Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62018CJ0454

    Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 11ης Μαρτίου 2020.
    Baltic Cable AB κατά Energimarknadsinspektionen.
    Αίτηση του Förvaltningsrätten i Linköping για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
    Προδικαστική παραπομπή – Εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας – Οδηγία 2009/72/ΕΚ – Μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας – Έννοια του “διαχειριστή συστήματος μεταφοράς” – Κανονισμός (ΕΚ) 714/2009 – Γραμμή διασύνδεσης – Γραμμή μεταφοράς η οποία συνδέει τα εθνικά δίκτυα μεταφοράς των κρατών μελών – Άρθρο 16, παράγραφος 6 – Πεδίο εφαρμογής – Χρήση των εσόδων από τον καταμερισμό της δυναμικότητας των γραμμών διασύνδεσης – Επιχείρηση η οποία είναι απλώς υπεύθυνη για τη λειτουργία διασυνοριακού καλωδίου υψηλής τάσης, το οποίο εξασφαλίζει τη διασύνδεση μεταξύ των δύο εθνικών δικτύων μεταφοράς.
    Υπόθεση C-454/18.

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2020:189

     ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα)

    της 11ης Μαρτίου 2020 ( *1 )

    «Προδικαστική παραπομπή – Εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας – Οδηγία 2009/72/ΕΚ – Μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας – Έννοια του “διαχειριστή συστήματος μεταφοράς” – Κανονισμός (ΕΚ) 714/2009 – Γραμμή διασύνδεσης – Γραμμή μεταφοράς η οποία συνδέει τα εθνικά δίκτυα μεταφοράς των κρατών μελών – Άρθρο 16, παράγραφος 6 – Πεδίο εφαρμογής – Χρήση των εσόδων από τον καταμερισμό της δυναμικότητας των γραμμών διασύνδεσης – Επιχείρηση η οποία είναι απλώς υπεύθυνη για τη λειτουργία διασυνοριακού καλωδίου υψηλής τάσης, το οποίο εξασφαλίζει τη διασύνδεση μεταξύ των δύο εθνικών δικτύων μεταφοράς»

    Στην υπόθεση C‑454/18,

    με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Förvaltningsrätten i Linköping (διοικητικό πρωτοδικείο Linköping, Σουηδία) με απόφαση της 5ης Ιουλίου 2018, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 12 Ιουλίου 2018, στο πλαίσιο της δίκης

    Baltic Cable AB

    κατά

    Energimarknadsinspektionen,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

    συγκείμενο από τους A. Prechal, πρόεδρο τμήματος, K. Lenaerts, Πρόεδρο του Δικαστηρίου, ασκούντα καθήκοντα δικαστή του τρίτου τμήματος, L. S. Rossi, J. Malenovský (εισηγητή) και F. Biltgen, δικαστές,

    γενικός εισαγγελέας: E. Tanchev

    γραμματέας: C. Strömholm, διοικητική υπάλληλος,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 20ής Ιουνίου 2019,

    λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

    η Baltic Cable AB, εκπροσωπούμενη από τον M. Wärnsby και τις L. Hallberg και S. Andersson, advokater,

    η Energimarknadsinspektionen, εκπροσωπούμενη από τους G. Morén και C. Vendel Nylander, καθώς και από τις R. Thuresson και E. Vidlund,

    η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη αρχικώς από τον A. Rubio González και, στη συνέχεια, από τον L. Aguilera Ruiz,

    η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον S. Hartikainen,

    το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκπροσωπούμενο από την I. McDowell και τον A. Neergaard,

    το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκπροσωπούμενο από την A. Lo Monaco και από τους J. Kneale και A. Norberg,

    η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την O. Beynet και τον K. Simonsson,

    αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 14ης Νοεμβρίου 2019,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1

    Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία και το κύρος του άρθρου 16, παράγραφος 6, του κανονισμού (ΕΚ) 714/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 (ΕΕ 2009, L 211, σ. 15).

    2

    Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Baltic Cable AB και της Energimarknadsinspektionen (εθνικής επιθεώρησης της αγοράς ενέργειας, Σουηδία) (στο εξής: Ei), σχετικά με τη χρήση των εσόδων που εισπράττει η Baltic Cable από τον καταμερισμό της δυναμικότητας ενός διασυνοριακού καλωδίου υψηλής τάσης που εξασφαλίζει τη διασύνδεση μεταξύ του σουηδικού και του γερμανικού συστήματος μεταφοράς.

    Το νομικό πλαίσιο

    Η οδηγία 2009/72/ΕΚ

    3

    Οι αιτιολογικές σκέψεις 44 και 59 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ (ΕΕ 2009, L 211, σ. 55), έχουν ως εξής:

    «(44)

    […] Η κατασκευή και η συντήρηση των απαιτούμενων υποδομών δικτύου, συμπεριλαμβανομένου του δυναμικού διασύνδεσης, θα πρέπει να συντελεί στο να υπάρχει σταθερός εφοδιασμός ηλεκτρικής ενεργείας. Η κατασκευή και η συντήρηση της απαραίτητης υποδομής δικτύου, συμπεριλαμβανομένου του δυναμικού διασύνδεσης και της αποκεντρωμένης παραγωγής ηλεκτρικής ενεργείας, αποτελούν σημαντικά στοιχεία για έναν σταθερό εφοδιασμό με ηλεκτρική ενέργεια.

    […]

    (59)

    Ένας από τους βασικούς στόχους της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να είναι η ανάπτυξη μιας πραγματικά εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας, μέσω ενός ευρωπαϊκού συνδεδεμένου δικτύου και, ως εκ τούτου, τα κανονιστικά θέματα που αφορούν τις διασυνοριακές διασυνδέσεις και τις περιφερειακές αγορές θα πρέπει να είναι ένα από τα βασικά καθήκοντα, σε στενή συνεργασία των ρυθμιστικών αρχών με τον Οργανισμό, όπου αρμόζει.»

    4

    Κατά το άρθρο της 1, η οδηγία 2009/72 «θεσπίζει κοινούς κανόνες που αφορούν την παραγωγή, τη μεταφορά, τη διανομή και την προμήθεια ηλεκτρικής ενεργείας, καθώς και την προστασία των καταναλωτών, με στόχο τη βελτίωση και την ολοκλήρωση ανταγωνιστικών αγορών ηλεκτρικής ενεργείας στην [Ένωση]».

    5

    Το άρθρο 2 της οδηγίας 2009/72 ορίζει τα εξής:

    «Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

    […]

    3.

    “μεταφορά”: η μεταφορά ηλεκτρικής ενεργείας μέσω διασυνδεδεμένου συστήματος υπερυψηλής και υψηλής τάσης με σκοπό την παροχή σε τελικούς πελάτες ή σε διανομείς, μη συμπεριλαμβανομένης όμως της προμήθειας·

    4.

    “διαχειριστής συστήματος μεταφοράς”: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία, τη συντήρηση και, αν είναι αναγκαίο, την ανάπτυξη του συστήματος μεταφοράς σε μία δεδομένη περιοχή και, κατά περίπτωση, των διασυνδέσεών του με άλλα συστήματα, και για τη μακροπρόθεσμη ικανότητα του συστήματος να ανταποκρίνεται στην εύλογη ζήτηση μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας·

    […]

    13.

    “διασύνδεση”: ο εξοπλισμός που χρησιμοποιείται για τη διασύνδεση των ηλεκτρικών συστημάτων·

    […]»

    6

    Κατά το άρθρο 12, στοιχεία αʹ και ηʹ, της οδηγίας αυτής:

    «Κάθε διαχειριστής συστήματος μεταφοράς είναι υπεύθυνος για:

    α)

    τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης ικανότητας του συστήματος να ανταποκρίνεται στην εύλογη ζήτηση για τη μεταφορά ηλεκτρικής ενεργείας, τη λειτουργία, τη συντήρηση και την ανάπτυξη υπό οικονομικά αποδεκτές συνθήκες, ασφαλών, αξιόπιστων και αποτελεσματικών συστημάτων μεταφοράς, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το περιβάλλον·

    […]

    η)

    την είσπραξη μισθωμάτων συμφόρησης και πληρωμών στο πλαίσιο του μηχανισμού αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών δικτύων μεταφοράς, σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού […] 714/2009, τη χορήγηση και διαχείριση της πρόσβασης τρίτων και την παροχή αιτιολογημένων εξηγήσεων σε περίπτωση άρνησης πρόσβασης[, υπό τον έλεγχο των εθνικών ρυθμιστικών αρχών]· […]»

    7

    Το άρθρο 13, παράγραφος 4, της οδηγίας 2009/72 προβλέπει τα εξής:

    «Κάθε ανεξάρτητος διαχειριστής συστήματος είναι υπεύθυνος για τη χορήγηση και τη διαχείριση της πρόσβασης τρίτων, συμπεριλαμβανομένης της είσπραξης τελών πρόσβασης, επιβαρύνσεων συμφόρησης, και πληρωμών στο πλαίσιο του μηχανισμού αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού […] 714/2009, καθώς και για τη λειτουργία, τη συντήρηση και την ανάπτυξη του συστήματος μεταφοράς και για τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης ικανότητας του συστήματος να ανταποκρίνεται στην εύλογη ζήτηση, με προγραμματισμό επενδύσεων. […]»

    8

    Το άρθρο 37, παράγραφοι 3 και 9, της οδηγίας αυτής ορίζει τα εξής:

    «3.   Εάν έχει διοριστεί ανεξάρτητος διαχειριστής συστήματος με βάση το άρθρο 13, πέραν των καθηκόντων που της ανατίθενται με βάση την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η ρυθμιστική αρχή οφείλει:

    […]

    στ)

    να παρακολουθεί τη χρήση των επιβαρύνσεων συμφόρησης που εισπράττει ο ανεξάρτητος διαχειριστής συστήματος σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού […] 714/2009.

    […]

    9.   Οι ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν τη διαχείριση συμφόρησης των εθνικών συστημάτων ηλεκτρικής ενεργείας, συμπεριλαμβανομένων των διασυνδέσεων, και την υλοποίηση των κανόνων διαχείρισης συμφόρησης. Προς τούτο, οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς υποβάλλουν τους κανόνες διαχείρισης συμφόρησης, συμπεριλαμβανομένης της κατανομής δυναμικότητας, στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να ζητούν τροποποιήσεις αυτών των κανόνων.»

    Ο κανονισμός 714/2009

    9

    Στις αιτιολογικές σκέψεις 21 και 24 του κανονισμού 714/2009 εκτίθενται τα εξής:

    «(21)

    Θα πρέπει να θεσπισθούν κανόνες για τη χρήση των εσόδων που προκύπτουν κατά τις διαδικασίες διαχείρισης της συμφόρησης, εκτός εάν ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της οικείας γραμμής διασύνδεσης δικαιολογεί την εξαίρεση από την εφαρμογή των εν λόγω κανόνων.

    […]

    (24)

    […] Οι ρυθμιστικές αρχές, από κοινού με άλλες αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, καλούνται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο όσον αφορά τη συμβολή στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας.»

    10

    Κατά το άρθρο 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού αυτού:

    «Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι:

    α)

    ο καθορισμός δίκαιων κανόνων για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας και, κατά συνέπεια, η ενίσχυση του ανταγωνισμού εντός της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων των εθνικών και περιφερειακών αγορών. Προς τούτο, απαιτούνται η θέσπιση μηχανισμού αντισταθμίσεων για τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενεργείας και εναρμονισμένων αρχών για τα διασυνοριακά τέλη μεταφοράς καθώς και ο επιμερισμός του διαθέσιμου δυναμικού των διασυνδέσεων μεταξύ των εθνικών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας».

    11

    Το άρθρο 2, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού ορίζει τα εξής:

    «Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2 της οδηγίας [2009/72,] με εξαίρεση τον ορισμό της “γραμμής διασύνδεσης”, ο οποίος αντικαθίσταται ως εξής:

    “γραμμή διασύνδεσης”: γραμμή μεταφοράς που διασχίζει ή γεφυρώνει σύνορο μεταξύ κρατών μελών και η οποία συνδέει τα εθνικά δίκτυα μεταφοράς των κρατών μελών.»

    12

    Το άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 714/2009 ορίζει ως «συμφόρηση» την «κατάσταση κατά την οποία η γραμμή διασύνδεσης που συνδέει εθνικά δίκτυα μεταφοράς δεν είναι σε θέση να διεκπεραιώνει όλες τις φυσικές ροές που προκύπτουν από διεθνείς συναλλαγές που ζητούν οι συντελεστές της αγοράς, λόγω ελλιπούς δυναμικού των γραμμών διασύνδεσης ή/και των ενδιαφερόμενων εθνικών συστημάτων μεταφοράς».

    13

    Κατά το άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού αυτού, ως «νέα γραμμή διασύνδεσης» ορίζεται η γραμμή διασύνδεσης που δεν έχει ολοκληρωθεί έως τις 4 Αυγούστου 2003.

    14

    Το άρθρο 14, παράγραφοι 1 και 4, του κανονισμού 714/2009 ορίζει τα εξής:

    «1.   Τα τέλη που επιβάλλουν οι διαχειριστές δικτύου για την πρόσβαση στα δίκτυα πρέπει να είναι διαφανή, να λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη ασφάλειας των δικτύων και να αντανακλούν το πραγματικό κόστος που προκύπτει στο βαθμό που αντιστοιχεί στο κόστος αποτελεσματικού και διαρθρωτικά συγκρίσιμου διαχειριστή δικτύου και να εφαρμόζονται χωρίς διακρίσεις. Τα τέλη αυτά δεν πρέπει να εξαρτώνται από την απόσταση.

    […]

    4.   Ο καθορισμός των τελών πρόσβασης στο δίκτυο δυνάμει του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται με την επιφύλαξη των τελών που επιβάλλονται επί των δηλωθεισών εξαγωγών και των δηλωθεισών εισαγωγών που απορρέουν από τη διαχείριση της συμφόρησης που αναφέρεται στο άρθρο 16.»

    15

    Το άρθρο 16 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Γενικές αρχές διαχείρισης συμφόρησης», προβλέπει τα εξής:

    «1.   Τα προβλήματα συμφόρησης δικτύου αντιμετωπίζονται με αμερόληπτες λύσεις που βασίζονται στην αγορά και στέλνουν αποτελεσματικά οικονομικά μηνύματα στους συντελεστές της αγοράς και τους συμμετέχοντες διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς. Τα προβλήματα συμφόρησης δικτύου επιλύονται κατά προτίμηση με μεθόδους που δεν βασίζονται στις συναλλαγές, δηλαδή μεθόδους που δεν προϋποθέτουν την επιλογή μεταξύ συμβάσεων με διαφορετικούς συντελεστές της αγοράς.

    2.   Διαδικασίες περικοπής των συναλλαγών χρησιμοποιούνται μόνον σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, όταν ο διαχειριστής συστήματος μεταφοράς πρέπει να ενεργήσει επειγόντως και δεν είναι δυνατή η αναδιανομή ή αντίρροπη συναλλαγή των ροών. Οι διαδικασίες αυτές δεν πρέπει να εφαρμόζονται κατά μεροληπτικό τρόπο.

    Με εξαίρεση τις περιπτώσεις ανωτέρας βίας, οι συντελεστές της αγοράς στους οποίους έχει επιμερισθεί δυναμικό αποζημιώνονται για οποιαδήποτε περικοπή.

    3.   Το μέγιστο δυναμικό των διασυνδέσεων ή/και των δικτύων μεταφοράς που έχουν επιπτώσεις στις διασυνοριακές ροές διατίθεται στους συντελεστές της αγοράς που πληρούν τα πρότυπα ασφάλειας για την ασφαλή λειτουργία του δικτύου.

    4.   Οι συντελεστές της αγοράς πληροφορούν τους συμμετέχοντες διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς σε εύλογο χρόνο πριν από την αντίστοιχη περίοδο δραστηριοτήτων κατά πόσον προτίθενται να εκμεταλλευθούν το επιμερισθέν δυναμικό. Το τυχόν αχρησιμοποίητο επιμερισθέν δυναμικό διατίθεται εκ νέου στην αγορά, με τρόπο ανοικτό, διαφανή και αμερόληπτο.

    5.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς συμψηφίζουν, στο βαθμό που είναι τεχνικώς εφικτό, το δυναμικό που απαιτείται για ροές ηλεκτρικής ενεργείας κατά αντίθετη κατεύθυνση σε συμφορημένη γραμμή διασύνδεσης ούτως ώστε η γραμμή αυτή να χρησιμοποιηθεί με το μέγιστο δυναμικό της. Εφόσον λαμβάνεται πλήρως υπόψη η ασφάλεια του δικτύου, δεν απορρίπτονται συναλλαγές οι οποίες μειώνουν τη συμφόρηση.

    6.   Τυχόν έσοδα από τον επιμερισμό διασύνδεσης χρησιμοποιούνται για τους ακόλουθους σκοπούς:

    α)

    για να εξασφαλίζεται η πραγματική διαθεσιμότητα της κατανεμημένης δυναμικότητας ή/και

    β)

    για να διατηρούνται ή να αυξάνονται οι δυνατότητες διασύνδεσης μέσω επενδύσεων στο δίκτυο, ιδίως με νέες γραμμές διασύνδεσης.

    Εάν τα έσοδα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά για τους σκοπούς των στοιχείων α) ή/και β) του πρώτου εδαφίου, μπορούν να χρησιμοποιούνται, υπό την επιφύλαξη έγκρισης από τις ρυθμιστικές αρχές των οικείων κρατών μελών, μέχρις ανωτάτου ποσού που καθορίζεται από τις εν λόγω αρχές, ως έσοδα τα οποία πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους οι ρυθμιστικές αρχές όταν εγκρίνουν τη μεθοδολογία για τον υπολογισμό των τιμολογίων για το δίκτυο ή/και τον καθορισμό τιμολογίων δικτύου.

    Το υπόλοιπο των εσόδων εγγράφεται σε χωριστή γραμμή εσωτερικού λογαριασμού μέχρις ότου μπορέσει να χρησιμοποιηθεί για τους σκοπούς των στοιχείων α) ή/και β) του πρώτου εδαφίου. Ο Οργανισμός ενημερώνεται για την έγκριση της ρυθμιστικής αρχής που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο.»

    16

    Κατά το άρθρο 17, παράγραφοι 1 και 3, του κανονισμού 714/2009:

    «1.   Οι νέες γραμμές διασύνδεσης συνεχούς ρεύματος είναι δυνατόν, κατόπιν σχετικού αιτήματος, να απαλλάσσονται, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, από τις διατάξεις του άρθρου 16 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού καθώς και των άρθρων 9, 32 και 37 παράγραφοι 6 και 10 της οδηγίας [2009/72], με τους ακόλουθους όρους:

    α)

    η επένδυση πρέπει να αυξάνει τον ανταγωνισμό στην προμήθεια ηλεκτρικής ενεργείας·

    β)

    ο βαθμός κινδύνου μιας επένδυσης είναι τέτοιος που η επένδυση μπορεί να γίνει μόνο εφόσον χορηγηθεί απαλλαγή·

    γ)

    η γραμμή διασύνδεσης πρέπει να αποτελεί ιδιοκτησία φυσικού ή νομικού προσώπου διαφορετικού, τουλάχιστον ως προς τη νομική του μορφή, από τους διαχειριστές συστημάτων στα συστήματα των οποίων θα δημιουργηθεί η γραμμή διασύνδεσης·

    δ)

    εισπράττονται τέλη από τους χρήστες της εν λόγω γραμμής διασύνδεσης·

    ε)

    μετά το μερικό άνοιγμα της αγοράς που αναφέρεται στο άρθρο 19 της οδηγίας 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας [(ΕΕ 1997, L 27, σ. 20)], δεν έχει ανακτηθεί κανένα ποσοστό του κεφαλαίου ή του λειτουργικού κόστους της γραμμής διασύνδεσης από οποιαδήποτε συνιστώσα των τελών που καταβάλλονται για τη χρήση των συστημάτων μεταφοράς ή διανομής τα οποία συνδέονται από τη γραμμή διασύνδεσης, και

    στ)

    η απαλλαγή δεν πρέπει να αποβαίνει εις βάρος του ανταγωνισμού ή της ουσιαστικής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας ή της αποτελεσματικής λειτουργίας του ελεγχόμενου συστήματος με το οποίο συνδέεται η γραμμή διασύνδεσης.

    […]

    3.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται και για τις σημαντικές αυξήσεις δυναμικού σε υφιστάμενες γραμμές διασύνδεσης.»

    17

    Το παράρτημα I του κανονισμού 714/2009, με τίτλο «Κατευθυντήριες γραμμές για τη διαχείριση και τον καταμερισμό της διαθέσιμης δυναμικότητας μεταφοράς ηλεκτρισμού των διασυνδέσεων μεταξύ εθνικών συστημάτων», προβλέπει, μεταξύ άλλων, τα εξής:

    «1.7. […] οι ΔΣΜ [(διαχειριστές συστήματος μεταφορών)] δεν περιορίζουν τη δυναμικότητα διασύνδεσης ώστε να επιλύσουν το πρόβλημα της συμφόρησης εντός της δικής τους περιοχής ελέγχου, με εξαίρεση όταν συντρέχουν οι προαναφερόμενοι λόγοι και λόγοι επιχειρησιακής ασφάλειας. […]

    […]

    2.1. Οι μέθοδοι διαχείρισης της συμφόρησης θα είναι βασισμέν[ες] στους μηχανισμούς της αγοράς, ώστε να διευκολύνεται η αποδοτική διασυνοριακή εμπορία. Για το σκοπό αυτό, η δυναμικότητα καταμερίζεται μόνο μέσω εμφανών (δυναμικότητας) ή αφανών (δυναμικότητας και ενεργείας) δημοπρασιών. Και οι δύο μέθοδοι επιτρέπεται να συνυπάρχουν στην ίδια διασύνδεση. Για ολιγόωρη εμπορία, μπορεί να χρησιμοποιείται συνεχής συναλλαγή.

    […]

    2.6. Οι ΔΣΜ καθορίζουν μια ενδεδειγμένη δομή για τον καταμερισμό δυναμικότητας μεταξύ διαφορετικών χρονικών πλαισίων. […]

    […]

    3.1. Ο καταμερισμός δυναμικότητας σε μια διασύνδεση αποτελεί αντικείμενο συντονισμού και εφαρμόζεται χρησιμοποιώντας από κοινού διαδικασίες καταμερισμού από τους εμπλεκόμενους ΔΣΜ. […]

    […]

    5.2. Οι ΔΣΜ δημοσιεύουν γενική περιγραφή της εφαρμοζόμενης μεθόδου διαχείρισης της συμφόρησης υπό διαφορετικές περιστάσεις, για τη μεγιστοποίηση της διαθέσιμης δυναμικότητας στην αγορά, και γενικό μηχανισμό για τον υπολογισμό της δυναμικότητας διασύνδεσης για τα διάφορα χρονικά πλαίσια, με βάση τις πραγματικά επικρατούσες στο δίκτυο ηλεκτρικές και φυσικές συνθήκες. Ένας τέτοιος μηχανισμός υπόκειται σε επανεξέταση των ρυθμιστικών αρχών των οικείων κρατών μελών.»

    18

    Κατά το σημείο 6 του παραρτήματος αυτού, με τίτλο «Χρήση του εισοδήματος διασύνδεσης»:

    «[…]

    6.3. Το εισόδημα διασύνδεσης επιμερίζεται μεταξύ των εμπλεκόμενων ΔΣΜ σύμφωνα με κριτήρια που συμφωνούνται μεταξύ των εμπλεκόμενων ΔΣΜ και επανεξετάζονται από τις αντίστοιχες ρυθμιστικές αρχές.

    6.4. Οι ΔΣΜ καθορίζουν σαφώς και εκ των προτέρων τη χρήση που θα κάνουν για τυχόν εισόδημα συμφόρησης που αποκτούν, υποβάλλουν δε αναφορά για το πώς πραγματικά χρησιμοποιήθηκε το εισόδημα αυτό. Οι ρυθμιστικές αρχές επαληθεύουν ότι η εν λόγω χρήση συμμορφώνεται προς τον παρόντα κανονισμό και τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές και ότι το συνολικό ποσό του εισοδήματος συμφόρησης που προέκυψε από τον καταμερισμό δυναμικότητας διασύνδεσης αφιερώνεται σε έναν ή περισσότερους από τους τρεις σκοπούς που περιγράφονται στο άρθρο 16 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού.

    […]

    6.6. Η χρήση του εισοδήματος συμφόρησης για επενδύσεις προς διατήρηση ή αύξηση δυναμικότητας διασύνδεσης αποδίδεται κατά προτίμηση σε συγκεκριμένα προκαθορισμένα έργα τα οποία συμβάλλουν στην ανακούφιση της υφισταμένης συναφούς συμφόρησης και τα οποία μπορεί επίσης να υλοποιηθούν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, ιδιαίτερα όσον αφορά τη διαδικασία έγκρισης.»

    Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

    19

    Η Baltic Cable είναι σουηδική εταιρία η οποία, από το 1994, έχει την κυριότητα και είναι υπεύθυνη για τη λειτουργία ηλεκτρικού καλωδίου υψηλής τάσης για τη διασύνδεση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας της Σουηδίας και της Γερμανίας.

    20

    Με απόφαση της 9ης Ιουνίου 2016, η Ei διέταξε την Baltic Cable, βάσει του άρθρου 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009, να εγγράψει τα έσοδα συμφόρησης, δηλαδή τα έσοδα που είχε αποκομίσει από την κατανομή της δυναμικότητας της εν λόγω γραμμής διασύνδεσης κατά τα χρονικά διαστήματα από 1ης Ιουλίου 2013 έως 30 Ιουνίου 2014 και από 1ης Ιουλίου 2014 έως 30 Ιουνίου 2015, σε χωριστή γραμμή εσωτερικού λογαριασμού, μέχρις ότου καταστεί δυνατό να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να εξασφαλιστεί η πραγματική διαθεσιμότητα της κατανεμημένης δυναμικότητας ή/και να διατηρηθούν ή να αυξηθούν οι δυνατότητες διασύνδεσης μέσω επενδύσεων στο δίκτυο, ιδίως σε νέες γραμμές διασύνδεσης.

    21

    Με απόφαση της 2ας Νοεμβρίου 2017, η Ei απέρριψε το αίτημα που υπέβαλε η Baltic Cable δυνάμει του άρθρου 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009, προκειμένου να της επιτραπεί να χρησιμοποιήσει τα έσοδα συμφόρησης ως έσοδα τα οποία οι ρυθμιστικές αρχές πρέπει να λαμβάνουν υπόψη κατά την έγκριση της μεθόδου υπολογισμού των τιμολογίων πρόσβασης στο δίκτυο ή/και κατά τον καθορισμό των τιμολογίων αυτών.

    22

    Η Baltic Cable άσκησε προσφυγή κατά των δύο αυτών αποφάσεων ενώπιον του Förvaltningsrätten i Linköping (διοικητικού πρωτοδικείου Linköping, Σουηδία). Υποστηρίζει κυρίως ότι το άρθρο 16 του κανονισμού 714/2009 αφορά αποκλειστικά τους ΔΣΜ κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 4, της οδηγίας 2009/72, και όχι τις επιχειρήσεις οι οποίες είναι απλώς υπεύθυνες για τη λειτουργία μιας γραμμής διασύνδεσης, όπως η Baltic Cable.

    23

    Επικουρικώς, η Baltic Cable υποστηρίζει ότι το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009 έχει την έννοια ότι οι επιχειρήσεις που είναι απλώς υπεύθυνες για τη λειτουργία μιας γραμμής διασύνδεσης είναι ελεύθερες να διαθέτουν κατά το δοκούν το σύνολο των εσόδων συμφόρησης που προέρχονται από τη γραμμή διασύνδεσης στην οποία έχουν επενδύσει.

    24

    Εν πάση περιπτώσει, κατά την Baltic Cable, πρέπει να επιτρέπεται στις επιχειρήσεις αυτές να χρησιμοποιούν τα έσοδα συμφόρησης σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009.

    25

    Τέλος, η Baltic Cable υποστηρίζει ότι, στο μέτρο που τα έσοδά της συμφόρησης αντιπροσωπεύουν το 70 % περίπου των εισοδημάτων της, οι αποφάσεις της Ei που μνημονεύονται στις σκέψεις 20 και 21 της παρούσας απόφασης θίγουν το δικαίωμα ιδιοκτησίας. Κατά την Baltic Cable, με τις εν λόγω αποφάσεις παραβιάζεται και η αρχή της αναλογικότητας, καθώς θίγεται υπέρμετρα η ικανότητα της Baltic Cable να συνεχίσει τις δραστηριότητές της, με αποτέλεσμα να υπονομεύονται οι σκοποί της αποτελεσματικής διατήρησης των δυνατοτήτων διασύνδεσης που επιδιώκει ο κανονισμός 714/2009, καίτοι οι δυνατότητες που προβλέπει το άρθρο 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του ίδιου κανονισμού παρέχουν λιγότερο επαχθή μέσα για την επίτευξη των σκοπών αυτών. Τέλος, οι ίδιες αυτές αποφάσεις αντιβαίνουν στην αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, στο μέτρο που η Ei, η οποία είχε προηγουμένως αποφανθεί επί του ανώτατου ορίου των εσόδων της Baltic Cable, αποδέχθηκε τον τρόπο με τον οποίον η Baltic Cable σχεδίαζε να χρησιμοποιήσει τα έσοδα συμφόρησης.

    26

    Η Ei υποστηρίζει ότι το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009 αφορά κάθε πρόσωπο που εισπράττει έσοδα συμφόρησης και ότι, κατά συνέπεια, η Baltic Cable υπόκειται στη διάταξη αυτή όσον αφορά τη χρήση των εσόδων της συμφόρησης.

    27

    Επικουρικώς, σε περίπτωση που το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009 έχει εφαρμογή αποκλειστικά στους ΔΣΜ, η Ei υποστηρίζει ότι η Baltic Cable πρέπει να θεωρηθεί ΔΣΜ.

    28

    Επιπλέον, υποστηρίζει ότι η Baltic Cable, στο μέτρο που δεν έχει πελάτες που καταβάλλουν τέλη πρόσβασης στο δίκτυο, δεν μπορεί να τύχει των παρεκκλίσεων που προβλέπει το άρθρο 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009, οι οποίες συνεπάγονται πράγματι μείωση των εν λόγω τελών.

    29

    Μολονότι αναγνωρίζει ότι η εφαρμογή του άρθρου 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009 στην περίπτωση της Baltic Cable έχει για την τελευταία συνέπειες που μπορούν να θεωρηθούν δυσανάλογες, η Ei ισχυρίζεται ότι η εκτίμηση αυτή δεν της επιτρέπει να προβεί σε εφαρμογή contra legem της εν λόγω διάταξης.

    30

    Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι, λαμβανομένου υπόψη του γράμματος του άρθρου 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009, το πεδίο εφαρμογής του άρθρου αυτού δεν περιορίζεται μόνο στους ΔΣΜ, μολονότι δεν μπορεί να αποκλειστεί εκ προοιμίου αντίθετη ερμηνεία.

    31

    Εξάλλου, κατά το δικαστήριο αυτό, από το άρθρο 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, στοιχεία αʹ και βʹ, του κανονισμού 714/2009 προκύπτει σαφώς ότι μια επιχείρηση που εκμεταλλεύεται γραμμή διασύνδεσης δεν μπορεί να χρησιμοποιεί τα έσοδα συμφόρησης για την επίτευξη κέρδους. Αντιθέτως, κατά διασταλτική ερμηνεία της διάταξης αυτής θα μπορούσε να επιτρέπεται η χρήση των εσόδων αυτών για τη λειτουργία και τη συντήρηση της εν λόγω γραμμής διασύνδεσης.

    32

    Εντούτοις, το αιτούν δικαστήριο αμφιβάλλει για το κατά πόσον το άρθρο 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009 παρέχει σε εθνική αρχή τη δυνατότητα να επιτρέπει σε μια επιχείρηση όπως η Baltic Cable, η οποία δεν έχει πελάτες οι οποίοι να καταβάλλουν τέλη πρόσβασης στο δίκτυο που είναι δυνατό να μειωθούν, να χρησιμοποιεί τα έσοδα συμφόρησης για σκοπούς πέραν των προβλεπόμενων από το άρθρο 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού αυτού.

    33

    Τέλος, σε περίπτωση που το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009 έχει εφαρμογή σε επιχειρήσεις όπως η Baltic Cable, το εν λόγω δικαστήριο διερωτάται ως προς το κύρος της διάταξης αυτής υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας.

    34

    Το Förvaltningsrätten i Linköping (διοικητικό πρωτοδικείο Linköping), κρίνοντας ότι η διαφορά που εκκρεμεί ενώπιόν του εγείρει ζητήματα ερμηνείας και κύρους του δικαίου της Ένωσης, αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

    «1)

    Είναι το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού [714/2009] εφαρμοστέο σε όλες τις περιπτώσεις όπου εισπράττονται έσοδα από τον επιμερισμό διασυνδέσεως, ανεξαρτήτως των λοιπών περιστάσεων, ή είναι εφαρμοστέο μόνο σε περίπτωση που το πρόσωπο το οποίο εισπράττει τα έσοδα είναι [ΔΣΜ], όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 2, παράγραφος 4, της οδηγίας [2009/72];

    2)

    Εάν η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι ότι το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού [714/2009] έχει εφαρμογή μόνο στην περίπτωση των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, αποτελεί διαχειριστή συστήματος μεταφοράς μια επιχείρηση η οποία είναι απλώς υπεύθυνη για τη λειτουργία γραμμής διασυνδέσεως;

    3)

    Εάν η απάντηση στο πρώτο ή το δεύτερο ερώτημα είναι ότι το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού [714/2009] έχει εφαρμογή στην περίπτωση επιχειρήσεως που είναι απλώς υπεύθυνη για τη λειτουργία γραμμής διασυνδέσεως, μπορούν τα έξοδα τα οποία σχετίζονται με τη λειτουργία και τη συντήρηση γραμμής διασυνδέσεως να θεωρηθούν ως επενδύσεις δικτύου για τη διατήρηση ή την αύξηση των δυνατοτήτων διασυνδέσεως, κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού [714/2009];

    4)

    Εάν η απάντηση στο πρώτο ή το δεύτερο ερώτημα είναι ότι το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού [714/2009] έχει εφαρμογή στην περίπτωση επιχειρήσεως υπεύθυνης απλώς για τη λειτουργία γραμμής διασυνδέσεως, μπορεί η ρυθμιστική αρχή, βάσει του άρθρου 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, να εγκρίνει τη χρήση των εσόδων που πραγματοποιεί από τον επιμερισμό διασυνδέσεως μια τέτοια επιχείρηση, η οποία διαθέτει μεθοδολογία καθορισμού τιμολογίων δικτύου, αλλά δεν έχει πελάτες διενεργούντες άμεσες πληρωμές με χρεώσεις δικτύου (τιμολόγια) υποκείμενες σε μείωση, ώστε να της επιτρέψει να τα χρησιμοποιήσει για την επίτευξη κέρδους ή, εάν η απάντηση στο τρίτο ερώτημα είναι αρνητική, για τη λειτουργία και τη συντήρηση;

    5)

    Εάν η απάντηση στο πρώτο ή το δεύτερο ερώτημα είναι ότι το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού [714/2009] έχει εφαρμογή στην περίπτωση επιχειρήσεως που είναι απλώς υπεύθυνη για τη λειτουργία γραμμής διασυνδέσεως, και η απάντηση στο τρίτο και το τέταρτο ερώτημα είναι ότι η επιχείρηση δεν επιτρέπεται να κάνει χρήση των εσόδων που προέρχονται από τον επιμερισμό διασυνδέσεως ούτε για τη λειτουργία ή τη συντήρηση ούτε για την επίτευξη κέρδους, ή ότι η επιχείρηση επιτρέπεται να κάνει χρήση των εσόδων που προέρχονται από τον επιμερισμό διασυνδέσεως για τη λειτουργία ή τη συντήρηση αλλά όχι για την επίτευξη κέρδους, είναι η εφαρμογή του άρθρου 16, παράγραφος 6, του κανονισμού [714/2009] στην περίπτωση επιχειρήσεως υπεύθυνης απλώς για τη λειτουργία γραμμής διασυνδέσεως αντίθετη προς την κατοχυρωμένη, στο δίκαιο της Ένωσης, αρχή της αναλογικότητας ή προς οποιαδήποτε άλλη ισχύουσα αρχή;»

    Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

    Επί του πρώτου και του δευτέρου ερωτήματος

    35

    Με το πρώτο και το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009 έχει την έννοια ότι έχει εφαρμογή στην περίπτωση επιχείρησης η οποία είναι απλώς υπεύθυνη για τη λειτουργία διασυνοριακής γραμμής διασύνδεσης.

    36

    Το άρθρο 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009 προβλέπει ότι τα έσοδα συμφόρησης χρησιμοποιούνται προκειμένου να εξασφαλίζεται η πραγματική διαθεσιμότητα της κατανεμημένης δυναμικότητας ή/και προκειμένου να διατηρούνται ή να αυξάνονται οι δυνατότητες διασύνδεσης μέσω επενδύσεων στο δίκτυο, ιδίως σε νέες γραμμές διασύνδεσης.

    37

    Δεδομένου ότι η εν λόγω διάταξη δεν διευκρινίζει ποια πρόσωπα υπέχουν τέτοια υποχρέωση, πρέπει, για την ερμηνεία της διάταξης αυτής, να ληφθούν υπόψη το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος (πρβλ. απόφαση της 7ης Ιουνίου 2005, VEMW κ.λπ., C‑17/03, EU:C:2005:362, σκέψη 41 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

    38

    Όσον αφορά το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009, πρέπει να επισημανθεί ότι σχεδόν όλες οι διατάξεις του άρθρου 16 του κανονισμού αυτού, συμπεριλαμβανομένης της παραγράφου 1, η οποία, ως γενικού περιεχομένου, αποτελεί την εισαγωγή του συνόλου των διατάξεων του εν λόγω άρθρου 16, αναφέρονται ρητώς στους ΔΣΜ, επισημαίνοντας τις διάφορες ευθύνες που υποχρεούνται αυτοί να αναλάβουν στο πλαίσιο της διαχείρισης της συμφόρησης, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 714/2009, ο τελευταίος αυτός όρος αφορά μόνον καταστάσεις που συνδέονται με γραμμή διασύνδεσης, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού.

    39

    Από το γράμμα του άρθρου 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009 ουδόλως προκύπτει ότι η διάταξη αυτή πρέπει να εξαιρείται από την όλη οικονομία του εν λόγω άρθρου 16. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η εν λόγω διάταξη αφορά μόνον τους ΔΣΜ.

    40

    Η ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται από το παράρτημα I του κανονισμού 714/2009, το οποίο φέρει τον τίτλο «Κατευθυντήριες γραμμές για τη διαχείριση και τον καταμερισμό της διαθέσιμης δυναμικότητας μεταφοράς ηλεκτρισμού των διασυνδέσεων μεταξύ εθνικών συστημάτων» και του οποίου οι διατάξεις αναφέρονται συστηματικά στους ΔΣΜ. Ειδικότερα, το σημείο 1.7 του παραρτήματος αυτού προβλέπει ότι οι ΔΣΜ δεν περιορίζουν τη δυναμικότητα διασύνδεσης ώστε να επιλύσουν πρόβλημα της συμφόρησης εντός της δικής τους περιοχής ελέγχου, ενώ στο σημείο 5.2 του παραρτήματος Ι προβλέπεται ότι οι ΔΣΜ δημοσιεύουν γενική περιγραφή της εφαρμοζόμενης μεθόδου διαχείρισης της συμφόρησης υπό διαφορετικές περιστάσεις, με σκοπό τη μεγιστοποίηση της διαθέσιμης δυναμικότητας στην αγορά, καθώς και γενικό μηχανισμό για τον υπολογισμό της δυναμικότητας διασύνδεσης για τα διάφορα χρονικά πλαίσια. Από τα σημεία 1.7, 2.6 και 3.1 του ίδιου παραρτήματος προκύπτει επίσης ότι οι ΔΣΜ είναι υπεύθυνοι για τον καταμερισμό της δυναμικότητας στο επίπεδο των γραμμών διασύνδεσης.

    41

    Επομένως, όπως άλλωστε επιβεβαιώνουν το άρθρο 12, στοιχείο ηʹ, καθώς και τα άρθρα 13, παράγραφος 4, και 37, παράγραφος 3, στοιχείο στʹ, της οδηγίας 2009/72, τα έσοδα συμφόρησης συλλέγονται από τους ΔΣΜ, οι οποίοι, ως εκ τούτου, υποχρεούνται να τα χρησιμοποιούν σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009.

    42

    Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να εξεταστεί αν η έννοια των ΔΣΜ κατά τον κανονισμό 714/2009 καλύπτει και τις επιχειρήσεις που είναι απλώς υπεύθυνες για τη λειτουργία μιας γραμμής διασύνδεσης.

    43

    Συναφώς, όσον αφορά, κατ’ αρχάς, την έννοια της γραμμής διασύνδεσης, το άρθρο 2, παράγραφος 1, του κανονισμού 714/2009 ορίζει την έννοια αυτή, μεταξύ άλλων, ως «γραμμή μεταφοράς» που συνδέει «εθνικά δίκτυα μεταφοράς των κρατών μελών». Επομένως, όσον αφορά τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας, ο κανονισμός διακρίνει μεταξύ γραμμής διασύνδεσης και δικτύου, καθώς η πρώτη δεν αποτελεί «δίκτυο», αλλά «γραμμή» μεταφοράς.

    44

    Εν συνεχεία, κατά το άρθρο 2, παράγραφος 4, της οδηγίας 2009/72, το οποίο, δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 1, του κανονισμού 714/2009, έχει εφαρμογή για τους σκοπούς του κανονισμού αυτού, ο ΔΣΜ είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία, τη συντήρηση και, αν είναι αναγκαίο, την ανάπτυξη του συστήματος μεταφοράς σε μια δεδομένη περιοχή και, κατά περίπτωση, των διασυνδέσεών του με άλλα συστήματα, καθώς και για τη μακροπρόθεσμη ικανότητα του συστήματος να ανταποκρίνεται στην εύλογη ζήτηση μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

    45

    Επομένως, εμπίπτει στην έννοια του ΔΣΜ το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο, μεταξύ άλλων, για τη λειτουργία και τη συντήρηση όχι μόνον ενός συστήματος μεταφοράς, αλλά και μιας ή περισσότερων γραμμών διασύνδεσης, κατά περίπτωση.

    46

    Τέλος, από το γράμμα του άρθρου 2, παράγραφος 4, της οδηγίας 2009/72 προκύπτει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης δεν προέβλεψε ρητώς την περίπτωση στην οποία ένας ΔΣΜ είναι απλώς υπεύθυνος για τη λειτουργία μιας «γραμμής μεταφοράς» και, επομένως, ιδίως για τη λειτουργία μιας γραμμής διασύνδεσης. Ωστόσο, από κανένα στοιχείο δεν μπορεί να συναχθεί ότι πρόθεση του νομοθέτη της Ένωσης ήταν να αποκλείσει από την έννοια των ΔΣΜ, κατά την έννοια της διάταξης αυτής και του κανονισμού 714/2009, μια επιχείρηση η οποία είναι απλώς υπεύθυνη για τη λειτουργία και τη συντήρηση μιας ή περισσότερων γραμμών διασύνδεσης.

    47

    Πράγματι, επισημαίνεται καταρχάς ότι ο ορισμός του ΔΣΜ, όπως υπενθυμίζεται στη σκέψη 44 της παρούσας απόφασης, δίνει έμφαση στην ευθύνη του συγκεκριμένου προσώπου σε σχέση με τη λειτουργία, τη συντήρηση και, αν χρειαστεί, την ανάπτυξη της υποδομής που καθιστά δυνατή τη μεταφορά της ηλεκτρικής ενέργειας, ανεξαρτήτως του αν η υποδομή αυτή αποτελεί «δίκτυο» ή «γραμμή».

    48

    Στη συνέχεια, το άρθρο 17 του κανονισμού 714/2009, το οποίο προβλέπει παρέκκλιση από το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού αυτού υπέρ των νέων γραμμών διασύνδεσης, ορίζει στην παράγραφο 1, στοιχείο γʹ, ότι, προκειμένου να εμπίπτει στην παρέκκλιση αυτή, η εν λόγω γραμμή διασύνδεσης πρέπει να ανήκει σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο διαφορετικό από τους ΔΣΜ στα συστήματα των οποίων θα δημιουργηθεί η εν λόγω γραμμή διασύνδεσης. Από τις προπαρασκευαστικές εργασίες του κανονισμού (ΕΚ) 1228/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ 2003, L 176, σ. 1), ο οποίος καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό 714/2009, και ιδίως από την αιτιολογική έκθεση της τροποποιημένης πρότασης κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με τις συνθήκες πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές συναλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας [COM(2002) 304 τελικό], προκύπτει ότι η διάταξη αυτή αφορά τις γραμμές διασύνδεσης για τις οποίες οι επενδυτές δεν μπορούν να υπολογίζουν στα τέλη για τη χρήση των δικτύων που συνδέονται από τη γραμμή διασύνδεσης.

    49

    Επομένως, ο νομοθέτης της Ένωσης εκκινεί κατ’ ανάγκην από την παραδοχή ότι οι επιχειρήσεις που είναι απλώς υπεύθυνες για τη λειτουργία μιας γραμμής διασύνδεσης εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009.

    50

    Τέλος, η δραστηριότητα που περιορίζεται στη λειτουργία και τη συντήρηση μιας γραμμής διασύνδεσης συμμετέχει στο διασυνοριακό εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας και μπορεί, κατ’ αυτόν τον τρόπο, να βελτιώσει τον ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Κατά συνέπεια, ο αποκλεισμός μιας τέτοιας δραστηριότητας από την έννοια των ΔΣΜ θα αντέβαινε στον σκοπό του κανονισμού 714/2009, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 1, στοιχείο αʹ.

    51

    Επομένως, η έννοια των ΔΣΜ, κατά τον κανονισμό 714/2009, καλύπτει τις επιχειρήσεις που είναι απλώς υπεύθυνες για τη λειτουργία διασυνοριακής γραμμής διασύνδεσης.

    52

    Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο πρώτο και στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009 έχει την έννοια ότι έχει εφαρμογή στην περίπτωση επιχείρησης η οποία είναι απλώς υπεύθυνη για τη λειτουργία διασυνοριακής γραμμής διασύνδεσης.

    Επί του τρίτου ερωτήματος

    53

    Με το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, εάν το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009 έχει την έννοια ότι, όταν ένας ΔΣΜ είναι απλώς υπεύθυνος για τη λειτουργία διασυνοριακής γραμμής διασύνδεσης, οι δαπάνες για τη λειτουργία και τη συντήρηση της γραμμής αυτής μπορούν να θεωρηθούν ως επενδύσεις στο δίκτυο προκειμένου να διατηρηθούν ή να αυξηθούν οι δυνατότητες διασύνδεσης, κατά την έννοια του άρθρου 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού αυτού.

    54

    Υπενθυμίζεται εκ προοιμίου ότι, όπως προκύπτει από τον τίτλο του άρθρου 16 του κανονισμού 714/2009, οι διατάξεις του άρθρου αυτού θεσπίζουν ένα σύνολο κανόνων που συνδέονται με τη διαχείριση της συμφόρησης.

    55

    Η δε έννοια της συμφόρησης ορίζεται στο άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 714/2009 ως η κατάσταση που προκύπτει από το ελλιπές δυναμικό των γραμμών διασύνδεσης ή/και των συστημάτων μεταφοράς.

    56

    Στο πλαίσιο αυτό, το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009 διέπει τα «έσοδα από τον επιμερισμό διασύνδεσης».

    57

    Όπως προκύπτει από το άρθρο 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 714/2009, ο εν λόγω επιμερισμός δυναμικού των διασυνδέσεων διέπεται από εναρμονισμένες αρχές, οι οποίες πρέπει να καθιστούν δυνατή τη θέσπιση δίκαιων κανόνων για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Βάσει του σημείου 2.1 του παραρτήματος I του εν λόγω κανονισμού, ο επιμερισμός αυτός πραγματοποιείται με τη μορφή δημοπρασιών.

    58

    Από τον συνδυασμό όλων των διατάξεων που παρατίθενται στις σκέψεις 54 έως 57 της παρούσας απόφασης προκύπτει ότι όσο μικρότερο είναι το διαθέσιμο δυναμικό της επίμαχης διασύνδεσης σε σχέση με τη ζήτηση τόσο περισσότερο τα έσοδα στα οποία αναφέρεται το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009 μπορούν να αποβούν σημαντικά για τον οικείο ΔΣΜ. Ως εκ τούτου, όπως υπογράμμισε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 43 των προτάσεών του, οι ΔΣΜ δεν έχουν, κατ’ αρχήν, οικονομικό κίνητρο να μειώσουν τις περιπτώσεις συμφόρησης.

    59

    Προκειμένου, όμως, να μειωθεί ή, τουλάχιστον, να περιοριστεί η συμφόρηση, το άρθρο 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009 επιβάλλει να χρησιμοποιούνται τα εν λόγω έσοδα, σύμφωνα με το στοιχείο αʹ του εδαφίου αυτού, προκειμένου να εξασφαλίζεται η πραγματική διαθεσιμότητα της κατανεμημένης δυναμικότητας ή/και, σύμφωνα με το στοιχείο βʹ, προκειμένου να διατηρούνται ή να αυξάνονται οι δυνατότητες διασύνδεσης μέσω επενδύσεων στο δίκτυο, ιδίως σε νέες γραμμές διασύνδεσης.

    60

    Εν προκειμένω, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται ειδικότερα ως προς το εύρος του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 714/2009.

    61

    Όπως προκύπτει από το γράμμα της διάταξης αυτής, ο νομοθέτης της Ένωσης επισήμανε την ανάγκη τα έσοδα στα οποία αναφέρεται η εν λόγω διάταξη, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προορίζονται για τη διατήρηση των υφιστάμενων διασυνδέσεων, να χρησιμοποιούνται για «επένδυση», είτε πρόκειται για επένδυση που καθιστά δυνατή την αύξηση των δυνατοτήτων διασύνδεσης είτε για επένδυση που καθιστά δυνατή τη διατήρησή τους. Συναφώς, το σημείο 6.6 του παραρτήματος I του κανονισμού 714/2009 ορίζει ότι τα έσοδα που προέρχονται από τη συμφόρηση και προορίζονται για τέτοιες επενδύσεις αποδίδονται κατά προτίμηση σε συγκεκριμένα προκαθορισμένα έργα τα οποία συμβάλλουν στη μείωση της εν λόγω συμφόρησης και μπορούν επίσης να υλοποιηθούν εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, ιδιαίτερα όσον αφορά τη διαδικασία έγκρισης.

    62

    Ως εκ τούτου, το κόστος λειτουργίας και συντήρησης μιας γραμμής διασύνδεσης, καθόσον δεν αποτελεί τέτοιου είδους επένδυση, δεν μπορεί να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 714/2009.

    63

    Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 714/2009 έχει την έννοια ότι, όταν ένας ΔΣΜ είναι απλώς υπεύθυνος για τη λειτουργία διασυνοριακής γραμμής διασύνδεσης, οι δαπάνες για τη λειτουργία και τη συντήρηση της γραμμής αυτής δεν μπορούν να θεωρηθούν ως επενδύσεις στο δίκτυο προκειμένου να διατηρηθούν ή να αυξηθούν οι δυνατότητες διασύνδεσης, κατά την έννοια της διάταξης αυτής.

    Επί του τετάρτου ερωτήματος

    64

    Με το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, εάν το άρθρο 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009 έχει την έννοια ότι, όταν η εθνική ρυθμιστική αρχή εφαρμόζει τη διάταξη αυτή σε ΔΣΜ που είναι απλώς υπεύθυνος για τη λειτουργία διασυνοριακής γραμμής διασύνδεσης, μπορεί να επιτρέψει στον ΔΣΜ αυτόν να χρησιμοποιεί τα έσοδα συμφόρησης για την επίτευξη κέρδους ή για τη λειτουργία και τη συντήρηση της εν λόγω γραμμής διασύνδεσης.

    65

    Σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009, τα έσοδα συμφόρησης που δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά για την εξασφάλιση της πραγματικής διαθεσιμότητας της κατανεμημένης δυναμικότητας ή/και για να διατηρούνται ή να αυξάνονται οι δυνατότητες διασύνδεσης μέσω επενδύσεων στο δίκτυο, ιδίως σε νέες γραμμές διασύνδεσης, μπορούν, με την επιφύλαξη της έγκρισης από τις ρυθμιστικές αρχές των οικείων κρατών μελών και μέχρις ενός ανώτατου ποσού που καθορίζεται από τις αρχές αυτές, να χρησιμοποιούνται ως έσοδα τα οποία οι εν λόγω αρχές οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη όταν εγκρίνουν τη μέθοδο υπολογισμού των τιμολογίων πρόσβασης στο δίκτυο ή/και τον καθορισμό τιμολογίων αυτών.

    66

    Επισημαίνεται συναφώς ότι, σε αντίθεση με τους ΔΣΜ που είναι απλώς υπεύθυνοι για μια γραμμή διασύνδεσης, οι ΔΣΜ που είναι συγχρόνως υπεύθυνοι για τη λειτουργία γραμμής διασύνδεσης και δικτύου μεταφοράς έχουν τη δυνατότητα, όπως προκύπτει από το ίδιο το γράμμα του άρθρου 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 714/2009, να επενδύουν όχι μόνον στην εν λόγω γραμμή ή/και σε νέες γραμμές διασύνδεσης, αλλά και στο ίδιο το δίκτυο μεταφοράς, στο μέτρο που, όπως προκύπτει από την έννοια της συμφόρησης κατά το άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 714/2009, το δίκτυο αυτό μπορεί να προκαλέσει προβλήματα συμφόρησης λόγω ελλιπούς δυναμικού.

    67

    Εν συνεχεία, σε αντίθεση με τους ΔΣΜ που είναι απλώς υπεύθυνοι για τη λειτουργία γραμμής διασύνδεσης, ένας ΔΣΜ που είναι υπεύθυνος και για τη λειτουργία δικτύου μεταφοράς εισπράττει, σύμφωνα με το άρθρο 14 του κανονισμού 714/2009, τέλη πρόσβασης στο εν λόγω δίκτυο, τα οποία, όπως προκύπτει από το άρθρο 17, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 714/2009, του παρέχουν τη δυνατότητα να καλύψει τις δαπάνες λειτουργίας και συντήρησης της γραμμής διασύνδεσης με τις οποίες επιβαρύνεται. Τα τέλη αυτά μπορούν επιπλέον να παρέχουν στους ΔΣΜ που τα εισπράττουν τη δυνατότητα να ασκούν τη δραστηριότητά τους για την επίτευξη κέρδους.

    68

    Τέλος, το άρθρο 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009 επιτρέπει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, στους ΔΣΜ να χρησιμοποιούν τα έσοδα συμφόρησης με σκοπό τη μείωση του ύψους των τελών πρόσβασης στο δίκτυο. Δεδομένου, όμως, ότι οι ΔΣΜ που είναι απλώς υπεύθυνοι για τη λειτουργία μιας γραμμής διασύνδεσης δεν εκμεταλλεύονται κανένα δίκτυο μεταφοράς και, ως εκ τούτου, δεν εισπράττουν τέτοια τέλη, δεν είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν τα έσοδα συμφόρησης για τους σκοπούς στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009.

    69

    Προκειμένου να συναχθούν οι συνέπειες των διαφορών που εκτέθηκαν στις σκέψεις 66 έως 68 της παρούσας απόφασης, πρέπει, πρώτον, να ληφθεί υπόψη η παράγραφος 1 του άρθρου 16 του κανονισμού 714/2009, δυνάμει της οποίας, μεταξύ άλλων, τα προβλήματα συμφόρησης του δικτύου πρέπει να αντιμετωπίζονται με «αμερόληπτες λύσεις». Η εν λόγω διάταξη απηχεί τη γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης περί απαγόρευσης των διακρίσεων, η οποία κατοχυρώνεται πλέον στο άρθρο 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    70

    Ως εκ τούτου, η παράγραφος 6 του άρθρου 16 του κανονισμού 714/2009 πρέπει να ερμηνευθεί υπό το πρίσμα της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, καθώς και υπό το πρίσμα της εν λόγω αρχής, ούτως ώστε, στο πλαίσιο εφαρμογής της εν λόγω παραγράφου 6, οι ΔΣΜ που είναι απλώς υπεύθυνοι για τη λειτουργία μιας γραμμής διασύνδεσης να μην υφίστανται δυσμενή διάκριση σε σχέση με εκείνους οι οποίοι, επιπλέον, διαχειρίζονται δίκτυο μεταφοράς.

    71

    Δεύτερον, παρατηρείται ότι το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009 πρέπει να ερμηνευθεί υπό το πρίσμα της αιτιολογικής σκέψης 21 του κανονισμού αυτού, σύμφωνα με την οποία επιτρέπεται παρέκκλιση από τους κανόνες που αφορούν τη χρήση των εσόδων συμφόρησης, εφόσον τούτο δικαιολογείται από την ιδιαίτερη φύση της επίμαχης γραμμής διασύνδεσης.

    72

    Συναφώς, το άρθρο 17 του κανονισμού 714/2009 επιτρέπει την εξαίρεση των νέων γραμμών διασύνδεσης από το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού αυτού, απαιτώντας όμως, προς τούτο, να πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις, μεταξύ των οποίων και η προβλεπόμενη στο άρθρο 17, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του εν λόγω κανονισμού, σύμφωνα με την οποία η εν λόγω διασύνδεση πρέπει να αποτελεί ιδιοκτησία φυσικού ή νομικού προσώπου διαφορετικού από τους ΔΣΜ στα συστήματα των οποίων θα δημιουργηθεί η γραμμή διασύνδεσης.

    73

    Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο νομοθέτης της Ένωσης θέλησε να περιορίσει, όσον αφορά τις νέες γραμμές διασύνδεσης, την έκταση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 714/2009, ιδίως στην περίπτωση που τη γραμμή διασύνδεσης διαχειρίζεται διαφορετικός ΔΣΜ από αυτούς που διαχειρίζονται τα συνδεόμενα από τη γραμμή αυτή συστήματα.

    74

    Επιπλέον, το άρθρο 17, παράγραφος 3, του κανονισμού 714/2009, δυνάμει του οποίου η παράγραφος 1 του ίδιου άρθρου εφαρμόζεται στις σημαντικές αυξήσεις δυναμικού σε υφιστάμενες γραμμές διασύνδεσης, συνεπάγεται ότι το γεγονός ότι η οικεία γραμμή διασύνδεσης είναι ιδιοκτησία ΔΣΜ διαφορετικού από εκείνους των οποίων τα συστήματα συνδέονται από την εν λόγω γραμμή ασκεί επίσης επιρροή όσον αφορά την παρέκκλιση από τους κανόνες του άρθρου 16, παράγραφος 6, του κανονισμού αυτού σχετικά με τη χρήση των εσόδων συμφόρησης από τις υφιστάμενες γραμμές διασύνδεσης.

    75

    Τρίτον, το άρθρο 16, παράγραφος 1, του κανονισμού 714/2009 απαιτεί τα προβλήματα συμφόρησης να αντιμετωπίζονται με λύσεις «που βασίζονται στην αγορά».

    76

    Το άρθρο 12, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/72 προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι κάθε ΔΣΜ πρέπει να μπορεί να ασκεί τη δραστηριότητά του «υπό οικονομικά αποδεκτές συνθήκες».

    77

    Οι διαφορές, όμως, που επισημάνθηκαν στις σκέψεις 66 έως 68 της παρούσας απόφασης, μεταξύ ενός ΔΣΜ που είναι υπεύθυνος συγχρόνως για τη λειτουργία δικτύου μεταφοράς και γραμμής διασύνδεσης και εκείνου που είναι απλώς υπεύθυνος για τη λειτουργία μιας γραμμής διασύνδεσης είναι ακριβώς ικανές να περιαγάγουν τους ΔΣΜ που εμπίπτουν στη δεύτερη αυτή κατηγορία σε κατάσταση στην οποία τα έσοδα συμφόρησης που εισπράττουν δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν, όπως προβλέπει το άρθρο 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009, κατά τρόπο αποτελεσματικό για τους σκοπούς που αναφέρονται στα στοιχεία αʹ και/ή βʹ του πρώτου εδαφίου της ίδιας παραγράφου 6, στο μέτρο που η διάθεση όλων αυτών των εσόδων για τους σκοπούς αυτούς δεν θα επέτρεπε στους εν λόγω ΔΣΜ να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους υπό οικονομικά αποδεκτές συνθήκες, καθώς οι τελευταίοι δεν θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τις δαπάνες λειτουργίας και συντήρησης της γραμμής διασύνδεσης και να αποκομίσουν προσήκον κέρδος.

    78

    Λαμβανομένων υπόψη των εκτιμήσεων που εκτέθηκαν στις σκέψεις 69 έως 77 της παρούσας απόφασης, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, οι οποίες, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 24 του κανονισμού 714/2009, διαδραματίζουν ουσιώδη ρόλο καθόσον συμβάλλουν στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, οφείλουν, όταν εφαρμόζουν το άρθρο 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού αυτού σε ΔΣΜ που είναι απλώς υπεύθυνος για τη λειτουργία μιας γραμμής διασύνδεσης, να παρέχουν σε αυτόν τη δυνατότητα να ασκεί τη δραστηριότητά του υπό οικονομικά αποδεκτές συνθήκες, οι οποίες αντιστοιχούν στις συνθήκες της αγοράς μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ακόμη και πραγματοποιώντας κατάλληλο κέρδος, προκειμένου, ιδίως, ο ΔΣΜ αυτός να μην υφίσταται δυσμενή διάκριση σε σχέση με τους λοιπούς ενδιαφερόμενους ΔΣΜ. Εάν είναι αναγκαίο προς τούτο, στην εν λόγω αρχή απόκειται να επιτρέπει στον εν λόγω ΔΣΜ, κατά παρέκκλιση από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009, να χρησιμοποιεί μέρος των εσόδων συμφόρησης που εισπράττει προκειμένου να καλύψει τις δαπάνες που συνδέονται με τη λειτουργία και τη συντήρηση της γραμμής διασύνδεσης και να αποκομίζει από τη δραστηριότητά του προσήκον κέρδος.

    79

    Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009 έχει την έννοια ότι, όταν μια εθνική ρυθμιστική αρχή εφαρμόζει τη διάταξη αυτή σε ΔΣΜ ο οποίος είναι απλώς υπεύθυνος για τη λειτουργία διασυνοριακής γραμμής διασύνδεσης, απόκειται στην αρχή αυτή να επιτρέψει στον εν λόγω ΔΣΜ να χρησιμοποιεί μέρος των εσόδων συμφόρησης για την επίτευξη κέρδους, καθώς και για τη λειτουργία και τη συντήρηση της γραμμής διασύνδεσης, προκειμένου να μην υφίσταται δυσμενή διάκριση σε σχέση με τους λοιπούς ενδιαφερόμενους ΔΣΜ, καθώς και να του εξασφαλίζει τη δυνατότητα να ασκεί τη δραστηριότητά του υπό οικονομικά αποδεκτές συνθήκες, ακόμη και πραγματοποιώντας προσήκον κέρδος.

    Επί του πέμπτου ερωτήματος

    80

    Με το πέμπτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν, υπό τις προϋποθέσεις που μνημονεύονται συγκεκριμένα στο ερώτημα αυτό και στην περίπτωση που το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού 714/2009 έχει εφαρμογή σε ΔΣΜ που είναι απλώς υπεύθυνος για τη λειτουργία διασυνοριακής γραμμής διασύνδεσης, η διάταξη αυτή πρέπει να θεωρηθεί αντίθετη προς την αρχή της αναλογικότητας ή προς οποιαδήποτε άλλη γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης.

    81

    Από τη διατύπωση του ερωτήματος αυτού προκύπτει ότι το αιτούν δικαστήριο υπέβαλε το ερώτημα αυτό μόνον για την περίπτωση στην οποία από τις απαντήσεις στα προηγούμενα ερωτήματα θα προέκυπτε ότι τέτοιου είδους ΔΣΜ δεν δικαιούται να χρησιμοποιεί τα έσοδα συμφόρησης για να καλύψει τις δαπάνες λειτουργίας και συντήρησης και/ή για την επίτευξη κέρδους.

    82

    Λαμβανομένων υπόψη των απαντήσεων που έδωσε το Δικαστήριο στα τέσσερα πρώτα ερωτήματα, παρέλκει η απάντηση στο πέμπτο ερώτημα.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    83

    Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

     

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται:

     

    1)

    Το άρθρο 16, παράγραφος 6, του κανονισμού (ΕΚ) 714/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 1228/2003, έχει την έννοια ότι έχει εφαρμογή στην περίπτωση επιχείρησης η οποία είναι απλώς υπεύθυνη για τη λειτουργία διασυνοριακής γραμμής διασύνδεσης.

     

    2)

    Το άρθρο 16, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 714/2009 έχει την έννοια ότι, όταν ένας διαχειριστής συστήματος μεταφοράς (ΔΣΜ) είναι απλώς υπεύθυνος για τη λειτουργία διασυνοριακής γραμμής διασύνδεσης, οι δαπάνες για τη λειτουργία και τη συντήρηση της γραμμής αυτής δεν μπορούν να θεωρηθούν ως επενδύσεις στο δίκτυο προκειμένου να διατηρηθούν ή να αυξηθούν οι δυνατότητες διασύνδεσης, κατά την έννοια της διάταξης αυτής.

     

    3)

    Το άρθρο 16, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 714/2009 έχει την έννοια ότι, όταν μια εθνική ρυθμιστική αρχή εφαρμόζει τη διάταξη αυτή σε διαχειριστή συστήματος μεταφοράς (ΔΣΜ) ο οποίος είναι απλώς υπεύθυνος για τη λειτουργία διασυνοριακής γραμμής διασύνδεσης, απόκειται στην αρχή αυτή να επιτρέψει στον εν λόγω ΔΣΜ να χρησιμοποιεί μέρος των εσόδων συμφόρησης για την επίτευξη κέρδους, καθώς και για τη λειτουργία και τη συντήρηση της γραμμής διασύνδεσης, προκειμένου να μην υφίσταται δυσμενή διάκριση σε σχέση με τους λοιπούς ενδιαφερόμενους ΔΣΜ, καθώς και να του εξασφαλίζει τη δυνατότητα να ασκεί τη δραστηριότητά του υπό οικονομικά αποδεκτές συνθήκες, ακόμη και πραγματοποιώντας προσήκον κέρδος.

     

    (υπογραφές)


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική.

    Top