Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62021TN0033

    Υπόθεση T-33/21: Προσφυγή της 22ας Ιανουαρίου 2021 — Ρουμανία κατά Επιτροπής

    ΕΕ C 163 της 3.5.2021, p. 37–38 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    3.5.2021   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 163/37


    Προσφυγή της 22ας Ιανουαρίου 2021 — Ρουμανία κατά Επιτροπής

    (Υπόθεση T-33/21)

    (2021/C 163/50)

    Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική

    Διάδικοι

    Προσφεύγουσα: Ρουμανία (εκπρόσωποι: E. Gane και L. Bațagoi)

    Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

    Αιτήματα

    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    να ακυρώσει εν μέρει την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2020/1734 της Επιτροπής, της 18ης Νοεμβρίου 2020, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (1), κατά το μέρος που αφορά δαπάνες ανερχόμενες στο συνολικό ποσό των 18 717 475,08 ευρώ οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από τον διαπιστευμένο οργανισμό πληρωμών της Ρουμανίας και δηλώθηκαν στο πλαίσιο του ΕΓΤΑΑ, αντιπροσωπεύουν δε κατ’ αποκοπήν δημοσιονομικές διορθώσεις (25 %) εφαρμοσθείσες για πληρωμές οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά τα οικονομικά έτη 2017, 2018, 2019 για το μέτρο 215, επιμέρους μέτρο 1a, του Εθνικού Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΠΑΑ) 2007-2013·

    να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

    Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

    Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους.

    1.

    Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται ότι η Επιτροπή δεν άσκησε προσηκόντως την αρμοδιότητά της να αποκλείει ποσά από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει του άρθρου 52 του κανονισμού 1306/2013, ενεργώντας κατά παράβαση των άρθρων 76 έως 78 του κανονισμού 1605/2002, του άρθρου 40, παράγραφος 3, του κανονισμού 1698/2005, του άρθρου 12, παράγραφοι 6 και 7, του κανονισμού 907/2014, καθώς και κατά παραβίαση των αρχών της ασφάλειας δικαίου, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της χρηστής διοίκησης

    Μετά την αποδοχή της μεθόδου υπολογισμού των ενισχύσεων σχετικά με το επιμέρους μέτρο 1a καθώς και του αποτελέσματος αυτής, μέσω της έκδοσης της εκτελεστικής απόφασης C(2012)3529 τελικό περί έγκρισης του αναθεωρημένου προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης της Ρουμανίας για την περίοδο προγραμματισμού 2007-2013, η Επιτροπή όφειλε να αναλάβει την ευθύνη στην περίπτωση κατά την οποία, κατόπιν μεταγενέστερων λογιστικών ελέγχων, οι ενισχύσεις αυτές θα κρίνονταν αντίθετες προς το άρθρο 40, παράγραφος 3, του κανονισμού 1698/2005.

    Επιπλέον, η Επιτροπή κακώς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, κατόπιν των διενεργηθέντων λογιστικών ελέγχων, η μέθοδος υπολογισμού όσον αφορά τις ενισχύσεις σχετικά με το επιμέρους μέτρο 1a οδηγεί σε υπεραντιστάθμιση υπέρ των δικαιούχων, παραβαίνοντας με αυτόν τον τρόπο το άρθρο 40, παράγραφος 3, του κανονισμού 1698/2005.

    Κατά τον καθορισμό του λόγου εφαρμογής των διορθώσεων και του είδος των εν λόγω διορθώσεων, η Επιτροπή εφάρμοσε εσφαλμένως τόσο το άρθρο 12, παράγραφοι 6 και 7, του κανονισμού 907/2014 όσο και τις δικές της κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των δημοσιονομικών διορθώσεων.

    Η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, δεδομένου ότι, για την έκδοση της εκτελεστικής απόφασης C(2012)3529 τελικό, η Επιτροπή δημιούργησε νόμιμες προσδοκίες τόσο στις ρουμανικές αρχές όσο και στους δικαιούχους όσον αφορά τον νομότυπο χαρακτήρα της μεθόδου υπολογισμού των ενισχύσεων σχετικά με το επιμέρους μέτρο 1a καθώς και του αποτελέσματος αυτής.

    Η Επιτροπή παραβίασε τις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της χρηστής διοίκησης με τη συμπεριφορά της, η οποία εκδηλώθηκε με τη λήψη αποκλινουσών θέσεων και με την καθυστερημένη απάντηση που έδωσε στις ρουμανικές αρχές σχετικά με μια κατάσταση οφειλόμενη σε αυτήν την ίδια.

    2.

    Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης η οποία προβλέπεται στο άρθρο 296 ΣΛΕΕ.

    Η Επιτροπή δεν αιτιολόγησε επαρκώς και καταλλήλως, όσον αφορά το επιμέρους μέτρο 1a, ούτε το συμπέρασμά της ότι μια μέθοδος υπολογισμού η οποία φέρεται ως εσφαλμένη συνιστά κατάσταση εμπίπτουσα στις περιπτώσεις που διέπει το άρθρο 12, παράγραφοι 6 και 7, του κανονισμού 907/2014, ήτοι παρατυπία, υπό την έννοια των κατευθυντηρίων γραμμών για τον υπολογισμό των δημοσιονομικών διορθώσεων, ούτε την αμφιταλαντευόμενη στάση της όσον αφορά τον νομικό χαρακτηρισμό μιας μεθόδου υπολογισμού η οποία φέρεται ως εσφαλμένη.


    (1)  ΕΕ 2020, L 390, σ. 10.


    Top