Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62019CN0177

Υπόθεση C-177/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 22 Ιανουαρίου 2019 η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο πενταμελές τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2018 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-339/16, T-352/16 και T-391/16, Ville de Paris, Ville de Bruxelles και Ayuntamiento de Madrid κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

ΕΕ C 155 της 6.5.2019, p. 29–30 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

6.5.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 155/29


Αναίρεση που άσκησε στις 22 Ιανουαρίου 2019 η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο πενταμελές τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2018 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-339/16, T-352/16 και T-391/16, Ville de Paris, Ville de Bruxelles και Ayuntamiento de Madrid κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-177/19 P)

(2019/C 155/36)

Γλώσσες διαδικασίας: η ισπανική και η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωποι: J. Möller, S. Eisenberg και D. Klebs)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ville de Paris, Ville de Bruxelles, Ayuntamiento de Madrid

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2018 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-339/16, T-352/16 και T-391/16·

2.

να απορρίψει τις προσφυγές·

3.

να καταδικάσει τους προσφεύγοντες στα έξοδα αμφοτέρων των δύο βαθμών δικαιοδοσίας·

4.

επικουρικώς, να μεταρρυθμίσει το σημείο 3 του διατακτικού της ανωτέρω αποφάσεως υπό την έννοια της διατηρήσεως των αποτελεσμάτων της ακυρωθείσας διατάξεως για σαφώς μεγαλύτερο των δώδεκα μηνών διάστημα από την έναρξη ισχύος των αποτελεσμάτων της αποφάσεως.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αναιρέσεώς της, η αναιρεσείουσα προβάλλει τέσσερις λόγους:

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο κακώς έκρινε τις προσφυγές ως παραδεκτώς ασκηθείσες. Είναι εσφαλμένη η παραδοχή του ότι οι προσφεύγοντες δήμοι επηρεάζονται άμεσα από τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/646 (1) κατά την ενάσκηση των εξουσιών τους για τη λήψη μέτρων για τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρυπάνσεως.

Δεύτερον, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση πάσχει έλλειψη αιτιολογίας, διότι ουδόλως αιτιολογεί σε ποιον βαθμό ο κανονισμός αυτός επηρεάζει άμεσα τους προσφεύγοντες. Αντιθέτως, το Γενικό Δικαστήριο συνήγαγε τον άμεσο επηρεασμό των προσφευγόντων από το γεγονός και μόνον ότι η οδηγία 2007/46/ΕΚ (2) απαγορεύει την επιβολή απαγορεύσεως της κυκλοφορίας οχημάτων που πληρούν τις προδιαγραφές ρύπων Euro 6. Και η ερμηνεία αυτή της οδηγίας 2007/46 είναι εσφαλμένη.

Τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο δεχόμενο, μεταξύ άλλων κατά παράβαση του άρθρου 5, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 715/2007 (3), ότι η Επιτροπή δεν ήταν αρμόδια να εκδώσει τον κανονισμό 2016/646 υπό τη συγκεκριμένη μορφή του. Το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του το γεγονός ότι η Επιτροπή διέθετε ευρύ περιθώριο εκτιμήσεως, όταν καθόρισε, στον κανονισμό 2016/646, συντελεστές συμμορφώσεως για τη μέτρηση των εκπομπών ρύπων στο πλαίσιο της διαδικασίας δοκιμών υπό πραγματικές συνθήκες οδηγήσεως (RDE). Εν αντιθέσει προς τα κριθέντα από το Γενικό Δικαστήριο, δεν πρόκειται συναφώς για τροποποίηση των οριακών τιμών που ορίζονται στον κανονισμό 715/2007, αλλά για αναγκαίες προδιαγραφές λόγω του νεωτερικού και εξειδικευμένου χαρακτήρα της διαδικασίας μετρήσεως (όρια ανοχής).

Τέταρτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο δεχόμενο ότι είναι από νομικής απόψεως δυνατή η μερική ακύρωση του κανονισμού 2016/646. Δεν έλαβε συναφώς υπόψη το γεγονός ότι η διαδικασία μετρήσεως δεν μπορεί να εφαρμοσθεί στην πράξη άνευ συντελεστών συμμορφώσεως και ότι η Επιτροπή εξάρτησε ρητώς τον υποχρεωτικό χαρακτήρα της διαδικασίας RDE για τους σκοπούς της εγκρίσεως από την εισαγωγή διορθωτικών συντελεστών.

Επικουρικώς, η Γερμανική Κυβέρνηση προβάλλει ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε επαρκώς υπόψη το γεγονός ότι είναι αδύνατη για τον νομοθέτη της Ένωσης η θέσπιση νέας ρυθμίσεως εντός της τασσόμενης από την απόφαση προθεσμίας. Ως εκ τούτου, πρέπει να διατηρηθούν τα αποτελέσματα της ακυρωθείσας με την απόφαση διατάξεως για σαφώς μεγαλύτερο των δώδεκα μηνών διάστημα από την έναρξη ισχύος των αποτελεσμάτων της αποφάσεως.


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/646 της Επιτροπής, της 20ής Απριλίου 2016, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 692/2008 όσον αφορά τις εκπομπές από ελαφρά επιβατηγά και εμπορικά οχήματα (Euro 6) (ΕΕ 2016, L 109, σ. 1).

(2)  Οδηγία 2007/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση πλαισίου για την έγκριση των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους, και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά (Οδηγία-πλαίσιο) (ΕΕ 2007, L 263, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) 715/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2007, που αφορά την έγκριση τύπου μηχανοκινήτων οχημάτων όσον αφορά εκπομπές από ελαφρά επιβατηγά και εμπορικά οχήματα (Euro 5 και Euro 6) και σχετικά με την πρόσβαση σε πληροφορίες επισκευής και συντήρησης οχημάτων (ΕΕ 2007, L 171, σ. 1).


Top