Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62016TN0753

    Υπόθεση T-753/16: Προσφυγή της 28ης Οκτωβρίου 2016 — Severstal κατά Επιτροπής

    ΕΕ C 14 της 16.1.2017, p. 39–40 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    16.1.2017   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 14/39


    Προσφυγή της 28ης Οκτωβρίου 2016 — Severstal κατά Επιτροπής

    (Υπόθεση T-753/16)

    (2017/C 014/48)

    Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

    Διάδικοι

    Προσφεύγουσα: PAO Severstal (Cherepovets, Ρωσία) (εκπρόσωποι: B. Evtimov, δικηγόρος, και D. O’Keeffe, solicitor)

    Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

    Αιτήματα

    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    να ακυρώσει τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1328 της Επιτροπής, της 29ης Ιουλίου 2016, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές ορισμένων πλατέων προϊόντων ψυχρής ελάσεως από χάλυβα καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ρωσικής Ομοσπονδίας, που δημοσιεύθηκε στην ΕΕ L 210 της 4/8/2016, καθ’ όλο το μέρος που αφορά την προσφεύγουσα·

    να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας.

    Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

    Η προσφεύγουσα διατυπώνει έξι λόγους ακυρώσεως.

    1.

    Με τον πρώτο λόγο προβάλλει ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού (1), το άρθρο 6.8 και το παράρτημα ΙΙ της ADA (2), χαρακτηρίζοντας την προσφεύγουσα ως εν μέρει μη συνεργαζόμενο παραγωγό και χρησιμοποιώντας διαθέσιμα στοιχεία, ενώ υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως. Επιπλέον, κατά την προσφεύγουσα, οι συνέπειες της μερικής μη συνεργασίας ήσαν προδήλως ακατάλληλες λαμβανομένων υπόψη των περιορισμένων ελλείψεων που διαπιστώθηκαν.

    2.

    Με τον δεύτερο λόγο προβάλλει ότι η Επιτροπή προσέβαλε το δικαίωμα για δίκαιη δίκη και τα δικαιώματα άμυνας της προσφεύγουσας, περιορίζοντας τις δυνατότητές της να αμυνθεί κατά των αρνητικών κρίσεων της Επιτροπής. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή πράγματι απέρριψε/παρέβλεψε κάθε πρόσθετη πληροφορία ή πρόσθετο επιχείρημα της προσφεύγουσας σχετικά με το καθεστώς μερικής μη συνεργασίας.

    3.

    Με τον τρίτο λόγο προβάλλει, αφενός, ότι η Επιτροπή δεν καθόρισε ορθώς το περιθώριο ντάμπινγκ σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 12, του βασικού κανονισμού αφότου παρέβη το άρθρο 2, παράγραφοι 3 και 4, ερμήνευσε εσφαλμένως το άρθρο 2, παράγραφος 9, και υπέπεσε σε πρόδηλη πολλαπλή πλάνη εκτιμήσεως και, αφετέρου, ότι η Επιτροπή δεν προέβη σε δίκαιη σύγκριση σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 10, του βασικού κανονισμού.

    4.

    Με τον τέταρτο λόγο προβάλλει ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 3, παράγραφοι 2 και 5, του βασικού κανονισμού, καθώς και το άρθρο 3.1 της ADA, παραμόρφωσε τα προσκομισθέντα ενώπιόν της αποδεικτικά στοιχεία και υπέπεσε σε πρόδηλη πολλαπλή πλάνη εκτιμήσεως αξιολογώντας εσφαλμένως τους δείκτες ζημίας και μη προβαίνοντας σε αντικειμενική εξέταση της καταστάσεως του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή βασίστηκε μόνο σε επιλεγμένους οικονομικούς δείκτες σχετικά με την κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής και παρέβλεψε σημαντικούς δείκτες που θα είχαν αποκαλύψει διαφορετική, πιο θετική κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει περαιτέρω ότι η Επιτροπή ακολούθησε μεροληπτική προσέγγιση ευνοώντας τα δικά της συμπεράσματα ως προς τη ζημία και παραμορφώνοντας τα προσκομισθέντα ενώπιόν της αποδεικτικά στοιχεία, επειδή δεν εξέτασε την «ελεύθερη» και τη «δεσμευμένη» αγορά του συγκεκριμένου προϊόντος στο σύνολό τους και από κοινού για όλους τους δείκτες, αλλά επέλεξε να προβεί σε χωριστή «τριπλή αξιολόγηση», η οποία στρέβλωσε την όλη εκτίμηση.

    5.

    Με τον πέμπτο λόγο προβάλλει ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 3, παράγραφος 7, του βασικού κανονισμού, επειδή εκτίμησε εσφαλμένως την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που φέρεται ότι αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της καταστάσεως του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Η προσφεύγουσα διατείνεται επίσης ότι η Επιτροπή δεν εκπλήρωσε την υποχρέωσή της να μην αποδώσει στις εισαγωγές που φέρεται ότι αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ τη ζημία που προκλήθηκε από άλλους παράγοντες, ενώ παρέβλεψε παράγοντες οι οποίοι, από κοινού ή χωριστά, θα είχαν ως αποτέλεσμα την κατάλυση της αιτιώδους συνάφειας.

    6.

    Με τον έκτο λόγο προβάλλει ότι η Επιτροπή καθόρισε εσφαλμένως το επίπεδο εξαλείψεως της ζημίας κατά παράβαση των άρθρων 2, παράγραφος 9, και 9, παράγραφος 4, του βασικού κανονισμού και ότι υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως. Ειδικότερα, κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή καθόρισε παράλογο και υπερβολικό περιθώριο κέρδους για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής και υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως εφαρμόζοντας, για τον υπολογισμό του περιθωρίου ζημίας και κατ’ αναλογία, την κατά το άρθρο 2, παράγραφος 9, του βασικού κανονισμού προσαρμογή για εύλογα έξοδα πωλήσεως, για εύλογα γενικά και διοικητικά έξοδα και για ένα εύλογο κέρδος ενός μη συνδεόμενου παραγωγού.


    (1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343, σ. 51).

    (2)  WTO Anti-dumping Agreement (Συμφωνία αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ).


    Top