Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52013AE3176

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό και την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών» COM (2013) 133 final — 2013/0074 (COD)

    ΕΕ C 341 της 21.11.2013, p. 67–70 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    21.11.2013   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 341/67


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό και την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών»

    COM (2013) 133 final — 2013/0074 (COD)

    2013/C 341/15

    Εισηγητής: ο κ. BUFFETAUT

    Το Συμβούλιο, στις 27 Μαρτίου 2013, και το Κοινοβούλιο, στις 15 Απριλίου 2013 αποφάσισαν, σύμφωνα με τα άρθρα 43(2), 100(2), 192(1), 194(2) και 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να ζητήσουν γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

    Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση πλαισίου για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό και την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών

    COM (2013) 133 final — 2013/0074 (COD).

    Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 3 Σεπτεμβρίου 2013.

    Κατά την 492η σύνοδο ολομέλειας, της 18ης και 19ης Σεπτεμβρίου 2013 (συνεδρίαση της 18ης Σεπτεμβρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 185 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 5 αποχές.

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1

    Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υπενθυμίζει ότι το 50 % του πληθυσμού της ΕΕ ζει σε παράκτιες ζώνες. Συνεπώς, οι πολιτικές διαχείρισης των παράκτιων ζωνών και του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού έχουν ιδιαίτερη σημασία για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι ιδιαιτέρως ευπρόσδεκτη η προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών τόσο στο εσωτερικό των κρατών μελών όσο και μεταξύ των κρατών μελών, ιδιαίτερα δε όσον αφορά τις διασυνοριακές περιοχές, με στόχο την πλήρη συμμετοχή των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών που ασκούν τις δραστηριότητές τους στις περιοχές αυτές.

    1.2

    Τονίζει την ανάγκη εφαρμογής μιας συμμετοχικής δράσης που να συγκεντρώνει τους διάφορους φορείς που δραστηριοποιούνται, εργάζονται ή εκμεταλλεύονται τις παράκτιες και θαλάσσιες περιοχές, προκειμένου η διαβούλευση να καταλήξει σε συγκεκριμένα αποτελέσματα. Πράγματι, όλοι μπορεί να συμφωνούν με τους στόχους της Επιτροπής, αλλά η μέθοδος που χρησιμοποιείται είναι αυτή που καθορίζει την επιτυχία της εφαρμογής της οδηγίας. Οι δραστηριότητες που ασκούνται στις εν λόγω θαλάσσιες περιοχές είναι πολύ διαφορετικές: εμπορική αλιεία, υδατοκαλλιέργεια, ερασιτεχνική αλιεία, θαλάσσιες μεταφορές, τουρισμός, καταδύσεις, στρατιωτικές δραστηριότητες, εκμετάλλευση πηγών ενέργειας … Δραστηριότητες που είναι μεν ανταγωνιστικές, αλλά μπορεί επίσης να είναι συμπληρωματικές.

    1.3

    Για να είναι αποτελεσματική, η διαβούλευση πρέπει να οργανωθεί σε τοπικό επίπεδο. Η εφαρμογή των οδηγιών σχετικά με τους οικότοπους (Natura 2000) και το θαλάσσιο περιβάλλον κατέδειξε την ανάγκη να δημιουργηθεί μια εδαφική δυναμική. Παρά τα διαφορετικά συμφέροντα που διακυβεύονται, είναι σημαντικό οι χρήστες των θαλάσσιων ζωνών να μάθουν να επικοινωνούν και να μοιράζονται σαφείς και εφικτούς στόχους. Η μεθοδολογία είναι συνεπώς πολύ σημαντική προκειμένου να αναδειχτεί μια δυναμική ομάδας. Αυτή είναι εφικτή μόνο εάν υπάρχει συμφωνία για την τρέχουσα κατάσταση, με βάση τις πραγματικές συνθήκες στην περιοχή και τις αναμενόμενες εξελίξεις των κατά τόπους δραστηριοτήτων.

    1.4

    Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποδοχή των κανόνων, οι στόχοι και οι δράσεις που αναλαμβάνονται πρέπει να είναι σαφείς και διαφανείς. Η νομοθεσία, για να γίνει σεβαστή πρέπει πρωτίστως να είναι κατανοητή. Ο βασικός άξονας πρέπει να είναι σαφής σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και η διάρθρωση των θαλάσσιων και παράκτιων ζωνών προοδευτική και ολοκληρωμένη.

    1.5

    Πέραν της αρχής περί διοργάνωσης ενός συστηματικού διαλόγου, ενδείκνυται να τεθούν προτεραιότητες για τις δραστηριότητες που μπορούν να ασκηθούν στις θαλάσσιες και παράκτιες ζώνες. Δεν μπορούν να καθοριστούν εκ των προτέρων και αναγκαστικά θα διαφοροποιούνται ανάλογα με την συγκεκριμένη κατάσταση κάθε μιας εξ αυτών, τόσο όσον αφορά το γεωγραφικό, το περιβαλλοντικό, και το ανθρώπινο επίπεδο όσο και το οικονομικό. Η αρχή της επικουρικότητας εφαρμόζεται συνεπώς στον τομέα αυτό τόσο σε ενωσιακό επίπεδο όσο και στο εσωτερικό των κρατών μελών.

    1.6

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι τα κράτη μέλη δεν είναι οι μόνοι ενδιαφερόμενοι και ότι η διαβούλευση πρέπει επίσης να οργανωθεί μεταξύ των περιφερειών και των τοπικών αρχών αλλά και μεταξύ οικονομικών κλάδων. Οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει επίσης να συμμετέχουν στη διαβούλευση αυτή, κυρίως επειδή ορισμένες αποφάσεις θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις στην απασχόληση (στον τομέα της αλιείας και του τουρισμού, για παράδειγμα) και στις συνθήκες εργασίας τους. Υπενθυμίζει ότι η εφαρμογή της οδηγίας Natura 2000 βασίζεται ήδη σε πολλαπλές μορφές τοπικής διακυβέρνησης.

    1.7

    Στην πράξη, οι δυσκολίες εφαρμογής οφείλονται ειδικότερα στο γεγονός ότι τα νομικά συστήματα διαφέρουν ανάλογα με το αν αφορούν την ξηρά ή τη θάλασσα, αλλά οι δύο χώροι είναι αλληλένδετοι και ο ένας επηρεάζει τον άλλο. Επιπλέον οι προσεγγίσεις των προβλημάτων μπορούν εύκολα να καταστούν συντεχνιακές. Επομένως, είναι αναγκαίο να επιτευχθεί η σωστή ισορροπία μεταξύ των έννομων συμφερόντων και των αναγκών του κοινού καλού, χωρίς ιδεολογικές προκαταλήψεις.

    1.8

    Με γνώμονα την πραγματική κατάσταση, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την αρχή της αναθεώρησης, σε τακτά χρονικά διαστήματα, των προγραμμάτων σχεδιασμού και των στρατηγικών διαχείρισης, αλλά τονίζει ότι αντενδείκνυται ο εγκλωβισμός σε μια ρυθμιστική άποψη των πραγμάτων. Πρόκειται για τη διαχείριση ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε μια μεταβαλλόμενη και ευαίσθητη περιοχή. Ενδείκνυται συνεπώς η επιχειρηματολογία να γίνεται με όρους ροών, δηλαδή δυναμικά.

    1.9

    Το ζήτημα των πηγών χρηματοδότησης των πολιτικών αυτών είναι προφανώς πολύ σημαντικό. Μεταξύ αυτών των πηγών χρηματοδότησης περιλαμβάνονται οι πόροι που προβλέπονται στο πλαίσιο Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Πολιτικής, αλλά θα μπορούσαν να κινητοποιηθούν και άλλες πηγές χρηματοδότησης όπως για παράδειγμα η χρηματοδότηση για την αλιεία, τη διαχείριση του περιβάλλοντος (Natura 2000) και την περιφερειακή ανάπτυξη ή ακόμη και την ΚΓΠ. Θα πρέπει επομένως να ληφθεί μέριμνα ώστε η πληθώρα των πηγών χρηματοδότησης να μην βλάπτει την εφαρμογή των πολιτικών αυτών. Οι μακροπεριφερειακές στρατηγικές θα πρέπει να συμβάλουν στη συνεκτικότητα των διαφόρων ταμείων συνοχής.

    1.10

    Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι αυτές οι χρηματοδοτήσεις συμβάλλουν σημαντικά στην ανθρώπινη δυναμική παρακολούθηση της διαβούλευσης και των δράσεων που εκτελούνται στο πλαίσιο της νέας οδηγίας. Χωρίς την παρουσία ανθρώπων που να γνωρίζουν να κινητοποιούν τους πόρους και να υποστηρίζουν την εφαρμογή των παρεμβάσεων, οι προσπάθειες μπορεί να αποβούν άκαρπες ή χωρίς μέλλον.

    1.11

    Στο βαθμό που είναι γνωστό ότι το μεγαλύτερο μέρος των θαλάσσιων οικολογικών προβλημάτων οφείλεται στα απόβλητα ξηράς, φαίνεται λογικό ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός να συνοδεύεται από συντονισμένο ή και ενσωματωμένο χωροταξικό σχεδιασμό των παράκτιων ζωνών.

    1.12

    Η ΕΟΚΕ επισημαίνει επίσης ότι ορισμένα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν συγκεκριμένες καταστάσεις. Έτσι, σχεδόν όλες οι πολωνικές παράκτιες περιοχές έχουν χαρακτηριστεί ως Natura 2000, γεγονός που καθιστά δύσκολο τον συνδυασμό των νέων οικονομικών δραστηριοτήτων με την προστασία του περιβάλλοντος (στην πραγματικότητα όπως στην ξηρά, οι τρέχουσες ή σε εξέλιξη οικονομικές δραστηριότητες ενσωματώνονται σε έγγραφα διαχείρισης φυσικών τόπων).

    1.13

    Όσον αφορά την αξιολόγηση, τη συλλογή δεδομένων, την ανταλλαγή πληροφοριών, τα κριτήρια μπορεί να διαφέρουν από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Ενδείκνυται συνεπώς να θεσπίσει η Επιτροπή ένα είδος κοινού «δικτύου ανάγνωσης», έτσι ώστε οι εκτιμήσεις και τα δεδομένα που συλλέγονται να είναι συνεπή και συγκρίσιμα.

    1.14

    Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επιμένει ότι θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα η νέα νομοθεσία να μην αντικρούει ή να μην παρεμποδίζει την εφαρμογή της υφιστάμενης νομοθεσίας, όπως οι οδηγίες σχετικά με τους οικότοπους (Natura 2000) και το θαλάσσιο περιβάλλον, αλλά αντίθετα να τις ενισχύει εφόσον είναι μόνο στην αρχή της εφαρμογής τους. Η νέα αυτή οδηγία θα πρέπει να θεωρείται ως ένας νέος πυλώνας του οικοδομήματος της Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    1.15

    Τέλος, η ΕΟΚΕ επιμένει ώστε η συμμετοχή του κοινού, που προβλέπεται στο άρθρο 9 της πρότασης, να πραγματοποιείται κοντά στις τοπικές πραγματικότητες, γιατί κάθε περιοχή έχει τις ιδιαιτερότητές της τόσο σε περιβαλλοντικό και γεωγραφικό επίπεδο όσο και σε οικονομικό.

    2.   Εισαγωγή

    2.1

    Η παρούσα πρόταση εντάσσεται στο πλαίσιο της πολιτικής για την παροχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση μιας στερεάς θαλάσσιας συνιστώσας. Προφανής φιλοδοξία αν αναλογιστεί κανείς την έκταση των ευρωπαϊκών ακτών και των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών τους, συμπεριλαμβανομένων των εξόχως απόκεντρων περιοχών, ιδιαίτερα σημαντικών για ορισμένα κράτη μέλη, όπως η Ισπανία, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία.

    2.2

    Για την Επιτροπή, η πρόκληση συνίσταται στον συνδυασμό των οικονομικών, των κοινωνικών και των περιβαλλοντικών επιταγών. Πράγμα που φαίνεται στοιχειώδες. Αυτή η αναζήτηση αφορά τόσο τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό όσο και την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών όπου σημειώνονται πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στη θάλασσα και την ξηρά.

    2.3

    Κύριος στόχος της πρότασης οδηγίας είναι, σύμφωνα με τη συνήθη φρασεολογία, η προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης των θαλάσσιων και των παράκτιων δραστηριοτήτων και της βιώσιμης χρήσης των παράκτιων και θαλάσσιων πόρων.

    2.4

    Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιθυμεί μια προγραμματισμένη και συντονισμένη διαχείριση των περιοχών αυτών προκειμένου να αποφευχθούν συγκρούσεις σε ό,τι αφορά τη χρήση καθώς και μια αρμονική εκμετάλλευση. Ως εκ τούτου, η προτεινόμενη δράση δεν είναι τομεακή, αλλά εγκάρσια. Το πεδίο εφαρμογής του κειμένου είναι, επομένως, πολύ ευρύ, πράγμα που ενδεχομένως δημιουργήσει ερωτηματικά ως προς την εφαρμογή του στην πράξη.

    2.5

    Αναμένεται η συνεργασία των κρατών μελών τα οποία θα αναλάβουν την υλοποίηση αυτού του χωροταξικού σχεδιασμού και της ολοκληρωμένης διαχείρισης. Πρόκειται για τον συντονισμό των εθνικών και των περιφερειακών τομεακών πολιτικών, προκειμένου να επιτευχθεί ένα συνεκτικό σύνολο, συμπεριλαμβανομένης της διασυνοριακής διάστασης. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η παρούσα πρόταση οδηγίας δεν εφαρμόζεται σε «δραστηριότητες με αποκλειστικό σκοπό την άμυνα ή την εθνική ασφάλεια».

    3.   Επιδιωκόμενοι στόχοι

    3.1

    Η Επιτροπή επιθυμεί τα κράτη μέλη να θεσπίσουν και να εφαρμόσουν ένα θαλάσσιο χωροταξικό σχέδιο ή σχέδια και μια ολοκληρωμένη στρατηγική ή στρατηγικές για τη διαχείριση των παράκτιων ζωνών. Φυσικά, τα μέσα αυτά θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τόσο τις ιδιαιτερότητες των περιφερειών και των υποπεριφερειών, όσο και τον τομέα δραστηριοτήτων.

    3.2

    Δεδομένων αυτών των γενικών αρχών, πρόκειται συγκεκριμένα για:

    την εξασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού της Ένωσης, προωθώντας την ανάπτυξη των θαλάσσιων πηγών ενέργειας (ρεύματα, παλίρροιες, κύματα, ανέμους, κλπ …)·

    την ανάπτυξη των θαλάσσιων μεταφορών με αποτελεσματικό τρόπο·

    την προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας·

    τη διασφάλιση της διατήρησης και της βελτίωσης του περιβάλλοντος·

    τη εξασφάλιση παράκτιων και θαλάσσιων περιοχών ανθεκτικών στην κλιματική αλλαγή.

    4.   Οι απαιτήσεις της Επιτροπής

    4.1

    Ως είθισται, η Επιτροπή καθορίζει μια σειρά από περισσότερο ή λιγότερο γραφειοκρατικές υποχρεώσεις που προορίζονται για την επίτευξη των στόχων αυτών. Μεταξύ αυτών των υποχρεώσεων, επισημαίνονται:

    ο αμοιβαίος συντονισμός μεταξύ των κρατών μελών·

    η διασυνοριακή συνεργασία·

    η αναγνώριση των διασυνοριακών συνεπειών των εφαρμοζόμενων πολιτικών.

    4.2

    Όσον αφορά τα χωροταξικά σχέδια πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι δραστηριότητες σχετικά με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την εκμετάλλευση κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, τις θαλάσσιες μεταφορές, τα υποβρύχια καλώδια και συστήματα αγωγών, την αλιεία, την υδατοκαλλιέργεια και τις περιοχές διατήρησης της φύσης.

    4.3

    Όσον αφορά τις στρατηγικές διαχείρισης των παράκτιων ζωνών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η χρήση των φυσικών πόρων, ιδίως στον τομέα της ενέργειας, της ανάπτυξης των υποδομών (ενέργεια, λιμάνια, θαλάσσια έργα …), της γεωργίας και της βιομηχανίας, της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, της διαχείρισης και της προστασίας των οικοσυστημάτων, των παράκτιων περιοχών και τοπίων, καθώς και οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.

    4.4

    Το κείμενο προβλέπει ότι κράτη μέλη καθορίζουν τα μέσα για τη δημόσια συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων μερών στην ανάπτυξη των θαλάσσιων χωροταξικών σχεδίων και στρατηγικών για την ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών, πράγμα το οποίο ενδιαφέρει πολύ την ΕΟΚΕ.

    4.5

    Όλα αυτά μπορούν να εφαρμοστούν αποτελεσματικά μόνον εάν υπάρξει πραγματική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών αλλά και με τρίτες χώρες, εφόσον οι θαλάσσιες περιοχές είναι, εξ ορισμού, ανοιχτοί χώροι σε διαρκή αλληλεπίδραση μεταξύ τους.

    5.   Η εφαρμογή στην πράξη

    5.1

    Εναπόκειται σε κάθε κράτος μέλος να ορίσει τις αρμόδιες αρχές για την εφαρμογή της οδηγίας και να ανακοινώσει στην Επιτροπή τον κατάλογο των αρχών αυτών. Επίσης, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να υποβάλλουν στην Επιτροπή εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας. Ενδείκνυται η λήψη απόφασης να είναι όσο το δυνατόν πλησιέστερα στους ενδιαφερόμενους ανθρώπους (χρήστες της θάλασσας) και στις τοπικές πραγματικότητες.

    5.2

    Το κείμενο παρέχει στην Επιτροπή τη δυνατότητα να χρησιμοποιεί εκτελεστικές πράξεις για τη διευκρίνιση ορισμένων στοιχείων ή διοικητικών απαιτήσεων, πράγμα που είναι απολύτως αποδεκτό αρκεί να μην αποτελέσει μέσο δημιουργίας νέων υποχρεώσεων που δεν προβλέπονται στο κείμενο αναφοράς.

    6.   Γενικές παρατηρήσεις

    6.1

    Το πεδίο εφαρμογής της παρούσας πρότασης είναι εξαιρετικά ευρύ και προστίθεται σε υπάρχοντα κείμενα: η οδηγία για τους οικοτόπους, γνωστή ως οδηγία Natura 2000, και η οδηγία για το θαλάσσιο περιβάλλον DCSMM σχετικά με όλες τις παράκτιες θαλάσσιες περιοχές. Η διαχείριση όλων πραγματοποιείται από νέες τοπικές, περιφερειακές ή εθνικές αρχές διακυβέρνησης.

    6.2

    Το βασικό ερώτημα είναι πως η προτεινόμενη νέα νομοθεσία μπορεί να διαρθρωθεί και να συντονιστεί με τις υφιστάμενες οδηγίες;

    6.3

    Η ίδια η έκταση του πεδίου εφαρμογής της νέας πρότασης ενδέχεται να ακυρώσει τα αποτελέσματά της με τη σύνταξη εκθέσεων ιδιαίτερα γραφειοκρατικής φύσεως. Είναι άκρως απαραίτητο να παραμείνει κοντά στις απτές πραγματικότητες.

    6.4

    Ο δεδηλωμένος στόχος είναι να επιτευχθεί καλύτερος συντονισμός των πολιτικών όσον αφορά το θαλάσσιο περιβάλλον. Κανείς δεν μπορεί να αντιταχθεί στον στόχο αυτό, αλλά παραμένει το ερώτημα μήπως θα ήταν πιο συνετό να αφεθούν οι υπάρχουσες νομοθεσίες να φθάσουν σε μια πλήρη αποτελεσματικότητα πριν προστεθεί ένα νέο ρυθμιστικό «στρώμα». Απαιτείται ωριμότητα για να επιτευχθεί η επιδιωκόμενη αποτελεσματικότητα και είναι απαραίτητο να είναι σαφές αυτό που πρέπει να εφαρμοστεί. Ο Καρδινάλιος Ρισελιέ είχε ήδη παρατηρήσει ότι ένας καλός νόμος είναι ένας νόμος που είναι κατανοητός.

    6.5

    Αυτός ο καλύτερος συντονισμός είναι επίσης αναγκαίος όσον αφορά την χορήγηση των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων για την υποστήριξη της εφαρμογής της νέας οδηγίας. Οι μακροπεριφερειακές στρατηγικές θα πρέπει να θεωρούνται ως ένα πλαίσιο που καθιστά δυνατή τη μεγαλύτερη συνοχή των προς αξιοποίηση διαφόρων ταμείων συνοχής.

    6.6

    Οι διάφορες δραστηριότητες που ασκούνται στις θαλάσσιες και παράκτιες ζώνες εξαρτώνται από πολλούς οικονομικούς, επιστημονικούς, πολιτικούς και διοικητικούς φορείς. Υπάρχει εξάλλου ανταγωνιστική χρήση μεταξύ των οικονομικών τομέων: αλιεία, μεταφορές, εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων, τουρισμός … Επιπλέον, η επιρροή των χερσαίων δραστηριοτήτων στις παράκτιες ζώνες είναι ιδιαίτερα σημαντική και περίπλοκη. Αυτή η αλληλεπίδραση αποκλείει την με ανεξάρτητο τρόπο εξέταση των χερσαίων και θαλάσσιων ζωνών.

    6.7

    Επομένως, πρέπει να αποφευχθεί η υπερβολικά διοικητική προσέγγιση που ενδέχεται να περιπλέξει τα πράγματα ή να επιβαρύνει και να καθυστερήσει τη δράση. Αντιθέτως, είναι πραγματικά αναγκαία η σύνδεση των επαγγελματιών οι οποίοι δραστηριοποιούνται στις θαλάσσιες και παράκτιες ζώνες: οικονομικοί φορείς, κοινωνικοί εταίροι, επιστήμονες, ΜΚΟ … Δεν πρόκειται για επιβάρυνση της διαδικασίας, αλλά για αποφυγή μεταγενέστερων αμφισβητήσεων, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών, ή λήψεως αποφάσεων μακράν των απτών πραγματικοτήτων.

    7.   Ειδικές παρατηρήσεις

    7.1

    Υπενθυμίζεται ότι ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός και η ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών πρέπει να συνάδουν με τις οδηγίες που έχουν ήδη υιοθετηθεί και κυρίως με την οδηγία που αφορά τη στρατηγική για το θαλάσσιο περιβάλλον (2008) και την οδηγία για τους οικοτόπους (Natura 2000, 1992, που εφαρμόστηκε καθυστερημένα στις παράκτιες ζώνες). Αυτό το σύνολο αποτελεί σήμερα την Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική της ΕΕ (ΟΘΠ).

    7.2

    Η εφαρμογή της νέας αυτής οδηγίας θα πρέπει επίσης να είναι σύμφωνη με την αρχή της επικουρικότητας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών, αλλά και στο υπο-κρατικό επίπεδο. Πράγματι, οι προτεραιότητες που καθορίζονται στην οδηγία, πρέπει να συμβαδίζουν με ορισμένες προτεραιότητες που διαφέρουν από τη μία περιοχή στην άλλη και από τη μία ζώνη στην άλλη. Δεν γίνεται να αντιμετωπιστεί η Βαλτική Θάλασσα και η Μεσόγειος Θάλασσα με τον ίδιο τρόπο, τόσο λόγω των γεωγραφικών χαρακτηριστικών όσο και λόγω των οικολογικών χαρακτηριστικών. Τέτοιες όμως διαφορές υφίστανται επίσης από περιοχή σε περιοχή και από παράκτια ζώνη σε παράκτια ζώνη.

    7.3

    Μια από τις πλέον χρήσιμες πτυχές της πρότασης είναι η οργάνωση αμοιβαίας συνεργασίας μεταξύ των αρχών διαχείρισης, η οποία να συνοδεύεται από μέτρα πληροφόρησης και ελέγχου. Για να είναι όλα αυτά πραγματικά αποτελεσματικά, θα ήταν χρήσιμο να καθοριστούν κοινά γενικά κριτήρια ώστε οι πληροφορίες και τα δεδομένα να μπορούν εύκολα να ανταλλάσσονται και να ανακοινώνονται όχι μόνο μεταξύ των αρχών, αλλά και μεταξύ όλων των φορέων που ασκούν παράκτιες και θαλάσσιες δραστηριότητες. Πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι για την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας απαιτείται μια κατάλληλη μέθοδος η οποία να επιτρέπει την κινητοποίηση των διαφόρων τοπικών, δημόσιων και ιδιωτικών φορέων γύρω από κοινούς στόχους, με σημείο αναφοράς κοινές απόψεις για την τρέχουσα κατάσταση. Η πρόκληση έγκειται στην ικανότητα επικοινωνίας όσων είναι υπεύθυνοι για τις πολύ διαφορετικές δραστηριότητες που ασκούνται στην ίδια παράκτια και θαλάσσια ζώνη.

    7.4

    Τα απόβλητα ξηράς (αστικά ή βιομηχανικά απόβλητα και μακροαπόβλητα που μεταφέρονται από πλημμυρισμένους ποταμούς …) και οι κατασκευές που αποσκοπούν να μειώσουν τη δύναμη της θάλασσας (λιμάνια, επιχωματώσεις, αντιδιαβρωτικά έργα …) επειδή είναι πολύ βλαβερά για το θαλάσσιο περιβάλλον, θα πρέπει ο χωροταξικός σχεδιασμός των παράκτιων ζωνών να αποτελέσει αντικείμενο συντονισμού ή ακόμη και ενσωμάτωσης στις πολιτικές παράκτιας διαχείρισης και χωροταξικού θαλάσσιου σχεδιασμού.

    Βρυξέλλες, 18 Σεπτεμβρίου 2013.

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Henri MALOSSE


    Top