Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62017TN0125

    Υπόθεση T-125/17: Προσφυγή της 28ης Φεβρουαρίου 2017 — BASF Grenzach κατά ECHA

    ΕΕ C 112 της 10.4.2017, p. 48–50 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    10.4.2017   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 112/48


    Προσφυγή της 28ης Φεβρουαρίου 2017 — BASF Grenzach κατά ECHA

    (Υπόθεση T-125/17)

    (2017/C 112/67)

    Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

    Διάδικοι

    Προσφεύγουσα: BASF Grenzach GmbH (Grenzach-Wyhlen, Γερμανία) (εκπρόσωποι: K. Nordlander και M. Abenhaïm, δικηγόροι)

    Καθού: Ευρωπαϊκός Οργανισμός Χημικών Προϊόντων

    Αιτήματα

    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    να κρίνει την προσφυγή ακυρώσεως παραδεκτή·

    να ακυρώσει την απόφαση του συμβουλίου προσφυγών του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (ECHA), της 19ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με την αξιολόγηση της ουσίας τρικλοσάνη σύμφωνα με το άρθρο 46, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 1907/2006 (1) (υπόθεση αριθ. A-018-2014) (στο εξής: απόφαση για την τρικλοσάνη), καθόσον το συμβούλιο προσφυγών απέρριψε τη διοικητική προσφυγή της προσφεύγουσας, επιβεβαίωσε τις δοκιμές της ουσίας σε αρουραίους και σε ψάρια, καθώς και τη δοκιμή ανθεκτικότητάς της, οι οποίες είχαν προηγουμένως ζητηθεί από τον ECHA, και αποφάσισε ότι οι λοιπές πληροφορίες πρέπει να παρασχεθούν έως τις 28 Δεκεμβρίου 2018·

    να καταδικάσει τον ECHA στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας.

    Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

    Προς στήριξη της προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους.

    1.

    Ο πρώτος λόγος αντλείται από παράβαση ουσιωδών τύπων

    Η προσφεύγουσα διατείνεται ότι το συμβούλιο προσφυγών, ασκώντας περιορισμένο έλεγχο νομιμότητας αντί να προβεί σε πλήρη διοικητικό έλεγχο της αποφάσεως για την τρικλοσάνη, παρέβη ουσιώδη τύπο. Κατά την προσφεύγουσα, το συμβούλιο προσφυγών παρέβη επίσης δύο ουσιώδεις τύπους παραβλέποντας — χωρίς να εξετάσει την ουσία τους — πλείονα βασικά προβληθέντα από την προσφεύγουσα επιχειρήματα και προσκομισθέντα από αυτήν επιστημονικά στοιχεία. Κατά την προσφεύγουσα, με τον τρόπο αυτόν, το συμβούλιο προσφυγών όχι μόνο δεν άσκησε την εξουσία του περί διοικητικού ελέγχου, αλλά και προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας της προσφεύγουσας.

    2.

    Ο δεύτερος λόγος αντλείται από παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, σε συνδυασμό με το άρθρο 13 ΣΛΕΕ, το άρθρο 25, παράγραφος 1, και το άρθρο 47 του κανονισμού (ΕΚ) 1907/2006 (REACH), καθώς και με την πάγια νομολογία του Γενικού Δικαστηρίου σχετικά με τον δικαστικό έλεγχο και το βάρος αποδείξεως.

    Όσον αφορά τη δοκιμή σε αρουραίους, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι τόσο ο ECHA όσο και το συμβούλιο προσφυγών αναγνώρισαν μεν τις διαφορές μεταξύ των συστημάτων του θυρεοειδούς αρουραίων και ανθρώπων, αντιστοίχως, αλλά στηρίχθηκαν κυρίως σε δεδομένα από μελέτες σε αρουραίους για να θέσουν το ζήτημα πιθανών επιπτώσεων στην ανθρώπινη θυροξίνη (ενώ υφιστάμενες μελέτες σε ανθρώπους έδειξαν την απουσία τέτοιων επιπτώσεων). Με τον τρόπο αυτόν, κατά την προσφεύγουσα, η απόφαση για την τρικλοσάνη (i) δεν λαμβάνει υπόψη όλες τις διαθέσιμες σχετικές πληροφορίες, (ii) ενέχει αντιφάσεις, (iii) στηρίζεται σε ανακόλουθα στοιχεία και, για τους λόγους αυτούς, πάσχει πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως της αναγκαιότητας της δοκιμής σε αρουραίους, καθόσον εξετάζει έναν προβαλλόμενο λόγο ανησυχίας για αναπτυξιακή νευροτοξικότητα σε ανθρώπους. Σχετικά με τα τελικά σημεία τοξικότητας της γενετήσιας αναπαραγωγικής ικανότητας στη μελέτη σε αρουραίους, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται περαιτέρω ότι τόσο ο ECHA όσο και το συμβούλιο προσφυγών δεν έλαβαν υπόψη ούτε όλες τις διαθέσιμες σχετικές πληροφορίες και στηρίχθηκαν σε ανακόλουθα στοιχεία. Κατά την προσφεύγουσα, με τον τρόπο αυτόν, ο ECHA και το συμβούλιο προσφυγών υπέπεσαν σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως της αναγκαιότητας της δοκιμής σε αρουραίους για τυχόν τελικά σημεία τοξικότητας της αναπαραγωγικής ικανότητας. Κατά την προσφεύγουσα, η δοκιμή σε αρουραίους είναι επίσης προδήλως ακατάλληλη, διότι τα αποτελέσματα της δοκιμής δεν μπορούν να βοηθήσουν ενδεχομένως τον ECHA να διευκρινίσει τους προβαλλόμενους λόγους ανησυχίας για ενδοκρινική διαταραχή σε ανθρώπους. Τέλος, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η απόφαση για την τρικλοσάνη δεν είναι σύννομη καθόσον το συμβούλιο προσφυγών επικύρωσε τη δοκιμή σε αρουραίους χωρίς να ελέγξει εάν πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις της αρχής της αναλογικότητας· συγκεκριμένα, το συμβούλιο προσφυγών παρέλειψε να ελέγξει εάν λιγότερο περιοριστικά μέτρα ήταν διαθέσιμα προς διευκρίνηση των προβαλλομένων λόγων ανησυχίας για ενδοκρινική διαταραχή λόγω της χρήσης τρικλοσάνης.

    Όσον αφορά τη δοκιμή σε ψάρια, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι (i) το συμβούλιο προσφυγών δεν άσκησε στην πραγματικότητα τη διακριτική του ευχέρεια και δεν καθόρισε εάν, λαμβανομένων υπόψη των διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων, υπήρχε «εν δυνάμει κίνδυνος» που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την απαίτηση για περαιτέρω δοκιμές· (ii) τόσο ο ECHA όσο και το συμβούλιο προσφυγών παρέλειψαν να αποδείξουν ότι, λαμβανομένων υπόψη των διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων, υπήρχε εν δυνάμει κίνδυνος ενδοκρινικής διαταραχής που να δικαιολογεί περαιτέρω δοκιμές σε ψάρια· και (iii) τόσο ο ECHA όσο και το συμβούλιο προσφυγών αντέστρεψαν το βάρος αποδείξεως και παρέβησαν το άρθρο 25, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 1907/2006 (REACH), απαιτώντας από την προσφεύγουσα να αποδείξει ότι δεν συντρέχει τέτοιος κίνδυνος.

    Όσον αφορά τη δοκιμή ανθεκτικότητας, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι ο ECHA και το συμβούλιο προσφυγών, επιβάλλοντάς της τη διεξαγωγή δοκιμής ανθεκτικότητας και σε γλυκό νερό και σε θαλάσσια ύδατα ώστε να διευκρινισθεί τυχόν εν δυνάμει κίνδυνος ανθεκτικότητας της τρικλοσάνης στο περιβάλλον, δεν έλαβαν δεόντως υπόψη τόσο τα στοιχεία του βάρους αποδείξεως σχετικά με την ανθεκτικότητα της τρικλοσάνης όσο και την απαίτηση να εξετάσουν συνθήκες συναφείς με το περιβάλλον, όπως εκτίθενται στο Παράρτημα XIII του κανονισμού 1907/2006. Περαιτέρω, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι ο ECHA και το συμβούλιο προσφυγών, επιβάλλοντάς της τη διεξαγωγή δοκιμής ανθεκτικότητας σε πελαγικά ύδατα (δηλαδή, καθαρό νερό χωρίς ίζημα), παρέλειψαν επίσης να σεβαστούν το σαφές κριτήριο του παραρτήματος XIII του κανονισμού 1907/2006 (REACH) περί εξετάσεως των αποδεικτικών στοιχείων που αντανακλούν συνθήκες «συναφείς» με το περιβάλλον. Επιπλέον, κατά την προσφεύγουσα, τόσο ο ECHA όσο και το συμβούλιο προσφυγών, αφού αποφάσισαν ότι η δοκιμή προσομοιώσεως παρεκκλίσεως πρέπει να αντανακλά συνθήκες συναφείς με το περιβάλλον, παρέλειψαν να ασκήσουν την προσήκουσα κρίση εμπειρογνωμόνων για να προσδιορίσουν τις κατάλληλες συνθήκες δοκιμής.


    (1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων καθώς και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/45/EΚ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 793/93 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) 1488/94 της Επιτροπής καθώς και της οδηγίας 76/769/ΕΟΚ του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 91/155/ΕΟΚ, 93/67/ΕΟΚ, 93/105/ΕΚ και 2000/21/ΕΚ (ΕΕ 2006, L 396, σ. 1).


    Top