EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62009CN0358

Υπόθεση C-358/09 P: Αίτηση αναιρέσεως που η DSV Road NV υπέβαλε στις 7 Σεπτεμβρίου 2009 κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (τέταρτο τμήμα) στις 8 Ιουλίου 2009 στην υπόθεση T-219/07, DSV Road NV κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΕΕ C 297 της 5.12.2009, p. 17–18 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

5.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 297/17


Αίτηση αναιρέσεως που η DSV Road NV υπέβαλε στις 7 Σεπτεμβρίου 2009 κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Πρωτοδικείο (τέταρτο τμήμα) στις 8 Ιουλίου 2009 στην υπόθεση T-219/07, DSV Road NV κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση C-358/09 P)

2009/C 297/22

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: DSV Road NV (εκπρόσωποι: A. Poelmans και G. Prckler, δικηγόροι)

Αναιρεσίβλητη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της αναιρεσείουσας

Η DSV Road NV ζητεί από το Δικαστήριο:

να κηρύξει παραδεκτή και βάσιμη την αίτηση αναιρέσεως·

στη συνέχεια, να αναιρέσει ολόκληρη την απόφαση του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 8ης Ιουλίου 2008 στην υπόθεση T-219/07·

στο μέτρο που το Δικαστήριο, σε περίπτωση αναιρέσεως, αποφασίσει να κρατήσει την υπόθεση, να ακυρώσει την υπό στοιχεία REC 05/02, C (2007) 1776 απόφαση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 24ης Απριλίου 2007 επί αιτήσεως του Βασιλείου του Βελγίου, με την οποία απόφαση διαπιστώθηκε ότι πρέπει να εισπραχθούν εκ των υστέρων εισαγωγικοί δασμοί ποσού 168 004,65 ευρώ που απετέλεσαν το αντικείμενο αιτήσεως του Βασιλείου του Βελγίου της 12ης Αυγούστου 2002 και ότι δεν δικαιολογείται η διαγραφή εισαγωγικών δασμών ποσού 168 004,65 ευρώ που απετέλεσαν το αντικείμενο αιτήσεως του Βασιλείου του Βελγίου της 12ης Αυγούστου 2002·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα τόσο της δίκης ενώπιον του Δικαστηρίου όσο και της δίκης ενώπιον του Πρωτοδικείου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1)

Όσον αφορά το άρθρο 220, παράγραφος 2, στοιχείο β', του ΚΤΚ (1)

Πρώτος λόγος αναιρέσεως: το Πρωτοδικείο κατά την εφαρμογή του άρθρου 220, παράγραφος 2, στοιχείο β', του ΚΤΚ δεν έλαβε υπόψη την ερμηνεία που το Δικαστήριο έδωσε στο άρθρο αυτό με την απόφασή του της 9ης Μαρτίου 2006 (2), και ειδικότερα όσον αφορά την εκπλήρωση του βάρους αποδείξεως ότι η έκδοση εσφαλμένων πιστοποιητικών οφείλεται σε εσφαλμένη περιγραφή των πραγματικών περιστατικών από τον εξαγωγέα, βάρους το οποίο κατά την προαναφερθείσα απόφαση όχι μόνον φέρουν οπωσδήποτε οι τελωνειακές αρχές που ζητούν την εκ των υστέρων είσπραξη τελωνειακών δασμών, αλλά και πρέπει να εκπληρώσουν μέσω αντικειμενικών γνήσιων στοιχείων.

Έτσι, το Πρωτοδικείο παρέβλεψε το άρθρο 220, παράγραφος 2, στοιχείο β', του ΚΤΚ και εφάρμοσε εσφαλμένως, και επομένως παραβίασε, το κοινοτικό δίκαιο. Κατά συνέπεια, έργο του Δικαστηρίου είναι να διορθώσει αυτή την εσφαλμένη εφαρμογή του δικαίου.

Δεύτερος λόγος αναιρέσεως: ούτως ή άλλως το Πρωτοδικείο, κατά την αξιολόγηση της αποδείξεως που του προσκομίστηκε, εσφαλμένως έκρινε ότι η σχετική απόδειξη δεν ικανοποιεί τις επιταγές του άρθρου 220, παράγραφος 2, στοιχείο β', του ΚΤΚ, όπως ερμηνεύθηκε και διευκρινίστηκε από το Δικαστήριο στην απόφασή του της 9ης Μαρτίου 2006 (3).

Έτσι, το Πρωτοδικείο έδωσε εσφαλμένο νομικό χαρακτηρισμό στην προσκομισθείσα απόδειξη και επομένως παρέβη το κοινοτικό δίκαιο (4).

Επί πλέον, πρέπει να διαπιστωθεί ότι το Πρωτοδικείο κατά την αξιολόγηση της αποδείξεως δεν αποφάνθηκε με μονοσήμαντο τρόπο, και έτσι αποφάνθηκε με παράδοξο τρόπο, επειδή από τη μια πλευρά θεώρησε ότι το προσκομισθέν αποδεικτικό υλικό είναι αρκετό για να εκπληρωθεί το βάρος αποδείξεως της Επιτροπής ότι η έκδοση των εσφαλμένων πιστοποιητικών οφείλεται σε εσφαλμένη περιγραφή των πραγματικών περιστατικών από τον εξαγωγέα και από την άλλη πλευρά απέρριψε το αποδεικτικό αυτό υλικό ως ανεπαρκές για να αποδείξει η αναιρεσείουσα ότι οι ταϊλανδικές τελωνειακές αρχές γνώριζαν, ή τουλάχιστον έπρεπε εύλογα να γνωρίζουν, ότι τα αγαθά δεν λαμβάνονταν υπόψη για προτιμησιακή μεταχείριση.

Έργο του Δικαστηρίου είναι να θεωρήσει ως έλλειψη αιτιολογίας τα σφάλματα στα οποία το Πρωτοδικείο υπέπεσε κατά την ανάγνωση και την αξιολόγηση των εγγράφων της δικογραφίας που προσκομίστηκαν ως απόδειξη (5).

2)

Όσον αφορά το άρθρο 239 του ΚΤΚ

Μοναδικός λόγος αναιρέσεως: το Πρωτοδικείο, κατόπιν της εσφαλμένης εφαρμογής του άρθρου 220, παράγραφος 2, στοιχείο β', του ΚΤΚ ή κατόπιν των σφαλμάτων στα οποία υπέπεσε κατά την αξιολόγηση των εγγράφων της δικογραφίας που προσκομίστηκαν ως απόδειξη, κακώς έκρινε ότι η κατάσταση στην οποία βρέθηκε η αναιρεσείουσα δεν είναι ιδιαίτερη κατάσταση υπό την έννοια του άρθρου 239 του ΚΤΚ.


(1)  Κανονισμός (ΕΟΚ) 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302, σ. 1).

(2)  Απόφαση στην υπόθεση C-293/04, Beemsterboer (Συλλογή 2006, σ. I-2263).

(3)  Το ίδιο.

(4)  Διάταξη του Δικαστηρίου της 11ης Ιουλίου 1996, C-325/94 P, An Taisce και WWF UK κατά Επιτροπής (Συλλογή 1996, σ. I-3739, σκέψεις 28 και 30).

(5)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Οκτωβρίου 1996, C-32/95 P, Επιτροπή κατά Lisrestal κ.λπ. (Συλλογή 1996, σ. I-5399, σ. 40).


Top