EUR-Lex Der Zugang zum EU-Recht

Zurück zur EUR-Lex-Startseite

Dieses Dokument ist ein Auszug aus dem EUR-Lex-Portal.

Dokument 52004AE1202

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστεθέμενης αξίας (αναδιατύπωση)»COM(2004) 246 τελ. — 2004/0079 (CNS)

ΕΕ C 74 της 23.3.2005, S. 21–22 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)
ΕΕ C 74 της 23.3.2005, S. 7–8 (MT)

23.3.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 74/21


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστεθέμενης αξίας (αναδιατύπωση)»

COM(2004) 246 τελ. — 2004/0079 (CNS)

(2005/C 74/05)

Στις 30 Απριλίου 2004, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση.

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και Νομισματική Ένωση, Οικονομική και Κοινωνική Συνοχή» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 13 Ιουλίου 2004, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. BURANI.

Κατά την 411η σύνοδο ολομελείας της, της 15ης Σεπτεμβρίου 2004, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 147 ψήφους υπέρ, 6 κατά και 10 αποχές.

1.   Εισαγωγή

1.1.

Η υπο εξέταση πρόταση οδηγίας (1) διαφοροποιείται από την συνήθη εργασία κωδικοποίησης της κοινοτικής νομοθεσίας. Η Επιτροπή επεσήμανε ότι οι διατάξεις σχετικά με τον ΦΠΑ - που περιέχονταν αρχικά στην έκτη οδηγία 77/388/ΕΟΚ του Συμβουλίου και τροποποιήθηκαν επανειλημμένα σε διαδοχικές περιόδους είχαν ανάγκη ριζικής αναδιάρθρωσης. Πράγματι, στη διάρκεια των τελευταίων ετών το θέμα αυτό είχε επανειλημμένα επανεξεταστεί, διορθωθεί και διευρυνθεί με το αναπόφευκτο αποτέλεσμα ότι έχει συμπεριλάβει επαναλήψεις, ασαφείς διατάξεις και επικαλύψεις. Ήταν συνεπώς απαραίτητο να πραγματοποιηθούν τροποποιήσεις που θα καταστήσουν το κείμενο πιο σαφές και κατανοητό, χωρίς ωστόσο να αλλοιώσουν τη σημασία και την εμβέλεια των διατάξεων: εργασία δηλαδή που προχωρεί πέρα από μια απλή κωδικοποίηση.

1.2

Επιπλέον, στην ίδια πάντα οπτική, εισήχθησαν άλλες τροποποιήσεις προκειμένου να γίνουν σεβαστές οι αρχές της υψηλής ποιότητας της νομοθεσίας που έχουν συμφωνηθεί μεταξύ του Συμβουλίου, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής. Το νέο κείμενο υποβάλλεται προς έγκριση στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: στο βαθμό που οι τροποποιήσεις είναι κυρίως τυπικές, δεν πρόκειται για κωδικοποίηση αλλά για «αναδιατύπωση», μία τεχνική που επιτρέπει την τροποποίηση και την κωδικοποίηση των πράξεων σε ενιαίο νομοθετικό κείμενο, σύμφωνα με την διοργανική συμφωνία του 2001 (2).

1.3

Το κείμενο της πρότασης οδηγίας που έχει προκύψει από την εντυπωσιακή εργασία που πραγματοποιήθηκε από την Επιτροπή (3) αντικαθιστά, καταργώντας, την έκτη οδηγία ΦΠΑ: κάθε επιμέρους άρθρο έχει επανεξεταστεί προκειμένου να καταστεί πιο σύντομο και απλούστερο, με αποτέλεσμα τα άρθρα από 402 να είναι μόνο 53· το κείμενο επιπλέον συνοδεύεται από λεπτομερειακό πίνακα αντιστοίχισης που καθιστά την διαβούλευση πιο γρήγορη και εύκολη: πολύ ευχάριστη καινοτομία.

2.   Παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ

2.1

Δεδομένου ότι τελικώς πρόκειται για αναδιατύπωση και όχι για νέα οδηγία, οι παρατηρήσεις της ΕΟΚΕ μπορούν να περιοριστούν στο να λάβουν απλώς υπόψη την ορθή εργασία που πραγματοποιήθηκε από την Επιτροπή και να εκφραστεί η ικανοποίηση για το αποτέλεσμα: οι ενδιαφερόμενοι παράγοντες και οι Διοικήσεις σίγουρα επωφελούνται από την σκοπιά της μεγαλύτερης ταχύτητας στην ανάγνωσή του και της μικρότερης ερμηνευτικής ασάφειας. Ο εισηγητής από την άλλη πλευρά είναι υποχρεωμένος να δεχτεί τη δήλωση της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία το νέο κείμενο συμφωνεί στο περιεχόμενο με τα ισχύοντα σήμερα κείμενα: ο λεπτομερής έλεγχος είναι αδύνατος και από την άλλη πλευρά έχει ήδη πραγματοποιηθεί από τους εθνικούς εμπειρογνώμονες και τους ενδιαφερόμενους παράγοντες, που είχαν την δυνατότητα να εκφράσουν καταλλήλως τις απόψεις τους.

2.2.

Ωστόσο μία λιγότερο επιφανειακή εξέταση επιτρέπει να γίνουν ορισμένες ουσιαστικές παρατηρήσεις στο θέμα της πολιτικής ΦΠΑ, και γενικότερα στην φορολογική πολιτική που έχει ως δεδηλωμένο στόχο την εναρμόνιση των συνθηκών λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Σχετικά η πρόταση οδηγίας αναφέρει (5η αιτιολογική σκέψη): ότι «ένα σύστημα ΦΠΑ επιτυγχάνει τον πιο υψηλό βαθμό απλούστευσης και την μεγαλύτερη ουδετερότητα όταν ο φόρος επιβάλλεται όσο γίνεται πιο γενικά … συνεπώς, η υιοθέτηση ενός κοινού συστήματος είναι προς το συμφέρον της κοινής αγοράς και των κρατών μελών».

2.3

Στις δύο επόμενες αιτιολογικές σκέψεις ωστόσο η Επιτροπή εισάγει κατ' αρχήν ένα στοιχείο επιφυλακτικότητας: χρειάζεται «να υπάρξουν διαδοχικά στάδια δεδομένου ότι η εναρμόνιση των φορολογικών συντελεστών επι του κύκλου εργασιών επιφέρει ουσιαστικές τροποποιήσεις στην φορολογική διάρθρωση · δηλώνει συνεπώς ότι, έστω και αν οι φορολογικοί συντελεστές και οι εξαιρέσεις δεν έχουν “πλήρως” εναρμονιστεί, ο τελικός στόχος του εναρμονισμένου ΦΠΑ είναι να επιτραπεί η ανταγωνιστική ουδετερότητα στο εσωτερικό κάθε χώρας».

2.4

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι αυτές οι αιτιολογικές σκέψεις προέρχονται από το αρχικό κείμενο της έκτης οδηγίας: αν λοιπόν ύστερα από σαράντα χρόνια υπάρχει ανάγκη να επαναληφθούν πρέπει να αναγνωριστεί τότε ότι βρισκόμαστε ακόμη στην αφετηρία ή σχεδόν εκεί. Η εναρμόνιση φαίνεται να καθυστερεί και οι άλλες ενδείξεις, για τις οποίες γίνεται λόγος στις επόμενες παραγράφους, δεν ενθαρρύνουν την οποιαδήποτε αισιοδοξία.

2.5

Πρέπει επίσης να υπενθυμίσουμε ακόμη μια φορά ότι το καθεστώς του ΦΠΑ που έχει καθιερωθεί με την έκτη οδηγία, και το οποίο συνεχίζει να ισχύει, είναι «μεταβατικό» και δεν υπάρχουν ενδείξεις που αποδεικνύουν θέληση αποφασιστικής αλλαγής προς ένα «οριστικό» καθεστώς: Αυτό φαίνεται να αποτελεί σαφή ένδειξη αβεβαιότητας ως προς την ορθότητα του συστήματος, για το οποίο η ΕΟΚΕ υπέβαλε συγκεκριμένες παρατηρήσεις στη γνωμοδότησή της για τον «τόπο παροχής υπηρεσιών».

2.6

Άλλες παρατηρήσεις προκαλούνται από το σύστημα των εξαιρέσεων οι οποίες - αν είναι πράγματι αναγκαίες - πρέπει να είναι πάντοτε προσωρινές, σε μια οπτική εσωτερικής αγοράς. Οι τελευταίες, από χρονική σκοπιά, είναι αυτές που έχουν επιτραπεί στα δέκα νέα κράτη μέλη, ορισμένες προσωρινά, χωρίς ωστόσο να αναφέρεται προθεσμία. Οι άλλες εξαιρέσεις, οι οποίες είχαν επιτραπεί στα κράτη του «δευτέρου κύματος» (Αυστρία, Ελλάδα, Φινλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία και Σουηδία) εξακολουθούν να ισχύουν. Πρέπει επίσης να αναφερθεί, σχετικά με αυτό, ότι ορισμένες μόνο από αυτές τις εξαιρέσεις εμφανίζονται στις οδηγίες τροποποίησης της έκτης οδηγίας· το μεγαλύτερο μέρος τους παραμένει «κρυφό» στις Πράξεις προσχώρησης. Ένα θετικό στοιχείο της νέας πρότασης οδηγίας είναι ότι παρουσιάζει όλες τις εξαιρέσεις, ανεξάρτητα από τον λόγο για τον οποίον παραχωρήθηκαν.

2.7

Δεν φαίνεται να υπάρχει βούληση να εξεταστούν οι εξαιρέσεις - έστω και αυτές που δόθηκαν πριν πολύ καιρό - προκειμένου να εξαλειφθούν. Από την άλλη πλευρά ακόμη και τα «ιδρυτικά κράτη» δεν φαίνεται να ενδιαφέρονται να θέσουν το ζήτημα αυτό: στον καιρό τους και τα κράτη αυτά είχαν επωφεληθεί από εξαιρέσεις και δεν έχουν καθόλου την διάθεση να δημιουργήσουν ζήτημα (τουλάχιστον έως ότου θα παραμείνει το «μεταβατικό καθεστώς») μεταξύ των άλλων ο περίφημος «μηδενικός συντελεστής» που χορηγήθηκε αρχικά σε δύο χώρες. Ο «μηδενικός συντελεστής» όχι μόνο δεν εξαλείφθηκε αλλά επεκτάθηκε και σε διάφορα νέα κράτη.

2.8

Στην πραγματικότητα δεν είναι όλες οι εξαιρέσεις αδικαιολόγητες ορισμένες μόνιμου χαρακτήρα αφορούν τις υπερπόντιες περιοχές, τις νησιωτικές και απομακρυσμένες περιοχές, που την εποχή λήψεως των αποφάσεων παρουσίαζαν προβλήματα υποανάπτυξης. Ωστόσο λόγω του χρόνου που έχει περάσει θα πρέπει να επανεξεταστεί ο κατάλογος των βασικών εξαιρέσεων, προκειμένου να επιβεβαιωθεί εάν ισχύουν ή όχι οι προϋποθέσεις που τις είχαν αρχικά δικαιολογήσει.

2.9

Άλλες εξαιρέσεις μιας ορισμένης σημασίας αφορούν τις μικρές επιχειρήσεις: σε δεκαέξι κράτη μέλη (στα νέα κράτη αλλά και σε ορισμένα του 'δεύτερου κύματος) έχει επιτραπεί η απαλλαγή από τον ΦΠΑ, έστω και εάν ο κύκλος εργασιών τους ξεπερνά τα όρια που προβλέπει η έκτη οδηγία. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την αμηχανία της: αν για τα δέκα νέα κράτη μέλη η εξαίρεση μπορεί να δικαιολογηθεί κάπως, δεν κατανοεί για ποιο λόγο πρέπει να συνεχίσει να ισχύει για τα άλλα, δώδεκα χρόνια μετά την προσχώρησή τους.

2.10

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί ότι η απαλλαγή από τον ΦΠΑ των επιχειρήσεων που αναφέρθηκαν προηγούμενα αποτελεί περίπτωση στρέβλωσης του ανταγωνισμού, έστω κι αν πιθανότατα είναι περιορισμένη συνολικά. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή πρέπει να εξετάσουν περισσότερο το ζήτημα αυτό.

3.   Συμπεράσματα

3.1

Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να συγχαρεί την Επιτροπή για την μνημειώδη εργασία που πραγματοποίησε, με ευφυία, ακρίβεια και κυρίως με διαφάνεια· χωρίς αυτό το τελευταίο στοιχείο θα ήταν δύσκολο να κατανοήσει κανείς πόσο οι κανόνες - που σε γενικές γραμμές ισχύουν για όλους – πλήττονται από εξαιρέσεις, απαλλαγές και «διακρίσεις». Είναι προφανές ότι δεν είναι κατ αρχήν αδικαιολόγητες όλες οι αποκλίσεις ωστόσο είναι ανάγκη τα κράτη μέλη να θέσουν σε διαδικασία κύκλο επανδιαπραγματεύσεων και εάν δυνατό να εξαλείψουν όσες δεν έχουν πλέον λόγο να ισχύουν.

3.2

Ωστόσο η ΕΟΚΕ δεν θεωρεί ότι υπάρχει τέτοια βούληση· αντιθέτως ήδη ένα κράτος μέλος μεταξύ των σημαντικότερων έχει εκδηλώσει «γενική επιφύλαξη» που μπορεί να θέσει σε αμφιβολία και την ίδια την έγκριση της πρότασης οδηγίας της Επιτροπής. Εάν ληφθεί υπόψη το παρελθόν, οι προοπτικές δεν είναι καθόλου ρόδινες: μια ανακοίνωση της Επιτροπής που περιείχε πρόγραμμα εργασίας και πρόταση εναρμόνισης συντελεστών εκκρεμεί από χρόνια στο Συμβούλιο και δεν συζητήθηκε ποτέ· η ανακοίνωση του 2000 για μια νέα στρατηγική ΦΠΑ δεν φαίνεται να είχε μεγάλη επιτυχία αν κρίνουμε από τα γεγονότα.

3.3.

Η ΕΟΚΕ δεν προτίθεται με το παρόν έγγραφο να εκφράσει αρνητική κρίση για την πολιτική των κρατών στα θέματα του ΦΠΑ· έχει πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι πολλοί εσωτερικοί παράγοντες, οικονομικοί και πολιτικοί, επηρεάζουν ακόμη τις αποφάσεις τους. Εκφράζει ωστόσο την ευχή σε σχετικά σύντομη περίοδο να επανεξεταστεί το ζήτημα συνολικά προκειμένου να θεσπιστεί ένα οριστικό καθεστώς και να μετριαστεί, άν όχι να εξαλειφθεί, ένα από τα πιο σημαντικά εμπόδια που πλήττουν την επίτευξη της εσωτερικής αγοράς, που διέπεται από κοινούς κανόνες.

Βρυξέλλες, 15 Σεπτεμβρίου 2004.

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Roger BRIESCH


(1)  COM(2004) 246 τελ. – 2004/0079 (CNS).

(2)  E.E. C 77 της 28.03.2002.

(3)  ΕΕ αριθ. C 117 της 30ης Απριλίου 2004.


nach oben