Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32022R0615

    Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2022/615 του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 2022 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014 προκειμένου να ενισχυθεί η προβλεψιμότητα στα κράτη μέλη και να αποσαφηνιστούν οι διαδικασίες για την επίλυση διαφορών κατά την απόδοση των παραδοσιακών ιδίων πόρων και των ιδίων πόρων που βασίζονται στον ΦΠΑ και το ΑΕΕ

    ST/6769/2022/INIT

    ΕΕ L 115 της 13.4.2022, p. 51–58 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2022/615/oj

    13.4.2022   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 115/51


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ, Ευρατόμ) 2022/615 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    της 5ης Απριλίου 2022

    για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014 προκειμένου να ενισχυθεί η προβλεψιμότητα στα κράτη μέλη και να αποσαφηνιστούν οι διαδικασίες για την επίλυση διαφορών κατά την απόδοση των παραδοσιακών ιδίων πόρων και των ιδίων πόρων που βασίζονται στον ΦΠΑ και το ΑΕΕ

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 322 παράγραφος 2,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 106α,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (1),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Παρότι ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014 του Συμβουλίου (2) παρείχε συγκεκριμένο και σταθερό σημείο αναφοράς για τους ενωσιακούς μηχανισμούς χρηματοδότησης, πρέπει να βελτιωθούν οι διατάξεις για την απόδοση των ιδίων πόρων με σκοπό την ενίσχυση της προβλεψιμότητας στα κράτη μέλη και την αποσαφήνιση των διαδικασιών για την επίλυση διαφορών.

    (2)

    Επί του παρόντος μόνο τα κράτη μέλη διαχειρίζονται τους λογαριασμούς ιδίων πόρων που ανοίγονται στο όνομα της Επιτροπής. Η μείωση του αριθμού των τραπεζικών λογαριασμών που χρησιμοποιούνται για την είσπραξη των ιδίων πόρων θα έχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και θα δώσει τη δυνατότητα για κοινή προσέγγιση ως προς τη διαχείριση των ταμειακών διαθεσίμων. Η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση να θεσπίσει έναν κεντρικό λογαριασμό ιδίων πόρων προκειμένου να εκσυγχρονιστεί η διαχείριση των λογαριασμών ιδίων πόρων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν εάν θα χρησιμοποιήσουν τον εν λόγω κεντρικό λογαριασμό ιδίων πόρων ή λογαριασμό που έχει ανοιχτεί στο όνομα της Επιτροπής στο δημόσιο ταμείο τους ή στην εθνική κεντρική τράπεζα. Για να ενθαρρυνθούν τα κράτη μέλη να προβούν σε τεκμηριωμένη επιλογή, η Επιτροπή θα πρέπει να εκπονήσει λεπτομερή ανάλυση κόστους-οφέλους της χρήσης του κεντρικού λογαριασμού ιδίων πόρων.

    (3)

    Επί του παρόντος, ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014 δεν επιτρέπει στα κράτη μέλη να προβαίνουν σε προκαταβολές. Ωστόσο, στο παρελθόν ορισμένα κράτη μέλη προκατέβαλαν τις εθνικές συνεισφορές τους κατόπιν συμφωνίας με την Επιτροπή. Για λόγους ασφάλειας δικαίου, αυτός ο κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει ότι τα κράτη μέλη, έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν σε προκαταβολές κατά περίπτωση, εφόσον ενημερώσουν προηγουμένως την Επιτροπή. Για λόγους δίκαιης μεταχείρισης, σε περίπτωση που κράτος μέλος κάνει χρήση αυτής της δυνατότητας, τα υπόλοιπα κράτη μέλη θα πρέπει να μην επιβαρύνονται με τυχόν δαπάνες που αφορούν την προκαταβολή, όπως είναι ο αρνητικός τόκος.

    (4)

    Η ημερομηνία κατά την οποία τα κράτη μέλη καταβάλλουν τις προσαρμογές στους βασιζόμενους στον ΦΠΑ και στο ΑΕΕ ιδίους πόρους προηγούμενων οικονομικών ετών, θα πρέπει να μεταφερθεί για τον Μάρτιο του επόμενου οικονομικού έτους προκειμένου να ενισχυθεί η προβλεψιμότητα για τις διαδικασίες κατάρτισης του εθνικού προϋπολογισμού. Η ημερομηνία για την καταβολή των προσαρμογών από τα κράτη μέλη θα πρέπει να ισχύει και για τα ποσά για τα οποία η Επιτροπή έχει παράσχει πληροφορίες πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

    (5)

    Η διαδικασία για τον υπολογισμό των τόκων θα πρέπει, ιδίως, να διασφαλίζει την έγκαιρη και στο ακέραιο απόδοση των ιδίων πόρων με σκοπό την εξασφάλιση σταθερού προϋπολογισμού που είναι αναγκαίος για τη χρηματοδότηση των στόχων πολιτικής της Ένωσης.

    (6)

    Πρέπει να υπάρξει προσαρμογή του υφιστάμενου κατώτατου ορίου, κάτω από το οποίο δεν απαιτούνται τόκοι. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητη η αύξηση του ποσού για το οποίο απαιτείται η ανάκτηση τόκων προκειμένου να βελτιωθεί η οικονομική αποδοτικότητα των διαδικασιών ανάκτησης.

    (7)

    Ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014 περιορίζει την αύξηση του επιτοκίου στις 16 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από το βασικό επιτόκιο. Ωστόσο, το εν λόγω «ανώτατο όριο» των 16 ποσοστιαίων μονάδων εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις που έγιναν γνωστές μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2016/804 του Συμβουλίου (3). Κατά συνέπεια, οι περιπτώσεις που ήταν ήδη γνωστές πριν από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2016/804, στις οποίες διακυβεύονται υψηλά ποσά τόκων, δεν μπορούν να επωφεληθούν από τον εν λόγω περιορισμό, ανεξαρτήτως του αν το ποσό του τόκου έχει ήδη γνωστοποιηθεί στα κράτη μέλη. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη εξακολουθούν να έχουν την υποχρέωση να καταβάλλουν ποσά τόκων τα οποία είναι δυσανάλογα σε σύγκριση με την οφειλόμενη βασική οφειλή. Για να εξασφαλιστεί η αναλογικότητα του συστήματος με παράλληλη διατήρηση του αποτρεπτικού αποτελέσματος, η αύξηση του επιτοκίου πάνω από το βασικό επιτόκιο θα πρέπει να περιοριστεί περαιτέρω στις 14 ποσοστιαίες μονάδες. Για να αποσαφηνιστούν και να απλουστευθούν οι σχετικές διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014, ο περιορισμός της αύξησης του επιτοκίου στις 14 ποσοστιαίες μονάδες θα πρέπει να εφαρμόζεται σε κάθε ποσό τόκου που δεν έχει γνωστοποιηθεί στο κράτος μέλος πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

    (8)

    Σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο, έχει καταδειχθεί στην πράξη ότι μπορεί να είναι δύσκολο να προσδιοριστεί η ημερομηνία έναρξης των τόκων καθυστερημένης πληρωμής λόγω της δυσκολίας προσδιορισμού του ακριβούς χρονικού σημείου κατά το οποίο οι προσπάθειες ανάκτησης μπορεί να θεωρηθούν ανεπαρκείς. Για τους σκοπούς της απλούστευσης, θα πρέπει να υπάρχει μια «περίοδος χάριτος» πέντε ετών μετά την ημερομηνία βεβαίωσης του ποσού, υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό έχει βεβαιωθεί, έχει καταχωριστεί εγκαίρως στο χωριστό λογιστικό βιβλίο και τηρείται στα χωριστά λογιστικά βιβλία σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014. Αναλόγως, ο τόκος θα πρέπει να αρχίζει να προσμετράται μόνο μετά από πέντε έτη, ενώ η υποχρέωση για τη βασική οφειλή θα πρέπει να διατηρείται.

    (9)

    Για να διασφαλιστεί η δίκαιη μεταχείριση των περιπτώσεων στις οποίες τα ποσά που αντιστοιχούν σε βεβαιωμένες απαιτήσεις παραδοσιακών ίδιων πόρων αποδεικνύονται μη ανακτήσιμα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να απαλλάσσονται από την υποχρέωση να αποδίδουν στην Επιτροπή τα ποσά που αντιστοιχούν σε βεβαιωμένες απαιτήσεις παραδοσιακών ίδιων πόρων, όταν το κράτος μέλος μπορεί να αποδείξει ότι το σφάλμα που διέπραξε το κράτος μέλος μετά τη βεβαίωση των απαιτήσεων δεν επηρέασε τη μη δυνατότητα είσπραξης του ποσού που αντιστοιχεί στις εν λόγω απαιτήσεις. Παραδείγματα τέτοιου σφάλματος θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν μια καθυστερημένη καταχώριση στα χωριστά λογιστικά βιβλία ή ελλείψεις στη διαδικασία ανάκτησης.

    (10)

    Ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014 περιέχει μόνο μία προθεσμία, η οποία απαιτεί από την Επιτροπή να κοινοποιήσει τα σχόλιά της σχετικά με τις περιπτώσεις διαγραφής που αναφέρονται στην Επιτροπή στο οικείο κράτος μέλος εντός έξι μηνών από τη στιγμή που το κράτος μέλος λαμβάνει την έκθεση. Για να υπάρχει έγκαιρη και πιο ευέλικτη παρακολούθηση των εκθέσεων διαγραφής και για να είναι άμεση και πλήρως διαφανής η αξιολόγηση της απόφασης του κράτους μέλους να μην αποδώσει τα μη ανακτήσιμα ποσά των παραδοσιακών ιδίων πόρων, θα πρέπει να προσαρμοστούν οι διαδικαστικές προθεσμίες για την Επιτροπή και τα κράτη μέλη.

    (11)

    Για να καταστεί δυνατή η διακοπή της περιόδου για την οποία οφείλονται τόκοι, σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, θα πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις που να αντικατοπτρίζουν την τρέχουσα πρακτική της πληρωμής υπό επιφύλαξη σχετικά με τα ποσά των ιδίων πόρων που οφείλονται στον προϋπολογισμό της Ένωσης, η οποία παρέχει τη δυνατότητα άσκησης προσφυγής για αδικαιολόγητο πλουτισμό κατά της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 268 και το άρθρο 340 δεύτερη παράγραφος της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

    (12)

    Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής όσον αφορά την απόδοση των παραδοσιακών ιδίων πόρων, θα πρέπει να προβλεφθεί στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014 διαδικασία επανεξέτασης με σκοπό την ενίσχυση της διαφάνειας και την αποσαφήνιση των δικαιωμάτων υπεράσπισης των κρατών μελών. Κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, το αποτέλεσμα της διαδικασίας επανεξέτασης, καθώς και η κατάσταση των εκκρεμών υποθέσεων, θα πρέπει να συζητούνται με την Επιτροπή σε ετήσια συνεδρίαση. Η εν λόγω συνεδρίαση θα πρέπει να διοργανώνεται στο κατάλληλο επίπεδο διαχειριστικής εκπροσώπησης, με σκοπό την επανεξέταση των αντίστοιχων θέσεων και την προσπάθεια αποφυγής της προσφυγής σε πιθανές διαδικασίες επί παραβάσει, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου.

    (13)

    Η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει τη λειτουργία της νέας διαδικασίας επανεξέτασης στο πλαίσιο πιθανής αναθεώρησης του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014 ή έως το τέλος του 2026 το αργότερο και ιδίως να αξιολογήσει τις δυνατότητες εξορθολογισμού της διαδικασίας επανεξέτασης, η οποία, εφόσον κριθεί σκόπιμο, μπορεί να ολοκληρωθεί με απόφαση της Επιτροπής.

    (14)

    Τα άρθρα 6 και 10α του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014 θα πρέπει να προσαρμοστούν για να διαγραφεί η αναφορά στη διόρθωση υπέρ του Ηνωμένου Βασιλείου καθώς και για να συμπεριληφθεί η Γερμανία ως δικαιούχος διορθώσεων κατ’ αποκοπή σύμφωνα με την απόφαση (ΕΕ, Ευρατόμ) 2020/2053 του Συμβουλίου (4).

    (15)

    Σύμφωνα με τις αρχές τη βελτίωσης της νομοθεσίας, η παράλληλη ύπαρξη αρκετών κανονισμών για την απόδοση θα πρέπει να είναι μόνο προσωρινή και τέτοιες νομικές πράξεις θα πρέπει να συγχωνευθούν σε έναν ενιαίο κανονισμό το συντομότερο δυνατό.

    (16)

    O κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014 θα πρέπει συνεπώς να τροποποιηθεί αναλόγως,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014 τροποποιείται ως εξής:

    1)

    Στο άρθρο 6 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Ωστόσο, ο ίδιος πόρος που βασίζεται στον ΦΠΑ και ο ίδιος πόρος που βασίζεται στο ΑΕΕ, λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων σε αυτούς τους πόρους από την ακαθάριστη μείωση που παρέχεται στη Δανία, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες, την Αυστρία και τη Σουηδία, εγγράφονται στη λογιστική που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, ως εξής:»·

    2)

    Το άρθρο 9 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 10, 10α και 10β, κάθε κράτος μέλος πιστώνει τους ιδίους πόρους σε λογαριασμό που επιλέγεται οικειοθελώς μεταξύ των ακόλουθων:

    α)

    λογαριασμό που έχει ανοιχτεί στο όνομα της Επιτροπής στο δημόσιο ταμείο του κράτους μέλους·

    β)

    λογαριασμό που έχει ανοιχτεί στο όνομα της Επιτροπής στην εθνική κεντρική τράπεζα· ή

    γ)

    κεντρικό λογαριασμό που έχει ανοιχτεί για τον σκοπό αυτό από την Επιτροπή στο δημόσιο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της επιλογής της.

    Με την επιφύλαξη της επιβολής αρνητικού τόκου όπως αναφέρεται στο τρίτο και στο τέταρτο εδάφιο ανάλογα με την περίπτωση, ο εν λόγω λογαριασμός μπορεί να χρεωθεί μόνο κατόπιν εντολής της Επιτροπής.

    Οι λογαριασμοί που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) του πρώτου εδαφίου τηρούνται σε εθνικό νόμισμα και είναι απαλλαγμένοι από κάθε επιβάρυνση ή τόκο. Όταν επιβάλλεται αρνητικός τόκος στους εν λόγω λογαριασμούς, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος πιστώνει τον λογαριασμό με ποσό που αντιστοιχεί στον αρνητικό τόκο που επιβλήθηκε, το αργότερο την πρώτη εργάσιμη ημέρα του δεύτερου μήνα μετά την επιβολή του αρνητικού τόκου.

    Τα κράτη μέλη πιστώνουν στον λογαριασμό που αναφέρεται στο στοιχείο γ) του πρώτου εδαφίου ποσά στο εθνικό τους νόμισμα. Όταν επιβάλλεται αρνητικός τόκος στον κεντρικό λογαριασμό, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος πιστώνει τον κεντρικό λογαριασμό με ποσό που αντιστοιχεί στο μερίδιο των ιδίων πόρων που πιστώθηκε στον εν λόγω λογαριασμό, το αργότερο την πρώτη εργάσιμη ημέρα του δεύτερου μήνα μετά την επιβολή του εν λόγω αρνητικού τόκου.

    Η Επιτροπή εκτελεί τις πράξεις ταμειακής διαχείρισης στους λογαριασμούς που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο.

    Η Επιτροπή εκπονεί λεπτομερή ανάλυση κόστους-οφέλους της χρήσης του λογαριασμού που αναφέρεται στο στοιχείο γ) του πρώτου εδαφίου χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του κεντρικού λογαριασμού εντός τριών ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.»·

    β)

    παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

    «2α.   Κάθε μήνα, η Επιτροπή διαβιβάζει με ηλεκτρονικά μέσα στα κράτη μέλη πρόβλεψη των ταμειακών αναγκών για τους επόμενους τέσσερις μήνες»·

    3)

    Το άρθρο 10α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Άρθρο 10α

    Απόδοση των ιδίων πόρων που βασίζονται στον ΦΠΑ και στο ΑΕΕ

    1.   Η πίστωση του ιδίου πόρου που βασίζεται στον ΦΠΑ και του ιδίου πόρου που βασίζεται στο ΑΕΕ, λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων στους εν λόγω πόρους από την ακαθάριστη μείωση που παρέχεται στη Δανία, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες, την Αυστρία και τη Σουηδία, διενεργείται κατά την πρώτη εργάσιμη ημέρα κάθε μήνα. Τα ποσά που πιστώνονται θα είναι ανά δωδεκατημόριο των σχετικών συνολικών ποσών του προϋπολογισμού, μετά τη μετατροπή τους σε εθνικό νόμισμα με βάση την ισοτιμία της τελευταίας ημέρας συναλλαγών του ημερολογιακού έτους που προηγείται του οικονομικού έτους, όπως δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C.

    2.   Για τις ειδικές ανάγκες της πληρωμής των δαπανών του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων, βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1) και μεταγενέστερης σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας, και σε συνάρτηση με την ταμειακή κατάσταση της Ένωσης, η Επιτροπή δύναται να καλέσει τα κράτη μέλη να επισπεύσουν κατά διάστημα έως και δύο μηνών, εντός του πρώτου τριμήνου του οικονομικού έτους, την εγγραφή ενός δωδεκατημορίου ή ενός κλάσματος δωδεκατημορίου των ποσών που προβλέπονται στον προϋπολογισμό στα πλαίσια του ιδίου πόρου που βασίζεται στον ΦΠΑ και του ιδίου πόρου που βασίζεται στο ΑΕΕ, λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων σε αυτούς τους πόρους από την ακαθάριστη μείωση που παρέχεται στη Δανία, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες, την Αυστρία και τη Σουηδία.

    Με την επιφύλαξη του τρίτου εδαφίου, για τους ειδικούς σκοπούς της πληρωμής των δαπανών των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών και Επενδυτικών Ταμείων βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*2) και μεταγενέστερης σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας, και σε συνάρτηση με την ταμειακή κατάσταση της Ένωσης, η Επιτροπή δύναται να καλέσει τα κράτη μέλη να επισπεύσουν, εντός του πρώτου εξαμήνου του οικονομικού έτους, την εγγραφή πρόσθετου ποσού που δεν θα υπερβαίνει το ήμισυ του δωδεκατημορίου των ποσών που προβλέπονται στον προϋπολογισμό στα πλαίσια του ιδίου πόρου που βασίζεται στον ΦΠΑ και του ιδίου πόρου που βασίζεται στο ΑΕΕ, λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων σε αυτούς τους πόρους από την ακαθάριστη μείωση που παρέχεται στη Δανία, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες, την Αυστρία και τη Σουηδία.

    Το συνολικό ποσό του οποίου την επίσπευση δύναται να ζητήσει η Επιτροπή από τα κράτη μέλη εντός του ιδίου μήνα δυνάμει του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπερβεί ποσό που αντιστοιχεί σε δύο πρόσθετα δωδεκατημόρια.

    Μετά την παρέλευση του πρώτου εξαμήνου, η αιτούμενη μηνιαία εγγραφή δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα δωδεκατημόριο των ιδίων πόρων που βασίζονται στον ΦΠΑ και στο ΑΕΕ, και σε κάθε περίπτωση εντός των ορίων των ποσών που έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό για τον σκοπό αυτό.

    Η Επιτροπή ενημερώνει εκ των προτέρων τα κράτη μέλη, το αργότερο δύο εβδομάδες πριν από εγγραφή που ζητείται δυνάμει του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου.

    Η Επιτροπή κοινοποιεί εγκαίρως στα κράτη μέλη, το αργότερο έξι εβδομάδες πριν από εγγραφή που ζητείται δυνάμει του δεύτερου εδαφίου, την πρόθεσή της να ζητήσει την εν λόγω εγγραφή.

    Η παράγραφος 4, που αφορά την εγγραφή για τον μήνα Ιανουάριο κάθε οικονομικού έτους, και η παράγραφος 5, που εφαρμόζεται όταν ο προϋπολογισμός δεν έχει εγκριθεί οριστικά πριν από την έναρξη του οικονομικού έτους, εφαρμόζονται για τις επισπευθείσες εγγραφές.

    Ένα κράτος μέλος μπορεί, κατ’ εξαίρεση και σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, να ζητήσει έγκριση από την Επιτροπή να προκαταβάλει την απόδοση των ιδίων πόρων που βασίζονται στον ΦΠΑ και στο ΑΕΕ, ιδίως στο πλαίσιο διορθωτικών προϋπολογισμών κατά το τέλος του έτους, λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων σε αυτούς τους πόρους από την ακαθάριστη μείωση που παρέχεται στη Δανία, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες, την Αυστρία και τη Σουηδία. Κάθε προπληρωμή προηγείται από προειδοποίηση τουλάχιστον επτά εργάσιμων ημερών νωρίτερα και το αίτημά της πρέπει να αιτιολογείται δεόντως από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Η Επιτροπή εξετάζει το αίτημα αφού λάβει υπόψη την κατάσταση των ταμειακών διαθεσίμων και τις ανάγκες της για ρευστότητα. Το κράτος μέλος μπορεί να πραγματοποιήσει την προκαταβολή μόνο μετά την έγκριση της Επιτροπής. Τυχόν πρόσθετες δαπάνες που συνδέονται με την προκαταβολική απόδοση ίδιων πόρων που βασίζονται στον ΦΠΑ και στο ΑΕΕ, επιβαρύνουν το κράτος μέλος που τη ζητεί.

    3.   Κάθε τροποποίηση του ενιαίου συντελεστή του ιδίου πόρου που βασίζεται στον ΦΠΑ, του συντελεστή του ιδίου πόρου που βασίζεται στο ΑΕΕ, της χρηματοδότησης της ακαθάριστης μείωσης που παρέχεται στη Δανία, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες, την Αυστρία και τη Σουηδία, προϋποθέτει την οριστική έγκριση διορθωτικού προϋπολογισμού και οδηγεί στην αναπροσαρμογή των δωδεκατημορίων που έχουν εγγραφεί από την αρχή του οικονομικού έτους.

    Οι αναπροσαρμογές αυτές διενεργούνται κατά την πρώτη εγγραφή μετά την οριστική έγκριση του διορθωτικού προϋπολογισμού, εάν η εν λόγω έγκριση πραγματοποιηθεί πριν από την 16η του μηνός. Στην αντίθετη περίπτωση, οι εν λόγω αναπροσαρμογές διενεργούνται κατά τη δεύτερη εγγραφή μετά την οριστική έγκριση του διορθωτικού προϋπολογισμού. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 10 του δημοσιονομικού κανονισμού, οι εν λόγω αναπροσαρμογές εγγράφονται στους λογαριασμούς στο πλαίσιο του οικονομικού έτους του εν λόγω διορθωτικού προϋπολογισμού.

    4.   Τα δωδεκατημόρια για τον μήνα Ιανουάριο κάθε οικονομικού έτους υπολογίζονται βάσει των ποσών που προβλέπονται στο σχέδιο προϋπολογισμού που αναφέρεται στο άρθρο 314 παράγραφος 2 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), μετατρεπομένων σε εθνικό νόμισμα με την ισοτιμία της πρώτης ημέρας συναλλαγών που ακολουθεί τη 15η Δεκεμβρίου του ημερολογιακού έτους που προηγείται του οικονομικού έτους. Η προσαρμογή διενεργείται κατά την εγγραφή που αντιστοιχεί στον επόμενο μήνα.

    5.   Εάν η οριστική έγκριση του προϋπολογισμού δεν έχει πραγματοποιηθεί το αργότερο έως δύο εβδομάδες πριν από την εγγραφή του μηνός Ιανουαρίου του επόμενου οικονομικού έτους, τα κράτη μέλη εγγράφουν την πρώτη εργάσιμη ημέρα κάθε μήνα, συμπεριλαμβανομένου του Ιανουαρίου, ένα δωδεκατημόριο του ποσού του ιδίου πόρου που βασίζεται στον ΦΠΑ και του ιδίου πόρου που βασίζεται στο ΑΕΕ, λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων στους εν λόγω πόρους από την ακαθάριστη μείωση που παρέχεται στη Δανία, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες, την Αυστρία και τη Σουηδία, ως έχουν στον τελευταίο οριστικά εγκεκριμένο προϋπολογισμό. Η προσαρμογή διενεργείται κατά την πρώτη λήξη της προθεσμίας που ακολουθεί την οριστική έγκριση του προϋπολογισμού εάν ο προϋπολογισμός εγκριθεί πριν από τις δεκαέξι του μηνός. Στην αντίθετη περίπτωση, η προσαρμογή διενεργείται κατά τη δεύτερη λήξη της προθεσμίας μετά την οριστική έγκριση του προϋπολογισμού.

    6.   Δεν πραγματοποιείται καμία μεταγενέστερη αναθεώρηση της χρηματοδότησης της ακαθάριστης μείωσης που παρέχεται στη Δανία, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες, την Αυστρία και τη Σουηδία, σε περίπτωση τροποποίησης των στοιχείων του ΑΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/516 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*3).

    (*1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 637/2008 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 608)."

    (*2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 320)."

    (*3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2019/516 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαρτίου 2019, για την εναρμόνιση του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος σε αγοραίες τιμές και την κατάργηση της οδηγίας 89/130/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1287/2003 του Συμβουλίου (Κανονισμός για το ΑΕΕ) (ΕΕ L 91 της 29.3.2019, σ. 19).»·"

    4)

    Στο άρθρο 10β, παράγραφος 5 το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Η Επιτροπή ανακοινώνει στα κράτη μέλη τα ποσά που προκύπτουν από τον εν λόγω υπολογισμό πριν από την 1η Φεβρουαρίου του έτους που έπεται εκείνου κατά το οποίο παρασχέθηκαν τα στοιχεία των προσαρμογών. Κάθε κράτος μέλος εγγράφει το καθαρό ποσό στον λογαριασμό που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 την πρώτη εργάσιμη ημέρα του Μαρτίου του έτους που έπεται εκείνου κατά το οποίο η Επιτροπή ενημέρωσε τα κράτη μέλη για τα ποσά που προκύπτουν από τον υπολογισμό.

    Η προθεσμία για την καταβολή των προσαρμογών από τα κράτη μέλη ισχύει και για τα ποσά για τα οποία η Επιτροπή παρείχε πληροφορίες πριν από τις 3 Μαΐου 2022.»·

    5)

    Το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    στην παράγραφο 1, προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

    «Για τους παραδοσιακούς ιδίους πόρους που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) της απόφασης (ΕΕ, Ευρατόμ) 2020/2053 του Συμβουλίου (*4), οφείλονται τόκοι για την περίοδο που αρχίζει από τη στιγμή που το ποσό θα έπρεπε να έχει αποδοθεί έως τη στιγμή που το ποσό πράγματι καταβλήθηκε στον λογαριασμό της Επιτροπής ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 9.

    Με την επιφύλαξη του άρθρου 13 παράγραφος 1 και υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό έχει βεβαιωθεί σύμφωνα με το άρθρο 2, έχει καταχωρισθεί εγκαίρως στα λογιστικά βιβλία σύμφωνα με το άρθρο 6 και τηρείται στα χωριστά λογιστικά βιβλία σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2, δεν οφείλονται τόκοι για περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία της βεβαίωσης του ποσού.

    Σε περίπτωση διοικητικής ή δικαστικής προσφυγής, η προθεσμία των πέντε ετών αρχίζει από την έκδοση, την κοινοποίηση ή τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης. Στην περίπτωση τμηματικών πληρωμών, η πενταετία ξεκινά το αργότερο από την ημερομηνία της τελευταίας πραγματικής πληρωμής, στον βαθμό που με την πληρωμή αυτή δεν εξοφλείται η οφειλή.

    (*4)  Απόφαση (ΕΕ, Ευρατόμ) 2020/2053 του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2020, για το σύστημα των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για την κατάργηση της απόφασης 2014/335/ΕΕ, Ευρατόμ (ΕΕ L 424 της 15.12.2020, σ. 1).»·"

    β)

    η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3.   Δεν απαιτείται η ανάκτηση ποσών τόκων κάτω των 1 000 EUR.»·

    γ)

    στην παράγραφο 4, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

    «Η συνολική αύξηση σύμφωνα με το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο δεν υπερβαίνει τις 14 ποσοστιαίες μονάδες. Ο περιορισμός της αύξησης σε 14 εκατοστιαίες μονάδες εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση κατά την οποία το ποσό των τόκων δεν έχει κοινοποιηθεί στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος πριν από τις 3 Μαΐου 2022. Το αυξημένο επιτόκιο εφαρμόζεται για όλη την περίοδο υπερημερίας, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.»·

    δ)

    στην παράγραφο 5, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

    «Η συνολική αύξηση σύμφωνα με το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο δεν υπερβαίνει τις 14 ποσοστιαίες μονάδες. Ο περιορισμός της αύξησης σε 14 ποσοστιαίες μονάδες εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση κατά την οποία το ποσό των τόκων δεν έχει κοινοποιηθεί στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος πριν από τις 3 Μαΐου 2022. Το αυξημένο επιτόκιο εφαρμόζεται για όλη την περίοδο υπερημερίας, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.»·

    6)

    Το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    Στην παράγραφο 2, μετά το πρώτο εδάφιο παρεμβάλλεται το ακόλουθο εδάφιο:

    «Ομοίως, τα κράτη μέλη απαλλάσσονται της υποχρέωσης να αποδίδουν στην Επιτροπή τα ποσά που αντιστοιχούν σε απαιτήσεις που βεβαιώθηκαν βάσει του άρθρου 2 όταν αποδεικνύουν ότι το σφάλμα που διέπραξε το κράτος μέλος μετά τη βεβαίωση των εν λόγω απαιτήσεων, όπως εκείνα που οδηγούν σε καθυστερημένη καταχώριση σε χωριστά λογιστικά βιβλία, δεν επηρέασε τη μη δυνατότητα είσπραξης του ποσού που αντιστοιχεί σε απαιτήσεις βάσει του άρθρου 2.»·

    β)

    στην παράγραφο 2, το πέμπτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Στην περίπτωση τμηματικών πληρωμών, η πενταετία ξεκινά το αργότερο από την ημερομηνία της τελευταίας πραγματικής πληρωμής, στον βαθμό που με την πληρωμή αυτή δεν εξοφλείται η οφειλή.»·

    γ)

    η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4.   Εντός τριών μηνών από την παραλαβή της έκθεσης που προβλέπεται στην παράγραφο 3, η Επιτροπή γνωστοποιεί τις παρατηρήσεις της στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει την εν λόγω προθεσμία αυτή μία φορά κατά τρεις ακόμη μήνες και να ενημερώσει σχετικά το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

    Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες. Στις περιπτώσεις αυτές, η προθεσμία που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο αρχίζει από την ημερομηνία παραλαβής των ζητούμενων συμπληρωματικών πληροφοριών. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος παρέχει τις συμπληρωματικές πληροφορίες εντός τριών μηνών. Κατόπιν αίτησης του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται μία φορά κατά τρεις ακόμη μήνες.

    Όταν το κράτος μέλος δεν μπορεί να παρέχει τις συμπληρωματικές πληροφορίες που έχει ζητήσει η Επιτροπή, μπορεί να ενημερώσει σχετικά την Επιτροπή. Η Επιτροπή κοινοποιεί στη συνέχεια τις τελικές παρατηρήσεις της εντός τριών μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω κοινοποίησης βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών. Η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει την εν λόγω προθεσμία μία φορά κατά τρεις ακόμη μήνες και να ενημερώσει σχετικά το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.»·

    δ)

    προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 5:

    «5.   Εάν το κράτος μέλος και η Επιτροπή δεν μπορούν να συμφωνήσουν στους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 2, το κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να επανεξετάσει τις παρατηρήσεις της σύμφωνα με το άρθρο 13β.»·

    7)

    Παρεμβάλλεται το ακόλουθο κεφάλαιο:

    «ΚΕΦΑΛΑΙΟ IIΙα

    ΠΛΗΡΩΜΗ ΜΕ ΔΙΑΤΥΠΩΣΗ ΕΠΙΦΥΛΑΞΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΕΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

    Άρθρο 13α

    Πληρωμή με διατύπωση επιφύλαξης

    1.   Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ κράτους μέλους και της Επιτροπής αναφορικά με ποσά παραδοσιακών ιδίων πόρων που οφείλονται στον προϋπολογισμό της Ένωσης ή σχετικά με ποσά ΦΠΑ που υπόκεινται στα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 παράγραφος 2 στοιχείο γ) μέτρα, το κράτος μέλος μπορεί, κατά την πληρωμή του αμφισβητούμενου ποσού, να διατυπώσει επιφυλάξεις ως προς τη θέση της Επιτροπής.

    Τα κράτη μέλη παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τις εν λόγω επιφυλάξεις, για τα ποσά που σχετίζονται με τους παραδοσιακούς ιδίους πόρους, μαζί με την αντίστοιχη μηνιαία κατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 4 και, για τα ποσά που σχετίζονται με τον ίδιο πόρο ΦΠΑ, μαζί με την αντίστοιχη κατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 10β παράγραφος 1. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή την άρση των επιφυλάξεων το συντομότερο δυνατό.

    2.   Εάν μια διαφωνία όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 επιλυθεί υπέρ του κράτους μέλους, η Επιτροπή εξουσιοδοτεί το εν λόγω κράτος μέλος να αφαιρέσει το καταβληθέν ποσό από την επόμενη ή τις επόμενες πληρωμές ιδίων πόρων.

    3.   Η εγγραφή της πληρωμής με διατύπωση επιφύλαξης στον λογαριασμό σύμφωνα με το άρθρο 9 διακόπτει την περίοδο κατά την οποία καταβάλλονται τόκοι υπερημερίας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 12.

    4.   Έως το τέλος Σεπτεμβρίου κάθε έτους, η Επιτροπή υποβάλλει ετήσιο ενημερωτικό σημείωμα στο οποίο παρουσιάζεται η επισκόπηση του συνολικού ποσού που καταβλήθηκε υπό επιφύλαξη και του συνολικού ποσού των επιφυλάξεων που ήρθησαν κατά το προηγούμενο έτος.

    Άρθρο 13β

    Διαδικασία επανεξέτασης

    1.   Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ κράτους μέλους και της Επιτροπής αναφορικά με ποσά παραδοσιακών ιδίων πόρων που οφείλονται στον προϋπολογισμό της Ένωσης, το κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να επανεξετάσει την αξιολόγησή της εντός έξι μηνών από την παραλαβή της. Η εν λόγω αίτηση αναφέρει τους λόγους της ζητούμενης επανεξέτασης και περιλαμβάνει τα αποδεικτικά στοιχεία και τα δικαιολογητικά στα οποία βασίζεται. Η αίτηση και η επακόλουθη διαδικασία δεν μεταβάλλουν την υποχρέωση των κρατών μελών να διαθέτουν ιδίους πόρους όταν αυτοί οφείλονται στον προϋπολογισμό της Ένωσης.

    2.   Η Επιτροπή, εντός τριών μηνών από την παραλαβή της αίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, κοινοποιεί στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος τις παρατηρήσεις της όσον αφορά τους λόγους που αναφέρονται στην αίτηση. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει την προθεσμία αυτή μία φορά κατά τρεις ακόμη μήνες και να ενημερώσει σχετικά το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

    3.   Στην περίπτωση που η Επιτροπή κρίνει αναγκαίο να ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες, η προθεσμία που αναφέρεται στην παράγραφο 2 προσμετράται από την ημερομηνία παραλαβής των συμπληρωματικών πληροφοριών που έχει ζητήσει η Επιτροπή. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος παρέχει τις συμπληρωματικές πληροφορίες εντός τριών μηνών από την παραλαβή της αίτησης της Επιτροπής για πρόσθετες πληροφορίες. Κατόπιν αίτησης του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, η Επιτροπή παρατείνει το εν λόγω χρονικό διάστημα μία φορά κατά τρεις ακόμη μήνες.

    4.   Όταν το κράτος μέλος δεν μπορεί να παρέχει πρόσθετες πληροφορίες, μπορεί να ενημερώσει σχετικά την Επιτροπή. Στη συνέχεια, η Επιτροπή κοινοποιεί τις παρατηρήσεις της με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία που αναφέρεται στην παράγραφο 2 προσμετράται από την ημερομηνία παραλαβής της εν λόγω κοινοποίησης.

    5.   Η διαδικασία επανεξέτασης περατώνεται το αργότερο 2 έτη μετά την αποστολή της αίτησης επανεξέτασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 από το κράτος μέλος.

    6.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν μία φορά ετησίως συνάντηση υψηλού επιπέδου με την Επιτροπή για να συζητηθεί η πορεία των υποθέσεων που αποτελούν ή έχουν αποτελέσει αντικείμενο της διαδικασίας επανεξέτασης και να εξεταστούν προσεκτικά με σκοπό την επανεξέταση των αντίστοιχων θέσεων και την επίτευξη συμφωνίας.

    7.   Στο πλαίσιο πιθανής αναθεώρησης του παρόντος κανονισμού ή έως το τέλος του 2026 το αργότερο, η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση της λειτουργίας της διαδικασίας επανεξέτασης που αναφέρεται στο παρόν άρθρο. Η αξιολόγηση αυτή περιλαμβάνει διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη και λαμβάνει υπόψη τα πορίσματα και τις θέσεις τους. Η Επιτροπή υποβάλλει, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, προτάσεις για τη βελτίωση της λειτουργίας της διαδικασίας επανεξέτασης.».

    Άρθρο 2

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

    Λουξεμβούργο, 5 Απριλίου 2022.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    B. LE MAIRE


    (1)  ΕΕ C 402 I της 5.10.2021, σ. 1.

    (2)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014 του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2014, για τις μεθόδους και τη διαδικασία απόδοσης των παραδοσιακών ιδίων πόρων και των ιδίων πόρων που βασίζονται στον ΦΠΑ και το ΑΕΕ και για τα μέτρα αντιμετώπισης των ταμειακών αναγκών (ΕΕ L 168 της 7.6.2014, σ. 39).

    (3)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2016/804 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2016, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 609/2014 για τις μεθόδους και τη διαδικασία απόδοσης των παραδοσιακών ιδίων πόρων και των ιδίων πόρων που βασίζονται στον ΦΠΑ και το ΑΕΕ και για τα μέτρα αντιμετώπισης των ταμειακών αναγκών (ΕΕ L 132 της 21.5.2016, σ. 85).

    (4)  Απόφαση (ΕΕ, Ευρατόμ) 2020/2053 του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2020, για το σύστημα των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για την κατάργηση της απόφασης 2014/335/ΕΕ, Ευρατόμ (ΕΕ L 424 της 15.12.2020, σ. 1).


    Top