Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52010IE1363

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η ανανέωση της κοινοτικής μεθόδου (κατευθυντήριες γραμμές)» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

ΕΕ C 51 της 17.2.2011, p. 29–34 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

17.2.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 51/29


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η ανανέωση της κοινοτικής μεθόδου (κατευθυντήριες γραμμές)» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

2011/C 51/05

Γενικός εισηγητής: ο κ. Henri MALOSSE

Συνεισηγητής: ο κ. Γιώργος ΝΤΑΣΗΣ

Στις 17 Δεκεμβρίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2, του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση με θέμα:

Ανανέωση της κοινοτικής μεθόδου (κατευθυντήριες γραμμές)

Η υποεπιτροπή «Ανανέωση της κοινοτικής μεθόδου», στην οποία ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή της στις 19 Μαΐου 2010 με βάση την εισηγητική έκθεση του γενικού εισηγητή κ. Henri MALOSSE και του γενικού συνεισηγητή, κ. Γιώργου ΝΤΑΣΗ.

Λόγω της ανανέωσης της θητείας της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε κατά τη 466η σύνοδο ολομέλειας της 19ης20ης και 21ης Οκτωβρίου 2010 (συνεδρίαση της 21ης Οκτωβρίου) να ορίσει γενικό εισηγητή τον κ. MALOSSE, και υιοθέτησε με 187 ψήφους υπέρ, 5 ψήφους κατά και 6 αποχές, την παρούσα γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1   Η ΕΕ, παρά τις αξιόλογες επιτυχίες και την αυξανόμενη διεύρυνση του πεδίου δράσεώς της, δεν παύει ωστόσο να γεννά αμφιβολίες τόσο σε τρίτους, όσο και στο εσωτερικό της. Η οικονομική και νομισματική ένωση της ΕΕ, παρά τις δάφνες από την επιτυχία του ευρώ, κλυδωνίζεται σήμερα περισσότερο από κάθε άλλο μέρος του πλανήτη λόγω της χρηματοοικονομικής κρίσης. Η στρατηγική της Λισσαβώνας δεν επέτρεψε τελικά στην ΕΕ να ηγηθεί της παγκόσμιας οικονομίας της γνώσης. Οι δυσκολίες αυτές κάνουν τους πολίτες να χάνουν ολοένα και περισσότερο την υπομονή τους και δεν είναι λίγοι αυτοί που αναρωτιούνται εάν η ΕΕ θα καταφέρει να αντεπεξέλθει στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής, όπως η παγκοσμιοποίηση, η κλιματική αλλαγή ή η απεμπλοκή από την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση.

1.2   Σε τέτοιες στιγμές αμφιβολίας, είναι πάντα χρήσιμο να επιστρέφει κανείς στα «θεμέλια» του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Η κοινοτική μέθοδος λοιπόν, η οποία ταυτίσθηκε με τις περιόδους ευημερίας της ΕΕ, πρέπει να ανανεωθεί και να τεθεί σε νέες βάσεις.

1.3   Η ΕΟΚΕ εισηγείται την εφαρμογή της κοινοτικής μεθόδου στους τομείς που πρέπει σήμερα να ανταποκριθούν στις προσδοκίες των ευρωπαίων πολιτών για ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας, ενδυνάμωση των εκπαιδευτικών συστημάτων των κρατών μελών, προαγωγή της έρευνας και της καινοτομίας, ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, αειφόρο ανάπτυξη, καταπολέμηση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής, προώθηση της ισότητας ευκαιριών και του επιχειρηματικού πνεύματος, ελεύθερη κυκλοφορία και κινητικότητα των ατόμων με σεβασμό προς τα κοινωνικά δικαιώματα, καθώς και ανάπτυξη των υπηρεσιών κοινής ωφελείας σε ευρωπαϊκή κλίμακα, ιδίως στους τομείς της επικοινωνίας, του περιβάλλοντος, της υγείας και της προστασίας του πολίτη.

1.4   Ωστόσο, αυτή η εκ νέου ενεργοποίηση της κοινοτικής μεθόδου θα αποφέρει καρπούς μόνο εάν συνοδεύεται από κατάλληλα μέτρα, όπως η ανάλογη αύξηση του προϋπολογισμού της ΕΕ, η ανάπτυξη συμπράξεων του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα, ο αρτιότερος συντονισμός των εθνικών προϋπολογισμών με τον αντίστοιχο της ΕΕ ή η εδραίωση ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου.

1.5   Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η κοινοτική μέθοδος της δεκαετίας του 2020 δεν μπορεί να είναι ίδια με αυτήν των δεκαετιών του 1960 ή 1980. Σήμερα, το ζητούμενο είναι η ενεργός συμμετοχή των πολιτών, κυρίως μέσω της συμμετοχικής δημοκρατίας και των φορέων της κοινωνίας πολιτών. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ διεκδικεί για λογαριασμό της ευρωπαϊκής κοινωνίας πολιτών έναν ευρύτερο ρόλο τόσο στην ανάληψη πολιτικών πρωτοβουλιών στην ΕΕ, όσο και στην αξιολόγηση των αποτελεσμάτων τους, προκειμένου να διασφαλισθεί η εφαρμογή τους ή να διορθωθούν τυχόν ανεπιθύμητες συνέπειες.

1.6   Υπό αυτούς τους όρους, η εφαρμογή της κοινοτικής μεθόδου με γνώμονα τις προκλήσεις της εποχής και τις προσδοκίες των πολιτών, με τα κατάλληλα μέσα, καθώς και με την νέα πνοή που θα δώσει η ευρύτερη συμμετοχή της κοινωνίας πολιτών, μπορεί και πρέπει να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη για την τόνωση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

2.   Λόγοι ανανέωσης της κοινοτικής μεθόδου

2.1   Από την αρχή της ευρωπαϊκής περιπέτειας, η κοινοτική μέθοδος ήταν η ψυχή της πρωτοτυπίας και της επιτυχίας του ευρωπαϊκού οικοδομήματος που οδήγησε στη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα χαρακτηριστικά της κοινοτικής μεθόδου ήταν τα εξής:

χρήση κοινών μέσων για την επίτευξη κοινών στόχων,

έργα που φέρουν τη σφραγίδα του κοινού συμφέροντος,

ανοικτές και δημοκρατικές συζητήσεις με τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών,

αποφάσεις κατά πλειοψηφία και τήρηση της νομοθεσίας,

αποτελεσματική διοικητική και δικαστική επανεξέταση της εφαρμογής,

άμεσα αποτελέσματα και άμεση σύνδεση με τους οικονομικούς και κοινωνικούς κύκλους.

Το σημαντικότερο μέρος της προόδου που σημειώθηκε στην Ευρώπη, επιτεύχθηκε με βάση την κοινοτική μέθοδο.

2.2   Τα κράτη μέλη έχουν διατηρήσει, σημαντικές –αν όχι αποκλειστικές– αρμοδιότητες στους τομείς που δεν διέπονται άμεσα από τις Συνθήκες, συγκεκριμένα σε κατ’ εξοχήν θέματα εθνικής κυριαρχίας που άπτονται της άμυνας, της αστυνόμευσης και της δικαιοσύνης καθώς και σε άλλα θέματα με ιδιαίτερα πολιτικά, πολιτιστικά και ιστορικά χαρακτηριστικά, όπως η φορολογία ή οι κοινωνικές σχέσεις. Η διακυβερνητική συνεργασία σε αυτούς τους τομείς συνιστά σημαντική πτυχή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και αξίζει να αναλυθεί ή πραγματική της εμβέλεια και να αξιολογηθεί η προσαρμογή της στην σημερινή πραγματικότητα και στις προκλήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.3   Η επιτυχία της κοινοτικής προσέγγισης όσον αφορά τους βασικούς κοινούς στόχους συνέπεσε με την οικονομική ανάπτυξη και την πολιτική εμβάθυνση της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Οι επιτυχίες αυτές αποτέλεσαν ισχυρό πόλο έλξης που αποδείχθηκε χωρίς εναλλακτικές λύσεις για την ευρωπαϊκή ήπειρο, με τις διαδοχικές διευρύνσεις, αρχικά προς Δυσμάς, τόσο στο Βορρά όσο και στο Νότο, και στη συνέχεια προς Ανατολάς, με την πτώση του σιδηρού παραπετάσματος.

2.4   Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η κοινοτική μέθοδος έχει απολέσει εν μέρει το σθένος και την πειστική της δύναμη. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν εμφανιζόταν πάντα να διαθέτει τα μέσα ή τη βούληση να αναλάβει πρωτοβουλίες για να αντεπεξέλθει στις εκάστοτε προκλήσεις και προσδοκίες. Εντούτοις, σήμερα η ΕΕ καλείται να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις που θέτει κατά τρόπον αμείλικτο πλέον η παγκοσμιοποίηση, ενώ η χρηματοοικονομική κρίση δεν δυσχεραίνει μόνο πολυάριθμες επιχειρήσεις, και δη ΜΜΕ, αλλά και διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες εις βάρος ενός συνεχώς αυξανόμενου αριθμού περιθωριοποιημένων ή δοκιμαζόμενων ατόμων. Οι ευρωπαίοι πολίτες δυσπιστούν ολοένα και περισσότερο στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, το οποίο θεωρούν ότι προκαλεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιλύει.

2.5   Η έλλειψη απήχησης της ΕΕ στην παγκόσμια Διάσκεψη για την κλιματική αλλαγή που έλαβε χώρα στην Κοπεγχάγη το 2009 και η αδυναμία της να αντιδράσει κατά τρόπον ενιαίο και συντεταγμένο στις οικονομικές δυσχέρειες ενός κράτους μέλους της ευρωζώνης όξυναν τη συγκεκριμένη δυσφορία και διατάραξαν τους χρηματοοικονομικούς κύκλους.

2.6   Απέναντι στο επιταχυνόμενο κίνημα της παγκοσμιοποίησης, η ΕΕ φαίνεται να μην μπορεί να βρεί το βήμα της, χωμένη καθώς είναι μέσα στις ίδιες τις αντιφάσεις της, στην πολυπλοκότητα και στη βραδύτητά της. Με την έναρξη της ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβώνας, η ΕΟΚΕ κρίνει ότι ήρθε η στιγμή να ανανεωθεί η κοινοτική μέθοδος, ούτως ώστε να επιτευχθεί η απαραίτητη ανάκαμψη που θα βοηθήσει την ΕΕ να βρει τη θέση της στην παγκόσμια οικονομική και πολιτική σκηνή. Οι συστάσεις της ΕΟΚΕ αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στα ακόλουθα βασικά ζητήματα:

ανάδειξη της Ευρωπαϊκής ταυτότητας και προάσπιση του γενικού συμφέροντος των ευρωπαίων πολιτών,

επάρκεια των στόχων και των μέσων,

ενεργός συμμετοχή της κοινωνίας πολιτών.

3.   Η ανάδειξη της Ευρωπαϊκής ταυτότητας και η προάσπιση του γενικού συμφέροντος των ευρωπαίων πολιτών

3.1   Η επανεργοποίηση της κοινοτικής μεθόδου είναι αδύνατη, εάν δεν παγιωθεί η κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα που θα έχει το προβάδισμα έναντι των εθνικών συμφερόντων και διαφορών. Είναι άσκοπο, επομένως, να πολλαπλασιαστούν οι νομικές απαιτήσεις για την απελευθέρωση των συμβάσεων κρατικών προμηθειών, εάν τα κράτη μέλη και οι διοικήσεις τους δεν έχουν πραγματικά κίνητρα για προμήθεια από τον ευρωπαϊκό χώρο, λόγω της ευαισθησίας των «δικών τους» φορολογούμενων και των πιέσεων από τις «δικές τους» επιχειρήσεις, δεδομένου ότι η έννοια του «ευρωπαϊκού» παραμένει ταυτόσημη με εκείνη του «αλλοδαπού». Ωστόσο, ενόψει της παγκοσμιοποίησης, μόνο μια συμπαγής Ευρώπη θα μπορεί να επιτύχει τους κοινούς βασικούς της στόχους.

3.2   Χρειάζεται συνεπώς να ορισθεί ή έννοια του κοινοτικού δημοσίου συμφέροντος. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να τονώσει περαιτέρω τη συζήτηση σε αυτόν τον τομέα και να μην υπεκφεύγει, όπως έπραξε πρόσφατα κατά την αντιμετώπιση της χρηματοοικονομικής κρίσης και των προβλημάτων ενός κράτους μέλους της ευρωζώνης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δίνει πολύ συχνά την εντύπωση ότι αντιμετωπίζει με επιείκεια τις άμεσες ευαισθησίες των κρατών μελών και των εθνικών κυβερνήσεων, ενώ το ορθώς νοούμενο κοινό συμφέρον όλων θα απαιτούσε λύσεις που βασίζονται στην αλληλεγγύη και συνδέονται με την έννοια της κοινότητας συμφερόντων.

3.3   Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φαίνεται να δυσκολεύεται ολοένα και περισσότερο να προσδιορίσει και να εκπροσωπήσει αυτό το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον, ενώ αυτός είναι ο ουσιαστικός της ρόλος. H Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλείται να ανακτήσει τον δυναμισμό της δεκαετίας του 1960 και του 1980. Σήμερα δεν είναι πλέον μόνη της και η εγκαθίδρυση του νέου θεσμικού τριγώνου με το ενισχυμένο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το μόνιμο Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θα πρέπει να την ενθαρρύνει να λειτουργήσει καταλλήλως ως θεσμικό όργανο ελέγχου και υποβολής προτάσεων.

3.4   Ως όργανο εκπροσώπησης των πολιτών, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο οφείλει πλέον να διαδραματίσει πιο πρωταγωνιστικό ρόλο στον καθορισμό του ευρωπαϊκού γενικού συμφέροντος. Ως αρωγοί αυτής της προσπάθειας, οι δύο συμβουλευτικές Επιτροπές (ΕΟΚΕ και ΕτΠ), καλούνται λειτουργήσουν ως μοχλός για την ενθάρρυνση και υποστήριξη των πρωτοβουλιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, χωρίς να παραγνωρίζεται το δικαίωμα της ανάληψης πρωτοβουλιών από πλευράς των πολιτών, καθώς και των υπολοίπων φορέων της κοινωνίας πολιτών.

3.5   Η ανανέωση της κοινοτικής μεθόδου θα είναι άσκοπη, εάν δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη αναθεώρηση της έννοιας της «επικουρικότητας» η οποία ερμηνεύτηκε μονομερώς ως μέσο αναχαίτισης της εφαρμογής της εν λόγω κοινοτικής μεθόδου και της υλοποίησης των νέων κοινοτικών πολιτικών. Μια νέα, πιο δυναμική προσέγγιση αυτής της έννοιας, θα αναδείξει –για λόγους αποτελεσματικότητας και οικονομίας κλίμακας– την ανάγκη μεταβίβασης σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσων αρμοδιοτήτων χρήζουν σημαντικών μέσων, ήτοι υποδομές, έρευνα και ανάπτυξη, βιομηχανική πολιτική, άμυνα, εξωτερική πολιτική, ασφάλεια, καταπολέμηση πανδημιών κ.τ.λ. Οι ευρωπαίοι πολίτες μπορούν να αντιληφθούν αυτή την αναγκαιότητα, αρκεί να παύσουν οι πολιτικοί ηγέτες των χωρών τους να τους αποκρύπτουν την αλήθεια.

3.6   Δεδομένου του συνεχώς διευρυνόμενου χάσματος μεταξύ των πολιτών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, η τελευταία οφείλει να προσδιορίσει νέα πεδία εφαρμογής της κοινοτικής μεθόδου, ανταποκρινόμενη στις υψηλές προσδοκίες των πολιτών της.

3.6.1   Επομένως, είναι καιρός να αναπτυχθούν ευρωπαϊκές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος σε τομείς όπου τούτο κρίνεται απαραίτητο βάσει της διαμορφωθείσας κατάστασης και των υφιστάμενων προκλήσεων. Τέτοιοι τομείς είναι οι εξής: πολιτική προστασία, διεθνής παροχή εκτάκτου βοήθειας, τελωνειακές υπηρεσίες, μεταφορές, κέντρα ερευνών, ευρυζωνικά δίκτυα κ.τ.λ. Ξεκινώντας από αυτή τη νέα βάση, θα μπορούσαν να χορηγηθούν άδειες ανάπτυξης και λειτουργίας διευρωπαϊκών δικτύων (μεταφορών, ενέργειας και τηλεπικοινωνιών) κοινής ωφελείας μέσα από συμπράξεις του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα, ενισχύοντας έτσι τη συνοχή και την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ.

3.6.2   Για να διευκολυνθούν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις και να αποκτήσουν επίγνωση της πραγματικότητας της ενιαίας αγοράς, πρέπει να αναληφθούν, το συντομότερο δυνατό, ορισμένες πρωτοβουλίες, ο κοινωφελής χαρακτήρας των οποίων έχει ήδη διαπιστωθεί εδώ και πολύ καιρό. Σε αυτές τις πρωτοβουλίες περιλαμβάνονται μια ευρωπαϊκή πολιτική για τη βιομηχανία αποτελούμενη από συνέργειες με στόχο την αντιμετώπιση των προκλήσεων της παγκοσμιοποίησης, το καταστατικό ευρωπαϊκής εταιρείας για τις ΜΜΕ, το ευρωπαϊκό καταστατικό για τα ιδρύματα και τις ενώσεις, την ενιαία φορολογική θυρίδα για τις διασυνοριακές δραστηριότητες των ΜΜΕ, καθώς και το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Παράλληλα, θα πρέπει να θεσπισθεί μια δέσμη νομικών μέσων που θα κατοχυρώνουν την ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων, τον σεβασμό των κοινωνικών δικαιωμάτων όπως και των συλλογικών συμβάσεων. Θα μπορούσαν δε να αναληφθούν και άλλες πρωτοβουλίες ως αποτέλεσμα πρωτοβουλιών των πολιτών, οι οποίες θα μεταλαμπαδεύονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την ΕΟΚΕ, ιδίως σε θέματα ασφάλειας ενεργειακού εφοδιασμού, αειφόρου ανάπτυξης και προστασίας του καταναλωτή.

3.6.3   Όπως έχει επανειλημμένα τονίσει η ΕΟΚΕ, η επιλογή οδηγιών στον κρίσιμο τομέα των δημοσίων συμβάσεων κάθε άλλο παρά επιτυχής υπήρξε και μάλιστα αποτέλεσε, χωρίς αμφιβολία, την πιο σοβαρή αποτυχία στην προσπάθεια για την υλοποίηση της ενιαίας αγοράς. Πάνω από τριάντα χρόνια μετά την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, ο τομέας των δημόσιων συμβάσεων παραμένει σε μεγάλο βαθμό κατακερματισμένος, Η πληθώρα λεπτομερέστατων οδηγιών της ΕΕ και οι επιπρόσθετες εθνικές νομοθεσίες, καθώς και το πλήθος εξαιρέσεων, συνέβαλαν –ελλείψει κοινοτικού πνεύματος– στη διατήρηση του διαμελισμού μιας αγοράς που αντιπροσωπεύει το 15 % του ευρωπαϊκού ΑΕγχΠ. Στη συγκεκριμένη περίπτωση –όπως και σε κάθε άλλη όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να ευνοεί τον τύπο κανονισμού με άμεση ισχύ έναντι της οδηγίας, η εφαρμογή της οποίας προϋποθέτει τη μεταφορά της στο εθνικό δίκαιο.

3.6.4   Η ΕΕ θα πρέπει να επενδύσει επιπλέον στο λεγόμενο «τρίγωνο της γνώσης», δηλαδή στην εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία. Ένας τομέας καθοριστικής σημασίας για την ανάκαμψη της Ευρώπης, είναι αυτός της εκπαίδευσης. Με βάση την επιτυχία της πρωτοβουλίας Erasmus –και μέσω μιας νέας προσέγγισης– θα πρέπει να αναπτυχθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο πιο φιλόδοξα προγράμματα κινητικότητας και συνεχών ανταλλαγών μέσω ενός ευρωπαϊκού δικτύου πανεπιστημίων, ειδικές πρωτοβουλίες για την προαγωγή καίριων δεξιοτήτων και την ανάπτυξη του επιχειρηματικού πνεύματος καθώς και δράσεις για ειδικές κατηγορίες του κοινού. Στον τομέα της έρευνας και της καινοτομίας, το 8ο πρόγραμμα-πλαίσιο πρέπει να αποτελέσει το σύμβολο της νέας Ευρώπης εστιάζοντας σε επιστημονικά πεδία όπως η νανοτεχνολογία μέσω, αφενός, των ευρωπαϊκών ερευνητικών κέντρων και ενός ουσιαστικού ευρωπαϊκού βιομηχανικού προγράμματος και, αφετέρου, με τη βοήθεια του κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού και ικανών οικονομικών μέσων.

3.6.5   Η οικονομική και νομισματική ένωση θα πρέπει να αναδειχθεί ως κεντρικός πυρήνας αυτής της ευρωπαϊκής ταυτότητας και συνοχής, πράγμα που απέχει πολύ ακόμη από την πραγματικότητα, όπως φάνηκε από τις κατακερματισμένες εθνικές πολιτικές των κρατών μελών της ΕΕ της ευρωζώνης κατά την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση. Τα κράτη μέλη της ευρωζώνης πρέπει να λειτουργήσουν ως προηγμένο εργαστήριο προετοιμασίας της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης και να καλλιεργήσουν στενότερες συνεργασίες οι οποίες θα ενισχύσουν σταδιακά τη δυναμική και την αποτελεσματικότητα του συνόλου της ΕΕ. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εποπτεία των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών. Φρονεί δε ότι η λειτουργία της θα πρέπει να ξεπερνά κατά πολύ τη διενέργεια ενός αμιγώς λογιστικού ελέγχου τύπου ΟΟΣΑ και να λαμβάνει υπόψη τις πολιτικές προτεραιότητες των πολιτών της ΕΕ, ιδίως όσον αφορά την κοινωνική συνοχή, την αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την καλλιέργεια δημιουργικού και επιχειρηματικού πνεύματος.

3.6.6   Με εφόδιο το ενιαίο της νόμισμα, η ΕΕ θα πρέπει να εκφράζεται με μία φωνή στο πλαίσιο των διεθνών οικονομικών και χρηματοοικονομικών διαβουλεύσεων, ιδιαίτερα εντός της ομάδας των 20 (G20). Παράλληλα, καλείται να παγιώσει σε ευρωπαϊκή κλίμακα τη συμμετοχή της στο ΔΝΤ και στην Παγκόσμια Τράπεζα.

3.6.7   Η ενίσχυση της εξωτερικής ευρωπαϊκής πολιτικής συνιστά καίριο στοιχείο της Συνθήκης της Λισσαβώνας και συνεπάγεται την σύσταση διπλωματικής υπηρεσίας, μιας θέσης ύπατου εκπροσώπου (και ταυτόχρονα αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) και τη σύσταση αντιπροσωπειών της ΕΕ σε τρίτες χώρες, που θα αντικαταστήσουν τις αντιπροσωπείες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Επιβάλλεται, επομένως, να εφαρμοστεί με τρόπο φιλόδοξο η Συνθήκης της Λισσαβώνας, ούτως ώστε η Ευρώπη να μιλά πράγματι με μία φωνή, να τηρεί πιο σθεναρή και συνεπή στάση και ταυτόχρονα να επιτύχει έναν πραγματικά διαρθρωμένο από πολιτικής, οικονομικής, πολιτιστικής, επιστημονικής και εμπορικής άποψης συντονισμό των εξωτερικών δράσεων, αντί των μικροανταγωνισμών που αποδυναμώνουν τη θέση της.

4.   Η διασφάλιση της επάρκειας των στόχων και των μέσων

4.1   Το γεγονός ότι πολλοί κοινοτικοί στόχοι δεν έχουν υλοποιηθεί παρά μόνο εν μέρει οφείλεται συχνά στην έλλειψη αποφασιστικότητας και στο γεγονός ότι δεν διατίθενται οι απαραίτητοι κοινοί πόροι.

4.1.1   Επομένως, όσον αφορά στην ανάκαμψη της εσωτερικής αγοράς, η έκθεση του κ. Mario Monti (1) περιλαμβάνει ορισμένες ιδιαίτερα εύστοχες προτάσεις για την αποτελεσματική εφαρμογή της: ενίσχυση του Δικτύου επίλυσης προβλημάτων (SOLVIT), την αξιολόγηση της εφαρμογής των οδηγιών, τη συμμετοχή της δημόσιας διοίκησης, των εθνικών κοινοβουλίων και της κοινωνίας πολιτών των κρατών μελών, καθώς και την άρση των τελευταίων περιορισμών στην ελεύθερη κυκλοφορία των ατόμων. Η ΕΟΚΕ συνιστά η συγκεκριμένη έκθεση –μετά από τη διεξαγωγή κατάλληλων διαβουλεύσεων με τους φορείς της κοινωνίας πολιτών– να ακολουθηθεί από ένα συγκεκριμένο σχέδιο δράσης με χρονοδιάγραμμα υλοποίησης.

4.1.2   Επίσης, κρίνεται απαραίτητη η χρηματοδοτική ενίσχυση εκ μέρους της ΕΕ (πιστώσεις προϋπολογισμού, δάνεια, συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα κ.τ.λ.) για την κάλυψη των νέων πεδίων εφαρμογής της κοινοτικής μεθόδου. Η επιτυχία της ΕΚΑΧ το 1951 θεμελιώθηκε στην επιδίωξη στόχων με τα κατάλληλα μέσα. Ο τρέχων προϋπολογισμός της ΕΕ (κάτω του 1 % του ΑΕγχΠ) δεν επαρκεί σε καμία περίπτωση για την υλοποίηση των προσδοκιών των πολιτών σε όλους αυτούς τους τομείς όπου η επιβάλλεται η συνδρομή του για λόγους μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας. Μια τακτική αύξηση του προϋπολογισμού από το 2013 έως το 2020 με τελικό στόχο το 2 % του ΑΕγχΠ προβάλλει ως μια εφικτή και πλήρως αποδεκτή προοπτική, δεδομένων των οικονομιών κλίμακας, της απαίτησης για περιορισμό του δημόσιου χρέους των κρατών μελών –πάντα στο μέτρο όπου οι κυβερνήσεις θα κατανοήσουν την αναγκαιότητα της μεταφοράς του προϋπολογισμού από το εθνικό στο ευρωπαϊκό επίπεδο και θα την εξηγήσουν και στους πολίτες τους. Τούτη η αύξηση θα επέτρεπε κυρίως τη χρηματοδότηση των επενδύσεων σε μεγάλα δίκτυα, την υποστήριξη του τριγώνου της γνώσης (εκπαίδευση, έρευνα και καινοτομία), την ενίσχυση της πολιτικής συνοχής και, ταυτόχρονα, θα εξασφάλιζε στην ΕΕ το απαραίτητο ανθρώπινο δυναμικό και χρηματοδοτικά μέσα για την υλοποίηση της εξωτερικής πολιτικής.

4.1.3   Προκειμένου για τη χρηματοδότηση αυτού του εγχειρήματος από σήμερα και μέχρι το 2020, απαιτείται τόσο η ΕΕ να διαθέτει τους δικούς της πόρους, όσο και ένας ορθότερος συντονισμός των εθνικών προϋπολογισμών με τον αντίστοιχο της ΕΕ. Δεδομένων των αυξανόμενων δημόσιων ελλειμμάτων λόγω της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008, θα ήταν εύκολο να καταδειχθεί ότι τα συγκεκριμένα ελλείμματα θα μειωθούν ταχύτερα –χωρίς τούτο να αποβαίνει εις βάρος της ανάπτυξης–, εάν συγχωνευθούν οι πόροι για τη χρηματοδότηση δημόσιων δαπανών σε τομείς όπως η άμυνα, η ασφάλεια στα σύνορα της ΕΕ, η εξωτερική βοήθεια, η έρευνα, η βιομηχανική πολιτική κ.τ.λ. Τα κράτη μέλη οφείλουν να αποδείξουν την πολιτική τους βούληση να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση.

4.1.4   Υπό το πρίσμα της χρηματοοικονομικής κρίσης, ένα πρώτο σημαντικό βήμα θα ήταν η εγκαθίδρυση ενός πραγματικού Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου με παρεμβατικό και σταθεροποιητικό ρόλο στην ευρωζώνη (ένα είδος Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ), το οποίο θα βοηθά στην από κοινού αντιμετώπιση των προβλημάτων του κάθε κράτους μέλους. Χρειάστηκαν δε η πτώση της ισοτιμίας του ευρώ και η επιδείνωση της κρίσης σε ένα κράτος μέλος προκειμένου τα κράτη μέλη να δημιουργήσουν τη βάση για ένα τέτοιο Ταμείο και να αποφασίσουν να παρέμβουν, όχι πλέον σε διμερές επίπεδο, αλλά συλλογικά, εξακολουθώντας, πάντως, να επιζητούν τη συμπληρωματική συνδρομή του ΔΝΤ.

4.1.5   Επιπλέον, καθίσταται σαφές ότι η πραγματοποίηση των στόχων της ολοκλήρωσης και της συνοχής προϋποθέτει καλύτερη κατανομή των ευρωπαϊκών πόρων, έτσι ώστε να ενισχυθούν περαιτέρω τα διασυνοριακά προγράμματα· πρόκειται δε για προγράμματα στα οποία διατίθεται μόλις το 1 % του προϋπολογισμού, μολονότι αυτά αποτελούν απαραίτητα συνεκτικά στοιχεία για την εύρυθμη λειτουργία της ενιαίας αγοράς. Η ευόδωση της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» εξαρτάται τόσο από τα διαθέσιμα μέσα, όσο και από τον βαθμό στον οποίο οι πολίτες θα ενστερνισθούν τους συγκεκριμένους στόχους, στοιχεία αμφότερα εν ανεπαρκεία σήμερα.

4.2   Η διακυβέρνηση της ΕΕ των 27 δεν μπορεί να είναι παρόμοια με αυτή των 6· δικαίως, το θεσμικό τρίγωνο επιφυλάσσει μια σημαντικότερη θέση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Θα ήταν επίσης σκόπιμο μέσω της καθημερινής πρακτικής και των θεσμικών οργάνων να υποστασιοποιηθεί το δικαίωμα των πολιτών στην πρωτοβουλία, το οποίο πρέπει να εξελιχθεί σε ουσιαστικό δημοκρατικό μέσο.

4.2.1   Η διεύρυνση των κοινοτικών αρμοδιοτήτων έχει συνδεθεί με την επέκταση της διαδικασίας συναπόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Αντιθέτως, οι διαδοχικές Συνθήκες που θέσπισαν αυτούς τους νέους κανόνες δεν έχουν προσαρμόσει τις διαδικασίες διαβούλευσης όπως θα έπρεπε. Προς το παρόν, η γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για τα σχέδια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ζητείται από τη στιγμή που ξεκινά η διαδικασία της συναπόφασης, ενώ θα έπρεπε να υποβάλλεται σχετικό αίτημα ήδη σε προηγούμενο στάδιο.

4.2.2   Η ΕΟΚΕ θα μπορούσε να εκπληρώσει με αποτελεσματικότερο τρόπο τον συμβουλευτικό της ρόλο εάν η διαβούλευση προηγείτο της διαδικασίας συναπόφασης, αμέσως μόλις ολοκληρώνεται η προκαταρκτική εκτίμηση αντικτύπου. Σε αυτήν την περίπτωση, οι διερευνητικές γνωμοδοτήσεις θα εκπλήρωναν πλήρως το σκοπό τους. Εξάλλου, οι γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ θα μπορούσαν κάλλιστα να συνοδεύουν την εκτίμηση αντικτύπου στην πρόταση της Επιτροπής και να διαβιβάζονται στα θεσμικά όργανα που συναποφασίζουν. Ο εισηγητής της ΕΟΚΕ θα έπρεπε επίσης να μπορεί να απευθύνεται στην αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

4.2.3   Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έπρεπε, περαιτέρω, να προβαίνει σε κατάλληλες διαβουλεύσεις όταν σκοπεύει να αποσύρει μια πρόταση, ειδικά όταν αυτή αφορά άμεσα στους εκπροσώπους της κοινωνίας πολιτών. Σε αυτήν την περίπτωση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν θα είχε αποσύρει το σχέδιο ευρωπαϊκού καταστατικού για τα σωματεία χωρίς να προβεί σε διαβουλεύσεις.

4.2.4   Ως προς τη διακυβέρνηση, η ΕΕ καλείται να κατοχυρώσει πιο ενεργά την αρχή της ισότητας των φύλων, επιτρέποντας στις γυναίκες να αποκτήσουν ισότιμη θέση στα κέντρα αποφάσεων και διαβούλευσης.

4.3   Η Συνθήκη της Λισσαβώνας επέκτεινε, για άλλη μία φορά, σε νέους τομείς την εφαρμογή της διαδικασίας λήψης αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία, οι οποίες και αποτελούν πλέον τον κανόνα στην Ευρώπη των 27. Η ομοφωνία όμως εξακολουθεί να απαιτείται σε ορισμένους τομείς οι οποίοι σχετίζονται στενά με τις κοινοτικές υποθέσεις, όπως π.χ. η φορολογία. Η εμπειρία δείχνει σαφώς ότι η απαίτηση αυτή μπορεί εύκολα να δημιουργήσει προσκόμματα στη λειτουργία της ΕΕ σε τομείς όπου η ομοφωνία εξακολουθεί να είναι προαπαιτούμενο. Είναι, επομένως, τουλάχιστον παράδοξο το γεγονός ότι η ΕΕ δεν έχει επιτύχει, παρά τις προθέσεις που έχει διατυπώσει επανειλημμένα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, την απεμπλοκή της έγκρισης του κοινοτικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας, η οποία εξακολουθεί να υπάγεται σε ομοφωνία, παρόλο που η ίδια η ΕΕ φιλοδοξούσε να καταστεί η πιο ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία της γνώσης παγκοσμίως!

4.3.1   Αρκετά ιστορικά παραδείγματα δείχνουν, ωστόσο, ότι χάρη στην κοινοτική μέθοδο κατέστη ενίοτε δυνατόν να βρεθεί, όταν ήταν απαραίτητο, τρόπος άρσης του εμποδίου της ομοφωνίας. Με τον τρόπο αυτό, το κοινωνικό πρωτόκολλο και ο Χάρτης των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων ήταν αρχικά δεσμευτικά για 11 κράτη μέλη, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο προσχώρησε σε αυτά αργότερα. Μια τέτοια ευελιξία δεν θα μπορούσε άραγε να αποτελέσει έμπνευση και για άλλους τομείς όπου υφίστανται ακόμη εμπλοκές, όπως το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας ή η εναρμόνιση της φορολογικής βάσης των επιχειρήσεων;

4.3.2   Η ΟΝΕ αποτελεί αναμφίβολα χαρακτηριστικό παράδειγμα επιτυχημένης ενισχυμένης συνεργασίας, η οποία ξεκίνησε με μια περιορισμένη ομάδα χωρών παραμένοντας ανοικτή σε όσες είχαν τη δυνατότητα να ενσωματωθούν. Κι ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει ακόμη ομοσπονδιακό χαρακτήρα, η Ευρω-ομάδα δεν έχει ακόμη επιτύχει την ανάπτυξη κοινής οικονομικής διοίκησης αντάξιας της νομισματικής ένωσης. Η καθυστέρηση που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000 είναι πλέον ανησυχητική. Εάν συνεχισθεί η καθυστέρηση και κατά τη νέα δεκαετία, θα τεθούν σε κίνδυνο η συνοχή, η ανταγωνιστικότητα και η απασχόληση στην ευρωζώνη, χωρίς να ξεχνούμε φυσικά την ίδια τη βιωσιμότητα του ευρώ. Για να διορθωθεί η κατάσταση αυτή, πρέπει οπωσδήποτε να καταστεί η λειτουργία της Ευρω-ομάδας πιο αποτελεσματική και διαφανής, ιδίως μέσω της διεξαγωγής τακτικών συνόδων αρχηγών κυβερνήσεων ή κρατών της ευρωζώνης (και όχι μόνο κατά τη διάρκεια μιας κρίσης) και μέσω της διεύρυνσης των συνόδων προκειμένου να συμμετάσχουν και οι υπόλοιποι αρμόδιοι υπουργοί σε θέματα της πορείας του ευρώ (κοινωνικών υποθέσεων, βιομηχανίας κ.τ.λ.).

4.4   Σε μια ΕΕ των 27 κρατών μελών, το ζήτημα της ορθής μεταφοράς των οδηγιών και της ευρω-συμβατότητας των εθνικών πολιτικών είναι, ασφαλώς, θεμελιώδες. Δεν έχει νόημα να διευκολυνθεί η υιοθέτηση των οδηγιών, εάν τα κράτη μέλη είναι απρόθυμα να τις εφαρμόσουν στις προβλεπόμενες προθεσμίες ή εάν προσθέτουν περιττές εθνικές διατάξεις.

4.4.1   Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να αναπτύξει ενημερωτικούς πίνακες για τη μεταφορά των οδηγιών, ούτως ώστε να μπορούν να ασκούνται σταθερά αποτελεσματικές πιέσεις στα κράτη μέλη που παραβαίνουν τους κανόνες. Σε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει οπωσδήποτε να ζητείται η γνώμη των εκπροσώπων της κοινωνίας πολιτών.

4.4.2   Οι κοινοτικές ενισχύσεις θα πρέπει να εστιάζονται περισσότερο, στο μέτρο που είναι αναγκαίο, στη βελτίωση των συνθηκών μεταφοράς και εφαρμογής των κοινών ρυθμίσεων στη νομοθεσία των κρατών μελών και στην άρση των εμποδίων και των τριβών που εξακολουθούν να υφίστανται στους τομείς αυτούς.

5.   Προάγοντας την ενεργό συμμετοχή της κοινωνίας πολιτών

5.1   Πολύ συχνά ξεχνάμε το στόχο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης τον οποίο αναφέρει ο Jean Monnet: «Δεν δημιουργούμε συμμαχίες κρατών· ενώνουμε ανθρώπους». Η δυσπιστία που εκδήλωσαν οι ψηφοφόροι κατά τις διαβουλεύσεις που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια σχετικά με το μέλλον της Ευρώπης πρέπει να μας ωθήσει να επανεξετάσουμε τους τρόπους συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών, οι οποίοι στις μέρες μας είναι σαφώς ανεπαρκείς.

5.2   Η κοινοτική νομοθεσία συνεχίζει να θεσπίζεται ερήμην των πολιτών. Οι προσδοκίες τους, αν και πλήρως θεμιτές από την άποψη των προσωπικών ελευθεριών, της ασφάλειας και της απλότητας, διαψεύδονται πολύ συχνά από την αναποφασιστικότητα και τους φθηνούς συμβιβασμούς των κρατών μελών και των εθνικών διοικήσεων. Ιδού γιατί πρέπει να τονωθεί λοιπόν η συμμετοχή των εκπροσώπων της κοινωνίας πολιτών, ιδίως των χρηστών, στις ρυθμιστικές επιτροπές, κατά το παράδειγμα των πειραματικών μεθόδων που εισήγαγαν τα προγράμματα απλούστευσης της νομοθεσίας στον τομέα της εσωτερικής αγοράς (SLIM), αλλά σε πρώιμο στάδιο αυτή τη φορά, όταν δηλαδή καταρτίζεται η νομοθεσία, και όχι εκ των υστέρων, όταν έχει ήδη εγκριθεί και όλοι τρέχουν να διορθώσουν τις πιο σοβαρές αδυναμίες που αντιμετωπίζουν οι ίδιοι οι χρήστες!

5.3   Είναι εξίσου ζωτική ανάγκη να παραχωρηθεί στους παράγοντες της κοινωνίας των πολιτών ένας ευρωπαϊκός χώρος ελευθερίας και ευθύνης που θα τους επιτρέπει να καθορίζουν τους κοινούς κανόνες που τους αφορούν, μέσω αυτόνομων πρακτικών αυτορρύθμισης ή να διευκρινίζουν ορισμένες πτυχές των δημόσιων ρυθμίσεων στον τομέα τους, ύστερα από πρόσκληση του νομοθέτη να αναπτύξουν ρυθμίσεις από κοινού. Η συμβατική αυτονομία των ευρωπαϊκών κοινωνικών εταίρων έχει αναγνωρισθεί, κατόπιν ρητού αιτήματός τους, από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Αν και αυτό δεν προβλέπεται ρητώς από τη Συνθήκη, τέτοιες προσεγγίσεις είδαν το φως και σε άλλους τομείς, όπως των τεχνικών προδιαγραφών, της αμοιβαίας αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων, της παροχής υπηρεσιών –και κυρίως του ηλεκτρονικού εμπορίου–, της ασφάλειας των αποστολών και των πληρωμών, των δικαιωμάτων των καταναλωτών, της ενέργειας και του περιβάλλοντος. Η ΕΟΚΕ έχει καταγράψει και υποστηρίξει αυτές τις προσεγγίσεις σε σχετική ενημερωτική έκθεση. Μια ευρωπαϊκή διοργανική συμφωνία του 2003 παρέχει το σχετικό διαδικαστικό πλαίσιο. Ο ευρωπαίος νομοθέτης οφείλει πλέον, να προβλέπει στις ρυθμίσεις του χώρους ελευθερίας για την προαγωγή των πρακτικών αυτών, τον έλεγχό τους και τη διατήρηση συνεργειών. Η ίδια υποστήριξη θα πρέπει να επεκταθεί και στους εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης διαφορών, όπως η συνδιαλλαγή και η διαμεσολάβηση.

5.4   Η Ευρώπη δεν θα είναι ικανή να προχωρήσει, αν δεν ενθαρρυνθούν οι πολίτες να αισθάνονται και να λειτουργούν ως ευρωπαίοι πολίτες. Πρέπει να τους δοθούν τα κοινά εργαλεία που δεν ως σήμερα στη διάθεσή τους: σαφέστερα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα, απλούστερες διαδικασίες, περισσότερο αυτόνομα νομικά μέσα, γνήσια κοινά καθεστώτα (βλ. ενώσεις, εταιρείες, ιδρύματα). Η αναγκαιότητα της Ευρώπης πρέπει να γίνεται αντιληπτή πρωτίστως σε τοπικό επίπεδο (από τους πολίτες, τις ενώσεις και τα τοπικούς αιρετούς εκπροσώπους), έτσι ώστε να είναι κοινός στόχος και πηγή υπερηφάνειας.

5.5   Κατά συνέπεια, πρέπει να θεσπισθεί πολυετές πρόγραμμα, με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για όλη την δεκαετία του 2010, προκειμένου να δοθεί στους ευρωπαίους πολίτες η δυνατότητα να λειτουργήσουν από κοινού ως κινητήρια δύναμη, χωρίς την οποία θα είναι ανέφικτη η ανανέωση της κοινοτικής μεθόδου.

5.6   Η ΕΟΚΕ, η ΕτΠ και οι μεγάλες ευρωπαϊκές οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών που σχετίζονται με τις τρεις Ομάδες της ΕΟΚΕ («Εργοδότες», «Μισθωτοί» και «Διάφορες δραστηριότητες»), θα μπορούσαν, με την απαραίτητη υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να ξεκινήσουν εκτενείς διαβουλεύσεις για μείζονα θέματα γενικού ενδιαφέροντος της επόμενης δεκαετίας, τα οποία θα μπορούσαν να ρυθμιστούν καλύτερα με την αναβίωση της κοινοτικής μεθόδου, αναγόμενα, δηλαδή, σε νέες κοινές πολιτικές.

Βρυξέλλες, 21 Οκτωβρίου 2010.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Staffan NILSSON


(1)  «Μια νέα στρατηγική για την ενιαία αγορά – στην υπηρεσία της οικονομίας και της κοινωνίας της Ευρώπης» - Έκθεση του κ. Mario Monti προς τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. José Manuel Barroso, 9 Μαΐου 2010.


Top