EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52009AE0615

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ όσον αφορά τράπεζες συνδεδεμένες με κεντρικούς οργανισμούς, ορισμένα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, τις εποπτικές ρυθμίσεις και τη διαχείριση κρίσεων

ΕΕ C 228 της 22.9.2009, p. 62–65 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

22.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 228/62


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ όσον αφορά τράπεζες συνδεδεμένες με κεντρικούς οργανισμούς, ορισμένα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, τις εποπτικές ρυθμίσεις και τη διαχείριση κρίσεων»

COM(2008) 602 τελικό — 2008/0191 (COD)

2009/C 228/10

Στις 22 Οκτωβρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 47 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την

«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ όσον αφορά τράπεζες συνδεδεμένες με κεντρικούς οργανισμούς, ορισμένα στοιχεία των ιδίων κεφαλαίων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, τις εποπτικές ρυθμίσεις και τη διαχείριση κρίσεων»

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 11 Μαρτίου 2009, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. BURANI.

Κατά την 452η σύνοδο ολομέλειάς της, της 24ης και 25ης Μαρτίου 2009 (συνεδρίαση της 24ης Μαρτίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 179 ψήφους υπέρ, 4 ψήφους κατά και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1.   Σύνοψη και συμπεράσματα

1.1

Η ΕΟΚΕ εγκρίνει την πρωτοβουλία της Επιτροπής, η οποία ανταποκρίνεται στη βούλησή της να επανεξετάζει διαρκώς τα μέτρα για τη βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό του κανονιστικού πλαισίου που θεσπίσθηκε με τη συμφωνία της Βασιλείας· δηλώνει γενικώς σύμφωνη με τα προτεινόμενα μέτρα, με την επιφύλαξη ορισμένων παρατηρήσεων όσον αφορά ορισμένες συγκεκριμένες πτυχές οι οποίες δεν επηρεάζουν το γενικότερο προτεινόμενο πλαίσιο.

1.2

Τα υβριδικά κεφάλαια, τα οποία εμφανίζουν μεικτά χαρακτηριστικά ιδίων (μετοχικών) και δανειακών (χρεωστικών) κεφαλαίων, υπόκεινται επί του παρόντος σε εθνικές νομοθεσίες, οι οποίες θα ήταν σκόπιμο να εναρμονισθούν για την καθιέρωση ισότιμων όρων ανταγωνισμού σε διεθνές επίπεδο. Η Επιτροπή δεν παρέχει συγκεκριμένο ορισμό των εν λόγω μέσων, τα οποία προσλαμβάνουν μεταβλητή και εξελισσόμενη μορφή, αλλά διατυπώνει τις βασικές αρχές της επιλεξιμότητάς τους: η αρχική ληκτότητά τους δεν πρέπει να είναι κατώτερη των 30 ετών, ενώ απαιτείται να είναι ολοσχερώς καταβεβλημένα και να έχουν σχεδιασθεί κατά τρόπο ώστε να μπορούν να απορροφήσουν πλήρως τις ζημίες. Επιπλέον, πρέπει τα εν λόγω κεφάλαια να μην αναπτύσσονται υπερβολικά σε σχέση με τα ίδια κεφάλαια και οι εθνικές αρχές να έχουν τη δυνατότητα να παρέμβουν για να συγκρατήσουν τη μη φυσιολογική ανάπτυξή τους.

1.3

Όσον αφορά τους συνδεδεμένους πελάτες, η πρόταση εισάγει την έννοια του κινδύνου που συνδέεται με τις δυσκολίες μιας επιχείρησης από την οποία εξαρτάται οικονομικά μια άλλη επιχείρηση, ενώ οι απαιτήσεις παροχής στοιχείων απλοποιήθηκαν, εναρμονίσθηκαν και αναδιατυπώθηκαν. Όσον αφορά τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα, η σημαντικότερη καινοτομία αφορά τη θέσπιση ενός μοναδικού ορίου ανερχόμενου σε 25 %, το οποίο περιλαμβάνει επίσης τις διατραπεζικές καταθέσεις. Η ΕΟΚΕ θεωρεί αναγκαίο να επανεξετασθεί αυτός ο τελευταίος κανόνας – ο οποίος εμπνέεται ενδεχομένως από το «σενάριο καταστροφής» που διακινείται τελευταίως – λαμβάνοντας υπόψη τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι εν λόγω καταθέσεις για τη ρύθμιση της ρευστότητας και τον σχετικά μικρό κίνδυνο που αντιπροσωπεύουν, υπό κανονικές συνθήκες, σε σχέση με άλλους τύπους ανοιγμάτων.

1.4

Η πρόταση εισάγει μία διάταξη που προβλέπει τη διατήρηση ουσιαστικής οικονομικής συμμετοχής, όχι λιγότερο από 5 %, για τους εκδότες, τους διαμεσολαβητές και τους διαχειριστές, οι οποίοι συμμετείχαν άμεσα στη διαπραγμάτευση, διάρθρωση και γραπτή τεκμηρίωση της αρχικής συμφωνίας με την οποία δημιουργήθηκαν οι υποχρεώσεις. Ο κανόνας αυτός φαίνεται να εμπνέεται από την αρνητική εμπειρία των εγγυημένων χρεωστικών υποχρεώσεων (CDO - Collateralized Debt Obligations) στην Αμερική, οι οποίες διαφέρουν όμως ως προς τα χαρακτηριστικά και την προέλευσή τους από τις συνηθισμένες τιτλοποιήσεις. Η ΕΟΚΕ διερωτάται τι αντίκτυπο θα έχει η νέα αυτή διάταξη στη ρευστότητα των αγορών.

1.5

Παρέχεται η δυνατότητα στα κράτη μέλη να εξαιρέσουν από τον υπολογισμό των ανοιγμάτων τα ανοίγματα εντός ομίλου όταν οι αντισυμβαλλόμενοι είναι εγκατεστημένοι στο ίδιο κράτος μέλος. Η ΕΟΚΕ δεν αγνοεί τους νομικούς λόγους που εμποδίζουν την εφαρμογή του συγκεκριμένου κανόνα σε αντισυμβαλλόμενους εγκατεστημένους σε διαφορετικά κράτη μέλη, αλλά εκτιμά ότι, υπό κανονικές συνθήκες, η μη συνεκτίμηση των αλλοδαπών αντισυμβαλλομένων μπορεί να θίξει τη συνολική αξιολόγηση των κινδύνων για την ενδιαφερόμενη επιχείρηση. Μια εύλογη λύση μπορεί να είναι η επέκταση της εξαίρεσης σε ολόκληρο τον όμιλο βάσει κατά περίπτωση αξιολογήσεων, με αναστολή της δυνατότητας αυτής μόλις εμφανισθούν ενδείξεις δυσκολιών.

1.6

Όσον αφορά τον προαναφερθέντα κανόνα, αλλά και υπό ένα γενικότερο πρίσμα, η ΕΟΚΕ τάσσεται για μία ακόμη φορά κατά της δυνατότητας που παρέχεται στα κράτη μέλη να θεσπίζουν ή όχι ορισμένες διατάξεις, γεγονός που αντιβαίνει στην αρχή της εναρμόνισης και στην ισότητα των όρων ανταγωνισμού.

1.7

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, είναι σκόπιμο να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στον κίνδυνο που αντιπροσωπεύει το δυνητικό άνοιγμα το οποίο σχετίζεται με τη χρήση μη χρησιμοποιηθέντων πιστωτικών ορίων στις πιστωτικές κάρτες. Πράγματι, το άνοιγμα αυτό μπορεί να καταστεί γρήγορα σημαντικό σε περιόδους περιορισμού της καταναλωτικής πίστης και των στεγαστικών δανείων.

1.8

Όσον αφορά τις εποπτικές ρυθμίσεις, η πρόταση οδηγίας θεσπίζει διάφορους νέους κανόνες με σκοπό τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των ελέγχων: κατ’ αρχάς, λαμβάνει υπόψη το «υποκατάστημα συστημικής σημασίας», το οποίο πρέπει να υπάγεται στην εποπτεία της χώρας υποδοχής, όταν θεωρείται ότι αντιμετωπίζει δυσκολίες και κατόπιν συμφωνίας με τις αρχές των ενδιαφερόμενων χωρών. Η ΕΟΚΕ εγκρίνει τις εν λόγω διατάξεις, αλλά υπογραμμίζει ότι είναι αναγκαία η πρόβλεψη μέτρων για την περίπτωση ξαφνικών και απρόβλεπτων συμβάντων.

1.9

Η ΕΟΚΕ σημειώνει, τέλος, με ιδιαίτερη ικανοποίηση τη δημιουργία των σωμάτων εποπτών, τα οποία ιδρύονται από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας και περιλαμβάνονται στις αρχές των κρατών μελών όπου είναι εγκατεστημένες οι επιχειρήσεις ενός συγκεκριμένου ομίλου. Μια τέτοια πρωτοβουλία θα βελτιώσει αναπόφευκτα την αποτελεσματικότητα του ελέγχου των ομίλων και την ταχεία έγκριση κατάλληλων μέτρων σε περίπτωση ανάγκης.

2.   Εισαγωγή

2.1

Η κρίση των χρηματοπιστωτικών αγορών οδήγησε την Επιτροπή να επισπεύσει την τρέχουσα διαδικασία με σκοπό την ενίσχυση και, ενδεχομένως, την τροποποίηση των ισχυουσών διατάξεων σε θέματα κεφαλαιακών απαιτήσεων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, οι οποίες θεσπίσθηκαν στο πλαίσιο της συμφωνίας της Βασιλείας II με τη μορφή των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ. Αξίζει να σημειωθεί ότι όταν εκδηλώθηκε η κρίση είχε ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται προβληματισμός σχετικά με τις νέες διατάξεις· αναμένεται ότι η διαρθρωτική μεταρρύθμιση των αγορών θα επιδιωχθεί μετά από τη δημοσίευση Λευκής Βίβλου η οποία προβλέπεται για τον Ιούνιο του 2009. Η υπό εξέταση πρόταση περιλαμβάνει διάφορα μέτρα με στόχο:

τη διευθέτηση της κατάστασης για τα κράτη μέλη που ενέκριναν παρεκκλίσεις από το άρθρο 3 της παρούσας οδηγίας όσον αφορά τις παρεκκλίσεις των τραπεζικών δικτύων από τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας, επεκτείνοντας την παροχή της εν λόγω δυνατότητας και στα άλλα κράτη μέλη· μεταξύ των παρεκκλίσεων αυτών θα πρέπει επίσης να συμπεριληφθούν τα τραπεζικά δίκτυα που διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία άνω των 311 δισεκατομμυρίων ευρώ και εκπροσωπούν περισσότερα από 5 εκατομμύρια μέλη (συνεταιριστικές τράπεζες, πιστωτικά ιδρύματα συνδεδεμένα με ένα κεντρικό πιστωτικό ίδρυμα)·

τη θέσπιση αρχών και κανόνων που δεν είχαν προβλεφθεί επισήμως στο πλαίσιο της κοινοτικής νομοθεσίας, ιδίως όσον αφορά τα υβριδικά κεφάλαια·

την αποσαφήνιση του εποπτικού πλαισίου για τη διαχείριση κρίσεων και την ίδρυση σωμάτων εποπτών.

2.2

Της πρότασης οδηγίας προηγήθηκε διαβούλευση μέσω του Διαδικτύου με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Το κείμενο καταρτίσθηκε λαμβάνοντας μεν υπόψη τις ληφθείσες παρατηρήσεις, αλλά τηρώντας προφανώς τις θεμελιώδεις αρχές στις οποίες βασίσθηκε η εν λόγω διαβούλευση:

τα διατραπεζικά ανοίγματα δεν εξαιρούνται από τους κινδύνους και πρέπει, επομένως, να υπόκεινται σε ορισμένα όρια·

η τιτλοποίηση των ανοιγμάτων πρέπει να συνεπάγεται ότι τα μεταβιβάζοντα ιδρύματα και τα ανάδοχα ιδρύματα (διαμεσολαβητές) θα συνεχίσουν να αναλαμβάνουν ένα μέρος των αντίστοιχων κινδύνων· απαιτείται, επιπλέον, να εφαρμόζεται υποχρεωτικά το ευαπόδεικτο μέτρο της απαιτούμενης επιμέλειας και σχολαστικότητας στην περίπτωση του επιχειρηματικού μοντέλου «δημιουργία για διανομή» («originate to distribute»)·

σώματα εποπτών θα πρέπει να συσταθούν για όλες τις διασυνοριακές τράπεζες, επιβάλλοντας στους συμμετέχοντες την υποχρέωση να προβλέψουν έναν μηχανισμό διαμεσολάβησης μέσω της Επιτροπής Ευρωπαϊκών Αρχών Τραπεζικής Εποπτείας.

2.3

Η ΕΟΚΕ επικροτεί το πνεύμα που διακατέχει τις εν λόγω προτάσεις, καθώς και τον γενικότερο προσανατολισμό τους. Τα γεγονότα τα οποία παρακολουθήσαμε, αλλά προπαντός κάποια περιστατικά και παράνομα συμβάντα, κλόνισαν την εμπιστοσύνη του κοινού στο σύνολο του χρηματοπιστωτικού συστήματος και επιτάσσουν την λήψη ενδεδειγμένων μέτρων. Κρίνεται, ωστόσο, αναγκαίο να μην αποβεί η αυστηρότητα των κανόνων προληπτικής εποπτείας εις βάρος των οικονομικών παραγόντων και των πελατών τους. Όπως κατέδειξε η παρούσα κρίση, οι κανόνες προληπτικής εποπτείας, με τους οποίους διασφαλίζεται η σταθερότητα και η ευρωστία των αγορών, επιτελούν συγχρόνως και μια λειτουργία υψηλής κοινωνικής αξίας.

3.   Τα υβριδικά κεφάλαια

3.1   Τα υβριδικά κεφάλαια εμφανίζουν ταυτόχρονα χαρακτηριστικά ιδίων κεφαλαίων (μετοχών) και δανειακών κεφαλαίων (υποχρεώσεων)· η απόδοσή τους είναι υψηλότερη από εκείνη των υποχρεώσεων, αλλά δεν συνοδεύονται από δικαίωμα ψήφου – ή παρέχουν μόνον περιορισμένο δικαίωμα ψήφου – σε αντίθεση προς τις μετοχές.

3.1.1   Ελλείψει κοινοτικής νομοθεσίας, η επιλεξιμότητα των υβριδικών κεφαλαίων υπόκειται σε διαφορετικά εθνικά κριτήρια, με αποτέλεσμα οι όροι του ανταγωνισμού να μην είναι ισότιμοι και να επιτρέπουν στις διεθνικές τράπεζες να επιδίδονται σε «εποπτικό αρμπιτράζ». Η Επιτροπή δεν παρέχει συγκεκριμένο ορισμό των υβριδικών κεφαλαίων, θεωρώντας ότι οι καινοτομίες θα τον καθιστούσαν πολύ σύντομα παρωχημένο ή ατελή: προτίμησε αντίθετα να διατυπώσει τις βασικές αρχές της επιλεξιμότητάς τους.

3.1.2   Κατά κανόνα, τα επιλέξιμα μέσα ως αρχικά ίδια κεφάλαια («κεφάλαια κατηγορίας 1 ») είναι εκείνα που απορροφούν πλήρως τις ζημίες· ο ορισμός αυτός καλύπτει τα υβριδικά κεφάλαια τα οποία, εκτός από την πλήρωση των προϋποθέσεων που περιγράφονται ανωτέρω, πρέπει επίσης να είναι διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή και να αντιπροσωπεύουν την απαίτηση με την περισσότερο μειωμένη εξασφάλιση σε περίπτωση εκκαθάρισης. Οι προϋποθέσεις αυτές, οι οποίες είχαν ήδη θεσπισθεί σε επίπεδο G10 το 1998, δεν είχαν μεταφερθεί στην κοινοτική νομοθεσία.

3.1.3   Πρόσθετες διευκρινίσεις και προϋποθέσεις ορίζουν ότι τα υβριδικά κεφάλαια πρέπει να είναι χωρίς προθεσμία ή να έχουν αρχική ληκτότητα τουλάχιστον 30 ετών. Τα εν λόγω κεφάλαια απορροφούν τις ζημίες, υπό συνθήκες κανονικής λειτουργίας, και αντιπροσωπεύουν την απαίτηση με την περισσότερο μειωμένη εξασφάλιση, σε περίπτωση εκκαθάρισης· επομένως, βοηθούν τα πιστωτικά ιδρύματα να συνεχίσουν τις εργασίες τους με βάση την αρχή της συνεχιζόμενης δραστηριότητας, χωρίς να παρεμποδίζουν την κεφαλαιοποίηση των αποθεματικών. Η ΕΟΚΕ δηλώνει σύμφωνη με τα μέτρα που προτίθεται να θεσπίσει η Επιτροπή.

3.2   Η πρόταση της Επιτροπής προβλέπει επίσης διάφορα ποσοτικά όρια για τα υβριδικά κεφάλαια, τα οποία δεν πρέπει να αναπτυχθούν υπερβολικά εις βάρος του εταιρικού κεφαλαίου – ή των ιδίων πόρων σε περιπτώσεις μη μετοχικών ιδρυμάτων. Οι εποπτικές αρχές μπορούν να αναστείλουν τα εν λόγω όρια σε επείγουσες καταστάσεις.

3.2.1   Ειδικές διατάξεις εφαρμόζονται στις τράπεζες που δεν είναι μετοχικά ιδρύματα, όπως οι συνεταιριστικές τράπεζες: τα πιστοποιητικά των μελών, ως «μέσα με την περισσότερο μειωμένη εξασφάλιση», θεωρούνται μετατρέψιμα υβριδικά κεφάλαια εφόσον έχουν καταβληθεί ολοσχερώς.

3.3   Οι νέες διατάξεις, ποιοτικού και ποσοτικού χαρακτήρα, που προβλέπονται για τα υβριδικά κεφάλαια μπορούν να επηρεάσουν τις μελλοντικές στρατηγικές του χρηματοπιστωτικού κλάδου· όμως, η πραγματοποίηση ριζικών αλλαγών εντός σύντομου χρονικού διαστήματος ενέχει τον κίνδυνο διατάραξης των αγορών. Η Επιτροπή προτείνει να προβλεφθεί στην οδηγία μια μεταβατική περίοδος 30 ετών, την οποία η ΕΟΚΕ κρίνει ενδεδειγμένη, υπό τις παρούσες περιστάσεις και λαμβανομένων υπόψη των πιθανών βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων εξελίξεων, αλλά ενδεχομένως παρακινδυνευμένη μακροπρόθεσμα. Ωστόσο, στην πράξη, δεν φαίνεται να υπάρχουν άλλες εφικτές εναλλακτικές λύσεις.

4.   Τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα

4.1

Οι διατάξεις που εφαρμόζονται στα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα χρονολογούνται από το 1992 και δεν έχουν τροποποιηθεί έκτοτε. Τα πρόσφατα γεγονότα ανέδειξαν την αναγκαιότητα νέων κανόνων. Η πρόταση της Επιτροπής λαμβάνει περισσότερο υπόψη τους εγγενείς κινδύνους ορισμένων ανοιγμάτων και επιχειρεί παράλληλα να μειώσει τα έξοδα που συνδέονται με τη δήλωση των στοιχείων, να αυξήσει τη διαφάνεια και να καθιερώσει πιο ισότιμους όρους ανταγωνισμού.

4.2

Η έννοια των συνδεδεμένων πελατών έχει τροποποιηθεί. Έως τώρα, δινόταν έμφαση στον κίνδυνο να αντιμετωπίσει μια επιχείρηση δυσκολίες λόγω των οικονομικών προβλημάτων μιας άλλης επιχείρησης. Οι πρόσφατες εξελίξεις ανέδειξαν το γεγονός ότι δύο ή περισσότερες επιχειρήσεις μπορεί να διατρέχουν κίνδυνο λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η επιχείρηση από την οποία εξαρτώνται οικονομικά.

4.3

Επίσης, απλοποιήθηκαν και εναρμονίσθηκαν οι επαχθείς και πολύπλοκες απαιτήσεις παροχής στοιχείων, πηγή σημαντικών δαπανών και επιπλοκών για τον εν λόγω κλάδο. Η προφανέστερη τροποποίηση σχετίζεται με την αναφορά των είκοσι μεγαλύτερων κινδύνων σε ενοποιημένη βάση, όταν υπολογίζονται σύμφωνα με τη μέθοδο των εσωτερικών διαβαθμίσεων. Τα διάφορα εφαρμοστέα όρια αντικαταστάθηκαν από ένα μοναδικό όριο ανερχόμενο σε 25 %.

4.4

Οι πολλαπλές, συχνά δυσνόητες, ισχύουσες απαλλαγές καταργήθηκαν σε μεγάλο βαθμό· διατηρούνται σε ισχύ μόνον εκείνες που δεν φαίνεται να παρουσιάζουν υψηλό κίνδυνο. Ο κατάλογος είναι παρ’ όλα αυτά ακόμη αρκετά μακροσκελής, αλλά γενικά φαίνεται να ανταποκρίνεται σε προσεκτικά σταθμισμένα κριτήρια σύνεσης.

4.5

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί εν γένει με την προτεινόμενη νομοθεσία· διατυπώνει, ωστόσο, ορισμένες παρατηρήσεις σχετικά με ορισμένες σημαντικές πτυχές:

4.5.1

Το άρθρο 111, παράγραφος 1, που αναφέρεται στο σημείο 4.3 ανωτέρω, προβλέπει ένα μοναδικό όριο της τάξεως του 25 % και εφαρμόζεται επίσης στις διατραπεζικές καταθέσεις. Η λογική που διαπνέει τον εν λόγω κανόνα είναι απολύτως κατανοητή δεδομένου ότι υπήρξαν τραπεζικά ιδρύματα, ακόμη και ορισμένα που συγκαταλέγονταν μεταξύ των πλέον εύρωστων, τα οποία κατέρρευσαν σχεδόν χωρίς προειδοποίηση· εντούτοις, οι κανόνες – οι οποίοι ορθώς θα πρέπει να αποβλέπουν στην αντιμετώπιση του χειρότερου ενδεχόμενου, δεν μπορεί να φτάνουν μέχρι του σημείου να εμπνέονται από ένα «σενάριο καταστροφής». Η εφαρμογή ενός εξαιρετικά χαμηλού ορίου κινδύνου, όπως φαίνεται να συμβαίνει στην περίπτωση των διατραπεζικών καταθέσεων, μπορεί να περιορίσει τη ρευστότητα στις αγορές, ανά πάσα στιγμή και ιδίως σε στιγμές έντασης. Κρίνεται σκόπιμο να επανεξετασθεί ο εν λόγω κανόνας, προβλέποντας ένα υψηλότερο όριο για τις βραχυπρόθεσμες διατραπεζικές πιστώσεις, κατά μείζονα λόγο από τη στιγμή που θα εφαρμόζεται το ανώτατο όριο του 25 % χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η προθεσμία τους. Οι βραχυπρόθεσμες διατραπεζικές πιστώσεις μπορούν να λειτουργήσουν ως παράγοντας ρύθμισης της ρευστότητας της αγοράς, κυρίως στην παρούσα περίοδο· επιπλέον, ενέχουν συνήθως λιγότερους κινδύνους από άλλους τύπους ανοιγμάτων. Τα πρόσφατα γεγονότα, τα οποία απορρέουν από εξαιρετικές καταστάσεις, δεν θέτουν υπό αμφισβήτηση την εν λόγω αρχή, αλλά οι εξαιρετικές καταστάσεις χρήζουν αντιμετώπισης με τη λήψη εξαιρετικών μέτρων, ενώ οι φυσιολογικές καταστάσεις θα πρέπει να ρυθμίζονται σύμφωνα με «φυσιολογικούς» κανόνες.

4.5.2

Το άρθρο 113, στοιχείο δ, παράγραφος 4, παρέχει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να παραχωρούν απαλλαγές από την εφαρμογή του άρθρου 111, παράγραφος 1. Η ΕΟΚΕ, η οποία τηρεί πάντοτε την ίδια στάση σε ανάλογες περιπτώσεις, δηλώνει ότι αντιτίθεται σθεναρά σε κάθε μέτρο το οποίο μπορεί να θίγει την ισότητα των όρων ανταγωνισμού. Η ελευθερία, αντί της υποχρέωσης, ανάληψης ή μη ανάληψης δράσης αποτελεί εμπόδιο στην εναρμόνιση. Η ΕΟΚΕ γνωρίζει, όπως και οι πάντες, ότι η παραχώρηση ελευθεριών αντί της επιβολής υποχρεώσεων αποτελεί αναγκαία ρεαλιστική συμπεριφορά όταν υπάρχουν αποκλίνουσες απόψεις· εκτιμά, εξάλλου, ότι οι διατάξεις που περιέχονται σε κάθε οδηγία πρέπει να παρουσιάζονται σαφώς υπό μορφή υποχρεώσεων ή απαγορεύσεων, αφήνοντας εν συνεχεία τη δυνατότητα μετατροπής τους σε εναλλακτικές επιλογές για τις συζητήσεις που διεξάγονται στο επίπεδο του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Οι διεξαγωγή συζητήσεων θα επέτρεπε στους κοινωνικούς εταίρους να λάβουν γνώση, στο όνομα της διαφάνειας, των επιχειρημάτων που αιτιολογούν την υποστήριξη ή την απόρριψη ενός συγκεκριμένου μέτρου.

4.5.3

Η προαναφερθείσα απαλλαγή θα εφαρμόζεται στα χρηματοδοτικά ανοίγματα που αναλαμβάνει ένα πιστωτικό ίδρυμα έναντι της μητρικής του επιχείρησης ή άλλων επιχειρήσεων του ομίλου, εφόσον (άρθρο 80 παράγραφος 7 στοιχείο δ)) οι αντισυμβαλλόμενοι είναι εγκατεστημένοι στο ίδιο κράτος μέλος. Ο περιορισμός αυτός θίγει τους πολυεθνικούς ομίλους, χωρίς ταυτόχρονα να αυξάνει την ασφάλεια των αγορών. Τα ανοίγματα εντός ομίλου με κεντρική διαχείριση, τα οποία αναλαμβάνονται από επιχειρήσεις που υπόκεινται σε ενιαία ενοποιημένη εποπτεία, θα πρέπει να περιληφθούν στις απαλλαγές. Όμως, το γεγονός ότι οι εθνικοί νόμοι που διέπουν τις διαδικασίες εκκαθάρισης και πτώχευσης απαγορεύουν τη μεταφορά πόρων από μια επιχείρηση σε μια άλλη, σε περίπτωση κρίσιμων καταστάσεων ή διαδικασιών «προ της αφερεγγυότητας», αντιβαίνει στη συγκεκριμένη λύση. Εξάλλου, στόχος της οδηγίας είναι η αξιολόγηση του συνολικού κινδύνου του ομίλου χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα προβλεπόμενα μέτρα για την αντιμετώπιση ενδεχόμενων καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης.

4.5.4

Μια εύλογη λύση θα ήταν να εξαιρούνται τα ανοίγματα τα οποία αναλήφθηκαν έναντι της μητρικής επιχείρησης ή άλλων επιχειρήσεων του ομίλου που είναι εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη μέσω κατά περίπτωση έγκρισης, δηλαδή όταν η ευρωστία του ομίλου στο σύνολό του δεν εγείρει ανησυχίες για το άμεσο μέλλον. Η έγκριση θα δύναται να ανασταλεί με άμεση ισχύ όταν, κατά τη γνώμη των εποπτικών αρχών, η επιχείρηση ή ο όμιλος δείχνουν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες.

4.6

Τα «ανοίγματα που προκύπτουν από μη αξιοποιηθείσες πιστωτικές ευχέρειες, τα οποία κατατάσσονται στα στοιχεία εκτός ισολογισμού με χαμηλό κίνδυνο» (άρθρο 113) χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής. Το συνολικό ποσό των ορίων δαπανών των πιστωτικών καρτών είναι υψηλό, ιδίως για ορισμένους τύπους ιδρυμάτων. Σε περιόδους περιορισμού της πίστωσης, το μη χρησιμοποιημένο περιθώριο μπορεί να μειωθεί ταχέως. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι το δυνητικό άνοιγμα που συνδέεται με τη μη χρησιμοποιημένη πίστωση στις κάρτες πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο προσεκτικής και συνετής αξιολόγησης.

5.   Η τιτλοποίηση

5.1   Το νέο άρθρο 122α επιβάλλει στους εκδότες, διαμεσολαβητές και διαχειριστές να αναλάβουν υποχρέωση έναντι του πιστωτικού ιδρύματος, το οποίο δεν συμμετείχε στη σύναψη της αρχικής συμφωνίας με την οποία δημιουργήθηκαν οι υποχρεώσεις, να διατηρήσουν ουσιαστική οικονομική συμμετοχή όχι χαμηλότερη του 5 %.

5.2   Ο κανόνας αυτός εμπνέεται προφανώς από την αρνητική εμπειρία που βίωσε η Αμερική με τις εγγυημένες χρεωστικές υποχρεώσεις (CDO) και θεωρείται ως εκ τούτου αιτιολογημένος. Αξίξει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι το εν λόγω συμβάν εκδηλώθηκε πρωτίστως λόγω όχι τόσο της αφερεγγυότητας των εκδοτών όσο της κακής ποιότητας των ενυπόθηκων δανείων στα οποία βασίζονταν οι CDO, συμβάν το οποίο χαρακτηρίστηκε από κάποια αμερικανική αρχή ως αποτέλεσμα «απρόσεκτου ενυπόθηκου δανεισμού και επιεικούς νομοθεσίας» (sloppy morthage-lending and lax regulation): όπως κατέδειξαν τα γεγονότα πρόκειται για μεμονωμένο συμβάν, παρότι έγινε αισθητό ανά την υφήλιο. Όμως η περίπτωση των CDO δεν μπορεί να επεκταθεί σε όλες – ή σχεδόν – τις τεχνικές τιτλοποίησης, η οποία αποτελεί μέσο που συμβάλλει στη ρευστότητα της αγοράς.

5.2.1   Η εισαγωγή του πιστωτικού κινδύνου στην περίπτωση της τιτλοποίησης περιορίζει τη λειτουργία των πιστωτικών ιδρυμάτων· η ΕΟΚΕ ζητά να αξιολογηθούν προσεκτικά οι δυνητικές επιπτώσεις του εν λόγω μέτρου.

6.   Οι εποπτικές ρυθμίσεις

6.1

Η κρίση που έπληξε τις παγκόσμιες χρηματαγορές ανέδειξε την αναγκαιότητα επανεξέτασης των δομών και των μεθόδων εποπτείας, καθιστώντας τες ικανές να προλαμβάνουν τις συστημικές κρίσεις και να αντιδρούν σε επείγουσες καταστάσεις.

6.2

Οι κανόνες σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών και τη συνεργασία επανεξετάσθηκαν: το άρθρο 42α εισάγει την έννοια του «υποκαταστήματος συστημικής σημασίας», αναγνωρίζοντας έμμεσα, σε ορισμένες περιπτώσεις, την επικράτηση του συμφέροντος της χώρας υποδοχής επί της αρχής της χώρας καταγωγής. Η ΕΟΚΕ δηλώνει απολύτως σύμφωνη με αυτή τη θεμελιώδους σημασίας προσέγγιση.

6.3

Ουσιαστικά, οι νέοι κανόνες προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές της χώρας υποδοχής μπορούν να ζητήσουν από τις αντίστοιχες αρχές της χώρας καταγωγής, ή ενδεχομένως από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας, να χαρακτηρισθεί το υποκατάστημα που είναι εγκατεστημένο στην επικράτειά τους ως «συστημικής σημασίας», σε περίπτωση που διαθέτει μερίδιο αγοράς υψηλότερο του 2 % ή αναπτύσσει σημαντική δραστηριότητα στην εθνική αγορά. Το αίτημα αυτό πρέπει να περιλαμβάνει ένα είδος «εκτίμησης αντικτύπου» της ενδεχόμενης αναστολής ή διακοπής των εργασιών του υποκαταστήματος στα συστήματα πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού, καθώς και αξιολόγηση των συνεπειών τέτοιου είδους μέτρων στην εθνική αγορά.

6.4

Η διαδικασία για τον χαρακτηρισμό ενός υποκαταστήματος ως «συστημικής σημασίας» προϋποθέτει από τεχνικής πλευράς ένα ορισμένο χρονικό διάστημα· θεωρείται εξάλλου χρήσιμο να θεσπισθούν οι κανόνες που θα εφαρμόζονται σε πραγματικά επείγουσες καταστάσεις (άρθρο 130), ώστε να καταστεί εφικτή η λήψη έκτακτων μέτρων. Τα νεοθεσπισθέντα σώματα εποπτών (άρθρο 131α – πρβλ. παράγραφο 6.5 κατωτέρω), αλλά και η υφιστάμενη Επιτροπή Ευρωπαϊκών Αρχών Τραπεζικής Εποπτείας, πιστεύεται ότι θα καταστήσουν εφικτή την εφαρμογή απλοποιημένων διαδικασιών οι οποίες θα συνοδεύονται από τις απαραίτητες εγγυήσεις.

6.5

Η ίδρυση σωμάτων εποπτών (άρθρο 131α), τα οποία συστήνονται από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας και στα οποία συμμετέχουν οι αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών, θεωρείται ιδιαίτερα χρήσιμη. Βασική αποστολή των σωμάτων εποπτών είναι να διασφαλίζουν σταθερό και αποτελεσματικό έλεγχο των διεθνικών ομίλων (και, όπως ευελπιστούμε, να λαμβάνουν ταχέως μέτρα σε επείγουσες καταστάσεις), μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών και του κοινού καθορισμού των κατάλληλων μεθόδων εποπτείας. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για τη συγκεκριμένη απόφαση, καθώς και για το σύνολο των προτεινόμενων κανόνων ελέγχου, οι οποίοι είναι σύμφωνοι τόσο προς τα αποτελεσματικότερα προγράμματα που ανακοινώθηκαν προηγουμένως όσο και προς τις προσδοκίες του φόρουμ για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (Financial Services Forum).

Βρυξέλλες, 24 Μαρτίου 2009

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


Top