ενωσιακού ενδιαφέροντος τα οποία είναι ήδη παρόντα στην Ένωση και των νέων που διαφεύγουν τα προληπτικά μέτρα και τα μέτρα έγκαιρης ανίχνευσης και κατορθώνουν να εξαπλωθούν ευρέως.

Κεφάλαιο V — Τελικές διατάξεις. Η ενότητα αυτή ορίζει τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων και τα νομικά εργαλεία που χρειάζονται για τη διασφάλιση της εφαρμογής, της επιβολής και της επανεξέτασης των προτεινόμενων μέτρων.

4.           ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Θα υπάρξει περιορισμένη μόνο δημοσιονομική επίπτωση από την επιτροπή του άρθρου 22, η οποία θα χρηματοδοτηθεί από τον τομέα 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2014-2020 (βλ. συνημμένο δημοσιονομικό δελτίο).

2013/0307 (COD)

Πρόταση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την πρόληψη και διαχείριση της εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 192 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,[3]

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών[4],

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)       Η εμφάνιση ξένων ειδών — ζώων, φυτών, μυκήτων ή μικροοργανισμών — σε νέες τοποθεσίες δεν αποτελεί πάντα αιτία ανησυχίας. Ωστόσο, ένα σημαντικό υποσύνολο ξένων ειδών μπορούν να καταστούν χωροκατακτητικά, με σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα και στις οικοσυστημικές υπηρεσίες, καθώς και άλλες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, που πρέπει να αποτραπούν. Περίπου 12.000 είδη στο περιβάλλον της Ένωσης και άλλων ευρωπαϊκών χωρών είναι ξένα, εκ των οποίων περίπου το 10 έως 15% υπολογίζεται ότι είναι χωροκατακτητικά.

(2)       Τα χωροκατακτητικά ξένα είδη αποτελούν μία από τις βασικές απειλές για τη βιοποικιλότητα και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες, ιδίως σε γεωγραφικώς και εξελικτικώς απομονωμένα οικοσυστήματα, όπως μικρά νησιά, οι δε κίνδυνοι που ενέχουν τα συγκεκριμένα είδη ενδεχομένως επιτείνονται, εξαιτίας του αυξημένου παγκόσμιου εμπορίου, των μεταφορών, του τουρισμού και της κλιματικής αλλαγής.

(3)       Η απειλή που συνιστούν τα χωροκατακτητικά ξένα είδη για τη βιοποικιλότητα και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες μπορεί να πάρει διάφορες μορφές, όπως σοβαρές επιπτώσεις στη δομή και λειτουργία των ιθαγενών ειδών και οικοσυστημάτων μέσω μεταβολής του οικοτόπου (ενδιαιτήματος), θήρευσης, ανταγωνισμού, μετάδοσης ασθενειών, αντικατάστασης ιθαγενών ειδών σε σημαντικό ποσοστό του εύρους εξάπλωσής τους, καθώς και γενετικών επιδράσεων με υβριδισμό. Επιπλέον, τα χωροκατακτητικά ξένα είδη μπορούν επίσης να έχουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου και στην οικονομία. Η απειλή για τη βιοποικιλότητα και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες, την υγεία του ανθρώπου και την οικονομία προέρχεται μόνο από ζώντα δείγματα ή μέρη αυτών τα οποία μπορούν να αναπαραχθούν.

(4)       Η Ένωση, ως συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης για τη βιολογική ποικιλότητα, η οποία εγκρίθηκε με την απόφαση 93/626/ΕΟΚ του Συμβουλίου[5], δεσμεύεται από το άρθρο 8 στοιχείο η) της εν λόγω σύμβασης, σύμφωνα με το οποίο τα συμβαλλόμενα μέρη, κατά το μέτρο του δυνατού και του ενδεδειγμένου, «προλαμβάνουν την εισαγωγή, ελέγχουν ή εξαλείφουν τα ξένα είδη που απειλούν τα οικοσυστήματα, τους οικοτόπους ή τα είδη».

(5)       Η Ένωση, ως συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης περί της διατήρησης της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης (σύμβαση της Βέρνης), η οποία εγκρίθηκε με την απόφαση 82/72/ΕΟΚ του Συμβουλίου[6], έχει δεσμευτεί να λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για τη διασφάλιση της διατήρησης των οικοτόπων ειδών άγριας χλωρίδας και πανίδας.

(6)       Προκειμένου να υποστηριχθεί η επίτευξη των στόχων της οδηγίας 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Νοεμβρίου 2009 περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών[7], της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 1992 για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας[8], της οδηγίας 2008/56/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 περί πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον (οδηγία-πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική)[9] και της οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000 για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων[10], πρωταρχικός στόχος του παρόντος κανονισμού πρέπει να είναι η πρόληψη, η ελαχιστοποίηση και ο μετριασμός των δυσμενών επιδράσεων των χωροκατακτητικών ξένων ειδών στη βιοποικιλότητα και στις οικοσυστημικές υπηρεσίες, καθώς και η μείωση των οικονομικών και κοινωνικών τους επιπτώσεων.

(7)       Ορισμένα είδη μεταναστεύουν φυσιολογικά αντιδρώντας σε περιβαλλοντικές αλλαγές. Αυτά δεν θα πρέπει επομένως να θεωρούνται ξένα είδη στο νέο τους περιβάλλον και, ως εκ τούτου, εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής των νέων κανόνων περί χωροκατακτητικών ξένων ειδών.

(8)       Σε ενωσιακό επίπεδο, η πρόταση για νέο κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την υγεία των ζώων[11] περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με τις ασθένειες των ζώων, ενώ ο νέος κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί προστατευτικών μέτρων κατά των επιβλαβών για τα φυτά οργανισμών[12] ορίζει κανόνες για τους επιβλαβείς για τα φυτά οργανισμούς και η οδηγία 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Μαρτίου 2001 για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον και την κατάργηση της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου[13] ορίζει το καθεστώς που ισχύει για τους γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς. Συνεπώς, οι νέοι κανόνες περί χωροκατακτητικών ξένων ειδών θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τις εν λόγω πράξεις της Ένωσης και να μην αλληλεπικαλύπτονται. Επίσης δεν θα πρέπει να ισχύουν για τους οργανισμούς που αποτελούν τον στόχο των εν λόγω πράξεων.

(9)       Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 708/2007 του Συμβουλίου της 11ης Ιουνίου 2007 για τη χρήση στην υδατοκαλλιέργεια ξένων και απόντων σε τοπικό επίπεδο ειδών[14], ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων[15] και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 2009 σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου[16] προβλέπουν κανόνες αναφορικά με την έγκριση της χρήσης ορισμένων ξένων ειδών για συγκεκριμένους σκοπούς. Έχει ήδη εγκριθεί η χρήση ορισμένων ειδών δυνάμει των εν λόγω καθεστώτων κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος των παρόντων νέων κανόνων, επειδή αυτά δεν εκθέτουν σε μη αποδεκτούς κινδύνους το περιβάλλον, την υγεία του ανθρώπου και την οικονομία. Συνεπώς, προκειμένου να διασφαλιστεί η ύπαρξη συνεκτικού νομικού πλαισίου, τα είδη αυτά θα πρέπει να εξαιρεθούν από τους νέους κανόνες.

(10)     Λόγω του πλήθους των χωροκατακτητικών ξένων ειδών, είναι σημαντικό να δοθεί προτεραιότητα στην αντιμετώπιση του υποσυνόλου χωροκατακτητικών ξένων ειδών τα οποία κρίνεται ότι ενδιαφέρουν την Ένωση. Θα πρέπει συνεπώς να συνταχθεί κατάλογος των χωροκατακτητικών ξένων ειδών που θεωρούνται ενωσιακού ενδιαφέροντος. Ένα χωροκατακτητικό ξένο είδος θα πρέπει να θεωρείται ενωσιακού ενδιαφέροντος, εάν οι ζημίες που προκαλεί στο πληττόμενο κράτος μέλος είναι τόσο σημαντικές ώστε να δικαιολογούν τη θέσπιση ειδικών μέτρων, το πεδίο εφαρμογής των οποίων καλύπτει ολόκληρη την Ένωση, συμπεριλαμβανομένων των κρατών μελών που δεν έχουν ακόμη πληγεί ή είναι απίθανο να πληγούν. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το υποσύνολο των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος θα παραμένει ανάλογο με τον επιδιωκόμενο σκοπό, ο κατάλογος θα πρέπει να συνταχθεί βάσει βαθμιαίας και σταδιακής προσέγγισης που να περιλαμβάνει την επιβολή αρχικού ανώτατου ορίου στον αριθμό των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος, το οποίο αντιστοιχεί στο ανώτερο 3% των περίπου 1.500 χωροκατακτητικών ξένων ειδών στην Ευρώπη, και να εστιάζει στα είδη που προκαλούν, ή είναι πιθανό να προκαλέσουν, σημαντικές οικονομικές ζημίες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που οφείλονται στην απώλεια βιοποικιλότητας.

(11)     Τα κριτήρια χαρακτηρισμού των χωροκατακτητικών ξένων ειδών που θεωρούνται ενωσιακού ενδιαφέροντος αποτελούν το βασικό μέσο για την εφαρμογή των παρόντων νέων κανόνων. Η Επιτροπή θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να υποβάλει στην επιτροπή προτεινόμενο κατάλογο βασισμένο στα εν λόγω κριτήρια εντός ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας νομοθετικής πράξης. Τα κριτήρια θα πρέπει να περιλαμβάνουν εκτίμηση κινδύνου σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των συμφωνιών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου σχετικά με την επιβολή εμπορικών περιορισμών στα είδη.

(12)     Για να διασφαλιστούν η συμμόρφωση με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και η συνεκτική εφαρμογή των παρόντων νέων κανόνων, θα πρέπει να θεσπιστούν κοινά κριτήρια για τη διενέργεια της εκτίμησης κινδύνου. Τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να αξιοποιούν, κατά περίπτωση, τα υφιστάμενα εθνικά και διεθνή πρότυπα και να καλύπτουν τις διάφορες πτυχές των χαρακτηριστικών των ειδών, τον κίνδυνο και τους τρόπους εισόδου στην Ένωση, τις αρνητικές επιπτώσεις των ειδών στην οικονομία, στην κοινωνία και στη βιοποικιλότητα, τα πιθανά οφέλη από τις σχετικές χρήσεις και το κόστος μετριασμού, με σκοπό τη στάθμισή τους έναντι των αρνητικών επιπτώσεων, καθώς και ποσοτική πρόβλεψη του κόστους των περιβαλλοντικών, οικονομικών και κοινωνικών ζημιών σε ενωσιακό επίπεδο που να καταδεικνύει τη σημασία για την Ένωση, προκειμένου να δικαιολογηθεί η περαιτέρω δράση. Για να αναπτυχθεί προοδευτικά το σύστημα και να αξιοποιηθεί η πείρα που θα αποκτηθεί, θα πρέπει να αξιολογηθεί η συνολική προσέγγιση έπειτα από πέντε έτη.

(13)     Ορισμένα χωροκατακτητικά ξένα είδη ζώων περιλαμβάνονται στο παράρτημα Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 338/97 του Συμβουλίου της 9ης Δεκεμβρίου 1996 για την προστασία των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας με τον έλεγχο του εμπορίου τους[17] και η εισαγωγή τους στην Ένωση απαγορεύεται, διότι έχει αναγνωριστεί ο χωροκατακτητικός χαρακτήρας τους και η εισαγωγή τους στην Ένωση έχει αρνητικές επιπτώσεις σε ιθαγενή είδη. Πρόκειται για τα εξής είδη: Callosciurus erythraeus, Sciurus carolinensis, Oxyura jamaicensis, Lithobates (Rana) catesbeianus, Sciurus niger, Chrysemys picta, Trachemys scripta elegans. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ύπαρξη συνεκτικού νομικού πλαισίου και ενιαίων κανόνων σε ενωσιακό επίπεδο σχετικά με τα χωροκατακτητικά ξένα είδη, θα πρέπει να εξεταστεί κατά προτεραιότητα η εγγραφή των συγκεκριμένων χωροκατακτητικών ξένων ειδών ζώων στον κατάλογο των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος.

(14)     Η πρόληψη είναι γενικά περιβαλλοντικώς προτιμότερη και οικονομικώς αποδοτικότερη από την εκ των υστέρων δράση, μετά το συμβάν, και ως εκ τούτου θα πρέπει να έχει προτεραιότητα. Καθώς είναι δυνατόν να εισάγονται συνεχώς νέα είδη στην Ένωση και τα ήδη υπάρχοντα ξένα είδη εξαπλώνονται και επεκτείνουν το εύρος τους, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί η συνεχής αναθεώρηση και επικαιροποίηση του καταλόγου των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος.

(15)     Ορισμένα από τα είδη που είναι χωροκατακτητικά στην Ένωση ενδέχεται να είναι ιθαγενή ορισμένων από τις εξόχως απόκεντρες περιοχές της. Στην ανακοίνωση της Επιτροπής με θέμα «Οι εξόχως απόκεντρες περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης: ένα πλεονέκτημα για την Ευρώπη»[18] αναγνωρίστηκε ότι η αξιοσημείωτη βιοποικιλότητα των εξόχως απόκεντρων περιοχών απαιτεί την επεξεργασία και εφαρμογή μέτρων για την αποτροπή και τη διαχείριση των χωροκατακτητικών ξένων ειδών στις περιοχές αυτές, όπως ορίζονται στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου 2010/718/ΕΕ της 29ης Οκτωβρίου 2010 σχετικά με την τροποποίηση του ευρωπαϊκού καθεστώτος της νήσου του Αγίου Βαρθολομαίου[19] και 2012/419/ΕΕ της 11ης Ιουλίου 2012 σχετικά με την τροποποίηση του καθεστώτος της Μαγιότ έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης[20]. Συνεπώς, όλες οι διατάξεις των παρόντων νέων κανόνων θα πρέπει να εφαρμόζονται στις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Ένωσης, με εξαίρεση τις διατάξεις που αφορούν τα χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος τα οποία είναι ιθαγενή των περιοχών αυτών. Επιπροσθέτως, για να καταστεί δυνατή η απαραίτητη προστασία της βιοποικιλότητας των συγκεκριμένων περιοχών, είναι αναγκαίο να συντάξουν τα κράτη μέλη, συμπληρωματικά προς τον κατάλογο των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος, ειδικούς καταλόγους χωροκατακτητικών ξένων ειδών για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές τους, στις οποίες θα πρέπει να εφαρμόζονται επίσης οι παρόντες νέοι κανόνες.

(16)     Οι κίνδυνοι και οι ανησυχίες που συνδέονται με τα χωροκατακτητικά ξένα είδη αποτελούν διασυνοριακή πρόκληση για ολόκληρη την Ένωση. Είναι λοιπόν απαραίτητο να επιβληθεί σε ενωσιακό επίπεδο απαγόρευση της εκούσιας εισαγωγής στην Ένωση, αναπαραγωγής, καλλιέργειας/εκτροφής, μεταφοράς, αγοράς, πώλησης, χρήσης, ανταλλαγής, διατήρησης και ελευθέρωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος, ώστε να διασφαλιστεί η ανάληψη συνεκτικής δράσης σε ολόκληρη την Ένωση για την αποφυγή στρεβλώσεων στην εσωτερική αγορά και την αποτροπή καταστάσεων στις οποίες η δράση ενός κράτους μέλους υπονομεύεται από την απουσία δράσης σε άλλα.

(17)     Προκειμένου να καταστούν δυνατές οι δραστηριότητες επιστημονικής έρευνας και μη επιτόπιας διατήρησης, είναι απαραίτητη η θέσπιση ειδικών κανόνων για τα χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος που αποτελούν το αντικείμενο των εν λόγω δραστηριοτήτων. Οι τελευταίες θα πρέπει να εκτελούνται σε κλειστές εγκαταστάσεις, όπου οι οργανισμοί διατηρούνται υπό περιορισμό, και κατόπιν λήψης όλων των μέτρων που απαιτούνται για την αποτροπή της διαφυγής ή της παράνομης ελευθέρωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος.

(18)     Ενδέχεται να υπάρξουν περιπτώσεις εμφάνισης στα σύνορα της Ένωσης ή εντοπισμού στην επικράτειά της ξένων ειδών τα οποία δεν έχουν ακόμη αναγνωριστεί ως χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος. Θα πρέπει λοιπόν να δοθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα να εγκρίνουν ορισμένα μέτρα έκτακτης ανάγκης βάσει των διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων. Τα εν λόγω μέτρα έκτακτης ανάγκης θα επιτρέπουν την άμεση απόκριση για την καταπολέμηση ειδών τα οποία ίσως ενέχουν κινδύνους σχετικούς με την εισαγωγή, την εγκατάσταση και την εξάπλωσή τους σε αυτές τις χώρες, ενώ παράλληλα τα κράτη μέλη θα διενεργούν εκτίμηση των πραγματικών κινδύνων που εγκυμονούν τα είδη αυτά, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις των συμφωνιών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, με σκοπό ιδίως την αναγνώριση των εν λόγω ειδών ως χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος. Είναι αναγκαίος ο συνδυασμός των εθνικών μέτρων έκτακτης ανάγκης με τη δυνατότητα έγκρισης μέτρων έκτακτης ανάγκης σε ενωσιακό επίπεδο με σκοπό τη συμμόρφωση με τις διατάξεις των συμφωνιών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Επιπλέον, τα μέτρα έκτακτης ανάγκης σε ενωσιακό επίπεδο θα εφοδιάζουν την Ένωση με ένα μηχανισμό ταχείας ανάληψης δράσης σε περίπτωση παρουσίας ή άμεσου κινδύνου εισόδου ενός νέου χωροκατακτητικού ξένου είδους, σύμφωνα με την αρχή της προφύλαξης.

(19)     Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση θα θεσπίζουν αυστηρότερα μέτρα για την αντιμετώπιση χωροκατακτητικών ξένων ειδών και να λαμβάνουν προορατικά μέτρα για είδη που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος. Για την υιοθέτηση προορατικότερης στάσης έναντι των ειδών που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο, θα πρέπει να απαιτείται η έκδοση άδειας ελευθέρωσης, προκειμένου να ελευθερωθούν στο περιβάλλον χωροκατακτητικά ξένα είδη που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος, αλλά για τα οποία τα κράτη μέλη διαθέτουν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι αποτελούν κίνδυνο. Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 708/2007 έχουν ήδη θεσπιστεί λεπτομερείς κανόνες για την έγκριση της χρήσης ξένων ειδών σε υδατοκαλλιέργειες, οι οποίοι θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο αυτό.

(20)     Μεγάλο ποσοστό των χωροκατακτητικών ξένων ειδών εισάγονται στην Ένωση ακούσια. Είναι συνεπώς ζωτικής σημασίας η διαχείριση των διαδρομών ακούσιας εισαγωγής των ειδών αυτών. Η ανάληψη δράσης στο πεδίο αυτό θα πρέπει να είναι σταδιακή, δεδομένης της σχετικά περιορισμένης πείρας. Η εν λόγω δράση θα πρέπει να περιλαμβάνει εθελοντικά μέτρα, όπως εκείνα που προτείνονται στις κατευθυντήριες γραμμές του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού για τον έλεγχο και τη διαχείριση των βιολογικών αποθέσεων σε πλοία, καθώς και υποχρεωτικά μέτρα, και θα πρέπει να βασίζεται στην πείρα που έχει ήδη αποκτηθεί στην Ένωση και στα κράτη μέλη αναφορικά με τη διαχείριση ορισμένων διαδρομών, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που έχουν θεσπιστεί μέσω της διεθνούς σύμβασης για τον έλεγχο και τη διαχείριση του υδάτινου έρματος των πλοίων και των ιζημάτων.

(21)     Προκειμένου να καταρτιστεί μια επαρκής γνωσιακή βάση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούνται από χωροκατακτητικά ξένα είδη, είναι σημαντική η έρευνα, παρακολούθηση και επιτήρηση των ειδών αυτών από τα κράτη μέλη. Δεδομένου ότι τα συστήματα επιτήρησης αποτελούν το πιο ενδεδειγμένο μέσο έγκαιρου εντοπισμού νέων χωροκατακτητικών ξένων ειδών και προσδιορισμού της κατανομής των ήδη εγκαταστημένων ειδών, τα συστήματα αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν τόσο εξειδικευμένες όσο και γενικές έρευνες και να αξιοποιούν τη συμμετοχή διάφορων κλάδων και εμπλεκομένων, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών κοινοτήτων. Τα συστήματα επιτήρησης θα πρέπει να συνεπάγονται αδιάλειπτη προσοχή για οποιοδήποτε νέο χωροκατακτητικό ξένο είδος σε οποιοδήποτε μέρος της Ένωσης. Για λόγους αποτελεσματικότητας και οικονομικής αποδοτικότητας, θα πρέπει να εφαρμοστούν τα υπάρχοντα συστήματα συνοριακού ελέγχου, επιτήρησης και παρακολούθησης που έχουν ήδη θεσπιστεί με ενωσιακή νομοθεσία, ιδίως δε εκείνα που καθορίζονται στις οδηγίες 2009/147/ΕΚ, 92/43/ΕΟΚ, 2008/56/ΕΚ και 2000/60/ΕΚ.

(22)     Θα πρέπει να διενεργούνται επίσημοι έλεγχοι σε ζώα και φυτά για την αποτροπή της εκούσιας εισαγωγής χωροκατακτητικών ξένων ειδών. Τα ζώντα ζώα και φυτά θα πρέπει να εισέρχονται στην Ένωση από τους συνοριακούς σταθμούς ελέγχου που έχουν οριστεί από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. XXX/XXXX [για τους επίσημους ελέγχους – COM(2013)265]. Για λόγους βελτίωσης της αποτελεσματικότητας και αποφυγής της δημιουργίας παράλληλων συστημάτων συνοριακού ελέγχου, το κατά πόσον τα εν λόγω είδη είναι χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος θα πρέπει να εξακριβώνεται και στον πρώτο συνοριακό σταθμό ελέγχου άφιξης. Τα ζώα και φυτά που είτε δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXXX [για τους επίσημους ελέγχους – COM(2013)265] είτε εξαιρούνται από τους επίσημους ελέγχους σε συνοριακούς σταθμούς ελέγχου, πρέπει να εισέρχονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας από άλλα σημεία εισόδου και να υποβάλλονται εκεί σε ελέγχους.

(23)     Μετά την εισαγωγή ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους, η λήψη μέτρων έγκαιρου εντοπισμού και ταχείας εξάλειψης είναι ζωτικής σημασίας για την αποτροπή της εγκατάστασης και εξάπλωσής του. Η πλέον αποτελεσματική και οικονομικά αποδοτική απόκριση είναι συχνά η εξάλειψη του πληθυσμού, το συντομότερο δυνατόν, ενόσω ο αριθμός των δειγμάτων είναι ακόμη περιορισμένος. Σε περίπτωση που η εξάλειψη δεν είναι εφικτή ή το κόστος της υπερβαίνει τα μακροπρόθεσμα περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά οφέλη, θα πρέπει να εφαρμόζονται μέτρα περιορισμού και ελέγχου.

(24)     Η εξάλειψη και διαχείριση ορισμένων χωροκατακτητικών ξένων ειδών, αν και αναγκαία, ενδέχεται να προκαλεί πόνο, αγωνία, φόβο ή άλλου είδους ταλαιπωρία στα ζώα ακόμη και με τη χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών μέσων. Για τον λόγο αυτό, τα κράτη μέλη και κάθε φορέας που εμπλέκεται στην εξάλειψη, στην καταπολέμηση ή στον περιορισμό χωροκατακτητικών ξένων ειδών θα πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την ελαχιστοποίηση του πόνου, της αγωνίας και της ταλαιπωρίας που υφίστανται τα ζώα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, λαμβάνοντας υπόψη, στο μέτρο του δυνατού, τις βέλτιστες πρακτικές που ισχύουν στον συγκεκριμένο τομέα, για παράδειγμα τις κατευθυντήριες αρχές για την καλή μεταχείριση των ζώων που έχει εκπονήσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός για την Υγεία των Ζώων (ΟΙΕ).

(25)     Τα χωροκατακτητικά ξένα είδη προκαλούν γενικά ζημίες στα οικοσυστήματα και μειώνουν την ανθεκτικότητά τους. Συνεπώς, απαιτούνται μέτρα αποκατάστασης για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των οικοσυστημάτων έναντι των εισβολών, την αποκατάσταση των προκαλούμενων ζημιών και για τη βελτίωση της κατάστασης διατήρησης των ειδών και των οικοτόπων τους σύμφωνα με το άρθρο 4 της οδηγίας 2009/147/ΕΚ και το άρθρο 6 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, της οικολογικής κατάστασης των εσωτερικών επιφανειακών, των μεταβατικών, των παράκτιων και των υπόγειων υδάτων σύμφωνα με το άρθρο 11 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, καθώς και της περιβαλλοντικής κατάστασης των θαλάσσιων υδάτων σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας 2008/56/ΕΚ.

(26)     Το σύστημα αντιμετώπισης των χωροκατακτητικών ξένων ειδών θα πρέπει να υποστηρίζεται από ένα κεντρικό σύστημα πληροφοριών που να συνδυάζει τις υπάρχουσες πληροφορίες σχετικά με ξένα είδη στην Ένωση και να επιτρέπει την πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με την παρουσία των ειδών, την εξάπλωσή τους, την οικολογία τους, το ιστορικό εισβολών τους, καθώς και σε κάθε άλλη πληροφορία απαραίτητη για την υποστήριξη των αποφάσεων που λαμβάνονται σε επίπεδο πολιτικής και διαχείρισης.

(27)     Με την οδηγία 2003/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Μαΐου 2003 σχετικά με τη συμμετοχή του κοινού στην κατάρτιση ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων που αφορούν το περιβάλλον[21] θεσπίστηκε ένα πλαίσιο δημόσιας διαβούλευσης για τις αποφάσεις που σχετίζονται με το περιβάλλον. Κατά τον προσδιορισμό των δράσεων στο πεδίο των χωροκατακτητικών ξένων ειδών, η αποτελεσματική συμμετοχή του κοινού θα πρέπει να παρέχει στο κοινό τη δυνατότητα να εκφράζει, και στον φορέα λήψης αποφάσεων να λαμβάνει υπόψη, απόψεις και ανησυχίες ενδεχομένως σχετικές με τις εν λόγω αποφάσεις, ενισχύοντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, τη λογοδοσία και τη διαφάνεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και συμβάλλοντας στην ευαισθητοποίηση του κοινού σε περιβαλλοντικά θέματα και στην από πλευράς του υποστήριξη των αποφάσεων που λαμβάνονται.

(28)     Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίες συνθήκες για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, για την έγκριση και την επικαιροποίηση του καταλόγου χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος, για την έγκριση παρεκκλίσεων από την υποχρέωση ταχείας εξάλειψης και για τη θέσπιση ενωσιακών μέτρων έκτακτης ανάγκης, απαιτείται η ανάθεση εκτελεστικών αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή. Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή[22].

(29)     Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι τελευταίες επιστημονικές εξελίξεις στον τομέα του περιβάλλοντος, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναφορικά με τον καθορισμό, αφενός του τρόπου με τον οποίο θα συνάγεται το συμπέρασμα ότι τα χωροκατακτητικά ξένα είδη είναι ικανά να εγκαταστήσουν βιώσιμους πληθυσμούς και να εξαπλωθούν και, αφετέρου, των κοινών στοιχείων για τη διενέργεια των εκτιμήσεων κινδύνου. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να προβαίνει η Επιτροπή στις κατάλληλες διαβουλεύσεις, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

(30)     Για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό, είναι σημαντικό να επιβάλλουν τα κράτη μέλη αποτρεπτικές, αποτελεσματικές και ανάλογες με τον επιδιωκόμενο σκοπό κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης, λαμβάνοντας υπόψη το είδος και τη βαρύτητα της παράβασης.

(31)     Για να δοθεί στους ιδιοκτήτες που δεν είναι έμποροι η δυνατότητα να διατηρήσουν τα οικεία ζώα συντροφιάς τα οποία ανήκουν σε είδη του καταλόγου των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος, μέχρι τον φυσικό θάνατο του ζώου, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν μεταβατικά μέτρα, υπό την προϋπόθεση ότι τίθενται σε εφαρμογή όλα τα αναγκαία μέτρα για την αποτροπή της διαφυγής ή της αναπαραγωγής.

(32)     Για να δοθεί στις εμπορικές επιχειρήσεις που ενδέχεται να προστατεύονται βάσει της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, για παράδειγμα σε εκείνες που έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 708/2007, η δυνατότητα να εξαντλήσουν τα οικεία αποθέματα χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος όταν τεθούν σε ισχύ οι παρόντες κανόνες, δικαιολογείται να τους χορηγηθεί προθεσμία δύο ετών για να θανατώσουν, να πωλήσουν ή να παραδώσουν τα δείγματα σε εγκαταστάσεις έρευνας ή μη επιτόπιας διατήρησης.

(33)     Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας πρότασης, δηλαδή η αποτροπή και διαχείριση χωροκατακτητικών ξένων ειδών, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και συνεπώς, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων των μέτρων, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίζει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα πράξη δεν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη των εν λόγω στόχων,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1 Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός ορίζει κανόνες για την πρόληψη, την ελαχιστοποίηση και τον μετριασμό των δυσμενών επιπτώσεων της εισαγωγής και εξάπλωσης, είτε εκούσιας είτε ακούσιας, χωροκατακτητικών ξένων ειδών στη βιοποικιλότητα και στις οικοσυστημικές υπηρεσίες.

Άρθρο 2 Πεδίο εφαρμογής

1.           Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε όλα τα χωροκατακτητικά ξένα είδη στην Ένωση, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2.

2.           Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται:

α)      σε είδη που αλλάζουν το φυσικό τους εύρος εξάπλωσης χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, αντιδρώντας στη μεταβολή των οικολογικών συνθηκών και στην κλιματική αλλαγή·

β)      σε γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2001/18/ΕΚ·

γ)       σε νόσους ζώων οι οποίες υπόκεινται σε ρύθμιση, όπως ορίζονται στον άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXXX [για την υγεία των ζώων – COM(2013) 260 final]·

δ)      σε επιβλαβείς για τα φυτά οργανισμούς που περιλαμβάνονται στον κατάλογο ο οποίος καταρτίζεται δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 2 ή του άρθρου 32 παράγραφος 3 ή υπόκεινται σε μέτρα τα οποία λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 29 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXXX [για την υγεία των φυτών – COM(2013) 267 final]·

ε)       σε είδη που περιλαμβάνονται στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 708/2007·

στ)     σε μικροοργανισμούς που παρασκευάζονται ή εισάγονται για χρήση σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα τα οποία έχουν ήδη εγκριθεί ή για τα οποία βρίσκεται σε εξέλιξη σχετική αξιολόγηση δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009·

ζ)       σε μικροοργανισμούς που παρασκευάζονται ή εισάγονται για χρήση σε βιοκτόνα τα οποία έχουν ήδη εγκριθεί ή διατίθενται στην αγορά της Ένωσης δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

Άρθρο 3 Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

(1) «ξένα είδη»: ζώντα δείγματα ενός είδους, ενός υποείδους ή μιας κατώτερης ταξινομικής βαθμίδας ζώων, φυτών, μυκήτων ή μικροοργανισμών, τα οποία εισάγονται εκτός της φυσικής παρελθούσας ή παρούσας κατανομής τους· στον ορισμό αυτό συμπεριλαμβάνονται οποιοδήποτε μέρος, γαμέτες, σπόρια, αυγά ή πολλαπλασιαστικές μονάδες των εν λόγω ειδών, καθώς και κάθε υβρίδιο, ποικιλία ή φυλή που θα μπορούσε να επιβιώσουν και στη συνέχεια να αναπαραχθεί·

(2) «χωροκατακτητικά ξένα είδη»: ξένα είδη των οποίων η εισαγωγή ή εξάπλωση έχει διαπιστωθεί, μέσω εκτίμησης κινδύνου, ότι απειλεί τη βιοποικιλότητα και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες και ότι ενδέχεται να έχει επίσης αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου ή στην οικονομία·

(3) «χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος»: χωροκατακτητικά ξένα είδη των οποίων οι αρνητικές επιπτώσεις έχει κριθεί ότι απαιτούν συντονισμένη δράση σε ενωσιακό επίπεδο σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2·

(4) «βιοποικιλότητα»: η ποικιλομορφία των ζώντων οργανισμών από όλες τις πηγές, μεταξύ άλλων από τα χερσαία, τα θαλάσσια και άλλα υδάτινα οικοσυστήματα και τα οικολογικά συμπλέγματα των οποίων αποτελούν τμήμα· στον ορισμό αυτό συμπεριλαμβάνεται η ποικιλότητα εντός και μεταξύ των ειδών και η ποικιλότητα των οικοσυστημάτων·

(5) «οικοσυστημικές υπηρεσίες»: οι άμεσες και έμμεσες συνεισφορές των οικοσυστημάτων στην ευημερία του ανθρώπου·

(6) «εισαγωγή»: η μετακίνηση, μέσω ανθρώπινης παρέμβασης, ενός είδους εκτός της παρελθούσας ή παρούσας φυσικής κατανομής του·

(7) «έρευνα»: περιγραφική ή πειραματική εργασία που εκτελείται υπό ρυθμιζόμενες συνθήκες για την απόκτηση νέων γνώσεων ή την ανάπτυξη νέων προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των αρχικών φάσεων ταυτοποίησης, χαρακτηρισμού και απομόνωσης γενετικών χαρακτηριστικών των χωροκατακτητικών ξένων ειδών, εκτός της χωροκατακτητικότητας, μόνο στον βαθμό που έχει θεμελιώδη σημασία για την αναπαραγωγή των χαρακτηριστικών αυτών σε μη χωροκατακτητικά είδη·

(8) «κατοχή υπό περιορισμό»: η διατήρηση ενός οργανισμού σε κλειστές εγκαταστάσεις από όπου είναι αδύνατη η διαφυγή ή εξάπλωση·

(9) «μη επιτόπια διατήρηση»: η διατήρηση συνιστωσών βιολογικής ποικιλότητας εκτός του φυσικού τους οικοτόπου (ενδιαιτήματος)·

(10) «διαδρομές»: οι οδοί και οι μηχανισμοί βιολογικών εισβολών·

(11) «έγκαιρος εντοπισμός»: η επιβεβαίωση της παρουσίας δειγμάτων ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους στο περιβάλλον προτού αυτό εξαπλωθεί ευρέως·

(12) «εξάλειψη»: η πλήρης και μόνιμη απομάκρυνση του πληθυσμού χωροκατακτητικών ξένων ειδών με φυσικά, χημικά ή βιολογικά μέσα·

(13) «ευρέως εξαπλωμένο»: ένα χωροκατακτητικό ξένο είδος του οποίου ο πληθυσμός έχει υπερβεί το στάδιο του εγκλιματισμού, κατά το οποίο διατηρείται ένας αυτοσυντηρούμενος πληθυσμός, και έχει εξαπλωθεί προκειμένου να αποικίσει μεγάλο μέρος του πιθανού εύρους όπου μπορεί να επιβιώσει και να αναπαραχθεί·

(14) «διαχείριση»: οποιαδήποτε φυσική, χημική ή βιολογική δράση αποσκοπεί στην εξάλειψη, στον έλεγχο του πληθυσμού ή στον περιορισμό του πληθυσμού ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους·

(15) «περιορισμός»: μέτρα που αποσκοπούν στη δημιουργία φραγμών για την ελαχιστοποίηση του κινδύνου διασποράς του πληθυσμού ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους και εξάπλωσής του πέραν της περιοχής εισβολής·

(16) «έλεγχος πληθυσμού»: φυσικά, χημικά ή βιολογικά μέτρα που εφαρμόζονται στον πληθυσμό ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους με σκοπό τη διατήρηση του αριθμού των ατόμων στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο, έτσι ώστε, αν και δεν είναι εφικτή η εξάλειψη του είδους, να ελαχιστοποιηθούν η χωροκατακτητική του ικανότητα και οι δυσμενείς επιπτώσεις του στη βιοποικιλότητα και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες ή στην υγεία του ανθρώπου και την οικονομία.

Άρθρο 4 Κατάλογος χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος

1.           Η Επιτροπή εγκρίνει και επικαιροποιεί κατάλογο χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος μέσω εκτελεστικών πράξεων, με βάση τα κριτήρια της παραγράφου 2. Οι εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 22 παράγραφος 2.

2.           Χωροκατακτητικά ξένα είδη εγγράφονται στον κατάλογο της παραγράφου 1 μόνο εάν πληρούν όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

α)      διαπιστώνεται βάσει των διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων ότι είναι ξένα προς την επικράτεια της Ένωσης, εξαιρουμένων των εξόχως απόκεντρων περιοχών της·

β)      διαπιστώνεται βάσει των διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων ότι είναι ικανά να εγκαταστήσουν έναν βιώσιμο πληθυσμό και να εξαπλωθούν στο περιβάλλον υπό τις τρέχουσες ή προβλέψιμες συνθήκες κλιματικής αλλαγής οπουδήποτε στην Ένωση, εξαιρουμένων των εξόχως απόκεντρων περιοχών της·

γ)      καταδεικνύεται μέσω εκτίμησης κινδύνου που έχει διενεργηθεί δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 1 ότι απαιτείται δράση σε ενωσιακό επίπεδο για την αποτροπή της εγκατάστασης και εξάπλωσής τους.

3.           Τα κράτη μέλη μπορούν να υποβάλλουν στην Επιτροπή αιτήματα εγγραφής χωροκατακτητικών ξένων ειδών στον κατάλογο της παραγράφου 1. Τα αιτήματα αυτά περιλαμβάνουν όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

α)      το όνομα του είδους·

β)      εκτίμηση κινδύνου που έχει διενεργηθεί δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 1·

γ)      στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το είδος πληροί τα κριτήρια της παραγράφου 2.

4.           Ο κατάλογος της παραγράφου 1 περιλαμβάνει κατ’ ανώτατο όριο πενήντα είδη, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που μπορεί να προστεθούν ως αποτέλεσμα των μέτρων έκτακτης ανάγκης που προβλέπονται στο άρθρο 9.

Άρθρο 5

Εκτίμηση κινδύνου και κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

1.           Η Επιτροπή ή τα κράτη μέλη, κατά περίπτωση, διενεργούν την εκτίμηση κινδύνου του άρθρου 4 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και παράγραφος 3 στοιχείο β), λαμβάνοντας υπόψη τα εξής στοιχεία:

α)      περιγραφή των ειδών με την ταξινομική τους ταυτότητα, το ιστορικό τους, το ιθαγενές και το δυνητικό εύρος εξάπλωσής τους·

β)      περιγραφή των προτύπων αναπαραγωγής και εξάπλωσής τους, συμπεριλαμβανομένης εκτίμησης του κατά πόσον υφίστανται οι περιβαλλοντικές συνθήκες που απαιτούνται για την αναπαραγωγή και εξάπλωσή τους·

γ)      περιγραφή των πιθανών διαδρομών εισόδου και εξάπλωσης, εκούσιας και ακούσιας, συμπεριλαμβανομένων κατά περίπτωση των εμπορευμάτων με τα οποία συνδέονται κατά κανόνα τα εν λόγω είδη·

δ)      ενδελεχή εκτίμηση του κινδύνου εισόδου, εγκατάστασης, εξάπλωσης στις σχετικές βιογεωγραφικές περιοχές υπό τις παρούσες συνθήκες και υπό προβλέψιμες συνθήκες κλιματικής αλλαγής·

ε)      περιγραφή της τρέχουσας κατανομής του είδους, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον το εν λόγω είδος είναι ήδη παρόν στην Ένωση ή σε γειτονικές χώρες·

στ)    περιγραφή των αρνητικών επιπτώσεων στη βιοποικιλότητα και στις οικοσυστημικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων στα ιθαγενή είδη, στις προστατευόμενες περιοχές, στους απειλούμενους οικοτόπους, στην υγεία του ανθρώπου και στην οικονομία, με εκτίμηση του μεγέθους των μελλοντικών επιπτώσεων·

ζ)      ποσοτική πρόβλεψη του κόστους των ζημιών σε ενωσιακό επίπεδο, η οποία καταδεικνύει τη σημασία για την Ένωση, προκειμένου να δικαιολογηθεί η ανάληψη δράσης, εφόσον η συνολική ζημία θα υπερκαλύπτει το κόστος μετριασμού·

η)      περιγραφή των πιθανών χρήσεων και των οφελών που προκύπτουν από αυτές τις χρήσεις των ειδών.

2.           Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 23, για τον ακριβέστερο προσδιορισμό του τύπου των αποδεκτών επιστημονικών στοιχείων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο β) και για την λεπτομερή περιγραφή της εφαρμογής των στοιχείων που καθορίζονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως η) του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένης της μεθοδολογίας που θα εφαρμόζεται για την αξιολόγηση των στοιχείων αυτών, λαμβάνοντας υπόψη τα σχετικά εθνικά και διεθνή πρότυπα και την ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα στη δράση κατά των ειδών που συνδέονται με σημαντικές οικονομικές ζημίες ή είναι ικανά να τις προκαλέσουν, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που οφείλονται στην απώλεια βιοποικιλότητας.

Άρθρο 6 Διατάξεις για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές

1.           Τα είδη που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1 και είναι ιθαγενή εξόχως απόκεντρης περιοχής δεν υπόκεινται στις διατάξεις των άρθρων 7, 8, 11 και 13 έως 17 στην εξόχως απόκεντρη περιοχή της οποίας είναι ιθαγενή.

2.           Το αργότερο την/στις [12 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού – θα προστεθεί η ημερομηνία], κάθε κράτος μέλος που διαθέτει εξόχως απόκεντρες περιοχές εγκρίνει κατάλογο χωροκατακτητικών ξένων ειδών που ενδιαφέρουν καθεμιά από τις εξόχως απόκεντρες περιοχές τους, κατόπιν διαβούλευσης με τις εν λόγω περιοχές.

3.           Τα είδη που περιλαμβάνονται στους καταλόγους της παραγράφου 2 υπόκεινται στα άρθρα 7, 8, 11 και 13 έως 17 εντός των αντίστοιχων εξόχως απόκεντρων περιοχών.

4.           Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή τους καταλόγους της παραγράφου 2, καθώς και κάθε επικαιροποίηση των εν λόγω καταλόγων, και ενημερώνουν σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη.

Κεφάλαιο II Πρόληψη

Άρθρο 7 Απαγόρευση των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος

1.           Τα είδη που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1 δεν αποτελούν εκούσια το αντικείμενο καμίας από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)      εισαγωγή στην επικράτεια της Ένωσης ή διαμετακόμιση μέσω αυτής·

β)      παροχή της δυνατότητας αναπαραγωγής·

γ)       μεταφορά, με εξαίρεση τη μεταφορά ειδών σε εγκαταστάσεις με σκοπό την εξάλειψή τους·

δ)      διάθεση στην αγορά·

ε)       χρήση ή ανταλλαγή·

στ)     διατήρηση ή καλλιέργεια/εκτροφή, συμπεριλαμβανομένης της κατοχής υπό περιορισμό·

ζ)       ελευθέρωση στο περιβάλλον.

2.           Τα κράτη μέλη αποτρέπουν την ακούσια εισαγωγή χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφοι 3 και 4.

Άρθρο 8 Άδειες για έρευνα και μη επιτόπια διατήρηση

1.           Κατά παρέκκλιση των απαγορεύσεων που επιβάλλει το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), γ), ε) και στ), τα κράτη μέλη θεσπίζουν σύστημα αδειοδότησης που επιτρέπει σε εγκαταστάσεις οι οποίες διαθέτουν άδεια έρευνας ή μη επιτόπιας διατήρησης να διεξάγουν τις δραστηριότητες αυτές σε χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος.

2.           Τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούν τις σχετικές αρμόδιες αρχές να εκδίδουν τις άδειες της παραγράφου 1 για δραστηριότητες εκτελούμενες σε συνθήκες κατοχής υπό περιορισμό οι οποίες πληρούν τους ακόλουθους όρους:

α)      για τη διατήρηση και τον χειρισμό των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος χρησιμοποιούνται οι κλειστές εγκαταστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3·

β)      η δραστηριότητα εκτελείται από προσωπικό με τα επιστημονικά και τεχνικά προσόντα που ορίζουν οι αρμόδιες αρχές·

γ)       η μεταφορά προς και από την κλειστή εγκατάσταση έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή και εκτελείται υπό συνθήκες που αποκλείουν τη διαφυγή των χωροκατακτητικών ξένων ειδών·

δ)      στην περίπτωση των χωροκατακτητικών ξένων ειδών που είναι ζώα, αυτά σημαίνονται, εφόσον είναι δυνατόν·

ε)       επιτυγχάνεται αποτελεσματική διαχείριση του κινδύνου διαφυγής ή εξάπλωσης ή απομάκρυνσης, λαμβάνοντας υπόψη την ταυτότητα, τη βιολογία και τα μέσα διασποράς του είδους, την προβλεπόμενη δραστηριότητα και την αντίστοιχη κλειστή εγκατάσταση, την αλληλεπίδραση με το περιβάλλον και άλλους συναφείς παράγοντες που σχετίζονται με τον κίνδυνο που δημιουργεί το συγκεκριμένο είδος·

στ)     εφαρμόζεται συνεχής επιτήρηση και εκπονείται σχέδιο έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση πιθανής διαφυγής ή εξάπλωσης, συμπεριλαμβανομένου σχεδίου εξάλειψης.

ζ)       Η άδεια της παραγράφου 1 περιορίζεται στον αριθμό ειδών και δειγμάτων που είναι απαραίτητος για την εκάστοτε έρευνα ή μη επιτόπια διατήρηση και δεν υπερβαίνει τη δυναμικότητα της κλειστής εγκατάστασης. Περιλαμβάνει τους περιορισμούς που απαιτούνται για τον μετριασμό του κινδύνου διαφυγής ή εξάπλωσης του εκάστοτε είδους. Συνοδεύει πάντα τα χωροκατακτητικά ξένα είδη που αφορά, όταν αυτά διατηρούνται, εισάγονται στην Ένωση και μεταφέρονται στο εσωτερικό της.

3.           Τα δείγματα θεωρείται ότι διατηρούνται σε κλειστές εγκαταστάσεις εάν πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

α)      είναι φυσικώς απομονωμένα και δεν μπορούν να διαφύγουν ή να εξαπλωθούν ή να απομακρυνθούν από τις εγκαταστάσεις στις οποίες διατηρούνται από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα· πρωτόκολλα καθαρισμού και συντήρησης διασφαλίζουν ότι τα δείγματα ή αναπαραγώγιμα μέρη τους δεν μπορούν να διαφύγουν, να εξαπλωθούν ή να απομακρυνθούν από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα·

β)      η απομάκρυνσή τους από τις εγκαταστάσεις ή η διάθεση ή καταστροφή τους εκτελείται με τρόπο που αποκλείει τον πολλαπλασιασμό ή την αναπαραγωγή τους εκτός των εγκαταστάσεων.

4.           Όταν η εγκατάσταση υποβάλλει αίτηση για άδεια, προσκομίζει όλα τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία ώστε να μπορεί η αρμόδια αρχή να κρίνει κατά πόσον πληρούνται οι όροι των παραγράφων 2 και 3.

Άρθρο 9 Μέτρα έκτακτης ανάγκης

1.           Όταν ένα κράτος μέλος διαθέτει στοιχεία που αποδεικνύουν την παρουσία ή τον άμεσο κίνδυνο εισόδου στην επικράτειά του ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους που δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1, αλλά για το οποίο οι σχετικές αρμόδιες αρχές έχουν διαπιστώσει, βάσει προκαταρκτικών επιστημονικών στοιχείων, ότι είναι πιθανό να πληροί τα κριτήρια του άρθρου 4 παράγραφος 2, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να λάβει μέτρα έκτακτης ανάγκης που συνίστανται σε οποιαδήποτε από τις απαγορεύσεις του άρθρου 7 παράγραφος 1.

2.           Το κράτος μέλος που εφαρμόζει στην εθνική του επικράτεια μέτρα έκτακτης ανάγκης τα οποία περιλαμβάνουν την εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχεία α), γ) και δ) κοινοποιεί αμέσως στην Επιτροπή και στα υπόλοιπα κράτη μέλη τα ληφθέντα μέτρα, καθώς και τα στοιχεία που δικαιολογούν τη λήψη τους.

3.           Το εν λόγω κράτος μέλος διενεργεί χωρίς καθυστέρηση, δεδομένων των διαθέσιμων τεχνικών και επιστημονικών πληροφοριών, και σε κάθε περίπτωση εντός 24 μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων έκτακτης ανάγκης, εκτίμηση κινδύνου δυνάμει του άρθρου 5 για τα είδη που υπόκεινται στα μέτρα έκτακτης ανάγκης με σκοπό να συμπεριληφθούν στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1.

4.           Όταν η Επιτροπή λαμβάνει την αναφερόμενη στην παράγραφο 2 κοινοποίηση ή διαθέτει άλλα στοιχεία που αποδεικνύουν την παρουσία ή τον άμεσο κίνδυνο εισόδου στην Ένωση ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους που δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1, αλλά είναι πιθανό να πληροί τα κριτήρια του άρθρου 4 παράγραφος 2, η Επιτροπή αποφαίνεται, μέσω εκτελεστικής πράξης και με βάση προκαταρκτικά επιστημονικά στοιχεία, κατά πόσον το είδος αυτό είναι πιθανό να πληροί τα εν λόγω κριτήρια και θεσπίζει μέτρα έκτακτης ανάγκης για την Ένωση, που συνίστανται σε οποιαδήποτε από τις απαγορεύσεις του άρθρου 7 παράγραφος 1 για περιορισμένη χρονική περίοδο αναφορικά με τους κινδύνους που ενέχει το συγκεκριμένο είδος, εφόσον καταλήξει στο συμπέρασμα ότι είναι πιθανό να πληρούνται τα κριτήρια του άρθρου 4 παράγραφος 2. Οι σχετικές εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 22 παράγραφος 2.

5.           Τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη δυνάμει της παραγράφου 1 καταργούνται ή τροποποιούνται, εάν αυτό προβλέπεται στις εκτελεστικές πράξεις της παραγράφου 4.

6.           Το κράτος μέλος που λαμβάνει μέτρα έκτακτης ανάγκης μπορεί να τα διατηρήσει μέχρι την έκδοση εκτελεστικής πράξης για τη θέσπιση μέτρων έκτακτης ανάγκης σε ενωσιακό επίπεδο σύμφωνα με την παράγραφο 4 ή για την εγγραφή του ανωτέρω είδους στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1, με βάση την εκτίμηση κινδύνου που διενήργησε το εν λόγω κράτος μέλος δυνάμει της παραγράφου 3.

Άρθρο 10 Περιορισμοί στην εκούσια ελευθέρωση χωροκατακτητικών ξένων ειδών εθνικού ενδιαφέροντος

1.           Τα κράτη μέλη απαγορεύουν κάθε εκούσια ελευθέρωση στο περιβάλλον — δηλαδή τη διαδικασία με την οποία ένας οργανισμός φέρεται στο περιβάλλον, για οποιονδήποτε σκοπό, χωρίς τα απαραίτητα μέτρα για την αποτροπή της διαφυγής και εξάπλωσής του — άλλων χωροκατακτητικών ξένων ειδών, εκτός των ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος, για τα οποία τα κράτη μέλη θεωρούν βάσει επιστημονικών στοιχείων ότι οι αρνητικές επιπτώσεις της ελευθέρωσης και εξάπλωσής τους, έστω και αν δεν έχουν επιβεβαιωθεί πλήρως, είναι σημαντικές για την εθνική τους επικράτεια («χωροκατακτητικά ξένα είδη εθνικού ενδιαφέροντος»).

2.           Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή και στα υπόλοιπα κράτη μέλη τα είδη που θεωρούν ως χωροκατακτητικά ξένα είδη εθνικού ενδιαφέροντος.

3.           Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών δύνανται να χορηγούν εγκρίσεις για ορισμένες εκούσιες ελευθερώσεις χωροκατακτητικών ξένων ειδών εθνικού ενδιαφέροντος, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν ληφθεί πλήρως υπόψη οι ακόλουθοι όροι:

α)      δεν υπάρχουν εναλλακτικά μη χωροκατακτητικά είδη που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αποκόμιση παρόμοιων οφελών·

β)      τα οφέλη της ελευθέρωσης είναι τεράστια σε σύγκριση με τους κινδύνους πρόκλησης ζημιών από τα υπό εξέταση είδη·

γ)      η ελευθέρωση θα περιλαμβάνει μέτρα μετριασμού των κινδύνων, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες, καθώς και στην υγεία του ανθρώπου και την οικονομία·

δ)      εφαρμόζεται επαρκής επιτήρηση και εκπονείται σχέδιο έκτακτης ανάγκης για την εξάλειψη του είδους, προκειμένου να εφαρμοστεί σε περίπτωση που η προκαλούμενη από το εν λόγω είδος ζημία κριθεί μη αποδεκτή από την αρμόδια αρχή.

4.           Κάθε έγκριση της εισαγωγής ξένων ειδών για χρήση σε υδατοκαλλιέργειες χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 708/2007.

Άρθρο 11 Σχέδια δράσης για τις διαδρομές των χωροκατακτητικών ξένων ειδών

1.           Το αργότερο στις/την [18 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού – θα προστεθεί η ημερομηνία], τα κράτη μέλη διενεργούν ενδελεχή ανάλυση των διαδρομών ακούσιας εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών στην επικράτειά τους και προσδιορίζουν τις διαδρομές που απαιτούν δράση κατά προτεραιότητα («διαδρομές προτεραιότητας»), λόγω του όγκου των ειδών ή των ζημιών που προκαλούν τα είδη που εισέρχονται στην Ένωση ακολουθώντας αυτές τις διαδρομές. Κατά την εν λόγω διαδικασία, τα κράτη μέλη εστιάζουν κυρίως στην ανάλυση των διαδρομών εισαγωγής χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος.

2.           Το αργότερο στις/την [3 έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού – θα προστεθεί η ημερομηνία], κάθε κράτος μέλος θεσπίζει και εφαρμόζει σχέδιο δράσης για την αντιμετώπιση των διαδρομών προτεραιότητας που έχει προσδιορίσει δυνάμει της παραγράφου 1. Το εν λόγω σχέδιο δράσης περιλαμβάνει χρονοδιάγραμμα ενεργειών και περιγράφει τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν για την αντιμετώπιση των διαδρομών προτεραιότητας και την αποτροπή της ακούσιας εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών στην Ένωση, καθώς και στο περιβάλλον και στο εσωτερικό του.

3.           Το σχέδιο δράσης της παραγράφου 2 περιλαμβάνει μέτρα σχεδιασμένα με βάση ανάλυση κόστους-οφέλους, τουλάχιστον δε τα εξής:

α)      μέτρα ευαισθητοποίησης·

β)      ρυθμιστικά μέτρα για την ελαχιστοποίηση της μόλυνσης εμπορευμάτων και αγαθών, καθώς και κάθε οχήματος και εξοπλισμού, από χωροκατακτητικά ξένα είδη, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την αντιμετώπιση της μεταφοράς χωροκατακτητικών ξένων ειδών από τρίτες χώρες·

γ)       ρυθμιστικά μέτρα για τη διασφάλιση της διενέργειας κατάλληλων ελέγχων στα σύνορα της Ένωσης, εκτός των επίσημων ελέγχων που διενεργούνται δυνάμει του άρθρου 13·

δ)      τα μέτρα της διεθνούς σύμβασης για τον έλεγχο και τη διαχείριση του υδάτινου έρματος των πλοίων και των ιζημάτων.

4.           Το σχέδιο δράσης που εκπονείται σύμφωνα με την παράγραφο 2 διαβιβάζεται χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή. Ανά τετραετία μετά την τελευταία διαβίβαση, τα κράτη μέλη αναθεωρούν το σχέδιο δράσης και το διαβιβάζουν εκ νέου στην Επιτροπή.

Κεφάλαιο III Έγκαιρη ανίχνευση και ταχεία εξάλειψη

Άρθρο 12 Σύστημα επιτήρησης

1.           Το αργότερο στις/την [18 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού – θα προστεθεί η ημερομηνία], τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή επίσημο σύστημα επιτήρησης που συλλέγει και καταγράφει δεδομένα σχετικά με την εμφάνιση χωροκατακτητικών ξένων ειδών στο περιβάλλον, μέσω έρευνας, παρακολούθησης ή άλλων διαδικασιών, με σκοπό την αποτροπή της εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών στην Ένωση.

2.           Το σύστημα επιτήρησης της παραγράφου 1:

α)      καλύπτει την επικράτεια των κρατών μελών με σκοπό τη διαπίστωση της παρουσίας και κατανομής νέων και ήδη εγκαταστημένων χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος·

β)      περιλαμβάνει τα θαλάσσια ύδατα, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 2008/56/ΕΚ·

γ)       είναι επαρκώς δυναμικό ώστε να ανιχνεύει γρήγορα την εμφάνιση στο περιβάλλον της επικράτειας ή μέρους της επικράτειας κάθε χωροκατακτητικού ξένου είδους ενωσιακού ενδιαφέροντος, η παρουσία του οποίου ήταν προηγουμένως άγνωστη·

δ)      αξιοποιεί τις πληροφορίες που παρέχονται από τα υφιστάμενα συστήματα επιτήρησης και παρακολούθησης, τα οποία καθορίζονται στο άρθρο 11 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, στο άρθρο 11 της οδηγίας 2008/56/ΕΚ και στο άρθρο 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ.

Άρθρο 13

Επίσημοι έλεγχοι στα σύνορα της Ένωσης

1.           Το αργότερο στις/την [12 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού – θα προστεθεί η ημερομηνία], τα κράτη μέλη εγκαθιστούν πλήρως λειτουργικές δομές για τη διενέργεια των επίσημων ελέγχων στα ζώα και φυτά που εισάγονται στην Ένωση, συμπεριλαμβανομένων των σπορίων, αυγών ή πολλαπλασιαστικών μονάδων τους, οι οποίοι είναι απαραίτητοι για την αποτροπή της εκούσιας εισαγωγής στην Ένωση χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος.

2.           Οι αρχές των κρατών μελών διενεργούν στα σύνορα της Ένωσης τους επίσημους ελέγχους των εμπορευμάτων της παραγράφου 1 που εισάγονται στην Ένωση, επαληθεύοντας ότι αυτά πληρούν οποιαδήποτε από τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)      δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1·

β)      οι άδειες του άρθρου 8 ισχύουν.

3.           Οι επαληθεύσεις της παραγράφου 2, μέσω ελέγχου εγγράφων, εξακρίβωσης ταυτότητας και, κατά περίπτωση, σωματικού ελέγχου, διενεργούνται:

α)      στους συνοριακούς σταθμούς ελέγχου που προβλέπονται στο άρθρο 57 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXXX [για τους επίσημους ελέγχους – COM(2013)265], όταν πρόκειται για εμπορεύματα της παραγράφου 1 τα οποία εμπίπτουν στο άρθρο 45 του εν λόγω κανονισμού και υπόκεινται σε επίσημους ελέγχους σε συνοριακούς σταθμούς ελέγχου· σε αυτή την περίπτωση τα κράτη μέλη αναθέτουν τη σχετική αρμοδιότητα στις αρμόδιες αρχές που προβλέπονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXXX [για τους επίσημους ελέγχους – COM(2013)265]·

β)      στο σημείο εισόδου στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, όταν πρόκειται για εμπορεύματα της παραγράφου 1 στα οποία δεν εφαρμόζεται το άρθρο 45 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. XXX/XXXX [για τους επίσημους ελέγχους – COM(2013)265] ή τα οποία εξαιρούνται από τους επίσημους ελέγχους σε συνοριακούς σταθμούς ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 46 του εν λόγω κανονισμού· σε αυτή την περίπτωση τα κράτη μέλη αναθέτουν στις τελωνειακές αρχές την αρμοδιότητα υπαγωγής των εν λόγω εμπορευμάτων σε οποιαδήποτε τελωνειακή διαδικασία.

4.           Οι αρχές που ορίζονται για τους συνοριακούς ελέγχους εξουσιοδοτούνται επίσης για την κατάσχεση και δήμευση των οργανισμών που δεν τηρούν τους όρους της παραγράφου 2. Σε περίπτωση δήμευσης οργανισμών, η φύλαξή τους ανατίθεται στην αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη μπορούν να αναθέτουν συγκεκριμένα καθήκοντα σε άλλες αρχές.

5.           Στην καταγραφή των πορισμάτων των διενεργούμενων επίσημων ελέγχων και σε κάθε απόφαση που λαμβάνεται βάσει αυτών, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης απόρριψης μιας αποστολής, συνεκτιμάται η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 στοιχεία α) και β).

6.           Τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή διαδικασίες που διασφαλίζουν την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικών με την άφιξη αποστολών, καθώς και τον αποδοτικό και αποτελεσματικό συντονισμό και συνεργασία κατά τις επαληθεύσεις της παραγράφου 2 μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων αρχών και του αποστολέα του φορτίου.

7.           Τα κράτη μέλη εκπονούν κατευθυντήριες γραμμές και προγράμματα κατάρτισης για να διευκολύνουν την ταυτοποίηση και τον εντοπισμό χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος μέσω συνεργασίας μεταξύ όλων των αρχών που εμπλέκονται στις επαληθεύσεις της παραγράφου 2. Τα προγράμματα κατάρτισης για τελωνειακές αρχές περιλαμβάνουν πληροφόρηση σχετικά με τη συμπλήρωση του Ενιαίου Διοικητικού Εγγράφου που χρησιμοποιείται για την τελωνειακή διασάφηση.

Άρθρο 14 Γνωστοποιήσεις έγκαιρου εντοπισμού

1.           Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν το σύστημα επιτήρησης που θεσπίζεται δυνάμει του άρθρου 12 και τις πληροφορίες που συλλέγονται κατά τους επίσημους ελέγχους που προβλέπονται στο άρθρο 13 για την υποστήριξη του έγκαιρου εντοπισμού της εισόδου ή παρουσίας χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος.

2.           Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν εγγράφως και χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή τον έγκαιρο εντοπισμό της παρουσίας χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος και ενημερώνουν σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη, ειδικότερα δε:

α)      την εμφάνιση στην επικράτειά τους, ή σε τμήμα της, ειδών που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1 και των οποίων η παρουσία ήταν προηγουμένως άγνωστη στην επικράτειά τους ή σε τμήμα της·

β)      την επανεμφάνιση στην επικράτειά τους, ή σε τμήμα της, ειδών που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1, μετά την αναφορά της εξάλειψής τους.

Άρθρο 15 Ταχεία εξάλειψη σε αρχικό στάδιο της εισβολής

1.           Μετά τον έγκαιρο εντοπισμό και εντός τριών μηνών από τη διαβίβαση της γνωστοποίησης έγκαιρου εντοπισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 14, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν μέτρα εξάλειψης, τα οποία και κοινοποιούν στην Επιτροπή, ενημερώνοντας σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη.

2.           Κατά την εφαρμογή μέτρων εξάλειψης, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι χρησιμοποιούμενες μέθοδοι είναι αποτελεσματικές για την επίτευξη της πλήρους και μόνιμης απομάκρυνσης του πληθυσμού του εκάστοτε χωροκατακτητικού ξένου είδους, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την υγεία του ανθρώπου και το περιβάλλον, και για τη μέριμνα ώστε τα στοχευόμενα ζώα να μην υφίστανται περιττό πόνο, αγωνία ή ταλαιπωρία.

3.           Το σύστημα επιτήρησης που προβλέπεται στο άρθρο 12 σχεδιάζεται και χρησιμοποιείται επίσης για την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της εξάλειψης.

4.           Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν την Επιτροπή την εξάλειψη πληθυσμών χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος και ενημερώνουν σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη.

5.           Τα κράτη μέλη ενημερώνουν επίσης την Επιτροπή και τα υπόλοιπα κράτη μέλη σχετικά με την αποτελεσματικότητα των ληφθέντων μέτρων.

Άρθρο 16 Παρεκκλίσεις από την υποχρέωση ταχείας εξάλειψης

1.           Τα κράτη μέλη μπορούν να υποβάλλουν στην Επιτροπή αίτηση παρέκκλισης από την υποχρέωση εφαρμογής των μέτρων εξάλειψης του άρθρου 15 για χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος για τα οποία έχει διαβιβαστεί γνωστοποίηση έγκαιρης ανίχνευσης κατά το άρθρο 14.

2.           Οι αιτήσεις παρέκκλισης βασίζονται σε έγκυρα επιστημονικά στοιχεία και υποβάλλονται μόνο εάν πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

α)      καταδεικνύεται ότι η εξάλειψη είναι τεχνικά ανέφικτη, επειδή οι διαθέσιμες μέθοδοι εξάλειψης δεν μπορούν να εφαρμοστούν στο περιβάλλον όπου έχει εγκατασταθεί το συγκεκριμένο είδος·

β)      έχει καταδειχθεί με εύλογη βεβαιότητα, μέσω ανάλυσης κόστους-οφέλους βασισμένης στα διαθέσιμα δεδομένα, ότι το κόστος θα είναι μακροπρόθεσμα εξαιρετικά υψηλό και δυσανάλογο με τα οφέλη της εξάλειψης·

γ)       δεν υπάρχουν μέθοδοι εξάλειψης ή οι διαθέσιμες μέθοδοι έχουν πολύ σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου και στο περιβάλλον.

3.           Οι αιτήσεις παρέκκλισης που υποβάλλουν τα κράτη μέλη στην Επιτροπή είναι δεόντως αιτιολογημένες και συνοδεύονται από τις αποδείξεις της παραγράφου 2 στοιχεία α), β) και γ).

4.           Η Επιτροπή αποφασίζει να εγκρίνει ή να απορρίψει τις αιτήσεις της παραγράφου 3 μέσω εκτελεστικών πράξεων σύμφωνα με την παράγραφο 6.

5.           Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 22 παράγραφος 2.

6.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται μέτρα περιορισμού για την αποτροπή της περαιτέρω εξάπλωσης των ειδών μέχρις ότου εκδοθεί εκτελεστική απόφαση για την παρέκκλιση δυνάμει της παραγράφου 3.

7.           Εάν εγκριθεί η παρέκκλιση από την υποχρέωση εξάλειψης, το είδος υπόκειται στα διαχειριστικά μέτρα του άρθρου 17. Εάν απορριφθεί η αίτηση παρέκκλισης, το οικείο κράτος μέλος εφαρμόζει χωρίς καθυστέρηση τα μέτρα εξάλειψης που αναφέρονται στο άρθρο 15.

Κεφάλαιο IV Διαχείριση ευρέως εξαπλωμένων χωροκατακτητικών ξένων ειδών

Άρθρο 17 Διαχειριστικά μέτρα

1.           Το αργότερο 12 μήνες αφότου ένα χωροκατακτητικό ξένο είδος συμπεριληφθεί στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή διαχειριστικά μέτρα για τα χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος για τα οποία τα κράτη μέλη έχουν διαπιστώσει ότι έχουν εξαπλωθεί ευρέως στην επικράτειά τους, προκειμένου να ελαχιστοποιήσουν τις επιπτώσεις των ειδών αυτών στη βιοποικιλότητα και στις οικοσυστημικές υπηρεσίες, στην υγεία του ανθρώπου και στην οικονομία. Τα εν λόγω διαχειριστικά μέτρα βασίζονται σε ανάλυση κόστους-οφέλους και περιλαμβάνουν τα μέτρα αποκατάστασης που αναφέρονται στο άρθρο 18.

2.           Τα διαχειριστικά μέτρα συνίστανται σε φυσικές, χημικές ή βιολογικές δράσεις που αποσκοπούν στην εξάλειψη, στον έλεγχο του πληθυσμού ή στον περιορισμό του πληθυσμού ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους. Κατά περίπτωση, τα διαχειριστικά μέτρα περιλαμβάνουν μέτρα που εφαρμόζονται στο οικοσύστημα-αποδέκτη με σκοπό να αυξήσουν την ανθεκτικότητά του σε τρέχουσες και μελλοντικές εισβολές.

3.           Κατά την εφαρμογή διαχειριστικών μέτρων τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι στις χρησιμοποιούμενες μεθόδους λαμβάνονται δεόντως υπόψη η υγεία του ανθρώπου και το περιβάλλον και ότι, όταν τα μέτρα στοχεύουν ζώα, τα τελευταία δεν υφίστανται περιττό πόνο, αγωνία ή ταλαιπωρία.

4.           Το σύστημα επιτήρησης που προβλέπεται στο άρθρο 12 σχεδιάζεται και χρησιμοποιείται για να παρακολουθείται η αποτελεσματικότητα των μέτρων εξάλειψης, ελέγχου του πληθυσμού ή περιορισμού του πληθυσμού όσον αφορά την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων στη βιοποικιλότητα και στις οικοσυστημικές υπηρεσίες, στην υγεία του ανθρώπου ή στην οικονομία.

5.           Εάν υφίσταται σημαντικός κίνδυνος εξάπλωσης ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους που παρουσιάζει ενδιαφέρον για την Ένωση σε γειτονικό κράτος μέλος, τα κράτη μέλη στα οποία το εν λόγω είδος είναι ευρέως εξαπλωμένο ειδοποιούν αμέσως τα γειτονικά κράτη μέλη και την Επιτροπή. Κατά περίπτωση, τα οικεία κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή διαχειριστικά μέτρα βάσει κοινής συμφωνίας. Εάν ενδέχεται να πληγούν και τρίτες χώρες από την εξάπλωση, το πληγέν κράτος μέλος εξετάζει την ανάγκη πληροφόρησης των σχετικών τρίτων χωρών.

Άρθρο 18 Αποκατάσταση των οικοσυστημάτων που έχουν υποστεί ζημίες

1.           Τα κράτη μέλη λαμβάνουν ανάλογα προς τον επιδιωκόμενο σκοπό μέτρα αποκατάστασης για να υποβοηθήσουν την αποκατάσταση οικοσυστημάτων που έχουν υποβαθμιστεί, υποστεί ζημίες ή καταστραφεί από χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος.

2.           Τα μέτρα αποκατάστασης της παραγράφου 1 περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:

α)      μέτρα που ενισχύουν την ικανότητα των οικοσυστημάτων τα οποία έχουν εκτεθεί σε διατάραξη να ανθίστανται, να απορροφούν και να προσαρμόζονται στις επιδράσεις της, καθώς και να ανακάμπτουν από αυτές·

β)      μέτρα που διασφαλίζουν την αποτροπή της εκ νέου εισβολής έπειτα από εκστρατεία εξάλειψης.

Κεφάλαιο V Τελικές διατάξεις

Άρθρο 19 Υποβολή εκθέσεων

1.           Το αργότερο στις/την [τρία έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού – θα προστεθεί η ημερομηνία] και ανά τετραετία έκτοτε, τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τα εξής:

α)      περιγραφή του συστήματος επιτήρησης το οποίο εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 12 και του συστήματος επίσημου ελέγχου των ξένων ειδών που εισέρχονται στην Ένωση το οποίο εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 13·

β)      την κατανομή των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος στην επικράτειά τους·

γ)       πληροφορίες σχετικά με τα είδη που θεωρούνται χωροκατακτητικά ξένα είδη εθνικού ενδιαφέροντος σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2·

δ)      το σχέδιο δράσης του άρθρου 11 παράγραφος 2·

ε)       συγκεντρωτικές πληροφορίες, που καλύπτουν ολόκληρη την εθνική επικράτεια, για τα μέτρα εξάλειψης που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 15 και τα διαχειριστικά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 17, καθώς και για την αποτελεσματικότητά τους·

στ)     τη μορφή των αδειών του άρθρου 8.

2.           Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή τις αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και ενημερώνουν σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη.

3.           Εντός 5 ετών από τις/την [ημερομηνία έκδοσης], η Επιτροπή αξιολογεί την αποτελεσματικότητα του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων του καταλόγου του άρθρου 4 παράγραφος 1, των σχεδίων δράσης του άρθρου 11 παράγραφος 3, του συστήματος επιτήρησης, των συνοριακών ελέγχων, της υποχρέωσης εξάλειψης και των υποχρεώσεων διαχείρισης, και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο η οποία μπορεί να συνοδεύεται από προτάσεις για την τροποποίηση του κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων αλλαγών στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1.

Άρθρο 20 Μηχανισμός πληροφοριακής υποστήριξης

1.           Η Επιτροπή εγκαθιστά σταδιακά μηχανισμό πληροφοριακής υποστήριξης, που είναι απαραίτητος για τη διευκόλυνση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

2.           Αρχικά, το σύστημα περιλαμβάνει ένα μηχανισμό πληροφοριακής υποστήριξης (data support) που διασυνδέει υφιστάμενα συστήματα δεδομένων σχετικά με τα χωροκατακτητικά ξένα είδη, με ιδιαίτερη έμφαση στις πληροφορίες που αφορούν τα χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος, ώστε να διευκολυνθεί η υποβολή εκθέσεων δυνάμει του άρθρου 19.

3.           Σε δεύτερο στάδιο, ο μηχανισμός πληροφοριακής υποστήριξης της παραγράφου 2 μετατρέπεται σε βοηθητικό εργαλείο της Επιτροπής για τη διαχείριση των γνωστοποιήσεων που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 2.

4.           Στο τρίτο στάδιο, ο μηχανισμός πληροφοριακής υποστήριξης της παραγράφου 2 μετατρέπεται σε μηχανισμό ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με άλλες πτυχές της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 21 Συμμετοχή του κοινού

1.           Κατά τη θέσπιση σχεδίων δράσης δυνάμει του άρθρου 11 και μέτρων δυνάμει του άρθρου 17, τα κράτη μέλη παρέχουν εγκαίρως στο κοινό αποτελεσματικές ευκαιρίες συμμετοχής στην κατάρτιση, τροποποίηση και αναθεώρηση των εν λόγω σχεδίων/μέτρων, χρησιμοποιώντας τις ρυθμίσεις που έχουν ήδη καθορίσει σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 2003/35/ΕΚ.

Άρθρο 22 Επιτροπή

1.           Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011[23].

2.           Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 23 Άσκηση των ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων

1.           Η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου.

2.           Η αρμοδιότητα που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

3.           Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 μπορεί να ανακληθεί οποιαδήποτε στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται σε αυτήν. Τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Δεν θίγει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.           Μόλις η Επιτροπή εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.           Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 τίθενται σε ισχύ μόνο, εφόσον δεν διατυπωθούν αντιρρήσεις ούτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε από το Συμβούλιο, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 24 Διοικητικά μέτρα και κυρώσεις

1.           Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες σχετικά με τα διοικητικά μέτρα και τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζουν την εφαρμογή τους. Τα προβλεπόμενα μέτρα και κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικά, ανάλογα με τον επιδιωκόμενο σκοπό και αποτρεπτικά.

Άρθρο 25 Αρμοδιότητες επιβολής κυρώσεων

1.           Οι αρμόδιες αρχές εξουσιοδοτούνται να επιβάλλουν διοικητικά μέτρα και κυρώσεις σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που δεν συμμορφώνεται με τον παρόντα κανονισμό.

2.           Με την επιφύλαξη των εποπτικών τους αρμοδιοτήτων, οι αρμόδιες αρχές εξουσιοδοτούνται να επιβάλλουν τουλάχιστον τα εξής διοικητικά μέτρα και κυρώσεις:

α)      διαταγή προς το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι υπαίτιο για την παράβαση να παύσει τη συγκεκριμένη πράξη και να μην την επαναλάβει·

β)      διαταγή δήμευσης των επίμαχων μη συμμορφούμενων χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος·

γ)       προσωρινή απαγόρευση δραστηριότητας·

δ)      μόνιμη ανάκληση της έγκρισης δραστηριότητας·

ε)       διοικητικά χρηματικά πρόστιμα·

στ)     διαταγή λήψης διορθωτικών μέτρων από μέρους του φυσικού ή νομικού προσώπου.

3.           Κατά τον καθορισμό του είδους των διοικητικών μέτρων και κυρώσεων, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται:

α)      η βαρύτητα και η διάρκεια της παράβασης·

β)      ο βαθμός εμπλοκής του προσώπου που είναι υπαίτιο για την εισβολή·

γ)       το κέρδος του φυσικού ή νομικού προσώπου από την παράβαση·

δ)      η περιβαλλοντική, κοινωνική και οικονομική ζημία που προκαλεί η παράβαση·

ε)       ο βαθμός συνεργασίας του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου με την αρμόδια αρχή·

στ)     οι προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου προσώπου.

4.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αποφάσεις τις οποίες λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές δυνάμει του παρόντος άρθρου υπόκεινται σε προσφυγή.

Άρθρο 26 Μεταβατικές διατάξεις για ιδιοκτήτες που δεν είναι έμποροι

1.           Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και στ), οι ιδιοκτήτες ζώων συντροφιάς τα οποία δεν διατηρούνται για εμπορικούς σκοπούς και ανήκουν σε είδη που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1 επιτρέπεται να τα διατηρήσουν μέχρι το τέλος της φυσιολογικής ζωής των ζώων, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

α)      τα δείγματα διατηρούνταν προτού συμπεριληφθούν στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1·

β)      τα δείγματα διατηρούνται υπό περιορισμό, και εφαρμόζονται όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι είναι αδύνατη η αναπαραγωγή ή διαφυγή τους.

2.           Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν τους ιδιοκτήτες που δεν είναι έμποροι για τους κινδύνους που εγκυμονεί η διατήρηση των δειγμάτων της παραγράφου 1 και για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος αναπαραγωγής και διαφυγής, μέσω προγραμμάτων ευαισθητοποίησης και εκπαίδευσης που οργανώνουν τα κράτη μέλη.

3.           Στους ιδιοκτήτες που δεν είναι έμποροι και δεν είναι σε θέση να διασφαλίσουν την τήρηση των όρων της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη παρέχουν τη δυνατότητα να τους παραδώσουν τα δείγματά τους και μεριμνούν δεόντως για την καλή μεταχείριση των ζώων κατά τον χειρισμό τους.

Άρθρο 27 Μεταβατικές διατάξεις για εμπορικά αποθέματα

1.           Τα πρόσωπα που διατηρούν εμπορικό απόθεμα δειγμάτων χωροκατακτητικών ξένων ειδών τα οποία αποκτήθηκαν προτού συμπεριληφθούν στον κατάλογο του άρθρου 4 παράγραφος 1 επιτρέπεται, για διάστημα δύο ετών από την εγγραφή των οικείων ειδών στον κατάλογο αυτό, να διατηρούν και να μεταφέρουν ζώντα δείγματα ή αναπαραγώγιμα μέρη δειγμάτων των ειδών αυτών, με σκοπό την πώληση ή την παράδοσή τους στα ιδρύματα ερευνών ή μη επιτόπιας διατήρησης του άρθρου 8, υπό την προϋπόθεση ότι τα δείγματα διατηρούνται και μεταφέρονται υπό περιορισμό και εφαρμόζονται όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι είναι αδύνατη η αναπαραγωγή ή διαφυγή τους, ή να τα θανατώσουν, ώστε να εξαντληθεί το απόθεμά τους.

2.           Εάν έχει εκδοθεί άδεια δυνάμει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 708/2007 για είδος υδατοκαλλιέργειας το οποίο συμπεριελήφθη αργότερα στον κατάλογο των ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος και η διάρκεια ισχύος της άδειας υπερβαίνει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το κράτος μέλος ανακαλεί την άδεια, σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 708/2007, στο τέλος του χρονικού διαστήματος της παραγράφου 1.

Άρθρο 28 Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την [1η Ιανουαρίου ή 1η Ιουλίου] μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο                     Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος                                                   Ο Πρόεδρος

Απλοποιημένο δημοσιονομικό δελτίο

Τίτλος του σχεδίου πρότασης:

Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την πρόληψη και διαχείριση της εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών.

Σχετικός(-οί) τομέας(-oί) πολιτικής και δραστηριότητα(-ες) ΠΒΔ:

Τίτλος 07 Περιβάλλον

07 01 02 Εξωτερικό προσωπικό και άλλες δαπάνες διαχείρισης για τη στήριξη του τομέα πολιτικής «Περιβάλλον»

Νομική βάση

            ¨ Διοικητική αυτονομία         X Άλλο: Άρθρο 192 παρ. 1 της ΣΛΕΕ

Περιγραφή και αιτιολόγηση:

Τα χωροκατακτητικά ξένα είδη (ΧΞΕ) είναι είδη που μεταφέρονται, είτε εκούσια είτε ακούσια εξαιτίας ανθρώπινων δραστηριοτήτων, διασχίζοντας οικολογικά σύνορα, εκτός της φυσικής τους κατανομής, και τα οποία εγκαθίστανται και εξαπλώνονται στη νέα τοποθεσία τους σε τέτοιο βαθμό ώστε να επιδρούν αρνητικά στη βιοποικιλότητα, αλλά και στην ανθρώπινη υγεία και στην οικονομία. Τα ΧΞΕ αποτελούν βασική αιτία απώλειας βιοποικιλότητας, εκτός από τις κοινωνικοοικονομικές ζημίες που προκαλούν, και η αντιμετώπισή τους είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη του στόχου της ΕΕ για ανάσχεση της απώλειας βιοποικιλότητας έως το 2020. Επιπλέον, έχει υπολογιστεί ότι το κόστος των ΧΞΕ που οφείλεται στις προκαλούμενες ζημίες και στις δαπάνες ελέγχου ανέρχεται σε 12 δισ. ευρώ ετησίως. Σκοπός του παρόντος σχεδίου κανονισμού είναι να θεσπιστεί ενωσιακό πλαίσιο για την πρόληψη, την ελαχιστοποίηση και τον μετριασμό των δυσμενών επιπτώσεων των ΧΞΕ στη βιοποικιλότητα και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες, καθώς και να επιδιωχθεί ο μετριασμός των προκαλούμενων κοινωνικοοικονομικών ζημιών. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν ήδη μέτρα για την αντιμετώπιση ορισμένων ΧΞΕ, αλλά η δράση αυτή υλοποιείται κατά κύριο λόγο εκ των υστέρων, με σκοπό να ελαχιστοποιήσει τις ζημίες που έχουν ήδη προκληθεί, χωρίς να δίνεται επαρκής προσοχή στην πρόληψη ή στον εντοπισμό και στην αντιμετώπιση νέων απειλών. Οι προσπάθειες είναι αποσπασματικές, δεν καλύπτουν ολόκληρη την ΕΕ και συχνά χαρακτηρίζονται από ελλιπή συντονισμό, γεγονός που μειώνει τη συνολική αποτελεσματικότητά τους. Δεν υπάρχει προς το παρόν ολοκληρωμένο νομικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση των ΧΞΕ σε επίπεδο ΕΕ. Σκοπός του παρόντος σχεδίου κανονισμού είναι να καλύψει αυτό το κενό πολιτικής με τρόπο που να συνάδει επίσης με τις διεθνείς δεσμεύσεις της ΕΕ βάσει της σύμβασης για τη βιολογική ποικιλότητα.

Διάρκεια και εκτιμώμενες δημοσιονομικές επιπτώσεις:

Περίοδος εφαρμογής:

¨      Πρόταση περιορισμένης διάρκειας: σε ισχύ από [ημερομηνία] έως [ημερομηνία]

X       Πρόταση αόριστης διάρκειας: σε ισχύ από [προβλέπεται το 2015 – προς επιβεβαίωση]

Εκτιμώμενες δημοσιονομικές επιπτώσεις

Το σχέδιο πρότασης συνεπάγεται:

¨      εξοικονόμηση πόρων

X       πρόσθετες δαπάνες (εάν ναι, να προσδιοριστούν οι σχετικοί τομείς του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου): Τομέας 5 του ΠΔΠ 2014-2020

Συνεισφορές τρίτων μερών στη χρηματοδότηση του σχεδίου πρότασης:

Η πρόταση δεν προβλέπει συγχρηματοδότηση από τρίτα μέρη.

Επεξήγηση των αριθμητικών στοιχείων:

Η εφαρμογή ορισμένων πτυχών του παρόντος σχεδίου κανονισμού θα απαιτήσει τη λειτουργία επιτροπής. Βάσει των λειτουργικών δαπανών άλλων παρόμοιων επιτροπών, υπολογίσαμε τις εξής δαπάνες στον τομέα 07 01 02 11 03 – Επιτροπές (βλ. πίνακα κατωτέρω):

συνεδριάσεις/έτος

1 αντιπρόσωπος/κράτος μέλος

μέγιστες δαπάνες ταξιδιού και διαβίωσης 800 ευρώ/κράτος μέλος/συνεδρίαση

Από τα ανωτέρω προκύπτει κόστος για την Επιτροπή περίπου 80.000 ευρώ ετησίως.

Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο:

X       Η πρόταση είναι συμβατή με τον ισχύοντα δημοσιονομικό προγραμματισμό.

¨      Η πρόταση συνεπάγεται αναπρογραμματισμό του σχετικού τομέα του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

¨      Η πρόταση απαιτεί τη χρησιμοποίηση του μέσου ευελιξίας ή την αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου[24].

Επιπτώσεις της εξοικονόμησης πόρων ή των πρόσθετων δαπανών στην κατανομή των πόρων:

¨      Πόροι που θα αποκτηθούν μέσω εσωτερικής αναδιάταξης εντός των υπηρεσιών

X       Πόροι που έχουν ήδη διατεθεί στην(-ις) σχετική(-ές) υπηρεσία(-ες)

¨      Πόροι που θα ζητηθούν κατά την επόμενη διαδικασία κατανομής

Οι ανάγκες σε ανθρώπινους και διοικητικούς πόρους θα καλυφθούν από υπαλλήλους της ΓΔ στους οποίους έχει ήδη ανατεθεί η διαχείριση της δράσης, με την υποστήριξη υπαλλήλων που έχουν ήδη διατεθεί προκειμένου να εργαστούν σε τομείς οι οποίοι σχετίζονται με την εφαρμογή του παρόντος σχεδίου κανονισμού. Τα βασικά καθήκοντα των εν λόγω υπαλλήλων είναι τα εξής: διαχείριση της επιτροπής, διαχείριση των σχέσεων με τα κράτη μέλη, συντονισμός με το Κοινό Κέντρο Ερευνών (JRC) και, γενικότερα, υποστήριξη της ορθής εφαρμογής του παρόντος σχεδίου κανονισμού.

Το σύστημα έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να συνδυάζει πόρους και εμπειρογνωμοσύνη από διάφορες υπηρεσίες της Επιτροπής, πράγμα που θα επιτρέψει τη λειτουργία του με περιορισμένο αριθμό ειδικών ανθρώπινων πόρων: συγκεκριμένα, η πολιτική για τα ΧΞΕ θα επωφεληθεί από τη συμβολή του προσωπικού του JRC που απασχολείται στο πρόγραμμα EASIN[25], καθώς και από την εμπειρογνωμοσύνη άλλων υπηρεσιών και οργανισμών της Επιτροπής που δραστηριοποιούνται σε πεδία σχετικά με την πολιτική για τα ΧΞΕ (συγκεκριμένα, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος διαθέτει ειδικό προσωπικό για τα ΧΞΕ, το οποίο θα κινητοποιηθεί προς υποστήριξη των εργασιών εφαρμογής). Εάν χρειαστεί, θα αναδιαταχθούν υπάλληλοι βάσει των πόρων που είναι δυνατόν να διατεθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής, λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ (εξοικονόμηση πόρων ή πρόσθετες δαπάνες) ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Ή ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ

ΙΠΑ = ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης                                                                                                                      σε εκατ. ευρώ (με 3 δεκαδικά ψηφία)

ΙΠΑ σε άτομα/έτος || Έτος || Έτος || Έτος || Έτος || Έτος || Έτος || Έτος || Σύνολο

2015 || 2016 || 2017 || 2018 || 2019 || 2020 || 2021

Τομέας 5 || ΙΠΑ || πιστώσεις || ΙΠΑ || πιστώσεις || ΙΠΑ || πιστώσεις || ΙΠΑ || πιστώσεις || ΙΠΑ || πιστώσεις || ΙΠΑ || πιστώσεις || ΙΠΑ || πιστώσεις || ||

Θέσεις απασχόλησης του πίνακα προσωπικού (θέσεις μόνιμων ή/και έκτακτων υπαλλήλων)

07 01 01 01 (έδρα και γραφεία αντιπροσωπειών της Επιτροπής) || || 0,199* || || 0,199 || || 0,199 || || 0,199 || || 0,199 || || 0,199 || || 0,199 || || 1,393

07 01 01 02 (αντιπροσωπείες) || || || || || || || || || || || || || || || ||

Εξωτερικό προσωπικό ||

07 01 02 01 («συνολικό κονδύλιο») || || 0,002** || || 0,002 || || 0,002 || || 0,002 || || 0,002 || || 0,002 || || 0,002 || || 0,014

07 01 02 02 (αντιπροσωπείες) || || || || || || || || || || || || || || || ||

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν) || || || || || || || || || || || || || || || ||

Μερικό σύνολο - Τομέας 5 || || 0,201 || || 0,201 || || 0,201 || || 0,201 || || 0,201 || || 0,201 || || 0,201 || || 1,407

Εκτός του τομέα 5 ||

Θέσεις απασχόλησης του πίνακα προσωπικού (θέσεις μόνιμων ή/και έκτακτων υπαλλήλων)

07 01 05 01 (έμμεση έρευνα) || || || || || || || || || || || || || || || ||

10 01 05 01 (άμεση έρευνα) || || || || || || || || || || || || || || || ||

Εξωτερικό προσωπικό

07 01 04 yy || || || || || || || || || || || || || || || ||

- Έδρα || || || || || || || || || || || || || || || ||

- Αντιπροσωπείες: || || || || || || || || || || || || || || || ||

07 01 05 02 (έμμεση έρευνα) || || || || || || || || || || || || || || || ||

10 01 05 02 (άμεση έρευνα) || || || || || || || || || || || || || || || ||

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν) || || || || || || || || || || || || || || || ||

Μερικό σύνολο – Εκτός του τομέα 5 || || || || || || || || || || || || || || || ||

ΣΥΝΟΛΟ || || 0,201 || || 0,201 || || 0,201 || || 0,201 || || 0,201 || || 0,201 || || 0,2014 || || 1,407 για τα πρώτα 7 έτη

«Οι ανάγκες σε πιστώσεις για ανθρώπινους πόρους θα καλυφθούν από τις πιστώσεις της ΓΔ που έχουν ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης ή/και έχουν ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ και οι οποίες θα συμπληρωθούν, εάν χρειαστεί, με πρόσθετα κονδύλια που ενδέχεται να διατεθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των δημοσιονομικών περιορισμών.»

*Η εκτιμώμενη πίστωση περιλαμβάνει υπαλλήλους της ΓΔ Περιβάλλοντος, καθώς και ένα ΙΠΑ στο JRC **Μέσο ύψος αποζημίωσης ενός END (αποσπασμένος εθνικός εμπειρογνώμονας)

Άλλες διοικητικές πιστώσεις                                                                                                                                            σε εκατ. ευρώ (με 3 δεκαδικά ψηφία)

|| Έτος || Έτος || Έτος || Έτος || Έτος || Έτος || Έτος || ΣΥΝΟΛΟ

2015 || 2016 || 2017 || 2018 || 2019 || 2020 || 2021

Τομέας 5 || || || || || || || ||

Έδρα: || || || || || || || ||

07 01 02 11 01 - Έξοδα αποστολών και παράστασης || || || || || || || ||

07 01 02 11 02 - Έξοδα διασκέψεων και συνεδριάσεων || || || || || || || ||

07 01 02 11 03 - Επιτροπές || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,56 για τα πρώτα 7 έτη

07 01 02 11 04 - Μελέτες και διαβουλεύσεις || || || || || || || ||

07 01 03 01 03 – Εξοπλισμός ΤΠΕ[26] || || || || || || || ||

07 01 03 01 04 – Υπηρεσίες ΤΠΕ2 || || || || || || || ||

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν κατά περίπτωση) || || || || || || || ||

Αντιπροσωπείες: || || || || || || || ||

07 01 02 12 01 - Έξοδα αποστολών, συνεδριάσεων και παράστασης || || || || || || || ||

07 01 02 12 02 – Επιμόρφωση του προσωπικού || || || || || || || ||

07 01 03 02 01 – Απόκτηση, μίσθωση και συναφείς δαπάνες || || || || || || || ||

07 01 03 02 02 -Εξοπλισμός, έπιπλα, προμήθειες και υπηρεσίες || || || || || || || ||

Μερικό σύνολο - Τομέας 5 || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,56 για τα πρώτα 7 έτη

Εκτός του τομέα 5 || || || || || || || ||

07 01 04 yy - Δαπάνες τεχνικής και διοικητικής βοήθειας (μη συμπεριλαμβανομένου του εξωτερικού προσωπικού) βάσει επιχειρησιακών πιστώσεων (πρώην γραμμές «BA») || || || || || || || ||

- Έδρα || || || || || || || ||

- Αντιπροσωπείες: || || || || || || || ||

07 01 05 03 - Άλλες δαπάνες διαχείρισης της έμμεσης έρευνας || || || || || || || ||

10 01 05 03 - Άλλες δαπάνες διαχείρισης της άμεσης έρευνας || || || || || || || ||

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν κατά περίπτωση) || || || || || || || ||

Μερικό σύνολο – Εκτός του τομέα 5 || || || || || || || ||

ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,08 || 0,56 για τα πρώτα 7 έτη

[1]               http://www.acceptance.ec.europa.eu/environment/nature/invasivealien/docs/ias_discussion_paper.pdf.

[2]               Όλες οι μελέτες είναι διαθέσιμες στη διεύθυνση http://ec.europa.eu/environment/nature/invasivealien/index_en.htm.

[3]               Παραπομπή στην ΕΕ

[4]               Παραπομπή στην ΕΕ

[5]               ΕΕ L 309 της 13.12.1993, σ. 1.

[6]               ΕΕ L 38 της 10.2.1982, σ. 1.

[7]               ΕΕ L 20 της 26.1.2010, σ. 7.

[8]               ΕΕ L 206 της 22.7.1992, σ. 7.

[9]               ΕΕ L 164 της 25.6.2008, σ. 19.

[10]             ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1.

[11]             COM(2013) 260 final

[12]             COM(2013) 267 final

[13]             ΕΕ L 106 της 17.4.2001, σ. 1

[14]             ΕΕ L 168 της 28.6.2007, σ. 1.

[15]             ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1.

[16]             ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 1.

[17]             ΕΕ L 61 της 3.3.1997, σ. 1.

[18]             COM(2008) 642 τελικό

[19]             ΕΕ L 325 της 9.12.2010, σ. 4.

[20]             ΕΕ L 204 της 31.7.2012, σ. 131.

[21]             ΕΕ L 156 της 25.6.2003, σ. 17.

[22]             ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.

[23]             ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.

[24]             Βλ. σημεία 19 και 24 της διοργανικής συμφωνίας για την περίοδο 2007-2013.

[25]             Σκοπός του ευρωπαϊκού δικτύου πληροφοριών για ξένα είδη (European Alien Species Information Network - EASIN) είναι να αυξήσει την πρόσβαση σε δεδομένα και πληροφορίες σχετικά με ξένα είδη στην Ευρώπη. Το EASIN διευκολύνει την αναζήτηση υφιστάμενων πληροφοριών σχετικά με ξένα είδη από κατανεμημένες πηγές, μέσω ενός δικτύου διαλειτουργικών διαδικτυακών υπηρεσιών, σύμφωνα με διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα και πρωτόκολλα. Το έργο δρομολογήθηκε προκειμένου να στηρίξει την εφαρμογή της στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα και της οδηγίας-πλαισίου για τη θαλάσσια στρατηγική και είναι διαθέσιμο στο κοινό από τον Μάιο του 2012.

[26]             ΤΠΕ: Τεχνολογίες Πληροφοριών και Επικοινωνιών

Top