EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52010IE1186

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η νέα ενεργειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης: εφαρμογή, αποτελεσματικότητα και αλληλεγγύη με τους πολίτες» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

ΕΕ C 48 της 15.2.2011, p. 81–86 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

15.2.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 48/81


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η νέα ενεργειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης: εφαρμογή, αποτελεσματικότητα και αλληλεγγύη με τους πολίτες» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

2011/C 48/15

Εισηγητής: ο κ. HERNÁNDEZ BATALLER

Στις 18 Μαρτίου 2010, και σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:

«Η νέα ενεργειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης: εφαρμογή, αποτελεσματικότητα και αλληλεγγύη με τους πολίτες».

Το ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 6 Σεπτεμβρίου 2010.

Κατά την 465η σύνοδο ολομέλειας, της 15ης και 16ης Σεπτεμβρίου (συνεδρίαση της 16ης Σεπτεμβρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 44 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συμπεράσματα

1.1   Το ζητούμενο είναι να τονωθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ενέργειας όσον αφορά τις υποδομές, το καθεστώς των δημοσίων συμβάσεων, την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και την προστασία των καταναλωτών. Προς τον σκοπό αυτόν, η ΕΟΚΕ τονίζει ότι εκείνο που προέχει είναι η αναγκαία ανάπτυξη των ενεργειακών υποδομών και των διευρωπαϊκών δικτύων, ώστε να συγκροτηθεί η εσωτερική αγορά ενέργειας.

Ειδικότερα, πρέπει να οργανωθεί ένα σύστημα μηχανισμών για τη διασαφήνιση των κριτηρίων διαμόρφωσης των τιμών, ούτως ώστε να αποτρέπονται σοβαρές και αδικαιολόγητες ανισότητες, οι οποίες βασίζονται, πολλές φορές εσφαλμένα, στη φύση της ενέργειας που καταναλώνεται, στις πηγές εφοδιασμού ή στα μέσα διανομής.

Ομοίως, θα πρέπει να θεσπιστούν κριτήρια και μέσα για τον εξορθολογισμό της παραγωγής ενέργειας στην επικράτεια των κρατών μελών, με συνεκτίμηση της βιώσιμης χρήσης των πόρων και με αξιοποίηση γεωφυσικών και κλιματολογικών στοιχείων, όπως ο προσδιορισμός των περιόδων αυξημένης παραγωγής ηλιακής, αιολικής ή παλιρροϊκής ενέργειας.

1.1.1   Η εύρυθμη λειτουργία των αγορών ενέργειας απαιτεί διαφάνεια, ώστε οι ανταγωνιστές να έχουν πρόσβαση στα ενεργειακά δίκτυα και στους πελάτες. Προς τούτο, οι αρχές πρέπει να αποτρέπουν τις συμπεριφορές αποκλεισμού, την καταχρηστική εκμετάλλευση και την αθέμιτη σύμπραξη επιχειρηματικής συμπεριφοράς. Η πολιτική περί ανταγωνισμού θα πρέπει να στραφεί, επίσης, στην επιδίωξη της ευημερίας και της βελτίωσης των όρων για τους καταναλωτές, λαμβάνοντας υπόψη ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όπως η ανάγκη εγγύησης της ασφάλειας εφοδιασμού, της μεταφοράς της ενέργειας και της τελικής διανομής. Η ΕΟΚΕ παραπέμπει στις γνωμοδοτήσεις της σχετικά με την καθολική υπηρεσία και με τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, στις οποίες έχει ήδη διαμορφώσει μία πάγια θέση σχετικά με την προστασία των καταναλωτών, τονίζοντας την ανάγκη σαφούς προσδιορισμού της έννοιας της καθολικής υπηρεσίας, προκειμένου να θεσπιστούν κοινοί κανόνες που θα διέπουν την εκπλήρωση των αποστολών κοινής ωφέλειας.

1.1.2   Όσον αφορά ειδικότερα τις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων, πρέπει να αποτραπεί το ενδεχόμενο οι αναθέτουσες αρχές να προβαίνουν σε κατάχρηση των προνομιών τους, επικαλούμενες στρεβλές ερμηνείες των επιφυλάξεων κυριαρχίας του άρθρου 194 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ (1) κατά τον ενδεχόμενο καθορισμό πιο δαπανηρών ή διακριτικών όρων για την πρόσβαση στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου (2) ή για την πρόσβαση στο δίκτυο για την διασυνοριακή μεταφορά ηλεκτρικού ρεύματος (3). Τέλος, η Ένωση θα πρέπει να επιδεικνύει τον μέγιστο δυνατό θεσμικό ζήλο για την ενίσχυση και βελτίωση των διαδικασιών που εγγυώνται τη διαφάνεια των τιμών φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας για τον τελικό βιομηχανικό καταναλωτή (4).

1.1.3   Υπό τις συνθήκες αυτές, είναι αναμενόμενο να επαναπροσδιοριστεί η θέση που κατέχουν στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς οι υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, οι οποίες, σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας, ενισχύουν την αξία της αποτελεσματικής εκτέλεσης των όποιων αποστολών τους αναθέτουν οι εθνικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές (5). Αυτό ισχύει όλως ιδιαιτέρως στον τομέα της ενέργειας, λόγω του πρωτεύοντος ρόλου των υπηρεσιών που παρέχουν μεγάλες βιομηχανίες δικτύων.

1.1.4   Από αυτή την άποψη, δεν θα είναι απλό να οργανωθεί ένα νομικό πλαίσιο που να επιτυγχάνει την ισορροπία μεταξύ, αφενός, της ευρείας διακριτικής ευχέρειας που αναγνωρίζεται στις αρχές των κρατών μελών (βλ. Πρωτόκολλο αριθ. 26, που προσαρτάται στην ΣΕΕ και στην ΣΛΕΕ, άρθρο 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 194 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ) και, αφετέρου, της επίδρασης του ελεύθερου ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά. Πολύ περισσότερο μάλιστα εφόσον η νομολογία του Δικαστηρίου πριν από την έναρξη της ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβώνας, με την επιφύλαξη της αρμοδιότητας των κρατών μελών για την εξασφάλιση της πρόσβασης στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος (6), τόνιζε ότι η εξασφάλιση της πρόσβασης αυτής δεν πρέπει να αντιβαίνει προς τις Συνθήκες (7), και ότι, σε κάθε περίπτωση, οι επιτρεπόμενες παρεκκλίσεις από τους κανόνες των Συνθηκών, οι οποίες απορρέουν από την εσωτερική άσκηση αρμοδιοτήτων στον τομέα αυτόν, πρέπει να ερμηνεύονται περιοριστικά (8).

2.   Εισαγωγή

2.1   Κατά την προσεχή τεσσαρακονταετία, ο ευρωπαϊκός τομέας της ενέργειας θα κληθεί να αντιμετωπίσει πολλές προκλήσεις, οι οποίες θα απαιτήσουν θεμελιώδεις μεταβολές όσον αφορά τον εφοδιασμό, τη μεταφορά και την κατανάλωση ενέργειας. Για να ανταποκριθεί στις προκλήσεις αυτές σε ευρωπαϊκή κλίμακα, η Επιτροπή υποβάλλει επί του παρόντος σε διαβούλευση την προετοιμασία μιας νέας ενεργειακής στρατηγικής για την περίοδο 2011-2020, καθώς και σχέδιο δράσης για το 2050. Η ΕΟΚΕ, από την πλευρά της, καταρτίζει γνωμοδοτήσεις και για τις δύο αυτές πρωτοβουλίες.

2.2   Προκειμένου να αναπτύξει μια πλήρη και ολοκληρωμένη ευρωπαϊκή στρατηγική, ικανή να ανταποκριθεί στις μελλοντικές προκλήσεις, είναι σαφές ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα χρειαστεί να αξιοποιήσει πλήρως τις νέες αρμοδιότητες που της αναγνωρίζει η Συνθήκη της Λισσαβώνας στον τομέα της ενέργειας, καθώς επίσης και να παροτρύνει τα κράτη μέλη να οργανώσουν ευρεία συνεργασία σχετικά με διάφορα θέματα που, βάσει του δικαίου, εμπίπτουν στον τομέα των κοινών αρμοδιοτήτων ή των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών. Ορισμένες από τις σημερινές προσεγγίσεις ενδέχεται να απαιτήσουν νέες τροποποιήσεις των Συνθηκών, ή ακόμη και νέα Συνθήκη (βλ. πρόταση του κ. Jacques Delors για νέα Συνθήκη, η οποία θα θεσπίζει Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ενέργειας). Εν πάση περιπτώσει, για τους σκοπούς της παρούσας γνωμοδότησης θα περιοριστούμε στη Συνθήκη της Λισσαβώνας και σε όσα μέτρα κρίνονται αναγκαία ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι συντρέχουσες αρμοδιότητες που θεσπίζονται δυνάμει της Συνθήκης αυτής θα ασκούνται κατά τρόπο που να επιτρέπει την ολοκληρωμένη προσέγγιση και τον σεβασμό τόσο των δικαιωμάτων των καταναλωτών όσο και των διαφόρων αρμοδιοτήτων που εμπίπτουν στην Ένωση και στα κράτη μέλη.

2.3   Στο άρθρο 194 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) (9), θεσπίζεται νέα βάση για υπερεθνική δράση σχετικά με την ενέργεια, η οποία, ωστόσο, υπόκειται σε ορισμένες προϋποθέσεις που απορρέουν είτε από το ίδιο το ρυθμιστικό πλαίσιο —που προσδιορίζονται δηλαδή ρητώς από το ισχύον πρωτογενές και θεσμικό δίκαιο— είτε από τον μεταγενέστερο συνδυασμό του με ορισμένα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: «ο Χάρτης»).

2.4   Υπό την έννοια αυτή, η ενεργειακή πολιτική της Ένωσης θα μπορεί να επιδιώκει τους στόχους της —λειτουργία της αγοράς ενέργειας, ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, ενεργειακή αποδοτικότητα, εξοικονόμηση ενέργειας και καινοτομία, διασύνδεση των δικτύων— αποκλειστικά εφόσον αυτοί συνάδουν πλήρως με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και είναι συμβατοί με τη βελτίωση του περιβάλλοντος (άρθρο 194 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ). Προς τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή επιδιώκει, ειδικότερα, την επίτευξη των στόχων της διασφάλισης του ενεργειακού εφοδιασμού, της βιώσιμης χρήσης των ενεργειακών πόρων και της πρόσβασης στην ενέργεια σε τιμές προσιτές για τους καταναλωτές και ανταγωνιστικές, καθόσον η ενοποίηση της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας δεν συνιστά στόχο αφ’ εαυτή, αλλά καθοριστικό μέτρο για την επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων.

2.5   Ομοίως, τα μέτρα που ενδέχεται να υιοθετήσει η Ένωση σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία για την επίτευξη των στόχων αυτών δεν μπορούν να θίγουν το δικαίωμα ενός κράτους μέλους να καθορίζει τους όρους εκμετάλλευσης των ενεργειακών του πόρων, την επιλογή μεταξύ διαφορετικών πηγών ενέργειας και τη γενική διάρθρωση του ενεργειακού του εφοδιασμού (άρθρο 194 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ).

2.6   Η τελευταία αυτή διάταξη, που διαφυλάσσει ρητώς ορισμένα πεδία της κυριαρχίας των κρατών μελών, τους διασφαλίζει επίσης ευρύ περιθώριο δράσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ (10), με την επιφύλαξη ότι οι δράσεις τους θα υπαγορεύονται από «πνεύμα αλληλεγγύης», όπως διακηρύσσεται στο προαναφερθέν άρθρο 194 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

2.7   Δεδομένου ότι η ενέργεια συμπεριλαμβάνεται στις συντρέχουσες αρμοδιότητες (άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο θ) της ΣΛΕΕ) και προκειμένου να προληφθούν, κατά το δυνατόν, ενδεχόμενες συγκρούσεις μεταξύ του γενικού συμφέροντος της Ένωσης, των εθνικών συμφερόντων των κρατών μελών της (11), των ειδικών συμφερόντων των επιχειρήσεων του κλάδου, των δικαιωμάτων των πολιτών και των δικαιωμάτων των καταναλωτών και χρηστών, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή κρίνει σκόπιμο να προτείνει μια θεσμική τοποθέτηση επί του θέματος.

2.8   Η Επιτροπή έχει υποβάλει δέσμη προτάσεων ευρείας εμβέλειας, που επιδιώκουν την τήρηση των δεσμεύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως το 2020. Προς τον σκοπό αυτόν, υπάρχει συναίνεση μεταξύ Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 20 %, τη θέσπιση ποσοστού 20 % από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας επί του συνόλου της παραγωγής και τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης κατά 20 %. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή υιοθέτησε νέο γενικό κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία, σύμφωνα με τον οποίο οι κρατικές ενισχύσεις για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και για ενεργειακή αποδοτικότητα απαλλάσσονται από την υποχρέωση κοινοποίησης εφόσον πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια.

2.9   Μεταξύ των καίριων θεμάτων που εξετάζονται στην «Νέα ενεργειακή στρατηγική για την Ευρώπη 2011-2020» της Επιτροπής, πέραν της προστασίας των πολιτών ως καταναλωτών και της πρόσβασης στις ενεργειακές υπηρεσίες και στην απασχόληση που δημιουργείται χάρη στην οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, συμπεριλαμβάνονται και τα εξής:

η εφαρμογή των ήδη συμφωνηθέντων πολιτικών της δέσμης μέτρων για την ελευθέρωση της αγοράς της ενέργειας και την κλιματική αλλαγή και του στρατηγικού σχεδίου ενεργειακών τεχνολογιών (σχέδιο ΣΕΤ)·

ο χάρτης πορείας για τη μείωση των ανθρακούχων εκπομπών του ενεργειακού κλάδου έως το 2050·

η τεχνολογική καινοτομία·

η ενίσχυση και ο συντονισμός της εξωτερικής πολιτικής·

η μείωση των αναγκών σε ενέργεια (σχέδιο δράσης ενεργειακής απόδοσης), ειδικότερα δε η ανάγκη ανάπτυξης των ενεργειακών υποδομών ώστε ο εφοδιασμός και η διανομή να ανταποκρίνονται στη ζήτηση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας.

2.10   Οι δράσεις αυτές της Επιτροπής —για ορισμένες από τις οποίες εκκρεμεί ακόμη η υιοθέτησή τους από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο και η μετέπειτα εφαρμογή τους από τα κράτη μέλη (όπως π.χ. στην περίπτωση του φυσικού αερίου, της γενίκευσης της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των μέτρων για την ενεργειακή απόδοση των μεταφορών, της οικοδομής κλπ.)— υπαγορεύονται από το μέλημα της επίτευξης της Στρατηγικής 20-20.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1   Ωστόσο, θα ήταν σκόπιμο να προσδιοριστούν, αφενός, οι δράσεις οι οποίες, ελλείψει επαρκώς θεσπισθείσας από τις Συνθήκες νομικής βάσης, αποδεικνύονται αναγκαίες για τη βραχυπρόθεσμη διαμόρφωση μιας αυθεντικής ενεργειακής πολιτικής, στο ύψος των προκλήσεων που θα αντιμετωπίσει η ΕΕ τον 21ο αιώνα. Επ’ αυτού, έχουν ήδη διατυπωθεί κάποιες πρωτοβουλίες, όπως αυτή του κ. Jacques Delors για την υπογραφή νέας Συνθήκης για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ενέργειας, η οποία θα αναγνωρίζει στην ΕΕ, μεταξύ άλλων, αρμοδιότητες για την προώθηση της δημιουργίας περισσότερων και καλύτερων δικτύων διεθνικής σύνδεσης των ενεργειακών υποδομών, κοινών πόρων και μέσων έρευνας, ανάπτυξης και καινοτομίας (Ε+Α+κ) στο πεδίο της ενέργειας, ή ακόμη εμπορικών μηχανισμών για την από κοινού παρουσία στις διεθνείς αγορές ενεργειακών προϊόντων (12).

3.2   Αφετέρου, σε σχέση με το προαναφερθέν άρθρο 194 της ΣΛΕΕ, είναι σκόπιμο να αναπτυχθεί προβληματισμός σχετικά με την εμβέλεια τριών πεδίων επί των οποίων θα έχουν επίδραση οι δημόσιες πολιτικές σε εσωτερικό και σε υπερεθνικό επίπεδο. Πρόκειται για τα εξής: διαφύλαξη και ανάπτυξη των δικαιωμάτων των πολιτών της Ένωσης· συνεκτικότητα της εφαρμογής των εξαιρέσεων εθνικής ασφάλειας των κρατών με την υπερεθνική ενεργειακή ασφάλεια και συμβατότητα των εθνικών μέτρων με τη θέσπιση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς της ενέργειας, κυρίως όσον αφορά τις υποδομές μεταφορών και διανομής, τα δίκτυα διασύνδεσης, το καθεστώς των δημοσίων συμβάσεων και τα δικαιώματα των καταναλωτών.

3.3   Βεβαίως, ο πυρήνας των δικαιωμάτων που συνδέεται πιο στενά με τα μελλοντικά ενεργειακά μέτρα της ΕΕ αναγνωρίζεται στον Τίτλο IV (Αλληλεγγύη) του Χάρτη, και συγκεκριμένα στα άρθρα 36 (Πρόσβαση στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος) και 38 (Προστασία του καταναλωτή). Θα ήταν σκόπιμο να μελετηθούν οι ενδεχόμενες συνέπειες της κύρωσης, από όλα τα κράτη μέλη, του Πρωτοκόλλου αριθ. 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων (ΕΣΑΔ), η οποία, μαζί με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας, διανοίγει τον δρόμο για την προσχώρηση της ΕΕ στην ΕΣΑΔ.

3.3.1   Πρόκειται, όμως, για διατάξεις οι οποίες κατοχυρώνουν αρχές θεσμικής δράσης της ΕΕ, αλλά οι οποίες δεν αναγνωρίζουν ρητώς υποκειμενικά δικαιώματα (13), παρότι για ζητήματα προστασίας του περιβάλλοντος και των καταναλωτών υφίσταται ήδη πάγιο ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο διαφύλαξης των ατομικών συμφερόντων και των λεγόμενων «διάχυτων συμφερόντων». Εντούτοις, η εφαρμογή του πρωτοκόλλου σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος, που προσαρτάται στην ΣΕΕ και στην ΣΛΕΕ, αναμένεται ότι θα ενισχύσει την δυνατότητα πρόσβασης των πολιτών σε ενέργεια από διάφορες πηγές, με ιδιαίτερη μέριμνα για την κατάσταση των λιγότερο ευνοημένων κοινωνικών στρωμάτων.

3.3.2   Για τους προαναφερόμενους λόγους, αναμένεται να προκληθούν εντάσεις μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της όσον αφορά τις νομοθετικές ρυθμίσεις, καθώς είναι δύσκολο να συνδυαστεί η υπερεθνική αποστολή της ελευθέρωσης ή/και εναρμόνισης των καθοριστικών στοιχείων λειτουργίας της αγοράς ενέργειας στην Ευρώπη με την κρατική αποστολή της διαφύλαξης της κοινωνικής ευημερίας (14). Ωστόσο, η Επιτροπή φρονεί ότι, αντιθέτως, η συνεργασία μεταξύ κρατών μελών θα αυξήσει την ασφάλεια σε εθνικό επίπεδο.

3.3.3   Ακόμη περισσότερο δε επειδή, ως γνωστόν, ο Χάρτης θεσπίζει απλώς ελάχιστα επίπεδα προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών που αναγνωρίζει (15) και, επιπλέον, υπόκειται σε περιορισμούς εφαρμογής στην επικράτεια ορισμένων κρατών μελών (16). Το ζητούμενο είναι να διαφυλαχθεί κατά το δυνατόν η κοινωνική συνοχή, ώστε να εξασφαλίζονται τα δικαιώματα αλληλεγγύης ως προς την πρόσβαση στην ενέργεια, τόσο για τα λιγότερο ευνοούμενα οικονομικά στρώματα του πληθυσμού, όσο και για τις ευάλωτες ομάδες και τα άτομα με ειδικές ανάγκες.

3.3.4   Και ακόμη, επειδή οι καταστροφικές συνέπειες που επιφέρει η υπό εξέλιξη παγκόσμια οικονομική κρίση στην απασχόληση —από άποψη κατάργησης θέσεων εργασίας— και στους μισθούς —από άποψη προσαρμογής— καθώς και στην ικανότητα των δημοσίων αρχών να αναλαμβάνουν τις κοινωνικές παροχές, απειλούν ευρέα στρώματα του πληθυσμού με αποκλεισμό από την πρόσβαση στην ενέργεια, και πρόκληση «ενεργειακής φτώχιας».

3.4   Ένα άλλο ζήτημα που πρέπει να επιλυθεί αφορά τη συνεκτικότητα μεταξύ των στρατηγικών εθνικής ασφάλειας των κρατών μελών και της ανάγκης εγγύησης της ενεργειακής ασφάλειας σε υπερεθνικό επίπεδο.

3.4.1   Οι διαδρομές και οι πηγές ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να υποστηρίζουν την ασφάλεια του εφοδιασμού της Ένωσης στο σύνολό της και των κρατών μελών της μεμονωμένα. Η ασφάλεια του εφοδιασμού θα εξαρτηθεί, στο μέλλον, από την εξέλιξη του μείγματος καυσίμων, από την ανάπτυξη της παραγωγής στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στις τρίτες χώρες που την εφοδιάζουν, από τις επενδύσεις σε εγκαταστάσεις αποθήκευσης και από τις διαδρομές εντός και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.4.2   Δεδομένου ότι στο άρθρο 4 παράγραφος 2 της ΣΕΕ η εθνική ασφάλεια αναγνωρίζεται ως «ουσιώδης λειτουργία» των κρατών και η ευθύνη της προστασίας της ορίζεται ρητώς ότι τους ανήκει αποκλειστικά, θα πρέπει να θεσπιστούν πεδία πολιτικού και ρυθμιστικού συντονισμού μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών της, ώστε να επιτευχθούν οι συνεργίες και συμπληρωματικότητες που απαιτούνται από το άρθρο 194 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ.

3.4.3   Προς τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να διερευνηθούν τρόποι για την θεσμική ενίσχυση του Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενεργείας (17), μεταξύ των αρμοδιοτήτων του οποίου περιλαμβάνονται η προώθηση της ανταλλαγής ορθών πρακτικών και η συνεργασία μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών και των οικονομικών φορέων, η έκδοση γνωμοδοτήσεων περί της συμφωνίας των αποφάσεων που λαμβάνονται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές με τις υπερεθνικές υποχρεώσεις και, σε συγκεκριμένες περιστάσεις, η απόφαση σχετικά με τους όρους και τις προϋποθέσεις όσον αφορά την πρόσβαση και την ασφάλεια λειτουργίας των υποδομών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου που συνδέουν δύο τουλάχιστον κράτη μέλη. Καθίσταται, λοιπόν, αναγκαίος ο συντονισμός και η συνεργασία μεταξύ κρατών μελών, υπό την εποπτεία του Οργανισμού. Ωστόσο, οιαδήποτε διεύρυνση ή τροποποίηση των αρμοδιοτήτων του Οργανισμού θα πρέπει να συμμορφώνεται προς τα γενικά όρια που καθορίζονται βάσει της νομολογίας του Δικαστηρίου, ειδικότερα δε βάσει της απόφασης «Meroni» (18).

3.4.4   Πρέπει να εξασφαλιστεί η εφαρμογή του ρυθμιστικού κεκτημένου της Ένωσης σχετικά με την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού —το οποίο εκπονήθηκε και υιοθετήθηκε πριν από την θέσπιση της προαναφερθείσας παραγράφου 2 του άρθρου 4 της ΣΕΕ, και καλύπτει δράσεις είτε αυστηρά υπερεθνικές (19) είτε στον χώρο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης και της ειδικής θέσης του Εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του 2010 σχετικά με την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού (20)—, καθώς και με τη συμβατότητά της προς ορισμένες διατάξεις του ευρωπαϊκού χάρτη δικαιωμάτων των καταναλωτών ενέργειας οι οποίες αφορούν τη χρήση υποδομών μεταφοράς ενέργειας και τη μεταφορά ενεργειακών υλικών και προϊόντων (21).

3.4.5   Για να ενισχυθεί η ασφάλεια εφοδιασμού και η αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης της Ένωσης και, ειδικότερα, για να υποστηρίζονται τα κράτη μέλη που υφίστανται σε λιγότερο ευνοϊκές γεωγραφικές ή γεωλογικές συνθήκες, τα κράτη μέλη πρέπει να καταρτίσουν κοινά προγράμματα προληπτικών μέτρων ή μέτρων έκτακτης ανάγκης σε υπερεθνικό ή ακόμα και σε διεθνικό επίπεδο. Τα προγράμματα αυτά θα πρέπει να αναθεωρούνται τακτικά και να δημοσιεύονται. Το Ταμείο Συνοχής και τα Διαρθρωτικά Ταμεία θα μπορούσαν στο μέλλον να αναλάβουν σημαντικό μερίδιο της οικονομικής στήριξης των σχεδίων αυτών.

3.4.6   Για την καλύτερη διαφύλαξη των προαναφερόμενων στόχων, θα ήταν σκόπιμο να υιοθετηθούν το ταχύτερο, βάσει του άρθρου 122 ή του άρθρου 194 της ΣΛΕΕ, τα μέτρα που θα ρυθμίζουν την διάθεση συγκεκριμένων ενεργειακών προϊόντων, σε περίπτωση σοβαρών δυσχερειών που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν τα κράτη μέλη, καθώς και τα μέτρα που θα καθορίζουν τις διαδικασίες προσδιορισμού της χρηματοδοτικής βοήθειας προς τα κράτη μέλη που πλήττονται από φυσικές καταστροφές ή αντιμετωπίζουν έκτακτα συμβάντα. Ομοίως, θα μπορούσε να προβλεφθεί η προσφυγή στο άρθρο 149 της ΣΛΕΕ ως συμπληρωματική βάση για την επίτευξη των προαναφερθέντων στόχων, εφόσον αυτό υπαγορεύεται από ειδικές περιστάσεις που θα δικαιολογούν την υιοθέτηση υπερεθνικών μέτρων.

3.4.7   Υπό το φως των προκλήσεων και των στόχων που καλείται να αντιμετωπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση στο πεδίο της ενέργειας, φαίνεται αναγκαίο να υποστηριχθεί ο καθορισμός μιας πραγματικής «ευρωπαϊκής δημόσιας υπηρεσίας ενέργειας», η οποία, με την επιφύλαξη της αρχής της επικουρικότητας, θα έχει ως αποστολή, μεταξύ άλλων, να καταρτίσει δημόσιο μητρώο σχετικά με τις καταναλωτικές συνήθειες στον τομέα της ενέργειας στα κράτη μέλη, τις μορφές της ενέργειας που καταναλώνεται στα κράτη μέλη, τα μέσα πρόληψης καταστροφών που συνδέονται με τη χρήση και τη μεταφορά ενέργειας, και να συντονίζει την πολιτική προστασία προς τον σκοπό αυτό κ.ά.

Βρυξέλλες, 16 Σεπτεμβρίου 2010.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  Το υπερεθνικό νομικό πλαίσιο διέπεται επί του παρόντος από την οδηγία 2004/17/ΕΚ του ΕΚ και του Συμβουλίου, της 31.3.2004 (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2005/51/ΕΚ (ΕΕ L 257 της 1.10.2005, σ. 127), και από τον κανονισμό 2083/2005/ΕΚ (ΕΕ L 333 της 20.12.2005, σ. 28).

(2)  Για τη διευκόλυνση του ελεύθερου ανταγωνισμού, από το 2011 θα τεθούν σε ισχύ οι όροι του κανονισμού 715/2009/ΕΚ του ΕΚ και του Συμβουλίου, της 13.7.2009 (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 36).

(3)  Από το 2011 θα τεθούν επίσης σε ισχύ οι όροι του κανονισμού 714/2009/ΕΚ του ΕΚ και του Συμβουλίου (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 15).

(4)  Σύμφωνα με τους στόχους των οδηγιών 90/377/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29.6.1990 (ΕΕ L 185 της 17.7.1990, σ. 16)· 2003/54/ΕΚ και 2003/55/ΕΚ του ΕΚ και του Συμβουλίου, της 26.6.2003 (ΕΕ L 176 της 15.7.2003, σ. 37 και σ. 57 αντιστοίχως)· και της πρότασης οδηγίας του ΕΚ και του Συμβουλίου, της 29.11.2007 (COM(2007) 735 τελικό).

(5)  Το Πρωτόκολλο αριθ. 26 σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος, που προσαρτάται στην ΣΕΕ και στην ΣΛΕΕ, συμπληρώνει το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και προσφέρει στο Δικαστήριο νέα βάση για την ερμηνεία του άρθρου 36 του Χάρτη επί του θέματος αυτού.

(6)  Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο αναγνώρισε στα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα να προσαρμόζουν στους στόχους της εθνικής τους πολιτικής τον καθορισμό των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος που αναθέτουν σε ορισμένες επιχειρήσεις (απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 1997, υπόθεση C-159/94, Επιτροπή κατά Γαλλίας, Συλλογή 1997, σ. I-05815, σκέψη 49).

(7)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 23ης Μαΐου 2000, υπόθεση C-209/98, Sydhavnens Sten, Συλλογή 2000, σ. I-03743, σκέψη 74.

(8)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 17ης Μαΐου 2001, υπόθεση C-340/99, TNT Traco SpA κατά Poste Italiane SpA και λοιπών, Συλλογή 2001, σ. I-04109, σκέψεις 56-58.

(9)  Δημοσιεύτηκε στην ΕΕ C 83 της 30.3.2010, σ. 47.

(10)  

Σύμφωνα με την οποία: «Η έκταση και οι όροι άσκησης των αρμοδιοτήτων της Ένωσης καθορίζονται από τις οικείες για κάθε τομέα διατάξεις των Συνθηκών».

(11)  Η σχέση μεταξύ κανονιστικών καθεστώτων και διοικητικών πρακτικών ενδέχεται να αποδειχθεί ιδιαίτερα σύνθετη, υπό το φως των διατάξεων του άρθρου 2 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, σύμφωνα με την οποία, στον τομέα αυτό, δύνανται να λαμβάνουν δεσμευτικές αποφάσεις και η Ένωση και τα κράτη μέλη της, και αναγνωρίζεται στα κράτη μέλη η άσκηση των αρμοδιοτήτων τους όταν η Ένωση δεν έχει ασκήσει τη δική της ή όταν η Ένωση αποφασίσει να παύσει να ασκεί τη δική της. Επιπλέον, στο Πρωτόκολλο αριθ. 25 (σχετικά με την άσκηση των συντρεχουσών αρμοδιοτήτων), το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και τη ΣΛΕΕ, στο άρθρο μόνο, θεσπίζεται ότι «[…]όταν η Ένωση αναλαμβάνει δράση σε συγκεκριμένο τομέα, το πεδίο άσκησης αυτής της αρμοδιότητας καλύπτει μόνο τα στοιχεία που διέπονται από την εν λόγω πράξη της Ένωσης και, συνεπώς, δεν καλύπτει ολόκληρο τον τομέα».

(12)  Βλ. τη διερευνητική γνωμοδότηση CESE 990/2010 «Η ενεργειακή πενία υπό το πρίσμα της ελευθέρωσης της αγοράς και της οικονομικής κρίσης».

(13)  Βλ. BENOÎT ROHMER, F., VVAA: Commentary of the Charter of Fundamental Rights of the European Union, Βρυξέλλες, 2006, σσ. 312 κ.ε.· επίσης, LUCARELLI, A., in VVAA: L’Europa dei diritti. Commento alla Carta dei diritti fondamentali del’Unione Europea, Μπολόνια, 2002, σ. 251 κ.ε.

(14)  Βλ. MOREIRO GONZÁLEZ, C. J.: «El objetivo del bienestar social en el contexto de crisis económica mundial», Gaceta Jurídica de la UE y de la Competencia, Nueva Época,11, 5, 2009, σ. 7 κ.ε.

(15)  Βλ. τα άρθρα 51 και 52 του Χάρτη και την Δήλωση αριθ. 1 των κρατών μελών σχετικά με τον Χάρτη, η οποία προσαρτάται στην τελική πράξη της ΔΚΔ η οποία υιοθέτησε τη Συνθήκη της Λισσαβώνας που υπογράφηκε στις 13.12.2007 (ΕΕ C 83 της 30.3.2010, σ. 337), καθώς και τις Επεξηγήσεις σχετικά με τον Χάρτη, οι οποίες καταρτίσθηκαν υπ’ ευθύνη του Προεδρείου της Συνέλευσης που τον συνέταξε και ενημερώθηκαν με ευθύνη του Προεδρείου της Ευρωπαϊκής Συνέλευσης (ΕΕ C 303 της 14.12.2007, σ. 17 κ.ε.).

(16)  Όπως θεσπίζεται στο Πρωτόκολλο αριθ. 30 σχετικά με την εφαρμογή του Χάρτη στην Πολωνία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο προσαρτάται στην ΣΕΕ και στην ΣΛΕΕ (ΕΕ C 83 της 30.3.2010, σ. 313), και στη Δήλωση αριθ. 53 της Τσεχικής Δημοκρατίας σχετικά με τον Χάρτη, η οποία προσαρτάται στην τελική πράξη της ΔΚΔ η οποία υιοθέτησε τη Συνθήκη της Λισσαβώνας που υπογράφηκε στις 13.12.2007 (ΕΕ C 83 της 30.3.2010, σ. 355).

(17)  Συστάθηκε βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2009 του ΕΚ και του Συμβουλίου, της 13.7.2009 (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 1).

(18)  Υπενθυμίζεται επ’ αυτού ότι η νομολογία του Δικαστηρίου δεν αναγνωρίζει στην Επιτροπή το δικαίωμα να εκχωρεί ρυθμιστικές ή εκτελεστικές εξουσίες, εκτός εάν οι εν λόγω εξουσίες προβλέπονται ρητώς από τη Συνθήκη (απόφαση Meroni της 17ης Ιουλίου 1959, Ελληνική ειδική έκδοση σ. 341).

(19)  Π.χ. η ανακοίνωση της Επιτροπής «Δεύτερη επισκόπηση της ενεργειακής στρατηγικής: Σχέδιο δράσης της ΕΕ για την ενεργειακή ασφάλεια και αλληλεγγύη» (COM(2008) 781 τελικό), όπου προτείνεται, μεταξύ άλλων σχετικών μέτρων, η τροποποίηση της οδηγίας 2006/67/ΕΚ για τα στρατηγικά αποθέματα πετρελαίου, και βάσει της οποίας υιοθετήθηκε η οδηγία 2009/119/ΕΚ του Συμβουλίου, της 14.9.2009 (ΕΕ L 265 της 9.10.2009, σ. 9), και της οδηγίας 2004/67/ΕΚ για τα μέτρα διασφάλισης του εφοδιασμού με φυσικό αέριο· η πράσινη βίβλος «Προς ένα ασφαλές, αειφόρο και ανταγωνιστικό ευρωπαϊκό δίκτυο ενέργειας» (COM(2008) 782 τελικό) κλπ.

(20)  Βρυξέλλες, 26.3.2010, έγγρ. CO EUR 4, CONCL 1.

(21)  Απόφαση 98/181/EK, EKAX, Ευρατόμ, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 69 της 23.9.1997, σ. 1) και απόφαση 2001/595/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 209 της 13.7.2001, σ. 32).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

στη Γνωμοδοτηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Οι ακόλουθες παράγραφοι της γνωμοδότησης του τμήματος απορρίφθηκαν κατόπιν τροπολογιών που υιοθετήθηκαν από την Ολομέλεια, αλλά συγκέντρωσαν τουλάχιστον το ένα τέταρτο των εκπεφρασμένων ψήφων:

Σημείο 1.1, 3η παράγραφος:

«1.1 Το ζητούμενο είναι να τονωθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ενέργειας όσον αφορά τις υποδομές, το καθεστώς των δημοσίων συμβάσεων, την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και την προστασία των καταναλωτών. Προς τον σκοπό αυτόν, η ΕΟΚΕ τονίζει ότι εκείνο που προέχει είναι η αναγκαία ανάπτυξη των ενεργειακών υποδομών και των διευρωπαϊκών δικτύων ώστε να συγκροτηθεί η εσωτερική αγορά ενέργειας.

Ειδικότερα, πρέπει να οργανωθεί ένα σύστημα μηχανισμών για τη διασαφήνιση των κριτηρίων διαμόρφωσης των τιμών, ούτως ώστε να αποτρέπονται σοβαρές και αδικαιολόγητες ανισότητες, οι οποίες βασίζονται, πολλές φορές εσφαλμένα, στη φύση της ενέργειας που καταναλώνεται, στις πηγές εφοδιασμού ή στα μέσα διανομής.

Ομοίως, θα πρέπει να θεσπιστούν υπερεθνικά κριτήρια και μέσα για τον εξορθολογισμό της παραγωγής ενέργειας στην επικράτεια των κρατών μελών, με συνεκτίμηση της βιώσιμης χρήσης των πόρων και με αξιοποίηση γεωφυσικών και κλιματολογικών στοιχείων, όπως ο προσδιορισμός των περιόδων αυξημένης παραγωγής ηλιακής, αιολικής ή παλιρροϊκής ενέργειας.»

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

27 ψήφοι υπέρ της διαγραφής της λέξης «υπερεθνικά», 17 ψήφοι κατά και 2 αποχές.

Σημείο 1.1.5

«Θα πρέπει, λοιπόν, να εξεταστεί η δυνατότητα ρύθμισης μέσω κανονισμού, ο οποίος θα περιλαμβάνει τα δικαιώματα του ευρωπαϊκού χάρτη δικαιωμάτων των καταναλωτών ενέργειας [COM(2007) 386 τελικό – CESE 71/2008, εισηγητής: ο κ. Iozia)  (1) , καθώς και τις ιδιαιτερότητες των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας που ενδέχεται να επικαλεσθούν τα κράτη μέλη στον τομέα αυτόν, και στον οποίο θα θεσπίζονται ελάχιστοι κοινοί κανόνες υποχρεώσεων δημόσιας υπηρεσίας, οι οποίοι θα προσδιορίζονται σαφώς, θα είναι διαφανείς, αντικειμενικοί και δεν θα εισάγουν διακριτική μεταχείριση. Εξυπακούεται, λοιπόν, ότι θα πρέπει να γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ των δικαιωμάτων των πολιτών, αφενός, και, αφετέρου, των δυνατοτήτων που διαθέτουν τα κράτη μέλη να εισαγάγουν ή να διατηρούν τις υποχρεώσεις δημόσιας υπηρεσίας που απορρέουν από την παροχή υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος.

Ο κανονισμός συνιστά προσφορότερο νομικό μέσον από την οδηγία, για τους εξής λόγους:

ο κανονισμός είναι άμεσα εφαρμοστέος για τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, τις επιχειρήσεις ενέργειας και τους χρήστες·

για την ενσωμάτωσή του στο εσωτερικό δίκαιο δεν απαιτείται μακρόχρονη περίοδος·

εξασφαλίζει τη σαφήνεια και τη συνεκτικότητα των κανόνων και των υποχρεώσεων σε ολόκληρη την Ένωση και

προσδιορίζει άμεσα τη συμμετοχή των κοινοτικών θεσμικών οργάνων.

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

28 ψήφοι υπέρ της διαγραφής της παραγράφου, 16 ψήφοι κατά και 2 αποχές.

Σημείο 3.4.5

«3.4.5 Για να ενισχυθεί η ασφάλεια εφοδιασμού και η αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης της Ένωσης και, ειδικότερα, για να υποστηρίζονται τα κράτη μέλη που υφίστανται σε λιγότερο ευνοϊκές γεωγραφικές ή γεωλογικές συνθήκες, τα κράτη μέλη πρέπει να καταρτίσουν κοινά προγράμματα προληπτικών μέτρων ή μέτρων έκτακτης ανάγκης σε υπερεθνικό ή ακόμα και σε διεθνικό επίπεδο (εμπορικές συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων, αύξηση των εξαγωγών, μηχανισμοί αντιστάθμισης). Τα προγράμματα αυτά θα πρέπει να αναθεωρούνται τακτικά και να δημοσιεύονται. Το Ταμείο Συνοχής και τα Διαρθρωτικά Ταμεία θα μπορούσαν στο μέλλον να αναλάβουν σημαντικό μερίδιο της οικονομικής στήριξης των σχεδίων αυτών.»

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

30 ψήφοι υπέρ της διαγραφής των λέξεων εντός των παρενθέσεων, 11 ψήφοι κατά και 3 αποχές.


(1)  Ανακοίνωση της Επιτροπής, “Προς ένα ευρωπαϊκό χάρτη δικαιωμάτων των καταναλωτών ενέργειας” (COM (2007) 386 τελικό).»


Top