Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52012PC0360

    Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (αναδιατύπωση)

    /* COM/2012/0360 final - 2012/0175 (COD) */

    52012PC0360

    Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (αναδιατύπωση) /* COM/2012/0360 final - 2012/0175 (COD) */


    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    1.           Πλαίσιο της πρότασης

    Η οδηγία 2002/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (IMD1)[1] είναι η μόνη ενωσιακή νομοθεσία που ρυθμίζει το σημείο πώλησης των ασφαλιστικών προϊόντων, ώστε να εξασφαλιστούν τα δικαιώματα του καταναλωτή. Εκδόθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 2002 και έπρεπε να μεταφερθεί από τα κράτη μέλη έως τις 15 Ιανουαρίου 2005. Η οδηγία αποτελεί την ελάχιστη πράξη εναρμόνισης που περιέχει αρχές υψηλού επιπέδου και έχει εφαρμοστεί στα 27 κράτη μέλη κατά πολύ διαφορετικό τρόπο. Η ανάγκη επανεξέτασης της IMD1 είχε ήδη αναγνωριστεί κατά τον έλεγχο εφαρμογής τον οποίο διεξήγαγε η Επιτροπή για την περίοδο 2005-2008.

    Η σημερινή και η πρόσφατη χρηματοπιστωτική αναταραχή κατέδειξε τη σημασία της διασφάλισης αποτελεσματικής προστασίας του καταναλωτή σε όλους τους χρηματοπιστωτικούς τομείς. Τον Νοέμβριο του 2010, η ομάδα G20 ζήτησε από τον ΟΟΣΑ, το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (FSB) και άλλους συναφείς διεθνείς οργανισμούς την ανάπτυξη κοινών αρχών στον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, προκειμένου να ενισχυθεί η προστασία των καταναλωτών. Το σχέδιο αρχών υψηλού επιπέδου της G20 για την οικονομική προστασία των καταναλωτών υπογραμμίζει την ανάγκη κατάλληλης ρύθμισης και/ή εποπτείας όλων των οικονομικών φορέων παροχής υπηρεσιών και των παραγόντων που έρχονται σε άμεση επαφή με τους καταναλωτές. Οι αρχές αυτές προβλέπουν ότι οι καταναλωτές θα πρέπει πάντα να επωφελούνται από συγκρίσιμα πρότυπα προστασίας των καταναλωτών. Η παρούσα αναθεώρηση της IMD1 θα πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσμα αυτών των κατευθυντήριων γραμμών και των σχετικών διεθνών πρωτοβουλιών.

    Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την οδηγία που ρυθμίζει την προσέγγιση βάσει της επικινδυνότητας για την κεφαλαιοποίηση και την εποπτεία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων (Φερεγγυότητα II)[2], η οποία εκδόθηκε το 2009, διατυπώθηκε επίσης συγκεκριμένο αίτημα αναθεώρησης της IMD1. Ορισμένα Μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και ορισμένες οργανώσεις καταναλωτών θεώρησαν ότι ήταν αναγκαίο να ενισχυθεί η προστασία των ασφαλισμένων την επαύριο της χρηματοπιστωτικής κρίσης και ότι οι πρακτικές πώλησης για τα διάφορα ασφαλιστικά προϊόντα θα μπορούσαν να βελτιωθούν. Ειδικότερα, οι έντονες ανησυχίες έχουν αυξηθεί σε σχέση με τα πρότυπα που διέπουν την πώληση των προϊόντων ασφάλειας ζωής με στοιχεία επενδύσεων. Προκειμένου να διασφαλιστεί η διατομεακή συνέπεια, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζήτησε η αναθεώρηση της IMD1 να λάβει υπόψη την τρέχουσα αναθεώρηση της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID II)[3]. Αυτό σημαίνει ότι, κάθε φορά που πρόκεται για τη ρύθμιση των πρακτικών πώλησης προϊόντων ασφάλειας ζωής με στοιχεία επενδύσεων, η πρόταση για αναθεώρηση της οδηγίας (IMD2) θα πρέπει να πληροί τα ίδια πρότυπα προστασίας των καταναλωτών με τη MiFID ΙΙ.

    1.1.        Στόχοι της πρότασης

    Η αναθεωρημένη οδηγία (IMD2) αποσκοπεί στη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου της αγοράς λιανικής ασφάλισης με αποτελεσματικό τρόπο. Στοχεύει στην εξασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ όλων των συμμετεχόντων που εμπλέκονται στην πώληση ασφαλιστικών προϊόντων και στην ενίσχυση της προστασίας των ασφαλισμένων.

    Οι ευρύτεροι στόχοι της παρούσας αναθεώρησης είναι ο ανόθευτος ανταγωνισμός, η προστασία των καταναλωτών και η ολοκλήρωση της αγοράς. Πιο συγκεκριμένα, το έργο της IMD2 θα πρέπει να είναι η επίτευξη των ακόλουθων βελτιώσεων: επέκταση του πεδίου εφαρμογής της IMD1 σε όλους τους διαύλους διανομής (π.χ. ανεξάρτητους ασφαλιστές, εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων, κ.λπ.)· προσδιορισμός, διαχείριση και μετριασμός των συγκρούσεων συμφερόντων· αύξηση του επιπέδου εναρμόνισης των διοικητικών κυρώσεων και μέτρων για την παραβίαση των βασικών διατάξεων της ισχύουσας οδηγίας· ενίσχυση της καταλληλότητας και της αντικειμενικότητας των συμβουλών· εξασφάλιση ότι τα επαγγελματικά προσόντα των πωλητών ανταποκρίνονται στον σύνθετο χαρακτήρα των προϊόντων που πωλούνται· απλούστευση και εναρμόνιση της διαδικασίας διασυνοριακής πρόσβασης στις ασφαλιστικές αγορές σε όλη την ΕΕ.

    1.2.        Συνοχή με άλλες πολιτικές και στόχους της Ένωσης

    Οι στόχοι της πρότασης είναι συνεπείς με τις πολιτικές και τους στόχους της Ένωσης. Η Συνθήκη προβλέπει δράσεις για να διασφαλιστεί η εδραίωση και η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς με υψηλό βαθμό προστασίας των καταναλωτών, καθώς και η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών.

    Η παρούσα πρόταση κατατίθεται προς έγκριση ως μέρος μιας «δέσμης προϊόντων λιανικής για τους καταναλωτές» μαζί με την πρόταση PRIP για τη γνωστοποίηση πληροφοριών για τα προϊόντα και την οδηγία ΟΣΕΚΑ V (οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες). Η πρωτοβουλία PRIP στοχεύει στη διασφάλιση μιας συνεκτικής οριζόντιας προσέγγισης όσον αφορά τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται για τα επενδυτικά προϊόντα και τα ασφαλιστικά προϊόντα με στοιχεία επενδύσεων (τα λεγόμενα ασφαλιστικά προϊόντα υπό μορφή PRIP[4]), και διατάξεις σχετικά με τις πρακτικές πώλησης θα πρέπει να περιλαμβάνονται στις αναθεωρήσεις της IMD1 και της MiFID.

    Η πρόταση είναι επίσης σύμφωνη με άλλες νομοθετικές πράξεις και πολιτικές της ΕΕ, τις οποίες συμπληρώνει, ιδίως στους τομείς της προστασίας του καταναλωτή, της προστασίας των επενδυτών και της προληπτικής εποπτείας, όπως η Φερεγγυότητα II, η MiFID ΙΙ, και η πρωτοβουλία PRIP.

    Η IMD2 θα ρυθμίζει τις πρακτικές πώλησης για όλα τα ασφαλιστικά προϊόντα, είτε πρόκειται για γενικά ασφαλιστικά προϊόντα, όπως η ασφάλιση αυτοκινήτων, είτε για ασφάλειες ζωής, συμπεριλαμβανομένων των προϊόντων που περιέχουν στοιχεία επενδύσεων, π.χ. προϊόντα ασφάλειας ζωής μεταβλητού κεφαλαίου.

    Η IMD2 θα συνεχίσει να έχει τα χαρακτηριστικά ενός νομικού μέσου «ελάχιστης εναρμόνισης». Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να προχωρήσουν περαιτέρω, εφόσον απαιτείται, για τους σκοπούς της προστασίας των καταναλωτών. Ωστόσο, τα ελάχιστα πρότυπα της IMD1 θα αυξηθούν σημαντικά. Ορισμένα τμήματα της νέας οδηγίας θα ενισχυθούν με μέτρα επιπέδου 2, προκειμένου να ευθυγραμμιστούν οι κανόνες με τη MiFID: ιδίως, στο κεφάλαιο για τη ρύθμιση της διανομής των ασφαλειών ζωής με στοιχεία επενδύσεων.

    2.           Αποτελέσματα των διαβουλεύσεων με τα ενδιαφερόμενα μέρη και εκτίμηση επιπτώσεων

    Οι υπηρεσίες της Επιτροπής ζήτησαν συμβουλές από την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ) (πρώην ΕΕΕΑΑΕΣ) σχετικά με πολυάριθμα ζητήματα που αφορούν την αναθεώρηση της IMD. Η τελική έκθεση της ΕΑΑΕΣ υποβλήθηκε τον Νοέμβριο του 2010[5]. Κατά τη διάρκεια του 2010-2011, οι υπηρεσίες της Επιτροπής είχαν τακτικές συναντήσεις με εκπροσώπους του ασφαλιστικού τομέα, των οργανώσεων καταναλωτών και των εποπτικών αρχών για να συζητήσουν την επικείμενη αναθεώρηση. Δημόσια διαβούλευση σχετικά με την αναθεώρηση της IMD1 πραγματοποιήθηκε από τις υπηρεσίες της Επιτροπής από τις 26 Νοεμβρίου 2010 έως τις 28 Φεβρουαρίου 2011. Τα αποτελέσματα της διαβούλευσης κατέδειξαν επίσης ότι η κατεύθυνση της αναθεώρησης, όπως περιγράφεται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής, έτυχε ευρείας υποστήριξης[6]. Στις 10 Δεκεμβρίου 2010, πραγματοποιήθηκε δημόσια ακρόαση σχετικά με την IMD2. Η συζήτηση επικεντρώθηκε στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, στις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, στις συγκρούσεις συμφερόντων, στο διασυνοριακό εμπόριο, καθώς και στις απαιτήσεις σχετικά με τα επαγγελματικά προσόντα[7]. Στις 11 Απριλίου 2011, διοργανώθηκε συνάντηση με εμπειρογνώμονες από τα κράτη μέλη και την ΕΑΑΕΣ για να συζητηθούν τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης και η πιθανή δομή και το περιεχόμενο της IMD2. Η μεγάλη πλειοψηφία των ενδιαφερομένων που ήταν παρόντες στις εν λόγω συναντήσεις υποστήριξαν την κατεύθυνση αναθεώρησης της IMD1 όπως περιγράφεται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

    Σύμφωνα με την πολιτική για τη «βελτίωση της νομοθεσίας», η Επιτροπή εκπόνησε μια εκτίμηση επιπτώσεων των εναλλακτικών επιλογών πολιτικής. Πολλές ειδικές μελέτες οι οποίες διενεργήθηκαν κατ’ εντολή διαφόρων υπηρεσιών της Επιτροπής χρησιμοποιήθηκαν για την εκπόνηση της εκτίμησης επιπτώσεων. Πρώτον, η ΓΔ MARKT ανέθεσε στην PricewaterhouseCoopers (PWC) να εκπονήσει μελέτη για την παροχή ολοκληρωμένης επισκόπησης της λειτουργίας της διανομής ασφαλίσεων στην ΕΕ. Η έκθεση ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2011 και δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα της Επιτροπής[8]. Δεύτερον, η παρούσα πρόταση λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα μελέτης που ανατέθηκε το 2010 σχετικά με το κόστος και τα οφέλη ενδεχόμενων τροποποιήσεων των κανόνων που διέπουν τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων και επενδυτικών ασφαλιστικών προϊόντων[9]. Τρίτον, λήφθηκαν υπόψη τα συμπεράσματα μιας μελέτης με σκοπό να αξιολογηθεί η ποιότητα των συμβουλών που παρέχονται σε ολόκληρη την ΕΕ[10]. Μια τέταρτη μελέτη που αποσκοπεί να εξηγήσει, υπό το πρίσμα της συμπεριφορικής οικονομικής, τους διάφορους παράγοντες που σχετίζονται με τη λήψη αποφάσεων των επενδυτών έχει ληφθεί επίσης υπόψη[11].

    Οι επιλογές πολιτικής που εξετάζονται στην εκτίμηση επιπτώσεων αξιολογήθηκαν βάσει διαφόρων κριτηρίων: ολοκλήρωση της αγοράς για τους φορείς της αγοράς, προστασία των πελατών και εμπιστοσύνη, ίσοι όροι ανταγωνισμού για τους διάφορους φορείς της αγοράς, και σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας, δηλαδή σε ποιον βαθμό οι επιλογές επιτυγχάνουν τους επιδιωκόμενους στόχους και διευκολύνουν τη λειτουργία των ασφαλιστικών αγορών με οικονομικά αποδοτικό και αποτελεσματικό τρόπο.

    Συνολικά, από την εκτίμηση του διοικητικού φόρτου, που πραγματοποιήθηκε με βάση την προαναφερόμενη μελέτη της PWC και τα στατιστικά στοιχεία του κλάδου, επεξεργασμένα εκ νέου από τις υπηρεσίες της Επιτροπής, προκύπτει ότι, λόγω του μεγάλου αριθμού των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων (περίπου 1 εκατ.), η πρόταση θα έχει ως αποτέλεσμα ένα σχετικά μέτριο κόστος, κατά μέσο όρο, περίπου 730 ευρώ ανά επιχείρηση.

    Οι εργασίες της εκτίμησης επιπτώσεων ολοκληρώθηκαν το 2012. Οι συστάσεις της Επιτροπής Εκτίμησης Επιπτώσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής λήφθηκαν υπόψη, ιδίως όσον αφορά τις επιπτώσεις στις ΜΜΕ. Για παράδειγμα, ορισμένες ΜΜΕ που ασκούν δραστηριότητα διαμεσολαβητή και βρίσκονται επί του παρόντος εκτός του πεδίου εφαρμογής, οι οποίες όμως θα τεθούν στο πεδίο εφαρμογής με την παρούσα πρόταση, είναι ουσιαστικά επιχειρήσεις των οποίων η κύρια δραστηριότητα είναι άλλη από την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (έτσι ώστε η διαμεσολάβηση είναι αμιγώς επικουρική προς την κύρια δραστηριότητά τους, όπως οι ταξιδιωτικοί πράκτορες ή οι ενοικιάσεις αυτοκινήτων). Οι εν λόγω διαμεσολαβητές θα υπόκεινται σε ένα λιγότερο αυστηρό καθεστώς (διαδικασία δήλωσης, άρθρο 4 της παρούσας πρότασης) ως αναλογική προσέγγιση στη συμπληρωματική φύση της δραστηριότητας διαμεσολάβησης που επιτελούν. Σε γενικές γραμμές, έχουν εισαχθεί αναλογικές απαιτήσεις προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι ανησυχίες των ΜΜΕ και να τηρείται η αρχή «λιγότερο πολύπλοκα προϊόντα, λιγότεροι κανόνες». Για παράδειγμα, ορισμένα επενδυτικά προϊόντα παρουσιάζονται εμπορικά ως ασφάλειες ζωής. Θα εισαχθεί αυστηρότερο καθεστώς για τις πρακτικές πώλησης των εν λόγω προϊόντων (ασφάλειες ζωής με στοιχεία επενδύσεων (ασφαλιστικά επενδυτικά προϊόντα ή ασφαλιστικές δέσμες επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές) (Κεφάλαιο VII).

    3.           Νομικά στοιχεία της πρότασης

    3.1.        Νομική βάση

    Η πρόταση βασίζεται στο άρθρο 53 παράγραφος 1 και στο άρθρο 62 της ΣΛΕΕ. Θα αντικαταστήσει την οδηγία 2002/92/ΕΚ και αφορά την εναρμόνιση των εθνικών διατάξεων σχετικά με τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και άλλους πωλητές ασφαλιστικών προϊόντων. Το πεδίο εφαρμογής της καλύπτει ορισμένους πωλητές για τους οποίους η εν λόγω δραστηριότητα είναι δευτερεύουσα και την εξυπηρέτηση μετά την πώληση, όπως τους διαχειριστές περιπτώσεων ζημιών και διακανονισμού ζημιών. Αποσαφηνίζει την άσκηση της ελευθερίας εγκατάστασης, της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και τις αρμοδιότητες των εποπτικών αρχών των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής στον τομέα αυτόν. Ο κύριος στόχος και το αντικείμενο της παρούσας πρότασης είναι η εναρμόνιση των εθνικών διατάξεων σχετικά με τους κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας για όλους τους πωλητές ασφαλιστικών προϊόντων και άλλες οντότητες της αγοράς που δραστηριοποιούνται στις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές αγορές, τις προϋποθέσεις για τη διακυβέρνησή τους και το εποπτικό πλαίσιό τους.

    3.2.        Επικουρικότητα και αναλογικότητα

    Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας (άρθρο 5 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ) ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ επιβάλλεται μόνον όταν τα κράτη μέλη δεν είναι σε θέση να επιτύχουν επαρκώς τους επιδιωκόμενους στόχους και, συνεπώς, λόγω της κλίμακας ή των επιπτώσεων της προτεινόμενης δράσης, οι στόχοι μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα από την ΕΕ.

    Τα περισσότερα θέματα που καλύπτονται από την αναθεώρηση καλύπτονται ήδη από το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο της οδηγίας IMD1. Επιπλέον, οι ασφαλιστικές αγορές έχουν όλο και περισσότερο διασυνοριακό χαρακτήρα. Οι συνθήκες υπό τις οποίες οι επιχειρήσεις και οι οικονομικοί φορείς μπορούν να ανταγωνίζονται σε αυτό το πλαίσιο, είτε πρόκειται για κανόνες σχετικά με τη διαφάνεια ή την προστασία των καταναλωτών, πρέπει να είναι συγκρίσιμες σε διασυνοριακό επίπεδο, και σήμερα βρίσκονται στο επίκεντρο της IMD1. Επί του παρόντος απαιτείται δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την επικαιροποίηση και την τροποποίηση του κανονιστικού πλαισίου της οδηγίας IMD1, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στις ασφαλιστικές αγορές από την εποχή της εφαρμογής της. Λόγω της ενοποίησης αυτής, η μεμονωμένη εθνική παρέμβαση θα ήταν πολύ λιγότερο αποδοτική και θα οδηγούσε στον κατακερματισμό των αγορών, με αποτέλεσμα ρυθμιστικό αρμπιτράζ και στρέβλωση του ανταγωνισμού.

    Η ΕΑΑΕΣ θα πρέπει επίσης να διαδραματίσει βασικό ρόλο στην υλοποίηση του νέου πλαισίου σε όλη την ΕΕ. Απαιτούνται συγκεκριμένες αρμοδιότητες για την ΕΑΑΕΣ, προκειμένου να βελτιωθεί η λειτουργία των ασφαλιστικών αγορών.

    Η πρόταση λαμβάνει πλήρως υπόψη την αρχή της αναλογικότητας, δηλαδή ότι η δράση σε επίπεδο ΕΕ θα πρέπει να είναι κατάλληλη για την επίτευξη των στόχων και να μην υπερβαίνει τα απαιτούμενα όρια για την επίτευξή τους. Συμβιβάζεται με την αρχή της αναλογικότητας, λαμβάνοντας υπόψη την προσήκουσα ισορροπία μεταξύ του δημοσίου συμφέροντος που διακυβεύεται και της αποτελεσματικότητας των μέτρων από πλευράς κόστους: ειδικότερα, η ανάγκη εξισορρόπησης της προστασίας του πελάτη, της αποδοτικότητας των αγορών και του κόστους για τον κλάδο έχει αποτελέσει κεντρικό στοιχείο κατά τη διατύπωση των απαιτήσεων αυτών.

    Με βάση την εν λόγω αρχή, η πρόταση προβαίνει σε διάκριση μεταξύ των διαφορετικών διαύλων πώλησης ασφαλιστικών προϊόντων και επιβάλλει λιγότερο επαχθή διαδικασία εγγραφής και λιγότερο αυστηρές απαιτήσεις επαγγελματικών προσόντων στους πωλητές απλών ασφαλιστικών προϊόντων. Για παράδειγμα, οι πωλητές επικουρικών ασφαλιστικών προϊόντων χαμηλού κινδύνου, όπως ενοικιάσεις αυτοκινήτων και οι ταξιδιωτικοί πράκτορες υπόκεινται σε απλουστευμένη διαδικασία δήλωσης, αντί της εγγραφής τους ως ασφαλιστικών διαμεσολαβητών. Η πρόταση, επίσης, κάνει διάκριση μεταξύ των ασφαλιστικών προϊόντων ζωής και των γενικών ασφαλιστικών προϊόντων σε σχέση με τις απαιτήσεις διαφάνειας των αποδοχών. Τα εν λόγω μέτρα αναλογικότητας λαμβάνονται υπό το πρίσμα των διαφορετικών επιπέδων πολυπλοκότητας και των κινδύνων που αντιπροσωπεύουν για τους καταναλωτές τα διάφορα ασφαλιστικά προϊόντα, και επίσης λαμβάνοντας υπόψη την πρόθεση να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος για τις ΜΜΕ που πωλούν ασφαλιστικά προϊόντα.

    3.3.        Συμμόρφωση με τα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ

    Στις 23 Σεπτεμβρίου 2009, η Επιτροπή εξέδωσε προτάσεις κανονισμών για τη σύσταση των αρχών ΕΤΑ, ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ. Εν προκειμένω, η Επιτροπή αναφέρεται στις δηλώσεις στις οποίες προέβη σχετικά με τα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ κατά την έκδοση των κανονισμών για τη σύσταση των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, σύμφωνα με τις οποίες: «Όσον αφορά τη διαδικασία για την έγκριση ρυθμιστικών προτύπων, η Επιτροπή υπογραμμίζει τον μοναδικό χαρακτήρα του τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, που απορρέει από τον μηχανισμό Lamfalussy και αναγνωρίζεται ρητά στη Δήλωση 39 που προσαρτήθηκε στη ΣΛΕΕ. Ωστόσο, η Επιτροπή έχει σοβαρές αμφιβολίες αν οι περιορισμοί του ρόλου της κατά την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και εκτελεστικών μέτρων είναι σύμφωνοι με τα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ.»

    3.4.        Παραπομπές σε άλλες οδηγίες

    Δεδομένου ότι η οδηγία 2009/138/ΕΚ σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) δεν εφαρμόζεται ακόμη, η παρούσα πρόταση αναφέρεται στους ορισμούς όπως διατυπώνονται στην οδηγία 73/239/ΕΟΚ, στην οδηγία 2002/83/ΕΚ και στην οδηγία 2005/68/ΕΚ. Οι οδηγίες 73/239/ΕΟΚ, 2002/83/ΕΚ και 2005/68/ΕΚ θα καταργηθούν με την οδηγία 2009/138/ΕΚ.

    3.5.        Λεπτομερής επεξήγηση της πρότασης

    Κεφάλαιο I – Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

    Το άρθρο 1 διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της IMD1 ώστε να περιλαμβάνονται οι πωλήσεις ασφαλιστικών συμβάσεων από τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις χωρίς την παρέμβαση ασφαλιστικού διαμεσολαβητή. Καλύπτει επίσης τις δραστηριότητες διαχείρισης ζημιών από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και για λογαρισμό τους, καθώς και τον διακανονισμό και την εκτίμηση ζημιών από εμπειρογνώμονες.

    Η εξαίρεση «de minimis» από το πεδίο εφαρμογής της IMD1 παραμένει η ίδια (πωλητής ασφαλιστικών συμβάσεων ως επικουρική δραστηριότητα προς την πώληση αγαθών, ασφάλιστρο κάτω των 500 ευρώ σε ετήσια βάση και τήρηση άλλων κριτηρίων στο πλαίσιο της εξαίρεσης), εκτός από μια αύξηση του ορίου του ασφαλίστρου σε ετήσια βάση που ανέρχεται σε 600 ευρώ κατ’ αναλογία (λιγότερο από 2 ευρώ ημερησίως). Το προαναφερόμενο ποσό των 2 ευρώ αντιστοιχεί στο ποσό του ασφαλίστρου ανά σύμβαση και ανά ημέρα. Για παράδειγμα, οι οπτικοί που πωλούν πρόσθετες ασφαλίσεις για τα γυαλιά παραμένουν εκτός του πεδίου εφαρμογής της οδηγίας.

    Οι ασφαλιστικές συμβάσεις που πωλούνται ως επικουρική δραστηριότητα σε σχέση με την πώληση υπηρεσιών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας μετά την αναθεώρηση. Αυτή είναι, για παράδειγμα, η περίπτωση των ταξιδιωτικών ασφαλίσεων που πωλούνται από ταξιδιωτικούς πράκτορες, οι γενικές ασφαλίσεις που πωλούνται από εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων και εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης.

    Στο άρθρο 2 επαναδιατυπώνονται οι ορισμοί της IMD1, με κάποιες τροποποιήσεις και προστίθενται νέοι ορισμοί.

    · Η έννοια «ασφαλιστική διαμεσολάβηση» επεκτείνεται για να συμπεριλάβει την επέκταση του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 1 και διευκρινίζει ότι ορισμένες δραστηριότητες συγκεντρωτικών ιστοσελίδων για ασφαλίσεις συνιστούν ασφαλιστική διαμεσολάβηση. Η δραστηριότητα «παρουσίαση» καταργείται. Η έννοια «αντασφαλιστική διαμεσολάβηση» τροποποιείται κατά τον ίδιο τρόπο.

    · Τα «ασφαλιστικά επενδυτικά προϊόντα» ορίζονται κατά τρόπο που αντιστοιχεί στον ορισμό του «επενδυτικού προϊόντος» στον κανονισμό σχετικά με τα έγγραφα βασικών πληροφοριών για τα επενδυτικά προϊόντα (κανονισμός PRIP).

    · Η έννοια «συνδεδεμένος ασφαλιστικός διαμεσολαβητής» επεκτείνεται για να συμπεριλάβει τους διαμεσολαβητές που εργάζονται υπό την ευθύνη άλλου ασφαλιστικού διαμεσολαβητή.

    · Ως «συμβουλή» νοείται η παροχή προσωπικής σύστασης σε πελάτη, είτε κατόπιν αιτήματός του ή όχι.

    · Η έννοια «επαγγελματίας πελάτης» ορίζεται για τους σκοπούς της εξαίρεσης από τις διατάξεις πληροφόρησης.

    · Ως            «πρακτική διασταυρούμενων πωλήσεων» νοείται μια πρακτική η οποία συνίσταται στην ομαδοποίηση τουλάχιστον δύο προϊόντων σε μία μόνο πώληση.

    · Ως «ενδεχόμενη προμήθεια» νοείται η προμήθεια της οποίας το πληρωτέο ποσό βασίζεται στην επίτευξη συμφωνηθέντων στόχων.

    · Ως «στενοί δεσμοί» νοούνται οι ρυθμίσεις με συνδεδεμένα πρόσωπα και οι ρυθμίσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ικανότητά της εποπτικής αρχής να ασκεί αποτελεσματικά εποπτική δραστηριότητα.

    · Η έννοια «αποδοχές» ορίζεται κατά τρόπο που να συμπεριλαμβάνει όχι μόνο τις πληρωμές (αμοιβές, προμήθειες κλπ.) αλλά και τα οικονομικά οφέλη κάθε είδους.

    · Οι ορισμοί «κράτος μέλος καταγωγής», «κράτος μέλος υποδοχής», «ασφαλιστικός διαμεσολαβητής», «αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής» και «σταθερό υπόθεμα» αποτελούν αντικείμενο τροποποιήσεων για την αποσαφήνιση της έννοιας.

    Κεφάλαιο IΙ – Απαιτήσεις εγγραφής στο μητρώο

    Το άρθρο 3 αφήνει τις απαιτήσεις εγγραφής που αναφέρονται στην IMD1 σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητες, προβλέπει ωστόσο τη δημιουργία ενός ενιαίου ηλεκτρονικού μητρώου από την ΕΑΑΕΣ (διασύνδεση των εθνικών βάσεων δεδομένων) και τη γνωστοποίηση ορισμένων ρυθμίσεων με άλλα πρόσωπα. Το εν λόγω ενιαίο ηλεκτρονικό μητρώο λειτουργεί ως πύλη που συνδέει τον χρήστη με τα εθνικά μητρώα. Επίσης, εξαιρεί από την εγγραφή τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της διαδικασίας δήλωσης (βλ. άρθρο 4).

    Κεφάλαιο III – Διαδικασία δήλωσης

    Το άρθρο 4 προβλέπει μια απλοποιημένη διαδικασία, η οποία απαλλάσσει δύο ομάδες προσώπων από την προαναφερόμενη διαδικασία εγγραφής, επιτρέποντάς τους να συνεχίσουν τις δραστηριότητες διαμεσολάβησης μέσω μιας απλής δήλωσης. Οι ομάδες αυτές περιλαμβάνουν:

    · πρόσωπα που ασκούν δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης ως επικουρική δραστηριότητα προς την κύρια δραστηριότητά τους, και τα οποία πληρούν ορισμένες άλλες προϋποθέσεις (όπως είναι οι ταξιδιωτικοί πράκτορες). Σε γενικές γραμμές, οι λοιπές προϋποθέσεις είναι ότι τα προϊόντα είναι συμπληρωματικά σε άλλο προϊόν ή υπηρεσία, δεν καλύπτουν την ασφάλιση ζωής ούτε κινδύνους αστικής ευθύνης, παρά μόνο επικουρικά, και

    · πρόσωπα των οποίων οι δραστηριότητες περιορίζονται στην κατ’ επάγγελμα διαχείριση περιπτώσεων ζημιών και στον διακανονισμό ζημιών.

    Η διαδικασία δήλωσης καλύπτει κυρίως τα πρακτορεία ταξιδίων και τις εταιρείες ενοικιάσεων αυτοκινήτων που πωλούν ασφαλιστικά προϊόντα, καθώς και τους εμπειρογνώμονες για τη διαχείριση περιπτώσεων ζημιών και τον διακανονισμό ζημιών.

    Κεφάλαιο IV - Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και ελευθερία εγκατάστασης

    Τα άρθρα 5, 6 και 7 αντικατοπτρίζουν τις διατάξεις του άρθρου 5 της IMD1, της αναθεωρημένης πρότασης της MiFID και του Πρωτοκόλλου του Λουξεμβούργου[12]. Αφορούν επίσης την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των εποπτικών αρχών του κράτους μέλους καταγωγής και του κράτους μέλους υποδοχής, ιδίως σε περιπτώσεις όπου ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής δεν ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του, όταν πραγματοποιεί συναλλαγές στο κράτος μέλος υποδοχής.

    Κεφάλαιο V – Άλλα οργανωτικά μέτρα

    Το άρθρο 8 περιέχει τις επαγγελματικές και οργανωτικές απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στο άρθρο 4 της IMD1: κατάλληλες γνώσεις και ικανότητες· καλή φήμη· διάθεση ασφάλισης επαγγελματικής αστικής ευθύνης και μέτρα για την προστασία των πελατών έναντι αδυναμίας του διαμεσολαβητή να μεταβιβάσει το ασφάλιστρο στην ασφαλιστική επιχείρηση ή να μεταβιβάσει το ποσό της αποζημίωσης ή να προβεί σε επιστροφή ασφαλίστρων στον ασφαλιζόμενο. Περιλαμβάνει επίσης την απαίτηση συνεχούς επαγγελματικής εξέλιξης. Προκειμένου τα αποτελέσματα να είναι ανάλογα, οι κανόνες που εφαρμόζονται σε αυτούς που ασκούν δραστηριότητες διαμεσολάβησης σε επικουρική βάση, ή των οποίων οι δραστηριότητες περιορίζονται στην κατ’ επάγγελμα διαχείριση των ζημιών, θα είναι ανάλογοι με την πολυπλοκότητα του πωλούμενου προϊόντος. Κατά συνέπεια, το άρθρο 8 δεν εφαρμόζεται πλήρως σε αυτούς τους διαμεσολαβητές.

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση με σκοπό να διευκρινιστεί η έννοια των κατάλληλων γνώσεων και ικανοτήτων.

    Το άρθρο 9 αφορά τη δημοσίευση κανόνων περί γενικού συμφέροντος. Το άρθρο αυτό αποκλίνει από το άρθρο 6 της IMD1· απαιτείται εφεξής από τα κράτη μέλη να δημοσιεύουν τους κανόνες περί γενικού συμφέροντος, και από την ΕΑΑΕΣ να συγκεντρώνει και να δημοσιεύει πληροφορίες σχετικά με τους εν λόγω κανόνες (για την ενδεικτική παράθεση των αρχών γενικού συμφέροντος σε σχέση με τις τρίτες ασφαλιστικές οδηγίες, βλ. την ερμηνευτική ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και το γενικό συμφέρον στον ασφαλιστικό τομέα 2000/C 43/03).

    Στα άρθρα 10 έως 12 επαναδιατυπώνονται τα πρώην άρθρα 7, 9 και 10 όσον αφορά τις αρμόδιες αρχές, την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και τις καταγγελίες.

    Το άρθρο 13 αφορά τις διαδικασίες για την εξωδικαστική διευθέτηση των διαφορών στις οποίες εμπλέκονται πελάτες και ενισχύει το πρώην άρθρο 11 της IMD1, απαιτώντας (παρά ενθαρρύνοντας) τα κράτη μέλη να θεσπίσουν διαδικασίες και να εξασφαλίσουν τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων σε αυτές.

    Το άρθρο 14 αφορά τον περιορισμό της προσφυγής σε διαμεσολαβητές. Επεκτείνει το πρώην άρθρο 3 παράγραφος 6 της IMD1 στις αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και στους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, και λαμβάνει υπόψη τη διαδικασία δήλωσης (βλ. άρθρο 4).

    Κεφάλαιο VI – Απαιτήσεις παροχής πληροφοριών και κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας

    Στα άρθρα 15 έως 20 επαναδιατυπώνονται οι απαιτήσεις γνωστοποίησης, η εξαίρεση για μεγάλους κινδύνους, οι αυστηρότερες διατάξεις του πρώην άρθρου 12, καθώς και οι όροι ενημέρωσης του πρώην άρθρου 13. Τα εν λόγω άρθρα περιέχουν επίσης τις ακόλουθες πρόσθετες διατάξεις:

    · τη γενική αρχή για τους διαμεσολαβητές ότι θα πρέπει να ενεργούν προς το συμφέρον των πελατών τους·

    · παρόμοιες απαιτήσεις πληροφόρησης για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις·

    · την απαίτηση από τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να γνωστοποιούν τη βάση και το ύψος της αμοιβής·

    · την απαίτηση να γνωστοποιούν το ποσό κάθε μεταβλητής αμοιβής που λαμβάνουν από τους υπαλλήλους πωλήσεων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των διαμεσολαβητών·

    · ένα υποχρεωτικό καθεστώς «πλήρους κοινοποίησης πληροφοριών» για την πώληση προϊόντων ασφάλειας ζωής και ένα καθεστώς «κατά παραγγελία» (δηλαδή κατόπιν αιτήματος του πελάτη) για την πώληση προϊόντων ασφάλισης εκτός ασφαλειών ζωής με μεταβατική περίοδο 5 ετών. Μετά τη λήξη της πενταετούς μεταβατικής περιόδου, το καθεστώς πλήρους κοινοποίησης πληροφοριών θα εφαρμόζεται αυτόματα και για την πώληση προϊόντων ασφάλισης εκτός ασφαλειών ζωής. Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, η πρόταση διακρίνει μεταξύ των προϊόντων ασφάλειας ζωής και των προϊόντων ασφάλισης εκτός ασφαλειών ζωής. Στην περίπτωση της πώλησης των προϊόντων ασφάλειας ζωής, η αμοιβή (προμήθεια) τείνει να είναι υψηλότερη. Επίσης, τα προϊόντα ασφάλειας ζωής βρίσκονται πιο κοντά στα επενδυτικά προϊόντα και η αγορά του εν λόγω προϊόντος αποτελεί μακροπρόθεσμη επένδυση. Για τα προϊόντα ασφάλισης εκτός ασφαλειών ζωής η κατάσταση είναι διαφορετική. Η αμοιβή είναι συνήθως χαμηλότερη (η προμήθεια είναι περίπου 5%-10% του ασφαλίστρου) και το προϊόν ενέχει λιγότερους κινδύνους. Στις περισσότερες χώρες της ΕΕ οι καταναλωτές μπορούν πολύ εύκολα και σε προσιτή τιμή να στραφούν σε ένα άλλο, υποκατάστατο προϊόν.

    · την υποχρέωση για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους διαμεσολαβητές να παρέχουν στον πελάτη, πριν από τη σύναψη σύμβασης, επαρκείς πληροφορίες σχετικά με το ασφαλιστικό προϊόν ώστε να μπορεί να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση·

    · την απαίτηση ότι η ΕΑΑΕΣ εξασφαλίζει ότι οι πληροφορίες που λαμβάνει σχετικά με αυστηρότερες εθνικές διατάξεις γνωστοποιούνται στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, τους διαμεσολαβητές και τους καταναλωτές· και

    · περαιτέρω εξαιρέσεις από τη γενική απαίτηση παροχής πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται μέσω σταθερού υποθέματος.

    Όσον αφορά την επίτευξη υψηλότερου επιπέδου προστασίας των καταναλωτών, οι διατάξεις αυτές παρέχουν μεγαλύτερη διαφάνεια σε σχέση με την αρχική οδηγία (2002/92/ΕΚ) όσον αφορά τη φύση, τη δομή και το ύψος της αμοιβής του διαμεσολαβητή και αποσαφηνίζουν τη σχέση εντολέα-εντολοδόχου, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου με τον οποίο η σχέση αυτή μπορεί να επηρεάσει την παροχή συμβουλών. Τα τελευταία χρόνια η προστασία των καταναλωτών έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο, και σήμερα οι καταναλωτές αναζητούν ολοένα και περισσότερο πληροφορίες και έχουν μεγαλύτερη επίγνωση του κόστους. Η γνωστοποίηση των διαφόρων στοιχείων της συνολικής τιμής - συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής του διαμεσολαβητή - θα δώσει τη δυνατότητα στον πελάτη να επιλέξει με βάση την ασφαλιστική κάλυψη συνδεόμενες υπηρεσίες (για παράδειγμα, αν ο διαμεσολαβητής είναι επιφορτισμένος με τη διαχείριση περιπτώσεων ζημιών) και την τιμή. Αυτό θα διασφαλίσει επιπλέον ότι οι διαμεσολαβητές θα παρέχουν στους καταναλωτές κατάλληλα και οικονομικά αποδοτικά προϊόντα και υπηρεσίες. Η υποχρεωτική γνωστοποίηση της αμοιβης θα πρέπει να έχει θετικές συνέπειες στον ανταγωνισμό στον τομέα της διανομής ασφαλιστικών προϊόντων, διότι θα διασφαλίσει ότι οι καταναλωτές λαμβάνουν περισσότερες πληροφορίες για τα προϊόντα και το κόστος, καθώς και για τις πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων. Θα είναι ευκολότερο για τους καταναλωτές να συγκρίνουν ασφαλιστικές καλύψεις και τιμές μεταξύ προϊόντων που πωλούνται μέσω διαφορετικών διαύλων διανομής. Πολλά κράτη μέλη της ΕΕ απαιτούν ήδη τη γνωστοποίση της αμοιβής για ορισμένα ασφαλιστικά προϊόντα, και η MiFID II θα απαιτήσει το ίδιο για τα επενδυτικά προϊόντα. Αυτές οι νέες πληροφορίες θα παρέχουν στους καταναλωτές περισσότερες πλήρεις πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες που προτείνει ο διαμεσολαβητής και το σχετικό κόστος. Η γνωστοποίηση της αμοιβής θα πρέπει, ωστόσο, να εφαρμοστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η σύγκριση μεταξύ διαμεσολαβητών και ανεξάρτητων ασφαλιστών. Πληροφορίες σχετικά με την τιμή της κάλυψης καθώς και τα έξοδα διανομής θα καταστήσουν δυνατή τη συγκρισιμότητα. Ειδικότερα, για την αποφυγή καταστάσεων σύγκρουσης συμφερόντων οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει επίσης να γνωστοποιούν τη βάση υπολογισμού της μεταβλητής αμοιβής των υπαλλήλων τους που προκύπτει από την πώληση ενός προϊόντος. Οι διατάξεις αυτές, εξάλλου, εξετάζουν ορισμένα βασικά προβλήματα που σχετίζονται με τη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών ασφαλιστικού διαμεσολαβητή: έλλειψη ασφάλειας δικαίου και συγκρισιμότητας. Εάν βελτιωθεί το εναρμονισμένο νομικό πλαίσιο, οι διαμεσολαβητές και οι πελάτες τους θα προβαίνουν ενδεχομένως ευκολότερα σε διασυνοριακές πωλήσεις ή αγορές ασφαλιστικών προϊόντων. Η βελτίωση της γνωστοποίησης πληροφοριών θα διευκολύνει τη σύγκριση μεταξύ προϊόντων και διαύλων διανομής (όπως προαναφέρθηκε), η οποία είναι σήμερα ιδιαίτερα δύσκολη σε περιπτώσεις διασυνοριακών συναλλαγών.

    Το άρθρο 21 εισάγει διάταξη όσον αφορά την ομαδοποίηση προϊόντων και απαιτεί να ενημερώνεται ο πελάτης για τη δυνατότητα αγοράς των προϊόντων χωριστά και να του δίδονται ορισμένες πληροφορίες επί του θέματος. Ζητεί επίσης από την ΕΑΑΕΣ να εκπονήσει κατευθυντήριες γραμμές για την εποπτεία των εν λόγω πρακτικών και στη συνέχεια να τις επικαιροποιεί.

    Κεφάλαιο VII – Πρόσθετες απαιτήσεις για την προστασία των καταναλωτών όσον αφορά τα επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα

    Το άρθρο 22 ορίζει το πεδίο εφαρμογής των εν λόγω πρόσθετων διατάξεων, τις οποίες καθιστά εφαρμοστέες στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή τις επιχειρήσεις όταν πωλούν επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα.

    Το άρθρο 23 περιέχει πρόσθετες διατάξεις όσον αφορά τις συγκρούσεις συμφερόντων· προβλέπει ότι οι συγκρούσεις αυτές πρέπει να προσδιορίζονται. Εκχωρεί στην Επιτροπή την εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

    · για τον καθορισμό μέτρων που μπορεί να απαιτούνται για τον εντοπισμό, την πρόληψη, τη διαχείριση και τη γνωστοποίηση των εν λόγω συγκρούσεων· και

    · για τη θέσπιση κριτηρίων για τον καθορισμό συγκεκριμένων τύπων συγκρούσεων που μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά τα συμφέροντα των πελατών.

    Το άρθρο 24 βασίζεται στο άρθρο [23] της MiFID II. Προβλέπει την απαίτηση που καθορίζεται στην MiFID ΙΙ

    · να ενεργούν με εντιμότητα, θεμιτό τρόπο και επαγγελματισμό ώστε να εξυπηρετούν με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των πελατών·

    · να διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες αυτές είναι ακριβείς, σαφείς και μη παραπλανητικές·

    · να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την ασφαλιστική επιχείρηση ή τον διαμεσολαβητή και τις υπηρεσίες τους (ιδίως, εάν παρέχονται συμβουλές σε ανεξάρητη βάση), σχετικά με το πεδίο κάθε ανάλυσης της αγοράς (διευκρινίζοντας αν θα παρέχεται διαρκή αξιολόγηση καταλληλότητας των προϊόντων), σχετικά με τα προτεινόμενα προϊόντα και τις στρατηγικές επένδυσης, και σχετικά με το κόστος.

    Καθορίζει επίσης τη βάση επί της οποίας μια συμβουλή μπορεί να θεωρηθεί ανεξάρτητη· περιλαμβάνει την απαίτηση αξιολόγησης των προϊόντων που διατίθενται στην αγορά και μη αποδοχής αμοιβής από τρίτους.

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που διασφαλίζουν την τήρηση των διατάξεων του εν λόγω άρθρου.

    Το άρθρο 25 καθορίζει τον τρόπο αξιολόγησης της καταλληλότητας και της σκοπιμότητας, και προβλέπει ότι πρέπει να λαμβάνονται πληροφορίες από τον πελάτη. Στην περίπτωση πωλήσεων χωρίς την παροχή συμβουλών, ο διαμεσολαβητής ή η επιχείρηση πρέπει να διαθέτει πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την εμπειρία του πελάτη ώστε να προσδιορίσει αν το προϊόν είναι κατάλληλο γι’ αυτόν. Στην περίπτωση πωλήσεων με παροχή συμβουλών, πρέπει να διαθέτει πληροφορίες για την οικονομική κατάσταση και τους επενδυτικούς στόχους του πελάτη ώστε να προσδιορίσει την καταλληλότητα για τον πελάτη. Εάν ένα προϊόν δεν είναι κατάλληλο, ανάλογα με την περίπτωση, πρέπει να ειδοποιείται σχετικά ο πελάτης. Ο πωλητής πρέπει επίσης να τηρεί αρχεία με τους όρους βάσει των οποίων παρέχει υπηρεσίες στον πελάτη και να υποβάλλει εκθέσεις στον πελάτη. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που διασφαλίζουν την τήρηση των διατάξεων.

    Κεφάλαιο VIII – Κυρώσεις

    Το άρθρο 26 απαιτεί από τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές επιβάλλουν διοικητικές κυρώσεις και λαμβάνουν μέτρα αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά λόγω παραβίασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

    Οι διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα πρέπει να επιβάλλονται στα φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία, δυνάμει του εθνικού δικαίου, φέρουν ευθύνη για την παράβαση.

    Στις αρμόδιες αρχές θα πρέπει να ανατίθενται όλες οι απαραίτητες εξουσίες έρευνας, και πρέπει να συνεργάζονται σε διασυνοριακές υποθέσεις.

    Το άρθρο 27 απαιτεί τη δημοσίευση των κυρώσεων ή μέτρων που επιβάλλονται για παραβάσεις.

    Το άρθρο 28 διευκρινίζει ορισμένες παραβάσεις και καθορίζει τις διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται στους διαμεσολαβητές, συμπεριλαμβανομένων της ανάκλησης της εγγραφής, απαγορεύσεων έναντι προσώπων που είναι υπεύθυνα για την άσκηση των καθηκόντων διαχείρισης, καθώς και χρηματικές κυρώσεις έως το διπλάσιο του οφέλους που προκύπτει από την παράβαση, εάν το όφελος αυτό μπορεί να προσδιοριστεί.

    Η παρούσα πρόταση δεν καλύπτει το θέμα των ποινικών κυρώσεων.

    Το άρθρο 29 καθορίζει τους παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την επιβολή κυρώσεων και μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των οφελών που προκύπτουν από την παράβαση, των ζημιών που προκλήθηκαν σε τρίτα μέρη και του βαθμού συνεργασίας του υπευθύνου· ζητεί από την ΕΑΑΕΣ να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κυρώσεις. Απαιτεί επίσης την ανακοίνωση κάθε κύρωσης ή μέτρου προς τον διαμεσολαβητή ή την επιχείρηση, καθώς και αιτιολόγηση της εν λόγω κύρωσης.

    Το άρθρο 30 προβλέπει αποτελεσματικούς μηχανισμούς για την ενθάρρυνση της αναφοράς των παραβάσεων και την κατάλληλη προστασία των καταγγελλόντων δυσλειτουργίες και των προσωπικών τους δεδομένων, καθώς και την προστασία των δεδομένων των φυσικών προσώπων που φέρονται ότι ευθύνονται για τις παραβάσεις.

    Το άρθρο 31 προβλέπει την ετήσια ανακοίνωση στην ΕΑΑΕΣ συγκεντρωτικών πληροφοριών σχετικά με παραβάσεις καθώς και τη δημοσίευση των πληροφοριών αυτών από την ΕΑΑΕΣ. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να θεσπίζει εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα στον τομέα αυτό, τα οποία πρέπει να εκπονήσει η ΕΑΑΕΣ και να τα υποβάλει στην Επιτροπή [6] μήνες μετά τη δημοσίευση της οδηγίας.

    Κεφάλαιο IX – Τελικές διατάξεις

    Στα άρθρα 32 έως 39 επαναδιατυπώνονται (και ενδεχομένως επικαιροποιούνται) οι τελικές διατάξεις της IMD1 σχετικά με το δικαίωμα προσφυγής στα δικαστήρια, τη μεταφορά της νομοθεσίας στο εθνικό δίκαιο και την έναρξη ισχύος, την κατάργηση της προηγούμενης νομοθεσίας και τους αποδέκτες. Επιπλέον, τα άρθρα 33 και 34 περιέχουν τους όρους όσον αφορά την εξουσία της Επιτροπής να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, όπως ορίζεται στην οδηγία, και το άρθρο 35 προβλέπει διαδικασία επανεξέτασης και αξιολόγησης, από την Επιτροπή, της οδηγίας μετά την έναρξη ισχύος της. Η επανεξέταση αυτή λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη τις επιπτώσεις των κανόνων γνωστοποίησης του άρθρου 17 παράγραφος 2 όσον αφορά τους διαμεσολαβητές ασφαλειών εκτός ασφαλειών ζωής, που είναι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

    4.           ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

    Οι συγκεκριμένες δημοσιονομικές επιπτώσεις για την Επιτροπή αξιολογούνται επίσης στο δημοσιονομικό δελτίο που συνοδεύει την παρούσα πρόταση. Οι συγκεκριμένες επιπτώσεις της πρότασης στον προϋπολογισμό σχετίζονται με το καθήκον που ανατίθεται στην ΕΑΑΕΣ, όπως προσδιορίζεται στο νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο που συνοδεύει την παρούσα πρόταση.

    Η πρόταση έχει επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της Κοινότητας.

    ê 2002/92/EΚ (προσαρμοσμένο)

    2012/0175 (COD)

    Πρόταση

    ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση

    (αναδιατύπωση)

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη σΣυνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ö για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης Õ, και ιδίως το άρθρο 47 παράγραφος 2 Ö 53 παράγραφος 1 Õ και το άρθρο 55 Ö 62 Õ,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    ò νέο

    Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    ê 2002/92/ΕΚ

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

    ò νέο

    Κατόπιν διαβούλευσης με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων,

    ê 2002/92/ΕΚ

    ð νέο

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη ð συνήθη νομοθετική ï διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    ò νέο

    (1)       Στην οδηγία 2002/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση[13] πρέπει να γίνουν ορισμένες τροποποιήσεις. Για λόγους σαφήνειας, είναι σκόπιμη η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

    (2)       Δεδομένου ότι ο κύριος στόχος και το αντικείμενο της παρούσας πρότασης είναι η εναρμόνιση των εθνικών διατάξεων σχετικά με τους αναφερθέντες τομείς, η πρόταση θα πρέπει να στηρίζεται στο άρθρο 53 παράγραφος 1 και στο άρθρο 62 της ΣΛΕΕ. Η οδηγία αποτελεί κατάλληλο μέσο για να καταστεί δυνατή, όταν είναι αναγκαίο, η προσαρμογή των εκτελεστικών διατάξεων, στους τομείς που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, στις υφιστάμενες ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης αγοράς και στο νομικό σύστημα κάθε κράτους μέλους. Η παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να αποσκοπεί στον συντονισμό των εθνικών κανόνων που αφορούν την πρόσβαση στη δραστηριότητα της ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης, συμπεριλαμβανομένης της κατ’ επάγγελμα διαχείρισης περιπτώσεων ζημιών και του διακανονισμού ζημιών, και ως εκ τούτου βασίζεται στο άρθρο 53 παράγραφος 1 της Συνθήκης. Επιπλέον, δεδομένου ότι πρόκειται για έναν τομέα παροχής υπηρεσιών σε ολόκληρη την Ένωση, η παρούσα οδηγία βασίζεται επίσης στο άρθρο 62 της Συνθήκης.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 1 (προσαρμοσμένο)

    (3)       Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στη διανομή ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων στην Κοινότητα Ö Ένωση Õ.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 2

    Με την οδηγία 77/92/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1976, περί των μέτρων που αποσκοπούν στη διευκόλυνση της πραγματικής ασκήσεως του δικαιώματος εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών όσον αφορά τις δραστηριότητες πράκτορα και μεσίτη ασφαλειών (ex ομάδα 630 ΔΤΤΒ), και ιδίως περί των μεταβατικών μέτρων όσον αφορά τις δραστηριότητες αυτές[14], έγινε ένα πρώτο βήμα προκειμένου να διευκολυνθεί η άσκηση της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών για τους πράκτορες και μεσίτες ασφαλειών.

    ê2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 3

    Η οδηγία 77/92/ΕΟΚ επρόκειτο να παραμείνει σε ισχύ μέχρις ότου τεθούν σε εφαρμογή οι διατάξεις περί συντονισμού των εθνικών κανόνων που αφορούν την ανάληψη και την άσκηση των δραστηριοτήτων των πρακτόρων και μεσιτών ασφαλειών.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 4

    Η σύσταση 92/48/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 1991, για τους ασφαλιστικούς μεσάζοντες[15] υιοθετήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τα κράτη μέλη και βοήθησε την προσέγγιση των εθνικών διατάξεων σχετικά με τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα και την εγγραφή σε μητρώα των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 9

    ð νέο

    (4)       Τα ασφαλιστικά προϊόντα μπορούν να διανέμονται από διάφορες κατηγορίες φυσικών ή νομικών προσώπων, όπως πράκτορες, μεσίτες και φορείς παροχής τραπεζασφαλιστικών υπηρεσιών, ð ασφαλιστικές επιχειρήσεις, πρακτορεία ταξιδίων και εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων ï. Για την ίση μεταχείριση μεταξύ των φορέων και την προστασία των καταναλωτών απαιτείται η κάλυψη όλων αυτών των προσώπων με την παρούσα οδηγία.

    ò νέο

    (5)       Η εφαρμογή της οδηγίας 2002/92/ΕΚ κατέδειξε ότι για ορισμένες διατάξεις απαιτείται περαιτέρω αποσαφήνιση, με σκοπό να διευκολυνθεί η άσκηση της ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης και ότι για την προστασία των καταναλωτών απαιτείται επέκταση του πεδίου εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας σε όλες τις πωλήσεις ασφαλιστικών προϊόντων, είτε μέσω των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών είτε των ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Όσον αφορά τις πωλήσεις, την εξυπηρέτηση μετά την πώληση και τις διαδικασίες αποζημίωσης, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες πωλούν απευθείας ασφαλιστικά προϊόντα, θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο πεδίο εφαρμογής της νέας οδηγίας σε παρόμοια βάση με τους ασφαλιστικούς πράκτορες και μεσίτες.

    (6)       Για να εξασφαλιστεί ότι το ίδιο επίπεδο προστασίας ισχύει ανεξάρτητα από τον δίαυλο μέσω του οποίου οι καταναλωτές αγοράζουν ένα ασφαλιστικό προϊόν, είτε άμεσα από μια ασφαλιστική επιχείρηση είτε έμμεσα από έναν διαμεσολαβητή, το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να καλύπτει όχι μόνο τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, αλλά και άλλους συμμετέχοντες στην αγορά οι οποίοι πωλούν ασφαλιστικά προϊόντα σε επικουρική βάση (π.χ. ταξιδιωτικά γραφεία και εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων, προμηθευτές εμπορευμάτων που δεν πληρούν τους όρους για την εξαίρεση).

    (7)       Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται στα πρόσωπα των οποίων η δραστηριότητα συνίσταται στο να επικουρούν (είτε για λογαριασμό ενός πελάτη ή μιας ασφαλιστικής επιχείρησης) στη διαχείριση και την εκτέλεση μιας σύμβασης ασφάλισης ή αντασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης της κατ’ επάγγελμα διαχείρισης περιπτώσεων ζημιών ή δραστηριοτήτων εκτίμησης ή διακανονισμού ζημιών.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 5

    (8)       Ωστόσο, εΕξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των εθνικών διατάξεων, οι οποίες δημιουργούν εμπόδια στην ανάληψη και άσκηση των δραστηριοτήτων των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών στην εσωτερική αγορά. Είναι, επομένως, σκόπιμο να αντικατασταθεί η οδηγία 77/92/ΕΟΚ από μια νέα οδηγία.

    ò νέο

    (9)       Η σημερινή και η πρόσφατη χρηματοπιστωτική αναταραχή τόνισε τη σημασία της διασφάλισης αποτελεσματικής προστασίας του καταναλωτή σε όλους τους χρηματοπιστωτικούς τομείς. Κατά συνέπεια, είναι σκόπιμο να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των πελατών και η μεγαλύτερη ενοποίηση της ρυθμιστικής αντιμετώπισης ως προς τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων, προκειμένου να διασφαλίζεται επαρκές επίπεδο προστασίας των πελατών σε ολόκληρη την Ένωση. Τα μέτρα προστασίας των πελατών θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένα στις ιδιαιτερότητες καθεμιάς από τις διάφορες κατηγορίες πελατών (επαγγελματίες ή άλλοι).

    ê2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 11

    ð νέο

    (10)     Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα πρόσωπα η δραστηριότητα των οποίων συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών ασφαλιστικής ð ή αντασφαλιστικής ï διαμεσολάβησης σε τρίτους έναντι αμοιβής, η οποία μπορεί να είναι χρηματική ή να έχει οποιαδήποτε άλλη μορφή συνομολογημένου οικονομικού οφέλους το οποίο συνδέεται με τις υπηρεσίες που παρέχουν αυτοί οι διαμεσολαβητές.

    ò νέο

    (11)     Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται στα πρόσωπα των οποίων η δραστηριότητα συνίσταται στην παροχή πληροφοριών σε μία ή περισσότερες ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές συμβάσεις για την τήρηση κριτηρίων που επιλέγονται από τον πελάτη, είτε μέσω μιας ιστοσελίδας είτε άλλων μέσων, ή στην παροχή της κατάταξης των ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων ή στην παροχή έκπτωσης επί της τιμής της σύμβασης, όταν ο πελάτης είναι σε θέση να συνάψει άμεσα ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο στο τέλος της διαδικασίας· δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε δραστηριότητες απλής παρουσίασης που συνίστανται στην παροχή δεδομένων και πληροφοριών σχετικά με δυνητικούς ασφαλισμένους σε ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ή διαμεσολαβητές ή πληροφοριών σχετικά με ασφαλιστικά ή αντασφαλιστικά προϊόντα ή ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή επιχείρηση για δυνητικούς ασφαλισμένους.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 12

    (12)     Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στα πρόσωπα που ασκούν άλλη επαγγελματική δραστηριότητα, όπως π.χ. οι φοροτεχνικοί ή οι λογιστές, τα οποία παρέχουν περιστασιακά συμβουλές για ασφαλιστικά θέματα στο πλαίσιο αυτής της άλλης επαγγελματικής δραστηριότητας, ούτε θα πρέπει να εφαρμόζεται σε απλή παροχή πληροφοριών γενικής φύσεως σχετικά με ασφαλιστικά προϊόντα, εφόσον η δραστηριότητα αυτή δεν αποσκοπεί ούτε στην παροχή βοήθειας προς τον πελάτη κατά τη σύναψη ή την εκτέλεση ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής σύμβασης, ούτε στην κατ' επάγγελμα διαχείριση περιπτώσεων ζημιών μιας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, ούτε στην εκτίμηση και το διακανονισμό ζημιών.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 13

    ð νέο

    (13)     Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στα πρόσωπα που ασκούν την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ως παρεπόμενη δραστηριότητα υπό ορισμένεςους αυστηρές προϋποθέσεις ð περιορισμούς όσον αφορά την πολιτική, και ιδίως τη γνώση που απαιτείται για την πώλησή της, τους καλυπτόμενους κινδύνους και το ποσό των ασφαλίστρων ï.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 10 (προσαρμοσμένο)

    (14)     Η παρούσα οδηγία περιλαμβάνει ορισμό του Ö ορίζει τον Õ «συνδεδεμένου ασφαλιστικούό διαμεσολαβητή», με τον οποίο Ö προκειμένου να Õ λαμβάνονται υπόψη τα χαρακτηριστικά ορισμένων αγορών των κρατών μελών, και ο οποίος αποσκοπεί στον καθορισμό των όρων Ö να καθορίζονται οι όροι Õ εγγραφής σε μητρώο που μπορούν να εφαρμοστούν σε αυτούς τους διαμεσολαβητές. Ο ορισμός αυτός δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν παραπλήσιες έννοιες σχετικά με τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές οι οποίοι, ενώ δρουν για λογαριασμό και εξ ονόματος μιας ασφαλιστικής επιχείρησης υπό την πλήρη ευθύνη της, είναι εξουσιοδοτημένοι να εισπράττουν ασφάλιστρα ή ποσά που προορίζονται για τους πελάτες, υπό τους όρους χρηματοοικονομικής εγγύησης που προβλέπει η παρούσα οδηγία.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 14

    ð νέο

    (15)     Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ð οι οποίοι είναι φυσικά πρόσωπα ï θα πρέπει να εγγράφονται σε μητρώο της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους όπου έχουν τη διαμονή τους ή την κεντρική τους διοίκηση, υπό την προϋπόθεση ότι διαθέτουν αυστηρά επαγγελματικά προσόντα όσον αφορά την ικανότητα, την καλή φήμη, την κάλυψη της επαγγελματικής αστικής ευθύνης και την χρηματοοικονομική ικανότητα. ðεκείνοι που είναι νομικά πρόσωπα θα πρέπει να εγγράφονται σε μητρώο της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους όπου έχουν την καταστατική τους έδρα (ή, αν σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο δεν έχουν καταστατική έδρα, τα κεντρικά τους γραφεία), υπό την προϋπόθεση ότι διαθέτουν αυστηρά επαγγελματικά προσόντα όσον αφορά την ικανότητα, την καλή φήμη, την κάλυψη της επαγγελματικής αστικής ευθύνης και τη χρηματοοικονομική ικανότητα. Οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές που έχουν ήδη εγγραφεί στα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να εγγραφούν εκ νέου στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.ï

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 6 και αιτιολογική σκέψη 15 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    (16)     Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επωφεληθούν από τα δικαιώματα που τους παρέχει η σΣυνθήκη με την ελευθερία εγκατάστασης και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Ö Συνεπώς, ÕΗη εν λόγω εγγραφή σε μητρώο ð ή δήλωση στο κράτος μέλος καταγωγής ï θα πρέπει να επιτρέπει στους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να δραστηριοποιούνται σε άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της ελεύθερης εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, με την προϋπόθεση ότι έχει τηρηθεί η κατάλληλη διαδικασία ενημέρωσης μεταξύ των αρμόδιων αρχών.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 16

    (17)     Απαιτείται η εφαρμογή κατάλληλων κυρώσεων έναντι των προσώπων που ασκούν τη δραστηριότητα της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης χωρίς να έχουν εγγραφεί σε μητρώο, των ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες διαμεσολαβητών μη εγγεγραμμένων σε μητρώα ή διαμεσολαβητών που δεν συμμορφώνονται με τις εθνικές διατάξεις που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

    ò νέο

    (18)     Για την ενίσχυση της διαφάνειας και τη διευκόλυνση του διασυνοριακού εμπορίου, η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ) θα πρέπει να καταρτίζει, να δημοσιεύει και να επικαιροποιεί μια ενιαία ηλεκτρονική βάση δεδομένων που να περιέχει ένα αρχείο για κάθε ασφαλιστικό και αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή που έχει κοινοποιήσει την πρόθεσή του να ασκήσει την ελευθερία εγκατάστασης ή να παρέχει υπηρεσίες. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν αμελητί τις σχετικές πληροφορίες στην ΕΑΑΕΣ προς τον σκοπό αυτόν. Αυτή η βάση δεδομένων θα πρέπει να εμφανίζει μια ζεύξη υπερκειμένου προς κάθε αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους. Κάθε αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους θα πρέπει να εμφανίζει στην ιστοσελίδα της μια ζεύξη υπερκειμένου προς αυτή τη βάση δεδομένων.

    (19)     Τα σχετικά δικαιώματα και οι αρμοδιότητες των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής όσον αφορά την εποπτεία των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών που έχουν καταχωριστεί από αυτά ή που ασκούν δραστηριότητες ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης εντός της επικράτειάς τους κατά την άσκηση των δικαιωμάτων της ελευθερίας εγκατάστασης ή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, θα πρέπει να καθοριστούν σαφώς.

    (20)     Τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να εφαρμόζουν τις απαιτήσεις εγγραφής στο μητρώο για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που ασκούν την ασφαλιστική διαμεσολάβηση σε σχέση με ορισμένα είδη συμβάσεων ασφάλισης σε επικουρική βάση ή με την κατ’ επάγγελμα διαχείριση περιπτώσεων ζημιών, την εκτίμηση και τον διακανονισμό ζημιών, υπό την προϋπόθεση ότι συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας ως προς τις γνώσεις, την ικανότητα και την καλή φήμη και τις συναφείς απαιτήσεις πληροφοριών και τις απαιτήσεις επαγγελματικής δεοντολογίας, και ότι έχει υποβληθεί δήλωση δραστηριότητας στην αρμόδια αρχή.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 7 (προσαρμοσμένο)

    (21)     Η αδυναμία των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών να ασκούν ελεύθερα τις δραστηριότητές τους σε όλη την Κοινότητα Ö Ένωση Õ εμποδίζει την εύρυθμη λειτουργία της ενιαίας αγοράς ασφαλίσεων.

    ò νέο

    (22)     Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί υψηλό επίπεδο επαγγελματισμού και επάρκειας των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των υπαλλήλων των ασφαλιστικών εταιρειών που εμπλέκονται άμεσα στις δραστηριότητες προετοιμασίας της πώλησης, κατά τη διάρκεια της πώλησης και μετά την πώληση ασφαλιστηρίων συμβολαίων. Ως εκ τούτου, οι επαγγελματικές γνώσεις του διαμεσολαβητή, των υπαλλήλων των άμεσων ασφαλιστών και των εταιρειών ενοικίασης αυτοκινήτων και των ταξιδιωτικών γραφείων, καθώς και οι επαγγελματικές γνώσεις των προσώπων που ασκούν τις δραστηριότητες της διαχείρισης περιπτώσεων ζημιών, εκτίμησης ή διακανονισμού ζημιών θα πρέπει να αντιστοιχεί με το επίπεδο της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων αυτών. Θα πρέπει να διασφαλίζεται συνεχής εκπαίδευση.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 8

    ð νέο

    (23)     Ο συντονισμός των εθνικών διατάξεων για τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα και την εγγραφή σε μητρώα των προσώπων που αναλαμβάνουν και ασκούν τη δραστηριότητα της ασφαλιστικής ð ή αντασφαλιστικής ï διαμεσολάβησης μπορεί, ως εκ τούτου, να συμβάλει τόσο στην ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών όσο και στη βελτίωση της προστασίας των καταναλωτών στον τομέα αυτόν.

    ò νέο

    (24)     Για την ενίσχυση του διασυνοριακού εμπορίου, θα πρέπει να καθιερωθούν οι αρχές που διέπουν την αμοιβαία αναγνώριση των γνώσεων και των ικανοτήτων των διαμεσολαβητών.

    (25)     Τα εθνικά προσόντα που είναι διαπιστευμένα στο επίπεδο 3 ή παραπάνω στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Πλαισίου Προσόντων, που καθιερώθηκε δυνάμει της σύστασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, σχετικά με τη θέσπιση του ευρωπαϊκού πλαισίου επαγγελματικών προσόντων για τη διά βίου μάθηση[16] θα πρέπει να είναι αποδεκτά από ένα κράτος μέλος υποδοχής αποδεικνύοντας ότι ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής πληροί τις απαιτήσεις γνώσεων και ικανοτήτων οι οποίες αποτελούν προϋπόθεση για την καταχώριση σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Το πλαίσιο αυτό βοηθά τα κράτη μέλη, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τους εργοδότες και τους πολίτες να συγκρίνουν τα προσόντα σε διαφορετικά συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης της ΕΕ. Το εν λόγω εργαλείο είναι ουσιαστικό για την ανάπτυξη μιας αγοράς εργασίας σε ολόκληρη την Ένωση. Το πλαίσιο αυτό δεν έχει σχεδιαστεί για να αντικαταστήσει τα εθνικά συστήματα επαγγελματικών προσόντων, αλλά για να συμπληρώσει τις ενέργειες των κρατών μελών, διευκολύνοντας τη συνεργασία μεταξύ τους.

    (26)     Παρά τα υφιστάμενα συστήματα ενιαίου διαβατηρίου για τους ασφαλιστές και τους διαμεσολαβητές, η ευρωπαϊκή ασφαλιστική αγορά παραμένει ιδιαίτερα κατακερματισμένη. Προκειμένου να διευκολυνθούν οι διασυνοριακές επιχειρηματικές δραστηριότητες και να ενισχυθεί η διαφάνεια για τους καταναλωτές, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη δημοσίευση των κανόνων περί γενικού συμφέροντος που ισχύουν στο έδαφός τους, καθώς και·ένα ενιαίο ηλεκτρονικό μητρώο και πληροφορίες σχετικά με τους κανόνες περί γενικού συμφέροντος όλων των κρατών μελών, οι οποίοι ισχύουν για την ασφαλιστική και αντασφαλιστική διαμεσολάβηση που θα πρέπει να διατίθενται στο κοινό.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 17

    (27)     Η συνεργασία και η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών είναι απαραίτητη για την προστασία των καταναλωτών και την εξασφάλιση της ευρωστίας των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών δραστηριοτήτων στην ενιαία αγορά.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 22 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    (28)     Στα κράτη μέλη πρέπει να υφίστανται επαρκείς Ö κατάλληλες Õ και αποτελεσματικές ð εξωδικαστικές ï διαδικασίες καταγγελιών και προσφυγών για το διακανονισμό των διαφορών μεταξύ ασφαλιστικών διαμεσολαβητών ð ή επιχειρήσεων ï και καταναλωτών Ö πελατών Õ, χρησιμοποιώντας ενδεχομένως τις ισχύουσες διαδικασίες. ðΑποτελεσματικές εξώδικες διαδικασίες καταγγελίας και προσφυγής θα πρέπει να είναι διαθέσιμες για την αντιμετώπιση των διαφορών σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που καθορίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας μεταξύ των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή των προσώπων που πωλούν ή προσφέρουν ασφαλιστικά προϊόντα και των πελατών. Προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα των διαδικασιών της εξώδικης επίλυσης διαφορών οι οποίες εφαρμόζονται σε περίπτωση καταγγελιών που υποβάλλονται από τους πελάτες, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να προβλέπει ότι οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή τα πρόσωπα που πωλούν ή προσφέρουν ασφαλιστικά προϊόντα πρέπει να συμμετέχουν στις διαδικασίες επίλυσης διαφορών, οι οποίες δεν καταλήγουν σε δεσμευτική απόφαση, και οι οποίες κινήθηκαν εναντίον τους από τους πελάτες και αφορούν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που καθορίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Οι εν λόγω διαδικασίες εξώδικης επίλυσης διαφορών θα αποσκοπούν στην επίτευξη ταχύτερης και λιγότερο δαπανηρής διευθέτησης των διαφορών μεταξύ των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή των προσώπων που πωλούν ή προσφέρουν ασφαλιστικά προϊόντα και των πελατών, καθώς και στην ελάφρυνση του φόρτου εργασίας του δικαστικού συστήματος. Ωστόσο, οι διαδικασίες εξώδικης επίλυσης διαφορών δεν θα πρέπει να θίγουν τα δικαιώματα των διαδίκων στις εν λόγω διαδικασίες να προσφεύγουν στα δικαστήρια. ï

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 23

    ð νέο

    Με την επιφύλαξη του δικαιώματος των πελατών για προσφυγή στα δικαστήρια, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν τους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς που έχουν θεσπιστεί για ð διασφαλίζουν ότι οι οντότητες που είναι επιφορτισμένες με ï την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών ð , που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία, ï να συνεργάζονται στην επίλυση διασυνοριακών διαφορών. ð Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν τις εν λόγω οντότητες να αποτελούν μέρος του FIN-NET[17]. ï Η εν λόγω συνεργασία θα μπορούσε π.χ. να επιτρέπει στους πελάτες να έρχονται σε επαφή με εξωδικαστικούς φορείς στο κράτος μέλος διαμονής τους για καταγγελίες κατά των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών που είναι εγκατεστημένοι σε άλλα κράτη μέλη. Η δημιουργία του δικτύου FIN-NET παρέχει αυξημένη βοήθεια στους καταναλωτές όταν χρησιμοποιούν διασυνοριακές υπηρεσίες. Στις διατάξεις περί της διαδικασίας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η σύσταση 98/257/ΕΚ της Επιτροπής, της 30ής Μαρτίου 1998, σχετικά με τις αρχές που διέπουν τα αρμόδια όργανα για την εξώδικη επίλυση των διαφορών κατανάλωσης [18].

    ò νέο

    (29)     Το διευρυνόμενο φάσμα δραστηριοτήτων που πολλοί ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και επιχειρήσεις ασκούν ταυτόχρονα έχει αυξήσει την πιθανότητα συγκρούσεων μεταξύ των συμφερόντων που σχετίζονται με τις διάφορες αυτές δραστηριότητες και των συμφερόντων των πελατών τους. Είναι, επομένως, αναγκαίο τα κράτη μέλη να προβλέψουν κανόνες για να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω συγκρούσεις δεν έχουν αρνητικές επιπτώσεις στα συμφέροντα του πελάτη.

    (30)     Στους καταναλωτές θα πρέπει να παρέχονται εκ των προτέρων σαφείς πληροφορίες σχετικά με το καθεστώς των προσώπων που πωλούν το ασφαλιστικό προϊόν και σχετικά με την αμοιβή που λαμβάνουν. Υπάρχει ανάγκη να καθιερωθεί η υποχρέωση παροχής πληροφοριών σχετικά με το καθεστώς των ευρωπαϊκών ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται στον καταναλωτή κατά το προσυμβατικό στάδιο. Αποσκοπούν να δείξουν τη σχέση μεταξύ της ασφαλιστικής επιχείρησης και του διαμεσολαβητή (ενδεχομένως), καθώς και τη δομή και τη σύνθεση της αμοιβής των διαμεσολαβητών.

    (31)     Για τον μετριασμό των συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ του πωλητή και του αγοραστή ενός ασφαλιστικού προϊόντος, είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί επαρκής δημοσιοποίηση της αμοιβής των διανομέων ασφαλιστικών προϊόντων. Κατά συνέπεια, για τα προϊόντα ασφάλισης ζωής, ο διαμεσολαβητής και ο υπάλληλος του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης θα πρέπει να υποχρεούνται να ενημερώνουν τον πελάτη σχετικά με τις αποδοχές τους, πριν από την πώληση. Για τα άλλα ασφαλιστικά προϊόντα, για μεταβατική περίοδο 5 ετών, ο πελάτης πρέπει να ενημερώνεται για το δικαίωμά του να απαιτεί τις πληροφορίες αυτές, οι οποίες πρέπει να του παρέχονται κατόπιν αιτήσεως.

    (32)     Προκειμένου ο πελάτης να διαθέτει συγκρίσιμες πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης που του παρέχονται, ανεξάρτητα από το αν ο πελάτης αγοράζει μέσω διαμεσολαβητή ή απευθείας από την ασφαλιστική επιχείρηση, και για να αποφεύγεται η στρέβλωση του ανταγωνισμού, ενθαρρύνοντας τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να πωλούν απευθείας στους πελάτες και όχι μέσω διαμεσολαβητών, προκειμένου να αποφεύγονται απαιτήσεις πληροφόρησης, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει επίσης να υποχρεούνται να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τις αποδοχές στους πελάτες με τους οποίους ασχολούνται άμεσα στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών ασφαλιστικής διαμεσολάβησης σχετικά με την αμοιβή που εισπράττουν για την πώληση των ασφαλιστικών προϊόντων.

    (33)     Δεδομένου ότι η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών, ορισμένες από τις διατάξεις της εφαρμόζονται μόνο στο πλαίσιο σχέσης «επιχείρηση προς καταναλωτή» (B2C), και ιδίως οι διατάξεις που ρυθμίζουν τους κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών ή άλλων πωλητών ασφαλιστικών προϊόντων.

    (34)     Προκειμένου να αποφεύγονται οι περιπτώσεις καταχρηστικής πώλησης, είναι σκόπιμο η πώληση των ασφαλιστικών προϊόντων να συνοδεύεται, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, με ειλικρινείς και επαγγελματικές συμβουλές.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 18 (προσαρμοσμένο)

    (35)     Έχει ουσιώδη σημασία για τον πελάτη να γνωρίζει αν ο διαμεσολαβητής με τον οποίο συναλλάσσεται τον συμβουλεύει Ö τον πελάτη Õ για προϊόντα από ένα ευρύ φάσμα ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή για προϊόντα που παρέχονται από έναν συγκεκριμένο αριθμό ασφαλιστικών επιχειρήσεων.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 20

    ð νέο

    (36)     ðΛόγω της αυξανόμενης εξάρτησης των καταναλωτών από εξατομικευμένες συστάσεις, είναι σκόπιμο να συμπεριληφθεί ορισμός της συμβουλής. Πριν από την παροχή συμβουλών, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η επιχείρηση θα πρέπει να αξιολογεί τις ανάγκες του πελάτη, τις απαιτήσεις και την οικονομική του κατάσταση. ï Αν ο διαμεσολαβητής δηλώνει ότι παρέχει συμβουλές για προϊόντα από ένα ευρύ φάσμα ασφαλιστικών επιχειρήσεων, θα πρέπει να προβαίνει σε αμερόληπτη και επαρκώς διεξοδική ανάλυση των προϊόντων που διατίθενται στην αγορά. Επιπλέον, όλοι οι ð ασφαλιστικοί ï διαμεσολαβητές ð και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ï θα πρέπει να εξηγούν τους λόγους στους οποίους βασίζονται οι συμβουλές τους.

    ò νέο

    (37)     Πριν από τη σύναψη μιας σύμβασης, ακόμη και στην περίπτωση πωλήσεων χωρίς την παροχή συμβουλών, θα πρέπει να δίδονται στον πελάτη οι σχετικές πληροφορίες για το ασφαλιστικό προϊόν ώστε να μπορεί να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση. Ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής θα πρέπει να είναι σε θέση να εξηγεί στον πελάτη τα βασικά χαρακτηριστικά των ασφαλιστικών προϊόντων που πωλεί.

    (38)     Είναι σκόπιμο να θεσπιστούν ενιαίοι κανόνες, ώστε το πρόσωπο που πωλεί το ασφαλιστικό προϊόν να έχει μια ορισμένη επιλογή σε σχέση με το μέσο στο οποίο παρέχονται όλες οι πληροφορίες στον πελάτη, οι οποίοι επιτρέπουν τη χρήση μέσων ηλεκτρονικής επικοινωνίας, όπου είναι σκόπιμο, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της συναλλαγής. Ωστόσο, θα πρέπει να παρέχεται στον πελάτη η δυνατότητα να λαμβάνει τις πληροφορίες αυτές σε χαρτί. Για λόγους πρόσβασης των καταναλωτών στις πληροφορίες, όλες οι προσυμβατικές πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται πάντοτε δωρεάν.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 21 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    (39)     Η ανάγκη για παροχή των εν λόγω πληροφοριών είναι μικρότερη, όταν ο καταναλωτής Ö πελάτης Õ είναι μια εταιρεία που αναζητεί ασφαλιστική ή αντασφαλιστική κάλυψη εμπορικών και βιομηχανικών κινδύνων ð , ή είναι επαγγελματίας πελάτης (βλ. παράρτημα I της οδηγίας) ï.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 19 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    (40)     Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να διευκρινίζει τις ð ελάχιστες ï υποχρεώσεις ð των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και ï των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών σχετικά με τις πληροφορίες που παρέχουν στους πελάτες. Σχετικά με το ζήτημα αυτό, τα κράτη μέλη δύνανται Ö θα πρέπει να είναι σε θέση Õ να διατηρούν ή να θεσπίζουν αυστηρότερες διατάξεις οι οποίες θα ισχύουν για τους Ö μπορούν να επιβάλλονται στους Õ ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ð και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ï, ανεξαρτήτως του τόπου διαμονής τους ð των διατάξεων του κράτους μέλους καταγωγής τους ï, εφόσον ασκούν τις διαμεσολαβητικές τους δραστηριότητες ð ασφαλιστικής διαμεσολάβησης ï στην επικράτειά τους, υπό τον όρο ότι οι αυστηρότερες αυτές διατάξεις είναι σύμφωνες με το κοινοτικό Ö ενωσιακό Õ δίκαιο, συμπεριλαμβανόμενης της οδηγίας 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο»)[19]. ð Ένα κράτος μέλος το οποίο προτίθεται να εφαρμόσει και εφαρμόζει τις διατάξεις που διέπουν τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και την πώληση των ασφαλιστικών προϊόντων, πέραν εκείνων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να διασφαλίζει ότι ο διοικητικός φόρτος που απορρέει από τις διατάξεις αυτές είναι αναλογικός για την προστασία των καταναλωτών. Χάριν της προστασίας των καταναλωτών και για την αποφυγή καταχρηστικών πωλήσεων των ασφαλιστικών προϊόντων, θα πρέπει να επιτρέπεται, στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν, κατ’ εξαίρεση, τις αυστηρότερες απαιτήσεις στους εν λόγω ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που ασκούν δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης σε επικουρική βάση, αν το κρίνουν αναγκαίο και αναλογικό. ï

    ò νέο

    (41)     Οι πρακτικές των διασταυρούμενων πωλήσεων αποτελούν συνήθη στρατηγική των παρόχων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών λιανικής σε όλη την Ένωση. Μπορούν μεν να αποφέρουν οφέλη σε καταναλωτές, αλλά μπορούν επίσης να αντιπροσωπεύουν πρακτικές όπου το συμφέρον των καταναλωτών δεν λαμβάνεται επαρκώς υπόψη. Παραδείγματος χάριν, ορισμένες μορφές διασταυρούμενων πωλήσεων ή προϊόντων, συγκεκριμένα οι πρακτικές δέσμευσης όπου δύο ή περισσότερες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες πωλούνται ως δέσμη και τουλάχιστον μία εκ των εν λόγω υπηρεσιών ή προϊόντων δεν διατίθεται χωριστά, μπορούν να προκαλέσουν στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό και να επηρεάσουν αρνητικά την κινητικότητα των καταναλωτών και τη δυνατότητά τους να προβαίνουν σε τεκμηριωμένες επιλογές. Ένα παράδειγμα πρακτικών δέσμευσης μπορεί να είναι η υποχρέωση για τον καταναλωτή στον οποίο παρέχεται ασφαλιστική υπηρεσία να ανοίξει τρεχούμενο λογαριασμό για την καταβολή των ασφαλίστρων, ή η υποχρέωση για τον καταναλωτή στον οποίο παρέχεται καταναλωτική πίστη για τη χρηματοδότηση αγοράς αυτοκινήτου να συνάψει σύμβαση ασφάλισης αυτοκινήτου για την ασφάλιση του χρηματοδοτούμενου αυτοκινήτου. Ενώ οι πρακτικές ομαδοποίησης, όπου δύο ή περισσότερες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ή προϊόντα πωλούνται μεν ως δέσμη, αλλά κάθε υπηρεσία μπορεί επίσης να αγοραστεί χωριστά, μπορούν επίσης να προκαλέσουν στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό και να επηρεάσουν αρνητικά την κινητικότητα των πελατών και τη δυνατότητά τους να προβαίνουν σε τεκμηριωμένες επιλογές, τουλάχιστον παρέχουν στον πελάτη δυνατότητα επιλογής και, ως εκ τούτου, συνεπάγονται μικρότερο κίνδυνο όσον αφορά τη συμμόρφωση των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών με τις υποχρεώσεις τους βάσει της παρούσας οδηγίας. Η χρήση των πρακτικών αυτών θα πρέπει να αξιολογείται με προσοχή, προκειμένου να προωθείται ο ανταγωνισμός και οι επιλογές των καταναλωτών.

    (42)     Οι συμβάσεις ασφάλισης που αφορούν επενδύσεις συχνά διατίθενται στους πελάτες ως πιθανές εναλλακτικές λύσεις ή υποκατάστατα προϊόντα επενδύσεων που υπόκεινται στην οδηγία [MiFID ΙΙ][20]. Για να διασφαλιστεί μια συνεπής προστασία των επενδυτών και να αποφευχθεί ο κίνδυνος ενός ρυθμιστικού αρμπιτράζ, είναι σημαντικό τα επενδυτικά προϊόντα λιανικής (επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα, όπως ορίζονται στον κανονισμό σχετικά με τα έγγραφα βασικών πληροφοριών για τα επενδυτικά προϊόντα) να υπόκεινται στα ίδια πρότυπα επαγγελματικής δεοντολογίας: παροχή κατάλληλων πληροφοριών, κατάλληλος χαρακτήρας των παρεχόμενων συμβουλών και περιορισμοί στις αντιπαροχές, καθώς και απαιτήσεις για τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων, και στην περίπτωση των ανεξάρτητων συμβούλων, περιορισμοί σχετικά με τη μορφή της αμοιβής. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) και η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ) θα πρέπει να συνεργαστούν για να επιτύχουν, μέσω κατευθυντήριων γραμμών, τη μεγαλύτερη δυνατή συνοχή των προτύπων επαγγελματικής δεοντολογίας για τα επενδυτικά προϊόντα λιανικής που διέπονται είτε από την οδηγία [MiFID II] είτε από την παρούσα οδηγία. Για τα επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα, τα πρότυπα της παρούσας οδηγίας που ισχύουν για όλες τις ασφαλιστικές συμβάσεις (κεφάλαιο VII της παρούσας οδηγίας), και τα ενισχυμένα πρότυπα για τα επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα είναι σωρευτικά. Ως εκ τούτου, πρόσωπα που ασκούν δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης σε σχέση με επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα θα πρέπει να συμμορφώνονται με τα πρότυπα δεοντολογίας που ισχύουν για όλες τις ασφαλιστικές συμβάσεις, καθώς και με τα ενισχυμένα πρότυπα που ισχύουν για τα επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα.

    (43)     Προκειμένου να διασφαλιστεί συμμόρφωση με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τα πρόσωπα που ασκούν δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης, και να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις και τα πρόσωπα υπόκεινται σε παρόμοια μεταχείριση σε ολόκληρη την Ένωση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να απαιτείται να προβλέπουν διοικητικές κυρώσεις και μέτρα αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά. Η Επιτροπή εξέτασε τις υφιστάμενες εξουσίες και την πρακτική εφαρμογή τους στην ανακοίνωσή της, της 8ης Δεκεμβρίου 2010, σχετικά με την ενίσχυση των καθεστώτων επιβολής κυρώσεων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, με στόχο την προώθηση της σύγκλισης των κυρώσεων και των μέτρων[21]. Κατά συνέπεια, οι διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα που ορίζονται από τα κράτη μέλη θα πρέπει να πληρούν ορισμένες ουσιώδεις απαιτήσεις σχετικά με τους αποδέκτες, τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη κατά την εφαρμογή μιας κύρωσης ή ενός μέτρου, τη δημοσίευση, τις βασικές εξουσίες επιβολής κυρώσεων και τα επίπεδα διοικητικών χρηματικών προστίμων.

    (44)     Ειδικότερα, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να έχουν την εξουσία να επιβάλλουν χρηματικά πρόστιμα που να είναι αρκετά υψηλά ώστε να αντισταθμίζουν τα αναμενόμενα οφέλη και να λειτουργούν αποτρεπτικά ακόμη και για τα μεγαλύτερα ιδρύματα και τους διευθυντές αυτών.

    (45)                 Προκειμένου να διασφαλιστεί συνεπής εφαρμογή των κυρώσεων σε όλα τα κράτη μέλη, κατά τον καθορισμό του τύπου των διοικητικών κυρώσεων ή των μέτρων και του επιπέδου των διοικητικών χρηματικών προστίμων, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεούνται να μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις.

    (46)                 Οι κυρώσεις και τα μέτρα που επιβάλλονται θα πρέπει να δημοσιεύονται, εκτός από σαφώς καθορισμένες περιπτώσεις, προκειμένου να ενισχυθεί το αποτρεπτικό αποτέλεσμα στο ευρύ κοινό και να υπάρχει ενημέρωση σχετικά με παραβιάσεις των κανόνων που μπορεί να είναι επιζήμιες για την προστασία των πελατών. Για να διασφαλιστεί συμμόρφωση με την αρχή της αναλογικότητας, οι κυρώσεις και τα μέτρα που επιβάλλονται θα πρέπει να δημοσιεύονται σε ανώνυμη βάση, όταν η δημοσίευση θα μπορούσε να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη.

    (47)     Για τον εντοπισμό ενδεχόμενων παραβάσεων, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν τις αναγκαίες εξουσίες διερεύνησης και θα πρέπει να καθιερώσουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς για να ενθαρρύνουν την καταγγελία πιθανών ή πραγματικών παραβάσεων.

    (48)     Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να αφορά τόσο τις διοικητικές κυρώσεις όσο και τα μέτρα, ανεξάρτητα από τον χαρακτηρισμό τους ως κύρωσης ή μέτρου βάσει του εθνικού δικαίου.

    (49)     Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται με την επιφύλαξη τυχόν διατάξεων της νομοθεσίας των κρατών μελών σχετικά με αξιόποινες πράξεις.

    (50)     Προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης σχετικά με τις λεπτομέρειες που αφορούν τις έννοιες των επαρκών γνώσεων και ικανοτήτων του διαμεσολαβητή, τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων, τις υποχρεώσεις του κώδικα δεοντολογίας όσον αφορά τις δέσμες επενδυτικών ασφαλιστικών προϊόντων λιανικής και τις διαδικασίες και τα έντυπα για τη διαβίβαση πληροφοριών σε σχέση με τις κυρώσεις. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή κατάλληλες διαβουλεύσεις, και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της. Η Επιτροπή, όταν προετοιμάζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    (51)     Τα τεχνικά πρότυπα στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες θα πρέπει να διασφαλίζουν συνεπή εναρμόνιση και επαρκή προστασία των καταναλωτών σε όλη την Ένωση. Θα είναι αποδοτικό και ενδεδειγμένο να ανατεθεί στην ΕΑΑΕΣ, η οποία είναι φορέας με μεγάλη εξειδικευμένη πείρα, η σύνταξη σχεδίων κανονιστικών και εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που δεν θα περιλαμβάνουν πολιτικές επιλογές, προς υποβολή στην Επιτροπή.

    (52)     Μέσω των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με τα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων)[22], η Επιτροπή θα πρέπει να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, όπως προβλέπεται στο άρθρο [8] σχετικά με τις έννοιες των επαρκών γνώσεων και ικανοτήτων του διαμεσολαβητή, στα άρθρα [17και 23] σχετικά με τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων και στα άρθρα [24 και 25] σχετικά με τις υποχρεώσεις του κώδικα δεοντολογίας όσον αφορά τις δέσμες επενδυτικών ασφαλιστικών προϊόντων λιανικής, καθώς και εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα, όπως προβλέπεται στο άρθρο [30] σχετικά με τις διαδικασίες και τα έντυπα για τη διαβίβαση πληροφοριών σε σχέση με τις κυρώσεις. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα θα πρέπει να καταρτισθούν υπό μορφή σχεδίου από την ΕΑΑΕΣ.

    (53)     Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, υπό την εποπτεία των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, και ιδίως των δημόσιων ανεξάρτητων αρχών που ορίζονται από τα κράτη μέλη[23] και ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών[24] διέπουν την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που διεξάγεται από την ΕΑΑΕΣ στο πλαίσιο του εν λόγω κανονισμού, υπό την εποπτεία του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

    (54)     Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτά κατοχυρώνονται στη Συνθήκη.

    (55)     Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα, τα κράτη μέλη έχουν αναλάβει την υποχρέωση να συνοδεύουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα που επεξηγούν τη σχέση ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των νομικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη.

    (56)     Η επανεξέταση της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να πραγματοποιηθεί πέντε έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις της αγοράς, καθώς και οι εξελίξεις σε άλλους τομείς του δικαίου της Ένωσης ή οι εμπειρίες των κρατών μελών κατά την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου, ιδίως όσον αφορά τα προϊόντα που καλύπτονται από την οδηγία 2003/41/ΕΚ.

    ê 2002/92/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 24 (προσαρμοσμένο)

    (57)     Η οδηγία 77/92/ΕΟΚ Ö 2002/92/ΕΚÕ θα πρέπει, κατά συνέπεια, να καταργηθεί, Ö . Õ

    ò νέο

    (58)     Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στην εθνική νομοθεσία θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που αντιπροσωπεύουν ουσιώδη αλλαγή της οδηγίας 2002/92/ΕΚ. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται προκύπτει από την οδηγία 2002/92/ΕΚ.

    (59)     Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας 2002/92/ΕΚ,

    ê2002/92/ΕΚ

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

    Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής

    ê 2002/92/EΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    1.           Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες για Ö όσον αφορά Õ την ανάληψη και άσκηση δραστηριοτήτων ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης, ð συμπεριλαμβανομένων της κατ’ επάγγελμα διαχείρισης περιπτώσεων ζημιών και του διακανονισμού ζημιών, ï από φυσικά και νομικά πρόσωπα τα οποία είναι εγκατεστημένα ή επιθυμούν να εγκατασταθούν Ö είναι εγκατεστημένα Õ σε κράτος μέλος.

    ê 2002/92/ΕΚ

    2.           Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στα πρόσωπα που παρέχουν υπηρεσίες διαμεσολάβησης για ασφαλιστικές συμβάσεις, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)      η ασφαλιστική σύμβαση απαιτεί μόνον γνώσεις της παρεχόμενης ασφαλιστικής κάλυψης·

    β)      η ασφαλιστική σύμβαση δεν είναι σύμβαση ασφάλισης ζωής·

    γ)      η ασφαλιστική σύμβαση δεν καλύπτει κανενός είδους αστική ευθύνη·

    δ)      η κύρια επαγγελματική δραστηριότητα των προσώπων αυτών δεν είναι η ασφαλιστική διαμεσολάβηση·

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ε)      η ασφάλιση είναι συμπληρωματική προς το προϊόν ή την υπηρεσία Ö τα αγαθά Õ που παρέχεονται από οποιονδήποτε προμηθευτή, εφόσον η εν λόγω ασφάλιση καλύπτει: i) τον κίνδυνο βλάβης, απώλειας ή ζημίας των αγαθών που παρέχει ο προμηθευτής αυτός, ή Ö · Õ

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    (ii)      ii) τη ζημία ή απώλεια των αποσκευών και τους άλλους κινδύνους που σχετίζονται με ταξίδι για το οποίο έγινε κράτηση από τον προμηθευτή αυτόν, ακόμη και αν η ασφάλιση καλύπτει ασφάλιση ζωής ή κινδύνους αστικής ευθύνης, υπό τον όρο ότι η κάλυψη αυτή είναι παρεπόμενη προς την κυρία κάλυψη που αφορά τους κινδύνους που σχετίζονται με το ταξίδι·

    στ)    το ποσό των ετήσιων ασφαλίστρων ð για την ασφαλιστική σύμβαση, μετατρεπόμενο σε ετήσιο ποσό, ï δεν υπερβαίνει τα 500 Ö 600 Õ ευρώ και η συνολική διάρκεια της ασφαλιστικής σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων των ενδεχόμενων ανανεώσεων, δεν υπερβαίνει περίοδο πέντε ετών.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    3.           Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται όσον αφορά τις υπηρεσίες ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης που παρέχονται σε σχέση με κινδύνους και υποχρεώσεις εκτός της ΚοινότηταςÖ Ένωσης Õ.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Η παρούσα οδηγία δεν θίγει επίσης το δίκαιο ενός κράτους μέλους όσον αφορά τη δραστηριότητα ασφαλιστικής ή Ö και Õ αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης η οποία ασκείται από ð επιχειρήσεις ή ï διαμεσολαβητές εγκατεστημένους σε τρίτη χώρα και οι οποίοι εργάζονται στην επικράτειά του στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, υπό τον όρο ότι εξασφαλίζεται η ίση μεταχείριση όλων των προσώπων που ασκούν ή έχουν εξουσιοδοτηθεί να ασκήσουν δραστηριότητες ασφαλιστικής ð και αντασφαλιστικής ï διαμεσολάβησης στην εν λόγω αγορά.

    Η παρούσα οδηγία δεν ρυθμίζει δραστηριότητες ασφαλιστικής ð ή αντασφαλιστικής ï διαμεσολάβησης που αναλαμβάνονται σε τρίτες χώρες, ούτε δραστηριότητες κοινοτικών ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων, όπως ορίζονται στην πρώτη οδηγία 73/239/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1973, περί συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη δραστηριότητος πρωτασφαλίσεως, εκτός της ασφαλίσεως ζωής και την άσκηση αυτής(8), και στην πρώτη οδηγία 79/267/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Μαρτίου 1979, περί συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη της δραστηριότητος της πρωτασφαλίσεως ζωής και την άσκηση αυτής(9), οι οποίες αναλαμβάνονται μέσω ασφαλιστικών διαμεσολαβητών σε τρίτες χώρες.

    ò νέο

    Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τις γενικής φύσεως δυσκολίες τις οποίες συναντούν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές τους κατά την εγκατάστασή τους ή την άσκηση δραστηριοτήτων ασφαλιστικής διαμεσολάβησης σε τρίτη χώρα.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 2 Ορισμοί

    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας:

    1.           ως «ασφαλιστική επιχείρηση» νοείται μια επιχείρηση η οποία έχει λάβει διοικητική άδεια σύμφωνα με το άρθρο 6 της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ ή το άρθρο 6 της οδηγίας 79/267/ΕΟΚ·

    2.           ως «αντασφαλιστική επιχείρηση» νοείται η Ö μια Õ επιχείρηση, πλην των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή των ασφαλιστικών επιχειρήσεων τρίτης χώρας, η κύρια δραστηριότητα της οποίας συνίσταται στην αποδοχή κινδύνων τους οποίους έχει ασφαλίσει ασφαλιστική επιχείρηση, ασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας ή άλλη αντασφαλιστική επιχείρηση ð η οποία έχει λάβει διοικητική άδεια σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 2005/68/ΕΚ ï·

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    3.           ως «ασφαλιστική διαμεσολάβηση» νοούνται οι δραστηριότητες είτε παρουσίασης ð παροχής συμβουλών ï, πρότασης, προπαρασκευής ή σύναψης συμβάσεων ασφάλισης, Ö , σύναψής τους Õ ή οι δραστηριότητες παροχής βοήθειας κατά τη διαχείριση και την εκτέλεση των εν λόγω συμβάσεων, ιδίως σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου ð , και η δραστηριότητα κατ’ επάγγελμα διαχείρισης περιπτώσεων ζημιών και διακανονισμού ζημιών ï. Δεν θεωρούνται ως ασφαλιστική διαμεσολάβηση οι εν λόγω δραστηριότητες όταν αναλαμβάνονται από ασφαλιστική επιχείρηση ή από υπάλληλο ασφαλιστικής επιχείρησης ο οποίος ενεργεί υπό την ευθύνη της ασφαλιστικής επιχείρησης. ð Οι δραστηριότητες αυτές θεωρούνται επίσης ως ασφαλιστική διαμεσολάβηση όταν αναλαμβάνονται από ασφαλιστική επιχείρηση χωρίς την παρέμβαση ασφαλιστικού διαμεσολαβητή. ï

    ò νέο

    Καμία από τις ακόλουθες δραστηριότητες δεν θεωρείται ως ασφαλιστική διαμεσολάβηση για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας:

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    α)      Δεν θεωρούνται ως ασφαλιστική διαμεσολάβηση ούτε οι δραστηριότητες που συνίστανται στην περιστασιακή παροχή πληροφοριών ð σε πελάτη ï στο πλαίσιο άλλης επαγγελματικής δραστηριότητας, υπό τον όρο ότι σκοπός αυτής της δραστηριότητας δεν είναι να βοηθηθεί ð, εάν ο πάροχος δεν λαμβάνει πρόσθετα μέτρα για να βοηθήσει τον ï ο πελάτης στη σύναψη ή την εκτέλεση ασφαλιστικής σύμβασης, ούτε η κατ' επάγγελμα διαχείριση περιπτώσεων ζημιών ασφαλιστικής επιχείρησης ή οι δραστηριότητες εκτίμησης και διακανονισμού ζημιών·

    ò νέο

    β)      η απλή παροχή δεδομένων και πληροφοριών σχετικά με τους δυνητικούς ασφαλισμένους στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή πληροφοριών σχετικά με τα ασφαλιστικά προϊόντα ή τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση στους δυνητικούς ασφαλισμένους.

    4.           ως «επενδυτικό ασφαλιστικό προϊόν» νοείται η σύμβαση ασφάλισης η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί επίσης ως «επενδυτικό προϊόν», όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο α) του [κανονισμού σχετικά με τα έγγραφα βασικών πληροφοριών για τα επενδυτικά προϊόντα (κανονισμός PRIP)]·

    ê 2002/92/ΕΚ

    ð νέο

    5.           ως «ασφαλιστικός διαμεσολαβητής» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ð , άλλο από την ασφαλιστική επιχείρηση, ï το οποίο αναλαμβάνει ή ασκεί επ’ αμοιβή δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης·

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    64.         ως «αντασφαλιστική διαμεσολάβηση» νοούνται οι δραστηριότητες παρουσίασης, ð παροχής συμβουλών, ï πρότασης, προπαρασκευής ή σύναψης συμβάσεων αντασφάλισης, Ö σύναψής τους Õ , ή οι δραστηριότητες παροχής βοήθειας κατά τη διαχείριση και την εκτέλεση των εν λόγω συμβάσεων, ιδίως σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου ð , και η δραστηριότητα κατ’ επάγγελμα διαχείρισης περιπτώσεων ζημιών και διακανονισμού ζημιών. ï Δεν θεωρούνται ως αντασφαλιστική διαμεσολάβηση οι εν λόγω δραστηριότητες όταν αναλαμβάνονται από αντασφαλιστική επιχείρηση ή από υπάλληλο ασφαλιστικής επιχείρησης, ο οποίος ενεργεί υπό την ευθύνη της αντασφαλιστικής επιχείρησης. ð Οι δραστηριότητες αυτές θεωρούνται επίσης ως αντασφαλιστική διαμεσολάβηση όταν αναλαμβάνονται από αντασφαλιστική επιχείρηση χωρίς την παρέμβαση αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή. ï

    ò νέο

    Καμία από τις ακόλουθες δραστηριότητες δεν θεωρείται ως αντασφαλιστική διαμεσολάβηση για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας:

    ê 2002/92/ΕΚ

    α)      Δεν θεωρούνται ως αντασφαλιστική διαμεσολάβηση ούτε οι δραστηριότητες που συνίστανται στην περιστασιακή παροχή πληροφοριών στο πλαίσιο άλλης επαγγελματικής δραστηριότητας, υπό τον όρο ότι σκοπός της δραστηριότητας αυτής δεν είναι να βοηθηθεί ο πελάτης στη σύναψη ή την εκτέλεση αντασφαλιστικής σύμβασης, ούτε η κατ' επάγγελμα διαχείριση περιπτώσεων ζημιών έναντι αντασφαλιστικής επιχείρησης ή οι δραστηριότητες εκτίμησης και διακανονισμού ζημιών·

    ò νέο

    β)      η απλή παροχή δεδομένων και πληροφοριών σχετικά με τους δυνητικούς ασφαλισμένους στους αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή στις αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ή πληροφοριών σχετικά με τα αντασφαλιστικά προϊόντα ή τον αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την αντασφαλιστική επιχείρηση στους δυνητικούς ασφαλισμένους.

    ê 2002/92/ΕΚ

    ð νέο

    76.         ως «αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ð , άλλο από την αντασφαλιστική επιχείρηση, ï το οποίο αναλαμβάνει ή ασκεί επ’ αμοιβή δραστηριότητες αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης·

    87.         ως «συνδεδεμένος ασφαλιστικός διαμεσολαβητής» νοείται κάθε πρόσωπο το οποίο ασκεί δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης εξ ονόματος και για λογαριασμό ασφαλιστικής επιχείρησης ή περισσοτέρων της μιας ασφαλιστικών επιχειρήσεων, εφόσον τα σχετικά ασφαλιστικά προϊόντα δεν είναι ανταγωνιστικά μεταξύ τους, αλλά το οποίο δεν εισπράττει ούτε τα ασφάλιστρα ούτε τα ποσά που προορίζονται για τον πελάτη ð ή ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, ï και ενεργεί υπό την πλήρη ευθύνη των εν λόγω ασφαλιστικών επιχειρήσεων για τα προϊόντα που αφορούν εκάστη εξ αυτών. ðή ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, υπό την προϋπόθεση ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές υπό την πλήρη ευθύνη των οποίων ενεργεί το πρόσωπο δεν ενεργούν οι ίδιοι υπό την ευθύνη άλλης ασφαλιστικής επιχείρησης ή άλλου διαμεσολαβητή ï·

    Θεωρείται επίσης ως συνδεδεμένος ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ο οποίος ενεργεί υπό την ευθύνη μιας ή περισσοτέρων ασφαλιστικών επιχειρήσεων για τα προϊόντα που αφορούν εκάστη εξ αυτών, κάθε πρόσωπο το οποίο ασκεί δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης η οποία είναι συμπληρωματική προς την κύρια επαγγελματική του δραστηριότητα, όταν η ασφάλιση αποτελεί συμπλήρωμα των αγαθών ή των υπηρεσιών που παρέχονται στα πλαίσια της εν λόγω κύριας απασχόλησης, και το οποίο δεν εισπράττει ούτε τα ασφάλιστρα ούτε τα ποσά που προορίζονται για τον πελάτη·

    ò νέο

    9.           ως «συμβουλή» νοείται η παροχή σύστασης σε πελάτη, είτε κατόπιν αιτήματός τους είτε με πρωτοβουλία της ασφαλιστικής επιχείρησης ή του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή·

    ò νέο

    10.         ως «ενδεχόμενη προμήθεια» νοείται η αμοιβή υπό μορφή προμήθειας της οποίας το πληρωτέο ποσό βασίζεται στην επίτευξη των συμφωνηθέντων στόχων που αφορούν επιχειρηματικές πράξεις στις οποίες προέβη ο διαμεσολαβητής με τον ασφαλιστή.

    ê 2002/92/ΕΚ

    118.       ως «μεγάλοι κίνδυνοι» νοούνται οι κίνδυνοι όπως ορίζονται στο άρθρο 5 στοιχείο δ) της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ·

    129.       ως «κράτος μέλος καταγωγής» νοείται:

    α)      εάν ο διαμεσολαβητής είναι φυσικό πρόσωπο, το κράτος μέλος στο οποίο διαμένει και στο οποίο ασκεί τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες·

    β)      εάν ο διαμεσολαβητής είναι νομικό πρόσωπο, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική του έδρα ή, αν δεν έχει καταστατική έδρα σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η κεντρική του διοίκηση·

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    1310.     ως «κράτος μέλος υποδοχής» νοείται το κράτος μέλος στο οποίο ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής έχει υποκατάστημα Ö μόνιμη παρουσία ή εγκατάσταση Õ ή παρέχει υπηρεσίες ð και το οποίο δεν είναι το κράτος μέλος καταγωγής του ï·

    1412.     ως «σταθερό υπόθεμα» νοείται κάθε μέσο που παρέχει στον πελάτη τη δυνατότητα να αποθηκεύει πληροφορίες που απευθύνονται προσωπικά σε αυτόν, κατά τρόπο ώστε να μπορεί να ανατρέχει σε αυτές μελλοντικά, για το απαιτούμενο από τους σκοπούς των πληροφοριών χρονικό διάστημα, και που επιτρέπει την αμετάβλητη αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών. ð κάθε σταθερό μέσο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο ιγ) της οδηγίας 2009/65/ΕΚ· ï Ειδικότερα, στο σταθερό υπόθεμα συμπεριλαμβάνονται δισκέτες, CD-ROM, DVD και ο σκληρός δίσκος του υπολογιστή του πελάτη όπου αποθηκεύεται το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ενώ δεν συμπεριλαμβάνονται οι ιστοσελίδες του Διαδικτύου, εκτός εάν μια τέτοια ιστοσελίδα πληροί τα κριτήρια που περιλαμβάνονται στο πρώτο εδάφιο.

    ò νέο

    (15)        ως «πρακτική διασταυρούμενων πωλήσεων» νοείται η παροχή μιας ασφαλιστικής υπηρεσίας ή προϊόντος μαζί με μια άλλη υπηρεσία ή προϊόν ως μέρος δέσμης ή ως προϋπόθεση για τη σύναψη άλλης συμφωνίας ή την απόκτηση άλλης δέσμης·

    (16)        ως «στενοί δεσμοί» νοείται η κατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 4 σημείο 31 της οδηγίας για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων [MIFID II]·

    (17)        ως «κύριος τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας» νοείται ο τόπος από τον οποίο αποτελεί αντικείμενο διαχείρισης η κύρια επιχειρηματική δραστηριότητα·

    (18)        ως «αμοιβή» νοείται κάθε προμήθεια, τέλος, επιβάρυνση ή άλλη πληρωμή, συμπεριλαμβανομένου κάθε είδους οικονομικού οφέλους, που προτείνεται ή παρέχεται σε σχέση με τις δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης·

    (19)        ως «πρακτική δέσμευσης» νοείται η παροχή μιας ή περισσοτέρων επικουρικών υπηρεσιών με μια ασφαλιστική υπηρεσία ή ένα προϊόν σε μία δέσμη, όπου η εν λόγω ασφαλιστική υπηρεσία ή το προϊόν δεν διατίθεται χωριστά στον καταναλωτή·

    (20)        ως «πρακτική ομαδοποίησης» νοείται η παροχή μιας ή περισσοτέρων επικουρικών υπηρεσιών με μια ασφαλιστική υπηρεσία ή ένα προϊόν σε μία δέσμη, όπου η εν λόγω ασφαλιστική υπηρεσία ή το προϊόν διατίθεται επίσης χωριστά στον καταναλωτή αλλά όχι απαραίτητα με τους ίδιους όρους ή προϋποθέσεις, όπως όταν παρέχεται ομαδικά με τις επικουρικές υπηρεσίες.

    ê 2002/92/ΕΚ

    ð νέο

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΕ ΜΗΤΡΩΟ

    Άρθρο 3 Εγγραφή σε μητρώο

    1.           ðΕκτός από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4, ï Οοι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές εγγράφονται σε μητρώο αρμόδιας αρχής, όπως ορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2, στο κράτος μέλος καταγωγής τους. ðΟι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που είναι εγγεγραμένες σε μητρώο σε κράτη μέλη δυνάμει της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ, της οδηγίας 2002/83/ΕΚ και της οδηγίας 2005/68/ΕΚ και οι υπάλληλοί τους δεν υποχρεούνται να εγγραφούν εκ νέου σε μητρώο δυνάμει της παρούσας οδηγίας. ï

    Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι ασφαλιστικές και οι αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ή άλλοι οργανισμοί μπορούν να συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές για την εγγραφή των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών σε μητρώα, καθώς και την εφαρμογή σε αυτούς τους διαμεσολαβητές των απαιτήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 4 8. Ειδικότερα, οι συνδεδεμένοι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές μπορούν να εγγράφονται σε μητρώο από ασφαλιστική επιχείρηση, ή από ένωση ασφαλιστικών επιχειρήσεων ð ή από ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ï υπό τον έλεγχο αρμόδιας αρχής.

    ò νέο

    Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, όταν ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ενεργεί υπό την ευθύνη μιας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης ή ενός άλλου εγγεγραμμένου σε μητρώο ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή, ο εν λόγω διαμεσολαβητής ή η εν λόγω επιχείρηση έχει την ευθύνη για τη διασφάλιση ότι πληροί τις προϋποθέσεις εγγραφής σε μητρώο που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία. Στην περίπτωση αυτή, το πρόσωπο ή η οντότητα που αποδέχεται την ευθύνη, αφού ενημερωθεί από τα κράτη μέλη σχετικά με τα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο 7 στοιχεία α) και β) του παρόντος άρθρου, βεβαιώνεται ως προς το θέμα που ορίζεται στην παράγραφο 7 στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν ότι το πρόσωπο ή η οντότητα που αναλαμβάνει την ευθύνη για τον διαμεσολαβητή εγγράφει σε μητρώο τον εν λόγω διαμεσολαβητή.

    ê 2002/92/ΕΚ

    ð νέο

    Τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να εφαρμόζουν την απαίτηση που αναφέρεται στο πρώτο και το δεύτερο εδάφιο σε όλα τα φυσικά πρόσωπα τα οποία εργάζονται για μια ð ασφαλιστική ή αντασφαλιστική ï επιχείρηση ð ή έναν εγγεγραμμένο ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ï και ð τα οποία ï ασκούν δραστηριότητα ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    Στην περίπτωση νομικού προσώπου, τΤα κράτη Ö μέλη διασφαλίζουν την Õ προβαίνουν στην εγγραφή του Ö των νομικών προσώπων Õ και καταχωρίζουν επίσης στο μητρώο τα ονόματα των φυσικών προσώπων, μελών της διοίκησης, τα οποία είναι υπεύθυνα για τις δραστηριότητες διαμεσολάβησης.

    2.           Τα κράτη μέλη δύνανται να δημιουργήσουν περισσότερα του ενός μητρώα για τους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, με την προϋπόθεση ότι καθορίζουν τα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία θα εγγράφονται οι διαμεσολαβητές.

    ò νέο

    Τα κράτη μέλη καθιερώνουν επιγραμμικό σύστημα εγγραφής, αποτελούμενο από ένα ενιαίο έντυπο εγγραφής που διατίθεται σε μια ιστοσελίδα στο Διαδίκτυο, το οποίο θα πρέπει να είναι εύκολα προσβάσιμο για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και τις επιχειρήσεις, και το οποίο θα μπορεί να συμπληρώνεται σε σε απευθείας σύνδεση.

    ê 2002/92/ΕΚ

    3.           Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη δημιουργία ενός ενιαίου σημείου πληροφόρησης που θα επιτρέπει την εύκολη και ταχεία πρόσβαση στα στοιχεία αυτών των διάφορων μητρώων τα οποία λειτουργούν ηλεκτρονικά και ενημερώνονται ανά πάσα στιγμή. Το εν λόγω σημείο πληροφόρησης επιτρέπει επίσης τον προσδιορισμό των αρμόδιων αρχών κάθε κράτους μέλους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο. Στο μητρώο αναφέρεται επίσης η χώρα ή οι χώρες όπου ο διαμεσολαβητής ασκεί τις δραστηριότητές του υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης ή ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

    ò νέο

    4.           Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει, δημοσιεύει στον ιστότοπό της και επικαιροποιεί ένα ενιαίο ηλεκτρονικό μητρώο που περιέχει καταγραφή ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών που έχουν γνωστοποιήσει την πρόθεσή τους να ασκήσουν διασυνοριακές δραστηριότητες σύμφωνα με το κεφάλαιο IV. Τα κράτη μέλη παρέχουν αμελητί σχετικές πληροφορίες στην ΕΑΑΕΣ προς τον σκοπό αυτόν. Το εν λόγω μητρώο εμφανίζει μια ζεύξη υπερκειμένου σε κάθε αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους. Το μητρώο αυτό περιέχει συνδέσμους προς την ιστοσελίδα καθεμιάς από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και είναι προσβάσιμο από κάθε ιστοσελίδα των αρχών αυτών.

    ê 2002/92/ΕΚ

    3 Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η εγγραφή των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών σε μητρώο, συμπεριλαμβανομένων των συνδεδεμένων ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, να γίνεται υπό τον όρο ότι πληρούν τα απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα του άρθρου 4 8.

    Τα κράτη μέλη μεριμνούν επίσης ώστε οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές, συμπεριλαμβανομένων των συνδεδεμένων ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, που παύουν να πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές, να διαγράφονται από το μητρώο. Η ισχύς της εγγραφής επανεξετάζεται τακτικά εκ μέρους της από την αρμόδιας αρχής. Εφόσον είναι αναγκαίο, το κράτος μέλος καταγωγής ενημερώνει το κράτος μέλος υποδοχής για τη διαγραφή αυτή, με όλα τα πρόσφορα μέσα.

    ò νέο

    5.           Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες αρχές να μην προβαίνουν στην εγγραφή του ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή στο μητρώο εκτός αν είναι πεπεισμένες ότι ο διαμεσολαβητής πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 8.

    ê 2002/92/ΕΚ

    ð νέο

    4. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να χορηγούν στον ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ένα έγγραφο το οποίο επιτρέπει σε κάθε ενδιαφερόμενο να ελέγχει με αναδρομή στο ή σ ð σε οποιοδήποτε από ï τα μητρώα που αναφέρονται στην παράγραφο 2, ότι ο διαμεσολαβητής είναι δεόντως εγγεγραμμένος.

    Το έγγραφο αυτό παρέχει τουλάχιστον τα πληροφοριακά στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β)16 στοιχεία α) και β) και, στην περίπτωση νομικού προσώπου, το όνομα ή τα ονόματα του φυσικού προσώπου ή των φυσικών προσώπων που αναφέρονται στο τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

    Το κράτος μέλος απαιτεί να επιστρέφεται το εν λόγω έγγραφο στην αρμόδια αρχή που το εξέδωσε, όταν λήγει η εγγραφή του ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή.

    5. Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές που έχουν εγγραφεί σε μητρώο μπορούν να αναλαμβάνουν και να ασκούν τη δραστηριότητα της ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης στην Κοινότητα τόσο υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης όσο και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

    ò νέο

    6.           Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αιτήσεις εγγραφής στο μητρώο τις οποίες υποβάλλουν οι διαμεσολαβητές εξετάζονται εντός έξι μηνών από την υποβολή πλήρους αίτησης, και ότι ο αιτών ενημερώνεται αμέσως σχετικά με την απόφαση.

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν κατάλληλα μέτρα που τους επιτρέπουν να παρακολουθούν αν οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές συνεχίζουν να πληρούν ανά πάσα στιγμή τις απαιτήσεις εγγραφής που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

    7.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές τους ζητούν από τους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, ως προϋπόθεση για την εγγραφή τους στο μητρώο, τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)      να παρέχουν πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές τους σχετικά με την ταυτότητα των μετόχων ή των μελών, είτε πρόκειται για φυσικά είτε για νομικά πρόσωπα, που κατέχουν συμμετοχή πάνω από 10% στον διαμεσολαβητή και τα ποσά των εν λόγω συμμετοχών·

    β)      να παρέχουν πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές τους σχετικά με την ταυτότητα των προσώπων που έχουν στενούς δεσμούς με τον ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή·

    γ)      να καταδεικνύουν με ικανοποιητικό τρόπο ότι οι συμμετοχές ή οι στενοί δεσμοί δεν παρεμποδίζουν την αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών καθηκόντων της αρμόδιας αρχής.

    8.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές αρνούνται την εγγραφή στο μητρώο εάν οι νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις τρίτης χώρας στις οποίες υπάγονται ένα ή περισσότερα πρόσωπα, φυσικά ή νομικά, με τα οποία ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής έχει στενούς δεσμούς, ή δυσχέρειες σχετικές με την επιβολή των υπόψη νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, παρεμποδίζουν την αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών καθηκόντων τους.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

    ΑΠΛΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΣΤΟ ΜΗΤΡΩΟ – ΔΗΛΩΣΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ

    Άρθρο 4 Διαδικασία δήλωσης για την παροχή υπηρεσιών επικουρικής ασφαλιστικής διαμεσολάβησης, υπηρεσιών κατ’ επάγγελμα διαχείρισης περιπτώσεων ζημιών ή εκτίμησης ζημιών

    1.           Οι απαιτήσεις εγγραφής του άρθρου 3 δεν εφαρμόζονται σε ασφαλιστικό διαμεσολαβητή που ασκεί δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης σε επικουρική βάση, υπό την προϋπόθεση ότι οι δραστηριότητές του πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)           η κύρια επαγγελματική δραστηριότητα του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή δεν είναι η ασφαλιστική διαμεσολάβηση·

    β)           ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ενεργεί ως διαμεσολαβητής μόνο για ορισμένα ασφαλιστικά προϊόντα που συμπληρώνουν ένα προϊόν ή μια υπηρεσία και προσδιορίζει τα προϊόντα αυτά σαφώς στη δήλωση·

    γ)           τα σχετικά ασφαλιστικά προϊόντα δεν καλύπτουν την ασφάλιση ζωής ή τους κινδύνους αστικής ευθύνης, εκτός αν η εν λόγω κάλυψη είναι παρεπόμενη στην κύρια κάλυψη.

    2.           Οι απαιτήσεις εγγραφής του άρθρου 3 δεν εφαρμόζονται στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές των οποίων η μόνη δραστηριότητα είναι η κατ’ επάγγελμα διαχείριση περιπτώσεων ζημιών ή η παροχή υπηρεσιών εκτίμησης ζημιών.

    3.           Κάθε ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ο οποίος υπόκειται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου υποβάλλει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του δήλωση με την οποία ενημερώνει την αρμόδια αρχή για την ταυτότητά του, τη διεύθυνσή του και τις επαγγελματικές του δραστηριότητες.

    4.           Οι διαμεσολαβητές που υπόκεινται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου υπόκεινται στις διατάξεις των κεφαλαίων Ι, ΙΙΙ, IV, V, VIII και IX, καθώς και στα άρθρα 15 και 16 της παρούσας οδηγίας.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

    ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 65 Κοινοποίηση της εγκατάστασης και παροχής υπηρεσιών σε άλλα κράτη μέλη Ö Άσκηση της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών Õ

    1.           Κάθε ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ο οποίος προτίθεται να ασκήσει τις δραστηριότητές του για πρώτη φορά ð στο έδαφος άλλου κράτους μέλους ï σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης ενημερώνει ð κοινοποιεί τις ακόλουθες πληροφορίες ï σχετικά τις αρμόδιες αρχές Ö στην αρμόδια αρχή Õ του κράτους μέλους καταγωγής ð του ï.

    Εντός προθεσμίας ενός μηνός μετά την κοινοποίηση αυτή, οι εν λόγω αρμόδιες αρχές γνωστοποιούν στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής που το επιθυμούν την πρόθεση του ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή και ενημερώνουν ταυτόχρονα τον ενδιαφερόμενο διαμεσολαβητή.

    Ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής μπορεί να αρχίσει τη δραστηριότητά του ένα μήνα μετά την ημερομηνία κατά την οποία ενημερώθηκε από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής για την κοινοποίηση που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο. Ωστόσο, ο διαμεσολαβητής μπορεί να αρχίσει αμέσως τη δραστηριότητά του αν το κράτος μέλος υποδοχής δεν επιθυμεί να λαμβάνει τη σχετική γνωστοποίηση.

    Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή την επιθυμία τους να ενημερώνονται σύμφωνα με την παράγραφο 1. Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά όλα τα κράτη μέλη.

    Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής μπορούν να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να δημοσιοποιούν με τον κατάλληλο τρόπο τους όρους υπό τους οποίους πρέπει να ασκούνται, προς το γενικό συμφέρον, οι εν λόγω επιχειρηματικές δραστηριότητες στο έδαφός τους.

    ò νέο

    α)      το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση, καθώς και τυχόν αριθμό μητρώου του διαμεσολαβητή·

    β)      το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη στα οποία προτίθεται να ασκήσει δραστηριότητες ο διαμεσολαβητής·

    γ)      την κατηγορία του διαμεσολαβητή και, ανάλογα με την περίπτωση, την επωνυμία κάθε ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής επιχείρησης την οποία εκπροσωπεί·

    δ)      τους σχετικούς ασφαλιστικούς κλάδους, ανάλογα με την περίπτωση

    ε)      απόδειξη των επαγγελματικών γνώσεων και ικανότητων.

    2.           Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής διαβιβάζει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, εντός ενός μηνός από την παραλαβή τους, την οποία γνωστοποιεί εγγράφως χωρίς καθυστέρηση. Το κράτος μέλος καταγωγής ενημερώνει εγγράφως τον ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ότι οι πληροφορίες έχουν παραληφθεί από το κράτος μέλος υποδοχής και ότι η ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση μπορεί να αρχίσει τις δραστηριότητές της στο κράτος μέλος υποδοχής.

    Όταν λάβει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, το κράτος μέλος υποδοχής δέχεται την προηγούμενη πείρα στην ασφαλιστική ή αντασφαλιστική δραστηριότητα διαμεσολάβησης, η οποία επιβεβαιώνεται με την απόδειξη της εγγραφής ή της δήλωσης στο κράτος μέλος καταγωγής, προς τεκμηρίωση των απαιτούμενων γνώσεων και ικανοτήτων.

    3.           Η απόδειξη της προηγούμενης εγγραφής ή δήλωσης τεκμηριώνεται με την απόδειξη της εγγραφής που εκδίδεται ή της δήλωσης που λαμβάνεται από την αρμόδια αρχή ή τον οργανισμό του κράτους μέλους καταγωγής του αιτούντος, την οποία παρουσιάζει ο αιτών προς επίρρωση της αίτησής του που υπέβαλε στο κράτος μέλος υποδοχής.

    4.           Σε περίπτωση αλλαγής σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία που κοινοποιήθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1, ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής κοινοποιεί εγγράφως την εν λόγω αλλαγή στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, τουλάχιστον έναν μήνα πριν επιφέρει την αλλαγή. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνεται επίσης για την αλλαγή αυτή από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, μόλις είναι εφικτό και όχι αργότερα από έναν μήνα από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.

    Άρθρο 6  Άσκηση της ελευθερίας εγκατάστασης

    1.           Τα κράτη μέλη απαιτούν από κάθε ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή που προτίθεται να κάνει χρήση της ελευθερίας εγκατάστασης, προκειμένου να ιδρύσει υποκατάστημα στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, πρώτα να το κοινοποιήσει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του και να της διαβιβάσει τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)      το ονοματεπώνυμο, τη διεύθυνση καθώς και τον αριθμό μητρώου (ανάλογα με την περίπτωση) του διαμεσολαβητή·

    β)      το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου σκοπεύει να ιδρύσει υποκάστημα ή να έχει μόνιμη παρουσία·

    γ)      την κατηγορία του διαμεσολαβητή και, ανάλογα με την περίπτωση, την επωνυμία κάθε ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης την οποία εκπροσωπεί·

    δ)      τους σχετικούς ασφαλιστικούς κλάδους, εφόσον απαιτειται·

    ε)      πρόγραμμα δραστηριοτήτων στο οποίο διευκρινίζονται οι δραστηριότητες ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης που πρόκειται να αναληφθούν, καθώς και η οργανωτική δομή της εγκατάστασης· αναφέρεται επίσης η ταυτότητα των πρακτόρων, σε περίπτωση που ο διαμεσολαβητής προτίθεται να προσφύγει σ’ αυτούς·

    στ)    τη διεύθυνση, στο κράτος μέλος υποδοχής, στην οποία μπορούν να ζητηθούν έγγραφα·

    ζ)      το όνομα κάθε αρμόδιου για τη διαχείριση της εγκατάστασης ή της μόνιμης παρουσίας.

    2.           Εκτός και αν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής έχει λόγους να θεωρεί την οργανωτική δομή ή τη χρηματοοικονομική κατάσταση του ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή ακατάλληλη, λαμβανομένων υπόψη των προβλεπόμενων δραστηριοτήτων διαμεσολάβησης, γνωστοποιεί τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, εντός ενός μηνός από την παραλαβή τους, την οποία γνωστοποιεί εγγράφως χωρίς καθυστέρηση. Το κράτος μέλος καταγωγής ενημερώνει εγγράφως τον ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ότι οι πληροφορίες έχουν παραληφθει από το κράτος μέλος υποδοχής και ότι η ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση μπορεί να αρχίσει τις δραστηριότητές της στο κράτος μέλος υποδοχής.

    3.           Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής αρνηθεί να κοινοποιήσει τις πληροφορίες αυτές στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, γνωστοποιεί τους λόγους της άρνησής της στον ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή εντός ενός μηνός από την παραλαβή όλων των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

    4.           Σε περίπτωση αλλαγής σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία που κοινοποιήθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1, ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής κοινοποιεί εγγράφως την εν λόγω αλλαγή στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, τουλάχιστον έναν μήνα πριν επιφέρει την αλλαγή αυτή. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνεται επίσης για την αλλαγή αυτή από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, μόλις είναι εφικτό και όχι αργότερα από έναν μήνα από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.

    Άρθρο 7 Κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής

    1.           Εάν ο κύριος τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας ενός ασφαλιστικού διαμεσολαβητή βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος, η αρμόδια αρχή του εν λόγω άλλου κράτους μέλους μπορεί να συμφωνήσει με την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής να ενεργεί σαν να είναι η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής όσον αφορά τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα κεφάλαια VI, VII και VIII της παρούσας οδηγίας. Σε περίπτωση συμφωνίας, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής το κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση στον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή και στην ΕΑΑΕΣ.

    2.           Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής αναλαμβάνει την ευθύνη για τη διασφάλιση ότι οι υπηρεσίες που παρέχονται από την εγκατάσταση στο έδαφός του τηρούν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα κεφάλαια VI και VII και στα μέτρα που θεσπίζονται δυνάμει αυτών.

    Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής έχει το δικαίωμα να εξετάζει τις ρυθμίσεις εγκατάστασης και να ζητεί όποιες αλλαγές είναι απολύτως απαραίτητες για να μπορεί η αρμόδια αρχή να επιβάλλει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα κεφάλαια VI και VII και τα μέτρα που θεσπίζονται δυνάμει αυτών όσον αφορά τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες που προβλέπονται από την εγκατάσταση στο εδαφός της.

    3.           Εάν το κράτος μέλος υποδοχής έχει λόγους να συμπεράνει ότι ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί δραστηριότητες στο έδαφός του, υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή μέσω εγκατάστασης, παραβαίνει τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της παρούσας οδηγίας, αναφέρει τις διαπιστώσεις αυτές στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, η οποία λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, παρά τα μέτρα που λαμβάνονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής συνεχίζει να ενεργεί με τρόπο που είναι σαφώς επιζήμιος για τα συμφέροντα των καταναλωτών του κράτους μέλους υποδοχής ή για την εύρυθμη λειτουργία των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών αγορών, ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής υπόκειται στα ακόλουθα μέτρα:

    α)      η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα που είναι αναγκαία προκειμένου να προστατεύσει τους καταναλωτές και να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών αγορών, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να εμποδίζει τους παρανομούντες ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να προβαίνουν σε νέες συναλλαγές στο έδαφός της· η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνει την Επιτροπή για τα μέτρα αυτά χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση·

    β)      η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής δύναται να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και να ζητήσει τη βοήθειά της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010·στην περίπτωση αυτή, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργεί στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της έχουν εκχωρηθεί βάσει του εν λόγω άρθρου, σε περιπτώσεις διαφωνίας μεταξύ των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών υποδοχής και καταγωγής.

    4.           Εάν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής διαπιστώσουν ότι ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής που έχει εγκατάσαση στο έδαφός τους παραβιάζει τις νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις που έχουν θεσπιστεί στο εν λόγω κράτος σύμφωνα με τις διατάξεις εκείνες της παρούσας οδηγίας οι οποίες αναθέτουν εξουσίες στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής, οι αρχές αυτές απαιτούν από τον εν λόγω ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή να παύσει αυτή την συμπεριφορά.

    Σε περιπτώσεις όπου, παρά τα μέτρα που λαμβάνονται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής συνεχίζει να ενεργεί με τρόπο που είναι σαφώς επιζήμιος για τα συμφέροντα των καταναλωτών του κράτους μέλους υποδοχής ή για την εύρυθμη λειτουργία των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών αγορών, ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής υπόκειται στα ακόλουθα μέτρα:

    α)      η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα που είναι αναγκαία προκειμένου να προστατεύσει τους καταναλωτές και να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία των αγορών, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να εμποδίζει τους παρανομούντες ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να προβαίνουν σε νέες συναλλαγές στο έδαφός της· η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνει την Επιτροπή για τα μέτρα αυτά χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση·

    β)      η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής δύναται να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΑΕΣ και να ζητήσει τη βοήθειά της, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010· στην περίπτωση αυτή, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να ενεργεί στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της έχουν εκχωρηθεί βάσει του εν λόγω άρθρου, σε περιπτώσεις διαφωνίας μεταξύ των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών υποδοχής και καταγωγής.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

    ΑΛΛΕΣ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

    ê 2002/92/ΕΚ

    ð νέο

    Άρθρο 48 Απαιτούμενα Επαγγελματικάές ð και οργανωτικές απαιτήσεις ï προσόντα

    ê 2002/92/ΕΚ

    ð νέο

    1.           Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ð , συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ασκούν τις εν λόγω δραστηριότητες επικουρικά, των προσώπων που ασκούν τις δραστηριότητες της κατ’ επάγγελμα διαχείρισης περιπτώσεων ζημιών, διακανονισμού και εκτίμησης ζημιών, και των μελών του προσωπικού των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που ασκούν δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης ï κατέχουν επαρκείς γενικές, εμπορικές και επαγγελματικές γνώσεις και ικανότητες, όπως καθορίζεται από το κράτος μέλος καταγωγής του διαμεσολαβητή ð ή της επιχείρησης, για την εκτέλεση των εργασιών τους και την άσκηση των καθηκόντων τους επαρκώς, αποδεικνύοντας κατάλληλη επαγγελματική πείρα σχετική με την πολυπλοκότητα των προϊόντων των οποίων διασφαλίζουν τη διαμεσολάβηση ï.

    ò νέο

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και τα μέλη του προσωπικού των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που ασκούν δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης επικαιροποιούν τις γνώσεις και τις ικανότητές τους με συνεχή επαγγελματική εξέλιξη, προκειμένου να διατηρήσουν ένα ικανοποιητικό επίπεδο απόδοσης.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Τα κράτη μέλη καταγωγής δύνανται να διαφοροποιούν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται, όσον αφορά τις επαγγελματικές γνώσεις και ικανότητες, ανάλογα με τη ð συγκεκριμένη ï δραστηριότητα του ασφαλιστικού και Ö ή Õ αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή και τα διατιθέμενα προϊόντα Ö που αποτελούν αντικείμενο διαμεσολάβησης Õ, ιδίως εάν ο διαμεσολαβητής ασκεί κύρια δραστηριότητα άλλη από την ασφαλιστική διαμεσολάβηση. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ο ενδιαφερόμενος δεν μπορεί να ασκήσει δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης παρά μόνον εάν ένας ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου ή μια ασφαλιστική επιχείρηση αναλαμβάνει στο ακέραιο την ευθύνη των ενεργειών του Ö διαμεσολαβητή Õ.

    Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι, για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, η ασφαλιστική επιχείρηση ð ή ο διαμεσολαβητής ï εξακριβώνει ότι οι γνώσεις και ικανότητες των διαμεσολαβητών πληρούν τις απαιτήσεις του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου και, ενδεχομένως, παρέχει κατάλληλη κατάρτιση σε αυτούς τους διαμεσολαβητές η οποία αντιστοιχεί στις απαιτήσεις τις σχετικές με τα προϊόντα που προτείνουν οι εν λόγω διαμεσολαβητές.

    Τα κράτη μέλη μπορούν να μην εφαρμόζουν την απαίτηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου σε όλα τα φυσικά πρόσωπα που εργάζονται σε ð ασφαλιστική ï επιχείρηση ð ή ασφαλιστικό και αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ï και ασκούν τη δραστηριότητα της ασφαλιστικής ή της αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε ένα εύλογο ποσοστό προσώπων από τη διοίκηση αυτών των επιχειρήσεων, τα οποία είναι υπεύθυνα για τη διαμεσολάβηση όσον αφορά τα ασφαλιστικά ð και αντασφαλιστικά ï προϊόντα, καθώς και όλα τα άλλα πρόσωπα που συμμετέχουν άμεσα στην ασφαλιστική ή αντασφαλιστική διαμεσολάβηση, να έχουν αποδεδειγμένα τις γνώσεις και ικανότητες που απαιτούνται για την άσκηση της δραστηριότητάς τους.

    2.           Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ð και τα μέλη του προσωπικού των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που ασκούν δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης ï πρέπει να έχουν Ö χαίρουν Õ καλής φήμης. Ως ελάχιστη προϋπόθεση πρέπει να διαθέτουν λευκό ποινικό μητρώο ή να πληρούν άλλη ισοδύναμη εθνική απαίτηση όσον αφορά σοβαρά ποινικά αδικήματα που συνδέονται είτε με εγκλήματα κατά της περιουσίας είτε με εγκλήματα σχετικά με οικονομικές δραστηριότητες και δεν θα πρέπει να έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση κατά το παρελθόν, εκτός αν έχουν αποκατασταθεί σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

    Τα κράτη μέλη δύνανται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, να επιτρέπουν στην ασφαλιστική επιχείρηση να εξακριβώνει την καλή φήμη των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών.

    Τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να εφαρμόζουν την απαίτηση του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου σε όλα τα φυσικά πρόσωπα που εργάζονται σε ð ασφαλιστική ï επιχείρηση ð ή ασφαλιστικό και αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ï και ασκούν δραστηριότητα ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης. Όμως, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η διοίκηση των εν λόγω επιχειρήσεων και το τυχόν άλλο προσωπικό που ασχολείται άμεσα με την ασφαλιστική ή αντασφαλιστική διαμεσολάβηση να πληρούν την απαίτηση αυτή.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    3.           Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές διαθέτουν ασφάλιση επαγγελματικής αστικής ευθύνης η οποία καλύπτει το σύνολο του εδάφους της Κοινότητας, Ö Ένωσης Õ ή οποιαδήποτε άλλη ανάλογη εγγύηση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από επαγγελματική αμέλεια, για ποσό τουλάχιστον 1000000 Ö 1 120 000 Õ ευρώ ανά απαίτηση και 1500000 Ö 1 680 000 Õ ευρώ συνολικά κατ’ έτος για όλες τις απαιτήσεις, εκτός εάν η εν λόγω ασφάλιση ή άλλη ανάλογη εγγύηση παρέχεται ήδη από ασφαλιστική, αντασφαλιστική ή άλλη επιχείρηση για λογαριασμό της οποίας ενεργεί ή από την οποία εξουσιοδοτείται να ενεργεί ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής, ή εάν η εν λόγω επιχείρηση έχει αναλάβει πλήρως την ευθύνη για τις ενέργειες του διαμεσολαβητή.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    4.           Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την προστασία των πελατών έναντι αδυναμίας του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή να μεταβιβάσει το ασφάλιστρο στην ασφαλιστική επιχείρηση ή να μεταβιβάσει το ποσό της αποζημίωσης ή να προβεί σε επιστροφή ασφαλίστρων στον ασφαλιζόμενο.

    Τα εν λόγω μέτρα μπορούν να λάβουν μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες μορφές:

    α)      θέσπιση νομοθετικών ή συμβατικών διατάξεων σύμφωνα με τις οποίες τα χρήματα που καταβάλλει ο πελάτης στον διαμεσολαβητή λογίζονται ως καταβληθέντα στην επιχείρηση, ενώ τα χρήματα που έχει καταβάλει η επιχείρηση στον διαμεσολαβητή δεν λογίζονται ως καταβληθέντα στον πελάτη προτού αυτός τα εισπράξει πραγματικά·

    β)      απαίτηση από τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να έχουν χρηματοοικονομική ικανότητα που αντιστοιχεί, σε μόνιμη βάση, στο 4 % των ετήσιων εισπραχθέντων ασφαλίστρων, με ελάχιστο όριο τα 15000 Ö 16 800 Õ ευρώ·

    γ)      απαίτηση να μεταβιβάζονται τα χρήματα του πελάτη μέσω αυστηρά διαχωρισμένων λογαριασμών πελατών, οι οποίοι δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται για την εξόφληση άλλων πιστωτών σε περίπτωση πτώχευσης·

    δ)      απαίτηση σύστασης εγγυητικού κεφαλαίου.

    5.           Για την άσκηση των δραστηριοτήτων της ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης πρέπει να πληρούνται οι επαγγελματικές προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο σε μόνιμη βάση.

    6.           Τα κράτη μέλη μπορούν να καταστήσουν αυστηρότερες τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο ή να προσθέσουν άλλες για τους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που έχουν εγγραφεί σε μητρώο στην επικράτειά τους.

    7.           ð Η ΕΑΑΕΣ αναθεωρεί ï Ττα ποσά που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 αναθεωρούνται περιοδικά, προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη η εξέλιξη του ευρωπαϊκού δείκτη τιμών καταναλωτή, όπως δημοσιεύεται από την Eurostat. Η πρώτη αναθεώρηση πραγματοποιείται πέντε έτη μετά από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας και κάθε μετέπειτα αναθεώρηση πραγματοποιείται πέντε έτη μετά την προηγούμενη.

    Οι προσαρμογές είναι αυτόματες. Το βασικό ποσό σε ευρώ αυξάνεται κατά το ποσοστό μεταβολής του προαναφερόμενου δείκτη κατά την περίοδο μεταξύ της έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας και της ημερομηνίας της πρώτης αναθεώρησης ή μεταξύ της ημερομηνίας της τελευταίας αναθεώρησης και της ημερομηνίας της νέας αναθεώρησης και στρογγυλοποιείται προς το επόμενο ακέραιο ευρώ.Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών προτύπων για την προσαρμογή του βασικού ποσού σε ευρώ που αναφέρεται στις παραγράφους 3 και 4, κατά το ποσοστό μεταβολής του προαναφερόμενου δείκτη κατά την περίοδο μεταξύ της έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας και της ημερομηνίας της πρώτης αναθεώρησης ή μεταξύ της ημερομηνίας της τελευταίας αναθεώρησης και της ημερομηνίας της νέας αναθεώρησης, και με στρογγυλοποίηση στο επόμενο ακέραιο ευρώ.

    Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή πέντε έτη από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας και για κάθε μετέπειτα αναθεώρηση πέντε έτη μετά την προηγούμενη.

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, δυνάμει του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.

    ò νέο

    8.           Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 33. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις διευκρινίζουν

    α)      την έννοια των επαρκών γνώσεων και ικανοτήτων του διαμεσολαβητή, όταν ασκεί δραστηριοότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης με τους πελάτες του, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

    β)      τα κατάλληλα κριτήρια για τον προσδιορισμό, ιδίως, του επιπέδου των επαγγελματικών προσόντων, πείρας και δεξιοτήτων που απαιτούνται για την άσκηση της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης·

    γ)      τα μέτρα που εύλογα μπορεί να αναμένεται ότι θα λάβουν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις για να επικαιροποιούν τις γνώσεις και τις ικανότητές τους με συνεχή επαγγελματική εξέλιξη, προκειμένου να διατηρήσουν ικανοποιητικό επίπεδο απόδοσης.

    ê 2002/92/ΕΚ

    Άρθρο 5

    Διατήρηση των κεκτημένων δικαιωμάτων

    Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι τα άτομα εκείνα που, πριν από τον Σεπτέμβριο 2002, ασκούσαν τη δραστηριότητα του διαμεσολαβητή, είχαν εγγραφεί σε μητρώο και είχαν επίπεδο κατάρτισης και εμπειρίας ανάλογο προς αυτό που απαιτείται από την παρούσα οδηγία εγγράφονται αυτόματα στο μητρώο που θα δημιουργηθεί, αφ' ης στιγμής εκπληρωθούν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 4.

    ò νέο

    Άρθρο 9 Δημοσίευση κανόνων περί γενικού συμφέροντος

    1.           Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλιστεί η ενδεδειγμένη δημοσίευση, από τις αρμόδιες αρχές τους, των σχετικών εθνικών νομοθετικών διατάξεων περί προστασίας του γενικού συμφέροντος που ισχύουν για την άσκηση δραστηριοτήτων ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης στο έδαφός τους.

    2.           Ένα κράτος μέλος το οποίο προτίθεται να εφαρμόσει και εφαρμόζει διατάξεις που διέπουν τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και την πώληση των ασφαλιστικών προϊόντων, πέραν εκείνων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, διασφαλίζει ότι ο διοικητικός φόρτος που απορρέει από τις διατάξεις αυτές είναι αναλογικός για την προστασία των καταναλωτών. Το κράτος μέλος συνεχίζει να παρακολουθεί τις εν λόγω διατάξεις ώστε να διασφαλίζει ότι ο εν λόγω φόρτος παραμένει αναλογικός.

    3.           Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τυποποιημένο δελτίο πληροφοριών για τους κανόνες περί γενικού συμφέροντος, το οποίο πρέπει να συμπληρώνεται από τις αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους. Περιέχει τους υπερσυνδέσμους προς τις ιστοσελίδες των αρμόδιων αρχών, όπου δημοσιεύονται πληροφορίες σχετικά με τους κανόνες περί γενικού συμφέροντος. Οι πληροφορίες αυτές επικαιροποιούνται από τις εθνικές αρμόδιες αρχές σε τακτική βάση και η ΕΑΑΕΣ θέτει τις εν λόγω πληροφορίες στον δικτυακό της τόπο στην αγγλική, γαλλική και γερμανική γλώσσα, με όλους τους εθνικούς κανόνες περί γενικού συμφέροντος, οι οποίοι κατατάσσονται σε διάφορους συναφείς τομείς του δικαίου.

    4.           Τα κράτη μέλη καθιερώνουν ένα ενιαίο σημείο επαφής, επιφορτισμένο με την παροχή πληροφοριών σχετικά με κανόνες περί γενικού συμφέροντος στο αντίστοιχο κράτος μέλος. Το εν λόγω σημείο επαφής θα πρέπει να είναι κατάλληλη αρμόδια αρχή.

    5.           Η ΕΑΑΕΣ εξετάζει σε μια έκθεση τους κανόνες περί γενικού συμφέροντος που δημοσιεύονται από τα κράτη μέλη, όπως αναφέρεται στο παρόν άρθρο, στο πλαίσιο της εύρυθμης λειτουργίας της παρούσας οδηγίας και της εσωτερικής αγοράς, πριν από X X 20XX [τρία έτη από την έναρξη ισχύος της οδηγίας] και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    Άρθρο 710 Αρμόδιες αρχές

    1.           Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εξασφάλιση της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά, αναφέροντας την ενδεχόμενη κατανομή αυτών των καθηκόντων.

    2.           Οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρέπει να είναι είτε δημόσιες αρχές είτε οργανισμοί που αναγνωρίζονται από το εθνικό δίκαιο ή από δημόσιες αρχές ρητώς εξουσιοδοτημένες προς τούτο από το εθνικό δίκαιο. Δεν πρέπει να είναι ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις.

    3.           Οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν όλες τις εξουσίες που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Κάθε κράτος μέλος μεριμνά, σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότερες της μίας αρμόδιες αρχές στο έδαφός του, για τη στενή συνεργασία μεταξύ τους, προκειμένου να εκπληρώνουν αποτελεσματικά τα αντίστοιχα καθήκοντά τους.

    ò νέο

    Άρθρο 8

    Κυρώσεις

    1. Τα κράτη μέλη προβλέπουν κατάλληλες κυρώσεις σε περίπτωση άσκησης της δραστηριότητας του ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή από πρόσωπο που δεν έχει εγγραφεί σε σχετικό μητρώο κράτους μέλους και δεν αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2.

    2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν κατάλληλες κυρώσεις έναντι των ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης προσώπων που δεν έχουν εγγραφεί σε σχετικό μητρώο κράτους μέλους και δεν αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2.

    3. Τα κράτη μέλη προβλέπουν κατάλληλες κυρώσεις σε περίπτωση που ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής δεν συμμορφώνεται με τις εθνικές διατάξεις που έχουν θεσπισθεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

    4. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εξουσία των κρατών μελών υποδοχής να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη ή τον κολασμό πράξεων που διαπράττονται στο έδαφός τους, οι οποίες είναι αντίθετες προς νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις που έχουν θεσπισθεί προς το γενικό συμφέρον. Η εξουσία αυτή περιλαμβάνει τη δυνατότητα των εν λόγω κρατών μελών να εμποδίσουν τους παρανομήσαντες ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να ασκήσουν περαιτέρω δραστηριότητες στο έδαφός τους.

    5. Τυχόν θεσπιζόμενα μέτρα που συνεπάγονται κυρώσεις ή περιορισμούς των δραστηριοτήτων ενός ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένα και να γνωστοποιούνται στον ενδιαφερόμενο διαμεσολαβητή. Κατά των μέτρων αυτών μπορεί να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους που τα θέσπισε.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 911 Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ κρατών μελών

    1.           Οι αρμόδιες αρχές των διαφόρων κρατών μελών συνεργάζονται προκειμένου να εξασφαλίζουν την ορθή εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

    2.           Οι αρμόδιες αρχές ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τους ασφαλιστικούς ή Ö και Õ αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές στους οποίους έχουν επιβληθεί κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3, ή μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 4 Ö κεφάλαιο VIII Õ, οι δε πληροφορίες αυτές ενδέχεται να έχουν ως αποτέλεσμα τη διαγραφή από το μητρώο των διαμεσολαβητών. Επιπλέον, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ανταλλάσσουν κάθε σχετική πληροφορία μετά από αίτηση μιας από τις αρχές αυτές.

    3.           Όλα τα πρόσωπα που υποχρεούνται να λαμβάνουν ή να παρέχουν πληροφορίες σύμφωνα με την παρούσα οδηγία οφείλουν να τηρούν το επαγγελματικό απόρρητο, όπως ορίζεται στο άρθρο 16 της οδηγίας 92/49/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση, εκτός της ασφάλειας ζωής και για την τροποποίηση των οδηγιών 73/239/ΕΟΚ και 88/357/ΕΟΚ (τρίτη οδηγία για την πρωτασφάλιση εκτός της ασφάλειας ζωής)(10) και στο άρθρο 15 της οδηγίας 92/96/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 10ης Νοεμβρίου 1992, για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση ζωής και για την τροποποίηση των οδηγιών 79/267/ΕΟΚ και 90/619/ΕΟΚ (τρίτη οδηγία σχετικά με την ασφάλεια ζωής)(11).

    Άρθρο 1012 Καταγγελίες

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την καθιέρωση διαδικασιών οι οποίες επιτρέπουν στους πελάτες και άλλους ενδιαφερομένους, και ιδιαίτερα Ö ειδικότερα Õ στις ενώσεις καταναλωτών, να υποβάλλουν καταγγελίες κατά των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών ð και επιχειρήσεων ï. Σε κάθε περίπτωση, παρέχονται απαντήσεις γιαστις καταγγελίες.

    ê 2002/92/ΕΚ

    Άρθρο 1113 Εξώδικη επίλυση διαφορών

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    1.           Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν Ö διασφαλίζουν Õ τη θέσπιση κατάλληλων, και αποτελεσματικών, ð αμερόληπτων και ανεξάρτητων ï διαδικασιών υποβολής καταγγελιών και προσφυγών για την εξώδικη επίλυση διαφορών μεταξύ των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των πελατών, ð καθώς και μεταξύ των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των πελατών, ï χρησιμοποιώντας, κατά περίπτωση, ήδη υφιστάμενους φορείς. ð Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης ότι όλες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές συμμετέχουν στις διαδικασίες για την εξώδικη επίλυση των διαφορών, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)      οι αποφάσεις στις οποίες καταλήγουν οι διαδικασίες δεν είναι δεσμευτικές·

    β)      η προθεσμία παραγραφής για την παραπομπή της διαφοράς ενώπιον δικαστηρίου αναστέλλεται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας για την εναλλακτική επίλυση διαφορών·

    γ)      η περίοδος παραγραφής της αξίωσης αποζημίωσης αναστέλλεται για τη διάρκεια της διαδικασίας·

    δ)      η διαδικασία είναι δωρεάν ή σε λογικό κόστος·

    ε)      τα ηλεκτρονικά μέσα δεν είναι το μόνο μέσο με το οποίο τα μέρη μπορούν να αποκτήσουν πρόσβαση στη διαδικασία και·

    στ)    είναι δυνατή η λήψη προσωρινών μέτρων σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εφόσον απαιτείται, λόγω του επείγοντος χαρακτήρα της κατάστασης. ï

    2.           Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τους Ö διασφαλίζουν ότι οι Õ φορείς αυτούςοί να συνεργάζονται για στην επίλυση διασυνοριακών διαφορών.

    Άρθρο 16 14 Μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο Ö Περιορισμός της προσφυγής σε διαμεσολαβητές Õ

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ασφαλιστικές ð και αντασφαλιστικές ï επιχειρήσεις ð και οι διαμεσολαβητές ï να προσφεύγουν στις υπηρεσίες ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής διαμεσολάβησης μόνο των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών που έχουν εγγραφεί σε μητρώο και Ö ή Õ των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 ð ή των προσώπων που έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία δήλωσης που αναφέρεται στο άρθρο 4 ï.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI III

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΟΥΝ ΝΑ ΠΑΡΕΧΟΥΝ ΟΙ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΕΣ Ö ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ Õ

    ò νέο

    Άρθρο 15

    Γενική αρχή

    1.           Τα κράτη μέλη απαιτούν από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση, κατά την άσκηση δραστηριότητας ασφαλιστικής διαμεσολάβησης με ή για τους πελάτες, να ενεργεί με έντιμο, θεμιτό και επαγγελματικό τρόπο, με γνώμονα την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πελατών του.

    2.           Όλες οι πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, που απευθύνονται από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση σε πελάτες ή δυνητικούς πελάτες, επιβάλλεται να είναι θεμιτές, σαφείς και μη παραπλανητικές. Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις πρέπει να μπορούν να αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες.

    ê 2002/92/ΕΚ

    ð νέο

    Άρθρο 1216  ð Γενικές ï Ππληροφορίες που παρέχει ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ð ή η ασφαλιστική επιχείρηση ï

    ò νέο

    Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες που διασφαλίζουν ότι

    α)           πριν από τη σύναψη οποιασδήποτε ασφαλιστικής σύμβασης, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής - συμπεριλαμβανομένων των συνδεδεμένων διαμεσολαβητών - προβαίνει στις ακόλουθες γνωστοποιήσεις στους πελάτες του:

    i)       την ταυτότητά του, τη διεύθυνσή του και το γεγονός ότι είναι ασφαλιστικός διαμεσολαβητής·

    ii)       αν παρέχει ή όχι κάθε είδους συμβουλές σχετικά με τα πωλούμενα ασφαλιστικά προϊόντα·

    ê 2002/92/ΕΚ

    εiii)    τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 10 12, οι οποίες επιτρέπουν στους πελάτες και άλλους ενδιαφερομένους να υποβάλλουν καταγγελίες για τους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και, ενδεχομένως, για τις εξώδικες διαδικασίες καταγγελίας και προσφυγής που αναφέρονται στο άρθρο 11. 13·

    ò νέο

    iv)      το μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένος και τα μέσα για την εξακρίβωση της εγγραφής του· και

    v)      αν ο διαμεσολαβητής εκπροσωπεί τον πελάτη ή ενεργεί για λογαριασμό και εξ ονόματος της ασφαλιστικής επιχείρησης·

    β)           πριν από τη σύναψη οποιασδήποτε ασφαλιστικής σύμβασης, η ασφαλιστική επιχείρηση προβαίνει στις ακόλουθες γνωστοποιήσεις στους πελάτες της:

    i)       την ταυτότητά της, τη διεύθυνσή της και το γεγονός ότι είναι ασφαλιστική επιχείρηση·

    ii)       αν παρέχει ή όχι κάθε είδους συμβουλές σχετικά με τα πωλούμενα ασφαλιστικά προϊόντα·

    iii)      τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 12, οι οποίες επιτρέπουν στους πελάτες και άλλους ενδιαφερομένους να υποβάλλουν καταγγελίες για τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και για τις εξώδικες διαδικασίες καταγγελίας και προσφυγής που αναφέρονται στο άρθρο 13.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    Άρθρο 12 17  Ö Συγκρούσεις συμφερόντων και διαφάνεια Õ

    ê 2002/92/ΕΚ

    ð νέο

    1.           Πριν από τη σύναψη της αρχικής ασφαλιστικής σύμβασηςκαι, εν ανάγκη, κατά την τροποποίηση ή την ανανέωσή της, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ð – συμπεριλαμβανομένων των συνδεδεμένων διαμεσολαβητών – ï παρέχει στον πελάτη τις ακόλουθες τουλάχιστον πληροφορίες:

    (a) την ταυτότητα και διεύθυνσή του·

    (b) το μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένος και τα μέσα για την εξακρίβωση της εγγραφής του·

    εα)    οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση συμμετοχή του που υπερβαίνει το 10% των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου συγκεκριμένης ασφαλιστικής επιχείρησης·

    δβ)    οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση συμμετοχή συγκεκριμένης ασφαλιστικής επιχείρησης ή μητρικής επιχείρησης συγκεκριμένης ασφαλιστικής επιχείρησης που υπερβαίνει το 10% των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή·

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    γ)      Επιπλέον, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ενημερώνει τον πελάτη, όσον αφορά ð σε σχέση με ï την προτεινόμενη σύμβαση, για το κατά πόσον:

    i)        παρέχει συμβουλές βάσει της υποχρέωσης της παραγράφου 2 να παρέχει αμερόληπτης ανάλυσης, ή

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ii)       έχει συμβατική υποχρέωση να ασκεί δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης αποκλειστικά με μία ή περισσότερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Στην περίπτωση αυτή, μετά από αίτημα του πελάτη, τον ενημερώνει για τις επωνυμίες των εν λόγω ασφαλιστικών επιχειρήσεων, ή

    iii)      δεν έχει συμβατική υποχρέωση να ασκεί δραστηριότητες ασφαλιστικής διαμεσολάβησης αποκλειστικά με μία ή περισσότερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις και δεν παρέχει συμβουλές βάσει της υποχρέωσης της παραγράφου 2 να παρέχει αμερόληπτης ανάλυσης. Στην περίπτωση αυτή, μετά από αίτημα του πελάτη, τον ενημερώνει για τις επωνυμίες των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με τις οποίες δύναται να ασκεί και όντως ασκεί επιχειρηματικές δραστηριότητες. Ö· Õ

    Για τις περιπτώσεις όπου προβλέπεται ότι μια συγκεκριμένη πληροφορία παρέχεται μόνο μετά από αίτημα του πελάτη, ο πελάτης ενημερώνεται σχετικά με το δικαίωμά του να ζητεί την πληροφορία αυτή.

    ò νέο

    δ)      τη φύση της αμοιβής που λαμβάνει σε σχέση με την ασφαλιστική σύμβαση·

    ε)      αν σε σχέση με την ασφαλιστική σύμβαση, εργάζεται:

    i)        βάσει αμοιβής, δηλαδή η αμοιβή καταβάλλεται άμεσα από τον πελάτη· ή

    ii)       βάσει προμήθειας κάθε είδους, δηλαδή η αμοιβή περιλαμβάνεται στο ασφάλιστρο· ή

    iii)      βάσει συνδυασμού και των δύο, του i) και του ii)·

    στ)    αν ο διαμεσολαβητής θα λάβει αμοιβή ή προμήθεια κάθε είδους, το πλήρες ποσό της αμοιβής όσον αφορά τα ασφαλιστικά προϊόντα που παρέχονται ή προτείνονται ή, στην περίπτωση που το ακριβές ποσό δεν είναι δυνατόν να δοθεί, τη βάση υπολογισμού του συνόλου της αμοιβής ή της προμήθειας ή τον συνδυασμό και των δύο·

    ζ)      αν το ύψος της προμήθειας βασίζεται στην επίτευξη των συμφωνηθέντων στόχων ή των κατώτατων ορίων που αφορούν επιχειρηματικές πράξεις στις οποίες προέβη ο διαμεσολαβητής με τον ασφαλιστή, τους εν λόγω στόχους ή τα κατώτατα όρια, καθώς και τα ποσά που πρέπει να καταβληθούν για την επίτευξή τους.

    2.           Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 στοιχείο στ), για περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας, ο διαμεσολαβητής ασφαλιστικών συμβάσεων, πλην των συμβάσεων που υπάγονται σε μια από τις κατηγορίες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2002/83/ΕΚ, ενημερώνει τον πελάτη, πριν από τη σύναψη κάθε ασφαλιστικής σύμβασης, αν ο διαμεσολαβητής αμείβεται με αμοιβή ή προμήθεια,

    α)      αναφέρει στον πελάτη το ποσό ή, στην περίπτωση που το ακριβές ποσό δεν είναι δυνατόν να δοθεί, τη βάση υπολογισμού της αμοιβής ή της προμήθειας ή τον συνδυασμό των δύο, αν το ζητήσει ο πελάτης·

    β)      ενημερώνει τον πελάτη για το δικαίωμά του να ζητήσει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο στοιχείο α).

    3.           Η ασφαλιστική επιχείρηση ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ενημερώνει επίσης τον πελάτη σχετικά με τη φύση και τη βάση υπολογισμού κάθε μεταβλητής αμοιβής που λαμβάνεται από κάθε υπάλληλό του για τη διανομή και τη διαχείριση του εν λόγω ασφαλιστικού προϊόντος.

    4.           Εάν ο πελάτης πραγματοποιεί πληρωμές βάσει της ασφαλιστικής σύμβασης μετά τη σύναψή της, η ασφαλιστική επιχείρηση ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής του γνωστοποιεί επίσης, για καθεμία από τις εν λόγω μεταγενέστερες πληρωμές, τις πληροφορίες που πρέπει να του διαβιβάζει σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

    5.           Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 33. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις διευκρινίζουν:

    α)      τα κατάλληλα κριτήρια για τον προσδιορισμό του τρόπου γνωστοποίησης της αμοιβής του διαμεσολαβητή - συμπεριλαμβανομένης της ενδεχόμενης προμήθειας - στον πελάτη, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχεία στ) και ζ) και στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου·

    β)      τα κατάλληλα κριτήρια για τον προσδιορισμό, ιδίως, της βάσης υπολογισμού του συνόλου της αμοιβής ή της προμήθειας ή του συνδυασμού των δύο·

    γ)      τα μέτρα που εύλογα μπορεί να αναμένεται ότι θα λαμβάνουν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις για να γνωστοποιούν την αμοιβή τους στον πελάτη.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 1218  ð Παροχή συμβουλών και πρότυπα πωλήσεων σε περίπτωση μη παροχής συμβουλών ï

    31.         Πριν από τη σύναψη οποιασδήποτε Ö συγκεκριμένης Õ σύμβασης ασφάλισης, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ð – συμπεριλαμβανομένων των συνδεδεμένων διαμεσολαβητών – ή η ασφαλιστική επιχείρηση ï πρέπει τουλάχιστον, Ö εντοπίζει Õ βάσει ιδίως των πληροφοριών τις οποίες παρέσχε ο πελάτης,: να διευκρινίζει

    α)      τις απαιτήσεις και τις ανάγκες του πελάτη· καθώς και

    β)      Ö και διευκρινίζει στον πελάτη Õ τους λόγους στους οποίους βασίζονται οι συμβουλές Ö προς Õ που του δίδονται στον πελάτη σχετικά με συγκεκριμένο ασφαλιστικό προϊόν ð , εφόσον δίδονται συμβουλές ï.

    32.         Οι διευκρινίσεις αυτές ð που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β) ï διαφοροποιούνται ανάλογα με τον σύνθετο χαρακτήρα τηςου προτεινόμενηςου ασφαλιστικήςού σύμβασης Öπροϊόντος Õ ð και το επίπεδο του χρηματοοικονομικού κινδύνου για τον πελάτη ï.

    ê 2002/92/ΕΚ

    ð νέο

    23.         Όταν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ð ή η ασφαλιστική επιχείρηση ï πληροφορεί τον πελάτη ότι παρέχει συμβουλές βάσει αμερόληπτης ανάλυσης, οφείλει να τις παρέχει βάσει ανάλυσης επαρκούώς μεγάλου αριθμού ασφαλιστικών συμβάσεων που διατίθενται στην αγορά, ώστε να είναι σε θέση να συστήσει, σύμφωνα με επαγγελματικά κριτήρια, την ασφαλιστική σύμβαση που θα ανταποκρίνεται καλύτερα στις ανάγκες του πελάτη.

    ò νέο

    4.           Πριν από τη σύναψη της σύμβασης, ανεξαρτήτως του αν παρέχονται ή όχι συμβουλές, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση παρέχει στον πελάτη τις σχετικές πληροφορίες για το ασφαλιστικό προϊόν σε μορφή κατανοητή ώστε να μπορεί να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τον σύνθετο χαρακτήρα του ασφαλιστικού προϊόντος και τον τύπο του πελάτη.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 12 19  ð Εξαιρέσεις παροχής πληροφοριών και ρήτρα ευελιξίας ï

    41.         Οι πληροφορίες που αναφέρονται στιςα παραγράφους 1, 2, και 3 Ö άρθρα 16, 17 και 18 Õ δεν χρειάζεται να παρέχονται όταν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής Ö ή η ασφαλιστική επιχείρηση Õ διαμεσολαβεί στην ασφάλιση μεγάλων κινδύνων, ούτε στην περίπτωση διαμεσολάβησης αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών ð ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων, ή σε σχέση με επαγγελματίες πελάτες, όπως διευκρινίζεται στο παράρτημα ï.

    52.         Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν σε ισχύ ή να εισάγουν αυστηρότερες διατάξεις σχετικά με τις απαιτήσεις της προβλεπόμενης στηνα παράγραφο 1 Ö άρθρα 16, 17 και 18 Õ πληροφόρησης, εφόσον οι διατάξεις αυτές είναι συμβατές Ö σύμφωνες Õ με το κοινοτικό Ö ενωσιακό Õ δίκαιο. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν Ö ανακοινώνουν Õ στην ð ΕΑΑΕΣ και στην ï Επιτροπή τις Ö εν λόγω Õ εθνικές διατάξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο.

    3.           Η Επιτροπή ð ΕΑΑΕΣ ï, προκειμένου να εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο διαφάνειας με κάθε κατάλληλο μέσο, φροντίζει Ö μεριμνά Õ ώστε οι κοινοποιούμενες σε αυτήν πληροφορίες Ö τις οποίες λαμβάνει Õ σχετικά με τις εθνικές διατάξεις να κοινοποιούνται Ö γνωστοποιούνται Õ επίσης στους καταναλωτές, και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ð και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ï.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 1320 Όροι ενημέρωσης

    1.           Κάθε πληροφορία που πρέπει να παρέχεται στους πελάτες σύμφωνα με τοα άρθροα 12 Ö 16, 17 και 18 Õ γνωστοποιείται ð στους πελάτες ï:

    α)      γραπτώςή επί άλλου σταθερού υποθέματος διαθέσιμου και προσιτού στον πελάτη·

    β)      με σαφήνεια και ακρίβεια, ώστε να είναι κατανοητή από τον πελάτη·ð και ï

    ê 2002/92/ΕΚ

    ð νέο

    γ)      σε επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους ð στο οποίο ευρίσκεται ο κίνδυνος ή του κράτους μέλους ï της ασφαλιστικής υποχρέωσης ή σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα έχουν συμφωνήσει μεταξύ τους οι αντισυμβαλλόμενοι. ð Κάθε πληροφορία παρέχεται δωρεάν.ï

    ò νέο

    2.           Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 στοιχείο α), οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 μπορούν να παρέχονται στον πελάτη σε ένα από τα ακόλουθα μέσα:

    α)      σε σταθερό υπόθεμα πλην του χαρτιού, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 4· ή

    β)      μέσω δικτυακού τόπου, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 5.

    3.           Ωστόσο, όταν οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 παρέχονται σε σταθερό υπόθεμα πλην του χαρτιού ή μέσω δικτυακού τόπου, παρέχεται στον πελάτη έντυπο αντίγραφο κατόπιν αιτήσεως και δωρεάν.

    4.           Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 μπορούν να παρέχονται σε σταθερό υπόθεμα πλην του χαρτιού, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)      η χρήση του σταθερού υποθέματος είναι κατάλληλη στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μεταξύ του διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης και του πελάτη·και

    β)      στον πελάτη έχει δοθεί η δυνατότητα επιλογής μεταξύ πληροφόρησης σε χαρτί και σε σταθερό υπόθεμα, και αυτός έχει επιλέξει το εν λόγω άλλο υπόθεμα.

    5.           Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 μπορούν να παρέχονται μέσω δικτυακού τόπου, αν απευθύνονται προσωπικά στον πελάτη ή εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)      η παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 μέσω δικτυακού τόπου είναι κατάλληλη στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μεταξύ του διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης και του πελάτη·

    β)      ο πελάτης έχει συναινέσει για την παροχή των πληροφοριών που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 μέσω δικτυακού τόπου·

    γ)      στον πελάτη έχει κοινοποιηθεί ηλεκτρονικά η διεύθυνση του δικτυακού τόπου και το σημείο του δικτυακού τόπου όπου μπορεί να έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18·

    δ)      διασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 16, 17 και 18 παραμένουν προσβάσιμες στον δικτυακό τόπο για όσο χρονικό διάτημα είναι εύλογο να χρειάζεται να τις συμβουλεύεται ο πελάτης.

    6.           Για τους σκοπούς των παραγράφων 4 και 5, η παροχή πληροφοριών σε σταθερό υπόθεμα πλην του χαρτιού ή μέσω δικτυακού τόπου θεωρηθείται κατάλληλη, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μεταξύ του διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης και του πελάτη, εάν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία που καταδεικνύουν ότι ο πελάτης έχει τακτική πρόσβαση στο Διαδίκτυο. Η παροχή από τον πελάτη διεύθυνσης ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για τους σκοπούς αυτής της δραστηριότητας θεωρείται αποδεικτικό στοιχείο προς τον σκοπό αυτόν.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    73.         Στην περίπτωση ασφάλισης μέσω τηλεφώνου, οι πληροφορίες που δίδονται προηγουμένως στον πελάτη συνάδουν προς τους κοινοτικούς Ö ενωσιακούς Õ κανόνες που διέπουν την εξ αποστάσεως εμπορία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών προς τους καταναλωτές. Επιπλέον, παρέχονται στον πελάτη πληροφορίες σύμφωνα με την παράγραφο 1 ð ή 2 ï, αμέσως μετά τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης.

    ò νέο

    Άρθρο 21

    Διασταυρούμενες πωλήσεις

    1.           Τα κράτη μέλη επιτρέπουν πρακτικές ομαδοποίησης αλλά όχι πρακτικές δέσμευσης.

    2.           Όταν μια ασφαλιστική υπηρεσία ή ένα ασφαλιστικό προϊόν προσφέρεται από κοινού με άλλη υπηρεσία ή προϊόν ως δέσμη, η ασφαλιστική επιχείρηση ή, ενδεχομένως, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής προσφέρει στον πελάτη και τον ενημερώνει για τη δυνατότητα αγοράς των διαφόρων στοιχείων της δέσμης χωριστά, και παρέχει πληροφορίες για το κόστος και τις επιβαρύνσεις κάθε στοιχείου της δέσμης που μπορεί να αγοραστεί μέσω αυτής της δέσμης ή από αυτή χωριστά.

    3.           Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει, το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου [20XX] και επικαιροποιεί περιοδικά κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση και την εποπτεία των διασταυρούμενων πωλήσεων, στις οποίες αναφέρονται συγκεκριμένα καταστάσεις όπου οι πρακτικές των διασταυρούμενων πωλήσεων δεν συνάδουν με τις υποχρεώσεις των άρθρων 16, 17 και 18 ή της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

    ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ

    Άρθρο 22 Πεδίο εφαρμογής

    Το παρόν κεφάλαιο προβλέπει πρόσθετες απαιτήσεις για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, σε σχέση με την πώληση επενδυτικών ασφαλιστικών προϊόντων από:

    α)           ασφαλιστικό διαμεσολαβητή·

    β)           ασφαλιστική επιχείρηση.

    Άρθρο 23 Συγκρούσεις συμφερόντων

    1.           Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για τον εντοπισμό συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ αυτών των ιδίων, περιλαμβανομένων των διευθυντών τους, των υπαλλήλων τους και των συνδεδεμένων ασφαλιστικών διαμεσολαβητών τους, ή κάθε προσώπου που συνδέεται μαζί τους άμεσα ή έμμεσα με σχέση ελέγχου, και των πελατών τους, ή μεταξύ δύο πελατών τους, κατά την άσκηση της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης.

    2.           Όταν τα μέτρα που λαμβάνονται από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση, σύμφωνα με τα άρθρα 15, 16 και 17, δεν επαρκούν για να διασφαλιστεί, με εύλογη βεβαιότητα, η πρόληψη των κίνδυνων να θιγούν τα συμφέροντα των πελατών και των δυνητικών πελατών λόγω των συγκρούσεων συμφερόντων, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση γνωστοποιεί σαφώς στον πελάτη τη γενική φύση ή τις πηγές των συγκρούσεων συμφερόντων προτού αναλάβει να ασκήσει δραστηριότητες για λογαριασμό του.

    3.           Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 33, που διευκρινίζουν:

    α)      τα μέτρα και τις αποτελεσματικές οργανωτικές και διοικητικές ρυθμίσεις που μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι θα λάβουν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις για τον εντοπισμό, την πρόληψη, τη διαχείριση και τη γνωστοποίηση συγκρούσεων συμφερόντων κατά την άσκηση ασφαλιστικής διαμεσολάβησης·

    β)      τα κατάλληλα κριτήρια για τον προσδιορισμό των μορφών σύγκρουσης συμφερόντων, των οποίων η ύπαρξη θα μπορούσε να αποβεί επιζήμια για τα συμφέροντα των πελατών ή των δυνητικών πελατών του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης.

    Άρθρο 24 Γενικές αρχές και ενημέρωση των πελατών

    1.           Τα κράτη μέλη απαιτούν από έναν ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή μια ασφαλιστική επιχείρηση να ενεργεί, κατά την άσκηση ασφαλιστικής διαμεσολάβησης με ή για πελάτες, με εντιμότητα, θεμιτό τρόπο και επαγγελματισμό, ώστε να εξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των πελατών του/της, και να συμμορφώνεται, ιδίως, με τις αρχές που αναφέρονται στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 25.

    2.           Όλες οι πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, που απευθύνονται από ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή ασφαλιστική επιχείρηση σε πελάτες ή δυνητικούς πελάτες, επιβάλλεται να είναι θεμιτές, σαφείς και μη παραπλανητικές. Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις πρέπει να μπορούν να αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες.

    3.           Στους πελάτες ή τους δυνητικούς πελάτες παρέχεται κατάλληλη πληροφόρηση σχετικά με:

    α)      τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση και τις υπηρεσίες τους. Κατά την παροχή συμβουλών, οι πληροφορίες προσδιορίζουν αν οι συμβουλές παρέχονται σε ανεξάρτητη βάση και αν στηρίζονται σε ευρεία ή πιο περιορισμένη ανάλυση της αγοράς και αναφέρουν εάν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση θα διαθέσει στον πελάτη διαρκή αξιολόγηση της καταλληλότητας του ασφαλιστικού προϊόντος που συστήνεται στον πελάτη·

    β)      τα ασφαλιστικά προϊόντα και τις προτεινόμενες επενδυτικές στρατηγικές. Θα πρέπει να περιλαμβάνεται κατάλληλη καθοδήγηση και προειδοποιήσεις σχετικά με τους κινδύνους που συνδέονται με τις επενδύσεις στα εν λόγω προϊόντα ή με την υιοθέτηση συγκεκριμένων επενδυτικών στρατηγικών· και

    γ)      το κόστος και τις σχετικές παρεπόμενες επιβαρύνσεις.

    4.           Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο θα πρέπει να παρέχονται σε κατανοητή μορφή, κατά τρόπο ώστε οι πελάτες ή οι δυνητικοί πελάτες να είναι ευλόγως σε θέση να κατανοούν τη φύση και τους κινδύνους του προσφερόμενου συγκεκριμένου ασφαλιστικού προϊόντος και, ως εκ τούτου, να λαμβάνουν τεκμηριωμένες επενδυτικές αποφάσεις. Οι πληροφορίες αυτές μπορεί να παρέχονται σε τυποποιημένη μορφή.

    5.           Όταν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση ενημερώνει τον πελάτη ότι παρέχονται ασφαλιστικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση:

    α)      αξιολογεί επαρκώς μεγάλο αριθμό ασφαλιστικών προϊόντων που διατίθενται στην αγορά. Τα ασφαλιστικά προϊόντα διαφοροποιούνται ως προς τον τύπο και τους εκδότες τους ή τους παρόχους των προϊόντων και δεν θα πρέπει να περιορίζονται στα ασφαλιστικά προϊόντα που εκδίδονται ή παρέχονται από οντότητες που έχουν στενούς δεσμούς με τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση· και

    β)      δεν αποδέχεται ή δεν λαμβάνει αμοιβές, προμήθειες ή άλλα χρηματικά οφέλη που καταβάλλονται ή παρέχονται από τρίτον ή από πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό τρίτου σε σχέση με την παροχή της υπηρεσίας προς τους πελάτες.

    6.           Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 33 σχετικά με μέτρα που εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με τις αρχές που καθορίζονται στο παρόν άρθρο, κατά την άσκηση δραστηριότητας ασφαλιστικής διαμεσολάβησης με τους πελάτες τους. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις διευκρινίζουν:

    α)      τη φύση της υπηρεσίας ή των υπηρεσιών που προσφέρονται ή παρέχονται στον πελάτη ή στον δυνητικό πελάτη, λαμβανομένων υπόψη του είδους, του αντικειμένου, του όγκου και της συχνότητας των συναλλαγών· και

    β)      τη φύση των προϊόντων που προσφέρονται ή προτείνονται, συμπεριλαμβανομένων των διαφόρων τύπων ασφαλιστικών προϊόντων.

    Άρθρο 25 Αξιολόγηση της καταλληλότητας και της σκοπιμότητας και γνωστοποιήσεις προς πελάτες

    1.           Όταν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση παρέχει συμβουλές, οφείλει να αντλεί τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την πείρα του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη στον σχετικό τομέα του συγκεκριμένου τύπου προϊόντος ή υπηρεσίας, καθώς και σχετικά με τη χρηματοοικονομική κατάσταση και τους επενδυτικούς στόχους του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη, βάσει των οποίων θα πρέπει να του συστήσει τα ασφαλιστικά προϊόντα που είναι κατάλληλα για την περίπτωσή του.

    2.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ασκούν ασφαλιστική διαμεσολάβηση σε σχέση με πωλήσεις για τις οποίες δεν δίδονται συμβουλές, ζητούν από τον πελάτη ή το δυνητικό πελάτη να παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την πείρα του στον επενδυτικό τομέα σε σχέση με τον συγκεκριμένο τύπο προσφερόμενου ή ζητούμενου προϊόντος ή υπηρεσίας, ώστε να μπορεί ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση να εκτιμήσει κατά πόσον η σκοπούμενη ασφαλιστική υπηρεσία ή προϊόν είναι κατάλληλη/ο για τον πελάτη.

    Εάν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση κρίνει, βάσει των πληροφοριών που έχει λάβει σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, ότι το προϊόν ή η υπηρεσία δεν είναι κατάλληλη/ο για τον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη, οφείλει να τον προειδοποιήσει περί τούτου. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή.

    Εάν οι πελάτες ή οι δυνητικοί πελάτες δεν παράσχουν τις αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο πληροφορίες σχετικά με τις γνώσεις και την πείρα τους, ή αν παράσχουν ανεπαρκείς σχετικές πληροφορίες, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση τους προειδοποιεί ότι δεν είναι σε θέση να κρίνει κατά πόσον η σκοπούμενη υπηρεσία ή το σκοπούμενο προϊόν είναι κατάλληλη/ο γι’ αυτούς. Η προειδοποίηση αυτή μπορεί να παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή.

    3.           Ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση τηρεί αρχείο όπου περιλαμβάνονται το ή τα έγγραφα, όπως μια σύμβαση που έχει συναφθεί κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του πελάτη και του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης και που αναφέρει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών, καθώς και τους άλλους όρους υπό τους οποίους ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση θα παρέχει υπηρεσίες στον πελάτη. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών μπορούν να ορίζονται με αναφορά σε άλλα έγγραφα ή νομικά κείμενα.

    4.           Ο πελάτης πρέπει να λαμβάνει από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση επαρκείς αναφορές σχετικά με τις υπηρεσίες που του παρέχει. Στις αναφορές αυτές περιλαμβάνονται περιοδικές ανακοινώσεις προς τους πελάτες, λαμβανομένων υπόψη του τύπου και του σύνθετου χαρακτήρα των συναφών ασφαλιστικών προϊόντων και της φύσης της υπηρεσίας που παρέχεται στον πελάτη και περιλαμβάνεται, ανάλογα με την περίπτωση, το κόστος των συναλλαγών και των υπηρεσιών που εκτελούνται ή παρέχονται για λογαριασμό του πελάτη. Κατά την παροχή συμβουλών, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση προσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο οι παρεχόμενες συμβουλές ανταποκρίνονται στα προσωπικά χαρακτηριστικά του πελάτη.

    5.           Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 33 που εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με τις αρχές που καθορίζονται στο παρόν άρθρο, κατά την άσκηση δραστηριότητας ασφαλιστικής διαμεσολάβησης με τους πελάτες τους. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις διευκρινίζουν:

    α)      τη φύση της υπηρεσίας ή των υπηρεσιών που προσφέρονται ή παρέχονται στον πελάτη ή στον δυνητικό πελάτη, λαμβανομένων υπόψη του είδους, του αντικειμένου, του όγκου και της συχνότητας των συναλλαγών·

    β)      τη φύση των προϊόντων που προσφέρονται ή προτείνονται, συμπεριλαμβανομένων των διαφόρων τύπων ασφαλιστικών προϊόντων.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

    ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ

    Άρθρο 26 Διοικητικές κυρώσεις και μέτρα

    1.           Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα τους είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά.

    2.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όπου ισχύουν υποχρεώσεις των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών ή των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, σε περίπτωση παράβασης, μπορούν να επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις και μέτρα στα μέλη του διοικητικού τους οργάνου και σε οποιαδήποτε άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, φέρουν ευθύνη για την παράβαση.

    3.           Στις αρμόδιες αρχές παρέχονται όλες οι ανακριτικές εξουσίες που είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων τους. Κατά την άσκηση των εξουσιών τους για την επιβολή κυρώσεων, οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται στενά ώστε να διασφαλίζουν ότι οι κυρώσεις ή τα μέτρα παράγουν τα επιθυμητά αποτελέσματα και συντονίζουν τη δράση τους όταν ασχολούνται με διασυνοριακές υποθέσεις.

    Άρθρο 27 Δημοσιοποίηση κυρώσεων

    Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η αρμόδια αρχή δημοσιοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, οποιεσδήποτε κυρώσεις ή οποιαδήποτε μέτρα επιβάλλονται λόγω παραβίασης των εθνικών διατάξεων που εγκρίνονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβάνοντας πληροφορίες σχετικά με το είδος και τη φύση της παραβίασης και την ταυτότητα των προσώπων που ευθύνονται για αυτήν, εκτός εάν η εν λόγω δημοσιοποίηση θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές αγορές. Εάν η δημοσιοποίηση θα προξενούσε δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη, οι αρμόδιες αρχές δημοσιοποιούν τις κυρώσεις ανώνυμα.

    Άρθρο 28 Παραβιάσεις

    1.           Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται:

    α)      στους ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές οι οποίοι δεν είναι εγγεγραμμένοι σε μητρώο κράτους μέλους και δεν εμπίπτουν στο άρθρο 1 παράγραφος 2 ή στο άρθρο 4·

    β)      στα πρόσωπα που παρέχουν επικουρικές ασφαλιστικές δραστηριότητες χωρίς να έχουν υποβάλει δήλωση, όπως ορίζεται στο άρθρο 4, ή που έχουν υποβάλει την εν λόγω δήλωση, αλλά για τα οποία δεν πληρούνται οι απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 4·

    γ)      στις ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ή στους ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που προσφεύγουν στις ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές υπηρεσίες διαμεσολάβησης προσώπων που ούτε είναι εγγεγραμμένα σε μητρώο κράτους μέλους ούτε αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 και τα οποία δεν έχουν υποβάλει δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 4·

    δ)      στους ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές οι οποίοι πέτυχαν την εγγραφή με ψευδείς δηλώσεις ή οποιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο, κατά παράβαση του άρθρου 3·

    ε)      στους ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που δεν ανταποκρίνονται στις διατάξεις του άρθρου 8·

    στ)    στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις ή στους ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας σύμφωνα με τα κεφάλαια VI και VII.

    2.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 οι διοικητικές κυρώσεις και τα μέτρα που μπορούν να εφαρμοστούν περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:

    α)      δημόσια ανακοίνωση που αναφέρει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο και τη φύση της παράβασης·

    β)      διαταγή προς το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για παύση της επίμαχης συμπεριφοράς και αποφυγή της επανάληψής της στο μέλλον·

    γ)      στην περίπτωση των ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών, ανάκληση της εγγραφής σύμφωνα με το άρθρο 3·

    δ)      απαγόρευση έναντι κάθε μέλους του διοικητικού οργάνου του ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης ή οποιουδήποτε άλλου φυσικού προσώπου, που θεωρείται υπαίτιο, να ασκεί καθήκοντα σε ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, ή ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις·

    ε)      σε περίπτωση νομικού προσώπου, διοικητικά χρηματικά πρόστιμα μέχρι και 10% του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών του εν λόγω νομικού προσώπου κατά την προηγούμενη οικονομική χρήση·σε περίπτωση νομικού προσώπου που είναι θυγατρική μητρικής επιχείρησης, ο σχετικός συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών είναι ο συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών που προκύπτει από τους ενοποιημένους λογαριασμούς της επικεφαλής μητρικής επιχείρησης κατά την προηγούμενη οικονομική χρήση·

    στ)    σε περίπτωση φυσικού προσώπου, διοικητικά χρηματικά πρόστιμα μέχρι το ποσό των 5 000 000 ευρώ ή, στα κράτη μέλη όπου το επίσημο νόμισμα δεν είναι το ευρώ, την αντίστοιχη αξία στο εθνικό νόμισμα κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας· και

    Όπου τα οφέλη που προκύπτουν από την παραβίαση μπορούν να προσδιοριστούν, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι το μέγιστο επίπεδο δεν είναι μικρότερο από το διπλάσιο του ποσού του οφέλους αυτού.

    Άρθρο 29 Αποτελεσματική εφαρμογή κυρώσεων

    1.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, κατά τον καθορισμό του είδους των διοικητικών κυρώσεων ή μέτρων και του ύψους των διοικητικών χρηματικών προστίμων, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται:

    α)      η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης·

    β)      ο βαθμός ευθύνης του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου·

    γ)      η οικονομική ισχύς του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου, όπως προκύπτει από τον συνολικό κύκλο εργασιών του υπαίτιου νομικού προσώπου ή από το ετήσιο εισόδημα του υπαίτιου φυσικού προσώπου·

    δ)      η σπουδαιότητα των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν από το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στον βαθμό που μπορούν να συγκεκριμενοποιηθούν·

    ε)      οι ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που μπορούν να συγκεκριμενοποιηθούν·

    στ)    ο βαθμός συνεργασίας του υπαίτιου φυσικού ή νομικού προσώπου με την αρμόδια αρχή· και

    ζ)      προηγούμενες παραβάσεις από το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο.

    2.           Η ΕΑΑΕΣ εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές που απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, σχετικά με τους τύπους διοικητικών μέτρων και κυρώσεων και το ύψος των διοικητικών χρηματικών προστίμων.

    3.           Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εξουσία των κρατών μελών υποδοχής να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη ή τον κολασμό παρατυπιών που διαπράττονται στο έδαφός τους, οι οποίες είναι αντίθετες προς νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις που έχουν θεσπιστεί προς το γενικό συμφέρον. Η εξουσία αυτή περιλαμβάνει τη δυνατότητα των εν λόγω κρατών μελών να εμποδίζουν τους παρανομήσαντες ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να ασκήσουν περαιτέρω δραστηριότητες στο έδαφός τους.

    Άρθρο 30 Αναφορά παραβάσεων

    1.           Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές καθιερώνουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς για να ενθαρρύνουν την αναφορά παραβάσεων των εθνικών διατάξεων για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στις αρμόδιες αρχές.

    2.           Οι εν λόγω ρυθμίσεις περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

    α)      ειδικές διαδικασίες για την παραλαβή καταγγελιών για παραβάσεις και την επακόλουθη συνέχεια·

    β)      κατάλληλη προστασία για τους υπαλλήλους των ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων ή των διαμεσολαβητών που καταγγέλλουν παραβάσεις που διαπράχθηκαν στο εσωτερικό των εν λόγω οντοτήτων· και

    γ)      προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τόσο του προσώπου που καταγγέλλει τις παραβάσεις, όσο και του φυσικού προσώπου που φέρεται ότι διέπραξε παράβαση, σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ.

    Άρθρο 31 Διαβίβαση πληροφοριών στην ΕΑΑΕΣ όσον αφορά τις κυρώσεις

    1.           Τα κράτη μέλη παρέχουν κάθε έτος στην ΕΑΑΕΣ συγκεντρωτικές πληροφορίες για όλα τα διοικητικά μέτρα ή τις διοικητικές κυρώσεις που έχουν επιβάλει σύμφωνα με το άρθρο 26.

    Η ΕΑΑΕΣ δημοσιεύει τις εν λόγω πληροφορίες σε ετήσια έκθεση.

    2.           Οσάκις η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί στο κοινό διοικητικά μέτρα ή διοικητικές κυρώσεις, ενημερώνει παράλληλα την ΕΑΑΕΣ.

    3.           Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για να προσδιορίσει τις διαδικασίες και τα έντυπα διαβίβασης πληροφοριών, που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

    Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή [XX/ προστίθεται συγκεκριμένη ημερομηνία 6 μήνες μετά την έναρξη ισχύος/εφαρμογή της παρούσας οδηγίας].

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.

    ê 2002/92/ΕΚ

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV IX

    ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 14 Δικαίωμα προσφυγής στα δικαστήρια

    Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να είναι δυνατή η προσφυγή στα δικαστήρια κατά των αποφάσεων που λαμβάνονται σε σχέση με τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, τους αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις δυνάμει των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

    ò νέο

    Άρθρο 32 Προστασία δεδομένων

    1.           Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν την οδηγία 95/46/ΕΚ στην επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται στα κράτη μέλη σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

    2.           Ο κανονισμός (ΕΚ) No 45/2001 εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που πραγματοποιείται από την ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 33 Πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση

    Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 34 όσον αφορά τα άρθρα 8, 17, 23, 24 και 25.

    Άρθρο 34 Άσκηση της εξουσιοδότησης

    1.           Η εξουσία για την έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

    2.           Η εξουσία έκδοσης των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στα άρθρα 8, 17, 23, 24 και 25 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

    3.           Η ανάθεση εξουσιών που προβλέπεται στα άρθρα 8, 17, 23, 24 και 25 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση περί ανάκλησης περατώνει την ανάθεση εξουσιών που ορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα ήδη ισχυουσών κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

    4.           Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    5.           Κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα 8, 17, 23, 24 και 25 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός 2 μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά 2 μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

    Άρθρο 35 Επανεξέταση και αξιολόγηση

    1.           Πέντε έτη μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή επανεξετάζει την παρούσα οδηγία. Η επανεξέταση περιλαμβάνει γενική επισκόπηση της πρακτικής εφαρμογής των κανόνων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις εξελίξεις στις αγορές λιανικής πώλησης επενδυτικών προϊόντων, καθώς και τις εμπειρίες που αποκτήθηκαν κατά την πρακτική εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και του κανονισμού σχετικά με τα έγγραφα βασικών πληροφοριών για τα επενδυτικά προϊόντα και της οδηγίας [MIFID ΙΙ]. Στην επανεξέταση αναλύεται η δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας οδηγίας στα προϊόντα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2003/41/ΕΚ. Η εν λόγω επανεξέταση περιλαμβάνει επίσης ειδική ανάλυση του αντικτύπου του άρθρου 7 παράγραφος 2 , λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση ανταγωνισμού στην αγορά υπηρεσιών διαμεσολάβησης για συμβάσεις σε κατηγορίες άλλες από αυτές που αναφέρονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2002/83/ΕΚ, και του αντικτύπου των υποχρεώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 17 παράγραφος 2 σχετικά με τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που είναι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

    2.           Μετά από διαβούλευση με τη Μικτή Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, η Επιτροπή υποβάλλει πρώτη έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

    3.           Έως τις X X 20XX [τέσσερα έτη μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας], και τουλάχιστον ανά διετία στη συνέχεια, η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει δεύτερη έκθεση επί της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Η ΕΑΑΕΣ διαβουλεύεται με την ΕΑΚΑΑ προτού δημοσιεύσει την έκθεσή της.

    4.           Σε τρίτη έκθεση την οποία θα καταρτίσει έως τις X X 20XX [δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας], η ΕΑΑΕΣ αναλαμβάνει να προβεί σε αξιολόγηση της διάρθρωσης των αγορών ασφαλιστικών διαμεσολαβητών.

    5.           Σε έκθεση την οποία θα καταρτίσει έως τις X X 20XX [τέσσερα έτη μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας], η ΕΑΑΕΣ εξετάζει κατά πόσον οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 έχουν επαρκείς εξουσίες και πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.

    6.           Στην έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 εξετάζονται τουλάχιστον τα ακόλουθα ζητήματα:

    α)      οι αλλαγές στη διάρθρωση της αγοράς ασφαλιστικών διαμεσολαβητών·

    β)      οι αλλαγές στα μοντέλα διασυνοριακής δραστηριότητας·

    γ)      ενδιάμεση αξιολόγηση όσον αφορά τη βελτίωση της ποιότητας των συμβουλών και των μεθόδων πώλησης καθώς και των επιπτώσεων της παρούσας οδηγίας στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

    7.           Η ίδια έκθεση περιλαμβάνει επίσης αξιολόγηση, από την ΕΑΑΕΣ, των επιπτώσεων της παρούσας οδηγίας.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 1636 Μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο

    1.           Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες, νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από τις 15 Ιανουαρίου 2005. ð τα άρθρα [1-39], καθώς και με το παράρτημα I της οδηγίας το αργότερο την [ημερομηνία] ï. Ενημερώνουν Ö Ανακοινώνουν Õ αμέσως στην Επιτροπή σχετικά ð το κείμενο των εν λόγω διατάξεων ï.

    Αυτές οι διατάξεις, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, ð Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές ï περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. ð Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι αναφορές στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. ï Ο τρόπος ð πραγματοποίησης ï αυτής της αναφοράς ð και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται ï καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

    2.           Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών ð ουσιωδών ï διατάξεων ð εσωτερικού δικαίου ï που Ö τις οποίες Õ θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία. Στην ανακοίνωση αυτή περιλαμβάνουν και πίνακα ο οποίος υποδεικνύει τις εθνικές διατάξεις που αντιστοιχούν στην παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 1537 Κατάργηση οδηγίας

    Η οδηγία 77/92/ΕΟΚ Ö 2002/92/ΕΚ Õ καταργείται από [ημερομηνία έκδοσης 20XX] την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 ð , με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών σχετικά με την προθεσμία μεταφοράς της εν λόγω οδηγίας στο εθνικό δίκαιο. ï

    ò νέο

    Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία.

    ê 2002/92/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 1738 Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ð εικοστή ï ημέρα της δημοσίευσήςμετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα τωνης Ευρωπαϊκώνής Κοινοτήτων Ö Ένωσης Õ.

    ê 2002/92/ΕΚ

    Άρθρο 1839 Αποδέκτες

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες,

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο                     Για το Συμβούλιο

    ò νέο

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ ΠΕΛΑΤΕΣ

    Επαγγελματίας πελάτης είναι ο πελάτης που διαθέτει την πείρα, τις γνώσεις και την εμπειρογνωμοσύνη ώστε να λαμβάνει τις δικές του αποφάσεις και να εκτιμά δεόντως τον κίνδυνο που αναλαμβάνει. Για τους σκοπούς της οδηγίας, θεωρούνται επαγγελματίες για όλες τις ασφαλιστικές υπηρεσίες και δραστηριότητες και τα ασφαλιστικά προϊόντα:

    1.           Οι οντότητες που υποχρεούνται να λαμβάνουν άδεια λειτουργίας ή να υπόκεινται σε ρυθμίσεις για να ασκήσουν δραστηριότητες στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Ο κατωτέρω κατάλογος θα πρέπει να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει όλες τις οντότητες που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας και ασκούν τις χαρακτηριστικές για τις αναφερόμενες οντότητες δραστηριότητες: οντότητες που έχουν λάβει άδεια από ένα κράτος μέλος κατ’ εφαρμογή οδηγίας, οντότητες που έχουν λάβει άδεια ή υπόκεινται στις ρυθμίσεις κράτους μέλους χωρίς αναφορά σε οδηγία, και οντότητες που έχουν λάβει άδεια ή υπόκεινται στις ρυθμίσεις τρίτης χώρας:

    α)      Πιστωτικά ιδρύματα·

    β)      Ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και επιχειρήσεις επενδύσεων·

    γ)      Άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια ή υπόκεινται σε ρυθμίσεις·

    δ)      Ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις·

    ε)      Οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων και εταιρείες διαχείρισής τους·

    στ)    Συνταξιοδοτικά ταμεία και εταιρείες διαχείρισής τους·

    ζ)      Διαπραγματευτές σε χρηματιστήρια βασικών εμπορευμάτων και συναφών παραγώγων·

    η)      Τοπικές επιχειρήσεις·

    θ)      Άλλοι θεσμικοί επενδυτές.

    2.           Μεγάλες επιχειρήσεις που πληρούν δύο από τα ακόλουθα κριτήρια μεγέθους, σε βάση επιμέρους εταιρείας:

    – σύνολο ισολογισμού: 20 000 000 ευρώ

    – καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 40 000 000 ευρώ

    – ίδια κεφάλαια: 2 000 000 ευρώ.

    3.           Εθνικές και περιφερειακές κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων φορέων που διαχειρίζονται το δημόσιο χρέος σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο, κεντρικές τράπεζες, διεθνείς και υπερεθνικοί οργανισμοί, όπως η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ, η ΕΚΤ, η ΕΤΕ και άλλοι παρόμοιοι διεθνείς οργανισμοί.

    4.           Άλλοι θεσμικοί επενδυτές των οποίων κύρια δραστηριότητα είναι η επένδυση σε χρηματοπιστωτικά μέσα, συμπεριλαμβανομένων οντοτήτων που έχουν ως αποκλειστικό σκοπό την τιτλοποίηση στοιχείων ενεργητικού ή άλλες χρηματοδοτικές συναλλαγές. Οι ανωτέρω οντότητες θεωρούνται επαγγελματίες. Πρέπει, ωστόσο, να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν να αντιμετωπιστούν ως μη επαγγελματίες και οι επιχειρήσεις μπορούν να δεχθούν να τους παράσχουν υψηλότερο επίπεδο προστασίας. Εάν ο πελάτης μιας επιχείρησης είναι μια από τις επιχειρήσεις που αναφέρονται ανωτέρω, η επιχείρηση πρέπει, προτού του παράσχει υπηρεσίες, να τον ενημερώσει ότι θεωρείται, με βάση τις πληροφορίες που διαθέτει η επιχείρηση, επαγγελματίας πελάτης και ότι θα αντιμετωπιστεί ως τέτοιος, εκτός εάν η επιχείρηση και ο πελάτης συμφωνήσουν διαφορετικά. Η επιχείρηση πρέπει επίσης να ενημερώσει τον πελάτη ότι μπορεί να ζητήσει την μεταβολή των όρων της σύμβασης για να τύχει υψηλότερης προστασίας.

    Ο πελάτης που θεωρείται επαγγελματίας είναι αυτός που πρέπει να ζητήσει υψηλότερο επίπεδο προστασίας, εάν θεωρεί ότι δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει ή να διαχειριστεί ορθά τους κινδύνους που αναλαμβάνει. Το υψηλότερο αυτό επίπεδο προστασίας θα παρέχεται εάν ο πελάτης που θεωρείται επαγγελματίας συνάπτει γραπτή συμφωνία με την επιχείρηση ότι δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως επαγγελματίας για τους σκοπούς της εφαρμογής των εφαρμοστέων κανόνων δεοντολογίας της επιχείρησης. Η εν λόγω συμφωνία θα πρέπει να διευκρινίζει αν αυτό ισχύει για μία ή περισσότερες συγκεκριμένες υπηρεσίες ή συναλλαγές ή για ένα ή περισσότερα είδη προϊόντων ή συναλλαγών.

    ò νέο

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ

    Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα, τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύσουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση ανάμεσα στα συστατικά στοιχεία μιας οδηγίας και στα αντίστοιχα μέρη των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο.

    Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, η Επιτροπή θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη για τους ακόλουθους λόγους:

    Πολυπλοκότητα της οδηγίας και του σχετικού τομέα:

    Το πεδίο της ασφάλισης και της διανομής ασφαλιστικών προϊόντων είναι ιδιαίτερα περίπλοκο και μπορεί να είναι πολύ τεχνικό από την άποψη των επαγγελματιών οι οποίοι δεν είναι ειδικευμένοι σ’ αυτό. Ελλείψει καλά δομημένων επεξηγηματικών εγγράφων, το καθήκον της επίβλεψης της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο θα ήταν δυσανάλογα χρονοβόρο. Η παρούσα πρόταση αντιπροσωπεύει επανεξέταση όπου το κείμενο των οδηγιών για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (IMD) αναδιατυπώθηκε. Παρά το γεγονός ότι πολλές διατάξεις δεν έχουν αλλάξει ως προς την ουσία τους, μια σειρά νέων διατάξεων έχουν εισαχθεί και μια σειρά υφιστάμενων διατάξεων έχουν αναθεωρηθεί ή διαγραφεί. Η δομή, η μορφή και η παρουσίαση των κειμένων είναι εντελώς νέα. Η νέα δομή ήταν απαραίτητη για να δοθεί σαφέστερη και πιο λογική σειρά στις νομικές διατάξεις, αλλά αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την ανάγκη για μια δομημένη προσέγγιση κατά τον έλεγχο της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο.

    Ορισμένες διατάξεις της προτεινόμενης οδηγίας ενδέχεται να έχουν επιπτώσεις σε πολλούς τομείς της εθνικής έννομης τάξης, όπως στο εταιρικό δίκαιο, στο εμπορικό ή φορολογικό δίκαιο ή σε άλλους νομοθετικούς τομείς των κρατών μελών. Μπορεί να επηρεάσουν επίσης το παράγωγο εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των νόμων και των κανόνων επαγγελματικής δεοντολογίας που εφαρμόζονται στους χρηματοπιστωτικούς ή ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές. Η συσχέτιση των θεμάτων με όλους αυτούς τους γειτονικούς τομείς μπορεί να σημαίνει, ανάλογα με το σύστημα των κρατών μελών, ότι ορισμένες διατάξεις εφαρμόζονται μέσω νέων ή ήδη υφισταμένων κανόνων στους εν λόγω τομείς· θα πρέπει να υπάρχει σαφής εικόνα των κανόνων αυτών.

    Συνοχή και συσχέτιση με άλλες πρωτοβουλίες:

    Η παρούσα πρόταση κατατίθεται προς έγκριση ως μέρος μιας «δέσμης προϊόντων λιανικής για τους καταναλωτές» μαζί με την πρόταση PRIP για τη γνωστοποίηση πληροφοριών για τα προϊόντα (κανονισμός σχετικά με τα έγγραφα βασικών πληροφοριών σχετικά με τα επενδυτικά προϊόντα και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/71/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ) και την οδηγία ΟΣΕΚΑ V (οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες). Η πρωτοβουλία PRIP στοχεύει στη διασφάλιση μιας συνεκτικής οριζόντιας προσέγγισης όσον αφορά τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται για τα επενδυτικά προϊόντα και τα ασφαλιστικά προϊόντα με στοιχεία επενδύσεων (τα λεγόμενα επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα), και διατάξεις σχετικά με τις πρακτικές πώλησης περιλαμβάνονται στις αναθεωρήσεις της IMD1 (οδηγία για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση) και της MiFID (οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων). Η πρόταση είναι επίσης σύμφωνη με άλλες νομοθετικές πράξεις και πολιτικές της ΕΕ, τις οποίες συμπληρώνει, ιδίως στους τομείς της προστασίας των καταναλωτών, της προστασίας των επενδυτών και της προληπτικής εποπτείας, όπως η Φερεγγυότητα II (οδηγία 2009/138/ΕΚ), η MiFID ΙΙ (η αναδιατύπωση της MiFID), και η προαναφερόμενη πρωτοβουλία PRIP.

    Η νέα IMD θα συνεχίσει να έχει τα χαρακτηριστικά ενός νομικού μέσου «ελάχιστης εναρμόνισης». Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να προχωρήσουν περαιτέρω, εφόσον απαιτείται, για τους σκοπούς της προστασίας των καταναλωτών. Ωστόσο, τα ελάχιστα πρότυπα της IMD θα αυξηθούν σημαντικά. Ορισμένα τμήματα της νέας οδηγίας θα ενισχυθούν με μέτρα επιπέδου 2, προκειμένου να ευθυγραμμιστούν οι κανόνες με τη MiFID II: ιδίως, στο κεφάλαιο για τη ρύθμιση της διανομής των ασφαλειών ζωής με στοιχεία επενδύσεων (εφεξής: επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα- βλ. κατωτέρω). Στόχος είναι η εναρμόνιση των πωλήσεων επενδυτικών ασφαλιστικών προϊόντων σε ολόκληρη την ΕΕ μέσω μέτρων επιπέδου 2[25]. Πρόκειται για καινοτομία σε σχέση με το κείμενο της αρχικής οδηγίας. Είναι σημαντικό να είναι σε θέση η Επιτροπή να συγκρίνει τις καταστάσεις που προκύπτουν στα διάφορα κράτη μέλη και, συνεπώς, να εκπληρώσει ορθώς το καθήκον της εποπτείας της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου. Επιπλέον, η οδηγία περιέχει ρήτρα αναθεώρησης και, προκειμένου να είναι σε θέση να συγκεντρώσει όλες τις σχετικές πληροφορίες για τη λειτουργία των κανόνων αυτών, η Επιτροπή θα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθεί από την αρχή την εφαρμογή τους.

    Κεφάλαιο σχετικά με τα επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα: Το κείμενο της πρότασης περιλαμβάνει ένα κεφάλαιο για τη θέσπιση πρόσθετων απαιτήσεων για την προστασία των πελατών σε σχέση με τα επενδυτικά ασφαλιστικά προϊόντα.

    Υπάρχει ισχυρή πολιτική βούληση να θεσπιστούν οι εν λόγω διατάξεις, ωστόσο, ταυτόχρονα, η εμπειρία είναι πολύ περιορισμένη, δεδομένου ότι πρόκειται για νέο τομέα. Ως εκ τούτου, έχει μεγάλη σημασία να διαβιβάζονται στην Επιτροπή τα έγγραφα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο στα οποία εξηγείται ο τρόπος με τον οποίο τα κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει τις εν λόγω διατάξεις.

    Από την υποβολή επεξηγηματικών εγγράφων εκτιμάται ότι προκύπτει χαμηλός πρόσθετος διοικητικός φόρτος για τα κράτη μέλη: Όπως προαναφέρθηκε, το ισχύον κείμενο υφίσταται από το 2002 (ημερομηνία έκδοσης της αρχικής οδηγίας). Ως εκ τούτου, δεν θα είναι επαχθές για τα κράτη μέλη να κοινοποιούν τις εκτελεστικές διατάξεις τους, δεδομένου ότι τις περισσότερες από αυτές τις έχουν κανονικά ήδη κοινοποιήσει εδώ και καιρό. Ο εκτιμώμενος χαμηλός πρόσθετος διοικητικός φόρτος για τα κράτη μέλη που προκύπτει από την υποβολή επεξηγηματικών εγγράφων όσον αφορά τα νέα τμήματα της οδηγίας είναι αναλογικός και αναγκαίος, ώστε η Επιτροπή να μπορεί να εκπληρώνει την αποστολή της όσον αφορά την εποπτεία της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου.

    Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή πιστεύει ότι η απαίτηση παροχής επεξηγηματικών εγγράφων στην περίπτωση της προτεινόμενης οδηγίας είναι αναλογική και δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου για την αποτελεσματική εποπτεία, από την Επιτροπή, της ακριβούς μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο.

    ò νέο

    ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

    1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

                  1.1.    Ονομασία της πρότασης/πρωτοβουλίας

                  1.2.    Σχετικός(οί) τομέας(είς) πολιτικής που αφορά(-ούν) τη δομή ΔΒΔ/ΠΒΔ

                  1.3.    Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

                  1.4.    Στόχος (οι)

                  1.5.    Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

                  1.6.    Διάρκεια και δημοσιονομικός αντίκτυπος

                  1.7.    Προβλεπόμενος(-οι) τρόπος(-οι) διαχείρισης

    2.           MEΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

                  2.1.    Διατάξεις στον τομέα της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων

                  2.2.    Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

                  2.3.    Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

    3.           ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΟΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟΣ ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

                  3.1.    Τομέας(-είς) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμή(-ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

                  3.2.    Εκτιμώμενος αντίκτυπος στις δαπάνες

                  3.2.1. Συνοπτική παρουσίαση του εκτιμώμενου αντικτύπου στις δαπάνες

                  3.2.2. Εκτιμώμενος αντίκτυπος στις επιχειρησιακές πιστώσεις

                  3.2.3. Εκτιμώμενος αντίκτυπος στις πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα

                  3.2.4. Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

                  3.2.5. Συμμετοχή τρίτων μερών στη χρηματοδότηση

                  3.3.    Εκτιμώμενος δημοσιονομικός αντίκτυπος στα έσοδα

    ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

    1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

    1.1.        Ονομασία της πρότασης/πρωτοβουλίας

    Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (IMD2) για την κατάργηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (IMD1)

    1.2.        Σχετικός(οί) τομέας(είς) πολιτικής που αφορά(–ούν) τη δομή ΔΒΔ/ΠΒΔ[26]

    Εσωτερική αγορά – Χρηματοπιστωτικές αγορές

    1.3.        Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

    X Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση

    ¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση μετά από πιλοτικό έργο/ προπαρασκευαστική δράση[27]

    ¨Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά την παράταση υφιστάμενης δράσης

    ¨ Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά δράση προσανατολισμένη προς νέα δράση

    1.4.        Στόχοι

    1.4.1.     Ο (Οι) πολυετής(-είς) στρατηγικός(-οί) στόχος(-οι) της Επιτροπής που αφορά η πρόταση/πρωτοβουλία

    Αύξηση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών· ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς χρηματοοικονομικών υπηρεσιών.

    1.4.2.     Ειδικός(-οί) στόχος(-οι) και δραστηριότητα(-ες) ΔΒΔ/ΠΒΔ

    διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού· μείωση των συγκρούσεων συμφερόντων· βελτίωση παροχής συμβουλών για σύνθετα προϊόντα· μείωση του φόρτου/των δαπανών για την πρόσβαση στην αγορά παροχής διασυνοριακών δραστηριοτήτων.

    1.4.3.     Αναμενόμενο(-α) αποτέλεσμα(-τα) και αντίκτυπος

    Να προσδιοριστούν τα αποτελέσματα που θα πρέπει να έχει η πρόταση/πρωτοβουλία όσον αφορά τους στοχοθετημένους(ες) δικαιούχους/ομάδες.

    Η πρόταση αποσκοπεί: στην επέκταση του πεδίου εφαρμογής της IMD σε όλους τους διαύλους διανομής· στον προσδιορισμό, τη διαχείριση και τον μετριασμό των συγκρούσεων συμφερόντων· στην αύξηση του επιπέδου εναρμόνισης των διοικητικών κυρώσεων για παραβάσεις των κανόνων πωλήσεων· στην ενίσχυση της καταλληλότητας και της αντικειμενικότητας των συμβουλών· στη διασφάλιση ότι τα επαγγελματικά προσόντα των πωλητών ανταποκρίνονται στον σύνθετο χαρακτήρα των πωλούμενων προϊόντων· στην απλούστευση και εναρμόνιση της διαδικασίας διασυνοριακής πρόσβασης στις αγορές σε όλη την ΕΕ.

    1.4.4.     Δείκτες αποτελεσμάτων και αντικτύπου

    Να προσδιοριστούν οι δείκτες για την παρακολούθηση της υλοποίησης της πρότασης/πρωτοβουλίας.

    Θα πρέπει να εκπονηθούν εκθέσεις σχετικά με την προστασία των καταναλωτών, την πρόοδο που σημειώθηκε όσον αφορά την επίτευξη ανόθευτου ανταγωνισμού· τις εξελίξεις σχετικά με τις διασυνοριακές επιχειρηματικές δραστηριότητες και τον αντίκτυπο των προτεινόμενων μέτρων στις ασφαλιστικές αγορές.

    1.5         Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

    1.5.1.     Βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών

    Η εφαρμογή της αναθεωρημένης οδηγίας στα κράτη μέλη θα έχει τα ακόλουθα αποτελέσματα:

    •        Οι νέοι κανόνες θα διευρύνουν τις επιλογές των καταναλωτών και θα βελτιώσουν την ποιότητα των λαμβανόμενων υπηρεσιών.

    •        Η καλύτερη πληροφόρηση και η μεγαλύτερη διαφάνεια είναι πιθανό να οδηγήσουν σε ενίσχυση του ανταγωνισμού και σε πλεονεκτήματα για αποτελεσματικούς διαμεσολαβητές.

    •        Η αδειοδότηση και η εποπτεία των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και άλλων πωλητών ασφαλιστικών προϊόντων θα εναρμονιστούν και ο συντονισμός μεταξύ των εθνικών εποπτικών αρχών θα βελτιωθεί.

    •        Όλοι οι πωλητές ασφαλιστικών προϊόντων που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ θα υπόκεινται σε κατάλληλη ρύθμιση, λαμβανομένων υπόψη της αναλογικότητας και των αναγκών των ΜΜΕ.

    •        Τα επαγγελματικά προσόντα όλων των πωλητών ασφαλειών θα ανταποκρίνονται στον σύνθετο χαρακτήρα του πωλούμενου προϊόντος.

    •        Προβλέπεται αύξηση των εισόδων στις διασυνοριακές αγορές.

    •        Το καθεστώς της επιβολής κυρώσεων θα ενισχυθεί με τη δημιουργία κατάλληλου και εναρμονισμένου πλαισίου για την πρόληψη και την αντιμετώπιση των βασικών παραβιάσεων της οδηγίας.

    1.5.2.     Προστιθέμενη αξία παρέμβασης της ΕΕ

    1) Η ύπαρξη ενός μωσαϊκού κανονιστικών ρυθμίσεων μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των διοικητικών δαπανών και σε ρυθμιστικό αρμπιτράζ.

    2) Η έλλειψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση του αριθμού των περιπτώσεων καταχρηστικής πώλησης ασφαλιστικών προϊόντων.

    1.5.3.     Διδάγματα που αποκομίστηκαν από ανάλογες εμπειρίες του παρελθόντος

    Οι πρακτικές πώλησης καθαρά επενδυτικών προϊόντων διέπονται ήδη από την οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID), ενώ τα ασφαλιστικά προϊόντα που βασίζονται σε επενδύσεις τα οποία μπορούν να αντικαθίστανται με τα εν λόγω επενδυτικά προϊόντα θα διέπονται επίσης με παρόμοιο τρόπο σε ενωσιακό επίπεδο μόλις εγκριθεί η πρόταση IMD 2. Η οδηγία MiFID ενίσχυσε τον ανταγωνισμό μεταξύ των χρηματοπιστωτικών μέσων, αύξησε τις επιλογές για τους επενδυτές και βελτίωσε τους κανόνες προστασίας των καταναλωτών.

    1.5.4.     Συνέπεια και ενδεχόμενη συνέργεια με άλλα συναφή μέσα

    Η προτεινόμενη αναθεώρηση της IMD ακολουθεί το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Η υλοποίηση της ευρωπαϊκής ανάκαμψης», στην στρατηγική «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Είναι επίσης συνεκτική και συνεπής με την πρωτοβουλία PRIP, την πρόταση MiFID II και τη Φερεγγυότητα ΙΙ.

    1.6         Διάρκεια και δημοσιονομικός αντίκτυπος

    ý Πρόταση/πρωτοβουλία περιορισμένης διάρκειας[28]

    – ¨         Ισχύουσα πρόταση/πρωτοβουλία από την [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ μέχρι την [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ

    – X          Δημοσιονομικός αντίκτυπος από το 2014 έως το 2016

    ¨      Πρόταση/πρωτοβουλία απεριόριστης διάρκειας

    – Περίοδος σταδιακής εφαρμογής από το ΕΕΕΕ έως το ΕΕΕΕ,

    – και στη συνέχεια λειτουργία με κανονικό ρυθμό.

    1.7.        Προβλεπόμενος(οι) τρόπος(οι) διαχείρισης[29]

    ¨ Κεντρική άμεση διαχείριση από την Επιτροπή

    ¨ Κεντρική έμμεση διαχείριση με ανάθεση καθηκόντων εκτέλεσης σε:

    – ¨         εκτελεστικούς οργανισμούς

    – ý         οργανισμούς που έχουν συστήσει οι Κοινότητες[30]

    – ¨         εθνικούς δημόσιους οργανισμούς / οργανισμούς με αποστολή δημόσιας υπηρεσίας

    – ¨         πρόσωπα επιφορτισμένα με την εκτέλεση συγκεκριμένων δράσεων δυνάμει του τίτλου V της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα οποία προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη κατά την έννοια του άρθρου 49 του δημοσιονομικού κανονισμού

    ¨ Επιμερισμένη διαχείριση με τα κράτη μέλη

    ¨ Αποκεντρωμένη διαχείριση με τρίτες χώρες

    ¨ Από κοινού διαχείριση με διεθνείς οργανισμούς (να προσδιοριστεί)

    Αν αναφέρονται περισσότεροι τρόποι διαχείρισης, παρακαλείσθε να τους διευκρινίσετε στο τμήμα «Παρατηρήσεις».

    Παρατηρήσεις

    -

    2.           MEΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

    2.1.        Διατάξεις στον τομέα της παρακολούθησης και της υποβολής εκθέσεων

    Να προσδιοριστούν η συχνότητα και οι όροι των διατάξεων αυτών.

    Το άρθρο 81 του σχεδίου κανονισμού σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (ΕΑΑΕΣ) προβλέπει την αξιολόγηση της πείρας που αποκτήθηκε ως αποτέλεσμα της λειτουργίας της ΕΑΑΕΣ εντός τριών ετών από την πραγματική έναρξη της λειτουργίας της. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή θα δημοσιεύσει γενική έκθεση η οποία θα διαβιβαστεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

    2.2.        Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

    2.2.1.     Κίνδυνος(-οι) που έχει(-ουν) επισημανθεί

    Η ΕΑΑΕΣ χρειάζεται πρόσθετους πόρους οι οποίοι προβλέπονται από την παρούσα πρόταση για να μπορέσει να εκπληρώσει τα καθήκοντα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της και συνίστανται ιδίως:

    •        στην κατάρτιση, δημοσίευση και επικαιροποίηση ενός ενιαίου ηλεκτρονικού μητρώου·

    •        στη διασφάλιση της εναρμόνισης και του συντονισμού των κανόνων της IMD 2 μέσω της κατάρτισης κανονιστικών προτύπων·

    •        στην     ενίσχυση και διασφάλιση της συνεκτικής εφαρμογής των εθνικών ρυθμιστικών εξουσιών μέσω της έκδοσης κατευθυντηρίων γραμμών και της κατάρτισης εκτελεστικών τεχνικών προτύπων·

    •        στη συγκέντρωση και δημοσίευση πληροφοριών σε σχέση με κυρώσεις και κανόνες περί γενικού συμφέροντος·

    •        στην παρακολούθηση και αξιολόγηση της πρότασης (3 εκθέσεις).

    Χωρίς αυτούς τους πόρους δεν θα ήταν δυνατό να διασφαλιστεί η έγκαιρη και αποτελεσματική εκπλήρωση του ρόλου της ΕΑΑΕΣ.

    2.2.2.     Προβλεπόμενη(-ες) μέθοδος(-οι) ελέγχου

    Τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου που προβλέπονται στον κανονισμό για την ΕΑΑΕΣ θα εφαρμόζονται επίσης στα καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με την παρούσα πρόταση.

    2.3.        Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

    Να προσδιοριστούν τα ισχύοντα ή τα προβλεπόμενα μέτρα πρόληψης και προστασίας.

    Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας, εφαρμόζονται στην ΕΑΑΕΣ, χωρίς περιορισμό, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF).

    Η ΕΑΑΕΣ προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και θεσπίζει αμέσως τις κατάλληλες διατάξεις οι οποίες εφαρμόζονται στο σύνολο του προσωπικού της ΕΑΑΕΣ.

    3.           ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΟΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟΣ ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

    3.1.        Τομέας(-είς) του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμή(-ές) δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

    · Υφιστάμενες γραμμές του προϋπολογισμού για δαπάνες

    Σύμφωνα με τη σειρά των τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και των γραμμών του προϋπολογισμού.

    Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || Γραμμή προϋπολογισμού || Είδος δαπάνης || Συμμετοχή

    Αριθ. [Περιγραφή…] || ΔΠ/ΜΔΠ ([31]) ||  από χώρς ΕΖΕΣ[32] || από υποψήφιες χώρες[33] || τρίτων χωρών || κατά την έννοια του άρθρου 18 παρ. 1 στοιχείο αα) του δημοσιονομικού κανονισμού

    || 12.0403.01 [ΕΑΑΕΣ – Επιχορήγηση βάσει των τίτλων 1 και 2 (Δαπάνες προσωπικού και διοικητικές δαπάνες)] || Διαχ. || ΝΑΙ || ΟΧΙ || ΟΧΙ || ΟΧΙ

    · Νέες γραμμές του προϋπολογισμού, των οποίων έχει ζητηθεί η δημιουργία

    Σύμφωνα με τη σειρά των τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και των γραμμών του προϋπολογισμού.

    3.2.        Εκτιμώμενος αντίκτυπος στις δαπάνες

    3.2.1.     Συνοπτική παρουσίαση του εκτιμώμενου αντικτύπου στις δαπάνες

    εκατ. ευρώ (3 δεκαδικά ψηφία)

    Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου: || Αριθ. || Ανταγωνιστικότητα για την Ανάπτυξη και την Απασχόληση

    ΓΔ: MARKT || || || Έτος 2014[34] || Έτος 2015 || Έτος 2016 || || να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να αντικατοπτρίζεται η διάρκεια του αντικτύπου (βλ. σημείο 1.6) || ΣΥΝΟΛΟ

    Ÿ Επιχειρησιακές πιστώσεις || || || || || || || ||

    12.0404.01 || Αναλήψεις υποχρεώσεων || (1) || 0,302 || 0,271 || 0,271 || || || || || 0,844

    Πληρωμές || (2) || 0,302 || 0,271 || 0,271 || || || || || 0,844

    Πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενες  από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων[35] || || || || || || || ||

    Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού || || (3) || || || || || || || ||

    ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων για τη ΓΔ MARKT || Αναλήψεις υποχρεώσεων || =1+1a +3 || 0,302 || 0,271 || 0,271 || || || || || 0,844

    Πληρωμές || =2+2a +3 || 0,302 || 0,271 || 0,271 || || || || || 0,844

    Ÿ ΣΥΝΟΛΟ επιχειρησιακών πιστώσεων || Αναλήψεις υποχρεώσεων || (4) || 0,302 || 0,271 || 0,271 || || || || || 0,844

    Πληρωμές || (5) || 0,302 || 0,271 || 0,271 || || || || || 0,844

    Ÿ ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενων από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων || (6) || || || || || || || ||

    ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων του ΤΟΜΕΑ 1Α του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || Αναλήψεις υποχρεώσεων || =4+ 6 || 0,302 || 0,271 || 0,271 || || || || || 0,844

    Πληρωμές || =5+ 6 || 0,302 || 0,271 || 0,271 || || || || || 0,844

    Παρατηρήσεις :

    Μετά την αρχική περίοδο 3 ετών (2014-2016), κατά την οποία η ΕΑΑΕΣ θα έχει περισσότερα εφάπαξ καθήκοντα, η κατάσταση θα πρέπει να επαναξιολογηθεί για να οριστεί το κατάλληλο επίπεδο του ανθρώπινου δυναμικού που πραγματικά χρειάζεται για την εκπλήρωση των καθηκόντων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία και για την εξέταση ενδεχόμενης αναδιάταξης.

    Οι επιχειρησιακές πιστώσεις ανωτέρω σχετίζονται με τα ειδικά καθήκοντα που ανατίθενται στην ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με την πρόταση:

    1)           Καθήκοντα σχετικά με την κατάρτιση, δημοσίευση και επικαιροποίηση μιας ενιαίας ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων·

    Η ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να καταρτίζει, να δημοσιεύει και να επικαιροποιεί μια ενιαία ηλεκτρονική βάση δεδομένων που περιέχει ένα αρχείο για κάθε ασφαλιστικό και αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή που έχει γνωστοποιήσει την πρόθεσή του να ασκήσει το δικαίωμα της ελεύθερης εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Τα κράτη μέλη παρέχουν τις σχετικές πληροφορίες στην ΕΑΑΕΣ για να μπορεί να διαχειρίζεται το εν λόγω μητρώο. Το μητρώο αυτό περιλαμβάνει επίσης έναν υπερσύνδεσμο προς την αρμόδια αρχή κάθε κράτους μέλους.

    2)           Καθήκοντα σχετικά με την εναρμόνιση και τον συντονισμό των κανόνων της IMD 2 μέσω της κατάρτισης προτύπων (5 κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και μόνιμα καθήκοντα)

    Η ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να συνεργάζεται για να επιτύχει τη μεγαλύτερη δυνατή συνοχή των κανόνων δεοντολογίας των επιχειρήσεων οι οποίοι εφαρμόζονται στα επενδυτικά προϊόντα λιανικής που διέπονται είτε από την οδηγία MiFID ΙΙ ή από την οδηγία IMD2.

    Η ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να εκπονήσει πέντε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις όσον αφορά

    1)      το περιεχόμενο των κατάλληλων επαγγελματικών γνώσεων και ικανοτήτων του διαμεσολαβητή·

    2)      τις συγκρούσεις συμφερόντων που συνδέονται με την πώληση επενδυτικών-ασφαλιστικών προϊόντων·

    3)      τις γενικές αρχές και τις πληροφορίες στους πελάτες σε σχέση με την πώληση επενδυτικών-ασφαλιστικών προϊόντων·

    4)      λεπτομερή εξέταση της καταλληλότητας και της σκοπιμότητας για την πώληση επενδυτικών-ασφαλιστικών προϊόντων·

    5)      τον τρόπο γνωστοποίησης της αμοιβής του διαμεσολαβητή - συμπεριλαμβανομένης της ενδεχόμενης προμήθειας - στον πελάτη·

    Μόνιμα καθήκοντα

    Η ΕΑΑΕΣ θα αναλάβει επίσης διάφορα άλλα μόνιμα καθήκοντα, μεταξύ άλλων, να παρεμβαίνει σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των εποπτικών αρχών των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής, ιδίως σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής δεν ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του, όταν πραγματοποιεί συναλλαγές στο κράτος μέλος υποδοχής.

    3)           Καθήκοντα που σχετίζονται με τη διασφάλιση της συνεκτικής εφαρμογής των εθνικών ρυθμιστικών εξουσιών μέσω της έκδοσης κατευθυντηρίων γραμμών και της κατάρτισης σχεδίων εκτελεστικών τεχνικών προτύπων (1 εκτελεστικό πρότυπο, 2 κατευθυντήριες γραμμές, μόνιμα καθήκοντα)

    Η ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να καταρτίσει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά τις διαδικασίες και τα έντυπα διαβίβασης πληροφοριών σχετικά με διοικητικά μέτρα και τις κυρώσεις που επιβάλλονται από τα κράτη μέλη.

    Η ΕΑΑΕΣ θα πρέπει επίσης να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εποπτεία των διασταυρούμενων πωλήσεων (πρακτικών δέσμευσης). Θα πρέπει να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τους τύπους διοικητικών μέτρων και κυρώσεων και το ύψος των διοικητικών χρηματικών προστίμων.

    4)           Καθήκοντα που σχετίζονται με τη συγκέντρωση και δημοσίευση πληροφοριών (καθήκοντα καταγραφής σε αρχείο και μόνιμα καθήκοντα)

    Η ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να υποβάλει τυποποιημένο δελτίο πληροφοριών για τους κανόνες περί γενικού συμφέροντος το οποίο συμπληρώνεται από τις αρμόδιες αρχές σε κάθε κράτος μέλος.

    Θα έχει επίσης ορισμένα μόνιμα καθήκοντα:

    Η ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να συγκεντρώνει και να δημοσιεύει πληροφορίες για τους κανόνες περί γενικού συμφέροντος. Θα πρέπει να διασφαλίζει ότι οι πληροφορίες που λαμβάνει όσον αφορά αυστηρότερες εθνικές διατάξεις σχετικά με τις απαιτήσεις ενημέρωσης και τις συγκρούσεις συμφερόντων γνωστοποιούνται στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, τους διαμεσολαβητές και τους καταναλωτές. Δημοσιεύει επίσης πληροφορίες σχετικά με κυρώσεις στην ετήσια έκθεσή της.

    5)           Καθήκοντα που σχετίζονται με την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της πρότασης (3 εκθέσεις)

    Η ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να εκπονήσει δύο εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας (μία μετά από 4 έτη από την έναρξη ισχύος και την άλλη μετά από 6 έτη). Στις εν λόγω εκθέσεις η ΕΑΑΕΣ αναλαμβάνει να εκπονήσει αξιολόγηση της διάρθρωσης των αγορών ασφαλιστικών διαμεσολαβητών. Η ΕΑΑΕΣ εξετάζει κατά πόσον οι αρμόδιες αρχές έχουν επαρκείς εξουσίες και πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να εξετάσει σε χωριστή έκθεση εάν οι υφιστάμενοι κανόνες περί γενικού συμφέροντος συνάδουν με τον στόχο της εσωτερικής αγοράς.

    Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου: || 5 || «Διοικητικές δαπάνες»

    εκατ. ευρώ (3 δεκαδικά ψηφία)

    || || || Έτος 2014 || Έτος 2015 || Έτος 2016 || || || ΣΥΝΟΛΟ

    ΓΔ:MARKT ||

    Ÿ Ανθρώπινοι πόροι || 0 || 0 || 0 || || || || ||

    Ÿ Λοιπές διοικητικές δαπάνες || 0 || 0 || 0 || || || || ||

    ΣΥΝΟΛΟ ΓΔ MARKT || Πιστώσεις || 0 || 0 || 0 || || || || ||

    ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων του ΤΟΜΕΑ 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || (Σύνολο αναλήψεων υποχρεώσεων = Σύνολο πληρωμών) || 0 || 0 || 0 || || || || ||

    εκατ. ευρώ (3 δεκαδικά ψηφία)

    || || || Έτος 2014[36] || Έτος 2015 || Έτος 2016 || || || ΣΥΝΟΛΟ

    ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων των ΤΟΜΕΩΝ 1 έως 5 του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου || Αναλήψεις υποχρεώσεων || 0,302 || 0,271 || 0,271 || || || || || 0,844

    Πληρωμές || 0,302 || 0,271 || 0,271 || || || || || 0,844

    3.2.2.     Εκτιμώμενος αντίκτυπος στις επιχειρησιακές πιστώσεις

    – ¨         Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων

    – ý Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

    Οι ειδικοί στόχοι της πρότασης αναφέρονται στην ενότητα 1.4.2. Θα επιτευχθούν μέσω των προτεινόμενων νομοθετικών μέτρων που θα υλοποιηθούν σε εθνικό επίπεδο και μέσω της συμμετοχής της ΕΑΑΕΣ. Παρότι δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστούν συγκεκριμένα αριθμητικά αποτελέσματα για κάθε λειτουργικό στόχο, ο ρόλος της ΕΑΑΕΣ και η συνεισφορά της στους στόχους της πρότασης περιγράφονται λεπτομερώς στην ενότητα 3.2.1.

    3.2.3.     Εκτιμώμενος αντίκτυπος στις πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα

    3.2.3.1.  Σύνοψη

    – X          Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα

    – ¨         Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση διοικητικού χαρακτήρα, όπως εξηγείται κατωτέρω:

    3.2.3.2.  Εκτιμώμενες ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους

    – X       Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων

    – ¨      Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

    Παρατήρηση:

    Δεν θα χρειαστούν πρόσθετοι ανθρώπινοι και διοικητικοί πόροι στη ΓΔ MARKT ως αποτέλεσμα της πρότασης. Οι πόροι που χρησιμοποιούνται επί του παρόντος για την τήρηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ θα εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούνται για αυτόν τον σκοπό.

    3.2.4.     Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

    – X          Η πρόταση/πρωτοβουλία είναι συμβατή με το προτεινόμενο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2014-2020.

    – ¨         Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί αναπρογραµµατισµό του σχετικού τομέα του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

    Η πρόταση προβλέπει την ανάθεση πρόσθετων καθηκόντων στην ΕΑΑΕΣ. Για τον σκοπό αυτό θα χρειαστούν πρόσθετοι πόροι υπό την γραμμή του προϋπολογισμού 12.0403.01. Οι πόροι αυτοί προβλέπονται ήδη στο πλαίσιο του προτεινόμενου πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2014-2020.

    – ¨         Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί τη χρησιμοποίηση του μέσου ευελιξίας ή την αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου[37].

    3.2.5.     Συμμετοχή τρίτων μερών στη χρηματοδότηση

    – ¨         Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν προβλέπει συγχρηματοδότηση από τρίτα µέρη

    – ý         Η πρόταση/πρωτοβουλία προβλέπει τη συγχρηματοδότηση που εκτιμάται παρακάτω:

    Πιστώσεις σε εκατ. ευρώ (3 δεκαδικά ψηφία)

    || Έτος 2014 || Έτος 2015 || Έτος 2016 || || || Σύνολο

    Κράτη μέλη μέσω εθνικών εποπτικών αρχών της ΕΕ * || 0,452 || 0,407 || 0,407 || || || || || 1,266

    ΣΥΝΟΛΟ συγχρηματοδοτημένων πιστώσεων || 0,452 || 0,407 || 0,407 || || || || || 1,266

    * Εκτίμηση βάσει του τρέχοντος μηχανισμού χρηματοδότησης στον κανονισμό για τη θέσπιση της ΕΑΑΕΣ (κράτη μέλη 60% - Κοινότητα 40%)

    3.3.        Εκτιμώμενος δημοσιονομικός αντίκτυπος στα έσοδα

    – ý      Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν έχει δηµοσιονοµικό αντίκτυπο στα έσοδα.

    – ¨      Η πρόταση/πρωτοβουλία έχει τον δημοσιονομικό αντίκτυπο που περιγράφεται κατωτέρω:

    – ¨         στους ιδίους πόρους

    – ¨         στα διάφορα έσοδα

    Παράρτημα στο Νομοθετικό Δημοσιονομικό Δελτίο για πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και την πώληση ασφαλιστικών προϊόντων και για την κατάργηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (IMD)

    Τα κόστη που σχετίζονται με καθήκοντα που πρέπει να εκπληρώσει η ΕΑΑΕΣ υπολογίστηκαν στις δαπάνες προσωπικού (τίτλος 1), σύμφωνα με την κατάταξη δαπανών στο σχέδιο προϋπολογισμού της ΕΑΑΕΣ για το 2012 που υποβλήθηκε στην Επιτροπή. Η πρόταση της Επιτροπής προβλέπει ιδίως ότι η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει 5 σχέδια κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και 1 σχέδιο εκτελεστικού τεχνικού προτύπού. Επιπλέον, η ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να εκπονήσει 2 κατευθυντήριες γραμμές, κυρίως για να διασφαλίσει τη συνεργασία μεταξύ των αρχών και 3 εκθέσεις για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της οδηγίας· θα τηρεί το μητρώο των διαμεσολαβητών που προτίθενται να ασκήσουν διασυνοριακή δραστηριότητα και θα αναλάβει ορισμένα άλλα μόνιμα καθήκοντα. Θεωρήθηκε ως δεδομένο ότι η οδηγία θα τεθεί σε ισχύ στο τέλος του 2013 και, συνεπώς, οι πρόσθετοι πόροι της ΕΑΑΕΣ απαιτούνται από το 2014. Έχει υπολογιστεί πρόσθετο προσωπικό για τα τεχνικά πρότυπα, τις κατευθυντήριες γραμμές και τις εκθέσεις που θα καταρτίσει η ΕΑΑΕΣ· και για άλλα μόνιμα καθήκοντα. Όσον αφορά τη φύση των θέσεων, για την επιτυχή και έγκαιρη παράδοση των νέων τεχνικών προτύπων απαιτούνται, συγκεκριμένα, επιπλέον υπάλληλοι στους τομείς της πολιτικής, των νομικών θεμάτων και της εκτίμησης επιπτώσεων.

    Για την εκτίμηση του αντικτύπου στον αριθμό των ισοδύναμων πλήρους απασχόλησης (ΙΠΑ) που απαιτούνται για την ανάπτυξη των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, των τεχνικών προτύπων, των κατευθυντήριων γραμμών και των εκθέσεων εφαρμόστηκαν οι κατωτέρω παραδοχές:

    1.           Ένας υπάλληλος πολιτικής συντάσσει κατά μέσο όρο 1,5 κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις/τεχνικά πρότυπα ανά έτος και ο ίδιος υπάλληλος μπορεί να συντάξει τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές ή εκθέσεις. Οι εργασίες τους θα περιλαμβάνουν επίσης καθήκοντα που αφορούν τη συγκέντρωση και δημοσίευση πληροφοριών και μόνιμα καθήκοντα (βλ. ανωτέρω). Αυτό σημαίνει ότι απαιτούνται 4 υπάλληλοι πολιτικής·

    2.           Απαιτείται ένας υπάλληλος εκτίμησης επιπτώσεων για τα ανωτέρω τεχνικά πρότυπα·

    3.           Απαιτείται ένας υπάλληλος νομικών θεμάτων για τα ανωτέρω τεχνικά πρότυπα και τις κατευθυντήριες γραμμές.

    Αυτό σημαίνει ότι χρειάζονται 6 επιπλέον ΙΠΑ από το 2014.

    Θεωρήθηκε ότι η εν λόγω αύξηση των ΙΠΑ θα διατηρηθεί το 2015 και το 2016, εφόσον τα πρότυπα κατά πάσα πιθανότητα θα ολοκληρωθούν το 2015 και ενδέχεται να χρειαστούν τροποποιήσεις το 2016.

    Άλλες παραδοχές:

    1.           βάσει της κατανομής των ΙΠΑ στο σχέδιο προϋπολογισμού του 2012, ισχύει η παραδοχή ότι οι 6 επιπλέον ΙΠΑ απαρτίζονται από 4 έκτακτους υπάλληλους (74%), 1 αποσπασμένο εθνικό εμπειρογνώμονα (16%) και 1 συμβασιούχο υπάλληλο (10%)·

    2.           το μέσο ετήσιο μισθολογικό κόστος για τις διάφορες κατηγορίες προσωπικού βασίζεται στην καθοδήγηση της ΓΔ BUDG·

    3.           ο συντελεστής στάθμισης του μισθού για τη Φρανκφούρτη είναι 0,948·

    4.           το κόστος κατάρτισης υπολογίζεται στα 1 000 ευρώ ανά ΙΠΑ ανά έτος·

    5.           το κόστος αποστολών εκτιμάται στα 10 000 ευρώ, βάσει του σχεδίου προϋπολογισμού για αποστολές του 2012 ανά αριθμό ατόμων·

    6.           το κόστος που σχετίζεται με τις προσλήψεις (έξοδα ταξιδίου, διαμονής, ιατρικές εξετάσεις, εγκατάσταση και άλλα επιδόματα, έξοδα απομάκρυνσης κ.λπ.) εκτιμάται στα 12 700 ευρώ, βάσει του σχεδίου προϋπολογισμού του 2012 για την πρόσληψη ανά νέο αριθμό ατόμων.

    Η μέθοδος υπολογισμού της αύξησης του απαιτούμενου προϋπολογισμού για τα επόμενα τρία έτη παρουσιάζεται με περισσότερες λεπτομέρειες στον κατωτέρω πίνακα. Στον υπολογισμό αντικατοπτρίζεται το γεγονός ότι ο προϋπολογισμός της Κοινότητας χρηματοδοτεί το 40% του κόστους.

    Είδος δαπάνης || Υπολογισμοί || Ποσό (σε χιλιάδες)

    2014 || 2015 || 2016 || σύνολο

    Tίτλος 1: Δαπάνες προσωπικού 11 Μισθοί και επιδόματα - για έκτακτους υπαλλήλους - για ΑΕΕ - για συμβασιούχους υπαλλήλους 12 Δαπάνες για πρόσληψη προσωπικού 13 Δαπάνες για αποστολές 15 Κατάρτιση Σύνολο Τίτλου 1: Δαπάνες προσωπικού Κοινοτική συνεισφορά (40%) Συνεισφορά των κρατών μελών (60%) || =4*127*0,948 =1*73*0,948 =1*64*0,948 =6*12,7 =6*10 =6*1 || 482 69 61 76 60 6 754 302 452 || 482 69 61 60 6 678 271 407 || 482 69 61 60 6 678 271 407 || 1446 207 183 76 180 18 2,110 844 1,266

    Ο ακόλουθος πίνακας παρουσιάζει το προτεινόμενο οργανόγραμμα για τις τέσσερις θέσεις έκτακτων υπαλλήλων.

    ò νέο

    [1]               ΕΕ L 9, σ.3.

    [2]               Οδηγία 2009/138/ΕΚ, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II), ΕΕ L 335, σ.1

    [3]               Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (Αναδιατύπωση)· COM(2011) 656 τελικό.

    [4]               Βλ. το πεδίο εφαρμογής στην αξιολόγηση επιπτώσεων για τα PRIP: http://ec.europa.eu/internal_market/finservices-retail/docs/investment_products/29042009_impact_assessment_en.pdf

    [5]               https://www.ceiops.eu/fileadmin/tx_dam/files/publications/reports/IMD-advice-20101111/20101111-CEIOPS-Advice-on-IMD-Revision.pdf

    [6]               Τα αποτελέσματα έχουν δημοσιευθεί στην ακόλουθη ιστοσελίδα: http://ec.europa.eu/internal_market/consultations/2010/insurance-mediation_en.htm               

    [7]               Τα πρακτικά της ακρόασης διατίθενται στην ακόλουθη ιστοσελίδα: http://ec.europa.eu/internal_market/insurance/docs/mediation/20101210hearing/panel-summary_en.pdf.

    [8]               Η ανάλυση κόστους βασίζεται σε αριθμητικά στοιχεία της μελέτης της PwC τα οποία αναθεωρήθηκαν από τις υπηρεσίες της Επιτροπής. Η μελέτη αφορούσε πέντε κράτη μέλη (BE, DE, FR, FI, UK). Ορισμένοι από τους συμμετέχοντες ήταν απρόθυμοι ή δεν ήταν σε θέση να παρέχουν ακριβή εκτίμηση του κόστους. Από την εκτίμηση δεδομένων που πραγματοποίησαν οι υπηρεσίες της Επιτροπής ορισμένοι από τους ερωτηθέντες παρείχαν αριθμητικά στοιχεία που εμφανίζονται υπερβολικά χωρίς σαφή εξήγηση ή δικαιολογία.

    [9]               http://ec.europa.eu/internal_market/consultations/docs/2010/prips/costs_benefits_study_en.pdf

    [10]             http://ec.europa.eu/consumers/rights/docs/investment_advice_study_en.pdf

    [11]             http://ec.europa.eu/consumers/strategy/consumer_behaviour_en.htm

    [12]             Πρωτόκολλο σχετικά με την συνεργασία των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας 2002/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση

    [13]             ΕΕ L 9 της 15. 1.2003, σ. 3.

    [14]             ΕΕ L 26 της 31.1.1977, σ. 14.Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994.

    [15]             ΕΕ L 17 της 28.1.1992, σ. 32.

    [16]             ΕΕ C 111 της 6.5.2008, 6.5.2008.. σ.1.

    [17]             http://ec.europa.eu/internal_market/fin-net/index_en.htm

    [18]             ΕΕ L 113 της 13.4.1798, σ. 31.

    [19]             ΕΕ L 138 της 13.7.2000, σ. 1.

    [20]             Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την κατάργηση της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (Αναδιατύπωση)· COM(2011) 656 τελικό.

    [21]             COM(2010) 716.

    [22]             ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48.

    [23]             ΕΕ L 281 της 23.11.95, σ. 31.

    [24]             ΕΕ L 8 της 12.1.01, σ. 1.

    [25]             Η αναθεώρηση της IMD βασίζεται στη «διαδικασία Lamfalussy» (μια κανονιστική προσέγγιση τεσσάρων επιπέδων, την οποία συνέστησε η επιτροπή σοφών για τη ρύθμιση των ευρωπαϊκών αγορών κινητών αξιών, της οποίας προήδρευε ο βαρώνος Alexandre Lamfalussy, και η οποία εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Στοκχόλμης, τον Μάρτιο του 2001, με στόχο την αποτελεσματικότερη ρύθμιση των αγορών κινητών αξιών), όπως αναπτύχθηκε περαιτέρω με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1034/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων): στο επίπεδο 1, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εκδίδουν οδηγία με τη διαδικασία της συναπόφασης, η οποία περιέχει τις αρχές που θέτουν το πλαίσιο και η οποία εξουσιοδοτεί την Επιτροπή, ενεργούσα στο επίπεδο 2, να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις (άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΕΕ C 115/47) ή εκτελεστικές πράξεις (άρθρο 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ΕΕ C 115/47). Για την κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων η Επιτροπή θα διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες διορισμένους από τα κράτη μέλη. Η ΕΑΑΕΣ μπορεί να συμβουλεύει την Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της, σχετικά με τις τεχνικές λεπτομέρειες που πρέπει να περιληφθούν στη νομοθεσία επιπέδου 2. Επιπλέον, η νομοθεσία επιπέδου 1 μπορεί να εξουσιοδοτεί την ΕΑΑΕΣ να καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών ή εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 15 του κανονισμού για την ΕΑΑΕΣ, τα οποία μπορούν να εκδοθούν από την Επιτροπή (με την επιφύλαξη του δικαιώματος του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου να προβάλλουν αντιρρήσεις στην περίπτωση των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων). Στο επίπεδο 3, η ΕΑΑΕΣ εκπονεί επίσης συστάσεις και κατευθυντήριες γραμμές και συγκρίνει την κανονιστική πρακτική στο πλαίσιο αξιολόγησης από ομοτίμους, με στόχο να εξασφαλίσει τη συνεπή εφαρμογή των κανόνων που έχουν εκδοθεί στα επίπεδα 1 και 2. Τέλος, η Επιτροπή ελέγχει τη συμμόρφωση των κρατών μελών με τη νομοθεσία της ΕΕ και μπορεί να κινεί δικαστική διαδικασία κατά των κρατών μελών που δεν συμμορφώνονται.

    [26]             ΔΒΔ: Διαχείριση βάσει δραστηριοτήτων - ΠΒΔ: Προϋπολογισμός βάσει δραστηριοτήτων.

    [27]             Όπως αναφέρεται στο άρθρο 49 παράγραφος 6 στοιχεία α) ή β) του δημοσιονομικού κανονισμού.

    [28]             Η πρόταση είναι απεριόριστης διάρκειας, αλλά μετά την αρχική περίοδο 3 ετών (κατά τη διάρκεια της οποίας τα καθήκοντα της ΕΑΑΕΣ είναι περισσότερο εφάπαξ καθήκοντα) τα μόνιμα νέα καθήκοντα της ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να διασφαλίζονται μέσω της ανακατανομής.

    [29]             Επεξηγήσεις σχετικά με τους τρόπους διαχείρισης, καθώς και αναφορές στον δημοσιονομικό κανονισμό διατίθενται στον δικτυακό τόπο BudgWeb: http://www.cc.cec/budg/man/budgmanag/budgmanag_en.html

    [30]             Όπως προβλέπεται στο άρθρο 185 του δημοσιονομικού κανονισμού.

    [31]             ΔΠ= Διαχωριζόμενες πιστώσεις / ΜΔΠ= Μη διαχωριζόμενες πιστώσεις.

    [32]             ΕΖΕΣ: Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών.

    [33]             Υποψήφιες χώρες και, ενδεχομένως, δυνάμει υποψήφιες χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.

    [34]             Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας.

    [35]             Τεχνική ή/και διοικητική βοήθεια και δαπάνες στήριξης της εφαρμογής προγραμμάτων ή/και δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.

    [36]             Το έτος N είναι το έτος έναρξης εφαρμογής της πρότασης/πρωτοβουλίας.

    [37]             Βλέπε σημεία 19 και 24 της διοργανικής συμφωνίας.

    Top