Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62014CN0167

    Υπόθεση C-167/14: Προσφυγή της 7ης Απριλίου 2014 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

    ΕΕ C 261 της 11.8.2014, p. 12–14 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    11.8.2014   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 261/12


    Προσφυγή της 7ης Απριλίου 2014 — Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας

    (Υπόθεση C-167/14)

    2014/C 261/20

    Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική

    Διάδικοι

    Προσφεύγουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: Γ. Ζαββός και E. Manhaeve)

    Καθής: Ελληνική Δημοκρατία

    Αιτήματα:

    Να διαπιστωθεί ότι η Ελληνική Δημοκρατία μη λαμβάνοντας όλα τα μέτρα που συνεπάγεται η εκτέλεση της απόφασης που εξέδωσε το Δικαστήριο στις 25 Οκτωβρίου 2007, στην υπόθεση C-440/06, Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, δεν εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του άρθρου 260, παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

    Να διαταχθεί η Ελληνική Δημοκρατία να καταβάλει στην Επιτροπή μια προτεινόμενη χρηματική ποινή ύψους 47  462,40 ευρώ ανά ημέρα καθυστέρησης στην εκτέλεση της απόφασης που εκδόθηκε στην υπόθεση C-440/06 από την ημέρα που θα εκδοθεί η απόφαση στην παρούσα υπόθεση μέχρι την ημέρα που θα εκτελεστεί η απόφαση που εκδόθηκε στην υπόθεση C-440/06.

    Να διαταχθεί η Ελληνική Δημοκρατία να καταβάλει στην Επιτροπή το ημερήσιο κατ’ αποκοπή ποσό των 5  191,20 ευρώ ανά ημέρα από την ημέρα έκδοσης της απόφασης στην υπόθεση C-440/06 έως την ημερομηνία που θα εκδοθεί η απόφαση στην παρούσα υπόθεση ή την ημερομηνία εκτέλεσης της απόφασης C-440/06 αν επέλθει νωρίτερα.

    Να καταδικαστεί η Ελληνική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

    Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

    Όσον αφορά τον τρόπο υπολογισμού των ποινών η Επιτροπή επικαλείται

    Α-

    Την σπουδαιότητα των διατάξεων της νομοθεσίας που παραβιάστηκαν όπως τα άρθρα 3 και 4 της Οδηγίας 91/271/ΕΟΚ (1) του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, σχετικά με την επεξεργασία αστικών λυμάτων για τη συλλογή, την επεξεργασία και την απόρριψη αστικών λυμάτων και την επεξεργασία και την απόρριψη λύμα λάσπης από ορισμένους βιομηχανικούς τομείς και τους στόχους για την προστασία του περιβάλλοντος από τις αρνητικές επιπτώσεις της απόρριψης αυτών των λυμάτων που προβλέπει.

    Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η απόρριψη αποβλήτων χωρίς επεξεργασία (δηλαδή που δεν υπόκεινται σε καμία επεξεργασία, λόγω της έλλειψης ολοκληρωμένων συστημάτων συλλογής ή/και σταθμού-επεξεργασίας) στα ύδατα της επιφάνειας οδηγεί σε ρύπανση που χαρακτηρίζεται από μια ανισορροπία του οξυγόνου ενώ η εισροή θρεπτικών ουσιών (ιδίως ενώσεις του αζώτου και του φωσφόρου) επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα αυτών των μαζών και των συναφών οικοσυστημάτων τους (θέτοντας σε κίνδυνο π.χ. πληθυσμούς ψαριών).

    Επιπροσθέτως όσον αφορά τα αστικά λύματα που έχουν υποστεί ανεπαρκή επεξεργασία (εγκαταστάσεις επεξεργασίας που δεν εφαρμόζουν δευτεροβάθμια επεξεργασία ή, που εφαρμόζουν μη συμβατή δευτεροβάθμια επεξεργασία), μόνη η εφαρμογή της πρωτογενούς επεξεργασίας δεν είναι επαρκής για να αποτρέψει κάθε κίνδυνο ρύπανσης και υποβάθμισης της ποιότητας του νερού και των συναφών οικοσυστημάτων. Επιπλέον η υπερβολική απόρριψη θρεπτικών συστατικών (που συντίθενται από ενώσεις του φωσφόρου και του αζώτου) σε επιφάνειες υδάτων είναι ένας βασικός παράγοντας για την αύξηση του ευτροφισμού (επιταχυνόμενη ανάπτυξη της παραγωγής φυκιών και υδρόβιων φυτών) που αυξάνει τον κίνδυνο ανισορροπίας όσον αφορά οξυγόνου στο νερό, εξαφάνισης των πληθυσμών των ψαριών και άλλων υδρόβιων οργανισμών και των ζημιών που πλήττουν τα συναφή χερσαία οικοσυστήματα. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος για τον οποίο το άρθρο 4 της οδηγίας 91/271/ΕΟΚ προβλέπει ότι τα αστικά λύματα που παράγονται από οικισμούς άνω των 15  000 ι.κ. δεν μπορούν να απορριφθούν, παρά μόνον αφού έχουν υποστεί δευτεροβάθμια επεξεργασία ή ισοδύναμη επεξεργασία.

    Η Επιτροπή ισχυρίζεται ότι συλλογή και επεξεργασία όλων των αστικών λυμάτων που παράγονται από τους ελληνικούς οικισμούς άνω των 15  000 ι.π. είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση και βελτίωση της ποιότητας των επιφανειακών υδάτων, των υδάτινων οικοσυστημάτων και χερσαίων οικοσυστημάτων που εξαρτώνται άμεσα από τις εν λόγω μάζες υδάτων και προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης και ορθή εφαρμογή των άλλων οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ωστόσο, παρά τις προσπάθειες και τα μέτρα που έχουν λάβει οι ελληνικές αρχές τα τελευταία χρόνια, είναι σαφές ότι, μέχρι σήμερα, 6 οικισμοί άνω των 15  000 ι.κ. από τους συνολικά 23 που καλύπτονται από την απόφαση της 25ης Οκτωβρίου 2007 (συμπεριλαμβανομένων των 5 στην περιοχή της Ανατολικής Αττικής, η οποία είναι μία από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές της Ελλάδας) δεν είναι συμβατές με τα άρθρα 3 και 4 της οδηγίας 91/271/ΕΚ. O ισοδύναμος πληθυσμός που κατοικεί σε αυτούς τους έξι οικισμούς είναι 1 24  000 (16  000 στη Λευκίμμη, 25  000 στη Νέα Μάκρη 17  000 στο Μαρκόπουλο, 20  000 στο Κορωπί, 18  000 στη Ραφήνα και 28  000 στην Αρτέμιδα).

    Β-

    τις συνέπειες της παράβασης στα συμφέροντα του γενικού και ατομικού χαρακτήρα που δημιουργεί η ελλιπής εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου C-440/06 που δημιουργεί σημαντικούς κίνδυνους περιβαλλοντικής ρύπανσης και έχει επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία. Όπως αναφέρει η Επιτροπή, η ελλιπής εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου C-440/06 οδηγεί σε ευτροφισμό των επιφανειακών υδάτων ο οποίος μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο, μεταξύ άλλων, την καλή οικολογική και χημική κατάσταση και την συντήρηση των υδάτινων και των χερσαίων οικοσυστημάτων. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή φρονεί ότι η ελλιπής εφαρμογή της απόφασης είναι πιθανό να επηρεάσει την εφαρμογή των άλλων οδηγιών της ΕΕ, περιλαμβανομένων της οδηγίας 2000/60/ΕΚ (2) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000 για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής υδάτων, της οδηγίας 2006/7/ΕΚ (3) σχετικά με τη διαχείριση της ποιότητας των υδάτων κολύμβησης και της οδηγίας 92/43/ΕΚ (4) του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 1992 για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της πανίδας και της χλωρίδας.

    Επιπροσθέτως, Επιτροπή ισχυρίζεται ότι η ελλιπής εφαρμογή της απόφασης του Δικαστηρίου επηρεάζει τη δυνατότητα των πολιτών να επωφεληθούν από επιφανειακές υδάτινες μάζες αρκούντως καθαρές που να επιτρέπουν την άσκηση δραστηριοτήτων αναψυχής (ψάρεμα, κολύμβηση, ιστιοπλοΐα, πεζοπορία κλπ.). Η ελλιπής εκτέλεση της αποφάσεως είναι επίσης πιθανό να επηρεάσει τόσο την ποιότητα του νερού που προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση όσο και την ίδια την ανθρώπινη υγεία.


    (1)  EE L 135, σ. 40-52

    (2)  ΕΕ L 327, σ. 1-73

    (3)  ΕΕ L 64, σ. 37-51

    (4)  EE L 206, σ. 7-50


    Top