EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52015AE3697

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Βελτίωση της νομοθεσίας για καλύτερα αποτελέσματα — ένα θεματολόγιο της ΕΕ» [COM(2015)215 final]

ΕΕ C 13 της 15.1.2016, p. 192–200 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

15.1.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 13/192


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Βελτίωση της νομοθεσίας για καλύτερα αποτελέσματα — ένα θεματολόγιο της ΕΕ»

[COM(2015)215 final]

(2016/C 013/28)

Εισηγητής:

ο κ. Bernd DITTMANN

Την 1η Ιουνίου 2015, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την

«Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Βελτίωση της νομοθεσίας για καλύτερα αποτελέσματα — ένα θεματολόγιο της ΕΕ»

[COM(2015)215 final].

Η υποεπιτροπή «Βελτίωση της νομοθεσίας», που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 19 του Εσωτερικού κανονισμού και στην οποία ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε το σχέδιο γνωμοδότησή της στις 2 Σεπτεμβρίου 2015.

Κατά την 510η σύνοδο ολομέλειας της 16ης και 17ης Σεπτεμβρίου 2015 (συνεδρίαση της 16ης Σεπτεμβρίου) η ΕΟΚΕ υιοθέτησε με 174 ψήφους υπέρ, 3 κατά και 9 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1.

Η βελτίωση της νομοθεσίας (ΒΝ) αποτελεί κοινό καθήκον όλων των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και των κρατών μελών, με πρωταρχικό στόχο τη βελτίωση της ποιότητας της ευρωπαϊκής νομοθεσίας προς όφελος των πολιτών, των επιχειρήσεων, των καταναλωτών και των εργαζομένων. Ωστόσο, η ΒΝ δεν υποκαθιστά πολιτικές αποφάσεις. Είναι μια διαδικασία που μετεξελίσσεται συνεχώς, με αποτέλεσμα να καταμετρώνται ήδη πολλά επιτεύγματα, ωστόσο υπάρχει περαιτέρω περιθώριο βελτίωσης.

1.2.

Η ΕΟΚΕ ασχολείται εδώ και πολύ καιρό ευρέως με το θέμα της ΒΝ, όπως προκύπτει από τον κατάλογο των σημαντικότερων γνωμοδοτήσεων για τη ΒΝ που αναφέρεται στην παρούσα γνωμοδότηση (1). Επωμίζεται, συνεπώς, ιδιαίτερη ευθύνη για τη στήριξη και την αποδοχή της ΒΝ από την κοινωνία των πολιτών.

1.3.

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι η συμμετοχή της στο θεματολόγιο για τη ΒΝ δεν είναι αυτή που θα άρμοζε με βάση τον ρόλο και τη λειτουργία που της έχουν ανατεθεί στις συνθήκες ΕΕ και στις συμφωνίες συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ). Ζητεί τη συμπερίληψη των συμβουλευτικών οργάνων της ΕΕ στη διοργανική συμφωνία.

1.4.

Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της εκτεταμένης συμμετοχής των ενδιαφερομένων μερών μέσω διαβουλεύσεων καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής μιας πολιτικής δράσης και παραπέμπει στη γνωμοδότηση που εξέδωσε με θέμα «Αξιολόγηση των κατευθυντήριων γραμμών για τη διαβούλευση. Επιθυμεί να τονίσει ότι θεωρεί την επιλογή των κατάλληλων ομάδων στόχων και τη συνεκτίμηση της αντιπροσωπευτικότητας των ενδιαφερομένων ουσιαστική πτυχή της ΒΝ επί της οποίας πρέπει να επέλθουν βελτιώσεις.

1.5.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι κατά την επιλογή εμπειρογνωμόνων για την Επιτροπή Ρυθμιστικού Ελέγχου, την Πλατφόρμα REFIT και όλους τους άλλους φορείς, σε ακροάσεις, εργαστήρια και άλλες δραστηριότητες πρέπει να διασφαλίζεται η μεγαλύτερη δυνατή ανεξαρτησία, αμεροληψία και διαφάνεια.

1.6.

Η ΕΟΚΕ απευθύνει έκκληση για την ένταξη της αυτορρύθμισης και της από κοινού ρύθμισης στον κανονισμό ΙΙα, που θα πρέπει να εξετάζονται σε ισότιμη βάση με τα ρυθμιστικά μέτρα για την επίλυση πολιτικών θεμάτων.

1.7.

Η ΕΟΚΕ απευθύνει έκκληση για τον περιορισμό του ανεπίσημου τριμερούς διαλόγου στις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης και την υπαγωγή του μεγαλύτερου μέρους των νομοθετικών αποφάσεων στη συνήθη νομοθετική διαδικασία.

1.8.

Η ΕΟΚΕ ζητά να εστιαστεί περισσότερο η Επιτροπή στα ελλείμματα που εμφανίζονται κατά τη μεταφορά και την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου από τα κράτη μέλη και ζητά να γίνεται συχνότερα χρήση κανονισμών αντί οδηγιών.

2.   Το θεματολόγιο για τη ΒΝ: γενική αξιολόγηση

2.1.

Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι οι δράσεις και τα μέτρα για τη ΒΝ συνεισφέρουν στη βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας των ευρωπαϊκών νομικών πράξεων και στη θέσπιση απλών, κατανοητών και συνεπών κανόνων, οι οποίοι συμβάλλουν στην υλοποίηση των στόχων που ορίζονται στις συνθήκες ΕΕ, καθώς και κατά κύριο λόγο στην ενίσχυση και την ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς, και συνιστούν προστιθέμενη αξία για τους πολίτες, τις επιχειρήσεις, τους καταναλωτές και τους εργαζομένους της Ευρώπης.

2.2.

Η Ευρώπη είναι κοινός χώρος δικαίου, που πρέπει να διασφαλίζει ένα καλό, αξιόπιστο και εφαρμόσιμο νομικό πλαίσιο. Η έννοια της ΒΝ που εστιάζει σε προγενέστερες ενωσιακές δράσεις, επιδιώκει τη συνεπή μεταφορά και εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου στα κράτη μέλη και προβλέπει δράσεις ΒΝ σε όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής (2) μιας νομικής πράξης, θα αποτελέσει πολύτιμη συνεισφορά για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και τους πολίτες εάν δεν εξαντληθεί απλά στην καθιέρωση νέων τεχνοκρατικών διαδικασιών και μέσων, αλλά εάν επιπροσθέτως κινητοποιηθούν όλα τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και τα κράτη μέλη για την εμπέδωση μιας φιλοσοφίας ΒΝ.

2.3.

Η Επιτροπή καταθέτει την ανακοίνωσή της και τα σχετικά έγγραφα ως νέο ξεκίνημα. Αναμφισβήτητα, οι προτάσεις πρέπει να χαρακτηριστούν φιλόδοξες. Η ΕΟΚΕ θέλει ωστόσο να παρατηρήσει ότι η ΒΝ δεν είναι καινούργιο θέμα, αλλά συζητείται και μετεξελίσσεται εδώ και πολλά χρόνια. Οι βελτιώσεις που επιτεύχθηκαν στην πορεία, συνέβαλαν ώστε το ενωσιακό δίκαιο να είναι καταρχήν υψηλής ποιότητας, προς όφελος των πολιτών, των επιχειρήσεων, των καταναλωτών και των εργαζομένων της Ευρώπης. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, συγκριτικά με τους εθνικούς νομοθέτες ή σε διεθνές επίπεδο, οι μηχανισμοί και οι θεσπισμένες διαδικασίες σε επίπεδο ΕΕ λειτουργούν καλά και εξασφαλίζουν υψηλής ποιότητας νομοθεσία (3). Όπως όμως θα καταδείξει η παρούσα γνωμοδότηση, εξακολουθούν να υπάρχουν δυνατότητες βελτίωσης. Ωστόσο η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι χάρη στη συμβολή της ΒΝ έχουν ήδη επιτελεστεί και επιτευχθεί πολλά.

2.4.

Ενόψει της εντεινόμενης κριτικής σε σχέση με την έννοια της ΒΝ, η ΕΟΚΕ τονίζει ότι, κατά τη γνώμη της, το ζητούμενο δεν πρέπει να είναι η «περισσότερη» ή «λιγότερη» κανονιστική ρύθμιση στην ΕΕ, ούτε η απορύθμιση ή η υποτίμηση συγκεκριμένων τομέων πολιτικής προς όφελος άλλων προτεραιοτήτων και η συνακόλουθη αμφισβήτηση των αξιών που ενστερνίζεται η ΕΕ: της κοινωνικής προστασίας και της προστασίας του περιβάλλοντος και των θεμελιωδών δικαιωμάτων (4). Η ΒΝ είναι πρωταρχικά ένα βοηθητικό μέσο που έχει σκοπό να εξασφαλίσει την πραγματική υλοποίηση πολιτικών στόχων στη βάση αποδεικτικών στοιχείων, υπό το φως των προαναφερθεισών αξιών, με τρόπο αποτελεσματικό, χωρίς να περιορίζονται τα περιβαλλοντικά δικαιώματα ή τα δικαιώματα των καταναλωτών ή τα κοινωνικά πρότυπα και χωρίς μετατόπιση αρμοδιοτήτων στο θεσμικό πλαίσιο μέσω της δημιουργίας οργάνων. Η ΒΝ δεν μπορεί και δεν πρέπει να υποκαθιστά τις πολιτικές αποφάσεις.

2.5.

Η ΕΟΚΕ συμμετέχει ενεργά στη δημοκρατική διαμόρφωση και εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου. Η ΕΟΚΕ ασχολείται εκτενώς και επί σειρά ετών με το θέμα της ΒΝ και έχει εκδώσει σειρά γνωμοδοτήσεων, οι οποίες περιέχουν συγκεκριμένες συστάσεις για την περαιτέρω επεξεργασία αυτής της έννοιας. Υπάρχει ένας κατάλογος αυτών των συστάσεων (5), ο οποίος προορίζεται να χρησιμοποιηθεί ως παρότρυνση και δεξαμενή ιδεών προς περαιτέρω βελτίωση του θεματολογίου της ΒΝ. Αυτό δείχνει ότι στην ΕΟΚΕ αναλογεί ιδιαίτερη ευθύνη για τη στήριξη και την αποδοχή των στόχων της ΒΝ από την κοινωνία των πολιτών. Η ΕΟΚΕ είναι και πάλι έτοιμη να συνεισφέρει σε μια διαφανή, δημοκρατική και συνεπή ΒΝ.

2.6.

Με βάση τα παραπάνω, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της διότι στην ανακοίνωση της Επιτροπής και στην όλη δέσμη μέτρων για τη ΒΝ δεν λαμβάνονται επαρκώς υπόψη ο ρόλος, η λειτουργία και ο αντιπροσωπευτικός χαρακτήρας της ΕΟΚΕ όπως ορίζονται στις Συνθήκες, και έτσι μένουν ανεκμετάλλευτες οι δυνατότητες αξιοποίησης της εμπειρογνωμοσύνης και των ειδικών γνώσεων των μελών της και δεν της δίνεται η ευκαιρία εκπλήρωσης των καθηκόντων της. Συμμετοχή της ΕΟΚΕ στο παρόν θεματολόγιο για τη ΒΝ υπάρχει μόνο στο πλαίσιο της πλατφόρμας REFIT (τομέας μεταγενέστερων δράσεων), κάτι που δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στα καθήκοντα και την ευθύνη της ΕΟΚΕ για την ενίσχυση της δημοκρατικής νομιμοποίησης και της αποτελεσματικότητας των θεσμικών οργάνων.

2.7.

Ως εκ τούτου η ΕΟΚΕ ζητά να συμπεριληφθεί δεόντως στο θεματολόγιο για τη ΒΝ. Η παρούσα έκθεση περιλαμβάνει προτάσεις για το πώς και σε ποια σημεία πρέπει να συμπεριληφθεί η ΕΟΚΕ.

3.   Διοργανική συμφωνία — προς μια κοινή φιλοσοφία ΒΝ

3.1.

Η ανακοίνωση της Επιτροπής αναφέρεται μεταξύ άλλων στις προγραμματισμένες δράσεις του κανονισμού ΙΙα. Η ΕΟΚΕ θεωρεί την πρόταση κανονισμού ΙΙα ένα από τα κεντρικά στοιχεία του θεματολογίου της ΒΝ. Πρέπει να παρασχεθεί υποστήριξη στην Επιτροπή για να προχωρά αδιαλείπτως στην περαιτέρω ανάπτυξη των στόχων της ΒΝ με τη συμμετοχή ολόκληρης της κοινωνίας των πολιτών. Όμως γι’ αυτό απαιτείται ιδίως η στήριξη από τα νομοθετικά σώματα, ήτοι το Συμβούλιο και το ΕΚ. Η πρόταση κανονισμού ΙΙα είναι φιλόδοξη και μπορεί να έχει επιτυχία μόνο αν όλα τα θεσμικά όργανα ασπαστούν ρητά τους στόχους και τα περιεχόμενα της ΒΝ και αν είναι συνεπής η εφαρμογή των προτάσεων του κανονισμού ΙΙα σύμφωνα με το πνεύμα των Συνθηκών της ΕΕ. Ενδεχόμενη αποτυχία των διαπραγματεύσεων θα αποτελούσε μεγάλη οπισθοδρόμηση, ακόμα και σε σχέση με τις δεσμεύσεις του κανονισμού ΙΙα του 2003.

3.2.

Παρά την αναγνώριση του ρόλου και της σημασίας της ΕΟΚΕ από το ΕΚ (6), σε κανένα σημείο του κανονισμού ΙΙα δεν γίνεται αναφορά στην ΕΟΚΕ και την ΕτΠ ούτε στον ρόλο και τη λειτουργία τους, όπως εξασφαλίζονται από τις Συνθήκες, στο πλαίσιο της συμφωνίας. Αυτό είναι απαράδεκτο.

3.3.

Υπό την προϋπόθεση ότι θα κληθεί εγκαίρως σε διαβουλεύσεις από την Επιτροπή, η ΕΟΚΕ είναι έτοιμη να υποστηρίξει τα όργανα της ΕΕ στη θέσπιση μέτρων για τη βελτίωση της νομοθεσίας, να συμβάλει στην ανάπτυξη νέων ιδεών, να τοποθετηθεί εκτενώς επί σχεδίων που πραγματοποιούνται εντός του πεδίου εφαρμογής των αρμοδιοτήτων της, με πλήρη διασφάλιση της υψηλής ποιότητας αυτών, να προβεί στην παρακολούθηση των πρωτοβουλιών της ΕΕ, όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο, ή να λειτουργήσει ως ελεγκτικός φορέας σε συγκεκριμένες περιπτώσεις για προγραμματισμένες πρωτοβουλίες.

3.4.

Για τον λόγο αυτόν, η ΕΟΚΕ ζητά να συμπεριληφθούν στον κανονισμό ΙΙα και τα δύο συμβουλευτικά όργανα της ΕΕ σε σχέση με τις δράσεις της ΒΝ που τους έχουν ανατεθεί από τις Συνθήκες της ΕΕ και τις συμφωνίες συνεργασίας με την Επιτροπή και το ΕΚ.

3.5.

Η αξιολόγηση των συγκεκριμένων περιεχομένων του κανονισμού ΙΙα γίνεται μέσω γνωμοδότησης πρωτοβουλίας αφού εγκριθούν από το Συμβούλιο και το ΕΚ.

4.   Αξιολόγηση της ανακοίνωσης σχετικά με το θεματολόγιο για τη ΒΝ

4.1.    Αλλαγή του τρόπου λειτουργίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο

4.1.1.

Με τη νέα της εσωτερική οργάνωση και τον προσανατολισμό των δράσεών της βάσει των πολιτικών κατευθυντηρίων γραμμών, με την εκπόνηση ενός συνεπούς προγράμματος εργασίας σε επίπεδο ΕΕ και με την ενισχυμένη αμφίδρομη επικοινωνία με τα θεσμικά όργανα, η Επιτροπή επιδιώκει τη βελτίωση των κανόνων και των αποτελεσμάτων.

4.1.2.

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Επιτροπή προέβη σε δομημένη ανταλλαγή απόψεων επί του ετήσιου προγράμματος εργασίας καθώς και του πολυετούς προγραμματισμού με το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, καθώς επίσης και με την ΕΟΚΕ και μάλιστα πριν από τη δημοσίευση του ετήσιου προγράμματος εργασίας, κατά το πνεύμα της συμφωνίας συνεργασίας μεταξύ των δύο αυτών οργάνων· Η ανταλλαγή πρέπει να εκτείνεται σε ολόκληρο τον κύκλο προγραμματισμού και να εξασφαλίζει αποτελέσματα συνέργειας μέσω ενός τακτικού διαλόγου της ΕΟΚΕ με το ΕΚ, την Επιτροπή και το Συμβούλιο, στο πλαίσιο του οποίου θα είναι δυνατό να παρακολουθούνται στοχευμένα οι δράσεις του προγράμματος εργασίας ακόμα και μετά από την έγκρισή του, και να βελτιώνεται η γενική συνεργασία. Η ΕΟΚΕ παροτρύνει να συνυπολογίζονται κατά τον σχεδιασμό νέων πρωτοβουλιών και προτεραιοτήτων οι υφιστάμενες στρατηγικές και σχέδια ολοκλήρωσης (όπως π.χ. η στρατηγική Ευρώπη 2020, το ετήσιο πρόγραμμα ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο/συστάσεις ανά χώρα), και να περιλαμβάνονται αναλυτικές πληροφορίες για το πώς ενσωματώνονται οι σχεδιαζόμενες δράσεις στις υφιστάμενες στρατηγικές και πώς εκφράζουν τους στόχους των ως άνω στρατηγικών. Με τον τρόπο αυτόν αποφεύγεται η υπερτίμηση ή υποτίμηση ορισμένων τομέων πολιτικής και στόχων που περιέχονται σε υφιστάμενες στρατηγικές.

4.2.    Βελτίωση της διαβούλευσης, περισσότερη συμμετοχή και μεγαλύτερη διαφάνεια

4.2.1.

Η Επιτροπή σχεδιάζει τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων φορέων μέσω διαβουλεύσεων σε ολόκληρη τη διάρκεια του κύκλου ζωής μιας πολιτικής δράσης. Οι διαβουλεύσεις με τους ενδιαφερομένους θα αφορούν χάρτες πορείας, εκτιμήσεις επιπτώσεων στην αρχική φάση, νομικές πράξεις του Σώματος των Επιτρόπων, εκ των υστέρων αξιολογήσεις και ελέγχους καταλληλότητας, καθώς και σχέδια πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων. Επιπροσθέτως επιδιώκεται η βελτιωμένη αιτιολόγηση των νομικών πράξεων.

4.2.2.

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει καταρχήν τον στόχο μεγαλύτερης διαφάνειας και μεγαλύτερης συμμετοχής ενδιαφερομένων σε όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής μιας νομικής πράξης. Η ΕΟΚΕ υπογράμμιζε ανέκαθεν τη σημασία της εντατικής διαβούλευσης όλων των ενδιαφερόμενων κύκλων, (7) διότι η ευρείας κλίμακας ακρόαση αυτών μπορεί να συμβάλει στην ποιότητα και την καταλληλότητα της νομοθεσίας, αφού έτσι βρίσκεται μια μέση οδός μεταξύ, αφενός, της επίτευξης των πολιτικών στόχων και της διασφάλισης της απλούστευσης των διοικητικών διαδικασιών. Με τη βελτίωση της διαβούλευσης αυξάνεται η επίγνωση των προβλημάτων και βελτιώνεται η εφαρμογή των διατάξεων (8).

4.2.3.

Πρόσφατα, τον Ιούλιο του 2015, σε γνωμοδότηση για την αξιολόγηση των διαβουλεύσεων από ενδιαφερομένους (9), η ΕΟΚΕ υπέβαλε προτάσεις βελτίωσης των δυνατοτήτων διαβούλευσης με ενδιαφερομένους, στις οποίες γίνεται παραπομπή στο πλαίσιο της παρούσας γνωμοδότησης. Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει εν προκειμένω ότι οι κατευθυντήριες γραμμές γενικά περιλαμβάνουν καλές προδιαγραφές που επιτρέπουν τη διεξαγωγή υψηλής αξίας διαβουλεύσεων. Όπως όμως δείχνει ξεκάθαρα η προαναφερθείσα γνωμοδότηση, εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές (και επίκαιρες) περιπτώσεις, όπου οι νέες κατευθυντήριες γραμμές δεν ακολουθήθηκαν με συνέπεια από τις αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ ζητά να γίνει δεσμευτική η εφαρμογή των κατευθυντηρίων γραμμών στην Επιτροπή ως προτύπων ποιότητας για την ακρόαση των ενδιαφερομένων.

4.2.4.

Η σωστή επιλογή της ομάδας στόχου για μια συγκεκριμένη διαβούλευση είναι κεφαλαιώδους σημασίας προκειμένου να ληφθούν οι απαραίτητες πληροφορίες. Η ΕΟΚΕ θα μπορούσε, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της και σε στενή συνεργασία με όλες τις σχετικές οργανώσεις και με την Επιτροπή, να βοηθήσει στην επισήμανση των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων εντός των ομάδων στόχων (10). Η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητη την εξασφάλιση της διαφάνειας στην επιλογή των εμπειρογνωμόνων για τα όργανα, τις διασκέψεις, τα εργαστήρια κ.λπ. μέσω της ενίσχυσης των μηχανισμών διαβούλευσης με ενδιαφερομένους. Επίσης πρέπει να ληφθεί περισσότερο υπόψη η αντιπροσωπευτικότητα των ενδιαφερομένων και να προβλεφθεί κατά την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων μια ποιοτική και ποσοτική στάθμιση, ανάλογα με το αν μια ανταπόκριση προέρχεται από μεμονωμένο άτομο ή από αντιπροσωπευτική οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών. Οι παρατηρήσεις μιας οργάνωσης πρέπει να έχουν αναλόγως μεγαλύτερη βαρύτητα.

4.2.5.

Η ποιότητα των ερωτήσεων (που συχνά είναι υποβολιμαίες), η επιλογή τους και οι μηχανισμοί ανατροφοδότησης της Επιτροπής συχνά δεν καλύπτουν τις απαιτήσεις (11). Η ΕΟΚΕ έχει υποβάλει εν προκειμένω εκτενείς προτάσεις για το πώς μπορούν να διορθωθούν όλα αυτά (12). Προτείνει, για παράδειγμα, τη συμμετοχή της στην κατάρτιση ερωτηματολογίων και στη διατύπωση των ερωτήσεων, είτε μέσα από τη σύνταξη ερωτήσεων είτε λειτουργώντας τακτικά ως «όργανο ελέγχου» προκειμένου να ελεγχθεί η καταλληλότητα των ερωτήσεων. Ο έλεγχος και η παρακολούθηση των διαβουλεύσεων και η δημιουργία αντίστοιχου παρατηρητηρίου από την ΕΟΚΕ (13) θα μπορούσαν να συμβάλουν καταλλήλως στη βελτίωση της ποιότητας των διαβουλεύσεων.

4.2.6.

Σημαντική είναι επίσης η κατάλληλη διαμόρφωση των προθεσμιών διαβούλευσης. Οι προθεσμίες δεν πρέπει να παρατείνουν χωρίς λόγο την κανονιστική διαδικασία· εντούτοις, προθεσμίες διαβούλευσης 4, 8 ή 12 εβδομάδων για εν μέρει περίπλοκες ή πολύ τεχνικού χαρακτήρα πρωτοβουλίες μπορεί να είναι υπερβολικά σύντομες για τη συγκέντρωση αποτελεσματικών παρατηρήσεων. Ένας διαρθρωμένος σχεδιασμός της διαβούλευσης που θα επικαιροποιείται συνεχώς (στους χάρτες πορείας της Επιτροπής) και η γνωστοποίηση των στόχων της, συμπεριλαμβανομένων αξιόπιστων χρονικών στοιχείων, μπορούν να βοηθήσουν τους ενδιαφερομένους να προετοιμάσουν τη συμμετοχή τους.

4.2.7.

Για την περαιτέρω αύξηση της διαφάνειας και της σαφήνειας για τους ενδιαφερομένους, η ΕΟΚΕ συνιστά να συμπεριλαμβάνονται και να παρουσιάζονται με ενιαίο και σαφή τρόπο στην κεντρική ιστοσελίδα της Επιτροπής για τις διαβουλεύσεις (14) όλες οι εν εξελίξει διαβουλεύσεις κοινοτικών θεσμικών οργάνων, αλλά και ευρωπαϊκών οργανισμών και κατάντη οργανισμών (15), καθώς και όλες οι διαβουλεύσεις που αφορούν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις και εκτελεστικές πράξεις, και να γνωστοποιηθούν σε ολόκληρη την Ευρώπη με τη μορφή ευρείας επικοινωνιακής στρατηγικής.

4.2.8.

Ιδιαιτέρως επικροτούνται οι διαβουλεύσεις για κατ' εξουσιοδότηση πράξεις (άρθρο 290 ΣΛΕΕ) και εκτελεστικές πράξεις (άρθρο 291 ΣΛΕΕ). Η έλλειψη διαφάνειας, η προφανής έλλειψη ασφάλειας δικαίου και ο ανεπαρκής πολιτικός έλεγχος του συστήματος της προηγούμενης διαβούλευσης για τις δευτερεύουσες νομικές πράξεις συχνά αποτελούν δικαιολογημένα αιτίες κριτικής (16). Η ΕΟΚΕ συνιστά επίσης την καθιέρωση ενός ειδικού μητρώου για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, αντίστοιχου με το μητρώο επιτροπολογίας. Η εφαρμογή πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων πρέπει να περιοριστεί αυστηρά και να αιτιολογείται χωριστά ανά περίπτωση. Οι μεταγενέστερες δράσεις πρέπει να ακολουθούν με συνέπεια τις κατευθύνσεις της βασικής νομικής πράξης. Οι πολιτικές αποφάσεις δεν πρέπει να υπονομεύονται σε επίπεδο πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων.

4.2.9.

Επιπλέον, πρέπει να εξασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξει αλληλεπικάλυψη διαβουλεύσεων ή περιεχομένων των πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση και των εκτελεστικών πράξεων με διαβουλεύσεις για κατευθυντήριες γραμμές κοινοτικών οργανισμών ή με τα περιεχόμενά τους.

4.2.10.

Κατ’ αρχήν, η διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, σύμφωνα με τις Συνθήκες της ΕΕ (άρθρα 154, 155 ΣΛΕΕ) πρακτικές για τον κοινωνικό διάλογο — και δημόσιες διαβουλεύσεις με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της κοινωνίας των πολιτών (όπως αναφέρεται στο άρθρο 11, παράγραφος 3 της ΣΕΕ. Η κάθε κατηγορία έχει την ιδιαίτερη λειτουργία της και διαφορετική νομιμοποίηση.

4.2.11.

Στις οδηγίες της εργαλειοθήκης για τη ΒΝ επισημαίνεται ότι οι διαβουλεύσεις των κοινωνικών εταίρων δεν υπόκεινται στα ελάχιστα πρότυπα για τις διαβουλεύσεις και, συνεπώς, ούτε στους κανόνες για τις δημόσιες διαβουλεύσεις. Ωστόσο η ΕΟΚΕ θα ήθελε να τονίσει ότι η παρούσα ανακοίνωση δεν επιτρέπεται σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για να υπαχθούν οι διαβουλεύσεις των ευρωπαίων κοινωνικών εταίρων ή τα αποτελέσματα των σχετικών διαπραγματεύσεων σε προγενέστερο ή μεταγενέστερο έλεγχο μέσω δημοσίων διαβουλεύσεων. Ο κοινωνικός διάλογος είναι μια ειδική διαδικασία που προβλέπεται στη ΣΛΕΕ (17) και πρέπει να γίνεται σεβαστή. Ως εκ τούτου, οι δημόσιες διαβουλεύσεις δεν μπορούν να αποτελέσουν υποκατάστατο των διαβουλεύσεων των κοινωνικών εταίρων (18). Πρέπει να είναι εξασφαλισμένη η εφαρμογή των αποτελεσμάτων των συμφωνιών των κοινωνικών εταίρων σύμφωνα με τους κανόνες του άρθρου 155 ΣΛΕΕ (19).

4.3.    Βελτιωμένα εργαλεία για αποτελεσματικότερες λύσεις

4.3.1.

Η Επιτροπή θα εφαρμόζει μελλοντικά τις νέες ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για τη ΒΝ (20) στις νέες δράσεις, ενώ δεσμεύεται να εξετάσει και μη νομοθετικές δυνατότητες — όπως για παράδειγμα η συρρύθμιση και η αυτορρύθμιση, θα δίνει ιδιαίτερη προσοχή στην αρχή «προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις», στο τεστ των ΜΜΕ και στην πιθανή εξαίρεση των πολύ μικρών επιχειρήσεων από ορισμένους ευρωπαϊκούς κανόνες.

4.3.2.

Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι οι κατευθυντήριες γραμμές για τη ΒΝ συγκεκριμενοποιήθηκαν, πέρασαν από αναθεώρηση και συμπληρώθηκαν, σε μια ενοποιημένη έκδοση, με μια διεξοδική εργαλειοθήκη. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, αυτά τα μέσα μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στη βελτίωση της νομοθεσίας και να εξασφαλίσουν, μέσω της ενιαίας παρουσίασής τους σε ένα έγγραφο, την ευρεία υποστήριξη και τη συνεπή εφαρμογή τους εκ μέρους των εργαζομένων της Επιτροπής. Η γενική γραμματεία πρέπει να εξασφαλίσει την τήρησή τους από όλες τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

4.3.3.

Η Επιτροπή επαναβεβαιώνει ότι οι κατευθυντήριες γραμμές για τη ΒΝ «θα διασφαλίζουν επίσης ότι η διατήρηση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ και της βιώσιμης ανάπτυξης της ΕΕ εξακολουθούν να αποτελούν προτεραιότητα σε κάθε πτυχή του έργου μας» (21). Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΕ πρέπει να κινείται ισόρροπα μεταξύ των γενικών στόχων της ΕΕ και της προώθησης της ανταγωνιστικότητας. Από την πλευρά της, η ΕΟΚΕ ζητά να περνάει κάθε νομοθετική ή μη νομοθετική πρόταση από αποτελεσματικό και συνεπή έλεγχο αναλόγως των στόχων του άρθρου 3 της ΣΕΕ, και να διεξάγεται τακτικά ο «έλεγχος ανταγωνιστικότητας».

4.3.4.

Η ΕΟΚΕ ανέκαθεν προειδοποιούσε ότι οι διαδικασίες πρέπει να λάβουν διαφανέστερη μορφή και ότι πάντα πρέπει να λαμβάνονται πλήρως υπόψη με ισορροπημένο τρόπο οι οικονομικές, κοινωνικές, καταναλωτικές και περιβαλλοντικές πτυχές (22). Δήλωνε ότι αυτό θα έπρεπε να ελέγχεται με συνέπεια σε κάθε εκτίμηση επιπτώσεων. Η ΕΟΚΕ θα μπορούσε να συμβάλει, στο πλαίσιο της αρμοδιοτήτων της, σε μια ισορροπημένη αξιολόγηση αυτών των μέσων και διαδικασιών.

4.3.5.

Κατά την ΕΟΚΕ, η νομοθεσία πρέπει καταρχήν να διατυπώνεται κατά τρόπον ώστε να μπορεί να εφαρμόζεται εξίσου σε όλες τις επιχειρήσεις. Είναι αξιέπαινο ότι η Επιτροπή αναγνωρίζει για άλλη μια φορά ρητά τη σημασία της αρχής «προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις» και λαμβάνει υπόψη τα συμφέροντα των ΜΜΕ (συμπεριλαμβανομένων των πολύ μικρών).

4.3.6.

Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η ρύθμιση μέσω νομοθεσίας είναι απαραίτητη για επιχειρήσεις κάθε μεγέθους, για μικρές και ιδίως πολύ μικρές επιχειρήσεις, όσον αφορά την ίδρυσή τους και την εταιρική διακυβέρνηση, συχνά όμως δημιουργεί προβλήματα. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι οι πολύ μικρές επιχειρήσεις δεν πρέπει να εξαιρούνται γενικά. Αντίθετα, στις προτάσεις νομοθετικού περιεχομένου πρέπει να επιλέγεται μια προσέγγιση ανάλογη με την εκάστοτε περίπτωση, που θα προκύπτει από μια προσεκτική εκτίμηση επιπτώσεων (23). Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να συνεκτιμώνται τα συμφέροντα των πολύ μικρών επιχειρήσεων και να μην περιορίζονται τα δικαιώματα των εργαζομένων και των καταναλωτών.

4.3.7.

Η ΕΟΚΕ επικροτεί τη μετατροπή της Επιτροπής Εκτίμησης Επιπτώσεων (Impact Assessment Board) σε επιτροπή κανονιστικού ελέγχου και ζητά να εξασφαλιστεί ως προς αυτό η μέγιστη δυνατή διαφάνεια, αμεροληψία και ανεξαρτησία. Η συμπερίληψη εξωτερικών εμπειρογνωμόνων είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Έτσι μπορεί, αφενός, να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη αμεροληψία αυτού του οργάνου και, αφετέρου, από την επέκταση του φάσματος καθηκόντων που θα συμπεριλάβει τις αξιολογήσεις και τους ελέγχους καταλληλότητας θα προκύψει προφανώς μεγαλύτερη συνοχή και συνέργεια στην ανάλυση των επιδράσεων. Όμως, στόχος πρέπει να παραμείνει η σύσταση ενός ενιαίου, ανεξάρτητου οργάνου εκτίμησης επιπτώσεων, το οποίο θα εργάζεται για όλα τα όργανα της ΕΕ και θα συνεργάζεται με τα θεσπισμένα συμβουλευτικά όργανα, την ΕΟΚΕ και την ΕτΠ. Αυτό το ανεξάρτητο όργανο πρέπει να χρησιμοποιεί εξωτερικούς εμπειρογνώμονες, να έχει εξωτερικό πρόεδρο και να εξετάζει τις προτάσεις της Επιτροπής (24). Η Επιτροπή πρέπει να καταστήσει σαφές ότι ο στόχος της είναι ένα ανεξάρτητο εξωτερικό όργανο και ότι η σημερινή σύνθεση πρέπει να θεωρείται μόνο ως ενδιάμεσο βήμα στην πορεία προς τον εν λόγω στόχο. Με τον τρόπο αυτόν μπορεί να εξασφαλιστεί η διαφάνεια και η εμπειρογνωμοσύνη και να αποφευχθεί η χειραγώγηση της κοινοτικής νομοθεσίας βάσει συμφερόντων.

4.3.8.

Η ΕΟΚΕ έχει επισημάνει σε μελέτες (25) και γνωμοδοτήσεις (26) τη σημασία της αυτορρύθμισης και της συρρύθμισης και τις ιδιαιτερότητές τους, καθώς αποτελούν περίπτωση «οριζόντιας επικουρικότητας» (27). Ο κανονισμός ΙΙα του 2003 για τη ΒΝ περιελάμβανε ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο για το ζήτημα αυτό. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, η αυτορρύθμιση ή/και η συρρύθμιση μπορούν να αποτελέσουν χρήσιμο επικουρικό ή συμπληρωματικό μέσο για τη νομοθετική δράση, εφόσον πλαισιωθούν δεόντως εντός ενός γενικότερου νομοθετικού πλαισίου, ευνόητου, σαφώς προσδιορισμένου, που θα διέπεται από συγκεκριμένες αρχές, ιδίως δε τις αρχές της διαφάνειας, της αντιπροσωπευτικότητας, της ανεξαρτησίας, της αποτελεσματικότητας και της ευθύνης (28).

4.3.9.

Η αύξηση της διαφάνειας με την εφαρμογή δράσεων ΒΝ απαιτείται ιδίως ως προς τη χρήση άτυπων τριμερών διαλόγων, που έχει αυξηθεί δραστικά (29). Θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων της εκάστοτε τριμερούς συνεδρίασης πριν αυτά εγκριθούν από το Συμβούλιο και το ΕΚ. Αναγνωρίζεται μεν ότι σκοπός της χρήσης τριμερών διαλόγων είναι η επίσπευση της νομοθετικής διαδικασίας, έτσι όμως προκύπτει το κεντρικό πρόβλημα της τρέχουσας νομοθετικής πρακτικής: τα κράτη μέλη συνάπτουν επανειλημμένα στο Συμβούλιο «συμφωνίες-πακέτα» που στηρίζονται σε διαφορετικές νομικές πράξεις, προκειμένου να επιτύχουν πλειοψηφίες για μεμονωμένες οδηγίες. Αυτό πολύ συχνά γίνεται με τρόπο αδιαφανή και υπό μεγάλη πίεση χρόνου, χωρίς να συμπεριληφθούν επαρκώς οι εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, το ΕΚ και η Επιτροπή και χωρίς επαρκή εξέταση της επίπτωσης που έχουν τα βασικά στοιχεία αυτών των πακέτων. Έτσι επηρεάζεται η ποιότητα και η διαφάνεια της νομοθεσίας.

4.3.10.

Ως εκ τούτου πρέπει να εξασφαλιστεί στο πλαίσιο των διαδικασιών για τη ΒΝ ότι οι άτυποι τριμερείς διάλογοι θα περιοριστούν σε ειδικές, έκτακτες περιπτώσεις και η μεγάλη πλειονότητα της νομοθεσίας θα ακολουθεί τη συνήθη νομοθετική διαδικασία. Μόνο αυτό εγγυάται μια πλήρη δημοκρατική νομιμότητα και συμμετοχή.

4.4.    Ενίσχυση της εκ των υστέρων αξιολόγησης, πρόγραμμα REFIT και πλατφόρμα REFIT

4.4.1.

Στη συνέχεια, η Επιτροπή προτείνει μεγαλύτερη εστίαση στην αξιολόγηση, διεξαγωγή αξιολογήσεων νομικών πράξεων σε όλη τη διάρκεια του «κύκλου ζωής» τους, ένα πιο στοχοθετημένο πρόγραμμα REFIT, την ενσωμάτωσή του στο πρόγραμμα εργασίας και τη διενέργεια ελέγχων καταλληλότητας (Fitness Checks). Προτείνει τη βελτίωση της εφαρμογής των νομικών πράξεων και τη σύσταση μιας πλατφόρμας REFIT, στην οποία θα συμμετέχει με μία έδρα και η ΕΟΚΕ.

4.4.2.

Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής να δοθεί βαρύτητα στις αξιολογήσεις και να κληθούν να συμμετάσχουν σε αυτήν τη διαδικασία άλλα θεσμικά όργανα της ΕΕ και η κοινωνία των πολιτών. Οι εκ των υστέρων αξιολογήσεις, στις οποίες συγκρίνονται οι δεδηλωμένοι στόχοι με τα αποτελέσματα που καταγράφηκαν, αποτελούν σημαντικά μέσα ανάλυσης, ιδίως επειδή, σύμφωνα με το πρότυπο του κύκλου ζωής μιας νομικής πράξης, τα εξαγόμενα συμπεράσματα μπορούν να συμπεριληφθούν άμεσα σε μια ενδεχόμενη εκτίμηση επιπτώσεων με σκοπό την αναθεώρηση μιας νομικής πράξης. Είναι αξιέπαινο ότι οι εκπρόσωποι της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, των επιχειρήσεων και των εργαζομένων και καταναλωτών, στους οποίους στοχεύουν κατά κανόνα οι νομικές πράξεις, θα κληθούν να συμμετάσχουν σε αυτή τη διαδικασία μέσα από στοχευμένες και δημόσιες διαβουλεύσεις. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι οι αξιολογήσεις πρέπει να αρχίζουν μόνο αφού περάσει το κατάλληλο χρονικό διάστημα εφαρμογής μιας νομικής πράξης, προκειμένου να μπορούν να συγκεντρωθούν και να καταγραφούν σημαντικά δεδομένα και πληροφορίες για τον αντίκτυπό της (30).

4.4.3.

Η συμμετοχή της ΕΟΚΕ στην εν λόγω διαδικασία είναι ουσιαστικής σημασίας. Οι συμφωνίες συνεργασίας με την Επιτροπή και το ΕΚ προβλέπουν συμμετοχή της ΕΟΚΕ, η οποία δύναται εν προκειμένω να φέρει αποτελέσματα συνέργειας κατά τη συνεργασία με το ΕΚ. Ενόψει του αναφερομένου μοντέλου του κύκλου ζωής μιας νομικής πράξης, θα εξασφαλιζόταν η συνεκτίμηση της συνεισφοράς της ΕΟΚΕ ήδη στα αρχικά στάδια. Η ΕΟΚΕ θα μπορούσε, εφόσον χρειαστεί, να διεξάγει δικές της αξιολογήσεις, να παρουσιάζει τα αποτελέσματα στην πλατφόρμα REFIT μαζί με άλλους ενδιαφερομένους φορείς, τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, και να βελτιώσει έτσι τη συνεργασία της με τα θεσμικά όργανα, καθώς και να προσφέρει ερεθίσματα για αξιολογήσεις στο πλαίσιο του προγράμματος REFIT. Με τη συμπερίληψη του προγράμματος REFIT σε επόμενα ετήσια προγράμματα εργασίας της Επιτροπής, θα εξασφαλιζόταν μια ακόμα συνεισφορά της ΕΟΚΕ στον προγραμματισμό.

4.4.4.

Η ΕΟΚΕ επικροτεί την επιδίωξη της Επιτροπής να βελτιώσει τις διαδικασίες και τα μέσα του προγράμματος REFIT, και παραπέμπει σχετικά σε προηγούμενες γνωμοδοτήσεις (31).

4.4.5.

Η κατάργηση ορισμένων παρωχημένων νομικών πράξεων από την Επιτροπή αποτελεί πρακτική που πρέπει να συνεχιστεί. Καταρχήν επικροτείται η διεξαγωγή ελέγχων καταλληλότητας (32). Η Επιτροπή πρέπει να παρουσιάσει και να δημοσιοποιήσει σε μια ιστοσελίδα όλους τους ελέγχους καταλληλότητας που έχουν διεξαχθεί, διεξάγονται και προβλέπεται να διεξαχθούν.

4.4.6.

Η δημιουργία μιας πλατφόρμας REFIT με τη συμμετοχή της ΕΟΚΕ επικροτείται ρητά. Στην πλατφόρμα θα συγκεντρώνονται και θα αναλύονται προτάσεις για την απλούστευση των διοικητικών διαδικασιών που προκύπτουν από τις διατάξεις της ΕΕ και τη μεταφορά και εφαρμογή τους στα κράτη μέλη. Η ΕΟΚΕ συνιστά να δοθεί προσοχή στην ισορροπημένη σύνθεση της ομάδας των ενδιαφερομένων φορέων, γιατί από αυτό θα εξαρτηθεί η επιτυχία της πλατφόρμας. Η ΕΟΚΕ εκπροσωπείται στην ομάδα των ενδιαφερομένων από έναν/μία εμπειρογνώμονα υψηλού επιπέδου. Ωστόσο, η Επιτροπή πρέπει να διασαφηνίσει πώς σχετίζονται η αντιπροσωπευτική εντολή της ΕΟΚΕ και της ΕτΠ με την πλατφόρμα REFIT. Πρέπει να ληφθεί δεόντως υπόψη ο ιδιαίτερος θεσμικός ρόλος της ΕΟΚΕ και της ΕτΠ συγκριτικά με άλλους ενδιαφερομένους παράγοντες. Καταρχήν επικροτείται η συμμετοχή των κρατών μελών στο όργανο αυτό, διότι δίνει τη δυνατότητα ανταλλαγής απόψεων ανά πάσα στιγμή με τους εκπροσώπους των κρατών μελών. Η ΕΟΚΕ πρέπει να ενημερώνεται ανά τακτά διαστήματα για τις εργασίες της πλατφόρμας REFIT και να έχει τη δυνατότητα να συμμετέχει στην ετήσια συνεδρίαση της εν λόγω πλατφόρμας.

4.4.7.

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, μία από τις μεγαλύτερες αδυναμίες του ευρωπαϊκού θεματολογίου για τη ΒΝ είναι η ανεπαρκής συμπερίληψη των κρατών μελών. Αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα μόνο για τα κράτη μέλη, αλλά και για την ΕΕ, και έτσι τελικά δεν είναι περίεργο το γεγονός ότι τα κράτη μέλη μεταφέρουν αρκετές φορές το κοινοτικό δίκαιο διστακτικά, καθυστερημένα, εσφαλμένα ή δεν το μεταφέρουν καν στη νομοθεσία τους, διότι δεν υπάρχουν μέτρα και σχέδια για την προσεκτική και βασισμένη σε τεκμήρια μεταφορά ούτε και για την αποτελεσματική εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου.

4.4.8.

Είναι λυπηρό το γεγονός ότι η ανακοίνωση της Επιτροπής δεν αναφέρεται σε αυτό και δεν παρουσιάζει προτάσεις για τη λύση του προβλήματος. Έτσι το 2013 εξακολουθούν να εμφανίζονται υψηλά ποσοστά, καθώς κινήθηκαν κατά κρατών μελών 1 300 διαδικασίες επί παραβάσει. Ως προς αυτό, σήμερα υπάρχουν λιγότερες διαδικασίες επί παραβάσει για καθυστέρηση της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο (στο τέλος του 2013 εκκρεμούσαν 390 διαδικασίες)· αντίθετα, όπως διαπιστώνεται ήδη από το 2012, οι περισσότερες διαδικασίες επί παραβάσει (62 % των περιπτώσεων) αφορούσαν περισσότερο τη μη τήρηση των ενωσιακών διατάξεων στους τομείς του περιβάλλοντος, της φορολογίας, των μεταφορών, καθώς και της εσωτερικής αγοράς και των υπηρεσιών (33).

4.4.9.

Μια δυνατότητα θα ήταν να βασιστεί εν προκειμένω η Επιτροπή περισσότερο στην ενημέρωση του κοινού, γιατί σε τελευταία ανάλυση οι κυβερνήσεις των κρατών μελών, τα οποία δεν μετέφεραν ή μετέφεραν εσφαλμένα ή καθυστερημένα αυτή τη νομοθεσία, ήταν αυτές που την είχαν εγκρίνει στο Συμβούλιο. Φέρουν την ευθύνη για τη γενικά ανεπαρκή εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου, που διαπιστώνεται κάθε χρόνο στις εκθέσεις για την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας. Επιπροσθέτως, η Επιτροπή πρέπει να εξετάσει συστηματικά ποιες δράσεις είναι απολύτως απαραίτητες για μια εκ βάθρων μεταβολή της σημερινής κατάστασης και να λάβει υπόψη προηγούμενες προτάσεις της ΕΟΚΕ (34).

4.4.10.

Όπου υπάρχει ανάγκη ρύθμισης, πρέπει να εξετάζεται ανά περίπτωση και με βάση το περιεχόμενο και τις γενικές συνθήκες αν η καταλληλότερη λύση είναι η έκδοση οδηγίας ή κανονισμού. Για παράδειγμα, για να προληφθούν αποκλίνοντα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο ή το ενδεχόμενο κανονιστικού υπερθεματισμού (35), πρέπει να χρησιμοποιηθούν περισσότερο κανονισμοί παρά οδηγίες (36). Αυτό θα επέφερε μεγαλύτερη σαφήνεια και ασφάλεια δικαίου.

4.4.11.

Η μεταφορά και η εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου είναι επιπλέον σημαντικοί δείκτες για τη μετέπειτα αξιολόγησή του, η οποία πρέπει να διεξάγεται από τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Η υποχρέωση της Επιτροπής να εκπονεί «σχέδια εφαρμογής» για σημαντικές οδηγίες (37) με σκοπό τη διευκόλυνση της μεταφοράς του δικαίου στα κράτη μέλη μέσω υποστηρικτικών μέτρων της Επιτροπής, είναι αξιέπαινο στοιχείο της νέας δέσμης για τη ΒΝ. Το ίδιο και η δυνατότητα να ζητά η Επιτροπή από τα κράτη μέλη να υποβάλλουν επεξηγηματικά κείμενα για την εθνική στρατηγική μεταφοράς δικαίου και να διεξάγει έλεγχο συμμόρφωσης σε δύο φάσεις. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι αυτό αποτελεί οπωσδήποτε ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Η πράξη θα δείξει με πόση επιτυχία θα λειτουργήσουν οι εν λόγω δράσεις.

Βρυξέλλες, 16 Σεπτεμβρίου 2015.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Henri MALOSSE


(1)  http://www.eesc.europa.eu/?i=portal.en.int-opinions&itemCode=36193

(2)  Εν προκειμένω, ο κύκλος ζωής περιλαμβάνει τη γένεση μιας πρωτοβουλίας εντός της Επιτροπής, που περνά από τις φάσεις της προετοιμασίας και του σχεδιασμού, την έγκριση από την Επιτροπή, τη νομοθετική διαδικασία, τη θέση σε ισχύ της νομικής πράξης, τη μεταφορά και εφαρμογή από τα κράτη μέλη, την αξιολόγηση από την Επιτροπή, τον έλεγχο μέσω του προγράμματος REFIT και ενδεχομένως την επικαιροποίηση, αναθεώρηση, ακύρωση και εκ νέου υποβολή ενός σχεδίου.

(3)  European Court of Auditors Report 2010: Commission’s system represents EU and international best practice in terms of its transparency and its comprehensiveness.

(4)  COM(2015)215 final.

(5)  http://www.eesc.europa.eu/?i=portal.en.int-opinions&itemCode=36193

(6)  Έκθεση σχετικά με το πρόγραμμα ελέγχου της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας της νομοθεσίας (REFIT): Τρέχουσα κατάσταση και προοπτικές [2014/2150 (INI)]. Εισηγήτρια: η κ. Sylvia Yvonne Kaufmann, αριθ. 19.

(7)  ΕΕ C 48 της 15.2.2011, σ. 48.

(8)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Αξιολόγηση των διαβουλεύσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τα ενδιαφερόμενα μέρη», (ΕΕ C 383 της 17.11.2015, σ. 57).

(9)  Βλέπε υποσημείωση 8.

(10)  Βλέπε υποσημείωση 8.

(11)  Βλέπε υποσημείωση 8.

(12)  Βλέπε υποσημείωση 8.

(13)  Βλέπε υποσημείωση 8.

(14)  http://ec.europa.eu/yourvoice/consultations/index_el.htm

(15)  Ιδίως, για παράδειγμα, των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών ΕΑΑΕΣ, ΕΑΚΑΑ και ΕΑΤ.

(16)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση» (βλ. σελίδα 145 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(17)  Άρθρο 154 παράγραφοι 2 και 3 ΣΛΕΕ.

(18)  Βλέπε, επίσης, την έκθεση της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων σχετικά με το πρόγραμμα ελέγχου της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας της νομοθεσίας (REFIT): Τρέχουσα κατάσταση και προοπτικές [2014/2150(INI)], αριθ. 10.

(19)  Αρνητικό παράδειγμα: η συμφωνία «Hairdressing Agreement».

(20)  SWD(2015) 111.

(21)  COM(2015) 215 final, αριθ. 3.1.

(22)  ΕΕ C 230 της 14.7.2015, σ. 66.

(23)  ΕΕ. C 327 της 12.11.2013, σ. 33.

(24)  Βλέπε υποσημείωση 23.

(25)  http://www.eesc.europa.eu/?i=portal.en.int-opinions.32948

(26)  ΕΕ C 291 της 4.9.2015, σ. 29.

(27)  Βλέπε υποσημείωση 23.

(28)  ΕΕ C 230 της 14.7.2015, σ. 66, σημείο 5.10.

(29)  Αυτό αφορά το 80 % της νομοθεσίας της τελευταίας κοινοβουλευτικής περιόδου του ΕΚ.

(30)  Βλέπε υποσημείωση 22.

(31)  Βλέπε υποσημείωση 22.

(32)  Βλέπε υποσημείωση 23.

(33)  31η ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ [COM(2014)612 final].

(34)  Βλέπε υποσημείωση 22.

(35)  Η ΕΟΚΕ ολοκληρώνει μελέτη της στην οποία το ζήτημα εξετάζεται με ολοκληρωμένο τρόπο.

(36)  Συγκριτικά με την κοινοβουλευτική περίοδο 2000-2004, όπου χρησιμοποιούνταν ακόμα περισσότερες οδηγίες παρά κανονισμοί (155 κανονισμοί έναντι 191 οδηγιών), η αναλογία χρησιμοποίησης κανονισμών διαφοροποιήθηκε σαφώς κατά την τελευταία κοινοβουλευτική περίοδο (2010-2014) προς την κατεύθυνση της χρησιμοποίησης κανονισμών (383) αντί οδηγιών (136).

(37)  Better Regulation Guidelines (Κατευθυντήριες γραμμές για τη βελτίωση της νομοθεσίας) (SWD(2015) 111 final), κεφάλαιο IV: http://ec.europa.eu/smart-regulation/guidelines/docs/swd_br_guidelines_en.pdf


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κείμενο του σχεδίου γνωμοδότησης της Επιτροπής το οποίο απορρίφθηκε υπέρ μιας τροπολογίας που υιοθετήθηκε από την ολομέλεια:

Σημείο 4.3.10

Για τον λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρωτοβουλία να περνούν από εκτίμηση επιπτώσεων οι σχετικές τροπολογίες, ιδίως του Συμβουλίου και του ΕΚ (όπως προβλέπεται ήδη ως στοιχείο του κανονισμού ΙΙα), διότι έτσι μπορεί να βελτιωθεί αποφασιστικά η ποιότητα της νομοθεσίας. Ταυτόχρονα, εκφράζει τη λύπη της διότι η ανακοίνωση της Επιτροπής δεν αναφέρεται επαρκώς σε αυτά τα προβλήματα. Ως εκ τούτου, πρέπει να εξασφαλιστεί στο πλαίσιο των διαδικασιών για τη ΒΝ ότι οι άτυποι τριμερείς διάλογοι θα περιοριστούν σε ειδικές, έκτακτες περιπτώσεις και η μεγάλη πλειονότητα της νομοθεσίας θα ακολουθεί τη συνήθη νομοθετική διαδικασία. Μόνο αυτό εγγυάται μια πλήρη δημοκρατική νομιμότητα και συμμετοχή.

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας: η πρόταση απορρίπτεται με 106 ψήφους υπέρ, 59 κατά και 19 αποχές.


Top