EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32009R0479

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 479/2009 του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2009 , για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (Κωδικοποιημένη έκδοση)

ΕΕ L 145 της 10.6.2009, p. 1–9 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 01/09/2014

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2009/479/oj

10.6.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 145/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 479/2009 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 25ης Μαΐου 2009

για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας

(Κωδικοποιημένη έκδοση)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 104 παράγραφος 14 τρίτο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου της 22ας Νοεμβρίου 1993, για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (3), έχει τροποποιηθεί επανειλημμένα (4) και ουσιωδώς. Είναι, ως εκ τούτου σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Οι ορισμοί των όρων «δημόσιος», «έλλειμμα» και «επένδυση» προσδιορίζονται στο πρωτόκολλο σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος με παραπομπή στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Ολοκληρωμένων Οικονομικών Λογαριασμών (ΕΣΟΛ), που αντικαταστάθηκε από το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας (όπως θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1996 περί του ευρωπαϊκού συστήματος εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας και στο εξής αποκαλούμενο «ΕΣΛ 95» (5). Είναι απαραίτητο να υπάρχουν ακριβείς ορισμοί που να παραπέμπουν στους κωδικούς ταξινόμησης του ΕΣΛ 95. Οι ορισμοί αυτοί μπορεί να αναθεωρηθούν κατά την αναγκαία εναρμόνιση των εθνικών στατιστικών, ή για άλλους λόγους. Οιαδήποτε αναθεώρηση του ΕΣΟΛ θα αποφασίζεται από το Συμβούλιο, σύμφωνα με τους περί αρμοδιότητος και διαδικασίας της κανόνες της συνθήκης.

(3)

Υπό το ΕΣΛ 95 οι ροές επιτοκίων διακανονισμών υπό συμφωνίες ανταλλαγής επιτοκίων και προθεσμιακές συμβάσεις επιτοκίου (ΠΣΕ) ταξινομούνται στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς και χρήζουν ειδικής επεξεργασίας όσον αφορά τα στοιχεία που διαβιβάζονται στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.

(4)

Ο ορισμός του χρέους που καθορίζεται στο πρωτόκολλο σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος πρέπει να διευρυνθεί, με βάση τους κωδικούς ταξινόμησης του ΕΣΟΛ 95.

(5)

Στην περίπτωση των παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων, όπως ορίζονται στο ΕΣΛ 95, δεν υπάρχει ονομαστική αξία όμοια με εκείνη των υπόλοιπων χρεωστικών μέσων. Εξαιτίας του γεγονότος αυτού, τα παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα δεν πρέπει να συμπεριληφθούν στις αναλήψεις υποχρεώσεων που αποτελούν το δημόσιο χρέος για τους σκοπούς του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Για τις υποχρεώσεις που έχουν αποτελέσει αντικείμενο συμφωνιών καθορισμού της συναλλαγματικής ισοτιμίας, η ισοτιμία αυτή θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά τη μετατροπή σε εθνικό νόμισμα.

(6)

Το ΕΣΛ 95 παρέχει λεπτομερή ορισμό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος σε τρέχουσες τιμές αγοράς, κατάλληλο για τον υπολογισμό του λόγου δημοσιονομικού ελλείμματος προς ακαθάριστο εγχώριο προϊόν και του λόγου δημοσίου χρέους προς ακαθάριστο εγχώριο προϊόν που αναφέρονται στο άρθρο 104 της συνθήκης.

(7)

Οι ενοποιημένες δαπάνες για τόκους του ευρύτερου δημόσιου τομέα αποτελούν σημαντικό δείκτη για την εποπτεία της δημοσιονομικής κατάστασης στα κράτη μέλη. Οι δαπάνες για τόκους συνδέονται στενά με το δημόσιο χρέος. Το δημόσιο χρέος που οφείλουν να κοινοποιούν τα κράτη μέλη στην Επιτροπή πρέπει να ενοποιείται στο επίπεδο του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Τα επίπεδα του δημοσίου χρέους και των δαπανών για τόκους πρέπει να αντιστοιχούν μεταξύ τους. Η μεθοδολογία του ΕΣΛ 95 (σημείο 1.58) αναγνωρίζει ότι, για ορισμένες αναλύσεις, τα ενοποιημένα μεγέθη παρουσιάζουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον απ’ ότι τα ακαθάριστα συνολικά αριθμητικά στοιχεία.

(8)

Βάσει του πρωτοκόλλου για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, η Επιτροπή υποχρεούται να παρέχει τα στατιστικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής.

(9)

Εν προκειμένω, ο ρόλος της Επιτροπής ως στατιστικής αρχής ασκείται ειδικά από την Eurostat, εξ ονόματος της Επιτροπής. H Eurostat, ως η υπηρεσία της Επιτροπής που είναι αρμόδια για την εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται στην Επιτροπή σχετικά με την παραγωγή κοινοτικών στατιστικών, πρέπει να εκτελεί τα καθήκοντά της σύμφωνα με τις αρχές της αμεροληψίας, της αξιοπιστίας, της καταλληλότητας, της αποτελεσματικότητας σε σχέση με το κόστος, του στατιστικού απορρήτου και της διαφάνειας, όπως προβλέπεται στην απόφαση 97/281/ΕΚ της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 1997, σχετικά με το ρόλο της Eurostat όσον αφορά την παραγωγή κοινοτικών στατιστικών (6). Η εφαρμογή από τις εθνικές και κοινοτικές στατιστικές υπηρεσίες της σύστασης της Επιτροπής, της 25ης Μαΐου 2005, σχετικά με την ανεξαρτησία, την ακεραιότητα και την υπευθυνότητα των εθνικών και κοινοτικών στατιστικών αρχών, αναμένεται να οδηγήσει στην ενίσχυση της αρχής της επαγγελματικής ανεξαρτησίας, της επάρκειας των πόρων και της ποιότητας των στατιστικών στοιχείων.

(10)

Η Eurostat είναι αρμόδια, εξ ονόματος της Επιτροπής, για την αξιολόγηση της ποιότητας των στοιχείων και για την υποβολή των στοιχείων που πρέπει να χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, σύμφωνα με την απόφαση 97/281/ΕΚ.

(11)

Θα πρέπει να καθιερωθεί μόνιμος διάλογος μεταξύ της Επιτροπής και των στατιστικών υπηρεσιών των κρατών μελών ούτως ώστε να εξασφαλίζεται η ποιότητα τόσο των πραγματικών στοιχείων που γνωστοποιούνται από τα κράτη μέλη όσο και των σχετικών λογαριασμών του δημόσιου τομέα που καταρτίζονται σύμφωνα με τα πρότυπα ΕΣΛ 95.

(12)

Απαιτούνται λεπτομερείς κανόνες, ώστε τα κράτη μέλη να γνωστοποιούν ταχέως και συστηματικώς στην Επιτροπή (Eurostat) το προβλεπόμενο και το υφιστάμενο έλλειμμά τους, καθώς και το ύψος του χρέους τους.

(13)

Σύμφωνα με το άρθρο 104 Γ παράγραφοι 2 και 3 της συνθήκης, η Επιτροπή παρακολουθεί την εξέλιξη της δημοσιονομικής κατάστασης και το ύψος του δημόσιου χρέους στα κράτη μέλη και εξετάζει την τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας με βάση τα κριτήρια του δημόσιου ελλείμματος και του δημόσιου χρέους. Όταν ένα κράτος μέλος δεν πληροί τις απαιτήσεις ενός ή και των δύο κριτηρίων η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες, πρέπει να εκτιμά κατά πόσον υπάρχει κίνδυνος υπερβολικού ελλείμματος στο κράτος μέλος αυτό,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

1.   Για τους σκοπούς του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος και του παρόντος κανονισμού, οι όροι που περιλαμβάνονται στις παραγράφους 2 έως 6 ορίζονται σύμφωνα με το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών της Κοινότητας (στο εξής «ΕΣΛ 95») που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96. Οι κωδικοί μέσα σε παρενθέσεις αναφέρονται στο ΕΣΛ 95.

2.   Ο όρος «δημόσιο» καλύπτει τον ευρύτερο «δημόσιο τομέα» (S.13), που υποδιαιρείται στους υποτομείς «κεντρική διοίκηση» (S.1311), «διοίκηση ομόσπονδων κρατιδίων» (S.1312), «τοπική αυτοδιοίκηση» (S.1313) και «οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης» (S.1314), εξαιρουμένων των εμπορικών πράξεων όπως ορίζονται στο ΕΣΛ 95.

Η εξαίρεση των εμπορικών πράξεων σημαίνει ότι ο «δημόσιος τομέας» (S.13) περιλαμβάνει μόνο τις θεσμικές μονάδες που έχουν ως κύριο καθήκον την παραγωγή μη εμπορεύσιμων υπηρεσιών.

3.   Το «δημοσιονομικό έλλειμμα (πλεόνασμα)» είναι η καθαρή λήψη (καθαρή χορήγηση) δανείων (EDP B.9) του «δημόσιου τομέα» (S.13), όπως ορίζεται στο ΕΣΛ 95. Οι τόκοι που περιλαμβάνονται στο δημοσιονομικό έλλειμμα είναι οι τόκοι (EDP D.41) όπως ορίζονται στο ΕΣΛ 95.

4.   Οι «δημόσιες επενδύσεις» είναι ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου (P.51) του «δημόσιου τομέα» (S.13), όπως ορίζεται στο ΕΣΛ 95.

5.   Το «δημόσιο χρέος» αποτελείται από την ονομαστική αξία όλων των ακαθάριστων τρεχουσών υποχρεώσεων του «δημόσιου τομέα» (S.13) στο τέλος του έτους, με εξαίρεση τις υποχρεώσεις των οποίων τα αντίστοιχα χρηματοοικονομικά στοιχεία του ενεργητικού βρίσκονται στην κατοχή του «δημόσιου τομέα» (S.13).

Το δημόσιο χρέος αποτελείται από τις υποχρεώσεις του «δημόσιου τομέα» στις ακόλουθες κατηγορίες: νομισματική κυκλοφορία και καταθέσεις (AF.2), τίτλοι πλην μετοχών, με εξαίρεση τα παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα (AF.33) και δάνεια (AF.4), σύμφωνα με τους ορισμούς του ΕΣΛ 95.

Η ονομαστική αξία του ποσού μιας υποχρέωσης στο τέλος του έτους αναγράφεται επί του σχετικού τίτλου αξία.

Η ονομαστική αξία μιας τιμαριθμικά αναπροσαρμοζόμενης υποχρέωσης αντιστοιχεί στην αναγραφόμενη επί του σχετικού τίτλου αξία, τροποποιημένη κατά το ποσό του κεφαλαίου που έχει προκύψει από την τιμαριθμική αναπροσαρμογή στο τέλος του έτους.

Οι υποχρεώσεις που εκφράζονται σε ξένο νόμισμα, ή μετατρέπονται μέσω συμβατικών ρυθμίσεων από ένα ξένο νόμισμα σε ένα ή περισσότερα άλλα ξένα νομίσματα, μετατρέπονται σε αυτά τα άλλα ξένα νομίσματα με την ισοτιμία που έχει συμφωνηθεί στις συγκεκριμένες συμβάσεις. Μετατρέπονται δε στο εθνικό νόμισμα με βάση την αντιπροσωπευτική ισοτιμία της αγοράς συναλλάγματος την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε έτους.

Οι υποχρεώσεις που εκφράζονται σε εθνικό νόμισμα και μετατρέπονται μέσω συμβατικών ρυθμίσεων σε ξένο νόμισμα, μετατρέπονται στο ξένο νόμισμα με την ισοτιμία που έχει οριστεί στις συμβάσεις αυτές. Μετατρέπονται δε στο εθνικό νόμισμα με βάση την αντιπροσωπευτική ισοτιμία της αγοράς συναλλάγματος την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε έτους.

Οι υποχρεώσεις που εκφράζονται σε εθνικό νόμισμα και μετατρέπονται σε εθνικό νόμισμα μέσω συμβατικών ρυθμίσεων, μετατρέπονται στο εθνικό νόμισμα με την ισοτιμία που έχει οριστεί στις συμβάσεις αυτές.

6.   Το «ακαθάριστο εγχώριο προϊόν» είναι το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν σε τρέχουσες τιμές της αγοράς (ΑΕΠ mp) (Β.1*ζ), όπως ορίζεται στο ΕΣΛ 95.

Άρθρο 2

1.   Ως στοιχεία για το προϋπολογισθέν δημόσιο έλλειμμα και το προϋπολογισθέν ύψος του δημόσιου χρέους νοούνται τα στοιχεία που καθορίζονται για το τρέχον έτος από τα κράτη μέλη. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από τις πλέον πρόσφατες επίσημες προβλέψεις με βάση τις πλέον πρόσφατες δημοσιονομικές αποφάσεις και οικονομικές εξελίξεις και προοπτικές, πρέπει δε να παράγονται σε χρόνο όσο το δυνατόν πλησιέστερο στην προθεσμία γνωστοποίησης.

2.   Ως στοιχεία σχετικά με το πραγματικό δημόσιο έλλειμμα και το ύψος του πραγματικού δημόσιου χρέους νοούνται τα κατ’ εκτίμηση, τα προσωρινά ή τα οριστικά αποτελέσματα προηγούμενου έτους. Τόσο τα προϋπολογισθέντα στοιχεία όσο και τα πραγματικά στοιχεία αποτελούν συνεπή χρονική σειρά όσον αφορά τους ορισμούς και τις έννοιες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ

Άρθρο 3

1.   Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή (Eurostat) δύο φορές το χρόνο, την πρώτη φορά πριν από την 1η Απριλίου του τρέχοντος έτους (έτος ν) και τη δεύτερη φορά πριν από την 1η Οκτωβρίου του έτους ν, τα προϋπολογισθέντα και τα πραγματικά δημόσια ελλείμματα και το προϋπολογισθέν και πραγματικό ύψος του δημόσιου χρέους τους.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή (Eurostat) για το ποιες εθνικές αρχές είναι αρμόδιες για τη γνωστοποίηση στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.

2.   Πριν από την 1η Απριλίου του έτους ν, τα κράτη μέλη:

α)

γνωστοποιούν στην Επιτροπή (Eurostat) το προϋπολογισθέν δημόσιο έλλειμμα για το έτος ν, την ενημερωμένη τους εκτίμηση όσον αφορά το πραγματικό δημόσιο έλλειμμα για το έτος ν-1 και τα πραγματικά δημόσια ελλείμματα για τα έτη ν-2, ν-3 και ν-4·

β)

γνωστοποιούν ταυτόχρονα στην Επιτροπή (Eurostat) τα προϋπολογισθέντα στοιχεία τους για το έτος ν και τα πραγματικά στοιχεία για τα έτη ν-1, ν-2, ν-3 και ν-4 σχετικά με τα αντίστοιχα ελλείμματα, σε δημοσιονομική βάση, σύμφωνα με τον πλέον συνήθη ορισμό τους στο οικείο κράτος, καθώς και τα στοιχεία με τα οποία επεξηγείται η μετάβαση από το έλλειμμα, σε δημοσιονομική βάση, στο δημόσιο έλλειμμα για τον υποτομέα S.1311·

γ)

γνωστοποιούν ταυτόχρονα στην Επιτροπή (Eurostat) τα πραγματικά στοιχεία τους για τα έτη ν-1, ν-2, ν-3 και ν-4 σχετικά με τα ταμειακά τους υπόλοιπα καθώς και τα στοιχεία με τα οποία επεξηγείται η μετάβαση από τα ταμειακά υπόλοιπα κάθε δημόσιου υποτομέα στο δημόσιο έλλειμμα για τους υποτομείς S.1312, S. 1313 και S.1314·

δ)

γνωστοποιούν στην Επιτροπή (Eurostat) την εκτίμηση εκ μέρους τους του ύψους του δημόσιου χρέους κατά το τέλος του έτους ν και το ύψος του πραγματικού δημόσιου χρέους για τα έτη ν-1, ν-2, ν-3 και ν-4·

ε)

γνωστοποιούν ταυτόχρονα στην Επιτροπή (Eurostat) για τα έτη ν-1, ν-2, ν-3 και ν-4 τα στοιχεία που επεξηγούν τον τρόπο με τον οποίο το δημόσιο έλλειμμα και άλλοι σχετικοί παράγοντες συνέβαλαν στη μεταβολή του ύψους του δημόσιου χρέους τους ανά υποτομέα.

3.   Πριν από την 1η Οκτωβρίου του έτους ν, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή (Eurostat):

α)

τα ενημερωμένα στοιχεία τους για το προϋπολογισθέν δημόσιο έλλειμμα για το έτος ν, καθώς και τα πραγματικά δημόσια ελλείμματά τους για τα έτη ν-1, ν-2, ν-3 και ν-4, και εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα στοιχεία β) και γ) της παραγράφου 2·

β)

τα ενημερωμένα στοιχεία τους για το προϋπολογισθέν ύψος του δημόσιου χρέους τους στο τέλος του έτους ν και το ύψος του πραγματικού δημόσιου χρέους τους στα τέλη των ετών ν-1, ν-2, ν-3 και ν-4, και εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το στοιχείο ε) της παραγράφου 2.

4.   Τα στοιχεία σχετικά με το προϋπολογισθέν δημόσιο έλλειμμα που γνωστοποιούνται στην Επιτροπή (Eurostat) βάσει των παραγράφων 2 και 3 εκφράζονται σε εθνικό νόμισμα και σε δημοσιονομικά έτη.

Τα στοιχεία σχετικά με το πραγματικό δημόσιο έλλειμμα και το ύψος του πραγματικού δημόσιου χρέους που γνωστοποιούνται στην Επιτροπή (Eurostat) βάσει των παραγράφων 2 και 3 εκφράζονται σε εθνικό νόμισμα και σε ημερολογιακά έτη, εξαιρουμένων των ενημερωμένων εκτιμήσεων για το έτος ν-1, που μπορούν να εκφρασθούν σε δημοσιονομικά έτη.

Στην περίπτωση που το δημοσιονομικό έτος διαφέρει από το ημερολογιακό έτος, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν, επίσης, στην Επιτροπή (Eurostat) στοιχεία σχετικά με το πραγματικό δημόσιο έλλειμμά τους και το ύψος του υφιστάμενου δημόσιου χρέους τους σε δημοσιονομικά έτη για τα δύο δημοσιονομικά έτη που προηγούνται του τρέχοντος δημοσιονομικού έτους.

Άρθρο 4

Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή (Eurostat), σύμφωνα με τα καθοριζόμενα στο άρθρο 3 παράγραφοι 1, 2 και 3, τα στοιχεία σχετικά με τις δαπάνες τους για δημόσιες επενδύσεις και τόκους (ενοποιημένους).

Άρθρο 5

Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή (Eurostat) πρόβλεψη του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος τους για το έτος ν και το πραγματικό ύψος του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος τους για τα έτη ν-1, ν-2, ν-3 και ν-4, μέσα στις προθεσμίες του άρθρου 3 παράγραφος 1.

Άρθρο 6

1.   Τα κράτη μέλη πληροφορούν την Επιτροπή (Eurostat), αμέσως μόλις τα σχετικά στοιχεία καταστούν διαθέσιμα, για κάθε σημαντική αναθεώρηση των στοιχείων του πραγματικού και προϋπολογισθέντος δημόσιου ελλείμματος και δημόσιου χρέους τους που έχουν ήδη γνωστοποιηθεί.

2.   Οι σημαντικές αναθεωρήσεις των στοιχείων του πραγματικού ελλείμματος και του πραγματικού χρέους που έχουν ήδη γνωστοποιηθεί πρέπει να τεκμηριώνονται δεόντως. Σε κάθε περίπτωση, οι αναθεωρήσεις που οδηγούν στην υπέρβαση των τιμών αναφοράς που καθορίζονται στο πρωτόκολλο για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, ή οι αναθεωρήσεις που σημαίνουν ότι τα στοιχεία ενός κράτους μέλους δεν υπερβαίνουν πλέον τις τιμές αναφοράς, γνωστοποιούνται και τεκμηριώνονται δεόντως.

Άρθρο 7

Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν τα στοιχεία του πραγματικού ελλείμματος και του πραγματικού χρέους, καθώς και άλλα στοιχεία των προηγούμενων ετών που γνωστοποιήθηκαν στην Επιτροπή (Eurostat) σύμφωνα με τα άρθρα 3 έως 6.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Άρθρο 8

1.   Η Επιτροπή (Eurostat) αξιολογεί σε τακτική βάση την ποιότητα τόσο των πραγματικών στοιχείων που γνωστοποιούνται από τα κράτη μέλη όσο και των σχετικών λογαριασμών του δημόσιου τομέα που καταρτίζονται σύμφωνα με το ΕΣΛ 95 (εφεξής «δημόσιοι λογαριασμοί»). Η ποιότητα των πραγματικών στοιχείων συνίσταται στη συμμόρφωση προς τους λογιστικούς κανόνες, στην πληρότητα, την αξιοπιστία, την επικαιρότητα και τη συνέπεια των στατιστικών στοιχείων. Η αξιολόγηση αφορά κατά κύριο λόγο θέματα που προσδιορίζονται στις ενέργειες καταγραφής της κατάστασης στα κράτη μέλη όπως η οριοθέτηση του δημόσιου τομέα, η ταξινόμηση των δημόσιων συναλλαγών και οφειλών, και ο χρόνος καταγραφής.

2.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή (Eurostat), το συντομότερο δυνατό, τις στατιστικές πληροφορίες που απαιτούνται για τις ανάγκες της αξιολόγησης της ποιότητας των στοιχείων, με την επιφύλαξη των διατάξεων για το στατιστικό απόρρητο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου της 17 Φεβρουαρίου 1997 σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές (7).

Οι «στατιστικές πληροφορίες» του πρώτου εδαφίου περιορίζονται στις πληροφορίες που είναι απολύτως απαραίτητες για τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς τους κανόνες ΕΣΛ. Ειδικότερα, ως στατιστικές πληροφορίες νοούνται:

α)

Δεδομένα εθνικών λογαριασμών·

β)

Απογραφές·

γ)

Πίνακες γνωστοποίησης στοιχείων δημοσιονομικής θέσης της ΔΥΕ·

δ)

Πρόσθετα ερωτηματολόγια και διευκρινίσεις σχετικά με τις γνωστοποιήσεις.

Η μορφή των ερωτηματολογίων καθορίζεται από την Επιτροπή (Eurostat) ύστερα από διαβούλευση με την Επιτροπή στατιστικών για θέματα νομισματικά, χρηματοπιστωτικά και ισοζυγίου πληρωμών (ΕΣΝΧΙ) (εφεξής «CMFB»).

3.   Η Επιτροπή (Eurostat) υποβάλλει τακτικά έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για την ποιότητα των πραγματικών στοιχείων που γνωστοποιούν τα κράτη μέλη. Η έκθεση καλύπτει τη γενική αξιολόγηση των πραγματικών στοιχείων που γνωστοποιούν τα κράτη μέλη όσον αφορά τη συμμόρφωση με τους λογιστικούς κανόνες, την πληρότητα, την αξιοπιστία, την επικαιρότητα και τη συνέπεια των στατιστικών στοιχείων.

Άρθρο 9

1.   Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή (Eurostat) λεπτομερή κατάλογο των μεθόδων, διαδικασιών και πηγών που χρησιμοποιούνται για τη συγκέντρωση των στοιχείων του πραγματικού ελλείμματος και του πραγματικού χρέους καθώς και τους σχετικούς δημόσιους λογαριασμούς.

2.   Οι κατάλογοι καταρτίζονται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που εξέδωσε η Επιτροπή (Eurostat), ύστερα από διαβούλευση με την CMFB.

3.   Οι κατάλογοι πρέπει να ενημερώνονται σύμφωνα με τις αναθεωρήσεις των μεθόδων, διαδικασιών και πηγών που ενέκριναν τα κράτη μέλη για τη συγκέντρωση των στατιστικών στοιχείων τους.

4.   Τα κράτη μέλη πρέπει να δημοσιεύουν τους καταλόγους τους.

5.   Τα θέματα των παραγράφων 1, 2 και 3 μπορούν να εξετάζονται κατά τις επισκέψεις που προβλέπονται στο άρθρο 11.

Άρθρο 10

1.   Σε περίπτωση αμφιβολίας όσον αφορά την ορθή εφαρμογή των λογιστικών κανόνων του ΕΣΛ 95, το συγκεκριμένο κράτος μέλος ζητά διευκρινίσεις από την Επιτροπή (Eurostat). Η Επιτροπή (Eurostat) εξετάζει αμέσως το θέμα και κοινοποιεί τις διευκρινίσεις στο συγκεκριμένο κράτος μέλος και, ενδεχομένως, στη CMFB.

2.   Για τις περιπτώσεις οι οποίες είναι είτε πολύπλοκες είτε γενικού ενδιαφέροντος κατά τη γνώμη της Επιτροπής ή του συγκεκριμένου κράτους μέλους, η Επιτροπή (Eurostat) λαμβάνει απόφαση ύστερα από διαβούλευση με τη CMFB. Η Επιτροπή (Eurostat) δημοσιεύει τις αποφάσεις της, καθώς και τη γνώμη της CMFB, με την επιφύλαξη των διατάξεων για το στατιστικό απόρρητο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97.

Άρθρο 11

1.   Η Επιτροπή (Eurostat) εξασφαλίζει μόνιμο διάλογο με τις στατιστικές υπηρεσίες των κρατών μελών. Προς το σκοπό αυτό, η Επιτροπή (Eurostat) πραγματοποιεί σε όλα τα κράτη μέλη τακτικές επισκέψεις διαλόγου καθώς και ενδεχόμενες μεθοδολογικές επισκέψεις.

2.   Οι επισκέψεις διαλόγου αποσκοπούν στην επανεξέταση των στοιχείων που γνωστοποιήθηκαν, στην εξέταση μεθοδολογικών θεμάτων, στη συζήτηση στατιστικών διαδικασιών και πηγών που περιγράφονται στους καταλόγους, και στην αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τους λογιστικούς κανόνες. Οι επισκέψεις διαλόγου χρησιμεύουν στον εντοπισμό των κινδύνων ή των δυνητικών προβλημάτων σχετικά με την ποιότητα των γνωστοποιούμενων στοιχείων.

3.   Οι μεθοδολογικές επισκέψεις δεν υπερβαίνουν τον καθαρώς στατιστικό τομέα. Αυτό αντικατοπτρίζεται στη σύνθεση των ομάδων επίσκεψης που προβλέπονται στο άρθρο 12.

Οι μεθοδολογικές επισκέψεις αποβλέπουν στην εποπτεία των διαδικασιών και των δημόσιων λογαριασμών που αιτιολογούν τα πραγματικά στοιχεία που γνωστοποιήθηκαν και στην εξαγωγή λεπτομερών συμπερασμάτων όσον αφορά την ποιότητα των γνωστοποιούμενων στοιχείων, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1.

Οι μεθοδολογικές επισκέψεις διοργανώνονται μόνο στις περιπτώσεις όπου εμφανίζονται ουσιαστικοί κίνδυνοι ή δυνητικά προβλήματα όσον αφορά την ποιότητα των στοιχείων που τα κράτη μέλη υποχρεούνται να γνωστοποιούν, ιδίως σε σχέση με τις μεθόδους, τις έννοιες και τις ταξινομήσεις που εφαρμόζονται σε αυτά.

4.   Κατά τη διοργάνωση επισκέψεων διαλόγου και μεθοδολογικών επισκέψεων, η Επιτροπή (Eurostat) διαβιβάζει τα προσωρινά πορίσματά της στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ώστε να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.

Άρθρο 12

1.   Κατά την πραγματοποίηση μεθοδολογικών επισκέψεων στα κράτη μέλη, η Επιτροπή (Eurostat) μπορεί να ζητεί τη συνδρομή εθνικών εμπειρογνωμόνων σε θέματα δημόσιων λογαριασμών, οι οποίοι προτείνονται από άλλα κράτη μέλη, καθώς και στελεχών από άλλες υπηρεσίες της Επιτροπής.

Ο κατάλογος των εμπειρογνωμόνων σε θέματα εθνικών λογαριασμών, των οποίων τη βοήθεια μπορεί να ζητήσει η Επιτροπή (Eurostat), θα καταρτισθεί βάσει προτάσεων που θα διαβιβάσουν στην Επιτροπή (Eurostat) οι αρχές που είναι υπεύθυνες για την υποβολή εκθέσεων στα πλαίσια της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για τη διευκόλυνση των μεθοδολογικών επισκέψεων. Οι επισκέψεις αυτές θα πρέπει να περιορίζονται στις εθνικές αρχές που είναι υπεύθυνες για την υποβολή εκθέσεων στα πλαίσια της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ωστόσο ότι οι υπηρεσίες τους που εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα στην παραγωγή δημόσιων λογαριασμών και στοιχείων για το δημόσιο χρέος και, όπου απαιτείται, οι δημόσιες υπηρεσίες τους με λειτουργική αρμοδιότητα για τον έλεγχο των δημόσιων λογαριασμών παρέχουν στα στελέχη της Επιτροπής ή σε άλλους εμπειρογνώμονες που προβλέπονται στην παράγραφο 1 την απαραίτητη βοήθεια για τη διεξαγωγή των καθηκόντων τους, συμπεριλαμβανομένης της διάθεσης εγγράφων για την αιτιολόγηση των γνωστοποιηθέντων στοιχείων του πραγματικού ελλείμματος και του πραγματικού χρέους και των σχετικών δημόσιων λογαριασμών. Στοιχεία από τις εμπιστευτικές καταστάσεις του εθνικού στατιστικού συστήματος παρέχονται μόνο στην Επιτροπή (Eurostat).

Ανεξαρτήτως της γενικής υποχρέωσης των κρατών μελών να λαμβάνουν κάθε απαιτούμενο μέτρο προς διευκόλυνση των μεθοδολογικών επισκέψεων, οι συνομιλητές της Επιτροπής (Eurostat) για τις μεθοδολογικές επισκέψεις του πρώτου εδαφίου είναι, σε κάθε κράτος μέλος, οι υπηρεσίες που είναι υπεύθυνες για την υποβολή εκθέσεων στα πλαίσια της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.

3.   Η Επιτροπή (Eurostat) εξασφαλίζει ότι τα στελέχη της και οι εμπειρογνώμονες που συμμετέχουν στις επισκέψεις αυτές πληρούν όλα τα εχέγγυα τεχνικών ικανοτήτων, επαγγελματικής ανεξαρτησίας και τήρησης της εμπιστευτικότητας.

Άρθρο 13

Η Επιτροπή (Eurostat) διαβιβάζει στην οικονομική και δημοσιονομική επιτροπή τα πορίσματα των επισκέψεων διαλόγου και των μεθοδολογικών επισκέψεων, συμπεριλαμβανομένων τυχόν παρατηρήσεων του οικείου κράτους μέλους επί των πορισμάτων αυτών. Τα εν λόγω πορίσματα, από κοινού με τις τυχόν παρατηρήσεις του οικείου κράτους μέλους, αφού διαβιβαστούν στην οικονομική και δημοσιονομική επιτροπή δημοσιεύονται, με την επιφύλαξη των διατάξεων για το στατιστικό απόρρητο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

ΠΑΡΟΧΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

(EUROSTAT)

Άρθρο 14

1.   Η Επιτροπή (Eurostat) παρέχει τα στοιχεία του πραγματικού δημόσιου ελλείμματος και του πραγματικού δημόσιου χρέους, κατ’ εφαρμογή του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, εντός τριών εβδομάδων από τη λήξη των προθεσμιών γνωστοποίησης που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1, ή μετά τις αναθεωρήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1. Η εν λόγω παροχή στοιχείων πραγματοποιείται μέσω δημοσίευσης.

2.   Η Επιτροπή (Eurostat) δεν καθυστερεί την παροχή των στοιχείων του πραγματικού δημόσιου ελλείμματος και του πραγματικού δημόσιου χρέους των κρατών μελών στην περίπτωση που ένα κράτος μέλος δεν έχει γνωστοποιήσει τα στοιχεία του.

Άρθρο 15

1.   Η Επιτροπή (Eurostat) μπορεί να εκφράσει επιφύλαξη όσον αφορά την ποιότητα των πραγματικών στοιχείων που γνωστοποιούνται από τα κράτη μέλη. Εντός τριών εργάσιμων ημερών κατ’ ανώτατο όριο πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία δημοσίευσης, η Επιτροπή (Eurostat) ανακοινώνει στο συγκεκριμένο κράτος μέλος και στον πρόεδρο της οικονομικής και δημοσιονομικής επιτροπής την επιφύλαξη που προτίθεται να εκφράσει και να δημοσιεύσει. Στην περίπτωση κατά την οποία το θέμα επιλύεται μετά τη δημοσίευση των στοιχείων και της επιφύλαξης, η άρση της επιφύλαξης δημοσιεύεται αμέσως μετά.

2.   Η Επιτροπή (Eurostat) μπορεί να τροποποιήσει τα πραγματικά στοιχεία που έχουν γνωστοποιηθεί από κράτη μέλη και να παράσχει τα τροποποιημένα στοιχεία και μια αιτιολόγηση της τροποποίησης εφόσον υπάρχουν αποδείξεις ότι τα πραγματικά στοιχεία που διαβιβάστηκαν από τα κράτη μέλη δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 8 παράγραφος 1. Εντός τριών το πολύ εργάσιμων ημερών πριν από την προβλεπόμενη ημερομηνία δημοσίευσης, η Επιτροπή (Eurostat) ανακοινώνει στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και στον πρόεδρο της οικονομικής και δημοσιονομικής επιτροπής τα τροποποιημένα στοιχεία και την αιτιολόγηση της τροποποίησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 16

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα πραγματικά στοιχεία που γνωστοποιούνται στην Επιτροπή (Eurostat) παρέχονται σύμφωνα με τις αρχές που έχουν θεσπιστεί με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97. Ως προς το θέμα αυτό, οι εθνικές στατιστικές υπηρεσίες οφείλουν να διασφαλίζουν ότι τα γνωστοποιούμενα στοιχεία είναι σύμφωνα με το άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού και τους σχετικούς λογιστικούς κανόνες του ΕΣΛ 95.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι υπάλληλοι οι αρμόδιοι για τη γνωστοποίηση των πραγματικών στοιχείων στην Επιτροπή (Eurostat) και των σχετικών δημόσιων λογαριασμών ενεργούν σύμφωνα με τις αρχές που έχουν θεσπιστεί με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97.

Άρθρο 17

Σε περίπτωση αναθεώρησης του ΕΣΛ 95 ή τροποποίησης της μεθοδολογίας του που αποφασίζεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή την Επιτροπή σύμφωνα με τους κανόνες αρμοδιότητας και τη διαδικασία που καθορίζονται στη συνθήκη και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96, η Επιτροπή εισάγει τις νέες αναφορές στο ΕΣΛ 95 στα άρθρα 1 και 3 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 18

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3605/93 καταργείται.

Οι αναφορές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος ΙΙ.

Άρθρο 19

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 25 Μαΐου 2009.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. ŠEBESTA


(1)  Γνώμη της 21.10.2008 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην ΕΕ).

(2)  ΕΕ C 88 της 9.4.2008, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 332 της 31.12.1993, σ. 7.

(4)  Βλέπε παράρτημα Ι.

(5)  ΕΕ L 310 της 30.11.1996, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 112 της 29.4.1997, σ. 56.

(7)  ΕΕ L 52 της 22.2.1997, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Καταργούμενος κανονισμός με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών του

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 332 της 31.12.1993, σ. 7).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 475/2000 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 58 της 3.3.2000, σ. 1).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 351/2002 της Επιτροπής

(ΕΕ L 55 της 26.2.2002, σ. 23).

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2103/2005 του Συμβουλίου

(ΕΕ L 337 της 22.12.2005, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3605/93

Παρών κανονισμός

Τμήμα 1

Κεφάλαιο Ι

Άρθρο 1 παράγραφοι 1 έως 5

Άρθρο 1 παράγραφοι 1 έως 5

Άρθρο 2

Άρθρο 1 παράγραφος 6

Άρθρο 3

Άρθρο 2

Τμήμα 2

Κεφάλαιο ΙΙ

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 2, πρώτη έως πέμπτη περίπτωση

Άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως ε)

Άρθρο 4 παράγραφος 3, πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 4 παράγραφος 4

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 5

Άρθρο 4

Άρθρο 6

Άρθρο 5

Άρθρο 7

Άρθρο 6

Άρθρο 8

Άρθρο 7

Τμήμα 2α

Κεφάλαιο ΙΙΙ

Άρθρο 8α παράγραφος 1

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 8α παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 8α παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, πρώτη έως τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 8α παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο στοιχεία α) έως δ)

Άρθρο 8α παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 8α παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 8β

Άρθρο 9

Άρθρο 8γ

Άρθρο 10

Άρθρο 8δ πρώτο εδάφιο, πρώτη και δεύτερη φράση

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 8δ πρώτο εδάφιο, τρίτη φράση

Άρθρο 11 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 8δ δεύτερο εδάφιο, πρώτη και δεύτερη φράση

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 8δ δεύτερο εδάφιο, τρίτη φράση

Άρθρο 11 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 8δ δεύτερο εδάφιο, τέταρτη και πέμπτη φράση

Άρθρο 11 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 8δ τρίτο εδάφιο

Άρθρο 11 παράγραφος 4

Άρθρο 8ε

Άρθρο 12

Άρθρο 8στ

Άρθρο 13

Τμήμα 2β

Κεφάλαιο ΙV

Άρθρο 8ζ

Άρθρο 14

Άρθρο 8η

Άρθρο 15

Τμήμα 2γ

Κεφάλαιο V

Άρθρο 8θ

Άρθρο 16

Άρθρο 8ι

Άρθρο 17

Άρθρο 18

Άρθρο 19

Παράρτημα Ι

Παράρτημα ΙΙ


Top