Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52013AP0587

    Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2013 στην πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη συγκρισιμότητα των τελών που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών, την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών και την πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά (COM(2013)0266 — C7-0125/2013 — 2013/0139(COD))

    ΕΕ C 468 της 15.12.2016, p. 342–367 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    15.12.2016   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 468/342


    P7_TA(2013)0587

    Λογαριασμοί πληρωμών ***I

    Τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2013 στην πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη συγκρισιμότητα των τελών που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών, την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών και την πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά (COM(2013)0266 — C7-0125/2013 — 2013/0139(COD)) (1)

    (Συνήθης νομοθετική διαδικασία: πρώτη ανάγνωση)

    (2016/C 468/81)

    [Τροπολογία 1, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά]

    ΤΡΟΠΟΛΟΓΊΕΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΎ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ (*1)

    στην πρόταση της Επιτροπής


    (1)  Το θέμα αναπέμφθηκε στην αρμόδια επιτροπή προς επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του Κανονισμού (Α7-0398/2013).

    (*1)  Τροπολογίες: το νέο ή το τροποποιημένο κείμενο σημειώνονται με έντονους πλάγιους χαρακτήρες· οι διαγραφές σημειώνονται με το σύμβολο ▌.


    ΟΔΗΓΊΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΎ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    για τη συγκρισιμότητα των τελών που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών, την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών και την πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

    […]

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

    Εκτιμώντας τα εξής:

    (1)

    Σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, η εσωτερική αγορά αποτελεί έναν χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα, όπου εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων, προσώπων, υπηρεσιών και κεφαλαίων. Ο κατακερματισμός της εσωτερικής αγοράς είναι επιζήμιος για την ανταγωνιστικότητα, την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας εντός της Ένωσης. Η εξάλειψη των άμεσων και έμμεσων εμποδίων για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς είναι απαραίτητη για την ολοκλήρωσή της. Η δράση της Ένωσης όσον αφορά την εσωτερική αγορά στον τομέα των λιανικών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών έχει ήδη συμβάλει σημαντικά στην ανάπτυξη της διασυνοριακής δραστηριότητας των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, στη βελτίωση των επιλογών που έχουν οι καταναλωτές και στην αύξηση της ποιότητας και της διαφάνειας των προσφορών.

    (2)

    Εν προκειμένω, η οδηγία 2007/64/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2007, για τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ, 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ, και την κατάργηση της οδηγίας 97/5/ΕΚ (2) («οδηγία για τις υπηρεσίες πληρωμών») έχει καθορίσει βασικές απαιτήσεις διαφάνειας για τα τέλη που χρεώνουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών αναφορικά με τις υπηρεσίες που προσφέρονται σε σχέση με λογαριασμούς πληρωμών. Αυτό έχει διευκολύνει σημαντικά τη δραστηριότητα των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, με τη δημιουργία ενιαίων κανόνων όσον αφορά την παροχή υπηρεσιών πληρωμών και τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται, έχει μειώσει τον διοικητικό φόρτο και έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του κόστους για τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών.

    (2α)

    Η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και η ανάπτυξη μιας σύγχρονης, κοινωνικά περιεκτικής οικονομίας εξαρτάται όλο και περισσότερο από την καθολική παροχή υπηρεσιών πληρωμών. Δεδομένου ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών, ενεργώντας σύμφωνα με τη λογική της αγοράς, τείνουν να εστιάζουν στους εμπορικά ελκυστικούς πελάτες και να αφήνουν ουσιαστικά τους ευπαθείς καταναλωτές χωρίς την ίδια δυνατότητα επιλογής προϊόντων, η νέα νομοθεσία εν προκειμένω πρέπει να αποτελεί μέρος μιας έξυπνης οικονομικής στρατηγικής για την Ένωση.

    (3)

    Ωστόσο, όπως αναφέρει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του της 4ης Ιουλίου 2012, που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με την πρόσβαση σε βασικές τραπεζικές υπηρεσίες  (3), πρέπει να γίνουν περισσότερα για τη βελτίωση και την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς για τις λιανικές τραπεζικές υπηρεσίες. Οι εξελίξεις αυτές θα πρέπει να συνοδεύονται από προσπάθειες προκειμένου ο χρηματοπιστωτικός τομέας στην Ένωση να βρίσκεται στην υπηρεσία των επιχειρήσεων και των καταναλωτών. Επί του παρόντος , η έλλειψη διαφάνειας και συγκρισιμότητας των τελών, καθώς και οι δυσκολίες αλλαγής λογαριασμών πληρωμών εξακολουθούν να θέτουν εμπόδια στην ανάπτυξη μιας πλήρως ολοκληρωμένης αγοράς. Πρέπει να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της αποκλίνουσας ποιότητας των προϊόντων και του πενιχρού ανταγωνισμού στον τομέα της λιανικής τραπεζικής και να επιτευχθούν πρότυπα υψηλής ποιότητας.

    (4)

    Οι υφιστάμενες συνθήκες της εσωτερικής αγοράς μπορεί να αποτρέπουν την άσκηση της ελευθερίας που έχουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών να εγκαθίστανται και να παρέχουν υπηρεσίες στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξαιτίας της δυσκολίας προσέλκυσης πελατών κατά την είσοδο σε μια νέα αγορά. Η είσοδος σε νέες αγορές συχνά συνεπάγεται μεγάλες επενδύσεις. Οι επενδύσεις αυτές δικαιολογούνται μόνον εάν ο πάροχος προβλέπει αρκετές ευκαιρίες και αντίστοιχη ζήτηση από τους καταναλωτές. Το χαμηλό επίπεδο κινητικότητας των καταναλωτών όσον αφορά τις λιανικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην έλλειψη διαφάνειας και συγκρισιμότητας ως προς τα τέλη και τις υπηρεσίες που προσφέρονται, καθώς και τις δυσκολίες σε σχέση με την αλλαγή των λογαριασμών πληρωμών. Οι παράγοντες αυτοί επίσης εξαλείφουν τη ζήτηση. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα σε διασυνοριακό επίπεδο.

    (5)

    Επιπλέον, ο κατακερματισμός των υφιστάμενων εθνικών ρυθμιστικών πλαισίων μπορεί να δημιουργήσει σημαντικούς φραγμούς για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς στον τομέα των λογαριασμών πληρωμών. Διαπιστώνονται αποκλίσεις όσον αφορά τις ισχύουσες διατάξεις σε εθνικό επίπεδο, σε σχέση με λογαριασμούς πληρωμών, και ιδίως όσον αφορά τη συγκρισιμότητα των τελών και την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών. Όσον αφορά την αλλαγή, η έλλειψη ενιαίων δεσμευτικών μέτρων σε επίπεδο Ένωσης έχει οδηγήσει στην εφαρμογή διαφορετικών πρακτικών και μέτρων σε εθνικό επίπεδο. Οι διαφορές αυτές είναι ακόμη πιο αισθητές στον τομέα της συγκρισιμότητας των τελών, στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν μέτρα, έστω και αυτορρύθμισης, σε επίπεδο Ένωσης. Σε περίπτωση που οι διαφορές αυτές γίνουν πιο σημαντικές στο μέλλον, καθώς οι τράπεζες έχουν την τάση να προσαρμόζουν τις πρακτικές τους στις εθνικές αγορές, αυτό θα αυξήσει το κόστος λειτουργίας σε διασυνοριακό επίπεδο, σε σχέση με το κόστος που αντιμετωπίζουν οι εγχώριοι πάροχοι και, ως εκ τούτου, θα καταστήσει την άσκηση δραστηριοτήτων σε διασυνοριακό επίπεδο λιγότερο ελκυστική. Οι διασυνοριακές δραστηριότητες στην εσωτερική αγορά περιορίζονται λόγω εμποδίων που τίθενται στους καταναλωτές για το άνοιγμα λογαριασμού πληρωμών στο εξωτερικό. Τα υφιστάμενα περιοριστικά κριτήρια επιλεξιμότητας ενδέχεται να εμποδίσουν την ελεύθερη μετακίνηση των ευρωπαίων πολιτών στο εσωτερικό της Ένωσης. Η παροχή πρόσβασης όλων των καταναλωτών σε λογαριασμό πληρωμών θα επιτρέψει τη συμμετοχή τους στην εσωτερική αγορά και θα τους δώσει τη δυνατότητα να επωφεληθούν από την εσωτερική αγορά.

    (6)

    Επιπλέον, εφόσον πολλοί δυνητικοί πελάτες δεν ανοίγουν λογαριασμούς πληρωμών είτε εξαιτίας απόρριψης των σχετικών αιτημάτων τους είτε εξαιτίας της προσφοράς ακατάλληλων προϊόντων, η δυνητική ζήτηση για υπηρεσίες λογαριασμών πληρωμών στην Ένωση δεν αξιοποιείται πλήρως. Η ευρύτερη συμμετοχή των καταναλωτών στην εσωτερική αγορά θα παράσχει περαιτέρω κίνητρα στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών ώστε να εισέλθουν σε νέες αγορές. Επίσης, η δημιουργία συνθηκών που θα επιτρέψουν σε όλους τους καταναλωτές να έχουν πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών αποτελεί απαραίτητο μέσο για την προαγωγή της συμμετοχής τους στην εσωτερική αγορά και για τη δυνατότητά τους να εκμεταλλευτούν τα οφέλη της εσωτερικής αγοράς.

    (7)

    Η διαφάνεια και η συγκρισιμότητα των τελών έχουν εξεταστεί σε μια πρωτοβουλία αυτορρύθμισης, η οποία ξεκίνησε από τον τραπεζικό κλάδο. Ωστόσο, δεν υπήρξε τελική συμφωνία όσον αφορά αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές. Όσον αφορά την αλλαγή, οι κοινές αρχές που θέσπισε η Επιτροπή Ευρωπαϊκού Τραπεζικού Τομέα, το 2008, παρέχουν έναν υποδειγματικό μηχανισμό για την αλλαγή τραπεζικών λογαριασμών που προσφέρονται από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι στο ίδιο κράτος μέλος. Ωστόσο, δεδομένου του μη δεσμευτικού χαρακτήρα τους, οι εν λόγω κοινές αρχές έχουν εφαρμοστεί με ασυνεπή τρόπο σε όλη την Ένωση και με αμφίβολα αποτελέσματα. Επιπλέον, οι κοινές αρχές εξετάζουν την αλλαγή λογαριασμών πληρωμών μόνο σε εθνικό επίπεδο και όχι σε διασυνοριακό επίπεδο. Τέλος, όσον αφορά την πρόσβαση σε βασικό λογαριασμό πληρωμών, με τη σύσταση της Επιτροπής 2011/442/ΕΕ[…] (4), η Επιτροπή κάλεσε τα κράτη μέλη να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της εφαρμογής της το αργότερο έξι μήνες μετά τη δημοσίευσή της. Μέχρι σήμερα, ελάχιστα κράτη μέλη συμμορφώνονται με τις βασικές αρχές της σύστασης.

    (8)

    Προκειμένου να καταστεί δυνατή η αποτελεσματική και ομαλή χρηματοπιστωτική κινητικότητα μακροπρόθεσμα, είναι καθοριστικής σημασίας η θέσπιση μιας ομοιόμορφης δέσμης κανόνων για την αντιμετώπιση του ζητήματος της χαμηλής κινητικότητας των καταναλωτών, ιδίως δε για τη βελτίωση της σύγκρισης των υπηρεσιών λογαριασμών πληρωμών και των σχετικών τελών και την παροχή κινήτρων για την αλλαγή λογαριασμών πληρωμών, καθώς και για τη αποφυγή των διακρίσεων με βάση τον τόπο διαμονής σε βάρος των καταναλωτών που θέλουν να αγοράσουν λογαριασμό πληρωμών στο εξωτερικό. Επιπλέον, είναι απαραίτητο να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για την προώθηση της συμμετοχής των καταναλωτών στην αγορά των λογαριασμών πληρωμών. Τα μέτρα αυτά θα παράσχουν κίνητρα για την είσοδο των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών στην εσωτερική αγορά και θα διασφαλίσουν ισότιμους όρους ανταγωνισμού, ενισχύοντας έτσι τον ανταγωνισμό και την αποδοτική κατανομή των πόρων στο εσωτερικό της αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών λιανικής της Ένωσης προς όφελος των επιχειρήσεων και των καταναλωτών. Επίσης, η διαφανής πληροφόρηση σχετικά με τα τέλη και οι δυνατότητες αλλαγής λογαριασμού, σε συνδυασμό με το δικαίωμα πρόσβασης σε υπηρεσίες βασικού λογαριασμού, θα επιτρέψουν στους πολίτες της Ένωσης να κυκλοφορούν και να κάνουν αγορές ευκολότερα στο εσωτερικό της Ένωσης και, ως εκ τούτου, να επωφελούνται από μια πλήρως λειτουργική εσωτερική αγορά στον τομέα των λιανικών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και να συμβάλλουν στη μεγέθυνση του ηλεκτρονικού εμπορίου και στην περαιτέρω ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς.

    (8α)

    Επίσης, έχει καθοριστική σημασία να διασφαλιστεί ότι η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει την καινοτομία στον τομέα των λιανικών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Κάθε χρόνο, νέες τεχνολογίες γίνονται βιώσιμες, οι οποίες ενδέχεται να καταστήσουν το εκάστοτε μοντέλο λογαριασμών πληρωμών απαρχαιωμένο. Συγκεκριμένα, οι τραπεζικές υπηρεσίες μέσω κινητού τηλεφώνου, οι διομότιμες υπηρεσίες και οι κάρτες πληρωμών με αποθηκευμένη αξία πρέπει να ενθαρρυνθούν ως εναλλακτικές επιλογές έναντι των παραδοσιακών τραπεζικών υπηρεσιών.

    (9)

    Η οδηγία εφαρμόζεται για λογαριασμούς πληρωμών τους οποίους διατηρούν οι καταναλωτές. Συνεπώς, οι λογαριασμοί τους οποίους διατηρούν οι επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των μικρών ή πολύ μικρών επιχειρήσεων, με εξαίρεση εκείνους που τελούν υπό προσωπικό καθεστώς, δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας. Εκτός αυτού, η εν λόγω οδηγία δεν καλύπτει τους λογαριασμούς ταμιευτηρίου, οι οποίοι ενδέχεται να έχουν πιο περιορισμένες λειτουργίες πληρωμών. Επίσης, η παρούσα οδηγία δεν καλύπτει τις πιστωτικές κάρτες, οι οποίες δεν διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην επίτευξη των στόχων της σε σχέση με την ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής ένταξης και της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

    (10)

    Οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στην οδηγία είναι ευθυγραμμισμένοι με εκείνους που περιλαμβάνονται σε άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης, ιδίως δε με τους ορισμούς της οδηγίας 2007/64/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2012, σχετικά με την καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων και επιχειρηματικών κανόνων για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009 (5).

    (11)

    Είναι καθοριστικής σημασίας για τους καταναλωτές να είναι σε θέση να κατανοούν τα τέλη, ώστε να μπορούν να συγκρίνουν προσφορές από διαφορετικούς παρόχους υπηρεσιών πληρωμών και να αποφασίζουν με πλήρη επίγνωση ποιοι λογαριασμοί προσαρμόζονται καλύτερα στις ανάγκες τους. Δεν μπορεί να υπάρξει σύγκριση των τελών όταν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών χρησιμοποιούν διαφορετική ορολογία για τις ίδιες υπηρεσίες ▌και παρέχουν πληροφόρηση σε διαφορετική μορφή. Η τυποποιημένη ορολογία, σε συνδυασμό με την πληροφόρηση περί τελών για τις πλέον αντιπροσωπευτικές υπηρεσίες που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών, σε συνεκτική μορφή, μπορεί να βοηθήσει τους καταναλωτές να κατανοούν και να συγκρίνουν τα τέλη.

    (12)

    Οι καταναλωτές ωφελούνται περισσότερο όταν η πληροφόρηση που παρέχεται από διαφορετικούς παρόχους υπηρεσιών πληρωμών είναι όσο το δυνατόν πιο περιεκτική, τυποποιημένη και μπορεί να συγκριθεί εύκολα. Τα μέσα που διατίθενται στους καταναλωτές για να συγκρίνουν τις προσφορές λογαριασμών πληρωμών θα πρέπει να είναι πολυδιάστατα και πρέπει να διενεργούνται δοκιμές από τους καταναλωτές. Στο στάδιο αυτό , η ορολογία των τελών θα πρέπει να είναι τυποποιημένη μόνον όσον αφορά τους πλέον αντιπροσωπευτικούς όρους και ορισμούς στα κράτη μέλη, προκειμένου να διευκολύνεται η ταχεία εφαρμογή τους.

    (13)

    Η ορολογία των τελών θα πρέπει να καθορίζεται από τις εθνικές αρμόδιες αρχές με τρόπο που να επιτρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες των τοπικών αγορών. ▌Όπου είναι δυνατόν, η ορολογία των τελών θα πρέπει να είναι τυποποιημένη σε επίπεδο Ένωσης, επιτρέποντας έτσι τη σύγκριση σε ολόκληρη την Ένωση. Η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) (ΕΑΤ) θα πρέπει να θεσπίσει κατευθυντήριες γραμμές που θα βοηθούν τα κράτη μέλη να καθορίσουν τις ▌υπηρεσίες που χρησιμοποιούνται συχνότερα και δημιουργούν το υψηλότερο κόστος για τους καταναλωτές σε εθνικό επίπεδο. Οι σχετικοί ορισμοί θα πρέπει να είναι αρκούντως ευρείς ώστε να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή της τυποποιημένης ορολογίας.

    (14)

    Αφού οι αρμόδιες εθνικές αρχές καταρτίσουν έναν προσωρινό κατάλογο των πλέον αντιπροσωπευτικών υπηρεσιών που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών σε εθνικό επίπεδο, μαζί με τους σχετικούς όρους και ορισμούς, η Επιτροπή θα πρέπει να προβεί σε ελέγχους προκειμένου να προσδιορίσει, μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, τις υπηρεσίες που είναι κοινές στα περισσότερα κράτη μέλη και να προτείνει τυποποιημένους όρους ▌σε επίπεδο Ένωσης.

    (15)

    Για να βοηθηθούν οι καταναλωτές να συγκρίνουν με ευκολία τα τέλη των λογαριασμών πληρωμών σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να τους παρέχουν πλήρες δελτίο πληροφόρησης περί τελών το οποίο αναφέρει τα τέλη για όλες τις υπηρεσίες που συνδέονται με τον λογαριασμό πληρωμών και οι οποίες περιέχονται στον κατάλογο των αντιπροσωπευτικότερων υπηρεσιών, καθώς και όποια περαιτέρω τέλη μπορεί να εφαρμοστούν στον λογαριασμό. Όπου είναι δυνατόν, στο δελτίο πληροφόρησης περί τελών θα πρέπει να χρησιμοποιούνται οι τυποποιημένοι όροι και ορισμοί που έχουν καθιερωθεί σε ενωσιακό επίπεδο. Αυτό θα συμβάλει στη διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων πιστωτικών ιδρυμάτων που ανταγωνίζονται στην αγορά των λογαριασμών πληρωμών. ▌Προκειμένου να βοηθηθούν οι καταναλωτές να κατανοούν τα τέλη που πρέπει να καταβάλλουν για τον λογαριασμό πληρωμών τους, θα πρέπει να τους διατίθεται ένα γλωσσάριο που να π αρέχει σαφείς, μη τεχνικές και χωρίς αμφισημίες επεξηγήσεις τουλάχιστον για τα τέλη και τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο. Το γλωσσάριο αναμένεται να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο ώστε να ενθαρρύνεται η καλύτερη κατανόηση της σημασίας των τελών, παρέχοντας τη δυνατότητα στους καταναλωτές να επιλέγουν από μεγαλύτερο εύρος προσφορών λογαριασμού πληρωμών. Θα πρέπει να θεσπιστεί η υποχρέωση των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών να πληροφορούν τους καταναλωτές, δωρεάν και τουλάχιστον ετησίως, αναφορικά με όλα τα τέλη και τα επιτόπια που ισχύουν για τον λογαριασμό τους. Η εκ των υστέρων πληροφόρηση θα πρέπει να παρέχεται με τη μορφή ειδικής σύνοψης. Θα πρέπει να παρέχεται ολοκληρωμένη επισκόπηση των εισπραχθέντων τόκων, των χρεωθέντων τελών και των γνωστοποιήσεων τροποποίησης των τελών ή των επιτοκίων. Θα πρέπει να παρέχονται οι απαραίτητες πληροφορίες στον καταναλωτή προκειμένου να είναι σε θέση να κατανοήσει σε τι αντιστοιχούν τα τέλη και οι τόκοι και να αξιολογήσει την ανάγκη είτε τροποποίησης των καταναλωτικών προτύπων του είτε μετακίνησης σε άλλον πάροχο. ▌

    (16)

    Για την κάλυψη των αναγκών των καταναλωτών, είναι απαραίτητο να διασφαλίζεται ότι η πληροφόρηση περί τελών είναι σαφής, πλήρης και συγκρίσιμη. Η ΕΑΤ θα πρέπει ως εκ τούτου , ύστερα από διαβούλευση με τις εθνικές αρχές και κατόπιν διενέργειας δοκιμών από τους καταναλωτές, να αναπτύξει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων σχετικά με την τυποποιημένη μορφή παρουσίασης του δελτίου πληροφοριών περί τελών και της δήλωσης τελών και με τα κοινά σύμβολα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι αυτά θα είναι κατανοητά και συγκρίσιμα για τους καταναλωτές. ▌Το δελτίο πληροφόρησης περί τελών και η δήλωση τελών θα πρέπει να είναι σαφώς διακριτά από άλλες κοινοποιήσεις. ▌

    (17)

    Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεκτική χρήση της ισχύουσας ορολογίας σε ολόκληρη την Ένωση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεώνουν τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να χρησιμοποιούν την ισχύουσα ορολογία σε επίπεδο Ένωσης, παράλληλα με την υπόλοιπη εθνική τυποποιημένη ορολογία που ορίζεται στον προσωρινό κατάλογο, όταν επικοινωνούν με τους καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένων του δελτίου πληροφόρησης περί τελών και της δήλωσης τελών. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μπορούν να χρησιμοποιούν τέτοιες εμπορικές ονομασίες στο δελτίο πληροφόρησης περί τελών ή στη δήλωση τελών υπό την προϋπόθεση ότι οι ονομασίες αυτές χρησιμοποιούνται συμπληρωματικά της τυποποιημένης ορολογίας και ως δευτερεύων χαρακτηρισμός των παρεχόμενων υπηρεσιών ή λογαριασμών.

    (18)

    Οι ανεξάρτητοι δικτυακοί τόποι σύγκρισης αποτελούν αποτελεσματικό μέσο που μπορούν να χρησιμοποιούν οι καταναλωτές για να αξιολογούν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα διαφόρων προσφορών για λογαριασμούς σε έναν ενιαίο χώρο. Αυτοί οι δικτυακοί τόποι δύνανται να συμβάλουν στην ορθή εξισορρόπηση της ανάγκης για πληροφόρηση, που θα είναι σαφής και περιεκτική, αλλά ταυτόχρονα ολοκληρωμένη και πλήρης, επιτρέποντας στους χρήστες να λαμβάνουν λεπτομερέστερες πληροφορίες όταν ενδιαφέρονται γι’ αυτές. Δύνανται επίσης να συμβάλουν στη μείωση του κόστους, εφόσον οι καταναλωτές δεν θα χρειάζεται να συλλέγουν πληροφορίες χωριστά από τους διάφορους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών. Επιβάλλεται οι πληροφορίες που παρέχονται σε τέτοιους δικτυακούς τόπους να είναι αξιόπιστες, αμερόληπτες και διαφανείς και οι καταναλωτές να ενημερώνονται για τη διαθεσιμότητά τους. Από την άποψη αυτή, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να ενημερώνουν ενεργητικά το κοινό για παρόμοιους δικτυακούς τόπους.

    (19)

    Για να αποκτήσουν αμερόληπτες πληροφορίες σχετικά με τα ▌τέλη που χρεώνονται και τα επιτόκια που εφαρμόζονται στους λογαριασμούς πληρωμών , οι καταναλωτές θα πρέπει να είναι σε θέση να έχουν πρόσβαση σε δικτυακούς τόπους σύγκρισης οι οποίοι να είναι δημόσια προσπελάσιμοι και ανεξάρτητοι από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, επομένως, να διασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές έχουν ελεύθερη πρόσβαση τουλάχιστον σε έναν ανεξάρτητο και δημόσια προσπελάσιμο δικτυακό τόπο στις αντίστοιχες επικράτειές τους. Παρόμοιους δικτυακούς τόπους μπορούν να διαχειρίζονται και οι αρμόδιες αρχές , οι ίδιες ή άλλοι φορείς για λογαριασμό τους , άλλες δημόσιες αρχές και/ή διαπιστευμένοι ιδιωτικοί φορείς. Προκειμένου να αυξηθεί η εμπιστοσύνη των καταναλωτών σε περαιτέρω διαθέσιμους δικτυακούς τόπους σύγκρισης, τα κράτη μέλη καθιερώνουν ένα εθελοντικό σύστημα διαπίστευσης, το οποίο επιτρέπει σε ιδιωτικούς φορείς δικτυακών τόπων σύγκρισης να υποβάλουν αίτηση διαπίστευσης σύμφωνα με καθορισμένα κριτήρια ποιότητας. Σε περίπτωση που δεν έχει διαπιστευθεί κάποιος ιδιωτικός δικτυακός τόπος, θα πρέπει να δημιουργηθεί ένας δικτυακός τόπος σύγκρισης τον οποίο θα διαχειρίζεται , η ίδια ή άλλος φορέας για λογαριασμό της, μια αρμόδια αρχή ή άλλη δημόσια αρχή. Αυτοί οι δικτυακοί τόποι θα πρέπει επίσης να συμμορφώνονται με τα κριτήρια ποιότητας.

    (20)

    Αποτελεί τρέχουσα πρακτική να προσφέρουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών λογαριασμό πληρωμών στο πλαίσιο ενός πακέτου που περιλαμβάνει και άλλα χρηματοπιστωτικά προϊόντα ή υπηρεσίες. Η πρακτική αυτή μπορεί να αποτελεί το μέσο με το οποίο οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών είναι σε θέση να διαφοροποιούν την προσφορά τους και να ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον, και τελικά αυτό μπορεί να είναι επωφελές για τους καταναλωτές. Ωστόσο, η μελέτη της Επιτροπής σχετικά με τις πρακτικές δέσμευσης στον χρηματοπιστωτικό τομέα, η οποία διενεργήθηκε το 2009, καθώς και οι σχετικές διαβουλεύσεις και καταγγελίες των καταναλωτών, έδειξαν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών ενδέχεται να προσφέρουν τραπεζικούς λογαριασμούς σε πακέτα με προϊόντα που δεν ζητούνται από τους καταναλωτές και τα οποία δεν είναι απαραίτητα για τους λογαριασμούς πληρωμών, όπως η ασφάλιση κατοικίας. Επιπλέον, έχει παρατηρηθεί ότι οι πρακτικές αυτές μπορεί να μειώσουν τη διαφάνεια και τη συγκρισιμότητα των τιμών, να περιορίσουν τις επιλογές αγοράς για τους καταναλωτές και να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην κινητικότητά τους. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι, όταν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών προσφέρουν λογαριασμούς πληρωμών στο πλαίσιο πακέτων, παρέχονται στους καταναλωτές πληροφορίες σχετικά με το αν υπάρχει η δυνατότητα να αγοράσουν τον λογαριασμό πληρωμών χωριστά και, εάν ναι, σχετικά με το ισχύον κόστος και τα τέλη που συνδέονται με το καθένα από τα άλλα χρηματοοικονομικά προϊόντα ή τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο πακέτο χωριστά. ▌

    (21)

    Οι καταναλωτές θα έχουν το κίνητρο να αλλάξουν λογαριασμό μόνον εάν η σχετική διαδικασία δεν συνεπάγεται υπερβολική διοικητική και οικονομική επιβάρυνση. Η διαδικασία μετάβασης σε λογαριασμό πληρωμών άλλου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να είναι σαφής, ταχεία και ασφαλής . Εάν από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών χρεώνονται τέλη ▌σε σχέση με την υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού , αυτά θα πρέπει να είναι εύλογα και σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 της οδηγίας 2007/64/EΚ . Για να υπάρχει θετικός αντίκτυπος στον ανταγωνισμό, θα πρέπει επίσης να διευκολύνονται οι αλλαγές λογαριασμού σε διασυνοριακό επίπεδο. Δεδομένου ότι οι αλλαγές λογαριασμού σε διασυνοριακό επίπεδο ενδέχεται να είναι πολυπλοκότερες από τις αντίστοιχες αλλαγές σε εθνικό επίπεδο και να απαιτούν από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να προσαρμόσει και να βελτιώσει τις εσωτερικές του διαδικασίες, πρέπει να παρέχονται μακρότερες μεταβατικές περίοδοι σε σχέση με μια υπηρεσία αλλαγής μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που εδρεύουν σε διαφορετικά κράτη μέλη.

    (21α)

    Τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, σε σχέση με την αλλαγή λογαριασμού στην περίπτωση που και οι δύο πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εδρεύουν στην επικράτειά τους, να θεσπίζουν ή να διατηρούν ρυθμίσεις που διαφέρουν από αυτές που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, εφόσον τούτο αποβαίνει σαφώς προς το συμφέρον του καταναλωτή.

    (22)

    Η διαδικασία αλλαγής λογαριασμού θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν απλούστερη για τον καταναλωτή. Συνεπώς, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών είναι υπεύθυνος για την εκκίνηση και της διαχείριση της διαδικασίας εκ μέρους του καταναλωτή.

    (23)

    Κατά γενικό κανόνα και υπό την προϋπόθεση ότι ο καταναλωτής έχει δώσει τη συγκατάθεσή του, ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να εκτελέσει, εξ ονόματος του καταναλωτή, τη μεταβίβαση ▌των επαναλαμβανόμενων πληρωμών, καθώς και τη μεταφορά τυχόν θετικού υπολοίπου, γεγονός που θα ήταν ιδανικό να γίνεται στο πλαίσιο μίας και μόνον συνάντησης με τον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. Για τον σκοπό αυτόν, οι καταναλωτές θα πρέπει να είναι σε θέση να υπογράψουν ένα έντυπο εξουσιοδότησης, με το οποίο θα παρέχουν ή θα αρνούνται τη συγκατάθεσή τους για την εκτέλεση των ως άνω ενεργειών. Προτού δώσει τη συγκατάθεσή του, ο καταναλωτής θα πρέπει να ενημερωθεί για όλα τα στάδια της διαδικασίας που απαιτείται για την ολοκλήρωση της αλλαγής λογαριασμού.

    (24)

    Η συνεργασία του αποστέλλοντος παρόχου υπηρεσιών πληρωμών είναι αναγκαία για την επιτυχία της αλλαγής λογαριασμού. Ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να είναι σε θέση να ζητά είτε από τον καταναλωτή είτε από τον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να του παράσχουν όλα τα στοιχεία που θεωρεί αναγκαία για την αποκατάσταση των επαναλαμβανόμενων πληρωμών στον νέο λογαριασμό πληρωμών. Ωστόσο, τα στοιχεία αυτά θα πρέπει να είναι τα απολύτως απαραίτητα για την εκτέλεση της αλλαγής λογαριασμού, οπότε ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν θα πρέπει να ζητά περιττά στοιχεία.

    (25)

    Οι καταναλωτές δεν θα πρέπει να υπόκεινται σε κυρώσεις ή άλλες οικονομικές επιβαρύνσεις που οφείλονται σε λανθασμένες εισερχόμενες μεταφορές πιστώσεων ή άμεσες χρεώσεις. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για ορισμένες κατηγορίες πληρωτών και δικαιούχων, όπως οι οργανισμοί κοινής ωφελείας, που χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά μέσα (π.χ. βάσεις δεδομένων) για την αποθήκευση πληροφοριών σχετικών με στοιχεία λογαριασμών καταναλωτών και εκτελούν πολυάριθμες περιοδικές συναλλαγές που αφορούν μεγάλο αριθμό καταναλωτών.

    (26)

    Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν την απαγόρευση των διακρίσεων σε βάρος των καταναλωτών, με βάση την υπηκοότητα ή τον τόπο διαμονής τους, όταν αυτοί θέλουν να ανοίξουν λογαριασμό πληρωμών. Αν και είναι σημαντικό να διασφαλίζουν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών ότι οι πελάτες τους δεν χρησιμοποιούν το χρηματοπιστωτικό σύστημα για παράνομους σκοπούς, όπως η απάτη, η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, δεν θα πρέπει να επιβάλλουν φραγμούς για τους καταναλωτές που επιθυμούν να επωφεληθούν από τα πλεονεκτήματα της εσωτερικής αγοράς, αγοράζοντας λογαριασμούς πληρωμών στο εξωτερικό.

    (27)

    Οι καταναλωτές που διαμένουν νομίμως στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πρέπει να υφίστανται διακρίσεις λόγω της εθνικότητας ή του τόπου διαμονής τους, ούτε για οποιονδήποτε άλλο από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν υποβάλλουν αίτηση για, ή όταν επιχειρούν πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, η πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά θα πρέπει να εξασφαλίζεται από τα κράτη μέλη ανεξάρτητα από την οικονομική ▌κατάσταση των καταναλωτών , δηλαδή το καθεστώς απασχόλησής τους, το επίπεδο εισοδημάτων, το πιστωτικό ιστορικό ή την προσωπική πτώχευση.

    (28)

    Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι λογαριασμοί πληρωμών με τα βασικά χαρακτηριστικά που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία, προσφέρονται στους καταναλωτές από όλους τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που δραστηριοποιούνται στον τομέα των γενικών υπηρεσιών πληρωμών λιανικής και προσφέρουν λογαριασμούς πληρωμών ως αναπόσπαστο μέρος των τακτικών επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων . Η πρόσβαση δεν θα πρέπει να είναι υπερβολικά δύσκολη ούτε να συνεπάγεται υπερβολικό κόστος για τους καταναλωτές. Το δικαίωμα πρόσβασης σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά σε οποιοδήποτε κράτος μέλος θα πρέπει να χορηγείται τηρουμένων των απαιτήσεων που ορίζονται στην οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (6) , ιδίως όσον αφορά τις διαδικασίες προσήκουσας μέριμνας του πελάτη. Ταυτόχρονα, οι διατάξεις της εν λόγω οδηγίας δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνες τους ως επαρκής λόγος για να απορρίπτονται καταναλωτές λιγότερο ελκυστικοί από εμπορική άποψη. Πρέπει να διατίθεται μηχανισμός που να επιτρέπει στους καταναλωτές χωρίς σταθερή διεύθυνση, στους αιτούντες άσυλο και στους καταναλωτές που δεν διαθέτουν άδεια παραμονής αλλά των οποίων δεν είναι δυνατή η απέλαση για νομικούς λόγους, να ικανοποιούν τις προϋποθέσεις του κεφαλαίου ΙΙ της οδηγίας 2005/60/ΕΚ.

    (28α)

    Προκειμένου οι χρήστες λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά να εξυπηρετούνται δεόντως, τα κράτη μέλη πρέπει να απαιτούν από τους παρόχους να διασφαλίζουν ότι το σχετικό προσωπικό έχει εκπαιδευτεί επαρκώς και ότι οι ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων δεν επηρεάζουν αρνητικά τους εν λόγω πελάτες.

    (29)

    Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να απαιτούν από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να επαληθεύουν κατά πόσον ο καταναλωτής διαθέτει ήδη έναν ενεργό και ισοδύναμο λογαριασμό πληρωμών στην ίδια επικράτεια και να απαιτούν από τον καταναλωτή να υπογράφει υπεύθυνη δήλωση που να το βεβαιώνει. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αρνούνται αίτηση πρόσβασης σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, παρά μόνο στις περιπτώσεις που προσδιορίζονται ρητά στην παρούσα οδηγία.

    (29α)

    Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διεκπεραιώνουν τις αιτήσεις μέσα στις προθεσμίες που ορίζονται στην παρούσα οδηγία και ότι σε περίπτωση άρνησης ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα ενημερώνει τον καταναλωτή για τους συγκεκριμένους λόγους, εκτός αν η εν λόγω ενημέρωση θα ήταν αντίθετη στους στόχους της εθνικής ασφάλειας ή της καταπολέμησης χρηματοπιστωτικών εγκλημάτων.

    (30)

    Θα πρέπει να διασφαλίζεται η πρόσβαση των καταναλωτών σε μια σειρά από βασικές υπηρεσίες πληρωμών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι, εφόσον ο καταναλωτής διαχειρίζεται τον λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά για προσωπική χρήση, δεν τίθενται όρια στον αριθμό των πράξεων που θα προσφέρονται στον καταναλωτή δυνάμει των ειδικών κανόνων τιμολόγησης που αναφέρονται στο άρθρο 17. Κατά τον καθορισμό του τι θεωρείται προσωπική χρήση, τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την ισχύουσα καταναλωτική συμπεριφορά και τη συνήθη εμπορική πρακτική. Οι υπηρεσίες που συνδέονται με βασικούς λογαριασμούς πληρωμών θα πρέπει να περιλαμβάνουν τη δυνατότητα κατάθεσης και ανάληψης χρημάτων. Οι καταναλωτές θα πρέπει να είναι σε θέση να πραγματοποιούν αναγκαίες πράξεις πληρωμών, όπως είναι η είσπραξη εισοδημάτων ή επιδομάτων, η πληρωμή λογαριασμών ή φόρων και η αγορά αγαθών και υπηρεσιών, μεταξύ άλλων με άμεση χρέωση, με μεταφορά πίστωσης και με τη χρήση κάρτας πληρωμών. Οι υπηρεσίες αυτές θα πρέπει να επιτρέπουν την αγορά αγαθών και υπηρεσιών μέσω του Διαδικτύου και να δίνουν στους καταναλωτές την ευκαιρία να υποβάλλουν εντολές πληρωμής μέσω της διαδικτυακής τραπεζικής πλατφόρμας του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, εάν υπάρχει. Ωστόσο, η χρήση λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά δεν θα πρέπει να γίνεται μόνον μέσω του διαδικτύου, διότι αυτό θα αποτελούσε εμπόδιο για τους καταναλωτές που δεν έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο. Οι καταναλωτές δεν θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε διευκόλυνση υπερανάληψης από τον λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν στους παρόχους υπηρεσιών να παρέχουν διευκολύνσεις υπερανάληψης και άλλα πιστωτικά προϊόντα ως σαφώς διαχωρισμένες υπηρεσίες σε πελάτες βασικών λογαριασμών πληρωμών, υπό τον όρο ότι η πρόσβαση και η χρήση του λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά δεν περιορίζεται, ούτε εξαρτάται, από την αγορά τέτοιων πιστωτικών υπηρεσιών. Οποιαδήποτε τέλη χρεώνονται για αυτές τις υπηρεσίες πρέπει να είναι διαφανή και τουλάχιστον εξίσου ευνοϊκά με τη συνήθη τιμολογιακή πολιτική του παρόχου.

    (31)

    Προκειμένου να διασφαλιστεί η διαθεσιμότητα βασικών λογαριασμών πληρωμών στο ευρύτερο δυνατό φάσμα καταναλωτών, οι λογαριασμοί αυτοί θα πρέπει να προσφέρονται δωρεάν ή έναντι της καταβολής ευλόγου τέλους. Τα κράτη μέλη πρέπει να απαιτούν από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να εξασφαλίζουν ότι ο λογαριασμός πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά είναι πάντοτε ο λογαριασμός πληρωμών με τα χαμηλότερα τέλη για την παροχή του ελάχιστου πακέτου υπηρεσιών πληρωμών που ορίζεται εντός του κράτους μέλους. Επιπρόσθετα, οποιαδήποτε πρόσθετα τέλη επιβάλλονται στον καταναλωτή, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τους όρους που ορίζονται στη σύμβαση, θα πρέπει να είναι εύλογα και οπωσδήποτε όχι υψηλότερα από τη συνήθη τιμολογιακή πολιτική του παρόχου .

    (32)

    Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να αρνείται να ανοίξει λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά ή να καταγγέλλει τη σχετική σύμβαση μόνον σε ειδικές περιπτώσεις, για παράδειγμα σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τη νομοθεσία περί νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή με τη νομοθεσία περί πρόληψης και διερεύνησης εγκλημάτων. Ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις, η απόρριψη μπορεί να δικαιολογηθεί μόνον όταν ο καταναλωτής δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις της εν λόγω νομοθεσίας και όχι επειδή η διαδικασία ελέγχου της συμμόρφωσης με τη νομοθεσία είναι υπερβολικά επαχθής ή δαπανηρή.

    (33)

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη θέσπιση μέτρων για την ενίσχυση της συνειδητοποίησης σχετικά με τη διαθεσιμότητα λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά και σχετικά με τις διαδικασίες και τους όρους χρήσης τους όπως ορίζονται στην παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέτρα επικοινωνίας είναι επαρκή και καλά στοχευμένα, ιδίως σε σχέση με την απεύθυνση σε καταναλωτές που δεν χρησιμοποιούν τραπεζικές υπηρεσίες, σε ευπαθείς και σε μετακινούμενους καταναλωτές. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διαθέτουν στους καταναλωτές προσβάσιμες πληροφορίες και κατάλληλη συνδρομή σχετικά με τα ειδικά χαρακτηριστικά των παρεχόμενων λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, τα σχετικά τέλη και τους όρους χρήσης τους καθώς και τις ενέργειες στις οποίες θα πρέπει να προβούν οι καταναλωτές προκειμένου να ασκήσουν το δικαίωμα ανοίγματος λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά. Ειδικότερα, οι καταναλωτές θα πρέπει να πληροφορούνται ότι δεν υποχρεούνται να αγοράσουν πρόσθετες υπηρεσίες προκειμένου να ανοίξουν λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά. Για να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος χρηματοοικονομικού αποκλεισμού των καταναλωτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να βελτιώσουν τη χρηματοοικονομική εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένης της εκπαίδευσης στο σχολείο, και να καταπολεμήσουν την υπερχρέωση. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθήσουν πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών για τη διευκόλυνση του συνδυασμού μεταξύ της παροχής λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά και της ανεξάρτητης χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης.

    (34)

    Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίσουν τις αρμόδιες αρχές που εξουσιοδοτούνται να εφαρμόσουν την παρούσα οδηγία και στις οποίες παραχωρούνται εξουσίες έρευνας και επιβολής. Οι εντεταλμένες αρμόδιες αρχές θα πρέπει να είναι ανεξάρτητες από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών και να έχουν επαρκείς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αναθέτουν σε διαφορετικές αρμόδιες αρχές τον έλεγχο της εφαρμογής του ευρέος φάσματος των υποχρεώσεων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

    (35)

    Οι καταναλωτές θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε αποτελεσματικές και αποδοτικές διαδικασίες εξωδικαστικής υποβολής καταγγελιών και επίλυσης διαφορών για τη διευθέτηση των διαφορών που προκύπτουν από τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Η πρόσβαση σε εναλλακτικές διαδικασίες επίλυσης διαφορών θα πρέπει να είναι εύκολη και οι αρμόδιοι φορείς θα πρέπει να πληρούν μια σειρά κριτηρίων, όπως η ίση εκπροσώπηση παρόχων και χρηστών. Η εν λόγω πρόσβαση διασφαλίζεται ήδη από την οδηγία 2013/…/ΕΕ όσον αφορά τις σχετικές συμβατικές διαφορές. Ωστόσο, οι καταναλωτές θα πρέπει επίσης να έχουν πρόσβαση σε διαδικασίες εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών και σε περίπτωση προ-συμβατικών διαφορών σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που καθορίζονται από την παρούσα οδηγία, π.χ. όταν δεν έχουν πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά. Η συμμόρφωση με τις διατάξεις που ορίζονται στην παρούσα οδηγία απαιτεί την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων των καταναλωτών. Η επεξεργασία αυτή διέπεται από την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (7). Η παρούσα οδηγία θα πρέπει άρα να εφαρμόζεται τηρουμένων των κανόνων που ορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ και την εθνική νομοθεσία εφαρμογής τους.

    (36)

    Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για την λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τον προσδιορισμό της τυποποιημένης ορολογίας σε επίπεδο Ένωσης για τις υπηρεσίες πληρωμών που είναι κοινές σε αρκετά κράτη μέλη και των σχετικών ορισμών των εν λόγω όρων.

     

    (38)

    Σε ετήσια βάση και για πρώτη φορά εντός τριετίας από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν αξιόπιστα στατιστικά στοιχεία σχετικά με τη λειτουργία των μέτρων που θεσπίζονται με την παρούσα οδηγία. Θα πρέπει να χρησιμοποιούν οποιεσδήποτε συναφείς πηγές πληροφοριών και να κοινοποιούν τις πληροφορίες αυτές στην Επιτροπή. Η Επιτροπή πρέπει να υποβάλλει ετήσια έκθεση βάσει των πληροφοριών που λαμβάνει.

    (39)

    Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να επανεξεταστεί τέσσερα έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στην αγορά, όπως η εμφάνιση νέων τύπων λογαριασμών πληρωμών και υπηρεσιών πληρωμών, καθώς και οι εξελίξεις σε άλλους τομείς του ενωσιακού δικαίου, καθώς και οι εμπειρίες των κρατών μελών. Στο πλαίσιο της επανεξέτασης αυτής, θα πρέπει να αξιολογείται κατά πόσον τα ληφθέντα μέτρα έχουν βελτιώσει την κατανόηση των καταναλωτών για τα τέλη που συνδέονται με τους λογαριασμούς πληρωμών, τη συγκρισιμότητα των λογαριασμών πληρωμών και την ευκολία αλλαγής λογαριασμών. Θα πρέπει επίσης να καθορίζεται ο αριθμός των βασικών λογαριασμών πληρωμών που ανοίχτηκαν, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που ανοίχτηκαν από καταναλωτές οι οποίοι δεν χρησιμοποιούσαν τραπεζικές υπηρεσίες στο παρελθόν, η διάρκεια διατήρησης των βασικών λογαριασμών πληρωμών, ο αριθμός των απορριφθέντων αιτημάτων ανοίγματος τέτοιου είδους λογαριασμών, ο αριθμός των λογαριασμών που έκλεισαν και οι λόγοι απόρριψης και κλεισίματός τους, καθώς και τα σχετικά τέλη. Θα πρέπει επίσης να εκτιμηθεί κατά πόσον η παράταση της προθεσμίας για τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που προβαίνουν σε αλλαγές λογαριασμού σε διασυνοριακό επίπεδο πρέπει να διατηρείται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Επίσης, θα πρέπει να εκτιμηθεί κατά πόσον οι διατάξεις σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών όταν προσφέρουν πακέτα προϊόντων είναι επαρκείς ή αν απαιτούνται πρόσθετα μέτρα. Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο συνοδευόμενη, κατά περίπτωση, από νομοθετικές προτάσεις.

    (40)

    Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

    (41)

    Σύμφωνα με την Κοινή Πολιτική Δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία επεξηγείται η σχέση μεταξύ των συστατικών στοιχείων μιας οδηγίας και των αντίστοιχων μερών των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί τη διαβίβαση αυτών των εγγράφων δικαιολογημένη.

    (41α)

    Ένα κράτος μέλος θα πρέπει είναι σε θέση να αποφασίζει, με την επιφύλαξη της έγκρισης της Επιτροπής, να εξαιρεί παρόχους υπηρεσιών πληρωμών από την υποχρέωση να προσφέρουν λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά. Η Επιτροπή πρέπει να εγκρίνει τις εξαιρέσεις μόνο όταν οι ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ όλων των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών εξασφαλίζονται, το δικαίωμα πρόσβασης των καταναλωτών δεν υπονομεύεται και οι πελάτες με βασικούς λογαριασμούς δεν αντιμετωπίζουν κίνδυνο στιγματισμού. Η έγκριση δεν πρέπει να οδηγεί σε μια κατάσταση όπου μόνο ένας πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προσφέρει αυτό τον λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά σε ένα κράτος μέλος, [Τροπολογία 3]

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

    ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

    Άρθρο 1

    Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

    1.   Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες σχετικά με τη διαφάνεια και τη συγκρισιμότητα των τελών που χρεώνονται στους καταναλωτές για τους λογαριασμούς πληρωμών τους οι οποίοι τηρούνται στο εσωτερικό της Ένωσης και προσφέρονται από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που βρίσκονται στην Ένωση, καθώς και κανόνες αναφορικά με την αλλαγή λογαριασμών πληρωμών εντός της Ένωσης.

    2.   Η παρούσα οδηγία ορίζει επίσης ένα πλαίσιο για τους κανόνες και τους όρους σύμφωνα με τους οποίους τα κράτη μέλη διασφαλίζουν το δικαίωμα των καταναλωτών για το άνοιγμα και τη χρήση λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά στην Ένωση.

    3.   Το άνοιγμα και η χρήση λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, συνάδει με τις διατάξεις του κεφαλαίου II της οδηγίας 2005/60/ΕΚ.

    3α.     Με την επιφύλαξη των άρθρων 15 έως 19, λογαριασμός πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά θεωρείται λογαριασμός πληρωμών που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

    4.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται για παρόχους υπηρεσιών πληρωμών με έδρα στην Ένωση.

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

    α)

    «καταναλωτής»: κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο ενεργεί για σκοπούς οι οποίοι δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή ελεύθερη επαγγελματική του δραστηριότητα·

    αα)

    «νομίμως διαμένων»: κάθε πολίτης της Ένωσης ή υπήκοος τρίτης χώρας που διαμένει νόμιμα στην επικράτεια της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων ατόμων που ζητούν άσυλο βάσει της Σύμβασης της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων, με το σχετικό πρωτόκολλο της 31ης Ιανουαρίου 1967 και άλλες σχετικές διεθνείς συνθήκες·

    β)

    «λογαριασμός πληρωμών»: ο λογαριασμός που διατηρείται στο όνομα ενός ή περισσότερων χρηστών υπηρεσιών πληρωμών και χρησιμοποιείται για την εκτέλεση πράξεων πληρωμής·

    γ)

    «υπηρεσίες πληρωμών»: υπηρεσίες πληρωμών κατά την έννοια του άρθρου 4 σημείο 3 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ·

    γα)

    «υπηρεσίες που συνδέονται με τον λογαριασμό πληρωμών»: όλες οι υπηρεσίες οι οποίες συνδέονται με λογαριασμό πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών πληρωμών και των πράξεων πληρωμών εντός του πεδίου εφαρμογής του στοιχείου ζ) του άρθρου 3 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ·

    δ)

    «πράξη πληρωμής»: ενέργεια, στην οποία προβαίνει ο πληρωτής ή ο δικαιούχος, και συνίσταται στη διάθεση, μεταβίβαση ή ανάληψη χρηματικών ποσών, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε υποκείμενη υποχρέωση μεταξύ πληρωτή και δικαιούχου·

    ε)

    «πάροχος υπηρεσιών πληρωμών»: κάθε πάροχος υπηρεσιών πληρωμών όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 9 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ, με εξαίρεση τους σκοπούς του Κεφαλαίου IV, όπου σημαίνει όλους τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που εδρεύουν στην επικράτεια του κράτους μέλους και οι οποίοι δραστηριοποιούνται στον τομέα των γενικών υπηρεσιών λιανικής και οι οποίοι προσφέρουν λογαριασμούς πληρωμών ως αναπόσπαστο μέρος των τακτικών επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων·

    στ)

    «μέσο πληρωμών»: μέσο πληρωμών κατά την έννοια του άρθρου 4 σημείο 23 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ·

    ζ)

    «αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών»: ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ο οποίος αποστέλλει την πληροφόρηση σχετικά με το σύνολο ή μέρος των επαναλαμβανόμενων πληρωμών·

    η)

    «λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών»: ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προς τον οποίο αποστέλλεται η πληροφόρηση σχετικά με το σύνολο ή μέρος των επαναλαμβανόμενων πληρωμών·

    θ)

    «πληρωτής»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο διατηρεί λογαριασμό πληρωμών και επιτρέπει εντολή πληρωμής από αυτόν τον λογαριασμό ή, εάν δεν υπάρχει λογαριασμός πληρωμών του πληρωτή, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που δίνει εντολή πληρωμής σε λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου·

    ι)

    «δικαιούχος»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι ο τελικός αποδέκτης των χρηματικών ποσών που αποτελούν αντικείμενο της πράξης πληρωμής·

    ια)

    «τέλη»: όλες οι χρεώσεις και οι κυρώσεις , κατά περίπτωση, τις οποίες οφείλει ο καταναλωτής στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών για, ή σε σχέση με, την παροχή υπηρεσιών πληρωμών και άλλων υπηρεσιών που συνδέονται με λογαριασμό πληρωμών·

    ιαα)

    «πιστωτικό επιτόκιο»: οποιοδήποτε επιτόκιο πληρώνεται στον καταναλωτή σε σχέση με τη διατήρηση κεφαλαίων σε έναν λογαριασμό πληρωμών·

    ιβ)

    «σταθερό υπόθεμα»: κάθε μέσο που επιτρέπει στον καταναλωτή ή στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να αποθηκεύει τις πληροφορίες που απευθύνονται προσωπικά στον εν λόγω καταναλωτή, ώστε να μπορεί να ανατρέξει σε αυτές μελλοντικά, για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για τους σκοπούς των πληροφοριών, και που επιτρέπει την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών·

    ιγ)

    «αλλαγή λογαριασμού»: κατόπιν αιτήματος του καταναλωτή, μεταφορά από έναν πάροχο υπηρεσιών πληρωμών σε άλλον των πληροφοριών σχετικά με το σύνολο ή μέρος των πάγιων εντολών για μεταφορές πιστώσεων, επαναλαμβανόμενες άμεσες χρεώσεις και επαναλαμβανόμενες εισερχόμενες μεταφορές πιστώσεων που διενεργούνται σε λογαριασμό πληρωμών, με ή χωρίς τη μεταφορά του θετικού υπολοίπου του λογαριασμού από τον έναν λογαριασμό πληρωμών στον άλλον ή το κλείσιμο του προηγούμενου λογαριασμού· η αλλαγή δεν συνεπάγεται τη μεταβίβαση της σύμβασης από τον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών·

    ιδ)

    «άμεση χρέωση»: υπηρεσία πληρωμών για τη χρέωση λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή, όταν η πράξη πληρωμής εκκινείται από τον δικαιούχο με τη συγκατάθεση του πληρωτή·

    ιε)

    «μεταφορά πίστωσης»: η ▌υπηρεσία πληρωμών για την πίστωση λογαριασμού πληρωμών του δικαιούχου με πράξη πληρωμής ή μια σειρά πράξεων πληρωμής από λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή μέσω του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που τηρεί τον λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή, βάσει εντολής του πληρωτή·

    ιστ)

    «πάγια εντολή»: υπηρεσία για την πίστωση λογαριασμού πληρωμών του δικαιούχου, σε τακτά χρονικά διαστήματα, με μια σειρά πράξεων πληρωμής από λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή, που εκτελούνται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών που τηρεί τον λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή, βάσει εντολής του πληρωτή·

    ιζ)

    «χρηματικά ποσά»: χαρτονομίσματα, κέρματα, λογιστικό χρήμα, καθώς και ηλεκτρονικό χρήμα, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 της οδηγίας 2009/110/ΕΚ·

    ιη)

    «σύμβαση-πλαίσιο»: σύμβαση παροχής υπηρεσιών πληρωμών που διέπει τη μελλοντική εκτέλεση επιμέρους και διαδοχικών πράξεων πληρωμής και η οποία δύναται να περιλαμβάνει την υποχρέωση και τους όρους σύστασης λογαριασμού πληρωμών·

    ιηα)

    ως «εργάσιμη ημέρα» νοείται η εργάσιμη ημέρα όπως ορίζεται στο άρθρο 4 σημείο 27 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ.

    Άρθρο 3

    Τυποποιημένη ορολογία που συνδέεται με τους λογαριασμούς πληρωμών

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 20 καταρτίζουν προσωρινό κατάλογο ▌των πλέον αντιπροσωπευτικών υπηρεσιών που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών σε εθνικό επίπεδο. Ο κατάλογος καλύπτει τουλάχιστον τις 10 πιο αντιπροσωπευτικές υπηρεσίες πληρωμών που είναι διαθέσιμες σε εθνικό επίπεδο. Περιλαμβάνει όρους και ορισμούς για κάθε μία από τις προσδιοριζόμενες υπηρεσίες , νοουμένου ότι σε οποιαδήποτε επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους θα χρησιμοποιείται ένας μόνο όρος για κάθε υπηρεσία.

    2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη τις υπηρεσίες:

    α)

    που χρησιμοποιούνται συχνότερα από τους καταναλωτές σε σχέση με τους λογαριασμούς πληρωμών τους·

    β)

    που συνεπάγονται το υψηλότερο συνολικό κόστος για τους καταναλωτές , τόσο συνολικά όσο και σε μοναδιαία βάση·

    Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή των αρχών αυτών για τους σκοπούς της παραγράφου 1, η ΕΑΤ καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 για την παροχή συνδρομής στις αρμόδιες αρχές

    3.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους προσωρινούς καταλόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εντός … [ 12 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας]. Κατόπιν αιτήματος, τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία βάσει των οποίων κατάρτισαν αυτούς τους καταλόγους σε σχέση με τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

    4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 24, με τις οποίες προσδιορίζεται , βάσει των προσωρινών καταλόγων που υποβάλλονται δυνάμει της παραγράφου 3, τυποποιημένη ορολογία σε επίπεδο Ένωσης για τις υπηρεσίες πληρωμών που είναι κοινές τουλάχιστον στην πλειονότητα των κρατών μελών. Η τυποποιημένη ορολογία σε επίπεδο Ένωσης, πρέπει να είναι σαφής και συνοπτική και περιλαμβάνει κοινούς όρους και ορισμούς για τις κοινές υπηρεσίες. Σε οποιαδήποτε επίσημη γλώσσα κάθε κράτους μέλους θα χρησιμοποιείται ένας μόνο όρος για κάθε υπηρεσία.

    5.   Μετά τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 4, κάθε κράτος μέλος ενσωματώνει αμελλητί και οπωσδήποτε εντός μηνός την τυποποιημένη ορολογία, που εγκρίνεται σε επίπεδο Ένωσης δυνάμει της παραγράφου 4, στον προσωρινό κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και δημοσιεύει τον κατάλογο αυτόν.

    Άρθρο 4

    Δελτίο πληροφόρησης περί τελών και γλωσσάριο

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι εγκαίρως πριν από την υπογραφή σύμβασης για λογαριασμό πληρωμών με τον καταναλωτή, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παρέχει στον καταναλωτή with a εκτενές δελτίο πληροφόρησης περί τελών. Το δελτίο πληροφόρησης περί τελών αναφέρει όλες τις διαθέσιμες υπηρεσίες που συνδέονται με τον λογαριασμό πληρωμών, οι οποίες περιλαμβάνονται στον κατάλογο των πλέον αντιπροσωπευτικών υπηρεσιών, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 5, καθώς και τα αντίστοιχα τέλη για κάθε υπηρεσία . Περιλαμβάνει επίσης οποιαδήποτε περαιτέρω τέλη και επιτόκια μπορεί να εφαρμοστούν στον λογαριασμό. Προκειμένου να διακρίνεται το δελτίο πληροφόρησης περί τελών από εμπορικά ή συμβατικά έγγραφα, φέρει ένα κοινό σύμβολο στην κορυφή της πρώτης σελίδας. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνουν τους καταναλωτές για οποιεσδήποτε τροποποιήσεις των τελών και διαθέτουν στον καταναλωτή επικαιροποιημένο δελτίο πληροφόρησης περί τελών, όπου αρμόζει.

    Όταν το τέλος για μια υπηρεσία ισχύει μόνο για ορισμένους διαύλους επικοινωνίας, όπως επιγραμμικά ή μέσω υποκαταστήματος, ή όταν το τέλος ποικίλλει ανάλογα με τον δίαυλο που χρησιμοποιείται, αυτό αναγράφεται καθαρά στο δελτίο πληροφόρησης περί τελών.

    1α.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν επιβάλλουν τέλη ή χρεώσεις που δεν περιλαμβάνονται στο δελτίο πληροφόρησης περί τελών.

    2.   Όταν μία ή περισσότερες υπηρεσίες πληρωμών ▌προσφέρονται ως μέρος πακέτου υπηρεσιών πληρωμών , το δελτίο πληροφόρησης περί τελών δηλώνει το τέλος για το σύνολο του πακέτου , τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο πακέτο και τον αριθμό τους , καθώς και το τέλος για κάθε υπηρεσία που δεν περιλαμβάνεται στο πακέτο .

    5.   Τα κράτη μέλη καθιερώνουν υποχρέωση των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών να διασφαλίζουν ότι παρέχουν στους καταναλωτές γλωσσάριο όλων των υπηρεσιών, που αναφέρεται στην παράγραφο 1, και τους σχετικούς ορισμούς.

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το γλωσσάριο που παρέχουν δυνάμει του πρώτου εδαφίου έχει συνταχθεί σε σαφή, και μη τεχνική γλώσσα, χωρίς αμφισημίες, και ότι δεν είναι παραπλανητικό.

    6.   Το δελτίο πληροφόρησης περί τελών και το γλωσσάριο καθίστανται μόνιμα διαθέσιμα στους καταναλωτές και τους επίδοξους καταναλωτές από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών σε ηλεκτρονική μορφή στους δικτυακούς τόπους των παρόχων , όπου είναι εύκολα προσπελάσιμο, μεταξύ άλλων και από μη πελάτες. Το δελτίο πληροφόρησης περί τελών και το γλωσσάριο καθίστανται διαθέσιμα δωρεάν από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών σε σταθερό υπόθεμα, σε χώρους προσβάσιμους από τους καταναλωτές, ενώ το γλωσσάριο διατίθεται σε σταθερό υπόθεμα κατόπιν αιτήσεως.

    7.    Η ΕΑΤ, μετά από διαβούλευση με τις εθνικές αρχές και κατόπιν διενέργειας δοκιμών από τους καταναλωτές, αναπτύσσει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων σχετικά με την τυποποιημένη μορφή παρουσίασης του δελτίου πληροφοριών περί τελών και της δήλωσης τελών και το κοινό σύμβολο.

    Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως … [12 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας].

    Εκχωρείται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

    Άρθρο 5

    Δήλωση τελών

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν στους καταναλωτές δωρεάν δήλωση όλων των τελών και των επιτοκίων που εφαρμόζουν στους λογαριασμούς πληρωμών τους τουλάχιστον ετησίως .

    The communication channel to be used to provide the consumer with the statement of fees shall be agreed among the contracting parties. Η δήλωση θα είναι διαθέσιμη σε έντυπη μορφή κατόπιν αιτήσεως του καταναλωτή.

    2.   Η δήλωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αναφέρει λεπτομερώς τα εξής στοιχεία:

    α)

    το τέλος μονάδας που χρεώνεται για κάθε υπηρεσία και τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες χρησιμοποιήθηκε η υπηρεσία κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου ή, όταν οι υπηρεσίες συνδυάζονται σε πακέτο, το τέλος που χρεώνεται για το πακέτο συνολικά·

    β)

    το συνολικό ποσό των τελών που καταβλήθηκαν για κάθε υπηρεσία η οποία παρασχέθηκε κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου, λαμβάνοντας υπόψη όπου αρμόζει τις συγκεκριμένες δομές τελών που συνδέονται με τα πακέτα υπηρεσιών·

    βα)

    το ύψος του επιτοκίου υπερανάληψης που ισχύει για τον λογαριασμό, τον αριθμό των ημερών κατά τη διάρκεια των οποίων έγινε χρήση του δικαιώματος υπερανάληψης από τον λογαριασμό και το συνολικό ποσό των καταβληθέντων τόκων ή των χρεώσεων που συνδέονται με την υπερανάληψη κατά τη διάρκεια της αντίστοιχης περιόδου·

    ββ)

    το πιστωτικό επιτόκιο που εφαρμόζεται στον λογαριασμό, το μέσο υπόλοιπο και το συνολικό ποσό των τόκων που εισπράχθηκε κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου·

    γ)

    το συνολικό υπόλοιπο (θετικό ή αρνητικό) ύστερα από αφαίρεση όλων των τελών και εφαρμογή του τόκου που συσσωρεύτηκε σε σύνδεση με τη χρήση του εν λόγω λογαριασμού κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου·

    γα)

    των εκ των προτέρων κοινοποιήσεων όσον αφορά τις τροποποιήσεις των τελών και των επιτοκίων κατά την προσεχή περίοδο.

    4.    Η ΕΑΤ, ύστερα από διαβούλευση με τις εθνικές αρχές και ύστερα από έρευνα καταναλωτών, αναπτύσσει εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με τυποποιημένη μορφή παρουσίασης της δήλωσης τελών και του κοινού συμβόλου της.

    Η ΕΑΤ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις … [12 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας].

    Εκχωρείται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

    Άρθρο 6

    Ανακοινώσεις με χρήση της τυποποιημένης ορολογίας

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι σε όλες τις ανακοινώσεις προς τους καταναλωτές, όπως μεταξύ άλλων στις συμβατικές και εμπορικές ανακοινώσεις, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών χρησιμοποιούν, όπου αρμόζει, την τυποποιημένη ορολογία που περιλαμβάνεται στον κατάλογο των πλέον αντιπροσωπευτικών υπηρεσιών που συνδέονται με τον λογαριασμό πληρωμών, που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 5.

    2.   Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δύνανται να χρησιμοποιούν εμπορικές ονομασίες για τον χαρακτηρισμό των υπηρεσιών τους ή λογαριασμών πληρωμών στις εμπορικές ανακοινώσεις τους προς τους πελάτες, υπό την προϋπόθεση ότι προσδιορίζουν σαφώς, κατά περίπτωση, τον αντίστοιχο όρο με χρήση της τυποποιημένης ορολογίας όπως περιλαμβάνεται στον πλήρη κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 5. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μπορούν να χρησιμοποιούν τέτοιες εμπορικές ονομασίες στο δελτίο πληροφόρησης περί τελών ή στη δήλωση τελών υπό την προϋπόθεση ότι οι ονομασίες αυτές χρησιμοποιούνται συμπληρωματικά της τυποποιημένης ορολογίας και ως δευτερεύων χαρακτηρισμός των παρεχόμενων υπηρεσιών ή λογαριασμών.

    Άρθρο 7

    Δικτυακοί τόποι σύγκρισης σε εθνικό επίπεδο

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές έχουν πρόσβαση , δωρεάν, σε τουλάχιστον έναν δικτυακό τόπο, που έχει ιδρυθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή 3, ο οποίος περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

    α)

    σύγκριση των τόκων που καταβάλλονται ή χρεώνονται στον λογαριασμό πληρωμών, των τελών που χρεώνονται από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών για τις υπηρεσίες τις οποίες προσφέρουν σε σχέση με λογαριασμούς πληρωμών σε εθνικό επίπεδο ▌·

    β)

    σύγκριση καθοριστικών παραγόντων για το επίπεδο των υπηρεσιών που παρέχονται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων παραγόντων όπως ο αριθμός και ο τόπος των υποκαταστημάτων και των μηχανημάτων αυτόματης συναλλαγής μέσω των οποίων μπορεί να γίνει πρόσβαση στις υπηρεσίες·

    γ)

    παροχή συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με την τυποποιημένη ορολογία της Ένωσης, την πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών, μεταξύ άλλων για τους λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, καθώς επίσης και για τις διαδικασίες αλλαγής που προσφέρονται σε επίπεδο Ένωσης και σε εθνικό επίπεδο. Οι εν λόγω πληροφορίες μπορεί να προσφέρονται μέσω συνδέσμων προς εξωτερικούς δικτυακούς τόποτς.

    2.   Τα κράτη μέλη καθιερώνουν εθελοντικό σύστημα διαπίστευσης για τους δικτυακούς τόπους σύγκρισης των στοιχείων προς σύγκριση, όπως περιγράφονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), που προσφέρονται σε σχέση με λογαριασμούς πληρωμών, όταν η εκμετάλλευσή τους γίνεται από ιδιωτικούς φορείς. Προκειμένου να εξασφαλίσουν διαπίστευση, οι δικτυακοί τόποι σύγκρισης τους οποίους εκμεταλλεύονται ιδιωτικοί φορείς πρέπει:

    α)

    να είναι νομικά, οικονομικά και λειτουργικά ανεξάρτητοι από οποιονδήποτε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών·

    αα)

    να αναφέρουν με σαφήνεια τους ιδιοκτήτες τους και τη χρηματοδότησή τους·

    αβ)

    να ορίζουν σαφή, αντικειμενικά κριτήρια επί των οποίων θα βασίζεται η σύγκριση·

    αγ)

    να είναι αμερόληπτοι στον βαθμό που, στην αρχική σελίδα ή στη σελίδα σύγκρισης των τιμών, δεν εμφανίζονται διαφημίσεις από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, αντιπροσώπους τους, συνδεδεμένες επιχειρήσεις ή εμπορικές ονομασίες·

    β)

    να χρησιμοποιούν απλή και σαφή γλώσσα και, όπου απαιτείται, την τυποποιημένη ορολογία της Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 5·

    γ)

    να παρέχουν ακριβή και ενημερωμένη πληροφόρηση και να αναφέρουν την ώρα της τελευταίας ενημέρωσης·

    δ)

    να παρέχουν στους χρήστες αντικειμενικά και πλήρη αποτελέσματα λαμβάνοντας πλήρως υπόψη όποια κριτήρια αναζήτησης επιλέγονται από τους χρήστες και, εάν οι προβαλλόμενες πληροφορίες δεν συνιστούν ολοκληρωμένη επισκόπηση της αγοράς, μια σαφή δήλωση για το ζήτημα αυτό πριν την εμφάνιση των αποτελεσμάτων·

    δα)

    να δέχονται αιτήσεις καταχώρισης στον δικτυακό τόπο από οποιονδήποτε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών στο οικείο κράτος μέλος·

    ε)

    να εφαρμόζουν αποτελεσματική διαδικασία έρευνας και διαχείρισης καταγγελιών.

    Σε περίπτωση που πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών χρεώνονται για την καταχώριση σε αυτούς τους δικτυακούς τόπους, οι χρεώσεις δεν εισάγουν διακρίσεις και δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο.

    3.   Σε περίπτωση που δεν έχει διαπιστευθεί κανένας δικτυακός τόπος σύμφωνα με την παράγραφο 2, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη δημιουργία δικτυακού τόπου τον οποίο θα διαχειρίζεται η ίδια η αρμόδια αρχή του άρθρου 20 ή άλλος φορέας για λογαριασμό της, ή οποιαδήποτε άλλη αρμόδια δημόσια αρχή. Σε περίπτωση που έχει διαπιστευθεί κάποιος δικτυακός τόπος σύμφωνα με την παράγραφο 2, τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν τη δημιουργία επιπρόσθετου δικτυακού τόπου, τον οποίο θα διαχειρίζεται η αρμόδια αρχή του άρθρου 20 ή οποιαδήποτε άλλη αρμόδια δημόσια αρχή. Οι δικτυακοί τόποι τους οποίους διαχειρίζεται αρμόδια αρχή, δυνάμει της παραγράφου 1 συμμορφώνονται με την παράγραφο 2 στοιχεία α) έως ε).

    4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αρνηθούν ή να ανακαλέσουν τη διαπίστευση των ιδιωτικών φορέων, σε περίπτωση επανεμφανιζόμενης ή επαναλαμβανόμενης μη συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις της παραγράφου 2.

    4α.     Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν ευθύνονται για εσφαλμένες ή παρωχημένες πληροφορίες σχετικά με τους ίδιους ή τις υπηρεσίες τους, που περιέχονται σε διαπιστευμένους ή μη διαπιστευμένους δικτυακούς τόπους σύγκρισης, όταν ο πάροχος του δικτυακού τόπου σύγκρισης δεν έχει διορθώσει παρόμοιες πληροφορίες παρά το σχετικό αίτημα του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.

    4β.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές ενημερώνονται για τη διαθεσιμότητα των δικτυακών τόπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και για τους διαπιστευμένους δικτυακούς τόπους σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή 3.

    Άρθρο 7α

    Ενωσιακός δικτυακός τόπος σύγκρισης

    1.     Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την ΕΑΤ για τους δικτυακούς τόπους σύγκρισης που λειτουργούν σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφοι 1, 2 και 3.

    2.    Έως τις … [τρία έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], η ΕΑΤ δημιουργεί προσβάσιμο για το κοινό ενωσιακό δικτυακό τόπο σύγκρισης, ο οποίος επιτρέπει στους καταναλωτές να συγκρίνουν λογαριασμούς πληρωμών που προσφέρονται εντός της εσωτερικής αγοράς. Ως συμπληρωματική ενημέρωση, ο ενωσιακός δικτυακός τόπος σύγκρισης παρέχει επίσης στους καταναλωτές ένα γλωσσάριο που περιλαμβάνει την τυποποιημένη ορολογία ης Ένωσης, που έχει εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5, καθώς επίσης και πρακτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη διασυνοριακή αλλαγή λογαριασμών πληρωμών.

    Άρθρο 8

    Πακέτα τραπεζικών λογαριασμών

    Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 παράγραφος 2 τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν ένας λογαριασμός πληρωμών προσφέρεται μαζί με άλλη χρηματοοικονομική υπηρεσία ή προϊόν στο πλαίσιο ενός πακέτου, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνει τον πελάτη αν υπάρχει η δυνατότητα να αγοράσει τον λογαριασμό πληρωμών χωριστά και, στην περίπτωση αυτή , παρέχει χωριστή πληροφόρηση σχετικά με τις δαπάνες και τα τέλη που συνδέονται με κάθε άλλο χρηματοοικονομικό προϊόν και υπηρεσία που προσφέρεται στο πακέτο.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

    ΑΛΛΑΓΗ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ

    Άρθρο 9

    Παροχή της υπηρεσίας αλλαγής λογαριασμού

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού, όπως αυτή περιγράφεται στο άρθρο 10, σε κάθε καταναλωτή που διατηρεί λογαριασμό σε άλλον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εγκατεστημένο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει συμφωνήσει το άνοιγμα νέου λογαριασμού πληρωμών με τον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.

    Τα κράτη μέλη μπορούν, σε σχέση με αλλαγή λογαριασμού όταν και οι δύο πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών εδρεύουν στην επικράτειά τους, να θεσπίζουν ή να διατηρούν ρυθμίσεις διαφορετικές από αυτές που εκτίθενται στο άρθρο 10, εάν τούτο αποβαίνει σαφώς προς το συμφέρον του καταναλωτή και εάν η αλλαγή ολοκληρώνεται εντός το πολύ των ίδιων χρονικών περιθωρίων όπως αυτά που περιγράφονται στο άρθρο 10.

    Άρθρο 10

    Η υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού εκκινείται από τον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και παρέχεται σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στις παραγράφους 2 έως 7.

    2.   Η υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού εκκινείται από τον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. Προς τούτο, ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνει γραπτή άδεια από τον καταναλωτή για την εκτέλεση της υπηρεσίας αλλαγής λογαριασμού. Σε περίπτωση κοινών λογαριασμών, η γραπτή άδεια πρέπει να ληφθεί από όλους τους κατόχους του λογαριασμού.

    Η άδεια συντάσσεται σε μια επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στο οποίο εκκινείται η υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού ή σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα συμφωνηθεί μεταξύ των μερών.

    Η άδεια επιτρέπει στον καταναλωτή να παρέχει ή να αρνείται ρητή συγκατάθεση στον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών για την εκτέλεση όλων των ενεργειών που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία ε) και στ) και να παρέχει ή να αρνείται ρητή συγκατάθεση στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών για την εκτέλεση όλων των ενεργειών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχεία γ) και δ) και στην παράγραφο 5. Η εξουσιοδότηση επιτρέπει επίσης στον καταναλωτή να ζητήσει ρητώς τη μεταφορά από τον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α) και β).

    Η εξουσιοδότηση ορίζει επίσης την ημερομηνία από την οποία θα λειτουργούν οι επαναλαμβανόμενες πληρωμές από τον λογαριασμό που έχει ανοιχτεί στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. Η ημερομηνία αυτή τοποθετείται τουλάχιστον επτά εργάσιμες ημέρες μετά την ημερομηνία κατά την οποία ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνει την αίτηση εκτέλεσης της αλλαγής λογαριασμού από τον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 6.

    3.   Εντός δύο εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της εξουσιοδότησης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ζητά από τον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να προβεί στις εξής ενέργειες:

    α)

    να διαβιβάσει στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και, κατόπιν ρητής αιτήσεως του καταναλωτή δυνάμει της παραγράφου 2, στον καταναλωτή κατάλογο με όλες τις υφιστάμενες πάγιες εντολές για μεταφορές πιστώσεων και τις εντολές άμεσης χρέωσης τις οποίες έχει δώσει ο οφειλέτης , όταν υπάρχουν·

    β)

    να διαβιβάσει στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και, κατόπιν ρητής αιτήσεως του καταναλωτή δυνάμει της παραγράφου 2, στον καταναλωτή τις διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τις εισερχόμενες μεταφορές πιστώσεων και τις άμεσες χρεώσεις που έχει εξουσιοδοτήσει ο πιστωτής και οι οποίες εκτελέστηκαν στον λογαριασμό του καταναλωτή κατά τους προηγούμενους 13 μήνες·

    γ)

    να διαβιβάσει στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών τις πρόσθετες πληροφορίες είναι αναγκαίες προκειμένου ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών να εκτελέσει την αλλαγή λογαριασμού·

    δ)

    σε περίπτωση που ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν παρέχει σύστημα αυτόματου αναπροσανατολισμού των εισερχόμενων μεταφορών πιστώσεων και των άμεσων χρεώσεων προς τον λογαριασμό που διατηρεί ο καταναλωτής στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών, ▌να διακόψει την αποδοχή άμεσων χρεώσεων και εισερχόμενων μεταφορών πιστώσεων κατά την ημερομηνία που ορίζεται στην εξουσιοδότηση·

    ε)

    εάν ο καταναλωτής παρείχε ρητή συγκατάθεση δυνάμει της παραγράφου 2, να μεταφέρει οποιοδήποτε θετικό υπόλοιπο στον λογαριασμό που ανοίχτηκε ή τηρείται στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών κατά την ημερομηνία που ορίζεται από τον καταναλωτή· ▌

    στ)

    εάν ο καταναλωτής παρείχε ρητή συγκατάθεση δυνάμει της παραγράφου 2, να κλείσει τον λογαριασμό που τηρείται στον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών κατά την ημερομηνία που ορίζεται από τον καταναλωτή·

    στα)

    να ακυρώσει τις πάγιες εντολές και τις μεταφορές πιστώσεων με ημερομηνία εκτέλεσης από την ημερομηνία που ορίζεται στην εξουσιοδότηση.

    4.   Αφού λάβει από τον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών τις ζητούμενες πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3, ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προβαίνει στις εξής ενέργειες:

    α)

    προσδιορίζει εντός επτά εργάσιμων ημερών τις πάγιες εντολές για τις μεταφορές πιστώσεων που ζητά ο καταναλωτής και τις εκτελεί, αρχής γενομένης από την ημερομηνία που ορίζεται στη σχετική εξουσιοδότηση·

    β)

    δέχεται άμεσες χρεώσεις, αρχής γενομένης από την ημερομηνία που ορίζεται στη σχετική εξουσιοδότηση·

    βα)

    εφόσον χρειάζεται, ενημερώνει τους καταναλωτές για τα δικαιώματά τους σε σχέση με τις άμεσες χρεώσεις του Ενιαίου Χώρου Πληρωμών σε Ευρώ (ΕΧΠΕ) δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 3 στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012·

    γ)

    εάν ο καταναλωτής παρείχε ρητή συγκατάθεση δυνάμει της παραγράφου 2, ενημερώνει τους πληρωτές που διενεργούν επαναλαμβανόμενες μεταφορές πιστώσεων σε λογαριασμό πληρωμών του καταναλωτή σχετικά με τα στοιχεία του λογαριασμού που τηρεί ο καταναλωτής στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. Εάν ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν έχει όλες τις πληροφορίες που χρειάζεται για να ενημερώσει τον πληρωτή, ζητά εντός δύο ημερών από τον καταναλωτή ή, εάν είναι αναγκαίο και αφού ζητήσει την άδεια του καταναλωτή, από τον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να παράσχει τις πληροφορίες που λείπουν·

    δ)

    εάν ο καταναλωτής παρείχε ρητή συγκατάθεση δυνάμει της παραγράφου 2, ενημερώνει τους δικαιούχους που διενεργούν άμεσες χρεώσεις για την είσπραξη χρηματικών ποσών από τον λογαριασμό του καταναλωτή σχετικά με τα στοιχεία του λογαριασμού που τηρεί ο καταναλωτής στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και την ημερομηνία από την οποία αρχίζουν να γίνονται εισπράξεις μέσω άμεσων χρεώσεων στον εν λόγω λογαριασμό. Εάν ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν έχει όλες τις πληροφορίες που χρειάζεται για να ενημερώσει τον δικαιούχο, ζητά εντός δύο ημερών από τον καταναλωτή ή, εάν είναι αναγκαίο και αφού ζητήσει την άδεια του καταναλωτή, από τον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να παράσχει τις πληροφορίες που λείπουν·

    ε)

    εάν ζητηθεί από τον καταναλωτή να παράσχει τις ελλείπουσες πληροφορίες για τους σκοπούς των στοιχείων γ) και δ), παρέχει στον καταναλωτή τυποποιημένες επιστολές, σε επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στο οποίο εκκινείται η υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού ή σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα συμφωνηθεί μεταξύ των μερών, με τα στοιχεία του νέου λογαριασμού και την ημερομηνία έναρξης που αναφέρεται στην εξουσιοδότηση.

    4α.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ορίζονται προθεσμίες σε εθνικό επίπεδο προκειμένου τόσο οι πληρωτές όσο και οι δικαιούχοι να λάβουν υπόψη τα στοιχεία του νέου λογαριασμού του καταναλωτή που αποστέλλονται από τον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι οι καταναλωτές αποκτούν επίγνωση παρόμοιων προθεσμιών και των ευθυνών που αυτές συνεπάγονται.

    5.   Εάν ο καταναλωτής παρείχε ρητή συγκατάθεση δυνάμει της παραγράφου 2, ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμής δύνανται να προβεί σε οποιαδήποτε επιπρόσθετη ενέργεια απαιτείται για την εκτέλεση της αλλαγής λογαριασμού.

    6.   Αφού παραλάβει σχετικό αίτημα από τον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προβαίνει στις εξής ενέργειες:

    α)

    αποστέλλει στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α), β) και γ) εντός επτά εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του αιτήματος·

    β)

    σε περίπτωση που ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν παρέχει σύστημα αυτόματου αναπροσανατολισμού των εισερχόμενων μεταφορών πιστώσεων και των άμεσων χρεώσεων προς τον λογαριασμό που διατηρεί ο καταναλωτής στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών, ακυρώνει τις εισερχόμενες μεταφορές πιστώσεων και διακόπτει την αποδοχή άμεσων χρεώσεων στον λογαριασμό πληρωμών από την ημερομηνία που ζητείται από τον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών·

    γ)

    μεταφέρει οποιοδήποτε θετικό υπόλοιπο από τον λογαριασμό πληρωμών στον λογαριασμό που τηρείται στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών·

    δ)

    αμέσως μόλις ολοκληρωθούν τα βήματα που εκτίθενται στα στοιχεία α), β) και γ), κλείνει τον λογαριασμό πληρωμών·

    ε)

    προβαίνει σε οποιαδήποτε επιπρόσθετη ενέργεια απαιτείται για την εκτέλεση της αλλαγής λογαριασμού, δυνάμει της παραγράφου 5.

    6a.     Ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν είναι υποχρεωμένος να κλείσει τον λογαριασμό πληρωμών σύμφωνα με το στοιχείο δ) της παραγράφου 6 εφόσον εκκρεμούν υποχρεώσεις του καταναλωτή έναντι του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνει αμέσως τον καταναλωτή σε περίπτωση που οι εν λόγω εκκρεμείς υποχρεώσεις δεν επιτρέπουν το κλείσιμο του λογαριασμού πληρωμών του.

    7.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 55 παράγραφος 2 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ, ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν αναστέλλει τα μέσα πληρωμών πριν από την ημερομηνία που έχει συμφωνηθεί με τον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών έτσι ώστε η παροχή υπηρεσιών πληρωμών προς τον καταναλωτή να μη διακοπεί κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αλλαγής λογαριασμού.

    8.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλες οι διατάξεις που περιλαμβάνονται στις παραγράφους 1 έως 7 εκτός από εκείνες που περιλαμβάνονται στην παράγραφο 4 στοιχεία γ) και δ) εφαρμόζονται και όταν η υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού εκκινείται από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος.

    9.   Στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 8, οι προθεσμίες των παραγράφων 3, 4 και 6 διπλασιάζονται εκτός εάν συνδέονται με συναλλαγές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1 του κανονισμού (EΕ) αριθ. 260/2012 όταν τόσο ο αποστέλλων όσο και ο λαμβάνων λογαριασμός πληρωμών είναι εκφρασμένοι σε ευρώ. Η παρούσα διάταξη υπόκειται σε αναθεώρηση δυνάμει του άρθρου 27.

    Άρθρο 11

    Τέλη που συνδέονται με την υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές έχουν δωρεάν πρόσβαση στις προσωπικές τους πληροφορίες όσον αφορά υφιστάμενες πάγιες εντολές και άμεσες χρεώσεις που τηρούνται είτε στον αποστέλλοντα είτε στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.

    2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παρέχει τις πληροφορίες που έχει ζητήσει ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δυνάμει του άρθρου 10 παράγραφος 6 στοιχείο α) χωρίς να χρεώνει τον καταναλωτή ή τον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.

    3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα τέλη, εάν ισχύουν, που χρεώνει ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών στον καταναλωτή για το κλείσιμο του λογαριασμού πληρωμών που τηρείται σε αυτόν καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 2 της οδηγίας 2007/64/ΕΚ.

    4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα τέλη, εάν ισχύουν, που χρεώνει ο αποστέλλων ή ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών στον καταναλωτή για οποιαδήποτε υπηρεσία που παρέχεται δυνάμει του άρθρου 10, εκτός εκείνων που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3, είναι εύλογα .

    Άρθρο 11a

    Αυτόματη ανακατεύθυνση

    Εκτός εάν η Επιτροπή αποφασίσει διαφορετικά ύστερα από την εκπόνηση μελέτης ρυθμιστικού αντικτύπου, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν έως τις … [6 έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], την καθιέρωση ενός μηχανισμού που παρέχει αυτόματη ανακατεύθυνση των πληρωμών από έναν λογαριασμό πληρωμών σε άλλον λογαριασμό πληρωμών σε συνδυασμό με αυτόματες ενημερώσεις των δικαιούχων ή πληρωτών σε περίπτωση ανακατεύθυνσης των μεταφορών τους.

    Άρθρο 12

    Οικονομική ζημία για τους καταναλωτές

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε τέλη ή άλλη οικονομική ζημία που υφίσταται ο καταναλωτής εξαιτίας μη συμμόρφωσης του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που εμπλέκεται στη διαδικασία αλλαγής λογαριασμού προς τις υποχρεώσεις οι οποίες ισχύουν δυνάμει του άρθρου 10 επιστρέφεται από τον εν λόγω πάροχο υπηρεσιών πληρωμών μέσα σε τρεις εργάσιμες ημέρες από τη διαπίστωση της μη συμμόρφωσης. Το βάρος της αποδείξεως το φέρει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ο οποίος πρέπει να καταδείξει ότι υπάρχει συμμόρφωση με τους όρους που εκτίθενται στο άρθρο 10.

    2.   Οι καταναλωτές δεν υφίστανται καμία οικονομική ζημία εξαιτίας λαθών ή καθυστερήσεων στην επικαιροποίηση των στοιχείων του λογαριασμού πληρωμής τους από πληρωτή ή δικαιούχο. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι πληρωτές και δικαιούχοι θεωρούνται υπεύθυνοι όταν δεν τηρούν τις προθεσμίες που θεσπίζονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4α.

    Άρθρο 13

    Πληροφόρηση σχετικά με την υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν στους καταναλωτές τις εξής πληροφορίες σχετικά με την υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού:

    α)

    τον ρόλο του αποστέλλοντος και του λαμβάνοντος παρόχου υπηρεσιών πληρωμών σε κάθε βήμα της διαδικασίας αλλαγής λογαριασμού, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10·

    β)

    το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης των σχετικών βημάτων·

    γ)

    τα τέλη, εάν ισχύουν, που χρεώνονται για τη διαδικασία αλλαγής λογαριασμού·

    δ)

    κάθε πληροφορία που θα κληθεί να παράσχει ο καταναλωτής·

    ε)

    το σύστημα εναλλακτικών διαδικασιών επίλυσης διαφορών που αναφέρεται στο άρθρο 21.

    2.   Η πληροφόρηση είναι διαθέσιμη δωρεάν σε σταθερό υπόθεμα σε όλα τα υποκαταστήματα των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών στα οποία έχουν πρόσβαση οι καταναλωτές, καθώς και σε ηλεκτρονική μορφή στους δικτυακούς τόπους τους ανά πάσα στιγμή.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

    ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

    Άρθρο 14

    Απαγόρευση των διακρίσεων

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την απαγόρευση των διακρίσεων σε βάρος των καταναλωτών που διαμένουν νόμιμα στην Ένωση, με βάση την υπηκοότητα ή τον τόπο διαμονής τους , ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο που αναφέρεται στο άρθρο 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την υποβολή αίτησης για λογαριασμό πληρωμών ή την πρόσβαση σε αυτόν εντός της Ένωσης. Η κατοχή βασικού λογαριασμού πληρωμών δεν επιδέχεται κανενός είδους διακρίσεις. Απαγορεύεται η οιαδήποτε εισαγωγή διακρίσεων, για παράδειγμα μέσω διαφορετικής όψης της κάρτας ή μέσω διαφορετικού αριθμού λογαριασμού ή κάρτας.

    Άρθρο 15

    Δικαίωμα πρόσβασης σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ένας λογαριασμός πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά προσφέρεται στους καταναλωτές από όλους τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των γενικών υπηρεσιών πληρωμών λιανικής και προσφέρουν λογαριασμούς πληρωμών ως αναπόσπαστο μέρος της τακτικής επιχειρηματικής δραστηριότητάς τους. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι λογαριασμοί πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά δεν προσφέρονται μόνον από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών που παρέχουν τον λογαριασμό αποκλειστικά μέσω διαδικτυακών υπηρεσιών.

    Ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίζει να εξαιρεί παρόχους υπηρεσιών πληρωμών από την υποχρέωση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, με την επιφύλαξη της έγκρισης της Επιτροπής. Οποιαδήποτε τυχόν εξαίρεση θα πρέπει να βασίζεται σε αντικειμενικά και περιοριστικά κριτήρια. Η Επιτροπή εγκρίνει τις εξαιρέσεις μόνο όταν οι ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ όλων των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών εξασφαλίζονται, το δικαίωμα πρόσβασης των καταναλωτών δεν υπονομεύεται και οι πελάτες με βασικούς λογαριασμούς δεν αντιμετωπίζουν κίνδυνο στιγματισμού. [Τροπολογίες 4/αναθ. και 5/αναθ.]

    1α.     Τα κράτη μέλη μπορούν να άρουν την υποχρέωση της παραγράφου 1 όταν οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών:

    α)

    απαριθμούνται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου  (8) ·

    β)

    λειτουργούν σε μη κερδοσκοπική βάση·

    γ)

    θεσπίζουν καθορισμένα κριτήρια για την ιδιότητα του μέλους, όπως το επάγγελμα.

    Οποιαδήποτε τέτοια άρση δεν θίγει το δικαίωμα πρόσβασης των καταναλωτών σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά.

    2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι υφίσταται στην επικράτειά τους ένα σύστημα που να εξασφαλίζει το δικαίωμα των καταναλωτών να ανοίγουν και να χρησιμοποιούν λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά όπως προβλέπεται στο άρθρο 14, υπό τους ακόλουθους όρους:

    α)

    το δικαίωμα αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής του καταναλωτή , με την επιφύλαξη της παραγράφου 2α·

    αα)

    θεσπίζεται μηχανισμός για την παροχή βοήθειας στους καταναλωτές που δεν έχουν σταθερή διεύθυνση, των αιτούντων άσυλο και των καταναλωτών που δεν διαθέτουν άδεια παραμονής αλλά των οποίων δεν είναι δυνατή η απέλαση για νομικούς λόγους, να ικανοποιούν τις προϋποθέσεις του κεφαλαίου ΙΙ της οδηγίας 2005/60/ΕΚ·

    β)

    η άσκηση του δικαιώματος δεν γίνεται εξαιρετικά δύσκολη ή επαχθής για τον καταναλωτή·

    βα)

    διατίθεται μηχανισμός που διασφαλίζει ότι, τόσο οι καταναλωτές που δεν χρησιμοποιούν τραπεζικές υπηρεσίες, όσο και οι ευπαθείς και οι μετακινούμενοι καταναλωτές, ενημερώνονται για τη διαθεσιμότητα των λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά·

    ββ)

    η υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού που προβλέπεται στα άρθρα 10 και 11 ισχύει και για τις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες ένας καταναλωτής επιθυμεί να αλλάξει λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά εντός του πεδίου εφαρμογής της υπηρεσίας αλλαγής λογαριασμού·

    2α.     Προκειμένου να ασκείται το δικαίωμα που ορίζεται στην παράγραφο 2, τα κράτη μέλη απαιτούν από τους καταναλωτές να έχουν πραγματική σχέση με το κράτος μέλος στο οποίο επιθυμούν να ανοίξουν και να χρησιμοποιήσουν λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά.

    Όταν ο καταναλωτής καλείται να αποδείξει μια τέτοια σχέση, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τούτο δεν θα είναι επαχθές για τον καταναλωτή. Προς τούτο, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές καταρτίζουν κατάλογο ο οποίος εκθέτει τη μορφή που μπορεί να πάρει μια τέτοια σχέση. Ο κατάλογος αυτός περιλαμβάνει τουλάχιστον την ιθαγένεια, τους οικογενειακούς δεσμούς, τα κέντρα συμφερόντων, τον τόπο εργασίας, την περίοδο πρακτικής άσκησης ή μαθητείας, την επιδίωξη ευκαιριών απασχόλησης ή άλλες επαγγελματικές σχέσεις, τον τόπο σπουδών ή επαγγελματικής κατάρτισης, τη διαμονή, την ακίνητη περιουσία και οποιαδήποτε εκκρεμή αίτηση ασύλου ή μετανάστευσης.

    Η ΕΑΤ καταρτίζει κατευθυντήριες γραμμές σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 για να παράσχει συνδρομή στις αρμόδιες αρχές κατά την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

    Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνουν υπόψη τις πληροφορίες που παρέχονται από τον καταναλωτή και μπορεί να απαιτούν τη φυσική παρουσία του καταναλωτή ή τη νόμιμη εκπροσώπησή του από τρίτο πρόσωπο στο πλησιέστερο διαθέσιμο υποκατάστημα προκειμένου να ανοίξει ο λογαριασμός.

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι είναι δυνατόν για τους καταναλωτές να αποδεικνύουν την ύπαρξη πραγματικής σχέσης εντός ενός μηνός από το άνοιγμα του λογαριασμού εξ αποστάσεως και εκ των προτέρων. Πριν από μια τέτοια επαλήθευση, συμπεριλαμβανομένης της προσωπικής παρουσίας όπου χρειάζεται, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών επιτρέπεται να θέτουν περιορισμούς στη χρήση του λογαριασμού.

    2β.     Πριν από το άνοιγμα ενός λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να επαληθεύουν κατά πόσο ο καταναλωτής διατηρεί ενεργό και ισοδύναμο λογαριασμό πληρωμών στην επικράτεια του εν λόγω κράτους μέλους και απαιτούν από τον καταναλωτή να υπογράψει σχετική υπεύθυνη δήλωση.

    3.   Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεν δύνανται να απορρίψουν το αίτημα πρόσβασης σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, με εξαίρεση τις εξής περιπτώσεις:

    α)

    όταν η δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη που έχει διεξαχθεί σύμφωνα με το κεφάλαιο II της οδηγίας 2005/60/ΕΚ εντοπίζει αισθητό κίνδυνο ότι ο λογαριασμός θα χρησιμοποιηθεί κατά παράβαση του ενωσιακού δικαίου·

    β)

    σε περιπτώσεις κατά τις οποίες το κράτος μέλος έχει ασκήσει τη δυνατότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 2β του παρόντος άρθρου , όταν ο καταναλωτής διατηρεί ήδη λογαριασμό πληρωμών σε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εγκατεστημένο στην επικράτεια της χώρας τους, που του επιτρέπει να χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες πληρωμών που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 1.

    4.    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διεκπεραιώνουν τις αιτήσεις για πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά εντός επτά εργάσιμων ημερών από την παραλαβή μιας πλήρους αίτησης στην οποία συμπεριλαμβάνεται και ένα αποδεικτικό έγγραφο ταυτότητας. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνει τον καταναλωτή αμελλητί ▌, γραπτώς και δωρεάν για την απόρριψη του αιτήματός του και για τους ειδικούς λόγους της , εκτός εάν η ενημέρωση αντίκειται στους στόχους της εθνικής ασφάλειας ή της καταπολέμησης χρηματοπιστωτικών εγκλημάτων . Επιπλέον, ο καταναλωτής ενημερώνεται τουλάχιστον για έναν δίαυλο έφεσης ή υπηρεσία παροχής συμβουλών που έχει στη διάθεσή του δωρεάν ή έναντι εύλογης αμοιβής, καθώς και για διαθέσιμους μηχανισμούς εναλλακτικής διευθέτησης διαφορών.

    5.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β), ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνει τα δέοντα μέτρα δυνάμει του κεφαλαίου ΙΙΙ της οδηγίας 2005/60/ΕΚ.

    6.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά δεν εξαρτάται από την αγορά πρόσθετων υπηρεσιών ή μετοχών του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.

    Άρθρο 16

    Παράμετροι λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο λογαριασμός πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά περιλαμβάνει τις εξής υπηρεσίες ▌:

    α)

    υπηρεσίες που επιτρέπουν τη διενέργεια όλων των πράξεων που απαιτούνται για το άνοιγμα, τη λειτουργία και το κλείσιμο λογαριασμού πληρωμών·

    β)

    υπηρεσίες που επιτρέπουν την κατάθεση χρηματικών ποσών σε λογαριασμό πληρωμών·

    γ)

    υπηρεσίες που επιτρέπουν τις αναλήψεις μετρητών από λογαριασμό πληρωμών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην τραπεζική θυρίδα και σε μηχανήματα αυτόματων συναλλαγών, κατά τη διάρκεια ή εκτός του ωραρίου λειτουργίας των τραπεζών·

    δ)

    την εκτέλεση των εξής πράξεων πληρωμής εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

    i)

    άμεσων χρεώσεων στον ενιαίο χώρο πληρωμών σε ευρώ (SEPA) και σε νόμισμα πέραν του ευρώ·

    ii)

    πράξεων πληρωμής στον ενιαίο χώρο πληρωμών σε ευρώ (SEPA) και σε νόμισμα πέραν του ευρώ μέσω μέσου πληρωμών (π.χ. μέσω κάρτας πληρωμών ή προϊόντος λογισμικού) συμπεριλαμβανομένων των διαδικτυακών πληρωμών·

    iii)

    μεταφορών πιστώσεων στον ενιαίο χώρο πληρωμών σε ευρώ (SEPA) και σε νόμισμα πέραν του ευρώ, συμπεριλαμβανομένων πάγιων εντολών, σε τερματικά, θυρίδες τραπεζών, και μέσω των επιγραμμικών δυνατοτήτων του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών .

    2.    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, εφόσον ένας λογαριασμός πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά χρησιμοποιείται από τον καταναλωτή για προσωπική χρήση, δεν υπάρχουν όρια στον αριθμό των πράξεων που παρέχονται στον καταναλωτή βάσει των ειδικών κανόνων τιμολόγησης που ορίζονται στο άρθρο 17. Κατά τον καθορισμό του τι θεωρείται προσωπική χρήση, τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την ισχύουσα καταναλωτική συμπεριφορά και τη συνήθη εμπορική πρακτική.

    3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ο καταναλωτής είναι σε θέση να διαχειρίζεται και να εκκινεί συναλλαγές πληρωμής από τον λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά τον οποίο διατηρεί, μέσω των καταστημάτων του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών ή μέσω της διαδικτυακής ▌πλατφόρμας του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, εάν υπάρχει.

    4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι ένας λογαριασμός πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά δεν περιλαμβάνει δυνατότητες υπερανάληψης με εξαίρεση, όπου θεωρείται σκόπιμο, μιας προσωρινής δυνατότητας αντιστάθμισης για μικρά ποσά. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους παρόχους υπηρεσιών να παρέχουν διευκολύνσεις υπερανάληψης και άλλα πιστωτικά προϊόντα ως σαφώς διαχωρισμένες υπηρεσίες σε πελάτες βασικών λογαριασμών πληρωμών. Η πρόσβαση ή η χρήση του λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά δεν περιορίζεται, ούτε εξαρτάται, από την αγορά τέτοιων πιστωτικών υπηρεσιών. Τα τέλη που χρεώνονται για αυτές τις υπηρεσίες είναι διαφανή και τουλάχιστον εξίσου ευνοϊκά με τη συνήθη τιμολογιακή πολιτική του παρόχου.

    4α.     Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 24 προκειμένου να επικαιροποιεί τον κατάλογο των υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στον λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, ανάλογα με την εξέλιξη των μέσων πληρωμών και της τεχνολογίας.

    Άρθρο 17

    Συναφή τέλη

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 16 προσφέρονται από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών δωρεάν ή έναντι της καταβολής ευλόγου τέλους. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών να εξασφαλίζουν ότι, από τα προϊόντα που προσφέρουν, ο λογαριασμός πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά είναι πάντοτε ο λογαριασμός πληρωμών με τα χαμηλότερα τέλη για την παροχή του ελάχιστου πακέτου υπηρεσιών πληρωμών που ορίζεται εντός του κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφοι 1 και 2.

    2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα τέλη που χρεώνονται στον καταναλωτή σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις δεσμεύσεις του, που ορίζονται στη σύμβαση-πλαίσιο, είναι εύλογα και οπωσδήποτε όχι υψηλότερα από τη συνήθη τιμολογιακή πολιτική του παρόχου.

    Άρθρο 18

    Συμβάσεις-πλαίσια και καταγγελία

    1.   Οι συμβάσεις-πλαίσια για την παροχή πρόσβασης σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά υπόκεινται στις διατάξεις της οδηγίας 2007/64/ΕΚ, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις παραγράφους 2 και 3.

    2.   Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δύναται να καταγγείλει μονομερώς τη σύμβαση-πλαίσιο μόνον εάν ισχύει τουλάχιστον μία από τις εξής προϋποθέσεις:

    α)

    εάν ο καταναλωτής χρησιμοποίησε εσκεμμένα τον λογαριασμό για παράνομους σκοπούς·

    β)

    εάν δεν έχει εκτελεστεί καμία συναλλαγή στον λογαριασμό για διάστημα μεγαλύτερο των 24 διαδοχικών μηνών και εάν δεν έχουν καταβληθεί στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών πληρωτέα τέλη·

    γ)

    εάν ο καταναλωτής παρέσχε εν γνώσει του ανακριβή στοιχεία προκειμένου να εξασφαλίσει τον λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, δεδομένου ότι τα ακριβή στοιχεία θα είχαν ως αποτέλεσμα την απόρριψη του αιτήματός του·

    γα)

    εάν ο καταναλωτής δεν είναι σε θέση να δικαιολογήσει την ύπαρξη πραγματικής σχέσης με το εμπλεκόμενο κράτος μέλος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2a, εντός ενός μηνός από το άνοιγμα του λογαριασμού εξ αποστάσεως και εκ των προτέρων·

    δ)

    εάν ο καταναλωτής δεν διαμένει πλέον νομίμως στην Ένωση ή έχει ακολούθως ανοίξει δεύτερο λογαριασμό πληρωμών στο κράτος μέλος όπου διατηρεί ήδη λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά.

    3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών καταγγέλλει τη σύμβαση λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, ενημερώνει τον καταναλωτή για τους λόγους και την αιτιολόγηση της καταγγελίας, τουλάχιστον για έναν δίαυλο έφεσης ή υπηρεσία παροχής συμβουλών που έχει αυτός στη διάθεσή του δωρεάν ή έναντι εύλογης αμοιβής, καθώς και για διαθέσιμους μηχανισμούς εναλλακτικής διευθέτησης διαφορών, τουλάχιστον ένα μήνα προτού ισχύσει η καταγγελία, γραπτώς και δωρεάν, εκτός εάν παρόμοια ενημέρωση θα αντέβαινε στους στόχους της εθνικής ασφάλειας.

    Άρθρο 19

    Γενικές πληροφορίες για λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά

    1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη θέσπιση επαρκών μέτρων για την ενίσχυση της συνειδητοποίησης ▌σχετικά με τη διαθεσιμότητα λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, τους όρους τιμολόγησής τους, τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται για την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά και τις μεθόδους πρόσβασης σε σύστημα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα μέτρα επικοινωνίας είναι επαρκή και καλά στοχευμένα, ιδίως σε σχέση με την απεύθυνση σε καταναλωτές που δεν χρησιμοποιούν τραπεζικές υπηρεσίες, σε ευπαθείς και σε μετακινούμενους καταναλωτές.

    2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών διαθέτουν ενεργητικά στους καταναλωτές προσβάσιμες πληροφορίες και κατάλληλη συνδρομή σχετικά με τα ειδικά χαρακτηριστικά των παρεχόμενων λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, τα σχετικά τέλη και τους όρους χρήσης τους. Τα κράτη μέλη μεριμνούν επίσης ώστε ο καταναλωτής να ενημερώνεται ότι η αγορά πρόσθετων υπηρεσιών δεν είναι υποχρεωτική για την πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά.

    2α.     Τα κράτη μέλη απαιτούν από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τα συμβουλευτικά κέντρα να ενισχύουν την υποστήριξη των πλέον ευάλωτων πελατών ώστε να τους καταστήσουν περισσότερο υπεύθυνους και να τους βοηθήσουν να διαχειρίζονται τα χρήματά τους. Τα κράτη μέλη προάγουν κατάλληλα μέτρα και να βελτιώσουν την χρηματοοικονομική εκπαίδευση μεταξύ άλλων και στα σχολεία. Ο κίνδυνος του χρηματοοικονομικού αποκλεισμού πρέπει να ελαχιστοποιηθεί για όλους τους καταναλωτές. Επιπλέον, τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται από παρόχους υπηρεσιών πληρωμών για τη διευκόλυνση του συνδυασμού της παροχής λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά και της χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης.

    2β.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που υποχρεούνται να προσφέρουν λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά δημοσιεύουν, σε ετήσια βάση, στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των υποβληθέντων αιτημάτων για λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, των απορριφθέντων αιτημάτων, των λογαριασμών που ανοίχτηκαν και που κλείστηκαν κατά τη διάρκεια του σχετικού έτους. Τα σχετικά στοιχεία συγκεντρώνονται και δημοσιεύονται σε επίπεδο καταστήματος και σε εταιρικό επίπεδο.

    2γ.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν, μεταξύ άλλων και στον δικτυακό τους τόπο, έλεγχο των επιδόσεων κάθε παρόχου υπηρεσιών πληρωμών όσον αφορά τη συμμόρφωσή του με την απαίτηση σεβασμού του δικαιώματος πρόσβασης. Για τον σκοπό αυτόν, οι σχετικοί πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών αξιολογούνται μεμονωμένα σύμφωνα με τις επιδόσεις τους στην παροχή λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά και ένας κατάλογος με τις δέκα κορυφαίες τράπεζες με βάση το μερίδιο αγοράς δημοσιεύεται σε ετήσια βάση. Όλα τα σχετικά στοιχεία διαβιβάζονται στην Επιτροπή και στην ΕΑΤ.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

    ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

    Άρθρο 20

    Αρμόδιες αρχές

    1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες αρχές οι οποίες διασφαλίζουν και παρακολουθούν την αποτελεσματική συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία. Οι εν λόγω αρμόδιες αρχές λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης αυτής. Είναι ανεξάρτητες από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών. Είναι αρμόδιες αρχές κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

    2.   Οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι ανεξάρτητες από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών και διαθέτουν όλες τις εξουσίες που είναι αναγκαίες και όλους τους πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Όταν περισσότερες από μία αρμόδιες αρχές εξουσιοδοτούνται να διασφαλίζουν και να παρακολουθούν την αποτελεσματική συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω αρχές συνεργάζονται στενά ώστε να είναι σε θέση να εκτελούν τα αντίστοιχα καθήκοντά τους αποτελεσματικά. Οι εν λόγω αρχές συνεργάζονται στενά με τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών για τη διασφάλιση της ορθής και πλήρους εφαρμογής των μέτρων που θεσπίζονται στην παρούσα οδηγία.

    2α.     Οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 προβαίνουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα σε διαβουλεύσεις με τους οικείους ενδιαφερόμενους φορείς, συμπεριλαμβανομένων των εκπροσώπων των καταναλωτών, για τη διασφάλιση και την παρακολούθηση της αποτελεσματικής συμμόρφωσης με την παρούσα οδηγία, χωρίς να θίγεται η απαίτηση περί ανεξαρτησίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

    3.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις εντεταλμένες αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εντός … [ένα έτος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας]. Ενημερώνουν την Επιτροπή για οποιονδήποτε καταμερισμό των αρμοδιοτήτων των εν λόγω αρχών. Ενημερώνουν την Επιτροπή αμελλητί για οποιαδήποτε μεταγενέστερη μεταβολή που αφορά τον ορισμό και τις αντίστοιχες αρμοδιότητες των εν λόγω αρχών.

    Άρθρο 21

    Εναλλακτική επίλυση διαφορών

    1.    Τα κράτη μέλη θεσπίζουν επαρκείς και αποτελεσματικές διαδικασίες εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών για τη διευθέτηση των διαφορών μεταξύ των καταναλωτών και των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών σε σχέση με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που καθορίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Για τους σκοπούς αυτούς, τα κράτη μέλη ορίζουν υφιστάμενους φορείς και, όπου κρίνεται σκόπιμο, συγκροτούν νέους.

    1α.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών υπάγονται σε έναν ή περισσότερους φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών που εκπληρώνουν τα εξής κριτήρια:

    α)

    η προθεσμία για την υποβολή της διαφοράς ενώπιον δικαστηρίου αναστέλλεται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας για την εναλλακτική επίλυση διαφορών·

    β)

    η διαδικασία είναι δωρεάν ή έχει χαμηλό κόστος, όπως ορίζεται από την εθνική νομοθεσία·

    γ)

    τα ηλεκτρονικά μέσα δεν είναι το μόνο μέσο με το οποίο τα μέρη μπορούν να έχουν πρόσβαση στη διαδικασία·

    δ)

    υπάρχει ίση εκπροσώπηση παρόχων, καταναλωτών και άλλων χρηστών.

    1β.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών δεσμεύονται να χρησιμοποιούν έναν ή περισσότερους φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών.

    1γ.     Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή και την ΕΑΤ για τους φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 το αργότερο έως …. [έξι μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας]. Ενημερώνουν χωρίς καθυστέρηση την Επιτροπή σχετικά με κάθε μεταγενέστερη μεταβολή που αφορά τους εν λόγω φορείς.

    1δ.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνουν τον καταναλωτή σχετικά με τους φορείς εναλλακτικής επίλυσης διαφορών από τους οποίους καλύπτονται και οι οποίοι είναι αρμόδιοι για την αντιμετώπιση ενδεχόμενων διαφορών μεταξύ των παρόχων και του καταναλωτή. Διευκρινίζουν επίσης κατά πόσον δεσμεύονται ή υποχρεούνται να χρησιμοποιούν αυτούς τους φορείς για την επίλυση των διαφορών τους με τους καταναλωτές.

    1ε.     Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αναγράφονται με σαφή, κατανοητό και εύκολα προσβάσιμο τρόπο στον δικτυακό τόπο του παρόχου, εάν υπάρχει, και στους γενικούς όρους των συμβάσεων πώλησης ή παροχής υπηρεσιών μεταξύ του παρόχου και του καταναλωτή.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

    ΚΥΡΩΣΕΙΣ

    Άρθρο 22

    Διοικητικά μέτρα και εφαρμογή των διοικητικών κυρώσεων και άλλων διοικητικών μέτρων

    1.    Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες περί διοικητικών κυρώσεων και άλλων διοικητικών μέτρων που επιβάλλονται για παραβάσεις των εθνικών διατάξεων οι οποίες έχουν θεσπιστεί δυνάμει της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο προκειμένου να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι εν λόγω διοικητικές κυρώσεις και τα άλλα διοικητικά μέτρα έχουν αποτελεσματικό, αναλογικό και αποτρεπτικό χαρακτήρα.

    Οποιεσδήποτε χρηματικές ποινές ποσοτικοποιούνται στο μέτρο του δυνατού σε ενωσιακό επίπεδο, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική εφαρμογή των εθνικών διατάξεων μεταφοράς της παρούσας οδηγίας.

    2.     Η ΕΑΤ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές που απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, σχετικά με τα είδη διοικητικών κυρώσεων και τα άλλα διοικητικά μέτρα και το ύψος των διοικητικών χρηματικών ποινών.

    3.     Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν χωρίς περιττές καθυστερήσεις όποια κύρωση ή άλλο μέτρο επιβάλλεται για παραβίαση των εθνικών διατάξεων που μεταφέρουν την παρούσα οδηγία, καθώς επίσης και πληροφορίες σχετικά με τον τύπο και τη φύση της παράβασης.

    Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις διατάξεις σχετικά με τις κυρώσεις έως τις … [18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας] και για οποιαδήποτε μεταγενέστερη σχετική τροποποίηση.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

    ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 23

    Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 24, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4.

    Άρθρο 24

    Άσκηση της εξουσιοδότησης

    1.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

    2.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 23 ανατίθεται στην Επιτροπή επ’ αόριστον, αρχής γενομένης από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

    3.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 23 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την ανάθεση εξουσιών που προσδιορίζονται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτή. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα ήδη ισχυουσών κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

    4.   Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί συγχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 23, τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός προθεσμίας τριών μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα εγείρουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά τρεις μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

     

    Άρθρο 26

    Αξιολόγηση

    1.     Σε ετήσια βάση και για πρώτη φορά έως τις … [τρία χρόνια από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή πληροφόρηση σχετικά με τα ακόλουθα θέματα:

    α)

    τη συμμόρφωση των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών με τις διατάξεις των άρθρων 3 έως 6·

    β)

    τον αριθμό των διαπιστευμένων δικτυακών τόπων σύγκρισης που δημιουργούνται δυνάμει του άρθρου 7 και τις βέλτιστες πρακτικές σχετικά με την ικανοποίηση των χρηστών από τους δικτυακούς τόπους σύγκρισης·

    γ)

    τον αριθμό των λογαριασμών πληρωμών για τους οποίους έχει γίνει αλλαγή, τον μέσο χρόνο που απαιτείται για τη διαδικασία αλλαγής λογαριασμού, το μέσο συνολικό τέλος που χρεώνεται για την αλλαγή λογαριασμού, τον αριθμό των απορριφθέντων αιτημάτων αλλαγής , τα πιο συνηθισμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι καταναλωτές κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αλλαγής λογαριασμού ·

    δ)

    τον αριθμό των λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά που ανοίχτηκαν, τη διάρκεια διατήρησης τέτοιου είδους λογαριασμών, τον αριθμό των απορριφθέντων αιτημάτων αλλαγής λογαριασμού, τον αριθμό των λογαριασμών που έκλεισαν και τους λόγους απόρριψής και κλεισίματός τους, καθώς και τα σχετικά τέλη·

    δα)

    τα μέτρα που θεσπίζονται με σκοπό την καθοδήγηση των ευάλωτων ομάδων σε θέματα προϋπολογισμού και υπερχρέωσης.

    2.     Η Επιτροπή παρέχει ετήσια έκθεση με βάση τις πληροφορίες που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη.

    Άρθρο 27

    Ρήτρα επανεξέτασης

    1.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, εντός … [ τέσσερα έτη από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, η οποία συνοδεύεται, ενδεχομένως, από πρόταση.

    Η έκθεση περιλαμβάνει:

    α)

    κατάλογο με όλες τις διαδικασίες επί παραβάσει που κίνησε η Επιτροπή για εσφαλμένη ή ελλιπή εφαρμογή της παρούσας οδηγίας·

    β)

    αξιολόγηση του αντίκτυπου της παρούσας οδηγίας σε σχέση με την εναρμόνιση και την ολοκλήρωση των λιανικών τραπεζικών υπηρεσιών στο εσωτερικό της Ένωσης και σε σχέση με τον ανταγωνισμό και το μέσο ύψος των τελών στα κράτη μέλη·

    γ)

    στρατηγικές με στόχο να αυξηθεί η ποιότητα, η διαφάνεια και η συγκρισιμότητα της παροχής υπηρεσιών πληρωμών σε επίπεδο Ένωσης, όπως μεταξύ άλλων η διαφάνεια των επιχειρηματικών μοντέλων, των επενδυτικών στρατηγικών και της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης·

    δ)

    εκτίμηση σχετικά με το κόστος και τα οφέλη της εφαρμογής της πλήρους φορητότητας των αριθμών λογαριασμών πληρωμών σε επίπεδο Ένωσης, συνοδευόμενη από έναν χάρτη πορείας με τις συγκεκριμένες ενέργειες που είναι απαραίτητες για την εν λόγω εφαρμογή·

    ε)

    αξιολόγηση των χαρακτηριστικών των καταναλωτών που άνοιξαν λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά μετά τη μεταφορά της οδηγίας·

    στ)

    παραδείγματα βέλτιστων πρακτικών στα κράτη μέλη για τον περιορισμό του αποκλεισμού των καταναλωτών από την πρόσβαση σε υπηρεσίες πληρωμών·

    ζ)

    αξιολόγηση των χρεώσεων που ισχύουν για βασικούς λογαριασμούς πληρωμών, με βάση τα κριτήρια που απαριθμούνται στο άρθρο 17 παράγραφος 3·

    η)

    αξιολόγηση των επιλογών για τη θέσπιση σε επίπεδο Ένωσης ενός ανώτατου ορίου για τα συνολικά ετήσια τέλη που συνδέονται με το άνοιγμα και τη χρήση ενός λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά καθώς επίσης και τους τρόπους προσαρμογής του εν λόγω ορίου στις εθνικές ιδιαιτερότητες·

    θ)

    αξιολόγηση του αντίκτυπου της παροχής λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά στην αγορά για άλλους λογαριασμούς πληρωμών που προσφέρουν παρόμοιες υπηρεσίες.

    2.   Στην επανεξέταση γίνεται εκτίμηση, βάσει επίσης της πληροφόρησης που λαμβάνεται από τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 26, του κατά πόσον πρέπει να τροποποιηθεί και να επικαιροποιηθεί ο κατάλογος υπηρεσιών που αποτελούν μέρος ενός λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, λαμβανομένης υπόψη της εξέλιξης των μέσων πληρωμών και της τεχνολογίας.

    3.   Η αναθεώρηση αποσκοπεί επίσης στην εκτίμηση του κατά πόσον ▌απαιτούνται πρόσθετα μέτρα πέραν εκείνων που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 7 και 8, όσον αφορά τους δικτυακούς τόπους σύγκρισης και τις προσφορές πακέτων.

    Άρθρο 28

    Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

    1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, εντός … [ δύο έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας], τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

    Όταν τα έγγραφα που υποβάλλουν τα κράτη μέλη κατά την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο δεν επαρκούν για την πλήρη εκτίμηση της συμμόρφωσης των εν λόγω μέτρων με ορισμένες διατάξεις της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή δύναται, κατ’ αίτηση της ΕΑΤ και με σκοπό την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 ή με δική της πρωτοβουλία, να απαιτήσει από τα κράτη μέλη να παράσχουν λεπτομερέστερα στοιχεία σχετικά με τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας και την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων.

    2.   Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές ένα έτος μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

    Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν το Κεφάλαιο III από … [18 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας] όσον αφορά τις υπηρεσίες αλλαγής λογαριασμού μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που εδρεύουν στο ίδιο κράτος μέλος και, για λογαριασμούς πληρωμών εκφρασμένους σε ευρώ, μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που εδρεύουν στην Ένωση σε σχέση με υπηρεσίες πληρωμών εκφρασμένες σε ευρώ.

    Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο και εκτός εάν η Επιτροπή αποφασίσει διαφορετικά μέσω σχεδίου μελέτης ρυθμιστικού αντικτύπου, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις διατάξεις του Κεφαλαίου III από … [48 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας] όσον αφορά υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού μεταξύ παρόχων υπηρεσιών πληρωμών που εδρεύουν στην Ένωση σε σχέση με λογαριασμούς πληρωμών εκφρασμένους σε νόμισμα διαφορετικό από το ευρώ.

    Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν το άρθρο 4 παράγραφοι 1 έως 6, το άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2 εντός 18 μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης του καταλόγου σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5.

    Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη που έχουν θεσπίσει, έως την 1η Ιανουαρίου 2014, ένα εθνικό νομοθετικό σύστημα το οποίο εγγυάται την πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά σε καταναλωτές που διαμένουν νόμιμα στην επικράτειά τους, εφαρμόζουν τις διατάξεις του Κεφαλαίου IV από … [24 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας].

    3.   Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

    4.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 29

    Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 30

    Αποδέκτες

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

    …,

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος


    (1)  Δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.

    (2)  ΕΕ L 319, 5.12.2007, σ. 1.

    (3)   Κείμενα που εγκρίθηκαν, P7_TA(2012)0293.

    (4)  ΕΕ L 190, 21.7.2011, σ. 87.

    (5)  ΕΕ L 94, 30.3.2012, σ. 22.

    (6)   Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Οκτωβρίου 2005 που αφορά την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309, 25.11.2005, σ. 15).

    (7)  ΕΕ L 281, 23.11.1995, σ. 31.

    (8)   Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176, 27.6.2013, σ. 338).


    Top