EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52008AE1681

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης COM(2008) 78 τελικό/3 — 2008/0051 (CNS)

OJ C 100, 30.4.2009, p. 146–149 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

30.4.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 100/146


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης»

COM(2008) 78 τελικό/3 — 2008/0051 (CNS)

2009/C 100/27

Στις 4 Μαρτίου 2008, το Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 93 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την:

«Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με το γενικό καθεστώς των ειδικών φόρων κατανάλωσης»

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και Νομισματική Ένωση και Οικονομική και Κοινωνική Συνοχή», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 2 Οκτωβρίου 2008, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. BURANI.

Κατά την 448η σύνοδο της ολομέλειάς της, της 22 ας και της 23ης Οκτωβρίου 2008 (συνεδρίαση της 22ας Οκτωβρίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 107 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 1 αποχή, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1.   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την απόφαση της Επιτροπής να αντικαταστήσει εξ ολοκλήρου την βασική οδηγία για την εφαρμογή των ειδικών φόρων κατανάλωσης, 92/12/ΕΟΚ του 1992, με ένα νέο κείμενο που να λαμβάνει υπόψη την υιοθέτηση της ηλεκτρονικής διαδικασίας EMCS (Excise Movement and Control System— Σύστημα παρακολούθησης της διακίνησης των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης), στην οποία παρέχει μια νομική βάση. Η Επιτροπή με την ευκαιρία αυτή εισήγαγε κάποιες τροποποιήσεις και καινοτομίες που κρίθηκαν αναγκαίες λόγω της εμπειρίας των διοικήσεων των κρατών μελών και των ενδιαφερόμενων φορέων. Απλοποιήθηκαν διάφορες διαδικασίες. Σε γενικές γραμμές, τα σημεία που χρήζουν τροποποίησης ή καινοτομίας δεν εγείρουν ιδιαίτερες παρατηρήσεις, αλλά η ΕΟΚΕ θα ήθελε να εκφράσει τις απόψεις της για τις συζητήσεις που θα ακολουθήσουν.

1.2.   Η Επιτροπή αναφέρει ως ημερομηνία έναρξης της ισχύος της οδηγίας την 1η Ιανουαρίου 2009, αλλά έχει συνείδηση του γεγονότος ότι η εξέταση της πρότασης θα απαιτήσει πολύ περισσότερο χρόνο· προτείνει εξάλλου η διαδικασία EMCS να υιοθετηθεί κατά πρώτο λόγο μόνον από τα κράτη μέλη που την έχουν υιοθετήσει ενώ τα υπόλοιπα να συνεχίσουν για μια ορισμένη χρονική περίοδο την διαδικασία που βασίζεται στη χρήση χαρτιού.

1.3.   Η ΕΟΚΕ από κοινού με τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, θεωρεί ότι το μέτρο αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί κριτικά: η ύπαρξη δύο διαδικασιών προκαλεί σύγχυση και είναι δαπανηρή τόσο για τις διοικήσεις όσο και για τους αρμόδιους φορείς. Από την άλλη πλευρά όμως, η εναλλακτική λύση έναρξης ισχύος του EMCS όταν όλοι θα είναι έτοιμοι, τιμωρεί εξίσου τόσο όσους είναι ήδη έτοιμοι όσο και τους αρμόδιους φορείς. Μια ενδιάμεση λύση, που δεν είναι όμως ικανοποιητική και ενδέχεται να αναβάλλει επ' αόριστον την εφαρμογή του EMCS στην Ευρώπη, συνίσταται στη χρήση του EMCS μόνο για συναλλαγές στο εσωτερικό των κρατών μελών που είναι ήδη σε θέση να υιοθετήσουν την ηλεκτρονική διαδικασία. Η διαδικασία που βασίζεται στη χρήση χαρτιού να υιοθετηθεί στο διεθνές εμπόριο από όλα τα κράτη μέλη έως ότου όλοι θα είναι έτοιμοι να εφαρμόσουν την ηλεκτρονική διαδικασία.

1.4.   Το σημαντικότερο τμήμα του εγγράφου της Επιτροπής αφορά την κυκλοφορία των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης αλλά τελούν υπό καθεστώς αναστολής· οι διάφορες καινοτομίες βρίσκουν σύμφωνη την ΕΟΚΕ εκτός ορισμένων σημείων και προτάσεων (βλ. σημεία 4.6 έως 4.9) που αφορούν κυρίως την έννοια, που τώρα διευκρινίζεται καλύτερα, της «ανεπανόρθωτης απώλειας» των εμπορευμάτων. Όσον αφορά τις πωλήσεις εξ αποστάσεως η διατύπωση του άρθρου 34 (βλ. σημείο 4.9) ενδέχεται να δημιουργήσει αμφιβολίες ερμηνείας νομικής φύσεως ως προς τη χώρα είσπραξης των ειδικών φόρων κατανάλωσης.

1.5.   Η ΕΟΚΕ προτείνει να εισαχθεί στη νέα οδηγία ο ορισμός των ορίων της ποσότητας και της αξίας εντός των οποίων οι αγορές ενός πολίτη σε ένα κράτος μέλος θεωρούνται ότι πραγματοποιούνται με το καθεστώς του «ιδιώτη». Υπάρχει ο κίνδυνος διαφορετικής ερμηνείας και εφαρμογής από τις διάφορες διοικήσεις.

2.   Η πρόταση της Επιτροπής

2.1.   Η οδηγία 92/12/ΕΟΚ της 25ης Φεβρουαρίου 1992 περιέχει τις διατάξεις σχετικά με το γενικό καθεστώς των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης, διατάξεις που σε μεγάλο βαθμό βασίζονται σε έντυπη μορφή. Στις 16 Ιουνίου 2003, με την απόφαση αριθ. 1152/2003/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, εισήχθηκε μια ηλεκτρονική διαδικασία, η αποκαλούμενη EMCS (Excise Movement and Control System— Σύστημα παρακολούθησης της διακίνησης των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης), που απλοποιεί τις συναλλαγές για τους αρμόδιους φορείς και επιτρέπει στις αρχές να ασκούν ολοκληρωμένους και αποτελεσματικότερους ελέγχους Η υιοθέτηση του EMCS καθιστά απαραίτητη την τροποποίηση των διατάξεων σχετικά με τη διακίνηση προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης αλλά τελούν υπο καθεστώς αναστολής.

2.2.   Η Επιτροπή με την ευκαιρία αυτή αντικαθιστά εξ ολοκλήρου την οδηγία 92/12/ΕΟΚ. Λαμβάνει υπόψη όχι μόνον την υιοθέτηση του EMCS, στο οποίο παρέχει νομική βάση, αλλά τροποποιεί κατά τρόπο διαρθρωτικό το σύνολο της προηγούμενης οδηγίας: ανανεώνει τη γλωσσική διατύπωση με βάση τα νέα νομοθετικά πρότυπα, ανασυντάσσει το κείμενο και του προσδίδει καλύτερη λογική διάρθρωση, καταργεί τις παρωχημένες διατάξεις, προσαρμόζει το κείμενο στις νέες νομικές έννοιες, απλοποιεί τις διαδικασίες μειώνοντας τις υποχρεώσεις των επαγγελματιών χωρίς να θίγονται οι έλεγχοι.

2.3.   Στο νέο κείμενο περιλαμβάνονται, στο κεφάλαιο V, τα βασικά στοιχεία της πρότασης COM(2004) 227 τελικό — που το 2005 το Συμβούλιο άφησε κατά μέρος— για τη τροποποίηση των άρθρων 7 έως 10 της βασικής οδηγίας, σχετικά με τη διακίνηση προϊόντων που έχουν ήδη διατεθεί στην αγορά.

2.4.   Η πρόταση, της οποίας προηγήθηκε ευρεία διαβούλευση των ενδιαφερόμενων φορέων, καταρτίστηκε σε στενή συνεργασία με ομάδα εργασίας ειδικών υπό την αιγίδα της επιτροπής ειδικών φόρων κατανάλωσης: μια ορθή διαδικασία που καθιστά δυνατή την εξέταση από τεχνικής πλευράς του εγγράφου χωρίς πολλές αντιπαραθέσεις.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1.   Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρωτοβουλία που έλαβε η Επιτροπή, και η οποία μεταφράζεται σε ένα έγγραφο με καλύτερη διάρθρωση από το βασικό έγγραφο, με συνοχή και σύμφωνο με την απλοποίηση των διοικητικών διαδικασιών. Διαπιστώνεται εξάλλου μεγαλύτερο άνοιγμα στις ανάγκες των επαγγελματιών, χωρίς να θίγεται το επίπεδο των ελέγχων, οι οποίοι αντιθέτως θα πρέπει να καταστούν αποτελεσματικότεροι με την υιοθέτηση των διαδικασιών EMCS.

3.2.   Το σημαντικότερο τμήμα των νέων διατάξεων αφορά την διακίνηση των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης αλλά τελούν υπο καθεστώς αναστολής, με διαδικασίες που βασίζονται στο EMCS. Σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 1152/2003/ΕΚ, το EMCS θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ τον Απρίλιο του 2009: ενώ υπάρχουν αμφιβολίες για το εάν η ημερομηνία αυτή θα τύχει σεβασμού από ορισμένα κράτη μέλη, είναι βέβαιο ότι δεν θα τύχει σεβασμού από το σύνολο των κρατών μελών. Το σύστημα θα χρειαστεί χρόνο προσαρμογής και συνεπάγεται τη στενή συνεργασία των εθνικών διοικήσεων και κατά συνέπεια την αναγκαία εναρμόνιση των εσωτερικών διαδικασιών: πρόβλημα μάλλον πολύπλοκο από διοικητικής, τεχνικής και λειτουργικής πλευράς. Η Επιτροπή έχει πλήρη συνείδηση του γεγονότος αυτού: πράγματι ενώ προτείνει η οδηγία να τεθεί σε ισχύ την 1η Απριλίου 2010, προτείνει τα κράτη μέλη να ωφεληθούν μιας πρόσθετης συμπληρωματικής μεταβατικής περιόδου, κατά τη διάρκεια της οποίας σημαντικές διατάξεις της βασικής οδηγίας θα εξακολουθούν να ισχύουν.

3.3.   Τα κράτη μέλη έχουν δεσμευτεί να υιοθετήσουν το EMCS, δεν είναι όμως δεδομένο ότι όλα θα το κάνουν ευχαρίστως και είναι πολύ πιθανό να προκύψουν εμπόδια στην πλήρη εφαρμογή του. Ενδέχεται να προκύψουν αντιδράσεις, που στηρίζονται ίσως σε τεχνικής φύσεως επιχειρήματα, αλλά που τα πραγματικά τους αίτια βρίσκονται αλλού. Δυσοίωνο είναι το προηγούμενο της προαναφερθείσας στο σημείο 2.3 πρότασης οδηγίας COM(2004) 227 τελικό, σχετικά με τις διατάξεις για την ενδοκοινοτική κυκλοφορία προϊόντων που έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση σε κράτος μέλος: μετά από δύσκολες διαπραγματεύσεις αποφασίστηκε το θέμα αυτό να παραμείνει «εκκρεμές» εν αναμονή μιας πλήρους αναθεώρησης· η υπό εξέταση πρόταση όμως εισάγει στην ουσία εκ νέου την προηγούμενη.

3.4.   Τα πιο λεπτά προβλήματα είναι συνεπώς πολιτικού και οικονομικού χαρακτήρα. Κάθε κράτος μέλος εφαρμόζει διαφορετικά ποσοστά ειδικών φόρων κατανάλωσης στα διάφορα προϊόντα, πράγμα που προκαλεί το γνωστό φαινόμενο των διασυνοριακών αγορών που βασίζονται στη λογική του κόστους. Οι αρχές της ενιαίας αγοράς ορίζουν ότι κάθε πολίτης επωφελείται από τις διαφορές τιμής όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο αλλά και, κυρίως, στις διασυνοριακές του αγορές· ωστόσο αυτές οι αρχές αμφισβητούνται όταν υπεισέρχονται οι φορολογικές πτυχές. Στην καθημερινή πραγματικότητα καθίσταται σαφές ότι κάθε κράτος μέλος δεν βλέπει με καλό μάτι αυτές τις συναλλαγές όταν υφίσταται ζημίες, και τις αγνοεί όταν επωφελείται από αυτές. Όλα τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης εντάσσονται σε αυτή την προβληματική: απόδειξη αποτελούν οι πρόσφατες συζητήσεις για τον καπνό, το αλκοόλ και το πετρέλαιο (1): αναφέρθηκαν λόγοι υγείας, δημόσιας τάξης, σεβασμού του περιβάλλοντος, ζημιών για την οικονομία. Κατά βάθος όμως, και όχι πάντοτε με σαφή τρόπο, υπάρχουν λόγοι που συνδέονται με υπολογισμούς φορολογικής φύσεως. Οι διαφορετικές θέσεις προκύπτουν συνεπώς από τις κοινωνικές, οικονομικές και φορολογικές πολιτικές που έχει υιοθετήσει κάθε κράτος μέλος: σε κοινοτικό επίπεδο όλο αυτό μεταφράζεται σε κατ' εξοχήν πολιτικό πρόβλημα.

3.5.   Η ΕΟΚΕ έχει πλήρη γνώση της λεπτότητας του θέματος και των δυσκολιών που μπορεί να αντιμετωπίσει κάθε κράτος μέλος στις διαπραγματεύσεις που θα ακολουθήσουν· η θετική έκβαση των διαπραγματεύσεων αυτών θα εξαρτηθεί από τον βαθμό ευελιξίας που θα απαιτηθεί για την επίτευξη συλλογικών αποφάσεων. Κάθε κυβέρνηση θα πρέπει να εξεύρει μια ισορροπία μεταξύ της διατήρησης των απαιτήσεών της και των παραχωρήσεων σε ό,τι αφορά τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης έναντι των άλλων μερών. Δηλαδή, καθένας θα πρέπει να βρει τον τρόπο με τον οποίο θα πετύχει τους στόχους του όσον αφορά τα κοινωνικά και δημοσιονομικά θέματα και να τα συμβιβάσει με ένα κοινό σύστημα ειδικών φόρων κατανάλωσης, και όχι το αντίθετο.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1.   Στο κεφάλαιο αυτό, η ΕΟΚΕ λαμβάνει υπόψη τις βασικές καινοτομίες και τροποποιήσεις που εισάγει η πρόταση της Επιτροπής σε σχέση με την ισχύουσα νομοθεσία. Δεν σχολιάζει αντιθέτως τα τμήματα που δεν αποτελούν αντικείμενο αντιρρήσεων, που αποσκοπούν στον ορθολογισμό του κειμένου και που απορρέουν από την κοινή λογική ή από τη φυσική εξέλιξη του θέματος.

4.2.   Όπως αναφέρθηκε στο σημείο 3.2, αν και η υιοθέτηση της οδηγίας θα επιφέρει την κατάργηση της προηγούμενης οδηγίας 92/12/ΕΟΚ, η κατάργηση των διακινήσεων των εγγράφων σε έντυπη μορφή δεν θα συμπέσει με τη θέση της σε ισχύ: η πρόταση οδηγίας προβλέπει ότι για μια μεταβατική περίοδο θα επιτρέπονται οι συναλλαγές με συνοδευτικά έγγραφα σε έντυπη μορφή. Κανείς δεν είναι σε θέση να προβλέψει τη διάρκεια αυτής της περιόδου: είναι βέβαιο ότι έως ότου το EMCS υιοθετηθεί από όλα τα κράτη μέλη το σύστημα ενδέχεται να αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι πρέπει να επιστηθεί η προσοχή στις δαπάνες που θα επωμιστούν οι επαγγελματίες — αλλά και οι διοικήσεις των κρατών μελών — που θα υποχρεωθούν να λειτουργούν ταυτόχρονα και με ηλεκτρονικά συστήματα και με τα παραδοσιακά συστήματα που βασίζονται στη χρήση χαρτιού ανάλογα με τη χώρα προορισμού.

4.2.1.   Η εναλλακτική λύση να λειτουργήσει το σύστημα μόνον όταν θα έχει υιοθετηθεί από όλα τα κράτη μέλη ενέχει τον κίνδυνο επ' αόριστον αναβολής του σχεδίου και θα υποχρεώσει τα κράτη μέλη, που είναι έτοιμα να ξεκινήσουν με τις ηλεκτρονικές διαδικασίες, να περιμένουν τα υπόλοιπα: κατάσταση απαράδεκτη και επιβαρυντική για όσους συμμορφώθηκαν έγκαιρα, αλλά και, κυρίως, για τους εμπόρους.

4.2.2.   Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η λύση που πρότειναν ορισμένοι εμπειρογνώμονες, αν και δεν είναι οριστική, αποτελεί έναν αποδεκτό συμβιβασμό έστω και αν δεν είναι ο βέλτιστος: τα κράτη μέλη που έχουν ήδη συμμορφωθεί μπορούν να χρησιμοποιούν την ηλεκτρονική διαδικασία για τις διακινήσεις στο εσωτερικό τους, διατηρώντας την διαδικασία που βασίζεται σε χαρτί στις διεθνείς σχέσεις. Με τον τρόπο αυτό το σύστημα θα δοκιμαστεί σε εθνικό επίπεδο πριν εφαρμοστεί συνέχεια σε κοινοτικό επίπεδο όταν όλα τα κράτη μέλη θα είναι έτοιμα.

4.3.   Στο κεφάλαιο I, Γενικές διατάξεις, δεν εισάγεται καμιά ουσιαστική τροποποίηση σε σχέση με την οδηγία 92/12/ΕΟΚ: απλώς, πλαισιώνεται καλύτερα το θέμα με ορισμένες προσαρμογές, νέους ορισμούς και τροποποιήσεις ήσσονος σημασίας.

4.4.   Στο κεφάλαιο II, Γένεση της οφειλής ειδικού φόρου κατανάλωσης, η τροποποίηση που εισάγεται με το άρθρο 7, παράγραφος 4, προβλέπει ότι η «ανεπανόρθωτη απώλεια» ενός προϊόντος υπό καθεστώς αναστολής απαλλάσσεται φόρων. Με το νέο όρο της «ανεπανόρθωτης απώλειας» γίνεται αναφορά σε ένα προϊόν που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από κανέναν, ανεξαρτήτως της αιτίας της απώλειας. Η πραγματική καινοτομία συνίσταται στο γεγονός ότι η οδηγία δεν επιβάλλει πλέον την απόδειξη της «ανωτέρας βίας»· η ΕΟΚΕ επισημαίνει όμως ότι κάθε κράτος μέλος πρέπει να παραμείνει ελεύθερο να ορίσει τους δικούς τους κανόνες σχετικά με το θέμα αυτό.

4.5.   Στο κεφάλαιο III, Παραγωγή, μεταποίηση και κατοχή, εισάγεται μόνο μία σημαντική καινοτομία: οι «φορολογικές αποθήκες» μπορούν να επιτραπούν σε πρόσωπα που διαμένουν σε άλλο κράτος μέλος, έστω και αν στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς η αρχή αυτή υπήρξε αντικείμενο περιορισμών κατά το παρελθόν.

4.6.   Στο κεφάλαιο IV, Κυκλοφορία των προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής, περιλαμβάνονται καινοτόμες διατάξεις: το άρθρο 16 προβλέπει ότι τα προϊόντα μπορούν να αποσταλούν όχι μόνον σε φορολογικές αποθήκες αλλά και σε ιδιώτες ή εγκεκριμένες επιχειρήσεις («εγκεκριμένοι παραλήπτες»), και, κατόπιν αδείας, σε «έναν τόπο άμεσης παράδοσης» που έχει οριστεί από τον εγκεκριμένο παραλήπτη. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί και εκφράζει την ευχή οι διαδικασίες ελέγχου να είναι τόσο αποτελεσματικές ώστε να αποτρέπουν τις καταχρήσεις. Ενδείκνυται ωστόσο να ορίζονται επακριβώς οι επαγγελματίες τους οποίους αφορούν οι όροι που χρησιμοποιούνται στην οδηγία.

4.7.   Οι επόμενες διατάξεις (άρθρα 17 — 19) αφορούν τις εγγυήσεις κάλυψης των κινδύνων κυκλοφορίας προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής, και δεν χρήζουν ειδικών παρατηρήσεων· ιδιαίτερης σημασίας αντιθέτως είναι διατάξεις του τμήματος 2 (άρθρα 20 — 27), που αφορούν τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται κατά την κυκλοφορία προϊόντων τα οποία υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης και τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής. Κατά την γνώμη των τεχνικών, η υιοθέτηση αυτών των διαδικασιών πρέπει να εξεταστεί με ιδιαίτερη προσοχή προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι διαδικασίες αυτές επιτρέπουν την διεξαγωγή αποτελεσματικών ελέγχων και είναι συναφείς με τους πόρους των διοικήσεων. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ωστόσο ότι το άρθρο 20, παράγραφοι 1, 2, και 3, προβλέπει ότι η διακίνηση προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον εάν συνοδεύεται από ένα ηλεκτρονικό έγγραφο: πρόκειται για έναν κανόνα που πρέπει να προσαρμοστεί στην επιλογή του συστήματος που θα υιοθετηθεί για την μετάβαση από την έντυπη στην ηλεκτρονική μορφή.

4.8.   Το κεφάλαιο V αφορά την κυκλοφορία και τη φορολόγηση των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης μετά την θέση σε ανάλωση, και δεν περιλαμβάνει ουσιαστικά νέες διατάξεις: επαναλαμβάνει την αρχή της φορολόγησης των προϊόντων στην χώρα αγοράς εάν τα κατέχουν ιδιώτες (άρθρο 30), και στη χώρα κατανάλωσης εάν τα κατέχουν έμποροι (άρθρο 31), και επιβεβαιώνει τους κανόνες που ήδη ισχύουν για τον προσδιορισμό του υπόχρεου του φόρου για τα αγαθά διαμετακόμισης.

4.9.   Ιδιαίτερης σημασίας είναι ο κανόνας του άρθρου 34 για τις πωλήσεις εξ αποστάσεως: κατά παρέκκλιση του άρθρου 30, το άρθρο αυτό ορίζει ότι τα προϊόντα τα οποία αγοράζονται από πρόσωπα που ενεργούν ως ιδιώτες και τα οποία αποστέλλονται ή μεταφέρονται σε άλλο κράτος μέλος άμεσα ή έμμεσα από τον πωλητή ή για λογαριασμό του υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης στο κράτος μέλος προορισμού. Θα έπρεπε ωστόσο να συνάγεται ότι εάν τα αγαθά που αποκτώνται από τον αγοραστή αποστέλλονται από τον ίδιο στη διεύθυνση κατοικίας του υπόκεινται στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στο κράτος μέλος στο οποίο έγινε η αγορά.

4.9.1.   Η ΕΟΚΕ διερωτάται μήπως η διάταξη αυτή προκαλεί προβλήματα ερμηνείας: στις πωλήσεις εξ αποστάσεως η αγορά πραγματοποιείται στον τόπο κατοικίας του πωλητή κατά τη στιγμή της πληρωμής· ο αγοραστής, ιδιοκτήτης των αγαθών, δικαιούται νομίμως να ζητήσει από τον οιονδήποτε (συμπεριλαμβανομένου του πωλητή) να του αποστείλει το εμπόρευμα κατ' εντολή του και για λογαριασμό του. Από νομικής πλευράς, και σε αντίθεση με τη λογική φορολόγησης στον τόπο της πραγματικής κατανάλωσης, τα εμπορεύματα θα έπρεπε πάντα να θεωρούνται ως αγορασμένα από έναν ιδιώτη και αποσταλμένα ή μεταφερθέντα για λογαριασμό του, και κατά συνέπεια να υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης στο κράτος μέλος αγοράς ακόμη και όταν την αποστολή ανέλαβε ο πωλητής.

4.10.   Η ΕΟΚΕ επιθυμεί εξάλλου να επισημάνει ένα κενό που κατά τη γνώμη της δημιουργείται στο άρθρο 34: δεν διευκρινίζονται τα όρια ποσότητας και αξίας εντός των οποίων οι αγορές ενός προσώπου θεωρούνται ότι πραγματοποιούνται με την ιδιότητα του «ιδιώτη»: είναι απαραίτητη η θέσπιση σαφών κριτηρίων προκειμένου να αποφευχθεί η εφαρμογή αντιφατικών μέτρων από κάθε κράτος μέλος στην εσωτερική αγορά. Στη βάση των ανωτέρω, και όχι μόνον αυτών, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διατυπώσουν αυστηρότερους και σαφέστερους κανόνες· με τον τρόπο αυτό θα απλουστευθεί η ζωή των πολιτών και των επιχειρήσεων.

4.11.   Οι υπόλοιπες διατάξεις του κεφαλαίου VI (διάφορα) αφορούν την εφαρμογή των επισημάτων και διατηρούν σε ισχύ τις εθνικές διατάξεις σχετικά με τον ανεφοδιασμό πλοίων και αεροσκαφών· το άρθρο 38 αφορά τους μικρούς οινοπαραγωγούς (έως 1 000 hl), για τους οποίους ισχύουν απλουστευμένες διαδικασίες όσον αφορά την παραγωγή και την κατοχή προϊόντων που υπόκεινται στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης.

4.12.   Στο κεφάλαιο VII (τελικές διατάξεις) επιβεβαιώνεται η ύπαρξη της Επιτροπής ειδικών φόρων κατανάλωσης και οι διατάξεις εφαρμογής: η οδηγία 92/112/ΕΚ θα πρέπει να καταργηθεί σε μια ημερομηνία (1η Απριλίου 2009) που με σύνεση η Επιτροπή αναφέρει ότι επιδέχεται συζήτησης· το αυτό ισχύει για τη μεταβατική περίοδο (με υποθετική προθεσμία την 31η Δεκεμβρίου 200…) κατά την οποία τα κράτη μέλη μπορούν να συνεχίσουν να ενεργούν σύμφωνα με την προηγούμενη οδηγία. Η ΕΟΚΕ, όπως και τα άλλα θεσμικά όργανα και οι εμπειρογνώμονες, θεωρεί ότι οι ημερομηνίες αυτές είναι καθαρά ενδεικτικές και πρέπει να παραταθούν στη βάση ενός ρεαλιστικού οράματος, ιδιαίτερα αν ληφθούν υπόψη οι πρακτικές δυσκολίες που αφορούν την πλήρη εφαρμογή του EMCS.

Βρυξέλλες, 22 Οκτωβρίου 2008.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  Βλέπε για παράδειγμα τις πιο πρόσφατες προτάσεις οδηγίας:

 

Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που τροποποιεί την οδηγία 92/12/ΕΟΚ σχετικά με το γενικό καθεστώς, την κατοχή, την κυκλοφορία και τους ελέγχους των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης [COM(2004) 227 τελικό — 2004/0072 (CNS)],

 

Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου που τροποποιεί τη 2003/96/ΕΚ όσον αφορά την αναπροσαρμογή του ειδικού φορολογικού καθεστώτος για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων για εμπορικούς σκοπούς, καθώς και για τον συντονισμό σε θέματα φορολογίας της αμόλυβδης βενζίνης και του πετρελαίου εσωτερικής καύσης που χρησιμοποιούνται ως καύσιμο κινητήρων [COM(2007) 52 τελικό — 2007/0023 (CNS)],

 

Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για τη διάρθρωση και τους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης που εφαρμόζονται στα βιομηχανοποιημένα καπνά (κωδικοποιημένη έκδοση) [COM(2007) 587 τελικό].


Top