Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52009IE1471

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Εργασία και φτώχεια: η αναγκαιότητα μιας σφαιρικής προσέγγισης (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

ΕΕ C 318 της 23.12.2009, p. 52–56 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

23.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 318/52


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Εργασία και φτώχεια: η αναγκαιότητα μιας σφαιρικής προσέγγισης» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

2009/C 318/10

Εισηγήτρια: η κ. Nicole PRUD'HOMME

Στις 26 Φεβρουαρίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:

«Εργασία και φτώχεια: η αναγκαιότητα μιας σφαιρικής προσέγγισης»

Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του την 1η Σεπτεμβρίου 2009 με βάση εισηγητική έκθεση της κυρίας Nicole PRUD’HOMME.

Κατά την 456η σύνοδο ολομέλειας, της 30ής Σεπτεμβρίου και 1ης Οκτωβρίου 2009 (συνεδρίαση της 30ής Σεπτεμβρίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 173 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 7 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Συστάσεις

Η φτώχεια των εργαζομένων, τόσο των μισθωτών όσο και των αυτοαπασχολούμενων, είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα με πολλούς διασυνδεόμενους παράγοντες· ως εκ τούτου, χρειάζεται να εξεταστεί με βάση μια σφαιρική προσέγγιση, αν θέλουμε να βρούμε αποτελεσματικούς μηχανισμούς για την αντιμετώπιση των προκλήσεων.

1.1

Να τεθεί στο επίκεντρο του ευρωπαϊκού εγχειρήματος ο στόχος «ποιοτική απασχόληση για όλους».

1.2

Το ζήτημα των φτωχών εργαζομένων να αναδειχθεί σε θέμα που θα εξετάζεται τακτικά στα πλαίσια του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου.

1.3

Να επιταχυνθεί η ανάπτυξη εργαλείων της γνώσης, ώστε να εκτιμώνται ολοένα και πιο αναλυτικά οι καταστάσεις αυτές, ως προς τις αποκλίσεις αλλά και τις συγκλίσεις που εμφανίζουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

1.4

Να μελετηθούν και να καθιερωθούν νέοι συνδυασμοί μεταξύ κοινωνικής ασφάλισης και απασχόλησης, ειδικότερα με στόχο να εξασφαλίζονται αξιοπρεπείς αποδοχές για όλους τους εργαζομένους και να δημιουργηθούν κατ’ αυτόν τον τρόπο οι προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν την κάλυψη των ουσιαστικών αναγκών τους (στέγαση, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, εκπαίδευση για τους ίδιους καθώς και για τα παιδιά τους, κλπ).

1.5

Να εξασφαλιστεί υψηλών επιδόσεων αρχική και διαρκής κατάρτιση για ποιοτικές θέσεις εργασίας. Να ληφθούν μέτρα σε διάφορα επίπεδα (εθνικό, περιφερειακό) για τη δημιουργία προϋποθέσεων που επιτρέπουν την αποτροπή της πρόωρης εγκατάλειψης των σπουδών από τους νέους.

1.6

Να συνεχιστούν οι προσπάθειες και ο προβληματισμός σχετικά με την ευελιξία με ασφάλεια, ώστε να εντοπιστεί εκείνη η νέα ισορροπία ανάμεσα σε ευελιξία (ελαστικότητα αναγκαία για τις επιχειρήσεις) και σε μέσα για μεγαλύτερη ασφάλεια (προστασία για τους εργαζομένους) που εμποδίζουν την αύξηση της φτώχειας και στοχεύουν στην εξάλειψή της.

1.7

Στα πλαίσια του έτους 2010, το οποίο έχει ανακηρυχθεί ευρωπαϊκό έτος για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, να μελετηθεί η διεξαγωγή εκστρατείας ενημέρωσης και κινητοποίησης σχετικά με τα ζητήματα αυτά, τόσο σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και σε επίπεδο κρατών μελών.

2.   Γενικό πλαίσιο

2.1

Σε επίπεδο ΕΕ, αναπτύχθηκε πληθώρα επιστημονικών μελετών, προτάσεων και καινοτομιών που απευθύνονται στους «φτωχούς εργαζομένους», οι οποίες καταδεικνύουν ότι η εργασία δεν προστατεύει σε κάθε περίπτωση από τη φτώχεια, ειδικά υπό την σημερινή κοινωνικοοικονομική συγκυρία.

2.2

Στην «Πρόταση σχετικά με την κοινή έκθεση για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ένταξη 2009» (1), η οποία στηρίζεται στις νέες εθνικές στρατηγικές εκθέσεις, η Επιτροπή διευκρινίζει ότι τα ζητήματα των φτωχών εργαζομένων και της ποιοτικής εργασίας έχουν μεγάλη σημασία. Το θέμα αυτό, και τα συγκεκριμένα προβλήματα που φανερώνει, κατέχουν σημαντική θέση μεταξύ των μελημάτων και των δράσεων που διεξάγονται σε κοινοτική κλίμακα για την «ενεργό ένταξη». Πρόκειται για ένα διττό μέλημα: για την καταπολέμηση της ανέχειας και για την υποστήριξη της ανάπτυξης ποιοτικών θέσεων εργασίας για όλους.

2.3

Το ζήτημα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία με τη συγκυρία της κρίσης: σημαντική αύξηση της ανεργίας και αυξανόμενες πιέσεις στα δημόσια οικονομικά. Ωστόσο, είναι σημαντικό να τοποθετηθεί κανείς «έξω» από τη συγκυρία αυτή, ώστε να μπορεί να το θεωρήσει ως ένα ζήτημα που πρέπει, ασφαλώς, να αντιμετωπιστεί υπό τις σημερινές έκτακτες συνθήκες, αλλά ταυτόχρονα και ως ένα διαρθρωτικό ζήτημα, που βρίσκεται στο επίκεντρο των προσδοκώμενων θετικών εξελίξεων σε θέματα κοινωνικής προστασίας και πολιτικής για την απασχόληση, τόσο μεσοπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα.

2.4

Η Επιτροπή, η οποία εκπονεί επί του παρόντος ένα έγγραφο σχετικά με την εργασία και τη φτώχεια, έχει ανακηρύξει το 2010 ευρωπαϊκό έτος για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Το ζήτημα της φτώχειας αφορά άμεσα σχεδόν 80 εκατομμύρια άτομα στην ΕΕ, δηλαδή το 16 % των κατοίκων της. Ένα σημαντικό ποσοστό από αυτά βρίσκονται σε κατάσταση «φτώχειας του απασχολούμενου πληθυσμού». Το 8 % των εργαζομένων ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας (2).

2.5

Στη γνωμοδότησή της σχετικά με το «Ευρωπαϊκό έτος για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού (2010)» (3), η ΕΟΚΕ διευκρίνιζε ότι, για να δοθεί πλήρης εικόνα του φαινομένου, πέρα από τον συνήθη δείκτη της σχετικής εισοδηματικής (νομισματικής) φτώχειας, χρειάζονται και άλλοι δείκτες της φτώχειας, που να φανερώνουν την σταθερότητά της και τις πραγματικές στερήσεις. Πέρα από τις τεχνικές λεπτομέρειες, έχει πλέον επιτευχθεί μια ευρωπαϊκή συμφωνία ως προς τον ορισμό και μπορούν να γίνουν συγκρίσεις, οι οποίες προσφέρουν σαφή εικόνα των τάσεων.

3.   Ορισμός

3.1

Η έκφραση «φτωχός εργαζόμενος» απαιτεί, κατ’ αρχάς, τη διευκρίνιση και των δύο όρων, δηλαδή να οριστεί τι νοείται ως «εργαζόμενος» και τι νοείται ως «φτωχός». Η «φτώχεια» ενός εργαζομένου εξαρτάται, αφενός, από το προσωπικό εισόδημα, που έλαβε κατά τη διάρκεια της σύμβασης εργασίας που έχει συνάψει (την αμοιβή της εργασίας) και, αφετέρου, από τους συνολικούς πόρους που διαθέτει η οικογένειά του. Η εργασία παραπέμπει στην προσωπική επαγγελματική δραστηριότητα. Η φτώχεια παραπέμπει στην ανεπάρκεια των πόρων του νοικοκυριού στο σύνολό του. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί κανείς να μεταπέσει πολύ γρήγορα από μια κατάσταση ή/και εντύπωση μη φτώχειας σε κατάσταση φτώχειας.

3.2

Η φτώχεια ορίζεται σε επίπεδο νοικοκυριού, ενώ η δραστηριότητα ορίζεται σε επίπεδο ατόμων. Επομένως, συγχέονται δύο επίπεδα προσέγγισης. Η φτώχεια των εργαζομένων εξαρτάται, κατ’ αρχάς, από την κατάσταση από άποψη απασχόλησης και από τα χαρακτηριστικά της απασχόλησης των ατόμων και, στη συνέχεια, από το επίπεδο διαβίωσης του νοικοκυριού του οποίου είναι μέλη. Αυτή η διττή εκτίμηση δημιουργεί δυσχέρειες για την ανάλυση. Μπορεί ένα άτομο να έχει πολύ χαμηλές αποδοχές, αλλά να μην συγκαταλέγεται στους φτωχούς (επειδή οι υπόλοιποι πόροι της οικογένειας είναι πιο σημαντικοί). Αντιστρόφως, μπορεί κάποιος να καταγράφεται ως φτωχός, παρά το γεγονός ότι το επίπεδο των αποδοχών του προσεγγίζει τον συνήθη για τη χώρα του μέσο μηνιαίο μισθό, ο οποίος θεωρείται επαρκής με βάση τα κριτήρια που ισχύουν στην κοινωνία στην οποία ζει. Μπορεί κανείς να ανήκει στον μη απασχολούμενο ενεργό πληθυσμό (άνεργος) και να λαμβάνει επιδόματα σαφώς ανώτερα του ορίου της φτώχειας. Αντίθετα, μπορεί να ανήκει στον απασχολούμενο ενεργό πληθυσμό, αλλά με πολύ χαμηλές αποδοχές, και με πολλά συντηρούμενα πρόσωπα, με αποτέλεσμα να βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας.

3.3

Κατά συνέπεια, η πολιτική μέριμνα για τους φτωχούς εργαζομένους εξαρτάται από πολλές πολιτικές ταυτόχρονα: τις πολιτικές για την απασχόληση, τις πολιτικές κοινωνικής πρόνοιας και κοινωνικής ασφάλισης και τις οικογενειακές πολιτικές.

3.4

Στα πλαίσια της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση, η οποία με τη σειρά της εντάσσεται στη στρατηγική της Λισσαβώνας, ο περιορισμός του αριθμού των φτωχών εργαζομένων έχει αναδειχθεί σε προτεραιότητα της Ένωσης. Χρειάστηκε, λοιπόν, από το 2003, να διαμορφωθεί κάποιος δείκτης για τις αξιολογήσεις και συγκρίσεις. Τον Ιούλιο του 2003, στα πλαίσια των εργασιών της για την κοινοτική διαδικασία κοινωνικής ένταξης, η επιτροπή κοινωνικής προστασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης υιοθέτησε κοινό δείκτη βάσει του οποίου θα υπολογίζεται η αναλογία των «φτωχών εργαζομένων» εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και ορισμένα από τα κύρια κοινωνικά και δημογραφικά χαρακτηριστικά των «φτωχών εργαζομένων».

3.5

Σύμφωνα με τον ορισμό αυτόν της επιτροπής κοινωνικής προστασίας, ως «φτωχός εργαζόμενος» νοείται ένα πρόσωπο το οποίο, κατά τη διάρκεια του έτους αναφοράς, υπήρξε κυρίως απασχολούμενος (με μισθωτή ή ανεξάρτητη απασχόληση) και ζει σε ένα νοικοκυριό, το συνολικό εισόδημα του οποίου είναι κατώτερο από το 60 % του διάμεσου του εθνικού εισοδήματος. Πρέπει να ήταν απασχολούμενος για περισσότερο από το ήμισυ του έτους. Συγκεκριμένα, ο δείκτης «κίνδυνος φτώχειας των εργαζομένων» εκλαμβάνει ως εργαζόμενο οποιοδήποτε πρόσωπο υπήρξε απασχολούμενο για τουλάχιστον επτά από τους δώδεκα μήνες της περιόδου αναφοράς (4).

4.   Στατιστικές εκτιμήσεις

4.1

Στα τέλη του 2008, η Επιτροπή δημοσίευσε την ετήσια έκθεσή της σχετικά με τις κοινωνικές τάσεις στα κράτη μέλη, στα πλαίσια των κοινών στόχων της στρατηγικής της Ένωσης για θέματα κοινωνικής προστασίας και κοινωνικής ένταξης (βλ. παράρτημα) (5). Από την έκθεση προκύπτει ότι, στα τέλη του 2006, το 16 % των Ευρωπαίων είναι εκτεθειμένοι στον κίνδυνο της φτώχειας. Το 8 % των εργαζομένων της Ένωσης ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Τα ποσοστά κυμαίνονται μεταξύ του 4 % ή λιγότερο (Τσεχική Δημοκρατία, Βέλγιο, Δανία, Κάτω Χώρες και Φινλανδία) και του 13 % ή 14 % (στην Πολωνία και την Ελλάδα, αντίστοιχα) (6). Η φτώχεια των εργαζομένων συνδέεται με τους χαμηλούς μισθούς (ως χαμηλοί ορίζονται οι μισθοί που είναι κατώτεροι από το 60 % του διάμεσου των μισθών), με το χαμηλό επίπεδο προσόντων, με την επισφαλή απασχόληση, με τις χαμηλές αμοιβές ορισμένων ανεξάρτητων εργαζομένων και με την εργασία με μερική απασχόληση, που συχνά δεν συνιστά επιθυμία του εργαζομένου. Αυτή η μορφή φτώχειας συνδέεται επίσης με το οικονομικό καθεστώς των άλλων μελών του νοικοκυριού. Σε οικογένειες με παιδιά, σημειώνει η Επιτροπή, το πρότυπο της οικογένειας με ένα μόνον εισόδημα δεν επαρκεί πλέον προκειμένου να τεθεί το νοικοκυριό εκτός του κινδύνου της φτώχειας.

4.2

Ο δείκτης της σχετικής νομισματικής φτώχειας, αποτελεί συχνά αντικείμενο επικρίσεων καθώς δεν αποτυπώνει επαρκώς την ποικιλομορφία των καταστάσεων ένδειας· άλλωστε, τα φτωχά εισοδήματα είναι ένα μόνο από τα στοιχεία της φτώχειας. Στην Ένωση βρίσκονται υπό ανάπτυξη και άλλοι δείκτες, που προσφέρουν μια διαφορετική - και συμπληρωματική - εικόνα των διαφόρων πτυχών της φτώχειας.

4.3

Παράλληλα με τις μετρήσεις της νομισματικής φτώχειας αναπτύσσονται, λοιπόν, μετρήσεις της φτώχειας από άποψη συνθηκών διαβίωσης. Έτσι, μετράται, σε ευρωπαϊκή κλίμακα, η «υλική στέρηση» (βλ. παράρτημα). Με βάση τον δείκτη αυτόν, μετράται η αναλογία των προσώπων που ζουν σε νοικοκυριό το οποίο δεν διαθέτει τρία τουλάχιστον από τα ακόλουθα εννέα στοιχεία: 1) ικανότητα ανταπόκρισης σε απρόβλεπτα έξοδα, 2) μία εβδομάδα διακοπών ανά έτος, 3) ικανότητα αποπληρωμής των συναφθέντων δανείων, 4) τουλάχιστον ένα γεύμα με κρέας, πουλερικό ή ψάρι ανά δύο ημέρες, 5) κατοικία με κατάλληλη θέρμανση, 6) πλυντήριο, 7) έγχρωμη τηλεόραση, 8) τηλέφωνο, 9) ιδιωτικό αυτοκίνητο. Βεβαίως, όλα αυτά τα στοιχεία των υλικών συνθηκών είναι αμφισβητήσιμα ως δείκτες. Όμως, ως σύνολο, παρέχουν μια ενδιαφέρουσα εικόνα. Το ποσοστό στέρησης εμφανίζει μεγάλες αποκλίσεις: από 3 % στο Λουξεμβούργο έως 50 % στη Λεττονία. Οι αποκλίσεις αυτές είναι πολύ μεγαλύτερες απ’ ό,τι οι αποκλίσεις της νομισματικής φτώχειας (από 10 % έως 21 %).

4.4

Η προσέγγιση υπό το πρίσμα της υλικής στέρησης μεταβάλλει ριζικά την κατάταξη των κρατών μελών με βάση τη φτώχεια. Αφορά όμως την φτώχεια γενικά και όχι μόνο τη φτώχεια των εργαζομένων. Σύντομα θα πρέπει να μπορούμε να έχουμε εικόνα της κατάστασης των φτωχών εργαζομένων, στην κάθε χώρα, από άποψη υλικής στέρησης. Διότι, κατά βάση, η φτώχεια των εργαζομένων δεν είναι απλώς πρόβλημα χαμηλών εισοδημάτων: είναι ζήτημα ποιότητας διαβίωσης (επαγγελματικού, οικογενειακού και κοινωνικού βίου).

5.   Παράγοντες της φτώχειας των εργαζομένων

5.1

Ένας από τους κυριότερους παράγοντες που οδηγούν στη φτώχεια των εργαζομένων είναι το επισφαλές καθεστώς της εργασιακής σχέσης. Πολλοί ενδιαφερόμενοι φορείς, μεταξύ των οποίων η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων και τα ευρωπαϊκά συνδικάτα, εκφράζουν την ανησυχία τους για την όλο και πιο επισφαλή κατάσταση που επικρατεί στην εργασία. Με άνω των 19,1 εκατομμυρίων συμβάσεις ορισμένου χρόνου (7) και περίπου 29 εκατομμύρια ψευδο-αυτοαπασχολούμενους (κυρίως στον κλάδο της οικοδομής και των δημοσίων έργων), το σύνολο των εργαζομένων υπό καθεστώς που χαρακτηρίζεται, σε κάποιον βαθμό, από έλλειψη σταθερότητας είναι περίπου 48,1 εκατομμύρια. Βέβαια, το σύνολο αυτό παρουσιάζει μεγάλη ετερογένεια, και στο εσωτερικό των χωρών και, ακόμη περισσότερο, μεταξύ χωρών. Όμως, η τάξη μεγέθους αντιπροσωπεύει όντως δεκάδες εκατομμύρια εργαζομένων που βρίσκονται αντιμέτωποι με διάφορες μορφές έλλειψης σταθερότητας, η οποία ενδέχεται να τους οδηγήσει σε κατάσταση φτωχών εργαζομένων.

5.2

Οι εργοδότες τονίζουν πόσο περίπλοκο είναι το ζήτημα της φτώχειας των εργαζομένων και επισημαίνουν κατ’ αρχάς τη συνάρτηση μεταξύ κινδύνου φτώχειας και μορφωτικού επιπέδου. Τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης πρέπει να γίνουν αποτελεσματικότερα και πιο δίκαια. Ακόμη, καθοριστική σημασία έχει να ανταμείβεται πραγματικά η εργασία (8), δηλαδή να εξασφαλιστεί μια αποτελεσματική ισορροπία μεταξύ φορολογικών καθεστώτων και συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης.

5.3

Η φτώχεια των εργαζομένων έγκειται στην χαμηλή αμοιβή της εργασίας (η οποία είναι συχνά ανεπαρκής σε σχέση με τα καθήκοντα που επιτελούνται), αλλά και στις μεταβολές που σημειώνονται όσον αφορά τα οικογενειακά σχήματα. Οι εξελίξεις της οικογένειας, που αφορούν σε διαφορετικό βαθμό όλα τα κράτη μέλη, χαρακτηρίζονται παντού από αυξημένη έλλειψη σταθερότητας, από περισσότερους χωρισμούς και από την αύξηση του αριθμού των μονογονεϊκών οικογενειών, που έχουν αναγκαστικά ένα μόνον απασχολούμενο μέλος και είναι περισσότερο εκτεθειμένες στον κίνδυνο της φτώχειας. Στην «Κοινή Έκθεση για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ένταξη 2007» (9), η Επιτροπή επεσήμαινε ήδη ότι η εργασία είναι μεν ο καλύτερος τρόπος άμυνας κατά της φτώχειας, δεν μπορεί όμως να συνιστά το μοναδικό μέτρο προφύλαξης. Απαιτείται λοιπόν η ανάληψη δράσεων με χαρακτήρα αλληλεγγύης ή η ενίσχυση των δράσεων που απευθύνονται στις οικογένειες, στις γυναίκες, στους νέους, στους φοιτητές, στα άτομα με αναπηρία, στους ηλικιωμένους, στους μετανάστες, που είναι οι πλέον ευάλωτες κατηγορίες ατόμων. Αξίζει να σημειωθεί, εξάλλου, ότι η φτώχεια των εργαζομένων συνιστά καθοριστικό παράγοντα της φτώχειας των παιδιών.

5.4

Η αύξηση του κόστους των μεταφορών, της στέγης, της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, κλπ, έχει επίσης την τάση να καθιστά πιο ευάλωτους τους εργαζομένους. Οι αυξήσεις αυτές πλήττουν ιδιαίτερα τους εργαζόμενους με εισοδήματα κοντά στον κατώτερο μισθό και τα χαμηλότερα στρώματα της μεσαίας τάξης, επειδή τις περισσότερες φορές κατοικούν στις περιφέρειες των ζωνών απασχόλησης.

5.5

Η φτώχεια των εργαζομένων μπορεί να είναι συνέπεια του χαμηλού επιπέδου προσόντων ή μόρφωσης ενός προσώπου και της έλλειψης των αναγκαίων προσόντων για μια εργασία με αξιοπρεπή αμοιβή ή των ακατάλληλων συνθηκών εργασίας. Οι ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού είναι συνήθως οι ηλικιωμένοι εργαζόμενοι, οι νέοι, οι γυναίκες, οι πολυμελείς οικογένειες, τα άτομα με αναπηρία, οι εργαζόμενοι που διέκοψαν πρόωρα τις σπουδές τους και οι μετανάστες. Έχει μεγάλη σημασία, λοιπόν, να εξασφαλιστούν σε κάθε άτομο με αναπηρία κατάλληλα προσαρμοσμένες συνθήκες υποδοχής στην εργασία και να εξασφαλιστεί σε κάθε παιδί ένα καλό ξεκίνημα στη ζωή, χάρη στην έγκαιρη σχολική εκπαίδευση, αλλά και στην καταπολέμηση του προβλήματος της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου, που εξακολουθεί να εμφανίζει στην Ευρώπη το υπερβολικά υψηλό ποσοστό του 15 %.

5.6

Κατά βάθος, και πολύ συχνά, η φτώχεια των εργαζομένων είναι απόρροια της υποαπασχόλησης. Η φτώχεια αυτή αντιπροσωπεύει, τόσο για τους μισθωτούς όσο και για ορισμένους αυτοαπασχολούμενους εργαζόμενους, πολυσύνθετο ζήτημα που αφορά πολυάριθμα αλληλένδετα κριτήρια. Απαιτείται να υιοθετηθεί μια συνολική προσέγγιση για την εξεύρεση αποτελεσματικών μηχανισμών με στόχο την αντιμετώπιση των προκλήσεων. Εάν δεν εφαρμοστούν συνολικές πολιτικές για την ανάπτυξη και την προσαρμογή στην παγκοσμιοποίηση –σήμερα πλέον, και για την ανάκαμψη από την κρίση – δεν γίνεται να υπάρξουν αποτελεσματικά προγράμματα για την καταπολέμηση της φτώχειας των εργαζομένων.

6.   Προτάσεις για μια σφαιρική προσέγγιση με στόχο την καταπολέμηση της φτώχειας των εργαζομένων

6.1

Κατά πρώτο λόγο, πρέπει να διεξαχθεί ένας προβληματισμός από μακροοικονομική άποψη για την καταπολέμηση της φτώχειας των εργαζομένων. Διότι τα μεμονωμένα μέτρα δεν μπορούν να αναχαιτίσουν αποτελεσματικά αυτή τη δυναμική, και μάλιστα μέσα στη συγκυρία της κρίσης. Η απασχόληση, η αυτοαπασχόληση, και ειδικότερα η ποιοτική απασχόληση για όλους, πρέπει να αναχθεί σε προτεραιότητα όλων των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.

6.2

Αξιόπιστοι δείκτες. Η δυναμική της διαμόρφωσης κοινών και αξιόπιστων δεικτών σχετικά με τους φτωχούς εργαζομένους πρέπει να συνεχιστεί περαιτέρω. Χάρη στην ευρωπαϊκή δέσμευση και στην ανοιχτή μέθοδο συντονισμού, έχουν σημειωθεί μεγάλες πρόοδοι. Αυτό που χρειάζεται σήμερα, είναι να προχωρήσουμε ακόμη παραπέρα και να εμπλουτιστεί η γνώση του θέματος με πιο πλούσιες ομάδες δεδομένων, που θα λαμβάνουν ταυτόχρονα υπόψη το ποσοστό των φτωχών εργαζομένων, την ένταση της φτώχειας αυτής, την άνιση κατανομή των εισοδημάτων μεταξύ των φτωχών (στο εσωτερικό της κάθε χώρας και μεταξύ χωρών).

6.3

Από τεχνική άποψη, για τέτοια στατιστικά θέματα, είναι σημαντικό να διαθέτουμε εθνικά στοιχεία, με βάση ένα εθνικό όριο της φτώχειας, αλλά και καθαρά ευρωπαϊκά στοιχεία, με βάση ένα ευρωπαϊκό όριο της φτώχειας. Κάτι τέτοιο θα παρείχε δυνατότητες άλλων κατατάξεων και άλλων θεωρήσεων από αυτήν που προσφέρει σήμερα ο μοναδικός δείκτης που έχει θεσπιστεί.

6.4

Αξιοπρεπείς και δίκαιες αποδοχές, χάρη σε έναν ενισχυμένο κοινωνικό διάλογο. Η καταπολέμηση της φτώχειας των εργαζομένων εξαρτάται επίσης από μια φιλόδοξη μισθολογική πολιτική. Πρέπει να πληθύνουν και να υποστηριχθούν όλες οι πρωτοβουλίες που τείνουν προς την καθιέρωση του τύπου πληθωρισμός + ενδεδειγμένο μερίδιο στην αύξηση της παραγωγικότητας. Υπό την έννοια αυτή, οι μισθολογικές διαπραγματεύσεις, ακρογωνιαίος λίθος του κοινωνικού διαλόγου, πρέπει να διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο στην καταπολέμηση της φτώχειας των εργαζομένων. Σε επίπεδο κλάδου, σε εθνικό ή σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όταν οι διαπραγματεύσεις διεξάγονται ομαλά, δεν υπάρχει πραγματική οικονομική επίπτωση για τις επιχειρήσεις και, συνεπώς, δεν υπάρχει «αντίτιμο» για την προώθηση του πραγματικού κοινωνικού διαλόγου. Οι πρόοδοι στον τομέα της αξιοπρεπούς εργασίας προϋποθέτουν τον κοινωνικό διάλογο, την δέσμευση των κοινωνικών εταίρων, την ευθύνη των επιχειρήσεων και την παροχή κινήτρων και την επιβολή διορθωτικών μέτρων εκ μέρους των δημοσίων αρχών και, σήμερα, την ανάλογη στάση των τραπεζών έναντι των ΜΜΕ. Η πάταξη της λαθραίας εργασίας συνιστά καθοριστικό μέσον για την καταπολέμηση της φτώχειας των εργαζομένων. Και τούτο επειδή θίγει τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού (μετανάστες, πρόσωπα σε επισφαλή κατάσταση), αλλά και επειδή μπορεί να οδηγήσει σε καταστάσεις οιονεί δουλείας, που έρχονται σε αντίθεση με τον Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

6.5

Μηχανισμοί υποστήριξης της επιχειρηματικότητας και της αυτοαπασχόλησης. Πολλοί αυτοαπασχολούμενοι και επιχειρηματίες πλήττονται από τη φτώχεια των εργαζομένων, ιδίως τον πρώτο καιρό μετά την ίδρυση της επιχείρησής τους. Θα πρέπει να προβλεφθούν μηχανισμοί υποστήριξης, καθώς πολλές από αυτές τις ΜΜΕ εξακολουθούν να δημιουργούν θέσεις απασχόλησης. Αν και το 80 % της ανάπτυξης της οικονομίας οφείλεται στον κλάδο των ΜΜΕ, πολλοί επιχειρηματίες έχουν ελάχιστες ή μηδενικές αποδοχές την εποχή της ίδρυσης της επιχείρησής τους, εκθέτοντας έτσι την οικογένειά τους στον κίνδυνο της φτώχειας.

6.6

Κατάλληλα προσαρμοσμένα συστήματα κατάρτισης. Η δια βίου κατάρτιση, ιδίως για τους λιγότερο ειδικευμένους μισθωτούς, αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση για μια προοπτική βελτίωσης των προσόντων και πρόσβασης σε μια αξιοπρεπώς και ορθώς αμειβόμενη θέση για τους εργαζομένους αυτούς.

6.7

Κατάλληλη κοινωνική προστασία. Η καταπολέμηση της φτώχειας των εργαζομένων προϋποθέτει τον εξορθολογισμό των ισχυουσών διατάξεων. Οι κοινωνικές παροχές πρέπει να συνδυάζονται πιο αποτελεσματικά με νέες υπηρεσίες φύλαξης των παιδιών και υποστήριξης της κινητικότητας (όπως η εργασία, έτσι και η κινητικότητα πρέπει να ανταμείβεται), ώστε να μπορούν οι φτωχοί εργαζόμενοι να ανακτήσουν μια καλύτερα αμειβόμενη δραστηριότητα.

6.8

Ως προς το θέμα της στέγης, επειδή φαίνεται ότι, σε ορισμένες χώρες, ένα μερίδιο μη αμελητέο των άστεγων βρίσκονται σε κατάσταση επαγγελματικής δραστηριότητας, πρέπει να κινητοποιηθούν οι πόροι της κοινωνικής στέγασης, ώστε να δοθεί προτεραιότητα σε εκείνους που, χάρη στην εργασία, είναι ενταγμένοι, αλλά που κινδυνεύει η απασχόληση και η σχετική τους σταθερότητα από την χαμηλή ποιότητα ή ακόμα και την απουσία στέγης.

6.9

Συνυπολογισμός του εργασιακού περιβάλλοντος, και της εργασίας. Συγκεκριμένα, εφόσον η φτώχεια των εργαζομένων συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις συνθήκες της επαγγελματικής δραστηριότητας, καθοριστική σημασία έχει η ανάληψη δράσης σχετικά με παράγοντες που συνδέονται με το εργασιακό περιβάλλον: ενισχύσεις για την εθελούσια κινητικότητα, πρόσβαση σε γεύματα με προσαρμοσμένους οικονομικούς όρους, συνθήκες στέγασης, τρόποι φύλαξης των παιδιών. Εξάλλου, η επιχείρηση που προσφέρει εργασία θα πρέπει να μπορεί να προβληματίζεται για τον τρόπο με τον οποίο η σύμβαση εργασίας θα μπορούσε να περιέχει περισσότερες εγγυήσεις ασφάλειας, καθώς και σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι εργαζόμενοι που απασχολεί μπορούν να προοδεύσουν και να αυξήσουν τις δεξιότητές τους.

6.10

Ενημέρωση και κινητοποίηση. Τέλος, στα πλαίσια του ευρωπαϊκού έτους για την καταπολέμηση της φτώχειας, και του κοινωνικού αποκλεισμού, επιβάλλεται η κινητοποίηση της κοινής γνώμης και των μέσων ενημέρωσης. Η ανάλυση του φαινομένου των φτωχών εργαζομένων, η αναφορά στις εξευτελιστικές καταστάσεις στις οποίες οδηγεί, και η κινητοποίηση των ευρωπαίων πολιτών θα μπορούσε να βοηθήσει ορισμένους εργαζομένους που βρίσκονται σε απόγνωση να βγουν από αυτήν και να ανακτήσουν την προσβεβλημένη αξιοπρέπειά τους. Αντί να προσπαθούμε να προκαλέσουμε τον οίκτο, θα ήταν καλύτερα να προβλέψουμε κινητοποίηση υπέρ της ποιοτικής εργασίας για όλους, ούτως ώστε να προαχθεί ένα ηθικά ανώτερο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο.

Βρυξέλλες, 30 Σεπτεμβρίου 2009.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


(1)  COM(2009) 58 τελικό.

(2)  Eurostat, Statistics in focus, 46/2009.

(3)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ, της 29.5.2008, για την «Πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το Ευρωπαϊκό έτος για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού (2010)», εισηγητής: ο κ. Pater, συνεισηγήτρια: η κ. Koller (ΕΕ C 224 της 30.8.2008, σ. 106).

(4)  Για περισσότερες λεπτομέρειες και για εμπεριστατωμένες αναλύσεις, βλ. Guillaume Allègre, «Working poor in the EU: an exploratory comparative analysis», έγγραφο εργασίας του OFCE, αριθ. 2008-35, Νοέμβριος 2008, και Sophie Ponthieux, «Les travailleurs pauvres comme catégorie statistique. Difficultés méthodologiques et exploration d’une notion de pauvreté en revenu d’activité», έγγραφο εργασίας του INSEE, αριθ. F0902, Μάρτιος 2009.

(5)  «Κοινή έκθεση για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ένταξη 2008», http://ec.europa.eu/employment_social/spsi/joint_reports_fr.htm.

Βλ. όλα τα στοιχεία και τους φακέλους από τις εργασίες της ανοιχτής μεθόδου συντονισμού: http://ec.europa.eu/employment_social/spsi/the_process_fr.htm. Για μία πρόσφατη ευρωπαϊκή προοπτική, με εικόνα της κατάστασης και των ανησυχιών σε ορισμένες χώρες της Ένωσης, βλ. Hans-Jürgen Andreß, Henning Lohmann (dir.), The Working Poor In Europe. Employment, Poverty and Globalization, Cheltenham, Edward Elgar, 2008.

(6)  Ας διευκρινιστεί εδώ ότι η εισοδηματική φτώχεια υπολογίζεται σε συνάρτηση με την εκάστοτε εθνική κλίμακα. Εάν είχε οριστεί ευρωπαϊκό όριο της φτώχειας, η κατάταξη των χωρών θα ήταν ολότελα διαφορετική.

(7)  Ευρωπαϊκή έρευνα για το εργατικό δυναμικό – αποτελέσματα για το έτος 2008·http://epp.eurostat.ec.europa.eu/cache/ITY_OFFPUB/KS-QA-09-033/EN/KS-QA-09-033-EN.PDF%20

(8)  «Ανταμοιβή της εργασίας» – Μελέτη που εκπόνησαν η Επιτροπή Απασχόλησης και η Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας, σχετικά με την αλληλεπίδραση μεταξύ των συστημάτων φορολογίας και κοινωνικής ασφάλισης. Βλ. επίσης τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ «Εκσυγχρονισμός της κοινωνικής προστασίας για περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας, μια εκτενής προσέγγιση για την ανταμοιβή της εργασίας», εισηγήτρια η κ. St. Hill (ΕΕ C 302 της 7.12.2004, σ. 86).

(9)  http://ec.europa.eu/employment_social/spsi/joint_reports_fr.htm#2007


Προσάρτημα

Διάγραμμα 1. Φτώχεια των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2006

Image

Διάγραμμα 2. Η «υλική στέρηση» στην Ένωση

Αναλογία των προσώπων που ζουν σε νοικοκυριό το οποίο δεν διαθέτει τουλάχιστον τρία από τα εννέα στοιχεία του καταλόγου (2006, σε εκατοστιαία ποσοστά)

Image


Top