Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52017AE1461

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009 για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004»Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ και την Ελβετία.. [COM(2016) 815 final — 2016/0397 (COD)]

    ΕΕ C 345 της 13.10.2017, p. 85–90 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    13.10.2017   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 345/85


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009 για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004»

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ και την Ελβετία)

    [COM(2016) 815 final — 2016/0397 (COD)]

    (2017/C 345/14)

    Εισηγητής:

    ο κ. Philip VON BROCKDORFF

    Συνεισηγήτρια:

    η κ. Christa SCHWENG

    Αίτηση γνωμοδότησης

    Ευρωπαϊκή Επιτροπή: 17.2.2017

    Συμβούλιο, 15.2.2017

    Νομική βάση:

    Άρθρο 48 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

     

     

    Απόφαση της συνόδου ολομέλειας

    5.7.2017

     

     

    Αρμόδιο τμήμα

    Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη

    Υιοθετήθηκε από το ειδικευμένο τμήμα

    13.6.2017

    Υιοθετήθηκε από την ολομέλεια

    5.7.2017

    Σύνοδος ολομέλειας αριθ.

    527

    Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

    (υπέρ/κατά/αποχές)

    135/2/1

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1.

    Η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι η πρόταση νέου κανονισμού για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης θα πρέπει να αποσκοπεί στη διευκόλυνση, και όχι στον περιορισμό, της κυκλοφορίας των ατόμων που αναζητούν εργασία και των εργαζομένων. Και τούτο διότι η βελτίωση του συντονισμού της κοινωνικής ασφάλισης διευκολύνει την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων προς όφελος τόσο των ίδιων των εργαζόμενων (ανάπτυξη δεξιοτήτων και ενίσχυση της προσαρμοστικότητας) όσο και των εργοδοτών (παροχή κινήτρων σε εργατικό δυναμικό με τεχνογνωσία). Επίσης, συμβάλλει στην οικονομία γενικότερα, με την αντιμετώπιση των ανισοτήτων της ανεργίας μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, την προώθηση της αποτελεσματικότερης κατανομής των ανθρώπινων πόρων, καθώς και με τη συνεισφορά της στην ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ.

    1.2.

    Η θέσπιση εύρυθμων και δίκαιων κανόνων, τόσο για όσους μετακινούνται όσο και για τους υπόλοιπους, συνιστά σημαντικό παράγοντα για την πολιτική αποδοχή της κινητικότητας. Η ΕΟΚΕ ισχυρίζεται ότι στόχος αυτής της διαδικασίας πρέπει να είναι η επίτευξη δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των χωρών προέλευσης και υποδοχής.

    1.3.

    Όσον αφορά τις προϋποθέσεις που ισχύουν για τους πολίτες που δικαιούνται να «εξάγουν» παροχές μακροχρόνιας φροντίδας όταν μετακινούνται στο εξωτερικό, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι νέοι κανόνες προσφέρουν στους πολίτες καλύτερη προστασία σε διασυνοριακές καταστάσεις. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι οι νέοι κανόνες δεν στοιχειοθετούν νέο δικαίωμα μακροχρόνιας φροντίδας σε κάθε κράτος μέλος, καθώς αυτό εξαρτάται από την ύπαρξη των εν λόγω υπηρεσιών στη χώρα υποδοχής.

    1.4.

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η πρόταση αναθεώρησης του κανονισμού για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και η οδηγία για την απόσπαση των εργαζομένων είναι και οι δύο σημαντικές για την κινητικότητα των εργαζομένων. Ωστόσο, δεδομένου ότι τα δύο μέσα πραγματεύονται διαφορετικά θέματα, η ΕΟΚΕ εκφράζει τον φόβο ότι η παραπομπή σε ορισμούς της προτεινόμενης αναθεωρημένης οδηγίας για την απόσπαση των εργαζομένων στον κανονισμό για τον συντονισμό της κοινωνικής ασφάλισης θα περιορίσει τη νομική σαφήνεια στην πράξη.

    1.5.

    Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι η προτεινόμενη απαίτηση, σύμφωνα με την οποία ο εργαζόμενος πρέπει να εργάζεται τουλάχιστον 3 μήνες στο κράτος μέλος υποδοχής ώστε να μπορεί να πληροί τις προϋποθέσεις για τις παροχές ανεργίας, θα συνεπάγεται καθυστερήσεις στον «συνυπολογισμό των περιόδων ασφάλισης» ο οποίος δίνει το δικαίωμα σε παροχές. Παρότι αυτό μπορεί να καταστήσει τους κανόνες δικαιότερους για τις χώρες προορισμού, ενδέχεται να επηρεάσει επίσης αρνητικά τα κίνητρα για την κινητικότητα.

    1.6.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι δεν καθίσταται σαφές το πώς η πρόταση για την παράταση της περιόδου «εξαγωγής» των παροχών ανεργίας από τους ισχύοντες 3 μήνες σε τουλάχιστον 6 μήνες μπορεί να παρέχει αποτελεσματικά ευκαιρίες απασχόλησης για τα άτομα που αναζητούν εργασία, εφόσον αυτό θα εξαρτάται από την κατάσταση της αγοράς εργασίας, η οποία διαφέρει από τη μία χώρα στην άλλη.

    1.7.

    Η ΕΟΚΕ ισχυρίζεται ότι ο συντονισμός των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης θα μπορούσε να βελτιωθεί και να διευκολυνθεί με την εξασφάλιση μεγαλύτερης σύγκλισης όσον αφορά τις παροχές, τον χρόνο συνυπολογισμού και την ενεργοποίηση των παροχών. Επίσης, οι δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης θα πρέπει να παρέχουν αποτελεσματικότερη στήριξη στα διακινούμενα άτομα που αναζητούν εργασία για την ανεύρεση κατάλληλης εργασίας.

    1.8.

    Η ΕΟΚΕ ζητεί την ανάληψη ισχυρότερης δέσμευσης από τα κράτη μέλη προκειμένου να διευκολυνθεί η επιλογή της δυνατότητας των οικονομικά μη ενεργών διακινούμενων πολιτών να καταβάλλουν εισφορές κατά τρόπο αναλογικό και σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχείρισης σε ένα σύστημα υγειονομικής περίθαλψης για την κάλυψη ασθένειας στο κράτος μέλος υποδοχής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξετάζουν τα πλεονεκτήματα της αποδοχής μετακινούμενων πολιτών εν γένει, ακόμη και των ανενεργών, εφόσον με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, τούτοι εξακολουθούν να συμβάλλουν στην οικονομία (και την πολιτιστική ποικιλομορφία) της χώρας υποδοχής.

    1.9.

    Τέλος, η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι οι προτεινόμενοι νέοι κανόνες δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν σε καμία περίπτωση διατάξεις που να περιορίζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα τα οποία αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    2.   Προτεινόμενες αλλαγές στους κανόνες συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης

    2.1.

    Καθώς η διασυνοριακή αγορά εργασίας συνεχίζει να εξελίσσεται και μεταβάλλονται τα εθνικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, είναι προφανής η ανάγκη ενημέρωσης ή προσαρμογής των υφιστάμενων κανόνων. Επιπλέον από την ανάγκη απλούστερων και ευκολότερων μεθόδων εφαρμογής, αυτό είναι το σκεπτικό των αλλαγών που πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην ανακοίνωσή της στις 13 Δεκεμβρίου 2016.

    2.2.

    Η πρόταση επιδιώκει να παράσχει σαφήνεια και δίκαιους και εφαρμόσιμους κανόνες για τη διευκόλυνση της κινητικότητας του εργατικού δυναμικού. Η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων παραμένει ένας από τους βασικούς πυλώνες της εσωτερικής αγοράς. Ωστόσο, οι εθνικές αρχές καλούνται επίσης να καταπολεμήσουν την κατάχρηση ή τις απάτες στις κοινωνικές παροχές.

    2.3.

    Οι κυριότερες αλλαγές που προτείνονται καλύπτουν:

    i)

    την εξαγωγή των παροχών ανεργίας: η ελάχιστη περίοδος για την «εξαγωγή» των παροχών ανεργίας (όταν οι παροχές «εξάγονται» σε άλλο κράτος μέλος στο οποίο κάποιος αναζητεί εργασία) επεκτείνεται από 3 σε 6 μήνες, με δυνατότητα περαιτέρω παράτασης για την υπόλοιπη περίοδο του δικαιώματος.

    ii)

    Κατά την αξιολόγηση τού κατά πόσον ένα άτομο που αναζητά εργασία πληροί τις προϋποθέσεις για παροχές ανεργίας, το κράτος μέλος θα πρέπει να ελέγχει και να εξετάζει όλες τις προηγούμενες περιόδους ασφάλισης σε άλλα κράτη μέλη (όπως συμβαίνει με τους ισχύοντες κανόνες). Ωστόσο, αυτό είναι δυνατό μόνον εάν ο ενδιαφερόμενος έχει εργαστεί στο εν λόγω κράτος μέλος για τουλάχιστον 3 μήνες (νέα πρόταση). Εάν το συγκεκριμένο άτομο δεν πληροί τις προϋποθέσεις, υπεύθυνο για την καταβολή των εν λόγω παροχών θα είναι το κράτος μέλος στο οποίο ασκούσε προηγουμένως δραστηριότητα.

    iii)

    Τις παροχές ανεργίας για τους μεθοριακούς εργαζομένους: σύμφωνα με τους προτεινόμενους κανόνες, υπεύθυνο για την καταβολή τυχόν παροχών ανεργίας είναι το κράτος μέλος της προηγούμενης απασχόλησης εφόσον οι εν λόγω εργαζόμενοι έχουν εργαστεί σε αυτό για 12 μήνες. Ωστόσο, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, οι μεθοριακοί εργαζόμενοι καταβάλλουν σήμερα εισφορές και φόρους στο κράτος μέλος στο οποίο εργάζονται. Για περιόδους απασχόλησης κάτω των 12 μηνών, τις παροχές ανεργίας θα καταβάλλει το κράτος μέλος κατοικίας.

    iv)

    Τις παροχές πρόνοιας για τους οικονομικά μη ενεργούς πολίτες: σε αυτήν την περίπτωση, η πρόταση αποσκοπεί στην κωδικοποίηση της πρόσφατης νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία οι οικονομικά μη ενεργοί πολίτες οι οποίοι μετακινούνται από ένα κράτος μέλος σε άλλο μπορούν να έχουν πρόσβαση σε κοινωνικές παροχές μόνον εφόσον πληρούν την προϋπόθεση της νόμιμης διαμονής, όπως ορίζεται στην οδηγία για την ελεύθερη κυκλοφορία. Ωστόσο, για τη νόμιμη διαμονή των οικονομικά μη ενεργών πολιτών απαιτείται απόδειξη ότι διαθέτουν επαρκή μέσα διαβίωσης και πλήρη ασφαλιστική κάλυψη υγείας. Η προϋπόθεση αυτή δεν ισχύει για τα ενεργά άτομα που αναζητούν εργασία: το δικαίωμα διαμονής τους σε άλλο κράτος μέλος παρέχεται απευθείας από το άρθρο 45 της ΣΛΕΕ.

    v)

    Την κοινωνική ασφάλιση των αποσπασμένων εργαζομένων: αναφέρεται ότι οι προτεινόμενοι κανόνες αποσκοπούν στην ενίσχυση των διοικητικών εργαλείων που σχετίζονται με τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης των αποσπασμένων εργαζομένων έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι οι εθνικές αρχές διαθέτουν τα κατάλληλα μέσα προκειμένου να ελέγχουν το καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης των εργαζομένων αυτών και να αντιμετωπίζουν πιθανές αθέμιτες πρακτικές ή καταχρήσεις.

    vi)

    Τις οικογενειακές παροχές: η πρόταση επικαιροποιεί τους κανόνες σχετικά με τα επιδόματα γονικής άδειας, με τα οποία αποζημιώνεται ένας γονέας για την απώλεια εισοδήματος ή αποδοχών κατά τη διάρκεια του χρόνου που αφιέρωσε για την ανατροφή παιδιού. Η πρόταση δεν μεταβάλλει τους ισχύοντες κανόνες σχετικά με την εξαγωγή των επιδομάτων τέκνων. Ακόμη, δεν προβλέπεται τιμαριθμική αναπροσαρμογή των επιδομάτων τέκνων.

    3.   Επισκόπηση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης σε ολόκληρη την ΕΕ

    3.1.

    Τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης καλύπτουν συνήθως τομείς όπως οι παροχές ασθένειας, μητρότητας/πατρότητας, οικογένειας, γήρατος, ανεργίας και άλλες παρόμοιες παροχές και υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα των εθνικών αρχών. Αυτό σημαίνει ότι κάθε κράτος είναι υπεύθυνο για τον σχεδιασμό του δικού του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Εξαιτίας αυτού, οι παροχές κοινωνικής ασφάλισης που λαμβάνονται από τους πολίτες σε ολόκληρη την ΕΕ ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό, τόσο από την άποψη των πραγματικών παροχών που προκύπτουν όσο και του τρόπου με τον οποίο οργανώνονται τα συστήματα.

    3.2.

    Ένα θέμα σοβαρής ανησυχίας για την ΕΟΚΕ είναι η μεγάλη διαφορά στην απόδοση μεταξύ των συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας στις διάφορες χώρες της ΕΕ: τα καλύτερα συστήματα βοηθούν στη μείωση του κινδύνου της φτώχειας κατά 60 %, τα λιγότερο αποτελεσματικά κατά λιγότερο από 15 %, ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 35 % (1). Το χάσμα αυτό είναι εν μέρει ο λόγος για τις διαφορετικές κοινωνικές συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι πολίτες στην επικράτεια της ΕΕ. Είναι συνεπώς ακόμη πιο σημαντικό τα κράτη μέλη της ΕΕ να συμφωνήσουν ως προς τις αρχές για αποτελεσματικά και αξιόπιστα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, όπως ζήτησε η ΕΟΚΕ στη γνωμοδότησή της με θέμα «Αρχές για αποτελεσματικά και αξιόπιστα συστήματα κοινωνικών παροχών»  (2) και στη γνωμοδότησή της με θέμα «Ευρωπαϊκός πυλώνας κοινωνικών δικαιωμάτων»  (3). Οι κοινές ευρωπαϊκές αξίες και η οικονομική ανάπτυξη απαιτούν την προστασία, σε κάθε κράτος μέλος, ενός ελάχιστου εισοδήματος, μιας στοιχειώδους υγειονομικής περίθαλψης, της παροχής κατάλληλων κοινωνικών υπηρεσιών και της κοινωνικής συμμετοχής. Αυτό μπορεί να συμβάλει στην τόνωση της αλληλεγγύης στα κράτη μέλη και τη μείωση των μακροοικονομικών ανισοτήτων.

    3.3.

    Η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων αποτελεί μία από τις τέσσερις θεμελιώδεις ελευθερίες κυκλοφορίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων θα πρέπει να προαχθεί πιο αποτελεσματικά και να τηρείται στις διάφορες εκφάνσεις της, δεδομένου ότι, στην πράξη, δεν υπάρχει ελεύθερη κυκλοφορία εργαζομένων χωρίς σεβασμό των μετακινούμενων πολιτών και εργαζομένων, όπως επισημαίνεται παρακάτω. Ο συντονισμός των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας είναι μία από αυτές τις εκφάνσεις. Η ιστορία της εφαρμογής της υπήρξε γενικά επιτυχημένη και, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, είχε ως αποτέλεσμα τα εκατομμύρια των εργαζομένων που απόλαυσαν τα οφέλη της να γίνουν οι καλύτεροι «πρεσβευτές» της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων.

    3.4.

    Προκειμένου να διευκολυνθεί η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων και των πολιτών, είναι αναγκαία η βελτίωση του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης ώστε να επικρατεί μεγαλύτερη σαφήνεια και να παρέχονται διαβεβαιώσεις σε σχέση με τις παροχές προς τους δικαιούχους. Για τον σκοπό αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση διαθέτει κανόνες για τον συντονισμό των εθνικών συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Οι κανόνες αυτοί καθορίζουν ποιο κράτος μέλος είναι αρμόδιο, μέσω του οικείου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, να καλύπτει τον πολίτη ή τον εργαζόμενο. Οι κανόνες αποσκοπούν επίσης στην αποφυγή της επικάλυψης παροχών σε διασυνοριακές καταστάσεις και, ταυτόχρονα, παρέχουν εγγυήσεις για τα άτομα που εργάζονται σε άλλη χώρα ή αναζητούν εργασία σε όλη την ΕΕ.

    3.5.

    Θα πρέπει να τονιστεί ότι οι υφιστάμενοι κανόνες αφορούν τον συντονισμό και όχι την εναρμόνιση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Οι κανόνες περιέχονται στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και (ΕΚ) αριθ. 987/2009. Οι κανόνες της ΕΕ βασίζονται σε τέσσερις αρχές:

    i)

    μία χώρα: ένα άτομο καλύπτεται από το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης ενός μόνο κράτους μέλους κάθε φορά, συνεπώς καταβάλλει εισφορές σε μία μόνο χώρα, από την οποία λαμβάνει και τις αντίστοιχες παροχές·

    ii)

    ίση μεταχείριση: ένα άτομο έχει τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις με τους υπηκόους της χώρας όπου είναι ασφαλισμένο·

    iii)

    συνυπολογισμός: ανάλογα με την περίπτωση, όταν ένα άτομο αξιώνει μια παροχή, απαιτείται απόδειξη των περιόδων ασφάλισης, εργασίας ή διαμονής σε άλλα κράτη μέλη (για παράδειγμα, απόδειξη ότι ο ενδιαφερόμενος πληροί το ελάχιστο χρονικό διάστημα ασφάλισης το οποίο απαιτείται βάσει του εθνικού δικαίου για την κατοχύρωση δικαιώματος παροχών)·

    iv)

    δυνατότητα εξαγωγής: εάν ένα άτομο έχει το δικαίωμα να λαμβάνει παροχή από ένα κράτος μέλος, θα απολαμβάνει την εν λόγω παροχή ακόμη σε περίπτωση διαμονής σε διαφορετικό κράτος μέλος.

    3.6.

    Οι διατάξεις των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και (ΕΚ) αριθ. 987/2009 καλύπτουν οποιονδήποτε μεταβαίνει σε άλλο κράτος μέλος για μόνιμη εγκατάσταση, ή προσωρινά, για εργασία ή σπουδές. Συμπεριλαμβάνονται τα άτομα τα οποία διασχίζουν τα σύνορα για να εργαστούν. Επιπλέον, τα άτομα που αναζητούν εργασία σε άλλο κράτος μέλος μπορούν να λαμβάνουν παροχές ανεργίας από το δικό τους κράτος μέλος ενόσω αναζητούν εργασία για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.

    4.   Γενικές παρατηρήσεις

    4.1.

    Το 2015 περίπου 11,3 εκατομμύρια πολίτες από τα 28 κράτη μέλη της ΕΕ σε ενεργό ηλικία (20–64 ετών) κατοικούσαν σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ, εκ των οποίων 8,5 εκατομμύρια απασχολούνταν ή αναζητούσαν εργασία (τα αριθμητικά στοιχεία και για τις δύο παραμέτρους παρουσιάζουν διαφοροποιήσεις μεταξύ των κρατών μελών). Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει το 3,7 % του συνολικού πληθυσμού σε ηλικία εργασίας της ΕΕ. Στην ΕΕ υπήρχαν 1,3 εκατομμύρια διασυνοριακοί εργαζόμενοι (οι οποίοι απασχολούνται σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ από εκείνο στο οποίο ζουν). Ο αριθμός των αποσπασμένων εργαζομένων ήταν περίπου 1 920 000 άτομα. Ο αριθμός αυτός αντιπροσώπευε το 0,7 % της συνολικής απασχόλησης στην ΕΕ, με τετράμηνες αποσπάσεις κατά μέσο όρο.

    4.2.

    Ο συντονισμός των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης διευκολύνει την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων προσφέροντας οφέλη για τους εργαζόμενους και έμμεσα για τους εργοδότες, καθώς και για την οικονομία γενικότερα, αλλά και συμβάλλοντας στην ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα. Οι εντός της ΕΕ διακινούμενοι πολίτες, στη συντριπτική πλειονότητα τους, επιθυμούν να βελτιώσουν τα μέσα βιοπορισμού τους και τις επαγγελματικές τους προοπτικές.

    4.3.

    Από τη σκοπιά των εργαζομένων, το δικαίωμα στην εργασία σε άλλο κράτος μέλος δεν παρέχει μόνο ευκαιρίες απασχόλησης, αλλά και διευκολύνει την ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων, ενισχύει την προσαρμοστικότητα και εμπλουτίζει τον ίδιο τον εργαζόμενο με νέες εργασιακές εμπειρίες. Η κυκλοφορία των εργαζομένων βοηθά επίσης στο να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό και τα κενά σε δεξιότητες. Τείνει επίσης να συμβάλλει στα οικονομικά των δημοσίων υπηρεσιών στο κράτος μέλος υποδοχής, ενώ μπορεί παράλληλα να βοηθήσει στον μετριασμό μέρους της φορολογικής επιβάρυνσης που προκύπτει και να αντισταθμίσει τις χαμηλότερες εισφορές λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.

    4.4.

    Από μακροοικονομική σκοπιά, η κινητικότητα των εργαζομένων συμβάλλει στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων ως προς την ανεργία στα κράτη μέλη της ΕΕ καθώς και στην αποτελεσματικότερη κατανομή των ανθρώπινων πόρων. Έρευνες δείχνουν επίσης ότι η κινητικότητα εντός της ΕΕ έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην πρόληψη περαιτέρω αστάθειας στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της οικονομικής ύφεσης.

    4.5.

    Όταν ασκείται υπό δίκαιες συνθήκες, η εργασιακή κινητικότητα, μπορεί να αποβεί επωφελής για τους εργαζόμενους, τις επιχειρήσεις και το σύνολο της κοινωνίας. Μπορεί να αποτελέσει σημαντική ευκαιρία προσωπικής, οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης των πολιτών και εργαζομένων, και πρέπει επομένως να διευκολύνεται. Η θέσπιση εύρυθμων και δίκαιων κανόνων, τόσο για όσους μετακινούνται αλλά και για εκείνους που δεν το πράττουν, συνιστά σημαντικό παράγοντα για την πολιτική αποδοχή της κινητικότητας. Στόχος όλων αυτών θα πρέπει να είναι η επίτευξη δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των χωρών προορισμού και των χωρών καταγωγής.

    4.6.

    Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι οποιαδήποτε προτεινόμενη αλλαγή θα πρέπει να στοχεύει στη διευκόλυνση της κυκλοφορίας των ατόμων που αναζητούν εργασία και των εργαζομένων, και όχι στον περιορισμό της. Η ΕΟΚΕ είναι επίσης της άποψης ότι ο συντονισμός των κανόνων κοινωνικής ασφάλισης θα πρέπει να διευκολύνει την πρόσβαση ατόμων με διαφορετικό φάσμα δεξιοτήτων σε θέσεις εργασίας. Η ίση μεταχείριση των εργαζομένων από την ΕΕ και των εθνικών εργαζομένων όσον αφορά τα ενεργητικά μέτρα για την αγορά εργασίας αποτελούν κομβικής σημασίας θέμα για την αντιμετώπιση των κοινωνικών διαιρέσεων.

    5.   Ειδικές παρατηρήσεις

    5.1.

    Όσον αφορά το σύστημα συντονισμού για τους μεθοριακούς εργαζομένους, η ΕΟΚΕ σημειώνει την πρόταση να μετατεθεί η ευθύνη για την καταβολή των παροχών ανεργίας στο κράτος μέλος της τελευταίας εργασιακής δραστηριότητας, πιστεύει όμως ότι η απαίτηση ελάχιστης δωδεκάμηνης περιόδου εργασίας στο εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να περιορίσει τα θετικά αποτελέσματα της τροποποίησης. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει ότι η πρόταση παρουσιάζει επίσης μια πρόκληση για τα κράτη μέλη ώστε να αναλάβουν την ευθύνη για την καταβολή των παροχών.

    5.2.

    Όσον αφορά τις προϋποθέσεις που ισχύουν για τους πολίτες που έχουν το δικαίωμα να «εξάγουν» παροχές μακροχρόνιας φροντίδας όταν μετακινούνται στο εξωτερικό, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι νέοι κανόνες προσφέρουν στους πολίτες καλύτερη προστασία σε διασυνοριακές καταστάσεις. Οι νέοι κανόνες έχουν ιδιαίτερη σημασία ενόψει της γήρανσης του πληθυσμού και της προώθησης μεγαλύτερης ανεξαρτησίας και κινητικότητας για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, με έναν αυξανόμενο αριθμό πολιτών να μετακινούνται από ένα κράτος μέλος σε άλλο και να χρειάζονται παροχές μακροχρόνιας φροντίδας. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι οι νέοι κανόνες δεν στοιχειοθετούν νέο δικαίωμα μακροχρόνιας φροντίδας σε κάθε κράτος μέλος, καθώς αυτό εξαρτάται από την ύπαρξη των εν λόγω υπηρεσιών στη χώρα υποδοχής.

    5.3.

    Η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι οι νέοι κανόνες θα καταστήσουν ευκολότερη τη διαδικασία για την ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών κοινωνικής ασφάλισης. Τα κράτη μέλη θα διευκολυνθούν τόσο από ένα ενιαίο όργανο για την επιβολή των απαιτήσεων για αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές κοινωνικής ασφάλισης όσο και από σαφέστερες διαδικασίες για την αμοιβαία διασυνοριακή βοήθεια.

    5.4.

    Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η πρόταση αναθεώρησης του κανονισμού της ΕΕ για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και η οδηγία για την απόσπαση των εργαζομένων είναι και οι δύο σημαντικές για την κινητικότητα των εργαζομένων. Ωστόσο, τα δύο αυτά μέσα ασχολούνται με διαφορετικά θέματα. Ενώ η οδηγία για την απόσπαση των εργαζομένων άπτεται των όρων και των συνθηκών απασχόλησης (συμπεριλαμβανομένων των αποδοχών) των αποσπασμένων εργαζομένων, ο κανονισμός για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης έχει ως στόχο να προσδιορίσει ποιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης θα εφαρμόζεται. Η νέα πρόταση δεν αλλάζει το πεδίο εφαρμογής των κανόνων της ΕΕ για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, ούτε της οδηγίας για την απόσπαση των εργαζομένων. Κατά συνέπεια, η ΕΟΚΕ εκφράζει τον φόβο ότι η παραπομπή σε ορισμούς της προτεινόμενης αναθεωρημένης οδηγίας για την απόσπαση των εργαζομένων στον κανονισμό για τον συντονισμό της κοινωνικής ασφάλισης, ο οποίος έχει ως στόχο να διευκολυνθεί η εφαρμογή τους, θα περιορίσει τη νομική σαφήνεια στην πράξη. Εγείρονται νομικές αμφιβολίες όταν σε έναν κανονισμό (ο οποίος είναι δεσμευτικός και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη) γίνεται αναφορά σε οδηγία (η οποία είναι δεσμευτική για τα κράτη μέλη μόνον όσον αφορά το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα).

    5.5.

    Η ΕΟΚΕ επισημαίνει την ανάγκη διασφάλισης ενιαίων όρων εφαρμογής των ειδικών κανόνων σχετικά με τον συντονισμό της κοινωνικής ασφάλισης όσον αφορά τους αποσπασμένους εργαζόμενους. Σε αυτό περιλαμβάνονται ο προσδιορισμός των περιπτώσεων που απαιτούν την έκδοση εντύπων Α1, τα στοιχεία προς επαλήθευση πριν την έκδοση και η ανάκληση σε περίπτωση αμφισβήτησης. Δεδομένου ότι αυτές οι πτυχές μπορούν να είναι καθοριστικές για την πρακτική εφαρμογή των άρθρων 12 και 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004, η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για την εκχώρηση τόσο αόριστα προσδιορισμένων εξουσιών στην Επιτροπή. Μια απάντηση στην ΕΟΚΕ σχετικά με την εφαρμογή αυτής της εξουσιοδότησης και για τη συνεπόμενη εκτίμηση του αντικτύπου των νέων διαδικασιών θα ήταν ευπρόσδεκτη, καθώς η απόσπαση εργαζομένων αποτελεί ιδιαίτερα ευαίσθητο ζήτημα. Η ΕΟΚΕ εκφράζει επίσης την ανησυχία της σχετικά με το αθροιστικό αποτέλεσμα των νέων κανόνων για την απόσπαση σε συνδυασμό με τις προαναφερθείσες τεχνικές τροπολογίες στον κανονισμό για την κοινωνική ασφάλιση και με τον αυξανόμενο αριθμό εθνικών πρωτοβουλιών για τον έλεγχο των εργαζομένων από άλλες χώρες της ΕΕ. Η αυξανόμενη πολυπλοκότητα που δημιουργεί ο συνδυασμός αυτών των διαφορετικών κανόνων ενδέχεται να περιορίσει την υπερεθνική κινητικότητα και πρέπει να παρακολουθείται στενά σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Επιπλέον, είναι αναγκαία η τήρηση των κανόνων κοινωνικής ασφάλισης που αφορούν τους αποσπασμένους εργαζόμενους.

    5.6.

    Σύμφωνα με τους νέους κανόνες, ο διακινούμενος εργαζόμενος από την ΕΕ πρέπει να εργάζεται τουλάχιστον 3 μήνες στο κράτος μέλος υποδοχής, ώστε να μπορεί να πληροί τις προϋποθέσεις για τις παροχές ανεργίας στο κράτος αυτό. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η πρόταση αυτή θέτει περιορισμούς στην πρόσβαση σε παροχές ανεργίας για μετακινούμενους εργαζομένους στη χώρα υποδοχής σε σχέση με τις ισχύουσες συνθήκες (σύμφωνα με τις οποίες αρκεί να εργάζονται μόνο μία ημέρα για να έχουν το δικαίωμα αυτό). Με τη στάση αυτή, η πρόταση ουσιαστικά καθυστερεί τον «συνυπολογισμό των περιόδων» (ανεξάρτητα από τον τόπο της τελευταίας διαμονής) ο οποίος δίνει το δικαίωμα σε παροχές. Αφενός μεν αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τα κίνητρα για την κινητικότητα, αφετέρου όμως μπορεί να καταστήσει τους κανόνες δικαιότερους για τις χώρες προορισμού.

    5.7.

    Με τους νέους κανόνες, προτείνεται η επέκταση από 3 (όπως ισχύει σήμερα) σε 6 μήνες της ελάχιστης περιόδου κατά την οποία τα άτομα που αναζητούν εργασία μπορούν να εξάγουν τις παροχές ανεργίας από το κράτος μέλος που τις δικαιούνται σε ένα άλλο, ενώ ο ισχύων κανονισμός αφήνει την απόφαση —για 3 ή 6 μήνες— στο κράτος μέλος που εξάγει την παροχή. Η ΕΟΚΕ θεωρεί την αλλαγή αυτή ως αναγνώριση εκ μέρους της Επιτροπής των δυσκολιών στην ταχεία εύρεση εργασίας σε άλλο κράτος μέλος. Ωστόσο, για την ΕΟΚΕ δεν είναι σαφές το πώς η πρόταση για επέκταση της περιόδου «εξαγωγής» των παροχών ανεργίας μπορεί ουσιαστικά να παρέχει ευκαιρίες απασχόλησης στα άτομα που αναζητούν εργασία, εφόσον αυτό εξαρτάται από την κατάσταση της αγοράς εργασίας, η οποία διαφέρει από τη μία χώρα στην άλλη. Η ΕΟΚΕ αμφιβάλλει επίσης ως προς τη χρησιμότητα της πρότασης αυτής σε μια εποχή κατά την οποία η ανεργία, και ιδίως η ανεργία των νέων, παραμένει σε υψηλά επίπεδα σε πολλά κράτη μέλη της ΕΕ.

    5.8.

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι προτεινόμενοι νέοι κανόνες δεν καλύπτουν τις υπάρχουσες ελλείψεις ενός συντονισμένου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης που είχε αρχικά σχεδιαστεί για κράτη μέλη με σχετικά παρόμοια επίπεδα αγοραστικής δύναμης, ισοτιμιών και συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Απαιτούνται, συνεπώς, πιο αποτελεσματικά μέτρα για την επίτευξη σύγκλισης όσον αφορά τη διάρκεια των παροχών ανεργίας, το ύψος των παροχών και το χρόνο του συνυπολογισμού για την ενεργοποίηση των παροχών ανεργίας. Αυτή η σύγκλιση θα επιτρέψει τη βελτίωση και τη διευκόλυνση του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Το ζήτημα του τρόπου επίτευξης αυτής της σύγκλισης πρέπει να εξεταστεί σε χωριστή γνωμοδότηση. Κατ’ αρχήν, τουλάχιστον, οι προτεινόμενοι νέοι κανόνες που αφορούν την «εξαγωγή» των παροχών ανεργίας απαιτούν στενότερη συνεργασία μεταξύ των δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης σε όλα τα επίπεδα. Η αναθεώρηση θα αποσαφηνίσει τις υποχρεώσεις της υπηρεσίας απασχόλησης στο κράτος μέλος υποδοχής για την υποστήριξη ατόμων που αναζητούν εργασία με αντίστοιχες δραστηριότητες αναζήτησης εργασίας και για την παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις δραστηριότητές τους στο κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο για την καταβολή των παροχών ανεργίας. Ωστόσο, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης θα πρέπει να πράττουν περισσότερα για τη στήριξη των μετακινούμενων ατόμων που αναζητούν εργασία ώστε να βρουν μη επισφαλείς θέσεις εργασίας —ιδίως εάν ληφθεί υπόψη το περιορισμένο χρονικό διάστημα εντός του οποίου επιτρέπεται να βρουν μια θέση εργασίας–, συμβάλλοντας έτσι στην επίτευξη μεγαλύτερης σύγκλισης, όπως αναφέρεται ανωτέρω.

    5.9.

    Η ΕΟΚΕ λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι, στην περίπτωση των πολιτών της ΕΕ που μετακινούνται από ένα κράτος μέλος σε άλλο (το κράτος μέλος υποδοχής) και οι οποίοι δεν εργάζονται ή δεν αναζητούν ενεργά εργασία, οι νέοι κανόνες μπορούν να προσφέρουν πρόσβαση σε συγκεκριμένες παροχές κοινωνικής ασφάλισης όταν το άτομο παρέχει αποδείξεις ότι έχει δικαίωμα νόμιμης διαμονής βάσει του δικαίου της ΕΕ, το οποίο του χορηγείται υπό τον όρο ότι διαθέτει επαρκή μέσα διαβίωσης και πλήρη ασφαλιστική κάλυψη υγείας. Με άλλα λόγια, τα κράτη μέλη οφείλουν να συμμορφώνονται με τους όρους που καθορίζονται στην οδηγία για την ελεύθερη κυκλοφορία (οδηγία 2004/38/ΕΚ). Τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξετάζουν τα πλεονεκτήματα της αποδοχής μετακινούμενων πολιτών εν γένει, ακόμη και όσων είναι ανενεργοί και δεν καταβάλλουν εισφορές στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, όμως, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, καταλήγουν και πάλι να συμβάλλουν στην οικονομία (και την πολιτιστική ποικιλομορφία) της χώρας υποδοχής.

    5.10.

    Μάλιστα, στην αιτιολογική σκέψη 5β της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπεται ότι τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι οικονομικά μη ενεργοί μετακινούμενοι πολίτες της ΕΕ δεν εμποδίζονται να αποκτούν πλήρη ασφαλιστική κάλυψη ασθένειας στο κράτος μέλος υποδοχής. Αυτό αναπόφευκτα συνεπάγεται ότι θα πρέπει να επιτρέπεται στους εν λόγω πολίτες να καταβάλλουν εισφορές κατά τρόπο αναλογικό σε ένα σύστημα για την ασφαλιστική κάλυψη υγείας στο κράτος μέλος υποδοχής. Η ΕΟΚΕ ζητεί την ανάληψη ισχυρότερης δέσμευσης από τα κράτη μέλη προκειμένου να διευκολύνεται αυτή η επιλογή.

    5.11.

    Η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι οι προτεινόμενοι νέοι κανόνες δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν σε καμία περίπτωση διατάξεις που περιορίζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα τα οποία αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κυρίως το δικαίωμα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια (άρθρο 1), το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση και κοινωνική αρωγή (άρθρο 34) και το δικαίωμα στην ιατρική περίθαλψη (άρθρο 35).

    5.12.

    Εν κατακλείδι, αν και αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να αγνοηθεί η ανάγκη ισορροπίας μεταξύ των κρατών μελών υποδοχής και προέλευσης όσον αφορά την αναζήτηση εργασίας, η ΕΟΚΕ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι προτεινόμενοι νέοι κανόνες δεν θα διευκολύνουν κατ’ ανάγκη την κυκλοφορία των ατόμων που αναζητούν εργασία. Τα πιο ευάλωτα και ασθενέστερα τμήματα των ευρωπαϊκών κοινωνιών θα παραμείνουν εξίσου ευάλωτα όπως και σήμερα, όπως θα παραμείνουν και οι κοινωνικοοικονομικές διαιρέσεις μεταξύ και εντός των κρατών μελών της ΕΕ.

    Βρυξέλλες, 5 Ιουλίου 2017.

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Γιώργος ΝΤΆΣΗΣ


    (1)  http://ec.europa.eu/social/main.jsp?catId=751&langId=el

    (2)  ΕΕ C 13 της 15.1. 2016, σ. 40.

    (3)  ΕΕ C 125 της 21.4.2017, σ. 10.


    Top