EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32006R0698

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 698/2006 της Επιτροπής, της 5ης Μαΐου 2006 , για εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 530/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά την αξιολόγηση της ποιότητας των διαρθρωτικών στατιστικών σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΕΕ L 121 της 6.5.2006, p. 30–35 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)
ΕΕ L 330M της 28.11.2006, p. 385–390 (MT)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (BG, RO, HR)

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 01/01/2014

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2006/698/oj

6.5.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 121/30


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 698/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 5ης Μαΐου 2006

για εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 530/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά την αξιολόγηση της ποιότητας των διαρθρωτικών στατιστικών σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 530/1999 του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1999, για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με τις αποδοχές και το κόστος εργασίας (1), και ιδίως το άρθρο 11 σημείο iv),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 530/1999 τέθηκε σε εφαρμογή με τους κανονισμούς της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 452/2000 (2) και (ΕΚ) αριθ. 72/2002 (3), οι οποίοι καθορίζουν το περιεχόμενο και τα κριτήρια αξιολόγησης της έκθεσης ποιότητας, η οποία πρέπει να διαβιβάζεται στην Επιτροπή (Eurostat) μετά την ολοκλήρωση κάθε περιόδου αναφοράς.

(2)

Οι πληροφορίες που παρέχει η έκθεση ποιότητας πρέπει να βασίζονται σε ορισμένες μεταβλητές. Οι μεταβλητές αυτές ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1726/1999 της Επιτροπής (4), και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1916/2000 της Επιτροπής (5).

(3)

Συνεπεία τροποποιήσεων που επήλθαν στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1726/1999 και (ΕΚ) αριθ. 1916/2000 με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1737/2005 και (ΕΚ) αριθ. 1738/2005 αντίστοιχα, είναι απαραίτητο να τροποποιηθούν με τη σειρά τους τα μέτρα αξιολόγησης της ποιότητας των διαρθρωτικών στατιστικών σχετικά με τις αποδοχές και το κόστος εργασίας. Για λόγους σαφήνειας και προκειμένου να μειωθεί ο φόρτος των εθνικών στατιστικών υπηρεσιών, είναι επίσης απαραίτητο να εναρμονιστεί η αξιολόγηση της ποιότητας των στατιστικών σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές.

(4)

Ως εκ τούτου, οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 452/2000 και (ΕΚ) αριθ. 72/2002 πρέπει να αντικατασταθούν από τον παρόντα κανονισμό.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής στατιστικού προγράμματος,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Το περιεχόμενο και τα κριτήρια αξιολόγησης της έκθεσης ποιότητας που αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 530/1999, καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Οι μεταβλητές που προσδιορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού ορίζονται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1726/1999 και στα παραρτήματα Ι και ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1916/2000.

2.   Οι πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα παρέχονται με την επιφύλαξη των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στην κοινοτική νομοθεσία για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με τις αποδοχές και το κόστος εργασίας, την έρευνα για το εργατικό δυναμικό, τις στατιστικές διάρθρωσης τωv επιχειρήσεωv και τους εθνικούς λογαριασμούς.

Άρθρο 2

Η έκθεση ποιότητας διαβιβάζεται στην Eurostat το αργότερο 24 μήνες μετά τη λήξη της περιόδου αναφοράς για την οποία συλλέχθηκαν τα δεδομένα, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στο παράρτημα.

Άρθρο 3

Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 452/2000 και (ΕΚ) αριθ. 72/2002 καταργούνται.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 5 Μαΐου 2006.

Για την Επιτροπή

Joaquín ALMUNIA

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 63 της 12.3.1999, σ. 6· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 55 της 29.2.2000, σ. 53.

(3)  ΕΕ L 15 της 17.1.2002, σ. 7.

(4)  ΕΕ L 203 της 3.8.1999, σ. 28· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1737/2005 (ΕΕ L 279 της 22.10.2005, σ. 11 ).

(5)  ΕΕ L 229 της 9.9.2000, σ. 3· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1738/2005 (ΕΕ L 279 της 22.10.2005, σ. 32).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Περιεχόμενο και κριτήρια αξιολόγησης των εκθέσεων ποιότητας για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές

Οι εκθέσεις ποιότητας περιλαμβάνουν πληροφορίες και για τα έξι χαρακτηριστικά της ποιότητας, όπως αυτά ορίζονται από το Ευρωπαϊκό στατιστικό σύστημα (ΕΣΣ), συγκεκριμένα την καταλληλότητα, την ακρίβεια, την επικαιρότητα και την έγκαιρη διάθεση, την προσβασιμότητα και τη σαφήνεια, τη συγκρισιμότητα και τη συνοχή.

1.   Καταλληλότητα

Η «καταλληλότητα» δηλώνει το βαθμό στον οποίο οι στατιστικές ικανοποιούν τις τρέχουσες και τις δυνητικές ανάγκες των χρηστών. Δείχνει κατά πόσον παράγονται όλες οι απαιτούμενες στατιστικές και κατά πόσον οι έννοιες που χρησιμοποιούνται (ορισμοί, ταξινομήσεις κ.λπ.) αντικατοπτρίζουν τις ανάγκες των χρηστών.

Οι εκθέσεις ποιότητας για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές αντίστοιχα πρέπει να περιλαμβάνουν τα εξής:

συνοπτικό κατάλογο των κύριων εθνικών χρηστών,

περιγραφή των βασικών αναγκών τους, καθώς και αξιολόγηση του επιπέδου ικανοποίησής τους με τα παρεχόμενα δεδομένα,

περιγραφή τυχόν κενών (πληρότητα) ή στοιχείων που δεν κρίνονται πλέον κατάλληλα από τους χρήστες (πλεονασμός). Όσον αφορά την πληρότητα, οι ελλείπουσες μεταβλητές και οι ελλείπουσες αναλύσεις των μεταβλητών πρέπει να αναφέρονται με σαφήνεια.

Η κάλυψη των σημείων που αφορούν τους κύριους εθνικούς χρήστες και τις βασικές ανάγκες τους, καθώς και η παροχή στοιχείων σχετικά με την ικανοποίηση των χρηστών είναι προαιρετικές.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2, τα προαιρετικά στοιχεία σχετικά με το επίπεδο ικανοποίησης με τα τυχόν παρεχόμενα δεδομένα διαβιβάζονται στην Eurostat το αργότερο 36 μήνες μετά το τέλος της περιόδου αναφοράς.

2.   Ακρίβεια

Η «ακρίβεια», κατά τη γενική στατιστική έννοια του όρου, δηλώνει την προσέγγιση των υπολογισμών ή των εκτιμήσεων με την ακριβή ή πραγματική τιμή των υπό εξέταση μεταβλητών.

2.1.   Σφάλματα δειγματοληψίας

Ο συντελεστής μεταβλητότητας (1), ως δείκτης ακρίβειας, υπολογίζεται και ανακοινώνεται για τις βασικές μεταβλητές και των δύο ερευνών.

(1)

Στην περίπτωση των στατιστικών σχετικά με το κόστος εργασίας, ο συντελεστής μεταβλητότητας υπολογίζεται και ανακοινώνεται για τις ακόλουθες μεταβλητές:

 

«ετήσιο κόστος εργασίας» (2)

και

 

«ωριαίο κόστος εργασίας» (3)

Εκτός από τους συντελεστές μεταβλητότητας για τον πληθυσμό στο σύνολό του, θα πρέπει επίσης να διατίθενται ξεχωριστοί συντελεστές μεταβλητότητας και για τις δύο μεταβλητές όσον αφορά τις ακόλουθες επιμέρους ταξινομήσεις:

τίτλοι της NACE,

NUTS, επίπεδο 1 (κατά περίπτωση),

ομάδα μεγέθους [1-9 (κατά περίπτωση), 10-49, 50-249, 250-499, 500-999, 1 000+].

(2)

Στην περίπτωση των διαρθρωτικών στατιστικών σχετικά με τις αποδοχές, ο συντελεστής μεταβλητότητας υπολογίζεται και ανακοινώνεται για τις ακόλουθες μεταβλητές:

 

«ακαθάριστες αποδοχές το μήνα αναφοράς» (4)

και

 

«μέσες ακαθάριστες ωριαίες αποδοχές το μήνα αναφοράς» (5).

Εκτός από τους συντελεστές μεταβλητότητας για τον πληθυσμό στο σύνολό του, θα πρέπει επίσης να διατίθενται ξεχωριστοί συντελεστές μεταβλητότητας και για τις δύο μεταβλητές όσον αφορά τις ακόλουθες επιμέρους ταξινομήσεις:

εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης (χωριστά για άντρες και γυναίκες) και μερικής απασχόλησης,

τίτλος της NACE,

επάγγελμα (ISCO-88 σε επίπεδο μονοψήφιου αριθμού),

ηλικιακή ομάδα (κάτω από 20, 20-29, 30-39, 40-49, 50-59, 60 και άνω),

NUTS, επίπεδο 1 (κατά περίπτωση),

επίπεδο εκπαίδευσης (ISCED 0 έως 6),

μέγεθος της επιχείρησης [1-9 (κατά περίπτωση), 10-49, 50-249, 250-499, 500-999, 1 000+].

Η ανάλυση με βάση το επίπεδο εκπαίδευσης είναι προαιρετική.

Επιπλέον, τα κράτη μέλη, όπως συμφωνήθηκε, εκδίδουν κατάλογο με τα πλαίσια των πολυδιάστατων πινάκων του προγράμματος δημοσίευσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο που θεωρούνται ότι δεν είναι αρκετά αξιόπιστα.

Αντ’ αυτού, εάν χρησιμοποιείται δειγματοληψία χωρίς πιθανότητα, πρέπει να αναφέρονται οι πιθανές πηγές ανακρίβειας λόγω της τεχνικής της δειγματοληψίας που χρησιμοποιήθηκε και ο αντίκτυπός τους στις εκτιμήσεις, εάν το στοιχείο αυτό είναι διαθέσιμο.

2.2.   Σφάλματα μη οφειλόμενα στη δειγματοληψία

2.2.1.   Σφάλματα κάλυψης

Οι εκθέσεις ποιότητας για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές αντίστοιχα πρέπει να παρέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την κάλυψη:

ανάλυση της τυχόν διαφοράς μεταξύ του πληθυσμού αναφοράς και του πληθυσμού μελέτης,

εκτιμώμενα ποσοστά ελλιπούς κάλυψης και υπερκάλυψης (6) όσον αφορά τον πληθυσμό αναφοράς.

2.2.2.   Σφάλματα μέτρησης και επεξεργασίας

Οι εκθέσεις ποιότητας για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές αντίστοιχα πρέπει να παρέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με τα σφάλματα μέτρησης και επεξεργασίας (7):

πληροφορίες για τις μεταβλητές με μη αμελητέα σφάλματα μέτρησης και επεξεργασίας,

πληροφορίες για τις κύριες πηγές (μη αμελητέων) σφαλμάτων μέτρησης και επεξεργασίας, τον αντίκτυπό τους στην ακρίβεια των εκτιμήσεων και, εάν είναι διαθέσιμες, πληροφορίες για τις μεθόδους που εφαρμόζονται με σκοπό τη διόρθωση.

2.2.3.   Σφάλματα μη απόκρισης

Οι εκθέσεις ποιότητας για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές αντίστοιχα πρέπει να παρέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με τα σφάλματα μη απόκρισης:

το ποσοστό απόκρισης σε επίπεδο μονάδας (8),

ποσοστό τεκμαρτού υπολογισμού στοιχείων (9) και ο αντίκτυπος αυτού του υπολογισμού στην ακρίβεια των εκτιμήσεων για τις μεταβλητές «ετήσιο κόστος εργασίας» και «ακαθάριστες αποδοχές το μήνα αναφοράς», όπως ορίζεται στο σημείο 2.1,

το συνολικό ποσοστό τεκμαρτού υπολογισμού (10). Εάν δεν παρέχονται πληροφορίες για όλες τις υποχρεωτικές μεταβλητές, το ποσοστό αυτό υπολογίζεται βάσει των υποχρεωτικών μεταβλητών για τις οποίες διατίθενται οι απαραίτητες πληροφορίες.

2.2.4.   Σφάλματα υπόθεσης μοντέλου

Εάν χρησιμοποιείται μοντέλο, οι εκθέσεις ποιότητας για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές αντίστοιχα πρέπει να περιλαμβάνουν περιγραφή των μοντέλων που χρησιμοποιήθηκαν και να αναφέρουν ενδεικτικά τον αντίκτυπό τους στις εκτιμήσεις (π.χ. εκτιμώμενο μερίδιο του συνόλου της μεταβλητής), τουλάχιστον για τις μεταβλητές «ετήσιο κόστος εργασίας» και «ακαθάριστες αποδοχές το μήνα αναφοράς», όπως ορίζονται στο σημείο 2.1.

Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στα μοντέλα για τη διόρθωση των μη οφειλόμενων στη δειγματοληψία σφαλμάτων, όπως στην κάλυψη των μονάδων όλων των ζητούμενων τάξεων μεγέθους ή των τίτλων της NACE, στον τεκμαρτό υπολογισμό ή την παρέκταση με σκοπό να διορθωθεί η μη απόκριση σε επίπεδο μονάδας.

3.   Έγκαιρη διάθεση και επικαιρότητα

Η «έγκαιρη διάθεση» αφορά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της ημερομηνίας δημοσίευσης των δεδομένων και της ημερομηνίας-στόχου κατά την οποία θα έπρεπε να είχαν δημοσιευθεί, π.χ. με αναφορά στις ημερομηνίες που είχαν εξαγγελθεί σε επίσημα χρονοδιαγράμματα έκδοσης, είχαν οριστεί σε κανονισμούς ή είχαν προσυμφωνηθεί μεταξύ των εταίρων.

Η «επικαιρότητα» των στοιχείων αφορά το διάστημα που μεσολαβεί από το συμβάν ή το φαινόμενο που αποτυπώνουν έως τη διαθεσιμότητά τους.

3.1.   Έγκαιρη διάθεση

Για να κατανοηθούν και να επιλυθούν τα προβλήματα που αφορούν την έγκαιρη διάθεση, πρέπει να παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία διεξαγωγής της έρευνας σε εθνικό επίπεδο με ιδιαίτερη έμφαση στην αντιστοιχία μεταξύ των προγραμματισμένων και των πραγματικών ημερομηνιών:

προθεσμίες απόκρισης των ερωτώμενων, οι οποίες καλύπτουν τις υπομνήσεις και τις προσθήκες,

περίοδος του επιτόπιου έργου,

περίοδος της επεξεργασίας δεδομένων,

ημερομηνίες δημοσίευσης των πρώτων αποτελεσμάτων.

3.2.   Επικαιρότητα

Οι εκθέσεις ποιότητας για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές αντίστοιχα πρέπει να περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με το διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της δημοσίευσης των δεδομένων και της περιόδου αναφοράς τους σε εθνικό επίπεδο.

4.   Προσβασιμότητα και σαφήνεια

Η «προσβασιμότητα» αφορά τις φυσικές συνθήκες στις οποίες οι χρήστες μπορούν να αποκτούν δεδομένα: πού να απευθυνθούν, πώς να αποκτήσουν πρόσβαση, χρόνος παράδοσης, ευνοϊκές συνθήκες εμπορίας (πνευματικά δικαιώματα κ.λπ.), διαθεσιμότητα μικροδεδομένων ή μακροδεδομένων, ποικιλία μορφοτύπων και μέσων μεταφοράς δεδομένων (χαρτί, αρχεία, CD-ROM/DVD, Διαδίκτυο…) κ.λπ.

Η «σαφήνεια» αφορά την ευχέρεια κατανόησης των δεδομένων, καθώς και το ενημερωτικό τους πλαίσιο, δηλαδή το κατά πόσον τα δεδομένα συνοδεύονται με κατάλληλα μεταδεδομένα, απεικονίσεις, όπως γραφήματα και χάρτες, εάν διατίθενται πληροφορίες σχετικά με την ποιότητά τους (συμπεριλαμβανομένων των περιορισμών που επιβάλλονται στη χρήση), καθώς και το βαθμό στον οποίο παρέχεται πρόσθετη βοήθεια.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2, οι πληροφορίες σχετικά με την προσβασιμότητα και τη σαφήνεια πρέπει να διαβιβάζονται στην Eurostat το αργότερο 36 μήνες μετά το τέλος της περιόδου αναφοράς.

4.1.   Προσβασιμότητα

Οι εκθέσεις ποιότητας για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές αντίστοιχα πρέπει να παρέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με τους τρόπους διάδοσης των αποτελεσμάτων:

στοιχεία αναφοράς για τις δημοσιεύσεις των κύριων αποτελεσμάτων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνοδεύονται από σχόλια με τη μορφή κειμένου, γραφήματος, χάρτη κ.λπ.,

πληροφορίες σχετικά με το ποια αποτελέσματα αποστέλλονται, ενδεχομένως, στις μονάδες που υποβάλλουν τα στοιχεία, οι οποίες περιλαμβάνονται στο δείγμα.

4.2.   Σαφήνεια

Οι εκθέσεις ποιότητας για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές αντίστοιχα πρέπει να παρέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες για την ευχέρεια κατανόησης των αποτελεσμάτων και τη διαθεσιμότητα μεταδεδομένων:

περιγραφή και στοιχεία αναφοράς των παρεχόμενων μεταδεδομένων,

στοιχεία αναφοράς κύριων μεθοδολογικών εγγράφων σχετικά με τις παρεχόμενες στατιστικές,

περιγραφή των βασικών ενεργειών που πραγματοποιούν οι εθνικές στατιστικές υπηρεσίες προκειμένου να ενημερώσουν τους χρήστες σχετικά με συνδέσμους προς τα δεδομένα.

5.   Συγκρισιμότητα

Σκοπός της «συγκρισιμότητας» είναι να υπολογιστεί ο αντίκτυπος των διαφορών σε εφαρμοσμένες στατιστικές έννοιες και εργαλεία/διαδικασίες μέτρησης, όταν γίνεται σύγκριση των στατιστικών μεταξύ γεωγραφικών περιοχών, μη γεωγραφικών χώρων ή διαχρονικά.

5.1.   Γεωγραφική συγκρισιμότητα

Οι εκθέσεις ποιότητας για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές αντίστοιχα πρέπει να περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με τις διαφορές μεταξύ των εθνικών και των ευρωπαϊκών εννοιών, ιδίως όσον αφορά τον ορισμό των στατιστικών μονάδων, των πληθυσμών, των περιόδων αναφοράς, των ταξινομήσεων και των ορισμών των μεταβλητών, καθώς και σχετικά με τον αντίκτυπό τους στις εκτιμήσεις.

5.2.   Διαχρονική συγκρισιμότητα

Οι εκθέσεις ποιότητας για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές αντίστοιχα πρέπει να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τις τροποποιήσεις των ορισμών, της κάλυψης και των μεθόδων σε σύγκριση με προηγούμενες έρευνες, καθώς και τον αντίκτυπό τους στις εκτιμήσεις. Ωστόσο, οι πληροφορίες σχετικά με τις τροποποιήσεις στους ορισμούς, την κάλυψη και τις μεθόδους δεν απαιτούνται όταν είναι συνέπεια των τροποποιήσεων της ευρωπαϊκής κοινοτικής νομοθεσίας.

6.   Συνοχή

Η «συνοχή» των στατιστικών είναι η ικανότητά τους να μπορούν να συνδυάζονται αξιόπιστα, με διάφορους τρόπους και για διάφορες χρήσεις. Εντούτοις, είναι, κατά κανόνα, πιο εύκολο να αναφερθούν περιπτώσεις έλλειψης συνοχής παρά συνοχής.

Πηγές με παρόμοιες ή ακόμη και ταυτόσημες μεταβλητές στις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με τις αποδοχές και το κόστος εργασίας είναι η έρευνα εργατικού δυναμικού (ΕΕΔ), οι στατιστικές διάρθρωσης των επιχειρήσεων (ΣΔΕ), ο δείκτης του κόστους εργασίας (ΔΚΕ) και οι εθνικοί λογαριασμοί (ΕΛ). Οι εκθέσεις ποιότητας για τις διαρθρωτικές στατιστικές σχετικά με το κόστος εργασίας και τις αποδοχές αντίστοιχα πρέπει να περιλαμβάνουν συγκρίσεις δεδομένων σχετικά με τις κατωτέρω μεταβλητές που προέρχονται από αυτές τις πηγές, συνολικά και αναλυτικά ανά τίτλους NACE, και πρέπει να αναφέρουν τους λόγους, σε περίπτωση που οι τιμές παρουσιάζουν αξιόλογη απόκλιση.

(1)

Στην περίπτωση των διαρθρωτικών στατιστικών σχετικά με το κόστος εργασίας, οι συγκρίσεις πρέπει να γίνονται μεταξύ:

του αριθμού των πράγματι δεδουλευμένων ωρών κατά το έτος αναφοράς, εκφρασμένου ανά εργαζόμενο (11), και του μέσου όρου των πράγματι δεδουλευμένων ωρών στην κύρια θέση απασχόλησης ανά έτος της ΕΕΔ, επίσης εκφρασμένου ανά εργαζόμενο,

της μεταβλητής «ημερομίσθια και μισθοί», εκφρασμένης ανά εργαζόμενο (12), και της ίδιας μεταβλητής, ανά εργαζόμενο των ΣΔΕ,

των μέσων ετήσιων ποσοστών αύξησης της μεταβλητής «ωριαίο κόστος εργασίας» (13) και του μέσου ετήσιου ποσοστού αύξησης του μη προσαρμοσμένου ΔΚΕ. Τα ποσοστά αύξησης πρέπει να αφορούν το έτος αναφοράς της έρευνας και το έτος αναφοράς της προηγούμενης έρευνας,

της μεταβλητής «αμοιβές (εισόδημα) εξαρτημένης εργασίας», εκφρασμένης ανά εργαζόμενο (14), και της ίδιας μεταβλητής των ΕΛ.

(2)

Στην περίπτωση των διαρθρωτικών στατιστικών σχετικά με τις αποδοχές, οι συγκρίσεις πρέπει να γίνονται μεταξύ:

της μεταβλητής «ακαθάριστες ετήσιες αποδοχές το έτος αναφοράς», εκφρασμένης ανά εργαζόμενο (15), και της μεταβλητής «ημερομίσθια και μισθοί» των ΕΛ, εκφρασμένης ανά εργαζόμενο.


(1)  Ο συντελεστής μεταβλητότητας είναι ο λόγος της τετραγωνικής ρίζας της διασποράς του εκτιμητή προς την αναμενόμενη τιμή της. Υπολογίζεται με βάση το λόγο της τετραγωνικής ρίζας της εκτίμησης της δειγματικής διασποράς προς τον εκτιμώμενο μέσο της. Θα πρέπει να παρέχονται τόσο ο ονομαστής όσο και ο παρονομαστής του λόγου που ορίζει το συντελεστή μεταβλητότητας, καθώς και ο συντελεστής μεταβλητότητας που προκύπτει. Η εκτίμηση της δειγματικής διασποράς πρέπει να συνυπολογίζει την τεχνική της δειγματοληψίας.

(2)  Ο κωδικός Δ (συνολικό κόστος εργασίας), το σύνολο των τιμών των κωδικών Δ1, Δ2, Δ3 και Δ4 μείον Δ5 στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1726/1999.

(3)  Ο κωδικός Δ (συνολικό κόστος εργασίας) του συνόλου των τιμών των κωδικών Δ1, Δ2, Δ3 και Δ4 μείον Δ5 διά της τιμής του κωδικού Β1 στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1726/1999.

(4)  Κωδικός 4.2 (σύνολο ακαθάριστων αποδοχών κατά το μήνα αναφοράς) στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1916/2000.

(5)  Κωδικός 4.3 στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1916/2000.

(6)  Η «ελλιπής κάλυψη» αφορά τις μονάδες που, εσφαλμένα, δεν συμπεριλήφθηκαν. Η «υπερκάλυψη» αφορά είτε μονάδες που είναι, ουσιαστικά, εκτός του εύρους της μελέτης είτε μονάδες που, στην πράξη, δεν υπάρχουν.

(7)  Τα σφάλματα μέτρησης είναι σφάλματα που συμβαίνουν κατά τη συλλογή δεδομένων. Υπάρχουν διάφορες πηγές σφαλμάτων μέτρησης, συμπεριλαμβανομένου του μέσου με το οποίο γίνεται η έρευνα, του ερωτώμενου, του πληροφοριακού συστήματος, του τρόπου συλλογής των δεδομένων, καθώς και του υπεύθυνου για τη συνέντευξη. Τα σφάλματα επεξεργασίας είναι σφάλματα που συμβαίνουν μετά τη διαδικασία συλλογής των δεδομένων, όπως κατά την καταχώριση, την κωδικοποίηση, την πληκτρολόγηση, την εμφάνιση, τη στάθμιση και την πινακοποίηση.

(8)  Το ποσοστό απόκρισης σε επίπεδο μονάδας είναι ο λόγος του αριθμού των απαντήσεων προς τον συνολικό αριθμό των ερωτηθέντων που καλύπτονταν από το εύρος της έρευνας.

(9)  Το τεκμαρτό ποσοστό στοιχείων δίνει τις τεκμαρτές τιμές για συγκεκριμένη μεταβλητή ως ποσοστό επί του συνολικού αριθμού των τιμών για την εν λόγω μεταβλητή.

(10)  Το συνολικό τεκμαρτό ποσοστό δίνει τις τεκμαρτές τιμές για όλες τις μεταβλητές ως ποσοστού επί του συνολικού αριθμού των τιμών για τις εν λόγω μεταβλητές.

(11)  Κωδικός Β1, διά της τιμής του κωδικού Α1, στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1726/1999.

(12)  Κωδικός Δ11, διά της τιμής του κωδικού Α1, στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1726/1999.

(13)  Όπως ορίζεται στο σημείο 2.1.

(14)  Κωδικός Δ1, διά της τιμής του κωδικού Α1, στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1726/1999.

(15)  Κωδικός 4.1, διά του αριθμού των εργαζομένων, στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1916/2000.


Top