Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32019R2130

    Εκτελεστικόσ Κανονισμόσ (ΕΕ) 2019/2130 της Επιτροπής της 25ης Νοεμβρίου 2019 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με τις ενέργειες που πρέπει να πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια και μετά τη διενέργεια των ελέγχων εγγράφων, των ελέγχων ταυτότητας και των φυσικών ελέγχων σε ζώα και αγαθά που υπόκεινται σε επίσημους ελέγχους σε συνοριακούς σταθμούς ελέγχου (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    ΕΕ L 321 της 12.12.2019, p. 128–138 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2019/2130/oj

    12.12.2019   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 321/128


    ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/2130 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

    της 25ης Νοεμβρίου 2019

    για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με τις ενέργειες που πρέπει να πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια και μετά τη διενέργεια των ελέγχων εγγράφων, των ελέγχων ταυτότητας και των φυσικών ελέγχων σε ζώα και αγαθά που υπόκεινται σε επίσημους ελέγχους σε συνοριακούς σταθμούς ελέγχου

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (EE) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2017, για τους επίσημους ελέγχους και τις άλλες επίσημες δραστηριότητες που διενεργούνται με σκοπό την εξασφάλιση της εφαρμογής της νομοθεσίας για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές και των κανόνων για την υγεία και την καλή μεταχείριση των ζώων, την υγεία των φυτών και τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, για την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 999/2001, (ΕΚ) αριθ. 396/2005, (ΕΚ) αριθ. 1069/2009, (ΕΚ) αριθ. 1107/2009, (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, (EE) αριθ. 652/2014, (ΕΕ) 2016/429 και (ΕΕ) 2016/2031, των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1099/2009 και των οδηγιών του Συμβουλίου 98/58/ΕΚ, 1999/74/ΕΚ, 2007/43/ΕΚ, 2008/119/ΕΚ και 2008/120/ΕΚ και για την κατάργηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 854/2004 και (ΕΚ) αριθ. 882/2004, των οδηγιών του Συμβουλίου 89/608/ΕΟΚ, 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ, 91/496/ΕΟΚ, 96/23/ΕΚ, 96/93/ΕΚ και 97/78/ΕΚ και της απόφασης 92/438/ΕΟΚ του Συμβουλίου (κανονισμός για τους επίσημους ελέγχους) (1), και ιδίως το άρθρο 52,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/625 θεσπίζει τους κανόνες για τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών όταν διενεργούν επίσημους ελέγχους στα ζώα και τα αγαθά που εισέρχονται στην Ένωση προκειμένου να εξακριβωθεί η συμμόρφωση με την ενωσιακή νομοθεσία για την αγροδιατροφική αλυσίδα.

    (2)

    Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/625, τα φορτία των κατηγοριών ζώων και αγαθών που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 υπόκεινται σε επίσημους ελέγχους στους συνοριακούς σταθμούς ελέγχου για επίσημους ελέγχους, εκτός εάν απαλλάσσονται από τους εν λόγω ελέγχους βάσει του άρθρου 48 του εν λόγω κανονισμού. Οι εν λόγω επίσημοι έλεγχοι πρέπει να περιλαμβάνουν ελέγχους εγγράφων, ελέγχους ταυτότητας και φυσικούς ελέγχους. Για να εξασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή των άρθρων 49, 50 και 51 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και η αποτελεσματική διενέργεια των επίσημων ελέγχων στις κατηγορίες ζώων και αγαθών που αναφέρονται ανωτέρω, θα πρέπει να θεσπιστούν στον παρόντα κανονισμό λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την εκτέλεση των ελέγχων εγγράφων, των ελέγχων ταυτότητας και των φυσικών ελέγχων στους συνοριακούς σταθμούς ελέγχου.

    (3)

    Οι κανόνες σχετικά με τις ενέργειες που πρέπει να διενεργούνται κατά τη διάρκεια και μετά τη λήξη των ελέγχων εγγράφων, των ελέγχων ταυτότητας και των φυσικών ελέγχων στους συνοριακούς σταθμούς ελέγχου των σημείων άφιξης ή ελέγχου θα πρέπει επίσης να εφαρμόζονται σε ορισμένες κατηγορίες τροφίμων και ζωοτροφών μη ζωικής προέλευσης που υπόκεινται σε προσωρινή αύξηση των ελέγχων, άλλους όρους εισόδου στην Ένωση και μέτρα έκτακτης ανάγκης τα οποία προβλέπονται στις πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχεία δ), ε) και στ) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.

    (4)

    Οι ενέργειες που διενεργούνται κατά τους ελέγχους εγγράφων, τους ελέγχους ταυτότητας και τους φυσικούς ελέγχους πριν από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές και διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο εκτέλεσης των ελέγχων. Ως εκ τούτου, οι κανόνες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να βασίζονται στις ίδιες αρχές όπως οι απαιτήσεις για τη διενέργεια των ελέγχων εγγράφων, των ελέγχων ταυτότητας και των φυσικών ελέγχων που προβλέπονται στις οδηγίες 91/496/ΕΟΚ (2), 97/78/ΕΚ (3) και 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου (4), στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 136/2004 (5) και (ΕΚ) αριθ. 282/2004 (6) της Επιτροπής και στην απόφαση 97/794/ΕΚ της Επιτροπής (7).

    (5)

    Όλα τα σχετικά έγγραφα τα οποία πρέπει να συνοδεύουν τα φορτία των κατηγοριών ζώων και αγαθών που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 θα πρέπει να ελέγχονται ώστε να διασφαλίζεται ότι βασίζονται στο σχετικό υπόδειγμα του εγγράφου, ότι πληρούνται οι γενικές απαιτήσεις πιστοποίησης και ότι παρέχουν τις εγγυήσεις που απαιτούνται βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας ή των εφαρμοστέων εθνικών κανόνων.

    (6)

    Όταν τα φορτία ορισμένων κατηγοριών αγαθών που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 εισέρχονται στην Ένωση, η ενωσιακή νομοθεσία προβλέπει ότι πρέπει να διενεργούνται εργαστηριακές αναλύσεις, δοκιμές ή διαγνώσεις ή ότι τα μέσα μεταφοράς πρέπει να σφραγίζονται για να εξασφαλίζεται υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και να προλαμβάνεται οποιοσδήποτε κίνδυνος για τη δημόσια υγεία, την υγεία των ζώων και των φυτών. Στις περιπτώσεις αυτές, τα αποτελέσματα των εργαστηριακών αναλύσεων, δοκιμών ή διαγνώσεων ή οι αριθμοί των σφραγίδων θα πρέπει να καταγράφονται στο κοινό υγειονομικό έγγραφο εισόδου (ΚΥΕΕ).

    (7)

    Για να εξασφαλιστεί η ιχνηλασιμότητα των ζώων και των αγαθών που εισέρχονται στην Ένωση, τα πρωτότυπα και, κατά περίπτωση, τα αντίγραφα των επίσημων πιστοποιητικών ή εγγράφων θα πρέπει να διατηρούνται επί ορισμένο χρονικό διάστημα στον συνοριακό σταθμό ελέγχου της άφιξης στην Ένωση.

    (8)

    Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός θεσπίζει διατάξεις στους τομείς που καλύπτονται από τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 136/2004 και (ΕΚ) αριθ. 282/2004 και την απόφαση 97/794/ΕΚ, οι πράξεις αυτές θα πρέπει να καταργηθούν από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

    (9)

    Ο κανονισμός (ΕΕ) 2017/625 εφαρμόζεται από τις 14 Δεκεμβρίου 2019. Κατά συνέπεια, οι κανόνες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει επίσης να εφαρμόζονται από την ημερομηνία αυτή.

    (10)

    Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής φυτών, ζώων, τροφίμων και ζωοτροφών,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

    Ο παρών κανονισμός καθορίζει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις ενέργειες που πρέπει να πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια και μετά τη διενέργεια των ελέγχων εγγράφων, των ελέγχων ταυτότητας και των φυσικών ελέγχων που αναφέρονται στα άρθρα 49, 50 και 51 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 στα φορτία ζώων και αγαθών των κατηγοριών του άρθρου 47 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού.

    Άρθρο 2

    Λεπτομερείς κανόνες για τους ελέγχους εγγράφων

    1.   Για κάθε φορτίο ζώων και αγαθών που αναφέρεται στο άρθρο 1, η αρμόδια αρχή βεβαιώνει τη χρήση για την οποία προορίζονται τα ζώα και τα αγαθά σύμφωνα με τα επίσημα πιστοποιητικά, τις επίσημες βεβαιώσεις και άλλα έγγραφα που συνοδεύουν το φορτίο, καθώς και τον προορισμό του φορτίου που αναγράφεται στα εν λόγω πιστοποιητικά, βεβαιώσεις και έγγραφα.

    2.   Η αρμόδια αρχή επιθεωρεί όλα τα επίσημα πιστοποιητικά, τις επίσημες βεβαιώσεις και άλλα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 41) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 ή τα ηλεκτρονικά ισοδύναμα που υποβάλλονται στο σύστημα διαχείρισης πληροφοριών για τους επίσημους ελέγχους (IMSOC) που αναφέρεται στο άρθρο 131 του εν λόγω κανονισμού ή μέσω των υφιστάμενων εθνικών συστημάτων, προκειμένου να εξακριβώσει ότι:

    α)

    εκδίδονται από την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας, κατά περίπτωση·

    β)

    πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 89 παράγραφος 1 και στο άρθρο 91 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και στις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 90 του εν λόγω κανονισμού·

    γ)

    αντιστοιχούν στο υπόδειγμα που καθορίζεται από τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625·

    δ)

    οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στα πιστοποιητικά ή τα έγγραφα συμμορφώνονται με τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.

    3.   Η αρμόδια αρχή ελέγχει αν ο υπεύθυνος επιχείρησης που φέρει την ευθύνη για το φορτίο έχει συμπληρώσει πλήρως και σωστά το σχετικό τμήμα του κοινού υγειονομικού εγγράφου εισόδου (ΚΥΕΕ), όπως απαιτείται από το άρθρο 56 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, και αν οι πληροφορίες που αυτό περιέχει αντιστοιχούν στις πληροφορίες που παρέχονται στα επίσημα πιστοποιητικά, στις επίσημες βεβαιώσεις και σε άλλα έγγραφα που συνοδεύουν το φορτίο.

    Άρθρο 3

    Λεπτομερείς κανόνες για τους ελέγχους ταυτότητας

    1.   Κατά τη διενέργεια ελέγχων ταυτότητας στα φορτία ζώων και αγαθών που αναφέρονται στο άρθρο 1, η αρμόδια αρχή επαληθεύει ότι τα ακόλουθα στοιχεία αντιστοιχούν στις πληροφορίες που παρέχονται στα επίσημα πιστοποιητικά, στις επίσημες βεβαιώσεις και στα λοιπά έγγραφα που συνοδεύουν τα φορτία:

    α)

    ο αριθμός των ζώων, το είδος, η φυλή, το φύλο, η ηλικία και η κατηγορία, κατά περίπτωση·

    β)

    το περιεχόμενο των φορτίων·

    γ)

    η ποσότητα των φορτίων·

    δ)

    οι κατάλληλες σφραγίδες και αναγνωριστικά σήματα ή κωδικοί, κατά περίπτωση·

    ε)

    η ταυτοποίηση του μέσου μεταφοράς, κατά περίπτωση·

    στ)

    οι σφραγίδες επί των εμπορευματοκιβωτίων ή των μεταφορικών μέσων, κατά περίπτωση.

    2.   Για τα φορτία προϊόντων ζωικής προέλευσης, ζωικού αναπαραγωγικού υλικού, ζωικών υποπροϊόντων, παράγωγων προϊόντων, σανού και άχυρου και σύνθετων προϊόντων, οι έλεγχοι ταυτότητας μπορεί να περιορίζονται στα στοιχεία ε) και στ) της παραγράφου 1 στις περιπτώσεις που:

    α)

    τα φορτία δεν επιλεγούν για φυσικούς ελέγχους·

    β)

    τα φορτία έχουν φορτωθεί σε μονάδες μεταφοράς που είναι κλειστές και ασφαλισμένες με σφραγίδα·

    γ)

    οι σφραγίδες σε εμπορευματοκιβώτια ή μεταφορικά μέσα είναι άθικτες και δεν έχουν παραποιηθεί·

    δ)

    οι σφραγίδες σε εμπορευματοκιβώτια ή μεταφορικά μέσα τοποθετήθηκαν από την αρμόδια αρχή ή υπό την επίβλεψη της αρχής αυτής, η οποία και εκδίδει το επίσημο πιστοποιητικό· και

    ε)

    οι πληροφορίες που αναγράφονται στις σφραγίδες αντιστοιχούν σε εκείνες που παρέχονται στο συνοδευτικό επίσημο πιστοποιητικό που απαιτείται από τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.

    3.   Για τα φορτία προϊόντων ζωικής προέλευσης, ζωικού αναπαραγωγικού υλικού, ζωικών υποπροϊόντων, παράγωγων προϊόντων, σανού και άχυρου και σύνθετων προϊόντων, η επιλογή των τεμαχίων ή των συσκευασιών για τους ελέγχους ταυτότητας καλύπτει το 1 % των τεμαχίων ή των συσκευασιών ενός φορτίου, με ελάχιστο αριθμό δύο και μέγιστο 10 τεμαχίων ή συσκευασιών. Όταν, βάσει επιλεγμένων τεμαχίων ή συσκευασιών, η αρμόδια αρχή δεν είναι σε θέση να ολοκληρώσει τον έλεγχο ταυτότητας, ο αριθμός τεμαχίων ή συσκευασιών προς έλεγχο μπορεί να αυξηθεί ώστε να διενεργηθεί διεξοδικότερος έλεγχος και μπορεί να φθάσει τον συνολικό αριθμό τεμαχίων ή συσκευασιών του οικείου φορτίου.

    4.   Για τα φορτία ζώων, οι έλεγχοι ταυτότητας βασίζονται στους ακόλουθους κανόνες:

    α)

    για τα ζώα για τα οποία απαιτείται ατομική ταυτοποίηση βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας, από το φορτίο επιλέγεται τουλάχιστον το 10 % των ζώων με ελάχιστο αριθμό 10 ζώων, ώστε να αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα. Εάν το φορτίο περιλαμβάνει λιγότερα από δέκα ζώα, οι έλεγχοι αυτοί πρέπει να διενεργούνται σε κάθε ζώο του φορτίου·

    β)

    για τα ζώα για τα οποία δεν απαιτείται ατομική ταυτοποίηση από την ενωσιακή νομοθεσία, η σήμανση ελέγχεται με αντιπροσωπευτικό αριθμό συσκευασιών ή εμπορευματοκιβωτίων·

    γ)

    εάν οι έλεγχοι ταυτότητας που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) δεν ήταν ικανοποιητικοί, ο αριθμός των ζώων προς έλεγχο αυξάνεται και μπορεί να φθάσει τον συνολικό αριθμό των ζώων του συγκεκριμένου φορτίου.

    5.   Τα φορτία εκφορτώνονται εν μέρει ή πλήρως από το μεταφορικό μέσο στις περιπτώσεις που είναι απαραίτητο να υπάρχει πλήρης πρόσβαση στο σύνολο του φορτίου για τους σκοπούς των ελέγχων ταυτότητας.

    Άρθρο 4

    Λεπτομερείς κανόνες για τους φυσικούς ελέγχους

    1.   Κατά τη διενέργεια φυσικών ελέγχων στα φορτία ζώων και αγαθών που αναφέρονται στο άρθρο 1, η αρμόδια αρχή επαληθεύει ότι τα φορτία συμμορφώνονται με τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και εφαρμόζονται στα συγκεκριμένα ζώα ή αγαθά, καθώς και με τις ειδικές απαιτήσεις που ορίζονται στα σχετικά επίσημα πιστοποιητικά, στις επίσημες βεβαιώσεις και σε άλλα έγγραφα.

    2.   Τα φορτία εκφορτώνονται εν μέρει ή πλήρως από το μεταφορικό μέσο, όπου είναι απαραίτητο να υπάρχει πρόσβαση στο σύνολο του φορτίου για τους σκοπούς των φυσικών ελέγχων.

    3.   Οι φυσικοί έλεγχοι σε ζώα διενεργούνται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού.

    4.   Οι φυσικοί έλεγχοι σε προϊόντα ζωικής προέλευσης, ζωικό αναπαραγωγικό υλικό, ζωικά υποπροϊόντα, παράγωγα προϊόντα, σανό και άχυρα και σύνθετα προϊόντα, καθώς και στα τρόφιμα και τις ζωοτροφές μη ζωικής προέλευσης που υπόκεινται σε προσωρινή αύξηση των ελέγχων, άλλους όρους εισόδου στην Ένωση και μέτρα έκτακτης ανάγκης τα οποία προβλέπονται στις πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχεία δ), ε) και στ) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, διενεργούνται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού.

    5.   Οι εργαστηριακές δοκιμές για την ανίχνευση κινδύνων σε προϊόντα ζωικής προέλευσης, ζωικό αναπαραγωγικό υλικό, ζωικά υποπροϊόντα, παράγωγα προϊόντα, σανό και άχυρο και σύνθετα προϊόντα διενεργούνται σύμφωνα με το σχέδιο παρακολούθησης που αναφέρεται στο σημείο 5 του παραρτήματος II.

    6.   Οι φυσικοί έλεγχοι σε φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 και, κατά περίπτωση, σε μέτρα έκτακτης ανάγκης που προβλέπονται στις πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του εν λόγω κανονισμού διενεργούνται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού.

    7.   Τα ακόλουθα φορτία ζώων επιτρέπεται να διατίθενται στην αγορά πριν καταστούν διαθέσιμα τα αποτελέσματα των εργαστηριακών δοκιμών που διενεργούνται κατά τη διάρκεια φυσικών ελέγχων:

    α)

    φορτία οπληφόρων που υποβάλλονται σε δειγματοληψία σύμφωνα με τις απαιτήσεις δειγματοληψίας που αναφέρονται στο μέρος III του παραρτήματος I, όταν για τα εν λόγω οπληφόρα δεν υπάρχουν υπόνοιες ότι παρουσιάζουν άμεσο κίνδυνο για τη δημόσια υγεία ή την υγεία των ζώων· και

    β)

    φορτία άλλων ζώων που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, όταν για τα εν λόγω ζώα δεν υπάρχουν υπόνοιες ότι παρουσιάζουν άμεσο κίνδυνο για τη δημόσια υγεία ή την υγεία των ζώων.

    8.   Τα φορτία αγαθών που υποβάλλονται σε δοκιμή σύμφωνα με το σχέδιο παρακολούθησης που αναφέρεται στην παράγραφο 5, για τα οποία δεν υπάρχουν υπόνοιες ότι παρουσιάζουν άμεσο κίνδυνο για τη δημόσια υγεία ή την υγεία των ζώων, μπορούν να διατίθενται στην αγορά πριν καταστούν διαθέσιμα τα αποτελέσματα των εργαστηριακών δοκιμών.

    9.   Όπου λαμβάνονται δείγματα από φορτία φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 για εργαστηριακή ανάλυση κατά τη διάρκεια φυσικών ελέγχων και δεν υπάρχουν υπόνοιες για άμεσο κίνδυνο για την υγεία των φυτών, τα εν λόγω φορτία μπορούν να διατίθενται στην αγορά πριν καταστούν διαθέσιμα τα αποτελέσματα των εργαστηριακών δοκιμών.

    Άρθρο 5

    Ενέργειες που πρέπει να εκτελούνται μετά τον έλεγχο εγγράφων, τους ελέγχους ταυτότητας και τους φυσικούς ελέγχους

    1.   Μετά την ολοκλήρωση των ελέγχων που προβλέπονται στο άρθρο 49 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, η αρμόδια αρχή:

    α)

    κλείνει και προσδιορίζει με επίσημο σήμα τις συσκευασίες που άνοιξε για τους ελέγχους ταυτότητας ή τους φυσικούς ελέγχους·

    β)

    στις περιπτώσεις που απαιτούνται από την ενωσιακή νομοθεσία, σφραγίζει τα μέσα μεταφοράς και καταχωρίζει τον αριθμό σφραγίδας στο ΚΥΕΕ.

    2.   Οι αρμόδιες αρχές καταχωρίζουν στο ΚΥΕΕ όλα τα αποτελέσματα των εργαστηριακών αναλύσεων, δοκιμών ή διαγνώσεων, αμέσως μόλις καταστούν διαθέσιμα, των φορτίων που υποβλήθηκαν σε δοκιμή και διατέθηκαν στην αγορά πριν καταστούν διαθέσιμα τα αποτελέσματα των εργαστηριακών δοκιμών.

    3.   Τα πρωτότυπα επίσημα πιστοποιητικά ή έγγραφα, ή τα ηλεκτρονικά ισοδύναμα που αναφέρονται στο άρθρο 50 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, φυλάσσονται από την αρμόδια αρχή του συνοριακού σταθμού ελέγχου άφιξης στην Ένωση για τουλάχιστον τρία έτη από την ημερομηνία κατά την οποία επιτράπηκε η είσοδος των φορτίων στην Ένωση.

    Ωστόσο, το πρωτότυπο πιστοποιητικό ή τα πρωτότυπα έγγραφα για τα φυτά, τα φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 μπορεί να διατηρούνται σε μέσα ηλεκτρονικής αποθήκευσης πληροφοριών, με την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πληροφορίες παράγονται από την αρμόδια αρχή με βάση το πρωτότυπο πιστοποιητικό ή τα πρωτότυπα έγγραφα. Στις περιπτώσεις αυτές το πρωτότυπο πιστοποιητικό ή έγγραφο ακυρώνεται ή καταστρέφεται από την αρμόδια αρχή.

    4.   Όταν οι κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 δεν απαιτούν τα πρωτότυπα πιστοποιητικά ή έγγραφα να προσκομιστούν και τηρούνται από την αρμόδια αρχή, αντίγραφο του πρωτότυπου επίσημου πιστοποιητικού ή των πρωτότυπων εγγράφων που αναφέρονται στο άρθρο 50 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 φυλάσσεται από την αρμόδια αρχή του συνοριακού σταθμού ελέγχου άφιξης στην Ένωση σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή για τουλάχιστον τρία έτη από την ημερομηνία κατά την οποία τα φορτία έλαβαν άδεια εισόδου στην Ένωση ή για περαιτέρω μεταφορά.

    Άρθρο 6

    Καταργήσεις

    1.   Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 282/2004 και η απόφαση 97/794/ΕΚ καταργούνται από τις 14 Δεκεμβρίου 2019.

    2.   Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 136/2004 καταργείται από τις 14 Δεκεμβρίου 2019.

    Ωστόσο, το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 136/2004 εξακολουθεί να εφαρμόζεται έως τις 20 Απριλίου 2021 όσον αφορά τον κατάλογο των χωρών που εγκρίνονται και απαριθμούνται στο παράρτημα V του εν λόγω κανονισμού.

    Άρθρο 7

    Έναρξη ισχύος και ημερομηνία εφαρμογής

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Εφαρμόζεται από τις 14 Δεκεμβρίου 2019.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 25 Νοεμβρίου 2019.

    Για την Επιτροπή

    Ο Πρόεδρος

    Jean-Claude JUNCKER


    (1)  ΕΕ L 95 της 7.4.2017, σ. 1.

    (2)  Οδηγία 91/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, για τον καθορισμό των βασικών αρχών σχετικά με την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των ζώων προέλευσης τρίτων χωρών που εισάγονται στην Κοινότητα και περί τροποποίησης των οδηγιών 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ και 90/675/ΕΟΚ (ΕΕ L 268 της 24.9.1991, σ. 56).

    (3)  Οδηγία 97/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1997, για καθορισμό των αρχών οργανώσεως των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων που εισάγονται στην Κοινότητα από τρίτες χώρες (ΕΕ L 24 της 30.1.1998, σ. 9).

    (4)  Οδηγία 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2000, περί μέτρων κατά της εισαγωγής στην Κοινότητα οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα και κατά της εξάπλωσής τους στο εσωτερικό της Κοινότητας (ΕΕ L 169 της 10.7.2000, σ. 1).

    (5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 136/2004 της Επιτροπής, της 22ας Ιανουαρίου 2004, για τη θέσπιση διαδικασιών κτηνιατρικών ελέγχων στους συνοριακούς σταθμούς επιθεώρησης της Κοινότητας κατά την εισαγωγή προϊόντων που προέρχονται από τρίτες χώρες (ΕΕ L 21 της 28.1.2004, σ. 11).

    (6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 282/2004 της Επιτροπής, της 18ης Φεβρουαρίου 2004, για την καθιέρωση ενός εγγράφου για τη δήλωση και τον κτηνιατρικό έλεγχο των ζώων προελεύσεως τρίτων χωρών που εισέρχονται στην Κοινότητα (ΕΕ L 49 της 19.2.2004, σ. 11).

    (7)  Απόφαση 97/794/ΕΚ της Επιτροπής, της 12ης Νοεμβρίου 1997, περί καθορισμού ορισμένων λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή της οδηγίας 91/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τους κτηνιατρικούς ελέγχους σε ζώντα ζώα που εισάγονται από τρίτες χώρες (ΕΕ L 323 της 26.11.1997, σ. 31).


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    Λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις ενέργειες που πρέπει να διενεργούνται κατά τη διάρκεια των φυσικών ελέγχων των ζώων που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3

    I.   Επιθεώρηση της καταλληλότητας των ζώων για περαιτέρω μεταφορά

    1.

    Αξιολογούνται συνολικά όλα τα ζώα μέσω οπτικής επιθεώρησης προκειμένου να αξιολογηθεί η καταλληλότητά τους για περαιτέρω μεταφορά, λαμβάνοντας υπόψη το μήκος της διαδρομής που έχει ήδη διανυθεί, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμίσεων για χορήγηση τροφής και νερού και για ανάπαυση που είχαν προβλεφθεί. Λαμβάνεται επίσης υπόψη το μήκος της διαδρομής που απομένει να διανυθεί, συμπεριλαμβανομένων των προτεινόμενων ρυθμίσεων για χορήγηση τροφής, νερού και για ανάπαυση κατά τη διάρκεια του τμήματος αυτού της διαδρομής.

    2.

    Ο τρόπος μεταφοράς των ζώων και το ημερολόγιο ταξιδίου ελέγχονται για να διαπιστωθεί η συμμόρφωση με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1/2005 του Συμβουλίου (1).

    ΙΙ.   Κλινική εξέταση

    1.

    Η κλινική εξέταση των ζώων συνίσταται σε οπτική εξέταση όλων των ζώων και περιλαμβάνει τουλάχιστον:

    α)

    οπτική εξέταση των ζώων, που περιλαμβάνει γενική αξιολόγηση της κατάστασης της υγείας τους, της ικανότητάς τους να κινούνται ελεύθερα, της κατάστασης του δέρματος και των βλεννογόνων τους και τυχόν στοιχεία μη φυσιολογικών εκκρίσεων·

    β)

    παρακολούθηση του αναπνευστικού και του πεπτικού συστήματος·

    γ)

    τυχαία παρακολούθηση της θερμοκρασίας του σώματος στις περιπτώσεις που έχουν διαπιστωθεί ανωμαλίες σύμφωνα με τα στοιχεία α) ή β)·

    δ)

    ψηλάφηση στις περιπτώσεις που έχουν διαπιστωθεί ανωμαλίες σύμφωνα με τα στοιχεία α), β) ή γ).

    2.

    Τα φορτία ζώων που προορίζονται για αναπαραγωγή ή εκμετάλλευση υποβάλλονται σε κλινική εξέταση του 10 % τουλάχιστον των ζώων, με κατώτατο όριο τα δέκα ζώα, τα οποία επιλέγονται κατά τρόπο ώστε να είναι αντιπροσωπευτικά της όλης παρτίδας. Εάν το φορτίο περιλαμβάνει λιγότερα από δέκα ζώα, οι έλεγχοι αυτοί πρέπει να διενεργούνται σε κάθε ζώο του φορτίου.

    3.

    Τα φορτία ζώων που προορίζονται για σφαγή υποβάλλονται σε κλινική εξέταση του 5 % τουλάχιστον των ζώων, με κατώτατο όριο τα πέντε ζώα, τα οποία επιλέγονται κατά τρόπο ώστε να είναι αντιπροσωπευτικά όλου του φορτίου. Εάν το φορτίο περιλαμβάνει λιγότερα από πέντε ζώα, οι έλεγχοι αυτοί πρέπει να διενεργούνται σε κάθε ζώο του φορτίου.

    4.

    Ο αριθμός των ζώων που ελέγχονται σύμφωνα με τα σημεία 2 και 3 αυξάνεται και μπορεί να ανέλθει στον συνολικό αριθμό των ζώων του οικείου φορτίου, εάν οι φυσικοί έλεγχοι που έχουν διενεργηθεί δεν έχουν ικανοποιητικό αποτέλεσμα.

    5.

    Τα ακόλουθα ζώα δεν απαιτείται να υποβληθούν σε ατομική κλινική εξέταση:

    πουλερικά,

    πουλιά,

    ζώα υδατοκαλλιέργειας, και όλοι οι ζώντες ιχθύες,

    τρωκτικά,

    λαγόμορφα,

    μέλισσες και άλλα έντομα,

    ερπετά και αμφίβια,

    άλλα ασπόνδυλα,

    ορισμένα ζώα ζωολογικού κήπου και τσίρκου, συμπεριλαμβανομένων των οπληφόρων, τα οποία θεωρούνται επικίνδυνα,

    γουνοφόρα ζώα.

    6.

    Η κλινική εξέταση για τα ζώα που απαριθμούνται στο σημείο 5 συνίσταται στην παρατήρηση της κατάστασης της υγείας και της συμπεριφοράς ολόκληρης της ομάδας ή αντιπροσωπευτικού αριθμού ζώων. Εάν από την ανωτέρω κλινική εξέταση προκύψει ανωμαλία, διενεργείται διεξοδικότερη κλινική εξέταση, συμπεριλαμβανομένης της δειγματοληψίας, κατά περίπτωση.

    7.

    Στην περίπτωση των ζώντων ιχθύων, οστρακόδερμων και μαλακίων, καθώς και των ζώντων ζώων που προορίζονται για επιστημονικά ερευνητικά κέντρα, τα οποία έχουν πιστοποιηθεί ότι δεν φέρουν ειδικούς παθογόνους παράγοντες και τα οποία μεταφέρονται σε σφραγισμένα εμπορευματοκιβώτια υπό ελεγχόμενες συνθήκες περιβάλλοντος, κλινική εξέταση και δειγματοληψία διενεργούνται μόνον εάν θεωρείται ότι υπάρχει συγκεκριμένος κίνδυνος σχετικός με τα εν λόγω είδη ή λόγω της καταγωγής τους ή αν υπάρχει οποιαδήποτε άλλη ανωμαλία.

    ΙΙΙ.   Διαδικασία δειγματοληψίας οπληφόρων

    1.

    Όσον αφορά τα φορτία οπληφόρων, η δειγματοληψία με σκοπό τον έλεγχο της συμμόρφωσης με τις υγειονομικές απαιτήσεις που καθορίζονται στα συνοδευτικά επίσημα πιστοποιητικά ή έγγραφα ή τα ηλεκτρονικά ισοδύναμα πραγματοποιείται ως εξής:

    α)

    τουλάχιστον το 3 % των φορτίων που φθάνουν κάθε μήνα στον συνοριακό σταθμό ελέγχου υπόκειται σε ορολογική δειγματοληψία, με εξαίρεση τους εγγεγραμμένους ίππους όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο γ) του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/659 της Επιτροπής (2), και συνοδεύεται από ατομικό υγειονομικό πιστοποιητικό που βεβαιώνει τη συμμόρφωση με τις ζωοϋγειονομικές απαιτήσεις που ορίζονται στον εν λόγω εκτελεστικό κανονισμό. Δείγμα πρέπει να λαμβάνεται τουλάχιστον από το 10 % των ζώων κάθε φορτίου, με κατώτατο όριο τα τέσσερα ζώα. Εάν η αρμόδια αρχή έχει λόγους να υποπτεύεται ότι η δειγματοληψία αυτή δεν είναι οριστική, το ποσοστό αυτό αυξάνεται και μπορεί να φθάσει τον συνολικό αριθμό ζώων του συγκεκριμένου φορτίου.

    β)

    Ύστερα από αξιολόγηση κινδύνου από τον επίσημο κτηνίατρο ή όταν προβλέπεται από την ενωσιακή νομοθεσία, τα αναγκαία δείγματα μπορούν να λαμβάνονται από οποιοδήποτε ζώο φορτίου που υποβάλλεται σε επίσημους ελέγχους.

    γ)

    Οι αναγκαίες εργαστηριακές δοκιμές, οι οποίες διενεργούνται με σκοπό την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις ζωοϋγειονομικές απαιτήσεις ή, κατά περίπτωση, την ύπαρξη καταλοίπων και προσμείξεων, διενεργούνται χωρίς καθυστέρηση.


    (1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1/2005 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2004, για την προστασία των ζώων κατά τη μεταφορά και συναφείς δραστηριότητες και για την τροποποίηση των οδηγιών 64/432/ΕΟΚ και 93/119/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/97 (ΕΕ L 3 της 5.1.2005, σ. 1).

    (2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/659 της Επιτροπής, της 12ης Απριλίου 2018, σχετικά με τους όρους για την είσοδο ζώντων ιπποειδών και σπέρματος, ωαρίων και εμβρύων ιπποειδών στην Ένωση (ΕΕ L 110 της 30.4.2018, σ. 1).


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    Λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις ενέργειες που πρέπει να διενεργούνται κατά τη διάρκεια των φυσικών ελέγχων των αγαθών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 4

    1.   

    Η αρμόδια αρχή διενεργεί φυσικούς ελέγχους για να επαληθεύσει:

    α)

    ότι οι όροι μεταφοράς διασφάλισαν τη σωστή συντήρηση των αγαθών, λαμβανομένου υπόψη του σκοπού τους·

    β)

    ότι, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, διατηρήθηκε το εύρος θερμοκρασιών που απαιτεί η ενωσιακή νομοθεσία και δεν υπήρχαν ελλείψεις ή διαλείψεις στην ψυκτική αλυσίδα, μέσω της εξέτασης των καταγραφών του εύρους θερμοκρασιών κατά τη διάρκεια της μεταφοράς·

    γ)

    την ακεραιότητα του υλικού συσκευασίας.

    2.   

    Η αρμόδια αρχή διενεργεί φυσικούς ελέγχους για να επαληθεύσει ότι η επισήμανση της ημερομηνίας ελάχιστης διατηρησιμότητας συμμορφώνεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1).

    Η αρμόδια αρχή μπορεί να διενεργεί φυσικούς ελέγχους για να επαληθεύσει ότι η επισήμανση συμμορφώνεται με άλλες απαιτήσεις που καθορίζονται στους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625.

    3.   

    Η αρμόδια αρχή επαληθεύει ότι τα αγαθά είναι κατάλληλα για χρήση για τον προβλεπόμενο σκοπό και ότι τα χαρακτηριστικά τους δεν έχουν μεταβληθεί κατά τη μεταφορά, μέσω:

    α)

    οργανοληπτικής εξέτασης της οσμής, του χρώματος, της σύστασης ή της γεύσης των αγαθών· ή

    β)

    απλές φυσικές ή χημικές δοκιμές με τεμαχισμό, απόψυξη ή μαγείρεμα των αγαθών· ή

    γ)

    εργαστηριακών δοκιμών.

    4.   

    Όσον αφορά τα φορτία προϊόντων ζωικής προέλευσης, ζωικού αναπαραγωγικού υλικού, ζωικών υποπροϊόντων, παράγωγων προϊόντων, σανού και άχυρου και σύνθετων προϊόντων, η αρμόδια αρχή εκτελεί τις ενέργειες που αναφέρονται στο σημείο 3 ως εξής:

    α)

    πριν από την εκτέλεση των ενεργειών που αναφέρονται στο σημείο 3, συλλέγονται ορισμένα τεμάχια ή συσκευασίες, ή δείγματα σε περίπτωση χύδην προϊόντων·

    β)

    η επιλογή των δειγμάτων για εξέταση που αναφέρεται στο σημείο 3 στοιχεία α) και β) καλύπτει το 1 % των τεμαχίων ή των συσκευασιών ενός φορτίου, με ελάχιστο αριθμό δύο τεμαχίων ή συσκευασιών και έως 10 τεμάχια ή συσκευασίες. Εάν είναι αναγκαίο, η αρμόδια αρχή μπορεί να αυξήσει τον αριθμό των τεμαχίων ή των συσκευασιών προς έλεγχο για τη διενέργεια εκτενέστερων ελέγχων·

    γ)

    οι δοκιμές που αναφέρονται στο σημείο 3 στοιχεία β) και γ) διεξάγονται σε σειρά δειγμάτων που επιλέγονται κατά τρόπο ώστε να είναι αντιπροσωπευτικά του συνόλου του φορτίου.

    5.   

    Για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 4 παράγραφος 5, η αρμόδια αρχή καταρτίζει σχέδιο παρακολούθησης με στόχο την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, και ιδίως για τον εντοπισμό κινδύνων με την αναφορά των προς εξέταση αγαθών και τη δοκιμή που πρόκειται να λάβει χώρα, και διενεργεί τις εργαστηριακές δοκιμές που αναφέρονται στο σημείο 3 στοιχείο γ) σύμφωνα με το εν λόγω σχέδιο.

    Το εν λόγω σχέδιο παρακολούθησης βασίζεται στον κίνδυνο, λαμβανομένων υπόψη όλων των σχετικών παραμέτρων, όπως η φύση των αγαθών, ο κίνδυνος που αντιπροσωπεύουν, η συχνότητα και ο αριθμός των εισερχόμενων φορτίων και τα αποτελέσματα της προηγούμενης παρακολούθησης.

    6.   

    Όσον αφορά τα φορτία τροφίμων και ζωοτροφών μη ζωικής προέλευσης που υπόκεινται σε μέτρα που προβλέπουν οι πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχεία δ), ε) και στ) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625, η αρμόδια αρχή διενεργεί φυσικούς ελέγχους σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες:

    α)

    οι φυσικοί έλεγχοι περιλαμβάνουν εργαστηριακές δοκιμές σύμφωνα με τις πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχεία δ), ε) και στ) του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625·

    β)

    οι φυσικοί έλεγχοι διενεργούνται κατά τρόπο ώστε να μην είναι δυνατόν για τους υπεύθυνους των επιχειρήσεων τροφίμων και ζωοτροφών ή τους αντιπροσώπους τους να προβλέψουν κατά πόσον ένα συγκεκριμένο φορτίο θα υποβληθεί σε τέτοιους ελέγχους·

    γ)

    τα αποτελέσματα των φυσικών ελέγχων καθίστανται διαθέσιμα μόλις αυτό καταστεί εφικτό από τεχνική άποψη·

    δ)

    τα φορτία που υποβάλλονται σε δοκιμή πρέπει να τίθενται υπό επίσημη δέσμευση εν αναμονή του αποτελέσματος των εργαστηριακών δοκιμών, εκτός εάν η μετέπειτα μεταφορά στον τόπο τελικού προορισμού έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή στον συνοριακό σταθμό ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 4 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού [2019/2124] της Επιτροπής (2).


    (1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές, την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1924/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1925/2006 και την κατάργηση της οδηγίας 87/250/ΕΟΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 90/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της οδηγίας 1999/10/ΕΚ της Επιτροπής, της οδηγίας 2000/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών της Επιτροπής 2002/67/ΕΚ και 2008/5/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 608/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 304 της 22.11.2011, σ. 18).

    (2)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) [2019/2124] της Επιτροπής, της 10ης Οκτωβρίου 2019, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) 2017/625 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τους κανόνες για τους επίσημους ελέγχους φορτίων ζώων και αγαθών υπό διαμετακόμιση, μεταφόρτωση και περαιτέρω μεταφορά και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 798/2008, (ΕΚ) αριθ. 1251/2008, (ΕΚ) αριθ. 119/2009, (ΕΕ) αριθ. 206/2010, (ΕΕ) αριθ. 605/2010, (ΕΕ) αριθ. 142/2011, (ΕΕ) αριθ. 28/2012 της Επιτροπής, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/759 της Επιτροπής και της απόφασης 2007/777/ΕΚ της Επιτροπής (βλέπε σελίδα 73 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

    Λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τις ενέργειες που πρέπει να διενεργούνται κατά τη διάρκεια των φυσικών ελέγχων σε φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 6

    1.   

    Η αρμόδια αρχή διενεργεί φυσικούς ελέγχους των φορτίων και των παρτίδων τους στο σύνολό τους ή σε αντιπροσωπευτικά δείγματα. Οι ομοιογενείς παρτίδες σε ένα φορτίο προσδιορίζονται βάσει των πληροφοριών που παρέχονται στο επίσημο φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό και λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που αναφέρονται στο σημείο 2.

    2.   

    Η ομοιογένεια μιας παρτίδας, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/2031 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1), προσδιορίζεται με βάση τα ακόλουθα στοιχεία, όπως παρουσιάζονται στο επίσημο φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό:

    καταγωγή,

    καλλιεργητής,

    μονάδα συσκευασίας,

    είδος συσκευασίας,

    γένος, είδος, ποικιλία ή βαθμός ωριμότητας,

    εξαγωγέας,

    περιοχή παραγωγής,

    ρυθμιζόμενοι επιβλαβείς οργανισμοί και τα χαρακτηριστικά τους,

    επεξεργασία στον τόπο καταγωγής,

    είδος επεξεργασίας.

    3.   

    Η δειγματοληψία των παρτίδων ενός φορτίου περιλαμβάνει τον προσδιορισμό της κατάλληλης ανεξάρτητης μονάδας για τη δειγματοληψία. Στην περίπτωση ορισμένων φυτών ή φυτικών προϊόντων, η μονάδα προσδιορίζεται ως εξής:

    φρούτα, υπό τη βοτανική τους έννοια: 1 φρούτο,

    κομμένα άνθη: 1 στέλεχος,

    φυλλώματα, φυλλώδη λαχανικά: 1 φύλλο,

    κόνδυλοι, βολβοί, ριζώματα: 1 κόνδυλος ή βολβός ή ρίζωμα,

    φυτά προς φύτευση: 1 φυτό,

    κλαδιά: 1 κλαδί,

    ξύλο και φλοιός: καθορίζεται κατά περίπτωση, με το μικρότερο τεμάχιο να έχει βάρος τουλάχιστον 1 kg,

    σπόροι: ένας σπόρος.

    Όταν η μονάδα δεν μπορεί να προσδιοριστεί λόγω του μεγέθους, του σχήματος ή του τρόπου συσκευασίας, η μικρότερη μονάδα συσκευασίας ορίζεται ως η μονάδα δειγματοληψίας.

    4.   

    Η δειγματοληψία για φυσικούς ελέγχους που διενεργούνται με οπτική επιθεώρηση πραγματοποιείται στο πλαίσιο των ακόλουθων συστημάτων δειγματοληψίας, ανάλογα με τα αγαθά και όπως αναφέρεται στον σχετικό πίνακα των διεθνών προτύπων για τα φυτοϋγειονομικά μέτρα αριθ. 31 Μεθοδολογίες για τη δειγματοληψία των αποστολών (ISPM 31):

    α)

    έρριζα φυτά προς φύτευση, όχι σε λήθαργο:

    σύστημα δειγματοληψίας ικανό να διαπιστώνει με αξιοπιστία 95 % επίπεδο παρουσίας προσβεβλημένων φυτών ίσο ή μεγαλύτερο από 1 %·

    β)

    φυτά προς φύτευση σε λήθαργο, συμπεριλαμβανομένων των κονδύλων, των βολβών και των ριζωμάτων:

    σύστημα δειγματοληψίας ικανό να διαπιστώνει με αξιοπιστία 95 % επίπεδο παρουσίας προσβεβλημένων φυτών ίσο ή μεγαλύτερο από 2 %·

    γ)

    σπόροι ή φυτικά προϊόντα που πληρούν τις ειδικές προϋποθέσεις που απαριθμούνται στα άρθρα 3 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1756/2004 της Επιτροπής (2):

    σύστημα δειγματοληψίας ικανό να διαπιστώνει με αξιοπιστία 80 % επίπεδο παρουσίας προσβεβλημένων φυτών ίσο ή μεγαλύτερο από 5 %·

    δ)

    άρριζα μοσχεύματα, φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα που δεν εμπίπτουν στα στοιχεία α), β) και γ):

    σύστημα δειγματοληψίας ικανό να διαπιστώνει με αξιοπιστία 95 % επίπεδο παρουσίας προσβεβλημένων φυτών ίσο ή μεγαλύτερο από 5 %·

    ε)

    παρτίδες σπόρων και φυλλωδών λαχανικών μικρότερες ή ίσες με 500 μονάδες:

    σύστημα υπεργεωμετρικής δειγματοληψίας ικανό να διαπιστώνει με αξιοπιστία 95 % επίπεδο παρουσίας προσβεβλημένων φυτών ίσο ή μεγαλύτερο από 10 %.

    5.   

    Κάθε μέτρο που λαμβάνεται λόγω μη συμμόρφωσης σχετίζεται με την παρτίδα που προσδιορίζεται πριν από τους φυσικούς ελέγχους.

    6.   

    Λαμβάνεται ελάχιστη ποσότητα δειγμάτων για τις εργαστηριακές δοκιμές για την ανίχνευση λανθάνουσας μόλυνσης που αφορά φυτά προς φύτευση βάσει ανάλυσης κινδύνου, σύμφωνα με τα ακόλουθα κριτήρια:

    α)

    το ιστορικό του επιπέδου των ενωσιακών επιβλαβών οργανισμών καραντίνας που εντοπίστηκαν και κοινοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) 2016/2031, συμπεριλαμβανομένων των επιβλαβών οργανισμών προτεραιότητας, όπως ορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού, καταγωγής τρίτης χώρας·

    β)

    την εμφάνιση επιβλαβούς οργανισμού προτεραιότητας στην τρίτη χώρα καταγωγής, σύμφωνα με τα διαθέσιμα επιστημονικά στοιχεία·

    γ)

    πληροφορίες διαθέσιμες μέσω του IMSOC.


    (1)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/2031 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2016, σχετικά με προστατευτικά μέτρα κατά των επιβλαβών για τα φυτά οργανισμών, την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 228/2013, (ΕΕ) αριθ. 652/2014 και (ΕΕ) αριθ. 1143/2014, και την κατάργηση των οδηγιών του Συμβουλίου 69/464/ΕΟΚ, 74/647/ΕΟΚ, 93/85/ΕΟΚ, 98/57/ΕΚ, 2000/29/ΕΚ, 2006/91/ΕΚ και 2007/33/ΕΚ ( ΕΕ L 317 της 23.11.2016, σ. 4.).

    (2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1756/2004 της Επιτροπής, της 11ης Οκτωβρίου 2004, για τον καθορισμό των λεπτομερών όρων σχετικά με τις απαιτούμενες αποδείξεις και τα κριτήρια για τον τύπο και το επίπεδο της μείωσης των φυτοϋγειονομικών ελέγχων ορισμένων φυτών, φυτικών προϊόντων ή λοιπών αντικειμένων που απαριθμούνται στο μέρος Β του παραρτήματος V της οδηγίας 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου, ( ΕΕ L 313 της 12.10.2004, σ. 6).


    Top