This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52007AE0602
Opinion of the European Economic and Social Committee on the Report from the Commission: Report on Competition Policy 2005 SEC(2006) 761 final
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Έκθεση επί της πολιτικής ανταγωνισμού 2005 SEC(2006) 761 τελικό
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την Έκθεση επί της πολιτικής ανταγωνισμού 2005 SEC(2006) 761 τελικό
ΕΕ C 168 της 20.7.2007, p. 22–28
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
20.7.2007 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 168/22 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Έκθεση επί της πολιτικής ανταγωνισμού 2005»
SEC(2006) 761 τελικό
(2007/C 168/04)
Στις 15 Ιουνίου 2006, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Έκθεση επί της πολιτικής ανταγωνισμού 2005».
Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκαν οι προπαρασκευαστικές εργασίες για το θέμα, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 27 Μαρτίου 2007 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. GARAI.
Κατά την 435η σύνοδο ολομελείας της 25ης και 26ης Απριλίου 2007 (συνεδρίαση της 26ης Απριλίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 115 ψήφους υπέρ, 40 κατά και 12 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 |
Η παρούσα γνωμοδότηση δεν μπόρεσε να καλύψει το σύνολο των δραστηριοτήτων της ΓΔ «Ανταγωνισμός» (1). Εξετάστηκε ένας περιορισμένος μόνο αριθμός επιλεγμένων θεμάτων. Δεν εξετάστηκαν διόλου οι αποφάσεις των δικαστηρίων στους τομείς των συμπράξεων των επιχειρήσεων και της κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης, των συγχωνεύσεων/συγκεντρώσεων και των κρατικών ενισχύσεων διότι μια παρόμοια ανάλυση θα απαιτούσε μια σε βάθος ανάλυση της λεπτομερούς συμπεριφοράς των επιχειρήσεων και της αντίληψης των αρχών για το θέμα αυτό. Ωστόσο, από την έκθεση απορρέει σαφώς ότι η προσέγγιση της Επιτροπής, όσον αφορά την διαχείριση των υποθέσεων και τις διαδικασίες που ακολουθούνται, χαρακτηρίζεται από πραγματική εμμονή και μέριμνα για την εξεύρεση καταλλήλων και λειτουργικών λύσεων για τα προβλήματα που αντιμετωπίζονται. Εάν θα έπρεπε να σχολιαστεί κάτι, θα μπορούσαν να αναφερθούν ορισμένα θέματα που υπάγονται σε τομείς η σημασία των οποίων, από την άποψη της κάλυψης των απαιτήσεων του διεθνούς ανταγωνισμού — όπως περιγράφονται στη στρατηγική της Λισαβόνας και τα συνοδευτικά της έγγραφα —, δεν δικαιολογεί την προσοχή πους τους προσδίδει η Επιτροπή. Κατά την ΕΟΚΕ, το έγγραφο παρακολούθησης του 2005 «Επαγγελματικές υπηρεσίες — Συνέχιση της μεταρρύθμισης» και το έγγραφο εργασίας της Επιτροπής «Πρόοδος που πραγματοποιήθηκε στα κράτη μέλη σε ό,τι αφορά την εξέταση και την κατάργηση των περιορισμών στον ανταγωνισμό, στον τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών» αποτελούν σχετικά παραδείγματα. Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι η ελευθέρωση των υπηρεσιών, στην οποία γίνεται αναφορά δυνάμει της στρατηγικής της Λισαβόνας, πρέπει να θεωρηθεί ότι αφορά προπάντων τις υπηρεσίες οι οποίες είναι σημαντικές σε διεθνές επίπεδο (υποδομές, τηλεπικοινωνίες, μεταφορές, κλπ.), και πολύ λιγότερο τα αποκαλούμενα ελευθέρια επαγγέλματα (δηλαδή αρχιτέκτονες, δικηγόρους, ιατρούς, μηχανικοί, πραγματογνώμονες λογιστές και φαρμακοποιοί), δεδομένου ότι τα επαγγέλματα αυτά ασκούνται στο πλαίσιο μικροεπιχειρήσεων σε τοπικό επίπεδο και, κατά συνέπεια, υπάγονται, δυνάμει της αρχής της επικουρικότητας, στην αρμοδιότητα των κρατών μελών (βλ. απόφαση του ΔΕΚ για τις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-94/04 και C-202/04, Cipolla-Macrino (2)). Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι ορισμένοι κανονιστικοί περιορισμοί είναι απαραίτητοι ως απόκριση στις απαιτήσεις της κοινωνίας για ένα υψηλό επίπεδο επαγγελματισμού, εμπειρίας και εμπιστοσύνης. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι οι διάφορες αγορές ελευθερίων επαγγελμάτων στα κράτη μέλη αποτέλεσαν αντικείμενο λεπτομερών αναλύσεων όσον αφορά την έκταση και την ένταση των εν ισχύι περιορισμών. Ωστόσο, πρέπει να τονιστεί ότι δεν αρκεί η ανάλυση των οικονομικών συνεπειών που η προτεινόμενη ελευθέρωση έχει στη δομή του ανταγωνισμού, παρά απαιτείται να εξετάζεται και ο ενδεχόμενος αντίκτυπός της στον κοινωνικό ιστό. Αυτό δεν αποκλείει, ωστόσο, την χρήση των διαδικασιών που προβλέπονται στο επίπεδο των ΕΑΑ για την παραβίαση των αντιμονοπωλιακών κανόνων, οι οποίες αποσκοπούν κυρίως στην ρύθμιση των περιπτώσεων όπου οι επαγγελματικές οργανώσεις επιδιώκουν τον καθορισμό των τιμών. |
1.2 |
Προτάθηκε στην ΕΟΚΕ να στηριχθεί περισσότερο στην ευρεία εμπειρογνωμοσύνη και επαγγελματική εμπειρία των ενώσεων και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών τις οποίες εκπροσωπεί για την κατάρτιση του εγγράφου παρακολούθησης των δραστηριοτήτων της ΓΔ «Ανταγωνισμός» και να διενεργήσει, ταυτόχρονα, έρευνες σχετικά με την κίνηση των διαδικασιών οι οποίες συνδέονται με τις υποθέσεις συμπράξεων επιχειρήσεων και κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης και με τις κρατικές ενισχύσεις. Η ΓΔ «Ανταγωνισμός» θα μπορούσε να συμβάλει στο έργο αυτό, θέτοντας στη διάθεση της ΕΟΚΕ πληροφορίες σχετικά με τους πολιτικούς της στόχους, καθώς και σχετικά με τις δραστηριότητές της που συνδέονται με συγκεκριμένες υποθέσεις, εντός των ορίων των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας. |
1.3 |
Θα ήταν σκόπιμο να προβλεφθούν τακτικές συνεδριάσεις εκπροσώπων της ΕΟΚΕ και των αρμοδίων για τα θέματα καταναλωτών της ΓΔ «Ανταγωνισμός». Η ανταλλαγή πληροφοριών μπορεί να συμβάλει στη διασφάλιση ενός συνεχούς διαλόγου με τις οργανώσεις προστασίας των καταναλωτών. Δεδομένου ότι οι τομεακές έρευνες (3) της ΓΔ «Ανταγωνισμός» σχετικά με την ενέργεια (αέριο και ηλεκτρισμός) και με τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (λιανικές τραπεζικές υπηρεσίες και ασφάλειες των επιχειρήσεων) θα αποτελέσουν αντικείμενο απολογισμού, τα αποτελέσματά τους πρέπει να τεθούν στη διάθεση των εκπροσώπων της ΕΟΚΕ με σκοπό την εξέταση και το σχολιασμό τους (εάν είναι δυνατόν στο πλαίσιο ομάδας εργασίας). |
1.4 |
Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι είναι απαραίτητο να προβεί σε ανακεφαλαίωση των απόψεών της σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η πολιτική ανταγωνισμού επηρεάζει τις οικονομικές και κοινωνικές αξίες που διατυπώνονται στο πλαίσιο της εκτέλεσης της αποστολής της. Για το λόγο αυτό, οι σχετικές εργασίες θα πρέπει να αρχίσουν σύντομα με την κατάρτιση μελέτης, στο πνεύμα του σχεδίου δράσης της Λισαβόνας, η οποία θα παρουσιάζει τις έννοιες του ανταγωνισμού και της ανταγωνιστικότητας, θα εξηγεί τι ακριβώς καλύπτουν και θα εκθέτει την προβλεπόμενη επίδρασή τους στις κοινωνίες των κρατών μελών. |
1.5 |
Όταν η ΓΔ «Ανταγωνισμός» ξεκίνησε συζητήσεις σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 82 της Συνθήκης ΕΚ (κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης), δημοσίευσε μελέτη σχετικά με την πρακτική αποκλεισμού των επιχειρήσεων με δεσπόζουσα θέση, η οποία είναι επιζήμια για τους ανταγωνιστές της καθώς και για τον ίδιο τον ανταγωνισμό. Το εν λόγω έγγραφο αποτέλεσε αντικείμενο ευρείας συζήτησης. Η Επιτροπή υποσχέθηκε να συνεχίσει τον σχετικό προβληματισμό της εξετάζοντας το θέμα της καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης, θέμα ακόμη πιο λεπτό από την άποψη των καταναλωτών και των προμηθευτών επιχειρήσεων με δεσπόζουσα θέση στην αγορά (ΜΜΕ). Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι η Επιτροπή οφείλει να αρχίσει ήδη από τώρα την κατάρτιση του εγγράφου προβληματισμού της για την συμπεριφορά η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης σύμφωνα με το άρθρο 82 της ΣΕΚ. Στη συνέχεια, θα ήταν σκόπιμο να διεξαχθεί συζήτηση με βάση το εν λόγω έγγραφο και, μόλις προσδιοριστούν επαρκή χαρακτηριστικά όσον αφορά τα δυο είδη καταχρηστικής συμπεριφοράς — δηλαδή την πρακτική αποκλεισμού και τη συμπεριφορά καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης —, θα ήταν σκόπιμο να καταρτιστούν ενοποιημένες κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες να περιλαμβάνουν τα συμπεράσματα που θα αντληθούν από την ερμηνεία των κανόνων περί κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης. |
2. Εισαγωγή
2.1 |
Η ελευθέρωση της αγοράς δεν συνεπάγεται πάντα τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα. Οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού επηρεάζουν τόσο τους εργαζόμενους και τους καταναλωτές όσο και τις επιχειρήσεις και την οικονομία γενικότερα. Η πολιτική και το δίκαιο περί ανταγωνισμού αποτελούν μέσα χάρη στα οποία οι κυβερνήσεις θεσπίζουν δίκαιες πρακτικές της αγοράς και διασφαλίζουν την τήρησή τους διαμέσου ουσιαστικών και διοικητικών κανόνων διοικητικού δικαίου. |
2.2 |
Τη στιγμή που η ΕΟΚΕ υιοθετεί τη γνωμοδότησή της σχετικά με την έκθεση, είναι ενδιαφέρον να τονιστεί ότι τα σύγχρονα δημοκρατικά κράτη της οικονομίας της αγοράς διαθέτουν δύο βασικές σειρές μέσων με τα οποία επηρεάζουν την οικονομία:
|
2.2.1 |
Η ΓΔ «Ανταγωνισμός» μπορεί να χρησιμοποιεί και τις δύο αυτές πολιτικές: η εφαρμογή των άρθρων 81, 82 και 86 (4) της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (Συνθήκη ΕΚ) αντιστοιχεί στις τυπικές δραστηριότητες μιας αρχής ανταγωνισμού. |
2.3 |
Μια άλλη σημαντική παρατήρηση είναι ότι αναγνωρίζεται γενικά πως ο θεμιτός, ανόθευτος και βιώσιμος ανταγωνισμός των συντελεστών της αγοράς είναι ίσως για τους καταναλωτές η καλύτερη εγγύηση ότι η ποιότητα των αγαθών και οι δυνατότητες επιλογής που διαθέτουν αντιστοιχούν στις προσδοκίες τους. Ωστόσο, δεν πρέπει να λησμονείται ότι υπάρχουν και πολλά άλλα στοιχεία που επηρεάζουν το «όφελος του καταναλωτή»: η γενική κατάσταση της κοινωνίας, οι υλικοί και οι πνευματικοί ή ηθικοί παράγοντες ή οι ελλείψεις σε αυτόν τον τομέα κλπ. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (στο εξής «ΕΟΚΕ») θέτει την έκθεση της ΓΔ «Ανταγωνισμός» σε ένα γενικότερο πλαίσιο, που θα εξεταστεί από την άποψη των αξιών της ΕΟΚΕ, όπως αυτές ορίζονται στην αποστολή της. |
3. Η εφαρμογή των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης ΕΚ
3.1 |
Όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ασκεί τις αρμοδιότητές της εφαρμογής του δικαίου σύμφωνα με τα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης της Ρώμης σχετικά με τις συμπράξεις επιχειρήσεων και την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης (παρεμπόδιση του ανταγωνισμού), τούτες απευθύνονται στις επιχειρήσεις που είναι παρούσες στα κράτη μέλη (5) και μπορούν να συγκριθούν με την εξουσία άσκησης μιας οιονεί δικαστικής αρμοδιότητας, στο μέτρο που η Επιτροπή αποφαίνεται εκ των υστέρων σχετικά με τις πρακτικές αγοράς των επιχειρήσεων, σύμφωνα με τους κανόνες του δικαίου περί ανταγωνισμού. Η δραστηριότητα αυτή, η οποία ασκείται, από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, από τη Γενική Διεύθυνση της Επιτροπής που είναι αρμόδια για τον ανταγωνισμό (ΓΔ «Ανταγωνισμός»), υλοποιείται διαμέσου των αποφάσεων της Επιτροπής οι οποίες, μαζί με τις αποφάσεις του Πρωτοδικείου και του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (σε περίπτωση προσφυγής), έχουν δημιουργήσει σε διάστημα 45 ετών ένα σύνολο δικαστικών προηγουμένων με εγκυρότητα. Η νομολογία που έχει δημιουργηθεί με τον τρόπο αυτό διαμέσου των αποφάσεων σχετικά με τις διάφορες καταστάσεις της αγοράς αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία του κοινοτικού κεκτημένου. |
3.2 |
Από την έκθεση του 2005 καθίσταται σαφές ότι η ΓΔ «Ανταγωνισμός» έχει πλήρη επίγνωση όλων των σημαντικών πτυχών του οικονομικού ανταγωνισμού εντός και εκτός της ΕΕ και του έργου που πρέπει να επιτελεστεί για να διασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου σε αυτόν τον τομέα, ιδιαίτερα δεδομένου ότι οι εθνικές αρχές και τα αρμόδια για τον ανταγωνισμό εθνικά δικαστήρια μπορούν επίσης να εφαρμόσουν την ουσιαστική νομολογία της ΕΕ. Συνεπώς, οι κανόνες αυτοί διαμορφώνουν συνεχώς τις ευρωπαϊκές και τις εθνικές νομικές πρακτικές. Όσον αφορά το 2005, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να διατυπώσει παρατηρήσεις σχετικά με τις ακόλουθες πρωτοβουλίες, προτάσεις και έρευνες: |
3.2.1 |
Κανονισμός σχετικά με τους κανόνες πρόσβασης στους φακέλους της Επιτροπής σε υποθέσεις συμπράξεων, κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης και συγκεντρώσεων: πρόκειται πάντα για ένα λεπτό ζήτημα διαδικασιών, τις λεπτομέρειες του οποίου η Επιτροπή τελειοποιεί συνεχώς. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ότι είναι σημαντικό να διασφαλίζεται η πρόσβαση των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων σε περιπτώσεις συμπράξεων και συγχωνεύσεων στους φακέλους που καταρτίζει, δηλαδή τόσο στη έντυπη όσο και στην ηλεκτρονική τους μορφή. Ο νέος κανονισμός αντικαθιστά προηγούμενο κείμενο που είχε υιοθετηθεί το 1997. |
3.2.2 |
Πρόσκληση στους δυνητικούς καταγγέλλοντες να παράσχουν πληροφορίες προκειμένου να συμβάλουν στην αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού: είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι η πρόσκληση αυτή δημοσιεύτηκε στην υπό εξέταση έκθεση. Αποκαλύπτει τις δυσκολίες που εμφανίζονται κατά την εποπτεία από τις αρμόδιες για τον ανταγωνισμό αρχές και προσκαλεί τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και τις επαγγελματικές ενώσεις να συμβάλουν ενεργά στην έναρξη και την διεξαγωγή ερευνών (για παράδειγμα, για τη συγκέντρωση πληροφοριών) για τη δίωξη σοβαρών παραβιάσεων του δικαίου περί ανταγωνισμού. |
3.2.3 |
Έγγραφο συζήτησης σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 82 της Συνθήκης ΕΚ (κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης): πρόθεση της ΓΔ «Ανταγωνισμός» ήταν να ξεκινήσει συζήτηση μεταξύ των ειδικών σχετικά με τις καταχρηστικές πρακτικές αποκλεισμού από την αγορά που ασκούν οι επιχειρήσεις οι οποίες διαθέτουν σημαντική δύναμη στην αγορά ώστε να μπορούν να επηρεάζουν τη συμπεριφορά των ανταγωνιστών τους προκειμένου να αποκομίσουν οφέλη μονομερώς. Σε αυτό το έγγραφο συζήτησης (το οποίο θα αποτελέσει βάση για μελλοντικές κατευθυντήριες γραμμές) συγκεντρώνονται περισσότερες των 100 συμβολές. Στην πλειονότητά τους, οι εν λόγω συμβολές τονίζουν ότι είναι απαραίτητο να διεξάγεται οικονομική ανάλυση των αγορών και των σχετικών συντελεστών. Δεν μπορούμε να αρνηθούμε τη διαπίστωση αυτή. Ωστόσο, πολλές από τις συμβολές αυτές τονίζουν ότι είναι σημαντικό να αναγνωριστεί η αρχή ότι δεν πρέπει να παρεμποδίζεται η εφαρμογή των στρατηγικών αγοράς των αποδοτικών επιχειρήσεων. Αυτό σημαίνει ότι, αντί να απαγορεύει αυστηρά τις καταχρηστικές πρακτικές αγοράς, η θεωρία αυτή, η οποία είναι σήμερα του συρμού, τάσσεται υπέρ μιας μεγαλύτερης ανεκτικότητας (υπέρ της εφαρμογής ενός κανόνος λογικής, δηλ. μιας αρχής ή ενός κανόνος σύμφωνα με τον οποίο πρέπει να προσφεύγουμε σε «εύλογη εκτίμηση» της κατάστασης) έναντι των επιθετικών μεν, αλλά αποδοτικών επιχειρήσεων. Ωστόσο, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομολογία (6), η προσέγγιση αυτή αντιτίθεται στην επικρατούσα σε ευρωπαϊκό επίπεδο άποψη, η οποία δεν ανέχεται τις καταχρηστικές πρακτικές της αγοράς που αποσκοπούν στον αποκλεισμό των μη επιθυμητών ανταγωνιστών (7). Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το δίλημμα αυτό βρίσκεται στον πυρήνα των πολιτικών ανταγωνισμού: ποια είναι τα όρια που δεν μπορούν να παραβιάσουν οι αποφασιστικοί συντελεστές της αγοράς; Δεδομένου ότι η ΕΟΚΕ επιθυμεί να προστατεύσει τα συμφέροντα της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών (των ΜΜΕ (8), των εργαζομένων, των καταναλωτών, κλπ) ενδιαφέρεται έντονα να μάθει την κατάληξη αυτής της συζήτησης. |
3.2.4 |
Οι κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εκτίμηση των επιπτώσεων προβλέπουν ότι όλες οι νομοθετικές και πολιτικές πρωτοβουλίες του ετήσιου προγράμματος εργασίας της Επιτροπής πρέπει να εξετάζονται από την άποψη του πιθανού αντίκτυπού τους, θετικού ή αρνητικού, στον ανταγωνισμό. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία η οποία αποβλέπει στην «πρόληψη περιττών ή δυσανάλογων περιορισμών του ανταγωνισμού», ήδη από το νομοθετικό στάδιο της ΕΕ. Αυτή η συνεκτίμηση των πιθανών επιπτώσεων στις αγορές (σε ποιες από όλες;) αποκαλύπτει σε ποιο βαθμό η έννοια του «έντονου» ή «πλήρους» (δηλ. του δίκαιου και ανόθευτου) ανταγωνισμού είναι ριζωμένη στην προσέγγιση της Επιτροπής. Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι ο «ανταγωνισμός» θα πρέπει να νοείται με πολύ ευρύτερη έννοια, τη στιγμή που τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα, ιδίως στην περίπτωση των καταναλωτών, των εργαζομένων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, μπορούν να διαφέρουν σημαντικά από τα άμεσα συμφέροντα του «πλήρους» ανταγωνισμού (9). |
3.2.5 |
Πράσινη Βίβλος «Αγωγές αποζημίωσης για παράβαση των κοινοτικών αντιμονοπωλιακών κανόνων και την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης»: στην σχετική πρόσφατη γνωμοδότησή της, της 26ης Οκτωβρίου 2006, η ΕΟΚΕ εκφράστηκε θετικά για τις προσπάθειες της Επιτροπής σε αυτόν τον τομέα. Η δημοσίευση της Πράσινης Βίβλου της Επιτροπής σχετικά με τις αγωγές αποζημίωσης για παράβαση των κοινοτικών αντιμονοπωλιακών κανόνων ξεκίνησε μια ευρεία και ευπρόσδεκτη συζήτηση σχετικά με την ανάγκη ενθάρρυνσης των θιγόμενων από παραβάσεις των κανόνων ανταγωνισμού να υποβάλουν αγωγή και να αξιώσουν αποζημίωση. Στην εν λόγω γνωμοδότηση (INT/306), η ΕΟΚΕ δηλώνει, μεταξύ άλλων, ότι επιδιώκεται η προστασία όλων των φορέων που συμμετέχουν στην ευρωπαϊκή εσωτερική αγορά. Λόγω της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συμβάσεις θα χαρακτηρίζονται, σε όλες τις χώρες, από ομοιομορφία. Όταν πρόκειται για διασυνοριακές συναλλαγές, θα πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για να επιτευχθεί μία σχετική εναρμόνιση των διάφορων εθνικών νομοθεσιών. |
3.2.5.1 |
Κατά δεύτερον, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι υπάρχουν τόσο οι ευρωπαϊκές όσο και οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού (ΕΑΑ), καθήκον των οποίων είναι να καθορίζουν ποιες πρακτικές απαγορεύονται και ποιες οικονομικές κυρώσεις μπορούν να επιβάλλονται στις επιχειρήσεις που παραβαίνουν τους νόμους. |
3.2.6 |
Έναρξη τομεακών ερευνών στις πρόσφατα ελευθερωμένες αγορές φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού: οι έρευνες αυτές χωρίς αμφιβολία θα συμβάλουν στη διασαφήνιση της πραγματικής κατάστασης στους πολύ σημαντικούς και εκτενείς αυτούς τομείς, για τους οποίους επί μακρόν ελέγετο ότι η ελευθέρωση αποτελούσε πανάκεια. Είναι πλέον καιρός να διενεργηθεί μια αμερόληπτη έρευνα των τοπικών, εθνικών ή ακόμη ευρύτερων αγορών, προκειμένου να διασαφηνιστούν πολυάριθμες μονοπωλιακές καταστάσεις, οι οποίες έχουν επιζήμιες συνέπειες για τους καταναλωτές, τους εργαζόμενους, και τις επιχειρήσεις. |
3.2.7 |
Ηλεκτρονικές επικοινωνίες: στις ευρωπαϊκές αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι οποίες ολοκληρώνονται ολοένα και περισσότερο, εκδηλώνεται αυξανόμενη δυσαρέσκεια. Οι τιμές χονδρικής που εφαρμόζονται από τους φορείς εκμετάλλευσης δικτύων κινητής τηλεφωνίας για τη χρήση των κινητών τηλεφώνων στο εξωτερικό (υπηρεσίες περιαγωγής) είναι πολύ υψηλές. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ΓΔ «Ανταγωνισμός» ξεκίνησε έρευνες κοινοποιώντας αιτιάσεις στους φορείς αυτούς. Τα προσωρινά συμπεράσματα της έρευνας είναι ότι οι δύο από τους τρεις μεγαλύτερους φορείς εκμετάλλευσης της Γερμανίας έκαναν κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης τους χρεώνοντας «αθέμιτες και υπερβολικά υψηλές τιμές». |
3.2.7.1 |
Με την ευκαιρία αυτή η ΕΟΚΕ επιθυμεί να δηλώσει ρητά ότι η έκφραση και η έννοια των «αθέμιτων και υπερβολικά υψηλών τιμών» έχει βαθμιαία παρεισφρήσει στην ερμηνεία του άρθρου 82 της Συνθήκης ΕΚ (10), διότι το άρθρο κάνει απλώς λόγο για «επιβολή μη δίκαιων τιμών», που με άλλα λόγια σημαίνει άδικες ή αδικαιολόγητες τιμές. Εάν η Επιτροπή έχει αρνηθεί μέχρι σήμερα να ερευνήσει πρακτικές αγοράς οι οποίες συνίστανται σε αύξηση των τιμών λόγω κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης και να διαπιστώσει παραβάσεις στο θέμα αυτό, είναι επειδή δεν επιθυμεί να προβεί στον ορισμό «καλών» και «κακών» τιμών (11) (ιδίως όσον αφορά τις υπηρεσίες που παρέχονται στο εσωτερικό των διαφόρων χωρών). Ωστόσο, οι φορείς εκμετάλλευσης δικτύων κινητής τηλεφωνίας ικανοποιούν μια ολοένα μεγαλύτερη ζήτηση υπηρεσιών διεθνούς σύνδεσης (περιαγωγής) και οι καταναλωτές επηρεάζονται ολοένα και περισσότερο από τον παράγοντα της τιμής στις επιλογές τους. Δικαίως θεωρούν ότι οι αυξήσεις των τιμών, έστω και μικρές, μπορεί να είναι «αθέμιτες» χωρίς να είναι αναγκαστικά και «υπερβολικά υψηλές». Η ΕΟΚΕ αναμένει με ενδιαφέρον τα αποτελέσματα και τις αποφάσεις της Επιτροπής σχετικά με την υπόθεση αυτή και σχετικά με άλλες παρόμοιες περιπτώσεις. |
3.2.8 |
Απόφαση περί υποβολής προστίμου στην επιχείρηση AstraZeneca επειδή προέβη σε καταχρηστική χρήση του κανονιστικού συστήματος: η Επιτροπή υιοθέτησε μια νέα προσέγγιση όσον αφορά την ερμηνεία του άρθρου 82 (Συνθήκη ΕΚ) όταν επέβαλε στην AstraZeneca AB και στην AstraZeneca Plc (AZ) πρόστιμο 60 εκατ. € για παράβαση των διατάξεων του άρθρου 82 της Συνθήκης ΕΚ (και του άρθρου 54 της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο). Η κατάχρηση που διεπράχθη ήταν η εξής: προκειμένου να διατηρήσουν την προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, η οποία θα τους επέτρεπε να συνεχίσουν να διαθέτουν τα προϊόντα τους σε υψηλή τιμή σε πολλές αγορές, οι δυο συνδεδεμένες επιχειρήσεις έκαναν καταχρηστική χρήση των διαδικασιών και των ρυθμίσεων, βάσει ενός κανονισμού του Συμβουλίου, και κατόρθωσαν να αποκτήσουν ένα συμπληρωματικό πιστοποιητικό προστασίας για το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας του προϊόντος τους για την αντιμετώπιση του έλκους, του Losec. Διέπραξαν την κατάχρηση κοινοποιώντας παραπλανητικές πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την παράταση της ισχύος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας και, κατά συνέπεια, δεν θεωρήθηκε ότι η ισχύς του διπλώματος ευρεσιτεχνίας του Losec είχε λήξει. Έτσι το Losec δεν μπόρεσε να καταστεί γενόσημο φάρμακο, πράγμα που έθεσε εμπόδια σε μικρότερες επιχειρήσεις που ήσαν ικανές να κατασκευάσουν και να διαθέσουν στην αγορά αυτό το φάρμακο για την καταπολέμηση του έλκους σε τιμή χαμηλότερη από αυτή που πρότειναν οι επιχειρήσεις AstraZeneca. Οι συνέπειες της παράτασης της ισχύος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας ζημίωσε εμμέσως τους καταναλωτές. |
3.2.8.1 |
Η καινοτομία της διαδικασίας αυτής για την παράβαση των κοινοτικών κανόνων περί συμπράξεων και κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης έγκειτο στο γεγονός ότι η Επιτροπή έκρινε στην απόφασή της ότι ακόμη και στις περιπτώσεις που οι ανταγωνιστές διαθέτουν δικαίωμα προσφυγής στο πλαίσιο της διαδικασίας παράτασης της ισχύος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, η εφαρμογή του άρθρου 82 της Συνθήκης ΕΚ δεν αποκλείεται. Οι επιχειρήσεις AstraZeneca κατείχαν δεσπόζουσα θέση στις σχετικές ευρωπαϊκές (και άλλες) αγορές και η κατάχρηση διαπράχθηκε διαμέσου απατηλής χρήσης των διαδικασιών. |
3.2.8.2 |
Η ΕΟΚΕ δράττεται της ευκαιρίας για να τονίσει ότι αυτό το είδος πρακτικής της αγοράς εντάσσεται καλύτερα στις «αθέμιτες εμπορικές πρακτικές» (12), οι οποίες μέχρι σήμερα δεν υπάγονταν στις αρμοδιότητες της ΓΔ «Ανταγωνισμός». Στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτή, η κατάχρηση που διαπράχθηκε στηριζόταν σε δεσπόζουσα θέση. Σε πολλές άλλες περιπτώσεις, όμως, επιχειρήσεις που συμπεριφέρονται παρόμοια, οποιαδήποτε και εάν είναι η ισχύς τους στην αγορά, παραμένουν ατιμώρητες. Εάν σκεφθούμε σε όρους ολοκληρωμένων κοινοτικών αγορών, πρέπει να διασφαλίσουμε, επίσης, καλύτερη προστασία των καταναλωτών και των ανταγωνιστών, που σε πολλές περιπτώσεις είναι ΜΜΕ. Η απόφαση της Επιτροπής στην υπόθεση AstraZeneca αποτελεί θετικό βήμα προς την κατεύθυνση αυτή. |
3.2.9 |
Απόφαση σχετικά με τον εντολοδόχο που παρακολούθησε την παλαιά υπόθεση Microsoft: η περίφημη αυτή απόφαση είχε αντίκτυπο και οι αμερικανικές επιχειρήσεις αποκόμισαν από αυτήν πολλά διδάγματα. Αντιλήφθηκαν ότι το ευρωπαϊκό δικαστικό σύστημα διαδραματίζει ρόλο «Κέρβερου» και τούτο ακόμα και όσον αφορά τις ισχυρότερες επιχειρήσεις εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η τελευταία απόφαση αυτή δείχνει σε ποιο βαθμό η Επιτροπή αναζητά και επεξεργάζεται αμοιβαία αποδεκτές λύσεις, με τρόπο ώστε μια επιχείρηση η οποία παραβιάζει την ευρωπαϊκή νομοθεσία να μπορεί να επανέλθει στο πλαίσιο του κανονικού ανταγωνισμού. Ο ορισμός εντολοδόχου (13) για τον έλεγχο των δραστηριοτήτων του γίγαντα του κλάδου της πληροφορικής με σκοπό τη συμμόρφωσή του προς τα διορθωτικά μέτρα που όριζε η απόφαση αποτελεί, πράγματι, μέσο που χρησιμοποιείται στις διαδικασίες ελέγχου των συγκεντρώσεων. Αντικατοπτρίζει τις καλές προθέσεις της ΓΔ «Ανταγωνισμός» στον τομέα της συνεργασίας με στόχο τη ρύθμιση των διενέξεων. |
3.2.10 |
Έναρξη τομεακών ερευνών στον κλάδο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών: η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τις έρευνες που άρχισαν να διεξάγονται στον τομέα των καρτών πληρωμών και των λιανικών τραπεζικών υπηρεσιών (τρεχούμενοι λογαριασμοί και χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων), καθώς και σχετικά με ένα ειδικότερο φαινόμενο του τομέα της ασφάλισης επιχειρήσεων (βλ. σημείο 3.2.10.2). |
3.2.10.1 |
Όσον αφορά τις τραπεζικές υπηρεσίες που αναφέρονται παραπάνω, ο ανταγωνισμός στρεβλώνεται από τα εμπόδια που φράσσουν την είσοδο στην αγορά, από την έλλειψη ουσιαστικής δυνατότητας επιλογής και, πιθανώς, από την ύπαρξη δεσποζουσών θέσεων. |
3.2.10.2 |
Όσον αφορά την ασφάλιση των επιχειρήσεων, στην τομεακή έρευνα «θα εξετασθεί, ιδίως, η έκταση της συνεργασίας μεταξύ ασφαλιστών και ενώσεων ασφαλιστών σε τομείς όπως ο καθορισμός τυποποιημένων όρων ασφάλισης (14). Καίτοι σε πολλές περιπτώσεις μια τέτοια συνεργασία ενδέχεται να προσπορίζει οφέλη από την άποψη της αποτελεσματικότητας, κάποιες ενδεχομένως στρεβλωτικές μορφές συνεργασίας ενδέχεται να περιστέλλουν τη δυνατότητα όσων συνιστούν το σκέλος της ζήτησης να διαπραγματεύονται τους όρους ασφαλιστικής κάλυψης και επιπλέον είναι πιθανό να περιστέλλουν τον ανταγωνισμό και την καινοτομία στην αγορά». |
3.2.11 |
Πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τις απαιτήσεις και τις συμβάσεις δημόσιας υπηρεσίας στον τομέα της οδικής, σιδηροδρομικής και εσωτερικής πλωτής μεταφοράς επιβατών: η αναθεωρημένη πρόταση σχετικά με τις υποχρεώσεις και τις συμβάσεις δημόσιας υπηρεσίας μεταφορών επιβατών μπορεί να προωθήσει τη συμμετοχή των ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται στον τομέα και να τις βοηθήσει έτσι να εξασφαλίσουν καλύτερο μερίδιο των τοπικών μεταφορών. |
3.2.12 |
Σύσταση νέας Διεύθυνσης αρμόδιας αποκλειστικά για την καταπολέμηση των συμπράξεων: η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την πρόοδο που έχει επιτελεστεί στον τομέα της επαγγελματικής διεκπεραίωσης των υποθέσεων παράνομων συμπράξεων. |
3.2.13 |
Από 1ης Μαΐου 2004, οι κανονισμοί αριθ. 1/2003 και 773/2004 σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού και τις σχετικές διαδικασίες θέσπισαν ένα νέο σύστημα σκοπός του οποίου είναι ο εντοπισμός ενδεχόμενων αντιανταγωνιστικών προθέσεων σύναψης συμφωνιών εκ μέρους συντελεστών της αγοράς καθώς και η εκτίμηση των δυνητικών συνεπειών των εν λόγω συμφωνιών. Οι επιχειρήσεις δεν έχουν πλέον τη δυνατότητα να κοινοποιούν στην Επιτροπή ή στις αρχές ανταγωνισμού των κρατών μελών τα σχέδια κοινών επιχειρήσεων και τα σχέδια συνεργασίας (οριζόντιας ή κάθετης) προκειμένου να διασφαλίσουν μια προκαταρκτική θέση της αρχής ανταγωνισμού όσον αφορά την πιθανή αντιανταγωνιστική φύση της προβλεπόμενης συμφωνίας. Αυτό σημαίνει ότι αντί να λάβουν μια ατομική εξαίρεση, μια «διοικητική επιστολή αρχειοθέτησης» ή μια «αρνητική βεβαίωση» εκ μέρους της ΓΔ «Ανταγωνισμός», όπως συνέβαινε πριν από την 1η Μαΐου 2004, είναι οι ίδιες οι επιχειρήσεις οι οποίες οφείλουν τώρα να ελέγχουν τις πτυχές της συμφωνίας προκειμένου να εξακριβώσουν εάν ικανοποιεί εν όλω ή εν μέρει τα κριτήρια που τους επιτρέπουν να ισχυριστούν ότι η εν λόγω συμφωνία θα έχει θετικό αντίκτυπο στους σχετικούς κλάδους, σύμφωνα με το άρθρο 81, παράγραφος (15) της Συνθήκης ΕΚ. Συγκεκριμένα διευκρινίζεται, μεταξύ των όρων αυτών, ότι εάν μια συμφωνία αυτού του είδους (κατά κανόνα, συγκρότηση κοινής επιχείρησης) έχει συναφθεί σε μια ορισμένη αγορά και δημιουργεί οφέλη για τους συμμετέχοντες, ένα μέρους του οφέλους πρέπει να το καρπούνται οι καταναλωτές. |
3.2.13.1 |
Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει ότι η αδυναμία εκπλήρωσης του όρου της προηγούμενης παραγράφου πρέπει να αποτελεί λόγο θεώρησης μιας πρακτικής ως αντιανταγωνιστικής. Η Επιτροπή, όταν εξετάζει συμφωνίες οι οποίες αντίκεινται στις διατάξεις του άρθρου 81, παράγραφος 1, οφείλει να θεωρεί ως επιβαρυντικό γεγονός κάθε απόδειξη ότι σκοπός των πρακτικών των επιχειρήσεων ήταν η επιδείνωση της θέσης των καταναλωτών. |
4. Έλεγχος των συγκεντρώσεων
4.1 |
Μια σημαντική αρμοδιότητα της Επιτροπής είναι η εξέταση της διάρθρωσης της αγοράς και των δεσποζουσών θέσεων που προβλέπεται ότι θα προκύψουν από τις συγκεντρώσεις επιχειρήσεων που επιθυμούν να συσπειρώσουν τις ικανότητες ανάπτυξης και παραγωγής τους, καθώς και τις εμπορικές τους ικανότητες, προκειμένου να αποκτήσουν μεγαλύτερη ισχύ στην αγορά και να βελτιώσουν την κατάστασή τους. Συγκεντρώσεις μπορούν να θεωρηθούν όχι μόνον οι συγχωνεύσεις, αλλά και οι κοινές επιχειρήσεις εάν οι βασικοί φορείς λήψης αποφάσεων συγκλίνουν προς μια ενιαία και ενοποιημένη διαχείριση και η δραστηριότητα των διαφόρων συμμετεχόντων μερών αντιστοιχεί στη δραστηριότητα μιας μόνον επιχείρησης στη σχετική αγορά. Κύριοι στόχοι των συγκεντρώσεων είναι η αύξηση της αποδοτικότητας, η επιτάχυνση της ανάπτυξης προϊόντων, η μείωση του κόστους και η διασφάλιση πλεονεκτημάτων από την άποψη της διαχείρισης. Ωστόσο, υπό το πρίσμα του ανταγωνισμού, οι συγκεντρώσεις μπορούν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο δεδομένου ότι η συγκέντρωση εξουσιών δημιουργεί συχνά δεσπόζουσες θέσεις και, όταν αυτό συμβαίνει, οι κίνδυνοι κατάχρησης είναι σημαντικοί. Οι συγχωνεύσεις επίσης έχουν μερικές φορές αρνητικό αντίκτυπο. Διάφορες μελέτες έχουν δείξει ότι δεν βελτιώνουν πάντα την αποδοτικότητα ή την ανάπτυξη· μακροπρόθεσμα, ενδέχεται να πλήξουν ακόμη και τα κέρδη και την αξία της επιχείρησης. Ενδέχεται επίσης να οδηγήσουν σε σημαντική απώλεια θέσεων εργασίας. Γι' αυτό, κατά την αξιολόγηση των συγχωνεύσεων, είναι σημαντικό να λαμβάνονται υπόψη και οι πτυχές της απασχόλησης και της κοινωνικής πολιτικής (π.χ. οι θέσεις εργασίας). Ο καλύτερος τρόπος να εκτιμηθεί εάν η επιδιωκόμενη συγκέντρωση μπορεί να οδηγήσει σε στρέβλωση του ανταγωνισμού είναι να ελεγχθούν τα χαρακτηριστικά του σχεδίου συγχώνευσης με βάση τις διατάξεις του άρθρου 81, παράγραφος 3, της Συνθήκης ΕΚ (βλ. υποσημείωση 12). Εάν η συγκέντρωση ικανοποιεί τα κριτήρια που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο από την άποψη της διάρθρωσης της αγοράς και της ισχύος στην αγορά των επιχειρήσεων που αποτελούν αντικείμενο συγχώνευσης, τότε μπορεί να θεωρηθεί αποδεκτή. Αυτό είναι ένα σημαντικό σημείο σύνδεσης με τον έλεγχο των συγκεντρώσεων (που ανήκει βασικά στα εργαλεία της βιομηχανικής πολιτικής) και των κανόνων για τις συμπράξεις και την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης, στους οποίους στηρίζονται οι αρχές για να εφαρμόσουν την πολιτική ανταγωνισμού με τη στενή έννοια του όρου. |
4.1.1 |
Εάν ο ετήσιος όγκος πωλήσεών τους υπερβαίνει ορισμένα ανώτατα όρια στην ΕΕ ή/και σε παγκόσμια κλίμακα, οι επιχειρήσεις οφείλουν να κοινοποιήσουν την σαφή πρόθεσή τους να συγκροτήσουν μια κοινή ισχύ της αγοράς (μια συγκέντρωση) και τότε η ΓΔ «Ανταγωνισμός» κινεί τις διαδικασίες που προβλέπονται για το πρώτο και, ορισμένες φορές, για το δεύτερο στάδιο. Η ισχύς στην αγορά δεν αποτελεί όρο της υποχρέωσης για κοινοποίηση: η Επιτροπή εξετάζει εάν η σχετική συγκέντρωση περιορίζει ή όχι σημαντικά τον ανταγωνισμό, για παράδειγμα με τη δημιουργία δεσπόζουσας θέσης ή με ενίσχυση της θέσης της. |
4.2 |
Ένας από τους θεμελιώδεις στόχους του ελέγχου των συγκεντρώσεων (και ένα από τα αναμενόμενα αποτελέσματά του) είναι η προώθηση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαίων παραγωγών και διανομέων σε διεθνές επίπεδο (16). Το εγγενές πρόβλημα της πρακτικής της ΕΕ είναι ότι οι επιχειρήσεις αποκτούν, διαμέσου των συγκεντρώσεων, μια θέση στην αγορά τόσο ισχυρή που ενδεχομένως προκαλεί στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά. Διαπιστώνεται ότι η Επιτροπή καταβάλλει προσπάθειες για να μειώσει τον κίνδυνο αυτό εξαρτώντας την έγκρισή της από πολλές προϋποθέσεις (πρόκειται για τα «διορθωτικά μέτρα»): μπορεί, για παράδειγμα, να ζητήσει από μία επιχείρηση να προβεί σε εκχώρηση στοιχείων ενεργητικού, στην πώληση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, στην παύση της διανομής προϊόντων ή υπηρεσιών σε ορισμένες χώρες κλπ. Ωστόσο, μια μελέτη των εντυπωσιακών στατιστικών δεδομένων που προκύπτουν από τις συγκεντρώσεις καταδεικνύει ότι είναι αδύνατο να συναχθεί εάν:
|
4.3 |
Τον Οκτώβριο του 2005, η ΓΔ «Ανταγωνισμός» δημοσίευσε μελέτη σχετικά με τις δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν στο πλαίσιο υποθέσεων συγκέντρωσης. Η μελέτη περιλαμβάνει τις υποχρεώσεις που η Επιτροπή επέβαλε στις επιχειρήσεις ως προϋπόθεση για τη χορήγηση έγκρισης, και οι οποίες αποβλέπουν στη μείωση των τεκμαιρόμενων αντιανταγωνιστικών επιπτώσεων, καθώς και τις εκ των υστέρων λεπτομερείς αξιολογήσεις των εν λόγω επιπτώσεων. Σε περισσότερες από 40 % των περιπτώσεων που εγκρίθηκαν εμφανίστηκαν σοβαρά μη επιλυθέντα προβλήματα (ελλιπής μεταφορά των εκχωρηθεισών επιχειρήσεων, ανεπαρκής ορισμός των στοιχείων του ενεργητικού που έπρεπε να εκχωρηθούν κλπ.). Μπορεί να θεωρηθεί ότι εδώ πρόκειται για υπενθύμιση του πόσο αναγκαία είναι η διερεύνηση των πρακτικών που ενδέχεται να αποτελέσουν παρεμπόδιση του ανταγωνισμού κατά την έννοια του άρθρου 82 λόγω της αύξησης της ισχύος στην αγορά των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων στο πλαίσιο συγκεντρώσεων που έχουν εγκριθεί. |
5. Κρατικές ενισχύσεις
5.1 |
Μια από τις βασικές αρμοδιότητες της ΓΔ «Ανταγωνισμός» είναι να ελέγχει τη δραστηριότητα των κρατών μελών, και πιο συγκεκριμένα σε ποιες επιχειρήσεις τα κράτη μέλη χορηγούν χρηματοδοτική ενίσχυση και με βάση ποια δεδομένα. Καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση αποβλέπει στη διασφάλιση «θεμιτών όρων ανταγωνισμού» για όλες τις επιχειρήσεις που ασκούν τη δραστηριότητά τους στους κόλπους της ενιαίας αγοράς, η έννοια των «κρατικών ενισχύσεων» ορίστηκε προσεκτικά και ερμηνεύθηκε συνεκτικά σε σχέση με τις δημόσιες βιομηχανικές πολιτικές. Οι άμεσες χρηματοδοτικές παρεμβάσεις δεν είναι οι μόνες που υπόκεινται σε έλεγχο: τα φορολογικά ή άλλους είδους πλεονεκτήματα που παρέχονται σε επιχειρήσεις σε επιλεκτική βάση μπορεί να κριθούν απαράδεκτα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή εάν συνιστούν στρέβλωση του ανταγωνισμού. |
5.2 |
Το 2005, η ΓΔ «Ανταγωνισμός» επεδίωξε, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της, να διασαφηνίσει καλύτερα τους στόχους και τους εφαρμοστέους κανόνες στο πεδίο των κρατικών ενισχύσεων στις χώρες της ΕΕ. Σκοπός της είναι να προωθήσει την επιτυχία της στρατηγικής της Λισσαβόνας διασφαλίζοντας ότι οι ενισχύσεις χρησιμοποιούνται έτσι ώστε να συμβάλλουν στην ανταγωνιστικότητα όλης της ευρωπαϊκής οικονομίας. Με σκοπό τη βελτίωση του συντονισμού των ενδιαφερομένων μερών (δηλαδή των δημόσιων αρχών, των επιχειρήσεων και των οργανώσεών τους) και τον προσανατολισμό των δημοσίων πόρων προς τομείς όπου μπορούν να αξιοποιηθούν αποτελεσματικά, η ΓΔ «Ανταγωνισμός» εγκαινίασε σχέδιο δράσης για τις κρατικές ενισχύσεις (17). Οι κατευθυντήριες αρχές αυτού του σχεδίου δράσης δεν αντιφάσκουν με τις προϋπάρχουσες πρακτικές, αλλά στοχεύουν στην καλύτερη διαμόρφωση ορθών πρακτικών προς τις οποίες τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να συμμορφωθούν. Ορισμένες παρατηρήσεις: |
5.2.1 |
Τα «καλά» και «κακά» παραδείγματα που αναφέρονται στη έκθεση δείχνουν την ποικιλία των λόγων για τους οποίους οι επιχειρήσεις μπορούν να λάβουν χρηματοοικονομική βοήθεια. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί πλήρως με την ιδέα ότι απαιτείται προσπάθεια ώστε «οι δημόσιοι πόροι να χρησιμοποιούνται αποτελεσματικά προς όφελος των πολιτών της Ένωσης, με στόχο τη βελτίωση της οικονομικής αποτελεσματικότητας, την επιτάχυνση της οικονομικής ανάπτυξης και τη δημιουργία βιώσιμων θέσεων απασχόλησης, την κοινωνική και περιφερειακή συνοχή, τη βελτίωση των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος, τη βιώσιμη περιβαλλοντική ανάπτυξη και την πολιτιστική πολυμορφία» (18). Ωστόσο, λαμβανομένων υπόψη των κακών συνθηκών που συνδέονται με τις ελλείψεις των υποδομών, του δυσμενούς για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις κλίματος και άλλων αρνητικών συνθηκών, ιδίως στα νέα κράτη μέλη, η ΕΟΚΕ δεν μπορεί να ταχθεί υπέρ της μείωσης των κρατικών ενισχύσεων. |
5.2.2 |
Φαίνεται ότι σε πολλά κράτη μέλη εξακολουθεί να θεωρείται σημαντική η δημιουργία ευνοϊκών χρηματοοικονομικών συνθηκών για τις παραδοσιακές επιχειρήσεις που διέρχονται κρίση και, κατ' επέκταση, να τους παρέχονται ενισχύσεις για τη διάσωση ή την αναδιάρθρωσή τους. Από την πλευρά της απασχόλησης, η ΕΟΚΕ δεν μπορεί να επικρίνει την προσέγγιση αυτή. Ωστόσο, μπορούν να αναφερθούν πολλές περιπτώσεις όπου η ίδια η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες όσον αφορά τη βιωσιμότητα των ενισχύσεων που στόχο έχουν να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις που διασώθηκαν να επανέλθουν σε ισορροπημένη οικονομική κατάσταση. |
5.2.3 |
Σύμφωνα με τη δέσμη νομικών μέτρων που υιοθετήθηκε τον Ιούλιο και εναρμονίστηκε με το σχέδιο δράσης στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, «οι εταιρείες μπορούν να λαμβάνουν κρατική στήριξη που θα καλύπτει όλες τις ανακύπτουσες δαπάνες, καθώς και ένα εύλογο κέρδος, κατά την εκτέλεση καθηκόντων παροχής δημόσιας υπηρεσίας, όπως τα έχουν ορίσει και τους τα έχουν αναθέσει οι δημόσιες αρχές». Στο βαθμό που μπορούν να συμβάλλουν στην ελάφρυνση των χρηματοοικονομικών δυσκολιών (πιθανότατα των ΜΜΕ που δραστηριοποιούνται σε τοπικό επίπεδο), οι διευκολύνσεις αυτές θα μπορούσαν να αποτελέσουν ορθά παραδείγματα αποτελεσματική χρήσης του δημοσίου χρήματος προς όφελος των πολιτών και των επιχειρήσεων της ΕΕ. |
6. Λειτουργία του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού (ΕΔΑ)
6.1 |
Το 2005 ήταν το πρώτο έτος πλήρους εφαρμογής των διαδικασιών σχετικά με την παράβαση των κανόνων περί ανταγωνισμού και την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης έτσι όπως τροποποιήθηκαν με τον κανονισμό του Συμβουλίου αριθ. 1/2003. Αυτό σημαίνει ότι:
|
6.2 |
Από την έκθεση στην οποία αναφέρεται η παρούσα γνωμοδότηση, προκύπτει σαφώς ότι η ρόλος των εθνικών δικαστηρίων στην εφαρμογή του ευρωπαϊκού δικαίου ανταγωνισμού είναι περιορισμένος και ότι η εκτέλεση του έργου τους δεν πρόκειται να είναι απρόσκοπτη στο προσεχές μέλλον. Ένας σημαντικός λόγος γι' αυτό θα μπορούσε να είναι ότι η αρμόδια για θέματα ανταγωνισμού πρωτοβάθμια δικαιοδοσία διαφέρει από χώρα σε χώρα. Άλλος λόγος είναι ότι, μέχρι σήμερα, μόνο τα εθνικά δίκαια ανταγωνισμού ήσαν διαθέσιμα. Παρά το γεγονός ότι η νομοθετική εναρμόνιση έχει διεισδύσει βαθιά στα δικαστικά συστήματα, εξακολουθεί να υπάρχει διαφορά μεταξύ του κοινοτικού και του εθνικού δικαίου σε πολλά κράτη μέλη. Προς το παρόν, φαίνεται ότι οι ίδιοι οι ενάγοντες είναι απρόθυμοι να προσφύγουν στα εθνικά δικαστήρια (19). |
6.3 |
Ένας μη εμφανής λόγος είναι ότι τα κράτη μέλη δεν έχουν εξασφαλίσει την πρόσβασή τους στη ευρωπαϊκή νομολογία, η οποία στην πράξη αποτελεί πραγματική πηγή του δικαίου περί ανταγωνισμού. Όσον αφορά το δικονομικό δίκαιο, υπάρχουν διαθέσιμες περιεκτικές περιλήψεις των διαφόρων διαδικαστικών καταστάσεων στις οποίες προστίθενται αναφορές σε περιπτώσεις που συνιστούν προηγούμενο στον σχετικό τομέα. Όμως, ούτε η Επιτροπή ούτε και το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έχουν καταρτίσει μέχρι σήμερα παρόμοια εγχειρίδια σχετικά με το ουσιαστικό δίκαιο (20). Εάν θέλουμε να διαδώσουν τα δικαστήρια των κρατών μελών την τρέχουσα εφαρμογή των άρθρων της Συνθήκης ΕΚ όσον αφορά τις συμπράξεις και τις καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης, θα πρέπει, εν πρώτοις, να συγκεντρωθούν τα σημαντικότερα (και πιο συχνά μνημονευόμενα) παραδείγματα υποθέσεων από τη νομολογία — με επεξηγήσεις των εννοιών και των όρων — σε ένα εγχειρίδιο, συμπληρωμένο με τα σκεπτικά και τα διατακτικά των αποφάσεων του Πρωτοδικείου του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η συλλογή αυτή θα πρέπει, βέβαια, να μεταφράζεται σε όλες τις εθνικές γλώσσες και να ενημερώνεται τακτικά. Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι μόνον εάν συνταχθεί και δημοσιευθεί συλλογή της νομολογίας σε όλες τις γλώσσες που ομιλούνται στα κράτη μέλη και διοργανωθεί κατάρτιση στον κλάδο ακριβώς του δικαίου περί ανταγωνισμού για όλους τους εθνικούς δικαστές, δικηγόρους και ενδιαφερόμενους ειδικούς, θα μπορέσει να σημειωθεί πρόοδος όσον αφορά την ορθή εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού της ΕΕ στα κράτη μέλη. |
6.4 |
Όσον αφορά τη δημιουργία ενός δικτύου επικοινωνίας και συνεργασίας με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού, η Επιτροπή (και ειδικότερα, βέβαια η ΓΔ «Ανταγωνισμός») μπόρεσε να θέσει το ευρωπαϊκό δίκτυο ανταγωνισμού σε στερεή βάση σε σχετικά σύντομο διάστημα. Τα βήματα και οι ομάδες εργασίες που περιγράφονται στην έκθεση είναι οι κρίκοι ενός εμπεδωμένου συστήματος συνεργασίας στο πλαίσιο του οποίου οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού έρχονται συχνά σε επαφή με τις ομόλογες τους αρχές (και τούτο ακόμα και σε επίπεδο αρμοδίων για την διαχείριση των υποθέσεων), χωρίς οι Βρυξέλλες να είναι υποχρεωμένες να ενεργούν ως ενδιάμεσος. Μπορεί δικαιολογημένα να λεχθεί ότι η ολοκλήρωση δεν έχει φθάσει σε παρόμοια έκταση σε κανένα κλάδο της επίσημης οργάνωσης της ΕΕ. |
Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2007.
Ο Πρόεδρος
της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Δημήτρης ΔΗΜΗΤΡΙΆΔΗΣ
(1) Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να αναφερθεί η δράση της στο διεθνές προσκήνιο καθώς σε πολλούς τομείς και θέματα ασκεί την «εφαρμοσμένη οικονομική διπλωματία» της ΕΕ.
(2) ΕΕ αριθ. C 94 της 17.4.2004 και ΕΕ αριθ. C 179 της 10.7.2004.
(3) Βλ. σημεία 35 (σελίδα 24) και 115 (σελίδα 45) της έκθεσης.
(4) Η Επιτροπή εφαρμόζει τις διατάξεις του άρθρου 86 (της Συνθήκης ΕΚ) στα κράτη μέλη και όχι στις επιχειρήσεις.
(5) Οι επιχειρήσεις δεν οφείλουν ωστόσο να είναι εγκατεστημένες στην επικράτεια ενός από τα κράτη μέλη. Ένα από τα τεράστια πλεονεκτήματα του ευρωπαϊκού δικαίου περί ανταγωνισμού είναι ότι παρέχει τη δυνατότητα επιβολής κυρώσεων απλώς βάσει του αποτελέσματος μιας συμπεριφοράς ή μιας σύμπραξης που περιορίζει τον ανταγωνισμό.
(6) Βλ. σημείο 341 της απόφασης του Πρωτοδικείου (τρίτο πενταμελές τμήμα) της 28.2.2002 στην υπόθεση Compagnie Générale Maritime και λοιποί κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σελ. II-01011.
(7) Βλ. υπόθεση AKZO, ΕΕ L 374/1, σημεία 74-79.
(8) Συχνά οι ΜΜΕ καθίστανται θύματα ανεξέλεγκτων ελιγμών των επιχειρήσεων που δεσπόζουν στην αγορά.
(9) Βλ. τη γνωμοδότηση της Zentralverband Gewerblicher Verbundgruppen e.V. (Κεντρικής Συνομοσπονδίας των Ολοκληρωμένων Βιομηχανικών Ομίλων), Βερολίνο: «Stellungnahme zum Diskussionspapier der Kommission zur Anwendung von Art 82 EG auf Behinderungsmissbräuch» («Γνωμοδότηση αναφορικά με το έγγραφο συζήτησης της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 82 της Συνθήκης ΕΚ στις πρακτικές αποκλεισμού»), 21.3.2006.
(10) Βλ. άρθρο 82 της Συνθήκης ΕΚ.
(11) Βλ. «Commission practice concerning excessive pricing in Telecommunications» («Η πρακτική της Επιτροπής όσον αφορά τις υπερβολικά υψηλές τιμές που εφαρμόζονται στον τομέα των τηλεπικοινωνιών»), Competition policy (Ενημερωτικό δελτίο της πολιτικής ανταγωνισμού), τεύχος αριθ. 2 (1998), σελ. 36.
(12) Βλ. την αιτιολογική σκέψη αριθ. 8 της οδηγίας 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά.
(13) Ο εντολοδόχος επιλέχθηκε σε συνεννόηση με τη Microsoft, η οποία ανέλαβε και τις σχετικές δαπάνες.
(14) http://europa.eu.int/comm/competition/antitrust/others/sector_inquiries/financial_services/decision_insurance_en.pdf.
(15) Άρθρο 81, παράγραφος 3: «Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δύνανται να κηρυχθούν ανεφάρμοστες:
— |
σε κάθε συμφωνία ή κατηγορία συμφωνιών μεταξύ επιχειρήσεων, |
— |
σε κάθε απόφαση ή κατηγορία αποφάσεων ενώσεων επιχειρήσεων, και |
— |
σε κάθε εναρμονισμένη πρακτική ή κατηγορία εναρμονισμένων πρακτικών η οποία συμβάλλει στη βελτίωση της παραγωγής ή της διανομής των προϊόντων ή στην προώθηση της τεχνικής ή οικονομικής προόδου, εξασφαλίζοντας συγχρόνως στους καταναλωτές δίκαιο τμήμα από το όφελος που προκύπτει και η οποία:
|
(16) Βασικός στόχος του ελέγχου των συγχωνεύσεων είναι να διασφαλιστεί ότι μια συγκέντρωση δεν έχει ως αποτέλεσμα περιορισμό του ανταγωνισμού σε ένα σημαντικό τμήμα της ενιαίας αγοράς. Έτσι, για παράδειγμα, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο περί ανταγωνισμού, δεν είναι δυνατόν να εγκριθεί, με το επιχείρημα ότι θα επιτρέψει στη σχετική επιχείρηση να καταστεί ανταγωνιστικότερη στην παγκόσμια αγορά, μια συγχώνευση η οποία περιορίζει τον ανταγωνισμό εντός της ΕΕ.
(17) http://europa.eu.int/comm/competition/state_aid/others/action_plan/
(18) SEC(2006) 761 τελικό.
(19) Εάν οι διάδικες επιχειρήσεις είναι καταχωρημένες σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη και η πρακτική αγοράς είχε ασκηθεί σε διάφορες χώρες, είναι συζητήσιμο ποιο είναι το αρμόδιο εθνικό δικαστήριο.
(20) Τα κυριότερα δικηγορικά γραφεία έχουν ήδη συγκεντρώσει αυτό το είδος κειμένων για δική τους μόνο, βέβαια, χρήση.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
στη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Η ακόλουθη τροπολογία, η οποία έλαβε το ένα τέταρτο τουλάχιστον των εκπεφρασμένων ψήφων, απορρίφθηκε κατά τις συζητήσεις.
Σημείο 3.2.10.1
Να διαγραφεί:
«3.2.10.1 |
Όσον αφορά τις τραπεζικές υπηρεσίες που αναφέρονται παραπάνω, ο ανταγωνισμός στρεβλώνεται από τα εμπόδια που φράσσουν την είσοδο στην αγορά, την έλλειψη ουσιαστικής δυνατότητας επιλογής και, πιθανώς, από την ύπαρξη δεσποζουσών θέσεων» |
Αιτιολογία που έδωσε ο κ. SARTORIUS
Το σημείο αυτό είναι ασαφές δεδομένου ότι δεν είναι κατανοητό σε ποια εμπόδια, σε ποια ουσιαστική δυνατότητα επιλογής και σε ποιες δεσπόζουσες θέσεις αναφέρεται. Αυτό θα οδηγήσει σε σύγχυση εάν δεν δοθεί λεπτομερής εξήγηση χωρίς γενικότητες.
Ο ευρωπαϊκός τραπεζικός τομέας είναι αναμφισβήτητα ένας από τους πιο ανταγωνιστικούς τομείς της ευρωπαϊκής οικονομίας. Η ανταγωνιστικότητα αυτή είναι επωφελής για τους καταναλωτές και για τον τομέα.
Εάν αναφέρεται στα εμπόδια που παρεμβάλλονται στην επίτευξη μεγαλύτερης ενδοευρωπαϊκής ολοκλήρωσης του τομέα σε ό,τι αφορά τις λιανικές τραπεζικές υπηρεσίες (retail banking), τα κυριότερα εμπόδια απορρέουν από την έλλειψη εναρμόνισης των ρυθμίσεων σχετικά με την προστασία του καταναλωτή και τα φορολογικά καθεστώτα. Ένα σημαντικό βήμα θα είναι η καθιέρωση του SEPA (Ενιαίος Χώρος Πληρωμών σε Ευρώ) που θα μεταβάλει ριζικά το θέμα των πιστωτικών καρτών και των διασυνοριακών πληρωμών.
Αιτιολογία που έδωσε ο κ. PATER
H διαγραφή της παραγράφου προτείνεται για τους εξής λόγους:
— |
το κείμενο είναι ασαφές και μπορεί να δώσει την εντύπωση ότι η ΕΟΚΕ θέτει υπό αμφισβήτηση τα φυσικά εμπόδια για την είσοδο στην αγορά των τραπεζικών υπηρεσιών, τα οποία αποβλέπουν στην εξασφάλιση του δέοντος επιπέδου ασφάλειας· |
— |
δεν φαίνεται σαφώς σε ποιες πραγματικές καταστάσεις αναφέρεται με τη φράση «έλλειψη ουσιαστικής δυνατότητας επιλογής», δεδομένου ότι η αγορά τραπεζικών υπηρεσιών είναι ένας από τους πλέον ανταγωνιστικούς κλάδους της ευρωπαϊκής οικονομίας· |
— |
στην περίπτωση όπου θα προέκυπτε κατάσταση δεσπόζουσας θέσης (επιζήμια για την πελατεία), εννοείται ότι η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού -την οποία πάνω από είκοσι φορές εκθειάζει η παρούσα γνωμοδότηση- θα προέβαινε άμεσα στα αναγκαία διαβήματα για την αντιμετώπιση των επιζήμιων συνεπειών· |
— |
το σημείο αυτό δεν συμβαδίζει με τον κύριο συλλογισμό της γνωμοδότησης και, ως εκ τούτου, εάν διαγραφεί, όχι μόνον δεν θα καταστεί δυσνόητη η γνωμοδότηση, αλλά, αντίθετα, θα καταστεί πιο συνεκτικό και πιο διαυγές το όλο κείμενο. |
Αιτιολογία που έδωσε ο κ. BURANI
Η δήλωση ότι όσον αφορά τις τραπεζικές υπηρεσίες ο ανταγωνισμός «στρεβλώνεται» απλώς δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, όπως εύκολα μπορεί να διαπιστώσει ο καθένας. Δεν προσδιορίζονται ποια είναι και τι είδους είναι «τα εμπόδια που φράσσουν την είσοδο», τα οποία οπωσδήποτε δεν υπάρχουν (εάν υπήρχαν θα έπρεπε να υποδειχθούν). Όσον αφορά την «δυνατότητα επιλογής», υπάρχουν χιλιάδες τράπεζες σε όλη την επικράτεια της Ένωσης, που αντιμετωπίζουν ανελέητο ανταγωνισμό, τόσο σε θέματα ποιότητας υπηρεσιών όσο και σε θέματα τιμών. Σχετικά με τις «δεσπόζουσες θέσεις», ο καταναλωτής μπορεί πάντοτε να επιλέξει μεταξύ τραπεζών κάθε είδους και διαστάσεων, από τις πολυεθνικές ως τις ιδιωτικές τράπεζες και τους τοπικούς συνεταιρισμούς. Εάν υπήρχαν οι θέσεις αυτές, οι αρμόδιες για τον ανταγωνισμό αρχές, τόσο οι εθνικές όσο και οι ευρωπαϊκές θα είχαν εδώ και καιρό αναλάβει δράση: Πράγμα το οποίο δεν έχει συμβεί. Ολόκληρο το σημείο επαναλαμβάνει κοινούς τόπους όσον αφορά την ελεύθερη παροχή τραπεζικών υπηρεσιών, χωρίς να παρέχει καμία απόδειξη ή παράδειγμα για να τους καταστήσει έγκυρους.
Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας:
Υπέρ: 66
Κατά: 71
Αποχές: 25