Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52005AE1483

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με το Σχέδιο δράσης για τις κρατικές ενισχύσεις – Λιγότερες και καλύτερα στοχευμένες κρατικές ενισχύσεις: οδικός χάρτης για τη μεταρρύθμιση των κρατικών ενισχύσεων 2005 – 2009 COM(2005) 107 τελικό – [SEC(2005) 795]

    ΕΕ C 65 της 17.3.2006, p. 1–8 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    17.3.2006   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 65/1


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με το Σχέδιο δράσης για τις κρατικές ενισχύσεις – Λιγότερες και καλύτερα στοχευμένες κρατικές ενισχύσεις: οδικός χάρτης για τη μεταρρύθμιση των κρατικών ενισχύσεων 2005 – 2009

    COM(2005) 107 τελικό – [SEC(2005) 795]

    (2006/C 65/01)

    Στις 8 Ιουνίου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για το ανωτέρω σχέδιο

    Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάσθηκε τη γνωμοδότησή του στις 11 Νοεμβρίου 2005 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. PEZZINI.

    Κατά την 422η σύνοδο ολομέλειας της 14ης και 15ης Δεκεμβρίου 2005 (συνεδρίαση της 14ης Δεκεμβρίου 2005), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 117 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 5 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση:

    1.   Εισαγωγή

    1.1

    Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έχει τονίσει επανειλημμένα τη σημασία του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων, ως καθοριστικού παράγοντα:

    για μια ορθή πολιτική ανταγωνισμού αλλά και ως μέσου σύγκλισης των οικονομιών των κρατών μελών

    για την ενίσχυση της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας της Ένωσης

    για τη συνοχή και τη βιώσιμη ανάπτυξη όλων των περιφερειών της Κοινότητας.

    1. 2

    Ο κανονισμός σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις βασίζεται στα πρωτογενή κείμενα της Κοινότητας, δηλαδή στις διατάξεις της Συνθήκης ΕΚΑΧ και της Συνθήκης ΕΟΚΕ. Σε αντίθεση όμως με τη Συνθήκη ΕΚΑΧ, που δεν ισχύει πια, η Συνθήκη ΕΚ, δεν περιέχει, όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις, μια απόλυτη απαγόρευση: πράγματι μαζί με τη διατύπωση της απαγόρευσης προβλέπονται παρεκκλίσεις (1) και ορισμένες εξαιρέσεις (2), που παρέχουν στην Επιτροπή – και κατ' εξαίρεση και στο Συμβούλιο – ευρεία διακριτική ευχέρεια διάθεσης των ενισχύσεων, κατά παρέκκλιση του γενικού κανόνα.

    1. 3

    Από την άλλη πλευρά, τα άρθρα 87, 88, και 89, που διέπουν αυτό το πολύπλοκο θέμα, περιλαμβάνονται στο τμήμα II του Τίτλου VI σχετικά με τους κοινούς κανόνες για τον ανταγωνισμό, τη φορολογία και την προσέγγιση των νομοθεσιών, ακριβώς για να επισημανθεί ότι το θέμα των κρατικών ενισχύσεων πρέπει να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο των συνεπειών που μπορεί να έχει στην αγορά ανταγωνισμού.

    1.3.1

    Εν προκειμένω η ΕΟΚΕ έχει ήδη υπογραμμίσει ότι οποιοδήποτε νέο σχέδιο δράσης για τις κρατικές ενισχύσεις πρέπει να εντάσσεται στο πλαίσιο που ορίζει το άρθρο 2 της ΣΕΚ ώστε να διασφαλίζεται μεταξύ άλλων, η εφαρμογή μη διακριτικών κανόνων, η ορθή λειτουργία της ενιαίας αγοράς, η αρμονική, ισόρροπη και αειφόρος ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων, η αειφόρος μη πληθωριστική ανάπτυξη, ο υψηλός βαθμός ανταγωνιστικότητας και σύγκλισης των οικονομικών επιδόσεων, η άνοδος του βιοτικού επιπέδου και της ποιότητας ζωής, η οικονομική και κοινωνική συνοχή και η αλληλεγγύη μεταξύ κρατών μελών.

    1.4

    Πράγματι, κρατική ενίσχυση εννοείται, όπως αναφέρει η ίδια η Επιτροπή, «μία μορφή κρατικής παρέμβασης για την προώθηση συγκεκριμένης οικονομικής δραστηριότητας. Η χορήγηση παρόμοιας ενίσχυσης συνεπάγεται ότι ορισμένοι τομείς ή οικονομικές δραστηριότητες τυγχάνουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης και με τον τρόπο αυτό νοθεύεται ο ανταγωνισμός εφόσον γίνονται διακρίσεις μεταξύ των επιχειρήσεων που λαμβάνουν ενισχύσεις και των άλλων» (3).

    1.4. 1

    Σύμφωνα με το άρθρο 87(1) της Συνθήκης, η έννοια της κρατικής ενίσχυσης δεν αφορά μόνον τις ενισχύσεις που χορηγούν οι δημόσιες αρχές και χρηματοδοτούνται με το δημόσιο χρήμα, αλλά και τις παρεμβάσεις που αποσκοπούν στη μείωση των δαπανών, που κανονικά, επιδεινώνουν τον προϋπολογισμό της επιχείρησης.

    1.5

    Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου 2005 επανέλαβε τον στόχο να συνεχιστεί η πορεία για την μείωση του γενικού επιπέδου των κρατικών ενισχύσεων παρέχοντας ωστόσο παρεκκλίσεις για ενδεχόμενες ανεπάρκειες της αγοράς. Η θέση αυτή συνάδει με τα όσα αποφασίστηκαν στη σύνοδο κορυφής της Λισσαβώνας το 2000 και της Στοκχόλμης το 2001 και ανταποκρίνεται στην ανάγκη προσανατολισμού των ενισχύσεων προς οριζόντιους στόχους κοινού ενδιαφέροντος, συμπεριλαμβανομένων των στόχων της συνοχής.

    1.5.1

    Εξάλλου, η Επιτροπή, στην πρόσφατη ανακοίνωσή της για την ενδιάμεση αξιολόγηση της στρατηγικής της Λισσαβώνας, ιδιοποιήθηκε τον στόχο αυτό, που αποσκοπεί στη μείωση των κρατικών ενισχύσεων, στον προσανατολισμό τους για την αντιμετώπιση των ανεπαρκειών της αγοράς, κυρίως σε τομείς με μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης, και στην προώθηση της καινοτομίας (4).

    1.6

    Ακόμη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έλαβε πρόσφατα θέση για τις κρατικές ενισχύσεις (5), υπογραμμίζοντας ότι οι εν λόγω ενισχύσεις θα πρέπει να χρησιμοποιούνται υπεύθυνα και αποτελεσματικά, από την στιγμή που

    αντιπροσωπεύουν πάνω από το 50 % του ετήσιου προϋπολογισμού της Ένωσης,

    έχουν αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά, στον ανταγωνισμό και στην ικανότητα των ιδιωτικών επιχειρήσεων να επενδύουν σε ένα παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον,

    χρηματοδοτούνται από τον ευρωπαίο φορολογούμενο.

    1.6.1

    Επίσης το ΕΚ υιοθέτησε, στις 12 Μαΐου 2005, ψήφισμα με θέμα την «ενίσχυση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας: συνέπειες των βιομηχανικών αλλαγών στην πολιτική και τον ρόλο των ΜΜΕ» (6), στο οποίο, μεταξύ άλλων, υποστηρίζει το στόχο της μείωσης του συνολικού όγκου των ενισχύσεων στις επιχειρήσεις αλλά υπενθυμίζει τη χρησιμότητα ορισμένων ενισχύσεων για την κάλυψη κάποιων ελλείψεων της αγοράς, όπως οι ενισχύσεις υπέρ της Ε&Α, οι ενισχύσεις για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, καθώς και οι ενισχύσεις για την παροχή συμβουλών και υποστήριξης της οικονομικής ανάπτυξης των επιχειρήσεων.

    1.6.2

    Αναγνωρίζοντας τη σημασία των ενισχύσεων προς τις ΜΜΕ στα κράτη μέλη, το ΕΚ ζητά από την Επιτροπή να διατηρήσει, στο εσωτερικό των διαρθρωτικών ταμείων, το σύνολο των μέσων ενίσχυσης για την οικονομική και κοινωνικοοικονομική αναδιάρθρωση των περιοχών που έχουν πληγεί από την μετεγκατάσταση βιομηχανιών και επιμένει να ληφθούν υπόψη οι απαιτήσεις των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων (7) στις περιοχές αυτές και, γενικότερα, στο πλαίσιο των πολιτικών συνοχής.

    1.6.3

    Στο πλαίσιο μεταρρύθμισης των καθεστώτων κρατικών ενισχύσεων, το ΕΚ προτείνει τον καθορισμό σαφούς γραμμής δράσης υπέρ της καινοτομίας, που να καλύπτει εγκαρσίως όλους τους τομείς, στο πλαίσιο των στόχων της Λισσαβώνας.

    1.7

    Από την πλευρά του, το Δικαστήριο, με την πάροδο του χρόνου, έχει εκδώσει πολλές αποφάσεις για το θέμα των κρατικών ενισχύσεων, δημιουργώντας μια πραγματική και ανά υπόθεση νομολογία (case-by-case-law) και θεσπίζοντας μια νομολογία που χαρακτηρίζεται από συναφείς και πολύ λεπτομερείς κατευθυντήριες γραμμές, με τελευταία την απόφαση σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος και την απόφαση Altmark, της 24ης Ιουλίου 2003 (8).

    1.8

    Στην «Έκθεσή της για τον οδικό χάρτη σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις» του Απριλίου 2005 (9), η Επιτροπή χαράσσει ένα θετικό πλαίσιο της αντίδρασης των κρατών μελών στη στρατηγική της Λισσαβώνας, επισημαίνοντας τα ελαφρώς μειούμενα επίπεδα των ενισχύσεων, σε σχέση με το ΑΕγχΠ και τις θετικότερες απαντήσεις για την επανακατεύθυνση των ενισχύσεων όπως πρότειναν τα Ευρωπαϊκά Συμβούλια. Μολαταύτα, υπάρχουν ακόμη πολλές ελλείψεις.

    1.8.1

    Ως βάση συζήτησης για μια στρατηγική που να αποσκοπεί στη μείωση του γενικού επιπέδου των ενισχύσεων και στην επανακατεύθυνσή τους προς οριζόντιους στόχους, η Επιτροπή είχε θεσπίσει, το 2001, τον κατάλογο των κρατικών ενισχύσεων και το σχετικό πλαίσιο αξιολόγησης τα οποία ανάπτυξε περαιτέρω κατά τη διάρκεια του 2002. Η ΕΟΚΕ έχει ήδη επικροτήσει τη δέσμευση της Επιτροπής προς επίτευξη μεγαλύτερης διαφάνειας στον τομέα, πράγμα που φαίνεται ιδιαίτερα σημαντικό όσον αφορά τα νέα κράτη μέλη.

    1.9

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι το 2003 το ετήσιο σύνολο των κρατικών ενισχύσεων μειώθηκε κατά 3,6 % σε σχέση με το 1999 και σχεδόν κατά 30 % σε σχέση με το 1996· τούτο ωστόσο δείχνει ότι το ποσό των 53 δισεκατομμυρίων ευρώ (10), εκ των οποίων πάνω από το 60 % διατίθεται στην μεταποιητική βιομηχανία και τις υπηρεσίες, εξακολουθεί να είναι υψηλό. Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει εξάλλου την ανησυχία της για τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που ενδεχομένως προκύψουν από τις σημαντικές διαφορές των κρατικών ενισχύσεων μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών, αλλά και στο εσωτερικό αυτών μεταξύ των διαφόρων περιοχών.

    1.9.1

    Η ΕΟΚΕ (11) είχε εκτιμήσει το συστηματικό έργο της Επιτροπής για την αποσαφήνιση και τη διευκρίνιση των κανόνων, κυρίως δε τον κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία και τις ενισχύσεις υπέρ της απασχόλησης που αποσκοπούσαν στη διευκόλυνση δημιουργίας θέσεων εργασίας από τα κράτη μέλη.

    1.9.2

    Η ΕΟΚΕ συμφωνεί πλήρως με την Επιτροπή στο ότι οι κανόνες που διέπουν τις κρατικές ενισχύσεις πρέπει να αποτελούν αντικείμενο αναπροσαρμογών με την πάροδο του χρόνου, εφόσον πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι πολιτικές, οικονομικές και νομικές εξελίξεις. Για τον λόγο αυτό «τα μέσα αξιολόγησης των κρατικών ενισχύσεων υπόκεινται σε περιοδικές αναθεωρήσεις και, συνεπώς, συχνά είναι περιορισμένης διάρκειας» (12).

    1.10

    Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Επιτροπή παρουσίασε προτάσεις με στόχο τον καθορισμό μιας γενικής αναθεώρησης του θέματος (13), επί τη βάσει μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης που συνυπολογίζει σοβαρά τις «χρεοκοπίες της αγοράς».

    1.10.1

    Θεωρεί ότι η υιοθέτηση ενός νέου πλαισίου που να λαμβάνει σοβαρά υπόψη την απαραίτητη ισορροπία μεταξύ της πολιτικής για τις ενισχύσεις και της αναγκαίας ανάπτυξης πρέπει να υποβάλλεται σε αναθεώρηση, με στόχο την απλοποίηση και την αναλυτική αξιολόγηση του αντικτύπου.

    1.10.2

    Η αναθεώρηση πρέπει να βασίζεται σε σαφή κριτήρια, ευρύτατες διαβουλεύσεις, πλήρεις πληροφορίες το δε νέο πλαίσιο πρέπει να διασφαλίζει, εκτός από ένα σαφές σύστημα ελέγχου, τη συνοχή μεταξύ των πολιτικών, τη συγκέντρωση των δράσεων, την απλοποίηση, τη διαφάνεια και τη νομική ασφάλεια.

    1.10.3

    Το προτεινόμενο πλαίσιο θα πρέπει να συνάδει με:

    τις επιταγές σφαιρικής προσέγγισης της ανταγωνιστικότητας, που αποφάσισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Νοεμβρίου του 2004, για την επανεξέταση της Ατζέντας της Λισσαβώνας, όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη, την αύξηση της απασχόλησης και την ενίσχυση των επιχειρήσεων,

    τις απαιτήσεις απλοποίησης της κοινοτικής πολιτικής για τις κρατικές ενισχύσεις, οι διαδοχικές διαστρωματώσεις της οποίας προκάλεσαν αυξανόμενη πολυπλοκότητα και αύξηση των διοικητικών δαπανών, τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για τους δικαιούχους,

    την ανάγκη διασφάλισης της νομικής ασφάλειας και της διοικητικής διαφάνειας, με κανόνες σαφείς, απλούς και προκαθορισμένους, ευνόητους και εύχρηστους για τις επιχειρήσεις και τους συμβούλους τους,

    την αρχή της οικονομικής εγκυρότητας των ενισχύσεων με σκοπό την αντιμετώπιση των χρεοκοπιών της αγοράς με τη μείωση των αβεβαιοτήτων και τη διασφάλιση επαρκούς βαθμού προβλεψιμότητας για τους φορείς,

    τους μηχανισμούς και τις διαδικασίες έρευνας και κοινοποίησης των μέτρων που δεν είναι συμβατά με την εσωτερική αγορά της Ευρώπης των 25· οι τελευταίοι πρέπει να διασφαλίσουν συγκεκριμένες δυνατότητες ενεργού συμμετοχής των ενδιαφερομένων φορέων, της δικαιοσύνης, του ακαδημαϊκού κόσμου, των επιχειρήσεων και της κοινωνίας των πολιτών.

    1.10. 4

    Άλλες απαιτήσεις επιβάλλουν ιδιαίτερη προσοχή στα εξής:

    οι διαστάσεις και η έδρα των φορέων που δικαιούνται των ενισχύσεων, όπως και το μέγεθος της ίδιας της ενίσχυσης (πρβ. κανονισμό ενισχύσεων «De minimis» [ήσσονος σημασίας]),

    η συμβατότητα του νέου πλαισίου με την κοινοτική πολιτική για το περιβάλλον (νέοι κανόνες σχετικά με την «Emission Trading Scheme» [σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου]),

    η πολιτική καινοτομίας, (Vademecum Νοεμβρίου 2004 και νέα ανακοίνωση 2005) έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης (νέο πλαίσιο ενισχύσεων Ε&Α 2006),

    η βιομηχανική πολιτική ανά τομέα,

    η πολιτική συνοχής (αναθεώρηση των Κατευθυντήριων γραμμών για τις Περιφερειακές Ενισχύσεις - RAG 2006),

    η πολιτική για τις επιχειρήσεις (κανονισμός ενισχύσεων «De minimis» και αναθεώρηση της ανακοίνωσης για τα επιχειρηματικά κεφάλαια),

    η ευαισθητοποίηση των καταναλωτών και τα οφέλη για τους ευρωπαίους πολίτες.

    1.11

    Κατά την γνώμη της ΕΟΚΕ, ωστόσο, το σημαντικότερο θέμα που πρέπει να αντιμετωπιστεί στον καθορισμό του πλαισίου της κοινοτικής πολιτικής για τις κρατικές ενισχύσεις είναι η εκ νέου χάραξη σύγχρονης πολιτικής ομόφωνα αποδεκτής από όλα τα κράτη μέλη, αφού η παγκοσμιοποίηση επιβάλλει διαδικασίες μετάβασης και αναδιάρθρωσης σε όλες τις οικονομίες της Ένωσης.

    1.12

    Οι επιχειρήσεις, ως ανταγωνίστριες και τελικοί δικαιούχοι των ενισχύσεων, βρίσκονται, όπως και ο δημόσιος τομέας, σε πλεονεκτικότερη θέση όσον αφορά την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των μέσων που διατίθενται. Μπορούν να συμβάλλουν με συγκεκριμένο τρόπο στην εποπτεία των λύσεων, που είναι προσαρμοσμένες σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή πολιτική κρατικών ενισχύσεων και να προβούν σε χρήσιμες συστάσεις όσον αφορά τη διάρθρωση των νέων κατευθυντήριων γραμμών.

    1.12.1

    Εξάλλου οι επιχειρήσεις είναι οι πρώτες που εκτίθενται τόσο σε νομικές αβεβαιότητες και σε καθυστερήσεις έγκρισης των ενισχύσεων, όσο και σε σοβαρές συνέπειες ανάκτησης ενισχύσεων που έχουν κηρυχθεί παράνομες. Συνεπώς, οι επιχειρήσεις είναι οι πλέον ενδιαφερόμενοι φορείς για τη διάδοση της ενιαίας γνώσης της κοινοτικής νομοθεσίας και για την υπέρβαση των δυσκολιών και των διαφορών ερμηνείας και εφαρμογής.

    2.   Προς ένα ισορροπημένο πλαίσιο μεταρρύθμισης των κρατικών ενισχύσεων

    2.1

    Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι οι προτάσεις μεταρρύθμισης της Επιτροπής αποτελούν πολύτιμη ευκαιρία για τον σχηματισμό μιας ισορροπημένης σύνθεσης:

    των απαιτήσεων ανάπτυξης όλων των κρατών μελών για τη βιώσιμη οικονομία, που να βασίζεται στη γνώση, σε περισσότερη και καλύτερη απασχόληση και σε υψηλά πρότυπα ποιότητας ζωής,

    των δεσμεύσεων της παγκοσμιοποίησης, ακόμη και στο πλαίσιο της πλήρους τήρησης των κανόνων του ΠΟΕ,

    της ισότητας των προϋποθέσεων, στη μεγάλη κοινή αγορά της διευρυμένης Ευρώπης, για τις επιχειρήσεις, τους καταναλωτές, τους φορολογούμενους και την κοινωνία των πολιτών στο σύνολό της.

    2.2

    Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται πλήρως την αρχή που διέπει τη μεταρρύθμιση για «λιγότερες και καλύτερα στοχευμένες κρατικές ενισχύσεις» εφόσον αποσκοπεί στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων στις εθνικές και διεθνείς αγορές, και στη δημιουργία προϋποθέσεων ώστε να επιβραβεύονται οι αποδοτικότερες επιχειρήσεις.

    2.3

    Η ΕΟΚΕ συμφωνεί πλήρως με τη θέση της Επιτροπής για την απλοποίηση των κανόνων προκειμένου να δοθεί μεγαλύτερη ασφάλεια στους επιχειρηματίες και να ελαφρυνθούν οι διοικητικές δαπάνες των κρατών. Η ΕΟΚΕ είναι πράγματι πεπεισμένη ότι η αβεβαιότητα για το αν μια κρατική ενίσχυση είναι νόμιμη ή μη κινδυνεύει να θέσει υπό αμφισβήτηση τη νομιμότητα του ίδιου του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων που διενεργεί η Επιτροπή.

    2.4

    Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ το σχέδιο μεταρρύθμισης της κοινοτικής νομοθεσίας για τις ενισχύσεις, θα έπρεπε, ουσιαστικώς, να επιτρέπει:

    μεγαλύτερη θεσμική συμμετοχή των διαφόρων ενδιαφερομένων φορέων, με πρώτες τις επιχειρήσεις, στις διαδικασίες λήψεως αποφάσεων και εφαρμογής των πολιτικών,

    προσαρμογή των υφιστάμενων κανόνων στις νέες προκλήσεις, για να υλοποιηθούν οι στόχοι της στρατηγικής της Λισσαβώνας και να αυξηθούν τα οφέλη για τους πολίτες,

    τη δημιουργία ειδικών μέσων, ώστε να τονωθεί η ανάπτυξη των διαστάσεων των επιχειρήσεων, με τα κατάλληλα κίνητρα,

    την υιοθέτηση νέων κανόνων όσον αφορά τις κρατικές επιχορηγήσεις για την καινοτομία και την Ε&Α,

    σαφέστερους όρους για τη χορήγηση φορολογικών ενισχύσεων, με αναθεώρηση των ευθυγραμμίσεων σχετικά με τα μέτρα ενίσχυσης μέσω «φορολογικών πλεονεκτημάτων» προκειμένου να διασφαλισθούν ίσοι όροι για τις μειονεκτικές περιοχές με τη βοήθεια ενός ελκυστικού και απλού μέσου περιορισμένου αντίκτυπου στην ανταγωνιστικότητα,

    την εισαγωγή μηχανισμών για εκ των υστέρων αξιολόγηση και έλεγχο της οικονομικής αποτελεσματικότητας των μέτρων που θα λαμβάνουν υπόψη την εγκυρότητά τους σε συνάρτηση με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς,

    μεγαλύτερη διεθνή συνεργασία ώστε να καταστεί δυνατός ο συντονισμός της κοινοτικής πολιτικής με τις πολιτικές των τρίτων χωρών, ειδικότερα δε όσων οι εθνικές διατάξεις δεν προβλέπουν κανένα όριο στις κρατικές ενισχύσεις.

    2.5

    Η πολιτική για τις κρατικές ενισχύσεις αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της πολιτικής ανταγωνισμού και, ως εκ τούτου, συγκαταλέγεται στις πολιτικές που ασκούν τη μεγαλύτερη επιρροή στην πορεία της οικονομίας. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, πρέπει συνεπώς η εν λόγω πολιτική να χρησιμοποιηθεί με συγκεκριμένο τρόπο για να διασφαλίζει την ποιότητα της ανάπτυξης και τη συνοχή με τους στόχους της Λισσαβώνας, ούτως ώστε να διαδραματίζει ρόλο προώθησης, και να διασφαλίζει υγιείς δυναμικές για την ανάπτυξη της οικονομίας και της απασχόλησης.

    2.6

    Η ανταγωνιστικότητα μετρά την ικανότητα της αγοράς να δημιουργεί με τρόπο αποτελεσματικό αγαθά και υπηρεσίες αξίας, σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο, με στόχο τη βελτίωση του τρόπου ζωής της κοινωνίας και τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου απασχόλησης. Οφείλουμε ωστόσο να αποδεχτούμε ότι έχουμε αποτύχει στην προσπάθεια να προωθήσουμε την ανάπτυξη των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και των ανθρώπινων πόρων, προς πιο εξειδικευμένα επίπεδα τεχνολογικής έρευνας, καινοτομίας, κατάρτισης και διεθνοποίησης, όπως προβλεπόταν στη στρατηγική της Λισσαβώνας.

    3.   Η μεταρρύθμιση και η στρατηγική της Λισσαβώνας (Πολιτική για λιγότερες και καλύτερα στοχευμένες κρατικές ενισχύσεις - Less & Better State Aid Policy)

    3.1

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί το νέο γενικό κοινοτικό πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων που αποβλέπει σε μια πολιτική ενισχύσεων:

    περισσότερο συγκεντρωμένη και επιλεκτική,

    συνεκτική και εντελώς εναρμονισμένη με τη στρατηγική της Λισσαβώνας, με την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς και με τις άλλες κοινοτικές πολιτικές,

    που βασίζεται στην απλοποίηση, στη διαφάνεια και στη νομική βεβαιότητα των διαδικασιών και των κανόνων,

    που χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη θεσμική συμμετοχή των επιχειρήσεων και του κόσμου της εργασίας στις διαδικασίες λήψεως αποφάσεων και εφαρμογής, καθώς και στις φάσεις αξιολόγησης και ελέγχου της αποτελεσματικότητας,

    που στηρίζεται στην συνυπευθυνότητα, χάρη στην δραστηριοποίηση εθνικών βαθμίδων συντονισμού,

    που συνδέεται με τις πολιτικές των εθνικών αρχών και των κυριοτέρων ευρωπαίων εταίρων στις παγκόσμιες αγορές,

    που σέβεται τους κανόνες της εσωτερικής αγοράς,

    και που εγγυάται τη συμβατότητα των κρατικών ενισχύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    3.2

    Συνεπώς, κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, η κοινοτική πολιτική των κρατικών ενισχύσεων πρέπει να συμβάλει ενεργά ώστε η Ευρώπη να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις και απασχόληση, να ενισχυθεί η ανταγωνιστική διάσταση των επιχειρήσεων, να ενθαρρυνθεί η τάση για έρευνα και καινοτομία, και τέλος να προωθηθεί η δημιουργία και η διάδοση νέων γνώσεων και η κατάρτιση των ανθρώπινων πόρων.

    3.3

    Το κοινοτικό πλαίσιο απαλλαγής σχετικά με τις ενισχύσεις της κατάρτισης και της απασχόλησης θα πρέπει, κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, να διευρυνθεί και να απλοποιηθεί με έναν γενικό κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία, προωθώντας μέτρα ενίσχυσης πιο διαφανή και εστιασμένα σε συγκεκριμένους στόχους, που θα πρέπει να καθοριστούν σε στενή διαβούλευση με τις επιχειρήσεις και τους κοινωνικούς εταίρους που, ως δικαιούχοι των ενισχύσεων, είναι οι πλέον αρμόδιες να αξιολογήσουν την αποτελεσματικότητα των προτεινόμενων μέσων.

    3.4

    Όσον αφορά το καθεστώς των περιφερειακών ενισχύσεων, στο νέο πρόγραμμα πλαίσιο 2007-2013, η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τη βούληση ανάκαμψης της ανάπτυξης των μειονεκτικών περιφερειών (περιφέρειες NUTS II «με στατιστικό αποτέλεσμα», περιφέρειες NUTS II «σε οικονομική ανάπτυξη», περιφέρειες NUTS III «με χαμηλή πυκνότητα πληθυσμού») καθώς και των νησιών και των απομακρυσμένων ορεινών ζωνών, υπερβαίνοντας τη λογική της ενίσχυσης, μειώνοντας τα μέγιστα όρια της ενίσχυσης, διατηρώντας στο 10 % τη διαφορά μεταξύ των ακραίων τάξεων των περιοχών με καθυστέρηση στην ανάπτυξη, και εμποδίζοντας τα ενδεχόμενα φαινόμενα μετεγκατάστασης που οφείλονται σε δυσανάλογες διαφορές ενίσχυσης (όχι πάνω από το 20 %, για τις περιφέρειες NUTS III) μεταξύ των παραμεθόριων περιοχών.

    3.4.1

    Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την προσέγγιση της Επιτροπής όσον αφορά το ύψος των περιφερειακών ενισχύσεων για τα διάφορα είδη επιχειρήσεων, επισημαίνει όμως ότι πρέπει να αποφευχθεί ο κίνδυνος τροχοπέδησης της ανάπτυξης μικρότερων επιχειρήσεων με τη διασφάλιση μιας ενιαίας αύξησης (20 %) τόσο για τις μικρές όσο και για τις μεσαίες επιχειρήσεις. Στα προτεινόμενα όρια για τη στήριξη των επενδύσεων των μεγάλων επιχειρήσεων, στις περιφέρειες που περιλαμβάνονται στις νέες εξαιρέσεις, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η νέα ταξινόμηση των επιχειρήσεων, όπως προβλέπεται στην σύσταση της Επιτροπής του 2003 (14).

    3.5

    Ειδικότερα, για τις χαμηλού ύψους ενισχύσεις, η ΕΟΚΕ είναι υπέρ της αύξησης του ανωτάτου ορίου που προβλέπεται για τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας («De minimis»), ακόμη και με στόχο τη μεγαλύτερη συγκέντρωση και απλοποίηση της κοινοτικής δράσης.

    3.6

    Κατά την ΕΟΚΕ, η Επιτροπή θα έπρεπε να επικεντρωθεί στην εξέταση των κρατικών ενισχύσεων που έχουν σημαντικές συνέπειες στις συναλλαγές, χωρίς να δαπανά τους πόρους της στην εξέταση πληθώρας περιπτώσεων, τοπικού κυρίως ενδιαφέροντος αλλά διασαφηνίζοντας την έννοια του όρου «τοπικό ενδιαφέρον».

    3.7

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι ο έλεγχος των κρατικών ενισχύσεων πρέπει να είναι ανάλογος και αποτελεσματικός, και ότι πρέπει να αποφευχθούν πολύπλοκες διαδικασίες κοινοποίησης σε περιπτώσεις ήσσονος οικονομικής σημασίας για τον κοινοτικό ανταγωνισμό.

    3.8

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει θερμά την πρόταση που είχε υποβάλει η Επιτροπή (Φεβρουάριος 2004), για τις κρατικές ενισχύσεις χαμηλού ύψους, με την προοπτική να εξασφαλιστεί στα κράτη μέλη μεγαλύτερη ευελιξία και απλούστερες διαδικασίες, καθώς και επαρκής χώρος για τα μέτρα ενίσχυσης που αποσκοπούν στην επίτευξη των στόχων που προβλέπει η στρατηγική της Λισσαβώνας, με τους κατάλληλους ελέγχους εκ μέρους της Επιτροπής.

    3.9

    Όσον αφορά τις τομεακές ενισχύσεις, σύμφωνα με τις υποδείξεις της Επιτροπής ως προς τις απαλλαγές ανά κατηγορία, πρέπει να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ των τομεακών πολιτικών της ΕΕ και των καθεστώτων ενισχύσεων στους τομείς των μεταφορών, της ενέργειας, της πληροφόρησης και της επικοινωνίας. Για τον πολιτιστικό και οπτικοακουστικό τομέα, τον κινηματογράφο και τον αθλητισμό, όπου υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες καινοτομίας, ανάπτυξης και νέων θέσεων εργασίας, η στρατηγική της Λισσαβώνας έχει θέσει συγκεκριμένους στόχους.

    3.10

    Όσον αφορά τις ενισχύσεις για το περιβάλλον, το κοινοτικό πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων για την προστασία του περιβάλλοντος θα παραμείνει εν ισχύ έως το 2007. Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση είναι σημαντικό να επιδιωχθούν οι στόχοι της στρατηγικής της Λισσαβώνας, με τη διευκόλυνση της δημιουργίας του συστήματος εμπορίας των εκπομπών CO2 (ETS Εθνικά Σχέδια Κατανομής), στο πλαίσιο των στόχων του Πρωτοκόλλου του Κυότο.

    3.11

    Ενισχύσεις για την καινοτομία (σύμφωνα με τον ορισμό της Πράσινης Βίβλου (15)). Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, θα πρέπει να επεκταθεί το υφιστάμενο πλαίσιο σε είδη ενισχύσεων για καινοτόμες δραστηριότητες, που να μην καλύπτονται από τις υφιστάμενες κατευθυντήριες γραμμές, και να καθοριστούν σαφή και γενικά κριτήρια συμβατότητας, που να αφήνουν περιθώρια παρέμβασης στις κράτη μέλη, χωρίς την υποχρέωση κοινοποίησης.

    3.11.1

    Για να βελτιωθεί ο εν λόγω τομέας, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να διευκρινίσει καλύτερα, με τη βοήθεια της Eurostat, ποιες δραστηριότητες παραγωγής και υπηρεσιών μπορούν να συμπεριληφθούν σε αυτές που σήμερα ορίζονται ως καινοτόμες. Θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο να υπήρχαν κατευθυντήριες γραμμές στον εν λόγω ευαίσθητο τομέα.

    3.11.2

    Στην οπτική αυτή, η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 2005 σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις προς την καινοτομία, σκοπός της οποίας είναι η διασφάλιση ενός κοινοτικού πλαισίου για τον καίριο αυτό τομέα και ο εντοπισμός αφενός των εμφανέστερων καταστάσεων χρεοκοπίας της αγοράς και αφετέρου των παρεμβάσεων που προβλέπονται για τις περιπτώσεις που μπορούν να αντιμετωπιστούν.

    3.12

    Πρέπει, εξάλλου, να οριστούν με σαφήνεια τα κριτήρια που δείχνουν ποιες είναι οι ανεπάρκειες της αγοράς που μπορούν να εμποδίσουν τη βέλτιστη απόδοση των μέτρων και των μέσων καινοτομίας κατά την εφαρμογή της στρατηγικής της Λισσαβώνας: θα πρέπει ωστόσο παράλληλα να δοθούν τα κατάλληλα περιθώρια στα κράτη μέλη και στις περιφέρειές τους για ανάλογες και αποτελεσματικές παρεμβάσεις, ικανές να μετατρέψουν την προανταγωνιστική έρευνα σε εμπορική καινοτομία και σε καινοτομία της αγοράς.

    3.13

    Όσον αφορά τις ενισχύσεις που προορίζονται για επενδύσεις σε καινοτόμα σχέδια από πλευράς των ΜΜΕ, πρέπει να προωθούν την ανάπτυξη ακόμη και του μεγέθους των επιχειρήσεων και να προβλέπουν κυρίως:

    την υποστήριξη των περιφερειακών και διαπεριφερειακών δικτύων καινοτομίας,

    την προαγωγή της πολιτικής για τα βιομηχανικά τεχνολογικά πάρκα και περιοχές,

    την ενεργοποίηση των business angels (επιχειρηματικοί άγγελοι) και των ενδιάμεσων των υπηρεσιών, όπως οι «venture technologists» (προμηθευτές τεχνολογίας επιχειρήσεων), οι brokers (μεσάζοντες) και οι σύμβουλοι για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας,

    τη δημιουργία κέντρων μεταφοράς της τεχνολογίας και επιχειρηματικών κεφαλαίων (venture capital),

    την κατάρτιση και την πρόσληψη ειδικευμένου τεχνικού προσωπικού.

    3.14

    Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, στο νέο καθεστώς θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των παραγόντων περιβαλλοντικού χαρακτήρα που επηρεάζουν τη διαδικασία καινοτομίας, όπως είναι:

    ο χαρακτήρας της επιχείρησης που προσανατολίζεται προς την καινοτομία,

    το σύστημα των σχέσεων και των διασυνδέσεων με άλλες επιχειρήσεις, οργανισμούς και δημόσιες αρχές, που είναι σημαντικές για τη δημιουργία και τη διάδοση της γνώσης και της καινοτομίας,

    το κανονιστικό και ρυθμιστικό πλαίσιο αναφοράς, ειδικότερα σε θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας,

    η πρόσβαση στην αγορά κεφαλαίων, ειδικότερα όσον αφορά τα επιχειρηματικά κεφάλαια και τα κεφάλαια εκκίνησης (start-up) (αναθεώρηση της ανακοίνωσης για τα κεφάλαια επενδύσεων),

    οι υπηρεσίες εκπαίδευσης και κατάρτισης και οι σχέσεις μεταξύ επιστημονικού και ακαδημαϊκού κόσμου και επιχειρήσεων,

    οι δομές στήριξης (όπως τα φυτώρια επιχειρήσεων, τα περιφερειακά δίκτυα, τα βιομηχανικά και τεχνολογικά πάρκα), και διαμεσολάβησης για την καινοτομία.

    3.14.1

    Γενικότερα, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι στη διαδικασία αναθεώρησης των κατευθυντήριων γραμμών για τις οριζόντιες ενισχύσεις όπως είναι η έρευνα, η καινοτομία, το περιβάλλον και οι ανθρώπινοι πόροι, καλό θα ήταν:

    να αυξηθούν τα σημερινά όρια που προβλέπονται για τις οριζόντιες δράσεις,

    να διατηρηθούν τα εδαφικά bonus για παρεμβάσεις που εφαρμόζονται σε περιοχές με καθυστερημένη ανάπτυξη,

    να προβλεφθεί για τις περιοχές που δεν είναι αποδεκτές ή που χάνουν τον χαρακτηρισμό του πρώην άρθρου 83γ, ένα «bonus συνοχής» για παρεμβάσεις που συγχρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία.

    3.15

    Όσον αφορά το καθεστώς των ενισχύσεων στον τομέα των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος (ΥΓΟΣ), πρέπει να υπογραμμιστεί ότι οι υπηρεσίες αυτές αποτελούν βασικό στοιχείο της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής: είναι συνεπώς απαραίτητο, σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίστηκαν στην απόφαση Altmark (16) και τη σχετική απόφαση της Επιτροπής της 13ης Ιουλίου 2005, να διασαφηνιστεί η αναφορά που γίνεται στην έννοια «μεσαία επιχείρηση, αποτελεσματικά διαχειριζόμενη», και να διασφαλίζεται η νομική ασφάλεια για τις αντισταθμίσεις που χορηγούνται στο πλαίσιο της δημόσιας υπηρεσίας, που συνιστούν κρατικές ενισχύσεις συμβατές με τη Συνθήκη.

    3.16

    Σύμφωνα με την ΕΟΚΕ, στη μελλοντική νομοθεσία θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι αρμόδιες για τον καθορισμό των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος (17) είναι οι αρχές που έχουν τη δημοκρατική νομιμότητα σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.

    4.   Απλοποίηση και διαφάνεια των διαδικασιών

    4.1

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι μπορούν να γίνουν σημαντικά βήματα, για να επιτευχθεί καλύτερη απλοποίηση και διαφάνεια, με την ενίσχυση της δράσης της Επιτροπής για μια κοινοτική πολιτική ενισχύσεων περισσότερο επικεντρωμένη σε στοιχεία ικανά να εντοπίζουν σοβαρές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού.

    4.2

    Πρέπει συνεπώς να αντιμετωπιστούν οι καθυστερήσεις κατά την εξέταση των περιπτώσεων, με τη βελτίωση και επιτάχυνση των διοικητικών μεθόδων, καθώς και με την ενεργοποίηση της ευθύνης των διαφόρων διοικητικών βαθμίδων των κρατών μελών για να διασφαλιστεί η διαφάνεια και η αποτελεσματικότητα.

    4.3

    Επίσης, η επεξεργασία κώδικα ορθών πρακτικών, με την πλήρη συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων μερών, και ιδιαιτέρως των επιχειρήσεων, ως δικαιούχων των ενισχύσεων, επικροτείται από την ΕΟΚΕ.

    5.   Η μεταρρύθμιση και η Ευρώπη των 25

    5.1

    Τα νέα σενάρια της διεύρυνσης απαιτούν προσαρμογές της πολιτικής των κρατικών ενισχύσεων, ώστε όλες οι περιφέρειες της Ευρώπης, παλαιές και νέες, να είναι το ίδιο ελκυστικές για νέες εγκαταστάσεις και επενδύσεις και για να εξασφαλιστεί ο θεμιτός ανταγωνισμός μεταξύ γειτονικών περιφερειών.

    5.2

    Σήμερα τα 10 νέα κράτη μέλη της Ένωσης, παρεκκλίνουν, όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις σε επιχειρήσεις, με καθαρά μεγαλύτερα ποσά – σε ποσοστό του ΑΕγχΠ τους- σε σχέση με τις παρεκκλίσεις της Ευρώπης των 15, έστω και εάν η σχέση αυτή καταδεικνύει μια τάση σταδιακής επανεξισορρόπησης. Κατά την περίοδο 2000-2003, οι κρατικές ενισχύσεις στα νέα κράτη μέλη αντιπροσώπευαν κατά μέσον όρο το 1,42 % του ΑΕγχΠ, σε σχέση με έναν μέσο όρο 0,4 %, στην ΕΕ των 15.

    5.3

    Η στρατηγική της Λισσαβώνας προέβλεπε τη χρήση των ενισχύσεων για την επίτευξη οριζόντιων στόχων. Το 2002, οι στόχοι αυτοί αντιπροσώπευαν το 73 % στην ΕΕ των 15, έναντι του 22 % στα νέα κράτη μέλη (18).

    5.4

    Από την άλλη πλευρά, πρέπει να αναγνωριστεί ότι τα νέα κράτη μέλη προσαρμόστηκαν πολύ καλά στην οικονομία της αγοράς, έστω και αν η διευρυμένη Ευρώπη πρέπει να κάνει ακόμη σημαντικά βήματα για να μειώσει το γενικό επίπεδο των ενισχύσεων και να προωθήσει την ανταγωνιστικότητα, την αειφόρο ανάπτυξη και συνοχή, και τη νέα ευρωπαϊκή οικονομία της γνώσης.

    6.   Συμμετοχή των ενδιαφερόμενων φορέων: επιχειρήσεις και κοινωνία των πολιτών

    6.1

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι είναι ανάγκη να βελτιωθεί η διακυβέρνηση των πρακτικών και των διαδικασιών στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, με τη μεγαλύτερη συμμετοχή των άμεσα ενδιαφερόμενων φορέων. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται πρωτίστως οι επιχειρήσεις και η κοινωνία των πολιτών, που πρώτες εκτίθενται τόσο στις νομικές ανασφάλειες και στις χρονοβόρες διαδικασίες της κοινοτικής έγκρισης των καθεστώτων ενίσχυσης, όσο και στις σοβαρές συνέπειες της ανάκτησης των απαράδεκτων ή παράνομων ενισχύσεων.

    6.2

    Οι επιχειρήσεις ως δικαιούχοι των ενισχύσεων και ταυτοχρόνως ως «ανταγωνίστριες», βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση προκειμένου να:

    αξιολογούν, χάρη στις γνώσεις τους και στις άμεσες εμπειρίες τους, την αποτελεσματικότητα των μέσων που εφαρμόζονται, να ελέγχουν τις λύσεις που έχουν υιοθετηθεί και να ορίζουν τις πιθανές «βέλτιστες πρακτικές»,

    να προωθούν την καλύτερη διάδοση της κοινοτικής νομοθεσίας, με σαφείς, διαφανείς μορφές στις οποίες να έχουν άμεση πρόσβαση οι χρήστες, είτε αυτοί είναι χορηγοί είτε δικαιούχοι των ενισχύσεων,

    να συμβάλλουν στην υπέρβαση των δυσκολιών και αβεβαιοτήτων ερμηνείας και εφαρμογής, που κινδυνεύουν να θέσουν σε κίνδυνο τη νομιμότητα του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων,

    να υλοποιούν μορφές ιδιωτικού ελέγχου («private enforcement»), διευκολύνοντας την τήρηση και την πλήρη εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων.

    6.3

    Κατά την ΕΟΚΕ συνεπώς απαιτείται:

    μεγαλύτερη θεσμική συμμετοχή των επιχειρήσεων στις διαδικασίες λήψεως αποφάσεων και εφαρμογής των πολιτικών,

    η εισαγωγή μηχανισμών εκ των υστέρων αξιολόγησης και εποπτείας της οικονομικής αποτελεσματικότητας των μέτρων,

    πλήρης πρόσβαση, μέσω Διαδικτύου, στις αποφάσεις της Επιτροπής όχι μόνον στη γλώσσα τους ενδιαφερομένου κράτους μέλους αλλά και σε μια γλώσσα εργασίας της Επιτροπής,

    τακτική ενημέρωση των επιχειρήσεων για τις τρέχουσες διαδικασίες κοινοποίησης, ώστε να μπορούν να ελέγχουν εάν οι κανόνες διευκόλυνσης που έχουν εγκριθεί σε εθνικό ή σε τοπικό επίπεδο συμφωνούν με τους βασικούς κανόνες και διαδικασίες της ΕΕ για τις ενισχύσεις, και, να αλληλεπιδρούν με τις αρχές, σε διάφορα επίπεδα για την καλύτερη εφαρμογή της κοινοτικής πολιτικής για τις ενισχύσεις,

    προληπτικός έλεγχος της εφαρμογής των κανόνων, με τη συμμετοχή των επιχειρήσεων και των εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών στην οικονομική ανάλυση των πτωχεύσεων της αγοράς και των ελλειμμάτων απόδοσης ενός τομέα ή μιας βιομηχανίας,

    η εφαρμογή συστηματικών και κοινών μηχανισμών, που βασίζονται σε συγκεκριμένα και διαφανή κριτήρια, εντοπισμού των ανεπαρκειών της αγοράς– market failure watch – και των μέτρων ενίσχυσης που να μην έχουν σημαντικές συνέπειες στον ανταγωνισμό της εσωτερικής αγοράς και να ευθυγραμμίζονται με τη στρατηγική της Λισσαβώνας.

    7.   Για μια πολιτική κρατικών ενισχύσεων που να αποτελεί μέσο ανάπτυξης, με στόχο την ολοκληρωμένη και συνεκτική οικονομική ανάπτυξη των 25-27 κρατών μελών και να συμβάλει στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και νέων επιχειρήσεων

    7.1

    Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ χρειάζεται μια σαφής θεώρηση της προστιθέμενης αξίας που αντιπροσωπεύουν οι κρατικές ενισχύσεις για το μέλλον της Ευρώπης, στο πλαίσιο των στόχων της ανταγωνιστικής, αειφόρου και συνεκτικής ανάπτυξης των κρατών μελών που ετέθησαν στη Λισσαβώνα και συζητήθηκαν επανειλημμένα – από το 2000- στα διάφορα Ευρωπαϊκά Συμβούλια.

    7.1.1

    Οι καθοριστικής σημασίας τομείς που έχουν καθοριστεί από τη στρατηγική αυτή απαιτούν αξιόλογες και στοχοθετημένες οικονομικές προσπάθειες, που θα πρέπει να έχουν πλήρη δυνατότητα έκφρασης στις διαρθρωτικές και οικονομικές πολιτικές των κρατών μελών: το σύνολο δε σε ένα πλαίσιο συνοχής και συμβατότητας των πολιτικών, εκ των προτέρων προκαθορισμένο, στο οποίο να αναφέρονται και να συμμορφώνονται όλες οι πολιτικές, συμπεριλαμβανομένης της κοινοτικής πολιτικής ανταγωνισμού.

    7.2

    Η πλήρης υλοποίηση της ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς, ικανής να ανταγωνίζεται ισότιμα τους άλλους εταίρους (partners) της παγκόσμιας αγοράς, απαιτεί, κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, έντονο εκσυγχρονισμό τόσο των μεθόδων όσο και των παραχωρήσεων των ευρωπαϊκών πολιτικών σε θέματα οικονομίας, και ειδικότερα των κρατικών ενισχύσεων· τούτο είναι αναγκαίο ακόμη και για να καταστεί δυνατή η υλοποίηση των μεγάλων υποδομών και των μεγάλων άυλων επενδύσεων που χρειάζονται για τη λειτουργία μιας αποτελεσματικής, τεχνολογικά προηγμένης και ανταγωνιστικής αγοράς.

    7.3

    Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι πρέπει να παροτρυνθούν τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες, μέσω του ορισμού των γενικών κριτηρίων συμβατότητας, να εφαρμόσουν πολιτικές στήριξης με στόχο μια ανταγωνιστική οικονομία που να σέβεται τους κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού.

    7.4

    Όταν η αγορά αποτυγχάνει να καταστήσει ανταγωνιστικές τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και αποδεικνύεται ανίκανη να ενισχύσει τις ικανότητες της τεχνολογικής καινοτομίας, της κατάρτισης και της διεθνοποίησης, η ευρωπαϊκή πολιτική κρατικών ενισχύσεων πρέπει να διευκολύνει και όχι να εμποδίζει τις πολιτικές και τις παρεμβάσεις που αποσκοπούν να ενισχύσουν την ανάπτυξη των επιχειρήσεων και να αυξήσουν τις ικανότητες προσέλκυσης στην Ευρώπη νέων επενδύσεων, νέων δεξιοτήτων και νέων κεφαλαίων.

    8.   Τελικές συστάσεις

    8.1

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει τον εκσυγχρονισμό της ευρωπαϊκής πολιτικής κρατικών ενισχύσεων στη βάση μιας νέας προσέγγισης και ενός νέου γενικού κοινοτικού πλαισίου. Συνιστά δε ιδιαιτέρως:

    μία πολιτική που θα είναι σε θέση να παράσχει τις κατάλληλες απαντήσεις και να αντιμετωπίσει ή να απαλείψει το φαινόμενο χρεοκοπήσεων της αγοράς

    μία πολιτική που θα ωθήσει σημαντικά την πλήρη υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς χωρίς να προκαλεί στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό,

    μία πιο συνεκτική και πιο ολοκληρωμένη πολιτική συμβάλει μεγαλύτερη συνοχή και ολοκλήρωση της πολιτικής κρατικών ενισχύσεων, που θα προωθεί την υλοποίηση των διαφόρων πτυχών της στρατηγικής της Λισσαβώνας, ώστε να καταστεί ανταγωνιστικότερο και πιο προχωρημένο σε παγκόσμια κλίμακα το επίπεδο ανάπτυξης των επιχειρήσεων αλλά και η ποιότητα της εργασίας και της ζωής των πολιτών,

    ενίσχυση του βιομηχανικού ιστού και των υπηρεσιών έτσι ώστε η ανάπτυξη των επιχειρήσεων, της βιομηχανίας και του κόσμου της εργασίας να ανταποκρίνεται στους νέους στόχους της βιομηχανικής πολιτικής και στις νέες απαιτήσεις που επιβάλλει η παγκοσμιοποίηση,

    γενναία υποστήριξη όλου του φάσματος της καινοτομίας, από τα προϊόντα έως τις διαδικασίες (19),.

    προορατικό προσανατολισμό για να καταστεί η Ευρώπη περισσότερο ελκυστική για επενδύσεις και πιο ικανή να παράγει απασχόληση, για να ενισχυθεί η ανταγωνιστική διάσταση των επιχειρήσεων, για να τονωθεί η τάση για την έρευνα και την καινοτομία, και τέλος για να προωθηθεί η δημιουργία και η διάδοση των νέων γνώσεων και η κατάρτιση των ανθρώπινων πόρων,

    μεγαλύτερη επικέντρωση στους παράγοντες που πραγματικά στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό στην εσωτερική και διεθνή αγορά χωρίς καθυστερήσεις σε ανώφελες και δαπανηρές γραφειοκρατικές έρευνες για περιορισμένα τοπικά φαινόμενα που δεν έχουν σημαντικό αποτέλεσμα στρέβλωσης,

    απλοποίηση, διαφάνεια και σαφήνεια των διαδικασιών και των κανόνων και, παράλληλα, μια δράση που να βασίζεται σε συγκεκριμένα και μη διακριτικά κριτήρια, που να συμβιβάζονται με την ατζέντα της Λισσαβώνας σε ό,τι αφορά την αρμονική, συνεκτική και ανταγωνιστική ανάπτυξη σε παγκόσμιο επίπεδο,

    μεγαλύτερη θεσμική συμμετοχή των επιχειρήσεων στις διαδικασίες λήψεως αποφάσεων και εφαρμογής, καθώς και στις φάσεις αξιολόγησης και ελέγχου της αποτελεσματικότητας, και της εφαρμογής των μέτρων,

    στενότερη σύνδεση των ευρωπαϊκών ρυθμίσεων και κανόνων με τους κανόνες διεθνών αρχών όπως ο ΠΟΕ και των κυριοτέρων ευρωπαϊκών εταίρων στις παγκόσμιες αγορές,

    τον ορισμό κοινής θεώρησης, μέσω της πραγματοποίησης μιας από κοινού πρόβλεψης (foresight), στην οποία όλοι οι φορείς και τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά κέντρα λήψεως αποφάσεων να μπορούν να συνεισφέρουν για να ελέγχονται προληπτικά οι πραγματικές συμβατότητες ανάπτυξης και παρέμβασης.

    Βρυξέλλες, 14 Δεκεμβρίου 2005

    Η Πρόεδρος

    της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Anne-Marie SIGMUND


    (1)  Άρθρο 87, § 2.

    (2)  Άρθρο 87, § 3.

    (3)  COM(2005) 147 τελικό της 20.4.2005.

    (4)  Η κοινωνία της γνώσης δεν είναι πάντα εύκολα κατανοητή. Σε αυτή την κοινωνία τα προϊόντα έχουν υψηλό ποσοστό ευφυίας. Η ικανότητα παραγωγής ολοένα και περισσότερο καινοτόμων και ευφυών αγαθών και υπηρεσιών πρέπει να ενθαρρυνθεί και να υποστηριχθεί, ακόμη και με κρατικές ενισχύσεις.

    (5)  Ψήφισμα PE n. P6_TA(2005)0033, της 22.2.2005.

    (6)  Ψήφισμα PE n. A6-0148/2005, της 12.5.2005.

    (7)  Πρβ Σύσταση 2003/361/ΕΚ (ΕΕ L 124 της 20.5.2003.

    (8)  Υπόθεση C-280/00, Altmark Trans e Magdeburg – Nahverkehrsgesellschaft Altmark (2003) CGCE I-7747.

    (9)  Πρβ. υποσημείωση 3.

    (10)  Σε επίπεδο ΕΕ.

    (11)  ΕΕ C 108, της 30.4.2004.

    (12)  SEC(2005) 795, της 7.6.2005.

    (13)  COM(2004) 293 τελικό del 20.4.2004.

    (14)  ΕΕ L 124, της 20.5.2003.

    (15)  COM(1995) 688.

    (16)  Υπόθεση C-280/00, Altmark Trans e Magdeburg – Nahverkehrsgesellschaft Altmark 2003 CGCE I-7747.

    (17)  Η εξαίρεση των αντισταθμίσεων για δημόσια υπηρεσία, πρώην άρθρο 86, §3, θα πρέπει να είναι αρκετά υψηλή ώστε να επιτρέπει επαρκή ευελιξία και ελάχιστα διοικητικά έξοδα

    (18)  Σε επίπεδο ΕΕ, περίπου το 73 % των συνολικών ενισχύσεων του 2002 (εκτός γεωργίας, αλιείας και μεταφορών) προοριζόταν σε οριζόντιους στόχους όπως Ε&Α, ΜΜΕ, οικονομική και περιφερειακή ανάπτυξη και περιβάλλον. Το υπόλοιπο 27 % ευνόησε ειδικούς τομείς (ιδιαίτερα τον τομέα της μεταποίησης, του άνθρακα και των οικονομικών υπηρεσιών) και περιλαμβάνει ενισχύσεις για την αναδιάρθρωση και την διάσωση. Το ποσοστό των ενισχύσεων που προορίζεται για οριζόντιους στόχους αυξήθηκε κατά 7 εκατοστιαίες μονάδες την περίοδο μεταξύ 1998-2000 και 2000-2002: τούτο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη σημαντική αύξηση των ενισχύσεων υπέρ του περιβάλλοντος (+ 7 %) και της έρευνας και ανάπτυξης (+ 4 %). Η τάση αυτή παρατηρήθηκε, σε διαφορετικό βαθμό, στα περισσότερα κράτη μέλη. Πράγματι σε ορισμένα κράτη– Βέλγιο, Δανία, Ελλάδα, Ιταλία, Ολλανδία, Αυστρία και Φινλανδία,– όλες σχεδόν οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν το 2002 αφορούσαν οριζόντιους στόχους [COM(2004) 256 τελικό].

    (19)  Όπως υποδεικνύεται στο Πράσινο Βιβλίο για την καινοτομία (1995) .


    Top