Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52006AE0962

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών — Θεματική στρατηγική για την αειφόρο χρήση των φυσικών πόρων COM (2005) 670 τελικό — [SEC(2005) 1683 + SEC(2005) 1684]

    ΕΕ C 309 της 16.12.2006, p. 67–70 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    16.12.2006   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 309/67


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών — Θεματική στρατηγική για την αειφόρο χρήση των φυσικών πόρων»

    COM (2005) 670 τελικό — [SEC(2005) 1683 + SEC(2005) 1684]

    (2006/C 309/14)

    Στις 21 Δεκεμβρίου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανωτέρω ανακοίνωση.

    Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου και περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 24 Μαΐου 2006 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. RIBBE.

    Κατά την 428η σύνοδο ολομέλειάς της, της 5ης και 6ης Ιουλίου 2006 (συνεδρίαση της 5ης Ιουλίου). η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 157 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 6 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

    1.   Περίληψη των συμπερασμάτων και συστάσεων της ΕΟΚΕ

    1.1

    Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει καταρχήν την ανακοίνωση της Επιτροπής «θεματική στρατηγική για τη βιώσιμη χρήση των φυσικών πόρων» και υποστηρίζει τους στόχους που επιδιώκονται στο έγγραφο αυτό: Βελτίωση της παραγωγικότητας και της απόδοσης των πόρων, δηλαδή περαιτέρω αποδέσμευση της οικονομικής μεγέθυνσης από την κατανάλωση πόρων και, συγχρόνως, περιορισμός του περιβαλλοντικού αντικτύπου των πόρων που χρησιμοποιούνται.

    1.2

    Η ΕΟΚΕ θα ήθελε να επαναλάβει τη γνώμη που κοινοποίησε πριν δύο χρόνια στην επιτροπή ότι κάθε στρατηγική σε αυτόν τον τομέα θα πρέπει να εστιάζεται και στο θέμα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Μια βασική κριτική που ασκεί η ΕΟΚΕ είναι ακριβώς ότι αυτό δεν συμβαίνει στο έγγραφο της Επιτροπής.

    1.3

    Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, η στρατηγική θα έπρεπε να περιλαμβάνει και σαφείς αναφορές σε μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που να καλύπτουν μια περίοδο μεγαλύτερη του προγραμματισμένου χρονικού ορίζοντα (25 έτη). Η ΕΟΚΕ θεωρεί, συνεπώς, σκόπιμη την συμπλήρωση της στρατηγικής και την παράταση της διάρκειας εφαρμογής της σε 50 έως 100 έτη, εφόσον προσδιοριστούν φυσικά και ενδιάμεσα στάδια.

    1.4

    Εξάλλου, πρέπει να αναγνωριστεί ότι για να διασφαλισθούν ορισμένοι φυσικοί πόροι (π.χ. αλιευτικά αποθέματα), δεν είναι δυνατόν να σπαταλάται πλέον πολύτιμος χρόνος, πράγμα που σημαίνει ότι απαιτούνται άμεσες και συγκεκριμένες δράσεις.

    1.5

    Προκειμένου να στεφθεί μια πραγματική στρατηγική με επιτυχία, είναι οπωσδήποτε αναγκαίο να καθοριστούν καταρχήν σαφείς και εφικτοί στόχοι, μέσω επίσης σαφώς προσδιορισμένων μέσων (που ουσιαστικά αποτελούν τη στρατηγική αυτή καθαυτή). Ωστόσο, μάταια θα αναζητήσει κανείς στο έγγραφο της Επιτροπής τόσο σαφείς στόχους όσο και συγκεκριμένα μέσα, διότι απλούστατα δεν μπορεί να υπάρξει ενιαία στρατηγική για έναν τόσο μεγάλο αριθμό φυσικών πόρων. Για το σκοπό αυτό απαιτείται μάλλον μια ειδική στρατηγική για κάθε τομέα, όπως αυτές που εν μέρει επεξεργάζεται η Επιτροπή.

    1.6

    Συνεπώς η ΕΟΚΕ δεν εκλαμβάνει την ανακοίνωση της Επιτροπής ως πραγματική στρατηγική αλλά περισσότερο ως μια πολύ ευπρόσδεκτη και σωστή βασική ιδεολογική προσέγγιση, η υλοποίηση της οποίας δεν πρόκειται όμως να επιτευχθεί ούτε μέσω των προτεινόμενων βάσεων δεδομένων, ούτε μέσω των ομάδων εμπειρογνωμόνων που πρόκειται να συσταθούν.

    2.   Βασικά στοιχεία και ιστορικό της γνωμοδότησης

    2.1

    Την 1η Οκτωβρίου 2003, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο «Προς μια θεματική στρατηγική για την αειφόρο χρήση των φυσικών πόρων» (1). Στην εν λόγω ανακοίνωση τέθηκαν οι βάσεις για μια συναφή στρατηγική και ξεκίνησε μια πρώτη διαδικασία διαβούλευσης με τους εμπλεκόμενους και τους ενδιαφερόμενους κοινωνικούς φορείς.

    2.2

    Η ΕΟΚΕ είχε επικροτήσει τότε, με τη γνωμοδότηση της 28ης Απριλίου 2004 για τη βιώσιμη χρήση των φυσικών πόρων (2), την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με την κατάρτιση αντίστοιχης στρατηγικής.

    2.3

    Στις 21 Δεκεμβρίου 2005 η Επιτροπή υπέβαλε την ανακοίνωση για την «Θεματική στρατηγική για την αειφόρο χρήση των φυσικών πόρων» στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην ΕΟΚΕ και στην ΕΤΠ. Το σχετικό έγγραφο της Επιτροπής (3) αποτελεί αντικείμενο της παρούσας γνωμοδότησης.

    2.4

    Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει φυσικά και αυτή την πρόταση «στρατηγικής», την οποία συνδέει με τη στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη. Κρίνει, ωστόσο, απαραίτητη την υιοθέτηση μιας ευρωπαϊκής στρατηγικής για τη διατήρηση των διαφόρων ανανεώσιμων και μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων, προκειμένου να υπάρξει μακροπρόθεσμη ανταπόκριση στις εμφανιζόμενες προκλήσεις. Η ανακοίνωση οδεύει σαφώς προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι πρωτοβουλίες και δράσεις που περιγράφονται, δεν επαρκούν.

    3.   Παρατηρήσεις σχετικά με το περιεχόμενο της ανακοίνωσης της Επιτροπής

    3.1

    Βεβαίως, σε ό,τι αφορά την ανάλυση της Επιτροπής σχετικά με τα προβλήματα που πρέπει να επιλυθούν, οι δύο ανακοινώσεις δεν παρουσιάζουν καμία διαφορά. Επισημαίνεται λόγου χάρη ότι

    η λειτουργία της οικονομίας εξαρτάται από την ύπαρξη και, ως εκ τούτου, τη διαθεσιμότητα των ανανεώσιμων, αλλά και των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων,

    οι φυσικοί πόροι είναι επίσης σημαντικοί για την ποιότητα ζωής,

    οι συνήθειες χρήσης των πόρων στην παρούσα μορφή τους δεν μπορούν να διατηρηθούν, ακόμη και εάν «η Ευρώπη έχει ουσιαστικά βελτιώσει τις επιδόσεις της στον τομέα της αποτελεσματικής αξιοποίησης των υλικών»

    συνεπώς, είναι πράγματι επιτακτική η ανάγκη για ακόμη μεγαλύτερη αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από τη χρήση ή την κατανάλωση των πόρων και

    η αναποτελεσματική χρήση των πόρων και η υπερεκμετάλλευση των ανανεώσιμων πόρων αποτελούν μακροπρόθεσμα ανασχετικούς παράγοντες για την ανάπτυξη.

    3.2

    Στο έγγραφο της Επιτροπής τονίζεται, ωστόσο, πολύ περισσότερο ότι ο στόχος δεν είναι μόνο η αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από τη χρήση των πόρων, αλλά και ο περιορισμός του περιβαλλοντικού αντίκτυπου της (περιορισμένης ή μελλοντικά περιοριζόμενης) χρήσης των πόρων. Πρόκειται δηλαδή για μια στρατηγική με διττό στόχο, την οποία η Επιτροπή είχε περιγράψει πριν από χρόνια ως η έννοια «συντελεστής 10», πριν από την υιοθέτηση της στρατηγικής για την αειφορία.

    3.3

    Ένα σχετικό παράδειγμα: λόγω του υψηλότερου βαθμού απόδοσης, τα σύγχρονα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής από άνθρακα καταναλώνουν σήμερα λιγότερους πόρους για την παραγωγή μιας κιλοβατώρας. Προκειμένου να μειωθεί ακόμη περισσότερο ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος, γίνονται π.χ. προσπάθειες ώστε να περιοριστεί ακόμη περισσότερο η κλιματική επίδραση κάθε τόνου άνθρακα μέσω της κατασκευής των λεγόμενων «κλιματικά ουδέτερων» μονάδων ηλεκτροπαραγωγής, στις οποίες το παραγόμενο διοξείδιο του άνθρακα παγιδεύεται και αποθηκεύεται υπογείως.

    3.4

    Σύμφωνα με την προτεινόμενη «στρατηγική», αυτή η προσέγγιση της απόδοσης θα καταστεί κανόνας για όλους τους φυσικούς πόρους, γεγονός που ικανοποιεί ιδιαίτερα την ΕΟΚΕ.

    Ειδικές παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ

    3.5

    Μολονότι η ΕΟΚΕ υποστηρίζει πλήρως αυτή την προσέγγιση της Επιτροπής, οφείλει να διατυπώσει ορισμένες πολύ κριτικές παρατηρήσεις σχετικά με την προτεινόμενη «στρατηγική».

    3.6

    Η Επιτροπή επισημαίνει στην παρούσα ανακοίνωση ότι πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ των ανανεώσιμων και των μη ανανεώσιμων πόρων και ότι τα κυριότερα προβλήματα συγκεντρώνονται περισσότερο στους ανανεώσιμους πόρους (όπως αλιευτικά αποθέματα, γλυκά ύδατα).

    3.7

    Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι το ζήτημα της χρήσης των πόρων έχει ήδη αποτελέσει (και εξακολουθεί να αποτελεί) κεντρικό θέμα των συζητήσεων στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πολιτικής περιβάλλοντος κατά τα τελευταία τριάντα χρόνια, καθώς επίσης ότι «λόγω των πρώτων πετρελαϊκών κρίσεων στη δεκαετία του 1970 κατέστη αντικείμενο μείζονος προβληματισμού η σπανιότητα των πόρων και τα όρια της οικονομικής ανάπτυξης». Ωστόσο, «το πρόβλημα της σπανιότητας αποδείχθηκε λιγότερο σοβαρό για το περιβάλλον από όσο είχε αρχικά υποτεθεί. Τα ορυκτά καύσιμα δεν εξαντλήθηκαν και η αγορά, μέσω του μηχανισμού της διαμόρφωσης των τιμών, κατόρθωσε να ρυθμίσει τα θέματα σπανιότητας

    3.8

    Πράγματι, το βασικό περιβαλλοντικό πρόβλημα δεν έγκειται στο ερώτημα, εάν παραδείγματος χάρη ένας μη ανανεώσιμος πόρος καταστεί σπάνιος, ή εάν εξακολουθεί ή όχι να είναι διαθέσιμος. Το περιβαλλοντικό πρόβλημα δημιουργείται, όπως πολύ ορθά τονίζει και η Επιτροπή, λόγω των επιπτώσεων της χρήσης και της υπερεκμετάλλευσης των πόρων (π.χ. για το κλίμα της Γης). Ως εκ τούτου, δεν συνιστά πρόβλημα για το περιβάλλον, εάν εξαντληθεί η ηλιακή ενέργεια που είναι αποθηκευμένη υπό τη μορφή πετρελαίου, άνθρακα ή φυσικού αερίου. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η σταδιακή εξάντληση των μη ανανεώσιμων πόρων θα αποτελέσει δραματικό πρόβλημα για την οικονομία μας, και συνεπώς κοινωνικό πρόβλημα με σημαντικές συνέπειες για το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων. Δεν πρόκειται λοιπόν μόνο για το ζήτημα των οικολογικών συνεπειών της χρήσης των πόρων αλλά, απλά, για την δυνατότητα πρόσβασης των σημερινών και μελλοντικών γενεών στους φυσικούς πόρους. Για τους λόγους αυτούς, μια από τις βασικές προκλήσεις που εξετάζονται στο πλαίσιο της συζήτησης για την αειφόρο ανάπτυξη, είναι η διασφάλιση της διάθεσης πόρων και για τις μελλοντικές γενιές. Επομένως, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, το ζήτημα της ανεπάρκειας των αποθεμάτων πόρων δεν συνιστά αποκλειστικά περιβαλλοντικό ζήτημα, αλλά ζήτημα αειφορίας στο οποίο εμπεριέχονται περιβαλλοντικά, κοινωνικά και οικονομικά κριτήρια.

    3.9

    Η αναφορά της Επιτροπής στην «αγορά», η οποία αντιδρά με αύξηση των τιμών στην μείωση των προσφερόμενων αγαθών, είναι απολύτως ορθή. Οι εν μέρει δραματικές αυξήσεις των τιμών του πετρελαίου των τελευταίων μηνών, οι οποίες έπληξαν σοβαρά και την ευρωπαϊκή οικονομία, ασφαλώς δεν οφείλονται μόνο στην μακροπρόθεσμα αναμενόμενη εξάντληση των συναφών μη ανανεώσιμων πόρων, αλλά επηρεάζονται και από την δεσπόζουσα θέση στην αγορά που κατέχουν ορισμένοι εν μέρει μονοπωλιακοί πάροχοι, καθώς και από την πολιτική αστάθεια στις χώρες στις οποίες υπάρχουν κατά κύριο λόγο αυτοί οι πόροι.

    3.10

    Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να επισημάνει τις παρατηρήσεις που είχε ήδη διατυπώσει πριν από δύο χρόνια στη γνωμοδότησή της για το πρώτο σχέδιο στρατηγικής: Αποτελεί λάθος πολιτικό μήνυμα προς το κοινωνικό σύνολο η κατάρτιση «στρατηγικής» με χρονικό ορίζοντα μόνο 25 ετών, η οποία είτε δεν εστιάζεται καθόλου ή εστιάζεται με τρόπο εντελώς ανεπαρκή στην μακροπρόθεσμα με βεβαιότητα αναμενόμενη ανεπάρκεια και την εξάντληση συγκεκριμένων, καθοριστικής σημασίας μη ανανεώσιμων πόρων (όπως λόγου χάρη τα ορυκτά καύσιμα). Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, η διαθεσιμότητα μη ανανεώσιμων πόρων αποτελεί καθοριστικό κριτήριο για την ανάληψη ευθυνών σχετικά με τα απαιτούμενα κριτήρια αειφορίας.

    3.11

    Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι πολλοί τομείς της οικονομίας εξαρτώνται όχι μόνο γενικότερα από την διαθεσιμότητα των ορυκτών πηγών ενέργειας, αλλά και από την διάθεσή τους σε χαμηλές τιμές. Οι οικονομίες που είναι δομημένες κατ'αυτόν τον τρόπο θα αντιμετωπίσουν στο μέλλον τα μεγαλύτερα προβλήματα προσαρμογής. Κατά συνέπεια, η ΕΟΚΕ προσυπογράφει και πάλι την θέση της Επιτροπής, ότι «η αναποτελεσματική χρήση πόρων … αποτελεί μακροπρόθεσμο ανασχετικό παράγοντα για την ανάπτυξη».

    3.12

    Οι αυξανόμενες τιμές των πόρων εξισορροπούνται καταρχάς ως ένα βαθμό μέσω μέτρων για την ενεργειακή απόδοση. Ωστόσο, σε πολλούς τομείς, π.χ. στους τομείς των μεταφορών και ενέργειας, η ανεπάρκεια πόρων και οι εξαιρετικά υψηλές τιμές μπορούν ενδεχομένως να οδηγήσουν σε μεγαλύτερες διαρθρωτικές αλλαγές. Δεδομένου ότι για τις αλλαγές αυτές μπορεί να χρειαστούν εξαιρετικά υψηλές επενδύσεις, οι αναγκαίες βασικές επιλογές πρέπει να αποφασιστούν όσο το δυνατόν νωρίτερα, προκειμένου να αποφευχθεί η εσφαλμένη κατανομή πόρων.

    3.13

    Παράδειγμα σχετικής, στρατηγικά μακροπρόθεσμης, προσέγγισης αποτελεί η ανακοίνωση της σουηδικής κυβέρνησης να εγκαταλείψει τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας, αλλά και να δρομολογήσει την απεξάρτηση από το πετρέλαιο. Ασφαλώς, μια τέτοια προσέγγιση μπορεί να υλοποιηθεί μόνο σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, ωστόσο, η προώθησή της πρέπει να ξεκινήσει έγκαιρα, προκειμένου να αποφευχθούν μεταγενέστερα ρήγματα στον κοινωνικοοικονομικό χώρο.

    3.14

    Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η στρατηγική της ΕΕ θα πρέπει να εστιασθεί ενεργά σε τέτοιου είδους ζητήματα· δυστυχώς όμως αυτό δεν γίνεται. Η ΕΟΚΕ αναρωτιέται εάν αυτό οφείλεται στο ότι η χρονική περίοδος 25 ετών που έχει καθορίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την παρούσα στρατηγική είναι ενδεχομένως (υπερβολικά) σύντομη. Η ΕΟΚΕ δεν μπορεί να συμφωνήσει με την Επιτροπή ότι σε αυτήν την περίοδο δεν αναμένεται δραστική μείωση των μη ανανεώσιμων πόρων και, κατά συνέπεια, το ζήτημα των μη ανανεώσιμων πόρων εξαιρείται τρόπον τινά. Η Επιτροπή οφείλει να διατυπώσει σαφείς δηλώσεις σχετικά με τους μη ανανεώσιμους πόρους, οι οποίες να αφορούν μια χρονικά πιο εκτεταμένη περίοδο από αυτήν που καλύπτει η σημερινή στρατηγική. Συνεπώς, κρίνεται σκόπιμο να παραταθεί εξαρχής η χρονική διάρκεια της στρατηγικής, π.χ. στα 50 ή ακόμη και στα 100 έτη, διάστημα το οποίο είναι συγκριτικά σύντομο σε σχέση με τη χρήση των πόρων. Φυσικά, είναι απαραίτητο να προσδιοριστούν και ενδιάμεσα στάδια για τους μακροπρόθεσμους στόχους, σε περίπτωση που υιοθετηθεί μια τόσο μεγάλη περίοδος. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή είχε δηλώσει την πρόθεσή της να υιοθετήσει παρόμοια προσέγγιση σε ανακοίνωση (4) που δημοσίευσε το 2005.

    3.15

    Η Επιτροπή διατυπώνει στο έγγραφό της ως γενικότερο στόχο της στρατηγικής τη «μείωση του αρνητικού αντίκτυπου της χρήσης των φυσικών πόρων στο πλαίσιο μιας αυξανόμενης οικονομίας». Δεν υπάρχει ασφαλώς κανένας στην Ευρώπη, ο οποίος θα διαφωνούσε με μια τόσο γενική, αλλά και τόσο ασαφή στοχοθέτηση.

    3.16

    Η Επιτροπή παραιτείται συνειδητά από τον καθορισμό «ποσοτικών στόχων σε αυτό το αρχικό στάδιο …της στρατηγικής». Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η παραίτηση αυτή αποτελεί βασικό σφάλμα. Αφενός, δεν βρισκόμαστε στο αρχικό στάδιο της κατάστασης, εφόσον τα προβλήματα αυτά είναι γνωστά από χρόνια, εν μέρει από δεκαετίες. Αφετέρου, η ΕΟΚΕ έχει διατυπώσει επανειλημμένα ότι μια επιτυχής στρατηγική απαιτεί σαφείς στόχους. Μια στρατηγική αποτελεί σχέδιο για την υλοποίηση καθορισμένων στόχων! Η απουσία στόχων ή η διατύπωση καθόλου δεσμευτικών στόχων με πολύ γενικό περιεχόμενο, έχει ως συνέπεια την έλλειψη προσανατολισμού της πολιτικής σε ό,τι αφορά τα πολιτικά μέσα και τους τομείς στους οποίους πρέπει να εφαρμοστούν.

    3.17

    Συνεπώς, η ΕΟΚΕ δεν εκλαμβάνει την ανακοίνωση της Επιτροπής «Θεματική στρατηγική για τη χρήση των φυσικών πόρων» ως πραγματική στρατηγική αλλά περισσότερο ως μια πολύ σωστή βασική ιδεολογική προσέγγιση -και τούτο πρέπει να τονιστεί σαφώς-, η υλοποίηση της οποίας απαιτεί την επεξεργασία ειδικών για κάθε φυσικό πόρο στρατηγικών εφαρμογής.

    3.18

    Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει όμως πρόθυμα ότι δεν είναι δυνατόν να εξετασθεί σφαιρικά και διεξοδικά το σύνολο των φυσικών πόρων σε μία στρατηγική. Το ζήτημα είναι εξαιρετικά περίπλοκο. Για το λόγο αυτό, είναι απαραίτητη η ενσωμάτωση αυτής της θεμελιώδους και ορθής φιλοσοφίας στη συνολική πολιτική θεώρηση. Για το λόγο αυτό επίσης, η Επιτροπή δημοσίευσε σχεδόν ταυτόχρονα εκτός από τη στρατηγική αυτή και μια θεματική στρατηγική για την πρόληψη της παραγωγής αποβλήτων και την ανακύκλωση (5) (που αποτελεί έμμεσα φυσικό πόρο), ενώ ανακοίνωσε και τη δημοσίευση θεματικής στρατηγικής για την προστασία του εδάφους. Οι αποφάσεις στρατηγικής σημασίας για την επίτευξη των στόχων πρέπει να στηρίζονται όσο το δυνατό περισσότερο στις αντίστοιχες τομεακές πολιτικές.

    3.19

    Κατ' αυτόν τον τρόπο, όλοι οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούν να διακρίνουν σαφώς σε ποιο τομέα αντιστοιχεί κάθε επιμέρους στρατηγική. Μέσω συγκεκριμένων παραδειγμάτων μπορούν να δημιουργηθούν εγκάρσιες διασυνδέσεις με άλλες στρατηγικές και πολιτικούς τομείς τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο και συνεπώς να καθοριστούν σαφέστερα οι αρμοδιότητες, ώστε να διασφαλιστεί καλύτερα η εφαρμογή των στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών.

    3.20   Τέσσερις πρωτοβουλίες για την επίτευξη των στόχων

    Στο έγγραφό της η Επιτροπή διατυπώνει τις ακόλουθες τέσσερις νέες πρωτοβουλίες που πρέπει να αναληφθούν προκειμένου να τεθούν οι βάσεις για τη στρατηγική για τα επόμενα 25 χρόνια:

    «Ανάπτυξη του γνωστικού υπόβαθρου» που περιλαμβάνει και τη δημιουργία ενός «κέντρου δεδομένων για τους πολιτικούς ιθύνοντες»·

    «Μέτρηση της συντελούμενης προόδου» μέσω της ανάπτυξης διαφόρων δεικτών μέχρι το 2008·

    την «εσωτερική διάσταση», στο πλαίσιο της οποίας η Επιτροπή προτείνει αφενός έκαστο κράτος μέλος της ΕΕ να αναπτύξει εθνικά μέτρα και προγράμματα σχετικά με την αειφόρο χρήση των φυσικών πόρων και, αφετέρου, να δημιουργηθεί ένα «φόρουμ υψηλού επιπέδου το οποίο θα απαρτίζεται από ανώτερους υπαλλήλους υπεύθυνους για την ανάπτυξη της πολιτικής φυσικών πόρων στα κράτη μέλη»· αυτό το φόρουμ θα αποτελείται από εκπροσώπους της Επιτροπής και, «αν κρίνεται ενδεδειγμένο» (χωρίς να καθορίζεται επακριβώς τι σημαίνει αυτό) οργανισμών καταναλωτών, περιβαλλοντικών μη κυβερνητικών οργανώσεων, βιομηχανικών και ακαδημαϊκών κύκλων, κλπ.·

    την «παγκόσμια διάσταση», στο πλαίσιο της οποίας προβλέπεται η δημιουργία «διεθνούς επιτροπής».

    3.21

    Η ΕΟΚΕ δεν αμφισβητεί τη χρησιμότητα και τη σκοπιμότητα τέτοιων βάσεων δεδομένων και νέων οργάνων. Όσο περισσότερα γνωρίζουμε και όσο περισσότεροι άνθρωποι, ειδικά άνθρωποι που φέρουν πολιτική ευθύνη, ασχολούνται με αυτά τα ζητήματα, τόσο το καλύτερο.

    3.22

    Παρόλα αυτά, η ΕΟΚΕ οφείλει να απευθύνει στην Επιτροπή το ερώτημα, εάν θεωρεί ότι η «στρατηγική» που κατήρτισε μπορεί πράγματι να επηρεάσει καθοριστικά τις πολιτικές που εφαρμόζονται. Διότι είναι βέβαιο ότι τα προβλήματα που περιγράφονται δεν μπορούν να επιλυθούν με τις προτεινόμενες δράσεις.

    3.23

    Με παρόμοιες δηλώσεις ενισχύεται η εντύπωση ότι καταρχάς πρέπει να διευρυνθεί το γνωστικό υπόβαθρο, προκειμένου να δημιουργηθούν τα θεμέλια για την ανάληψη πολιτικής δράσης. Στην πρόταση της Επιτροπής, η ΕΟΚΕ δεν εντοπίζει μια στρατηγική συνεκτικής προσέγγισης, αλλά περισσότερο μια στρατηγική καθυστέρησης στη λήψη πολιτικών αποφάσεων. Η Επιτροπή οφείλει να καταβάλλει κάθε προσπάθεια προκειμένου να μην δημιουργηθεί η εντύπωση αυτή.

    3.24

    Είναι γνωστό λόγου χάρη εδώ και χρόνια ότι ο φυσικός πόρος «ψάρια» έχει υποστεί απόλυτη υπερεκμετάλλευση. Η Επιτροπή αντιδρά κάθε χρόνο σε αυτήν την απειλητική κατάσταση ζητώντας, ασφαλώς δικαιολογημένα, τη μείωση των ποσοστώσεων αλιευμάτων ώστε να αποτραπεί π.χ. η υπεραλίευση του βακαλάου (6) χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Αυτό το πρόβλημα δεν θα λυθεί μελλοντικά ούτε με τη δημιουργία νέας βάσης δεδομένων, ούτε με τη σύσταση νέων επιτροπών!

    3.25

    Συνεπώς, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να μην αποτελούν ορισμένοι φυσικοί πόροι απλώς θέμα συζητήσεων, αλλά να ακολουθήσουν επιτέλους πράξεις, π.χ. για τη διατήρηση των αλιευτικών πόρων.

    3.26

    Με αυτήν την παρατήρηση η ΕΟΚΕ επιθυμεί να καταστήσει και πάλι σαφές ότι σε καμία περίπτωση δεν θεωρεί επαρκή τα λεγόμενα «μέτρα» που προτείνει η Επιτροπή στο πλαίσιο της στρατηγικής.

    3.27

    Στη γνωμοδότησή της για το προπαρασκευαστικό έγγραφο της Επιτροπής, καθώς και σε διάφορες άλλες γνωμοδοτήσεις, για θέματα αειφόρου ανάπτυξης, ενεργειακής πολιτικής ή πολιτικής μεταφορών, η ΕΟΚΕ έχει ζητήσει από την Επιτροπή,

    αφενός να διατυπώσει σαφείς, δηλαδή ποσοτικοποιημένους στόχους, οι οποίοι να επιδιώκονται μέσω της πολιτικής,

    αφετέρου να προσδιορίσει με σαφήνεια τα μέσα — ειδικά εκείνα που συνεπάγονται φορολογικό αντίκτυπο — με τα οποία θα πρέπει να επιτευχθούν οι εν λόγω στόχοι. Η ΕΟΚΕ έχει ζητήσει επανειλημμένα από την Επιτροπή να διευκρινίσει πώς επιθυμεί να επιτύχει την πολυσυζητημένη εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους.

    3.28

    Προς το παρόν δεν υπάρχει ούτε ίχνος πρότασης της Επιτροπής στον τομέα αυτό. Επίσης έχει εγκαταλειφθεί η κατάρτιση συγκεκριμένων στόχων, όπως π.χ. η έννοια «συντελεστής δέκα» (7) καθώς και η περιγραφή και εξέταση των απαραίτητων μέσων.

    3.29

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί απολύτως απαραίτητο να διευκρινίσει η Επιτροπή με ποια μέσα προσανατολισμού της πολιτικής και με ποια αναγκαία μέτρα επιδιώκει να επιτύχει σαφώς προσδιορισμένους στόχους όταν αναφέρεται σε μια «στρατηγική».

    3.30

    Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ παραπέμπει στη γνωμοδότηση που υιοθέτησε το Μάιο του 2006 με θέμα την «Επανεξέταση της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη — Πλαίσιο δράσης» (8), όπου εξετάζεται και αυτό το ζήτημα.

    Βρυξέλλες, 5 Ιουλίου 2006

    Η Πρόεδρος

    της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Anne-Marie SIGMUND


    (1)  COM (2003) 572 τελικό της 1.10.2003.

    (2)  ΕΕ C 117 της 30.4.2004.

    (3)  COM (2005) 670 τελικό της 21.12.2005.

    (4)  COM(2005) 37 τελικό, βλ. επίσης σχετικές παρατηρήσεις στη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την επανεξέταση της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη — Πλαίσιο δράσης» CESE 361/2006.

    (5)  COM (2005) 666 τελικό

    (6)  γεγονός που ακόμη δεν οδήγησε στην διαγραφή του απειλούμενου βακαλάου από τα μενού των εστιατορίων των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.

    (7)  βλέπε COM(1999)543 της 24.11.1999, σ. 16, σημείο 4.4: Αποδοτική χρήση και διαχείριση των πόρων, καθώς και τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την ανακοίνωση της Επιτροπής: «Το περιβάλλον της Ευρώπης: ποιες θα είναι οι μελλοντικές κατευθύνσεις; — Σφαιρική αξιολόγηση του προγράμματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά με την πολιτική και τη δράση για το περιβάλλον και την αειφόρο ανάπτυξη “Στόχος η αειφορία”», ΕΕ αριθ. C 204 της 18.7.2000, σ. 59-67

    (8)  COM(2005) 658 τελικό, ΝΑΤ/304 — Σχέδιο γνωμοδότησης της ΕΟΚΕ για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την επανεξέταση της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη — Πλαίσιο δράσης» (CESE 361/2006)


    Top