EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62015CN0442

Υπόθεση C-442/15 P: Αναίρεση που άσκησε στις 12 Αυγούστου 2015 η Pensa Pharma, SA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 3 Ιουνίου 2015 στην υπόθεση T-544/12, Pensa Pharma, SA κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), Ferring BV, Farmaceutisk Laboratorium Ferring A/S

ΕΕ C 414 της 14.12.2015, p. 15–16 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

14.12.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 414/15


Αναίρεση που άσκησε στις 12 Αυγούστου 2015 η Pensa Pharma, SA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 3 Ιουνίου 2015 στην υπόθεση T-544/12, Pensa Pharma, SA κατά Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), Ferring BV, Farmaceutisk Laboratorium Ferring A/S

(Υπόθεση C-442/15 P)

(2015/C 414/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Pensa Pharma, SA (εκπρόσωποι: R. Kunze, G. Würtenberger, Rechtsanwälte)

Αντίδικοι κατ’ αναίρεση: Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), Ferring BV, Farmaceutisk Laboratorium Ferring A/S

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 3ης Ιουνίου 2015 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-544/12 και T-546/12,

να δεχθεί την προσφυγή ακυρώσεως που άσκησε η Pensa Pharma S.A. κατά των αποφάσεων του τμήματος προσφυγών στις υποθέσεις R-1883/2011-5 και R-1884/2011-S και

να καταδικάσει το Γραφείο και τους λοιπούς αντιδίκους στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

1.

Η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε σοβαρή νομική πλάνη απορρίπτοντας το επιχείρημά της περί του ότι οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου ήταν παραδεκτοί εφόσον δεν ήταν νέοι, αλλά απλώς ανέπτυσσαν τα νομικά επιχειρήματα που είχαν υποβληθεί προηγουμένως στο τμήμα προσφυγών και στο Γενικό Δικαστήριο.

2.

Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι το τμήμα προσφυγών δεν εξέθεσε τους λόγους για τους οποίους επικύρωσε την απόφαση του τμήματος ακυρώσεως με την οποία έγινε δεκτή η αίτηση ακυρώσεως του αναιρεσίβλητου στην κατά συνεκδίκαση διαδικασία που αφορούσε αρχικά τέσσερις ξεχωριστές αιτήσεις και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα στα έξοδα και των τεσσάρων διαδικασιών ενώπιον του Γραφείου, παρά το ότι και οι δύο αποφάσεις επί των τεσσάρων συνεκδικασθεισών υποθέσεων βασίζονταν αποκλειστικά σε δικαιώματα που επικαλέστηκε ή/και των οποίων ήταν δικαιούχος ο ένας μόνον από τους δύο αιτούντες.

3.

Επίσης, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου θεμελιώνεται σε παραμόρφωση πραγματικών περιστατικών και αποδεικτικών στοιχείων, καθώς και σε πεπλανημένη εκτίμηση του εύρους της δικαιοδοσίας του Γενικού Δικαστηρίου και σε υπέρβαση δικαιοδοσίας, καθόσον το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε προσηκόντως υπόψη τα πραγματικά περιστατικά και δεν εφάρμοσε τις νομοθετικές διατάξεις στο πλαίσιο του δεύτερου λόγου προσφυγής, δηλ. της παραβάσεως του άρθρου 8 του κανονισμού 207/2009 για το κοινοτικό σήμα (1). Αν το Γενικό Δικαστήριο είχε τηρήσει τις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη και του δικαιώματος αιτιολογήσεως της αποφάσεως, έπρεπε να δεχθεί την ασκηθείσα προσφυγή. Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο διότι το Γενικό Δικαστήριο επικύρωσε τις αποφάσεις του τμήματος προσφυγών αν και γνώριζε άριστα ότι η βάση των εν λόγω αποφάσεων, και συγκεκριμένα η ύπαρξη εθνικού σήματος καταχωρισμένου στη Μπενελούξ και στη Γαλλία κατά τον χρόνο εκδόσεως της προσβληθείσας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου αποφάσεως, δεν αποδείχθηκε από το αναιρεσίβλητο ούτε καν προβλήθηκε. Κατά συνέπεια, το Γενικό Δικαστήριο παρέβη το άρθρο 8, παράγραφος 1, και το άρθρο 53, παράγραφος 1, του κανονισμού για το κοινοτικό σήμα, καθόσον εφάρμοσε εσφαλμένα νομικά κριτήρια προκειμένου να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τα σήματα που καταχωρίστηκαν από την αναιρεσείουσα έπρεπε να κηρυχθούν άκυρα λόγω της καταχωρίσεως προγενέστερων σημάτων στη Μπενελούξ και στη Γαλλία.

4.

Οι πλάνες στις οποίες υπέπεσε το Γενικό Δικαστήριο είναι τόσο δικονομικής όσο και ουσιαστικής φύσεως. Κατά συνέπεια, η αναιρεσείουσα, πρώτον, θα αναπτύξει τα επιχειρήματά της σχετικά με την απόρριψη από το Γενικό Δικαστήριο των ισχυρισμών που προέβαλε κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση και, δεύτερον, θα εκθέσει τους λόγους για τους οποίους το Γενικό Δικαστήριο έπρεπε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο δεύτερος λόγος προσφυγής που προβλήθηκε ενώπιόν του και αφορούσε παραβίαση της κατοχυρωμένης αρχής του σεβασμού της νομιμότητας ήταν βάσιμος λαμβανομένων υπόψη των πραγματικών περιστατικών των οποίων έγινε επίκληση.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (EE L 78, σ. 1).


Top