EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62017CN0448

Υπόθεση C-448/17: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Krajský súd v Prešove (Σλοβακία) στις 25 Ιουλίου 2017 — EOS KSI Slovensko s.r.o. κατά Ján Danko, Margita Jalčová

ΕΕ C 382 της 13.11.2017, p. 28–30 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

13.11.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 382/28


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Krajský súd v Prešove (Σλοβακία) στις 25 Ιουλίου 2017 — EOS KSI Slovensko s.r.o. κατά Ján Danko, Margita Jalčová

(Υπόθεση C-448/17)

(2017/C 382/35)

Γλώσσα διαδικασίας: η σλοβακική

Αιτούν δικαστήριο

Krajský súd v Prešove

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Εκκαλούσα: EOS KSI Slovensko s.r.o.

Εφεσίβλητοι: Ján Danko, Margita Jalčová

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Λαμβανομένων υπόψη της αποφάσεως του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-470/12, Pohotovosť, και των εκτιμήσεων που παρατίθενται στη σκέψη 46 αυτής, αντιβαίνει στην αρχή της ισοδυναμίας του δικαίου της Ένωσης νομοθετική ρύθμιση η οποία, στο πλαίσιο της ισοδυναμίας των προστατευόμενων από τη νομοθεσία συμφερόντων και της προστασίας των δικαιωμάτων των καταναλωτών κατά καταχρηστικών συμβατικών ρητρών, δεν επιτρέπει, χωρίς τη συμφωνία του εναγόμενου καταναλωτή, σε νομικό πρόσωπο το οποίο έχει ως σκοπό τη συλλογική προστασία των καταναλωτών κατά καταχρηστικών συμβατικών διατάξεων και αποβλέπει στην επίτευξη του στόχου που προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ (1), όπως μεταφέρθηκε στην εθνική έννομη τάξη με το άρθρο 53a, παράγραφοι 1 και 3 του Αστικού Κώδικα, να μετάσχει ως πρόσθετος διάδικος (παρεμβαίνων) στην ένδικη διαδικασία από την κίνηση αυτής και να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά, προς όφελος του καταναλωτή, τα μέσα δικαστικής προσφυγής και άμυνας, με σκοπό την πραγμάτωση, στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας, της προστασίας κατά της συστηματικής χρήσεως καταχρηστικών συμβατικών ρητρών, ενώ σε άλλη περίπτωση ο πρόσθετος διάδικος (παρεμβαίνων) που παρεμβαίνει σε ένδικη διαδικασία υπέρ του εναγομένου και έχει συμφέρον στον ουσιαστικού (περιουσιακού) δικαίου ορισμό του αντικειμένου της διαδικασίας ουδόλως χρειάζεται, εν αντιθέσει προς την ένωση προστασίας των καταναλωτών, τη συμφωνία του εναγομένου υπέρ του οποίου παρεμβαίνει για να μετάσχει στην ένδικη διαδικασία από την κίνηση αυτής και για να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά τα μέσα δικαστικής προσφυγής και άμυνας προς όφελος του εναγομένου;

2)

Έχει η έκφραση «διατυπωμένες κατά τρόπο σαφή και κατανοητό» του άρθρου 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 93/13, λαμβανομένων επίσης υπόψη των διαπιστώσεων του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις αποφάσεις που εξέδωσε επί των υποθέσεων C-26/113 και C-96/14, την έννοια ότι συμβατική ρήτρα μπορεί να θεωρηθεί διατυπωμένη κατά τρόπο ασαφή και μη κατανοητό –με έννομη συνέπεια να υπόκειται σε [αυτεπάγγελτο] δικαστικό έλεγχο του καταχρηστικού χαρακτήρα της– στην περίπτωση επίσης κατά την οποία ο νομικός θεσμός τον οποίο αυτή ρυθμίζει είναι αφ’ εαυτού πολύπλοκος, οι έννομες συνέπειες αυτού είναι δύσκολα προβλέψιμες από τον μέσο καταναλωτή και για την κατανόηση αυτού απαιτούνται κατά κανόνα επαγγελματικές νομικές συμβουλές, των οποίων το κόστος είναι δυσανάλογο προς την αξία της παροχής που λαμβάνει ο καταναλωτής βάσει της συμβάσεως;

3)

Στην περίπτωση κατά την οποία δικαστήριο αποφαίνεται επί δικαιωμάτων που απορρέουν από σύμβαση συναφθείσα με καταναλωτή και τα οποία προβάλλονται κατά του καταναλωτή ως εναγομένου βάσει των ισχυρισμών του ενάγοντος και μόνον, μέσω διαταγής πληρωμής στο πλαίσιο διαδικασίας λήψεως ασφαλιστικών μέτρων, χωρίς το δικαστήριο αυτό να εφαρμόζει καθ’ οιονδήποτε τρόπο στη διαδικασία τη διάταξη του άρθρου 172, παράγραφος 9, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, η οποία αποκλείει την έκδοση διαταγής πληρωμής σε περίπτωση υπάρξεως καταχρηστικών συμβατικών ρητρών σε σύμβαση συναφθείσα με καταναλωτή, αντιβαίνει στο δίκαιο της Ένωσης νομοθεσία κράτους μέλους η οποία, λαμβανομένης υπόψη της βραχείας προθεσμίας που προβλέπεται για την άσκηση ανακοπής και την προβολή της ενδεχόμενης αδυναμίας ανευρέσεως ή αδράνειας του καταναλωτή, δεν παρέχει τη δυνατότητα σε ένωση για την προστασία των καταναλωτών, εγκεκριμένη και εξουσιοδοτημένη να επιδιώκει τον στόχο που προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ, όπως μεταφέρθηκε στην εθνική έννομη τάξη με το άρθρο 53a, παράγραφοι 1 και 2, του Αστικού Κώδικα, να ασκήσει με αποτελεσματικό τρόπο, χωρίς τη συγκατάθεση του καταναλωτή (χωρίς ρητή διαφωνία του καταναλωτή), τη μόνη δυνατότητα προστασίας του καταναλωτή, υπό μορφή ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής, σε περίπτωση μη τηρήσεως από το δικαστήριο της προβλεπόμενης στο άρθρο 172, παράγραφος 9, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας υποχρεώσεως;

4)

Μπορεί να θεωρηθεί λυσιτελής για την απάντηση στο δεύτερο και στο τρίτο ερώτημα η περίσταση ότι η έννομη τάξη δεν αναγνωρίζει στον καταναλωτή δικαίωμα υποχρεωτικής νομικής συνδρομής, η δε άγνοια αυτού στον συγκεκριμένο τομέα, ελλείψει νομικής εκπροσωπήσεως, συνεπάγεται τον μη αμελητέο κίνδυνο να μην αντιληφθεί ο καταναλωτής τον καταχρηστικό χαρακτήρα των συμβατικών ρητρών και να μην ενεργήσει καν ώστε να καταστήσει εφικτή την υπέρ αυτού παρέμβαση στην ένδικη διαδικασία ενώσεως για την προστασία των καταναλωτών, εγκεκριμένης και εξουσιοδοτημένης να επιδιώκει τον στόχο που προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ, όπως μεταφέρθηκε στην εθνική έννομη τάξη με το άρθρο 53a, παράγραφοι 1 και 2, του Αστικού Κώδικα;

5)

Αντιβαίνει στο δίκαιο της Ένωσης και στην απαίτηση εκτιμήσεως όλων των περιστάσεων της υποθέσεως, κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ, νομοθεσία όπως αυτή που διέπει τη διαδικασία λήψεως ασφαλιστικών μέτρων για την έκδοση διαταγής πληρωμής (άρθρο 172, παράγραφος 1, επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας), η οποία επιτρέπει 1) να αναγνωριστεί στον επαγγελματία, με συνέπειες δικαστικής αποφάσεως, το δικαίωμα σε χρηματική παροχή, 2) στο πλαίσιο διαδικασίας λήψεως ασφαλιστικών μέτρων, 3) ενώπιον διοικητικού υπαλλήλου του δικαστικού οργάνου, 4) βάσει των ισχυρισμών του επαγγελματία και μόνον, τούτο δε 5) χωρίς διεξαγωγή αποδείξεων και σε κατάσταση κατά την οποία 6) ο καταναλωτής δεν εκπροσωπείται από νομικό επαγγελματία, 7) η δε άμυνά του δεν μπορεί να αναληφθεί αποτελεσματικά, χωρίς τη συγκατάθεσή του, από ένωση προστασίας των καταναλωτών, εγκεκριμένη και εξουσιοδοτημένη να επιδιώκει τον στόχο που προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ, όπως μεταφέρθηκε στην εθνική έννομη τάξη με το άρθρο 53a, παράγραφοι 1 και 2, του Αστικού Κώδικα;


(1)  ΕΕ 1993, L 95, σ. 29.


Top