Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32019R2160

    Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2160 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2019 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τα ανοίγματα υπό τη μορφή καλυμμένων ομολόγων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    PE/85/2019/REV/1

    ΕΕ L 328 της 18.12.2019, p. 1–6 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2019/2160/oj

    18.12.2019   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 328/1


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/2160 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    της 27ης Νοεμβρίου 2019

    για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τα ανοίγματα υπό τη μορφή καλυμμένων ομολόγων

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 114,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Το άρθρο 129 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) προβλέπει την προνομιακή αντιμετώπιση των καλυμμένων ομολόγων υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Η οδηγία (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) διευκρινίζει τα βασικά στοιχεία των καλυμμένων ομολόγων και παρέχει κοινό ορισμό των καλυμμένων ομολόγων.

    (2)

    Στις 20 Δεκεμβρίου 2013 η Επιτροπή ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) («EBA»), που συγκροτήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), να γνωμοδοτήσει σχετικά με την καταλληλότητα των συντελεστών στάθμισης κινδύνου όσον αφορά τα καλυμμένα ομόλογα που καθορίζονται στο άρθρο 129 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση της EBA της 1ης Ιουλίου 2014, η προνομιακή αντιμετώπιση των συντελεστών στάθμισης κινδύνου που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 συνιστά, καταρχήν, κατάλληλη αντιμετώπιση προληπτικής εποπτείας. Ωστόσο, η EBA συνέστησε να εξεταστεί περαιτέρω η συμπλήρωση των απαιτήσεων επιλεξιμότητας ώστε να καλύπτει η προνομιακή αντιμετώπιση των συντελεστών στάθμισης κινδύνου, τουλάχιστον, τους τομείς της μείωσης του κινδύνου ρευστότητας και της υπερεξασφάλισης, τον ρόλο των αρμόδιων αρχών και την περαιτέρω επεξεργασία των υφιστάμενων απαιτήσεων γνωστοποίησης στους επενδυτές.

    (3)

    Υπό το πρίσμα της γνωμοδότησης της EBA, είναι σκόπιμο να υιοθετηθούν συμπληρωματικές απαιτήσεις για τα καλυμμένα ομόλογα, γεγονός που θα έχει ως συνέπεια την ενίσχυση της ποιότητας των καλυμμένων ομολόγων που είναι επιλέξιμα για την ευνοϊκή κεφαλαιακή αντιμετώπιση δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

    (4)

    Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να μην εφαρμόζουν εν μέρει την απαίτηση κατάταξης των ανοιγμάτων έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων εντός των συνολικών στοιχείων κάλυψης για να πληρούνται οι προϋποθέσεις για την πρώτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας και να επιτρέπουν αντ’ αυτού τα ανοίγματα έως το πολύ 10 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος ιδρύματος να κατατάσσονται στη δεύτερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας. Εντούτοις, η εν λόγω μερική απαλλαγή εφαρμόζεται μόνο κατόπιν προηγούμενης διαβούλευσης με την EBA και μόνο όταν μπορεί να τεκμηριωθεί ενδεχόμενο σημαντικών προβλημάτων συγκέντρωσης που προκύπτουν στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη λόγω της εφαρμογής της πρώτης βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας. Δεδομένου ότι η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις κατάταξης των ανοιγμάτων στην πρώτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας, όπως διατίθενται από τους εξωτερικούς οργανισμούς πιστοληπτικών αξιολογήσεων, καθίσταται ολοένα και πιο δύσκολη στα περισσότερα κράτη μέλη εντός και εκτός της ζώνης του ευρώ, η εφαρμογή της εν λόγω μερικής απαλλαγής θεωρήθηκε απαραίτητη από τα κράτη μέλη με τις μεγαλύτερες αγορές καλυμμένων ομολόγων. Για την απλοποίηση της χρήσης ανοιγμάτων έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων ως εξασφάλισης καλυμμένων ομολόγων και προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα πιθανής συγκέντρωσης, είναι απαραίτητο να τροποποιηθεί ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 με τη θέσπιση κανόνα που να επιτρέπει τα ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων έως το πολύ 10 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος ιδρύματος να κατατάσσονται στη δεύτερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας αντί της πρώτης βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας χωρίς να απαιτείται η προηγούμενη γνώμη της EBA. Είναι απαραίτητο να επιτραπεί η χρήση της τρίτης βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας για βραχυπρόθεσμες καταθέσεις και παράγωγα σε συγκεκριμένα κράτη μέλη, όταν θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με την απαίτηση για την πρώτη ή τη δεύτερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας. Οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2019/2162 θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, μετά από διαβούλευση με την EBA, να επιτρέπουν τη χρήση της τρίτης βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας για συμβάσεις παραγώγων, προκειμένου να αντιμετωπίζονται πιθανά προβλήματα συγκέντρωσης.

    (5)

    Τα δάνεια που εξασφαλίζονται με μερίδια με εξοφλητική προτεραιότητα που έχουν εκδοθεί από γαλλικά Fonds Communs de Titrisation ή από ισοδύναμες οντότητες τιτλοποίησης που τιτλοποιούν ανοίγματα σχετικά με ακίνητα κατοικίας ή εμπορικά ακίνητα είναι επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού που μπορούν να χρησιμοποιούνται ως εξασφάλιση καλυμμένων ομολόγων για ποσό που δεν υπερβαίνει το 10 % του ονομαστικού ποσού της καλυπτόμενης έκδοσης καλυμμένων ομολόγων («όριο του 10 %»). Ωστόσο, το άρθρο 496 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να παραιτηθούν από το όριο του 10 %. Επιπλέον, το άρθρο 503 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού ορίζει ότι η Επιτροπή επανεξετάζει την καταλληλότητα της παρέκκλισης που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να παραιτηθούν από το όριο του 10 %. Στις 22 Δεκεμβρίου 2013, η Επιτροπή ζήτησε από την EBA να παράσχει γνωμοδότηση επί του θέματος αυτού. Στη γνωμοδότησή της, η EBA επισήμανε ότι η χρήση μεριδίων με εξοφλητική προτεραιότητα που έχουν εκδοθεί από γαλλικά Fonds Communs de Titrisation ή από ισοδύναμες οντότητες που τιτλοποιούν ανοίγματα σχετικά με ακίνητα κατοικίας ή εμπορικά ακίνητα ως εξασφάλιση θα ήγειρε ανησυχίες όσον αφορά την προληπτική εποπτεία λόγω της δομής δύο επιπέδων των προγραμμάτων καλυμμένων ομολόγων που είναι εξασφαλισμένα με μερίδια τιτλοποίησης και θα οδηγούσε, ως εκ τούτου, σε ανεπαρκή διαφάνεια όσον αφορά την πιστωτική ποιότητα των συνολικών στοιχείων κάλυψης. Κατά συνέπεια, η EBA συνέστησε να αφαιρεθεί, μετά την 31η Δεκεμβρίου 2017, η παρέκκλιση από το όριο του 10 % για τα μερίδια με εξοφλητική προτεραιότητα που προβλέπεται επί του παρόντος στο άρθρο 496 του εν λόγω κανονισμού.

    (6)

    Η συμπερίληψη στα συνολικά στοιχεία κάλυψης τιτλοποιημένων στεγαστικών ή εμπορικών ενυπόθηκων δανείων επιτρέπεται από περιορισμένο μόνο αριθμό εθνικών πλαισίων καλυμμένων ομολόγων. Η χρήση των εν λόγω δομών μειώνεται και θεωρείται ότι προσθέτει περιττή πολυπλοκότητα στα προγράμματα καλυμμένων ομολόγων. Είναι, επομένως, σκόπιμο να εξαλειφθεί εντελώς η χρήση των εν λόγω δομών ως επιλέξιμων στοιχείων ενεργητικού.

    (7)

    Καλυμμένα ομόλογα που εκδόθηκαν εντός ενδοομιλικών δομών ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων που συμμορφώνονται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί ως επιλέξιμη εξασφάλιση. Οι ενδοομιλικές δομές ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων δεν συνεπάγονται πρόσθετους κινδύνους από τη σκοπιά της προληπτικής εποπτείας, καθώς δεν εγείρουν τα ίδια ζητήματα πολυπλοκότητας με αυτά που εγείρει η χρήση δανείων που εξασφαλίζονται με μερίδια με εξοφλητική προτεραιότητα που έχουν εκδοθεί από γαλλικά Fonds Communs de Titrisation ή ισοδύναμες οντότητες που τιτλοποιούν ανοίγματα σχετικά με ακίνητα κατοικίας ή εμπορικά ακίνητα. Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση της EBA, η εξασφάλιση των καλυμμένων ομολόγων με ενδοομιλικές δομές ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων θα πρέπει να επιτρέπεται χωρίς περιορισμούς όσον αφορά το υπόλοιπο των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος πιστωτικού ιδρύματος. Η απαίτηση της εφαρμογής του ορίου του 15 % ή του 10 % αναφορικά με τα ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων σε ενδοομιλικές δομές ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων θα πρέπει κατά συνέπεια να αρθούν. Οι εν λόγω ενδοομιλικές δομές ομαδοποίησης καλυμμένων ομολόγων διέπονται από την οδηγία (ΕΕ) 2019/2162

    (8)

    Στα καλυμμένα ομόλογα εφαρμόζονται οι αρχές αποτίμησης για τα ακίνητα που δίνονται σε εξασφάλιση καλυμμένων ομολόγων, προκειμένου τα εν λόγω ομόλογα να πληρούν τις απαιτήσεις προνομιακής αντιμετώπισης. Οι απαιτήσεις επιλεξιμότητας των στοιχείων ενεργητικού που χρησιμοποιούνται ως εξασφάλιση καλυμμένων ομολόγων αφορούν τα γενικά ποιοτικά χαρακτηριστικά που διασφαλίζουν την ανθεκτικότητα των συνολικών στοιχείων κάλυψης και θα πρέπει, συνεπώς, να καθορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2019/2162 Ως εκ τούτου, οι διατάξεις σχετικά με τη μεθοδολογία αποτίμησης θα πρέπει να καθορίζονται στην εν λόγω οδηγία και τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την εκτίμηση της αξίας του ενυπόθηκου ακινήτου δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται αναφορικά με τα εν λόγω κριτήρια επιλεξιμότητας των καλυμμένων ομολόγων.

    (9)

    Τα όρια για τον λόγο «δάνειο/αξία» (όρια LTV) αποτελούν απαραίτητο στοιχείο για τη διασφάλιση της πιστωτικής ποιότητας των καλυμμένων ομολόγων. Στο άρθρο 129 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θεσπίζονται όρια LTV για ενυπόθηκα δάνεια και ναυτικά προνόμια επί πλοίων, αλλά δεν διευκρινίζεται ο τρόπος εφαρμογής των εν λόγω ορίων. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε αβεβαιότητα. Τα όρια LTV θα πρέπει να εφαρμόζονται ως χαλαρά όρια κάλυψης,. Αυτό σημαίνει πως παρότι δεν υπάρχουν όρια ως προς το μέγεθος ενός υποκείμενου δανείου, ένα τέτοιο δάνειο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εξασφάλιση μόνο εντός των ορίων LTV για τα στοιχεία ενεργητικού. Τα όρια LTV καθορίζουν το εκατοστιαίο τμήμα του δανείου που συμβάλλει στην απαίτηση κάλυψης για τις υποχρεώσεις. Συνεπώς, είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι τα όρια LTV καθορίζουν το τμήμα του δανείου που συμβάλλει στην κάλυψη του καλυμμένου ομολόγου.

    (10)

    Προκειμένου να διασφαλιστεί μεγαλύτερη σαφήνεια, τα όρια LTV θα πρέπει να εφαρμόζονται για όλη τη διάρκεια του δανείου. Τα πραγματικά όρια LTV δεν θα πρέπει να αλλάξουν, αλλά θα πρέπει να παραμείνουν στο 80 % της αξίας του ακινήτου κατοικίας για τα στεγαστικά δάνεια, στο 60 % της αξίας του εμπορικού ακινήτου για τα εμπορικά δάνεια, με δυνατότητα αύξησης στο 70 % της εν λόγω αξίας, και στο 60 % της αξίας των πλοίων. Τα εμπορικά ακίνητα θα πρέπει να γίνονται κατανοητά σύμφωνα με τη γενική αντίληψη ότι τα ακίνητα αυτού του είδους συνιστούν ακίνητα που δεν προορίζονται για κατοικία, μεταξύ άλλων και όταν αποτελούν ιδιοκτησία μη κερδοσκοπικών οργανισμών.

    (11)

    Προκειμένου να ενισχυθεί περαιτέρω η ποιότητα των καλυμμένων ομολόγων που τυγχάνουν προνομιακής αντιμετώπισης, η εν λόγω προνομιακή αντιμετώπιση θα πρέπει να υπόκειται σε ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης, δηλαδή σε επίπεδο εξασφάλισης που υπερβαίνει τις απαιτήσεις κάλυψης που αναφέρονται στην οδηγία (ΕΕ) 2019/2162. Η εν λόγω απαίτηση θα οδηγούσε σε μείωση των πιο σχετικών κινδύνων που απορρέουν στην περίπτωση αφερεγγυότητας ή εξυγίανσης του εκδότη. Η απόφαση κράτους μέλους να εφαρμόσει υψηλότερο ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης σε καλυμμένα ομόλογα που εκδίδονται από πιστωτικά ιδρύματα τα οποία βρίσκονται στην επικράτειά του δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα πιστωτικά ιδρύματα να επενδύουν σε άλλα καλυμμένα ομόλογα με χαμηλότερο ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης που συμμορφώνονται με τον παρόντα κανονισμό και να επωφελούνται από τις διατάξεις του.

    (12)

    Στα πιστωτικά ιδρύματα που επενδύουν σε καλυμμένα ομόλογα απαιτείται να παρέχονται ορισμένες πληροφορίες όσον αφορά τα εν λόγω καλυμμένα ομόλογα τουλάχιστον ανά εξάμηνο. Οι απαιτήσεις διαφάνειας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των καλυμμένων ομολόγων, διασφαλίζοντας ενιαίο επίπεδο δημοσιοποίησης και παρέχοντας στους επενδυτές τη δυνατότητα να προβαίνουν στην απαραίτητη αξιολόγηση των κινδύνων, γεγονός που ενισχύει τη συγκρισιμότητα, τη διαφάνεια και τη σταθερότητα της αγοράς. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να διασφαλιστεί ότι οι απαιτήσεις διαφάνειας εφαρμόζονται σε όλα τα καλυμμένα ομόλογα, με τον καθορισμό των εν λόγω απαιτήσεων στην οδηγία (ΕΕ) 2019/2162. Συνεπώς, αυτές οι απαιτήσεις θα πρέπει να απαλειφθούν από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

    (13)

    Τα καλυμμένα ομόλογα είναι μακροπρόθεσμα χρηματοδοτικά μέσα και, ως εκ τούτου, εκδίδονται με προγραμματισμένη ληκτότητα πολλών ετών. Είναι, επομένως, αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι δεν θα επηρεαστούν από τον παρόντα κανονισμό τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2007 ή πριν από τις 8 Ιουλίου 2022. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2007 θα πρέπει να συνεχίσουν να εξαιρούνται από τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσον αφορά τα επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού, την υπερεξασφάλιση και τα στοιχεία ενεργητικού υποκατάστασης. Επιπλέον, άλλα καλυμμένα ομόλογα που συμμορφώνονται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και έχουν εκδοθεί πριν από τις 8 Ιουλίου 2022 θα πρέπει να εξαιρούνται από τις απαιτήσεις για την υπερεξασφάλιση και τα στοιχεία ενεργητικού υποκατάστασης και θα πρέπει να εξακολουθούν να είναι επιλέξιμα για την προνομιακή αντιμετώπιση που προβλέπεται στον εν λόγω κανονισμό έως τη λήξη τους.

    (14)

    Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται σε συνδυασμό με τις διατάξεις εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162. Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή του νέου πλαισίου για τη θέσπιση των διαρθρωτικών χαρακτηριστικών της έκδοσης καλυμμένων ομολόγων και των τροποποιημένων απαιτήσεων για την προνομιακή αντιμετώπιση, η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να μετατεθεί ούτως ώστε να συμπίπτει με την ημερομηνία από την οποία τα κράτη μέλη οφείλουν να εφαρμόζουν τις διατάξεις εθνικού δικαίου για τη μεταφορά της εν λόγω οδηγίας.

    (15)

    Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013

    Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 τροποποιείται ως εξής:

    1)

    Το άρθρο 129 τροποποιείται ως εξής:

    α)

    η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

    i)

    το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

    το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Προκειμένου να είναι επιλέξιμα για την προνομιακή αντιμετώπιση που προβλέπεται στις παραγράφους 4 και 5 του παρόντος άρθρου, τα καλυμμένα ομόλογα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (*1) πληρούν τις απαιτήσεις των παραγράφων 3, 3α και 3β του παρόντος άρθρου και είναι εξασφαλισμένα με ένα από τα κατωτέρω επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού:

    το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «γ)

    ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στην πρώτη ή τη δεύτερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας ή ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στην τρίτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας όταν τα εν λόγω ανοίγματα έχουν τη μορφή:

    i)

    βραχυπρόθεσμων καταθέσεων με αρχική ληκτότητα που δεν υπερβαίνει τις 100 ημέρες, εφόσον χρησιμοποιούνται για να πληρούν την απαίτηση για απόθεμα ασφαλείας ρευστότητας για τα συνολικά στοιχεία κάλυψης του άρθρου 16 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162, ή

    ii)

    συμβάσεων παραγώγων που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 11 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας, εφόσον επιτρέπονται από τις αρμόδιες αρχές,»·

    το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «δ)

    δάνεια που εξασφαλίζονται με ακίνητα που προορίζονται για κατοικία έως το μικρότερο ποσό μεταξύ του ονομαστικού ποσού των υποθηκών, συνεκτιμώντας με κάθε προηγούμενη υποθήκη, και του 80 % της αξίας του ενυπόθηκου ακινήτου,»·

    το στοιχείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «στ)

    δάνεια που εξασφαλίζονται με εμπορικά ακίνητα έως το μικρότερο ποσό μεταξύ του ονομαστικού ποσού των υποθηκών, συνεκτιμώντας κάθε προηγούμενη υποθήκη, και του 60 % της αξίας του ενυπόθηκου ακινήτου. Τα δάνεια που εξασφαλίζονται με εμπορικά ακίνητα είναι επιλέξιμα σε περίπτωση υπέρβασης μέχρι μέγιστου ποσοστού 70 % της ανωτέρω οριζόμενης τιμής του 60 % για το λόγο «δάνειο/αξία» εάν η αξία όλων των στοιχείων ενεργητικού που δόθηκαν ως εξασφάλιση των καλυμμένων ομολόγων υπερβαίνει το ονομαστικό υπόλοιπο των καλυμμένων ομολόγων κατά τουλάχιστον 10 % και η απαίτηση των ομολογιούχων είναι σύμφωνη με τις υποχρεώσεις ασφάλειας δικαίου του κεφαλαίου 4. Η απαίτηση των ομολογιούχων προηγείται όλων των άλλων απαιτήσεων επί της εξασφάλισης,»·

    ii)

    το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Για τους σκοπούς της παραγράφου 1α, τα ανοίγματα που δημιουργούνται από τη μεταβίβαση και τη διαχείριση πληρωμών από οφειλέτες δανείων που εξασφαλίζονται με ενυπόθηκα ακίνητα χρεωστικών τίτλων ή από τη μεταβίβαση και τη διαχείριση του προϊόντος εκκαθάρισης σε σχέση με τα δάνεια αυτά δεν λαμβάνονται υπόψη στον υπολογισμό των ορίων που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο.»·

    iii)

    το τρίτο εδάφιο διαγράφεται·

    β)

    παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

    «1α.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ), ισχύουν τα εξής:

    α)

    για ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στην πρώτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας, το άνοιγμα δεν υπερβαίνει το 15 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος πιστωτικού ιδρύματος,

    β)

    για ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στη δεύτερη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας, το άνοιγμα δεν υπερβαίνει το 10 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος πιστωτικού ιδρύματος,

    γ)

    για ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στην τρίτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας τα οποία έχουν τη μορφή βραχυπρόθεσμων καταθέσεων, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο i) του παρόντος άρθρου, ή τη μορφή συμβάσεων παραγώγων, όπως αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ) σημείο ii) του παρόντος άρθρου, το συνολικό άνοιγμα δεν υπερβαίνει το 8 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος πιστωτικού ιδρύματος· οι αρμόδιες αρχές που ορίζονται δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162 δύνανται, κατόπιν διαβούλευσης με την EBA, να επιτρέπουν ανοίγματα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στην τρίτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας υπό τη μορφή συμβάσεων παραγώγων, υπό την προϋπόθεση ότι μπορεί να τεκμηριωθεί το ενδεχόμενο σημαντικών προβλημάτων συγκέντρωσης στα οικεία κράτη μέλη λόγω της εφαρμογής των απαιτήσεων περί πρώτης και δεύτερης βαθμίδας πιστωτικής ποιότητας που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο,

    δ)

    το συνολικό άνοιγμα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στην πρώτη, τη δεύτερη ή την τρίτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας δεν υπερβαίνει το 15 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος πιστωτικού ιδρύματος και το συνολικό άνοιγμα έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων που κατατάσσονται στη δεύτερη ή την τρίτη βαθμίδα πιστωτικής ποιότητας δεν υπερβαίνει το 10 % του ονομαστικού υπολοίπου των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων του εκδίδοντος πιστωτικού ιδρύματος.

    1β.   Η παράγραφος 1α του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζεται στη χρήση καλυμμένων ομολόγων ως επιλέξιμης εξασφάλισης, όπως επιτρέπεται δυνάμει του άρθρου 8 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162.

    1γ.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ), το όριο του 80 % εφαρμόζεται ανά δάνειο, καθορίζει το τμήμα του δανείου που συμβάλλει στην κάλυψη των υποχρεώσεων που συνδέονται με το καλυμμένο ομόλογο και εφαρμόζεται για όλη τη διάρκεια του δανείου.

    1δ.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία στ) και ζ), τα όρια του 60 % ή του 70 % εφαρμόζονται ανά δάνειο, καθορίζουν το τμήμα του δανείου που συμβάλλει στην κάλυψη των υποχρεώσεων που συνδέονται με το καλυμμένο ομόλογο, και εφαρμόζονται για όλη τη διάρκεια του δανείου.»·

    γ)

    η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «3.   Για τα ακίνητα και τα πλοία που δίνονται σε εξασφάλιση καλυμμένων ομολόγων που συμμορφώνονται με τον παρόντα κανονισμό, τηρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 208. Η παρακολούθηση των αξιών της περιουσίας σύμφωνα με το άρθρο 208 παράγραφος 3 στοιχείο α) διεξάγεται τακτικά και τουλάχιστον ετησίως για όλα τα ακίνητα και τα πλοία.»·

    δ)

    παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

    «3α.   Εκτός από την εξασφάλισή τους με τα επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού που παρατίθενται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα καλυμμένα ομόλογα υπόκεινται σε ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης ύψους 5 %, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 14) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162.

    Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, το συνολικό ονομαστικό ποσό όλων των στοιχείων κάλυψης όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 4) της εν λόγω οδηγίας είναι τουλάχιστον ίδιας αξίας με το συνολικό ονομαστικό υπόλοιπο των ανεξόφλητων καλυμμένων ομολόγων («αρχή της ονομαστικής αξίας») και αποτελείται από επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

    Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν χαμηλότερο ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης για καλυμμένα ομόλογα ή να εξουσιοδοτήσουν τις αρμόδιες αρχές τους να καθορίσουν ένα τέτοιο επίπεδο, υπό την προϋπόθεση ότι:

    α)

    είτε ο υπολογισμός της υπερεξασφάλισης βασίζεται σε μία τυπική προσέγγιση όπου λαμβάνεται υπόψη ο υποκείμενος κίνδυνος των στοιχείων ενεργητικού, είτε η αποτίμηση των στοιχείων ενεργητικού υπόκειται στην αξία του ενυπόθηκου ακινήτου, και

    β)

    το ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης δεν είναι κατώτερο του 2 %, με βάση την αρχή της ονομαστικής αξίας που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφοι 6 και 7 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162.

    Τα στοιχεία ενεργητικού που συμβάλλουν στο ελάχιστο επίπεδο υπερεξασφάλισης δεν υπόκεινται στα όρια μεγέθους ανοίγματος που καθορίζονται στην παράγραφο 1α και δεν συνυπολογίζονται στα εν λόγω όρια.

    3β.   Τα επιλέξιμα στοιχεία ενεργητικού που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μπορούν να περιλαμβάνονται στα συνολικά στοιχεία κάλυψης ως στοιχεία ενεργητικού υποκατάστασης όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 13) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162, με την επιφύλαξη των ορίων για την πιστωτική ποιότητα και το μέγεθος ανοίγματος που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 1α του παρόντος άρθρου.»·

    ε)

    οι παράγραφοι 6 και 7 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «6.   Τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2007 δεν υπόκεινται στις απαιτήσεις των παραγράφων 1, 1α, 3, 3α και 3β. Είναι επιλέξιμα για προνομιακή αντιμετώπιση δυνάμει των παραγράφων 4 και 5 έως τη λήξη τους.

    7.   Τα καλυμμένα ομόλογα που έχουν εκδοθεί πριν από τις 8 Ιουλίου 2022 και τα οποία συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία έκδοσής τους δεν υπόκεινται στις απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 3α και 3β. Είναι επιλέξιμα για προνομιακή αντιμετώπιση δυνάμει των παραγράφων 4 και 5 έως τη λήξη τους.»·

    2)

    στο άρθρο 416 παράγραφος 2 στοιχείο α), το σημείο ii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «ii)

    είναι καλυμμένα ομόλογα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162 εκτός από τα αναφερόμενα στο σημείο i) του παρόντος στοιχείου,»·

    3)

    στο άρθρο 425, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «1.   Τα ιδρύματα αναφέρουν τις εισροές ρευστότητάς τους. Οι εισροές ρευστότητας δεν υπερβαίνουν το 75 % των εκροών ρευστότητας. Τα ιδρύματα μπορούν να εξαιρούν από το εν λόγω όριο τις εισροές ρευστότητας από καταθέσεις που κατέχουν σε άλλα ιδρύματα οι οποίες εμπίπτουν στην αντιμετώπιση που καθορίζεται στο άρθρο 113 παράγραφος 6 ή 7 του παρόντος κανονισμού.

    Τα ιδρύματα μπορούν να εξαιρούν από το εν λόγω όριο τις εισροές ρευστότητας από ποσά οφειλόμενα από δανειολήπτες και επενδυτές ομολόγων όπου οι εν λόγω εισροές συνδέονται με ενυπόθηκη πίστωση χρηματοδοτούμενη με ομόλογα επιλέξιμα για την αντιμετώπιση που καθορίζεται στο άρθρο 129 παράγραφος 4, 5 ή 6 του παρόντος κανονισμού ή με καλυμμένα ομόλογα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162. Τα ιδρύματα μπορούν να εξαιρούν τις εισροές από προνομιακά δάνεια τα οποία τα ιδρύματα έχουν επανεκχωρήσει άμεσα. Με την επιφύλαξη της προηγούμενης έγκρισης της αρμόδιας αρχής που είναι υπεύθυνη για την εποπτεία σε ατομική βάση, το ίδρυμα μπορεί να εξαιρεί πλήρως ή εν μέρει τις εισροές, όταν ο πάροχος ρευστότητας είναι μητρικό ή θυγατρικό ίδρυμα του ιδρύματος, μητρική ή θυγατρική επιχείρηση επενδύσεων του ιδρύματος ή άλλη θυγατρική του ίδιου μητρικού ιδρύματος ή της ίδιας επιχείρησης επενδύσεων ή συνδέεται με το ίδρυμα όπως ορίζεται στο άρθρο 22 παράγραφος 7 της οδηγίας (ΕΕ) 2013/34/ΕΕ.»·

    4)

    στο άρθρο 427 παράγραφος 1 στοιχείο β), το σημείο x) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «x)

    υποχρεώσεις οι οποίες προκύπτουν από εκδοθέντες τίτλους που υπάγονται στην αντιμετώπιση που καθορίζεται στο άρθρο 129 παράγραφος 4 ή 5 του παρόντος κανονισμού ή από καλυμμένα ομόλογα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162,»·

    5)

    στο άρθρο 428 παράγραφος 1 στοιχείο η), το σημείο iii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «iii)

    χρηματοδοτούνται ισόποσα (άμεση επανεκχώρηση) μέσω ομολόγων επιλέξιμων για την αντιμετώπιση που καθορίζεται στο άρθρο 129 παράγραφος 4 ή 5 του παρόντος κανονισμού ή μέσω καλυμμένων ομολόγων όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162,»·

    6)

    το άρθρο 496 διαγράφεται·

    7)

    στο παράρτημα III σημείο 6, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «γ)

    είναι καλυμμένα ομόλογα όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας (ΕΕ) 2019/2162 πλην όσων αναφέρονται στο στοιχείο β) του παρόντος σημείου.».

    Άρθρο 2

    Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Εφαρμόζεται από τις 8 Ιουλίου 2022.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Στρασβούργο, 27 Νοεμβρίου 2019.

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    D. M. SASSOLI

    Για το Συμβούλιο

    Η Πρόεδρος

    T. TUPPURAINEN


    (1)  ΕΕ C 382 της 23.10.2018, σ. 2.

    (2)  ΕΕ C 367 της 10.10.2018, σ. 56.

    (3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Απριλίου 2019 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 8ης Νοεμβρίου 2019.

    (4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

    (5)  Οδηγία (ΕΕ) 2019/2162 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, σχετικά με την έκδοση καλυμμένων ομολόγων και τη δημόσια εποπτεία καλυμμένων ομολόγων και την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ και 2014/59/ΕΕ (βλέπε σελίδα 29 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

    (6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).


    Top