EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32004R1492

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1492/2004 της Επιτροπής, της 23ης Αυγούστου 2004, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά μέτρα εξάλειψης των μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών στα βοοειδή και στα αιγοπρόβατα, το εμπόριο και την εισαγωγή σπέρματος και εμβρύων αιγοπροβάτων και το ειδικό υλικό κινδύνου(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΕΕ L 274 της 24.8.2004, p. 3–8 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)
ΕΕ L 183M της 5.7.2006, p. 99–104 (MT)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (BG, RO, HR)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2004/1492/oj

24.8.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 274/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1492/2004 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Αυγούστου 2004

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά μέτρα εξάλειψης των μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών στα βοοειδή και στα αιγοπρόβατα, το εμπόριο και την εισαγωγή σπέρματος και εμβρύων αιγοπροβάτων και το ειδικό υλικό κινδύνου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (1), και ιδίως το πρώτο εδάφιο του άρθρου 23,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001 θεσπίζει κανόνες για μέτρα εξάλειψης που εφαρμόζονται ύστερα από την επιβεβαίωση μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (ΜΣΕ) σε βοοειδή και αιγοπρόβατα.

(2)

Στη γνώμη που διατύπωσε η επιστημονική συντονιστική επιτροπή (ΕΣΕ) στις 14 Σεπτεμβρίου 2000 σχετικά με τον αποδεκατισμό των βοοειδών που συνδέεται με τη σπογγώδη εγκεφαλοπάθεια των βοοειδών (ΣΕΒ), συμπέρανε ότι μπορεί να επιτευχθεί περίπου το ίδιο αποτέλεσμα με τον αποδεκατισμό της κλάσης γέννησης ενός ζώου όπως με τον αποδεκατισμό ολόκληρης της αγέλης. Στις 21 Απριλίου 2004, η επιστημονική ομάδα για τις βιολογικές πηγές κινδύνου της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων εξέδωσε γνώμη στην οποία συμπεραίνει ότι δεν υπάρχουν επαρκή πρόσθετα επιχειρήματα για την τροποποίηση της γνώμης της ΕΣΕ. Οι σχετικές με τον αποδεκατισμό διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τις γνώμες αυτές.

(3)

Για να μην υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την κοινοτική νομοθεσία, είναι επίσης απαραίτητο να διευκρινιστούν ο ορισμός της κλάσης ενός κρούσματος ΣΕΒ και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται όσον αφορά τα ζώα της ίδιας κλάσης, ώστε να αποφεύγονται διαφορετικές ερμηνείες.

(4)

Επίσης είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί η εφαρμογή μέτρων εξάλειψης των ΜΣΕ όπως εφαρμόζονται σε προβατίνες που κυοφορούν και σε εκμεταλλεύσεις που περιέχουν πολλά κοπάδια. Για την αντιμετώπιση πρακτικών προβλημάτων πρέπει να τροποποιηθούν οι κανόνες όσον αφορά τις εκμεταλλεύσεις που παράγουν αρνιά για περαιτέρω πάχυνση, την εισαγωγή προβατίνων άγνωστου γονοτύπου σε μολυσμένες εκμεταλλεύσεις και το χρονικό διάστημα κατά το οποίο θα ισχύουν οι παρεκκλίσεις για την καταστροφή ζώων σε εκμεταλλεύσεις ή φυλές στις οποίες η συχνότητα του αλληλομόρφου ARR είναι χαμηλή.

(5)

Τα μέτρα εξάλειψης της τρομώδους νόσου, τα οποία προτάθηκαν στη γνώμη της ΕΣΕ της 4ης Απριλίου 2002, εντάχθηκαν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 999/2001, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 260/2003 της Επιτροπής (2). Τα μέτρα αυτά θεσπίστηκαν σταδιακά προκειμένου να ληφθούν υπόψη ζητήματα διαχείρισης. Σύμφωνα με τα σημερινά διαθέσιμα στοιχεία, είναι εξαιρετικά απίθανο τα σφάγια ζώων ηλικίας μικρότερης των δύο μηνών να έχουν σημαντική μολυσματικότητα, υπό τον όρο ότι αφαιρούνται τα εντόσθια, συμπεριλαμβανομένης της κεφαλής. Πρέπει να γίνουν περαιτέρω τροποποιήσεις στα μέτρα εξάλειψης για να επιλυθούν τα προβλήματα που απαντώνται σε ορισμένα κράτη μέλη σε σχέση με αυτά τα νεαρά ζώα.

(6)

Ενδείκνυται η εισαγωγή περιορισμών στις εκμεταλλεύσεις μόλις υπάρξει υπόνοια τρομώδους νόσου σε αιγοπρόβατα, ώστε να αποφεύγεται η μετακίνηση άλλων πιθανώς μολυσμένων ζώων πριν επιβεβαιωθεί η υπόνοια.

(7)

Οι απαιτήσεις σχετικά με τις δοκιμές για την άρση των περιορισμών στις μολυσμένες εκμεταλλεύσεις αποδείχθηκαν υπερβολικά επαχθείς όταν πρόκειται για μεγάλα κοπάδια προβάτων και πρέπει να τροποποιηθούν. Ενδείκνυται επίσης να διευκρινιστεί ο ορισμός των ομάδων στόχων για τις δοκιμές αυτές.

(8)

Γενικοί κανόνες σχετικά με το εμπόριο και την εισαγωγή σπέρματος και εμβρύων αιγοπροβάτων θεσπίζονται στην οδηγία 92/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου (3). Στον παρόντα κανονισμό πρέπει να θεσπιστούν ειδικοί κανόνες όσον αφορά τις ΜΣΕ για τη διάθεση στην αγορά σπέρματος και εμβρύων από αυτά τα είδη.

(9)

Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 999/2001 για τα ειδικά υλικά κινδύνου, οι οποίες εξαιρούν τις εγκάρσιες αποφύσεις των οσφυϊκών και των θωρακικών σπονδύλων από τον κατάλογο των ειδικών υλικών κινδύνου, θα πρέπει και οι ακανθώδεις αποφύσεις των σπονδύλων αυτών, οι ακανθώδεις και οι εγκάρσιες αποφύσεις των αυχενικών σπονδύλων και η μέση ιερά ακρολοφία να μην θεωρούνται ως ειδικό υλικό κινδύνου.

(10)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 999/2001 πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί ανάλογα.

(11)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τα παραρτήματα I, VII, VIII, IX και XI του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 τροποποιούνται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα σημεία 3 και 4 του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2005.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 23 Αυγούστου 2004.

Για την Επιτροπή

David BYRNE

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 147 της 31.5.2001, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 876/2004 της Επιτροπής (ΕΕ L 162 της 30.4.2004, σ. 52).

(2)  ΕΕ L 37 της 13.2.2003, σ. 7.

(3)  ΕΕ L 268 της 14.9.1992, σ. 54· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2004/68/ΕΚ (ΕΕ L 139 της 30.4.2004, σ. 320).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τα παραρτήματα I, VII, VIII, IX και XI τροποποιούνται ως ακολούθως:

1)

Στο παράρτημα Ι, το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

“αυτόχθονο κρούσμα ΣΕΒ” είναι το κρούσμα σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας βοοειδών για το οποίο δεν έχει αποδειχθεί σαφώς ότι οφείλεται σε μόλυνση πριν από την εισαγωγή του ζωντανού ζώου·

β)

“διακριτός λιπώδης ιστός” είναι το εσωτερικό και εξωτερικό σωματικό λίπος που αφαιρείται κατά τη σφαγή και τη διαδικασία τεμαχισμού, ιδίως το νωπό λίπος της καρδιάς, του μείζονος επίπλου και των νεφρών των βοοειδών, καθώς και το λίπος από τις αίθουσες τεμαχισμού·

γ)

“κλάση” είναι μια ομάδα βοοειδών η οποία περιλαμβάνει:

i)

τα ζώα που γεννήθηκαν στο ίδιο κοπάδι με το ασθενές βοοειδές κατά τους δώδεκα μήνες πριν ή μετά την ημερομηνία γέννησης του ασθενούς ζώου, και

ii)

τα ζώα που οποιαδήποτε στιγμή κατά το πρώτο έτος της ζωής τους εκτράφηκαν μαζί με το ασθενές βοοειδές κατά το πρώτο έτος της ζωής του·

δ)

“κρούσμα-δείκτης” είναι το πρώτο ζώο σε μια εκμετάλλευση ή σε μια επιδημιολογικώς ορισμένη ομάδα στο οποίο επιβεβαιώνεται μόλυνση από ΜΣΕ.».

2)

Το παράρτημα VII αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΔΟΤΙΚΗΣ ΣΠΟΓΓΩΔΟΥΣ ΕΓΚΕΦΑΛΟΠΑΘΕΙΑΣ

1)

Κατά την έρευνα που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο β) προσδιορίζονται:

α)

για τα βοοειδή:

όλα τα άλλα μηρυκαστικά που βρίσκονται στην εκμετάλλευση όπου εκτράφηκε το ζώο στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος,

σε περίπτωση που η νόσος επιβεβαιώνεται σε θηλυκό ζώο, οι απόγονοί του που γεννήθηκαν κατά τα δύο έτη πριν ή μετά την κλινική εκδήλωση της νόσου,

όλα τα ζώα της κλάσης του ζώου στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος,

η πιθανή προέλευση της νόσου,

άλλα ζώα στην εκμετάλλευση όπου εκτράφηκε το ζώο στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος ή σε άλλες εκμεταλλεύσεις, τα οποία μπορεί να έχουν μολυνθεί από τον παράγοντα της ΜΣΕ, να έχουν λάβει τις ίδιες ζωοτροφές ή να έχουν εκτεθεί στην ίδια πηγή μόλυνσης,

η διακίνηση δυνητικώς μολυσμένων ζωοτροφών, άλλων υλικών ή οποιουδήποτε άλλου μέσου μετάδοσης, που ενδέχεται να έχουν μεταδώσει τον παράγοντα της ΜΣΕ προς ή από την εν λόγω εκμετάλλευση·

β)

για τα αιγοπρόβατα:

όλα τα μηρυκαστικά, πλην των αιγοπροβάτων, στην εκμετάλλευση όπου εκτράφηκε το ζώο στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος,

οι γονείς, εφόσον μπορούν να ευρεθούν, και σε περίπτωση θηλυκών ζώων, όλα τα έμβρυα, τα ωάρια και οι τελευταίοι απόγονοι του θηλυκού ζώου στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος,

όλα τα άλλα αιγοπρόβατα στην εκμετάλλευση όπου εκτράφηκε το ζώο στο οποίο επιβεβαιώθηκε η νόσος, πέραν των αναφερομένων στη δεύτερη περίπτωση,

η πιθανή προέλευση της νόσου και οι άλλες εκμεταλλεύσεις στις οποίες υπάρχουν ζώα, έμβρυα ή ωάρια τα οποία ενδέχεται να έχουν μολυνθεί από τον παράγοντα της ΜΣΕ, να έχουν λάβει τις ίδιες ζωοτροφές ή να έχουν εκτεθεί στην ίδια πηγή μόλυνσης,

η διακίνηση δυνητικώς μολυσμένων ζωοτροφών, άλλων υλικών ή οποιουδήποτε άλλου μέσου μετάδοσης, τα οποία έχουν ενδεχομένως μεταδώσει τον παράγοντα της ΣΕΒ προς ή από την εν λόγω εκμετάλλευση.

2)

Τα μέτρα του άρθρου 13 παράγραφος 1 στοιχείο γ) περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

α)

σε περίπτωση επιβεβαίωσης της ΣΕΒ σε βοοειδές, τη θανάτωση και την ολοσχερή καταστροφή των βοοειδών που έχουν εντοπιστεί κατά την έρευνα που αναφέρεται στη δεύτερη και τρίτη περίπτωση του σημείου 1 στοιχείο α)· ωστόσο, το κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει:

να μην θανατώσει και καταστρέψει ζώα της κλάσης που αναφέρεται στην τρίτη περίπτωση του σημείου 1 στοιχείο α), εάν έχει τεκμηριωθεί ότι τα ζώα αυτά δεν είχαν πρόσβαση στις ίδιες ζωοτροφές με το ασθενές ζώο,

να αναβάλει τη θανάτωση και την καταστροφή ζώων της κλάσης που αναφέρεται στην τρίτη περίπτωση του σημείου 1 στοιχείο α) έως το τέλος της παραγωγικής τους ζωής, εφόσον πρόκειται περί ταύρων που φυλάσσονται διαρκώς σε κέντρο συλλογής σπέρματος και μπορεί να διασφαλισθεί ότι θα καταστραφούν ολοσχερώς ύστερα από το θάνατό τους·

β)

σε περίπτωση επιβεβαίωσης κρούσματος ΜΣΕ σε αιγοπρόβατο, από την 1η Οκτωβρίου 2003, σύμφωνα με την απόφαση της αρμόδιας αρχής:

i)

τη θανάτωση και ολοσχερή καταστροφή όλων των ζώων, εμβρύων και ωαρίων που εντοπίζονται από την έρευνα που αναφέρεται στο σημείο 1 στοιχείο β) δεύτερη και τρίτη περίπτωση, ή

ii)

τη θανάτωση και ολοσχερή καταστροφή όλων των ζώων, των εμβρύων και των ωαρίων που εντοπίζονται από την έρευνα που αναφέρεται στο σημείο 1 στοιχείο β) δεύτερη και τρίτη περίπτωση, εξαιρουμένων των:

κριαριών αναπαραγωγής με γονότυπο ARR/ARR,

προβατίνων αναπαραγωγής που φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ και, σε περίπτωση που οι εν λόγω προβατίνες αναπαραγωγής κυοφορούν την εποχή της έρευνας, των αρνιών που θα γεννηθούν στη συνέχεια, εάν ο γονότυπός τους πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου αυτής,

προβάτων που φέρουν τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και προορίζονται αποκλειστικά για σφαγή,

εάν αποφασίσει σχετικά η αρμόδια αρχή, αιγοπροβάτων ηλικίας κάτω των δύο μηνών τα οποία προορίζονται αποκλειστικά για σφαγή,

iii)

εάν το μολυσμένο ζώο έχει εισαχθεί από άλλη εκμετάλλευση, το κράτος μέλος μπορεί να αποφασίζει, βάσει του ιστορικού του κρούσματος, την εφαρμογή μέτρων εξάλειψης στην εγκατάσταση προέλευσης επιπλέον ή αντί της εγκατάστασης στην οποία επιβεβαιώθηκε η μόλυνση· στην περίπτωση που γη χρησιμοποιείται ως κοινός βοσκότοπος πολλών κοπαδιών, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να περιορίσουν την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων σε ένα μόνον κοπάδι, αφού σταθμίσουν όλους τους επιδημιολογικούς παράγοντες· σε περίπτωση που διατηρούνται περισσότερα από ένα κοπάδια σε μία εκμετάλλευση, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να περιορίσουν την εφαρμογή των μέτρων στο κοπάδι στο οποίο επιβεβαιώθηκε το κρούσμα τρομώδους νόσου, υπό τον όρο ότι έχει εξακριβωθεί ότι τα κοπάδια ήταν απομονωμένα το ένα από το άλλο και η εξάπλωση της μόλυνσης μεταξύ των κοπαδιών μέσω άμεσης ή έμμεσης επαφής είναι απίθανη·

γ)

σε περίπτωση επιβεβαίωσης της ΣΕΒ σε αιγοπρόβατο, τη θανάτωση και την ολοσχερή καταστροφή όλων των ζώων, των εμβρύων και των ωαρίων που έχουν εντοπιστεί κατά την έρευνα που αναφέρεται στο σημείο 1 στοιχείο β) δεύτερη έως πέμπτη περίπτωση.

3)

Αν υπάρχουν υπόνοιες για τρομώδη νόσο σε αιγοπρόβατο μιας εκμετάλλευσης ενός κράτους μέλους, όλα τα άλλα αιγοπρόβατα της εκμετάλλευσης αυτής υπόκεινται σε επίσημο περιορισμό των μετακινήσεων μέχρις ότου είναι διαθέσιμα τα αποτελέσματα της εξέτασης. Εάν υπάρχουν ενδείξεις ότι η εκμετάλλευση όπου το ζώο ενδέχεται να μολύνθηκε από τρομώδη νόσο δεν είναι η εκμετάλλευση όπου βρισκόταν όταν ανέκυψαν οι υπόνοιες για τρομώδη νόσο, η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίζει εάν θα εφαρμοστεί επίσημος έλεγχος και σε άλλες εκμεταλλεύσεις ή μόνον στην εκμετάλλευση όπου μολύνθηκε το ζώο, ανάλογα με τα διαθέσιμα επιδημιολογικά στοιχεία.

4)

Μόνο τα ακόλουθα ζώα μπορούν να εισάγονται στην εκμετάλλευση (ή στις εκμεταλλεύσεις) όπου έχει γίνει καταστροφή σύμφωνα με το σημείο 2 στοιχείο β) i) ή ii):

α)

αρσενικά πρόβατα με γονότυπο ARR/ARR·

β)

θηλυκά πρόβατα που φέρουν τουλάχιστο ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ·

γ)

αιγοειδή υπό την προϋπόθεση ότι:

i)

δεν υπάρχουν στην εκμετάλλευση άλλα προβατοειδή αναπαραγωγής πλην αυτών με τους γονότυπους που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β),

ii)

πραγματοποιήθηκε διεξοδικός καθαρισμός και απολύμανση όλων των χώρων στέγασης των ζώων της εκμετάλλευσης ύστερα από τη μείωση του ζωικού πληθυσμού,

iii)

η εκμετάλλευση θα υπαχθεί σε καθεστώς εντατικής παρακολούθησης των ΜΣΕ, που περιλαμβάνει την πραγματοποίηση δοκιμών σε όλα τα αιγοειδή ηλικίας άνω των 18 μηνών τα οποία:

είτε εσφάγησαν για ανθρώπινη κατανάλωση στο τέλος της παραγωγικής τους ζωής,

είτε απεβίωσαν ή θανατώθηκαν στην εκμετάλλευση και πληρούν τα κριτήρια που αναφέρονται στο παράρτημα III κεφάλαιο A μέρος II σημείο 3.

5)

Μόνο τα ακόλουθα προϊόντα βλαστικών κυττάρων προβατοειδών μπορούν να χρησιμοποιούνται σε εκμετάλλευση (εκμεταλλεύσεις) όπου έχει πραγματοποιηθεί καταστροφή ζώων σύμφωνα με το σημείο 2 στοιχείο β) i) ή ii):

α)

σπέρμα κριαριών με γονότυπο ARR/ARR·

β)

έμβρυα με τουλάχιστον ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ.

6)

Κατά τη μεταβατική περίοδο έως την 1η Ιανουαρίου 2006 το αργότερο και κατά παρέκκλιση από τον περιορισμό που προβλέπεται στο σημείο 4 στοιχείο β), όταν είναι δύσκολο να βρεθούν πρόβατα αντικατάστασης με γνωστό γονότυπο, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν να επιτρέψουν την εισαγωγή μη εγκύων προβατίνων αγνώστου γονοτύπου στις εκμεταλλεύσεις που αναφέρονται στο σημείο 2 στοιχείο β) i) και ii).

7)

Κατά την εφαρμογή σε μια εκμετάλλευση των μέτρων που αναφέρονται στο σημείο 2 στοιχείο β) i) και ii):

α)

η μετακίνηση προβάτων ARR/ARR από την εκμετάλλευση δεν υπόκειται σε κανένα περιορισμό·

β)

τα πρόβατα που φέρουν μόνο ένα αλληλόμορφο ARR μπορούν να μετακινούνται από την εκμετάλλευση μόνο για άμεση σφαγή για ανθρώπινη κατανάλωση ή για καταστροφή· ωστόσο,

προβατίνες με ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ μπορούν να μετακινούνται σε άλλες εκμεταλλεύσεις που υπόκεινται σε περιορισμούς ύστερα από την εφαρμογή μέτρων σύμφωνα με το σημείο 2 στοιχείο β) ii)·

εάν αποφασίσει σχετικά η αρμόδια αρχή, τα αρνιά που φέρουν ένα αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ μπορούν να μετακινηθούν σε μια άλλη εκμετάλλευση με μοναδικό σκοπό την πάχυνση πριν από τη σφαγή· η εκμετάλλευση προορισμού δεν περιέχει άλλα αιγοπρόβατα από εκείνα που παχύνονται πριν από τη σφαγή και δεν αποστέλλει ζώντα αιγοπρόβατα σε άλλες εκμεταλλεύσεις, παρά μόνον για άμεση σφαγή·

γ)

εάν το κράτος μέλος αποφασίσει σχετικά, αιγοπρόβατα ηλικίας κάτω των δύο μηνών μπορούν να μετακινηθούν από την εκμετάλλευση για άμεση σφαγή για ανθρώπινη κατανάλωση· ωστόσο, η κεφαλή και τα όργανα της κοιλιακής κοιλότητας των ζώων αυτών διατίθενται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) ή γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1)·

δ)

με την επιφύλαξη του στοιχείου γ), τα πρόβατα με γονότυπο που δεν αναφέρεται στα στοιχεία α) και β) μπορούν να μετακινηθούν από την εκμετάλλευση μόνον με σκοπό να καταστραφούν.

8)

Οι περιορισμοί που αναφέρονται στα σημεία 4, 5 και 7 εξακολουθούν να εφαρμόζονται στην εκμετάλλευση για περίοδο τριών ετών από:

α)

την ημερομηνία κατά την οποία όλα τα πρόβατα της εκμετάλλευσης έχουν αποκτήσει καθεστώς ARR/ARR· ή

β)

την τελευταία ημερομηνία κατά την οποία υπήρχαν αιγοπρόβατα στην εγκατάσταση· ή

γ)

στην περίπτωση του σημείου 4 στοιχείο γ), την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε η εντατική παρακολούθηση των ΜΣΕ· ή

δ)

την ημερομηνία που όλα τα κριάρια αναπαραγωγής της εκμετάλλευσης έχουν γονότυπο ARR/ARR και όλες οι προβατίνες αναπαραγωγής φέρουν ένα τουλάχιστον αλληλόμορφο ARR και κανένα αλληλόμορφο VRQ, υπό τον όρο ότι κατά τη διάρκεια της τριετίας οι δοκιμές για ΜΣΕ στα εξής ζώα ηλικίας άνω των 18 μηνών δίνουν αρνητικά αποτελέσματα:

ετήσιο δείγμα προβατοειδών που έχουν σφαγεί για ανθρώπινη κατανάλωση στο τέλος της παραγωγικής τους ζωής σύμφωνα με το μέγεθος του δείγματος που αναφέρεται στον πίνακα του παραρτήματος ΙΙΙ κεφάλαιο Α μέρος ΙΙ σημείο 4· και

όλα τα προβατοειδή που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ κεφάλαιο Α μέρος ΙΙ σημείο 3 τα οποία απεβίωσαν ή θανατώθηκαν στην εκμετάλλευση.

9)

Όταν η συχνότητα εμφάνισης του αλληλομόρφου ARR μέσα στη φυλή ή την εκμετάλλευση είναι χαμηλή, ή όπου κριθεί αναγκαίο για να αποφευχθεί η ενδογαμία, ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει:

α)

να καθυστερήσει την καταστροφή των ζώων όπως αναφέρεται στο σημείο 2 στοιχείο β) i) και ii) για διάστημα έως πέντε ετών αναπαραγωγής·

β)

να επιτρέψει την εισαγωγή προβάτων πλην αυτών που αναφέρονται στο σημείο 4 στις εκμεταλλεύσεις που αναφέρονται στο σημείο 2 στοιχείο β) i) και ii), υπό την προϋπόθεση ότι δεν φέρουν αλληλόμορφο VRQ.

10)

Όταν τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στα σημεία 6 και 9, κοινοποιούν στην Επιτροπή έγγραφο με τους όρους και τα κριτήρια που χρησιμοποίησαν για την εφαρμογή τους.».

3.

Το παράρτημα VIII κεφάλαιο Α τροποποιείται ως εξής:

α)

Ο τίτλος του κεφαλαίου αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:

β)

Στο μέρος Ι, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο δ):

«δ)

από την 1η Ιανουαρίου 2005 το σπέρμα και τα έμβρυα αιγοπροβάτων:

i)

συλλέγονται από ζώα που έχουν παραμείνει διαρκώς από τη γέννησή τους ή κατά την τελευταία τριετία της ζωής τους σε εκμετάλλευση ή εκμεταλλεύσεις οι οποίες πληρούσαν τις απαιτήσεις του στοιχείου α) σημείο i) ή του στοιχείου α) σημείο ii), ανάλογα με την περίπτωση, επί τρία έτη, ή

ii)

στην περίπτωση σπέρματος προβατοειδών, συλλέγεται από αρσενικά ζώα με γονότυπο ARR/ARR για την πρωτεΐνη πρίον όπως ορίζεται στο παράρτημα I της απόφασης 2002/1003/ΕΚ της Επιτροπής (2), ή

iii)

στην περίπτωση εμβρύων προβατοειδών, έχουν γονότυπο ARR/ARR για την πρωτεΐνη πρίον όπως ορίζεται στο παράρτημα I της απόφασης 2002/1003/ΕΚ.

4.

Το παράρτημα IX τροποποιείται ως εξής:

Προστίθεται το ακόλουθο κεφάλαιο Η:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η

Εισαγωγές σπέρματος και εμβρύων αιγοπροβάτων

Το σπέρμα και τα έμβρυα αιγοπροβάτων που εισάγονται στην Κοινότητα από την 1η Ιανουαρίου 2005 πληρούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος VIII κεφάλαιο A μέρος I στοιχείο δ).».

5.

Το παράρτημα XI μέρος Α σημείο 1 στοιχείο α) i) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«i)

το κρανίο, εκτός από την κάτω γνάθο, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου και των οφθαλμών, η σπονδυλική στήλη εκτός από τους σπονδύλους της ουράς, τις ακανθώδεις και τις εγκάρσιες αποφύσεις των αυχενικών, των θωρακικών και των οσφυϊκών σπονδύλων και τη μέση ιερά ακρολοφία και τις πτέρυγες του ιερού, αλλά συμπεριλαμβανομένων των γαγγλίων της ραχιαίας ρίζας και του νωτιαίου μυελού των βοοειδών ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών, καθώς και οι αμυγδαλές και τα έντερα από το δωδεκαδάκτυλο έως το ορθό και το μεσεντέριο των βοοειδών οποιασδήποτε ηλικίας,».


(1)  ΕΕ L 273 της 10.10.2002, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 349 της 24.12.2002, σ. 105.».


Top