EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32008R1176

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1176/2008 του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2008 , για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005 για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές ορισμένων αντιβιοτικών ευρέος φάσματος καταγωγής Ινδίας

ΕΕ L 319 της 29.11.2008, p. 1–13 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 14/05/2010

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2008/1176/oj

29.11.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1176/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 27ης Νοεμβρίου 2008

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005 για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές ορισμένων αντιβιοτικών ευρέος φάσματος καταγωγής Ινδίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΈΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής ο «βασικός κανονισμός»), και ιδίως τα άρθρα 15 και 19,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή ύστερα από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

A.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

I.   Προηγούμενη έρευνα και ισχύοντα μέτρα

(1)

Το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005 (2), επέβαλε οριστικό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές ορισμένων αντιβιοτικών ευρέος φάσματος, δηλαδή τριυδρική αμοξικιλλίνη, τριυδρική αμπικιλλίνη και κεφαλεξίνη που δεν παρέχονται σε μετρημένες δόσεις ή σε μορφές ή συσκευασίες για τη λιανική πώληση (εφεξής «το υπό εξέταση προϊόν»), τα οποία υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 2941 10 10, ex 2941 10 20 και ex 2941 90 00 καταγωγής Ινδίας. Ο δασμός κυμαίνεται μεταξύ 17,3 % και 30,3 % για μεμονωμένους εξαγωγείς, με υπόλοιπο δασμό 32 % επί των εισαγωγών άλλων εξαγωγέων.

II.   Έναρξη μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης

(2)

Μετά την επιβολή του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού οι δημόσιες αρχές της Ινδίας («ΔΑΙ») υποστήριξαν ότι έχουν αλλάξει –και μάλιστα μόνιμα– οι περιστάσεις που αφορούν τα δύο καθεστώτα επιδότησης (το καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών και το καθεστώς απαλλαγής από τον φόρο δυνάμει του τμήματος 80 HHC του νόμου για τον φόρο εισοδήματος) και ότι, ως εκ τούτου, έχει μειωθεί το επίπεδο επιδότησης και ότι πρέπει, κατά συνέπεια, να επανεξεταστούν τα μέτρα που επιβλήθηκαν μερικώς στα εν λόγω καθεστώτα.

(3)

Η Επιτροπή εξέτασε τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλαν οι ΔΑΙ και θεώρησε ότι είναι επαρκή ώστε να δικαιολογείται η έναρξη της επανεξέτασης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του βασικού κανονισμού. Ύστερα από διαβουλεύσεις της συμβουλευτικής επιτροπής, η Επιτροπή άρχισε, με ανακοίνωση που δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (3), ex officio μερική ενδιάμεση επανεξέταση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005.

(4)

Σκοπός της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης είναι να αξιολογήσει την ανάγκη για συνέχιση, άρση ή τροποποίηση των υφιστάμενων μέτρων όσον αφορά τις εταιρείες οι οποίες αποκόμισαν οφέλη από ένα ή και από τα δύο καθεστώτα επιδότησης που άλλαξαν εφόσον παρέχονται επαρκείς αποδείξεις σύμφωνα με τις συναφείς διατάξεις της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας. Η έρευνα στο πλαίσιο της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης θα αξιολογήσει επίσης την ανάγκη, ανάλογα με τα πορίσματα της επανεξέτασης, για αναθεώρηση των μέτρων που εφαρμόζονται στις άλλες εταιρείες που συνεργάστηκαν στην έρευνα με την οποία καθορίστηκε το επίπεδο των υφιστάμενων μέτρων και/ή των υπόλοιπων μέτρων που εφαρμόζονται σε όλες τις άλλες εταιρείες.

III.   Περίοδος έρευνας

(5)

Η έρευνα κάλυψε την περίοδο από την 1η Απριλίου 2006 έως τις 31 Μαρτίου 2007 (εφεξής «περίοδος έρευνας της επανεξέτασης»).

IV.   Μέρη που αφορά η έρευνα

(6)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τόσο τις ΔΑΙ και τους ινδούς παραγωγούς-εξαγωγείς που είχαν συνεργαστεί στην προηγούμενη έρευνα, οι οποίοι αναφέρονταν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005 και απαριθμούνταν στην ανακοίνωση για την έναρξη της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης, ότι διαπιστώθηκε πως αποκόμιζαν οφέλη από κάποιο από τα δύο καθεστώτα επιδότησης που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, άλλαξαν, όσο και τους παραγωγούς της Κοινότητας για την έναρξη της έρευνας στο πλαίσιο της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους γραπτώς και να ζητήσουν ακρόαση. Τα προφορικά και γραπτά επιχειρήματα που υπέβαλαν τα μέρη εξετάσθηκαν και, κατά περίπτωση, ελήφθησαν υπόψη.

(7)

Λόγω του εμφανώς μεγάλου αριθμού των μερών που εμπλέκονται στην εν λόγω επανεξέταση, εξετάσθηκε το ενδεχόμενο χρήσης δειγματοληπτικών μεθόδων για την έρευνα σχετικά με την επιδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 27 του βασικού κανονισμού.

(8)

Εντούτοις, μόνο δύο παραγωγοί-εξαγωγείς αναγγέλθηκαν και υπέβαλαν τις πληροφορίες που ζητήθηκαν για τη δειγματοληψία. Συνεπώς, η χρησιμοποίηση τεχνικών δειγματοληψίας κρίθηκε περιττή.

(9)

Ωστόσο, ο ένας από τους δύο προαναφερθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς δήλωσε στην απάντησή του κατά τη δειγματοληψία ότι δεν αποκόμισε οφέλη από τα δύο καθεστώτα επιδότησης που άλλαξαν, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, (δηλαδή το καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών και το καθεστώς απαλλαγής από τον φόρο δυνάμει του τμήματος 80 HHC του νόμου για τον φόρο εισοδήματος) ούτε κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας με την οποία καθορίστηκαν τα ισχύοντα μέτρα ούτε κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας της επανεξέτασης. Επιπλέον, η εταιρεία αυτή δεν συνεργάστηκε κατά την αρχική έρευνα και δεν εντοπίστηκε καμία ιδιαίτερη ανάγκη προσαρμογής των υπόλοιπων μέτρων που ισχύουν για όλες τις άλλες εταιρείες, συμπεριλαμβανομένης της συγκεκριμένης. Ως εκ τούτου, η εταιρεία δεν πληροί τις διατάξεις επιλεξιμότητας του πεδίου εφαρμογής της μερικής ενδιάμεσης έρευνας όπως ορίζονται στο σημείο 4 της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας και δεν δύναται επομένως να συμμετάσχει στην παρούσα έρευνα επανεξέτασης. Η εν λόγω εταιρεία ενημερώθηκε σχετικά.

(10)

Η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγια στο μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα που ήταν επιλέξιμος για την παρούσα επανεξέταση (Ranbaxy Laboratories Ltd) και στις ΔΑΙ. Απαντήσεις υπέβαλαν τόσο ο παραγωγός όσο και οι ΔΑΙ.

(11)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για τον καθορισμό των επιδοτήσεων. Πραγματοποιήθηκαν, επίσης, επιτόπιοι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων ενδιαφερόμενων μερών:

1.

Δημόσιες αρχές της Ινδίας

Υπουργείο Εμπορίου, Νέο Δελχί.

2.

Παραγωγοί-εξαγωγείς στην Ινδία

Ranbaxy Laboratories Ltd., Νέο Δελχί.

V.   Κοινολόγηση και σχόλια για τη διαδικασία

(12)

Οι ΔΑΙ και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν για τα βασικά πραγματικά περιστατικά και παρατηρήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η τροποποίηση του δασμού που εφαρμόζεται στο μοναδικό συνεργαζόμενο ινδό παραγωγό και η παράταση των μέτρων που ισχύουν για όλες τις άλλες εταιρείες οι οποίες δεν συνεργάστηκαν στο πλαίσιο της παρούσας μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης. Τους παραχωρήθηκε επίσης εύλογη προθεσμία για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Όλες οι παρατηρήσεις και τα σχόλια λήφθηκαν δεόντως υπόψη όπως αναφέρεται παρακάτω.

B.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ

(13)

Το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας επανεξέτασης είναι το ίδιο με αυτό που αποτελεί αντικείμενο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005, δηλαδή τριυδρική αμοξικιλλίνη, τριυδρική αμπικιλλίνη και κεφαλεξίνη που δεν παρέχονται σε μετρημένες δόσεις ή μορφές ή συσκευασίες για τη λιανική πώληση, που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 2941 10 10, ex 2941 10 20 και ex 2941 90 00 καταγωγής Ινδίας.

Γ.   ΕΠΙΔΟΤΗΣΕΙΣ

I.   Εισαγωγή

(14)

Με βάση τις πληροφορίες που υπέβαλαν οι ΔΑΙ και ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας και τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής, εξετάστηκαν τα ακόλουθα καθεστώτα, στο πλαίσιο των οποίων, κατά τους ισχυρισμούς, χορηγήθηκαν επιδοτήσεις:

α)

καθεστώς προκαταβολικής έγκρισης (πρώην καθεστώς προκαταβολικής άδειας),

β)

καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών,

γ)

καθεστώς προώθησης των εξαγωγών που αφορούν κεφαλαιουχικά αγαθά,

δ)

καθεστώς επικέντρωσης στην αγορά,

ε)

καθεστώτα απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος,

καθεστώς απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος από εξαγωγές,

κίνητρο απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος για έρευνα και ανάπτυξη,

στ)

καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων.

(15)

Τα καθεστώτα α) έως δ) που αναφέρονται ανωτέρω βασίζονται στο νόμο του 1992 περί αναπτύξεως και ρυθμίσεως του εξωτερικού εμπορίου (αριθ. 22 του 1992), ο οποίος άρχισε να ισχύει στις 7 Αυγούστου 1992 («νόμος περί εξωτερικού εμπορίου»). Ο νόμος για το εξωτερικό εμπόριο εξουσιοδοτεί τις ΔΑΙ να δημοσιεύουν ανακοινώσεις που αφορούν την πολιτική στον τομέα των εισαγωγών και εξαγωγών. Οι ανακοινώσεις αυτές συνοψίζονται στα έγγραφα με τίτλο «Πολιτική εξαγωγών και εισαγωγών», που εκδίδονται από το Υπουργείο Εμπορίου ανά πενταετία και αναπροσαρμόζονται στην τρέχουσα κατάσταση ετησίως. Ένα έγγραφο πολιτικής εξαγωγών και εισαγωγών είναι σχετικό με την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης για την προκειμένη περίπτωση, ήτοι το πενταετές σχέδιο που αφορά την περίοδο από 1ης Σεπτεμβρίου 2004 έως 31 Μαρτίου 2009 (έγγραφο «πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009»). Επιπλέον, οι ΔΑΙ εκθέτουν επίσης τις διαδικασίες που διέπουν την πολιτική ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 στο «Εγχειρίδιο διαδικασιών — 1 Σεπτεμβρίου 2004 έως 31 Μαρτίου 2009, τόμος I» («ΕΔ I 2004-2009»). Το εγχειρίδιο διαδικασιών αναπροσαρμόζεται επίσης τακτικά.

(16)

Τα καθεστώτα για την απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος που αναφέρονται στο στοιχείο ε) βασίζονται στον νόμο περί απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος του 1961, ο οποίος τροποποιείται ετησίως από το νόμο περί δημοσίων οικονομικών.

(17)

Το καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων που διευκρινίζεται στο στοιχείο στ) παραπάνω βασίζεται στα τμήματα 21 και 35 Α του νόμου περί τραπεζικού ελέγχου του 1949, που επιτρέπει στην Τράπεζα Καταθέσεων της Ινδίας να δίνει εντολές σε εμπορικές τράπεζες στον τομέα των εξαγωγικών πιστώσεων.

(18)

Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή κάλεσε τις ΔΑΙ σε πρόσθετες διαβουλεύσεις τόσο για τα καθεστώτα που άλλαξαν όσο και για εκείνα που δεν άλλαξαν με σκοπό να διευκρινισθεί η κατάσταση όσον αφορά την καταγγελία σχετικά με τα καθεστώτα και να επιτευχθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση. Μετά τις εν λόγω διαβουλεύσεις και ελλείψει αμοιβαία συμφωνημένης λύσεως σχετικά με αυτά τα καθεστώτα, η Επιτροπή συμπεριέλαβε αυτά τα καθεστώτα στην έρευνα για επιδότηση.

II.   Ειδικά καθεστώτα

1.   Καθεστώς προκαταβολικής έγκρισης (Advance Authorisation Scheme — «AAS»)

α)   Νομική βάση

(19)

Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος βρίσκεται στις παραγράφους 4.1.1 έως 4.1.14 των εγγράφων πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 και στα κεφάλαια 4.1 έως 4.30 του ΕΔ I 2004-2009. Το εν λόγω καθεστώς ονομαζόταν «καθεστώς προκαταβολικής άδειας» (Advance Licence Scheme — ALS) κατά τη διάρκεια της προηγούμενης έρευνας επανεξέτασης που οδήγησε στην επιβολή από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005 του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού ο οποίος ισχύει επί του παρόντος.

β)   Επιλεξιμότητα

(20)

Το AAS αποτελείται από έξι επιμέρους καθεστώτα, όπως περιγράφεται λεπτομερέστερα στην αιτιολογική σκέψη 21. Τα εν λόγω επιμέρους καθεστώτα διαφέρουν, μεταξύ άλλων, όσον αφορά την επιλεξιμότητα. Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς και οι έμποροι-εξαγωγείς που είναι «υποχρεωμένοι» να υποστηρίζουν τους κατασκευαστές έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν το καθεστώς AAS για τις πραγματικές εξαγωγές και το AAS για τις ετήσιες ανάγκες. Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς που προμηθεύουν το προϊόν στον τελευταίο εξαγωγέα είναι επιλέξιμοι για το καθεστώς AAS όσον αφορά τις ενδιάμεσες προμήθειες. Οι κύριες επιχειρήσεις που προμηθεύουν το προϊόν στις κατηγορίες «προβλεπομένων εξαγωγών» που αναφέρονται στην παράγραφο 8 σημείο 2 του εγγράφου της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009, ως προμηθευτές μιας μονάδας εξαγωγικού προσανατολισμού, είναι επιλέξιμοι για προβλεπόμενες εξαγωγές υπό καθεστώς AAS. Τελικά, οι ενδιάμεσοι προμηθευτές των κατασκευαστών-εξαγωγέων είναι επιλέξιμοι ως αποδέκτες των οφελών που προκύπτουν από «προβλεπόμενες εξαγωγές» στο πλαίσιο των επιμέρους καθεστώτων προκαταβολικών εντολών παράδοσης («ARO») και τριγωνικών εγχωρίων πιστώσεων.

γ)   Πρακτική εφαρμογή

(21)

Προκαταβολικές εγκρίσεις δύνανται να εκδίδονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

i)

Πραγματικές εξαγωγές: πρόκειται για το κύριο επιμέρους καθεστώς. Προβλέπει την εισαγωγή με δασμολογική απαλλαγή των συντελεστών παραγωγής για την παραγωγή συγκεκριμένου προϊόντος εξαγωγής. Ο όρος «πραγματικές» στο πλαίσιο αυτό σημαίνει ότι το προϊόν εξαγωγής πρέπει να εγκαταλείψει το ινδικό έδαφος. Οι επιτρεπόμενες εισαγωγές και η υποχρέωση για εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένου του τύπου του προϊόντος εξαγωγής, διευκρινίζονται στην έγκριση.

ii)

Ετήσιες ανάγκες: αυτή η έγκριση δεν αφορά συγκεκριμένο προϊόν εξαγωγής, αλλά ευρύτερη ομάδα προϊόντων (π.χ. χημικά και συναφή προϊόντα). Ο κάτοχος της έγκρισης μπορεί –μέχρι συγκεκριμένου ορίου αξίας που καθορίζεται βάσει της προηγούμενης εξαγωγικής επίδοσής του– να εισάγει ατελώς οποιοδήποτε συντελεστή παραγωγής χρειάζεται να χρησιμοποιήσει στην παραγωγή οποιουδήποτε είδους υπάγεται στην εν λόγω ομάδα προϊόντων. Μπορεί να επιλέξει να εξάγει οποιοδήποτε προϊόν υπάγεται στην ομάδα προϊόντων όπου χρησιμοποιούνται συντελεστές παραγωγής απαλλαγμένοι δασμών.

iii)

Ενδιάμεσες προμήθειες: αυτό το επιμέρους καθεστώς καλύπτει περιπτώσεις όπου δύο κατασκευαστές σκοπεύουν να παράγουν ενιαίο εξαγωγικό προϊόν και να μοιρασθούν τη διαδικασία παραγωγής. Ο κατασκευαστής-εξαγωγέας που παράγει το ενδιάμεσο προϊόν μπορεί να εισάγει συντελεστές ατελώς και για τον σκοπό αυτό, μπορεί να εξασφαλίζει AAS για τις ενδιάμεσες προμήθειες. Ο τελικός εξαγωγέας ολοκληρώνει την παραγωγή και είναι υποχρεωμένος να εξάγει το τελικό προϊόν.

iv)

Προβλεπόμενες εξαγωγές: αυτό το επιμέρους καθεστώς επιτρέπει στην κύρια επιχείρηση να εισάγει ατελώς συντελεστές παραγωγής που είναι απαραίτητοι για να κατασκευασθούν προϊόντα που θα πωληθούν ως «προβλεπόμενες εξαγωγές» στις κατηγορίες πελατών που αναφέρονται στην παράγραφο 8 σημείο 2 στοιχεία β) έως στ), ζ), θ) και ι), του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009. Σύμφωνα με τις ΔΑΙ, οι προβλεπόμενες εξαγωγές αφορούν τις συναλλαγές για τις οποίες τα παρεχόμενα προϊόντα δεν εγκαταλείπουν τη χώρα. Ορισμένες κατηγορίες προμήθειας θεωρούνται ως «προβλεπόμενες εξαγωγές» υπό τον όρο ότι τα προϊόντα παρασκευάζονται στην Ινδία, π.χ. αυτό ισχύει για την προμήθεια προϊόντων σε μονάδες εξαγωγικού προσανατολισμού ή σε εταιρεία που βρίσκεται σε ειδική οικονομική ζώνη.

v)

Προκαταβολικές εντολές παράδοσης ARO: ο κάτοχος έγκρισης AAS που σκοπεύει να προμηθευτεί τους συντελεστές παραγωγής από εγχώριες πηγές, και όχι με απευθείας εισαγωγή, έχει τη δυνατότητα να τους προμηθεύεται με ARO. Στις περιπτώσεις αυτές, οι προκαταβολικές εγκρίσεις επικυρώνονται ως ARO και οπισθογραφούνται για τον εγχώριο προμηθευτή κατά την παράδοση των συντελεστών παραγωγής που αναφέρονται σε αυτές. Η οπισθογράφηση των ARO παρέχει το δικαίωμα στον προμηθευτή να συμμετάσχει στα οφέλη των προβλεπόμενων εξαγωγών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 8 σημείο 3 του εγγράφου της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 (ήτοι καθεστώς AAS για τις ενδιάμεσες προμήθειες/προβλεπόμενες εξαγωγές, επιστροφή των εξαγωγικών δασμών για τις προβλεπόμενες εξαγωγές και επιστροφή του τελικού ειδικού φόρου κατανάλωσης). Ο μηχανισμός ARO επιστρέφει φόρους και δασμούς στον προμηθευτή αντί να τους επιστρέφει στον τελευταίο εξαγωγέα υπό μορφή επιστροφής δασμών. Η επιστροφή φόρων/δασμών ισχύει τόσο για τους εγχώριους συντελεστές παραγωγής όσο και για τους εισαγόμενους.

vi)

Τριγωνικές εγχώριες πιστώσεις: Το εν λόγω επιμέρους καθεστώς καλύπτει εκ νέου εγχώριες προμήθειες σε κάτοχο προκαταβολικής έγκρισης. Ο κάτοχος προκαταβολικής έγκρισης μπορεί να απευθύνεται σε τράπεζα για το άνοιγμα εγχώριας πιστώσεως προς όφελος ντόπιου προμηθευτή. Η άδεια επικυρώνεται από την τράπεζα για άμεση εισαγωγή, μόνον όσον αφορά την αξία και τον όγκο των συντελεστών παραγωγής που αντλούνται από εγχώρια πηγή αντί να εισαχθούν. Ο ντόπιος προμηθευτής θα έχει τη δυνατότητα να αποκομίζει οφέλη από την προβλεπόμενη εξαγωγή, όπως ορίζει η παράγραφος 8 σημείο 3 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 (ήτοι καθεστώς AAS για ενδιάμεσες προμήθειες/προβλεπόμενη εξαγωγή, επιστροφή εξαγωγικών δασμών για προβλεπόμενη εξαγωγή και επιστροφή τελικού ειδικού φόρου κατανάλωσης).

Διαπιστώθηκε ότι, κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης, ο συνεργαζόμενος εξαγωγέας πέτυχε παραχωρήσεις μόνο για δύο επιμέρους καθεστώτα που σχετίζονται με το υπό εξέταση προϊόν, ήτοι i) πραγματικές εξαγωγές υπό καθεστώς AAS και ii) καθεστώς AAS για ενδιάμεσες προμήθειες. Συνεπώς, δεν είναι απαραίτητο να διαπιστωθεί ο αντισταθμιστικός χαρακτήρας των υπόλοιπων μη χρησιμοποιηθέντων επιμέρους καθεστώτων.

(22)

Μετά την επιβολή από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005 του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού που ισχύει επί του παρόντος, οι ΔΑΙ τροποποίησαν το σύστημα επαλήθευσης που εφαρμοζόταν στο καθεστώς AAS. Στην πράξη, για λόγους επαλήθευσης από τις ινδικές αρχές, ο κάτοχος προκαταβολικής έγκρισης υποχρεούται διά νόμου να τηρεί «πραγματικές και σύμφωνα με τον οριζόμενο τύπο καταχωρίσεις για την κατανάλωση και χρησιμοποίηση των ατελώς εισαγόμενων/παραγόμενων εντός της χώρας εμπορευμάτων» σε σχέση με κάθε άδεια, με συγκεκριμένη μορφή (κεφάλαια 4.26, 4.30 και προσάρτημα 23 ΕΔ I 2004-2009), δηλαδή ένα βιβλίο πραγματικής κατανάλωσης. Το εν λόγω βιβλίο πρέπει να ελέγχεται από εξωτερικό ορκωτό λογιστή/λογιστή ελέγχου δαπανών και εργασιών ο οποίος εκδίδει στη συνέχεια πιστοποιητικό όπου δηλώνει ότι εξετάστηκαν τα καθορισμένα βιβλία και συναφή αρχεία και ότι οι παρεχόμενες δυνάμει του προσαρτήματος 23 πληροφορίες είναι αληθείς και σωστές από όλες τις απόψεις. Πάντως, οι προαναφερθείσες διατάξεις ισχύουν μόνον για προκαταβολικές εγκρίσεις που εκδόθηκαν από τις 13 Μαΐου 2005 και μετά. Για όλες τις προκαταβολικές εγκρίσεις ή προκαταβολικές άδειες που εκδόθηκαν πριν από την ημερομηνία αυτή, οι κάτοχοι οφείλουν να συμμορφώνονται με τις διατάξεις επαλήθευσης που ίσχυαν πριν, δηλαδή να τηρούν πραγματικές και σύμφωνα με τον οριζόμενο τύπο καταχωρίσεις για την κατανάλωση και χρησιμοποίηση των εισαγόμενων εμπορευμάτων σε σχέση με κάθε άδεια, με τη συγκεκριμένη μορφή που προβλέπει το προσάρτημα 18 (κεφάλαιο 4.30 και προσάρτημα 18 ΕΔ I 2002-2007).

(23)

Όσον αφορά τα επιμέρους καθεστώτα που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας της επανεξέτασης από το μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα, ήτοι πραγματικές εξαγωγές και ενδιάμεσες προμήθειες, τόσο οι επιτρεπόμενες εισαγωγές όσο και η υποχρέωση εξαγωγών καθορίζονται κατ’ όγκο και κατ’ αξία από τις ΔΑΙ και αναγράφονται στην έγκριση. Επιπλέον, κατά τη στιγμή της εισαγωγής και της εξαγωγής, οι αντίστοιχες συναλλαγές πρέπει να αναγράφονται από τις δημόσιες αρχές στην έγκριση. Ο όγκος των εισαγωγών υπό το εν λόγω καθεστώς καθορίζεται από τις ΔΑΙ με βάση τα συνήθη πρότυπα εισαγωγών-εξαγωγών («SION»). Πρότυπα SION υπάρχουν για τα περισσότερα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος, και δημοσιεύονται στο ΕΔ II 2004-2009. Μετά την επιβολή από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005 του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού που ισχύει επί του παρόντος, τα πρότυπα SION για το υπό εξέταση προϊόν εφαρμόστηκαν μόνο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2005. Νέα πρότυπα εκδόθηκαν τον Σεπτέμβριο του 2006 (για την τριυδρική αμοξικιλλίνη) και τον Απρίλιο του 2007 (για την τριυδρική αμπικιλλίνη και την κεφαλεξίνη). Στο ενδιάμεσο εφαρμόστηκαν ειδικά πρότυπα.

(24)

Οι εισαγόμενοι συντελεστές παραγωγής δεν μπορούν να μεταβιβάζονται και πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του προκύπτοντος προϊόντος εξαγωγής. Η υποχρέωση εξαγωγών πρέπει να τηρείται εντός της προκαθορισθείσας προθεσμίας μετά την έκδοση της έγκρισης (24 μήνες με δύο δυνατές παρατάσεις 6 μηνών η καθεμία).

(25)

Από την έρευνα της επανεξέτασης προέκυψε ότι οι πρώτες ύλες εισάγονταν υπό διαφορετικές εγκρίσεις και διαφορετικά πρότυπα SION και ύστερα αναμειγνύονταν και ενσωματώνονταν στην παραγωγική διαδικασία του ίδιου εξαγόμενου προϊόντος. Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, δεν κατέστη δυνατό να διασταυρωθεί εάν οι συναφείς με τα πρότυπα SION απαιτήσεις που προέβλεπαν οι εκάστοτε εγκρίσεις, σε σχέση με τους ατελώς εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής υπερέβαιναν τους συντελεστές παραγωγής που χρειάζονταν για την παραγωγή της ποσότητας αναφοράς του προκύπτοντος προϊόντος εξαγωγής.

(26)

Από την έρευνα της επανεξέτασης προέκυψε ακόμη ότι οι απαιτήσεις επαλήθευσης που προέβλεπαν οι αρχές της Ινδίας είτε δεν πληρούνταν είτε δεν είχαν δοκιμαστεί ακόμη στην πράξη. Για τις προκαταβολικές άδειες που εκδόθηκαν πριν από τις 13 Μαΐου 2005 δεν τηρούνταν τα αναγκαία βιβλία πραγματικής κατανάλωσης και αποθεμάτων (προσάρτημα 18). Για τις προκαταβολικές εγκρίσεις που εκδόθηκαν μετά τις 13 Μαΐου 2005 τηρούνταν τα αναγκαία βιβλία πραγματικής κατανάλωσης και αποθεμάτων, αλλά οι ΔΑΙ δεν είχαν ακόμη ελέγξει τη συνάφεια των εν λόγω βιβλίων με τις απαιτήσεις του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ. Στη δεύτερη περίπτωση, τα βιβλία είχαν ελεγχθεί μόνον από εξωτερικό ορκωτό λογιστή κατά τα προβλεπόμενα στη συναφή νομοθεσία της Ινδίας σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 22. Εντούτοις, ούτε η εταιρεία ούτε ο ορκωτός λογιστής είχαν κρατήσει αρχεία σχετικά με τον τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας πιστοποίησης. Δεν υπήρχε σχέδιο ελέγχου, ούτε άλλο σχετικό με τον πραγματοποιηθέντα έλεγχο βοηθητικό υλικό, ούτε καταγεγραμμένες πληροφορίες για τη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε και τις ειδικές απαιτήσεις που χρειάζονταν για ένα τόσο σχολαστικό έργο το οποίο απαιτεί ενδελεχείς τεχνικές γνώσεις όσον αφορά τις διαδικασίες παραγωγής, τις απαιτήσεις της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ και τις λογιστικές διαδικασίες. Λαμβανομένης υπόψη της προαναφερθείσας κατάστασης, θεωρήθηκε ότι ο εξαγωγέας στον οποίο έγινε έρευνα δεν ήταν σε θέση να αποδείξει ότι πληρούσε τις συναφείς διατάξεις του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ.

δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(27)

Σχόλια για το καθεστώς AAS διατύπωσε ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι παρά την κατάσταση που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 24 ήταν δυνατό να διαπιστωθεί εάν οι συναφείς με τα πρότυπα SION απαιτήσεις τις οποίες προέβλεπαν οι εκάστοτε εγκρίσεις υπερέβαιναν τους συντελεστές παραγωγής που χρειάζονταν για την παραγωγή της ποσότητας αναφοράς του προκύπτοντος προϊόντος εξαγωγής και ότι η εταιρεία τηρούσε αρχεία πραγματικής κατανάλωσης με μεγάλη σχολαστικότητα. Ως προς αυτό επισημαίνεται ότι από τα αρχεία πραγματικής κατανάλωσης προέκυψε ότι δεν υπήρχε αξιόπιστο σημείο αναφοράς για κάθε έγκριση (ήτοι οι συντελεστές που χρειάζονταν για την παραγωγή της ποσότητας αναφοράς) λαμβανομένων υπόψη των διαφόρων εφαρμοστέων προτύπων SION και του ανομοιογενούς μείγματος των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι οι πρώτες ύλες που καλύπτονταν από το καθεστώς χρησιμοποιούνταν για προϊόντα άλλα από το υπό εξέταση προϊόν με αποτέλεσμα να καθίσταται ουσιαστικά αδύνατη κάθε προσπάθεια υπολογισμού των αποτελεσμάτων παραγωγής για το υπό εξέταση προϊόν. Ακόμη, η εταιρεία δεν τηρούσε, κατά παράβαση των συναφών διατάξεων των ΔΑΙ, το απαιτούμενο από το έγγραφο πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ αρχείο κατανάλωσης (προσάρτημα 18) το οποίο επιτρέπει ουσιαστικά την ολοκληρωμένη παρακολούθηση και επαλήθευση της πραγματικής κατανάλωσης. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ακόμη ότι το άρθρο 26 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού δεν εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να εξετάζει τα αρχεία του ανεξάρτητου ορκωτού λογιστή. Σύμφωνα με την εταιρεία, το πιστοποιητικό πρέπει να γίνει δεκτό, εκτός κι αν υπάρχουν λόγοι για τους οποίους πιστεύεται ότι ο ορκωτός λογιστής εξέδωσε ψευδές πιστοποιητικό. Ως προς αυτό υπενθυμίζεται ότι η διαδικασία επαλήθευσης που εφήρμοσε ο ορκωτός λογιστής και η έκδοση του συναφούς πιστοποιητικού αποτελούν μέρος του συστήματος επαλήθευσης που θέσπισαν οι ΔΑΙ στο πλαίσιο της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ, όπως αναφέρεται αναλυτικά στην αιτιολογική σκέψη 22. Η Επιτροπή όφειλε συνεπώς να εξετάσει εάν εφαρμοζόταν αποτελεσματικά το προαναφερθέν σύστημα επαλήθευσης. Επιπλέον, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή όφειλε να εξετάσει τις παρεχόμενες κατά τη διάρκεια της έρευνας πληροφορίες πάνω στις οποίες βασίζονται τα πορίσματα.

Το γεγονός ότι ούτε η εταιρεία ούτε ο ορισθείς ορκωτός λογιστής διατηρούν αρχεία για τους ελέγχους που εκπονήθηκαν στο πλαίσιο της έκδοσης του προβλεπόμενου από το έγγραφο πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ πιστοποιητικού σημαίνει ότι η εταιρεία δεν ήταν σε θέση να αποδείξει ότι πληρούσε τις συναφείς διατάξεις της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ. Η εταιρεία αμφισβήτησε το γεγονός ότι οι ΔΑΙ δεν είχαν ακόμη επαληθεύσει τη συμμόρφωση των βιβλίων της με τις απαιτήσεις της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ, αλλά δεν παρείχε συγκεκριμένα στοιχεία προς υποστήριξη του ισχυρισμού της. Υποστηρίχθηκε ακόμη ότι η πραγματική κατανάλωση του μοναδικού συνεργαζόμενου παραγωγού ήταν υψηλότερη από τα πρότυπα SION για κάθε συντελεστή παραγωγής και ότι δεν υπήρχε καθ’ υπέρβαση διαγραφή δασμών. Πάντως, λαμβανομένης υπόψη της κατάστασης που διαπιστώθηκε επιτόπου (ήτοι ανάμειξη συντελεστών παραγωγής και παραγόμενων προϊόντων, χρήση διαφόρων προτύπων SION, μη τήρηση των προβλεπόμενων από το έγγραφο πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ αρχείων πραγματικής κατανάλωσης) και εν αναμονή της πραγματοποίησης των αναγκαίων τελικών βημάτων επαλήθευσης από τις ΔΑΙ, δεν κατέστη εφικτός ο υπολογισμός της πραγματικής κατανάλωσης και της επακόλουθης καθ’ υπέρβαση διαγραφής δασμών ανά έγκριση/άδεια και πρότυπο SION. Ως εκ τούτου, απορρίφθηκαν όλοι οι προαναφερθέντες ισχυρισμοί. Τέλος, η εταιρεία διατύπωσε σχόλια για ένα σφάλμα υπολογισμού το οποίο θεωρήθηκε αποχρών λόγος και αναγνωρίστηκε στον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης.

ε)   Συμπεράσματα

(28)

Η απαλλαγή από τους εισαγωγικούς δασμούς ισοδυναμεί με επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με χρηματοδοτική συνεισφορά των ΔΑΙ που παρείχε όφελος στον εξαγωγέα που αποτέλεσε αντικείμενο της έρευνας.

(29)

Επιπλέον, το καθεστώς AAS για τις πραγματικές εξαγωγές και το AAS για την ενδιάμεση προμήθεια εξαρτώνται διά νόμου από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχουν ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμα βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Χωρίς δέσμευση για εξαγωγές, μια εταιρεία δεν μπορεί να αποκομίζει οφέλη από αυτά τα καθεστώτα.

(30)

Κανένα από τα δύο επιμέρους καθεστώτα που χρησιμοποιήθηκαν στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν συμβιβάζονται με τους κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i), στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Οι ΔΑΙ δεν εφήρμοσαν αποτελεσματικό σύστημα ή διαδικασία επαλήθευσης για να επιβεβαιώσουν εάν και σε ποιο βαθμό καταναλώθηκαν συντελεστές παραγωγής κατά την παραγωγή του εξαχθέντος προϊόντος [παράρτημα II(II)(4) του βασικού κανονισμού και, για τα καθεστώτα επιστροφής λόγω υποκατάστασης, παράρτημα III(II)(2) του βασικού κανονισμού]. Τα ίδια τα πρότυπα SION δεν μπορούν να θεωρηθούν ως σύστημα επαλήθευσης της πραγματικής παραγωγής, διότι οι συντελεστές παραγωγής που εισάγονται ατελώς δυνάμει εγκρίσεων/αδειών με διαφορετικά πρότυπα SION αναμειγνύονται στην ίδια παραγωγική διαδικασία του εκάστοτε εξαγώγιμου προϊόντος. Αυτού του τύπου η διαδικασία δεν παρέχει τη δυνατότητα στις ΔΑΙ να ελέγξουν με αρκετή ακρίβεια τι ποσότητα συντελεστών παραγωγής καταναλώθηκε κατά την παραγωγή του προϊόντος προς εξαγωγή και με ποιο πρότυπο αναφοράς SION πρέπει να συγκριθούν. Επιπλέον, δεν πραγματοποιήθηκε ή δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη αποτελεσματικός έλεγχος από τις ΔΑΙ για το εάν τηρήθηκε βιβλίο της πραγματικής κατανάλωσης. Εκτός αυτού, οι ΔΑΙ δεν διενήργησαν περαιτέρω εξέταση βάσει των συντελεστών παραγωγής που πράγματι χρησιμοποιήθηκαν, παρόλο που θα ήταν κανονικά αναγκαία αυτή η εξέταση ελλείψει ενός αποτελεσματικά εφαρμοσμένου συστήματος επαλήθευσης [παράρτημα II(II)(5) και παράρτημα III(II)(3) του βασικού κανονισμού]. Τέλος, η ανάμειξη ορκωτών λογιστών στη διαδικασία επαλήθευσης δεν συνέβαλε στη βελτίωση του συστήματος επαλήθευσης καθώς δεν υπάρχουν λεπτομερείς κανόνες οι οποίοι να διέπουν τον τρόπο εκτέλεσης των καθηκόντων των ορκωτών λογιστών, και από τις πληροφορίες που παρουσιάστηκαν κατά την έρευνα δεν κατέστη δυνατό να εξαχθεί μετά βεβαιότητας ότι η εταιρεία πληρούσε τους προαναφερθέντες κανόνες του βασικού κανονισμού.

(31)

Συνεπώς, τα δύο επιμέρους καθεστώτα είναι αντισταθμίσιμα.

στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(32)

Ελλείψει επιτρεπόμενων καθεστώτων επιστροφής των δασμών ή καθεστώτων επιστροφής λόγω υποκατάστασης, το αντισταθμίσιμο όφελος είναι η διαγραφή των συνολικών εισαγωγικών δασμών που ήταν κανονικά απαιτητοί κατά την εισαγωγή των συντελεστών παραγωγής. Ως προς αυτό, επισημαίνεται ότι ο βασικός κανονισμός δεν προβλέπει μόνο την αντιστάθμιση της καθ’ υπέρβαση διαγραφής δασμών. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και το παράρτημα Ι σημείο i) του βασικού κανονισμού, η καθ’ υπέρβαση διαγραφή των δασμών μπορεί να αντισταθμίζεται μόνο εφόσον πληρούνται οι όροι των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Εντούτοις, αυτοί οι όροι δεν πληρούνται στην προκειμένη περίπτωση. Συνεπώς, εάν διαπιστωθεί έλλειψη ικανοποιητικής διαδικασίας παρακολούθησης, η παραπάνω εξαίρεση για τα καθεστώτα επιστροφής δεν ισχύει, ενώ ισχύει αντίθετα ο συνήθης κανόνας αντιστάθμισης του ποσού των μη καταβληθέντων δασμών (διαφυγόντα έσοδα), και όχι η διατεινόμενη καθ’ υπέρβαση διαγραφή. Όπως αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙ παράγραφος ΙΙ και στο παράρτημα ΙΙΙ παράγραφος ΙΙ του βασικού κανονισμού, δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της αρχής που διεξάγει την έρευνα να υπολογίζει την εν λόγω καθ’ υπέρβαση διαγραφή. Αντίθετα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού, η εν λόγω αρχή πρέπει απλώς να συγκεντρώσει επαρκή στοιχεία για την αμφισβήτηση της καταλληλότητας του συστήματος επαλήθευσης που αναφέρει ο ισχυρισμός.

(33)

Το ποσό της επιδότησης του εξαγωγέα που χρησιμοποίησε το καθεστώς AAS υπολογίσθηκε με βάση τους εισαγωγικούς δασμούς που δεν εισπράχθηκαν (βασικός δασμός και ειδικός πρόσθετος τελωνειακός δασμός) επί των εισαγόμενων συντελεστών παραγωγής στο πλαίσιο των δύο επιμέρους καθεστώτων που χρησιμοποιήθηκαν για το υπό εξέταση προϊόν κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης (αριθμητής). Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, αφαιρέθηκαν από το ποσό της επιδότησης τα αναγκαία τέλη για τη λήψη της επιδότησης, στις περιπτώσεις που υποβλήθηκε σχετική αιτιολογημένη αίτηση. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, το εν λόγω ποσό επιδότησης κατανεμήθηκε στον κύκλο εργασιών των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης (παρονομαστής), διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(34)

Το ποσοστό της επιδότησης που ορίστηκε στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας επανεξέτασης για τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό ανέρχεται σε 8,2 %.

2.   Καθεστώς πιστώσεων εισαγωγικών δασμών (Duty Entitlement Passbook Schem-EPBS)

a)   Νομική βάση

(35)

Η λεπτομερής περιγραφή του καθεστώτος DEPBS βρίσκεται στην παράγραφο 4 σημείο 3 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 και στο κεφάλαιο 4 του ΕΔ I 2004-2009.

β)   Επιλεξιμότητα

(36)

Όλοι οι κατασκευαστές-εξαγωγείς ή έμποροι-εξαγωγείς μπορούν να αποκομίζουν οφέλη από αυτό το καθεστώς.

γ)   Πρακτική εφαρμογή του DEPBS

(37)

Κάθε επιλέξιμος εξαγωγέας μπορεί να ζητεί πιστώσεις στο πλαίσιο του καθεστώτος DEPBS οι οποίες υπολογίζονται ως ποσοστό της αξίας των εξαγόμενων προϊόντων στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος. Αυτά τα ποσοστά DEPBS καθορίσθηκαν από τις ΔΑΙ για τα περισσότερα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένου του υπό εξέταση προϊόντος. Καθορίζονται με βάση τα πρότυπα SION, λαμβάνοντας υπόψη ότι το εξαγόμενο προϊόν περιέχει εισαγόμενους συντελεστές παραγωγής και την επίπτωση του τελωνειακού δασμού σ’ αυτές τις υποτιθέμενες εισαγωγές, ανεξάρτητα από το αν έχουν πράγματι καταβληθεί οι εισαγωγικοί δασμοί ή όχι.

(38)

Μια εταιρεία, για να είναι επιλέξιμη να χρησιμοποιήσει αυτό το καθεστώς, πρέπει να εξάγει προϊόντα. Κατά τη χρονική στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής, ο εξαγωγέας πρέπει να υποβάλει δήλωση στις ΔΑΙ στις οποίες θα αναφέρει ότι η εξαγωγή πραγματοποιείται βάσει του καθεστώτος DEPBS. Για την εξαγωγή των προϊόντων, οι ινδικές τελωνειακές αρχές εκδίδουν, κατά τη διαδικασία αποστολής, τιμολόγιο για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, το ποσό της πίστωσης στο πλαίσιο του καθεστώτος DEPBS που πρέπει να χορηγηθεί για την εν λόγω εξαγωγική συναλλαγή. Στη φάση αυτή της εξαγωγής, ο εξαγωγέας γνωρίζει το κέρδος που θα έχει. Μετά την έκδοση τιμολογίου για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή από τις τελωνειακές αρχές, οι ΔΑΙ δεν έχουν δικαίωμα χορήγησης πίστωσης DEPBS. Το σχετικό ποσοστό DEPBS για τον υπολογισμό του οφέλους είναι εκείνο που εφαρμόζεται κατά τη στιγμή της υποβολής της δήλωσης εξαγωγής. Συνεπώς, δεν υπάρχει πιθανότητα αναδρομικής τροποποίησης του επιπέδου κέρδους.

(39)

Οι πιστώσεις στο πλαίσιο του καθεστώτος DEPBS μπορούν να μεταβιβάζονται ελεύθερα και ισχύουν για περίοδο 12 μηνών από την ημερομηνία εκδόσεως. Οι πιστώσεις αυτές μπορούν να χρησιμοποιούνται για την πληρωμή δασμών επί μεταγενέστερων εισαγωγών όλων των εμπορευμάτων που είναι δυνατόν να εισάγονται άνευ περιορισμών, εκτός των κεφαλαιουχικών αγαθών. Τα εμπορεύματα που εισάγονται έναντι των εν λόγω πιστώσεων μπορούν να πωλούνται στην εγχώρια αγορά (υπόκεινται σε φόρο επί των πωλήσεων) ή να χρησιμοποιούνται κατά διαφορετικό τρόπο.

(40)

Οι αιτήσεις για πιστώσεις DEPBS υποβάλλονται ηλεκτρονικά και μπορούν να καλύπτουν απεριόριστο αριθμό εξαγωγικών συναλλαγών. Δεν υπάρχουν αυστηρές προθεσμίες που πρέπει να τηρούνται de facto. Το ηλεκτρονικό σύστημα που χρησιμοποιείται για τη διαχείριση των πιστώσεων DEPBS δεν αποκλείει αυτομάτως τις εξαγωγικές συναλλαγές που υποβάλλονται εκτός των προβλεπόμενων στο κεφάλαιο 4.47 ΕΔ I 2004-2009 προθεσμιών υποβολής. Επιπλέον, όπως αναφέρεται σαφώς στο κεφάλαιο 9.3 ΕΔ I 2004-2009, οι αιτήσεις που λαμβάνονται μετά τη λήξη των προθεσμιών υποβολής μπορούν κάλλιστα να εξεταστούν με την επιβολή μικρού προστίμου (ήτοι 10 % επί του δικαιώματος).

δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(41)

Μετά την κοινολόγηση, σχόλια για τις πιστώσεις DEPBS διατύπωσε ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι το όφελος που αποκόμισε από το καθεστώς DEPBS δεν πρέπει να αντισταθμιστεί, διότι δεν προέκυψε από το υπό εξέταση προϊόν. Εντούτοις, η εταιρεία δεν αμφισβήτησε με επιχειρήματα την πρακτική εφαρμογή του καθεστώτος όπως περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 37 έως 40. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ακόμη ότι για τον υπολογισμό του αποκομισθέντος δασμολογικού οφέλους έπρεπε να χρησιμοποιηθεί μόνον το ύψος των πιστώσεων των εξαγωγών που πραγματοποιήθηκαν κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης, αλλά δεν μπόρεσε να αποδείξει γιατί η μέθοδος υπολογισμού που χρησιμοποιήθηκε τόσο κατά την τωρινή όσο και κατά την προηγούμενη έρευνα και που οδήγησε στην επιβολή των υφιστάμενων μέτρων δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του βασικού κανονισμού. Ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί αυτοί απορρίφθηκαν. Τέλος, η εταιρεία διατύπωσε σχόλια για ένα σφάλμα υπολογισμού το οποίο θεωρήθηκε αποχρών λόγος και αναγνωρίστηκε στον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης.

ε)   Συμπεράσματα για το καθεστώς DEPBS

(42)

Το καθεστώς DEPBS παρέχει επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Μια πίστωση DEPBS αποτελεί οικονομική συνεισφορά των ΔΑΙ, δεδομένου ότι η πίστωση θα χρησιμοποιηθεί τελικά για να εξουδετερώσει τους εισαγωγικούς δασμούς, μειώνοντας έτσι τα έσοδα των ΔΑΙ από τον δασμό που θα ήταν κανονικά απαιτητός. Επιπλέον, η πίστωση για το καθεστώς DEPBS αποφέρει όφελος στον εξαγωγέα, διότι βελτιώνει τα ρευστά διαθέσιμά του.

(43)

Το καθεστώς DEPBS εξαρτάται εκ του νόμου από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμο βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(44)

Αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν είναι σύμφωνο με τους αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i), στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή φόρων σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Ο εξαγωγέας δεν έχει υποχρέωση να καταναλώσει πραγματικά τα εμπορεύματα που εισάγονται με δασμολογική ατέλεια κατά τη διαδικασία παραγωγής, και το ποσό της πίστωσης δεν υπολογίζεται σε συνάρτηση με τους πραγματικά χρησιμοποιηθέντες συντελεστές παραγωγής. Επίσης, δεν υπάρχουν άλλα εφαρμοζόμενα καθεστώτα ή διαδικασίες που να επιβεβαιώνουν ποιοι είναι οι συντελεστές παραγωγής που καταναλώνονται πραγματικά κατά τη διαδικασία παραγωγής του εξαγόμενου προϊόντος ή αν προέκυψε επιπλέον πληρωμή εισαγωγικών δασμών κατά την έννοια του σημείου i) του παραρτήματος Ι και των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Τέλος, οι εξαγωγείς μπορούν να επωφελούνται από τα οφέλη που απορρέουν από το καθεστώς DEPBS ανεξάρτητα από το αν εισάγουν συντελεστές παραγωγής. Για να έχει δικαίωμα χρησιμοποίησης του καθεστώτος ένας εξαγωγέας, αρκεί να εξάγει απλώς εμπορεύματα χωρίς να υποχρεούται να αποδείξει ότι έχει εισαγάγει εισροές για την παραγωγή τους. Έτσι, ακόμη και οι εξαγωγείς που προμηθεύονται όλους τους συντελεστές παραγωγής από την τοπική αγορά και δεν εισάγουν προϊόντα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως συντελεστές παραγωγής, δικαιούνται επίσης να προσπορίζονται τα οφέλη που απορρέουν από το καθεστώς DEPBS.

στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(45)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 και το άρθρο 5 του βασικού κανονισμού και τη μέθοδο υπολογισμού που χρησιμοποιείται για το εν λόγω καθεστώς στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005, το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων υπολογίζεται με βάση το κέρδος που προσπορίζεται ο δικαιούχος, το οποίο διαπιστώνεται κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας. Ως προς αυτό, θεωρήθηκε ότι ο δικαιούχος αποκόμισε όφελος κατά τη στιγμή της εξαγωγικής συναλλαγής βάσει αυτού του καθεστώτος. Επί του παρόντος, οι ΔΑΙ μπορούν να παραιτηθούν από την απαίτηση είσπραξης των δασμών, πράγμα που αποτελεί χρηματοδοτική συνδρομή κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Μόλις οι τελωνειακές αρχές εκδώσουν τιμολόγιο για φορτωθέντα εμπορεύματα προς εξαγωγή που αναφέρει, μεταξύ άλλων, το ποσό της πίστωσης DEPBS που πρόκειται να χορηγηθεί για την εν λόγω εξαγωγική συναλλαγή, οι ΔΑΙ δεν έχουν τη δυνατότητα ούτε να χορηγήσουν επιδοτήσεις ούτε να ορίσουν το ποσό των επιδοτήσεων. Καμία αλλαγή στο ποσοστό της πίστωσης DEPBS στο διάστημα μεταξύ της πραγματικής εξαγωγής και της έκδοσης άδειας για καθεστώς DEPBS δεν έχει αναδρομική ισχύ στο επίπεδο του χορηγούμενου οφέλους. Επιπλέον, ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας καταχώρισε τις πιστώσεις DEPBS, βάσει της αυτοτέλειας των χρήσεων, ως έσοδο στους εμπορικούς λογαριασμούς στο στάδιο της εξαγωγικής συναλλαγής.

(46)

Στις περιπτώσεις που υποβλήθηκε σχετική αιτιολογημένη αίτηση, τα αναγκαία τέλη που καταβλήθηκαν για τη λήψη της επιδότησης αφαιρέθηκαν από τις καθορισμένες πιστώσεις έτσι ώστε να υπολογιστεί το ποσό της επιδότησης (αριθμητής), σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, το ποσό αυτό της επιδότησης κατανεμήθηκε στο συνολικό κύκλο εξαγωγών που πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης (παρονομαστής), διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(47)

Το ποσοστό επιδότησης που ορίστηκε στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας της επανεξέτασης για το μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα ανέρχεται σε 2,1 %.

3.   Καθεστώς προώθησης των εξαγωγών κεφαλαιουχικών αγαθών (Export Promotion Capital Goods Scheme — EPCGS)

α)   Νομική βάση

(48)

Λεπτομερής περιγραφή του εν λόγω καθεστώτος EPCGS βρίσκεται στο κεφάλαιο 5 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 και στο κεφάλαιο 5 του ΕΔ I 2004-2009.

β)   Επιλεξιμότητα

(49)

Οι κατασκευαστές-εξαγωγείς και οι έμποροι-εξαγωγείς που είναι «υποχρεωμένοι» να υποστηρίζουν τους κατασκευαστές, έχουν δικαίωμα σ’ αυτό το καθεστώς.

γ)   Πρακτική εφαρμογή

(50)

Με την επιφύλαξη υποχρέωσης εξαγωγής, επιτρέπεται στις εταιρείες να εισάγουν κεφαλαιουχικά αγαθά (νέα και –από τον Απρίλιο 2003– μεταχειρισμένα κεφαλαιουχικά αγαθά μέχρι 10 ετών) με μειωμένο δασμό. Για το σκοπό αυτό, οι δημόσιες αρχές της Ινδίας χορηγούν άδεια EPCGS, μετά από αίτηση και καταβολή ενός τέλους. Από τον Απρίλιο 2000, το καθεστώς αυτό προβλέπει την εφαρμογή μειωμένου εισαγωγικού δασμού 5 % σε όλα τα κεφαλαιουχικά αγαθά που εισάγονται στο πλαίσιό του. Ως τις 31 Μαρτίου 2000, εφαρμοζόταν πραγματικός δασμός 11 % (συμπεριλαμβανομένου συμπληρωματικού τέλους 10 %) και, στην περίπτωση εισαγωγών υψηλής αξίας, μηδενικός δασμός. Για την εκπλήρωση της υποχρέωσης εξαγωγής, τα εισαγόμενα κεφαλαιουχικά αγαθά πρέπει να χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ορισμένης ποσότητας εξαγωγικών προϊόντων εντός καθορισμένης περιόδου.

(51)

Ο κάτοχος άδειας EPCGS μπορεί επίσης να εφοδιάζεται με τα κεφαλαιουχικά αγαθά στην εγχώρια αγορά. Στην περίπτωση αυτή, ο εγχώριος κατασκευαστής κεφαλαιουχικών αγαθών μπορεί να επωφελείται από το όφελος για την εισαγωγή με δασμολογική απαλλαγή των συστατικών μερών που απαιτούνται για την παραγωγή των εν λόγω κεφαλαιουχικών αγαθών. Εναλλακτικά, ο εγχώριος παραγωγός μπορεί να ζητεί από έναν κάτοχο άδειας EPCGS να εισπράττει για την προμήθεια κεφαλαιουχικών αγαθών το όφελος που σχετίζεται από την προβλεπόμενη εξαγωγή.

δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(52)

Μετά την κοινολόγηση των πληροφοριών, σχόλια για το καθεστώς EPCGS διατύπωσε ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι βάσει των γενικώς αποδεκτών αρχών λογιστικής τα κεφαλαιουχικά αγαθά καταναλώνονται κατά την παραγωγική διαδικασία. Ως προς αυτό, επισημαίνεται ότι η εταιρεία απέτυχε να αποδείξει αυτόν τον ισχυρισμό μέσω της σαφούς αναφοράς της στις λεγόμενες γενικώς αποδεκτές αρχές λογιστικής και μέσω της ανάλυσης των συναφών διατάξεων EPCGS της πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ καθώς και του ορισμού των συντελεστών παραγωγής που καταναλώνονται κατά την παραγωγική διαδικασία, όπως αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙ του βασικού κανονισμού. Ισχυρίστηκε ακόμη ότι η περίοδος απόσβεσης της εταιρείας έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί ως η κανονική περίοδος απόσβεσης. Πάντως, η προσέγγιση αυτή είναι αντίθετη με τη συναφή διάταξη του άρθρου 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Επομένως, οι ισχυρισμοί αυτοί απορρίφθηκαν. Τέλος, η εταιρεία διατύπωσε σχόλια για ένα σφάλμα υπολογισμού το οποίο θεωρήθηκε αποχρών λόγος και αναγνωρίστηκε στον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης.

ε)   Συμπεράσματα σχετικά με το καθεστώς EPCG

(53)

Το καθεστώς EPCGS παρέχει επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii), και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Η δασμολογική μείωση αποτελεί χρηματοδοτική συνεισφορά των δημοσίων αρχών της Ινδίας, δεδομένου ότι, με αυτή την παραχώρηση, παραιτούνται από απαίτηση σε τελωνειακά έσοδα που θα οφείλονταν κανονικά. Επιπλέον, παρέχει όφελος στον εξαγωγέα στο μέτρο που οι δασμοί που εξοικονομούνται επί της εισαγωγής βελτιώνουν τα ρευστά του διαθέσιμα.

(54)

Επιπλέον, το καθεστώς EPCGS εξαρτάται εκ του νόμου από την εξαγωγική επίδοση, δεδομένου ότι οι εν λόγω άδειες δεν μπορούν να χορηγούνται χωρίς δέσμευση για εξαγωγή. Για τον λόγο αυτό, το καθεστώς θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(55)

Τέλος, το εν λόγω καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή σύστημα επιστροφής δασμού σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Τα κεφαλαιουχικά αγαθά δεν υπάγονται στα επιτρεπόμενα συστήματα που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i) του βασικού κανονισμού, διότι δεν καταναλώνονται κατά τη διαδικασία παραγωγής των εξαγόμενων προϊόντων.

στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(56)

Το ποσό της επιδότησης υπολογίσθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, με βάση τους μη καταβληθέντες δασμούς για τα εισαχθέντα κεφαλαιουχικά αγαθά κατά τη διάρκεια περιόδου που αντιστοιχεί στην κανονική περίοδο απόσβεσης των εν λόγω κεφαλαιουχικών αγαθών στον κλάδο παραγωγής αντιβιοτικών. Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, το ποσό που υπολογίζεται κατ’ αυτό τον τρόπο και καταλογίζεται στην περίοδο έρευνας της επανεξέτασης προσαρμόσθηκε με την προσθήκη του τόκου που αντιστοιχεί στην εν λόγω περίοδο, έτσι ώστε να προσδιορίζεται η συνολική αξία του οφέλους που χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου. Το εμπορικό επιτόκιο κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης στην Ινδία θεωρήθηκε κατάλληλο για τον σκοπό αυτό. Στις περιπτώσεις που υποβλήθηκε σχετική αιτιολογημένη αίτηση, τα αναγκαία τέλη που καταβλήθηκαν για την εξασφάλιση της επιδότησης αφαιρέθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού από το εν λόγω ποσό για να υπολογισθεί το ποσό της επιδότησης (αριθμητής). Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 και το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού το εν λόγω ποσό της επιδότησης κατανεμήθηκε στον κύκλο εργασιών που προέκυψε από τις εξαγωγές κατά την περίοδο της έρευνας της επανεξέτασης (παρονομαστής), διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις ποσότητες που κατασκευάσθηκαν, παρήχθησαν, εξήχθησαν ή μεταφέρθηκαν.

(57)

Το ποσοστό της επιδότησης που ορίστηκε στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας επανεξέτασης για τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό ανέρχεται σε 0,1 %.

4.   Καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων (Export Credit Scheme — ECS)

α)   Νομική βάση

(58)

Οι λεπτομέρειες αυτού του καθεστώτος περιέχονται στη βασική εγκύκλιο DBOD αριθ. DIR.(EXP).BC 01/04.02.02/2007-08 της Reserve Bank of India (που εφεξής καλείται «RBI»), που απευθύνονται στο σύνολο των ινδικών εμπορικών τραπεζών.

β)   Επιλεξιμότητα

(59)

Επιλεξιμότητα σε αυτό το καθεστώς έχουν οι κατασκευαστές-εξαγωγείς και οι έμποροι-εξαγωγείς.

γ)   Πρακτική εφαρμογή

(60)

Στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος, η RBI καθορίζει ανώτατα όρια για τα επιτόκια που εφαρμόζονται στις εξαγωγικές πιστώσεις σε ρουπίες και σε συνάλλαγμα, τα οποία οι εμπορικές τράπεζες πρέπει να τηρούν. Το καθεστώς ECS αποτελείται από δύο επιμέρους καθεστώτα, το καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων πριν από την αποστολή («packing credit»), που καλύπτει πιστώσεις που παρέχονται σε εξαγωγέα για τη χρηματοδότηση της αγοράς, της μεταποίησης, της παρασκευής, της συσκευασίας ή/και της αποστολής των εμπορευμάτων πριν από την εξαγωγή, και το καθεστώς εξαγωγικών πιστώσεων μετά την αποστολή, που προβλέπει δάνεια για κεφάλαια κίνησης με σκοπό τη χρηματοδότηση των εξαγωγικών αναγκών. Η RBI συστήνει επίσης στις τράπεζες να διαθέσουν ένα ποσό από τις καθαρές πιστώσεις τους για τη χρηματοδότηση των εξαγωγών.

(61)

Από την εν λόγω βασική εγκύκλιο της RBI προκύπτει ότι οι εξαγωγείς μπορούν να εξασφαλίζουν εξαγωγικές πιστώσεις με προτιμησιακό επιτόκιο σε σύγκριση με το επιτόκιο για τις συνήθεις εμπορικές πιστώσεις («ταμειακές πιστώσεις»), που έχουν απλώς καθορισθεί από τις συνθήκες της αγοράς. Η διαφορά των επιτοκίων μπορεί να μειώνεται για εταιρείες με καλή κατάταξη της πιστοληπτικής ικανότητας. Πράγματι, οι εταιρείες με καλή κατάταξη της πιστοληπτικής ικανότητας ενδέχεται να μπορούν να λαμβάνουν εξαγωγικές πιστώσεις και ταμειακές πιστώσεις με τους ίδιους όρους.

δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(62)

Μετά την κοινολόγηση σχόλια για το καθεστώς ECS διατύπωσε ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι i) δεν υπάρχει κρατική χρηματοδότηση στο πλαίσιο της χορήγησης εξαγωγικών πιστώσεων σε συνάλλαγμα, ii) τα χαμηλά ποσοστά των εξαγωγικών της πιστώσεων σε συνάλλαγμα οφείλονται στην καλή κατάταξή της όσον αφορά την πιστοληπτική της ικανότητα και iii) το επιτόκιο που χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς για τις πιστώσεις σε συνάλλαγμα δεν πρέπει να είναι ίδιο με το επιτόκιο που χρησιμοποιείται για τις πιστώσεις σε ρουπίες. Ως προς τα ανωτέρω επισημαίνεται ότι οι εξαγωγικές πιστώσεις τόσο σε ρουπίες όσο και σε συνάλλαγμα αποτελούν μέρος της ίδιας βασικής εγκυκλίου της RBI, με την πρακτική εφαρμογή που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 60 και 61, από τις αναλυτικές και περιοριστικές διατάξεις των οποίων προκύπτει ότι η χρηματοδότηση των εξαγωγικών πιστώσεων σε συνάλλαγμα και τα επιβεβλημένα επιτόκια διέπονται από σαφείς οδηγίες των δημόσιων αρχών της Ινδίας. Όσον αφορά το επιτόκιο αναφοράς, επισημαίνεται ότι η εταιρεία γνωστοποίησε ένα μόνο επιτόκιο για τις πιστώσεις της σε ρουπίες και ότι, σύμφωνα με τις συναφείς διατάξεις της βασικής εγκυκλίου της RBI, οι εξαγωγείς έχουν τη δυνατότητα να μεταβαίνουν ελεύθερα για την ίδια εξαγωγική συναλλαγή από πιστώσεις σε ρουπίες σε πιστώσεις σε συνάλλαγμα. Θεωρήθηκε επομένως προσήκον να χρησιμοποιηθεί ως επιτόκιο αναφοράς το μοναδικό επιτόκιο που γνωστοποίησε η εταιρεία ως το κανονικό ινδικό επιτόκιό της. Ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί αυτοί απορρίφθηκαν. Τέλος, η εταιρεία διατύπωσε σχόλια για ένα σφάλμα υπολογισμού το οποίο θεωρήθηκε αποχρών λόγος και αναγνωρίστηκε στον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης.

ε)   Συμπεράσματα για το ECS

(63)

Κατά πρώτον, το προτιμησιακό επιτόκιο που καθόρισε η βασική εγκύκλιος της RBI που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 58 για τις πιστώσεις που χορηγούνται στο πλαίσιο του εν λόγω καθεστώτος μπορεί να μειώνουν το κόστος τόκου ενός εξαγωγέα σε σχέση με το κόστος της πίστωσης που έχει καθορισθεί αποκλειστικά με βάση τις συνθήκες της αγοράς, παρέχοντας έτσι όφελος κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Αυτή καθεαυτή, η χρηματοδότηση των εξαγωγών δεν είναι ασφαλέστερη από την εγχώρια χρηματοδότηση. Πράγματι, συνήθως θεωρείται ως υψηλότερου κινδύνου και το ύψος της εγγύησης που απαιτείται για μια δεδομένη πίστωση, ανεξαρτήτως του αντικειμένου της χρηματοδότησης, αποτελεί καθαρά εμπορική απόφαση που λαμβάνει η δεδομένη εμπορική τράπεζα. Η διαφορά τόκου από μια τράπεζα στην άλλη προκύπτει από τη μέθοδο της RBI που συνίσταται στον καθορισμό ανωτάτων ορίων για κάθε εμπορική τράπεζα ξεχωριστά. Επιπλέον, οι εμπορικές τράπεζες δεν θα ήταν υποχρεωμένες να εφαρμόζουν για τους δανειζόμενους τα ίσως ευνοϊκότερα επιτόκια για τις εξαγωγικές πιστώσεις σε συνάλλαγμα.

(64)

Αν και οι προτιμησιακές πιστώσεις βάσει του εν λόγω καθεστώτος χορηγούνται από εμπορικές τράπεζες, το όφελος αντιστοιχεί σε χρηματοδοτική συνεισφορά των δημοσίων αρχών κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv) του βασικού κανονισμού. Είναι σκόπιμο να παρατηρήσουμε στο σημείο αυτό ότι ούτε το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv) του βασικού κανονισμού ούτε η συμφωνία του ΠΟΕ για τις συμβάσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα δεν απαιτούν, για τη διαπίστωση επιδότησης, επιβάρυνση με δημόσια κεφάλαια π.χ. απόδοση από τις δημόσιες αρχές της Ινδίας των καταβληθέντων στις εμπορικές τράπεζες. Αρκεί, για τον σκοπό αυτό, να απαιτήσουν οι δημόσιες αρχές την εκτέλεση αρμοδιοτήτων που περιγράφονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημεία i), ii) ή iii) του βασικού κανονισμού. Η RBI είναι δημόσιος φορέας και, συνεπώς, υπάγεται στον ορισμό των «δημοσίων αρχών» που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Ανήκει 100 % στο κράτος, επιδιώκει στόχους δημόσιας πολιτικής, π.χ. νομισματικής, και τα διευθυντικά στελέχη διορίζονται από τις ινδικές δημόσιες αρχές. Η RBI διευθύνει ιδιωτικούς φορείς, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv) δεύτερο εδάφιο του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι οι εμπορικές τράπεζες τηρούν τους όρους που επιβάλλει, και ιδίως τα ανώτατα όρια επιτοκίου, που καθορίζονται στη βασική εγκύκλιο της RBI για τις εξαγωγικές πιστώσεις, καθώς και τις διατάξεις της RBI σύμφωνα με τις οποίες οι εμπορικές τράπεζες οφείλουν να διαθέσουν ένα ποσό των καθαρών πιστώσεών τους για τη χρηματοδότηση των εξαγωγών. Αυτή η απαίτηση υποχρεώνει τις εμπορικές τράπεζες να ασκούν τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) του βασικού κανονισμού, στη προκειμένη περίπτωση, δάνεια υπό μορφή προτιμησιακής χρηματοδότησης εξαγωγών. Αυτή η άμεση μεταφορά κεφαλαίων υπό μορφή δανείων, υπό ορισμένες συνθήκες, υπάγεται κανονικά στην αρμοδιότητα των δημοσίων αρχών, και η πρακτική δεν διαφέρει ουσιαστικά από τις πρακτικές που ακολουθούν κανονικά οι δημόσιες αρχές, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv) του βασικού κανονισμού. Η εν λόγω επιδότηση θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμη, δεδομένου ότι το προτιμησιακό επιτόκιο εφαρμόζεται μόνο στη χρηματοδότηση των εξαγωγών, και συνεπώς εξαρτάται από τις εξαγωγικές επιδόσεις, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(65)

Το ποσό της επιδότησης υπολογίσθηκε με βάση τη διαφορά μεταξύ του τόκου που καταβλήθηκε για τις εξαγωγικές πιστώσεις που χρησιμοποιήθηκαν κατά την περίοδο της έρευνας επανεξέτασης και του τόκου που θα έπρεπε να είχε καταβληθεί για τις συνήθεις εμπορικές πιστώσεις του μοναδικού συνεργαζόμενου παραγωγού-εξαγωγέα. Το ποσό αυτό της επιδότησης (αριθμητής) κατανεμήθηκε στον συνολικό κύκλο εργασιών των εξαγωγών κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης (παρανομαστής) σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, διότι η επιδότηση εξαρτάται από τις εξαγωγικές επιδόσεις και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες.

(66)

Το ποσοστό της επιδότησης που ορίστηκε στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας επανεξέτασης για το μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό ανέρχεται σε 1,3 %.

5.   Καθεστώτα απαλλαγής από το φόρο εισοδήματος

α)   Καθεστώς απαλλαγής από το φόρο επί των εσόδων (Income Tax Exemption Scheme — ITES)

(67)

Στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος οι εξαγωγείς αποκομίζουν όφελος από τη μερική φοροαπαλλαγή επί των προερχόμενων από εξαγωγικές πωλήσεις κερδών. Αυτή η απαλλαγή έχει για νομική βάση το τμήμα 80HHC του νόμου για το φόρο εισοδήματος.

(68)

Αυτή η διάταξη καταργήθηκε για το φορολογικό έτος 2005-2006 (ήτοι για το οικονομικό έτος από την 1η Απριλίου 2004 έως τις 31 Μαρτίου 2005) και, ως εκ τούτου, το τμήμα 80HHC του νόμου για τον φόρο εισοδήματος δεν θα παρέχει πλέον οφέλη μετά τις 31 Μαρτίου 2004. Ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας δεν αποκόμισε οφέλη από το καθεστώς κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης. Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι το καθεστώς έχει πλέον καταργηθεί, δεν θα αντισταθμισθούν, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

β)   Φορολογικά κίνητρα για έρευνα και ανάπτυξη (Income Tax Incentive for Research and Development — ITIRAD)

i)   Νομική βάση

(69)

Η λεπτομερής περιγραφή του ITIRAD περιέχεται στο τμήμα 35(2AB) του νόμου για το φόρο εισοδήματος.

ii)   Επιλεξιμότητα

(70)

Οι εταιρείες που ασκούν δραστηριότητες στον τομέα της βιοτεχνολογίας ή της παρασκευής ή παραγωγής φαρμάκων, φαρμακευτικών προϊόντων, χημικών προϊόντων, ηλεκτρονικού εξοπλισμού, υπολογιστών, εξοπλισμού τηλεπικοινωνιών ή οποιουδήποτε άλλου προϊόντος ή είδους που κοινοποιείται, είναι επιλέξιμες για να χρησιμοποιήσουν το εν λόγω καθεστώς.

iii)   Πρακτική εφαρμογή

(71)

Για κάθε δαπάνη (εκτός από την αγορά γαιών ή ακινήτων) σχετικά με εγκαταστάσεις έρευνας και ανάπτυξης στην επιχείρηση, που έχει εγκριθεί από το Υπουργείο Επιστημονικής και Βιομηχανικής Έρευνας της Ινδίας, μπορεί να αφαιρείται ποσό ίσο με το 150 % των de facto δαπανών όσον αφορά τον φόρο εισοδήματος. Συνεπώς, με τη μείωση κατά 50 % των εικονικών δαπανών (ήτοι δαπανών που στην πραγματικότητα δεν επιβάρυναν την επιχείρηση), η βάση του φόρου εισοδήματος και, συνεπώς, ο ίδιος ο φόρος μειώνονται τεχνητά.

iv)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(72)

Μετά την κοινολόγηση δεν διατυπώθηκαν σχόλια για το ITIRAD.

v)   Συμπέρασμα για το ITIRAD

(73)

Το ITIRAD παρέχει επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και του άρθρου 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Η τεχνητή μείωση της βάσεως του φόρου εισοδήματος σύμφωνα με το τμήμα 35(2AB) του νόμου για τον φόρο εισοδήματος αποτελεί χρηματοδοτική συνεισφορά των ινδικών δημοσίων αρχών, δεδομένου ότι αυτές οι τελευταίες παραιτούνται από απαίτηση σε έσοδα από τον φόρο εισοδήματος που κανονικά θα έπρεπε να καταβληθεί. Επιπλέον, η μείωση του φόρου εισοδήματος παρέχει όφελος στην εταιρεία, διότι βελτιώνει τα ρευστά της διαθέσιμα.

(74)

Η διατύπωση του τμήματος 35(2AB) του νόμου για τον φόρο εισοδήματος αποδεικνύει ότι το ITIRAD έχει de jure ατομικό χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού και συνεπώς είναι αντισταθμίσιμο. Οι όροι συμμετοχής στο εν λόγω καθεστώς δεν βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια, ήτοι ουδέτερα κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού. Τα οφέλη στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος μπορούν να αποκομίζουν μόνον ορισμένοι βιομηχανικοί τομείς, καθώς οι ινδικές δημόσιες αρχές δεν κατέστησαν διαθέσιμο αυτό το καθεστώς σε όλους τους τομείς. Αυτός ο περιορισμός αποτελεί ατομικό χαρακτήρα, δεδομένου ότι η κατηγορία «ομάδα κλάδων παραγωγής», που αναφέρει το άρθρο 3 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού σημαίνει περιορισμό σε ορισμένους τομείς. Αυτός ο περιορισμός δεν είναι οικονομικής φύσεως ούτε έχει οριζόντια εφαρμογή, όπως π.χ. ο συναφής με τον αριθμό των απασχολούμενων ή το μέγεθος της εταιρείας περιορισμός.

vi)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(75)

Το ποσό της επιδότησης υπολογίσθηκε με βάση τη διαφορά μεταξύ του φόρου εισοδήματος για την περίοδο έρευνας της επανεξέτασης ανάλογα με το εάν εφαρμόσθηκαν ή όχι οι διατάξεις του τμήματος 35(2AB) του νόμου για τον φόρο εισοδήματος. Το εν λόγω ποσό της επιδότησης (αριθμητής) κατανεμήθηκε στον συνολικό κύκλο εργασιών κατά την περίοδο έρευνας επανεξέτασης (παρονομαστής), σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, διότι η εν λόγω επιδότηση αφορά όλες τις πωλήσεις, εγχώριες και εξαγωγικές, και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις ποσότητες που παρήχθησαν, εξήχθησαν ή μεταφέρθηκαν.

(76)

Το ποσοστό της επιδότησης που ορίστηκε στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας επανεξέτασης για τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό ανέρχεται σε 0,1 %.

6.   Καθεστώς επικέντρωσης στην αγορά (Focus Market Scheme — FMS)

α)   Νομική βάση

(77)

Η λεπτομερής περιγραφή του FMS περιέχεται στο κεφάλαιο 3.9 του εγγράφου πολιτικής ΕΞ/ΕΙΣ 2004-2009 και στο κεφάλαιο 3.20 του ΕΔ I 2004-2009.

β)   Επιλεξιμότητα

(78)

Όλοι οι κατασκευαστές-εξαγωγείς ή έμποροι-εξαγωγείς μπορούν να αποκομίζουν οφέλη από αυτό το καθεστώς.

γ)   Πρακτική εφαρμογή

(79)

Στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος οι εξαγωγές όλων των προϊόντων στις χώρες που αναφέρονται στο προσάρτημα-37-C του ΕΔ I 2004-2009 δικαιούνται δασμολογικές πιστώσεις της τάξεως του 2,5 % επί της τιμής FOB των εξαγόμενων υπό αυτό το καθεστώς προϊόντων. Από το καθεστώς αποκλείονται ορισμένοι τύποι εξαγωγικών δραστηριοτήτων, π.χ. εξαγωγές εισαγόμενων εμπορευμάτων ή μεταφορτωμένων εμπορευμάτων, προβλεπόμενες εξαγωγές, εξαγωγές υπηρεσιών και συναφής με τις εξαγωγές κύκλος εργασιών των μονάδων που δραστηριοποιούνται σε ειδικές οικονομικές ζώνες/μονάδες εξαγωγικού προσανατολισμού. Από το καθεστώς αποκλείονται επίσης ορισμένοι τύποι προϊόντων, π.χ. διαμάντια, πολύτιμα μέταλλα, μεταλλεύματα, σιτηρά, ζάχαρη και προϊόντα πετρελαίου.

(80)

Οι δασμολογικές πιστώσεις στο πλαίσιο του καθεστώτος FMS μπορούν να μεταβιβάζονται ελεύθερα και ισχύουν για περίοδο 24 μηνών από την ημερομηνία έκδοσης του συναφούς πιστοποιητικού χορήγησης πίστωσης. Μπορούν να χρησιμοποιούνται για την πληρωμή των δασμών επί των μελλοντικών εισαγωγών συντελεστών παραγωγής ή αγαθών, συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαιουχικών αγαθών.

(81)

Το πιστοποιητικό χορήγησης πίστωσης εκδίδεται από τον λιμένα από τον οποίο πραγματοποιήθηκαν οι εξαγωγές και μετά την πραγματοποίηση των εξαγωγών ή την αποστολή των αγαθών. Εφόσον ο αιτών υποβάλλει στις αρχές αντίγραφα όλων των συναφών με τις εξαγωγές εγγράφων (π.χ. δελτίο εξαγωγής, τιμολόγια, φορτωτικές, τραπεζικά πιστοποιητικά), οι ΔΑΙ δεν έχουν δικαίωμα χορήγησης δασμολογικών πιστώσεων.

δ)   Σχόλια μετά την κοινολόγηση

(82)

Μετά την κοινολόγηση, σχόλια για το FMS διατύπωσε ο μοναδικός συνεργαζόμενος παραγωγός-εξαγωγέας. Η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι το καθεστώς συνδέεται από γεωγραφικής άποψης με άλλες χώρες και δεν μπορεί να αντισταθμιστεί από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Εντούτοις, δεν ήταν σε θέση να αμφισβητήσει ούτε την πρακτική εφαρμογή του καθεστώτος ούτε τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται το προκύπτον από το FMS όφελος, όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 79 έως 81. Επομένως, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε. Τέλος, η εταιρεία διατύπωσε σχόλια για ένα σφάλμα υπολογισμού το οποίο θεωρήθηκε αποχρών λόγος και αναγνωρίστηκε στον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης.

ε)   Συμπέρασμα σχετικά με το καθεστώς FMS

(83)

Το καθεστώς FMS παρέχει επιδοτήσεις κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Μια δασμολογική πίστωση FMS αποτελεί οικονομική συνεισφορά των ΔΑΙ, δεδομένου ότι η πίστωση θα χρησιμοποιηθεί τελικά για να εξουδετερώσει τους εισαγωγικούς δασμούς, μειώνοντας έτσι τα έσοδα των ΔΑΙ από το δασμό που θα ήταν κανονικά απαιτητός. Επιπλέον, η δασμολογική πίστωση για το καθεστώς FMS αποφέρει όφελος στον εξαγωγέα, διότι βελτιώνει τα ρευστά διαθέσιμά του.

(84)

Επιπλέον, το καθεστώς FMS εξαρτάται εκ του νόμου από την επίτευξη εξαγωγικής επίδοσης και, επομένως, θεωρείται ότι έχει ατομικό χαρακτήρα και είναι αντισταθμίσιμο βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 4 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(85)

Αυτό το καθεστώς δεν μπορεί να θεωρηθεί επιτρεπόμενο σύστημα επιστροφής δασμού ή επιστροφής σε περίπτωση υποκατάστασης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) του βασικού κανονισμού. Δεν είναι σύμφωνο με τους αυστηρούς κανόνες που καθορίζονται στο παράρτημα Ι σημείο i), στο παράρτημα ΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή δασμών) και στο παράρτημα ΙΙΙ (ορισμός και κανόνες για την επιστροφή φόρων σε περίπτωση υποκατάστασης) του βασικού κανονισμού. Ο εξαγωγέας δεν έχει υποχρέωση να καταναλώσει πραγματικά τα εμπορεύματα που εισάγονται με δασμολογική ατέλεια κατά τη διαδικασία παραγωγής, και το ποσό της πίστωσης δεν υπολογίζεται σε συνάρτηση με τους πραγματικά χρησιμοποιηθέντες συντελεστές παραγωγής. Δεν υπάρχουν άλλα εφαρμοζόμενα καθεστώτα ή διαδικασίες που να επιβεβαιώνουν ποιοι είναι οι συντελεστές παραγωγής που καταναλώνονται πραγματικά κατά τη διαδικασία παραγωγής του εξαγόμενου προϊόντος ή αν προέκυψε επιπλέον πληρωμή εισαγωγικών δασμών κατά την έννοια του παραρτήματος Ι σημείο i) και των παραρτημάτων ΙΙ και ΙΙΙ του βασικού κανονισμού. Οι παραγωγοί μπορούν να επωφελούνται από τα οφέλη που απορρέουν από το καθεστώς FMS, ανεξάρτητα από το αν εισάγουν συντελεστές παραγωγής. Για να έχει δικαίωμα χρησιμοποίησης του καθεστώτος ένας εξαγωγέας, αρκεί να εξάγει απλώς εμπορεύματα, χωρίς να υποχρεούται να αποδείξει ότι έχει εισαγάγει εισροές για την παραγωγή τους. Έτσι, ακόμη και οι εξαγωγείς που προμηθεύονται όλους τους συντελεστές παραγωγής από την τοπική αγορά και δεν εισάγουν προϊόντα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως συντελεστές παραγωγής, δικαιούνται επίσης να προσπορίζονται τα οφέλη που απορρέουν από το καθεστώς FMS. Επιπλέον, οι εξαγωγείς μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις δασμολογικές πιστώσεις FMS για την εισαγωγή κεφαλαιουχικών αγαθών παρότι τα κεφαλαιουχικά αγαθά δεν καλύπτονται από τα επιτρεπόμενα συστήματα επιστροφής δασμού, όπως ορίζεται στο παράρτημα I σημείο i) του βασικού κανονισμού, διότι δεν καταναλώνονται στην παραγωγή των εξαγόμενων προϊόντων.

στ)   Υπολογισμός του ποσού της επιδότησης

(86)

Το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων υπολογίζεται με βάση το κέρδος που προσπορίζεται ο δικαιούχος, το οποίο διαπιστώνεται κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας εφόσον καταχωρίστηκε από τον συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα, βάσει της αυτοτέλειας των χρήσεων, ως έσοδο στο στάδιο της εξαγωγής συναλλαγής. Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 και το άρθρο 7 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού το εν λόγω ποσό της επιδότησης (αριθμητής) κατανεμήθηκε στον κύκλο εργασιών που προέκυψε από τις εξαγωγές κατά την περίοδο της έρευνας της επανεξέτασης (παρονομαστής), διότι η επιδότηση εξαρτάται από την εξαγωγική επίδοση και χορηγήθηκε ανεξάρτητα από τις ποσότητες που κατασκευάσθηκαν, παρήχθησαν, εξήχθησαν ή μεταφέρθηκαν.

(87)

Το ποσοστό της επιδότησης που ορίστηκε στο πλαίσιο του συγκεκριμένου καθεστώτος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας επανεξέτασης για τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα ανέρχεται σε 0,1 %.

III.   Ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων

(88)

Υπενθυμίζεται ότι στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005 το ποσό των κατ’ αξία αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων διαπιστώθηκε ότι είναι 35,1 % για τον μοναδικό παραγωγό-εξαγωγέα που συνεργάζεται στην παρούσα μερική ενδιάμεση επανεξέταση.

(89)

Κατά τη διάρκεια της παρούσας μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης το ποσό των κατ’ αξία αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων διαπιστώθηκε ότι είναι 11,9 %, όπως απεικονίζεται ακολούθως:

ΚΑΘΕΣΤΩΣ

ΕΤΑΙΡΕΙΑ

AAS

DEPBS

EPCGS

ECS

ITIRAD

FMS

Σύνολο

%

%

%

%

%

%

%

Ranbaxy Laboratories Ltd.

8,2

2,1

0,1

1,3

0,1

0,1

11,9

(90)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω συνάγεται το συμπέρασμα ότι μειώθηκε το επίπεδο της επιδότησης όσον αφορά τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα.

IV.   Αντισταθμιστικά μέτρα

(91)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του βασικού κανονισμού και τους λόγους διεξαγωγής της παρούσας μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης που αναφέρονται στο σημείο 3 της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας, διαπιστώνεται ότι το επίπεδο επιδότησης όσον αφορά τον μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό μειώθηκε από 35,1 % σε 11,9 % και, επομένως, το ποσοστό του αντισταθμιστικού δασμού που είχε επιβληθεί στον εν λόγω παραγωγό-εξαγωγέα δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(92)

Ως προς αυτό, υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2005, το ποσοστό επιδότησης της Ranbaxy Laboratories Ltd. ήταν υψηλότερο σε σχέση με το επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας. Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, ο κανόνας του ελάχιστου δασμού που αντανακλά το επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας θεωρήθηκε κατάλληλος για την εξάλειψη της ζημίας αυτής από τον κοινοτικό κλάδο και, ως εκ τούτου, το ποσοστό του αντισταθμιστικού δασμού επί των εισαγωγών από την Ranbaxy Laboratories Ltd. ορίστηκε στο 30,3 %.

(93)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω και δεδομένου ότι το ποσοστό επιδότησης είναι τώρα χαμηλότερο από το επίπεδο εξουδετέρωσης της ζημίας, ο μεμονωμένος εταιρικός συντελεστής αντισταθμιστικού δασμού που ισχύει για το μοναδικό συνεργαζόμενο παραγωγό-εξαγωγέα, Ranbaxy Laboratories Ltd., ορίστηκε στο 11,9 %.

(94)

Όσον αφορά όλες τις υπόλοιπες εταιρείες που δεν συνεργάστηκαν στο πλαίσιο της παρούσας μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης, επισημαίνεται ότι δεν έχουν αλλάξει σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα οι πραγματικοί όροι των καθεστώτων που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας ούτε ο αντισταθμιστικός τους χαρακτήρας. Συνεπώς, δεν υπάρχει λόγος να υπολογιστούν εκ νέου οι συντελεστές των επιδοτήσεων και των δασμών των εταιρειών που δεν συνεργάστηκαν κατά την παρούσα μερική ενδιάμεση επανεξέταση. Ως εκ τούτου, παραμένουν ως έχουν οι συντελεστές των δασμών που ισχύουν για όλες τις άλλες εταιρείες –εκτός της Ranbaxy Laboratories Ltd– που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005.

(95)

Οι μεμονωμένοι εταιρικοί συντελεστές αντισταθμιστικού δασμού που παρατίθενται στον παρόντα κανονισμό, αντανακλούν την κατάσταση που συναντήθηκε κατά τη διάρκεια της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης. Έτσι, εφαρμόζονται μόνον στις εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που παράγεται από αυτές τις εταιρείες. Οι εισαγωγές του εν λόγω προϊόντος που παράγονται από κάθε άλλη εταιρεία, η οποία δεν κατονομάζεται ρητώς στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των νομικών προσώπων που συνδέονται με τις εταιρείες που κατονομάζονται ρητώς, δεν μπορούν να τύχουν αυτών των συντελεστών και υπόκεινται στον δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες».

(96)

Κάθε αίτηση για την εφαρμογή των ως άνω μεμονωμένων συντελεστών αντισταθμιστικού δασμού (π.χ. λόγω αλλαγής επωνυμίας της οντότητας ή μετά τη συγκρότηση νέων οντοτήτων παραγωγής ή πωλήσεων) υποβάλλεται αμέσως στην Επιτροπή (4) μαζί με όλα τα σχετικά στοιχεία, ιδίως κάθε τροποποίηση των δραστηριοτήτων της εταιρείας που αφορούν την παραγωγή και τις εγχώριες και εξαγωγικές πωλήσεις που συνδέεται π.χ. με αυτήν την αλλαγή επωνυμίας ή τη μεταβολή των οντοτήτων παραγωγής και πωλήσεων. Εάν θεωρηθεί σκόπιμο, κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, η Επιτροπή είναι εξουσιοδοτημένη να τροποποιήσει ανάλογα τον κανονισμό αναπροσαρμόζοντας τον κατάλογο των εταιρειών που επωφελούνται από ατομικούς δασμολογικούς συντελεστές,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2005 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ο δασμός που εφαρμόζεται στην καθαρή τιμή “ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας”, πριν από τον εκτελωνισμό, για τις εισαγωγές προϊόντων που παράγονται στην Ινδία από τις ακόλουθες εταιρείες, είναι ο ακόλουθος:

17,3 % για την KDL Biotech Ltd., Mumbai (πρόσθετος κωδικός TARIC: A580),

28,1 % για την Nectar Lifesciences Ltd., Chandigarh (πρόσθετος κωδικός TARIC: A581),

25,3 % για την Nestor Pharmaceuticals Ltd., New Delhi (πρόσθετος κωδικός TARIC: A582),

11,9 % για την Ranbaxy Laboratories Ltd., New Delhi (πρόσθετος κωδικός TARIC: 8221),

28,1 % για την Torrent Gujarat Biotech Ltd., Ahmedabad (πρόσθετος κωδικός TARIC: A583),

28,1 % για την Surya Pharmaceuticals Ltd., Chandigarh (πρόσθετος κωδικός TARIC: A584),

32 % για όλες τις υπόλοιπες εταιρείες (πρόσθετος κωδικός TARIC: 8900).»

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 27 Νοεμβρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

M. ALLIOT-MARIE


(1)  ΕΕ L 288 της 21.10.1997, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 121 της 13.5.2005, σ. 1.

(3)  ΕΕ C 212 της 11.9.2007, σ. 10.

(4)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή — Γενική Διεύθυνση Εμπορίου — Διεύθυνση B — J-79 4/23 — Rue de la Loi/Wetstraat 200 — B-1049 Βρυξέλλες.


Top