This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52008IE1686
Opinion of the European Economic and Social Committee on The role of the EU in the Northern Ireland peace process (Own-initiative opinion)
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: Ο ρόλος της ΕΕ στην ειρηνευτική διαδικασία στη Βόρεια Ιρλανδία (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: Ο ρόλος της ΕΕ στην ειρηνευτική διαδικασία στη Βόρεια Ιρλανδία (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)
ΕΕ C 100 της 30.4.2009, p. 100–108
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
30.4.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 100/100 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα: «Ο ρόλος της ΕΕ στην ειρηνευτική διαδικασία στη Βόρεια Ιρλανδία» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)
2009/C 100/16
Κατά τη σύνοδο ολομέλειας της 12ης και 13ης Δεκεμβρίου 2007, η ΕΟΚΕ συνέστησε, δυνάμει του άρθρου 19, παράγραφος 1 του Εσωτερικού Κανονισμού της, υποεπιτροπή στην οποία ανατέθηκε η σύνταξη γνωμοδότησης πρωτοβουλίας με θέμα
«Ο ρόλος της ΕΕ στην ειρηνευτική διαδικασία στη Βόρεια Ιρλανδία».
Η υποεπιτροπή αυτή, στην οποία ανατέθηκαν οι προπαρασκευαστικές εργασίες της ΕΟΚΕ για το ανωτέρω θέμα, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή της στις 23 Σεπτεμβρίου 2008 με βάση εισηγητική έκθεση της κ. Jane Morrice.
Κατά την 448η σύνοδο ολομέλειας της 22ας και 23ης Οκτωβρίου 2008, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 151 ψήφους υπέρ, 1 κατά και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα
1.1 Από τη συμμετοχή της ΕΕ στην ειρηνευτική διαδικασία στη Βόρεια Ιρλανδία μπορούν να αντληθούν πολλά διδάγματα. Η πρόοδος που έχει επιτευχθεί από τις σκοτεινές ημέρες του ταραγμένου παρελθόντος της περιοχής στον κοινωνικό, οικονομικό και ιδίως τον πολιτικό τομέα, είναι εξαιρετική. Η κατάσταση ασφάλειας έχει βελτιωθεί, η αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης βρίσκεται σε εξέλιξη, η άφιξη νέων ατόμων από το εξωτερικό, μεταναστών και τουριστών, αφενός αναζωογονεί την οικονομία και, αφετέρου, συμβάλλει στη μεταβολή της παραδοσιακής αποσχιστικής νοοτροπίας, η διασυνοριακή συνεργασία υπερβαίνει τις προσδοκίες και ο επιμερισμός της εξουσίας μεταξύ πρώην αντιπάλων είναι πλέον αποδεκτός ως «πολιτικά ορθός».
1.2 Ωστόσο, σε αυτή την κρίσιμη χρονική στιγμή, θα ήταν εντελώς άστοχο να εφησυχάσουμε. Η συγκλονιστική εικόνα των «τειχών της ειρήνης» που διαχωρίζουν τις κοινότητες των Καθολικών και των Προτεσταντών του Μπέλφαστ είναι μια λυπηρή αλλά ρεαλιστική ανάμνηση που μας υπενθυμίζει τις σοβαρές δυσκολίες που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει η ειρηνευτική διαδικασία, ιδίως όσον αφορά τη διακοινοτική συμφιλίωση και τις περαιτέρω προσπάθειες που εναπομένει ακόμη να καταβληθούν. Δεκαετίες βίας, μίσους, καχυποψίας, άγνοιας και μισαλλοδοξίας οδήγησαν σε έναν πρωτόγνωρο διαχωρισμό των κοινοτήτων στη Βόρεια Ιρλανδία. Μπορεί μεν οι άνθρωποι να ζουν σε ένα «αποδεκτό επίπεδο» ειρήνης πίσω από τα τείχη τους, στα σπίτια, τους οικισμούς, τις εκκλησίες, τα σχολεία ή τα αθλητικά τους στάδια όμως, αυτοί οι «παράλληλοι βίοι» αποτελούν απλώς τη μεταβατική φάση μιας διαδικασίας προς τον αμοιβαίο σεβασμό, την κατανόηση και την αρμονία, για την εκπλήρωση της οποίας μπορεί να χρειαστεί να περάσουν ακόμη πολλές γενιές.
1.3 Ο ρόλος που διαδραμάτισε η ΕΕ στην ειρηνευτική διαδικασία στη Βόρεια Ιρλανδία είναι πρωτοφανής στην ιστορία της. Το γεγονός ότι η ιστορία της υποστήριξης αυτής της διαδικασίας εκ μέρους της ΕΕ είναι σχετικά άγνωστη αποτελεί μέτρο για την καταλληλότητα αυτής της προσέγγισης. Δεν ήταν μια μάταιη προσπάθεια να παρέμβει σε μια κατάσταση που βρισκόταν εκτός των δυνατοτήτων της ή να καλύψει πρόχειρα μια διαφωνία. Η μέθοδος που χρησιμοποίησε η ΕΕ για την εδραίωση της ειρήνης στη Βόρεια Ιρλανδία ήταν μοναδική, αφορούσε τη μακροπρόθεσμη δέσμευση ουσιαστικών πόρων, ο σχεδιασμός και η εκτέλεσή της πραγματοποιήθηκαν με στρατηγικό τρόπο, βασίστηκε στις αρχές της κοινωνικής εταιρικής σχέσης και της επικουρικότητας και καθοδήγησε κάθε βήμα της πορείας μέσω τοπικών διαβουλεύσεων χωρίς διακρίσεις.
1.4 Με τον συνδυασμό έμμεσης και άμεσης παρέμβασης, η ΕΕ συνέβαλε ώστε η ειρηνευτική διαδικασία να διαμορφώσει το κατάλληλο περιβάλλον για μια επιτυχή διευθέτηση, όταν επικράτησαν οι δέουσες πολιτικές συνθήκες, λειτούργησε δε ως καταλύτης για την πραγματική ενδυνάμωση της ειρηνευτικής διαδικασίας, το πλήρες δυναμικό της οποίας δεν έχει ακόμη επιτευχθεί.
1.5 Η ΕΕ δεν κατέβαλε καμία προφανή προσπάθεια να προβάλει αξιώσεις για την επιτυχία της ειρηνευτικής διαδικασίας. Εντούτοις, θα αποτελούσε παράλειψη της ιστορίας εάν δεν μνημονευόταν η αξία και η σημασία του ρόλου που διαδραμάτισε η ΕΕ. Αυτό θα πρέπει να γίνει όχι μόνο επειδή η υποστήριξη της ΕΕ υπέρ της συμφιλίωσης θα πρέπει να συνεχιστεί τα προσεχή έτη, αλλά και επειδή τα διδάγματα που αντλήθηκαν από τα προγράμματα PEACE της ΕΕ θα μπορούσαν να συνδράμουν τις προσπάθειες προαγωγής της ειρήνης και της συμφιλίωσης σε άλλα μέρη του κόσμου. Η ΕΕ δεν θα έχει ποτέ τις απαντήσεις για όλα τα ερωτήματα, αλλά, όπως αποδείχθηκε στην περίπτωση της Βόρειας Ιρλανδίας, διαθέτει τα μέσα και το ιστορικό για να βοηθήσει άλλους να τις εντοπίσουν.
1.6 Όντας το σημαντικότερο υπόδειγμα για την οικοδόμηση της ειρήνης, η ΕΕ, μαζί με τα κράτη μέλη της, διαθέτει την εμπειρογνωσία, την εμπειρία, την πολυμορφία, τους πόρους και τη φήμη προκειμένου να στηρίξουν τη διευθέτηση συγκρούσεων και την εδραίωση ειρήνης σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου αυτό απαιτείται. Διαθέτει όμως πολλά περισσότερα. Συνιστά καθήκον και υποχρέωσή της να τοποθετήσει την εδραίωση της ειρήνης ακριβώς στον πυρήνα του μελλοντικού στρατηγικού της σχεδιασμού.
2. Συστάσεις
2.1 Οι συστάσεις χωρίζονται σε δύο διακριτές ενότητες. Η πρώτη ενότητα καλύπτει τους άξονες εργασίας στη Βόρεια Ιρλανδία και τις όμορες κομητείες στις οποίες πρέπει να εστιαστεί η υποστήριξη εκ μέρους της ΕΕ προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία συμφιλίωσης. Η δεύτερη ενότητα καλύπτει το ευρύτερο πλαίσιο στήριξης εκ μέρους της ΕΕ υπέρ της εδραίωσης της ειρήνης και της συμφιλίωσης σε άλλους τομείς συγκρούσεων με την αξιοποίηση των διδαγμάτων που αποκομίστηκαν από την περίπτωση της Βόρειας Ιρλανδίας, τα οποία παρουσιάζονται παρακάτω στην εργαλειοθήκη της ΕΕ για τη διευθέτηση συγκρούσεων.
2.2 Το τοπικό πλαίσιο: η Βόρεια Ιρλανδία
2.2.1 Τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την εμπειρία της Βόρειας Ιρλανδίας καταδεικνύουν ότι η εδραίωση της ειρήνης αποτελεί μια στρατηγική και μακροπρόθεσμη διαδικασία. Ξεκινά με τον τερματισμό μιας βίαιης σύγκρουσης και προχωρά μέσα από διάφορα στάδια προς την πολιτική σταθερότητα, την ειρηνική συνύπαρξη, τη συμφιλίωση και, τελικά, την κοινωνική αρμονία, την οικονομική ευημερία και μια «κοινωνία για όλους». Επομένως, η υποστήριξη αυτής της διαδικασίας εκ μέρους της ΕΕ πρέπει να είναι μακροπρόθεσμη, λαμβανομένου υπόψη του εύθραυστου χαρακτήρα των αρχικών σταδίων και του χρόνου που απαιτείται για να επιτευχθεί η πραγματική συμφιλίωση. Ενώ ο όγκος της χρηματοδοτικής συνδρομής της ΕΕ μπορεί να μειωθεί - και η συνδρομή να είναι περισσότερο στοχοθετημένη - καθώς η περιοχή εξέρχεται από μια κατάσταση σύγκρουσης, η σημασία του ρόλου της ΕΕ ως εταίρου στη διαδικασία και η ικανότητά της να αναπτύσσει σχέσεις στην περιοχή με άλλους δημιουργικούς τρόπους πρέπει να συνεχίσουν να αυξάνονται.
2.3 Σύσταση 1: Η ΕΕ θα πρέπει να διατηρήσει τη μακροπρόθεσμη υποστήριξη της εδραίωσης ειρήνης στη Βόρεια Ιρλανδία και, στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να επικεντρωθεί περισσότερο στα ακόλουθα:
— |
διακοινοτική συμφιλίωση σε τομείς όπως ο πολιτισμός, οι τέχνες, ο αθλητισμός, ο ελεύθερος χρόνος, η στέγαση και η εκπαίδευση, καθώς και η δημιουργία θέσεων εργασίας και η παροχή δημόσιων υπηρεσιών· |
— |
ένταξη των περιθωριοποιημένων ομάδων, οι οποίες εργάζονται σε ένα πλαίσιο διακοινοτικής δομής πρέπει να αποτελούν τους βασικούς δικαιούχους· παροχή υποστήριξης σε ομάδες που δραστηριοποιούνται σε έργα ενιαίας ταυτότητας (είτε προτεστάντες, είτε καθολικοί) μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπου αυτά αποτελούν βασική προϋπόθεση για την οικοδόμηση διακοινοτικών ικανοτήτων· |
— |
παροχή συνδρομής στα θύματα των «Ταραχών» για να αρχίσουν μια νέα ζωή, να αντιμετωπίσουν τις τραυματικές τους εμπειρίες και να μοιραστούν την εμπειρία τους με παρόμοιες ομάδες άλλων κοινοτήτων σε άλλες ζώνες συγκρούσεων· |
— |
στήριξη των πρωτοβουλιών που αποσκοπούν στη δημιουργία μιας «κοινωνίας για όλους», προκειμένου να περιοριστεί η ανάγκη διπλής παροχής υπηρεσιών στέγασης, υγείας, εκπαίδευσης, ελεύθερου χρόνου και αθλητισμού· |
— |
συμμετοχή εθελοντικών και κοινοτικών οργανώσεων, συνδικαλιστικών ενώσεων και επιχειρήσεων σε όλα τα επίπεδα της διαδικασίας λήψης των αποφάσεων όσον αφορά τους πόρους του προγράμματος PEACE της ΕΕ· |
— |
αποκατάσταση των διαρθρώσεων της τοπικής εταιρικής σχέσης η οποία συνέβαλε στη συνένωση των κοινωνικών εταίρων και των πολιτικών στα αρχικά στάδια του προγράμματος PEACΕ· |
— |
μείωση της γραφειοκρατίας, ιδίως όσον αφορά μικρής κλίμακας έργα σε αγροτικές και αστικές κοινότητες, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης των έργων, η οποία θα πρέπει να επικεντρώνεται σε κοινωνικές και οικονομικές παραμέτρους· |
2.4 Σύσταση 2: Η ειδική ομάδα για τη Βόρεια Ιρλανδία που συγκρότησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να εστιάζεται στην καθοδήγηση, τη διευκόλυνση και τη στήριξη δημιουργικών και καινοτόμων τρόπων ανάπτυξης της περιοχής, πέρα από εκείνους που εξαρτώνται από τη χρηματοδότηση του PEACE, όπως η έρευνα, η μεταφορά γνώσεων, η εκπαίδευση και η διευκόλυνση της διεθνούς δικτύωσης για τη διευθέτηση των συγκρούσεων.
2.5 Το ευρύτερο παγκόσμιο πλαίσιο
2.6 Η ΕΕ οφείλει όχι μόνο να αποκομίσει διδάγματα από την εμπειρία της με την Βόρεια Ιρλανδία, αλλά να μεταφέρει επίσης αυτές τις γνώσεις σε άλλους που αντιμετωπίζουν συγκρούσεις σε διαφορετικό βαθμό, είτε αυτό συμβαίνει εντός των συνόρων, είτε στα σύνορά της, είτε στον ευρύτερο κόσμο. Αυτό θα συμβάλει στη μεγιστοποίηση του θετικού ρόλου που μπορεί να διαδραματίσει η ΕΕ στη διευθέτηση συγκρούσεων σε παγκόσμιο επίπεδο.
2.7 Σύσταση 3: Συνιστάται η από κοινού αξιοποίηση βασικών διδαγμάτων μεταξύ των οργάνων της ΕΕ, των αρχών των κρατών μελών και της διεθνούς σκηνής. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος χρειάζονται τα ακόλουθα:
— |
μια περιεκτική βάση δεδομένων βέλτιστων πρακτικών στον τομέα της διευθέτησης συγκρούσεων (πρόταση του ΕΚ)· |
— |
μια συλλογή αξιολογήσεων και επιτυχημένων έργων του προγράμματος PEACΕ· |
— |
περαιτέρω διερεύνηση του ρόλου της ΕΕ σε διάφορους τομείς (εσωτερικές, διασυνοριακές και εξωτερικές καταστάσεις σύγκρουσης). |
2.8 Σύσταση 4: Η υλοποίηση της παραπάνω σύστασης θα μπορούσε να διευκολυνθεί με τη σύσταση ενός ευρωπαϊκού θεσμικού μέσου για τη διευθέτηση συγκρούσεων στη Βόρεια Ιρλανδία, με βάση τα όσα έχουν επιτευχθεί στο πεδίο της διευθέτησης συγκρούσεων σε τοπικό και σε διεθνές επίπεδο. Οι λεπτομέρειες αυτής της πρότασης θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο μιας πανευρωπαϊκής συζήτησης με τους κοινωνικούς εταίρους με πρωτοβουλία της ΕΟΚΕ, η οποία θα πρέπει να διερευνήσει βέλτιστους τρόπους με στόχο την ανάπτυξη ενός μέσου για τη διευθέτηση συγκρούσεων με ευρωπαϊκή διάσταση.
2.9 Σύσταση 5: Η παρακάτω εργαλειοθήκη θα πρέπει να προσαρμοστεί και να αναπτυχθεί περαιτέρω προκειμένου να διευκολυνθεί η ανάλυση των καταστάσεων σύγκρουσης και η παροχή των αναγκαίων πληροφοριών για τυχόν παρεμβάσεις της ΕΕ, όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο. Η εργαλειοθήκη συνθέτει μια σειρά μέσων που χρησιμοποιεί η ΕΕ, τα οποία θα μπορούσαν αποτελέσουν σημείο αναφοράς και πηγή για την ανάληψη δράσεων όσον αφορά την προστασία των μειονοτήτων, την ισότητα, της οικοδόμηση ικανοτήτων, τη διακοινοτική και διασυνοριακή συνεργασία και την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη σε άλλους τομείς εντός της ΕΕ, στα σύνορά της και σε ζώνες συγκρούσεων εκτός της εδαφικής της επικράτειας.
Εργαλειοθήκη της ΕΕ για τη διευδέιηση συγκρούσεων
Διαγνωστικά μέσα: Κοινωνικοοικονομική και πολιτική ανάλυση |
Εγχειρίδια αναφοράς: Εμπειρία από αλλού (π.χ. από μονάδες επίλυσης συγκρούσεων) Επιτομή/Βάση δεδομένων προγραμμάτων/έργων Εξέταση των θεωριών σχετικά με τη διευθέτηση συγκρούσεων |
Στρατηγικό όραμα: Αντικειμενικά (υπερεθνικά) μακροπρόθεσμα πρίσματα σε συνδυασμό με μια προσέγγιση υπέρ της ανάληψης κινδύνου Εφαρμογή διδαγμάτων που έχουν αντληθεί Γνώσεις που έχουν αποκτηθεί και αναπτύσσονται Αξιολόγηση του σταδίου της σύγκρουσης Καθορισμός της πορείας της παρέμβασης, ανάλογα με το στάδιο της σύγκρουσης και την τοποθεσία (εντός της ΕΕ, στα σύνορά της ή πέρα από αυτά) |
|
ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ |
ΜΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ |
Μείζονα εργαλεία (μακροεπίπεδο) |
Δίκτυα με χρηματοδότηση της ΕΕ που εστιάζουν στη μεταμόρφωση των συγκρούσεων Όργανα, πολιτικές και δυνατότητες της ΕΕ Το πνεύμα, η μεθοδολογία, το παράδειγμα της ΕΕ |
Εξευρωπαϊσμός (σε εθνικό επίπεδο) – Πρότυπα, αξίες, θεσμοί, διαδικασίες της ΕΕ (συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων) Ουδέτερος χώρος για διευκόλυνση του διαλόγου/της οικοδόμησης συναίνεσης. Δίκαιη προσέγγιση για τη δημιουργία εμπιστοσύνης. Ειρηνευτικό μοντέλο της ΕΕ - θέτει το παράδειγμα προς μίμηση Στενή εταιρική σχέση με μείζονες χορηγούς βοήθειας |
Μοχλοί και κλειδιά (μεσοεπίπεδο) |
Ειδικά προγράμματα PEACE της ΕΕ Διαρθρωτικά Ταμεία ειδικά σχεδιασμένα για τη διευθέτηση συγκρούσεων (καθοριζόμενων βάσει των ενδεδειγμένων κριτηρίων «διαφορετικότητας») Διμερής/διασυνοριακή συνεργασία Συμφωνίες και πρωτοβουλίες Πρότυπο κοινωνικής εταιρικής σχέσης Αξιολόγηση σε επίπεδο προγράμματος |
Ομάδα δράσης για τη συλλογή πληροφοριών και τον εντοπισμό ευκαιριών/τομέων για συνεργασία και ενθάρρυνση της συμμετοχής σε προγράμματα που καλύπτουν το σύνολο της ΕΕ Εταιρική προσέγγιση στη συνεργασία με εντόπιους πολιτικούς Τοπικές διαβουλεύσεις που επιφέρουν τοπική ανάληψη ευθύνης για τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη προγραμμάτων. Συμμετοχή των τοπικών θεσμικών φορέων Άρση των φραγμών μέσω πολιτικών της ΕΕ |
Συσκευές ρύθμισης (μικροεπίπεδο) |
Τοπικοί φορείς υλοποίησης για προσέγγιση της βάσης Συνολικές ενισχύσεις για διασφάλιση της ευαισθητοποίησης σε τοπικό Επίπεδο και επίτευξη του κατάλληλου στόχου Χρηματοδότηση υπό όρους για προαγωγή των βέλτιστων πρακτικών Παρακολούθηση για συνεχή μάθηση Ενίσχυση της οικοδόμησης ικανοτήτων και σύμπραξη/ συνεργασία Αυτοαξιολόγηση |
Εξευρωπαϊσμός (σε τοπικό επίπεδο) - Εμπλοκή των κοινωνικών εταίρων, συμμετοχή των πολιτών, συμμετοχή της κοινότητας, Αποστολή υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Έκφραση ικανοποίησης για την επιτυχία Ευαισθητοποίηση του κοινού μέσω ΜΜΕ και δημοσιότητας |
3. Εισαγωγή
3.1 Στόχος της παρούσας γνωμοδότησης είναι να διηγηθεί τη σχετικά άγνωστη ιστορία της επιτυχούς υποστήριξης της ειρηνευτικής διαδικασίας στη Βόρεια Ιρλανδία εκ μέρους της ΕΕ, να δώσει στην ευρωπαϊκή κοινωνία των πολιτών να καταλάβει καλύτερα την εμπειρία της Βόρειας Ιρλανδίας και να καταρτίσει μια «εργαλειοθήκη» με τις μεθόδους που χρησιμοποίησε η ΕΕ για την προαγωγή της ειρήνης και της συμφιλίωσης, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν και σε άλλες περιοχές συγκρούσεων, όπου κριθεί ενδεδειγμένο.
3.2 Η γνωμοδότηση εστιάζει κυρίως το ενδιαφέρον της στην υποστήριξη που παρέσχε η ΕΕ μέσω των προγραμμάτων PEACE, του Διεθνούς Ταμείου για την Ιρλανδία (ΔΤΙ) και του INTERREG. Εξετάζει πώς σχεδιάστηκαν αυτά τα ταμεία και ποιον αντίκτυπο είχαν στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της περιοχής, με έμφαση στην υποστήριξη προς την κοινωνία των πολιτών (επιχειρήσεις, συνδικαλιστικές ενώσεις, εθελοντικός τομέας).
3.3 Εξετάζει επίσης τις ευρύτερες ευκαιρίες που παρέσχε η ΕΕ για πολιτική, διπλωματική και διοικητική συνεργασία Βρετανίας-Ιρλανδίας και τον βαθμό στον οποίο το «ευρωπαϊκό ειρηνευτικό μοντέλο» χρησιμοποιήθηκε για την προαγωγή της θετικής εξέλιξης στη Βόρεια Ιρλανδία.
4. Μέθοδος
4.1 Πραγματοποιήθηκαν τέσσερις συνεδριάσεις εργασίας, μία από τις οποίες ήταν διάσκεψη διαβούλευσης στη Βόρεια Ιρλανδία τον Απρίλιο του 2008. Κατά τη διάσκεψη αυτή συγκεντρώθηκαν πληροφορίες από ενδιαφερόμενους και εμπειρογνώμονες μέσω ερωτηματολογίων και ηλεκτρονικής διαβούλευσης και μπόρεσαν να εξαχθούν συμπεράσματα με βάση την άμεση εμπειρία από τα προγράμματα και τις πολιτικές της ΕΕ. Επιπλέον, τα μέλη της υποεπιτροπής πραγματοποίησαν εκπαιδευτική περιοδεία και επισκέφτηκαν στο Μπέλφαστ έργα που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ.
4.2 Στη διάσκεψη, η οποία συνέπεσε με γεγονότα που σηματοδότησαν ουσιαστική πολιτική πρόοδο στη Βόρεια Ιρλανδία, παρευρέθηκαν ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος της Κυβερνήσεως της Βόρειας Ιρλανδίας, ο ιρλανδός Υφυπουργός Οικονομικών και ανώτεροι εκπρόσωποι της ΕΕ που συμμετείχαν στην κατάρτιση του προγράμματος PEACE.
4.3 Καίριο στοιχείο της παρούσας γνωμοδότησης ήταν η πολύτιμη συνεργασία των τριών Ομάδων της ΕΟΚΕ, των εμπειρογνωμόνων τους και των μελών της υποεπιτροπής από τη Γαλλία, την Ισπανία, την Ιταλία, την Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (έκθεση de Brún) και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
5. Ιστορικό
5.1 Γεωγραφία/οικονομία
5.1.1 Η Βόρεια Ιρλανδία βρίσκεται στη βορειοανατολική γωνία της νήσου της Ιρλανδίας. Καλύπτει έκταση 5 500 τετραγωνικών μιλίων και ο πληθυσμός της, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή (2001), ανέρχεται σε 1 685 000 κατοίκους, εκ των οποίων το 53,1 % είναι Προτεστάντες, το 43,8 % Καθολικοί, το 0,4 % «άλλο» και το 2,7 % άθρησκοι. Ο πληθυσμός αυτός είναι από τους νεαρότερους στην Ευρώπη, με ποσοστό άνω του 40 % κάτω των 29 ετών. Στατικός μέχρι πρόσφατα λόγω της καθαρής αποδημίας, ο πληθυσμός της χώρας προβλέπεται ότι θα υπερβεί τα 1,8 εκατομμύρια έως το 2011.
5.1.2 Η οικονομία εξελίσσεται από την παραδοσιακή μεταποίηση (ναυπηγική και κλωστοϋφαντουργία) προς μια πιο εξωστρεφή οικονομία που βασίζεται περισσότερο στις υπηρεσίες. Από το 2004/05, η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία (ΑΠΑ) αυξήθηκε κατά 3,5 % σε πραγματικούς όρους, ποσοστό ελαφρώς χαμηλότερο από τον μέσο όρο του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά πολύ χαμηλότερο από την ετήσια αύξηση του ΑΕγχΠ έως και κατά 10 % στην Ιρλανδία την περίοδο που κέρδισε το προσωνύμιο «κελτική τίγρη». Η κατά κεφαλήν ΑΠΑ αντιστοιχεί περίπου στο 80% του μέσου όρου του Ηνωμένου Βασιλείου και η ανεργία έχει πέσει σε 3,6 %, από τη μέγιστη τιμή του 17,2 % το 1986. Εντούτοις, αυτά τα στατιστικά στοιχεία συγκαλύπτουν ορισμένες σοβαρές προκλήσεις όπως το υψηλό επίπεδο οικονομικής αδράνειας (σήμερα 26,9 %, το υψηλότερο από όλες τις περιφέρειες του Ηνωμένου Βασιλείου) και η μεγάλη εξάρτηση από τους δημόσιους πόρους για τη στήριξη τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα, η οποία έχει αμβλύνει το επιχειρηματικό πνεύμα (τα δημόσια κεφάλαια αντιστοιχούν στο 62 % της ΑΠΑ).
5.2 Πρόσφατο ιστορικό/πολιτικό πλαίσιο
5.2.1 Ως περιφέρεια του Ηνωμένου Βασιλείου, η Βόρεια Ιρλανδία προέκυψε μετά την «Πράξη για τη διακυβέρνηση της Ιρλανδίας» (Government of Ireland Act) του 1921, που επέφερε τη διαίρεση της νήσου σε Βόρεια και Νότια Ιρλανδία. Δημιουργήθηκε έτσι στη νήσο μια παραμεθόρια περιφέρεια και άρχισε μια διαδικασία διαβίωσης «πλάτη με πλάτη» από κοινωνική, οικονομική και πολιτική άποψη. Η διαίρεση αυτή αποτέλεσε έκτοτε πηγή έριδος στη Βόρεια Ιρλανδία μεταξύ των εθνικιστών (κυρίως Καθολικών) και των ενωτικών (κυρίως Προτεσταντών). Σε γενικές γραμμές, οι πρώτοι επιθυμούν μια ενωμένη Ιρλανδία, ενώ οι δεύτεροι θέλουν να παραμείνει η Βόρεια Ιρλανδία τμήμα του Ηνωμένου Βασιλείου.
5.2.2 Το 1921, το 60 % του πληθυσμού ήταν Προτεστάντες και το 40 % Καθολικοί. Η μεγαλύτερη κοινότητα των ενωτικών διατήρησε την εξουσία για σχεδόν μισό αιώνα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, διαδηλωτές υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων βγήκαν στους δρόμους, ζητώντας να τεθεί τέλος στο καθεστώς των διακρίσεων. Ακολούθησαν βίαιες συγκρούσεις και αναταραχές, που θεωρούνται από πολλούς η αρχή της πρόσφατης περιόδου των «Ταραχών» της Βόρειας Ιρλανδίας. Στο απόγειο των Ταραχών το 1972, το Κοινοβούλιο της Βόρειας Ιρλανδίας διαλύθηκε και θεσπίστηκε η «απευθείας διακυβέρνηση» από το Λονδίνο.
5.2.3 Κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν υπήρξαν πολυάριθμες απόπειρες σταθεροποίησης της κατάστασης, μεταξύ άλλων πρωτοβουλίες συμφιλίωσης υποκινούμενες κυρίως από οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, όπως οι συνδικαλιστικές ενώσεις. Όμως, η ίδια περίοδος σημαδεύθηκε από τρομερή βία, η οποία, μέσα σε 35 χρόνια, στοίχισε τη ζωή σε πάνω από 3 500 ανθρώπους και άφησε πολλές χιλιάδες ακόμη τραυματισμένους σωματικά και ψυχικά διά βίου.
5.2.4 Οι εκεχειρίες των παραστρατιωτικών ομάδων το 1994 άνοιξαν τον δρόμο για συνομιλίες μεταξύ των πολιτικών κομμάτων. Το 1998 συνήφθη η Συμφωνία του Μπέλφαστ (ή «Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής»), η οποία επικροτήθηκε από τη συντριπτική πλειονότητα με χωριστά δημοψηφίσματα βορείως και νοτίως των συνόρων. Το επόμενο έτος συστάθηκαν η Εκτελεστική Αρχή και η Συνέλευση της Βόρειας Ιρλανδίας, μαζί με ορισμένα διμερή όργανα Βορρά/Νότου, και τις τελευταίες εβδομάδες της χιλιετίας αποκαταστάθηκε η αποκέντρωση των εξουσιών.
5.2.5 Το 2002 η λειτουργία της Συνέλευσης ανεστάλη και μόνο τον Μάιο του 2007 αποκαταστάθηκε μια αποκεντρωμένη Εκτελεστική Αρχή, στην οποία μοιράζονται την εξουσία το φιλοβρετανικό Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα (DUP) και το φιλοϊρλανδικό Sinn Fein. Η περιφέρεια βιώνει σήμερα την εκτενέστερη περίοδο πολιτικής της σταθερότητας εδώ και τέσσερις σχεδόν δεκαετίες.
5.3 Η συμμετοχή της ΕΕ στην ειρηνευτική διαδικασία
5.3.1 Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1973, στο απόγειο των «Ταραχών», και στη Βόρεια Ιρλανδία χορηγήθηκε «ειδικό καθεστώς»: της αναγνωρίστηκε καθεστώς περιφέρειας του «Στόχου 1», μολονότι δεν πληρούσε πάντοτε τις σχετικές οικονομικές προϋποθέσεις. Αυτό σήμαινε πρόσθετη χρηματοδότηση για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Οι πόροι αυτοί έπρεπε κανονικά να συμπληρώνουν τη χρηματοδότηση από τη βρετανική κυβέρνηση, αλλά πολλοί ισχυρίζονταν πως χρησιμοποιούνταν ως αντιστάθμιση των απαιτήσεων δημόσιας χρηματοδότησης.
5.3.2 Στις πρώτες άμεσες εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1979), από τη Βόρεια Ιρλανδία εξελέγησαν τρεις ευρωβουλευτές (Ian Paisley, John Hume και John Taylor). Το 1984, το ΕΚ δημοσίευσε την «έκθεση Haagerup» για τη Βόρεια Ιρλανδία και ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Lorenzo Natali υποσχέθηκε να εξετάσει «ευνοϊκά την πρόταση ολοκληρωμένου σχεδίου για τη Βόρεια Ιρλανδία και τις όμορες περιφέρειες». Τόνισε, ωστόσο, ότι χρειαζόταν την έγκριση της βρετανικής και της ιρλανδικής κυβέρνησης.
5.3.3 Το 1986, οι κυβερνήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας συνέστησαν το Διεθνές Ταμείο για την Ιρλανδία (ΔΤΙ) για την «προώθηση της κοινωνικής και οικονομικής προόδου και την ενθάρρυνση της συμφιλίωσης μεταξύ των εθνικιστών και των ενωτικών σε όλη τη νήσο». Η ΕΕ –μαζί με τις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία– είναι από τους σημαντικότερους χορηγούς των 849 εκατ. ευρώ, που έχουν στηρίξει περισσότερα από 5 700 έργα στη Βόρεια Ιρλανδία και στις όμορες κομητείες της Ιρλανδίας τα τελευταία 20 έτη. Έως το 2013, η χρηματοδότηση του ΔΤΙ από την ΕΕ θα έχει ανέλθει σε 349 εκατομμύρια ευρώ.
5.3.4 Η επίσκεψη του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Jacques Delors το 1992 στη Βόρεια Ιρλανδία για διαβουλεύσεις με τοπικούς εκπροσώπους ενίσχυσε τη δέσμευσή του για την επίτευξη ειρήνης στην περιοχή. Το ίδιο έτος καταργήθηκαν οι οικονομικοί φραγμοί στις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ Βορρά-Νότου στη νήσο με την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς, η οποία προσέφερε συν τω χρόνω πολύτιμες ευκαιρίες για διασυνοριακές εμπορικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες.
5.3.5 Το 1994, αμέσως μετά τις εκεχειρίες μεταξύ των παραστρατιωτικών ομάδων, ο κ. Delors συναντήθηκε με τους τρεις βορειοϊρλανδούς ευρωβουλευτές (τότε ήταν οι Ian Paisley, John Hume και Jim Nicholson) και συμφώνησε μαζί τους σχέδια για ένα σημαντικό νέο κοινοτικό «πακέτο». Συνέστησε ειδική ομάδα για τον σκοπό αυτό και, κατόπιν εκτενών τοπικών διαβουλεύσεων, η πρόταση για ένα τριετές πρόγραμμα PEACE με χρηματοδότηση 300 εκατ. ευρώ εγκρίθηκε στη σύνοδο κορυφής της ΕΕ το 1994, μόλις λίγες εβδομάδες πριν από τη λήξη της προεδρικής θητείας του κ. Delors. Το πρόγραμμα παρατάθηκε αργότερα για άλλα δύο έτη, με άλλα 204 εκατ. ευρώ χρηματοδότηση από την ΕΕ.
5.3.6 Έτσι προέκυψε το πρώτο Ειδικό Πρόγραμμα Ενίσχυσης για την Ειρήνη και τη Συμφιλίωση στη Βόρεια Ιρλανδία και τις Όμορες Κομητείες της Ιρλανδίας (PEACE I). Οι ευρείες διαβουλεύσεις για το πρόγραμμα περιλάμβαναν γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής του 1995 (1), όπου η ΕΟΚΕ επικροτούσε την πρωτοβουλία και τόνιζε την ανάγκη μακροπρόθεσμης προσέγγισης και ευελιξίας κατά την κατανομή της χρηματοδότησης.
5.3.7 Το 2000, το PEACE I το διαδέχθηκε το PEACE II, το οποίο διαπραγματεύθηκαν τα μέρη της νέας Εκτελεστικής Αρχής της Βόρειας Ιρλανδίας, με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση 531 εκατ. ευρώ. Το πρόγραμμα παρατάθηκε για την περίοδο 2005/06, με κοινοτική χρηματοδότηση 78 εκατ. ευρώ. Η ΕΟΚΕ εκπόνησε και δεύτερη γνωμοδότηση (με εισηγητή τον κ. Simpson) ζητώντας η χρηματοδότηση του PEACE II να εστιασθεί περισσότερο σε σχέδια που προωθούν τη συμφιλίωση και στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι διακινούμενοι εργαζόμενοι. Το 2007, τέθηκε σε εφαρμογή για την περίοδο 2007-2013 το PEACE III, με χρηματοδότηση 225 εκατ. ευρώ. Συνολικά, η ΕΕ έχει συνεισφέρει σε αυτά τα προγράμματα πάνω από 1,338 δισ. ευρώ.
5.3.8 Μετά την αποκατάσταση των περιφερειακών εξουσιών το 2007, ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Jose Manuel Barroso συνέστησε νέα ειδική ομάδα υπό την καθοδήγηση της Επιτρόπου Περιφερειακής Πολιτικής κ. Danuta Hübner για την εξέταση της μελλοντικής συνεργασίας ΕΕ/Βόρειας Ιρλανδίας. Η έκθεση αυτής της ομάδας, η οποία δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο του 2008, προτείνει πολλούς και διάφορους τρόπους ενίσχυσης της συμμετοχής της περιφέρειας στις πολιτικές της ΕΕ και επισημαίνει το ενδιαφέρον που έχουν εκφράσει οι αρχές της Βόρειας Ιρλανδίας για την προώθηση της ανάπτυξης ενός ευρωπαϊκού θεσμικού μέσου για τη διευθέτηση συγκρούσεων με στόχο την ανάπτυξη έρευνας, την παροχή συμβουλών και την ανταλλαγή εμπειριών.
6. Ο αντίκτυπος της συμβολής της ΕΕ
6.1 Η συμμετοχή της ΕΕ στην ειρηνευτική διαδικασία έλαβε πολλές και διάφορες μορφές, από την πολιτική υποστήριξη σε υψηλό επίπεδο έως τη χρηματοδοτική παρέμβαση στη βάση. Εντατικοποιήθηκε τη δεκαετία του 1990, προκειμένου να υποστηρίξει την πολιτική πρόοδο που προέκυψε με τις εκεχειρίες και τη σύναψη της Συμφωνίας του Μπέλφαστ/της Μεγάλης Παρασκευής, και συνεχίζεται σήμερα με το έργο της ειδικής ομάδας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που εστιάζει σε νέους τομείς συνεργασίας, στο PEACE ΙΙΙ, στο ΔΤΙ και στο INTERREG.
6.2 Η χρηματοδότηση της ΕΕ για την οικοδόμηση της ειρήνης ήταν ουσιώδες στοιχείο της υποστήριξης της ειρηνευτικής διαδικασίας από την ΕΕ. Εντούτοις, ορισμένοι μη οικονομικοί παράγοντες, που απέρρευσαν αυτόματα από την ένταξη στην ΕΕ, είχαν βαθύ αντίκτυπο στην προαγωγή των θετικών αλλαγών. Η «σφαίρα επιρροής» της ΕΕ μπορεί, συνεπώς, να χωριστεί σε δύο διακεκριμένες, αλλά επικαλυπτόμενες ομάδες παραγόντων: τους οικονομικούς και τους μη οικονομικούς.
6.3 Μη οικονομικοί παράγοντες
6.3.1 Μετά την προσχώρηση, η ΕΕ παρείχε έναν «ουδέτερο χώρο» για τη διευκόλυνση του διαλόγου μεταξύ των βρετανών και των ιρλανδών πολιτικών, προσφέροντας νέες ευκαιρίες για τακτικές συναντήσεις σε ουδέτερο έδαφος. Αυτό ήταν πολύτιμο και για τους βορειοϊρλανδούς ευρωβουλευτές, με καλύτερο παράδειγμα τη συνάντηση των Paisley, Hume, Nicholson και Delors το 1994, από την οποία προέκυψε το πρώτο πρόγραμμα PEACE και την οποία ο Paisley περιέγραψε ως μια από τις πλέον παραγωγικές της σταδιοδρομίας του. Επίσης, η διασυνοριακή συνεργασία βρετανών και ιρλανδών δημόσιων υπαλλήλων για διάφορα θέματα της καθημερινής ζωής επέτρεψε ένα «πλησίασμα» που είχε αναμφίβολα θετικό αντίκτυπο στην ειρηνευτική διαδικασία.
6.3.2 Αυτός ο «ουδέτερος χώρος» ήταν ακόμη πιο πολύτιμος για την επί τόπου υποστήριξη της ειρηνευτικής διαδικασίας από την ΕΕ. Η συμμετοχή, η εμπλοκή και η ενδυνάμωση της θέσης της κοινωνίας των πολιτών διευκολύνθηκε από τα όργανα της ΕΕ και χάρη στην ανάπτυξη προσωπικού που εργάστηκε για να εξασφαλιστεί μια αμερόληπτη προσέγγιση χωρίς διακρίσεις.
6.3.3 Ένα άλλο σημαντικό μη οικονομικό στοιχείο ήταν η ευκαιρία που δόθηκε στους βρετανούς και στους ιρλανδούς ιθύνοντες να γνωρίσουν το πνεύμα της επιδίωξης συναίνεσης που χαρακτηρίζει τη νομοθετική διαδικασία της ΕΕ. Στις διαπραγματεύσεις του Συμβουλίου, τα κράτη μέλη εφάρμοζαν ένα νέο πνεύμα πολυμερούς διαλόγου, ανταλλαγμάτων και συμβιβασμών, που ήταν πολύτιμο εργαλείο για τις τοπικές πολιτικές συνομιλίες.
6.3.4 Η εγκαθίδρυση της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς το 1992 είχε σημαντικό μη οικονομικό αντίκτυπο στην ειρηνευτική διαδικασία. Η άρση των διοικητικών εμποδίων στις διασυνοριακές συναλλαγές ενθάρρυνε τη μεγαλύτερη συνεργασία των επαγγελματικών οργανώσεων από τις δύο πλευρές των συνόρων και ενίσχυσε τις μακροχρόνιες προσπάθειες του συνδικαλιστικού κινήματος για διασυνοριακή συνεργασία. Οι διασυνοριακοί έλεγχοι ασφαλείας συνέχιζαν, εντούτοις, να εμποδίζουν τη σημαντική πρόοδο της οικονομικής και κοινωνικής συνεργασίας.
6.3.5 Ένας μη οικονομικός παράγοντας με περιορισμένο αρχικά αντίκτυπο ήταν η χρήση του ευρωπαϊκού ειρηνευτικού μοντέλου ως παραδείγματος προς μίμηση για την περιφέρεια. Όταν η Βόρεια Ιρλανδία προσχώρησε στην ΕΕ, πολλοί έλπιζαν ότι η σταθεροποιητική επίδραση της ένταξης θα ήταν σχεδόν άμεση. Όμως, ο διχασμός των κοινοτήτων ήταν τόσο παγιωμένος, ώστε χρειάστηκε καιρός για να υπάρξει πραγματική επιρροή του ευρωπαϊκού μοντέλου στην ειρηνευτική διαδικασία.
6.3.6 Ακόμη και σήμερα, 35 χρόνια μετά την ένταξη στην ΕΕ, στο Μπέλφαστ εξακολουθούν να υφίστανται τα αποκαλούμενα «τείχη της ειρήνης», που διαχωρίζουν τους Καθολικούς από τους Προτεστάντες. Τα περισσότερα παιδιά φοιτούν σε «χωριστά» σχολεία και το 90 % του πληθυσμού ζει σε «χωριστές» κοινότητες.
6.4 Οικονομικός αντίκτυπος
6.4.1 Ο οικονομικός αντίκτυπος του PEACE Ι στην ειρηνευτική διαδικασία ήταν σημαντικός, επειδή ήταν ένα μοναδικό στο είδος του και καινοτόμο πρόγραμμα, που δεν έμοιαζε με τίποτα από ό,τι είχε δοκιμάσει η ΕΕ στο παρελθόν. Τα 500 εκατ. ευρώ που διέθεσε (1995-1999) για τη στήριξη της ειρήνης και της συμφιλίωσης ήταν επίσης η μεγαλύτερη ενίσχυση που χορηγήθηκε για τον συγκεκριμένο αυτό σκοπό. Αντιστοιχούσαν στο 73 % των συνολικών επενδύσεων· το υπόλοιπο καλύφθηκε από τις αρχές των δύο χωρών και από τον ιδιωτικό τομέα.
6.4.2 Ένας σημαντικός παράγοντας που συνέβαλε στον θετικό αντίκτυπο του PEACE I ήταν η ευρεία διαδικασία διαβουλεύσεων που προηγήθηκε της διαμόρφωσής του. Η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των ΜΚΟ, των συνδικαλιστικών ενώσεων και των επιχειρήσεων, ένιωσε προσωπική ευθύνη για το πρόγραμμα, επειδή αναγνωρίστηκε η συνεισφορά της. Οι τρεις βορειοϊρλανδοί ευρωβουλευτές συμμετείχαν επίσης άμεσα στις λεπτομέρειες. Το PEACE I προβλήθηκε εκτενώς, με αποτέλεσμα να είναι ευρέως γνωστό σε όλη τη στοχευόμενη περιοχή. Η «αναγνώριση» αυτή εξακολουθεί να υφίσταται και σήμερα. Σύμφωνα με τις στατιστικές, από τα προγράμματα PEACE ωφελήθηκε το ήμισυ σχεδόν του πληθυσμού.
6.4.3 Η πρωτοτυπία των μηχανισμών χρηματοδότησης του PEACE ήταν επίσης καθοριστική για την επιτυχία του. Οι ενδιάμεσοι φορείς χρηματοδότησης ήταν ένα ευφυές μέσο αποκέντρωσης των ευθυνών προς τη βάση με παράλληλη ανάπτυξη των ικανοτήτων. Οι επαρχιακές εταιρικές σχέσεις, στις οποίες συμμετείχαν, εκτός από τις συνδικαλιστικές ενώσεις και τα εκλεγμένα μέλη της τοπικής αυτοδιοίκησης, και εκπρόσωποι του επιχειρηματικού, του γεωργικού, του εθελοντικού και του κοινωνικού τομέα, ήταν κάτι πρωτόγνωρο για τη Βόρεια Ιρλανδία. Αυτή η εταιρική προσέγγιση της λήψης αποφάσεων ήταν εξίσου σημαντικό μέρος της διαδικασίας οικοδόμησης της ειρήνης με την ίδια τη χρηματοδότηση.
6.4.4 Αναγνωρίζεται ευρέως ότι αυτή η προσέγγιση «από τη βάση προς τα άνω» σήμαινε ότι η χρηματοδότηση ήταν πιο προσιτή στις ομάδες που βρίσκονταν «στο περιθώριο της τοπικής οικονομικής και κοινωνικής ζωής». Συγκεκριμένα, στόχευσε ομάδες που μέχρι τότε λάμβαναν ελάχιστη ή καθόλου υποστήριξη, όπως τα θύματα και οι πρώην κρατούμενοι, και αύξησε τη χρηματοδότηση άλλων, όπως οι διακοινοτικές και οι διασυνοριακές οργανώσεις ή οι ομάδες γυναικών και νέων.
6.4.5 Ο οικονομικός αντίκτυπος αυτών των προγραμμάτων ήταν μεγαλύτερος από κάθε πρότερη χρηματοδότηση της ΕΕ, καθώς υπήρχε διασφάλιση του «προσθετικού» χαρακτήρα του. Αυτό το δεδομένο τον καθιστούσε πιο πολύτιμο και πιο ορατό, καθώς ήταν «πάνω και πέρα» από τις κρατικές χρηματοδοτήσεις για την περιφέρεια. Συχνά εκφράζεται ο ισχυρισμός ότι αυτό δεν ίσχυε για άλλα προγράμματα των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ.
6.4.6 Η αλλαγή της έμφασης μεταξύ των προγραμμάτων είχε επίσης αντίκτυπο. Το μεγαλύτερο μερίδιο του PEACE I αντιστοιχούσε στην «κοινωνική ένταξη», ενώ στο PEACE II περισσότερους πόρους έλαβε η «οικονομική ανόρθωση». Στο PEACE III, το βάρος μετατοπίστηκε στη «συμφιλίωση», η οποία αναγνωρίζεται ως το καλύτερο μέσο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων σεκταριστικού διχασμού που παραμένουν.
6.4.7 Στα PEACE II και III υπήρξε επίσης μετατόπιση της ευθύνης, η οποία ανατέθηκε στον νεοσύστατο, διασυνοριακό Ειδικό Φορέα για τα Κοινοτικά Προγράμματα (SEUPB). Σε ορισμένες πτυχές του έργου του υποστηρίζεται από επιτροπές παρακολούθησης, όπου εκπροσωπούνται δημόσια, συνδικαλιστικά και ιδιωτικά συμφέροντα από τη Βόρεια Ιρλανδία και τις όμορες κομητείες. Μολονότι ορισμένοι ισχυρίζονται ότι ο αντίκτυπος αυτής της αλλαγής ήταν η μείωση της συμμετοχής του επιπέδου της βάσης, άλλοι θεωρούν τον SEUPB πολύτιμη «ενιαία θυρίδα» για όλες τις πτυχές του κοινοτικού προγράμματος PEACE και της διασυνοριακής χρηματοδότησης.
6.4.8 Ο αντίκτυπος του ΔΤΙ στην ειρηνευτική διαδικασία ήταν επίσης εξαιρετικά σημαντικός, όχι μόνο ως προς τα έργα που χρηματοδότησε, αλλά και ως προς τη σύνθεσή του. Το ΔΤΙ συγκεντρώνει εκπροσώπους των χορηγών χωρών και αυτή η ιδιότυπη μορφή συνεργασίας, ιδιαίτερα μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, θα μπορούσε να αποτελέσει πολύτιμο παράδειγμα ορθής πρακτικής και για άλλες περιοχές συγκρούσεων.
6.4.9 Αν και το INTERREG καλύπτει όλη την ΕΕ, ο ειδικός αντίκτυπός του στην ιρλανδική νήσο ήταν επίσης εξαιρετικά πολύτιμος για την ειρηνευτική διαδικασία. Δρώντας παράλληλα προς τα διασυνοριακά στοιχεία των προγραμμάτων PEACE, το INTERREG επένδυσε σε διασυνοριακές υποδομές και κοινωνικοοικονομικά προγράμματα, ενθαρρύνοντας τη μεγαλύτερη συνεργασία των κοινοτήτων που ζούσαν «πλάτη με πλάτη».
6.4.10 Άλλες πρωτοβουλίες της ΕΕ, όπως τα προγράμματα URBAN, EQUAL και LEADER, είχαν και εξακολουθούν να έχουν λιγότερο άμεση, αλλά εντούτοις σημαντική επίδραση στην ειρηνευτική διαδικασία στη Βόρεια Ιρλανδία.
6.5 Ο αντίκτυπος στη διασυνοριακή συνεργασία
6.5.1 Μετά τη διαίρεση της νήσου το 1921, οι δύο έννομες τάξεις εξελίχθηκαν χωριστά και προς αντίθετες κατευθύνσεις. Ο αντίκτυπος αυτής της συνύπαρξης «πλάτη με πλάτη» ήταν εμφανής πριν από τις «Ταραχές» και οξύνθηκε με τα 35 χρόνια βίας. Οι διασυνοριακές επαφές περιορίστηκαν λόγω των κινδύνων και των δυσκολιών και το διασυνοριακό εμπόριο ήταν το χαμηλότερο από κάθε άλλο εσωτερικό σύνορο της ΕΕ.
6.5.2 Οι πολιτικές της ΕΕ ενθάρρυναν και διευκόλυναν την αλλαγή του προτύπου διασυνοριακής συνεργασίας. Αυτή επιταχύνθηκε από το γεγονός ότι η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Στον οικονομικό τομέα, ο αντίκτυπος της ενιαίας αγοράς«από την κορυφή προς τη βάση» ήταν ιδιαίτερα πολύτιμος, ενώ στον κοινωνικό και στον πολιτιστικό τομέα ο αντίκτυπος «από τη βάση προς την κορυφή» των προγραμμάτων PEACE, που περιλάμβαναν και τις έξι νότιες όμορες κομητείες, λειτούργησε ως καταλύτης για αδιανόητες μέχρι τότε διασυνοριακές επαφές.
6.5.3 Οι κοινοί στόχοι περιλάμβαναν μεγαλύτερη επιχειρηματική ανάπτυξη, κοινωνικές επαφές και στενότερη συνεργασία μεταξύ των δύο κυβερνήσεων. Θεμελιώδες στοιχείο της Συμφωνίας του Μπέλφαστ/της Μεγάλης Παρασκευής ήταν η σύσταση ενός Υπουργικού Συμβουλίου Βορρά/Νότου και άλλων διασυνοριακών οργάνων. Αυτά τα από κοινού χρηματοδοτούμενα όργανα ήταν κάτι το καινοφανές στην ΕΕ. Επίσης, η ιδέα μιας «οικονομίας της νήσου» έπαψε να θεωρείται ριζοσπαστική και έγινε πλέον αποδεκτή από τους περισσότερους ως επικρατούσα, χρήσιμη και ωφέλιμη.
6.5.4 Σε αυτή την αύξηση της διασυνοριακής συνεργασίας συχνά πρωτοστάτες ήταν οι κοινωνικοί εταίροι. Το πρωτοπόρο έργο τους διασφάλισε τη συνεργασία των αρμοδίων για τη λήψη των αποφάσεων στον Βορρά και τον Νότο, για τη βελτίωση της αμοιβαίας κατανόησης, εκτίμησης και εμπιστοσύνης. Η συνεργασία «πλάι-πλάι» που προέκυψε είναι εμφανής σε πολλούς τομείς, αλλά περισσότερο από όλα στο οικονομικό πεδίο, καθώς και στην υγεία και την εκπαίδευση.
6.5.5 Ένα από τα πολλά θετικά αποτελέσματα αυτού του έργου ήταν ένα επταετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης των Εμπορικών και Επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων μεταξύ δύο ενώσεων επιχειρήσεων του Βορρά και του Νότου [του Συνδέσμου Βρετανικών Βιομηχανιών (CBI) και της Συνομοσπονδίας Βρετανών Επιχειρηματιών & Εργοδοτών (IBEC)], το οποίο χρηματοδοτήθηκε από το ΔΤΙ, το PEACE και το INTERREG και περιλάμβανε περισσότερες από 300 συναντήσεις αγοραστών/προμηθευτών. Το εμπόριο διπλασιάστηκε κατά την περίοδο του προγράμματος (1991-1997) και υπερέβη τα 2 δισεκατομμύρια στερλίνες.
6.5.6 Το έργο του συνδικαλιστικού κινήματος για την ενθάρρυνση των διασυνοριακών και διακοινοτικών δεσμών είναι επίσης εξαιρετικά πολύτιμο. Η Ιρλανδική Διάσκεψη Συνδικαλιστικών Ενώσεων (ICTU) είναι ένας πανιρλανδικός φορέας, ο οποίος κατά τη διάρκεια των «Ταραχών» εργάστηκε άοκνα για τη βελτίωση των διακοινοτικών σχέσεων. Η Διάσκεψη δεν αναζήτησε χρηματοδότηση για το έργο της, αλλά ορισμένα όργανα που σχετίζονται με τις συνδικαλιστικές ενώσεις έλαβαν στήριξη από την ΕΕ.
6.5.7 Όσον αφορά τον διασυνοριακό αντίκτυπο του προγράμματος PEACE, το γεγονός ότι μόνο οι έξι όμορες κομητείες του Νότου μπορούσαν να ωφεληθούν άμεσα από τους πόρους του σήμαινε ότι ο αντίκτυπός του ήταν περιορισμένος, ιδίως για την ανάπτυξη των εμπορικών συναλλαγών, σε μια εποχή όπου οι περισσότερες δυνατότητες βρίσκονταν εκτός των επιλέξιμων περιοχών του Νότου.
6.5.8 Η διασυνοριακή συνεργασία αναβαθμίστηκε σε ένα εντελώς νέο και σαφώς ευρύτερο και βαθύτερο επίπεδο. Εφόσον έχουν πλέον αρθεί οι περισσότεροι υλικοί, φορολογικοί και τεχνικοί φραγμοί, καθώς και τα εμπόδια στον τομέα της ασφάλειας, γεγονός που κατέστησε δυνατή και ενθάρρυνε μια πρωτόγνωρη αύξηση του όγκου των διασυνοριακών εμπορικών συναλλαγών, καθώς και την ενίσχυση της αλληλεπίδρασης και της συνεργασίας, η πρόκληση ήταν να συνεχιστεί η εξάλειψη των από μακρού ριζωμένων πολιτισμικών και κοινωνικών φραγμών που απέμεναν.
6.5.9 Το σημαντικό είναι ότι οι μέθοδοι που χρησιμοποίησε η ΕΕ για την υποστήριξη της ειρήνης και της συμφιλίωσης στο οικονομικό και στο κοινωνικό επίπεδο στις δύο κοινότητες παρέχουν ένα μοναδικό, καλά αναπτυγμένο και ολοένα και πιο αναγνωρισμένο περιφερειακό μοντέλο εφαρμογής της χαρακτηριστικής της φιλοσοφίας, εμπειρογνωσίας και μεθοδολογίας.
6.6 Ο αντίκτυπος στην οικονομική ανάπτυξη
6.6.1 Με τη συνδρομή της στη διαδικασία οικοδόμησης της ειρήνης, η ΕΕ συνέβαλε στην επίσπευση της οικονομικής ανάπτυξης στη Βόρεια Ιρλανδία και τις όμορες κομητείες. Ο άμεσος αντίκτυπος των προγραμμάτων PEACE Ι και ΙΙ στην οικονομική ανάπτυξη αναγνωρίστηκε ως σημαντικός σε αρκετές εκ των υστέρων αξιολογήσεις. Ο κυριότερος έμμεσος αντίκτυπος ήταν ότι ο ρόλος της ΕΕ στην υποστήριξη της πολιτικής προόδου και της εδραίωσης της ειρήνης επέτρεψε να επιτευχθεί πολύ ταχύτερη κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη.
6.6.2 Κατά την τελευταία δεκαετία, τα προγράμματα PEACE, το ΔΤΙ και το INTERREG δημιούργησαν συλλογικά βιώσιμη απασχόληση, επέφεραν βελτιώσεις στο περιβάλλον και στις υποδομές, ιδίως στις περιοχές που είχαν πληγεί από τις συγκρούσεις, προώθησαν την ανάπτυξη και την επιχειρηματική ικανότητα των περιθωριοποιημένων ομάδων και κοινοτήτων και συνέβαλαν στην ταχεία αύξηση των διασυνοριακών συναλλαγών.
6.6.3 Όσον αφορά την ποιότητα του αντικτύπου, η γενική άποψη είναι ότι τα προγράμματα συνέβαλαν σημαντικά στην οικοδόμηση μιας ειρηνικής και σταθερής κοινωνίας. Το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ανάπτυξη των ικανοτήτων του κοινωνικού και του εθελοντικού τομέα, ώστε να μπορούν να υποστηρίξουν τη διεργασία της συμφιλίωσης.
6.6.4 Η «κοινωνική εταιρική σχέση» είναι βασικός πυλώνας του τρόπου λειτουργίας της ΕΕ και το χαρακτηριστικό αυτό στοιχείο της ευρωπαϊκής προσέγγισης της ειρήνης και της συμφιλίωσης συντέλεσε στην υποκίνηση και στην ενθάρρυνση νέων τρόπων αλληλεπίδρασης των οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων, προς όφελος όλης της κοινωνίας.
6.6.5 Η συμβολή της ΕΕ βοήθησε να αναπτυχθεί ένα στρατηγικό όραμα για την οικονομία σε ένα περιβάλλον που βγήκε πρόσφατα από σύγκρουση. Όσο προχωράει ο καιρός, ανοίγονται πολλές νέες, συναρπαστικές ευκαιρίες για την περιοχή, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας με την ΕΕ σε τομείς όπως η έρευνα, η καινοτομία και η μεταφορά γνώσεων, που συνέστησε η νέα ειδική ομάδα της ΕΕ, και της περαιτέρω ανάπτυξης των εμπορικών της σχέσεων με τη ζώνη του ευρώ.
6.7 Ο αντίκτυπος στην κοινωνική ένταξη
6.7.1 Η κοινωνική ένταξη παραμένει θεμελιώδης και κυρίαρχη ηθική αξία της κοινοτικής προσέγγισης της οικοδόμησης της ειρήνης και οι έρευνες επιβεβαιώνουν ότι το πρόγραμμα PEACE βοήθησε ομάδες που προηγουμένως είτε αγνοούνταν είτε λάμβαναν ελάχιστη υποστήριξη. Υποστήριξε την ενσωμάτωση μειονοτικών εθνοτικών ομάδων, την ανάπτυξη εμπιστοσύνης και ικανοτήτων και την τοπική δραστηριοποίηση της κοινωνίας των πολιτών, με τη συμμετοχή ομάδων και ατόμων που παλαιότερα αποκλείονταν.
6.7.2 Αγγίζοντας περισσότερους από τους μισούς κατοίκους της περιφέρειας ως συμμετέχοντες στο έργο, το πρόγραμμα PEACE έφερε την ΕΕ στο επίπεδο του πολίτη, με μια «πρωτοφανή συμμετοχή της βάσης», όπως περιγράφηκε. Τα άτομα που εργάζονταν εθελοντικά στην κοινότητά τους υπέρ της αλλαγής αποτελέσαν αντικείμενο στοχοθετημένων δράσεων, ενίσχυσης και υποστήριξης. Αυτή η αναγνώριση αποτέλεσε πολύτιμο μηχανισμό ανάπτυξης της εμπιστοσύνης.
6.7.3 Το πρόγραμμα χρησιμοποίησε καινοτόμους μεθόδους χρηματοδότησης, όπως οι Ενδιάμεσοι Οργανισμοί Χρηματοδότησης και οι επαρχιακές εταιρικές σχέσεις, που αργότερα έγιναν Εταιρικές Σχέσεις Τοπικής Στρατηγικής, για να απευθυνθεί στο επίπεδο της βάσης και να φθάσει όπου δεν έφθαναν πολλές άλλες πρωτοβουλίες. Η αποκέντρωση των χρηματοδοτικών αποφάσεων σε αυτές τις τοπικές οργανώσεις βοήθησε να αναπτυχθούν οι ικανότητες και να διασφαλιστεί η συμμετοχή της βάσης τόσο στον σχεδιασμό όσο και στην υλοποίηση των προγραμμάτων.
6.7.4 Η ιδιαιτερότητα της προσέγγισης της ΕΕ εκφράστηκε επίσης με τη χρήση του ευρωπαϊκού μοντέλου κοινωνικής εταιρικής σχέσης στα προγράμματα PEACE. Στις διαβουλεύσεις συμμετείχαν εκπρόσωποι των επιχειρήσεων, των συνδικαλιστικών ενώσεων, του εθελοντικού τομέα και «άλλων συμφερόντων». Εντούτοις, μολονότι αυτή η αρχή της εταιρικής σχέσης παραμένει κεντρική, πολλές από τις αρχικές διαρθρώσεις της δεν διατηρήθηκαν. Αυτό είναι ανησυχητικό, επειδή η συνένωση των κοινωνικών εταίρων και των πολιτικών στη λήψη αποφάσεων ήταν και πρέπει να παραμείνει αναπόσπαστο τμήμα της ειρηνευτικής διαδικασίας.
6.7.5 Αναγνωρίζεται ότι από τα προγράμματα PEACE και INTERREG και το ΔΤΙ της ΕΕ ωφελήθηκαν πολλοί άνθρωποι στις πλέον διχασμένες και υποβαθμισμένες περιοχές και οι διαβουλεύσεις δείχνουν ότι χαίρει μεγάλης εκτίμησης ο ρόλος που διαδραμάτισε η ΕΕ εν προκειμένω.
6.8 Ο αντίκτυπος στην ειρήνη και τη συμφιλίωση
6.8.1 Όσον αφορά την εδραίωση της ειρήνης, η παρέμβαση της ΕΕ βοήθησε να διατηρηθεί η ειρηνευτική διαδικασία ζωντανή και να συνεχιστούν με την ίδια ορμή οι προσπάθειες για πολιτική σταθερότητα. Έδωσε επίσης στις κοινότητες μια αίσθηση τοπικής ευθύνης σε στιγμές πολιτικής αβεβαιότητας. Τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν στις διαβουλεύσεις της ΕΟΚΕ με τους ενδιαφερόμενους στοιχειωθετούν πλήρως το συμπέρασμα ότι η ΕΕ και τα χρηματοδοτικά της προγράμματα συνέβαλαν στην εδραίωση της ειρήνης που επικρατεί σήμερα.
6.8.2 Όσον αφορά την μακρύτερη διαδικασία συμφιλίωσης των κοινοτήτων, υπάρχουν πολλά παραδείγματα του θετικού αντικτύπου της επαφής και της συνεργασίας «από τη βάση προς την κορυφή» σε τοπικό επίπεδο σε διακοινοτική και διασυνοριακή βάση. Τα προγράμματα PEACE και το ΔΤΙ συνέβαλαν σημαντικά στη διευκόλυνση των επαφών μεταξύ διάφορων τμημάτων της κοινότητας. Ενώ αυτές οι επαφές ενίσχυσαν την ανάπτυξη της αλληλοκατανόησης και της εμπιστοσύνης σε ορισμένους περιοχές, ο αντίκτυπος δεν είναι ακόμη επαρκής ώστε να εξαλειφθεί η καχυποψία και η δυσπιστία απέναντι στους άλλους.
6.8.3 Ως εκ τούτου, υπάρχει μια γενική υποστήριξη της απόφασης να προσαρμοστούν τα χρηματοδοτικά προγράμματα της ΕΕ ούτως ώστε να ενισχυθεί η εστίαση στη συμφιλίωση των κοινοτήτων. Χάρη σε αυτήν, οι κοινότητες πρέπει να φτάσουν σε ένα επίπεδο ώστε όσοι ζουν πίσω από τα «τείχη της ειρήνης» να αποκτήσουν επαρκή εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, να αναπτύξουν άνετες σχέσεις με τους συνανθρώπους τους και, το κυριότερο, να αισθάνονται ασφαλείς να ζήσουν και χωρίς τα διαχωριστικά τείχη. Αυτή όμως πρέπει να είναι η δική τους απόφαση. Η υποστήριξη έργων «ενιαίας ταυτότητας» έχει θεωρηθεί ως κατάλληλο μέσο για την επίτευξη αυτού του στόχου. Ωστόσο, αυτό μπορεί να συνεπάγεται μειονεκτήματα καθότι συμβάλλει στον διαχωρισμό, κάνοντας τους ανθρώπους να μεριμνούν περισσότερο για τα άτομα της «δικής τους» κοινότητας. Ορισμένες κοινότητες είναι σε καλύτερη θέση από άλλες να αξιοποιήσουν τη χρηματοδότηση, και κάτι τέτοιο μπορεί να δημιουργήσει μια αίσθηση άνισης μεταχείρισης μεταξύ τμημάτων της κοινωνίας.
6.8.4 Η πρόοδος προς μια «κοινωνία για όλους» επίσης ήταν περιορισμένη. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση, το κόστος του διαχωρισμού ανέρχεται σε αρκετά δισεκατομμύρια στερλίνες, κυρίως λόγω της ανάγκης διπλής παροχής υπηρεσιών προς εξυπηρέτηση της καθολικής και της προτεσταντικής κοινότητας ξεχωριστά. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται υπηρεσίες στέγασης, υγείας, ελεύθερου χρόνου και αθλητισμού, και κυρίως οφείλεται στο γεγονός ότι οι περισσότεροι άνθρωποι τόσο σε αστικές όσο και σε αγροτικές περιοχές δεν ζουν σε μεικτές κοινότητες. Στον τομέα της εκπαίδευσης, μόνο το 6 % των παιδιών στη Βόρεια Ιρλανδία φοιτούν σε σχολεία που διέπονται από πραγματικό πνεύμα συμβίωσης Καθολικών/Προτεσταντών.
6.8.5 Η σταθερότητα και η ευημερία αλληλοενισχύονται και τα χρηματοδοτικά προγράμματα της ΕΕ συνέβαλαν στην αντιμετώπιση των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών που προέκυψαν, αλλά και πυροδότησαν τη σύγκρουση. Η ΕΕ, ωστόσο, ποτέ δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει τα βαθύτερα πολιτικά ή συνταγματικά αίτια της σύγκρουσης. Μπόρεσε να δράσει μόνο ως διαμεσολαβητής και ως παράδειγμα προς μίμηση
Βρυξέλλες, 23 Οκτωβρίου 2008.
Ο Πρόεδρος
της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) Γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ για το «Σχέδιο ανακοίνωσης προς τα κράτη μέλη σχετικά με τον καθορισμό κατευθυντήριων γραμμών για μια πρωτοβουλία του ειδικού προγράμματος στήριξης της ειρήνης και της συνδιαλλαγής στη Βόρεια Ιρλανδία και στις παραμεθόριες κομητείες της Ιρλανδίας», COM(1995) 279 τελικό; EE C 155 της 21.6.95 και ΕΕ C 236 της 11.9.95.