This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 31998L0034
Directive 98/34/EC of the European Parliament and of the Council of 22 June 1998 laying down a procedure for the provision of information in the field of technical standards and regulations
Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών
Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών
ΕΕ L 204 της 21.7.1998, p. 37–48
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV) Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση
(CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)
No longer in force, Date of end of validity: 06/10/2015; καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από 32015L1535
Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 204 της 21/07/1998 σ. 0037 - 0048
ΟΔΗΓΙΑ 98/34/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1998 για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 100 Α, 213 και 43, την πρόταση της Επιτροπής (1), τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2), Αποφασίζοντας με τη διαδικασία του άρθρου 189 Β της συνθήκης (3), Εκτιμώντας: (1) ότι η οδηγία 83/189/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών (4), τροποποιήθηκε πολλές φορές και σε σημαντική έκταση 7 ότι είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση της εν λόγω οδηγίας 7 (2) ότι η εσωτερική αγορά περιλαμβάνει ένα χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα, μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων 7 ότι, επομένως, ένα από τα θεμέλια της Κοινότητας είναι η απαγόρευση των ποσοτικών περιορισμών στις συναλλαγές εμπορευμάτων, καθώς και των μέτρων που έχουν ισοδύναμο αποτέλεσμα με τους ποσοτικούς αυτούς περιορισμούς 7 (3) ότι, για την καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, κρίνεται σκόπιμο να διασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια στις εθνικές πρωτοβουλίες που αφορούν τη θέσπιση τεχνικών προτύπων ή κανονισμών 7 (4) ότι τα εμπόδια στις συναλλαγές, τα οποία οφείλονται στους τεχνικούς κανονισμούς των προϊόντων, είναι παραδεκτά μόνον εάν είναι αναγκαία για την κάλυψη ορισμένων επιτακτικών αναγκών και εξυπηρετούν σκοπό γενικότερου ενδιαφέροντος, του οποίου αποτελούν ουσιαστική εγγύηση 7 (5) ότι η Επιτροπή πρέπει απαραίτητα να διαθέτει τις αναγκαίες πληροφορίες πριν από τη θέσπιση τεχνικών διατάξεων 7 ότι τα κράτη μέλη, τα οποία οφείλουν, δυνάμει του άρθρου 5 της συνθήκης, να διευκολύνουν την Επιτροπή στην άσκηση του έργου της, οφείλουν να της κοινοποιούν τα σχέδιά τους στον τομέα των τεχνικών κανονισμών 7 (6) ότι όλα τα κράτη μέλη πρέπει, επίσης, να πληροφορούνται τους τεχνικούς κανονισμούς που σχεδιάζονται από άλλο κράτος μέλος 7 (7) ότι η εσωτερική αγορά στόχο έχει να διασφαλίσει ένα περιβάλλον ευνοϊκό για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων 7 ότι, για να εκμεταλλευτούν καλύτερα οι επιχειρήσεις τα πλεονεκτήματα της αγοράς αυτής, πρέπει να υπάρχει ιδίως μεγαλύτερη ενημέρωση 7 ότι, κατά συνέπεια, πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στους επιχειρηματικούς κύκλους να κάνουν γνωστές τις εκτιμήσεις τους για τις επιπτώσεις των εθνικών τεχνικών κανονισμών που προτείνονται από άλλα κράτη μέλη μέσω της τακτικής δημοσίευσης των τίτλων των κοινοποιούμενων σχεδίων, καθώς και μέσω των διατάξεων που αφορούν την εμπιστευτικότητα των σχεδίων αυτών 7 (8) ότι κρίνεται σκόπιμο, για λόγους ασφάλειας του δικαίου, τα κράτη μέλη να γνωστοποιούν ότι θεσπίζεται εθνικός τεχνικός κανόνας, τηρουμένων όσων ορίζει η παρούσα οδηγία 7 (9) ότι, όσον αφορά τους τεχνικούς κανονισμούς για τα προϊόντα, τα μέτρα με τα οποία θα διασφαλισθεί η καλή λειτουργία ή εμβάθυνση της αγοράς προϋποθέτουν ιδίως μεγαλύτερη διαφάνεια των εθνικών προθέσεων, καθώς και επέκταση των αιτίων και όρων εκτίμησης του αποτελέσματος που μπορούν να έχουν οι προτεινόμενοι κανονισμοί, στην αγορά 7 (10) ότι, με την προοπτική αυτή, κρίνεται σκόπιμο να εκτιμηθούν όλες οι προδιαγραφές που επιβάλλονται σε ένα προϊόν και να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στις εθνικές πρακτικές σε θέματα κανονιστικής ρύθμισης των προϊόντων 7 (11) ότι οι απαιτήσεις, εκτός των τεχνικών προδιαγραφών που αφορούν τον κύκλο ζωής ενός προϊόντος μετά τη διάθεσή του στην αγορά, μπορούν να επηρεάσουν την ελεύθερη κυκλοφορία του στην αγορά ή να δημιουργήσουν εμπόδια στην καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς 7 (12) ότι είναι ανάγκη να διευκρινιστεί η έννοια του de facto τεχνικού κανόνα 7 ότι, ιδίως, οι διατάξεις μέσω των οποίων η δημόσια αρχή αναφέρεται σε τεχνικές προδιαγραφές ή άλλες απαιτήσεις ή προτρέπει στην τήρησή τους, καθώς και οι διατάξεις για προϊόντα με τα οποία συνδέεται η δημόσια αρχή, χάριν του δημοσίου συμφέροντος, έχουν ως αποτέλεσμα να προσδίδουν στην τήρηση των εν λόγω απαιτήσεων ή προδιαγραφών χαρακτήρα περισσότερο αναγκαστικό από εκείνον που θα είχαν φυσιολογικά λόγω της προέλευσής τους από τον ιδιωτικό τομέα 7 (13) ότι η Επιτροπή και τα κράτη μέλη πρέπει, επιπλέον, να έχουν στη διάθεσή τους αρκετό χρόνο για να προτείνουν τροποποιήσεις του σχεδιαζόμενου μέτρου, ώστε να εξαλειφθούν ή να μειωθούν οι ενδεχόμενες δυσχέρειες στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων 7 (14) ότι το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει υπόψη του τις προτεινόμενες τροποποιήσεις κατά την επεξεργασία του οριστικού κειμένου του μελετώμενου μέτρου 7 (15) ότι η εσωτερική αγορά συνεπάγεται, ιδίως σε περίπτωση που καταστεί αδύνατη η εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης από τα κράτη μέλη, την έκδοση ή την πρόταση έκδοσης υποχρεωτικών κοινοτικών πράξεων από την Επιτροπή 7 ότι έχει θεσπιστεί ένα ειδικό προσωρινό status quo ούτως ώστε η έκδοση εθνικών μέτρων να μη διακυβεύει την έκδοση από το Συμβούλιο ή από την Επιτροπή κοινοτικών πράξεων αναγκαστικού δικαίου στον ίδιο τομέα 7 (16) ότι το εν λόγω κράτος μέλος οφείλει, σύμφωνα με τις γενικές υποχρεώσεις του άρθρου 5 της συνθήκης, να αναβάλει για επαρκές χρονικό διάστημα την έναρξη ισχύος του σχεδιαζόμενου μέτρου, ώστε να καταστεί δυνατή είτε η από κοινού εξέταση των προτεινόμενων τροποποιήσεων είτε η επεξεργασία της πρότασης μιας πράξης αναγκαστικού δικαίου του Συμβουλίου είτε η έκδοση μιας πράξης αναγκαστικού δικαίου της Επιτροπής 7 ότι οι προθεσμίες που προβλέπονται στη συμφωνία των Αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών, συνελθόντων στα πλαίσια του Συμβουλίου της 28ης Μαΐου 1969, για το status quo και την ενημέρωση της Επιτροπής (5), όπως τροποποιήθηκε με τη συμφωνία της 5ης Μαρτίου 1973 (6), αποδείχθηκαν ανεπαρκείς για τις συγκεκριμένες περιπτώσεις και, επομένως, πρέπει να προβλεφθούν μεγαλύτερες προθεσμίες 7 (17) ότι η διαδικασία του status quo και της ενημέρωσης της Επιτροπής, που περιέχεται στη συμφωνία της 28ης Μαΐου 1969, εξακολουθεί να ισχύει για τα προϊόντα που υπόκεινται σ' αυτήν και που δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας οδηγίας 7 (18) ότι, με στόχο πάντοτε να διευκολυνθεί η έκδοση κοινοτικών μέτρων από το Συμβούλιο, τα κράτη μέλη πρέπει να απέχουν από την έκδοση ενός τεχνικού κανόνα όταν το Συμβούλιο έχει εγκρίνει κοινή θέση κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής που αφορά το ίδιο θέμα 7 (19) ότι τα εθνικά τεχνικά πρότυπα μπορούν στην πράξη να έχουν τα ίδια αποτελέσματα με τους τεχνικούς κανονισμούς, όσον αφορά την ελεύθερη διακίνηση των εμπορευμάτων 7 (20) ότι είναι, κατά συνέπεια, αναγκαίο να εξασφαλιστεί η ενημέρωση της Επιτροπής ως προς τα σχέδια προτύπων, με όρους ανάλογους με αυτούς που ισχύουν για τους τεχνικούς κανονισμούς 7 ότι, δυνάμει του άρθρου 213 της συνθήκης, η Επιτροπή, για να εκπληρώσει τα καθήκοντα που της έχουν ανατεθεί, μπορεί να συλλέγει οποιαδήποτε πληροφορία και να προβαίνει σε όλους τους αναγκαίους ελέγχους, μέσα στα όρια και με τις προϋποθέσεις που καθορίζει το Συμβούλιο κατά τις διατάξεις της συνθήκης 7 (21) ότι τα κράτη μέλη και οι οικείοι οργανισμοί τυποποιήσεως πρέπει επίσης να ενημερώνονται σχετικά με τα πρότυπα τα οποία σχεδιάζουν οι οργανισμοί τυποποιήσεως άλλων κρατών μελών 7 (22) ότι η αναγκαιότητα συστηματικής κοινοποίησης υφίσταται πράγματι μόνο σε νέα θέματα τυποποίησης και ότι, αν η τυποποίηση αυτή αναλαμβάνεται σε εθνικό επίπεδο, μπορεί να δημιουργήσει αποκλίσεις μεταξύ των εθνικών προτύπων, με αποτέλεσμα να διαταραχθεί η λειτουργία της αγοράς 7 ότι κάθε μεταγενέστερη κοινοποίηση ή γνωστοποίηση όσον αφορά την πορεία των εθνικών εργασιών πρέπει να εξαρτάται από το ενδιαφέρον που εκδήλωσαν για τις εργασίες αυτές εκείνοι στους οποίους γνωστοποιήθηκε προηγουμένως το νέο θέμα τυποποίησης 7 (23) ότι η Επιτροπή πρέπει ωστόσο να έχει τη δυνατότητα να ζητεί τη γνωστοποίηση των εθνικών προγραμμάτων τυποποίησης, εν όλω ή εν μέρει, για να μπορεί να εξετάζει τις εξελίξεις της τυποποίησης σε δεδομένους οικονομικούς τομείς 7 (24) ότι το σύστημα ευρωπαϊκής τυποποίησης πρέπει να οργανωθεί από και για τα ενδιαφερόμενα μέρη, βασιζόμενο στη συνοχή, τη διαφάνεια, τη συναίνεση, την ανεξαρτησία από τα ιδιωτικά συμφέροντα, την αποτελεσματικότητα και τη λήψη αποφάσεων μέσω εθνικής αντιπροσώπευσης 7 (25) ότι η τυποποίηση στην Κοινότητα πρέπει να βασισθεί στα θεμελιώδη δικαιώματα των εθνικών οργανισμών τυποποίησης, όπως είναι η δυνατότητα παροχής των σχεδίων προτύπων, ενημέρωσης για τη συνέχεια που επιφυλάσσεται στα σχετικά σχόλια, σύνδεσης με τις εθνικές εργασίες τυποποίησης ή ακόμη η δυνατότητα να ζητείται η επεξεργασία ευρωπαϊκών αντί εθνικών προτύπων 7 ότι εναπόκειται στα κράτη μέλη να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα της αρμοδιότητάς τους ούτως ώστε οι οικείοι οργανισμοί τυποποίησης να σέβονται τα δικαιώματα αυτά 7 (26) ότι οι διατάξεις που αφορούν το status quo για τους εθνικούς οργανισμούς τυποποίησης κατά την επεξεργασία ενός ευρωπαϊκού προτύπου πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τις σχετικές διατάξεις που εκδίδουν οι οργανισμοί τυποποίησης στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών οργανισμών τυποποίησης 7 (27) ότι θα πρέπει να ιδρυθεί μια μόνιμη επιτροπή, τα μέλη της οποίας θα διορίζονται από τα κράτη μέλη, και η οποία θα επιφορτισθεί με την υποβοήθηση της Επιτροπής στη μελέτη των σχεδίων εθνικών προτύπων και με τη συνεργασία στις προσπάθειές της για τη μείωση των τυχόν δυσχερειών στην ελεύθερη διακίνηση των προϊόντων 7 (28) ότι θα πρέπει να ζητείται η γνώμη της μόνιμης επιτροπής σχετικά με τα σχέδια με τα οποία ζητείται η τυποποίηση και αναφέρονται στην παρούσα οδηγία 7 (29) ότι η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών σχετικά με τις ημερομηνίες ενσωμάτωσης των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα III μέρος Β, ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ: Άρθρο 1 Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως: 1. «Προϊόν»: κάθε προϊόν βιομηχανικής κατασκευής, και κάθε γεωργικό προϊόν, συμπεριλαμβανομένων και των αλιευτικών προϊόντων. 2. «Τεχνική προδιαγραφή»: η προδιαγραφή που περιέχεται σε έγγραφο στο οποίο ορίζονται τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος, όπως τα επίπεδα ποιότητας ή ιδιότητες χρήσης, η ασφάλεια, οι διαστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που ισχύουν για το προϊόν όσον αφορά την ονομασία πώλησης, την ορολογία, τα σύμβολα, τις δοκιμές και τις μεθόδους δοκιμής, τη συσκευασία, τη σήμανση και το ετικετάρισμα, καθώς και τις διαδικασίες αξιολόγησης της πιστότητας. Ο όρος «τεχνική προδιαγραφή» καλύπτει επίσης τις μεθόδους και διαδικασίες παραγωγής γεωργικών προϊόντων δυνάμει του άρθρου 38 παράγραφος 1 της συνθήκης, προϊόντων που προορίζονται για ανθρώπινη διατροφή και διατροφή των ζώων, καθώς και φαρμάκων όπως ορίζονται στο άρθρο 1 της οδηγίας 65/65/ΕΟΚ (7), καθώς και τις μεθόδους και διαδικασίες παραγωγής άλλων προϊόντων, εφόσον αυτές έχουν επιπτώσεις στα χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα. 3. «Άλλη απαίτηση»: απαίτηση, εκτός των τεχνικών προδιαγραφών, επιβαλλόμενη σε ένα προϊόν, ιδίως για λόγους προστασίας των καταναλωτών ή του περιβάλλοντος, η οποία αφορά τον κύκλο ζωής του προϊόντος μετά τη διάθεσή του στην αγορά, όπως οι συνθήκες χρησιμοποίησης, ανακύκλωσης, επαναχρησιμοποίησης ή εξάλειψής του, εφόσον οι συνθήκες αυτές μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τη σύνθεση ή τη φύση του προϊόντος, ή την εμπορία του. 4. «Πρότυπο»: οι τεχνικές προδιαγραφές που έχουν εγκριθεί από αναγνωρισμένο οργανισμό τυποποίησης, για επανειλημμένη ή διαρκή εφαρμογή, των οποίων όμως η τήρηση δεν είναι υποχρεωτική και οι οποίες υπάγονται σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες: - διεθνές πρότυπο: πρότυπο εγκεκριμένο από διεθνή οργανισμό τυποποίησης το οποίο τίθεται στη διάθεση του κοινού, - ευρωπαϊκό πρότυπο: πρότυπο εγκεκριμένο από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης, το οποίο τίθεται στη διάθεση του κοινού, - εθνικό πρότυπο: πρότυπο εγκεκριμένο από εθνικό οργανισμό τυποποίησης το οποίο τίθεται στη διάθεση του κοινού. 5. «Πρόγραμμα τυποποίησης»: πρόγραμμα εργασίας ενός αναγνωρισμένου οργανισμού τυποποίησης με το οποίο καταρτίζεται κατάλογος των θεμάτων για τα οποία διεξάγονται εργασίες τυποποίησης. 6. «Σχέδιο προτύπου»: το έγγραφο με το κείμενο των τεχνικών κανονισμών για καθορισμένο προϊόν, που σχεδιάζεται να εγκριθεί σύμφωνα με τη διαδικασία εθνικής τυποποίησης, όπως το κείμενο αυτό προκύπτει από τις προπαρασκευαστικές εργασίες και διανέμεται προς σχολιασμό ή δημόσια έρευνα. 7. «Ευρωπαϊκός Οργανισμός Τυποποίησης»: οργανισμός αναφερόμενος στο παράρτημα I. 8. «Εθνικός Οργανισμός Τυποποίησης»: οργανισμός αναφερόμενος στο παράρτημα II. 9. «Τεχνικός κανόνας»: τεχνική προδιαγραφή ή άλλη απαίτηση, συμπεριλαμβανομένων των οικείων διοικητικών διατάξεων, της οποίας η τήρηση είναι υποχρεωτική, de jure ή de facto, για την εμπορία ή τη χρήση ενός προϊόντος σε κράτος μέλος ή σε σημαντικό τμήμα του κράτους αυτού, όπως επίσης, με την επιφύλαξη των όσων ορίζει το άρθρο 10, οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις των κρατών μελών που απαγορεύουν την κατασκευή, εισαγωγή, εμπορία ή χρήση ενός προϊόντος. Τεχνικοί κανόνες de facto είναι ιδίως: - οι νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις ενός κράτους μέλους οι οποίες παραπέμπουν είτε σε τεχνικές προδιαγραφές ή άλλες απαιτήσεις είτε σε επαγγελματικούς κώδικες ή κώδικες ορθής πρακτικής που με τη σειρά τους παραπέμπουν σε τεχνικές προδιαγραφές ή άλλες απαιτήσεις και των οποίων η τήρηση αποτελεί τεκμήριο πιστότητας προς τις προδιαγραφές που ορίζουν οι ως άνω νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις, - οι εκούσιες συμφωνίες στις οποίες η δημόσια αρχή είναι συμβαλλόμενο μέρος και οι οποίες αποσκοπούν στην τήρηση, προς το δημόσιο συμφέρον, των τεχνικών προδιαγραφών ή άλλων απαιτήσεων. Εξαιρούνται οι συγγραφές υποχρεώσεων των δημοσίων συμβάσεων, - οι τεχνικές προδιαγραφές ή άλλες απαιτήσεις, που συνδέονται με φορολογικά ή οικονομικά μέτρα και επηρεάζουν την κατανάλωση προϊόντων ενθαρρύνοντας την τήρηση των τεχνικών αυτών προδιαγραφών ή άλλων απαιτήσεων. Εξαιρούνται οι τεχνικές προδιαγραφές ή άλλες απαιτήσεις που έχουν σχέση με τα εθνικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης. Καλύπτονται οι τεχνικοί κανόνες που θεσπίζουν οι αρχές που ορίζονται από τα κράτη μέλη και περιλαμβάνονται σε κατάλογο που έπρεπε να καταρτίσει η Επιτροπή πριν από την 1η Ιουλίου 1995 στα πλαίσια της επιτροπής του άρθρου 5. Ο κατάλογος αυτός θα τροποποιηθεί με την ίδια διαδικασία. 10. «Σχέδιο τεχνικού κανόνα»: το κείμενο μιας τεχνικής προδιαγραφής ή άλλης απαίτησης, συμπεριλαμβανομένων των διοικητικών διατάξεων, που εκπονείται προκειμένου η τεχνική αυτή προδιαγραφή ή απαίτηση να καθιερωθεί αμέσως ή εν τέλει ως τεχνικός κανόνας, και το οποίο, δεδομένου ότι βρίσκεται σε προπαρασκευαστικό στάδιο, μπορεί να υποστεί ουσιαστικές τροπολογίες. Η παρούσα οδηγία δεν ισχύει για τα μέτρα που τα κράτη μέλη κρίνουν αναγκαία στο πλαίσιο της συνθήκης προκείμενου να εξασφαλίσουν την προστασία του κοινού, και ιδιαίτερα των εργαζομένων, κατά τη χρήση προϊόντων, εφόσον τα μέτρα αυτά δεν επηρεάζουν τα προϊόντα. Άρθρο 2 1. Η Επιτροπή και οι οργανισμοί τυποποίησης που αναφέρονται στα παραρτήματα I και II ενημερώνονται σχετικά με τα νέα θέματα για τα οποία οι εθνικοί οργανισμοί που αναφέρονται στο παράρτημα II αποφασίζουν, εντάσσοντάς τα στο πρόγραμμα τυποποίησης, να θεσπίσουν ένα πρότυπο ή να τροποποιήσουν το ήδη υφιστάμενο πρότυπο, εκτός εάν πρόκειται για αυτούσια, ή ισοδύναμη μεταφορά ενός διεθνούς ή ευρωπαϊκού προτύπου. 2. Στις πληροφορίες της παραγράφου 1, αναφέρεται ιδίως εάν το πρότυπο: - αποτελεί μη ισοδύναμη μεταφορά ενός διεθνούς προτύπου, - αποτελεί νέο εθνικό πρότυπο, - αποτελεί τροποποίηση ενός εθνικού προτύπου. Η Επιτροπή μπορεί, αφού ζητήσει τη γνώμη της επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 5, να καθορίζει κανόνες κωδικοποιημένης παρουσίασης των πληροφοριών αυτών, καθώς και σχέδιο και κριτήρια σύμφωνα με τα οποία θα υποβάλλονται οι πληροφορίες προκειμένου να διευκολύνεται η αξιολόγησή τους. 3. Η Επιτροπή μπορεί να ζητά τη γνωστοποίηση των προγραμμάτων τυποποίησης, εν μέρει ή εν όλω. Η Επιτροπή θέτει τις πληροφορίες αυτές στη διάθεση των κρατών μελών, υπό μορφή που να επιτρέπει την αξιολόγηση και τη σύγκριση των διαφόρων προγραμμάτων. 4. Η Επιτροπή τροποποιεί ενδεχομένως το παράρτημα II, με βάση τις γνωστοποιήσεις των κρατών μελών. 5. Το Συμβούλιο αποφασίζει, μετά από πρόταση της Επιτροπής, για κάθε τροποποίηση του παραρτήματος I. Άρθρο 3 Οι οργανισμοί τυποποίησης που αναφέρονται στα παραρτήματα I και II καθώς και η Επιτροπή, λαμβάνουν, κατόπιν αιτήσεώς τους, τα σχέδια προτύπων και ενημερώνονται από τον αρμόδιο οργανισμό για τη συνέχεια που δίνεται στις τυχόν παρατηρήσεις τους επί των σχεδίων αυτών. Άρθρο 4 1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε οι εθνικοί τους οργανισμοί τυποποίησης: - να γνωστοποιούν τις πληροφορίες που προβλέπονται από τα άρθρα 2 και 3, - να δίνουν στη δημοσιότητα τα σχέδια προτύπων, έτσι ώστε να μπορούν να συγκεντρώνονται και παρατηρήσεις από ενδιαφερόμενα μέρη εγκατεστημένα σε άλλα κράτη μέλη, - να παραχωρούν στους άλλους οργανισμούς που αναφέρονται στο παράρτημα II το δικαίωμα να συμμετέχουν παθητικά ή ενεργά (με την αποστολή παρατηρητού) στις προγραμματιζόμενες εργασίες, - να μην αντιτίθενται στην εξέταση, σε ευρωπαϊκό επίπεδο και σύμφωνα με τους κανόνες των ευρωπαϊκών οργανισμών τυποποίησης, ενός θέματος τυποποίησης του προγράμματος εργασίας τους, και να μην πραγματοποιούν ενέργειες που θα μπορούσαν να προδικάσουν τη λήψη σχετικής απόφασης. 2. Τα κράτη μέλη απέχουν, ιδίως, από κάθε πράξη αναγνώρισης, έγκρισης τύπου ή έμμεσης χρήσης ενός εθνικού προτύπου που έχει εγκριθεί κατά παράβαση των άρθρων 2 και 3 και της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Άρθρο 5 Ιδρύεται μόνιμη επιτροπή αποτελούμενη από εκπροσώπους των κρατών μελών, οι οποίοι μπορούν να υποβοηθούνται από εμπειρογνώμονες ή συμβούλους. Την προεδρία ασκεί ο εκπρόσωπος της Επιτροπής. Η επιτροπή καταρτίζει τον εσωτερικό κανονισμό της. Άρθρο 6 1. Η επιτροπή συνεδριάζει, τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο, με τους αντιπροσώπους των οργανισμών τυποποίησης που αναφέρονται στα παραρτήματα I και II. 2. Η Επιτροπή υποβάλλει στην επιτροπή έκθεση σχετικά με τη θέση σε εφαρμογή και τη λειτουργία των διαδικασιών που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία, καθώς και προτάσεις που αποσκοπούν στην εξάλειψη των υφιστάμενων ή προβλεπόμενων εμποδίων κατά τις συναλλαγές. 3. Η Επιτροπή λαμβάνει θέση ως προς τις ανακοινώσεις και προτάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, και συγκεκριμένα μπορεί να προτρέψει σχετικά την Επιτροπή: - να καλέσει τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης να εκπονήσουν ένα ευρωπαϊκό πρότυπο μέσα σε τακτή προθεσμία, - να φροντίσει ώστε, εφόσον χρειάζεται, και προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος των εμποδίων κατά τις συναλλαγές, να αποφασίσουν τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη σε μια πρώτη φάση μεταξύ τους για τα κατάλληλα μέτρα, - να λάβει κάθε κατάλληλο μέτρο, - να εντοπίσει τους τομείς για τους οποίους αποδεικνύεται αναγκαία η εναρμόνιση και ανάληψη, ενδεχομένως, των κατάλληλων εργασιών εναρμόνισης σε ένα συγκεκριμένο τομέα. 4. Η Επιτροπή οφείλει να ζητεί τη γνώμη της επιτροπής: α) πριν από κάθε τροποποίηση των καταλόγων που περιέχονται στα παραρτήματα I και II (άρθρο 2 παράγραφος 1) 7 β) κατά την κατάρτιση των κανόνων κωδικοποιημένης παρουσίασης των πληροφοριών και του σχεδίου και των κριτηρίων, σύμφωνα με τα οποία θα πρέπει να υποβάλλονται τα προγράμματα τυποποίησης (άρθρο 2 παράγραφος 2) 7 γ) κατά την επιλογή του πρακτικού συστήματος που θα πρέπει να εφαρμοσθεί για την ανταλλαγή πληροφοριών, που προβλέπει η παρούσα οδηγία, και των τροποποιήσεων που θα πρέπει, ενδεχομένως, να γίνουν σ' αυτό 7 δ) κατά την επανεξέταση της λειτουργίας του συστήματος, που θέτει σε εφαρμογή η παρούσα οδηγία 7 ε) για τις αιτήσεις που απευθύνονται στους οργανισμούς τυποποίησης που αναφέρονται στην παράγραφο 3 πρώτη περίπτωση. 5. Η Επιτροπή μπορεί να ζητεί τη γνώμη της επιτροπής για κάθε προσχέδιο τεχνικού κανόνα που λαμβάνει. 6. Η επιτροπή μπορεί, αν το ζητήσει ο πρόεδρός της ή ένα κράτος μέλος, να επιληφθεί κάθε ζητήματος που αφορά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. 7. Οι εργασίες της επιτροπής και οι πληροφορίες που της διαβιβάζονται είναι εμπιστευτικές. Ωστόσο, η επιτροπή και οι εθνικές αρχές μπορούν, λαμβάνοντας τις αναγκαίες προφυλάξεις, να προσφεύγουν στην πραγματογνωμοσύνη φυσικών ή νομικών προσώπων που μπορούν να ανήκουν στον ιδιωτικό τομέα. Άρθρο 7 1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι, κατά την εκπόνηση ενός ευρωπαϊκού προτύπου, όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 πρώτη περίπτωση, ή μετά την έγκρισή του, οι εθνικοί τους οργανισμοί τυποποίησης δεν προβαίνουν σε καμία ενέργεια η οποία μπορεί να βλάψει την επιδιωκόμενη εναρμόνιση, και ιδίως, δεν δημοσιεύουν στο δεδομένο τομέα νέο ή αναθεωρημένο εθνικό πρότυπο που δεν είναι πλήρως σύμφωνο προς υφιστάμενο ευρωπαϊκό πρότυπο. 2. Η παράγραφος 1 δεν ισχύει για τις εργασίες των οργανισμών τυποποίησης οι οποίες αναλαμβάνονται ύστερα από αίτηση των δημόσιων αρχών προκειμένου να καταρτισθούν τεχνικοί κανονισμοί ή πρότυπα για καθορισμένα προϊόντα με στόχο την κατάρτιση τεχνικού κανόνα για τα προϊόντα αυτά. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1, κάθε αίτηση από τις αναφερόμενες στο προηγούμενο εδάφιο ως σχέδιο τεχνικού κανόνα και σημειώνουν τους λόγους που δικαιολογούν την κατάρτισή του. Άρθρο 8 1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 10, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν πάραυτα στην Επιτροπή κάθε σχέδιο τεχνικού κανόνα, εκτός εάν πρόκειται απλώς για αυτούσια μεταφορά ενός διεθνούς ή ευρωπαϊκού προτύπου, οπότε αρκεί μια απλή πληροφόρηση ως προς το συγκεκριμένο πρότυπο 7 επίσης, απευθύνουν στην Επιτροπή κοινοποίηση σχετικά με τους λόγους για τους οποίους είναι αναγκαία η θέσπιση ενός τέτοιου τεχνικού κανόνα, εκτός εάν οι λόγοι αυτοί συνάγονται ήδη από το ίδιο το σχέδιο. Εάν χρειαστεί, τα κράτη μέλη κοινοποιούν ταυτοχρόνως - εάν δεν το έχουν ήδη διαβιβάσει με κάποια προηγούμενη γνωστοποίησή τους - το κείμενο των βασικών, νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων που αφορούν κατά κύριο και άμεσο τρόπο τον τεχνικό κανόνα, εφόσον η γνώση του κειμένου αυτού είναι αναγκαία για να εκτιμηθεί η εμβέλεια του σχεδίου τεχνικού κανόνα. Τα κράτη μέλη προβαίνουν σε νέα γνωστοποίηση υπό τους ανωτέρω όρους εφόσον επιφέρουν σημαντικές τροποποιήσεις στο σχέδιο αυτό με αποτέλεσμα να τροποποιείται το πεδίο εφαρμογής του, να συντομεύεται το αρχικό χρονοδιάγραμμα εφαρμογής, να προστίθενται προδιαγραφές ή απαιτήσεις ή να καθίστανται πιο αυστηρές οι εν λόγω προδιαγραφές ή απαιτήσεις. Ειδικότερα, όταν το σχέδιο τεχνικού κανόνα αφορά τον περιορισμό της διάθεσης στο εμπόριο ή της χρήσης μιας ουσίας, ενός παρασκευάσματος ή ενός χημικού προϊόντος, συν τοις άλλοις και για λόγους δημόσιας υγείας και προστασίας των καταναλωτών ή του περιβάλλοντος, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν επίσης είτε περίληψη, είτε, στο μέτρο που είναι διαθέσιμες οι σχετικές πληροφορίες, τα χρήσιμα στοιχεία που αφορούν τη συγκεκριμένη ουσία, παρασκεύασμα ή προϊόν, καθώς και όσα αφορούν τα γνωστά και διαθέσιμα προϊόντα υποκατάστασης. Ομοίως γνωστοποιούν τις αναμενόμενες επιπτώσεις του μέτρου στη δημόσια υγεία και την προστασία των καταναλωτών και του περιβάλλοντος, συνοδεύοντάς τα με ανάλυση των κινδύνων, διενεργουμένη, όπου συντρέχει λόγος, βάσει των γενικών αρχών αξιολόγησης των κινδύνων από χημικά προϊόντα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 (8) για την περίπτωση ήδη υφισταμένης ουσίας ή στο άρθρο 3 παράγραφος 3 της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ (9) για την περίπτωση νέας ουσίας. Η Επιτροπή, μόλις της γνωστοποιηθούν τα σχέδια τεχνικού κανόνα και όλα τα σχετικά έγγραφα, τα θέτει υπόψη των λοιπών κρατών μελών. Μπορεί επίσης να τα υποβάλει προς γνωμοδότηση στην επιτροπή του άρθρου 5, και, ενδεχομένως, στην επιτροπή που είναι αρμόδια για τον εν λόγω τομέα. Όταν πρόκειται για τις τεχνικές προδιαγραφές ή άλλες απαιτήσεις που αναφέρει το άρθρο 1 σημείο 9 δεύτερο εδάφιο τρίτη περίπτωση, οι παρατηρήσεις ή οι αιτιολογημένες γνώμες της Επιτροπής ή των κρατών μελών δύνανται να αφορούν μόνον την πλευρά του μέτρου η οποία ενδεχομένως αποτελεί εμπόδιο για τις συναλλαγές και όχι τη φορολογική ή οικονομική του πτυχή. 2. Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να απευθύνουν προς το κράτος μέλος που γνωστοποίησε σχέδιο τεχνικού κανόνα, παρατηρήσεις που το εν λόγω κράτος μέλος θα λάβει υπόψη στο μέτρο του δυνατού, αργότερα, κατά την τελική διατύπωση του τεχνικού κανόνα. 3. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν το ταχύτερο στην Επιτροπή το οριστικό κείμενο ενός τεχνικού κανόνα. 4. Οι πληροφορίες που παρέχονται δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν είναι εμπιστευτικές, εκτός εάν το ζητήσει ρητώς το κράτος μέλος που πραγματοποιεί την κοινοποίηση. Κάθε τέτοια αίτηση πρέπει να αιτιολογείται. Αν αυτό ζητηθεί, η επιτροπή του άρθρου 5 και οι εθνικές διοικήσεις μπορούν, λαμβάνοντας τις αναγκαίες προφυλάξεις, να ζητήσουν πραγματογνωμοσύνη από φυσικά ή νομικά πρόσωπα που μπορούν να ανήκουν στον ιδιωτικό τομέα. 5. Όταν σχέδιο τεχνικού κανόνα αποτελεί μέρος μέτρου του οποίου η γνωστοποίηση κατά τα στάδια του σχεδίου προβλέπεται από άλλες κοινοτικές πράξεις, τα κράτη μέλη μπορούν να προβαίνουν στη γνωστοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, με βάση αυτή την άλλη πράξη, αναφέροντος ρητά ότι η γνωστοποίηση αυτή γίνεται επίσης δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Η έλλειψη αντίδρασης από πλευράς Επιτροπής, στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας, για ένα σχέδιο τεχνικού κανόνα δεν προδικάζει την απόφαση που θα μπορούσε να ληφθεί στο πλαίσιο άλλων κοινοτικών πράξεων. Άρθρο 9 1. Τα κράτη μέλη αναβάλλουν την έγκριση ενός σχεδίου τεχνικού κανόνα για τρεις μήνες από την ημερομηνία παραλαβής από την Επιτροπή της γνωστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1. 2. Τα κράτη μέλη αναβάλλουν: - την έγκριση ενός σχεδίου τεχνικού κανόνα υπό μορφή εκούσιας συμφωνίας κατά την έννοια του άρθρου 1 σημείο 9 δεύτερο εδάφιο δεύτερη περίπτωση, για τέσσερις μήνες, - με την επιφύλαξη των παραγράφων 3, 4 και 5, την έγκριση οποιουδήποτε άλλου σχεδίου τεχνικού κανόνα, για έξι μήνες, από την ημερομηνία παραλαβής από την Επιτροπή της γνωστοποποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1, εφόσον η Επιτροπή ή άλλο κράτος μέλος διατυπώσει, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία αυτή, εμπεριστατωμένη γνώμη σύμφωνα με την οποία το προτεινόμενο μέτρο παρουσιάζει πτυχές που μπορούν να δημιουργήσουν εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων στα πλαίσια της εσωτερικής αγοράς. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος αναφέρει στην Επιτροπή τη συνέχεια που προτίθεται να δώσει στις εν λόγω εμπεριστατωμένες γνώμες. Η Επιτροπή σχολιάζει την αντίδραση αυτή. 3. Τα κράτη μέλη αναβάλλουν την έκδοση ενός σχεδίου τεχνικού κανόνα για δώδεκα μήνες από την ημερομηνία παραλαβής από την Επιτροπή της γνωστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1, εφόσον, εντός τριών μηνών μετά την ημερομηνία αυτή, η Επιτροπή γνωστοποιήσει την πρόθεσή της να προτείνει ή να εκδώσει, για το εν λόγω θέμα, οδηγία, κανονισμό ή απόφαση, σύμφωνα με το άρθρο 189 της συνθήκης. 4. Τα κράτη μέλη αναβάλλουν την έκδοση ενός σχεδίου τεχνικού κανόνα για δώδεκα μήνες από την ημερομηνία παραλαβής από την Επιτροπή της γνωστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 εφόσον, εντός τριών μηνών μετά την ημερομηνία αυτή, η Επιτροπή γνωστοποιήσει τη διαπίστωσή της ότι το σχέδιο τεχνικού κανόνα αφορά θέμα καλυπτόμενο από πρόταση οδηγίας, κανονισμού ή απόφασης που έχει υποβληθεί στο Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 189 της συνθήκης. 5. Εάν το Συμβούλιο εγκρίνει κοινή θέση κατά τη διάρκεια της περιόδου status quo που αναφέρεται στις παραγράφους 3 και 4, η περίοδος αυτή θα επεκταθεί, με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, στους 18 μήνες. 6. Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 3, 4 και 5, παύουν να υφίστανται είτε: - όταν η Επιτροπή ενημερώσει τα κράτη μέλη ότι δεν προτίθεται πλέον να προτείνει ή να εκδώσει κοινοτική πράξη αναγκαστικού χαρακτήρα, - όταν η Επιτροπή ενημερώσει τα κράτη μέλη ότι αποσύρει την πρόταση ή το σχέδιό της, - με την έκδοση κοινοτικής πράξης αναγκαστικού χαρακτήρα από το Συμβούλιο ή από την Επιτροπή. 7. Οι παράγραφοι 1 έως 5 δεν ισχύουν όταν ένα κράτος μέλος, για λόγους έκτακτης ανάγκης, που επιβάλλονται από σοβαρή και απρόβλεπτη κατάσταση συνδεόμενη με την προστασία της υγείας των προσώπων και των ζώων, με τη διατήρηση της χλωρίδας ή με την ασφάλεια, πρέπει να εκπονήσει σε πολύ σύντομο χρονικό διάτημα τεχνικούς κανόνες, προκειμένου να τους εκδώσει και να τους θέσει σε ισχύ αμέσως, χωρίς να είναι δυνατή η διενέργεια διαβουλεύσεων. Το κράτος μέλος παραθέτει στη γνωστοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 8 την αιτιολογία του επείγοντα χαρακτήρα των μέτρων. Η Επιτροπή αποφαίνεται το συντομότερο δυνατόν σχετικά με τη γνωστοποίηση αυτή. Σε περίπτωση καταχρηστικής προσφυγής στην ως άνω διαδικασία, η Επιτροπή λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τηρείται ενήμερο από την Επιτροπή. Άρθρο 10 1. Τα άρθρα 8 και 9 δεν εφαρμόζονται στις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις των κρατών μελών ή στις εκούσιες συμφωνίες με τις οποίες τα κράτη μέλη: - συμμορφώνονται προς τις κοινοτικές πράξεις αναγκαστικού χαρακτήρα που έχουν ως αποτέλεσμα την έκδοση τεχνικών προδιαγραφών, - τηρούν τις δεσμεύσεις που απορρέουν από μια διεθνή συμφωνία και έχουν ως αποτέλεσμα την έκδοση κοινών τεχνικών προδιαγραφών στην Κοινότητα, - κάνουν χρήση των ρητρών διασφάλισης που προβλέπονται σε κοινοτικές πράξεις αναγκαστικού χαρακτήρα, - εφαρμόζουν το άρθρο 8 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/59/ΕΟΚ (10), - εκτελούν απλώς απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, - τροποποιούν απλώς έναν τεχνικό κανόνα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 9 της παρούσας οδηγίας, κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής, προκειμένου να αρθεί ένα εμπόδιο στις συναλλαγές. 2. Το άρθρο 9 δεν εφαρμόζεται στις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις των κρατών μελών που προβλέπουν απαγόρευση της παραγωγής, εφόσον δεν θέτουν εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των αγαθών. 3. Το άρθρο 9 παράγραφοι 3 έως 6 δεν εφαρμόζεται στις εκούσιες συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 σημείο 9 δεύτερο εδάφιο δεύτερη περίπτωση. 4. Το άρθρο 9 δεν εφαρμόζεται στις τεχνικές προδιαγραφές ή άλλες απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 σημείο 9 δεύτερο εδάφιο τρίτη περίπτωση. Άρθρο 11 Η Επιτροπή υποβάλλει ανά διετία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Οι εργασίες τυποποίησης που ανατίθενται στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Τυποποίησης σύμφωνα με την παρούσα οδηγία καθώς και τα στατιστικά στοιχεία όσον αφορά τις λαμβανόμενες γνωστοποιήσεις δημοσιεύονται μία φορά ετησίως, στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Άρθρο 12 Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τεχνικό κανόνα, ο κανόνας αυτός περιλαμβάνει παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύεται από τέτοια παραπομπή κατά την έπισημη δημοσίευσή του. Οι λεπτομέρειες της παραπομπής αυτής αποφασίζονται από τα κράτη μέλη. Άρθρο 13 1. Οι οδηγίες και αποφάσεις που παρατίθενται στο παράρτημα III μέρος Α καταργούνται, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών σχετικά με τις προθεσμίες για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο που εμφαίνονται στο παράρτημα III μέρος Β. 2. Οι αναφορές στις καταργούμενες οδηγίες και αποφάσεις θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα IV. Άρθρο 14 Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Άρθρο 15 Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. Λουξεμβούργο, 22 Ιουνίου 1998. Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Ο Πρόεδρος J. M. GIL-ROBLES Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος J. CUNNINGHAM (1) ΕΕ C 78 της 12.3.1997, σ. 4. (2) ΕΕ C 133 της 28.4.1997, σ. 5. (3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Σεπτεμβρίου 1997 (ΕΕ C 304 της 6.10.1997, σ. 79), κοινή θέση του Συμβουλίου της 23ης Φεβρουαρίου 1998 (EE C 110 της 8.4.1998, σ. 1) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 30ής Απριλίου 1998 (EE C 152 της 18.5.1998). Απόφαση του Συμβουλίου της 18ης Μαΐου 1998. (4) ΕΕ L 109 της 26.4.1983, σ. 8 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 96/139/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 32 της 10.2.1996, σ. 31). (5) ΕΕ C 76 της 17.6.1969, σ. 9. (6) ΕΕ C 9 της 15.3.1973, σ. 3. (7) Οδηγία 65/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιανουαρίου 1965, περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με τα φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα (ΕΕ 22 της 9.2.1965, σ. 369/65) 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 93/39/ΕΟΚ (ΕΕ L 214 της 24.8.1993, σ. 22). (8) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1993, για την αξιολόγηση και τον έλεγχο των κινδύνων από τις υπάρχουσες ουσίες (ΕΕ L 84 της 5.4.1993, σ. 1). (9) Οδηγία 67/548/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1967, περί προσεγγίσεως των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί ταξινομήσεως, συσκευασίας και επισημάνσεως των επικίνδυνων ουσιών (ΕΕ 196 της 16.8.1967, σ. 1) 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 92/32/ΕΟΚ (ΕΕ L 154 της 5.6.1992, σ. 1). (10) Οδηγία 92/59/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1992, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (ΕΕ L 228 της 11.8.1992, σ. 24). ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ CEN Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης CENELEC Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ηλεκτροτεχνικής Τυποποίησης ETSI Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τηλεπικοινωνιακών Προτύπων ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II ΕΘΝΙΚΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ 1. ΒΕΛΓΙΟ ΙΒΝ/ΒΙΝ Institut belge de normalisation Belgisch Instituut voor Normalisatie CEB/BEC Comitι ιlectrotechnique belge Belgisch Elektrotechnisch Comitι 2. ΔΑΝΙΑ DS Dansk Standard NTA Telestyrelsen, National Telecom Agency 3. ΓΕΡΜΑΝΙΑ DIN Deutsches Institut fόr Normung e.V. DKE Deutsche Elektrotechnische Kommission im DIN und VDE 4. ΕΛΛΑΔΑ ΕΛΟΤ Ελληνικός Οργανισμός Τυποποίησης 5. ΙΣΠΑΝΙΑ AENOR Asociaciσn Espaρola de Normalizaciσn y Certificaciσn 6. ΓΑΛΛΙΑ AFNOR Association franηaise de normalisation UTE Union technique de l'ιlectricitι - Bureau de normalisation auprθs de l'AFNOR 7. ΙΡΛΑΝΔΙΑ NSAI National Standards Authority of Ireland ETCI Electrotechnical Council of Ireland 8. ΙΤΑΛΙΑ UNI (1) Ente nazionale italiano di unificazione CEI (2) Comitato elettrotecnico italiano 9. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ ITM Inspection du travail et des mines SEE Service de l'ιnergie de l'Ιtat 10. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ NNI Nederlands Normalisatie instituut NEC Nederlands Elektrotechnisch Comitι 11. ΑΥΣΤΡΙΑ ΦN Φsterreichisches Normungsinstitut ΦVE Φsterreichischer Verband fόr Elektrotechnik 12. ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ IPQ Instituto Portuguκs de Qualidade 13. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ BSI British Standards Institution BEC British Electrotechnical Committee 14. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ SFS Suomen Standardisoimisliitto SFS ry Finlands Standardiseringsfφrbund SFS rf THK Telehallintokeskus Telefφrvaltningscentralen SESKO Suomen Sδhkφteknillinen Standardisoimisyhdistys SESKIO ry Finlands Elektrotekniska Standardiseringsfφrening SESKO rf 15. ΣΟΥΗΔΙΑ SIS Standardiseringen i Sverige SEK Svenska elektriska kommissionen ITS Informationstekniska standardiseringen (1) Οι οργανισμοί UNI και CEI, σε συνεργασία με το Istituto Superiore delle Poste e Telecomunicazioni και το Ministero dell'Industria, έχουν αναθέσει τις εργασίες που εντάσσονται στο πλαίσιο του ETSI στην επιτροπή CONCIT (Comitato Nazionale di Coordinamento per le tecnologie dell'informazione). ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ ΜΕΡΟΣ Α Καταργούμενες αποφάσεις και οδηγίες (που αναφέρονται στο άρθρο 13) Οδηγία 83/189/ΕΟΚ του Συμβουλίου και οι διαδοχικές τροποποιήσεις της Οδηγία 88/182/ΕΟΚ του Συμβουλίου Απόφαση 90/230/ΕΟΚ της Επιτροπής Απόφαση 92/400/ΕΟΚ της Επιτροπής Οδηγία 94/10/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου Απόφαση 96/139/ΕΚ της Επιτροπής ΜΕΡΟΣ Β >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ> ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV >ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>