EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52018IE0984

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Οι συνέπειες μιας νέας αποκεντρωμένης, ψηφιοποιημένης και χωρίς ανθρακούχες εκπομπές δομής ενεργειακού εφοδιασμού στις θέσεις εργασίας και τις περιφερειακές οικονομίες» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

EESC 2018/00984

ΕΕ C 367 της 10.10.2018, p. 1–8 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

10.10.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 367/1


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Οι συνέπειες μιας νέας αποκεντρωμένης, ψηφιοποιημένης και χωρίς ανθρακούχες εκπομπές δομής ενεργειακού εφοδιασμού στις θέσεις εργασίας και τις περιφερειακές οικονομίες»

(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

(2018/C 367/01)

Εισηγητής:

Lutz RIBBE

Απόφαση της συνόδου ολομέλειας

15.2.2018

Νομική βάση

Άρθρο 29 παράγραφος 2 του εσωτερικού κανονισμού

 

Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας

Αρμόδιο τμήμα

Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών

Υιοθετήθηκε από το τμήμα

28.6.2018

Υιοθετήθηκε από την ολομέλεια

11.7.2018

Σύνοδος ολομέλειας αριθ.

536

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

(υπέρ/κατά/αποχές)

123/1/1

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1.

Η μετάβαση του ενεργειακού συστήματος προς έναν ψηφιακό, χωρίς ανθρακούχες εκπομπές και αποκεντρωμένο ενεργειακό εφοδιασμό προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες, ιδίως για τις διαρθρωτικά μειονεκτούσες και τις αγροτικές περιοχές της Ευρώπης. Η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (στο εξής «ΑΠΕ») μπορεί να αποφέρει σημαντικά οφέλη στον τομέα της απασχόλησης και να καταστεί, κατ’ αυτόν τον τρόπο, παράγοντας προώθησης της περιφερειακής οικονομίας.

1.2.

Ειδικότερα, υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες να ενισχυθεί αμοιβαία ο θετικός αντίκτυπος των ευρωπαϊκών πολιτικών για την ενέργεια και τη συνοχή. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) εκφράζει τη δυσαρέσκειά της για το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά και τα κράτη μέλη, δεν έχουν ακόμη αναγνωρίσει επαρκώς τις δυνατότητες αυτές, πολλώ δε μάλλον για το ότι δεν τις έχουν ακόμη αξιοποιήσει.

1.3.

Η πολιτική συνοχής συμβάλλει, μετά τον επαναπροσανατολισμό της, στην προώθηση των ΑΠΕ και της ενεργειακής απόδοσης, στοιχείο το οποίο η ΕΟΚΕ επικροτεί. Ωστόσο, μέχρι σήμερα, η ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική δεν υποστηρίζει παρά ελάχιστα την πολιτική συνοχής. Δεν λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι οι ΑΠΕ θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντική κινητήριο δύναμη για την οικονομική ανάπτυξη, ιδίως σε μειονεκτούσες περιφέρειες. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, παραμένει αναξιοποίητο ένα τεράστιο δυναμικό των πολιτικών υπέρ της περιφερειακής ανάπτυξης.

1.4.

Προκειμένου να αξιοποιηθεί αυτό το δυναμικό, πρέπει να χορηγηθούν στις περιφέρειες δυνατότητες και στήριξη προκειμένου να αναπτύξουν τις ΑΠΕ και τις συναφείς εξειδικευμένες υποδομές δικτύου και να προωθήσουν, κατ’ αυτόν τον τρόπο, την περιφερειακή οικονομική ανάπτυξη, εξασφαλίζοντας, συγχρόνως την ευρεία συμμετοχή του κοινού σε αυτή τη διαδικασία. Η ενίσχυση του ρόλου των καταναλωτών συνιστά μια εξαιρετικά σημαντική μορφή συμμετοχής για την περιφερειακή προστιθέμενη αξία. Χάρη στην ψηφιοποίηση, μεταξύ άλλων παραμέτρων, οι καταναλωτές δύνανται, υπό την ιδιότητά τους ως παραγωγοί-καταναλωτές, να αναλάβουν πλήρως νέες ευθύνες στο πεδίο της ενεργειακής οικονομίας, να συμμετέχουν ενεργά στη διαμόρφωση της οικονομίας και να παράσχουν στήριξη στους ευρύτερους πολιτικούς στόχους με γνώμονα μια προσέγγιση «ανάληψης δράσης για το κλίμα από τη βάση προς την κορυφή».

1.5.

Είναι σημαντικό να υιοθετηθεί μια ολιστική προσέγγιση της περιφερειακής οικονομίας όσον αφορά την ανάπτυξη των ΑΠΕ. Αυτό σημαίνει ότι η παραγωγή και η χρήση των ΑΠΕ σε τοπικό επίπεδο — και μάλιστα συνολικά στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας, της θέρμανσης και της κινητικότητας — θα πρέπει να συντονίζονται μεταξύ τους. Η τεχνητή νοημοσύνη και τα «ευφυή δίκτυα» (smart grids) θα μπορούσαν να συμβάλλουν ουσιαστικά εν προκειμένω.

1.6.

Σε ποιον βαθμό επιτυγχάνουν οι περιφέρειες αυτόν τον στόχο, γίνεται αντιληπτό με βάση τη σχέση μεταξύ της ενεργειακής ζήτησης σε περιφερειακό επίπεδο και των ΑΠΕ που παράγονται ή/και δύνανται να παραχθούν περιφερειακά. Η ΕΟΚΕ συνιστά, στο πλαίσιο των «περιφερειακών σχεδίων της κυκλικής οικονομίας στον τομέα της ενέργειας», την εκπόνηση αναλύσεων που θα καταστήσουν δυνατή μια διαφοροποιημένη αξιολόγηση των δυνατοτήτων των ΑΠΕ για την περιφερειακή οικονομία, σε κάθε περιφέρεια ξεχωριστά. Τα σχέδια θα πρέπει επίσης να απεικονίζουν τις επιπτώσεις στην πολιτική απασχόλησης στην εκάστοτε περιοχή. Μολονότι ισχύει εν γένει ότι μέσα από την ενεργειακή μετάβαση μπορούν να δημιουργηθούν περισσότερες θέσεις εργασίας από ό, τι στο προηγούμενο ενεργειακό σύστημα, θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν περιφέρειες, οι οποίες θα επωφεληθούν περισσότερο από τον εν λόγω αντίκτυπο σε σύγκριση με άλλες περιφέρειες.

1.7.

Τα περιφερειακά σχέδια της κυκλικής οικονομίας στον τομέα της ενέργειας θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση ενός διαρθρωμένου και διαφοροποιημένου διαλόγου με τους πολίτες σε τοπικό επίπεδο, ο οποίος είναι ζωτικής σημασίας α) για τη διατήρηση ή/και την καθιέρωση της αποδοχής των ΑΠΕ από την τοπική κοινωνία και β) για την ενίσχυση των περιφερειών ως τόπων εγκατάστασης οικονομικών δραστηριοτήτων. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την έκπληξή της για το γεγονός ότι, μέχρι σήμερα, τέτοιες αναλύσεις και σχέδια έχουν διενεργηθεί σε ελάχιστες μόνο μεμονωμένες περιπτώσεις.

1.8.

Μια ολιστική προσέγγιση στην ανάπτυξη ΑΠΕ στο πλαίσιο της περιφερειακής οικονομίας μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην ευρωπαϊκή πολιτική συνοχής. Επιπλέον, την προσέγγιση αυτή θα δικαιολογούσαν αρκετοί ακόμη λόγοι από άποψη ενεργειακής πολιτικής (μείωση της ενεργειακής εξάρτησης και της ενεργειακής φτώχειας, υποστήριξη της σύνδεσης τομέων, αξιοποίηση του δυναμικού καινοτομίας της ψηφιοποίησης, αποφόρτιση του δικτύου).

1.9.

Υπό αυτό το πρίσμα, η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προβούν στις απαιτούμενες ενέργειες για την επίτευξη μιας ολιστικής προσέγγισης όσον αφορά την ανάπτυξη των ΑΠΕ στο πλαίσιο της περιφερειακής οικονομίας: ορισμός της έννοιας των ενεργειακών περιφερειών, υποστήριξη κατά την εμπειρική καταγραφή της σχέσης μεταξύ της ενέργειας που ζητείται σε περιφερειακό επίπεδο και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που παράγονται ή/και μπορούν να παραχθούν περιφερειακά, στοχοθετημένη εκπαίδευση και κατάρτιση, κίνητρα για την εφαρμογή, π.χ. με την υποστήριξη της ανάπτυξης της υποδομής των ΑΠΕ, το άνοιγμα των δικτύων και την αντίστοιχη τιμολόγηση του κόστους δικτύου.

2.   Ιστορικό πλαίσιο

2.1.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται ενώπιον ριζικών αλλαγών όσον αφορά τον ενεργειακό εφοδιασμό και την ενεργειακή πολιτική της. Το πλαίσιο αυτό δεν θα επηρεάσει μόνον την τεχνολογία παραγωγής (μετάβαση από τα ανθρακούχα ορυκτά καύσιμα στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας), αλλά θα επιφέρει επίσης τεράστιες διαρθρωτικές αλλαγές, τόσο σε σχέση με τον τόπο της ενεργειακής παραγωγής (μετάβαση από κεντρικούς σταθμούς μεγάλης κλίμακας προς αποκεντρωμένες δομές) όσο και με τη διάρθρωση των προμηθευτών και της κατανάλωσης (νέοι ενδιαφερόμενοι φορείς καθώς και νέα μοντέλα κατανάλωσης και διανομής, μεταξύ άλλων, ως αποτέλεσμα της ψηφιοποίησης).

2.2.

Η ΕΟΚΕ έχει ήδη ασχοληθεί σε διάφορες γνωμοδοτήσεις με τις επιπτώσεις της ενεργειακής μετάβασης στις περιφέρειες που πρόκειται να επηρεαστούν αρνητικά, π.χ. οι περιοχές εξόρυξης άνθρακα (1). Σε αυτές τις περιοχές, πολλοί άνθρωποι έχουν ήδη χάσει τις θέσεις εργασίας τους. Οι περαιτέρω απώλειες θέσεων εργασίας δεν μπορούν πλέον να αποφευχθούν. Είναι ύψιστης προτεραιότητας να εντοπιστούν εγκαίρως οι επικείμενες διαρθρωτικές αλλαγές και να πλαισιωθούν πολιτικά, με στόχο να περιοριστούν και να αμβλυνθούν κατά το δυνατόν οι οικονομικές και οι κοινωνικές συνέπειες. Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει, υπό αυτό το πρίσμα, τις πρώτες συναφείς πρωτοβουλίες της Επιτροπής (2).

2.3.

Ωστόσο, η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι οι αναμενόμενες θετικές μεταβολές π.χ. όσον αφορά την περιφερειακή προστιθέμενη αξία και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, συζητούνται, μέχρι τώρα, μόνο στο περιθώριο. Μολονότι η Επιτροπή εξετάζει σε διάφορα σημεία των αιτιολογικών σκέψεων της ισχύουσας οδηγίας -ΑΠΕ (2009/28/ΕΚ) τη σημασία των ΑΠΕ για την ανάπτυξη των περιφερειακών οικονομιών, εντούτοις, η ΕΟΚΕ διαπίστωσε κατά τις έρευνές της ότι α) δεν υφίστανται μελέτες σχετικά με τις πιθανές οικονομικές συνέπειες της επέκτασης των ΑΠΕ για την περιφερειακή οικονομία και β) στο πλαίσιο της Επιτροπής, αλλά και στα κράτη μέλη, δεν διαφαίνεται μια πραγματικά στοχοθετημένη στρατηγική για τη σύνδεση της ενεργειακής πολιτικής με την περιφερειακή ανάπτυξη. Επομένως, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για μια σαφή πολιτική στρατηγική, η οποία να αποσκοπεί στην πλήρη αξιοποίηση του αναφερόμενου δυναμικού.

2.4.

Ομοίως, σήμερα υπάρχει ήδη στην Ευρώπη ένας μεγάλος αριθμός θετικών παραδειγμάτων «από τη βάση προς την κορυφή» (Bottom-up“-Beispielen) όσον αφορά την ανάπτυξη των ΑΠΕ σε τοπικό και σε περιφερειακό επίπεδο. Στο πλαίσιο αυτό κατασκευάστηκε — για να αναφερθεί ένα τυχαίο παράδειγμα — στο Langres της Ανατολικής Γαλλίας (πληθυσμός 10 000 κατοίκων) μονάδα θερμικής ενέργειας, η οποία τροφοδοτεί άμεσα 22 μονάδες επεξεργασίας και παροχής ζεστού νερού και, έμμεσα, μεταξύ άλλων, ένα ξενοδοχείο, ένα υδάτινο θεματικό πάρκο και ένα γηροκομείο μέσω ενός τοπικού δικτύου θερμότητας μήκους 5 χιλιομέτρων. Ως αποτέλεσμα, εξοικονομούνται 3 400 τόνοι CO2 ετησίως. Το στοιχείο που προκαλεί εντύπωση σε πολλές από αυτές τις πρωτοβουλίες είναι το γεγονός ότι αυτές σπανίως αξιολογούνται σε συστηματική βάση ως προς τη σημασία τους για την περιφερειακή οικονομία. Σχετικά, διαπιστώνεται εκτεταμένη «έλλειψη στατιστικών γνώσεων».

2.5.

Ωστόσο, στο Feldheim (κοντά στο Βερολίνο), όχι μόνον αξιοποιούνται εδώ και 20 περίπου χρόνια, συστηματικά, οι τοπικοί πόροι για την παραγωγή και τον εφοδιασμό ενέργειας σε τοπικό επίπεδο, αλλά αναλύεται διεξοδικά και ο αντίκτυπος στην περιφερειακή οικονομία. Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας του Feldheim καλύπτεται πλέον σε μεγάλο ποσοστό, ενώ η ζήτηση θερμότητας καλύπτεται πλήρως. Παράλληλα με τα άμεσα έσοδα που προέρχονται από την πώληση της ενέργειας, αξιοσημείωτες είναι επίσης οι εξοικονομήσεις όσον αφορά τις δαπάνες: η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας που πληρώνουν οι κάτοικοι στο Feldheim ανέρχεται σε 16,6 λεπτά ευρώ/kWh, ποσό που υπερβαίνει ελάχιστα το 50 % της μέσης τιμής ηλεκτρικής ενέργειας στη Γερμανία. Ο τοπικός πληθυσμός — «η κινητήρια δύναμη» — θα πρέπει να συμμετέχει όσο το δυνατόν εντατικότερα σε μια τέτοια ενεργειακή κυκλική οικονομία, η οποία λειτουργεί βάσει συστηματικής οργάνωσης (3).

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, είναι σημαντικό να μπορούν να συγκριθούν οι εν λόγω δυνητικά θετικές οικονομικές επιδράσεις στην περιφερειακή οικονομία με τις προαναφερθείσες αρνητικές επιπτώσεις στο συνολικό ισοζύγιο ως αποτέλεσμα του ενεργειακού μετασχηματισμού.

2.6.

Η παρούσα γνωμοδότηση πρωτοβουλίας αναμένεται να συμβάλει προκειμένου να πραγματοποιηθεί εντέλει μια εμπεριστατωμένη συζήτηση, κατά την οποία θα περιγραφούν οι δυνατότητες και τα υποδείγματα προσεγγίσεων και επίσης θα προσδιοριστούν τυχόν ελλείψεις.

3.   Η σημασία των ΑΠΕ για την οικονομική και την κοινωνική ανάπτυξη της Ευρώπης και των περιφερειών της

3.1.

Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ενέργειας παγκοσμίως: το 53 % της ζήτησης πρωτογενούς ενέργειας της ΕΕ εισάγεται ετησίως έναντι συνολικού ποσού που υπερβαίνει τα 400 δισεκατ. ευρώ. Η ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ αποτελεί σημαντικό πρόβλημα από άποψη οικονομίας και γεωπολιτικής.

3.2.

Στόχος της «Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Ένωσης» είναι α) η ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας της Ευρώπης, με μείωση των εισαγωγών ενέργειας, β) η ενθάρρυνση της δράσης για το κλίμα, γ) η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι αυτή η ευρωπαϊκή μακροοικονομική στοχοθέτηση θα αποφέρει επίσης οφέλη και θα πρέπει να εφαρμοστεί σε περιφερειακό επίπεδο.

3.3.

Υπό αυτό το πρίσμα, η προώθηση των ΑΠΕ ως «εγχώριων» πηγών ενέργειας, οι οποίες — σε αντίθεση με τους ορυκτούς πόρους — είναι διαθέσιμες σε όλες τις περιφέρειες της Ένωσης, δεν πρέπει να συζητηθεί μόνο για λόγους προστασίας του κλίματος, αλλά θα πρέπει να αποτελέσει καθοριστικό στόχο και σε επίπεδο περιφερειακής οικονομίας: η παραγωγή ενέργειας θα μπορούσε και θα πρέπει να τονώσει τις περιφερειακές οικονομίες.

3.4.

Όσο αποτελεσματικότερα κατορθώσουν οι περιφερειακοί φορείς — ανεξάρτητα από το εάν πρόκειται για πολίτες, περιφερειακές επιχειρήσεις ή τους ίδιους τους δήμους — να προωθήσουν την οικονομική σύμπραξη, τόσο περισσότερο θα ενισχυθεί η απαιτούμενη αποδοχή στην ανάπτυξη της υποδομής των ΑΠΕ. Η περιφερειακή προστιθέμενη αξία μέσω των ΑΠΕ αυξάνεται, όσο οι περιφερειακοί ενδιαφερόμενοι φορείς δραστηριοποιούνται πιο ενεργά.

3.5.

Το ποια μορφή μπορεί να λάβει μια τέτοια οικονομική σύμπραξη ως προς τα επιμέρους στοιχεία της, εξηγεί μια διαφοροποιημένη ματιά στην αξιακή αλυσίδα των ΑΠΕ.

Κατ’ αρχάς, πρέπει να γίνει αναφορά στις πραγματικές επενδύσεις σε εγκαταστάσεις ΑΠΕ: οι εγκαταστάσεις αυτές καθαυτές «εισάγονται» τις περισσότερες φορές από άλλες περιφέρειες. Το ίδιο ισχύει και για τη διαδικασία του σχεδιασμού, η οποία — ιδιαίτερα σε μεγαλύτερα έργα — διενεργείται συχνά από γραφεία τεχνικών μελετών ή ανάπτυξης, τα οποία, εξίσου συχνά, δεν έχουν την έδρα τους στην εν λόγω περιοχή. Επομένως, η επίδραση στην περιφερειακή οικονομία είναι μάλλον περιορισμένη.

Αντιθέτως, άμεση περιφερειακή προστιθέμενη αξία προκύπτει από τις δαπάνες λειτουργίας και συντήρησης των εγκαταστάσεων. Αυτές οι δαπάνες, όσον αφορά τις εγκαταστάσεις ΑΠΕ, είναι συγκριτικά ελάχιστες. Ευνοϊκά επιδρούν, π.χ. όσον αφορά τις αιολικές ή τις φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις εδάφους, μισθώματα προς τους τοπικούς ιδιοκτήτες ακινήτων, ενώ σε αυτά προστίθενται και πιθανά φορολογικά έσοδα για τους δήμους.

Το ουσιαστικό οικονομικό όφελος από τις εγκαταστάσεις ΑΠΕ προκύπτει από τη χρήση ή/και την πώληση της παραγόμενης ενέργειας. Κατά συνέπεια, είναι καθοριστικής σημασίας για την περιφερειακή οικονομία το ποιος αναλαμβάνει τη διαχείριση των εγκαταστάσεων και ποιος μπορεί να δημιουργήσει κέρδη από τη λειτουργία τους.

3.6.

Μια μορφή οικονομικής σύμπραξης εκφράζεται με νέες θέσεις εργασίας σε περιφερειακό επίπεδο, οι οποίες μπορούν να δημιουργηθούν στον τομέα της ενέργειας στο πλαίσιο της ανάπτυξης των ΑΠΕ. Πολλές μελέτες καταδεικνύουν ότι το καθαρό αποτέλεσμα του μετασχηματισμού του συστήματος ενέργειας όσον αφορά την απασχόληση είναι σαφώς θετικό — όπως άλλωστε προκύπτει και από πρόσφατη έρευνα που διενεργήθηκε για τις Κάτω Χώρες (4). Πρέπει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με την εν λόγω έρευνα, όλες οι ολλανδικές επαρχίες επωφελούνται από αυτό το θετικό αποτέλεσμα.

Για να μπορέσουν να υλοποιηθούν αυτού του είδους οι θετικές εξελίξεις σε όλες τις περιφέρειες της Ευρώπης, είναι αναγκαίο να πραγματοποιηθούν το ταχύτερο δυνατόν επενδύσεις στην εξειδίκευση των πολιτών.

3.7.

Είναι προφανές ότι αυτά τα θετικά αποτελέσματα δεν μπορούν να αντισταθμίσουν σε κάθε περίπτωση όλα τα μειονεκτήματα των διαρθρωτικών αλλαγών, για παράδειγμα, όσον αφορά τις περιοχές εξόρυξης άνθρακα. Εντούτοις, η μετάβαση προς τις ΑΠΕ παρέχει πραγματικά μεγάλες ευκαιρίες για θετικές εξελίξεις στις πολυάριθμες περιφέρειες της Ευρώπης, οι οποίες είναι σήμερα καθαροί εισαγωγείς ενέργειας.

3.8.

Μια ακόμη μορφή περιφερειακής οικονομικής σύμπραξης υλοποιείται μέσω της άμεσης συμμετοχής στις επενδύσεις για εγκαταστάσεις ΑΠΕ και, ως εκ τούτου, μέσω της λειτουργίας τους. Στις εγκαταστάσεις ΑΠΕ, το κόστος του κεφαλαίου αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος του συνολικού κόστους. Είναι, επομένως, ακόμη πιο σημαντικό για την περιφερειακή προστιθέμενη αξία να υπάρχει η δυνατότητα πραγματοποίησης επενδύσεων στις εγκαταστάσεις ΑΠΕ από περιφερειακούς φορείς. Σύμφωνα με μελέτη που πραγματοποιήθηκε για το ομόσπονδο κράτος της Έσσης, η περιφερειακή προστιθέμενη αξία μπορεί να αυξηθεί έως και οκτώ φορές, εφόσον κάποιο αιολικό πάρκο τελεί υπό τη διαχείριση της περιφέρειας (5).

3.9.

Σε ορισμένες ευρωπαϊκές περιφέρειες, οι πολιτικοί υπεύθυνοι έχουν αντιληφθεί τη σημασία της και έχουν δρομολογήσει πρωτοβουλίες που αναμένεται να ενισχύσουν την περιφερειακή σύμπραξη για τις ΑΠΕ, όπως: η Community Empowerment Bill (Σκωτία), η Lov om fremme af vedvarende energi (Δανία), η Bürger- und Gemeindenbeteiligungsgesetz («Νόμος περί συμμετοχής πολιτών και δήμων», ομόσπονδο κράτος του Μεκλεμβούργου-Δυτικής Πομερανίας) ή η «Εθνική στρατηγική ενεργειακής ανεξαρτησίας» («National Energy Independence Strategy») της Λιθουανίας.

3.10.

Μια τρίτη πιθανή μορφή σύμπραξης συνίσταται στο να εξασφαλιστεί στους καταναλωτές η δυνατότητα να προμηθεύονται απευθείας την ενέργεια που παράγεται σε εγκαταστάσεις της περιφέρειάς τους, για παράδειγμα, μέσω των λεγόμενων «συμβάσεων αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας» (ΣΑΕ-«Power Purchase Agreements»PPA). Η ψηφιοποίηση θα καταστήσει τις ΣΑΕ προσβάσιμες και σε μικρότερους καταναλωτές ενέργειας, ενώ η εξέλιξη του κόστους υπόσχεται ότι το κόστος της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας που παράγεται σε τοπικό επίπεδο θα είναι ολοένα και συχνότερα χαμηλότερο από την τιμή στη χονδρική αγορά.

3.11.

Σημαντικό θεωρείται επίσης ένα ακόμη ενδεχόμενο αποτέλεσμα. Εάν κάποια περιφερειακή κυκλική οικονομία στον τομέα της ενέργειας δημιουργεί, με εξοικονομήσεις ή/και με έσοδα από τις ΑΠΕ, νέα προστιθέμενη αξία σε μια περιοχή ή/και περιορίζει την εκροή κεφαλαίων από την εισαγωγή ενέργειας, τότε υπάρχουν διαθέσιμα κεφάλαια που μπορούν να επενδυθούν και σε άλλους κλάδους της οικονομίας — ακόμη και εκτός του ενεργειακού κλάδου. Επομένως, δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μόνον ο «άμεσος» αντίκτυπος στον τομέα της απασχόλησης (όπως οι θέσεις εργασίας στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας), αλλά και ο «έμμεσος», ο οποίος μπορεί να προκύψει από τις νέες περιφερειακές χρηματοδοτικές ροές.

4.   Οι ΑΠΕ ως «περιφερειακή πολιτική» — ένα παράδειγμα «βέλτιστου σεναρίου» από την Πολωνία (διοικητική περιφέρεια Podlaskie)

4.1.

Η πολωνική διοικητική περιφέρεια Podlaskie συνιστά θετικό παράδειγμα που αξίζει ιδιαίτερα να σημειωθεί σε ό,τι αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι παρατηρήσεις που διατυπώνονται στο κεφάλαιο 3 μπορούν να εφαρμοστούν σε περιφερειακό επίπεδο. Το συγκεκριμένο παράδειγμα καθιστά σαφές πώς, σε μια διαρθρωτικά μειονεκτούσα περιφέρεια, μπορεί να εφαρμοστεί μια επιτυχημένη περιφερειακή πολιτική χάρη στην ανάπτυξη των ΑΠΕ — ακόμη και όταν οι εθνικοί στόχοι κάθε άλλο παρά βέλτιστοι είναι. Ωστόσο, η υιοθέτηση μιας συστηματικής προσέγγισης — όπως περιγράφεται παρακάτω — είναι απολύτως αναγκαία.

4.2.

Το 2012, το περιφερειακό κοινοβούλιο (Sejmik) του Podlaskie ψήφισε σχέδιο περιφερειακής ανάπτυξης, το οποίο αποτελούσε το υπόβαθρο για την υλοποίηση των επιχειρησιακών προγραμμάτων που στόχευαν στην αξιοποίηση των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών ταμείων.

4.3.

Το Podlaskie, το οποίο συγκαταλέγεται στις διαρθρωτικά ασθενέστερες και λιγότερο εύπορες περιφέρειες της Ευρώπης, εισάγει ετησίως ενέργεια αξίας περίπου 5,2 δισεκατ. πολωνικών ζλότι PLN (= 1,25 δισεκατ. ευρώ). Η συγκεκριμένη περιφέρεια δεν διαθέτει ίδιες ορυκτές πηγές ενέργειας.

4.4.

Η αναπτυξιακή στρατηγική κάνει λόγο για μια σχεδιασμένη «επανάσταση» με τέσσερις στόχους: 1) ανεξαρτησία από εισαγωγές ηλεκτρικού ρεύματος, 2) αύξηση των ποσοστών των ΑΠΕ στην κατανάλωση ενέργειας, 3) μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και 4) ενίσχυση του οικονομικού δυναμικού της περιφέρειας, με την αντικατάσταση των εισαγόμενων (ανθρακούχων) καυσίμων από περιφερειακές (καθαρές) μορφές ενέργειας.

4.5.

Στο Podlaskie έγινε αντιληπτό ότι μια «περιφερειακή ενεργειακή πολιτική» μπορεί να επιτύχει μόνο, εάν εξεταστεί επίσης η δομή των φορέων που δραστηριοποιούνται στην αγορά ενέργειας. Στόχος είναι «οι κάτοικοι και οι επιχειρηματίες του Podlaskie να γίνουν κάτοχοι των αποκεντρωμένων πηγών ενέργειας».

4.6.

Από τα τέλη του 2016, ο δήμος Turośń Kościelna του Podlaskie αξιοποίησε χρηματοδοτικούς πόρους από το ΕΤΠΑ για την αγορά 38 αντλιών θερμότητας, 77 φωτοβολταϊκών εγκαταστάσεων και 270 εγκαταστάσεων ηλιοθερμικής ενέργειας για τους κατοίκους του. Ο δήμος συντονίζει την τιμολόγηση, τις παραγγελίες και την τοποθέτηση, απαλλάσσοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τους κατοίκους του από όλες τις νομικές και τεχνικές εργασίες Οι επενδύσεις επιχορηγήθηκαν κατά 85 % από τους πόρους των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ. Στο μέλλον, ποσοστό περίπου 25 % όλων των κατοικιών θα είναι εξοπλισμένο με σύγχρονες τεχνολογίες ΑΠΕ.

4.7.

Σε συνδυασμό με τη μέθοδο καταμέτρησης της καθαρής ενέργειας («net metering») που εφαρμόζεται στην Πολωνία για μικρές φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις, οι πολίτες παράγουν τη δική τους «πράσινη» ηλεκτρική ενέργεια (συμπεριλαμβανομένων όλων των πρόσθετων εξόδων) για περίπου 0,18 πολωνικά ζλότι ανά κιλοβατώρα [0,18 PLN/kWh] (περίπου 4,3 ct/kWh). Συγκριτικά: όσον αφορά την απόκτηση δικτύου (από ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται κυρίως από άνθρακα) πρέπει σήμερα να καταβάλλονται 0,65 PLN/kWh (= 15,5 ct/kWh). Από αυτό προκύπτει μείωση του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας κατά περίπου 75 %, ενώ τα χρήματα που εξοικονομούνται δρομολογούνται προς όφελος της περιφερειακής οικονομίας.

4.8.

Η Περιφέρεια υιοθέτησε τη συγκεκριμένη προσέγγιση και το 2017 διευκόλυνε την υλοποίηση παρόμοιων έργων σε 62 περαιτέρω κοινότητες της Πολωνίας. Το σύνολο των αιτήσεων που υποβλήθηκαν για χρηματοδότηση αφορούσε περίπου 4 700 εγκαταστάσεις ηλιοθερμικής ενέργειας στέγης και 2 250 φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις σε στέγες κατοικιών με συνολική δυναμικότητα που υπερβαίνει τα 7 mWp· τα έργα αυτά αναμένεται να υλοποιηθούν το 2018.

4.9.

Εδώ και καιρό, ωστόσο, αναπτύσσονται προβληματισμοί, π.χ. προς την κατεύθυνση της ηλεκτρικής κινητικότητας. Από τα 5,2 δισεκατ. πολωνικά ζλότι, τα οποία δαπανώνται ετησίως για εισαγωγές ενέργειας από το Podlaskie, περίπου 1,5 δισεκατ. πολωνικά ζλότι αντιπροσωπεύουν μόνο τις εισαγωγές βενζίνης και πετρελαίου ντίζελ για αυτοκίνητα.

4.9.1.

Η «συλλογιστική του Podlaskie» σχετικά με συγκεκριμένο θέμα είναι η εξής: τα αυτοκίνητα που διαθέτουν άδεια κυκλοφορίας στην περιφέρεια διανύουν ετησίως περίπου 5,2 δισεκατ. χιλιόμετρα. Εάν όλα τα οχήματα κινούνταν με ηλεκτρική ενέργεια, θα χρειάζονταν για το σκοπό αυτόν, με κατανάλωση της τάξεως των 15 kWh/100 km, περίπου 800 000 MWh ηλεκτρικής ενέργειας. Με το ισχύον κόστος απόκτησης δικτύου να ανέρχεται στα 0,63 πολωνικά ζλότι/kWh, θα έπρεπε να δαπανηθούν για τον σκοπό αυτόν περίπου 500 εκατ. πολωνικά ζλότι αντί του 1,5 δισεκατ. πολωνικών ζλότι για τα ορυκτά καύσιμα που δαπανώνται σήμερα. Με αυτόν τον τρόπο, 1 δισεκατ. πολωνικά ζλότι περίπου θα παρέμεναν στην περιφέρεια και θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ενίσχυση της οικονομίας!!

4.9.2.

Η αναγκαία ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας θα μπορούσε να παραχθεί με περίπου 70 (περιφερειακά εγκατεστημένες) ανεμογεννήτριες. Η ετήσια ηλεκτρική ενέργεια μια τέτοιας εγκατάστασης επαρκεί για τη λειτουργία 7 000 περίπου αυτοκινήτων, μία kWh κοστίζει περίπου 0,06-0,07 ευρώ. Εάν 7 000 οδηγοί αυτοκινήτων συνενωθούν και λειτουργήσουν μια τέτοια εγκατάσταση συνεταιριστικά, η δαπάνη τους για τη λειτουργία των ηλεκτρικών οχημάτων θα μπορούσε να μειωθεί ακόμη περισσότερο. Αυτό θα έπρεπε, εντούτοις, να καταστεί δυνατόν από νομική και διοικητική άποψη, π.χ. με το άνοιγμα των δικτύων για τον επιμερισμό μεταξύ ομοτίμων. Η ψηφιοποίηση παρέχει αυτές τις δυνατότητες. Αντιθέτως, η πολιτική πραγματικότητα λειτουργεί ως τροχοπέδη!

4.10.

Επίσης, στο Podlaskie εξετάζεται η χρήση της αιολικής ενέργειας που παράγεται σε τοπικό επίπεδο για την υποκατάσταση του άνθρακα σε μονάδες παραγωγής θέρμανσης. Η αιολική ενέργεια θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε βιομηχανικές αντλίες θερμότητας καθώς και σε συσσωρευτές θερμότητας. Αυτό φαίνεται να είναι ιδιαίτερα αποδοτικό από άποψη κόστους. Ωστόσο, οι εκτιμήσεις παραμένουν μέχρι τώρα σε προκαταρκτική φάση. Δεν υπάρχουν πηγές χρηματοδότησης ούτε καν για μελέτες σκοπιμότητας.

5.   Μεγαλύτερη περιφερειακή προστιθέμενη αξία από την περιφερειακή χρήση των ΑΠΕ που παράγονται σε τοπικό επίπεδο

5.1.

Το «παράδειγμα του Podlaskie» καταδεικνύει το εξής: μια σημαντική επίδραση των ΑΠΕ εντοπίζεται στη δυνητική ενίσχυση της περιφερειακής αγοραστικής δύναμης. Προκειμένου αυτό να γίνει αντιληπτό, είναι σημαντικό, στο πλαίσιο μιας «περιφερειακής κυκλικής οικονομίας στον τομέα της ενέργειας», να εκτιμηθούν καταρχάς οι δυνατότητες, και μάλιστα τόσο στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής όσο και στους τομείς της θέρμανσης και των μεταφορών.

5.2.

Οι δυνατότητες της προσέγγισης σε επίπεδο περιφερειακής οικονομίας είναι περισσότερο προφανείς στο παράδειγμα της ηλιοθερμικής ενέργειας. Η περιφερειακή προστιθέμενη αξία από την εγκατάσταση και τη λειτουργία είναι χαμηλή, εφόσον μάλιστα ανακύπτουν και αρνητικές επιπτώσεις, π.χ. όταν ένα σύστημα πετρελαίου θέρμανσης αντικαθίσταται, το αποτέλεσμα είναι να υφίστανται πίεση οι θέσεις εργασίας των διανομέων πετρελαίου θέρμανσης. Πράγματι, η ηλιοθερμική ενέργεια έχει άκρως θετικό αποτέλεσμα για τους καταναλωτές. Διότι όσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό της ηλιακής θερμότητας στη συνολική κατανάλωση θερμότητας, τόσο περισσότερο μπορούν οι καταναλωτές να εγκαταλείψουν τις εισαγωγές ενεργειακών εμπορευμάτων, όπως ο άνθρακας, το πετρέλαιο ή το φυσικό αέριο, οι οποίες συνεπάγονται εκροή αγοραστικής δύναμης από την περιφέρεια, τόσο προς όφελος των ανθρακοπαραγωγών και των πετρελαιοπαραγωγών χωρών όσο και των χωρών που εξάγουν αέριο ή/και των πολυεθνικών ομίλων ορυκτελαίων και φυσικού αερίου.

5.3.

Συνολικά, κρίνεται αναγκαίο να συμπεριλαμβάνεται σε ένα περιφερειακό ενεργειακό ισοζύγιο ο βαθμός μέχρι τον οποίο επιτυγχάνεται ή θα μπορούσε να επιτευχθεί η κάλυψη της περιφερειακής κατανάλωσης ενέργειας με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που παράγονται σε περιφερειακό επίπεδο (και, υπό προϋποθέσεις, έχουν αποθηκευτεί προσωρινά). Το ισοζύγιο πρέπει να περιλαμβάνει τέσσερις πτυχές:

1.

Πρέπει να καθοριστεί πόση ζήτηση για ενέργεια έχει μια περιφέρεια στους τομείς της ηλεκτρικής ενέργειας, της θέρμανσης και της κινητικότητας. Η συνεκτίμηση του τομέα θέρμανσης και κινητικότητας είναι σημαντική για δύο λόγους: αφενός, το 75 % της κατανάλωσης ενέργειας αναλογεί σε αυτούς τους τομείς και, αφετέρου, οι εφαρμογές θέρμανσης και κινητικότητας είναι σημαντικές επιλογές ευελιξίας, οι οποίες είναι συνήθως διαθέσιμες μόνο σε τοπικό επίπεδο.

2.

Είναι αναγκαίο να καταγραφούν οι δυνατότητες κάλυψης των αναγκών θέρμανσης με τις τοπικές πηγές ανανεώσιμης ενέργειας. Για τον σκοπό αυτό, πρέπει επίσης να προσδιοριστεί σε ποιο βαθμό μπορεί με την εφαρμογή αυτής της πρακτικής να επιτευχθεί πράγματι ένας αναπροσανατολισμός της ροής κεφαλαίου προς όφελος της περιφέρειας. Στην περίπτωση της βιοενέργειας, αυτό εξαρτάται από την προέλευση της βιομάζας, ενώ σε ό,τι αφορά όλες τις τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αυτό εξαρτάται από την προέλευση των εγκαταστάσεων και των επιχειρήσεων που έχουν αναλάβει την εγκατάσταση και τη συντήρηση. Επιπλέον, πρέπει να καθοριστεί με βάση τη δομή των φορέων εκμετάλλευσης και, ενδεχομένως, τον όγκο της ενδοπεριφερειακής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, εάν o κύκλος εργασιών που πραγματοποιήθηκε με τη λειτουργία στην περιφέρεια παραμένει διαθέσιμος και κατά πόσον συνεπάγεται την οικονομική σύμπραξη των περιφερειακών φορέων.

3.

Η διαφορά μεταξύ της περιφερειακής ενεργειακής ζήτησης και το ποσοστό ενεργειακής ζήτησης που καλύπτεται από τις περιφερειακές ΑΠΕ καταδεικνύει το ποσό της ενέργειας που χρειάζεται να εισαχθεί από άλλες περιοχές (εκροές κεφαλαίων από την περιφέρεια). Πολλές ευρωπαϊκές περιφέρειες θα συνεχίσουν, και στο μέλλον, να εξαρτώνται από τις εισαγωγές ενέργειας — απλώς επειδή είναι αναποτελεσματική, οικονομικά μη αποδοτική ή τεχνικώς αδύνατη η πλήρης κάλυψη των περιφερειακών ενεργειακών αναγκών με περιφερειακά παραγόμενη ενέργεια.

4.

Εφόσον στην περιφέρεια παράγεται περισσότερη ενέργεια από αυτήν που καταναλώνεται επιτόπου, πρέπει να καθοριστεί ποιος θα συμμετέχει στα έσοδα από τις πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας.

5.4.

Το ισοζύγιο μεταξύ της περιφερειακής παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας θα πρέπει να καταρτιστεί για κάθε ευρωπαϊκή περιφέρεια, χωρίς τη θέσπιση σχετικής νομικής υποχρέωσης. Αντιθέτως, οι περιφέρειες έχουν κάθε συμφέρον να υπολογίζουν αυτό το ισοζύγιο σε εθελοντική βάση. Πρέπει να εξεταστεί κατά πόσον μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον σκοπό αυτό η κατοχυρωμένη κατηγορία των περιφερειών NUTS 3. Σε ορισμένες περιπτώσεις φαίνονται επίσης ελκυστικές οι διασυνοριακές ενεργειακές περιφέρειες, ακόμη και με γνώμονα την ιδέα της «Ευρώπης των περιφερειών». Σε αυτό το πλαίσιο, η υπηρεσία ενεργειακής πληροφόρησης, τη δημιουργία της οποίας έχει ζητήσει η ΕΟΚΕ σε παλαιότερη γνωμοδότησή της (6), θα μπορούσε να αναλάβει το έργο του συντονισμού.

6.   Δυνατότητες σχετικά με την ενεργειακή και την περιφερειακή πολιτική ενός ισοσκελισμένου ή θετικού ενεργειακού ισοζυγίου

6.1.

Εφόσον βελτιωθεί το ισοζύγιο που περιγράφεται στο κεφάλαιο 5 σχετικά με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που παράγονται και χρησιμοποιούνται σε περιφερειακό επίπεδο, θα υπάρξει συμβολή στη μείωση της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης.

6.2.

Εάν οι περιφερειακοί φορείς μπορούσαν να συμπράξουν οικονομικά σε αυξημένο βαθμό στις ΑΠΕ, τούτο θα ενίσχυε την περιφερειακή συνοχή. Αυτό συμβαίνει επειδή διαρθρωτικά αδύναμες περιφέρειες παρουσιάζουν συχνά το μεγαλύτερο δυναμικό επιφάνειας για τις ΑΠΕ και, επομένως, το αποτέλεσμα των ΑΠΕ ασκεί μεγαλύτερη επιρροή ως προς την περιφερειακή οικονομία.

6.3.

Η εκπόνηση ειδικών περιφερειακών ενεργειακών ισοζυγίων θα επέτρεπε να κατανοηθεί η σημασία της ενεργειακής μετάβασης για τις επιμέρους περιφέρειες. Η συζήτηση για τις διαρθρωτικές αλλαγές σε συγκεκριμένες περιφέρειες θα μπορούσε να τεθεί σε καλύτερες βάσεις. Ανάλογες παρεμβάσεις σε επίπεδο περιφερειακής πολιτικής θα μπορούσαν να αναπτυχθούν καλύτερα από ό,τι σήμερα, δεδομένου ότι γίνεται λόγος με σχεδόν ενιαίο τρόπο για «περιοχές εξόρυξης άνθρακα» ή για «ενεργειακές νησίδες».

6.4.

Αν μια περιφέρεια θεωρείται περιφέρεια εξαγωγής ή εισαγωγής ενέργειας ή παρουσιάζει ισοσκελισμένο ενεργειακό ισοζύγιο — αυτό έχει συγκεκριμένο αντίκτυπο στους ανθρώπους που ζουν εκεί. Ως προς το θέμα αυτό, πρέπει να διεξαχθεί διάλογος με τους περιφερειακούς ενδιαφερόμενους φορείς. Δεν υπάρχει η τέλεια λύση που να είναι ενιαία για όλες τις περιφέρειες. Αντ’ αυτού, πρέπει να συμφωνηθούν οι δικαιότερες λύσεις ανάλογα με την περιφέρεια — επίσης όσον αφορά τη χωροταξική δικαιοσύνη («spatial justice»), ήτοι για ποιο σκοπό χρησιμοποιούνται ορισμένες επιφάνειες. Οι εκπρόσωποι της περιφερειακής πολιτικής και διοίκησης πρέπει να διαθέτουν ανάλογα προσόντα.

6.5.

Όσο πιο αποτελεσματικά καλυφθούν οι περιφερειακές ενεργειακές ανάγκες με περιφερειακές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η ανεξαρτησία που θα έχουν οι καταναλωτές που ζουν και εργάζονται στην περιφέρεια από τις εξελίξεις των τιμών της παγκόσμιας αγοράς, ιδίως του ορυκτελαίου και του φυσικού αερίου. Αυτή είναι η καλύτερη προϋπόθεση για να μειωθούν η ενεργειακή φτώχεια και η τρωτότητα των τελικών καταναλωτών. Δεδομένου ότι οι τιμές της ενέργειας καθίστανται ολοένα και σημαντικότερος παράγοντας κατά τη λήψη των επενδυτικών αποφάσεων, μπορεί, συγχρόνως, να αυξηθεί η ελκυστικότητα του τοπικού οικονομικού και βιομηχανικού ιστού.

6.6.

Η επικείμενη ενσωμάτωση του τομέα θέρμανσης και κινητικότητας στο σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας θα μπορούσε να υποστηριχθεί με κίνητρα για την περιφερειακή χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που παράγονται σε τοπικό επίπεδο και, επομένως, να προωθηθεί στοχευμένα για την ενίσχυσή της.

6.7.

Η ψηφιοποίηση της οικονομίας της ενέργειας προσφέρει μεγάλες ευκαιρίες. Επίσης από αυτήν την άποψη, πολλαπλά κίνητρα για τη βελτίωση της περιφερειακής χρήσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που παράγονται σε τοπικό επίπεδο θα μπορούσαν να ενεργοποιήσουν το ειδικό δυναμικό της ψηφιοποίησης και έτσι να προωθήσουν την καινοτομία.

6.8.

Στόχος της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Ένωσης είναι η ενίσχυση του ρόλου των πολιτών και των καταναλωτών ενέργειας στην ενεργειακή μετάβαση. Ωστόσο, στις διαπεριφερειακές αγορές ενέργειας υπάρχουν υψηλοί φραγμοί εισόδου στην αγορά, ενώ οι οικονομίες κλίμακας διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο (7). Άλλωστε, αυτό είναι μια συνέπεια που οφείλεται σε ιστορικά καθιερωμένες μονοπωλιακές διαρθρώσεις στις αγορές. Στο επίπεδο της περιφέρειας, οι πολίτες και οι καταναλωτές είναι πολύ πιο εύκολο να διαδραματίσουν τον νέο και πιο ενεργό τους ρόλο, δηλαδή στο πλαίσιο μιας περιφερειακής κυκλικής οικονομίας στον τομέα της ενέργειας.

6.9.

Εάν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που παράγονται σε περιφερειακό επίπεδο χρησιμοποιούνται εντατικά επιτόπου, τούτο θα μειώσει τη συμφόρηση των δικτύων και, υπό προϋποθέσεις, θα περιορίσει την ανάγκη για μαζική ενίσχυση των ευρωπαϊκών δικτύων μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος (βλέπε επίσης αιτιολογική σκέψη 52 της πρότασης σχετικά με οδηγία για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (COM(2016) 767 final)).

7.   Αιτήματα σε σχέση με μια περιφερειακή κυκλική οικονομία στον τομέα της ενέργειας

7.1.

Η ΕΟΚΕ καλεί τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα να θεωρήσουν την περιφερειακή χρήση των ΑΠΕ που παράγονται σε περιφερειακό επίπεδο ως στόχο μιας ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής, καθώς και της πολιτικής συνοχής, και να αξιοποιήσουν ως σημείο αναφοράς το ισοζύγιο μεταξύ περιφερειακών ενεργειακών αναγκών και περιφερειακής παραγωγής ΑΠΕ. Εξάλλου, με την περαιτέρω διαμόρφωση της προώθησης των ΑΠΕ, λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ιδιοπαραγόμενης ενέργειας και άλλων περιφερειακών φορέων που δεν επωφελούνται από οικονομίες κλίμακας (8). Ο στόχος πρέπει να είναι, ειδικότερα, η άρση των φραγμών όσον αφορά πρόσβαση στην αγορά, οι οποίοι παρεμποδίζουν τις ευκαιρίες των μικρών (περιφερειακών) ενδιαφερόμενων φορέων να καθιερωθούν στην αγορά. Χρήσιμο είναι επίσης ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα για τον χαρακτηρισμό των περιφερειακών φορέων καθώς και για την ενισχυμένη ανταλλαγή ορθών πρακτικών.

7.2.

Αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη στρατηγικής απόφασης για τον προσανατολισμό της ενεργειακής πολιτικής προς την αποκέντρωση. Από αυτήν την άποψη, στη δέσμη μέτρων «Καθαρή ενέργεια για όλους τους Ευρωπαίους» εξακολουθούν προφανώς να υπάρχουν ακόμη πάρα πολλές αντιφάσεις μεταξύ μιας μάλλον αποκεντρωμένης και μιας σαφώς συγκεντρωτικής ενεργειακής πολιτικής. Θα άξιζε να υποστηριχθεί η εκχώρηση στις ευρωπαϊκές περιφερειακές και τοπικές αρχές της αρμοδιότητας να ρυθμίζουν απευθείας τη σύμπραξη των περιφερειακών φορέων στη χρήση περιφερειακών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αυτό θα ήταν επίσης σύμφωνο με τη μακρά παράδοση των δημοτικών υπηρεσιών κοινής ωφέλειας σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη μέλη.

7.3.

Η ΕΟΚΕ απευθύνει έκκληση στην Επιτροπή να υποβάλει σχέδιο σχετικά με τα μέτρα του μείγματος ενεργειακής πολιτικής που θα βοηθούσαν σε ευρωπαϊκό, σε εθνικό και σε υποεθνικό επίπεδο στην προώθηση της περιφερειακής ενέργειας. Μέρος αυτού του σχεδίου μπορεί να αποτελέσει μια ανάλογη διατύπωση του δικαίου ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων και προμηθειών. Επιπλέον, θα πρέπει να αναπτυχθεί μια μεθοδολογία, σύμφωνα με την οποία οι περιφέρειες θα έχουν τη δυνατότητα να καταρτίζουν το δικό τους ειδικό ενεργειακό ισοζύγιο. Θα ήταν επιθυμητή μια ηλεκτρονική εφαρμογή για πολιτικούς και ενδιαφερόμενους φορείς που δραστηριοποιούνται σε περιφερειακό επίπεδο, η οποία θα εκδίδει αποτελέσματα τουλάχιστον κατά προσέγγιση.

7.4.

Μια αναδιάρθρωση των τελών δικτύου, ενδεχομένως και των πρόσθετων τελών και φόρων, θα μπορούσε να βοηθήσει ώστε να επιτευχθούν τα περιγραφόμενα αποτελέσματα για την περιφερειακή οικονομία όσον αφορά την ανάπτυξη των ΑΠΕ. Οι εξαγωγές και κυρίως οι εισαγωγές ενέργειας θα πρέπει να κοστολογηθούν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να συνεκτιμούνται τουλάχιστον τα έξοδα μεταφοράς.

7.5.

Μια διαφοροποιημένη επιβολή τελών δικτύου — δηλαδή η τιμολόγηση μιας συναλλαγής ηλεκτρικής ενέργειας σε συνάρτηση με το πόσα επίπεδα δικτύου απαιτούνται για τη διενέργεια της συναλλαγής –, σε συνδυασμό με μια ισχυρότερη κάλυψη των περιφερειακών ενεργειακών αναγκών από ΑΠΕ που παράγονται επίσης σε τοπικό επίπεδο, θα διευκόλυνε τον προσδιορισμό των πραγματικών αναγκών για την ανάπτυξη ενός δικτύου με βάση τις δυνάμεις της αγοράς. Είναι σημαντικό να υπάρξει επαρκής διασυνδεσιμότητα των ενεργειακών περιφερειών της Ευρώπης. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει οπωσδήποτε και σε κάθε περίπτωση να δοθεί προτεραιότητα στην ανάπτυξη του δικτύου. Αυτό εξακολουθεί και σήμερα να συμβαίνει πολύ συχνά, χωρίς όμως να μπορεί να τεκμηριωθεί με οικονομικούς όρους (9).

Βρυξέλλες 11 Ιουλίου 2018.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Luca JAHIER


(1)  ΕΕ C 303 της 19.8.2016, σ. 1.

(2)  https://ec.europa.eu/info/news/no-region-left-behind-launch-platform-coal-regions-transition-2017-dec-08_en.

(3)  Για περισσότερες λεπτομέρειες, βλέπε την παρουσίαση της περιπτωσιολογικής μελέτης που παρουσιάστηκε κατά την ακρόαση στην ΕΟΚΕ στις 31 Μαΐου με θέμα «Η ενεργειακή μετάβαση στις περιφέρειες της Ευρώπης — Εκτίμηση των επιπτώσεων της μετάβασης προς έναν έξυπνο και χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών ενεργειακό εφοδιασμό για την περιφερειακή οικονομία». https://www.eesc.europa.eu/en/news-media/presentations/presentation-michael-knape

(4)  Weterings, A. et al. (2018): Effecten van de energietransitie op de regionale arbeidsmarkt — een quickscan”(Οι επιπτώσεις της ενεργειακής μετάβασης στην περιφερειακή αγορά εργασίας — μια συνοπτική επισκόπηση), Planbureau voor de Leefomgeving (PBL-Οργανισμός Αξιολόγησης του Περιβάλλοντος των Κάτω Χωρών), Χάγη, σ. 36.

(5)  Institut für dezentrale Energietechnologien (Ινστιτούτο για αποκεντρωμένες τεχνολογίες παραγωγής ενέργειας) (2016). Regionale Wertschöpfung in der Windindustrie am Beispiel Nordhessen (Περιφερειακή προστιθέμενη αξία στη βιομηχανία αιολικής ενέργειας: το παράδειγμα της Βόρειας Έσσης).

(6)  ΕΕ C 262 της 25.7.2018, σ. 86.

(7)  ΕΕ C 288 της 31.8.2017, σ. 91.

(8)  ΕΕ C 246 της 28.7.2017, σ. 55.

(9)  Βλέπε Peter, F., Grimm, V. & Zöttl, G. (2016). Αποκέντρωση και βελτιστοποίηση κυψελοειδών συστημάτων — Επιπτώσεις στην ανάγκη ανάπτυξης του δικτύου. https://www.fau.de/files/2016/10/Energiestudie_Studie.pdf.


Top