Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52010AE1624

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η Ισλανδία ως υποψηφία προς ένταξη χώρα» (διερευνητική γνωμοδότηση)

    ΕΕ C 54 της 19.2.2011, p. 8–14 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    19.2.2011   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 54/8


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η Ισλανδία ως υποψηφία προς ένταξη χώρα»

    (διερευνητική γνωμοδότηση)

    (2011/C 54/02)

    Εισηγήτρια: η κ. CARR

    Με επιστολή της 28ης Απριλίου 2010, ο κ. Maroš Šefčovič, Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ο Επίτροπος κ. Štefan Füle, αρμόδιος για τη διαδικασία της διεύρυνσης, ζήτησαν από την ΕΟΚΕ, σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να καταρτίσει διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα

    Η Ισλανδία ως υποψήφια προς ένταξη χώρα.

    Το ειδικευμένο τμήμα «Εξωτερικές σχέσεις», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές εργασίες της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 27 Οκτωβρίου 2010.

    Κατά την 467η σύνοδο ολομέλειας, που πραγματοποιήθηκε στις 8 – 9 Δεκεμβρίου 2010 (συνεδρίαση της 9ης Δεκεμβρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 170 ψήφους υπέρ, μία ψήφο κατά και 0 αποχές.

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1   Επί του παρόντος, όπως επιβεβαιώνεται από τη δημόσια ακρόαση που πραγματοποιήθηκε στην Ισλανδία το Σεπτέμβριο του 2010, καταβάλλεται εντατική προσπάθεια προκειμένου η κοινή γνώμη της Ισλανδίας να τεθεί υπέρ της υποψηφιότητας της χώρας για ένταξη στην ΕΕ. Ενώ η υποψηφιότητα παραμένει θέμα υπό συζήτηση, οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις φαίνεται να κερδίζουν έδαφος τον τελευταίο καιρό. Το 64 % των πολιτών προτιμά να συνεχιστεί η ενταξιακή διαδικασία παρά να αποσυρθεί η υποψηφιότητα. Το ποσοστό αυτό φανερώνει σημαντική αύξηση του ποσοστού υπέρ της ενταξιακής διαδικασίας σε σχέση με προηγούμενες δημοσκοπήσεις.

    1.2   Σύμφωνα με την ΕΟΚΕ, οι οργανώσεις που τάσσονται υπέρ της ΕΕ θα πρέπει να συμμετέχουν περισσότερο στη δημόσια συζήτηση, προκειμένου να παρουσιάσουν τα πλεονεκτήματα της υποψηφιότητας τόσο για την Ισλανδία όσο και για την ΕΕ. Η ΕΟΚΕ θα μπορούσε να αναλάβει ηγετικό ρόλο και να διοργανώσει εκδηλώσεις με επίκεντρο το ρόλο των οργανώσεων «διαφόρων ενδιαφερόντων».

    1.3   Η ΕΟΚΕ στηρίζει σθεναρά την υποψηφιότητα της Ισλανδίας για ένταξη στην ΕΕ και τονίζει τη σημασία της συμμετοχής της ισλανδικής κοινωνίας των πολιτών στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις. Οι κοινωνικοί εταίροι έχουν παραδοσιακά ισχυρό ρόλο στη διαδικασία χάραξης πολιτικής της Ισλανδίας και διατηρούν επαφές με την ΕΟΚΕ και με ευρωπαϊκούς κεντρικούς οργανισμούς.

    1.4   Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει την ανάγκη για ευρύτερη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, πέραν των κοινωνικών εταίρων. Κατά τη διάρκεια της ενταξιακής διαδικασίας είναι αναγκαία η διενέργεια «διαλόγου με τους πολίτες», πέραν του πιο παραδοσιακού κοινωνικού διαλόγου.

    1.5   Η ΕΟΚΕ συνιστά τη συγκρότηση Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής (ΜΣΕ) για την Ισλανδία το συντομότερο δυνατόν, όπως συνέβη και για άλλες χώρες στο στάδιο των προενταξιακών διαπραγματεύσεων. Σύμφωνα με την ΕΟΚΕ, η εν λόγω ΜΣΕ θα αποτελέσει χρήσιμο μηχανισμό για την ανταλλαγή απόψεων και πληροφοριών μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών της Ισλανδίας και των κρατών μελών της ΕΕ, σχετικά με τη διατύπωση κοινών συστάσεων και γνωμοδοτήσεων για τα διαπραγματευόμενα μέρη, καθώς και για την ενίσχυση του ρόλου των οργανώσεων της Ομάδας III κατά τη διάρκεια των ενταξιακών διαπραγματεύσεων.

    1.6   Χάρη στην πολιτική και οικονομική της ανάπτυξη και τη συμμετοχή της στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ), η Ισλανδία είναι γενικά έτοιμη να αναλάβει τις υποχρεώσεις κράτους μέλους της ΕΕ (παρά την κατάρρευση της ιρλανδικής οικονομίας στην πρόσφατη κρίση), ιδίως στους τομείς που καλύπτονται από τη Συμφωνία ΕΟΧ. Η ΕΟΚΕ πιστεύει επίσης ότι η Ισλανδία, ως κράτος μέλος της ΕΕ, θα μπορούσε να συνεισφέρει στην ανάπτυξη διαφόρων κοινοτικών πολιτικών, για παράδειγμα όσον αφορά τη βιώσιμη αλιεία, τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τη διάσταση της Αρκτικής. Επί του παρόντος, η Ισλανδία δεν διαθέτει έδρα στα θεσμικά όργανα λήψης αποφάσεων της ΕΕ.

    1.7   Παρά το γεγονός ότι η Ισλανδία έχει ήδη υλοποιήσει σημαντικό μέρος του κοινοτικού κεκτημένου, σε ορισμένους βασικούς τομείς, οι προκλήσεις παραμένουν, κυρίως στους τομείς της αλιείας και της γεωργίας. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών στους τομείς αυτούς πρέπει να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην ενταξιακή διαδικασία. Απαραίτητη είναι επίσης η συμμετοχή και άλλων σχετικών ομάδων στην ενταξιακή διαδικασία με στόχο τη στήριξη της ισλανδικής κυβέρνησης κατά τις διαπραγματεύσεις για την ένταξη της χώρας στην ΕΕ.

    1.8   Ορισμένες ισχυρές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών έχουν ήδη εκφράσει την αντίθεσή τους στην υποψηφιότητα της Ισλανδίας. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι οργανώσεις που διάκεινται θετικά απέναντι στην υποψηφιότητα θα πρέπει να αρχίσουν άμεσα ένα δημόσιο διάλογο για τα πλεονεκτήματα της εν λόγω υποψηφιότητας τόσο για την Ισλανδία όσο και για την ΕΕ. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι μια ευρύτερη συζήτηση σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο θα λειτουργούσε θετικά και θα βοηθούσε τις οργανώσεις και τους πολίτες να διαμορφώσουν άποψη μέσω της δημοκρατικής διαδικασίας, με γνώμονα τη συναινετική προσέγγιση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

    1.9   Η αρνητική κοινή γνώμη στην Ισλανδία όσον αφορά την υποψηφιότητα της χώρας για ένταξη στην ΕΕ οφείλεται εν μέρει στην ανεπίλυτη υπόθεση Icesave. Η κοινωνία των πολιτών καλείται επομένως να συμμετάσχει ενεργά σε έναν εποικοδομητικό διάλογο για το θέμα της υποψηφιότητας. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η υπόθεση Icesave θα πρέπει να επιλυθεί εκτός του πλαισίου των ενταξιακών διαπραγματεύσεων και δεν θα πρέπει να αποτελέσει εμπόδιο στην ενταξιακή διαδικασία.

    2.   Τρέχουσα κατάσταση

    2.1   Τον Ιούλιο του 2009 η Ισλανδία υπέβαλε υποψηφιότητα για ένταξη στην ΕΕ και στις 24 Φεβρουαρίου 2010 η Επιτροπή εξέδωσε θετική γνωμοδότηση σχετικά με την αίτηση της Ισλανδίας. Στις 17 Ιουνίου 2010 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφάσισε να ανοίξει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις και κάλεσε το Συμβούλιο να υιοθετήσει ένα γενικό διαπραγματευτικό πλαίσιο. Η απόφαση υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 28 Ιουνίου 2010. Η πρώτη συνεδρίαση της Διακυβερνητικής Διάσκεψης έλαβε χώρα στις 27 Ιουλίου 2010.

    2.2   Η Ισλανδία έχει ήδη υλοποιήσει μεγάλο μέρος του κοινοτικού κεκτημένου μέσω της Συμφωνίας ΕΟΧ και της Συμφωνίας Σύνδεσης Σένγκεν. Το γεγονός αυτό θα διευκολύνει τη διαδικασία ελέγχου και τις συνακόλουθες διαπραγματεύσεις ανά κεφάλαιο. Ωστόσο, προκλήσεις εξακολουθούν να τίθενται σε ορισμένους βασικούς τομείς, όπως η γεωργία, η αλιεία και η νομισματική πολιτική. Η διαδικασία ελέγχου ξεκίνησε και έχει προγραμματιστεί να ολοκληρωθεί τον Ιούνιο του 2011.

    2.3   Η Ισλανδία συμμορφώνεται πλήρως με τα πολιτικά κριτήρια ένταξης στην ΕΕ, όπως ορίστηκαν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κοπεγχάγης το 1993. Η Ισλανδία είναι μια ανεπτυγμένη αντιπροσωπευτική δημοκρατία, με ισχυρούς θεσμούς, με εκτεταμένο σύστημα προστασίας των θεμελιωδών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και με σεβασμό του κράτους δικαίου.

    2.4   Η δημόσια διοίκηση της Ισλανδίας είναι γενικά αποτελεσματική και πολιτικά ανεξάρτητη. Η πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση, ωστόσο, συνοδεύτηκε από πολιτικές αναταράξεις και έφερε στο φως την ανάγκη για διοικητική μεταρρύθμιση. Σύμφωνα με την Επιτροπή, η χρηματοπιστωτική κρίση ανακίνησε το ζήτημα της ενδεχόμενης σύγκρουσης συμφερόντων λόγω των στενών δεσμών μεταξύ πολιτικής τάξης και επιχειρηματικής κοινότητας. Πιστεύεται ότι θα χρειαστούν πιθανότατα περαιτέρω μεταρρυθμίσεις. Η μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης έχει ήδη ξεκινήσει και άρχισε να καλύπτει ορισμένα από τα σημεία προβληματισμού της Επιτροπής.

    2.5   Παρά τις σοβαρές συνέπειες της οικονομικής κρίσης, η Ισλανδία είναι μια λειτουργική οικονομία της αγοράς, ικανή να αντιμετωπίσει τις ανταγωνιστικές πιέσεις και τις δυνάμεις της αγοράς εντός της ΕΕ. Για την καταπολέμηση της κρίσης, η ισλανδική κυβέρνηση έλαβε αυστηρά μέτρα λιτότητας, πρότεινε πολιτικές διαφοροποίησης της οικονομίας και ελπίζει να επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης έως το τέλος του 2010. Κύριος στόχος της σημερινής κυβέρνησης είναι η ισοσκέλιση του κρατικού προϋπολογισμού έως το 2013, σε συνδυασμό με τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την προώθηση της καινοτομίας για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας της Ισλανδίας έως το 2020.

    2.6   Γενικά η υποψηφιότητα της Ισλανδίας για ένταξη στην ΕΕ εκλαμβάνεται ως φυσικό επακόλουθο. Η Ισλανδία διαθέτει ανεπτυγμένη δημοκρατική συνείδηση και υψηλό επίπεδο ευθυγράμμισης με το κοινοτικό κεκτημένο και, επομένως, θα μπορούσε να ολοκληρώσει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις σχετικά γρήγορα, υπό την προϋπόθεση πλήρους συμμόρφωσης της νομοθεσίας της με το κοινοτικό κεκτημένο κατά τη στιγμή της ένταξής της. Εάν η ενταξιακή διαδικασία είναι επιτυχής και οι Ισλανδοί εγκρίνουν την υποψηφιότητα της χώρας τους με δημοψήφισμα, η Ισλανδία θα είναι πληθυσμιακά το μικρότερο κράτος μέλος της ΕΕ, με περίπου 317 000 κατοίκους.

    2.7   Μετά την υποβολή της υποψηφιότητας της Ισλανδίας ακολούθησε η συγκρότηση δέκα διαπραγματευτικών ομάδων, οι οποίες ανέλαβαν τις διαπραγματεύσεις σε διάφορους τομείς. Οι κοινωνικοί εταίροι και άλλες κύριες οργανώσεις εκπροσωπούνται δεόντως στις σχετικές ομάδες. Μολονότι για τις διαπραγματεύσεις αρμόδιοι είναι οι δημόσιοι λειτουργοί, οι ομάδες που θίγονται περισσότερο έχουν προσκληθεί να λάβουν μέρος στις προπαρασκευαστικές εργασίες των ομάδων διαπραγμάτευσης και να συμμετέχουν άμεσα στη διαδικασία.

    2.8   Η πλήρης συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στην ενταξιακή διαδικασία αποτελεί πολιτική της ισλανδικής κυβέρνησης. Κατά την κατάρτιση της γνωμοδότησης της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων του ισλανδικού κοινοβουλίου σχετικά με την υποψηφιότητα της Ισλανδίας για ένταξη στην ΕΕ, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, πολίτες και οργανισμοί κλήθηκαν να υποβάλουν παρατηρήσεις, οι οποίες λήφθηκαν υπόψη. Στα συμπεράσματα της εν λόγω επιτροπής επισημαίνεται η δημιουργία ενός εκτεταμένου φόρουμ διαβούλευσης, στο οποίο η ΕΕ, το καθεστώς των ενταξιακών διαπραγματεύσεων και οι διαπραγματευτικές θέσεις της Ισλανδίας σε συγκεκριμένους τομείς θα αποτελέσουν αντικείμενο συζήτησης.

    2.9   Παρά τα θετικά αυτά δείγματα όσον αφορά τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στην ενταξιακή διαδικασία, η αξιοπιστία της Ισλανδίας δέχτηκε πλήγμα σε ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης και της υπόθεσης Icesave. Η στάση των Ισλανδών απέναντι στην ΕΕ είναι μεταβαλλόμενη. Σύμφωνα με δημοσκόπηση που διενεργήθηκε από τη Gallup τον Ιούλιο του 2010, το 60 % των πολιτών υποστήριζε την απόσυρση της υποψηφιότητας, ενώ στα τέλη Σεπτεμβρίου μια άλλη δημοσκόπηση της εφημερίδας Fréttablaðið έδειξε ότι το 64 % των ερωτηθέντων ήταν υπέρ των διαπραγματεύσεων και της συνακόλουθης διενέργειας δημοψηφίσματος. Μολονότι είναι νωρίς να υποστηρίξει κανείς ότι η στάση των Ισλανδών έναντι της ΕΕ έχει αλλάξει, είναι βέβαιο ότι υπάρχει ανάγκη για περισσότερη πληροφόρηση σχετικά με την ΕΕ και με το καθεστώς κράτους μέλους της ΕΕ. Προφανώς ενισχύεται η επιθυμία των πολιτών να μάθουν περισσότερα για την ΕΕ και για την ενταξιακή διαδικασία, προκειμένου οι μελλοντικές αποφάσεις να στηρίζονται σε γνώσεις, παρά σε μύθους και φόβους.

    3.   Σχέσεις με την ΕΕ

    3.1   Η Ισλανδία διατηρεί στενές σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση χάρη στη Συμφωνία ΕΟΧ, η οποία τέθηκε σε ισχύ το 1994. Η Συμφωνία ΕΟΧ προβλέπει τη συμμετοχή τριών κρατών της ΕΖΕΣ στην εσωτερική αγορά της ΕΕ. Μετά την υποβολή της υποψηφιότητας της Ισλανδίας, η ΕΕ σύστησε γραφείο αντιπροσωπείας στην Ισλανδία. Παλαιότερα, τις ανάγκες της Ισλανδίας εξυπηρετούσε το γραφείο στο Όσλο.

    3.2   Δεδομένου ότι η Συμφωνία ΕΟΧ απαιτούσε υψηλό επίπεδο ενσωμάτωσης του κοινοτικού κεκτημένου στο εθνικό νομικό σύστημα της Ισλανδίας, η Ισλανδία υιοθέτησε την πλειονότητα των διατάξεων σχετικά με τις τέσσερις ελευθερίες. Λίγοι εγχώριοι τομείς πολιτικής παραμένουν ανέπαφοι από τη Συμφωνία ΕΟΧ, γεγονός που συνεπάγεται, σύμφωνα με ορισμένους, ένα οιονεί καθεστώς κράτους μέλους της ΕΕ. Το ποσοστό της νομοθεσίας για την εσωτερική αγορά που μεταφέρθηκε στην εθνική νομοθεσία έως τον Ιούλιο του 2009 είναι στα ίδια επίπεδα με το μέσο όρο των κρατών μελών της ΕΕ.

    3.3   Μολονότι η δικαιοσύνη, η ελευθερία και η ασφάλεια δεν εντάσσονται στη Συμφωνία ΕΟΧ, η Ισλανδία συμμετέχει σε αυτόν τον τομέα πολιτικής μέσω της Συμφωνίας Σύνδεσης Σένγκεν. Όταν τα σκανδιναβικά κράτη μέλη της ΕΕ αιτήθηκαν να ενταχθούν στη ζώνη Σένγκεν, το έπραξαν υπό την προϋπόθεση εξεύρεσης λύσης για τη διατήρηση της Σκανδιναβικής Ένωσης Διαβατηρίων με την Ισλανδία και τη Νορβηγία. Οι δύο χώρες εφαρμόζουν επομένως το κεκτημένο Σένγκεν από το Μάρτιο του 2001.

    3.4   Όσον αφορά τη συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΕ, η Συμφωνία ΕΟΧ προσφέρει κυρίως πρόσβαση στην Επιτροπή. Σύμφωνα με τα άρθρα 99 και 100 της συμφωνίας αυτής, τα κράτη μέλη της ΕΖΕΣ που ανήκουν στον ΕΟΧ μπορούν να συμμετέχουν στις ομάδες εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής και στις ομάδες εργασίας των επιτροπών επιτροπολογίας. Ωστόσο, τα κράτη μέλη της ΕΖΕΣ που ανήκουν στον ΕΟΧ δεν έχουν επίσημη πρόσβαση στο Συμβούλιο ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

    3.5   Οι κοινωνικοί εταίροι της Ισλανδίας συμμετέχουν στη Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή της ΕΟΚΕ για τον ΕΟΧ. Σε πολιτικό επίπεδο, η Ισλανδία συμμετέχει στη Μεικτή Κοινοβουλευτική Επιτροπή του ΕΟΧ. Μαζί με τη Νορβηγία, η Ισλανδία συμμετέχει επίσης σε άτυπες συνεδριάσεις των σκανδιναβικών/βαλτικών χωρών, οι οποίες προηγούνται των συνόδων του Συμβουλίου και στις οποίες η Ισλανδία έχει την ευκαιρία να μεταδώσει τις απόψεις της.

    3.6   Εκτός από το γεγονός ότι δεν έχει πλήρη συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων της ΕΕ, η κύρια διαφορά στο καθεστώς της Ισλανδίας δυνάμει της Συμφωνίας ΕΟΧ και ως κράτους μέλους της ΕΕ είναι ότι η Συμφωνία ΕΟΧ δεν προβλέπει τη σύσταση υπερεθνικών θεσμικών οργάνων που μπορούν να θεσπίζουν νόμους με άμεση εφαρμογή στα κράτη μέλη. Επίσης, η Συμφωνία ΕΟΧ δεν συνεπάγεται μεταβίβαση δικαστικών εξουσιών. Αντιθέτως, ως κράτος μέλος της ΕΕ, η Ισλανδία θα έχει δυνατότητα εκπροσώπησης σε όλα τα θεσμικά όργανα και τους φορείς λήψης αποφάσεων της ΕΕ.

    3.7   Παρά τις στενές σχέσεις που διατηρεί με την ΕΕ, η μέχρι πρόσφατα επιλογή της Ισλανδίας ήταν να παραμείνει εκτός Ένωσης. Η στάση αυτή οφείλεται γενικά σε πληθώρα παραγόντων, κυρίως στην επιθυμία διατήρησης του εθνικού ελέγχου επί των αλιευτικών πόρων. Επίσης, η Κοινή Γεωργική Πολιτική της ΕΕ δεν είναι δημοφιλής στους ισλανδούς αγρότες, οι οποίοι φοβούνται τον ανταγωνισμό των φθηνότερων προϊόντων της ηπειρωτικής Ευρώπης. Οι εθνικιστικές φωνές είναι ισχυρές σε ορισμένα τμήματα του πληθυσμού και κάποιοι φορείς λήψης αποφάσεων υπήρξαν γενικά απρόθυμοι να προωθήσουν οποιοδήποτε μέτρο θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι θέτει υπό αμφισβήτηση την εθνική κυριαρχία. Η γεωγραφική απομόνωση της Ισλανδίας, η ειδική σχέση σε επίπεδο ασφάλειας με τις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, το μικρό μέγεθος της δημόσιας διοίκησής της και η σαφής υποστήριξη των αγροτικών περιοχών από το εκλογικό σύστημα ανήκουν επίσης στους πιθανούς λόγους που εξηγούν την πολιτική της Ισλανδίας έναντι της ΕΕ. Τέλος, μέχρι τη χρηματοπιστωτική κρίση κυριαρχούσε η αντίληψη ότι η Συμφωνία ΕΟΧ εξυπηρετούσε επαρκώς τα συμφέροντα της Ισλανδίας.

    3.8   Παρά τους προαναφερθέντες λόγους, μεγάλα τμήματα του πληθυσμού έχουν ταχθεί με την πάροδο των ετών υπέρ της ανάπτυξης στενότερων δεσμών με την ΕΕ. Η κατάρρευση του ισλανδικού χρηματοπιστωτικού συστήματος τον Οκτώβριο του 2008 οδήγησε σε περαιτέρω στροφή της κοινής γνώμης υπέρ της υποψηφιότητας της Ισλανδίας για ένταξη στην ΕΕ και υπέρ της υιοθέτησης του ευρώ. Τον Ιούλιο του 2009, το ισλανδικό κοινοβούλιο ψήφισε υπέρ της υποψηφιότητας αυτής. Ωστόσο, η κοινή γνώμη και τα πολιτικά κόμματα της Ισλανδίας παραμένουν διχασμένα ως προς το συγκεκριμένο θέμα.

    3.9   Η υποψηφιότητα της Ισλανδίας θα είναι επωφελής τόσο για την ΕΕ όσο και για την ίδια τη χώρα: για την ΕΕ, θα συμβάλει στη γεωγραφική ολοκλήρωσή της, παρέχοντάς της ένα άνοιγμα στην Αρκτική και τη δυνατότητα συμμετοχής στο Συμβούλιο της Αρκτικής· για την Ισλανδία, η προσχώρηση στην ΕΕ θα ενισχύσει τη θέση της κατά την επιδίωξη καλύτερων μορφών πολυμερούς διακυβέρνησης στην Αρκτική. Η προσχώρηση στην ΕΕ θα συμβάλει επίσης στην αποκατάσταση της διεθνούς αξιοπιστίας της Ισλανδίας και θα έχει σταθεροποιητικά αποτελέσματα για το νόμισμα και την οικονομία της χώρας συνολικά. Ως κράτος μέλος της ΕΕ, η Ισλανδία θα μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην πολιτική της Βόρειας Διάστασης, στην ανάπτυξη και την αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στην προώθηση μιας πιο πράσινης οικονομίας στην ΕΕ.

    3.10   Ωστόσο, πολλαπλές προκλήσεις εξακολουθούν να υφίστανται, καθώς πολλοί σημαντικοί τομείς δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΕΟΧ ή του Σένγκεν. Ορισμένοι από αυτούς τους τομείς θα δημιουργήσουν πιθανότατα δυσκολίες στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Η αλιεία και η γεωργία θα αποτελέσουν προβληματικά σημεία και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών στους τομείς αυτούς θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην ενταξιακή διαδικασία, που θα πρέπει να είναι μια οικειοθελής, συναινετική και αμφίδρομη διαδικασία, κατά την οποία κανένα μέρος δεν θα πρέπει να αισθάνεται υποχρεωμένο να αναλάβει δεσμεύσεις τις οποίες δεν είναι έτοιμο να τηρήσει.

    4.   Η κοινωνικοοικονομική κατάσταση

    4.1   Η οικονομία της Ισλανδίας βασιζόταν παραδοσιακά στην αλιεία, η οποία συνεχίζει να εξασφαλίζει περίπου το ήμισυ των εμπορευματικών εξαγωγών της χώρας. Πρόσφατα, η παραγωγή αλουμινίου και ο τουρισμός αναδείχθηκαν επίσης σε σημαντικές βιομηχανίες. Τη δεκαετία του '90 η Ισλανδία ξεκίνησε μια διαδικασία οικονομικής απορρύθμισης, απελευθέρωσης και διαφοροποίησης, δημιουργώντας έναν ευρύ χρηματοπιστωτικό τομέα. Λόγω της υπερβολικής έκθεσης, της ελλιπούς εποπτείας του χρηματοπιστωτικού τομέα και του μεγάλου μεγέθους των τραπεζών σε σχέση με την εθνική οικονομία, ο τραπεζικός κλάδος της Ισλανδίας κατέρρευσε με το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Οι συνολικές υποχρεώσεις των τραπεζών υπερέβαιναν κατά δέκα φορές το ΑΕΠ της Ισλανδίας (1). Αυτό οδήγησε σε βαθειά ύφεση με κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες.

    4.2   Η ισλανδική κορώνα υποτιμήθηκε σημαντικά προκαλώντας υψηλό πληθωρισμό, η ανεργία αυξήθηκε, οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων μειώθηκαν, πολλές επιχειρήσεων πτώχευσαν και η ιδιωτική κατανάλωση σημείωσε πτώση. Οι φόροι (επί του κεφαλαίου, επί του εισοδήματος, κατανάλωσης και ο ΦΠΑ) αυξήθηκαν, εφαρμόστηκε ένα νέο σύστημα φορολόγησης του προσωπικού εισοδήματος σε τρία επίπεδα και διάφορα επιδόματα, όπως τα επιδόματα γονικής άδειας και παιδικής μέριμνας, μειώθηκαν. Περικοπές έγιναν και στις δημόσιες δαπάνες για την παιδεία και την υγεία. Πολλά νοικοκυριά υπέφεραν διότι έχασαν μεγάλο μερίδιο των αποταμιεύσεων ή/και των εισοδημάτων τους. Ωστόσο, για το μετριασμό της έντασης της κρίσης, πραγματοποιείται εκτενής αναδιάρθρωση του χρέους για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Όσον αφορά τους πολίτες, υπάρχει ένα ειδικό εξωδικαστικό πλαίσιο αναδιάρθρωσης του χρέους για τα νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες (2).

    4.3   Το επίπεδο του κυβερνητικού χρέους πολλαπλασιάστηκε ως αποτέλεσμα της κρίσης. Ένα μεγάλο μερίδιο αυτού του χρέους οφείλεται σε υποχρεώσεις της Icesave. Σύμφωνα με την οδηγία περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων (94/19/ΕΚ), η Ισλανδία οφείλει να επιστρέψει στους καταθέτες έως και 20 000 ευρώ ανά λογαριασμό. Η Ισλανδία έχει συμφωνήσει να συμμορφωθεί με αυτήν την υποχρέωση. Ωστόσο, η υπόθεση Icesave που παραμένει άλυτη αφορά τους γενικούς και ειδικούς όρους, σύμφωνα με τους οποίους η Ισλανδία θα πρέπει να πληρώσει τις κυβερνήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου και των Κάτω Χωρών, οι οποίες αποζημίωσαν τους καταθέτες τους.

    4.4   Η Ισλανδία έχει καταφύγει σε διάφορα μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης. Οι τρεις κύριες τράπεζές της εθνικοποιήθηκαν, αναδιαρθρώθηκαν και κεφαλαιοποιήθηκαν εκ νέου. Εφαρμόστηκαν διασφαλίσεις για το ισοζύγιο πληρωμών, οι οποίες περιόριζαν τις διεθνείς ροές κεφαλαίου με στόχο την πρόληψη της εκροής συναλλάγματος και της περαιτέρω υποτίμησης της ισλανδικής κορώνας. Η Κεντρική Τράπεζα ξεκίνησε τη σταδιακή εγκατάλειψη αυτών των ελέγχων τον Οκτώβριο του 2009. Ένα νέο υπουργείο οικονομικών υποθέσεων δημιουργήθηκε, η διακυβέρνηση της Κεντρικής Τράπεζας άλλαξε και ο ρόλος της Χρηματοπιστωτικής Εποπτικής Αρχής ενισχύθηκε. Η κυβέρνηση άρχισε επίσης εκτεταμένη έρευνα των γεγονότων που οδήγησαν στη κρίση, διορίζοντας μια ειδική εξεταστική επιτροπή και έναν ειδικό εισαγγελέα.

    4.5   Η κυβέρνηση ζήτησε επίσης τη βοήθεια της διεθνούς κοινότητας και του ΔΝΤ. Η συμφωνία «επιφυλακής» του ΔΝΤ για την Ισλανδία προβλέπει τη χορήγηση 2,1 δισ. δολαρίων, ενώ επιπλέον 2,75 δισ. δολάρια προέρχονται από τις υπόλοιπες σκανδιναβικές χώρες, την Πολωνία και τις νήσους Φερόε. Το οικονομικό πρόγραμμα του ΔΝΤ περιλαμβάνει μέτρα για τη σταθεροποίηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στη νομισματική πολιτική, την αναθεώρηση της φορολογικής πολιτικής και τη διατήρηση ενός διαχειρίσιμου δημόσιου χρέους, την αναδιάρθρωση του χρηματοπιστωτικού τομέα και του ρυθμιστικού πλαισίου, καθώς και τη διευκόλυνση της αναδιάρθρωσης του χρέους των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Στα τέλη Σεπτεμβρίου 2010 το ΔΝΤ ενέκρινε την τρίτη αναθεώρηση του προγράμματος οικονομικής ανάκαμψης της Ισλανδίας.

    4.6   Η μακροοικονομική σταθεροποίηση της Ισλανδίας δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη και η φορολογική ενοποίηση παραμένει βασική πρόκληση. Για την ενίσχυση του φορολογικού πλαισίου υιοθετήθηκε ένα τετραετές σχέδιο φορολογικής ενοποίησης. Υπάρχουν ήδη σημάδια βελτίωσης. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι η οικονομία θα παρουσιάσει θετική ανάπτυξη στο δεύτερο εξάμηνο του 2010 χάρη στα ισχυρά οικονομικά θεμέλια της Ισλανδίας (2). Ο πληθωρισμός μειώνεται και η συναλλαγματική ισοτιμία έχει σταθεροποιηθεί. Οι νέες εμπορικές τράπεζες έχουν κεφαλαιοποιηθεί εκ νέου και έχουν ολοκληρωθεί σημαντικές αλλαγές στις ρυθμίσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών. Τα ποσοστά ανεργίας είναι κατώτερα των προβλέψεων που ξεπερνούσαν το 10 %.

    4.7   Οι κοινωνικοί εταίροι έχουν διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στο σχέδιο οικονομικής ανάκαμψης της Ισλανδίας. Η κυβέρνηση και οι κοινωνικοί εταίροι υπέγραψαν ένα «σύμφωνο σταθερότητας» τον Ιούνιο του 2009 και ο προϋπολογισμός του 2010 αντικατοπτρίζει αυτήν τη συμφωνία. Στόχος του συμφώνου ήταν η εξασφάλιση κοινωνικής συναίνεσης για τα απαραίτητα μέτρα προσαρμογής· ωστόσο, επειδή οι κοινωνικοί εταίροι κατείχαν πρωταγωνιστικό ρόλο, ορισμένες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών αισθάνθηκαν αποκλεισμένες από τη διαδικασία. Το Μάρτιο του 2010 η ισλανδική συνομοσπονδία εργαζομένων αποσύρθηκε από το σύμφωνο, επικαλούμενη παραβιάσεις του συμφώνου και ανικανότητα της κυβέρνησης να τηρήσει τις υποσχέσεις της.

    4.8   Μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, η Ισλανδία έχει σχετικά ευέλικτη αγορά εργασίας με υψηλά ποσοστά συμμετοχής, νέο και καλά καταρτισμένο εργατικό δυναμικό και ισχυρή βάση πόρων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται πλούσιες περιοχές αλιείας και εκτεταμένες πηγές ανανεώσιμης ενέργειας. Επομένως, με την πάροδο του χρόνου, η Ισλανδία θα ανακάμψει πλήρως από τις σημερινές οικονομικές δυσκολίες. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιστεύει ότι εάν η Ισλανδία ευθυγραμμιστεί με το κεκτημένο στον τομέα της οικονομικής και νομισματικής πολιτικής, η συμμετοχή της στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση δεν θα δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα.

    5.   Η κοινωνία των πολιτών της Ισλανδίας

    5.1   Η Ισλανδία έχει μακρά παράδοση ενεργού συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών. Λόγω του μικρού μεγέθους της ισλανδικής κοινωνίας, οι ομάδες συμφερόντων διατηρούν στενούς και συχνά προσωπικούς δεσμούς με την κυβέρνηση και συμμετέχουν ενεργά στη διαδικασία χάραξης πολιτικής. Μάλιστα πολλές ομάδες συμφερόντων, όπως ενώσεις γεωργών και αλιέων και συνδικάτα, έχουν παραδοσιακά στενές σχέσεις με συγκεκριμένα πολιτικά κόμματα.

    5.2   Για να αντισταθμίσει τους περιορισμούς μιας μικρής δημόσιας διοίκησης, η ισλανδική κυβέρνηση εργάζεται στενά με ισλανδικές ομάδες συμφερόντων που δραστηριοποιούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και συχνά στηρίζεται σε αυτές για τη συλλογή πληροφοριών και την αύξηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με τα ισλανδικά ζητήματα στις Βρυξέλλες. Ωστόσο, οι ομάδες συμφερόντων συμβάλλουν κυρίως στη συλλογή πληροφοριών και στην κατάρτιση στρατηγικών παρά στην άσκηση επιρροής στις πολιτικές της ΕΕ, με εξαίρεση τους τομείς της κοινωνικής πολιτικής, όπου οι κοινωνικοί εταίροι είναι ιδιαίτερα δραστήριοι και έχουν άμεση πρόσβαση στη διαδικασία χάραξης πολιτικής.

    5.3   Σύμφωνα με το άρθρο 74 του Συντάγματος και κατά το παράδειγμα άλλων σκανδιναβικών χωρών, η σύσταση κάθε είδους ένωσης επιτρέπεται χωρίς προηγούμενη άδεια, η δε διάλυσή της δεν εξαρτάται από διοικητική απόφαση. Οι ενώσεις πρέπει να είναι εγγεγραμμένες στην υπηρεσία εθνικού μητρώου, προκειμένου να αποκτήσουν εθνικό αριθμό μητρώου για φορολογικούς σκοπούς, και να διαθέτουν καταχωρημένη διεύθυνση. Οι δραστηριότητες των συνδικάτων ρυθμίζονται από το νόμο για τα συνδικάτα και τις εργασιακές διαφορές.

    5.4   Πολλές ισλανδικές οργανώσεις διατηρούν μακροχρόνιους και ισχυρούς δεσμούς με τις αντίστοιχες οργανώσεις σε άλλες σκανδιναβικές χώρες. Χάρη στους δεσμούς αυτούς, οι ισλανδικές οργανώσεις μπορούν να ανταλλάξουν βέλτιστες πρακτικές και να αντλήσουν διδάγματα από τις εμπειρίες των οργανώσεων-εταίρων τους κατά την ενταξιακή διαδικασία της χώρας τους στην ΕΕ.

    5.5   Η δημόσια ακρόαση με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών στην Ισλανδία κατέδειξε ότι, σε σύγκριση με τις οργανώσεις των κοινωνικών εταίρων, οι άλλες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών είναι κυρίως εσωστρεφείς. Με στενότερη συνεργασία θα μπορέσουν να πεισθούν ότι είναι σκόπιμο να αναλάβουν ευρύτερο ρόλο στην Ισλανδία, ιδίως στο πλαίσιο της ενταξιακής διαδικασίας, ενώ και οι ευρωπαϊκές οργανώσεις θα μπορέσουν να αντλήσουν διδάγματα από τις αντίστοιχες ισλανδικές.

    5.6   Η Ισλανδία εφαρμόζει το σκανδιναβικό οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο, το οποίο χαρακτηρίζεται από ένα εκτεταμένο κράτος πρόνοιας με γενναιόδωρα επιδόματα. Οι κοινωνικοί εταίροι από τις δύο πλευρές της αγοράς εργασίας συμμετέχουν ενεργά στον κοινωνικό διάλογο με σκοπό την ανταλλαγή πληροφοριών και την επίλυση σημαντικών κοινωνικών και οικονομικών θεμάτων. Οι εργασιακές ρυθμίσεις ορίζονται γενικά περισσότερο με συλλογικές συμβάσεις παρά διά νόμου.

    5.7   Στην Ισλανδία, οι εξελίξεις αντικατόπτριζαν κατά κανόνα τις εξελίξεις στις γειτονικές σκανδιναβικές χώρες, με αυξημένες δημόσιες δαπάνες. Η αστικοποίηση και οι αλλαγές στη δομή της κοινωνίας οδήγησαν στη δημιουργία διαφόρων ομάδων συμφερόντων, ιδίως συνδικάτων, συνεταιρισμών και αγροτικών ενώσεων. Τα πρώτα χρόνια οι ομάδες συμφερόντων ήταν λίγες αλλά ισχυρές και διατηρούσαν στενούς δεσμούς με συγκεκριμένα πολιτικά κόμματα που εξυπηρετούσαν τα συμφέροντά τους.

    5.8   Το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, οι ομάδες αυτές πολλαπλασιάστηκαν, καθώς η κοινωνία έγινε πιο ποικιλόμορφη. Λόγω της αυξανόμενης πολυμορφίας, οι δεσμοί μεταξύ συγκεκριμένων πολιτικών κομμάτων και ισχυρών ομάδων συμφερόντων αποδυναμώθηκαν. Ωστόσο, σε μια μικρή κοινωνία, όπως η ισλανδική, οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ της κοινωνίας των πολιτών και της κυβέρνησης είναι αναπόφευκτα σύντομοι.

    5.9   Ενώ το ισλανδικό μοντέλο μοιάζει κατά πολύ με αυτό των άλλων σκανδιναβικών χωρών, διαφέρει ωστόσο από το τυπικό σκανδιναβικό μοντέλο σε ορισμένα σημεία. Η ανάπτυξη είχε πιο αργό ρυθμό στην Ισλανδία και οι κοινωνικές δαπάνες ήταν παραδοσιακά πιο χαμηλές από ό,τι στις άλλες σκανδιναβικές χώρες. Οι πολιτικές απελευθέρωσης και ιδιωτικοποίησης ήταν κυρίαρχες τη δεκαετία του '90 και η χρηματοπιστωτική κρίση επέφερε σημαντικές περικοπές στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας. Μολαταύτα, στις σκανδιναβικές χώρες, το μοντέλο του κοινωνικού κράτους είναι γενικά αποδεκτό τόσο από τα αριστερά, όσο και από τα δεξιά πολιτικά κόμματα και αυτό ισχύει εξίσου στην Ισλανδία, παρά το γεγονός ότι στην πολιτική σκηνή κυριαρχούν κεντροδεξιοί συνασπισμοί. Οι κοινωνικοί εταίροι έχουν διαδραματίσει καίριο ρόλο στη διαδικασία χάραξης πολιτικής.

    5.10   Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της δημόσιας ακρόασης, η κοινωνία των πολιτών της Ισλανδίας είναι διχασμένη ως προς το θέμα της ένταξης στην ΕΕ. Ειδικότερα, οι ενώσεις αλιέων και αγροτών εναντιώνονται στην υποψηφιότητα της Ισλανδίας, ενώ οργανώσεις όπως η συνομοσπονδία εργαζομένων και η ομοσπονδία βιομηχάνων τάσσονται υπέρ της υποψηφιότητας. Επίσης, πολλές ισλανδικές οργανώσεις είναι ουδέτερες ως προς το θέμα αυτό. Ενώ η δημοκρατία είναι εξαιρετικά ισχυρή στην Ισλανδία, η εκπροσώπηση των οργανώσεων της ευρύτερης κοινωνίας των πολιτών είναι σχετικά αδύναμη και αυτό οδηγεί σε μια λιγότερο ισόρροπη έκφραση της φωνής της κοινωνίας των πολιτών.

    6.   Οι κύριες οργανώσεις και η θέση τους στη συζήτηση για την ΕΕ

    6.1   Κοινωνικοί εταίροι

    6.1.1   Η ισλανδική συνομοσπονδία εργαζομένων (ASI) είναι η κύρια συνδικαλιστική οργάνωση της Ισλανδίας, η οποία εκπροσωπεί τους υπαλλήλους γραφείου και τους εργαζομένους στον κλάδο του λιανικού εμπορίου, τους ναυτικούς, τους εργαζομένους στους τομείς των κατασκευών και της βιομηχανίας, τους ηλεκτρολόγους, διάφορους επαγγελματίες του ιδιωτικού τομέα, καθώς και ένα μέρος του δημόσιου τομέα, μολονότι οι δημόσιοι υπάλληλοι στην πλειονότητά τους εκπροσωπούνται από την ομοσπονδία κρατικών και δημοτικών υπαλλήλων (BSRB). Αυτές οι δύο οργανώσεις είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων. Μια τρίτη κεντρική οργάνωση, η ένωση πανεπιστημιακών, εκπροσωπεί εργαζομένους με πανεπιστημιακά πτυχία στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.

    6.1.2   Η ομόλογος της ASI σε επίπεδο διοίκησης και μέλος της BUSINESSEUROPE είναι η ισλανδική συνομοσπονδία εργοδοτών (SA). Η SA έχει οκτώ ενώσεις-μέλη σε διάφορους τομείς όπως η ενέργεια, ο τουρισμός, τα χρηματοοικονομικά και η αλιεία. Αυτές οι δύο οργανώσεις συμβάλλουν καθοριστικά στο συντονισμό των πολιτικών στους τομείς της απασχόλησης, των κοινωνικών υποθέσεων, του περιβάλλοντος και της αγοράς εργασίας. Μια άλλη οργάνωση που δραστηριοποιείται σε επίπεδο ΕΕ και ανήκει επίσης στη BUSINESSEUROPE είναι η ομοσπονδία ισλανδικών βιομηχανιών (SI). Η SI είναι μέλος της SA.

    6.1.3   Οι συνομοσπονδίες εργοδοτών και εργαζομένων συμμετέχουν σε διάφορες επιτροπές και στα διοικητικά συμβούλια δημόσιων φορέων (όπως η Διοίκηση για την ασφάλεια και την υγεία στην εργασία, το Συμβούλιο για την ισότιμη μεταχείριση, το Συμβούλιο επιστήμης και τεχνολογίας), όπου προστατεύουν τα συμφέροντα των αντίστοιχων μελών τους κατά την κατάρτιση και υλοποίηση της νομοθεσίας. Επίσης, έχουν στενές επαφές με την κυβέρνηση κατά την κατάρτιση και την ανανέωση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Οι κοινωνικοί εταίροι συνεργάζονται στενά στους τομείς της ισότητας και της προστασίας της εργασίας, καθώς και στον τομέα της διάδοσης πληροφοριών.

    6.1.4   Στην Ισλανδία οι κοινωνικοί εταίροι είναι ήδη καλά εξοικειωμένοι με τη διαδικασία χάραξης πολιτικής της ΕΕ. Παρακολουθούν στενά τη νομοθετική διαδικασία της ΕΕ, καθώς οι πολιτικές της ΕΕ που υιοθετούνται από τη Συμφωνία ΕΟΧ έχουν αντίκτυπο σε αυτούς.

    6.1.5   Εκπρόσωποι των οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών στα κράτη της ΕΖΕΣ διατηρούν σχέσεις με την ΕΟΚΕ μέσω της Συμβουλευτικής Επιτροπής(ΣΕ) του ΕΟΧ, που αποτελεί μέρος της θεσμικής οργάνωσης του ΕΟΧ. Το φόρουμ αυτό λειτουργεί ως σύνδεσμος μεταξύ των κοινωνικών εταίρων των κρατών της ΕΖΕΣ και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών της ΕΕ. Σε αντίθεση με την ΕΟΚΕ, τα μέλη της ΣΕ του ΕΟΧ περιλαμβάνουν μόνο συνδικαλιστικές οργανώσεις και οργανώσεις εργοδοτών. Εδώ υπάρχει κάποιος περιορισμός, δεδομένου ότι δεν καλύπτεται ο διάλογος με τους πολίτες συνολικά.

    6.1.6   Στην Ισλανδία οι κοινωνικοί εταίροι είναι γενικά θετικοί στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, μολονότι οι απόψεις διίστανται. Η ASI είχε αρχικά επιφυλάξεις για την ένταξη της Ισλανδίας στον ΕΟΧ, ωστόσο αναθεώρησε την πολιτική της το 2000 κατανοώντας ότι ο ΕΟΧ προσφέρει ποικίλα οφέλη στους ισλανδούς εργαζομένους. Η ASI τάσσεται πλέον υπέρ των διαπραγματεύσεων για την ένταξη στην ΕΕ και υπέρ της υιοθέτησης του ευρώ, καθώς θεωρεί ότι η πλήρης προσχώρηση στην ΕΕ θα διασφαλίσει τα συμφέροντα των εργαζομένων και τη γενική σταθερότητα της οικονομίας. Σημειώνει ωστόσο ότι, κατά τη διάρκεια των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, θα πρέπει να δοθεί έμφαση στη διατήρηση πλήρους ελέγχου στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Ισλανδίας όσον αφορά την αλιεία και παράλληλα θεωρείται αναγκαίο να εξασφαλιστεί η στήριξη της ισλανδικής γεωργίας. Η BSRB που εκπροσωπεί τους δημόσιους υπαλλήλους δεν έχει διατυπώσει επίσημη θέση για την υποψηφιότητα της χώρας, μολονότι τάσσεται υπέρ της διεξαγωγής ανοικτών συζητήσεων για τις διαπραγματεύσεις.

    6.1.7   Από την πλευρά των εργοδοτών, η SA σκοπεύει να παρακολουθήσει τις σχετικές συζητήσεις στενά, αλλά έχει υιοθετήσει ουδέτερη στάση όσον αφορά την ένταξη στην ΕΕ, καθώς οι ενώσεις-μέλη της είναι διχασμένες στο θέμα αυτό. Η SI, για παράδειγμα, τάσσεται υπέρ της ένταξης, υποστηρίζοντας ότι η ισλανδική οικονομία είναι ασταθής λόγω της κυμαινόμενης αξίας του νομίσματος, καθώς και ότι η ένταξη στην ΕΕ και η υιοθέτηση του ευρώ θα ενίσχυε την ανταγωνιστικότητα και θα οδηγούσε σε καλύτερες συνθήκες εργασίας για τις ισλανδικές βιομηχανίες.

    6.2   Αλιεία

    6.2.1   Οι ομοσπονδίες ιδιοκτητών αλιευτικών σκαφών (LIU) και μονάδων μεταποίησης ψαριών, από την άλλη πλευρά, αντιτίθενται σθεναρά στην υποψηφιότητα της Ισλανδίας για ένταξη στην ΕΕ. Όσοι έχουν συμφέροντα στον κλάδο της αλιείας είναι απρόθυμοι να συμμορφωθούν με την Κοινή Αλιευτική Πολιτική της ΕΕ, καθώς η πολιτική αυτή θα επιτρέψει τις ξένες επενδύσεις στον κλάδο και θα συνεπάγεται ότι οι συνολικές επιτρεπόμενες ποσοστώσεις αλιευμάτων στα 200 μίλια αποκλειστικής οικονομικής ζώνης της Ισλανδίας θα καθορίζονται από τις Βρυξέλλες. Αν και ως κράτος μέλος η Ισλανδία θα συμμετέχει πλήρως στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων, οι εκπρόσωποι των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών πιστεύουν ότι, λόγω του μεγέθους της, δεν θα μπορεί να ασκεί σημαντική επιρροή στις αποφάσεις σε επίπεδο ΕΕ. Η Ισλανδία θα πρέπει να παραιτηθεί επίσης από το δικαίωμά της να συνάπτει μόνη της συμφωνίες με τρίτες χώρες όσον αφορά τα αλληλοεπικαλυπτόμενα αποθέματα που αντιστοιχούν στο 30 % των αλιευμάτων της χώρας. Η LIU υποστηρίζει ότι οι απορρίψεις και η υπεραλίευση αποτελούν σοβαρά προβλήματα στην ΕΕ, ενώ στην Ισλανδία ο κλάδος της αλιείας είναι κερδοφόρος. Επιπλέον, δεν υπάρχει εγγύηση ότι η αρχή της σχετικής σταθερότητας θα διατηρηθεί στην ΕΕ.

    6.2.2   Ωστόσο, τον Αύγουστο του 2010 ο πρόεδρος της LIU τόνισε στο ισλανδικό ραδιοφωνικό σταθμό RÚV ότι η Ισλανδία πρέπει να συνεχίσει τις συζητήσεις για την ένταξή της στην ΕΕ, κατά τις οποίες απαιτείται να επιδιωχθεί η καλύτερη δυνατή συμφωνία, και ότι η απόσυρση της υποψηφιότητας σε αυτό το στάδιο δεν θα είχε κανένα νόημα.

    6.2.3   Τέλος, η επανέναρξη της φαλαινοθηρίας από τους ισλανδούς αλιείς για εμπορικούς σκοπούς το 2006 θα αποτελέσει πιθανότατα ακανθώδες ζήτημα, καθώς αντιβαίνει στην πολιτική της ΕΕ. Εάν δεν βρεθεί λύση, θα δημιουργηθεί σοβαρό πρόβλημα στην ενταξιακή πορεία της Ισλανδίας.

    6.2.4   Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική της ΕΕ βρίσκεται επί του παρόντος υπό αναθεώρηση. Οι προβλεπόμενες αλλαγές θα τη φέρουν πιθανότατα πιο κοντά στο ισλανδικό μοντέλο. Ωστόσο, οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Ισλανδίας θα βασιστούν στο σημερινό κεκτημένο και επομένως υπάρχουν διάφορα πιθανά σημεία σύγκρουσης. Η αλιεία πιστεύεται ότι θα είναι το πιο σημαντικό θέμα στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Ισλανδίας. Τα αλιευτικά λόμπι ασκούν μεγάλη επιρροή στη διαδικασία χάραξης πολιτικής και θα διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη συζήτηση για την υποψηφιότητα της χώρας, καθώς στην Ισλανδία το κατά κεφαλήν εισόδημα στον κλάδο της αλιείας είναι σαφώς υψηλότερο από ό,τι σε οποιοδήποτε κράτος μέλος της ΕΕ.

    6.3   Γεωργία

    6.3.1   Μια άλλη οργάνωση με μακρά ιστορία πολιτικής συμμετοχής είναι η ένωση αγροτών. Οι αγρότες είναι παραδοσιακά ισχυρή δύναμη στην Ισλανδία και διατηρούν στενούς δεσμούς με την κυβέρνηση, μολονότι η επιρροή τους έχει αποδυναμωθεί με την πάροδο των ετών, καθώς ο κλάδος έχει συρρικνωθεί. Όπως η LIU, η ένωση αγροτών παρακολουθεί τη νομοθετική διαδικασία της ΕΕ στενά. Η ένωση αγροτών είναι οργάνωση – εταίρος της COPA/COCEGA, μολονότι και για τον λόγο αυτόν η συμμετοχή της σε αυτήν είναι ως έναν βαθμό περιορισμένη. Η εν λόγω ευρωπαϊκή κεντρική οργάνωση ασχολείται κυρίως με θέματα που σχετίζονται με την ΕΕ.

    6.3.2   Η ένωση αγροτών αντιτίθεται σθεναρά στην υποψηφιότητα, υποστηρίζοντας ότι θα προκαλέσει μαζική απώλεια θέσεων εργασίας στον κλάδο της γεωργίας και θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ασφάλεια των τροφίμων και στην επισιτιστική ασφάλεια της χώρας. Το σκεπτικό πίσω από το επιχείρημα αυτό είναι ότι η Ισλανδία θα πρέπει να επιτρέψει απεριόριστες εισαγωγές γεωργικών προϊόντων από την ΕΕ και έτσι ο ανταγωνισμός θα είναι σκληρός για τους ισλανδούς γεωργούς. Μολαταύτα, η νομοθεσία της ΕΕ για τα τρόφιμα και την ασφάλεια των τροφίμων (3) αποτελεί ήδη μέρος της Συμφωνίας ΕΟΧ και θα τεθεί σε ισχύ στο τέλος του 2011. Κατά τη μεταφορά της νομοθεσίας για τα τρόφιμα σε εθνικό επίπεδο, η ένωση αγροτών κατάφερε να διατηρήσει στην ισλανδική νομοθεσία την απαγόρευση στις εισαγωγές φρέσκου κρέατος, παρά το γεγονός ότι η απαγόρευση αυτή δεν συνάδει με τους στόχους της κοινοτικής νομοθεσίας. Δυνάμει του άρθρου 19 της Συμφωνίας ΕΟΧ, η Ισλανδία συμφώνησε επίσης όσον αφορά τις αδασμολόγητες ποσοστώσεις και τις παραχωρήσεις συγκεκριμένων προϊόντων, γεγονός που προβληματίζει την ένωση αγροτών.

    6.3.3   Η γεωργία θα αποτελέσει βασικό θέμα κατά τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις, ενώ η στήριξη της παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων, της εκτροφής προβατοειδών και άλλων παραδοσιακών καλλιεργειών θα είναι ένας από τους στόχους της Ισλανδίας. Ένα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα ενισχύσεων, παρόμοιο με εκείνα που ισχύουν σε άλλες ευρωπαϊκές περιφέρειες οι οποίες βρίσκονται πάνω από τον 62ο παράλληλο, θα μπορούσε να συμβάλλει στη διατήρηση της γεωργικής δραστηριότητας σε αυτές τις περιοχές, οι οποίες χαρακτηρίζονται από χαμηλή πληθυσμιακή πυκνότητα και δύσκολες κλιματικές συνθήκες.

    6.4   Περιβάλλον

    6.4.1   Στην Ισλανδία υπάρχουν πολυάριθμες δραστήριες περιβαλλοντικές ομάδες. Οι περιβαλλοντικές ομάδες στην ΕΕ παρακολουθούν κατά κανόνα την περιβαλλοντική πολιτική της ΕΕ στενά, δραστηριοποιούνται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και είναι μέλη κεντρικών οργανώσεων. Αυτό δεν φαίνεται να είναι εξίσου σημαντικό για τις ισλανδικές περιβαλλοντικές ομάδες, μολονότι μερικές από αυτές έχουν διεθνείς διασυνδέσεις.

    6.4.2   Υπάρχουν διάφορες πιθανές εξηγήσεις για αυτό. Πρώτον, οι πολιτικές κατά της φαλαινοθηρίας είναι δημοφιλείς στις ευρωπαϊκές ομάδες συμφερόντων, κάτι που πιθανόν δεν συμμερίζονται οι ισλανδικές περιβαλλοντικές ομάδες. Δεύτερον, οι ισλανδικές περιβαλλοντικές ομάδες, όπως η Landvernd, επικεντρώνονται στο πρόβλημα της διάβρωσης του εδάφους και της διατήρησης των φυσικών οικοτόπων στην Ισλανδία και συνήθως αντιτίθενται στην κατασκευή υδροηλεκτρικών φραγμάτων για την αύξηση της παραγωγής αλουμινίου. Μολονότι η περιβαλλοντική πολιτική της ΕΕ εμπίπτει κατά κύριο λόγο στη Συμφωνία ΕΟΧ, αυτό δεν αφορά τη νομοθεσία για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων. Τέλος, οι περιβαλλοντικές ομάδες στην Ισλανδία έχουν ελλιπή χρηματοδότηση και ανεπαρκείς πόρους. Για αυτούς πιθανόν τους λόγους οι ισλανδικές περιβαλλοντικές ομάδες είναι λιγότερο δραστήριες από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές σε επίπεδο ΕΕ και δεν συμμετέχουν ενεργά μέχρι σήμερα στη συζήτηση σχετικά με την υποψηφιότητα της Ισλανδίας για ένταξη στην ΕΕ. Η Landvernd, για παράδειγμα, δεν έχει διατυπώσει επίσημη θέση για την υποψηφιότητα, μολονότι θεωρεί γενικά ότι ο αντίκτυπος της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας είναι θετικός. Η Landvernd ενδιαφέρεται επίσης να αποσαφηνιστεί ο ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις, συμπεριλαμβανομένης της περαιτέρω συμμετοχής της σε ευρωπαϊκά προγράμματα, όπως το πλαίσιο για την προστασία της φύσης.

    6.5   Προστασία του καταναλωτή

    6.5.1   Η ένωση καταναλωτών της Ισλανδίας (NS) είναι μια ανεξάρτητη, μη κερδοσκοπική, μη κυβερνητική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1953 και δραστηριοποιείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και είναι μέλος οργανώσεων. Η NS συνεργάζεται ήδη στενά με το ευρωπαϊκό κέντρο καταναλωτή της Ισλανδίας, το οποίο εντάσσεται στο ευρωπαϊκό δίκτυο κέντρων καταναλωτή. Η NS δεν έχει λάβει θέση υπέρ ή κατά της ένταξης της Ισλανδίας στην ΕΕ. Ωστόσο, υποστηρίζει σταθερά ότι η Ισλανδία θα πρέπει να εξετάσει όλα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της ένταξης στην ΕΕ, ενώ η γενική συνέλευσή της που πραγματοποιήθηκε το 2008 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Ισλανδία θα πρέπει να υποβάλει υποψηφιότητα για ένταξη στην ΕΕ για να αναδειχθούν τα πραγματικά ζητήματα και να προχωρήσει η συζήτηση σχετικά με την ΕΕ χωρίς προκαταλήψεις και βάσει στοιχείων. Το 2008 η NS κατάρτισε μια έκθεση σχετικά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της προσχώρησης της Ισλανδίας στην ΕΕ για τους καταναλωτές. Επομένως, χωρίς να έχει λάβει σαφή θέση υπέρ ή κατά της ΕΕ, η NS υποστήριζε πάντα την υποψηφιότητα της Ισλανδίας και προσπάθησε να συμβάλει στην έναρξη συζητήσεων για την ΕΕ.

    6.6   Λοιπές οργανώσεις

    6.6.1   Άλλες σημαντικές οργανώσεις είναι η οργάνωση ατόμων με ειδικές ανάγκες, το εμπορικό επιμελητήριο, το οποίο είναι μέλος του EUROCHAMBERS, η ομοσπονδία εμπορίου και υπηρεσιών, μέλος του EUROCOMMERCE και η Ομοσπονδία Ισλανδικού Εμπορίου και διάφορες άλλες ΜΚΟ. Επί του παρόντος, αυτές οι οργανώσεις δεν έχουν διατυπώσει ακόμη επίσημες θέσεις σχετικά με την υποψηφιότητα της Ισλανδίας για ένταξη στην ΕΕ, μολονότι κινητοποιούνται υπέρ ή κατά ορισμένων ευρωπαϊκών πολιτικών. Υπάρχουν επίσης ειδικές ομάδες που τάσσονται υπέρ και κατά της ΕΕ, όπως οι Evrópusamtökin και Heimssýn.

    Βρυξέλλες, 9 Δεκεμβρίου 2010.

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Staffan NILSSON


    (1)  Υπουργείο εξωτερικών υποθέσεων της Ισλανδίας, ενημερωτικό σημείωμα, πρόγραμμα οικονομικής ανάκαμψης της Ισλανδίας, Ιούνιος 2010 http://www.mfa.is/media/MFA_pdf/Factsheet--Iceland%27s-Economic-Recovery-Program-June.pdf.

    (2)  http://www.mfa.is/media/MFA_pdf/Factsheet--Iceland%27s-Economic-Recovery-Program-June.pdf.

    (3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002 σχετικά με τη γενική νομοθεσία για τα τρόφιμα και συναφείς πράξεις.


    Top