This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document C2007/269/67
Case C-436/07 P: Appeal brought on 14 September 2007 by the Commission of the European Communities against the judgment delivered on 12 July 2007 in Case T-312/05 Commission of the European Communities v Efrosini Alexiadou
Υπόθεση C-436/07 P: Αναίρεση που άσκησε στις 14 Σεπτεμβρίου 2007 η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου (τέταρτο τμήμα) που εκδόθηκε στις 12 Ιουλίου 2007 στην υπόθεση T-312/05, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ευφροσύνης Αλεξιάδου
Υπόθεση C-436/07 P: Αναίρεση που άσκησε στις 14 Σεπτεμβρίου 2007 η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου (τέταρτο τμήμα) που εκδόθηκε στις 12 Ιουλίου 2007 στην υπόθεση T-312/05, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ευφροσύνης Αλεξιάδου
ΕΕ C 269 της 10.11.2007, p. 39–39
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
10.11.2007 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 269/39 |
Αναίρεση που άσκησε στις 14 Σεπτεμβρίου 2007 η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου (τέταρτο τμήμα) που εκδόθηκε στις 12 Ιουλίου 2007 στην υπόθεση T-312/05, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ευφροσύνης Αλεξιάδου
(Υπόθεση C-436/07 P)
(2007/C 269/67)
Γλώσσα διαδικασίας: η ελληνική
Διάδικοι
Αναιρεσείουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωπος: Δ. Τριανταφύλλου)
Αναιρεσίβλητη: Ευφροσύνη Αλεξιάδου
Αιτήματα
Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
— |
να ακυρώσει την απόφαση του Πρωτοδικείου της 12ης Ιουλίου στην υπόθεση Τ-312/05, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ε. Αλεξιάδου που επεδόθη στην Επιτροπή στις 18/7/07 |
— |
να επιδικάσει στην Επιτροπή τα αιτήματα της αγωγής της |
— |
να καταδικάσει την αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα της αναιρετικής και της πρωτόδικης διαδικασίας |
Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα
Το Πρωτοδικείο ερμήνευσε εσφαλμένα τις γενικές ρήτρες της συμβάσεως (νόμου μεταξύ των μερών) και ιδίως τη σχετική με τον οικονομικό έλεγχο, που αναφέρεται στον έλεγχο με τρόπο ελαστικό, ως απλή δυνατότητα. Μια άλλη ρήτρα την οποία επικαλείται αυτεπαγγέλτως από το Πρωτοδικείο δεν αναφέρει καν τον έλεγχο, μολονότι πρόκειται για πλημμελή εκπλήρωση της συμβάσεως. Η υποχρέωση διενέργειας ελέγχου αποδεικνύεται, έτσι, ανεξάρτητη της συμβατικής ρήτρας της οποίας γίνεται επίκληση.
Εν πάση περιπτώσει, δεν μπορούσε να απαιτηθεί οικονομικός έλεγχος εάν δεν είχε πραγματικό αντικείμενο, αφού κανείς δεν υποχρεούται στα αδύνατα και οι συμβατικές ρήτρες πρέπει να ερμηνεύονται έτσι ώστε να έχουν πρακτική αποτελεσματικότητα.
Η αρχή της καλής δημοσιονομικής διαχείρισης απαιτεί από την Επιτροπή να μη διενεργεί ελέγχους άνευ λόγου. Το Πρωτοδικείο απέκλεισε εκ προοιμίου την εφαρμογή των αρχών της καλής πίστεως και των συναλλακτικών ηθών που θα μπορούσαν να κατευθύνουν την ερμηνεία του.
Εκδίδοντας απόφαση ερήμην, το Πρωτοδικείο δεν μπορεί να προσάψει στην Επιτροπή ότι δεν εξήγησε ορισμένα επιχειρήματά της (ιδίως το αμέσως προηγούμενο) χωρίς να παραβιάσει την αρχή της ένδικης προστασίας.