Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32016R0099

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/99 της Επιτροπής, της 16ης Οκτωβρίου 2015, για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά τον προσδιορισμό της επιχειρησιακής λειτουργίας των σωμάτων εποπτών σύμφωνα με την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΕΕ L 21 της 28.1.2016, p. 21–44 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2016/99/oj

28.1.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 21/21


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/99 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 16ης Οκτωβρίου 2015

για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά τον προσδιορισμό της επιχειρησιακής λειτουργίας των σωμάτων εποπτών σύμφωνα με την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (1), και ιδίως το άρθρο 51 παράγραφος 5 και το άρθρο 116 παράγραφος 5,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η διαδικασία για τη χαρτογράφηση, καθώς και την επικαιροποίησή της, των οντοτήτων του ομίλων στην Ένωση και σε τρίτες χώρες θα πρέπει να καθοδηγείται από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας, που θα πρέπει να διασφαλίζει ότι τα δυνητικά μέλη του σώματος έχουν τη δυνατότητα να σχολιάζουν και να συμβάλλουν σε αυτήν την άσκηση, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι όλες οι οντότητες ομίλων προσδιορίζονται αποτελεσματικά και η χαρτογράφηση αντανακλά ακριβείς και ενημερωμένες πληροφορίες σχετικά με τις οντότητες, συμπεριλαμβανομένων των υποκαταστημάτων του ομίλου. Προκειμένου να διευκολυνθεί η εκτέλεση της άσκησης χαρτογράφησης, να διασφαλιστεί ότι όλες οι αναγκαίες πληροφορίες συγκεντρώνονται και αντανακλώνται στη χαρτογράφηση του ομίλου ιδρυμάτων και να μειωθεί το κόστος συμμόρφωσης, τόσο για την αρχή ενοποιημένης εποπτείας όσο και για τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης και τα άλλα μέλη του σώματος, η χαρτογράφηση θα πρέπει να διεξάγεται με χρήση κοινού προτύπου.

(2)

Σε περίπτωση που η αρχή ενοποιημένης εποπτείας προτίθεται να καλέσει τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής, όπου έχουν ιδρυθεί μη σημαντικά υποκαταστήματα, τις εποπτικές αρχές τρίτων χωρών, καθώς και άλλες σχετικές αρχές να συμμετάσχουν στο σώμα ως παρατηρητές, θα πρέπει να διασφαλίσει ότι τα μέλη του σώματος θα ενημερωθούν εκ των προτέρων για την εν λόγω πρόθεση και θα τους δοθεί αρκετός χρόνος προκειμένου να εκτιμήσουν την πρόταση, να συμφωνήσουν με αυτήν ή να εναντιωθούν σε αυτήν. Για να διασφαλιστεί ότι η διαχείριση της διαδικασίας διεξάγεται με τον κατάλληλο τρόπο, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας θα πρέπει, πρώτα, να καλέσει τις αρχές που είναι επιλέξιμες για να γίνουν μέλη του σώματος και, στη συνέχεια, θα πρέπει να προχωρήσει σε προσκλήσεις σε δυνητικούς παρατηρητές του σώματος.

(3)

Πριν από την αποδοχή μιας πρόσκλησης που απευθύνεται από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας στους δυνητικούς παρατηρητές του σώματος, αυτοί οι εν δυνάμει παρατηρητές θα πρέπει να λάβουν γνώση των όρων της συμμετοχής τους, όπως έχουν συμφωνηθεί από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος. Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας θα πρέπει να υποχρεούται να συμπεριλαμβάνει τους όρους της συμμετοχής του παρατηρητή στις γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας του σώματος.

(4)

Η διαδικασία σύναψης και τροποποίησης των γραπτών ρυθμίσεων συντονισμού και συνεργασίας θα πρέπει να καθοδηγείται από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας, που θα πρέπει να διασφαλίζει ότι τα μέλη του σώματος έχουν τη δυνατότητα να σχολιάζουν και να παρέχουν τη συμβολή τους στις προτεινόμενες ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων των όρων συμμετοχής του παρατηρητή. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι ρυθμίσεις που έχουν συναφθεί από εποπτικά σώματα είναι συνεπείς, όσον αφορά τη δομή και τις διατάξεις που καλύπτονται, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπουν την κατάλληλη ευελιξία για τη συμπερίληψη ειδικών για το σώμα ρυθμίσεων και συμφωνιών, θα πρέπει να καταρτίζονται σύμφωνα με ένα κοινό πρότυπο.

(5)

Κατά τη διοργάνωση διαβουλεύσεων με μέλη του σώματος σχετικά με διάφορες λειτουργικές πτυχές των εργασιών του σώματος, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας θα πρέπει να κοινοποιεί με σαφήνεια μια κατάλληλη προθεσμία έως την οποία αναμένονται σχόλια και απόψεις από μέλη του σώματος.

(6)

Αναγνωρίζοντας τα διάφορα εποπτικά καθήκοντα τα οποία πρέπει να εκτελούν η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα άλλα μέλη του σώματος, καθώς και την πολυπλοκότητά τους, η ελάχιστη αναμενόμενη συχνότητα των συνεδριάσεων του σώματος θα πρέπει να ορίζεται σε μία φορά ανά έτος.

(7)

Δεδομένου ότι τα εποπτικά σώματα μπορούν να οργανώνονται σε διάφορες υπο-δομές, είναι σημαντικό να διασφαλίζεται ότι όλα τα μέλη του σώματος ενημερώνονται εγκαίρως και επαρκώς σχετικά με τις συζητήσεις και τις αποφάσεις που λαμβάνονται στο πλαίσιο ειδικών υπο-δομών.

(8)

Για τη διασφάλιση της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που ανταλλάσσονται μεταξύ της αρχής ενοποιημένης εποπτείας ή των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους προέλευσης και των μελών του σώματος, τα σώματα εποπτών θα πρέπει να ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν ασφαλή μέσα επικοινωνίας.

(9)

Η αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία των σωμάτων εποπτών προϋποθέτει ότι τα μέλη του σώματος ανταλλάσσουν όλες τις αναγκαίες πληροφορίες που τους επιτρέπουν να εκτιμούν και να λαμβάνουν μέτρα για την προστασία των συμφερόντων των καταθετών και των επενδυτών στα κράτη μέλη τους και για την προστασία της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας εντός της Ένωσης. Ως εκ τούτου, εάν η αρχή ενοποιημένης εποπτείας θεωρεί ότι κάποια συγκεκριμένη πληροφορία δεν είναι συναφής για ένα μέλος του σώματος, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας θα πρέπει να αιτιολογήσει την απόφασή της, αφού προηγουμένως διαβουλευθεί με το εν λόγω μέλος και του παράσχει όλα τα αναγκαία στοιχεία για την εκτίμηση της συνάφειας.

(10)

Εφόσον η διαρκής εξέταση της άδειας χρήσης εσωτερικών υποδειγμάτων αποκαλύψει αδυναμίες, σύμφωνα με το άρθρο 101 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, είναι σημαντικό να συνεργάζονται η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος που εποπτεύει τις οντότητες του ομίλου που επηρεάζονται από αυτές τις αδυναμίες, προκειμένου να αξιολογηθεί η σημαντικότητα αυτών των αδυναμιών και να ληφθεί απόφαση για τη λήψη κατάλληλων μέτρων. Κάθε απόφαση σχετικά με την επιβολή κεφαλαιακών προσαυξήσεων ή για την ανάκληση του εγκεκριμένου υποδείγματος θα πρέπει να λαμβάνεται από κοινού από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα σχετικά μέλη του σώματος.

(11)

Προκειμένου να διευκολυνθεί ο προσδιορισμός των ενδείξεων έγκαιρης προειδοποίησης, των ενδεχόμενων κινδύνων και των τρωτών σημείων για την ενημέρωση της έκθεσης εκτίμησης κινδύνου του ομίλου και της έκθεσης εκτίμησης του κινδύνου ρευστότητας, είναι σημαντικό να συμφωνήσουν εκ των προτέρων η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα άλλα μέλη του σώματος σε ένα σύνολο δεικτών, που πρέπει να ανταλλάσσονται τουλάχιστον σε ετήσια βάση. Για να διασφαλιστούν η συνοχή και η συγκρισιμότητα, αυτοί οι δείκτες θα πρέπει να υπολογίζονται βάσει των εποπτικών στοιχείων που συγκεντρώνουν οι αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 680/2014 της Επιτροπής (2).

(12)

Η διαδικασία για τη διαμόρφωση και την επικαιροποίηση ενός πλαισίου του σώματος για έκτακτες καταστάσεις θα πρέπει να καθοδηγείται από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας ή από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης, οι οποίες θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα μέλη του σώματος έχουν τη δυνατότητα να σχολιάζουν και να παρέχουν τη συμβολή τους στο προτεινόμενο πλαίσιο.

(13)

Κατά τη διάρκεια μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι λαμβάνει χώρα αποτελεσματική και αποδοτική συνεργασία μεταξύ της αρχής ενοποιημένης εποπτείας και όλων των μελών του σώματος που είναι υπεύθυνα για την εποπτεία των οντοτήτων του ομίλου που επηρεάζονται ή είναι πιθανό να επηρεαστούν από την κατάσταση έκτακτης ανάγκης, καθώς και ότι η εκτίμηση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, η εποπτική απόκριση στην έκτακτη κατάσταση, όπως και η παρακολούθηση και η επικαιροποίηση αυτής της εποπτικής απόκρισης διεξάγονται με συντονισμένο τρόπο, με κατάλληλη συμμετοχή της αρχής ενοποιημένης εποπτείας και όλων των μελών του σώματος που είναι υπεύθυνα για την εποπτεία των οντοτήτων του ομίλου και επηρεάζονται ή είναι πιθανό να επηρεαστούν από την εν λόγω κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Επιπροσθέτως, όλα τα μέλη του σώματος χρειάζεται να ενημερώνονται από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας σχετικά με τα κύρια στοιχεία των αποφάσεων που λαμβάνονται ή των πληροφοριών που ανταλλάσσονται για την αντιμετώπιση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης.

(14)

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού συνδέονται στενά μεταξύ τους, διότι ρυθμίζουν την επιχειρησιακή λειτουργία των σωμάτων εποπτών. Για να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ των εν λόγω διατάξεων, οι οποίες θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ ταυτόχρονα, και να διευκολυνθούν τα πρόσωπα που υπόκεινται στις εξ αυτών υποχρεώσεις να έχουν πλήρη εικόνα και συνεκτική πρόσβαση στο κείμενο των διατάξεων αυτών, κρίνεται σκόπιμο να συμπεριληφθούν όλα τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που απαιτούνται βάσει του άρθρου 51 παράγραφος 5 και του άρθρου 116 παράγραφος 5 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ σε έναν ενιαίο κανονισμό.

(15)

Δεδομένου ότι η συντριπτική πλειονότητα των εποπτικών σωμάτων στην ΕΕ συγκροτούνται σύμφωνα με το άρθρο 116 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, φαίνεται πιο ενδεδειγμένο να προσδιοριστεί, σε πρώτη φάση, η επιχειρησιακή λειτουργία των σωμάτων βάσει του άρθρου 116 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, πριν από τον προσδιορισμό εκείνης των σωμάτων βάσει του άρθρου 51 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ· η πρώτη εμφανίζεται περισσότερο ως γενική περίπτωση, ενώ η δεύτερη ως ειδική περίπτωση.

(16)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) (ΕΑΤ) στην Επιτροπή.

(17)

Η ΕΑΤ διεξήγαγε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις όσον αφορά τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού σχετικού κόστους/οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας τραπεζικών συμφεροντούχων, που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός καθορίζει την επιχειρησιακή λειτουργία του σώματος εποπτών («σώμα») που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 116 και το άρθρο 51 παράγραφος 3 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΣΥΣΤΑΘΕΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 116 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2013/36/ΕΕ

ΤΜΗΜΑ 1

Σύσταση και λειτουργία των σωμάτων

Άρθρο 2

Χαρτογράφηση ενός ομίλου ιδρυμάτων και επικαιροποίησή της

1.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας υποβάλλει το σχέδιο χαρτογράφησης, το οποίο καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98 της Επιτροπής (4), στις αρχές που είναι επιλέξιμες για να γίνουν μέλη του σώματος, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98 (εφεξής «δυνητικά μέλη του σώματος»), καλώντας τες να διατυπώσουν τις απόψεις τους και αναφέροντας την κατάλληλη προθεσμία για την υποβολή των εν λόγω απόψεων.

2.   Για τους σκοπούς της ολοκλήρωσης της χαρτογράφησης και με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 51 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας λαμβάνει υπόψη τις απόψεις και τις επιφυλάξεις που εκφράζονται από τα δυνητικά μέλη του σώματος.

3.   Μετά την ολοκλήρωση, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας κοινοποιεί τη χαρτογράφηση του ομίλου σε όλα τα δυνητικά μέλη του σώματος.

4.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας επικαιροποιεί τη χαρτογράφηση, εφαρμόζοντας τη διαδικασία που ορίζεται στις παραγράφους 1 έως 3, τουλάχιστον σε ετήσια βάση ή συχνότερα, σε περίπτωση που υπάρχουν σημαντικές αλλαγές στη δομή του ομίλου.

5.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας χρησιμοποιεί το υπόδειγμα του παραρτήματος I για τη χαρτογράφηση ενός ομίλου ιδρυμάτων και την επικαιροποίησή της.

Άρθρο 3

Σύσταση σώματος

1.   Για να συστήσει ένα σώμα, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας ακολουθεί τα παρακάτω βήματα:

α)

η αρχή ενοποιημένης εποπτείας αποστέλλει τις προσκλήσεις στις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98·

β)

η αρχή ενοποιημένης εποπτείας κοινοποιεί, στα μέλη του σώματος που έχουν αποδεχθεί την πρόσκληση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, την πρόθεσή της να αποστείλει πρόσκληση στις αρμόδιες αρχές μη σημαντικού υποκαταστήματος για να συμμετέχουν ως παρατηρητές στο σώμα, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98·

γ)

η αρχή ενοποιημένης εποπτείας κοινοποιεί, στα μέλη του σώματος που έχουν αποδεχθεί την πρόσκληση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, την πρόθεσή της να αποστείλει πρόσκληση στην εποπτική αρχή τρίτης χώρας για να συμμετέχει ως παρατηρητής στο σώμα, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98·

δ)

η αρχή ενοποιημένης εποπτείας κοινοποιεί, στα μέλη του σώματος που έχουν αποδεχθεί την πρόσκληση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, την πρόθεσή της να αποστείλει πρόσκληση σε κάθε αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 4 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, για να συμμετέχει ως παρατηρητής στο σώμα.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου στοιχεία β), γ) και δ), η κοινοποίηση συνοδεύεται από την πρόταση της αρχής ενοποιημένης εποπτείας σχετικά με τους όρους της συμμετοχής του παρατηρητή στο σώμα, που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 5 στοιχείο γ) του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98.

Επιπροσθέτως, για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου στοιχείο γ), η κοινοποίηση συνοδεύεται από τη γνώμη της αρχής ενοποιημένης εποπτείας σχετικά με την εκτίμηση της ισοδυναμίας των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας και επαγγελματικού απορρήτου που εφαρμόζονται στην εποπτική αρχή της τρίτης χώρας.

Η κοινοποίηση που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο προβλέπει κατάλληλη προθεσμία, εντός της οποίας κάθε μέλος σώματος που διαφωνεί μπορεί να εκφράσει γραπτώς την πλήρως αιτιολογημένη αντίρρησή του σε οποιαδήποτε πτυχή της πρότασης ή της γνώμης της αρχής ενοποιημένης εποπτείας.

2.   Κατόπιν συμφωνίας όλων των μελών του σώματος σχετικά με την πρόταση, η οποία συνάγεται από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας, εάν δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση εντός της προθεσμίας, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας αποστέλλει την πρόσκληση στην αρχή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), γ) ή δ), για να γίνει παρατηρητής του σώματος. Η πρόσκληση συνοδεύεται από τους όρους της συμμετοχής του παρατηρητή, όπως συμφωνήθηκαν από τα μέλη του σώματος και που περιλαμβάνονται στις γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας.

3.   Οι αρχές που λαμβάνουν πρόσκληση για να γίνουν μέλη ή παρατηρητές αποκτούν αυτό το καθεστώς μετά την αποδοχή της πρόσκλησης. Οι αρχές που λαμβάνουν πρόσκληση για να γίνουν παρατηρητές αποδέχονται επίσης τους όρους της συμμετοχής του παρατηρητή, όπως τους έχουν κοινοποιηθεί από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας.

4.   Οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β), γ) και δ) μπορούν να ζητήσουν να γίνουν παρατηρητές σε ένα σώμα. Η σχετική αίτηση απευθύνεται στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας. Σε περίπτωση που η αρχή ενοποιημένης εποπτείας αποφασίσει να καλέσει αυτές τις αρχές να συμμετέχουν στο σώμα ως παρατηρητές, εφαρμόζει τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β), γ) και δ), κατά περίπτωση.

Άρθρο 4

Κατάρτιση και επικαιροποίηση καταλόγων επαφών

1.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας διατηρεί και μοιράζεται τα πλήρη στοιχεία επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων επικοινωνίας εκτός ωραρίου εργασίας που πρέπει να χρησιμοποιούνται σε έκτακτες καταστάσεις, στην επικοινωνία της με τα μέλη και τους παρατηρητές του σώματος, χρησιμοποιώντας το υπόδειγμα του παραρτήματος II. Ο κατάλογος επαφών και ο κατάλογος επαφών έκτακτης ανάγκης επισυνάπτονται στις γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας, που αναφέρονται στο άρθρο 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98.

2.   Τα μέλη του σώματος παρέχουν τα στοιχεία επικοινωνίας τους στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας και την ενημερώνουν για κάθε μεταβολή αυτών των στοιχείων, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

3.   Κάθε επικαιροποιημένη έκδοση του καταλόγου επαφών και του καταλόγου επαφών έκτακτης ανάγκης κοινοποιείται από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας στα μέλη του σώματος.

Άρθρο 5

Σύναψη και τροποποίηση των γραπτών ρυθμίσεων συντονισμού και συνεργασίας

1.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας καταρτίζει την πρότασή της για τη σύναψη γραπτών ρυθμίσεων συντονισμού και συνεργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 115 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ και το άρθρο 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98.

2.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας κοινοποιεί την πρότασή της στα μέλη του σώματος, καλώντας τα να διατυπώσουν τις απόψεις τους και αναφέροντας την κατάλληλη προθεσμία για την υποβολή αυτών των απόψεων.

3.   Για τους σκοπούς της ολοκλήρωσης των γραπτών ρυθμίσεων συντονισμού και συνεργασίας, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας λαμβάνει υπόψη τυχόν απόψεις και επιφυλάξεις που εκφράζονται από τα μέλη του σώματος και εξηγεί, εάν είναι αναγκαίο, τον λόγο για τη μη συμπερίληψή τους.

4.   Μετά την ολοκλήρωση, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας κοινοποιεί τις γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας στα μέλη του σώματος.

5.   Αν κριθεί αναγκαίο από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος, η εφαρμογή των γραπτών ρυθμίσεων συντονισμού και συνεργασίας υποβάλλεται σε δοκιμή με τη βοήθεια ασκήσεων προσομοίωσης ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, κατά περίπτωση.

6.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη τροποποίησης των γραπτών ρυθμίσεων συντονισμού και συνεργασίας σε περίπτωση μεταβολών σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία του, σύμφωνα με το άρθρο 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98.

Οι γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας τροποποιούνται ώστε να αντικατοπτρίζουν τυχόν αλλαγές των μελών του σώματος.

Στοιχεία των γραπτών ρυθμίσεων συντονισμού και συνεργασίας, που αναφέρονται στο πλαίσιο του σώματος κατά την προετοιμασία για έκτακτες καταστάσεις και κατά τη διάρκειά τους, επανεξετάζονται από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος σε περιοδική βάση που πρέπει να προσδιορίζεται σε αυτές τις ρυθμίσεις.

7.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος τροποποιούν τις γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας, ακολουθώντας τη διαδικασία που περιγράφεται στις παραγράφους 1 έως 4.

8.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας χρησιμοποιεί το υπόδειγμα του παραρτήματος II για τη σύναψη και την τροποποίηση των γραπτών ρυθμίσεων συντονισμού και συνεργασίας.

Άρθρο 6

Λειτουργικές πτυχές των συνεδριάσεων και των δραστηριοτήτων του σώματος

1.   Τα σώματα συγκαλούν τουλάχιστον μία επιτόπια συνεδρίαση ετησίως. Ωστόσο, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας, με τη συναίνεση όλων των μελών του σώματος, αφού λάβει υπόψη τις ιδιαιτερότητες του ομίλου, μπορεί να καθορίσει διαφορετική συχνότητα των επιτόπιων συνεδριάσεων.

2.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας καθορίζει με σαφήνεια τους στόχους των συνεδριάσεων του σώματος. Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας διασφαλίζει ότι οι εν λόγω στόχοι αντικατοπτρίζονται στην ημερήσια διάταξη των συνεδριάσεων και καλεί όλα τα μέλη του σώματος να προτείνουν επιπρόσθετα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας λαμβάνει υπόψη τυχόν προτάσεις σχετικά με θέματα της ημερήσιας διάταξης που υποβάλλονται από τα μέλη του σώματος και εξηγεί, εφόσον ζητηθεί, τους λόγους για τη μη συμπερίληψή τους.

3.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος που συμμετέχουν σε μια συγκεκριμένη δραστηριότητα ή συνεδρίαση του σώματος ανταλλάσσουν έγγραφα και εισηγήσεις ή παρατηρήσεις σε έγγραφα εργασίας εγκαίρως, για να δώσουν τη δυνατότητα σε όλους τους συμμετέχοντες στη συνεδρίαση του σώματος να συμβάλουν ενεργά στις συζητήσεις.

ΤΜΗΜΑ 2

Προγραμματισμός και συντονισμός των εποπτικών δραστηριοτήτων κατά τη συνήθη πορεία των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων

Άρθρο 7

Γενικό πλαίσιο για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της αρχής ενοποιημένης εποπτείας, των μελών και των παρατηρητών του σώματος

1.   Όταν ληφθούν από ένα μέλος του σώματος, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας διαβιβάζει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98:

α)

στα άλλα μέλη του σώματος·

β)

στους παρατηρητές, όπως κρίνει σκόπιμο η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και σύμφωνα με τους όρους της συμμετοχής τους στο σώμα.

2.   Αν η αρχή ενοποιημένης εποπτείας κρίνει ότι κάποια πληροφορία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν είναι σημαντική για ένα συγκεκριμένο μέλος του σώματος, συμβουλεύεται προηγουμένως το εν λόγω μέλος και του παρέχει τα βασικά σημεία των πληροφοριών για να δοθεί η δυνατότητα στο εν λόγω μέλος να προσδιορίσει την πραγματική σημασία της.

3.   Όταν το σώμα είναι οργανωμένο σε διάφορες υπο-δομές, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας ενημερώνει πλήρως όλα τα μέλη του σώματος, εγκαίρως, σχετικά με τις δράσεις που αναλαμβάνονται ή τα μέτρα που λαμβάνονται στις διάφορες υπο-δομές του σώματος.

4.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος συμφωνούν σχετικά με τα μέσα για την ανταλλαγή πληροφοριών και προσδιορίζουν αυτήν τη συμφωνία στις γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας, που αναφέρονται στο άρθρο 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98.

Άρθρο 8

Διαρκής εξέταση της άδειας χρήσης εσωτερικών προσεγγίσεων

1.   Σε περίπτωση που οι απαιτήσεις για την εφαρμογή μιας εσωτερικής προσέγγισης, σύμφωνα με το άρθρο 143 παράγραφος 1, το άρθρο 151 παράγραφος 4 ή 9, το άρθρο 283, το άρθρο 312 παράγραφος 2 ή το άρθρο 363 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 δεν πληρούνται πλέον από κάποιο από τα ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε ένα κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένου του μητρικού ιδρύματος στην ΕΕ, ή, σε περίπτωση που διαπιστωθούν αδυναμίες, σύμφωνα με το άρθρο 101 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, από κάποιο σχετικό μέλος του σώματος, κατά την έννοια του άρθρου 11 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και το εν λόγω μέλος του σώματος συνεργάζονται, κατόπιν εκτενούς διαβούλευσης, για να συμφωνήσουν από κοινού στην ανάκληση της άδειας χρήσης της προσέγγισης, στην επιβολή των κεφαλαιακών προσαυξήσεων ή στον περιορισμό της χρήσης του εσωτερικού υποδείγματος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 στοιχεία γ) και δ) του εν λόγω κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού.

2.   Η απόφαση για την ανάκληση ενός εγκεκριμένου υποδείγματος λαμβάνεται από κοινού από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα σχετικά μέλη του σώματος που εποπτεύουν τις οντότητες που χρησιμοποιούν το εγκεκριμένο υπόδειγμα και επηρεάζονται από τις ανεπάρκειες που εντοπίστηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1. Η συνεργασία μεταξύ της αρχής ενοποιημένης εποπτείας και τα εν λόγω μέλη του σώματος ακολουθεί τη διαδικασία που ορίζεται στις διατάξεις του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/100 της Επιτροπής (5).

3.   Η απόφαση που καταλήγει στην επιβολή κεφαλαιακών προσαυξήσεων λαμβάνεται μέσω της διαδικασίας λήψης κοινής απόφασης κεφαλαίου, σύμφωνα με το άρθρο 113 παράγραφος 1 στοιχείο α) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

4.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας ενημερώνει όλα τα άλλα μέλη του σώματος σχετικά με τις αποφάσεις που λαμβάνονται κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1, εφόσον κρίνει ότι οι εν λόγω πληροφορίες είναι πιθανό να επηρεάσουν άλλες δραστηριότητες του σώματος ή είναι απαραίτητες για την άσκηση των καθηκόντων άλλων μελών του σώματος.

Άρθρο 9

Κοινοποίηση μη σημαντικών επεκτάσεων ή αλλαγών στα εσωτερικά υποδείγματα

1.   Για τις μη σημαντικές επεκτάσεις του υποδείγματος ή αλλαγές που επηρεάζουν κάποιο από τα ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε ένα κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένης της μητρικής επιχείρησης στην ΕΕ, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας ενημερώνει όλα τα σχετικά μέλη του σώματος, κατά την έννοια του άρθρου 11 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, για όλες τις εν λόγω επεκτάσεις ή αλλαγές, χωρίς καθυστέρηση.

2.   Ένα σχετικό μέλος του σώματος, κατά την έννοια του άρθρου 11 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, ενημερώνει την αρχή ενοποιημένης εποπτείας σχετικά με οποιεσδήποτε μη σημαντικές επεκτάσεις ή αλλαγές που επηρεάζουν κάποιο από τα ιδρύματα που υπάγονται στην εποπτική αρμοδιότητα του εν λόγω σχετικού μέλους του σώματος.

3.   Σε περίπτωση που ένα σχετικό μέλος του σώματος, κατά την έννοια του άρθρου 11 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, εκφράζει τις ανησυχίες του όσον αφορά την ταξινόμηση μιας επέκτασης ή αλλαγής ως μη σημαντικής, κοινοποιεί αυτές τις ανησυχίες στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας, η οποία διαβιβάζει τις εν λόγω πληροφορίες στα άλλα σχετικά μέλη του σώματος, κατά την έννοια του άρθρου 11 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98.

Σε περίπτωση που η αρχή ενοποιημένης εποπτείας έχει ανησυχίες όσον αφορά την ταξινόμηση μιας επέκτασης ή αλλαγής ως μη σημαντικής, κοινοποιεί αυτές τις ανησυχίες σε όλα τα σχετικά μέλη του σώματος, κατά την έννοια του άρθρου 11 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98.

Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα σχετικά μέλη του σώματος, κατά την έννοια του άρθρου 11 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, συζητούν τις λεπτομέρειες των εν λόγω ανησυχιών για τους σκοπούς της επίτευξης κοινής άποψης σχετικά με τη σημαντικότητα της επέκτασης ή της αλλαγής.

4.   Σε περίπτωση που η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα σχετικά μέλη του σώματος, κατά την έννοια του άρθρου 11 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, θεωρήσουν ότι οι επεκτάσεις ή αλλαγές σε ένα εσωτερικό υπόδειγμα έχουν ταξινομηθεί εσφαλμένα από το ενδιαφερόμενο ίδρυμα ως μη σημαντικές, ενημερώνουν το εν λόγω ίδρυμα, χωρίς καθυστέρηση.

Άρθρο 10

Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με ενδείξεις έγκαιρης προειδοποίησης, ενδεχόμενους κινδύνους και τρωτά σημεία

1.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος που συμμετέχουν στην κατάρτιση της έκθεσης εκτίμησης κινδύνου του ομίλου η οποία αναφέρεται στο άρθρο 113 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, ή της έκθεσης εκτίμησης του κινδύνου ρευστότητας του ομίλου η οποία αναφέρεται στο άρθρο 113 παράγραφος 2 στοιχείο β) της εν λόγω οδηγίας, για τους σκοπούς της επίτευξης κοινών αποφάσεων σχετικά με ειδικές για το ίδρυμα απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας, σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, συμφωνούν σχετικά με τους δείκτες για τον προσδιορισμό των ενδείξεων έγκαιρης προειδοποίησης, των ενδεχόμενων κινδύνων και των τρωτών σημείων, που αναφέρονται στο άρθρο 12 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98.

Αυτοί οι δείκτες υπολογίζονται με βάση τις πληροφορίες τις οποίες συγκεντρώνουν οι αρμόδιες αρχές από τα εποπτευόμενα ιδρύματα, σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 680/2014.

Οι συμφωνημένοι δείκτες καθορίζονται στις γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98.

2.   Κάθε μέλος του σώματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 κοινοποιεί στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας τις τιμές των συμφωνημένων δεικτών για τα ιδρύματα που υπάγονται στις εποπτικές αρμοδιότητές του, κατά περίπτωση.

3.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας διαβιβάζει τις τιμές που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και τις τιμές των συμφωνημένων δεικτών για τη μητρική επιχείρηση στην ΕΕ και σε ενοποιημένο επίπεδο, σε κάθε μέλος του σώματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

4.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ανταλλάσσουν τις τιμές των συμφωνημένων δεικτών τουλάχιστον σε ετήσια βάση ή συχνότερα, εφόσον συμφωνηθεί από αυτές τις αρμόδιες αρχές.

Άρθρο 11

Κατάρτιση και επικαιροποίηση του προγράμματος εποπτικής εξέτασης του σώματος

1.   Μόλις καταλήξουν σε κοινές αποφάσεις σχετικά με τις ειδικές για το ίδρυμα απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας, σύμφωνα με το άρθρο 113 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, τα μέλη του σώματος υποβάλλουν την εισήγησή τους στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας, για τους σκοπούς της κατάρτισης του προγράμματος εποπτικής εξέτασης του σώματος, που αναφέρεται στο άρθρο 116 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98.

2.   Μετά την παραλαβή των εισηγήσεων από τα μέλη του σώματος, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας καταρτίζει ένα σχέδιο προγράμματος εποπτικής εξέτασης του σώματος.

3.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας διαβιβάζει το σχέδιο προγράμματος εποπτικής εξέτασης του σώματος στα μέλη του σώματος, καλώντας τα να διατυπώσουν τις απόψεις τους στους τομείς των κοινών εργασιών και ορίζοντας την κατάλληλη προθεσμία για την υποβολή αυτών των απόψεων.

4.   Για τους σκοπούς της ολοκλήρωσης του προγράμματος εποπτικής εξέτασης του σώματος, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας λαμβάνει υπόψη τυχόν απόψεις και επιφυλάξεις που εκφράζονται από τα μέλη του σώματος και εξηγεί, εάν είναι αναγκαίο, τον λόγο για τη μη συμπερίληψή τους.

5.   Μετά την ολοκλήρωση, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας κοινοποιεί στα μέλη του σώματος το πρόγραμμα εποπτικής εξέτασης του σώματος.

6.   Το πρόγραμμα εποπτικής εξέτασης του σώματος επικαιροποιείται τουλάχιστον ετησίως, ή συχνότερα αν κριθεί αναγκαίο, ως αποτέλεσμα της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης, σύμφωνα με το άρθρο 97 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, ή ως αποτέλεσμα κοινών αποφάσεων σχετικά με τις ειδικές για το ίδρυμα απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας, σύμφωνα με το άρθρο 113 της εν λόγω οδηγίας.

7.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας επικαιροποιεί το πρόγραμμα εποπτικής εξέτασης του σώματος ακολουθώντας τη διαδικασία που ορίζεται στις παραγράφους 1 έως 5.

ΤΜΗΜΑ 3

Προγραμματισμός και συντονισμός των εποπτικών δραστηριοτήτων κατά την προετοιμασία και κατά τη διάρκεια έκτακτων καταστάσεων

Άρθρο 12

Διαμόρφωση και επικαιροποίηση του πλαισίου του σώματος για έκτακτες καταστάσεις

1.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας καταρτίζει την πρότασή της για τη διαμόρφωση ενός πλαισίου του σώματος για έκτακτες καταστάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 17 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98.

2.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας υποβάλλει την πρότασή της στα μέλη του σώματος, καλώντας τα να διατυπώσουν τις απόψεις τους και ορίζοντας την κατάλληλη προθεσμία για την υποβολή των εν λόγω απόψεων.

3.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας λαμβάνει υπόψη τυχόν απόψεις και επιφυλάξεις που εκφράζονται από τα μέλη του σώματος και εξηγεί, εάν είναι αναγκαίο, τους λόγους για τη μη συμπερίληψή τους.

4.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας κοινοποιεί στα μέλη του σώματος την τελική έκδοση του πλαισίου του σώματος για έκτακτες καταστάσεις.

5.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος λαμβάνουν υπόψη, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, την ανάγκη επικαιροποίησης του πλαισίου του σώματος για έκτακτες καταστάσεις.

6.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος επικαιροποιούν το πλαίσιο του σώματος για έκτακτες καταστάσεις ακολουθώντας τη διαδικασία που ορίζεται στις παραγράφους 1 έως 4.

Άρθρο 13

Ανταλλαγή πληροφοριών κατά τη διάρκεια μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης

1.   Σε περίπτωση που η αρχή ενοποιημένης εποπτείας αντιληφθεί μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, που επηρεάζει ή είναι πιθανό να επηρεάσει ένα ίδρυμα ή υποκατάστημα του ομίλου που έχει λάβει άδεια λειτουργίας ή, αντίστοιχα, είναι εγκατεστημένο σε κράτος μέλος, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας ειδοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, την ΕΑΤ και το μέλος του σώματος που εποπτεύει το ίδρυμα ή το υποκατάστημα που επηρεάζεται ή είναι πιθανό να επηρεαστεί από την κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

2.   Σε περίπτωση που ένα μέλος του σώματος αντιληφθεί μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης που επηρεάζει ή είναι πιθανό να επηρεάσει ένα ίδρυμα ή υποκατάστημα του ομίλου που έχει λάβει άδεια λειτουργίας ή, αντίστοιχα, είναι εγκατεστημένο σε κράτος μέλος, το μέλος του σώματος ενημερώνει την αρχή ενοποιημένης εποπτείας, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

3.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας διασφαλίζει ότι όλα τα άλλα μέλη του σώματος ενημερώνονται επαρκώς σχετικά με τα εξής κύρια στοιχεία:

α)

τη συντονισμένη εποπτική εκτίμηση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14·

β)

τη συντονισμένη εποπτική απόκριση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειών που έχουν αναληφθεί ή έχει προγραμματιστεί να αναληφθούν, και την παρακολούθησή της, όπως αναφέρεται στο άρθρο 16·

γ)

τα μέτρα έγκαιρης παρέμβασης που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 27, το άρθρο 28 και το άρθρο 29 της οδηγίας 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), κατά περίπτωση, αφού ληφθεί υπόψη η ανάγκη για συντονισμό αυτών των μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 30 της εν λόγω οδηγίας, ή τον καθορισμό των προϋποθέσεων για την εξυγίανση, σύμφωνα με το άρθρο 32 της εν λόγω οδηγίας.

4.   Σε περίπτωση που η συντονισμένη εποπτική απόκριση σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15, είναι πιθανό να είναι πιο αποτελεσματική αν συμμετάσχουν η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, οι αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών ή οι αρχές εξυγίανσης περιοχών δικαιοδοσίας στις οποίες βρίσκονται σημαντικά υποκαταστήματα, οι κεντρικές τράπεζες, τα αρμόδια υπουργεία και τα συστήματα εγγύησης καταθέσεων, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας λαμβάνει υπόψη τη συμμετοχή των εν λόγω αρχών.

5.   Σε περίπτωση που μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης περιορίζεται σε μια συγκεκριμένη οντότητα του ομίλου, η διαχείριση της κατάστασης γίνεται από το μέλος του σώματος που είναι υπεύθυνο για την εποπτεία της εν λόγω ενδιαφερόμενης οντότητας του ομίλου, σε συνεργασία με την αρχή ενοποιημένης εποπτείας.

Άρθρο 14

Συντονισμός της εποπτικής εκτίμησης μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 19 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας συντονίζει την κατάρτιση σχεδίου συντονισμένης εποπτικής εκτίμησης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, με βάση τη δική της εκτίμηση και την εκτίμηση των μελών του σώματος που εποπτεύουν τις οντότητες του ομίλου που επηρεάζονται ή είναι πιθανό να επηρεαστούν από την κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

2.   Το σχέδιο συντονισμένης εποπτικής εκτίμησης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης καλύπτει τις οντότητες του ομίλου που επηρεάζονται ή είναι πιθανό να επηρεαστούν. Οι απόψεις και οι εκτιμήσεις των μελών του σώματος που είναι υπεύθυνα για την εποπτεία των εν λόγω οντοτήτων του ομίλου λαμβάνονται δεόντως υπόψη από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας.

3.   Σε περίπτωση που η κατάσταση έκτακτης ανάγκης περιορίζεται σε μια συγκεκριμένη οντότητα του ομίλου, το μέλος του σώματος που είναι υπεύθυνο για την εποπτεία της εν λόγω οντότητας του ομίλου διεξάγει, σε συνεργασία με την αρχή ενοποιημένης εποπτείας, την εποπτική εκτίμηση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης.

Άρθρο 15

Συντονισμός της εποπτικής απόκρισης σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 20 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας καθοδηγεί τη διαμόρφωση μιας συντονισμένης εποπτικής απόκρισης στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης όσον αφορά τον όμιλο και τις οντότητές του που επηρεάζονται ή είναι πιθανό να επηρεαστούν. Οι απόψεις και οι εκτιμήσεις των μελών του σώματος που είναι υπεύθυνα για την εποπτεία αυτών των οντοτήτων του ομίλου λαμβάνονται δεόντως υπόψη από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας.

2.   Σε περίπτωση που η κατάσταση έκτακτης ανάγκης περιορίζεται σε μια συγκεκριμένη οντότητα του ομίλου, το μέλος του σώματος που είναι υπεύθυνο για την εποπτεία της εν λόγω οντότητας του ομίλου προβαίνει, σε συνεργασία με την αρχή ενοποιημένης εποπτείας, στη διαμόρφωση της συντονισμένης εποπτικής απόκρισης στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

3.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος εκτελούν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τα καθήκοντα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.

4.   Η κατάρτιση της συντονισμένης εποπτικής εκτίμησης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14, και η διαμόρφωση της συντονισμένης εποπτικής απόκρισης σε αυτήν την κατάσταση έκτακτης ανάγκης μπορούν να διεξάγονται εκ παραλλήλου.

Άρθρο 16

Παρακολούθηση και επικαιροποίηση της συντονισμένης εποπτικής απόκρισης σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 21 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, η αρχή ενοποιημένης εποπτείας συντονίζει την παρακολούθηση της εφαρμογής των συμφωνημένων ενεργειών που καθορίζονται στη συντονισμένη εποπτική απόκριση που αναφέρεται στο άρθρο 15.

2.   Τα μέλη του σώματος που είναι υπεύθυνα για την εποπτεία των οντοτήτων του ομίλου που επηρεάζονται ή είναι πιθανό να επηρεαστούν από την κατάσταση έκτακτης ανάγκης ενημερώνουν την αρχή ενοποιημένης εποπτείας σχετικά με την εξέλιξη της κατάστασης έκτακτης ανάγκης και την εφαρμογή των συμφωνημένων ενεργειών που αφορούν τις αντίστοιχες οντότητες του ομίλου τους, κατά περίπτωση.

3.   Τυχόν επικαιροποιήσεις της παρακολούθησης της συντονισμένης εποπτικής απόκρισης παρέχονται από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας στα μέλη του σώματος, συμπεριλαμβανομένης της ΕΑΤ, και καλύπτουν την όμιλο και τις οντότητες του ομίλου που επηρεάζονται ή είναι πιθανό να επηρεαστούν.

4.   Η αρχή ενοποιημένης εποπτείας και τα μέλη του σώματος που είναι υπεύθυνα για την εποπτεία των οντοτήτων του ομίλου που επηρεάζονται ή είναι πιθανό να επηρεαστούν από την κατάσταση έκτακτης ανάγκης εξετάζουν την ανάγκη να επικαιροποιηθεί η συντονισμένη εποπτική απόκριση, λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες που παρέχουν μεταξύ τους, κατά την παρακολούθηση της εφαρμογής της.

5.   Οι απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 έως 4 εφαρμόζονται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΣΥΣΤΑΘΕΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 51 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2013/36/ΕΕ

ΤΜΗΜΑ 1

Σύσταση και λειτουργία των σωμάτων

Άρθρο 17

Χαρτογράφηση ενός ιδρύματος και επικαιροποίησή της, σύσταση ενός σώματος, κατάρτιση και επικαιροποίηση των καταλόγων επαφών, καθώς και σύναψη και τροποποίηση των γραπτών ρυθμίσεων συντονισμού και συνεργασίας

Για σώματα που έχουν συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 3 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης προβαίνουν στη χαρτογράφηση ενός ιδρύματος και στην επικαιροποίησή της, συστήνουν ένα σώμα, καταρτίζουν και επικαιροποιούν καταλόγους επαφών, καθώς επίσης συνάπτουν και τροποποιούν γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας, σύμφωνα με τα άρθρα 2 έως 5, στον βαθμό που ενδείκνυται.

Άρθρο 18

Λειτουργικές πτυχές των συνεδριάσεων και των δραστηριοτήτων του σώματος

1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης καθιερώνουν τακτική συνεργασία με μέλη του σώματος, η οποία μπορεί να λάβει τη μορφή συνεδριάσεων ή άλλων δραστηριοτήτων.

2.   Η οργάνωση των συνεδριάσεων και δραστηριοτήτων του σώματος, καθώς και των στόχων τους, κοινοποιείται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης στα μέλη του σώματος, συμπεριλαμβανομένης της ΕΑΤ.

3.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης καθορίζουν με σαφήνεια τους στόχους των συνεδριάσεων του σώματος. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης διασφαλίζουν ότι οι εν λόγω στόχοι αντικατοπτρίζονται στα θέματα της ημερήσιας διάταξης των συνεδριάσεων και καλούν όλα τα μέλη του σώματος να προτείνουν πρόσθετα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης λαμβάνουν υπόψη τυχόν προτάσεις σχετικά με θέματα της ημερήσιας διάταξης που υποβάλλονται από τα μέλη του σώματος και εξηγούν, εφόσον ζητηθεί, τους λόγους για τη μη συμπερίληψή τους.

4.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης και τα μέλη του σώματος που συμμετέχουν σε μια συγκεκριμένη δραστηριότητα ή συνεδρίαση του σώματος διαβιβάζουν έγγραφα και εισηγήσεις ή παρατηρήσεις σε έγγραφα εργασίας εγκαίρως, για να δώσουν τη δυνατότητα σε όλους τους συμμετέχοντες στο σώμα να συμβάλουν ενεργά στις συζητήσεις.

ΤΜΗΜΑ 2

Προγραμματισμός και συντονισμός των εποπτικών δραστηριοτήτων κατά τη συνήθη πορεία των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων

Άρθρο 19

Γενικό πλαίσιο για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους προέλευσης, των μελών και των παρατηρητών του σώματος

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 28 παράγραφος 3 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, τα μέλη του σώματος διαβιβάζουν τις πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης.

2.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης διαβιβάζουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1:

α)

στα μέλη του σώματος·

β)

στους παρατηρητές, όπως κρίνουν σκόπιμο οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης και σύμφωνα με τους όρους της συμμετοχής τους στο σώμα.

3.   Αν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης κρίνουν ότι κάποια πληροφορία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν είναι σημαντική για ένα συγκεκριμένο μέλος του σώματος, συμβουλεύονται προηγουμένως το εν λόγω μέλος και του παρέχουν τα βασικά σημεία των πληροφοριών, για να δοθεί η δυνατότητα στο εν λόγω μέλος να προσδιορίσει την πραγματική σημασία της.

4.   Όταν το σώμα είναι οργανωμένο σε διάφορες υπο-δομές, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης ενημερώνουν πλήρως όλα τα μέλη του σώματος, εγκαίρως, σχετικά με τις δράσεις που αναλαμβάνονται ή τα μέτρα που λαμβάνονται στις διάφορες υπο-δομές του σώματος.

5.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης και τα μέλη του σώματος συμφωνούν σχετικά με τα μέσα για την ανταλλαγή πληροφοριών και προσδιορίζουν αυτήν τη συμφωνία στις γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας, που αναφέρονται στο άρθρο 5 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98.

Άρθρο 20

Κατάρτιση και επικαιροποίηση του προγράμματος εποπτικής εξέτασης του σώματος

1.   Για τους σκοπούς της κατάρτισης του προγράμματος εποπτικής εξέτασης του σώματος, που αναφέρεται στο άρθρο 99 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 31 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, τα μέλη του σώματος υποβάλλουν την εισήγησή τους στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης.

2.   Μετά την παραλαβή των εισηγήσεων από τα μέλη του σώματος, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης καταρτίζουν ένα σχέδιο προγράμματος εποπτικής εξέτασης του σώματος.

3.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης διαβιβάζουν το σχέδιο προγράμματος εποπτικής εξέτασης του σώματος στα μέλη του σώματος, καλώντας τα να διατυπώσουν τις απόψεις τους στους τομείς των κοινών εργασιών και ορίζοντας την κατάλληλη προθεσμία για την υποβολή των εν λόγω απόψεων.

4.   Για τους σκοπούς της ολοκλήρωσης του προγράμματος εποπτικής εξέτασης του σώματος, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης λαμβάνουν υπόψη τυχόν απόψεις και επιφυλάξεις που εκφράζονται από τα μέλη του σώματος και εξηγούν, εάν είναι αναγκαίο, τον λόγο για τη μη συμπερίληψή τους.

5.   Μετά την ολοκλήρωση, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης κοινοποιούν στα μέλη του σώματος το πρόγραμμα εποπτικής εξέτασης του σώματος.

6.   Το πρόγραμμα εποπτικής εξέτασης του σώματος επικαιροποιείται τουλάχιστον ετησίως, ή συχνότερα αν κριθεί αναγκαίο, ως αποτέλεσμα της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης, σύμφωνα με το άρθρο 97 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ.

7.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης επικαιροποιούν το πρόγραμμα εποπτικής εξέτασης του σώματος ακολουθώντας τη διαδικασία που ορίζεται στις παραγράφους 1 έως 5.

ΤΜΗΜΑ 3

Προγραμματισμός και συντονισμός των εποπτικών δραστηριοτήτων κατά την προετοιμασία και κατά τη διάρκεια έκτακτων καταστάσεων και τελικές διατάξεις

Άρθρο 21

Διαμόρφωση και επικαιροποίηση του πλαισίου του σώματος για έκτακτες καταστάσεις

1.   Για τους σκοπούς της διαμόρφωσης του πλαισίου του σώματος για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης καταρτίζουν πρόταση σύμφωνα με το άρθρο 32 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98.

2.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης υποβάλλουν την πρότασή τους στα μέλη του σώματος, καλώντας τα να διατυπώσουν τις απόψεις τους και ορίζοντας την κατάλληλη προθεσμία για την υποβολή των εν λόγω απόψεων.

3.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης λαμβάνουν υπόψη τυχόν απόψεις και επιφυλάξεις που εκφράζονται από τα μέλη του σώματος και εξηγούν, εάν είναι αναγκαίο, τους λόγους για τη μη συμπερίληψή τους.

4.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης κοινοποιούν στα μέλη του σώματος την τελική έκδοση του πλαισίου του σώματος για έκτακτες καταστάσεις.

5.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης και τα μέλη του σώματος λαμβάνουν υπόψη, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, την ανάγκη επικαιροποίησης του πλαισίου του σώματος για έκτακτες καταστάσεις.

6.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης και τα μέλη του σώματος επικαιροποιούν το πλαίσιο του σώματος για έκτακτες καταστάσεις ακολουθώντας τη διαδικασία που ορίζεται στις παραγράφους 1 έως 4.

Άρθρο 22

Ανταλλαγή πληροφοριών κατά τη διάρκεια μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης

1.   Σε περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης αντιληφθούν μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης που επηρεάζει ή είναι πιθανό να επηρεάσει το ίδρυμα, ειδοποιούν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, την ΕΑΤ και τα μέλη του σώματος.

2.   Σε περίπτωση που ένα μέλος του σώματος αντιληφθεί μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης που επηρεάζει ή είναι πιθανό να επηρεάσει ένα υποκατάστημα υπό τη δικαιοδοσία του ειδοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης.

Άρθρο 23

Συντονισμός της εποπτικής εκτίμησης μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης

Για τους σκοπούς του άρθρου 34 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης διαβιβάζουν την εποπτική εκτίμηση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης στα μέλη του σώματος που εποπτεύουν τα υποκαταστήματα που επηρεάζονται ή είναι πιθανό να επηρεαστούν από την κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Άρθρο 24

Συντονισμός και παρακολούθηση της εποπτικής απόκρισης σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 35 του κατ' εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2016/98, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης διαμορφώνουν μια συντονισμένη εποπτική απόκριση σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Οι απόψεις των μελών του σώματος που εποπτεύουν υποκαταστήματα που επηρεάζονται ή είναι πιθανό να επηρεαστούν από αυτή την κατάσταση έκτακτης ανάγκης λαμβάνονται δεόντως υπόψη από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης.

2.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης, κατά περίπτωση, συντονίζουν την παρακολούθηση της εφαρμογής τυχόν ενεργειών που καθορίζονται στην εποπτική απόκριση.

3.   Τα μέλη του σώματος ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης σχετικά με την εξέλιξη της κατάστασης έκτακτης ανάγκης και την εφαρμογή τυχόν συμφωνημένων ενεργειών που αφορούν τα υποκαταστήματα υπό τη δικαιοδοσία τους.

4.   Τυχόν επικαιροποιήσεις της παρακολούθησης της εποπτικής απόκρισης παρέχονται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης στα μέλη του σώματος, συμπεριλαμβανομένης της ΕΑΤ.

5.   Η κατάρτιση της εποπτικής εκτίμησης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 23, και η διαμόρφωση της εποπτικής απόκρισης σε αυτή την κατάσταση μπορούν να διεξάγονται εκ παραλλήλου.

Άρθρο 25

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2015.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 680/2014 της Επιτροπής, της 16ης Απριλίου 2014, για τη θέσπιση εκτελεστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά την υποβολή εποπτικών αναφορών από τα ιδρύματα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 191 της 28.6.2014, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 1).

(4)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2016/98 της Επιτροπής, της 16ης Οκτωβρίου 2015, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον προσδιορισμό των γενικών προϋποθέσεων λειτουργίας των σωμάτων εποπτών (βλέπε σελίδα 2 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(5)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/100 της Επιτροπής, της 16ης Οκτωβρίου 2015, σχετικά με τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για την εξειδίκευση της διαδικασίας κοινής απόφασης όσον αφορά την υποβολή αιτήσεων χορήγησης ορισμένων αδειών προληπτικής εποπτείας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (βλέπε σελίδα 45 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(6)  Οδηγία 2014/59/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τη θέσπιση πλαισίου για την ανάκαμψη και την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων και για την τροποποίηση της οδηγίας 82/891/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 2001/24/ΕΚ, 2002/47/ΕΚ, 2004/25/ΕΚ, 2005/56/ΕΚ, 2007/36/ΕΚ, 2011/35/ΕΕ, 2012/30/ΕΕ και 2013/36/ΕΕ, καθώς και των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 και (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 190).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Υπόδειγμα χαρτογράφησης

Μητρικό ίδρυμα στην ΕΕ / μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών στην ΕΕ / μεικτή μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών στην ΕΕ / ίδρυμα

 

Συνολικό ποσό στοιχείων ενεργητικού και στοιχείων εκτός ισολογισμού (σε εκατ. ευρώ)

 

Έχει προσδιοριστεί ως παγκόσμιο συστημικώς σημαντικό ίδρυμα (G-SII) ή άλλο συστημικώς σημαντικό ίδρυμα (O-SII);

 

Έχει χορηγηθεί απαλλαγή σύμφωνα με το άρθρο 7 ή 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 (απαλλαγές από τις κεφαλαιακές απαιτήσεις); (Ν/Ο)

 

Έχει χορηγηθεί απαλλαγή σύμφωνα με το άρθρο 8 ή 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 (απαλλαγές από τις απαιτήσεις ρευστότητας); (Ν/Ο)

 


Ιδρύματα με άδεια λειτουργίας σε κράτος μέλος / Οντότητες του χρηματοπιστωτικού τομέα με άδεια λειτουργίας σε κράτος μέλος

Είναι το ίδρυμα / η οντότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα σημαντικό/-ή για τον όμιλο;

(Ν/Ο)

Είναι το ίδρυμα / η οντότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα σημαντικό/-ή για το κράτος μέλος στο οποίο έχουν λάβει άδεια λειτουργίας;

(Ν/Ο)

Συνολικό ποσό στοιχείων ενεργητικού και στοιχείων εκτός ισολογισμού του ιδρύματος / της οντότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα (σε εκατ. ευρώ)

Κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της σημασίας για το κράτος μέλος, κατά περίπτωση

Κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της σημασίας για τον όμιλο, κατά περίπτωση

Έχει χορηγηθεί απαλλαγή σύμφωνα με το άρθρο 7 ή 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013

(απαλλαγές από τις κεφαλαιακές απαιτήσεις);

(Ν/Ο)

Αρμόδια αρχή / Άλλη αρχή

Κράτος μέλος

Ίδρυμα / Οντότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα

Αναγνωριστικός κωδικός νομικής οντότητας, όταν υπάρχει τέτοιος κωδικός (προ-αναγνωριστικός κωδικός νομικής οντότητας ή παγκόσμιο σύστημα αναγνωριστικών κωδικών νομικής οντότητας)

Προσδιορίζεται το ίδρυμα / η οντότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα ως O-SII;

Άμεση μητρική εταιρεία του ιδρύματος / της οντότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα

Αναγνωριστικός κωδικός νομικής οντότητας, όταν υπάρχει τέτοιος κωδικός (προ-αναγνωριστικός κωδικός νομικής οντότητας ή παγκόσμιο σύστημα αναγνωριστικών κωδικών νομικής οντότητας)

Προσδιορίζεται η άμεση μητρική εταιρεία ως O-SII;

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Σώμα εξυγίανσης:

Χώρες μέλη και παρατηρητές:

Αρχές μέλη και παρατηρητές:

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ομάδα διαχείρισης κρίσης (ΟΔΚ):

Χώρες μέλη:

Αρχές μέλη:

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


 

Ονομασία της αρχής ενοποιημένης εποπτείας ή της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους προέλευσης:

 

Διεύθυνση της αρχής ενοποιημένης εποπτείας ή της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους προέλευσης:

 

Υπεύθυνος επικοινωνίας (ονοματεπώνυμο, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αριθμός τηλεφώνου) της αρχής ενοποιημένης εποπτείας ή της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους προέλευσης:

 

 

Έχει χορηγηθεί απαλλαγή σύμφωνα με το άρθρο 8 ή 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 (απαλλαγές από τις απαιτήσεις ρευστότητας); (Ν/Ο)

Είναι η αρμόδια αρχή μέλος ή παρατηρητής στο σώμα; Εάν ναι και αυτή αποτελεί μέρος μιας ειδικής υπο-δομής σώματος, παρακαλούμε διευκρινίστε.

Υποκαταστήματα εγκατεστημένα σε κράτος μέλος

Είναι το υποκατάστημα σημαντικό για τον όμιλο;

(Ν/Ο)

Κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της σημασίας, κατά περίπτωση

Είναι το υποκατάστημα σημαντικό για το κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 51 της οδηγίας 2013/36/ΕΕ;

(Ν/Ο)

Είναι η αρμόδια αρχή μέλος ή παρατηρητής στο σώμα; Εάν ναι και αυτή αποτελεί μέρος μιας ειδικής υπο-δομής σώματος, παρακαλούμε διευκρινίστε.

Αρμόδια αρχή / Άλλη αρχή

Κράτος μέλος

Υποκατάστημα

Ίδρυμα υπό το οποίο έχει συσταθεί το υποκατάστημα

Αναγνωριστικός κωδικός νομικής οντότητας του ιδρύματος υπό το οποίο έχει συσταθεί το υποκατάστημα, όταν υπάρχει τέτοιος κωδικός (προ-αναγνωριστικός κωδικός νομικής οντότητας ή παγκόσμιο σύστημα αναγνωριστικών κωδικών νομικής οντότητας)

Προσδιορίζεται το ίδρυμα υπό το οποίο έχει συσταθεί το υποκατάστημα ως O-SII; (Ν/Ο)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Ιδρύματα με άδεια λειτουργίας και υποκαταστήματα που έχουν συσταθεί σε τρίτη χώρα

Είναι το ίδρυμα / υποκατάστημα σημαντικό για τον όμιλο;

(Ν/Ο)

Κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της σημασίας, κατά περίπτωση

Εκτιμώνται οι απαιτήσεις εμπιστευτικότητας και επαγγελματικού απορρήτου που εφαρμόζονται στην εποπτική αρχή της τρίτης χώρας ως ισότιμες από όλα τα μέλη του σώματος;

(Ν/Ο)

Είναι η εποπτική αρχή της τρίτης χώρας παρατηρητής στο σώμα; Εάν ναι και αυτή αποτελεί μέρος μιας ειδικής υπο-δομής σώματος, παρακαλούμε διευκρινίστε.

Εποπτική αρχή τρίτης χώρας

Τρίτη χώρα

Ίδρυμα / υποκατάστημα

Αναγνωριστικός κωδικός νομικής οντότητας του ιδρύματος, όταν υπάρχει τέτοιος κωδικός (προ-αναγνωριστικός κωδικός νομικής οντότητας ή παγκόσμιο σύστημα αναγνωριστικών κωδικών νομικής οντότητας)

Άμεση μητρική εταιρεία του ιδρύματος

Αναγνωριστικός κωδικός νομικής οντότητας της άμεσης μητρικής εταιρείας, όταν υπάρχει τέτοιος κωδικός (προ-αναγνωριστικός κωδικός νομικής οντότητας ή παγκόσμιο σύστημα αναγνωριστικών κωδικών νομικής οντότητας)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Υπάρχει άλλη, μη ευρωπαϊκή δομή σώματος; (Ν/Ο) (εάν ναι, παρακαλούμε διευκρινίστε το όνομα του σώματος και της εποπτικής αρχής του κράτους υποδοχής):

Χώρες μέλη:

Αρχές μέλη:

 

 

 

Όνομα σώματος

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Υπόδειγμα για τις γραπτές ρυθμίσεις συντονισμού και συνεργασίας του εποπτικού σώματος που συστάθηκε για

τον Όμιλο <XY> / το Ίδρυμα <A>

Image Image Image Image Image Image Image

Top