Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52005AE0136

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Χρηματοδότηση του Natura 2000»COM (2004) 431 τελικό

    ΕΕ C 221 της 8.9.2005, p. 108–112 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    8.9.2005   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 221/108


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: Χρηματοδότηση του Natura 2000»

    COM (2004) 431 τελικό

    (2005/C 221/19)

    Στις 15 Ιουλίου 2004, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανωτέρω ανακοίνωση.

    Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου, περιβάλλον» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 13 Ιανουαρίου 2005 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. RIBBE.

    Κατά την 414η σύνοδο ολομελείας της 9ης και 10ης Φεβρουαρίου 2005 (συνεδρίαση της 10ης Φεβρουαρίου 2005), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση:

    1.   Πρόλογος

    1.1

    Η ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με θέμα τη «Χρηματοδότηση του Natura 2000», που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας γνωμοδότησης:

    περιγράφει την αμετάβλητα δυσχερή κατάσταση στον τομέα της προστασίας της φύσης στην Ευρώπη,

    παραπέμπει σε πολυάριθμες πολιτικές αποφάσεις, που έλαβαν, μεταξύ άλλων, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της Ένωσης, για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας στην Ευρώπη,

    παρουσιάζει τη σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία στον τομέα της προστασίας της φύσης και τις σχετικές υποχρεώσεις της ΕΕ και των κρατών μελών, ιδιαίτερα όσον αφορά την καθιέρωση του ευρωπαϊκού δικτύου προστατευόμενων περιοχών NATURA 2000,

    κατονομάζει εκ νέου τους λόγους για τους οποίους θεωρείται αναγκαία η ανάληψη δράσης στον τομέα της προστασίας της φύσης, οι οποίοι δεν περιορίζονται στην προστασία της φύσης αυτή καθαυτή ή στον πολιτιστικό τομέα αλλά αφορούν και τον οικονομικό και κοινωνικό τομέα γενικότερα, και

    διατυπώνει προτάσεις που αφορούν την ενδεχόμενη συγχρηματοδότηση των μέτρων του NATURA 2000 από την EΕ.

    1.2

    Η Επιτροπή περιγράφει στην ανακοίνωσή της την πρακτική που ακολουθείται σήμερα για τη συγχρηματοδότηση από την ΕΕ, κυρίως βάσει του άρθρου 8 της οδηγίας ΧΠΒ (χλωρίδα, πανίδα, βιότοποι) (1), η οποία, όπως έχει αποδειχθεί έως σήμερα δεν είναι κατάλληλη για την επίλυση των σχετικών προβλημάτων.

    1.3

    Προσδιορίζονται οι ανάγκες χρηματοδότησης που προκύπτουν από την καθιέρωση, εφαρμογή και διατήρηση του δικτύου NATURA 2000. Ωστόσο, η Επιτροπή επισημαίνει ότι μέχρι σήμερα δεν έχει υποβληθεί οριστικός και ακριβής υπολογισμός του ύψους της χρηματοδότησης. Κατά την άποψη της Επιτροπής, ο υπολογισμός των 6,1 δισ. ευρώ ετησίως θεωρείται προς το παρόν ως «ο πλέον αξιόπιστος» (στην ΕΕ-25) (2). Τονίζεται ότι «μπορεί και θα πρέπει να καταστεί εισέτι ακριβέστερος». Προς τούτο, θα κληθούν κυρίως τα κράτη μέλη, εφόσον η υποβολή των αιτήσεων για συγχρηματοδότηση εμπίπτει τελικά στη αρμοδιότητά τους.

    1.4

    Το έγγραφο της Επιτροπής καθιστά σαφές ότι σε επίπεδο ΕΕ δεν τίθεται πλέον θέμα, για το κατά πόσον πρέπει να διατεθούν κοινοτικά κονδύλια για την ανάπτυξη και τη διατήρηση του δικτύου του NATURA 2000, αλλά αποκλειστικά, για τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να διατεθούν βέλτιστα τα εν λόγω κονδύλια.

    1.5

    Υπό αυτό το πρίσμα, εξετάζονται τρεις εναλλακτικές δυνατότητες συγχρηματοδότησης:

    Χρήση των υφιστάμενων ταμείων της ΕΕ (ιδίως αγροτικής ανάπτυξης από το ΕΓΤΠΕ-τμήμα εγγυήσεων, Διαρθρωτικά Ταμεία (όπως ΕΤΠΕ, EΚΤ, ΧΜΠΑ, ΕΓΤΠΕ-Προσανατολισμός), και Ταμεία Συνοχής και LIFE-Φύση,

    Κλιμάκωση και αναβάθμιση του μέσου LIFE-Φύση ώστε να χρησιμοποιηθεί ως κύριος μηχανισμός επίτευξης αποτελεσμάτων,

    Δημιουργία ενός νέου χρηματοδοτικού μέσου αφιερωμένου αποκλειστικά στο Natura 2000.

    1.6

    Η Επιτροπή κατέληξε, μετά από διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, στην πρώτη επιλογή, δηλαδή τη χρήση των υφισταμένων ταμείων.

    1.7

    Ωστόσο, η Επιτροπή επισημαίνει τους περιορισμούς που επιβάλλει η επιλογή αυτή και διατυπώνει προτάσεις για την άρση τους. Τονίζει μεταξύ άλλων, ότι ένα μέρος των υφισταμένων ταμείων δεν διατίθεται σε ισόρροπη γεωγραφική βάση, με αποτέλεσμα συγκεκριμένες περιφέρειες, στις οποίες βρίσκονται ενδεχομένως και περιφέρειες του προγράμματος NATURA 2000, να αποκλείονται στην πράξη από την διεκδίκηση αυτή. Είναι γνωστό, για παράδειγμα, ότι το ΕΤΠΕ δεν επεμβαίνει σε ισόρροπη γεωγραφική βάση και ότι τα κονδύλια από τα Ταμεία Συνοχής ωφελούν μόνο συγκεκριμένα κράτη μέλη. Η Επιτροπή υπόσχεται να διορθώσει την κατάσταση μέσω της μεταρρύθμισης των Διαρθρωτικών Ταμείων.

    2.   Γενικές παρατηρήσεις

    2.1

    Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την ανακοίνωση της Επιτροπής η οποία αποτελεί γενικά εξαιρετική βάση διαβουλεύσεων. Η συζήτηση στο πλαίσιο αυτό πραγματοποιήθηκε εκπρόθεσμα, αφού στο παρελθόν, παρά την πολιτική βούληση που εκδηλώθηκε, δεν επιτεύχθηκε ουσιαστικά καμία βελτίωση στην εν μέρει δραματική κατάσταση της φύσης. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη υπογραμμίζουν κατ' επανάληψη την ολοένα δυσχερέστερη κατάσταση της προστασίας της φύσης. Με βάση το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, ποτέ στο παρελθόν η ευρωπαϊκή κοινωνία δεν βρισκόταν σε τόσο καλή κατάσταση από υλιστικής σκοπιάς και η προστασία της φύσης σε τόσο δεινή κατάσταση όσο σήμερα.

    2.2

    Η ΕΟΚΕ παραπέμπει στο πλαίσιο αυτό, στη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας την οποία υιοθέτησε το 2001 με θέμα την κατάσταση και την προστασία της φύσης στην Ευρώπη  (3) καθώς και στη γνωμοδότηση με θέμα «Επισκόπηση της πολιτικής περιβάλλοντος για το 2003»  (4). Η ΕΟΚΕ επικροτεί την ευρεία σύγκλιση απόψεων ανάμεσα στην Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή όσον αφορά την εκτίμηση της κατάστασης.

    2.3

    Το δίκτυο NATURA 2000 στηρίζεται κυρίως στην οδηγία ΧΠΒ (χλωρίδα πανίδα βιότοποι) που υιοθετήθηκε το 1992. Με την υιοθέτηση της οδηγίας αυτής, τόσο τα κράτη μέλη όσο και η Επιτροπή υποσχέθηκαν να επιδιώξουν δύο στόχους:

    αφενός, να ολοκληρώσουν εντός 3 ετών την ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού δικτύου προστασίας της φύσης με την ονομασία NATURA 2000 (5)

    και αφετέρου να διαθέσουν τους απαραίτητους πόρους, ώστε να μην επιβαρυνθούν οι γαιοκτήμονες ή οι χρήστες γης.

    2.4

    Καμία από τις δύο αυτές υποσχέσεις δεν έχει υλοποιηθεί έως σήμερα. Καλούνται λοιπόν, τόσο η Επιτροπή όσο και τα κράτη μέλη να μην περιορίζονται απλώς στη λήψη «εύηχων» αποφάσεων, αλλά να προχωρήσουν και στην υλοποίηση των αποφάσεων αυτών με συνέπεια.

    2.5

    Το δίκτυο NATURA 2000 είναι αποφασιστικής σημασίας για την διασφάλιση της ευρωπαϊκής βιοποικιλότητας. Οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων δεσμεύτηκαν επανειλημμένα δημοσίως να καταβάλουν προσπάθειες προκειμένου να αποτρέψουν τη δραματική μείωσή της. Επιπλέον, η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει τις υποχρεώσεις που ανέλαβαν η ΕΕ και τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της Σύμβασης για τη βιοποικιλότητα. Η προστασία της φύσης και των ειδών χλωρίδας και πανίδας είναι αναγκαία για την εξασφάλιση των σημαντικών γενετικών και βιοτικών πόρων.

    2.6

    Είναι σαφές ότι με την απόφαση για τη χρηματοδότηση του NATURA 2000 δεν κρίνεται μόνο η προστασία της φύσης αλλά και η αποδοχή της προστασίας αυτής από την κοινωνία καθώς και η αξιοπιστία της περιβαλλοντικής πολιτικής της Επιτροπής και των κρατών μελών.

    2.7

    Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι έχει σημειωθεί εξαιρετικά μεγάλη καθυστέρηση όσον αφορά τον χαρακτηρισμό περιοχών ως περιοχών NATURA 2000. Μολονότι έχουν περάσει 12 χρόνια από την θέσπιση της οδηγίας ΧΠΒ, το δίκτυο δεν έχει υλοποιηθεί ακόμη. Οι γαιοκτήμονες και οι χρήστες γης αντιλαμβάνονται ως μειονέκτημα το γεγονός ότι κατέχουν ή καλλιεργούν γη που συμπεριλαμβάνεται σε περιοχές NATURA 2000. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν υπάρχει ακόμη σαφής εικόνα σχετικά με τις οικονομικές συνέπειες.

    2.8

    Η ΕΟΚΕ έχει επανειλημμένως επισημάνει ότι προκειμένου να διατηρηθεί ο μοναδικός φυσικός πλούτος της Ευρώπης, πρέπει να αναπτυχθεί μια γνήσια σύμπραξη ανάμεσα στην προστασία της φύσης και τη γεωργία. Προς τούτο, οι γεωργοί που λαμβάνουν υπόψη και υλοποιούν ανάλογα έργα για τη διατήρηση της φύσης, πρέπει να αντιμετωπίζονται ως γνήσιοι εταίροι από τις αρχές και τους φορείς προστασίας της φύσης. Η αποσαφήνιση των οικονομικών θεμάτων έχει σε αυτό το πλαίσιο αποφασιστική σημασία.

    2.9

    Επομένως, η ανακοίνωση της Επιτροπής υποβάλλεται με καθυστέρηση. Η ΕΟΚΕ είναι ενήμερη ότι κατά την επεξεργασία της ανακοίνωσης, υπήρξαν σημαντικές διαφωνίες, οι οποίες οδήγησαν επανειλημμένα σε αναβολή της υποβολής του εγγράφου.

    2.10

    Η ΕΟΚΕ επεσήμανε στη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας δύο κεντρικά σημεία που παρουσιάζονται και στο έγγραφο της Επιτροπής ως ιδιαίτερα σημαντικά. Ότι δηλαδή:

    η Ευρώπη δεν διαθέτει μόνο εξαιρετικές πολιτιστικές αξίες, αλλά και ποικιλόμορφες καλλιέργειες και φυσικά τοπία που αποτελούν μια εξαιρετική φυσική κληρονομιά που αξίζει να διατηρηθεί. Η μεγάλη ποικιλία των διαφόρων τοπίων και η συνεπόμενη ποικιλία της χλωρίδας και της πανίδας συνθέτουν την ομορφιά και το ενδιαφέρον της ηπείρου. Η προστασία τους αποτελεί μια κοινή, σημαντική αποστολή της πολιτικής, της διοίκησης και των πολιτών σε όλα τα πολιτικά και διοικητικά επίπεδα ώστε η ποικιλία αυτή να μπορεί να κληροδοτηθεί στις μελλοντικές γενεές ·

    η προστασία της φύσης δεν είναι αυτοσκοπός· η φύση αποτελεί την απαραίτητη βάση της ζωής και της οικονομίας, χρησιμεύει ως σημαντική πηγή οικονομικών δραστηριοτήτων και αποτελεί προϋπόθεση πολλών δραστηριοτήτων στο χώρο του αθλητισμού, της διάθεσης του ελεύθερου χρόνου και της αναψυχής καθώς και των δραστηριοτήτων για την προστασία της υγείας και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμα και για θεραπευτικούς σκοπούς.

    2.11

    Η ΕΟΚΕ, επιδοκιμάζει το γεγονός ότι η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της θίγει ιδιαίτερα τις οικονομικές παραμέτρους. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει απερίφραστα τη διατύπωση ότι «η προστασία της βιοποικιλότητας δεν αποτελεί απλώς και μόνο εναλλακτική δυνατότητα. Αντίθετα είναι καθοριστικής σημασίας συστατικό στοιχείο της αειφόρου ανάπτυξης».

    2.12

    Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η συμβολή στην περιφερειακή ανάπτυξη όπως περιγράφεται στο σημείο 2.2.3 της ανακοίνωσης, καθώς και τα σχετικά οικονομικά και κοινωνικά οφέλη που προκύπτουν, σπανιότατα θίγονται ή συνεκτιμώνται κατά τις συζητήσεις για την προστασία της φύσης και το NATURA 2000.

    2.13

    Συχνά η προστασία της φύσης (και αντίστοιχα ο χαρακτηρισμός των προστατευόμενων περιοχών του δικτύου NATURA 2000), θεωρείται, μάλλον αδίκως, ως συντελεστής κόστους, επιβάρυνση, μειονέκτημα ή απειλή και αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι συχνά προβάλλονται αντιστάσεις, ενώ η εφαρμογή της συχνά υποδειγματικής νομοθεσίας για την προστασία της φύσης εξακολουθεί να προσκρούει σε τεράστια εμπόδια.

    2.14

    Σε αυτό το σημαντικό γεγονός επικεντρώνει το ενδιαφέρον η προαναφερθείσα γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ. Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι η κατάσταση έχει βελτιωθεί ελάχιστα τα τελευταία έτη και καλεί την Επιτροπή να ξεκινήσει, σε συνεργασία με τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και όλους τους άλλους ενδιαφερομένους, ευρεία εκστρατεία για την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης σε επίπεδο κρατών μελών και ΕΕ.

    2.15

    Πρέπει να γίνει πραγματικά αντιληπτό ότι — όπως αναφέρει η Επιτροπή «μια περιοχή του Natura 2000 μπορεί να καταστεί κινητήρια δύναμη για την αειφόρο ανάπτυξη στην τοπική οικονομία και να συμβάλει στη στήριξη των τοπικών γεωργικών κοινοτήτων. Η εις βάθος εξέταση των εν λόγω θεμάτων στο πλαίσιο του διαλόγου με όλους τους ενδιαφερομένους αποτελεί καθοριστικής σημασίας στοιχείο για την επιτυχή συγκρότηση του δικτύου Natura 2000 και την ένταξή του στην ευρύτερη κοινωνικοοικονομική σφαίρα της διευρυνόμενης Ευρωπαϊκής Ένωσης». Η ΕΟΚΕ κρίνει ότι η συνειδητοποίηση του γεγονότος αυτού είναι εξίσου σημαντική για την αποτελεσματική προστασία της φύσης στην Ευρώπη όσο και η απαραίτητη επίλυση του ζητήματος της χρηματοδότησης.

    2.16

    Η συνειδητοποίηση εκ μέρους της κοινής γνώμης της οικονομικής αξίας των περιοχών με υψηλή βιοποικιλότητα για την περιφερειακή ανάπτυξη (τουρισμό, περιφερειακά προϊόντα κλπ.), αλλά και της ευρύτερης αξίας προστατευόμενων εκτάσεων π.χ. για την προστασία του κλίματος (6) ή για την αντιπλημμυρική προστασία, δεν έχει προαχθεί δεόντως, με εξαίρεση λίγες μεμονωμένες περιπτώσεις. Αυτό δεν αλλάζει ούτε με την εκπόνηση πρόσφατων μελετών όπως αυτή που αναφέρεται στο παράρτημα 1 του έγγραφου της Επιτροπής, και οι οποίες καθιστούν σαφές ότι τα οικονομικά οφέλη που απορρέουν από την διατήρηση της βιοποικιλότητας …υπερβαίνουν κατά πολύ το κόστος.

    2.17

    Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΟΚΕ διαπιστώνει με κατάπληξη, ότι προφανώς, διατίθενται με μεγαλύτερη ευκολία κοινοτικά κονδύλια για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών, οι οποίες είναι εν μέρει αποτέλεσμα της αλόγιστης εκμετάλλευσης της φύσης και του τοπίου, καθώς και της ανεπαρκούς προστασίας της φύσης, απ' ό,τι τα κονδύλια για την σαφώς φθηνότερη λύση που είναι, σε τελική ανάλυση, η πρόληψη και αποτροπή αντίστοιχων καταστροφών.

    2.18

    Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι στο άρθρο ΙΙΙ-184 του Σχεδίου Συντάγματος έχει συμπεριληφθεί η αρχή σύμφωνα με την οποία «Η Ένωση ενθαρρύνει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, προκειμένου να ενισχύεται η αποτελεσματικότητα των συστημάτων πρόληψης και προστασίας από φυσικές καταστροφές ή καταστροφές που οφείλονται στον ανθρώπινο παράγοντα, στο εσωτερικό της Ένωσης,» και τονίζει ότι η προστατευόμενες περιοχές του δικτύου NATURA 2000, μπορούν να αναλάβουν στις περισσότερες περιπτώσεις, το ρόλο αυτό.

    2.19

    Ενώ, για παράδειγμα, μετά τις καταστρεπτικές πλημμύρες που προκάλεσε ο ποταμός Έλβας το 2002, θεσπίστηκε σύντομα ταμείο αλληλεγγύης για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών, παρακωλύεται εξαιρετικά η εφαρμογή και χρηματοδότηση μέτρων στα πλαίσια ενός ολοκληρωμένου οικολογικού αντιπλημμυρικού προγράμματος σε ποταμούς και στα λιβάδια υπερχείλισης, τα οποία αποδεδειγμένα συμβάλουν στο περιορισμό των πλημμύρων στις κατάντη περιοχές (7) και κατά συνέπεια προλαμβάνουν πιθανές καταστροφές. Παρόμοια κατάσταση επικρατεί και όσον αφορά την πρόληψη των πυρκαγιών σε δάση, ιδίως της Νότιας Ευρώπης, κατάσταση που πρέπει να βελτιωθεί. Η πρόληψη έναντι της αποκατάστασης πρέπει να καταστεί το σύνθημα της ευρωπαϊκής πολιτικής και σε αυτό μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά η προστασία η φύσης.

    2.20

    Μία από τις αιτίες αυτής της κατάστασης αυτής μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι, ενώ το κόστος που δημιουργεί άμεσα ή έμμεσα η προστασία της φύσης, επιβαρύνει κυρίως ιδιώτες γαιοκτήμονες και χρήστες της γης, αντίθετα, τα κοινωνικά οφέλη, καταγράφονται απλώς ως «εξωτερικά οφέλη» (αντίστοιχα προς τις «εξωτερικές δαπάνες»), με αποτέλεσμα να μην συνεκτιμώνται θετικά π.χ. στον υπολογισμό του ακαθάριστου κοινωνικού προϊόντος. Η νέα χρηματοδοτική ρύθμιση θα πρέπει να εκτιμήσει δεόντως το γεγονός αυτό.

    3.   Ειδικές παρατηρήσεις

    3.1

    Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει το γεγονός ότι στο πλαίσιο της Επιτροπής δεν διεξάγονται πλέον συζητήσεις σχετικά με το ερώτημα αν πρέπει να προβλεφθεί συγχρηματοδότηση των κοινοτικών μέτρων για τις περιοχές του NATURA 2000, αλλά «αποκλειστικά» για τη μορφή αυτής της χρηματοδότησης.

    3.2

    Η ΕΟΚΕ κατανοεί το λόγο για τον οποίο επελέγη η συγκεκριμένη μορφή χρηματοδότησης, δηλαδή η περαιτέρω ανάπτυξη και χρήση των υφισταμένων χρηματοδοτικών μέσων. Η εφαρμογή του NATURA 2000 από άποψη προγραμματισμού και από διοικητική και οικονομική άποψη, θα πρέπει να υλοποιηθεί εκεί όπου παρουσιάζονται προβλήματα αλλά και θετικό δυναμικό ανάπτυξης, δηλαδή στα κράτη μέλη. Με την ευνοϊκότερη, από άποψης προστασίας της φύσης, διάρθρωση και χρήση των υφισταμένων χρηματοδοτικών ταμείων, όπως είναι το ΕΤΠΕ, το ΕΚΤ, τα ταμεία συνοχής, το ΕΓΤΠΕ και το αναδιαρθρωμένο Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) κλπ, ενισχύονται οι μηχανισμοί δράσης των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών.

    3.3

    Επομένως είναι ορθή η άποψη της Επιτροπής ότι αυτός είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος προκειμένου να εξασφαλίσθεί ότι «η διαχείριση των περιοχών του NΑΤURA 2000 αποτελεί μέρος ευρύτερων πολιτικών διαχείρισης των εδαφικών εκτάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

    3.4

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντικό να επισημάνει ότι πρέπει να καταβληθούν μεγαλύτερες προσπάθειες εκ μέρους της Επιτροπής και των συναρμοδίων αρχών προκειμένου να διασφαλισθεί ότι στο μέλλον προγράμματα που επιδρούν αρνητικά στην προστασία της φύσης δεν θα συγχρηματοδοτούνται από κοινοτικά μέσα, ώστε τελικά οι ζημίες που προκαλούν στη φύση και στο περιβάλλον να αντισταθμίζονται εκ νέου από κοινοτικά κονδύλια

    Η οικονομική κατάσταση στην ΕΕ και οι αναμενόμενες οικονομικές διενέξεις

    3.5

    Η συζήτηση περί χρηματοδότησης των περιοχών του NATURA 2000, θα πρέπει να διεξαχθεί με γνώμονα την αναμενόμενη διένεξη για την αύξηση του συνολικού προϋπολογισμού και την κατανομή των πιστώσεων (8). Είναι σαφές, ότι αναμένεται να δοθεί σκληρή μάχη για τα κονδύλια:

    Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής για τις δημοσιονομικές προοπτικές της περιόδου 2007-2013 στην ΕΕ, προβλέπονται δαπάνες μέσου ύψους 1,14 % του ΑΕγχΠ, ενώ το ποσοστό των ίδιων πόρων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ανέρχεται στο 1,24 %. Τα επονομαζόμενα κράτη μέλη «καθαρών εισφορών στον κοινοτικό προϋπολογισμό», επιμένουν προς το παρόν στον καθορισμό ανώτατου ορίου της τάξης του 1 %, πράγμα που σημαίνει ότι το έτος 2013 θα μειωθούν οι συνολικές δαπάνες κατά περίπου 30 δισεκατομμύρια ευρώ.

    Η διεύρυνση θα οδηγήσει αναγκαστικά σε μετατοπίσεις των πιστώσεων μεταξύ των κρατών μελών και των περιφερειών, ιδιαίτερα στον τομέα της αναδιάρθρωσης (9). Οι περιφέρειες, οι οποίες μέχρι πρότινος χρηματοδοτούνταν, ενδεχομένως, μετά μία μεταβατική περίοδο, δεν θα εμπίπτουν πλέον στην ρύθμιση σύμφωνα με τα ισχύοντα κριτήρια.

    3.6

    Η συζήτηση σχετικά με το ανώτατο όριο επηρεάζεται από το γεγονός ότι το ποσό των προς το παρόν 6,1 δις ευρώ ετησίως, που προτείνει η Επιτροπή για την προστασία της φύσης, προστίθεται στους στόχους του δεύτερου πυλώνα, για τον οποίο όμως δεν προβλέπονται ικανοποιητικοί πόροι στο πλαίσιο των δημοσιονομικών προοπτικών. Αναμένεται οξεία αντιπαράθεση για τις πιστώσεις, τόσο μεταξύ των περιφερειών όσο και μεταξύ των διαφόρων πολιτικών αρμοδιοτήτων. Παρόμοιες αντιπαραθέσεις δεν είναι σε καμία περίπτωση καινοφανείς, με τη διαφορά ότι, στο παρελθόν, συχνά η προστασίας της φύσης είχε δευτερεύουσα σημασία.

    3.7

    Θα πρέπει, για το λόγο αυτό να εξασφαλισθεί ότι η προστασία της φύσης, που σωστά νοείται ως τμήμα μιας σφαιρικής πολιτικής, δεν θα αντιμετωπίζεται ως θέμα ελάσσονος σημασίας κατά την κατανομή των πιστώσεων από τα κράτη μέλη. Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει και πάλι ότι η προστασία της φύσης δεν αποτελεί πολυτέλεια που πρέπει να «διατίθεται» μόνο σε περιόδους οικονομικής ευμάρειας και να απορρίπτεται σε χαλεπούς καιρούς. Η προστασία της φύσης είναι — καθώς συχνά υπογραμμίζουν οι αρχηγοί κρατών- ένα συνολικά κοινωνικό καθήκον, μια πολιτική επιταγή, η χρηματοδότηση της οποίας είναι επιτακτική ανάγκη.

    3.8

    Με βάση την αρχή μιας φειδωλής διαχείρισης του προϋπολογισμού, πρέπει να διευκρινιστεί ποίοι τομείς δράσης του NATURA 2000 που προτείνει η Επιτροπή είναι απολύτως ζωτικής σημασίας και ποιοι μπορούν να ειδωθούν τρόπον τινά ως «θεραπεία». Όλες οι δραστηριότητες που θεωρούνται απαραίτητες (π.χ. αποζημιώσεις ή κίνητρα για τους ιδιοκτήτες χερσαίων εκτάσεων και τους χρήστες της γης ) θα πρέπει να συνδέονται σαφώς με συγκεκριμένο σκοπό. Στην αντίθετη περίπτωση η ΕΟΚΕ δεν μπορεί να κατανοήσει γιατί να συμπεριληφθεί καταρχήν η χρηματοδότηση του NATURA 2000 στα υφιστάμενα ταμεία και θα αναγκαστεί να ταχθεί υπέρ της δημιουργίας ειδικού μέσου χρηματοδότησης, όπως πρότειναν προηγούμενα τα ενδιαφερόμενα μέρη.

    Ιδιαίτερες ανάγκες για την προστασία της φύσης στην Ευρώπη

    3.9

    Ο Πίνακας 2 του Παραρτήματος της ανακοίνωσης της Επιτροπής περιέχει ανάλυση των περιοχών του NATURA 2000 σύμφωνα με τον τύπο χρήσης της γης. Παλαιοί λειμώνες, βαλτώδεις και θαμνώδεις εκτάσεις και γαίες χορτονομής συνθέτουν το 26,3 % των εκτάσεων του NATURA 2000, οι δασικές εκτάσεις (που αρχικά δεν αξιοποιούνταν εντατικά) το 28,9 %, τα έλη και τα τενάγη με τα εσωτερικά ύδατα περίπου το 13 %, παλαιές οπωροκαλλιέργειες, ή η τεράστια ποικιλομορφία ειδών που παρουσιάζουν οι ισπανικές και πορτογαλικές περιοχές που ονομάζονται Dehesas (συνολικής έκτασης περίπου 800 000 εκταρίων), σχεδόν το 2 %. Τέλος, ποσοστό 5,6 % χαρακτηρίζεται ως «γεωργική έκταση». (10)

    3.10

    Η Επιτροπή περιγράφει λεπτομερώς τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του δικτύου NATURA 2000 (τμήμα 3 του Παραρτήματος) και υπολογίζει το σχετικό κόστος (προς το παρόν 6,1 δις ευρώ). Σε γενικές γραμμές, ενδέχεται να διαπιστώνονται διαφορές ανάμεσα στις διοικητικές δαπάνες, δαπάνες προγραμματισμού και επενδυτικές δαπάνες (π.χ. για την αγορά γης αλλά και για επενδύσεις) και τα τρέχοντα έξοδα, μεταξύ άλλων, για τις αποζημιώσεις των γαιοκτημόνων και για μέτρα αποκατάστασης.

    3.10.1

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί επειγόντως απαραίτητο να υπολογιστεί το κόστος το συντομότερο δυνατό με μεγαλύτερη ακρίβεια. Αμφιβάλει αν επαρκεί το ποσό των 0,3 δις ευρώ που διατίθεται για τα νέα κράτη μέλη (για την ΕΕ των 15 5,8 δις ευρώ). Είναι σαφές ότι ορισμένα κράτη μέλη, (όπως η Πολωνία), θα χρειαστεί να δηλώσουν εκ των υστέρων και άλλες περιοχές, γεγονός που θα δημιουργήσει πρόσθετες οικονομικές απαιτήσεις.

    3.11

    Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η Επιτροπή ορθά επισημαίνει το γεγονός ότι σκοπός της προστασίας της φύσης είναι κυρίως να διασφαλίζεται η συνέχεια των παραδοσιακών γεωργικών και κτηνοτροφικών μεθόδων που είναι απαραίτητοι για τη δημιουργία και διατήρηση βιοτόπων. Μολονότι αυτός ο τύπος γεωργίας αποδεικνύεται συχνά μη αποδοτικός για τους ενδιαφερόμενους, είναι, ωστόσο, επιθυμητός από κοινωνικής και πολιτικής απόψεως για την προστασία της φύσης. Ένα παράδειγμα: Σπάνια υπήρξε πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα βιώσιμης χρήσης από το παλαιό σύστημα εντατικής βοσκής που χρησιμοποιήθηκε στην ιβηρική χερσόνησο στις επονομαζόμενες Dehesas, η οποία συμπεριλάμβανε την εποχική μετακίνηση των ζώων (στα ισπανικά transhumania), από την εαρινή περίοδο και μετά, στους θερινούς λειμώνες των ορεινών περιοχών μέσω συγκεκριμένων περασμάτων, των αποκαλούμενων Canãdas. Με τη χρήση αυτή επί σειρά δεκαετιών, οι Dehesas εξελίχθηκαν σε πολύτιμες φυσικές εκτάσεις.

    3.12

    Ωστόσο, η ΕΟΚΕ, μετά την ανάγνωση του εγγράφου της Επιτροπής, διαπιστώνει ότι δεν διευκρινίζεται, εάν πράγματι απαιτείται υποχρεωτικά ή προβλέπεται συγχρηματοδότηση της ΕΕ για όλους τους τομείς, και σε ποιους τομείς προβλέπεται μόνο η χρηματοδοτική συνεισφορά των κρατών μελών, στο πλαίσιο της εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας. Αυτό το σημείο θα πρέπει να διευκρινιστεί περαιτέρω.

    3.13

    Εφόσον σε πολλές περιπτώσεις δημιουργούνται συγκρούσεις με παλαιότερους χρήστες γαιών επειδή δεν τους χορηγήθηκαν αποζημιώσεις και κίνητρα, η ΕΟΚΕ εφιστά ιδιαίτερη προσοχή στο θέμα αυτό. Δεν μπορεί να γίνεται λόγος για την κοινωνική και συνολική οικονομική αξία της προστασίας της φύσης, εάν οι χρήστες γαιών και γαιοκτήμονες επιβαρύνονται με τις σχετικές «δαπάνες». Μια μελλοντική δημοσιονομική ρύθμιση θα πρέπει να εξασφαλίζει τουλάχιστον στους ιδιώτες γαιοκτήμονες ή χρήστες γης την παροχή εγγύησης και κατά προτίμηση κινήτρων για την ανάληψη πρωτοβουλιών συμβατών με την προστασία της φύσης. Στο μέλλον, το γεγονός ότι η γη που κατέχει ή καλλιεργεί κανείς βρίσκεται εντός μιας προστατευόμενης από το NATURA 2000 περιοχής, θα πρέπει να θεωρείται «κέρδος» και όχι μειονέκτημα.

    3.14

    Κατά συνέπεια, προκειμένου αυτό να αποτελεί πραγματικότητα, είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί σε ποιο ύψος, ανά περίπτωση, ανέρχεται η αποζημίωση. Ο καθορισμός γενικού ανώτατου ορίου καθώς και ο χρονικός περιορισμός του δικαιώματος απαίτησης αποζημίωσης, όπως ισχύει σήμερα, βλάπτει τον γενικό στόχο.

    3.14.1

    Όσον αφορά την πληρωμή των αποζημιώσεων, θα πρέπει, σε περίπτωση που δεν δημιουργηθεί ειδικό κονδύλι στον προϋπολογισμό, σε πρώτη φάση να χρησιμοποιηθεί ο δεύτερος πυλώνας για την αγροτική πολιτική, ενώ αναφορικά με τις επενδύσεις θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν τα κλασσικά Διαρθρωτικά Ταμεία. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ανησυχία της για το γεγονός ότι οι νέοι στόχοι και οι πληρωμές που προστίθενται στις τρέχουσες και θα πραγματοποιηθούν από το δεύτερο πυλώνα, (μελλοντική «αγροτική ανάπτυξη») δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν από το πρόγραμμα, αν δεν μειωθούν οι δαπάνες ή δεν προβλεφθούν συμπληρωματικά κονδύλια.

    3.14.2

    Συγκεκριμένα αυτό σημαίνει ότι: Η διατήρηση της αγροτικής ανάπτυξης και η χρηματοδότηση του NATURA 2000, μέσω του δεύτερου πυλώνα για την αγροτική πολιτική, απαιτούν συμπληρωματικές πιστώσεις που θα πρέπει να συνδέονται με συγκεκριμένο σκοπό. Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει εξάλλου ότι η ανακοίνωση της Επιτροπής για τις δημοσιονομικές προοπτικές, το ύψος των οποίων δεν δέχονται τα κράτη μέλη των «καθαρών εισφορών», δεν προβλέπει παρόμοια αύξηση και ενέχεται σοβαρά ο κίνδυνος οι περικοπές να πραγματοποιούνται κυρίως στο πλαίσιο του δεύτερου πυλώνα. Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει στο σημείο αυτό όχι μόνο μια ουσιώδη αδυναμία και την αυξημένη πιθανότητα να προκληθεί ρήξη αλλά και την πιθανότητα να διακυβευθούν συνολικά οι προσπάθειες που καταβάλλονται για την προστασία της φύσης .

    3.14.3

    Συνεπώς, η ΕΟΚΕ μπορεί να συμφωνήσει με την προτεινόμενη ρύθμιση μόνο με την προϋπόθεση ότι η τελευταία δεν θα επιδράσει ανασταλτικά για άλλα μέτρα στον τομέα της αγροτικής ανάπτυξης. Αν δεν διατεθούν πρόσθετοι πόροι, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη δεν θα είναι σε θέση να ανταποκριθούν στο αίτημα και στην πολιτική υπόσχεση που έδωσαν, να προωθήσουν τόσο την αγροτική ανάπτυξη όσο και την υλοποίηση του NATURA 2000.Οι πολιτικοί που επιθυμούν να διαμορφώσουν έτσι την Ευρώπη, θα πρέπει τουλάχιστον να έχουν το θάρρος να εξηγήσουν στην κοινωνία λιτά και απλά τους λόγους για τους οποίους πλέον συγκεκριμένα καθήκοντα (όπως είναι η προστασία της φύσης ), δεν εκφράζουν την πολιτική βούληση.

    3.15

    Αυτό δεν σημαίνει κατά την άποψη της ΕΟΚΕ ότι δεν θα πρέπει να γίνεται χρηστή διαχείριση των πόρων και για την προστασία της φύσης. Πρωταρχικό στόχο της κοινοτικής νομοθεσίας για την προστασία της φύσης και του δικτύου του NATURA 2000 αποτελεί η διατήρηση της βιοποικιλότητας. Πρόκειται για ένα τρόπον τινά «υποχρεωτικό πρόγραμμα», στο οποίο η συμμετοχή της ΕΕ κρίνεται αναγκαία, τουλάχιστον όσον αφορά την προστασία των περιοχών που παρουσιάζουν ενδιαφέρον από τη σκοπιά της ΕΕ.

    3.16

    Αντίστροφα, μπορεί να υποτεθεί επίσης ότι δεν παρουσιάζουν όλα τα μέτρα της τοπικής αυτοδιοίκησης ευρωπαϊκό ενδιαφέρον προκειμένου να συγχρηματοδοτηθούν από την ΕΕ. Τα κράτη μέλη, οι περιφέρειες και οι κοινότητες δεν θα πρέπει να παραιτούνται από τις οικονομικές ευθύνες που έχουν αναλάβει, με τη δικαιολογία ότι εφόσον δεν διατίθεται κοινοτική χρηματοδότηση δεν μπορεί να υπάρχει προστασία της φύσης. Εξάλλου, ούτε η ΕΕ θα πρέπει να προσκολλάται στην τοποθέτηση ότι δημιουργείται η ευκαιρία της χρηματοδότησης μέσω των υφιστάμενων Διαρθρωτικών Ταμείων. Εάν τα κράτη μέλη δεν επωφεληθούν της ευκαιρίας, διότι θέτουν άλλες προτεραιότητες, ευθύνονται τα ίδια.

    3.17

    Από την άλλη πλευρά, είναι επιθυμητή η αξιοποίηση του περιφερειακού δυναμικού οικονομικής ανάπτυξης των περιοχών του NATURA 2000 (καθώς είναι σαφές ότι η προστασία της φύσης μπορεί να συνεισφέρει στην οικονομία). Ωστόσο, δεν θεωρείται απαραίτητη για τη διατήρηση των βιολογικών ειδών.

    3.18

    Η ΕΟΚΕ κρίνει ως αναγκαία τη λήψη συγκεκριμένων χρηματοδοτικών μέτρων στο πλαίσιο της υλοποίησης του δικτύου NATURA 2000 και επομένως θα πρέπει να δεσμευθούν συγκεκριμένα κονδύλια (earmarked) για το σκοπό αυτό. Η ΕΟΚΕ καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να αναπτύξουν περαιτέρω ανάλογες σκέψεις.

    Βρυξέλλες, 10 Φεβρουαρίου 2005

    Η Πρόεδρος

    της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Αnne-Marie SIGMUND


    (1)  Οδηγία 92/43/EΟΚ (ΕΕ. αριθ. L 206 της 22.7.1992, σελ. 7)

    (2)  Συνολικές δαπάνες που απαιτούν χρηματοδότηση των κρατών μελών και της ΕΕ

    (3)  ΕΕ. C 221 της 7.8.2001, σελ. 96-102

    (4)  Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο «Επισκόπηση της πολιτικής περιβάλλοντος για το 2003», COM (2003) 745 τελικό της 3ης Δεκεμβρίου2003

    (5)  Πρόκειται για τον χρονικό ορίζοντα των 3 ετών ( έως και το 1995) στην αναφορά των αντιστοίχων περιοχών στα κράτη μέλη., Η αναφορά αυτή, εν μέρει, δεν έχει μέχρι σήμερα αποπερατωθεί.

    (6)  Για παράδειγμα, τα τενάγη και οι υγρότοποι είναι πολύτιμες «καταβόθρες» διοξειδίου του άνθρακα.

    (7)  Και μάλιστα σε διασυνοριακό επίπεδο: Οι Κάτω Χώρες επωφελούνται σαφώς από αντίστοιχα μέτρα τα οποία συχνά συμβάλλουν ουσιαστικά στην προστασία της φύσης.

    (8)  Βλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Η οικοδόμηση του κοινού μας μέλλοντος:Προκλήσεις πολιτικής και δημοσιονομικά μέσα της διευρυμένης Ένωσης 2007-2013» COM(2004) 101 τελικό., CESE 1204/2004, δεν έχει δημοσιευτεί στην επίσημη εφημερίδα.

    (9)  Από τις οποίες θα έπρεπε να προέρχονται σημαντικά τμήματα της χρηματοδότησης του NATURA 2000

    (10)  Εδώ εμπίπτουν το 13 % των θαλάσσιων και το 45 % των παρακτίων περιοχών, κυρίως με δαπάνες παρακολούθησης


    Top