Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62017TN0739

    Υπόθεση T-739/17: Προσφυγή της 7ης Νοεμβρίου 2017 — Euracoal κ.λπ. κατά Επιτροπής

    ΕΕ C 5 της 8.1.2018, p. 50–51 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    8.1.2018   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 5/50


    Προσφυγή της 7ης Νοεμβρίου 2017 — Euracoal κ.λπ. κατά Επιτροπής

    (Υπόθεση T-739/17)

    (2018/C 005/68)

    Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

    Διάδικοι

    Προσφεύγουσες: Association européenne du charbon et du lignite (Euracoal) (Woluwe-Saint-Pierre, Βέλγιο), Deutscher Braunkohlen-Industrie — Verein e.V. (Κολωνία, Γερμανία), Lausitz Energie Kraftwerke AG (Cottbus, Γερμανία), Mitteldeutsche Braunkohlengesellschaft mbH (Zeitz, Γερμανία), eins energie in sachsen GmbH & Co. KG (Chemnitz, Γερμανία) (εκπρόσωποι: W. Spieth και N. Hellermann, δικηγόροι)

    Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

    Αιτήματα

    Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

    να ακυρώσει την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2017/1442 της Επιτροπής, της 31ης Ιουλίου 2017, για τον καθορισμό των συμπερασμάτων για τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές (ΒΔΤ) βάσει της οδηγίας 2010/75/ΕΕ (1), του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά μεγάλες μονάδες καύσης (ΕΕ 2017, L 212, σ. 1), καθόσον εγκρίνονται και καθορίζονται δι’ αυτής επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις ΒΔΤ (BAT-AEL) για τις εκπομπές NOx (άρθρο 1, παράγραφος 2.1.3, πίνακας 3, του παραρτήματος) και υδραργύρου (άρθρο 1, παράγραφος 2.1.6, πίνακας 7, του παραρτήματος), που παράγονται από την καύση άνθρακα και λιγνίτη,

    επικουρικώς, να ακυρώσει την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2017/1442 στο σύνολό της, και

    να καταδικάσει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

    Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

    Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγουσες προβάλλουν τρεις λόγους.

    1.

    Πρώτος λόγος ακυρώσεως: Παράβαση ουσιώδους τύπου και υπέρτερων κανόνων δικαίου, καθώς και υπέρβαση των ορίων αρμοδιότητας σε σχέση με την ψηφοφορία στην επιτροπή που συγκροτήθηκε βάσει του άρθρου 75.

    Οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή παραβίασε την υποχρέωσή της να συμβάλλει με αντικειμενικό τρόπο στην εξεύρεση της ευρύτερης δυνατής υποστηρίξεως εντός της επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΕ) 182/2011 (2), υποβάλλοντας τροποποίηση του σχεδίου αποφάσεως δίχως να τάξει προθεσμία και προκαλώντας αμέσως ψηφοφορία κατά παράβαση των επιτακτικών προθεσμιών του άρθρου 3, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΕ) 182/2011. Περαιτέρω ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή στέρησε από τους εκπροσώπους των κρατών μελών τη δυνατότητα να εκφράσουν προσηκόντως τις απόψεις τους επί του τροποποιημένου σχεδίου αποφάσεως, παραβιάζοντας με τον τρόπο αυτό το άρθρο 291, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, σύμφωνα με το οποίο πρέπει να διασφαλίζεται ο αποτελεσματικός έλεγχος της Επιτροπής από τα κράτη μέλη. Επίσης διατείνονται ότι η Επιτροπή άσκησε πλημμελώς και καταχρηστικά τα καθήκοντά της ως προέδρου της επιτροπής καθότι είναι σαφές ότι λειτούργησε βάσει τακτικής.

    2.

    Δεύτερος λόγος ακυρώσεως: Παράβαση ουσιώδους τύπου και υπέρτερων κανόνων δικαίου, καθώς και υπέρβαση των ορίων αρμοδιότητας λόγω διαδικαστικών πλημμελειών κατά την επεξεργασία στο πλαίσιο της λεγόμενης «διαδικασίας της Σεβίλλης»

    Οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι, σύμφωνα με την οδηγία 2010/75/ΕΕ και την εκτελεστική απόφαση 2012/119/ΕΕ (3) της Επιτροπής (κατευθυντήριες γραμμές ΒΔΤ), η συναγωγή αποτελεσμάτων ΒΔΤ δέον να στηρίζεται αποκλειστικώς σε τεχνικά κριτήρια. Η εν λόγω επιταγή πρέπει να διέπει τη συναγωγή των αποτελεσμάτων αποκλείοντας αντίστοιχα κάθε κατ’ αρχήν πολιτικό κριτήριο κατά τον καθορισμό. Κατά την άποψη των προσφευγουσών, οι εν λόγω απαιτήσεις δεν τηρήθηκαν στην προκείμενη περίπτωση.

    3.

    Τρίτος λόγος ακυρώσεως: Παράβαση υπέρτερων κανόνων δικαίου και υπέρβαση των ορίων αρμοδιότητας λόγω του περιεχομένου των προσβαλλόμενων αποτελεσμάτων ΒΔΤ.

    Οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι οι ουσιαστικοί κανόνες, ιδίως όσον αφορά τα επίπεδα εκπομπών που συνδέονται με τις ΒΔΤ για τις εκπομπές NOx και υδραργύρου, θεσπίστηκαν κατά καταφανή παράβαση της απορρέουσας απευθείας από την οδηγία 2010/75/ΕΕ αρχής της τεχνικής και οικονομικής διαθεσιμότητας, με αποτέλεσμα να επιβαρύνουν σε δυσανάλογο βαθμό τους φορείς εκμεταλλεύσεως των οικείων εγκαταστάσεων.

    Κατά τις προσφεύγουσες δημιουργείται αναπόφευκτα η εντύπωση ότι οι προσβαλλόμενοι κανόνες βασίστηκαν σε πολιτικές εκτιμήσεις, οι οποίες δεν επιτρέπονται κατά την εκπόνηση αποτελεσμάτων ΒΔΤ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Επιτροπή παραβιάζει τη θέση της και ενεργεί καθ’ υπέρβαση των αρμοδιοτήτων της.


    (1)  Οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, περί βιομηχανικών εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης) (ΕΕ 2010, L 334, σ. 17).

    (2)  Κανονισμός (ΕΕ) 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ 2011, L 55, σ. 13).

    (3)  Εκτελεστική απόφαση της Επιτροπής, της 10ης Φεβρουαρίου 2012, σχετικά με τη θέσπιση κανόνων που αφορούν τις κατευθυντήριες γραμμές για τη συλλογή δεδομένων, καθώς και για την κατάρτιση των εγγράφων αναφοράς ΒΔΤ και τη διασφάλιση της ποιότητάς τους, οι οποίες αναφέρονται στην οδηγία 2010/75/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί βιομηχανικών εκπομπών [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό C(2012) 613] (ΕΕ 2012, L 63, σ. 1).


    Top