EUR-Lex Adgang til EU-lovgivningen

Tilbage til forsiden

Dette dokument er et uddrag fra EUR-Lex

Dokument 32014R0625

Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 625/2014 της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2014 , για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου μέσω ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που καθορίζουν τις απαιτήσεις για επενδυτές, ανάδοχες οντότητες, αρχικούς δανειοδότες και μεταβιβάζοντα ιδρύματα σε σχέση με ανοίγματα σε μεταφερόμενο πιστωτικό κίνδυνο Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

ΕΕ L 174 της 13.6.2014, s. 16–25 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Dokumentets juridiske status Ikke længere i kraft, Gyldighedsperiodens slutdato: 06/11/2023; καταργήθηκε από 32023R2175

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_del/2014/625/oj

13.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 174/16


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 625/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Μαρτίου 2014

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου μέσω ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που καθορίζουν τις απαιτήσεις για επενδυτές, ανάδοχες οντότητες, αρχικούς δανειοδότες και μεταβιβάζοντα ιδρύματα σε σχέση με ανοίγματα σε μεταφερόμενο πιστωτικό κίνδυνο

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (1), και ιδίως το άρθρο 410 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η διατήρηση ενός οικονομικού συμφέροντος αποσκοπεί στην ευθυγράμμιση των συμφερόντων μεταξύ των μερών που μεταφέρουν και αναλαμβάνουν, αντίστοιχα, τον πιστωτικό κίνδυνο των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων. Όταν μια οντότητα τιτλοποιεί τις υποχρεώσεις της, η ευθυγράμμιση των συμφερόντων πραγματοποιείται αυτόματα, ανεξάρτητα από το αν ο τελικός οφειλέτης εξασφαλίζει το χρέος του. Όταν είναι σαφές ότι η μεταβιβάζουσα οντότητα εξακολουθεί να φέρει τον πιστωτικό κίνδυνο, η διατήρηση του συμφέροντος από τη μεταβιβάζουσα οντότητα είναι άσκοπη και δεν θα βελτιώσει την προϋπάρχουσα θέση.

(2)

Κρίνεται σκόπιμο να διευκρινιστούν οι περιπτώσεις κατά τις οποίες το άνοιγμα σε μεταφερόμενο πιστωτικό κίνδυνο θεωρείται ότι επέρχεται σε σχέση με ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις κατά τις οποίες τα ιδρύματα, πλην των περιπτώσεων που ενεργούν ως μεταβιβάζουσες οντότητες, ανάδοχες οντότητες ή αρχικοί δανειοδότες, μπορεί να είναι εκτεθειμένα σε πιστωτικό κίνδυνο μιας θέσης τιτλοποίησης, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων κατά τις οποίες τα ιδρύματα ενεργούν ως αντισυμβαλλόμενος σε παράγωγο μέσο με τη συναλλαγή τιτλοποίησης, ως αντισυμβαλλόμενος που παρέχει την αντιστάθμιση με τη συναλλαγή τιτλοποίησης, ως πάροχος ταμειακής διευκόλυνσης για τη συναλλαγή, καθώς και των περιπτώσεων κατά τις οποίες τα ιδρύματα διαθέτουν θέσεις τιτλοποίησης στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων ειδικής διαπραγμάτευσης.

(3)

Σε πράξεις επανατιτλοποίησης, η μεταφορά πιστωτικού κινδύνου εμφανίζεται στο επίπεδο της πρώτης τιτλοποίησης στοιχείων ενεργητικού και κατά το δεύτερο επίπεδο «επανασυσκευασίας» της συναλλαγής. Τα δύο επίπεδα της συναλλαγής, και οι δύο αντίστοιχες περιπτώσεις μεταφοράς πιστωτικού κινδύνου, είναι ανεξάρτητα από τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Σε κάθε επίπεδο της συναλλαγής, θα πρέπει να εξασφαλίζεται η διατήρηση καθαρού οικονομικού συμφέροντος και η δέουσα επιμέλεια από τα ιδρύματα που είναι εκτεθειμένα σε μεταφερόμενο πιστωτικό κίνδυνο στο συγκεκριμένο επίπεδο. Ως εκ τούτου, εάν ένα ίδρυμα είναι εκτεθειμένο μόνο στο δεύτερο επίπεδο «επανασυσκευασίας» της συναλλαγής, οι απαιτήσεις σχετικά με τη διατήρηση καθαρού οικονομικού συμφέροντος και τη δέουσα επιμέλεια ισχύουν για το εν λόγω ίδρυμα μόνο σε σχέση με το δεύτερο επίπεδο της συναλλαγής. Εντός της ίδιας πράξης επανατιτλοποίησης, τα ιδρύματα εκείνα που εκτέθηκαν στο πρώτο επίπεδο τιτλοποίησης στοιχείων ενεργητικού θα πρέπει να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις διατήρησης και δέουσας επιμέλειας σε σχέση με το πρώτο επίπεδο τιτλοποίησης στη συναλλαγή.

(4)

Είναι σκόπιμο να καθοριστεί με μεγαλύτερη λεπτομέρεια η εφαρμογή της δέσμευσης διατήρησης, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης όταν υπάρχουν περισσότερες μεταβιβάζουσες οντότητες, ανάδοχες οντότητες ή αρχικοί δανειοδότες, λεπτομέρειες σε σχέση με τις διαφορετικές επιλογές διατήρησης, τον τρόπο εκτίμησης της απαίτησης διατήρησης κατά τη δημιουργία και σε συνεχή βάση, και τον τρόπο εφαρμογής των εξαιρέσεων.

(5)

Τα στοιχεία α) έως ε) του άρθρου 405 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 προβλέπουν διάφορες επιλογές σύμφωνα με τις οποίες είναι δυνατή η εκπλήρωση της απαιτούμενης διατήρησης συμφέροντος ύψους 5 %. Ο παρών κανονισμός, διευκρινίζει λεπτομερώς τους τρόπους συμμόρφωσης με κάθε μία από αυτές τις επιλογές.

(6)

Η διατήρηση του συμφέροντος θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω μιας σύνθετης ή μη μόνιμης μορφής διατήρησης, υπό την προϋπόθεση ότι οι μέθοδοι αυτές συνάδουν πλήρως με μία από τις επιλογές που προβλέπονται στα στοιχεία α) έως ε) του άρθρου 405 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, με την οποία μπορεί να εξισωθεί η σύνθετη ή μη μόνιμη μορφή διατήρησης και υπό την προϋπόθεση ότι διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις δημοσιοποίησης.

(7)

Η αντιστάθμιση ή η πώληση του διατηρημένου συμφέροντος απαγορεύεται αν οι τεχνικές αυτές υπονομεύουν τον σκοπό της απαίτησης διατήρησης, γεγονός που σημαίνει ότι μπορούν να επιτραπούν εφόσον δεν αντισταθμίζουν τη διατήρηση έναντι του πιστωτικού κινδύνου είτε των διατηρημένων θέσεων τιτλοποίησης είτε των διατηρημένων ανοιγμάτων.

(8)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεχής διατήρηση του καθαρού οικονομικού συμφέροντος, τα ιδρύματα θα πρέπει να μεριμνούν ώστε να μην υφίσταται κάποιος ενσωματωμένος μηχανισμός στη δομή τιτλοποίησης με τον οποίο η απαίτηση ελάχιστης διατήρησης κατά τη δημιουργία θα μειωνόταν αναγκαστικά ταχύτερα από ό,τι το μεταφερόμενο συμφέρον. Ομοίως, δεν θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στο διατηρημένο συμφέρον από πλευράς ταμειακών ροών για την κατά προτίμηση ωφέλεια από την αποπληρωμή ή την απόσβεση που θα οδηγούσε σε πτώση της τρέχουσας ονομαστικής αξίας, κάτω του 5 %, των τμημάτων τιτλοποίησης που έχουν πωληθεί ή των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων. Επιπλέον, η πιστωτική στήριξη που παρέχεται στο ίδρυμα που αναλαμβάνει το άνοιγμα σε μια θέση τιτλοποίησης δεν θα πρέπει να μειωθεί δυσανάλογα σε σχέση με το ποσοστό αποπληρωμής για τα υποκείμενα ανοίγματα.

(9)

Τα ιδρύματα θα πρέπει να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν τα χρηματοπιστωτικά μοντέλα που έχουν αναπτυχθεί από τρίτους, πέραν εκείνων που έχουν αναπτυχθεί από τους ΕΟΠΑ, προκειμένου να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος και το κόστος συμμόρφωσης για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων δέουσας επιμέλειας. Τα ιδρύματα θα πρέπει να χρησιμοποιούν τα χρηματοπιστωτικά μοντέλα τρίτων μερών μόνο εφόσον έχουν μεριμνήσει δεόντως, πριν από την επένδυση, να επαληθεύσουν τις σχετικές παραδοχές και τη διάρθρωση των μοντέλων και να κατανοήσουν τη μεθοδολογία, τις παραδοχές και τα αποτελέσματα των εν λόγω μοντέλων.

(10)

Είναι απαραίτητο να καθοριστεί περαιτέρω η συχνότητα με την οποία τα ιδρύματα θα πρέπει να επανεξετάζουν τη συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας, ο τρόπος αξιολόγησης της καταλληλότητας της χρήσης διαφορετικών πολιτικών και διαδικασιών εντός και εκτός του χαρτοφυλακίου συναλλαγών, και ο τρόπος αξιολόγησης της συμμόρφωσης όταν οι θέσεις αφορούν το χαρτοφυλάκιο διαπραγμάτευσης συσχετίσεων, ενώ είναι αναγκαίο επίσης να διασαφηνιστούν ορισμένοι όροι, σύμφωνα με το άρθρο 406 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, όπως τα «χαρακτηριστικά κινδύνου» και τα «διαρθρωτικά χαρακτηριστικά».

(11)

Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, οντότητες εγκατεστημένες σε τρίτες χώρες, οι οποίες περιλαμβάνονται στην ενοποίηση, σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, αλλά δεν εμπίπτουν άμεσα στο πεδίο εφαρμογής των πρόσθετων βαρών κινδύνου, θα πρέπει, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως για τα ανοίγματα που υπάγονται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών για τους σκοπούς των δραστηριοτήτων ειδικής διαπραγμάτευσης, να μη θεωρείται ότι παραβιάζουν τις διατάξεις του άρθρου 405 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι τα ιδρύματα παραβιάζουν τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου, όταν τέτοια ανοίγματα ή θέσεις στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών δεν είναι ουσιώδη και δεν αποτελούν δυσανάλογο μερίδιο των εμπορικών δραστηριοτήτων, με την προϋπόθεση ότι υπάρχει πλήρης κατανόηση των ανοιγμάτων ή των θέσεων, και ότι έχουν εφαρμοστεί επίσημες πολιτικές και διαδικασίες οι οποίες είναι κατάλληλες και ανάλογες με το συνολικό προφίλ κινδύνου της εν λόγω οντότητας και του ομίλου.

(12)

Η αρχική και συνεχής πληροφόρηση των επενδυτών σχετικά με το επίπεδο της δέσμευσης διατήρησης και όλων των σημαντικών δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης της πιστωτικής ποιότητας και των αποδόσεων του υποκείμενου ανοίγματος, είναι αναγκαία για την επίδειξη δέουσας επιμέλειας σε σχέση με τις θέσεις τιτλοποίησης. Τα δεδομένα που γνωστοποιούνται θα πρέπει να περιλαμβάνουν στοιχεία σε σχέση με την ταυτότητα της οντότητας που διατηρεί συμφέρον, την προτιμηθείσα επιλογή διατήρησης και την αρχική και συνεχή δέσμευση για τη διατήρηση οικονομικού συμφέροντος. Όταν εφαρμόζονται οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 405 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, θα πρέπει να υπάρχει ρητή γνωστοποίηση των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων, όπου δεν ισχύει η απαίτηση διατήρησης και ο λόγος για τη μη εφαρμογή.

(13)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) στην Επιτροπή.

(14)

Η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) διεξήγαγε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού σχετικού κόστους/οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων, που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΝΟΙΓΜΑ ΣΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΗΣ

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

Ως «οντότητα που διατηρεί συμφέρον» νοείται η οντότητα που ενεργεί ως μεταβιβάζουσα οντότητα, ανάδοχος οντότητα ή αρχικός δανειοδότης και η οποία διατηρεί καθαρό οικονομικό συμφέρον στην τιτλοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 405 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

β)

Ως «σύνθετη μορφή διατήρησης» νοείται η διατήρηση των οικονομικών συμφερόντων μέσω της χρήσης παράγωγων μέσων.

γ)

Ως «μη μόνιμη μορφή διατήρησης» νοείται η διατήρηση των οικονομικών συμφερόντων μέσω της χρήσης εγγυήσεων, πιστωτικής επιστολής και άλλων παρόμοιων μορφών πιστωτικής στήριξης που εξασφαλίζουν την άμεση επιβολή της διατήρησης.

δ)

Ως «κάθετο τμήμα» νοείται ένα τμήμα το οποίο εκθέτει τον κάτοχο του τμήματος στον πιστωτικό κίνδυνο κάθε εκδιδόμενου τμήματος της πράξης τιτλοποίησης σε αναλογική βάση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟ ΚΙΝΔΥΝΟ ΜΙΑΣ ΘΕΣΗΣ ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΗΣ

Άρθρο 2

Ειδικές περιπτώσεις έκθεσης στον πιστωτικό κίνδυνο μιας θέσης τιτλοποίησης

1.   Σε περίπτωση που ένα ίδρυμα ενεργεί ως αντισυμβαλλόμενος σε πράξεις πιστωτικών παραγώγων ή ως αντισυμβαλλόμενος που παρέχει την αντιστάθμιση ή ως πάροχος ταμειακής διευκόλυνσης σε σχέση με μια συναλλαγή τιτλοποίησης, θεωρείται ότι εκτίθεται στον πιστωτικό κίνδυνο μιας θέσης τιτλοποίησης όταν το παράγωγο, η αντιστάθμιση ή η ταμειακή διευκόλυνση αναλαμβάνει τον πιστωτικό κίνδυνο των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων ή των θέσεων τιτλοποίησης.

2.   Για τους σκοπούς των άρθρων 405 και 406 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, σε περίπτωση που μια ταμειακή διευκόλυνση πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 255 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ο πάροχος ρευστότητας δεν θεωρείται ότι εκτίθεται στον πιστωτικό κίνδυνο μιας θέσης τιτλοποίησης.

3.   Στο πλαίσιο επανατιτλοποίησης με περισσότερα από ένα επίπεδα ή τιτλοποίησης με πολλαπλές διακριτές υποκείμενες συναλλαγές, ένα ίδρυμα θεωρείται ότι εκτίθεται στον πιστωτικό κίνδυνο μόνο της επιμέρους θέσης τιτλοποίησης ή της συναλλαγής στο πλαίσιο της οποίας αναλαμβάνει το άνοιγμα.

4.   Τα ιδρύματα δεν θεωρούνται ότι παραβιάζουν το άρθρο 405 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σε ενοποιημένη βάση εάν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η οντότητα που διατηρεί τις θέσεις τιτλοποίησης είναι εγκατεστημένη σε τρίτη χώρα και συμπεριλαμβάνεται στον ενοποιημένο όμιλο σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

οι θέσεις τιτλοποίησης τηρούνται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών της οντότητας που αναφέρεται στο στοιχείο α) για τους σκοπούς των δραστηριοτήτων ειδικής διαπραγμάτευσης·

γ)

οι θέσεις τιτλοποίησης δεν είναι σημαντικές σε σχέση με το συνολικό προφίλ κινδύνου του χαρτοφυλακίου συναλλαγών του ομίλου που αναφέρεται στο στοιχείο α) και δεν αποτελούν δυσανάλογο μερίδιο των εμπορικών δραστηριοτήτων του ομίλου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΚΑΘΑΡΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ

Άρθρο 3

Οντότητες που διατηρούν σημαντικό καθαρό οικονομικό συμφέρον

1.   Το διατηρούμενο σημαντικό οικονομικό συμφέρον δεν κατανέμεται μεταξύ διαφορετικών τύπων οντοτήτων που διατηρούν συμφέρον. Η απαίτηση διατήρησης σημαντικού καθαρού οικονομικού συμφέροντος πρέπει να πληρούται στο σύνολό της από καθεμία από τις ακόλουθες οντότητες:

α)

τη μεταβιβάζουσα οντότητα ή πολλαπλές μεταβιβάζουσες οντότητες·

β)

την ανάδοχο οντότητα ή πολλαπλές ανάδοχες οντότητες·

γ)

τον αρχικό δανειοδότη ή πολλαπλούς αρχικούς δανειοδότες.

2.   Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τα τιτλοποιημένα ανοίγματα δημιουργούνται από πολλαπλές μεταβιβάζουσες οντότητες, η απαίτηση διατήρησης θα πρέπει να πληρούται από κάθε μεταβιβάζουσα οντότητα, σε σχέση με το ποσοστό του συνόλου των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων για τα οποία αποτελεί τη μεταβιβάζουσα οντότητα.

3.   Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τα τιτλοποιημένα ανοίγματα δημιουργούνται από πολλαπλούς αρχικούς δανειοδότες, η απαίτηση διατήρησης θα πρέπει να πληρούται από κάθε αρχικό δανειοδότη, σε σχέση με το ποσοστό του συνόλου των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων για τα οποία αποτελεί τον αρχικό δανειοδότη.

4.   Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 2 και 3, όταν τα τιτλοποιημένα ανοίγματα δημιουργούνται από πολλαπλές μεταβιβάζουσες οντότητες ή πολλαπλούς αρχικούς δανειοδότες, η υποχρέωση διατήρησης μπορεί να εκπληρωθεί εξ ολοκλήρου από μία και μόνο μεταβιβάζουσα οντότητα ή αρχικό δανειοδότη υπό τον όρο ότι πληρούνται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης έχει καταρτίσει και διαχειρίζεται το πρόγραμμα ή το σχέδιο τιτλοποίησης,

β)

η μεταβιβάζουσα οντότητα ή ο αρχικός δανειοδότης έχει καταρτίσει το πρόγραμμα ή το σχέδιο τιτλοποίησης και έχει συμβάλει με ποσοστό άνω του 50 % του συνόλου των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων.

5.   Όταν τα τιτλοποιημένα ανοίγματα έχουν χρηματοδοτηθεί από πολλαπλές ανάδοχες οντότητες, η απαίτηση διατήρησης πρέπει να εκπληρώνεται είτε:

α)

από την ανάδοχο οντότητα της οποίας το οικονομικό συμφέρον είναι δεόντως ευθυγραμμισμένο με τους επενδυτές, όπως έχει συμφωνηθεί από τις πολλαπλές ανάδοχες οντότητες, με βάση αντικειμενικά κριτήρια που περιλαμβάνουν τη διάρθρωση τελών, τη συμμετοχή στη δημιουργία και τη διαχείριση του προγράμματος ή του συστήματος τιτλοποίησης και άνοιγμα στον πιστωτικό κίνδυνο των τιτλοποιήσεων·

β)

από κάθε ανάδοχο οντότητα αναλογικά σε σχέση με τον αριθμό των ανάδοχων οντοτήτων.

Άρθρο 4

Εκπλήρωση της απαίτησης διατήρησης μέσω σύνθετης ή μη μόνιμης μορφής διατήρησης

1.   Η απαίτηση διατήρησης μπορεί να εκπληρωθεί κατά ισοδύναμο τρόπο με μία από τις επιλογές που ορίζονται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 405 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 μέσω σύνθετης ή μη μόνιμης μορφής διατήρησης εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το διατηρημένο ποσό είναι τουλάχιστον ίσο με την απαίτηση στο πλαίσιο της επιλογής με την οποία μπορεί να εξισωθεί η σύνθετη ή μη μόνιμη μορφή της διατήρησης·

β)

η οντότητα που διατηρεί συμφέρον έχει γνωστοποιήσει ρητώς την πρόθεσή της να διατηρήσει, σε συνεχή βάση, σημαντικό καθαρό οικονομικό συμφέρον με αυτόν τον τρόπο, καθώς και λεπτομέρειες σε σχέση με τη μορφή της διατήρησης, τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε για τον προσδιορισμό της και την ισοδυναμία της με μία από αυτές τις επιλογές.

2.   Σε περίπτωση που μια οντότητα, πλην πιστωτικού ιδρύματος όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ενεργεί ως οντότητα που διατηρεί συμφέρον μέσω σύνθετης ή μη μόνιμης μορφής διατήρησης, το συμφέρον που διατηρείται σε σύνθετη ή μη μόνιμη βάση είναι πλήρως εξασφαλισμένο με ταμειακά διαθέσιμα και τηρείται σε ξεχωριστή βάση ως κεφάλαια «πελατών», όπως αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 8 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3).

Άρθρο 5

Επιλογή διατήρησης (α): κατ' αναλογία διατήρηση σε κάθε ένα από τα τμήματα τιτλοποίησης που έχουν πωληθεί ή μεταβιβαστεί στους επενδυτές

1.   Η διατήρηση τουλάχιστον του 5 % της ονομαστικής αξίας καθενός από τα τμήματα τιτλοποίησης που έχουν πωληθεί ή μεταβιβαστεί, όπως αναφέρεται στο στοιχείο α) του άρθρου 405 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, μπορεί επίσης να επιτευχθεί με τα ακόλουθα:

α)

διατήρηση τουλάχιστον του 5 % της ονομαστικής αξίας καθενός από τα τιτλοποιημένα ανοίγματα, υπό την προϋπόθεση ότι ο πιστωτικός κίνδυνος των εν λόγω ανοιγμάτων είναι της ίδιας προτεραιότητας με ή κατατάσσεται μετά τον πιστωτικό κίνδυνο που έχει τιτλοποιηθεί για τα ίδια ανοίγματα. Στην περίπτωση ανακυκλούμενης τιτλοποίησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 242 παράγραφος 13 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, αυτό θα συμβεί μέσω της διατήρησης του συμφέροντος της μεταβιβάζουσας οντότητας υποθέτοντας ότι το συμφέρον της μεταβιβάζουσας οντότητας ανερχόταν τουλάχιστον στο 5 % της ονομαστικής αξίας καθενός από τα τιτλοποιημένα ανοίγματα και είναι της ίδιας προτεραιότητας με ή κατατάσσεται μετά τον πιστωτικό κίνδυνο που έχει τιτλοποιηθεί σε σχέση με τα ίδια ανοίγματα·

β)

πρόβλεψη, στο πλαίσιο ενός προγράμματος ABCP, ταμειακής διευκόλυνσης που μπορεί να είναι πρώτη στη συμβατική σειρά προτεραιότητας, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

η ταμειακή διευκόλυνση καλύπτει το 100 % του πιστωτικού κινδύνου των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων·

ii)

η ταμειακή διευκόλυνση καλύπτει τον πιστωτικό κίνδυνο για όσο χρονικό διάστημα η οντότητα που διατηρεί συμφέρον οφείλει να διατηρήσει το οικονομικό συμφέρον μέσω της εν λόγω ταμειακής διευκόλυνσης για τη σχετική θέση τιτλοποίησης·

iii)

η ταμειακή διευκόλυνση παρέχεται από τη μεταβιβάζουσα οντότητα, την ανάδοχο οντότητα ή τον αρχικό δανειοδότη στο πλαίσιο της συναλλαγής τιτλοποίησης·

iv)

το ίδρυμα που αναλαμβάνει το άνοιγμα στην εν λόγω τιτλοποίηση έχει αποκτήσει πρόσβαση στις κατάλληλες πληροφορίες προκειμένου να είναι σε θέση να επαληθεύσει ότι τηρούνται τα στοιχεία i), ii) και iii)·

γ)

διατήρηση ενός κάθετου τμήματος το οποίο έχει ονομαστική αξία όχι μικρότερη από το 5 % της συνολικής ονομαστικής αξίας του συνόλου των εκδοθέντων τμημάτων χρεογράφων.

Άρθρο 6

Επιλογή διατήρησης (β): διατήρηση του συμφέροντος της μεταβιβάζουσας οντότητας για ανακυκλούμενα ανοίγματα

Η διατήρηση, όπως αναφέρεται στο σημείο β) του άρθρου 405 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, μπορεί να επιτευχθεί με τη διατήρηση τουλάχιστον του 5 % της ονομαστικής αξίας καθενός από τα τιτλοποιημένα ανοίγματα, υπό την προϋπόθεση ότι ο διατηρημένος πιστωτικός κίνδυνος των εν λόγω ανοιγμάτων είναι της ίδιας προτεραιότητας ή κατατάσσεται μετά τον πιστωτικό κίνδυνο που έχει τιτλοποιηθεί για τα ίδια ανοίγματα.

Άρθρο 7

Επιλογή διατήρησης (γ): διατήρηση τυχαία επιλεγμένων ανοιγμάτων

1.   Η ομάδα τουλάχιστον 100 ενδεχόμενων τιτλοποιημένων ανοιγμάτων από τα οποία επιλέγονται τυχαία ορισμένα διατηρούμενα και τιτλοποιημένα ανοίγματα, σύμφωνα με το στοιχείο γ) του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 405 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, πρέπει να είναι επαρκώς διαφοροποιημένη προκειμένου να αποφευχθεί η υπερβολική συγκέντρωση του διατηρούμενου συμφέροντος. Κατά την προετοιμασία της διαδικασίας επιλογής, η οντότητα που διατηρεί συμφέρον λαμβάνει υπόψη κατάλληλους ποσοτικούς και ποιοτικούς παράγοντες προκειμένου να διασφαλίσει ότι η διάκριση μεταξύ των διατηρημένων και των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων είναι πραγματικά τυχαία. Η οντότητα που διατηρεί συμφέρον από τυχαία επιλεγμένα ανοίγματα λαμβάνει υπόψη, κατά περίπτωση, ορισμένους παράγοντες, όπως ημερομηνία έκδοσης, προϊόν, γεωγραφία, ημερομηνία δημιουργίας, ημερομηνία λήξης, λόγο δανείου προς αξία, είδος περιουσίας, βιομηχανικό κλάδο και ανεξόφλητο υπόλοιπο δανείου, κατά την επιλογή ανοιγμάτων.

2.   Η οντότητα που διατηρεί συμφέρον δεν ορίζει διαφορετικά επιμέρους ανοίγματα ως διατηρημένα ανοίγματα σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, εκτός εάν αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση της απαίτησης διατήρησης σε σχέση με μια τιτλοποίηση στην οποία τα τιτλοποιημένα ανοίγματα παρουσιάζουν διακυμάνσεις με την πάροδο του χρόνου, είτε λόγω των νέων ανοιγμάτων που προστίθενται στην τιτλοποίηση είτε λόγω αλλαγών στο επίπεδο των επιμέρους τιτλοποιημένων ανοιγμάτων.

Άρθρο 8

Επιλογή διατήρησης (δ): διατήρηση του τμήματος πρωτεύουσας ζημίας

1.   Η διατήρηση του τμήματος πρωτεύουσας ζημίας, σύμφωνα με το στοιχείο δ) του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 405 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, πραγματοποιείται με θέσεις είτε εντός είτε εκτός ισολογισμού και είναι, επίσης, δυνατή με τη χρήση ενός εκ των κάτωθι:

α)

παροχή μη μόνιμης μορφής διατήρησης, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή ταμειακής διευκόλυνσης, στο πλαίσιο ενός προγράμματος έκδοσης εμπορικών χρεογράφων εξασφαλισμένων με στοιχεία ενεργητικού (ABCP), το οποίο πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:

i)

καλύπτει τουλάχιστον το 5 % της ονομαστικής αξίας των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων·

ii)

αποτελεί θέση πρωτεύουσας ζημίας σε σχέση με την τιτλοποίηση·

iii)

καλύπτει τον πιστωτικό κίνδυνο για όλη τη διάρκεια της δέσμευσης διατήρησης·

iv)

παρέχεται από τη μεταβιβάζουσα οντότητα, την ανάδοχο οντότητα ή τον αρχικό δανειοδότη στο πλαίσιο της τιτλοποίησης·

v)

το ίδρυμα που αναλαμβάνει το άνοιγμα στην εν λόγω τιτλοποίηση έχει αποκτήσει πρόσβαση στις κατάλληλες πληροφορίες προκειμένου να είναι σε θέση να επαληθεύσει ότι τηρούνται τα στοιχεία i), ii), iii) και iv)·

β)

υπερεξασφάλιση, ως μορφή πιστωτικής ενίσχυσης, εάν η υπερεξασφάλιση αυτή λειτουργεί ως διατήρηση «πρωτεύουσας ζημίας» τουλάχιστον του 5 % της ονομαστικής αξίας των τμημάτων που εκδίδονται από την τιτλοποίηση.

2.   Σε περίπτωση που το τμήμα πρωτεύουσας ζημίας υπερβαίνει το 5 % της ονομαστικής αξίας των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων, πρέπει να είναι δυνατό η οντότητα που διατηρεί συμφέρον να διατηρεί μόνο ένα μέρος του εν λόγω τμήματος πρωτεύουσας ζημίας, εφόσον το τμήμα αυτό ισοδυναμεί τουλάχιστον με το 5 % της ονομαστικής αξίας των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων.

3.   Ο ορισμός του τμήματος πρωτεύουσας ζημίας σε επίπεδο συνολικού προγράμματος τιτλοποίησης για τους σκοπούς διατήρησης του κινδύνου δεν επηρεάζεται από την ύπαρξη υποκείμενων συναλλαγών κατά τις οποίες οι μεταβιβάζουσες οντότητες ή οι αρχικοί δανειοδότες διατηρούν άνοιγμα πρωτεύουσας ζημίας στο επίπεδο που αφορά τη συγκεκριμένη συναλλαγή.

Άρθρο 9

Επιλογή διατήρησης (ε): διατήρηση πρωτεύουσας ζημίας σε κάθε τιτλοποιημένο άνοιγμα

1.   Η διατήρηση ανοίγματος πρωτεύουσας ζημίας στο επίπεδο κάθε τιτλοποιημένου ανοίγματος, σύμφωνα με το στοιχείο ε) του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 405 παράγραφος 1, εφαρμόζεται κατά τρόπο τέτοιον ώστε ο διατηρημένος πιστωτικός κίνδυνος να κατατάσσεται πάντοτε μετά τον πιστωτικό κίνδυνο που έχει τιτλοποιηθεί σε σχέση με τα ίδια ανοίγματα.

2.   Η διατήρηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 μπορεί να εκπληρωθεί με την πώληση σε μειωμένη αξία των υποκείμενων ανοιγμάτων από τη μεταβιβάζουσα ή τον αρχικό δανειοδότη, εφόσον το ποσό της έκπτωσης δεν είναι μικρότερο από 5 % επί της ονομαστικής αξίας του κάθε ανοίγματος και εφόσον το ποσό της έκπτωσης στην πώληση επιστρέφεται στη μεταβιβάζουσα οντότητα ή τον αρχικό δανειοδότη όταν δεν απορροφάται από ζημίες που σχετίζονται με τον πιστωτικό κίνδυνο που συνδέεται με τα τιτλοποιημένα ανοίγματα.

Άρθρο 10

Μέτρηση του επιπέδου διατήρησης

1.   Κατά τη μέτρηση του επιπέδου διατήρησης καθαρού οικονομικού συμφέροντος, εφαρμόζονται τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

ως δημιουργία νοείται η στιγμή κατά την οποία τα ανοίγματα τιτλοποιήθηκαν για πρώτη φορά·

β)

ο υπολογισμός του επιπέδου διατήρησης βασίζεται σε ονομαστικές αξίες και η τιμή απόκτησης των στοιχείων ενεργητικού δεν λαμβάνεται υπόψη·

γ)

το «υπερβάλλον περιθώριο», όπως ορίζεται στο άρθρο 242 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, δεν λαμβάνεται υπόψη κατά τη μέτρηση του καθαρού οικονομικού συμφέροντος της οντότητας που διατηρεί συμφέρον·

δ)

η ίδια επιλογή διατήρησης και μεθοδολογίας χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του καθαρού οικονομικού συμφέροντος κατά τη διάρκεια μιας συναλλαγής τιτλοποίησης, εκτός εάν εξαιρετικές περιστάσεις απαιτούν μια αλλαγή και η εν λόγω αλλαγή δεν χρησιμοποιείται ως μέσο για τη μείωση του ποσού του διατηρημένου συμφέροντος.

2.   Εκτός από τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 1, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υφίσταται κάποιος ενσωματωμένος μηχανισμός με τον οποίο το διατηρημένο συμφέρον κατά τη δημιουργία θα μειώνεται ταχύτερα από το μεταφερόμενο συμφέρον, η εκπλήρωση της απαίτησης διατήρησης δεν θεωρείται ότι έχει επηρεασθεί από την απόσβεση της διατήρησης μέσω κατανομής των ταμειακών ροών ή μέσω της κατανομής των ζημιών, οι οποίες, στην πραγματικότητα, μειώνουν το επίπεδο της διατήρησης με την πάροδο του χρόνου. Μια οντότητα που διατηρεί συμφέρον δεν υποχρεούται να αναπληρώνει διαρκώς ή να αναπροσαρμόζει το διατηρημένο συμφέρον της τουλάχιστον στο 5 %, καθώς οι ζημίες πραγματοποιούνται επί των ανοιγμάτων της ή κατανέμονται στη διατηρημένη θέση της.

Άρθρο 11

Μέτρηση της διατήρησης για τα μη αναληφθέντα ποσά σε ανοίγματα υπό τη μορφή πιστωτικών διευκολύνσεων

Ο υπολογισμός του καθαρού οικονομικού συμφέροντος που πρέπει να διατηρηθεί για τις πιστωτικές διευκολύνσεις, συμπεριλαμβανομένων των πιστωτικών καρτών, βασίζεται αποκλειστικά σε ποσά που έχουν ήδη αναληφθεί, αποκομισθεί ή ληφθεί και προσαρμόζεται σύμφωνα με τις μεταβολές των ποσών αυτών.

Άρθρο 12

Απαγόρευση αντιστάθμισης ή πώλησης του διατηρημένου συμφέροντος

1.   Η υποχρέωση, κατά το τρίτο εδάφιο του άρθρου 405 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, μη υπαγωγής του διατηρημένου καθαρού οικονομικού συμφέροντος σε οιαδήποτε μείωση πιστωτικού κινδύνου, αρνητικές θέσεις, ή άλλη αντιστάθμιση ή πώληση εφαρμόζεται λαμβάνοντας υπόψη τον σκοπό της απαίτησης διατήρησης και την οικονομική ουσία της συναλλαγής. Οι αντισταθμίσεις του καθαρού οικονομικού συμφέροντος δεν πρέπει να θεωρούνται αντιστάθμιση για τους σκοπούς του τρίτου εδαφίου του άρθρου 405 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και μπορούν, συνεπώς, να επιτρέπονται μόνο εφόσον δεν αντισταθμίζουν τη διατήρηση έναντι του πιστωτικού κινδύνου είτε των διατηρημένων θέσεων τιτλοποίησης είτε των διατηρημένων ανοιγμάτων.

2.   Η οντότητα που διατηρεί συμφέρον δύναται να χρησιμοποιήσει οποιαδήποτε διατηρημένα ανοίγματα ή θέσεις τιτλοποίησης ως εξασφάλιση για σκοπούς εξασφαλισμένης χρηματοδότησης, εφόσον η χρήση αυτή δεν μεταφέρει τον πιστωτικό κίνδυνο των εν λόγω διατηρημένων ανοιγμάτων ή θέσεων τιτλοποίησης σε τρίτους.

Άρθρο 13

Εξαιρέσεις από το άρθρο 405 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013

Οι συναλλαγές που αναφέρονται στο άρθρο 405 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 περιλαμβάνουν τις θέσεις τιτλοποίησης στο χαρτοφυλάκιο διαπραγμάτευσης συσχετίσεων που αποτελούν χρηματοπιστωτικά μέσα αναφοράς που πληρούν το κριτήριο του άρθρου 338 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή είναι επιλέξιμες να συμπεριληφθούν στο χαρτοφυλάκιο διαπραγμάτευσης συσχετίσεων.

Άρθρο 14

Διατήρηση σε ενοποιημένη βάση

Ένα ίδρυμα που ικανοποιεί την απαίτηση διατήρησης βάσει της ενοποιημένης κατάστασης του σχετικού μητρικού πιστωτικού ιδρύματος εγκατεστημένου στην ΕΕ, της σχετικής εγκατεστημένης στην ΕΕ χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή της σχετικής εγκατεστημένης στην ΕΕ μεικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, σύμφωνα με το άρθρο 405 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θα πρέπει, στην περίπτωση που η οντότητα που διατηρεί συμφέρον δεν περιλαμβάνεται πλέον στο πεδίο εφαρμογής της εποπτείας σε ενοποιημένη βάση, να διασφαλίζει ότι μία ή περισσότερες από τις υπόλοιπες οντότητες που περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής της εποπτείας σε ενοποιημένη βάση αναλαμβάνει το άνοιγμα στην τιτλοποίηση, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχιση της εκπλήρωσης της απαίτησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΚΤΙΘΕΝΤΑΙ ΣΕ ΜΙΑ ΘΕΣΗ ΤΙΤΛΟΠΟΙΗΣΗΣ

Άρθρο 15

Εξωτερική ανάθεση και λοιπά γενικά ζητήματα

1.   Όταν δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τα ειδικά ανοίγματα που πρόκειται να τιτλοποιηθούν, μεταξύ άλλων, όταν τα ανοίγματα συσσωρεύονται πριν από την τιτλοποίησή τους ή εφόσον μπορούν να υποκατασταθούν σε μια υφιστάμενη ανακυκλούμενη τιτλοποίηση, ένα ίδρυμα θεωρείται ότι εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του σε σχέση με τη δέουσα επιμέλεια, σύμφωνα με το άρθρο 406 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, για κάθε μία από τις επιμέρους θέσεις τιτλοποίησής του βάσει των σχετικών κριτηρίων επιλεξιμότητας για τα εν λόγω ανοίγματα.

2.   Όταν αναθέτουν ορισμένα καθήκοντα της διαδικασίας για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που ορίζονται στο άρθρο 406 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, καθώς και για την τήρηση αρχείων, τα ιδρύματα που εκτίθενται στους κινδύνους τιτλοποίησης διατηρούν τον πλήρη έλεγχο αυτής της διαδικασίας.

Άρθρο 16

Προσδιορισμός των χαρακτηριστικών κινδύνου και των διαρθρωτικών χαρακτηριστικών

1.   Τα χαρακτηριστικά κινδύνου της επιμέρους θέσης τιτλοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 406 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 περιλαμβάνουν τα ακόλουθα καταλληλότερα και πιο ουσιώδη χαρακτηριστικά, όπως:

α)

επίπεδο προτεραιότητας του τμήματος τιτλοποίησης·

β)

προφίλ των ταμειακών ροών·

γ)

οποιαδήποτε υφιστάμενη διαβάθμιση·

δ)

ιστορικές επιδόσεις παρόμοιων τμημάτων τιτλοποίησης·

ε)

υποχρεώσεις που σχετίζονται με τα τμήματα που περιλαμβάνονται στον φάκελο τεκμηρίωσης της τιτλοποίησης·

στ)

πιστωτική ενίσχυση.

2.   Τα χαρακτηριστικά κινδύνου των υποκείμενων ανοιγμάτων στη θέση τιτλοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 406 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 περιλαμβάνουν τα καταλληλότερα και πιο ουσιώδη χαρακτηριστικά και, μεταξύ άλλων, τις πληροφορίες επιδόσεων που αναφέρονται στο άρθρο 406 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τα ανοίγματα σε υποθήκες επί ακινήτων κατοικίας. Τα ιδρύματα προσδιορίζουν κατάλληλες και συγκρίσιμες μετρήσεις για την ανάλυση των χαρακτηριστικών κινδύνου των άλλων κατηγοριών περιουσιακών στοιχείων.

3.   Τα πρόσθετα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά, σύμφωνα με το άρθρο 406 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, περιλαμβάνουν τα παράγωγα μέσα, τις εγγυήσεις, τις πιστωτικές επιστολές και άλλες παρόμοιες μορφές πιστωτικής στήριξης.

Άρθρο 17

Συχνότητα επανεξέτασης

Τα ιδρύματα επανεξετάζουν τη συμμόρφωση τους με το άρθρο 406 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, κατόπιν εκθέσεώς τους σε θέσεις τιτλοποίησης, τουλάχιστον ετησίως και συχνότερα, αμέσως μόλις το ίδρυμα αντιληφθεί παραβίαση των υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στον φάκελο τεκμηρίωσης της τιτλοποίησης ή αντιληφθεί σημαντική αλλαγή σε οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

α)

στα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά που μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην απόδοση της θέσης τιτλοποίησης·

β)

στα χαρακτηριστικά κινδύνου των θέσεων τιτλοποίησης και των υποκείμενων ανοιγμάτων.

Άρθρο 18

Δοκιμές προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων

1.   Οι δοκιμές προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 406 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, περιλαμβάνουν όλες τις σχετικές θέσεις τιτλοποίησης και ενσωματώνονται στις στρατηγικές και τις διαδικασίες των δοκιμών προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων που διεξάγουν τα ιδρύματα, σύμφωνα με την εσωτερική διαδικασία αξιολόγησης της κεφαλαιακής επάρκειας που ορίζεται στο άρθρο 73 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4).

2.   Για την ικανοποίηση των απαιτήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 406 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα ιδρύματα μπορούν να χρησιμοποιήσουν συγκρίσιμα χρηματοπιστωτικά μοντέλα που έχουν αναπτυχθεί από τρίτους, πέραν εκείνων που έχουν αναπτυχθεί από τους ΕΟΠΑ, υπό την προϋπόθεση ότι μπορούν να αποδείξουν, εφόσον τους ζητηθεί, ότι πριν από την επένδυση μερίμνησαν δεόντως ώστε να επαληθεύσουν τις σχετικές παραδοχές και τη διάρθρωση των μοντέλων, και να κατανοήσουν τη μεθοδολογία, τις παραδοχές και τα αποτελέσματα.

3.   Κατά τη διεξαγωγή των δοκιμών που αναφέρονται στο άρθρο 406 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, στο πλαίσιο ενός προγράμματος ABCP, σύμφωνα με το άρθρο 242 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, το οποίο στηρίζεται από ταμειακή διευκόλυνση που καλύπτει πλήρως τον πιστωτικό κίνδυνο των τιτλοποιημένων ανοιγμάτων, τα ιδρύματα μπορούν να πραγματοποιούν δοκιμές προσομοίωσης για τον έλεγχο της φερεγγυότητας του παρόχου ταμειακής διευκόλυνσης και όχι για τα τιτλοποιημένα ανοίγματα.

Άρθρο 19

Ανοίγματα εντός και εκτός του χαρτοφυλακίου συναλλαγών

1.   Η κατοχή μιας θέσης τιτλοποίησης εντός ή εκτός του χαρτοφυλακίου συναλλαγών, αντίστοιχα, δεν συνιστά επαρκή αιτιολογία από μόνη της για την εφαρμογή διαφορετικών πολιτικών και διαδικασιών ή διαφορετικής έντασης της εξέτασης για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων δέουσας επιμέλειας, σύμφωνα με το άρθρο 406 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Προκειμένου να προσδιοριστεί κατά πόσον πρέπει να εφαρμοστούν διαφορετικές πολιτικές και διαδικασίες ή διαφορετική ένταση της εξέτασης, λαμβάνονται υπόψη όλοι οι σχετικοί παράγοντες που επηρεάζουν σημαντικά το προφίλ κινδύνου καθενός από τα χαρτοφυλάκια και των σχετικών θέσεων τιτλοποίησης και, μεταξύ άλλων, το μέγεθος των θέσεων, οι επιπτώσεις στην κεφαλαιακή βάση του ιδρύματος κατά τη διάρκεια μιας περιόδου ακραίων καταστάσεων και η συγκέντρωση του κινδύνου σε μία συγκεκριμένη συναλλαγή, εκδότη ή κατηγορία περιουσιακών στοιχείων.

2.   Τα ιδρύματα μεριμνούν ώστε οποιαδήποτε ουσιώδης αλλαγή που αυξάνει το προφίλ κινδύνου των θέσεων τιτλοποίησης στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών και εκτός του χαρτοφυλακίου συναλλαγών τους να αντικατοπτρίζεται με την κατάλληλη μεταβολή των διαδικασιών δέουσας επιμέλειας όσον αφορά τις θέσεις τιτλοποίησης. Σε αυτό το πλαίσιο, τα ιδρύματα προσδιορίζουν στις επίσημες πολιτικές και διαδικασίες τους εντός και εκτός του χαρτοφυλακίου συναλλαγών τις συνθήκες που θα οδηγούσαν σε επανεξέταση των υποχρεώσεων δέουσας επιμέλειας.

Άρθρο 20

Θέσεις στο χαρτοφυλάκιο διαπραγμάτευσης συσχετίσεων

Το άρθρο 406 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θεωρείται ότι τηρείται, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι θέσεις τιτλοποίησης ανήκουν στο χαρτοφυλάκιο διαπραγμάτευσης συσχετίσεων και αποτελούν μέσα αναφοράς, σύμφωνα με το άρθρο 338 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού ή είναι επιλέξιμες για να συμπεριληφθούν στο χαρτοφυλάκιο διαπραγμάτευσης συσχετίσεων·

β)

το ίδρυμα τηρεί τις διατάξεις του άρθρου 377 του εν λόγω κανονισμού όσον αφορά τον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σε σχέση με το χαρτοφυλάκιο διαπραγμάτευσης συσχετίσεων που διαθέτει·

γ)

η προσέγγιση του ιδρύματος για τον υπολογισμό των ιδίων κεφαλαίων σε σχέση με το χαρτοφυλάκιο διαπραγμάτευσης που διαθέτει έχει ως αποτέλεσμα τη διεξοδική και σε βάθος κατανόηση του προφίλ κινδύνου της επένδυσής του σε θέσεις τιτλοποίησης·

δ)

το ίδρυμα έχει εφαρμόσει επίσημες πολιτικές και διαδικασίες που είναι κατάλληλες για το χαρτοφυλάκιο διαπραγμάτευσης συσχετίσεων και ανάλογες με το προφίλ κινδύνου των επενδύσεών του στις αντίστοιχες τιτλοποιημένες θέσεις, για την ανάλυση και την καταγραφή των σχετικών πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 406 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. του 575/2013.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΕΤΑΒΙΒΑΖΟΥΣΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ, ΤΙΣ ΑΝΑΔΟΧΟΥΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΡΧΙΚΟΥΣ ΔΑΝΕΙΟΔΟΤΕΣ

Άρθρο 21

Πολιτικές για τη χορήγηση πιστώσεων

1.   Η εκπλήρωση της υποχρέωσης εκ μέρους της μεταβιβάζουσας ή της αναδόχου οντότητας, σύμφωνα με το άρθρο 408 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, δεν συνεπάγεται ότι τα είδη δανειολήπτη και δανειακών προϊόντων πρέπει να είναι τα ίδια για τιτλοποιημένα και μη τιτλοποιημένα ανοίγματα.

2.   Σε περίπτωση που ανάδοχος και μεταβιβάζουσα οντότητα δεν συμμετείχαν στην αρχική χορήγηση πιστώσεων για ανοίγματα που πρόκειται να τιτλοποιηθούν ή δεν δραστηριοποιούνται στη χορήγηση πιστώσεων για τους συγκεκριμένους τύπους ανοιγμάτων που τιτλοποιούνται, οι εν λόγω οντότητες διασφαλίζουν την απόκτηση όλων των αναγκαίων πληροφοριών προκειμένου να αξιολογήσουν κατά πόσον τα κριτήρια που ισχύουν για τη χορήγηση πιστώσεων για τα εν λόγω ανοίγματα είναι το ίδιο ορθά και σαφώς προσδιορισμένα με τα κριτήρια που ισχύουν για μη τιτλοποιημένα ανοίγματα.

Άρθρο 22

Γνωστοποίηση του επιπέδου της δέσμευσης για τη διατήρηση καθαρού οικονομικού συμφέροντος

1.   Η οντότητα που διατηρεί συμφέρον γνωστοποιεί στους επενδυτές, σύμφωνα με το άρθρο 409 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με το επίπεδο της δέσμευσής της να διατηρεί καθαρό οικονομικό συμφέρον στην τιτλοποίηση:

α)

επιβεβαίωση της ταυτότητας της οντότητας που διατηρεί συμφέρον και του εάν διατηρεί συμφέρον ως μεταβιβάζουσα οντότητα, ανάδοχος οντότητα ή αρχικός δανειοδότης·

β)

εάν οι όροι που προβλέπονται στα στοιχεία α), β), γ), δ) και ε) του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 405 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 έχουν εφαρμοστεί για τη διατήρηση καθαρού οικονομικού συμφέροντος·

γ)

οποιαδήποτε αλλαγή στους όρους διατήρησης καθαρού οικονομικού συμφέροντος, όπως αναφέρεται στο στοιχείο β) σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο δ)·

δ)

επιβεβαίωση του επιπέδου διατήρησης κατά τη δημιουργία και της δέσμευσης για διατήρηση σε συνεχή βάση, η οποία αφορά μόνο τη συνέχιση της εκπλήρωσης της αρχικής υποχρέωσης και δεν απαιτεί στοιχεία σχετικά με την τρέχουσα ονομαστική ή αγοραία αξία, ή σχετικά με οποιεσδήποτε απομειώσεις ή υποτιμήσεις της αξίας του διατηρημένου συμφέροντος.

2.   Όταν οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 3 ή 4 του άρθρου 405 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 εφαρμόζονται σε συναλλαγή τιτλοποίησης, τα ιδρύματα που ενεργούν ως μεταβιβάζουσες οντότητες, ανάδοχες οντότητες ή αρχικοί δανειοδότες παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την ισχύουσα απαλλαγή προς τους επενδυτές.

3.   Η γνωστοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και 2 τεκμηριώνεται δεόντως και δημοσιοποιείται, με εξαίρεση στις περιπτώσεις διμερών ή ιδιωτικών συναλλαγών στις οποίες η ιδιωτική γνωστοποίηση θεωρείται από τα μέρη ως επαρκής. Η συμπερίληψη μιας δήλωσης σχετικά με τη δέσμευση διατήρησης στο ενημερωτικό δελτίο για τους τίτλους που έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο του προγράμματος τιτλοποίησης θεωρείται ότι αποτελεί κατάλληλο μέσο για την εκπλήρωση της απαίτησης.

4.   Η γνωστοποίηση πρέπει επίσης να επιβεβαιωθεί μετά τη δημιουργία, με την ίδια συχνότητα με την οποία υποβάλλεται αναφορά σχετικά με τη συναλλαγή, τουλάχιστον σε ετήσια βάση και σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

εφόσον υπάρξει παραβίαση της δέσμευσης διατήρησης που αναφέρεται στο άρθρο 405 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

β)

εφόσον η απόδοση της θέσης τιτλοποίησης ή τα χαρακτηριστικά κινδύνου της τιτλοποίησης ή των υποκείμενων ανοιγμάτων παρουσιάζουν σημαντική αλλαγή·

γ)

κατόπιν παραβίασης των υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στον φάκελο τεκμηρίωσης της τιτλοποίησης.

Άρθρο 23

Γνωστοποίηση σημαντικών δεδομένων

1.   Οι μεταβιβάζουσες οντότητες, οι ανάδοχες οντότητες και οι αρχικοί δανειοδότες οφείλουν να διασφαλίζουν ότι τα σημαντικά δεδομένα, σύμφωνα με το άρθρο 409 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, είναι εύκολα προσβάσιμα από τους επενδυτές, χωρίς υπερβολικό διοικητικό φόρτο.

2.   Η δέουσα γνωστοποίηση, δυνάμει του άρθρου 409 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, θα πρέπει να πραγματοποιείται τουλάχιστον ετησίως και στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

εφόσον η απόδοση της θέσης τιτλοποίησης ή τα χαρακτηριστικά κινδύνου της τιτλοποίησης ή των υποκείμενων ανοιγμάτων παρουσιάζουν σημαντική αλλαγή·

β)

κατόπιν παραβίασης των υποχρεώσεων που περιλαμβάνονται στον φάκελο τεκμηρίωσης της τιτλοποίησης.

γ)

Προκειμένου τα δεδομένα να θεωρούνται σημαντικά όσον αφορά τα επιμέρους υποκείμενα ανοίγματα πρέπει να παρέχονται, γενικά, για κάθε δάνειο χωριστά, ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις όπου τα δεδομένα μπορεί να παρέχονται σε συγκεντρωτική βάση. Προκειμένου να εκτιμηθεί κατά πόσον οι συγκεντρωτικές πληροφορίες είναι επαρκείς, οι παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη περιλαμβάνουν τη διασπορά της υποκείμενης ομάδας και κατά πόσον η διαχείριση των ανοιγμάτων στην εν λόγω ομάδα βασίζεται στην ίδια την ομάδα ή σε κάθε δάνειο χωριστά.

3.   Η δημοσιοποίηση των πληροφοριών υπόκειται σε οποιεσδήποτε άλλες νομικές ή κανονιστικές απαιτήσεις που ισχύουν για την οντότητα που διατηρεί συμφέρον.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 24

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Μαρτίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).

(3)  Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της, 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1).

(4)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).


Op