EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32006R1911

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1911/2006 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2006 , για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές διαλυμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου, καταγωγής Αλγερίας, Λευκορωσίας, Ρωσίας και Ουκρανίας, μετά από επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96

ΕΕ L 365 της 21.12.2006, p. 26–49 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)
ΕΕ L 200M της 1.8.2007, p. 470–493 (MT)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (BG, RO)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 21/12/2011: This act has been changed. Current consolidated version: 20/12/2009

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2006/1911/oj

21.12.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 365/26


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1911/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 19ης Δεκεμβρίου 2006

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές διαλυμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου, καταγωγής Αλγερίας, Λευκορωσίας, Ρωσίας και Ουκρανίας, μετά από επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής ο «βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 11 παράγραφος 2,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή μετά από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

A.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.   Ισχύοντα μέτρα

(1)

Στις 23 Σεπτεμβρίου 2000, το Συμβούλιο επέβαλε, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1995/2000 (2), οριστικά μέτρα αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές διαλυμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου (εφεξής «ΟΝΑ»), καταγωγής Αλγερίας, Λευκορωσίας, Ρωσίας, Ουκρανίας και Λιθουανίας. Τα μέτρα που επεβλήθησαν στις εισαγωγές ΟΝΑ καταγωγής Λιθουανίας έληξαν ύστερα από τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 1η Μαΐου 2004. Η έρευνα που κατέληξε στην επιβολή αυτών των μέτρων θα αναφέρεται στο εξής ως «η αρχική έρευνα».

(2)

Τα μέτρα που επεβλήθησαν στις εν λόγω εισαγωγές συνίσταντο σε ειδικούς δασμούς, εκτός από τις εισαγωγές από έναν παραγωγό-εξαγωγέα της Αλγερίας, του οποίου η ανάληψη υποχρέωσης έγινε δεκτή.

2.   Αίτηση επανεξέτασης

(3)

Στις 20 Ιουνίου 2005 και ύστερα από τη δημοσίευση ανακοίνωσης για την επικείμενη λήξη των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ στις 17 Δεκεμβρίου 2004 (3), υποβλήθηκε αίτηση για επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Η αίτηση υποβλήθηκε από την European Fertilizer Manufacturers Association (EFMA) («ο αιτών») εξ ονόματος παραγωγών που αντιπροσωπεύουν μεγάλο τμήμα, στην προκειμένη περίπτωση πάνω από το 50 %, της συνολικής κοινοτικής παραγωγής ΟΝΑ.

(4)

Ο αιτών ισχυρίστηκε, παρέχοντας επαρκή εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία, ότι υπάρχει πιθανότητα συνέχισης ή επανάληψης του ντάμπινγκ και της ζημίας στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής όσον αφορά τις εισαγωγές ΟΝΑ καταγωγής Αλγερίας, Λευκορωσίας, Ρωσίας και Ουκρανίας («οι υπό εξέταση χώρες»).

(5)

Αφού διαπίστωσε, ύστερα από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή, ότι υφίστανται επαρκή στοιχεία για την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, η Επιτροπή ανήγγειλε, στις 22 Σεπτεμβρίου 2005, με ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (4), την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

3.   Έρευνα

3.1.   Περίοδος της έρευνας

(6)

Η έρευνα με αντικείμενο τη συνέχιση ή την επανάληψη του ντάμπινγκ κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2004 έως τις 30 Ιουνίου 2005 («περίοδος έρευνας για την επανεξέταση» ή «ΠΕΕ»). Η εξέταση των τάσεων που σχετίζονται με την εκτίμηση της πιθανότητας συνέχισης ή επανάληψης της ζημίας, κάλυψε την περίοδο από το 2002 έως το τέλος της περιόδου έρευνας για την επανεξέταση («η υπό εξέταση περίοδος»).

3.2.   Μέρη τα οποία αφορά η έρευνα

(7)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επισήμως τους παραγωγούς-εξαγωγείς, τους εισαγωγείς και τους χρήστες, για τους οποίους γνωρίζει ότι ενδιαφέρονται για το συγκεκριμένο αντικείμενο, καθώς και τις ενώσεις τους, τους αντιπροσώπους των χωρών εξαγωγής, τον αιτούντα και τους κοινοτικούς παραγωγούς σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που είχε καθοριστεί στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας.

(8)

Έγινε ακρόαση όλων των ενδιαφερόμενων μερών που υπέβαλαν σχετική αίτηση και απέδειξαν ότι είχαν ειδικούς λόγους για να γίνουν δεκτά σε ακρόαση.

(9)

Λόγω του μεγάλου αριθμού κοινοτικών παραγωγών και εισαγωγέων στην Κοινότητα που δεν συνδέονται με παραγωγό-εξαγωγέα σε καμία από τις υπό εξέταση χώρες, θεωρήθηκε σκόπιμο, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού, να εξεταστεί εάν έπρεπε να χρησιμοποιηθεί η μέθοδος της δειγματοληψίας. Για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει κατά πόσον είναι αναγκαία η δειγματοληψία και, εφόσον είναι αναγκαία, να επιλέξει ένα δείγμα, κλήθηκαν τα ανωτέρω μέρη, δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, να αναγγελθούν εντός 15 ημερών από την έναρξη της έρευνας και να παράσχουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που ζητούνταν στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας.

(10)

Ύστερα από την εξέταση των πληροφοριών που υποβλήθηκαν, και δεδομένου του μεγάλου αριθμού κοινοτικών παραγωγών που εξέφρασαν την επιθυμία τους να συνεργαστούν, αποφασίστηκε ότι ήταν αναγκαία η δειγματοληψία όσον αφορά τους κοινοτικούς παραγωγούς. Δεδομένου ότι μόνον ένας εισαγωγέας παρείχε τις πληροφορίες που ζητούνταν στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας και εξέφρασε την προθυμία του να συνεργαστεί περαιτέρω με τις υπηρεσίες της Επιτροπής, αποφασίστηκε ότι δεν ήταν αναγκαίο να γίνει δειγματοληψία για τους εισαγωγείς.

(11)

Επομένως εστάλησαν ερωτηματολόγια στους τέσσερις κοινοτικούς παραγωγούς που επελέγησαν στο δείγμα και σε όλους τους γνωστούς παραγωγούς-εξαγωγείς.

(12)

Απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο ελήφθησαν από τους τέσσερις κοινοτικούς παραγωγούς του δείγματος και από έξι παραγωγούς-εξαγωγείς στις υπό εξέταση χώρες, καθώς και από τους συνδεδεμένους εμπόρους τους.

(13)

Ένας παραγωγός από την ανάλογη χώρα απάντησε πλήρως στο ερωτηματολόγιο.

(14)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλα τα στοιχεία που έκρινε απαραίτητα για τον προσδιορισμό, αφενός, της ενδεχόμενης συνέχισης ή της επανάληψης του ντάμπινγκ και της επακόλουθης ζημίας και, αφετέρου, του συμφέροντος της Κοινότητας. Επιτόπιες επαληθεύσεις πραγματοποιήθηκαν στις εγκαταστάσεις των ακολούθων εταιρειών:

α)

παραγωγός-εξαγωγέας της Ρωσίας

JSC Mineral and Chemical Company «Eurochem», Μόσχα, Ρωσία, και οι δύο συνδεδεμένες με αυτήν εταιρείες:

PJSC Azot («NAK Azot»), Novomoskovsk, Ρωσία, και

PJSC Nevinnomyssky Azot («Nevinka Azot»), Nevinnomyssk, Ρωσία·

β)

έμπορος συνδεδεμένος με την Eurochem

Eurochem Trading GmbH, Zug, Ελβετία — («Eurochem Trading»)·

γ)

έμπορος συνδεδεμένος με τον παραγωγό της Ουκρανίας Stirol

IBE Trading, Νέα Υόρκη, ΗΠΑ·

δ)

παραγωγός της ανάλογης χώρας

Terra Industries, Sioux City, Iowa, ΗΠΑ·

ε)

επιλεγμένοι για το δείγμα κοινοτικοί παραγωγοί

Achema AB, Jonava, Λιθουανία,

Grande Paroisse SA, Παρίσι, Γαλλία,

SKW Stickstoffwerke Piesteritz GmbH, Wittenberg, Γερμανία,

Yara SA, Βρυξέλλες, Βέλγιο και ο συνδεδεμένος παραγωγός της Yara Sluiskil BV, Sluiskil, Κάτω Χώρες.

3.3.   Δειγματοληψία

(15)

Δέκα κοινοτικοί παραγωγοί συμπλήρωσαν δεόντως το έντυπο δειγματοληψίας εντός της ορισθείσας προθεσμίας και συμφώνησαν επισήμως να συνεργαστούν περαιτέρω στην έρευνα. Όσον αφορά τους δέκα αυτούς κοινοτικούς παραγωγούς, η Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού, επέλεξε δείγμα με βάση το μεγαλύτερο αντιπροσωπευτικό όγκο παραγωγής και πωλήσεων ΟΝΑ στην Κοινότητα, ο οποίος θα μπορούσε εύλογα να διερευνηθεί εντός της προκαθορισμένης προθεσμίας. Οι τέσσερις κοινοτικοί παραγωγοί που επελέγησαν στο δείγμα αντιπροσώπευαν το 63 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής κατά την ΠΕΕ, ενώ οι ανωτέρω δέκα κοινοτικοί παραγωγοί αντιπροσώπευαν το 75 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής κατά την ΠΕΕ.

(16)

Σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, ζητήθηκε η γνώμη των ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με το επιλεγέν δείγμα και αυτά δεν διατύπωσαν αντιρρήσεις.

B.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

1.   Υπό εξέταση προϊόν

(17)

Το υπό εξέταση προϊόν είναι το ίδιο με εκείνο της αρχικής έρευνας, δηλαδή διάλυμα ουρίας και νιτρικού αμμωνίου, το οποίο αποτελεί υγρό λίπασμα ευρέως χρησιμοποιούμενο στη γεωργία, καταγωγής των υπό εξέταση χωρών. Αποτελείται από μείγμα ουρίας, νιτρικού αμμωνίου και νερού. Η περιεκτικότητα σε άζωτο («Ν») αποτελεί το βασικότερο στοιχείο του προϊόντος και κυμαίνεται μεταξύ 28 % και 32 %. Η διακύμανση αυτή μπορεί να επιτευχθεί με την προσθήκη λιγότερου ή περισσότερου νερού στο διάλυμα. Το μεγαλύτερο μέρος του εισαχθέντος διαλύματος ΟΝΑ είχε περιεκτικότητα σε άζωτο (Ν) 32 %, ήταν δηλαδή πιο συμπυκνωμένο και συνεπώς φθηνότερο κατά την αποστολή. Ωστόσο, ανεξάρτητα από την περιεκτικότητά τους σε άζωτο, όλα τα διαλύματα ουρίας και νιτρικού αμμωνίου θεωρούνται ότι έχουν τα ίδια βασικά φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά, και, κατά συνέπεια, αποτελούν ενιαίο προϊόν για το σκοπό της παρούσας έρευνας. Το υπό εξέταση προϊόν υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 3102 80 00.

2.   Ομοειδές προϊόν

(18)

Όπως αποδείχθηκε στην αρχική έρευνα και επιβεβαιώθηκε με την παρούσα έρευνα επανεξέτασης, το διάλυμα ΟΝΑ αποτελεί καθαρά βασικό προϊόν, με ποιότητα και βασικά φυσικά χαρακτηριστικά πανομοιότυπα, όποια και αν είναι η χώρα καταγωγής του. Διαπιστώθηκε επομένως ότι το υπό εξέταση προϊόν και εκείνα που κατασκευάστηκαν και πωλήθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στην εγχώρια αγορά των υπό εξέταση χωρών, καθώς και εκείνα που κατασκευάστηκαν και πωλήθηκαν από τους κοινοτικούς παραγωγούς στην κοινοτική αγορά και από τον παραγωγό της ανάλογης χώρας στην εγχώρια αγορά της ανάλογης χώρας, έχουν τα ίδια βασικά φυσικά χαρακτηριστικά και ουσιαστικά τις ίδιες χρήσεις· συνεπώς, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, θεωρούνται ομοειδή προϊόντα.

Γ.   ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ Η ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

1.   Ντάμπινγκ επί των εισαγωγών κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ

(19)

Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, εξετάσθηκε κατά πόσον η λήξη των ισχυόντων μέτρων είναι πιθανό να επιφέρει τη συνέχιση ή την επανάληψη της πρακτικής ντάμπινγκ.

(20)

Στη διάρκεια της ΠΕΕ, εξαγωγές στην Κοινότητα διαλυμάτων ΟΝΑ, καταγωγής των υπό εξέταση χωρών, έγιναν μόνον από την Αλγερία. Έτσι, ο υπολογισμός του ντάμπινγκ για να εξεταστεί η πιθανότητα συνέχισής του αφορούσε μόνον τους δύο συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς από την Αλγερία. Για τους άλλους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς της Λευκορωσίας, της Ρωσίας και της Ουκρανίας, η έρευνα εστιάστηκε στην πιθανότητα επανάληψης του ντάμπινγκ.

(21)

Οι μόνοι δύο παραγωγοί ΟΝΑ από την Αλγερία, οι εταιρείες Fertalge και Fertial, συνεργάστηκαν για την έρευνα. Αυτοί οι δύο παραγωγοί αντιπροσώπευαν το σύνολο των εξαγωγών ΟΝΑ καταγωγής Αλγερίας στην Κοινότητα κατά την ΠΕΕ, οι οποίες αντιστοιχούσαν σε 177 383 τόνους. Οι εισαγωγές στην Κοινότητα του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής Αλγερίας αντιπροσώπευαν το 4,8 % της κοινοτικής κατανάλωσης, η οποία ανερχόταν σε 3 694 531 τόνους κατά την ΠΕΕ. Συνεπώς, οι εισαγωγές από την Αλγερία αυξήθηκαν κατά 52 % από τους 116 461 τόνους της αρχικής περιόδου έρευνας.

(22)

Συνεπώς, η εξέταση του ντάμπινγκ βάσει των πληροφοριών που παρείχαν οι δύο αυτοί συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς θεωρήθηκε αντιπροσωπευτική για το σύνολο της χώρας.

(23)

Κατά πρώτο λόγο, εξακριβώθηκε για καθέναν από τους δύο συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς κατά πόσον οι συνολικές εγχώριες πωλήσεις ΟΝΑ ήταν αντιπροσωπευτικές σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, δηλαδή εάν αντιπροσώπευαν τουλάχιστον το 5 % του συνολικού όγκου πωλήσεων του υπό εξέταση προϊόντος όταν εξάγεται στην Κοινότητα. Η έρευνα έδειξε ότι και οι δύο εταιρείες πωλούσαν μόνον έναν τύπο ΟΝΑ στην Κοινότητα και ότι ο εν λόγω τύπος δεν πωλούνταν σε αντιπροσωπευτικές ποσότητες στην εγχώρια αγορά.

(24)

Επομένως, και για τους δύο παραγωγούς, η κανονική αξία δεν μπορούσε να βασιστεί σε εγχώριες πωλήσεις, αλλά έπρεπε να κατασκευαστεί σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού με την προσθήκη στο κόστος κατασκευής που βαρύνει κάθε εξαγωγέα για το εξαγόμενο στην Κοινότητα προϊόν ενός λογικού ποσού για την πώληση, τα γενικά και διοικητικά έξοδα («Π&ΓΔ»), καθώς και ενός λογικού περιθωρίου κέρδους.

(25)

Όσον αφορά το κόστος κατασκευής, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι ενεργειακές δαπάνες, όπως για τον ηλεκτρισμό και το φυσικό αέριο, αντιπροσωπεύουν μείζον ποσοστό του κόστους αυτού και σημαντικό ποσοστό του συνολικού κόστους παραγωγής. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε κατά πόσον το κόστος που συνδέεται με την παραγωγή και τις πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος αντικατοπτρίζεται ευλόγως στα αρχεία των ενδιαφερόμενων μερών.

(26)

Κατά την έρευνα, δεν βρέθηκε ένδειξη ότι ο ηλεκτρισμός δεν αντικατοπτριζόταν ευλόγως στα αρχεία των παραγωγών-εξαγωγέων. Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνεται μεταξύ άλλων ότι οι τιμές που κατέβαλλαν οι παραγωγοί της Αλγερίας για τον ηλεκτρισμό στη διάρκεια της ΠΕΕ ευθυγραμμίζονταν με τις διεθνείς τιμές αγοράς, όταν συγκρίνονταν με άλλες χώρες όπως ο Καναδάς και η Νορβηγία. Ωστόσο, δεν ίσχυε το ίδιο και για τις τιμές του φυσικού αερίου.

(27)

Πράγματι, όσον αφορά τις προμήθειες φυσικού αερίου, διαπιστώθηκε βάσει των στοιχείων που δημοσίευσαν διεθνώς αναγνωρισμένες πηγές ειδικές για τις ενεργειακές αγορές, ότι η τιμή που κατέβαλλε ο παραγωγός της Αλγερίας ήταν μικρότερη του ενός πέμπτου της τιμής εξαγωγής του φυσικού αερίου από την Αλγερία. Επιπλέον, όλα τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι οι εγχώριες τιμές φυσικού αερίου στην Αλγερία ήταν ελεγχόμενες, βρίσκονταν δηλαδή πολύ πιο χαμηλά από τις τιμές αγοράς που καταβάλλονται για φυσικό αέριο, π.χ. στις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Ιαπωνία και την ΕΕ. Οι τέσσερις αυτές αγορές αντιπροσωπεύουν το 46 % της παγκόσμιας κατανάλωσης φυσικού αερίου, ενώ τα εγχώρια επίπεδα τιμών που επικρατούν σε αυτές φαίνεται πως αντικατοπτρίζουν εύλογα το κόστος. Επιπλέον, η τιμή φυσικού αερίου που κατέβαλλαν οι υπό εξέταση εταιρείες ήταν σημαντικά χαμηλότερη από την τιμή αερίου που κατέβαλλαν οι κοινοτικοί παραγωγοί.

(28)

Υπό το πρίσμα των όσων προαναφέρθηκαν, θεωρήθηκε ότι οι τιμές φυσικού αερίου που καταβάλλονταν στην Αλγερία κατά την περίοδο της έρευνας για την επανεξέταση δεν θα μπορούσαν να αντικατοπτρίζουν ευλόγως το κόστος που συνδέεται με την παραγωγή και τη διανομή φυσικού αερίου. Συνεπώς, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, το κόστος για φυσικό αέριο που βαρύνει έναν συνεργασθέντα παραγωγό-εξαγωγέα, την εταιρεία Fertial, προσαρμόστηκε με βάση πληροφορίες από άλλες αντιπροσωπευτικές αγορές. Η προσαρμοσμένη αυτή τιμή βασίστηκε στη μέση τιμή κατά την ΠΕΕ του υγροποιημένου φυσικού αερίου («ΥΦΑ») της Αλγερίας, όταν πωλείται για εξαγωγή στα γαλλικά σύνορα, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη το κόστος των θαλάσσιων ναύλων και της υγροποίησης, δεδομένου ότι αυτή θεωρήθηκε η καταλληλότερη βάση, εφόσον αυτές οι δημόσιες πληροφορίες αναφέρονται αποκλειστικά στο φυσικό αέριο καταγωγής Αλγερίας. Η Γαλλία, λόγω του ότι αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά για το αλγερινό φυσικό αέριο και έχει τιμές που αντικατοπτρίζουν εύλογα το κόστος, μπορεί να θεωρηθεί αντιπροσωπευτική αγορά κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού. Η άλλη συνεργαζόμενη εταιρεία, η Fertalge, δεν χρησιμοποιούσε φυσικό αέριο ως πρώτη ύλη, λόγω του ότι παράγει ΟΝΑ από νιτρικό αμμώνιο («ΝΑ»), το οποίο παράγεται τοπικά, και από ουρία. Εφόσον το κόστος του τοπικά παραγόμενου ΝΑ αντικατόπτριζε την εγχώρια τιμή στην Αλγερία, η οποία αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 27 ανωτέρω, το κόστος του ΝΑ που βαρύνει την εν λόγω εταιρεία προσαρμόστηκε αναλόγως.

(29)

Επομένως, το κόστος κατασκευής που δήλωσαν οι συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς υπολογίστηκε εκ νέου ώστε να λαμβάνει υπόψη τις προσαρμοσμένες τιμές του φυσικού αερίου, χρησιμοποιώντας τόσο τις τιμές του φυσικού αερίου όταν πωλείται στα γαλλικά σύνορα, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη το κόστος των θαλάσσιων ναύλων και της υγροποίησης. Στο κόστος κατασκευής, όπως υπολογίστηκε εκ νέου, προστέθηκε ένα λογικό ποσό για Π&ΓΔ καθώς και ένα λογικό περιθώριο κέρδους, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 και το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

(30)

Τα έξοδα Π&ΓΔ και το κέρδος δεν μπόρεσαν να καθοριστούν βάσει της εισαγωγικής φράσης του άρθρου 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, λόγω του ότι οι δύο συνεργασθείσες εταιρείες δεν είχαν αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος στο πλαίσιο των συνήθων εμπορικών πράξεων. Δεν μπορούσε να εφαρμοστεί το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, εφόσον οι δύο συνεργασθείσες εταιρείες είναι οι μόνοι παραγωγοί ΟΝΑ στην Αλγερία. Όμως δεν μπορούσε να εφαρμοστεί ούτε και το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο β), εφόσον θα έπρεπε να προσαρμοστεί και το κόστος κατασκευής όσον αφορά τις δαπάνες φυσικού αερίου για προϊόντα που ανήκουν στην ίδια γενική κατηγορία εμπορευμάτων, και αυτό για τους λόγους που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 28 ανωτέρω. Καθώς αποδείχθηκε αδύνατον να προσδιοριστεί το μέγεθος της αναγκαίας προσαρμογής για όλα τα προϊόντα που ανήκουν στην ίδια γενική κατηγορία εμπορευμάτων που πωλούνται στην εγχώρια αγορά, ήταν επίσης αδύνατον να προσδιοριστεί το περιθώριο κέρδους μετά μια τέτοια προσαρμογή. Συνεπώς, τα έξοδα Π&ΓΔ και το κέρδος καθορίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού.

(31)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, τα έξοδα Π&ΓΔ και το κέρδος καθορίστηκαν με βάση άλλη εύλογη μέθοδο. Λόγω του ότι η εγχώρια αγορά της Αλγερίας για προϊόντα της ίδιας γενικής κατηγορίας είναι ιδιαίτερα μικρή, έπρεπε να αντληθούν πληροφορίες από άλλες αντιπροσωπευτικές αγορές. Επ’ αυτού, εξετάστηκαν οι δημοσιοποιημένες πληροφορίες σχετικά με τις μείζονες εταιρείες που λειτουργούν στον εμπορικό κλάδο των αζωτούχων λιπασμάτων. Διαπιστώθηκε ότι τα αντίστοιχα στοιχεία από παραγωγούς της Βορείου Αμερικής (ΗΠΑ και Καναδά) θα ήταν τα πλέον κατάλληλα για τους σκοπούς της έρευνας, δεδομένης της μεγάλης διαθεσιμότητας αξιόπιστων και ολοκληρωμένων δημόσιων οικονομικών πληροφοριών από εταιρείες που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο στην περιοχή αυτή. Επιπλέον, η βορειοαμερικανική αγορά σημείωσε μεγάλο όγκο εγχώριων πωλήσεων και σημαντικό επίπεδο ανταγωνισμού τόσο από εγχώριες όσο και από ξένες εταιρείες. Συνεπώς, τα έξοδα Π&ΓΔ και το κέρδος καθορίστηκαν βάσει των σταθμισμένων μέσων εξόδων Π&ΓΔ και του κέρδους τριών βορειοαμερικανών παραγωγών, οι οποίοι, όπως διαπιστώθηκε, συγκαταλέγονται μεταξύ των μεγαλύτερων εταιρειών του κλάδου των λιπασμάτων, όσον αφορά τις βορειοαμερικανικές πωλήσεις τους στην ίδια γενική κατηγορία προϊόντων (αζωτούχα λιπάσματα). Αυτοί οι τρεις παραγωγοί θεωρήθηκαν αντιπροσωπευτικοί του κλάδου των αζωτούχων λιπασμάτων (κατά μέσο όρο πάνω από το 80 % του κύκλου εργασιών του συγκεκριμένου επιχειρηματικού κλάδου) και, κατά συνέπεια, τα έξοδα Π&ΓΔ και τα κέρδη τους θεωρήθηκαν επίσης αντιπροσωπευτικά εκείνων που κανονικά παρουσιάζουν οι εταιρείες που λειτουργούν επιτυχώς στον συγκεκριμένο επιχειρηματικό κλάδο. Το ποσοστό για τα έξοδα Π&ΓΔ ήταν της τάξης του 6,9 % του κύκλου εργασιών. Το υπολογιζόμενο μέσο περιθώριο κέρδους ήταν της τάξης του 9,1 % του κύκλου εργασιών. Επιπλέον, δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι το ποσό κέρδους που καθορίστηκε με τον τρόπο αυτόν υπερβαίνει το κέρδος που κανονικά αποκομίζουν οι αλγερινοί παραγωγοί από τις πωλήσεις της ίδιας γενικής κατηγορίας στην αγορά της Αλγερίας.

(32)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε βάσει των τιμών που καταβλήθηκαν στην πράξη ή που είναι καταβλητέες για το υπό εξέταση προϊόν όταν πωλείται για εξαγωγή στην Κοινότητα.

(33)

Η κανονική αξία και η τιμή εξαγωγής συγκρίθηκαν σε επίπεδο τιμών εκ του εργοστασίου. Για να εξασφαλιστεί η δίκαιη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, ελήφθησαν υπόψη, υπό μορφή προσαρμογών, οι διαφορές που επηρεάζουν τις τιμές και τη συγκρισιμότητά τους, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Κατά συνέπεια, έγιναν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές στο κόστος μεταφοράς, διεκπεραίωσης, φόρτωσης και τα παρεπόμενα έξοδα, όπου κρίθηκε απαραίτητο και αιτιολογημένο με επαληθευμένα αποδεικτικά στοιχεία.

(34)

Το περιθώριο ντάμπινγκ για κάθε παραγωγό-εξαγωγέα καθορίστηκε με βάση τη σύγκριση μιας σταθμισμένης μέσης κανονικής αξίας με ένα σταθμισμένο μέσο όρο τιμών εξαγωγής, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 11 και 12 του βασικού κανονισμού.

(35)

Η έρευνα έδειξε ότι η πρακτική ντάμπινγκ υπήρχε κατά την ΠΕΕ σε ακόμα πιο υψηλό επίπεδο σε σχέση με εκείνο της αρχικής έρευνας. Τα περιθώρια ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν, εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής cif των εισαγωγών στα σύνορα της Κοινότητας, κυμαίνονται από 50 % έως 60 %.

2.   Εξέλιξη των εισαγωγών σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων

2.1.   Αλγερία

(36)

Οι δύο συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς από την Αλγερία αντιπροσώπευαν το σύνολο των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από την εν λόγω χώρα στην Κοινότητα. Συνεπώς, η εξέταση για το εάν υπάρχει το ενδεχόμενο να συνεχιστεί το ντάμπινγκ εάν καταργηθούν τα μέτρα για την Αλγερία στηρίχθηκε στις πληροφορίες που προσκόμισαν αυτοί οι δύο συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς.

(37)

Στη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, οι αλγερινοί συνεργασθέντες παραγωγοί μπόρεσαν να διπλασιάσουν την παραγωγική τους ικανότητα αυξάνοντας παράλληλα την παραγωγή τους κατά 20 % περίπου. Συνεπώς, η πλεονάζουσα ικανότητά τους αυξήθηκε σημαντικά από λιγότερο από 100 000 τόνους σε 300 000 έως 350 000 τόνους.

(38)

Εφόσον η εγχώρια αγορά της Αλγερίας είναι μηδαμινή και αυτό δεν ενδέχεται να αλλάξει στο μέλλον, κάθε αύξηση στην παραγωγή θα προορίζεται για εξαγωγή. Ενεργοποιώντας την πλεονάζουσα ικανότητά τους, οι δύο συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς θα ήταν σε θέση να προμηθεύουν το 10 % έως 20 % της κοινοτικής κατανάλωσης.

(39)

Δεδομένου ότι το ντάμπινγκ συνεχιζόταν κατά την ΠΕΕ και βάσει της πλεονάζουσας ικανότητας που έχουν οικοδομήσει οι αλγερινοί συνεργασθέντες παραγωγοί, είναι πιθανόν να αυξηθεί ο όγκος των αλγερινών εξαγωγών με τιμές ντάμπινγκ στην Κοινότητα, εάν λήξουν τα ισχύοντα μέτρα.

(40)

Υπό το πρίσμα των όσων προαναφέρθηκαν, υπάρχει πιθανότητα συνέχισης των εξαγωγών με ντάμπινγκ στην Κοινότητα, εάν τα ισχύοντα μέτρα καταργηθούν.

(41)

Η κανονική αξία που καθορίστηκε και για τις δύο εταιρείες υπερέβαινε σημαντικά τις τιμές αγοράς στην ΕΕ κατά την ΠΕΕ. Δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι οι αλγερινοί παραγωγοί-εξαγωγείς θα συνεχίσουν πιθανότατα τις πωλήσεις τους στην Κοινότητα σε τιμές ντάμπινγκ, είτε έπρεπε να καταβάλλουν δασμούς είτε όχι.

2.2.   Σχέση μεταξύ, αφενός, της κατασκευασμένης κανονικής αξίας στη Λευκορωσία, τη Ρωσία και την Ουκρανία και, αφετέρου, των τιμών εξαγωγής σε τρίτες χώρες

2.2.1.   Λευκορωσία και Ουκρανία: τιμές εγχώριων πωλήσεων βασισμένες στην ανάλογη χώρα

(42)

Έγινε σύγκριση των τιμών εγχώριων πωλήσεων ΟΝΑ στη Λευκορωσία και την Ουκρανία και των τιμών εξαγωγής τους σε τρίτες χώρες. Από την άποψη αυτή, πρέπει να σημειωθεί ότι εφόσον, κατά την υποβολή της αίτησης για επανεξέταση ενόψει της λήξης των μέτρων (5), η Λευκορωσία θεωρούνταν χώρα χωρίς οικονομία της αγοράς και η Ουκρανία δεν θεωρούνταν ακόμα χώρα με οικονομία της αγοράς, η κανονική αξία για τις δύο αυτές χώρες έπρεπε να καθοριστεί με βάση στοιχεία που συγκεντρώθηκαν από παραγωγούς σε τρίτη χώρα με οικονομία της αγοράς, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού. Στην ανακοίνωση έναρξης της διαδικασίας, οι ΗΠΑ, αποτελώντας ανοικτή ανταγωνιστική αγορά, θεωρήθηκαν κατάλληλη ανάλογη χώρα, όπου οι παραγωγοί αντιμετωπίζουν σημαντικό ανταγωνισμό από τις ξένες εισαγωγές.

(43)

Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την επιλογή της ανάλογης χώρας.

(44)

Η Ένωση Ευρωπαίων Εισαγωγέων Λιπασμάτων (European Fertilizers Importers Association — EFIA), πρότεινε την Αλγερία ή τη Ρωσία ως καλύτερες εναλλακτικές λύσεις, δεδομένης της προνομιούχου πρόσβασής τους στην κύρια πρώτη ύλη, δηλαδή το φυσικό αέριο, και λόγω του ότι αποτελούσαν χώρες με οικονομία της αγοράς βάσει της ίδιας έρευνας. Από την άποψη αυτή, πρέπει να σημειωθεί ότι στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) απαιτείται, πριν ληφθούν οποιαδήποτε άλλα στοιχεία υπόψη, μια «κατάλληλη» τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς. Παρότι η πρόσβαση σε πρώτες ύλες αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την επιλογή της ανάλογης χώρας, πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η ύπαρξη διπλής τιμολόγησης σε σχέση με το φυσικό αέριο στις δύο αυτές χώρες τις καθιστά ακατάλληλη επιλογή. Πράγματι, οι τιμές που οι δύο αυτές χώρες χρεώνουν στους εγχώριους πελάτες τους για το φυσικό αέριο δεν αντικατοπτρίζουν την αξία της αγοράς.

(45)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν, χωρίς όμως να παραθέσουν αποδεικτικά στοιχεία, ότι οι διαδικασίες παραγωγής στη Ρωσία και την Αλγερία ομοιάζουν περισσότερο με εκείνες στη Λευκορωσία και την Ουκρανία. Επίσης υποστηρίχθηκε ότι η Αλγερία έχει επίπεδο παραγωγής παρόμοιο με εκείνο της Ουκρανίας. Πρέπει να τονιστεί σχετικά ότι η Λευκορωσία, η Ουκρανία και οι ΗΠΑ έχουν παραγωγούς με πλήρως κάθετη διάρθρωση, πράγμα που δεν ισχύει καθόλου για την Αλγερία.

(46)

Ένας συνεργασθείς παραγωγός από την Ουκρανία πρότεινε να χρησιμοποιηθεί η Βουλγαρία ή η Ρουμανία αντί για τις ΗΠΑ. Ωστόσο, δεν τεκμηρίωσε την πρότασή του. Επιπλέον, ένας σημαντικός παράγοντας κατά της επιλογής της Βουλγαρίας ή της Ρουμανίας είναι ότι οι εγχώριες αγορές τους είναι μικρές με περιορισμένο αριθμό κατασκευαστών, αντίθετα με τις ΗΠΑ.

(47)

Ως εκ τούτου, η έρευνα επιβεβαίωσε ότι οι ΗΠΑ ήταν κατάλληλη ανάλογη χώρα. Έγιναν επαφές με διάφορους παραγωγούς και ενώσεις παραγωγών στις ΗΠΑ, οι οποίοι κλήθηκαν να συνεργαστούν για τη συμπλήρωση ενός ερωτηματολογίου. Ένας παραγωγός στις ΗΠΑ συνεργάστηκε πλήρως για την έρευνα. Συνεπώς, οι υπολογισμοί βασίστηκαν στις επαληθευμένες πληροφορίες που παρείχε στο πλήρως συμπληρωμένο ερωτηματολόγιό του ο μοναδικός συνεργασθείς παραγωγός από τις ΗΠΑ.

2.2.2.   Λευκορωσία

(48)

Ο μόνος συνεργασθείς παραγωγός στη Λευκορωσία ήταν και ο μόνος παραγωγός-εξαγωγέας από τη χώρα αυτή, αλλά δεν είχε πραγματοποιήσει εξαγωγικές πωλήσεις στην Κοινότητα κατά την ΠΕΕ.

(49)

Εφόσον δεν υπήρχαν εξαγωγές στην Κοινότητα ώστε να διαπιστωθεί αντιπροσωπευτική πρακτική ντάμπινγκ κατά την ΠΕΕ, και για να καθοριστεί εάν υπάρχει το ενδεχόμενο να συνεχιστεί το ντάμπινγκ στην περίπτωση που καταργηθούν τα μέτρα, εξετάστηκαν, αφενός, η συμπεριφορά τιμολόγησης του συνεργασθέντος παραγωγού-εξαγωγέα προς τις ΗΠΑ, οι οποίες αποτελούσαν τη μοναδική εξαγωγική του αγορά, και, αφετέρου, η παραγωγική του ικανότητα και τα αποθέματά του. Η ανάλυση βασίστηκε στις πληροφορίες που παρείχε ο συνεργασθείς παραγωγός-εξαγωγέας που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 48.

(50)

Στοιχεία από τον συνδεδεμένο συνεργασθέντα παραγωγό-εξαγωγέα έδειξαν ότι οι τιμές εξαγωγής σε τρίτες χώρες (ΗΠΑ) ήταν χαμηλότερες από την κατασκευασμένη κανονική αξία για τη Λευκορωσία. Στην πράξη, η έρευνα έδειξε ότι, συνολικά, η διαφορά αυτή στις τιμές κυμαινόταν κατά την ΠΕΕ μεταξύ του 10 % και του 15 %. Το γεγονός αυτό ενδεχομένως υποδηλώνει την πιθανότητα επανάληψης του ντάμπινγκ στις εξαγωγές στην Κοινότητα, εάν καταργηθούν τα μέτρα. Στη συνέχεια εξετάζονται τα αποθέματα και η παραγωγική ικανότητα, και παρατίθεται σύγκριση αυτών των εξαγωγικών τιμών με τις ισχύουσες τιμές στην Κοινότητα.

2.2.3.   Ουκρανία

(51)

Για την έρευνα συνεργάστηκαν δύο παραγωγοί-εξαγωγείς, όμως κανένας από τους δύο δεν είχε εξαγωγικές πωλήσεις στην Κοινότητα κατά την ΠΕΕ. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι υπήρχαν περισσότεροι παραγωγοί-εξαγωγείς στην Ουκρανία.

(52)

Εφόσον δεν υπήρχαν επαρκείς εξαγωγές στην Κοινότητα ώστε να διαπιστωθεί αντιπροσωπευτική πρακτική ντάμπινγκ κατά την ΠΕΕ, και για να καθοριστεί εάν υπάρχει το ενδεχόμενο να συνεχιστεί το ντάμπινγκ στην περίπτωση που καταργηθούν τα μέτρα, εξετάστηκαν, αφενός, η συμπεριφορά τιμολόγησης του συνεργασθέντος παραγωγού-εξαγωγέα προς τις ΗΠΑ, οι οποίες αποτελούσαν τη μοναδική εξαγωγική του αγορά, και, αφετέρου, η παραγωγική του ικανότητα και τα αποθέματά του. Η ανάλυση βασίστηκε στις πληροφορίες που παρείχαν οι δύο συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 51.

(53)

Οι δύο συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς αντιπροσώπευαν το 48 % των εισαγωγών στις ΗΠΑ του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής Ουκρανίας στη διάρκεια της ΠΕΕ. Οι υπόλοιπες εισαγωγές στις ΗΠΑ από την Ουκρανία παράγονταν επίσης από έναν συνεργασθέντα παραγωγό αλλά εξάγονταν από μια μη συνδεδεμένη ουκρανική εταιρεία, η οποία δεν παρήγε ΟΝΑ.

(54)

Στοιχεία από τους συνδεδεμένους συνεργασθέντες παραγωγούς-εξαγωγείς έδειξαν ότι οι τιμές εξαγωγής σε τρίτες χώρες ήταν χαμηλότερες από την κατασκευασμένη κανονική αξία για την Ουκρανία. Στην πράξη, η έρευνα έδειξε ότι, συνολικά, η διαφορά αυτή στις τιμές κυμαινόταν κατά την ΠΕΕ μεταξύ του 20 % και του 30 %. Το γεγονός αυτό ενδεχομένως υποδηλώνει την πιθανότητα επανάληψης του ντάμπινγκ στις εξαγωγές στην Κοινότητα, εάν καταργηθούν τα μέτρα. Στη συνέχεια εξετάζονται τα αποθέματα και η παραγωγική ικανότητα, και παρατίθεται σύγκριση αυτών των εξαγωγικών τιμών με τις ισχύουσες τιμές στην Κοινότητα.

2.2.4.   Ρωσία

(55)

Για την έρευνα συνεργάστηκαν δύο παραγωγοί-εξαγωγείς που ανήκαν στον ίδιο όμιλο εταιρειών, όμως κανένας παραγωγός-εξαγωγέας δεν είχε εξαγωγικές πωλήσεις στην Κοινότητα κατά την ΠΕΕ.

(56)

Όπως είναι γνωστό, υπήρχε ένας παραγωγός στη Ρωσία στη διάρκεια της ΠΕΕ ο οποίος δεν συνεργάστηκε για την έρευνα. Για αυτόν(-ούς) τον (τους) μη συνεργασθέντα(-ες) παραγωγό(-ούς)-εξαγωγέα(-είς), αναλύθηκαν οι πληροφορίες που ήταν διαθέσιμες από την Eurostat και από άλλες πηγές. Με βάση τα ανωτέρω διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχαν εξαγωγές ΟΝΑ στην Κοινότητα ούτε από παραγωγούς άλλους από τους συνεργασθέντες. Ωστόσο, για την εταιρεία που δεν συνεργάστηκε, δεν υπήρχαν αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με την παραγωγική ικανότητα και τον όγκο παραγωγής της, τα αποθέματα και τις πωλήσεις της. Για το λόγο αυτόν, και απουσία τυχόν αντίθετων ενδείξεων, θεωρήθηκε ότι τα συμπεράσματα για τη μη συνεργασθείσα εταιρεία θα συμβάδιζαν με εκείνα που συνήχθησαν για τις συνεργασθείσες εταιρείες.

(57)

Εφόσον δεν υπήρχαν εξαγωγές στην Κοινότητα ώστε να διαπιστωθεί αντιπροσωπευτική πρακτική ντάμπινγκ κατά την ΠΕΕ, και για να καθοριστεί εάν υπάρχει το ενδεχόμενο να συνεχιστεί το ντάμπινγκ στην περίπτωση που καταργηθούν τα μέτρα, εξετάστηκαν, αφενός, η συμπεριφορά τιμολόγησης των συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων σε άλλες εξαγωγικές αγορές, και, αφετέρου, η παραγωγική τους ικανότητα και τα αποθέματά τους. Η ανάλυση βασίστηκε στις πληροφορίες που παρείχαν οι συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 55.

(58)

Εξετάστηκε κατά πόσον το κόστος που συνδέεται με την παραγωγή και την πώληση του υπό εξέταση προϊόντος αντικατοπτρίζεται ευλόγως στα αρχεία των ενδιαφερομένων μερών. Όσον αφορά τις δαπάνες για φυσικό αέριο, διαπιστώθηκε ότι η εγχώρια τιμή αερίου που κατέβαλλαν οι ρώσοι παραγωγοί ήταν περίπου το ένα πέμπτο της τιμής εξαγωγής του φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Από αυτή την άποψη, όλα τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι οι εγχώριες τιμές φυσικού αερίου στη Ρωσία ήταν ελεγχόμενες, και κατά συνέπεια ήταν πολύ χαμηλότερες των τιμών αγοράς που ισχύουν για το φυσικό αέριο στις μη ελεγχόμενες αγορές. Όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, οι δαπάνες για φυσικό αέριο που βαρύνουν τους ρώσους παραγωγούς προσαρμόστηκαν με βάση πληροφορίες από άλλες αντιπροσωπευτικές αγορές. Η προσαρμοσμένη τιμή βασίστηκε στη μέση τιμή του ρωσικού φυσικού αερίου όταν πωλούνταν προς εξαγωγή στα σύνορα Γερμανίας/Τσεχικής Δημοκρατίας («Waidhaus»), χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το κόστος μεταφοράς. Λόγω του ότι το Waidhaus αποτελεί τον κύριο κόμβο για τις πωλήσεις ρωσικού φυσικού αερίου στην ΕΕ, η οποία σημειωτέον είναι η μεγαλύτερη αγορά ρωσικού φυσικού αερίου και έχει τιμές που αντικατοπτρίζουν εύλογα το κόστος, μπορεί να θεωρηθεί αντιπροσωπευτική αγορά κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

(59)

Η κατασκευή της κανονικής αξίας έγινε βάσει του κατασκευαστικού κόστους του τύπου προϊόντος που εξάγεται, μετά την προσαρμογή για τις δαπάνες φυσικού αερίου που αναφέρθηκαν στην αιτιολογική σκέψη 58, και αφού προστέθηκε ένα εύλογο ποσό για τα έξοδα Π&ΓΔ και για τα κέρδη, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 3 και 6 του βασικού κανονισμού.

(60)

Όσον αφορά την Αλγερία, τα έξοδα Π&ΓΔ και το κέρδος δεν μπόρεσαν να καθοριστούν βάσει της εισαγωγικής φράσης του άρθρου 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, λόγω του ότι οι συνδεδεμένοι κατασκευαστές δεν είχαν αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος στο πλαίσιο των συνήθων εμπορικών πράξεων. Δεν μπορούσε να εφαρμοστεί το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, εφόσον στο πλαίσιο της έρευνας εξετάστηκαν μόνον αυτοί οι δύο παραγωγοί. Επίσης δεν μπορούσε να εφαρμοστεί ούτε και το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο β), εφόσον θα έπρεπε να προσαρμοστεί και το κόστος κατασκευής όσον αφορά τις δαπάνες φυσικού αερίου για προϊόντα που ανήκουν στην ίδια γενική κατηγορία εμπορευμάτων, και αυτό για τους λόγους που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 58 ανωτέρω. Καθώς αποδείχθηκε αδύνατον να προσδιοριστεί το μέγεθος της αναγκαίας προσαρμογής για όλα τα προϊόντα που ανήκουν στην ίδια γενική κατηγορία εμπορευμάτων τα οποία πωλούνται στην εγχώρια αγορά, ήταν επίσης αδύνατον να προσδιοριστεί το περιθώριο κέρδους ύστερα από μια τέτοια προσαρμογή. Συνεπώς, τα έξοδα Π&ΓΔ και το κέρδος καθορίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού.

(61)

Όπως στην περίπτωση της Αλγερίας και για τους ίδιους λόγους που εξηγήθηκαν στην αιτιολογική σκέψη 31 ανωτέρω, τα έξοδα Π&ΓΔ και το κέρδος καθορίστηκαν βάσει των σταθμισμένων μέσων εξόδων Π&ΓΔ και του σταθμισμένου μέσου κέρδους από τους ίδιους τρεις βορειοαμερικανούς παραγωγούς. Πρέπει να σημειωθεί ότι το ποσό κέρδους που καθορίστηκε με τον τρόπο αυτόν δεν υπερέβαινε το κέρδος που αποκόμιζαν οι ρώσοι παραγωγοί από τις πωλήσεις της ίδιας γενικής κατηγορίας στην εγχώρια αγορά τους.

(62)

Διαπιστώθηκε ότι οι εξαγωγικές πωλήσεις των δύο συνεργασθέντων παραγωγών πραγματοποιούνταν βάσει συμφωνίας αντιπροσώπευσης μέσω δύο συνδεδεμένων εμπόρων, εκ των οποίων ο ένας έδρευε στην Ελβετία και ο άλλος στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους. Η δεύτερη αυτή εταιρεία έπαψε να λειτουργεί στις αρχές του 2005. Η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε βάσει των τιμών εξαγωγής που καταβλήθηκαν στην πράξη ή που είναι καταβλητέες στον πρώτο ανεξάρτητο πελάτη στις ΗΠΑ, χώρα που αποτελεί την κυριότερη εξαγωγική αγορά τους.

(63)

Στοιχεία από τους δύο συνδεδεμένους εμπόρους έδειξαν ότι οι τιμές εξαγωγής σε τρίτες χώρες ήταν χαμηλότερες από την κατασκευασμένη κανονική αξία στη Ρωσία. Στην πράξη, η έρευνα έδειξε ότι, συνολικά, η διαφορά αυτή στις τιμές κυμαινόταν κατά την ΠΕΕ μεταξύ του 2 % και του 6 %. Το γεγονός αυτό ενδεχομένως υποδηλώνει την πιθανότητα επανάληψης του ντάμπινγκ στις εξαγωγές στην Κοινότητα, εάν καταργηθούν τα μέτρα.

2.3.   Πλεονάζουσα ικανότητα στη Λευκορωσία, τη Ρωσία και την Ουκρανία

(64)

Επίσης εξετάστηκαν οι πιθανές συνέπειες της υπάρχουσας πλεονάζουσας ικανότητας. Ούτε η Ρωσία ούτε η Ουκρανία διαθέτει αξιοσημείωτη εγχώρια αγορά για τα διαλύματα ΟΝΑ. Αντίθετα, η Λευκορωσία θεωρείται ότι διαθέτει σημαντική εγχώρια αγορά για το προϊόν αυτό.

(65)

Ο μοναδικός λευκορώσος παραγωγός μπόρεσε να αυξήσει την παραγωγή του κατά 14 % στη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου και η παραγωγή του έφθανε την πλήρη παραγωγική του ικανότητα κατά την ΠΕΕ. Κατά την ίδια περίοδο, η παραγωγική του ικανότητα παρέμεινε σταθερή. Πωλούσε περίπου το 60 % της παραγωγής του στην εγχώρια αγορά, ενώ το υπόλοιπο εξαγόταν στις ΗΠΑ. Φαίνεται επομένως ότι ο παραγωγός αυτός δεν διέθετε ήδη πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα.

(66)

Ο μοναδικός ρώσος συνεργασθείς παραγωγός αύξησε την παραγωγή του κατά 78 %, στη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Κατά την ίδια περίοδο, η παραγωγική του ικανότητα παρέμεινε σταθερή. Ωστόσο, σύμφωνα με τις πληροφορίες που προσκόμισε, ο παραγωγός αυτός εξακολουθεί να διαθέτει σημαντική ικανότητα 600 000 έως 700 000 τόνους περίπου για να αυξήσει την παραγωγή του σε ΟΝΑ και θα μπορούσε, εάν καταργηθούν τα μέτρα, να χρησιμοποιήσει αυτή την πλεονάζουσα ικανότητα για να αυξήσει τις εξαγωγές του στην αγορά της Κοινότητας. Οι επενδύσεις που έκανε η εταιρεία αυτή κατά την εξεταζόμενη περίοδο δείχνουν τη δυνατότητα περαιτέρω αύξησης της παραγωγικής της ικανότητας. Εκτιμάται ότι η συνολική ρωσική πλεονάζουσα ικανότητα ανέρχεται τουλάχιστον σε 600 000 έως 700 000 τόνους όπως γνωρίζουμε, ποσότητα που αποτελεί γύρω στο 20 % της κοινοτικής κατανάλωσης. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, οι εξαγωγές σε τρίτες χώρες αυξήθηκαν κατά 79 %.

(67)

Ταυτόχρονα, οι εγχώριες πωλήσεις του μοναδικού συνεργασθέντος ρώσου παραγωγού παρέμειναν σε χαμηλά επίπεδα, αντιπροσωπεύοντας λιγότερο από το 5 %, κατά μέσο όρο, των συνολικών πωλήσεων. Καθώς η εγχώρια αγορά δεν μπορεί να απορροφήσει την αύξηση της παραγωγής, το πιθανότερο είναι οποιαδήποτε αύξηση της παραγωγής να εξαχθεί.

(68)

Όσον αφορά την Ουκρανία, οι δύο συνεργασθέντες παραγωγοί κατόρθωσαν να αυξήσουν την παραγωγή τους στο δωδεκαπλάσιο κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Την ίδια περίοδο, η παραγωγική ικανότητα σχεδόν πενταπλασιάστηκε. Επιπλέον, διαθέτουν σημαντική πλεονάζουσα ικανότητα ώστε να αυξήσουν τις εξαγωγές τους στην αγορά της Κοινότητας σε μεγάλο βαθμό, εάν καταργηθούν τα μέτρα. Εκτιμάται ότι η ουκρανική συνολική πλεονάζουσα ικανότητα ανέρχεται σε 700 000 έως 800 000 τόνους, ποσότητα που αποτελεί περίπου το 20 % της κοινοτικής κατανάλωσης. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, οι εξαγωγές σε τρίτες χώρες οκταπλασιάστηκαν.

(69)

Οι εγχώριες πωλήσεις της Ουκρανίας παρέμειναν σε χαμηλό επίπεδο κατά την εξεταζόμενη περίοδο, αντιπροσωπεύοντας κατά μέσο όρο λιγότερο από το 2 % των συνολικών πωλήσεων. Πρέπει να σημειωθεί ότι η μεγέθυνση της εγχώριας αγοράς δεν μπορεί να απορροφήσει την αύξηση της παραγωγής και κατά συνέπεια οποιαδήποτε αύξηση της παραγωγής είναι πιθανόν να εξαχθεί.

(70)

Με βάση τα προαναφερθέντα, μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι οι συνεργασθέντες παραγωγοί, εξαιρουμένου του παραγωγού της Λευκορωσίας, διαθέτουν ουσιαστική πλεονάζουσα ικανότητα για αύξηση των εξαγωγών τους στην κοινοτική αγορά, σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων.

2.4.   Σχέση μεταξύ των τιμών εξαγωγής σε τρίτες χώρες και του επιπέδου των τιμών που ισχύουν στην Κοινότητα

(71)

Πρέπει να σημειωθεί ότι κατά την ΠΕΕ, το γενικά ισχύον επίπεδο τιμών των κοινοτικών παραγωγών στην Κοινότητα ήταν χαμηλότερο από τις μέσες τιμές εξαγωγής των παραγωγών-εξαγωγέων σε τρίτες χώρες, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι οι τιμές του φυσικού αερίου, οι οποίες συνιστούν περισσότερο από το 50 % του κατασκευαστικού κόστους, και συνεπώς οι τιμές ΟΝΑ, ήταν υψηλότερες στις ΗΠΑ σε σχέση με την Ευρώπη.

(72)

Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οι εξαγωγικές τιμές από τις υπό εξέταση χώρες στις ΗΠΑ ήταν, κατά μέσο όρο, χαμηλότερες από τις αντίστοιχες κανονικές αξίες, ακόμα και αν το επικρατούν επίπεδο τιμών στις ΗΠΑ ήταν υψηλότερο από τις τιμές στην Κοινότητα. Μπορεί επομένως να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οποιεσδήποτε πωλήσεις στην αγορά της ΕΚ θα γίνονταν σε τιμές ντάμπινγκ.

2.5.   Κίνητρα για τη μεταστροφή των πωλήσεων από άλλες αγορές στην Κοινότητα

(73)

Όσον αφορά τη Λευκορωσία, υπάρχει μια ταχύτατα μεγεθυνόμενη αγορά στην οποία ο μοναδικός παραγωγός πωλεί τα δύο τρίτα τις παραγωγής του. Δεδομένου ότι η εγχώρια τιμή ήταν χαμηλότερη από το ήμισυ της τιμής στην Κοινότητα κατά την ΠΕΕ, υπάρχει πιθανότητα μια ορθολογική οικονομική απόφαση να οδηγήσει τον λευκορώσο παραγωγό να μεταστρέψει σημαντικές ποσότητες που αυτή τη στιγμή πωλούνται στην εγχώρια αγορά προς την αγορά της Κοινότητας σε τιμές ντάμπινγκ.

(74)

Σε αυτό το θέμα, πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ο λευκορώσος παραγωγός, που αυτή τη στιγμή εξάγει το υπόλοιπο ένα τρίτο σε άλλες αγορές, θα είχε σημαντικά οφέλη όσον αφορά το κόστος μεταφοράς εάν εξήγε στην Κοινότητα, δεδομένης της εγγύτητάς του με τα κοινοτικά σύνορα σε σύγκριση με άλλες πιθανές εξαγωγικές αγορές όπως οι ΗΠΑ, η Αργεντινή ή η Αυστραλία.

(75)

Υπό το πρίσμα των προαναφερθέντων, υπάρχει πιθανότητα ο παραγωγός από τη Λευκορωσία να μεταστρέψει σημαντικά τμήματα των πωλήσεών του στην Κοινότητα σε τιμές ντάμπινγκ, εάν καταργηθούν τα μέτρα και λόγω των ισχυρών οικονομικών κινήτρων.

(76)

Όπως εξηγήθηκε και στην αιτιολογική σκέψη 20, απουσία εξαγωγών στην Κοινότητα κατά την ΠΕΕ από τη Λευκορωσία, τη Ρωσία και την Ουκρανία, δεν μπόρεσε να τεκμηριωθεί η πρακτική ντάμπινγκ από τις χώρες αυτές για εξαγωγές στην Κοινότητα. Ωστόσο, όπως εξηγείται στο τμήμα 2 ανωτέρω, η έρευνα έδειξε ότι, βάσει των υπολογισμών που έγιναν με στοιχεία των τρεχουσών εξαγωγών των εν λόγω χωρών στην κυριότερη εξαγωγική τους αγορά, τις ΗΠΑ, υπάρχει πιθανότητα επανάληψης του ντάμπινγκ.

3.   Συμπέρασμα για την πιθανότητα συνέχισης ή επανάληψης του ντάμπινγκ

(77)

Βάσει της ανάλυσης που παρατέθηκε στα τμήματα 1 έως 5 ανωτέρω, συνάγεται το συμπέρασμα ότι, εάν καταργηθούν τα μέτρα, υπάρχει πιθανότητα είτε να εξαχθούν σημαντικές ποσότητες συμπληρωματικής παραγωγής στην Κοινότητα, είτε να μεταστραφούν στην κοινοτική αγορά πωλήσεις που αυτή τη στιγμή προορίζονται για χώρες εκτός της Κοινότητας ή για τις εγχώριες αγορές. Είναι πιθανόν οι εξαγωγές αυτές στην Κοινότητα να γίνουν σε τιμές ντάμπινγκ, ειδικότερα με σκοπό την ανάκτηση απολεσθέντων μεριδίων αγοράς στην Κοινότητα. Μπορεί συνεπώς να συναχθεί το συμπέρασμα ότι, εάν καταργηθούν τα μέτρα, οι μελλοντικές εξαγωγές στην Κοινότητα θα γίνονται σε αυξημένες ποσότητες με τιμές ντάμπινγκ. Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι οι υπερπόντιες αγορές υπόκεινται σε υψηλότερο κόστος μεταφοράς σε σχέση με την αγορά της Κοινότητας, ιδίως όσον αφορά τις πωλήσεις από γειτονικές χώρες, όπως η Λευκορωσία και η Ουκρανία στην ανατολική Ευρώπη ή η Αλγερία στη νότια Ευρώπη.

(78)

Όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα καταγωγής Αλγερίας, εφόσον εξακολουθούν να γίνονται με τιμές ντάμπινγκ και βάσει της ανωτέρω ανάλυσης της πλεονάζουσας ικανότητας και της σύγκρισης των τιμών, το ντάμπινγκ από την Αλγερία είναι πιθανόν να συνεχιστεί στο μέλλον. Δεδομένου ότι η Κοινότητα ήταν η μόνη εξαγωγική αγορά για την Αλγερία κατά την ΠΕΕ, είναι ιδιαίτερα πιθανό οι αλγερινοί εξαγωγείς να κατευθύνουν τον αυξημένο όγκο των εξαγωγών τους κυρίως στην αγορά αυτή.

(79)

Υπό το πρίσμα των όσων προαναφέρθηκαν, συνήχθη το συμπέρασμα ότι υπάρχει πιθανότητα συνέχισης (από την Αλγερία) και επανάληψης (από τη Ρωσία, τη Λευκορωσία και την Ουκρανία) του ντάμπινγκ, εάν καταργηθούν τα ισχύοντα μέτρα.

Δ.   ΖΗΜΙΑ

1.   Ορισμός της κοινοτικής βιομηχανίας

(80)

Εντός της Κοινότητας, το υπό εξέταση προϊόν κατασκευάζεται από δώδεκα παραγωγούς, η παραγωγή των οποίων αποτελεί το σύνολο της κοινοτικής παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

(81)

Πρέπει να σημειωθεί ότι, σε σύγκριση με την αρχική έρευνα, οι εταιρείες με την επωνυμία «Hydro Agri» μετονομάστηκαν σε «Yara». Πέντε εταιρείες εντάχθηκαν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής λόγω της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2004.

(82)

Από τους δώδεκα κοινοτικούς παραγωγούς, δέκα εταιρείες συνεργάστηκαν στο πλαίσιο της έρευνας, εννέα εκ των οποίων αναφέρθηκαν στην αίτηση για επανεξέταση. Οι άλλοι δύο παραγωγοί («άλλοι κοινοτικοί παραγωγοί») δεν εκφράστηκαν. Κατά συνέπεια, οι ακόλουθοι δέκα παραγωγοί συμφώνησαν να συνεργαστούν:

Achema AB, Jonava, Λιθουανία,

AMI Agrolinz Melamine International GmbH (Αυστρία),

DSM Agro (Κάτω Χώρες),

Duslo AS (Σλοβακία),

Fertiberia SA (Ισπανία),

Grande Paroisse SA (Γαλλία),

Lovochemie AS (Τσεχική Δημοκρατία),

Nitrogénművek Rt (Ουγγαρία),

SKW Stickstoffwerke Piesteritz GmbH (Γερμανία),

Yara (Κάτω Χώρες, Γερμανία, Ιταλία και Ηνωμένο Βασίλειο).

(83)

Λόγω του ότι οι δέκα αυτοί κοινοτικοί παραγωγοί αντιπροσώπευαν το 75 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής κατά την ΠΕΕ, θεωρήθηκε ότι οι εν λόγω δέκα κοινοτικοί παραγωγοί αντιπροσώπευαν μείζον ποσοστό της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος. Επομένως, θεωρείται ότι αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού και καλούνται εφεξής «κοινοτικός κλάδος παραγωγής».

(84)

Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 10, 15 και 16 ανωτέρω, επελέγη δείγμα τεσσάρων εταιρειών. Όλοι οι κοινοτικοί παραγωγοί του δείγματος συνεργάστηκαν και απάντησαν στο ερωτηματολόγιο εμπρόθεσμα. Επιπλέον, οι υπόλοιποι καταγγέλλοντες παραγωγοί, καθώς και οι παραγωγοί που υποστήριζαν την έρευνα παρείχαν ορισμένα γενικά στοιχεία για την ανάλυση της ζημίας.

2.   Κατάσταση στην κοινοτική αγορά

2.1.   Κατανάλωση στην κοινοτική αγορά

(85)

Η φαινομενική κοινοτική κατανάλωση καθορίστηκε με βάση τους όγκους των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας, τους όγκους των πωλήσεων των άλλων κοινοτικών παραγωγών στην αγορά της Κοινότητας, καθώς και τα στοιχεία της Eurostat για όλες τις εισαγωγές της ΕΕ. Δεδομένης της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2004 και για λόγους σαφήνειας και συνεκτικότητας της ανάλυσης, η κατανάλωση καθορίστηκε βάσει της αγοράς της ΕΕ-25 καθ’ όλη την εξεταζόμενη περίοδο.

(86)

Μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ, η κατανάλωση στην Κοινότητα αυξήθηκε μετρίως κατά 8 %. Η αύξηση που σημειώθηκε το 2004 αποδίδεται κυρίως στην εφαρμογή της κοινής γεωργικής πολιτικής στα νέα κράτη μέλη ύστερα από την προσχώρησή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Από το 2004, οι γεωργοί στα νέα κράτη μέλη είχαν στη διάθεσή τους συμπληρωματικές οικονομικές ενισχύσεις, γεγονός που οδήγησε στην αυξημένη χρήση λιπασμάτων.

 

2002

2003

2004

ΠΕΕ

Συνολική κατανάλωση ΕΚ σε τόνους

3 425 381

3 579 487

3 740 087

3 694 532

Δείκτης (2002 = 100)

100

104

109

108

2.2.   Εισαγωγές από τις υπό εξέταση χώρες

2.2.1.   Σώρευση

(87)

Στην αρχική έρευνα, οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής Αλγερίας, Λευκορωσίας, Ρωσίας και Ουκρανίας υπολογίστηκαν σωρευτικά σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Εξετάσθηκε εάν αυτή η σωρευτική εκτίμηση ήταν επίσης κατάλληλη για την παρούσα έρευνα.

(88)

Στο θέμα αυτό, διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχαν εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος από την Ουκρανία σε όλη τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, ενώ δεν υπήρχαν εισαγωγές από τη Λευκορωσία και τη Ρωσία το 2004 και κατά την ΠΕΕ. Συνεπώς, δεν εκπληρώθηκαν οι όροι που περιλαμβάνονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, ούτως ώστε να καταστεί δυνατή η σωρευτική εκτίμηση των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από τις χώρες αυτές με τις εισαγωγές του ιδίου προϊόντος από την Αλγερία.

(89)

Λόγω των ανωτέρω, κρίθηκε σκόπιμο να εξεταστούν ξεχωριστά και οι τέσσερις αυτές χώρες.

2.2.2.   Όγκος, μερίδιο της αγοράς και τιμές των εισαγωγών καθεμίας από τις υπό εξέταση χώρες

(90)

Όσον αφορά τις τρεις υπό εξέταση χώρες οι οποίες είχαν εξαγωγές στην Κοινότητα κατά την εξεταζόμενη περίοδο, οι όγκοι των εισαγωγών, τα μερίδια αγοράς και οι μέσες τιμές ανά χώρα εξελίχθηκαν όπως περιγράφεται κατωτέρω. Οι ακόλουθες τάσεις ποσότητας και τιμών βασίζονται στα στοιχεία της Eurostat.

 

2002

2003

2004

RIP

Όγκος των εισαγωγών από την Αλγερία (τόνοι)

97 378

239 348

219 680

177 383

Μερίδιο αγοράς

2,8 %

6,7 %

5,9 %

4,8 %

Τιμές των εισαγωγών από την Αλγερία (ευρώ/τόνο)

96

99

117

131

Όγκος των εισαγωγών από τη Λευκορωσία (τόνοι)

101 479

44 438

Μερίδιο αγοράς

3,0 %

1,2 %

Τιμές των εισαγωγών από τη Λευκορωσία (ευρώ/τόνο)

74

64

Όγκος των εισαγωγών από τη Ρωσία (τόνοι)

81 901

81 809

Μερίδιο αγοράς

2,4 %

2,3 %

Τιμές των εισαγωγών από τη Ρωσία (ευρώ/τόνο)

64

70

(91)

Ο όγκος εισαγωγών από την Αλγερία, παρότι μειώθηκε ελαφρά από το 2003 και εξής, ανέκτησε 2 περαιτέρω ποσοστιαίες μονάδες μεριδίου αγοράς κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ενώ οι τιμές εξελίχθηκαν θετικά από 96 σε 131 ευρώ/τόνο. Όσον αφορά τη Λευκορωσία και τη Ρωσία, ο αντίστοιχος όγκος εισαγωγών τους μειώθηκε ουσιαστικά και έπαυσε εντελώς από το 2004 και εξής.

(92)

Η έρευνα έδειξε ότι οι εισαγωγές από την Αλγερία δεν γίνονταν σε τιμές χαμηλότερες από εκείνες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την ΠΕΕ. Όσο για τις υπόλοιπες χώρες, απουσία εισαγωγών κατά την ΠΕΕ, διενεργήθηκε σύγκριση των τιμών εξαγωγής τους σε τρίτες χώρες κατά την ΠΕΕ με τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας και δεν διαπιστώθηκε χαμηλότερο επίπεδο τιμών σε σχέση με το κοινοτικό.

2.3.   Εισαγωγές από άλλες χώρες

(93)

Ο όγκος των εισαγωγών από άλλες τρίτες χώρες κατά την εξεταζόμενη περίοδο παρουσιάζεται στον πίνακα που ακολουθεί. Οι ακόλουθες τάσεις ποσότητας και τιμών βασίζονται επίσης σε στοιχεία της Eurostat.

 

2002

2003

2004

RIP

Όγκος των εισαγωγών από τη Ρουμανία (τόνοι)

69 733

79 137

257 113

142 288

Μερίδιο αγοράς

2 %

2,2 %

6,9 %

3,9 %

Τιμές των εισαγωγών από τη Ρουμανία (ευρώ/τόνο)

94

102

112

123

Όγκος των εισαγωγών από τις ΗΠΑ (τόνοι)

26 024

57

20

6

Μερίδιο αγοράς

0,7 %

0,0 %

0,0 %

0,0 %

Τιμές των εισαγωγών από τις ΗΠΑ (ευρώ/τόνο)

86

289 (6)

1 101 (6)

1 664 (6)

(94)

Στην περίπτωση της Ρουμανίας, το 2004 σημειώθηκε ουσιαστική αύξηση των εισαγωγών, με τις οποίες το μερίδιό της στην αγορά ανήλθε σε 6,9 %, μειώθηκε ωστόσο σε 3,9 % κατά την ΠΕΕ, παρά τις ευνοϊκές συνθήκες της κοινοτικής αγοράς. Η εξέλιξη αυτή πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της απότομης αύξησης των ρουμανικών εξαγωγών στην αγορά των ΗΠΑ, οι οποίες, από άποψη όγκου, ήταν υπερτριπλάσιες από τις ρουμανικές εξαγωγές στην Κοινότητα κατά την ΠΕΕ. Οι τιμές αυξήθηκαν σταθερά στη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου και παρέμειναν σταθερά υψηλότερες από τις τιμές, το 2004 και κατά την ΠΕΕ, των κοινοτικών παραγωγών που περιελήφθησαν στο δείγμα. Σε αυτή τη βάση, δεν θεωρείται ότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς από τη Ρουμανία μπορούν να αποτελέσουν απειλή σημαντικής ζημίας για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ, οι οποίες κατείχαν μερίδιο αγοράς της τάξης μόνον του 0,7 % το 2002, μειώθηκαν θεαματικά σε 6 τόνους κατά την ΠΕΕ. Αυτή η τάση αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι οι τιμές πωλήσεων στις ΗΠΑ ήταν υψηλότερες από τις αντίστοιχες στην ΕΚ μέχρι το τέλος της ΠΕΕ, έτσι ώστε να μην υπάρχει κίνητρο για τους αμερικανούς παραγωγούς να εξαγάγουν στην ΕΚ.

(95)

Ο Ευρωπαϊκός Σύνδεσμος Εισαγωγέων Λιπασμάτων («European Fertilizer Import Association — EFIA»), πρόβαλε το επιχείρημα ότι, εφόσον οι εξαγωγές της Ρουμανίας στην κοινοτική αγορά δεν αποτελούν απειλή για πρόκληση σοβαρής ζημίας, αν και η αύξηση του όγκου τους είναι υψηλότερη από τις εξαγωγές της Αλγερίας και οι τιμές τους χαμηλότερες από τις τιμές που χρεώνουν οι αλγερινοί εξαγωγείς, ούτε οι εξαγωγές της Αλγερίας αναμένεται να αποτελέσουν απειλή για πρόκληση σοβαρής ζημίας. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να σημειωθεί ότι πράγματι οι εισαγωγές από την Αλγερία, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 92, δεν γίνονταν σε χαμηλότερες τιμές και δεν διαπιστώθηκε ότι η Αλγερία προκάλεσε σοβαρή ζημία στον κοινοτικό κλάδο κατά την υπό εξέταση περίοδο. Ωστόσο, σύμφωνα με την ανάλυση για τη χώρα αυτή που αναπτύσσεται στο τμήμα 4 παρακάτω υπάρχει η πιθανότητα πρόκλησης ζημίας. Αντίθετα, καθώς οι δασμοί αντιντάμπινγκ δεν εφαρμόζονται στις εισαγωγές ΟΝΑ καταγωγής Ρουμανίας, η χώρα αυτή δεν υποβλήθηκε σε δοκιμή επανάληψης της ζημίας σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού. Για το λόγο αυτόν, απορρίφθηκε το επιχείρημα.

3.   Οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(96)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε όλους τους σχετικούς οικονομικούς παράγοντες και δείκτες που έχουν επίπτωση στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

3.1.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

(97)

Δεδομένου ότι είχε χρησιμοποιηθεί η δειγματοληψία για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, η ζημία εκτιμήθηκε τόσο με βάση τις πληροφορίες που συνελέγησαν σε επίπεδο όλου του κοινοτικού κλάδου παραγωγής («ΚΚΠ» στους συνημμένους πίνακες) όσο και με βάση τις πληροφορίες που συνελέγησαν σε επίπεδο κοινοτικών παραγωγών που επελέγησαν στο δείγμα («ΠΔ» στους συνημμένους πίνακες).

(98)

Όταν γίνεται χρήση των μεθόδων δειγματοληψίας, σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική αναλύονται ορισμένοι δείκτες της ζημίας (παραγωγή, παραγωγική ικανότητα, αποθέματα, πωλήσεις, μερίδιο αγοράς, ανάπτυξη και απασχόληση) για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής συνολικά, ενώ οι δείκτες της ζημίας που αφορούν τις επιδόσεις μεμονωμένων εταιρειών, δηλαδή τιμές, κόστος παραγωγής, αποδοτικότητα, μισθοί, επενδύσεις, απόδοση των επενδύσεων, ταμειακές ροές, ικανότητα άντλησης κεφαλαίων, εξετάζονται με βάση τις πληροφορίες που συλλέγονται σε επίπεδο επιλεγμένων για το δείγμα κοινοτικών παραγωγών.

3.2.   Στοιχεία σχετικά με τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ως σύνολο

α)   Παραγωγή

(99)

Η παραγωγή του κοινοτικού κλάδου αυξήθηκε κατά 5 % μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ, δηλαδή από 2,8 εκατ. τόνους περίπου το 2002 σε 3 εκατ. τόνους περίπου κατά την ΠΕΕ. Ειδικότερα, η παραγωγή μειώθηκε κατά 3 % το 2003 και εν συνεχεία αυξήθηκε κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες το 2004 και κατά 7 επιπλέον ποσοστιαίες μονάδες στην ΠΕΕ.

 

2002

2003

2004

ΠΕΕ

ΚΚΠ — Παραγωγή (σε τόνους)

2 843 529

2 768 258

2 823 972

3 003 918

Δείκτης (2002 = 100)

100

97

99

106

Πηγή: Καταγγέλλοντες, απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο της δειγματοληψίας και επαληθευμένες απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο.

β)   Ικανότητα και ποσοστά χρησιμοποίησης της ικανότητας

(100)

Η παραγωγική ικανότητα παρέμεινε σχετικά σταθερή σε όλη την εξεταζόμενη περίοδο. Δεδομένης της ανάπτυξης της παραγωγής, αυξήθηκε η επακόλουθη χρησιμοποίηση της ικανότητας, από 57 % το 2002 σε 60 % κατά την ΠΕΕ. Όπως διαπιστώθηκε και στην αρχική έρευνα, η χρήση της ικανότητας για αυτό το είδος παραγωγής και κλάδου παραγωγής μπορεί να επηρεαστεί από την παραγωγή άλλων προϊόντων, παραγόμενων με τον ίδιο βιομηχανικό εξοπλισμό.

 

2002

2003

2004

ΠΕΕ

ΚΚΠ — Παραγωγική ικανότητα (τόνοι)

4 984 375

4 944 575

4 941 975

4 955 075

Δείκτης (2002 = 100)

100

99

99

99

ΚΚΠ — Χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

57 %

56 %

57 %

61 %

Δείκτης (2002 = 100)

100

98

100

106

γ)   Αποθέματα

(101)

Το επίπεδο των τελικών αποθεμάτων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε σταδιακά καθ’ όλη την εξεταζόμενη περίοδο. Στο τέλος της ΠΕΕ (30 Ιουνίου 2005), το επίπεδο των αποθεμάτων ήταν σχετικά χαμηλό, όμως αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι για αυτό το είδος προϊόντος, τα αποθέματα είναι πάντα πολύ χαμηλότερα το καλοκαίρι σε σχέση με τον χειμώνα, εφόσον οι περίοδοι αιχμής για τις πωλήσεις είναι η άνοιξη και οι αρχές του καλοκαιριού. Έως τα τέλη του 2004, τα αποθέματα ήταν κατά 13 % υψηλότερα σε σχέση με τα τέλη του 2002.

 

2002

2003

2004

ΠΕΕ

ΚΚΠ — Τελικά αποθέματα (τόνοι)

276 689

291 085

313 770

159 926

Δείκτης (2002 = 100)

100

105

113

58

δ)   Όγκος πωλήσεων

(102)

Οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας μειώθηκαν κατά 3 % μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ. Η εξέλιξη αυτή είναι αντίθετη με την εξέλιξη της κατανάλωσης στην κοινοτική αγορά, η οποία αυξήθηκε κατά 8 % κατά την ίδια περίοδο (βλ. αιτιολογική σκέψη 86 ανωτέρω). Η συνολική αύξηση των όγκων παραγωγής εξηγείται από τις σημαντικές εξαγωγικές επιδόσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την ίδια περίοδο. Στον πίνακα που ακολουθεί φαίνονται οι όγκοι πωλήσεων των κοινοτικών παραγωγών που περιελήφθησαν στο δείγμα, των οποίων ο κύριος προορισμός ήταν η αγορά των ΗΠΑ.

 

2002

2003

2004

ΠΕΕ

ΚΚΠ — Όγκος πωλήσεων στην ΕΚ (τόνοι)

2 800 226

2 641 000

2 604 215

2 722 174

Δείκτης (2002 = 100)

100

94

93

97

ΠΔ — Όγκος πωλήσεων σε τρίτες χώρες (τόνοι)

176 269

194 543

228 937

328 796

Δείκτης (2002 = 100)

100

110

130

187

ε)   Μερίδιο αγοράς

(103)

Το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε ουσιαστικά μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ. Ειδικότερα, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έχασε 8 ποσοστιαίες μονάδες μεριδίου αγοράς κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ενώ οι παραγωγοί της Αλγερίας αύξησαν το μερίδιο αγοράς τους από 2,8 % σε 4,8 % κατά την ίδια περίοδο.

 

2002

2003

2004

ΠΕΕ

Μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

81,7 %

73,8 %

69,6 %

73,7 %

Δείκτης (2002 = 100)

100

90

85

90

στ)   Ανάπτυξη

(104)

Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έχασε ένα σημαντικό τμήμα του μεριδίου αγοράς, προς όφελος των παραγωγών της Αλγερίας, της Ρουμανίας και άλλων κοινοτικών παραγωγών που κέρδισαν μερίδιο αγοράς κατά την ίδια περίοδο.

(105)

Η απώλεια του μεριδίου της αγοράς μπορεί επίσης να αποδοθεί στην ορθολογική απόφαση του κοινοτικού κλάδου να αυξήσει τις εξαγωγές του προς την αγορά των ΗΠΑ ώστε να επωφεληθεί από τις πολύ υψηλότερες τιμές ΟΝΑ που επικρατούν στην αγορά αυτή. Ωστόσο, δεδομένης της πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητάς του, ο κοινοτικός κλάδος δεν μπορούσε να επωφεληθεί από την ανάπτυξη της κοινοτικής αγοράς που παρατηρήθηκε κατά την υπό εξέταση περίοδο.

ζ)   Απασχόληση

(106)

Το επίπεδο της απασχόλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε κατά 5 % μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ. Αυτή η σχετικά μικρή αύξηση πρέπει να αποδοθεί κυρίως στις βελτιωμένες εξαγωγικές επιδόσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

 

2002

2003

2004

ΠΕΕ

ΚΚΠ — Απασχόληση για το υπό εξέταση προϊόν

827

819

790

867

Δείκτης (2002 = 100)

100

99

96

105

η)   Παραγωγικότητα

(107)

Η παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, υπολογιζόμενη ως παραγωγή ανά απασχολούμενο άτομο ανά έτος, παρέμεινε σχετικά σταθερή μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ.

 

2002

2003

2004

ΠΕΕ

ΚΚΠ — Παραγωγικότητα (τόνοι ανά απασχολούμενο)

3 437

3 380

3 573

3 463

Δείκτης (2002 = 100)

100

98

104

101

θ)   Μέγεθος του περιθωρίου ντάμπινγκ

(108)

Όσον αφορά τον αντίκτυπο που έχει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής το μέγεθος του πραγματικού περιθωρίου ντάμπινγκ, λαμβανομένου υπόψη του όγκου των εισαγωγών από την Αλγερία (που αντιστοιχεί στο 6,7 % της κοινοτικής αγοράς κατά την υπό εξέταση περίοδο), ο αντίκτυπος αυτός δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέος, ιδιαίτερα σε μια πολύ ασταθή, ως προς τις τιμές, αγορά, όπως η αγορά του υπό εξέταση προϊόντος. Δεν μπορεί να συναχθεί συμπέρασμα όσον αφορά τη Λευκορωσία, τη Ρωσία και την Ουκρανία, εφόσον οι εισαγωγές από τις χώρες αυτές έπαυσαν το 2003.

3.3.   Στοιχεία σχετικά με τους συμπεριληφθέντες στο δείγμα κοινοτικούς παραγωγούς

α)   Τιμές πωλήσεων και παράγοντες που επηρεάζουν τις εγχώριες τιμές

(109)

Η μέση καθαρή τιμή πώλησης των παραγωγών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που περιελήφθησαν στο δείγμα αυξήθηκε ουσιαστικά μεταξύ του 2004 και της ΠΕΕ, γεγονός που αντικατοπτρίζει τις ευνοϊκές συνθήκες που επικρατούσαν στη διεθνή αγορά του υπό εξέταση προϊόντος κατά την ίδια περίοδο. Αυτή η αυξητική τάση πρέπει να εξεταστεί παράλληλα με την παρεμφερή εξέλιξη του κόστους της κύριας πρώτης ύλης, δηλαδή του φυσικού αερίου, όπως φαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί.

 

2002

2003

2004

ΠΕΕ

ΠΔ — Τιμή μονάδας στην αγορά της ΕΚ (EUR/τόνο)

85

89

109

114

Δείκτης (2002 = 100)

100

105

128

134

ΠΔ — Τιμή αερίου/MBTU (υπό μορφή δεικτών)

100

107

111

126

β)   Μισθοί

(110)

Μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ, ο μέσος μισθός ανά απασχολούμενο αυξήθηκε κατά 9 %, όπως φαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί:

 

2002

2003

2004

ΠΕΕ

ΠΔ — Ετήσιο κόστος εργασίας ανά απασχολούμενο (σε χιλιάδες ευρώ)

23,4

25,4

27,0

25,6

Δείκτης (2002 = 100)

100

108

115

109

γ)   Επενδύσεις

(111)

Η ετήσια ροή των επενδύσεων που έκαναν οι τέσσερις παραγωγοί του δείγματος στο υπό εξέταση προϊόν εξελίχθηκε θετικά κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Οι επενδύσεις αυτές αφορούσαν κυρίως την αντικατάσταση παλαιών μηχανημάτων. Αυτό δείχνει τις προσπάθειες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής για συνεχή βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητάς του. Ωστόσο, τα αποτελέσματα δεν είναι εμφανή στην εξέλιξη της παραγωγικότητας, η οποία παρέμεινε μάλλον σταθερή (βλ. αιτιολογική σκέψη 105 ανωτέρω) κατά την ίδια περίοδο, αντικατοπτρίζοντας τις δυσκολίες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να τονώσει την παραγωγή του.

 

2002

2003

2004

ΠΕΕ

ΠΔ — Καθαρές επενδύσεις (σε χιλιάδες ευρώ)

12 512

20 087

12 611

17 047

Δείκτης (2002 = 100)

100

161

101

136

δ)   Αποδοτικότητα και απόδοση των επενδύσεων

(112)

Η αποδοτικότητα των παραγωγών που περιελήφθησαν στο δείγμα εμφανίζει σταδιακή βελτίωση, ιδίως από το 2003, φθάνοντας το επίπεδο του 13,8 % κατά την ΠΕΕ. Στο τέλος της εξεταζόμενης περιόδου, η αποδοτικότητα κορυφώθηκε σε αυτή την αγορά κυκλικών τιμών. Πράγματι, διάφοροι παράγοντες, μεταξύ των οποίων και εξωτερικοί, μπορούν να επηρεάσουν τις τιμές στις παγκόσμιες αγορές ΟΝΑ και άλλων αζωτούχων λιπασμάτων. Τέτοιοι παράγοντες μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα είτε την επιπλέον προσφορά είτε τη μειωμένη ζήτηση για τα προϊόντα αυτά, επηρεάζοντας κατ’ επέκταση την τιμολόγησή τους. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, λόγω της περιορισμένης προσφοράς, αυξήθηκαν οι τιμές στην παγκόσμια αγορά. Το 2002 και το 2003, τα επίπεδα κέρδους ήταν ωστόσο μέτρια και μάλιστα κάτω από τα επίπεδα που θεωρούνται εύλογα από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, δεδομένου ότι αυτός ο βιομηχανικός κλάδος χαρακτηρίζεται από υψηλή ένταση κεφαλαίου. Η απόδοση των επενδύσεων, εκφραζόμενη ως το κέρδος ως ποσοστό της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων, ακολούθησε ευρέως την ανωτέρω τάση της αποδοτικότητας καθ’ όλη την εξεταζόμενη περίοδο.

 

2002

2003

2004

ΠΕΕ

ΠΔ — Αποδοτικότητα των πωλήσεων στην ΕΚ σε μη συνδεδεμένους πελάτες ( % των καθαρών πωλήσεων)

8,1 %

6,0 %

12,3 %

13,8 %

Δείκτης (2002 = 100)

100

74

151

170

ΠΔ — Απόδοση επενδύσεων (κέρδος ως ποσοστό της καθαρής λογιστικής αξίας των επενδύσεων)

22 %

24 %

50 %

58 %

Δείκτης (2002 = 100)

100

111

229

265

ε)   Ταμειακή ροή και ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

(113)

Η ταμειακή ροή αυξήθηκε σημαντικά κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Η εξέλιξη αυτή συνάδει με την εξέλιξη που παρουσίασε η συνολική αποδοτικότητα κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

 

2002

2003

2004

ΠΕΕ

ΠΔ — Ταμειακές ροές (σε χιλιάδες ευρώ)

23 532

19 625

39 767

50 823

Δείκτης (2002 = 100)

100

83

169

216

(114)

Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, οι κοινοτικοί παραγωγοί που περιελήφθησαν στο δείγμα δεν αντιμετώπισαν δυσκολίες για την άντληση κεφαλαίων. Από την άποψη αυτή, πρέπει να σημειωθεί ότι, καθώς πολλές από τις εταιρείες αυτές αποτελούν μέρη μεγάλων ομίλων, χρηματοδοτούν τις δραστηριότητές τους στο πλαίσιο του ομίλου στον οποίο ανήκουν είτε μέσω μηχανισμών συγκέντρωσης μετρητών ή μέσω ενδοεταιρικών δανείων χορηγούμενων από τις μητρικές εταιρείες.

3.4.   Συμπέρασμα

(115)

Μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ, οι ακόλουθοι δείκτες σημείωσαν θετική εξέλιξη: ο όγκος πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε, οι ανά μονάδα τιμές πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκαν και η αποδοτικότητα βελτιώθηκε ουσιαστικά παράλληλα με τις τιμές. Οι εξαγωγές σε τρίτες χώρες αυξήθηκαν επίσης και θετική εξέλιξη σημείωσαν η απόδοση των επενδύσεων και οι ταμειακές ροές. Οι μισθοί αυξήθηκαν μετρίως και ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εξακολούθησε να επενδύει.

(116)

Αντίθετα, οι ακόλουθοι δείκτες σημείωσαν αρνητική εξέλιξη: ο όγκος των πωλήσεων στην κοινοτική αγορά μειώθηκε κατά 3 % σε αντιδιαστολή με τη μεγεθυνόμενη αγορά. Αντίστοιχα, το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε ουσιαστικά κατά 8 εκατοστιαίες μονάδες κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Η παραγωγικότητα παρέμεινε μάλλον σταθερή, παρά τις προσπάθειες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να τη βελτιώσει με επενδύσεις.

(117)

Σε γενικές γραμμές, η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής έχει βελτιωθεί σημαντικά σε σύγκριση με την αντίστοιχη κατάσταση πριν από την επιβολή των μέτρων αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ΟΝΑ από τις υπό εξέταση χώρες το 2000. Επομένως, είναι σαφές ότι τα μέτρα αυτά είχαν θετικό αντίκτυπο στην οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Ωστόσο, πρέπει να τονιστεί ότι η θετική εξέλιξη ορισμένων δεικτών μπορεί να αποδοθεί εν μέρει στην αγορά του ομοειδούς προϊόντος, η οποία, λόγω της περιορισμένης προσφοράς παγκοσμίως, ήταν πολύ θετική στη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών της εξεταζόμενης περιόδου. Επιπλέον, στη γενικότερη θετική εξέλιξη του κοινοτικού κλάδου παραγωγής συνέβαλε και η θετική εξέλιξη των εξαγωγικών επιδόσεών του, η οποία αντιστάθμισε το ως ένα βαθμό συρρικνούμενο μερίδιο αγοράς εντός της Κοινότητας.

(118)

Συνάγεται επομένως το συμπέρασμα ότι η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής έχει βελτιωθεί, σε σύγκριση με την περίοδο που προηγείται της επιβολής των μέτρων, αλλά είναι ακόμη ευαίσθητη.

4.   Πιθανότητα επανάληψης της ζημίας

4.1.   Γενικές παρατηρήσεις

(119)

Εφόσον δεν παρατηρείται συνέχιση πρόκλησης σημαντικής ζημίας η οποία να οφείλεται στις εισαγωγές από τις τέσσερις υπό εξέταση χώρες, η ανάλυση εστιάστηκε στην πιθανότητα επανάληψης της ζημίας. Από την άποψη αυτή, αναλύθηκαν δύο κύριες παράμετροι: i) το κόστος του φυσικού αερίου στις υπό εξέταση χώρες και ο αντίκτυπός του στο κόστος παραγωγής των ΟΝΑ, και ii) ο αντίκτυπος που θα έχουν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής οι προβλεπόμενοι όγκοι εξαγωγών στην Κοινότητα από τις υπό εξέταση χώρες, δεδομένων των συνθηκών ανταγωνισμού.

4.2.   Πιθανή εξέλιξη των τιμών πώλησης: τιμές του φυσικού αερίου και κόστος παραγωγής στις υπό εξέταση χώρες

(120)

Η πιθανότητα επανάληψης της ζημίας θα εξαρτηθεί έντονα από την πιθανή εξέλιξη των τιμών των διαλυμάτων ΟΝΑ. Εφόσον το φυσικό αέριο είναι κατά πολύ το σημαντικότερο στοιχείο κόστους (αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 50 % του κόστους παραγωγής ΟΝΑ όταν αγοράζεται σε τιμές παγκόσμιας αγοράς), αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την τιμή πώλησης των ΟΝΑ. Το κόστος του φυσικού αερίου κατά την παραγωγή ΟΝΑ εξαρτάται από την αποδοτικότητα της χρήσης του φυσικού αερίου και από τη μοναδιαία τιμή του. Διεξήχθη ανάλυση των δύο αυτών παραμέτρων σε σχέση με το κόστος παραγωγής ΟΝΑ αφενός για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και αφετέρου για τη Ρωσία και την Αλγερία.

(121)

Η ανάλυση αυτή κατέδειξε ότι η αποδοτικότητα του φυσικού αερίου αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τον καθορισμό του κόστους του φυσικού αερίου ανά τόνο παραγόμενων διαλυμάτων ΟΝΑ. Από τη άποψη αυτή, διαπιστώθηκε ότι η αποδοτικότητα του φυσικού αερίου του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν σχετικά υψηλή, εφόσον η κατανάλωση φυσικού αερίου ανά τόνο παραγόμενων ΟΝΑ ήταν κατά 15 % χαμηλότερη από την αντίστοιχη κατανάλωση των παραγωγών στη Ρωσία και την Αλγερία. Αυτό είναι αποτέλεσμα των προσπαθειών που καταβάλλει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής για να βελτιώνει συνεχώς την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά του, μέσω κατάλληλων επενδύσεων που απαιτούν ετήσια εισροή κεφαλαίων, η οποία ανέρχεται κατά μέσο όρο στο ένα τρίτο του συνολικού καθαρού λογιστικού ενεργητικού του κλάδου. Αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα αναμένεται να ωφελήσει για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και να μειώσει το κόστος παραγωγής των διαλυμάτων ΟΝΑ.

(122)

Παρά την αποδοτικότητα αυτή, το κόστος φυσικού αερίου ανά τόνο παραγόμενων ΟΝΑ για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής είναι τελικά περίπου τρεις φορές υψηλότερο από εκείνο της Ρωσίας και της Αλγερίας, λόγω της διαφοράς στην τιμή του φυσικού αερίου. Οι τεχνητά χαμηλές τιμές στις δύο αυτές χώρες εξηγούν πλήρως τη διαφορά. Η επακόλουθη διαφορά στις τιμές των διαλυμάτων ΟΝΑ στις δύο αυτές χώρες σε σύγκριση με παραγωγούς που αγοράζουν φυσικό αέριο σε τιμές παγκόσμιας αγοράς, όπως οι κοινοτικοί παραγωγοί, δεν φαίνεται ότι είναι πιθανό να μειωθεί στο εγγύς μέλλον. Αντίθετα, εάν στα επόμενα έτη συνεχιστεί η ίδια εξέλιξη της παγκόσμιας αγοράς φυσικού αερίου, το χάσμα αυτό ενδέχεται να διευρυνθεί. Σε αυτή τη βάση, θεωρείται ότι οι παραγωγοί στη Ρωσία και την Αλγερία θα εξακολουθήσουν να έχουν αυτό το τεχνητό πλεονέκτημα όσον αφορά το κόστος, το οποίο αντισταθμίζει σε μεγάλο βαθμό το υψηλό μεταφορικό κόστος λόγω του βάρους των διαλυμάτων ΟΝΑ. Αυτό καθιστά την κοινοτική αγορά ελκυστική ακόμα και για παραγωγούς που βρίσκονται σε απομακρυσμένες περιοχές των χωρών αυτών, όπου το κόστος μεταφοράς αντιπροσωπεύει ποσοστό υψηλότερο από το 20 % της τιμής.

(123)

Δεδομένων αυτών των χαμηλών τιμών του φυσικού αερίου, οι παραγωγοί-εξαγωγείς στη Ρωσία και την Αλγερία πιθανότατα θα έχουν τη δυνατότητα να εξαγάγουν το υπό εξέταση προϊόν στην Κοινότητα σε τιμές χαμηλότερες από το κόστος παραγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Είναι επομένως πολύ πιθανό οι εισαγωγές αυτές να γίνουν σε τιμές σημαντικά χαμηλότερες από εκείνες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(124)

Όσον αφορά τη Λευκορωσία και την Ουκρανία, οι εν λόγω χώρες δεν περιλαμβάνονται στην ανάλυση αυτή, εφόσον για τους σκοπούς της έρευνας θεωρούνται και οι δύο χώρες χωρίς οικονομία της αγοράς και συνεπώς δεν ζητήθηκαν τα στοιχεία που διαθέτουν για το κόστος παραγωγής. Ωστόσο, προσκομίστηκαν ειδικά στοιχεία σχετικά με τις τιμές του φυσικού αερίου στις δύο αυτές χώρες και η έρευνα έδειξε ότι, κατά την ΠΕΕ, οι παραγωγοί τους προμηθεύονταν φυσικό αέριο σε σημαντικά χαμηλότερες τιμές από εκείνες που χρεώνονται στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Θεωρείται συνεπώς ότι και οι δύο χώρες θα έχουν εξίσου τη δυνατότητα να εξαγάγουν το υπό εξέταση προϊόν σε τιμές χαμηλότερες από το κόστος παραγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και, κατ’ επέκταση, σε τιμές χαμηλότερες από εκείνες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(125)

Εάν λήξουν τα μέτρα, το γεγονός ότι οι εξαγωγείς της Λευκορωσίας, της Ρωσίας και της Ουκρανίας θα πρέπει να επανεισχωρήσουν στην κοινοτική αγορά και οι εξαγωγείς της Αλγερίας να ενισχύσουν τη θέση τους σε αυτή, ενδέχεται να υποστηρίξει την άποψη ότι υπάρχουν πιθανότητες οι εν λόγω παραγωγοί να χρεώσουν χαμηλότερες τιμές από τον ΚΚΠ για να επανακτήσουν το απολεσθέν μερίδιο αγοράς τους ή να διευρύνουν την πελατεία τους.

(126)

Η EFIA και μερικοί παραγωγοί εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι το χαμηλότερο κόστος παραγωγής δεν μπορεί να θεωρηθεί στοιχείο βάσει του οποίου να αποδεικνύεται η πιθανότητα επανάληψης της ζημιάς. Επίσης, υποστηρίχτηκε ότι η δυνατότητα μείωσης των τιμών δεν είναι βάσιμο νομικό στοιχείο βάσει του οποίου να μπορεί να αποδειχθεί αν επαναληφθεί η ζημιά ή όχι. Η Αλγερία χρέωσε τιμές υψηλότερες από τις κοινοτικές τιμές και η Λευκορωσία, η Ρωσία και η Ουκρανία δεν εξήγαγαν στην Κοινότητα καθόλου το 2004 και κατά την ΠΕΕ, και οι τιμές που χρέωναν σε τρίτες χώρες ήταν υψηλότερες από τις κοινοτικές τιμές, οι οποίες θεωρούνται ότι δεν προκαλούν ζημιά. Σύμφωνα με την EFIA, αυτά τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν βασίζονται στο χαμηλότερο κόστος φυσικού αερίου όταν καθορίζουν τις χαμηλότερες τιμές αλλά, αντίθετα, χρεώνουν υψηλότερες τιμές και αποσκοπούν να μεγιστοποιήσουν το περιθώριό τους για κέρδη.

(127)

Η λογική με την οποία διαπιστώνεται η πιθανότητα επανάληψης της ζημίας βασίζεται στο κατά πόσον η εκπνοή των μέτρων θα δημιουργούσε τις συνθήκες που θα ευνοούσαν την επανάληψη της ζημίας. Αφενός, πρέπει πρώτα να σημειωθεί ότι, όπως αναγνωρίζουν τα μέρη, οι παραγωγοί-εξαγωγείς στις οικείες χώρες επωφελούνται από χαμηλές τιμές φυσικού αερίου, γεγονός που τους επιτρέπει να εφαρμόζουν χαμηλότερες τιμές από τις κοινοτικές. Αφετέρου, η έρευνα έδειξε ότι οι εξαγωγές τους κατά την ΠΕΕ αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ. Αυτή η πρακτική τιμολόγησης εξετάστηκε από την πλευρά: i) της σημαντικής πλεονάζουσας εξαγωγικής ικανότητας των εξαγωγέων, και ii) του κατά πολύ χαμηλότερου κόστους παραγωγής τους. Το πρώτο σημείο δείχνει ότι έχουν ισχυρά κίνητρα να βρουν αγορές για να διοχετεύσουν την παραγωγή τους. Το δεύτερο σημείο δείχνει την ικανότητά τους να εφαρμόζουν σε μεγάλο βαθμό χαμηλότερες τιμές από τις κοινοτικές, προκειμένου να πετύχουν τους στόχους τους σε όγκο πωλήσεων.

(128)

Αναφορικά με τις τιμές, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι τα τελευταία δύο έτη της υπό εξέτασης περιόδου, οι ευνοϊκές συνθήκες της αγοράς διατήρησαν τις τιμές σε πολύ υψηλά επίπεδα, ανεξάρτητα από τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ. Πράγματι, στη διάρκεια αυτής της περιόδου, η λεπτή ισορροπία μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης σε παγκόσμιο επίπεδο οδήγησε σε αύξηση των τιμών για όλα τα αζωτούχα λιπάσματα. Τα διαλύματα ΟΝΑ είναι, όπως τα άλλα αζωτούχα λιπάσματα, ένα εμπόρευμα η τιμολόγηση του οποίου επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες όπως οι ευμετάβλητες τιμές φυσικού αερίου που έχουν σημαντικές συνέπειες στην προσφορά επειδή είναι το σημαντικότερο στοιχείο κόστους και οι καιρικές συνθήκες, επειδή οι σοδειές και τα επίπεδα αποθήκευσης των σιτηρών καθορίζουν κατά πόσον η ζήτηση θα είναι αυξημένη ή μειωμένη. Λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την κοινοτική αγορά, η ζήτηση των αζωτούχων λιπασμάτων αναμένεται να μειωθεί ελαφρώς τα επόμενα χρόνια (7). Η διατήρηση τέτοιων υψηλών τιμών εξαρτάται συνεπώς από την περιορισμένη προσφορά, η οποία ωστόσο είναι εξαιρετικά απίθανη, όπως έδειξε η έρευνα, δεδομένης της πλεονάζουσας εξαγωγικής ικανότητας των οικείων χωρών και της πιθανότητας στροφής των εξαγωγών τους σε τρίτες χώρες κατά την ΠΕΕ σε περίπτωση εκπνοής των μέτρων. Το σενάριο αυτό θα οδηγήσει πιθανότητα τους παραγωγούς-εξαγωγείς να εφαρμόσουν χαμηλότερες τιμές από τις κοινοτικές, προκειμένου να κερδίσουν ένα μερίδιο της αγοράς και να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις για τον όγκο των εξαγωγών. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ο κοινοτικός κλάδος θα είναι αναγκασμένος να μειώσει τις τιμές του σε επίπεδο ίσο ή και χαμηλότερο από το κόστος παραγωγής δεδομένου του επίμονα υψηλού κόστους του φυσικού αερίου ή να χάσει ένα σημαντικό τμήμα της αγοράς και συνεπώς του εισοδήματος ή και τα δύο. Δεν είναι καθόλου πιθανή η αύξηση των εξαγωγών στην αμερικανική αγορά για τους λόγους που θα αναφερθούν στην αιτιολογική σκέψη 135. Συνεπώς, η πτώση των γενικών επιδόσεων του κοινοτικού κλάδου θα είναι αναπόφευκτα η συνέπεια της κατάργησης των μέτρων.

(129)

Σχετικά με το επιχείρημα της μεγιστοποίησης του κέρδους, πρέπει να σημειωθεί ότι βασίζεται στη διαφορά της θετικής τιμής που παρατηρήθηκε κατά την υπό εξέταση περίοδο μεταξύ της αμερικανικής και της κοινοτικής αγοράς, η οποία, ωστόσο, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως στοιχείο για την εκτίμηση των μελλοντικών τιμών ενός ιδιαίτερα ευμετάβλητου εμπορεύματος όπως τα διαλύματα ΟΝΑ. Με βάση τα παραπάνω, ορίστηκε ότι υπάρχει υψηλός κίνδυνος επανάληψης της ζημίας σε περίπτωση κατάργησης των μέτρων, και, ως εκ τούτου, το επιχείρημα απορρίφθηκε.

4.3.   Αντίκτυπος στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής των προβλεπόμενων όγκων εξαγωγών και αντίκτυπός τους στις τιμές στην περίπτωση κατάργησης των μέτρων

4.3.1.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις — Όροι ανταγωνισμού

(130)

Τα διαλύματα ΟΝΑ είναι υγρό λίπασμα για τη χορήγηση αζώτου στις γεωργικές καλλιέργειες. Χρησιμοποιείται κυρίως ως λίπασμα πριν από τη σπορά για αροτραίες καλλιέργειες, οι οποίες συνήθως χρειάζονται ΟΝΑ κατά την άνοιξη. Τα διαλύματα ΟΝΑ έχουν περιορισμένη δυνατότητα εναλλαγής με τα άλλα αζωτούχα λιπάσματα, λόγω του ότι οι γεωργοί χρησιμοποιούν διαφορετικό εξοπλισμό για τη διασπορά τους στις καλλιέργειες και ότι μπορούν να αναμιχθούν με άλλα διαλύματα, όπως τα φυτοφάρμακα, για ενιαία χρήση. Συνεπώς, η ζήτηση χαρακτηρίζεται από εποχιακές αιχμές και είναι σχετικά ανελαστική.

(131)

Παρότι τα διαλύματα ΟΝΑ γενικά καταναλώνονται εποχιακά, ωστόσο παράγονται όλο το έτος, διότι αυτό είναι οικονομικά αποδοτικότερο από την παύση της παραγωγής. Ως αποτέλεσμα, οι κοινοτικοί παραγωγοί διαθέτουν μεγάλα αποθέματα το φθινόπωρο και τον χειμώνα. Οι μαζικές εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος σε συμπιεσμένες τιμές την άνοιξη και το καλοκαίρι θα έχουν πιθανότατα σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, καθώς πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ασταθές εμπόρευμα, για το οποίο οι τιμές καθορίζονται σε εβδομαδιαία βάση.

4.3.2.   Εξαγωγές από τις υπό εξέταση χώρες

(132)

Δεδομένης της απουσίας εξαγωγών από τις υπό εξέταση χώρες πλην της Αλγερίας κατά την ΠΕΕ, η ανάλυση εστιάζεται στην πιθανότητα μεταστροφής των εξαγωγών από άλλες χώρες προς την αγορά της Κοινότητας στο άμεσο μέλλον. Επιπλέον, πρέπει να αναλυθεί η πιθανή εξέλιξη των τιμών πώλησης των διαλυμάτων ΟΝΑ.

(133)

Όσον αφορά την πιθανή εξέλιξη των εξαγωγών στην αγορά της Κοινότητας, πρέπει να σημειωθεί ότι οι εισαγωγές ΟΝΑ καταγωγής Λευκορωσίας, Ρωσίας και Ουκρανίας στην αγορά των ΗΠΑ υπόκεινται σε μέτρα αντιντάμπινγκ, μέχρι την κατάργηση των μέτρων αυτών τον Απρίλιο του 2003. Στον κατωτέρω πίνακα παρουσιάζεται η εξέλιξη των εξαγωγών των τριών αυτών χωρών στην αγορά των ΗΠΑ από το 2003 και εξής:

Εξαγωγές στην αγορά των ΗΠΑ από:

2003 (8)

2004

ΠΕΕ (9)

Λευκορωσία (σε τόνους)

156 596

244 526

227 772

Ρωσία (σε τόνους)

179 993

614 395

699 100

Ουκρανία (σε τόνους)

111 321

103 440

145 828

Σύνολο σε τόνους

447 910

962 361

1 072 700

Πηγή: «Foreign Trade Statistics», published by the U.S. Census Bureau.

(134)

Σε αυτή τη βάση, διαπιστώθηκε ότι οι χώρες αυτές αύξησαν σημαντικά τον όγκο των εξαγωγών τους από το 2003 έως το 2004. Ειδικότερα στην περίπτωση της Ρωσίας, ο όγκος των εξαγωγών αυξήθηκε από 180 χιλιάδες τόνους το 2003 σε περίπου 600 χιλιάδες τόνους το 2004, δηλαδή υπερτριπλασιάστηκε. Οι εμπορικές αυτές στατιστικές δείχνουν ότι αυτή η απότομη και μεγάλη αύξηση στον όγκο των εξαγωγών από τις χώρες αυτές στις ΗΠΑ σταμάτησε κατά την ΠΕΕ, ενώ η αύξηση σε σχέση με το 2004 δεν ήταν τόσο μεγάλη (11 %). Η σταθεροποίηση του συλλογικού όγκου των εξαγωγών στην αγορά των ΗΠΑ ύψους 1 εκατομμυρίου τόνων περίπου επιβεβαιώθηκε από τις επιδόσεις των εξαγωγών των χωρών αυτών μετά την ΠΕΕ.

(135)

Ο λόγος για αυτή τη σταθεροποίηση περιγράφηκε λεπτομερώς στην τελική έκθεση των ΗΠΑ για την έρευνα αντιντάμπινγκ για τις εισαγωγές ΟΝΑ από τη Λευκορωσία, τη Ρωσία και την Ουκρανία (10). Στην έκθεση αυτή, αναφέρεται ρητά ότι το υψηλό επίπεδο των δαπανών των ηπειρωτικών μεταφορών συνεπάγεται ότι η αγορά των εισαγωγών περιορίζεται εικονικά στις παράκτιες περιοχές και ότι οι δαπάνες αυτές καθιστούν τις τελικές πωλήσεις των εισαγόμενων ΟΝΑ σε πολλές περιοχές των ΗΠΑ, συμπεριλαμβάνοντας τις πολιτείες «farm belt» που έχουν υψηλή κατανάλωση ΟΝΑ, υπερβολικά δαπανηρές σε σχέση με τα διαλύματα ΟΝΑ που παράγονται σε τοπικό επίπεδο. Με άλλα λόγια, το μέγεθος της αμερικανικής αγοράς όσον αφορά τις εισαγωγές είναι περιορισμένο, και οι πλέον σημαντικές περιοχές σε επίπεδο κατανάλωσης παραμένουν κλειστές στις εισαγωγές λόγω της γεωγραφικής τους θέσης. Λόγω της παρατηρούμενης σταθεροποίησης των εισαγωγών από τη Λευκορωσία, τη Ρωσία και την Ουκρανία, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 134, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η αμερικανική αγορά δεν μπορεί να απορροφήσει όγκους εισαγωγών σημαντικά μεγαλύτερους από τους καταγεγραμμένους στην ΠΕΕ.

(136)

Σε αυτό το πλαίσιο και υπό το πρίσμα της σχετικής εγγύτητας της κοινοτικής αγοράς, μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να στραφεί στην αγορά της Κοινότητας σημαντικός όγκος πωλήσεων ή πλεονάζουσα ικανότητα από τις υπό εξέταση χώρες, εάν επιτραπεί η λήξη των μέτρων. Δεδομένου του χαμηλότερου μεταφορικού κόστους σε σύγκριση με τις εξαγωγές στην αγορά των ΗΠΑ, οι τιμές εξαγωγής τους ενδέχεται να είναι σημαντικά χαμηλότερες από εκείνες που επικρατούν στην αγορά των ΗΠΑ. Επιπλέον, όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις (50), (54) και (63) ανωτέρω, διαπιστώθηκε πως οι πωλήσεις των συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων στην αγορά των ΗΠΑ γίνονταν σε τιμές χαμηλότερες από τις αντίστοιχες κανονικές αξίες.

4.3.3.   Αντίκτυπος των πλεοναζουσών ικανοτήτων

(137)

Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η εγχώρια αγορά του υπό εξέταση προϊόντος στην Αλγερία είναι μηδαμινή και ότι σχεδόν όλη η ικανότητα παραγωγής αποσκοπεί στις εξαγωγές. Επιπλέον, η έρευνα έδειξε ότι η τρέχουσα πλεονάζουσα ικανότητα των αλγερινών παραγωγών αντιπροσωπεύει το 10 % έως 20 % της κατανάλωσης στην αγορά της Κοινότητας. Η συνολική πλεονάζουσα ικανότητα της Αλγερίας αυτή τη στιγμή εκτιμάται περίπου από 30 000 έως 350 000 τόνους.

(138)

Με δεδομένη ιδιαίτερα την εγγύτητα της αγοράς της Κοινότητας, είναι πολύ πιθανόν, εάν επιτραπεί η λήξη των μέτρων, να χρησιμοποιηθεί αυτή η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα για την παραγωγή του υπό εξέταση προϊόντος με σκοπό την εξαγωγή στην Κοινότητα (όπου η Αλγερία έχει μόνον μερίδιο 4,8 % στην αγορά). Ο αναμενόμενος μεγάλος όγκος παραγωγής θα είχε πιθανότατα τιμές ντάμπινγκ και θα προκαλούσε ζημία στους κοινοτικούς παραγωγούς.

(139)

Όπως διαπιστώθηκε, υπάρχει μια ταχύτατα μεγεθυνόμενη αγορά, στην οποία ο μοναδικός παραγωγός πωλεί τα δύο τρίτα τις παραγωγής του. Επιπλέον, το 2004 και στην ΠΕΕ δεν γίνονταν εξαγωγές στην Κοινότητα, ενώ οι εξαγωγές στις ΗΠΑ έχουν μειωθεί παρά την απουσία μέτρων αντιντάμπινγκ και τις ευνοϊκές συνθήκες της αγοράς.

(140)

Εάν επιτραπεί η λήξη των μέτρων, είναι πολύ πιθανό η κατάσταση της Λευκορωσίας να αλλάξει ριζικά. Δεδομένου ότι η εγχώρια τιμή «της αγοράς» ήταν χαμηλότερη από το ήμισυ της τιμής στην Κοινότητα κατά την ΠΕΕ, μια ορθολογική οικονομική απόφαση θα μπορούσε να οδηγήσει τον λευκορώσο παραγωγό να μεταστρέψει σημαντικές ποσότητες που αυτή τη στιγμή πωλούνται στην εγχώρια αγορά προς την αγορά της Κοινότητας σε τιμές ντάμπινγκ. Το πιθανό αποτέλεσμα θα ήταν η επανάληψη της ζημίας από τους μεγάλους όγκους εισαγωγών σε χαμηλές τιμές από τη Λευκορωσία.

(141)

Η εγχώρια αγορά της Ρωσίας είναι σχετικά μικρή σε σύγκριση με την πλεονάζουσα ικανότητά της, η οποία, όπως αναφέρθηκε ήδη στην αιτιολογική σκέψη 66 ανωτέρω, ανέρχεται σε 600 000 έως 700 000 τόνους και μπορεί μάλιστα να αυξηθεί σημαντικά εάν προστεθεί η ικανότητα των μη συνεργασθέντων παραγωγών ή η ικανότητα που χρησιμοποιείται αυτή τη στιγμή για την παραγωγή και την εξαγωγή ουρίας και νιτρικού αμμωνίου, δηλαδή των δύο άλλων αζωτούχων λιπασμάτων.

(142)

Από την άποψη αυτή, αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι αυτή τη στιγμή η Κοινότητα επιβάλλει μέτρα εμπορικής άμυνας στις εισαγωγές προϊόντων που βρίσκονται στα πρώτα στάδια παραγωγής, και πιο συγκεκριμένα της στερεάς ουρίας και του στερεού νιτρικού αμμωνίου, από τη Ρωσία (11). Όσον αφορά τα μέτρα για την ουρία, αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε εξέλιξη έρευνα η οποία διενεργείται στο πλαίσιο επανεξέτασης ενόψει της λήξης των μέτρων (12). Παράλληλα εξελίσσεται και μια έρευνα ενδιάμεσης επανεξέτασης σχετικά με τα μέτρα για το νιτρικό αμμώνιο (13), η οποία περιορίζεται σε έναν σημαντικό ρώσο παραγωγό-εξαγωγέα. Συνεπώς, ανάλογα με την τελική έκβαση αυτών των ερευνών επανεξέτασης, υπάρχει κίνδυνος αλλαγής της παραγωγής από τα εν λόγω προϊόντα στα διαλύματα ΟΝΑ, γεγονός το οποίο θα μπορούσε να επιφέρει περαιτέρω ουσιαστική αύξηση της εκτιμώμενης πλεονάζουσας ικανότητας των ρώσων παραγωγών.

(143)

Δεδομένων των ανωτέρω, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να ξεκινήσουν εκ νέου οι εξαγωγές στην Κοινότητα, εάν επιτραπεί η λήξη των μέτρων. Ο όγκος αυτών των εισαγωγών μπορεί, με συντηρητική εκτίμηση, να τοποθετηθεί περίπου στο 20 % της κοινοτικής αγοράς, λαμβανομένης υπόψη, αφενός, της κατανάλωσης σε αυτήν την αγορά (βλ. αιτιολογική σκέψη 86) και, αφετέρου, της τρέχουσας πλεονάζουσας ικανότητας στη Ρωσία. Δεδομένων των ιδιαίτερα χαμηλών τιμών για φυσικό αέριο που καταβάλλονται από τους ρώσους παραγωγούς και του επακόλουθου πλεονεκτήματος τιμολόγησης για το υπό εξέταση προϊόν, οι εισαγωγές αυτές πιθανότατα θα προκαλούσαν σοβαρή ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(144)

Μεταξύ των υπό εξέταση χωρών, η Ουκρανία είναι αυτή τη στιγμή η χώρα με τη μεγαλύτερη πλεονάζουσα ικανότητα, η οποία κατ’ εκτίμηση κυμαίνεται από 700 000 έως 800 000 τόνους. Μόνον η τρέχουσα πλεονάζουσα ικανότητά της αντιπροσωπεύει περίπου το 20 % της κοινοτικής κατανάλωσης.

(145)

Απουσία σημαντικής εγχώριας αγοράς και δεδομένης της εγγύτητας της αγοράς της Κοινότητας, είναι πιθανόν, εάν λήξουν τα μέτρα, να κατευθυνθούν μαζικές εξαγωγές στην κοινοτική αγορά. Όπως υποστηρίχθηκε ανωτέρω, οι εξαγωγές αυτές θα γίνουν σε επίπεδα ντάμπινγκ, προκαλώντας επομένως σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

4.4.   Συμπέρασμα όσον αφορά την πιθανότητα επανάληψης της ζημίας

(146)

Δεδομένων, αφενός, των τεχνητά χαμηλών τιμών που πληρώνουν οι παραγωγοί στις υπό εξέταση χώρες για το φυσικό αέριο ως βασική πρώτη ύλη και, αφετέρου, του αντικτύπου που αυτό έχει στο κόστος παραγωγής των διαλυμάτων ΟΝΑ, είναι πιθανόν, εάν επιτραπεί η λήξη των μέτρων, οι παραγωγοί στις υπό εξέταση χώρες να έχουν τη δυνατότητα να εξάγουν το υπό εξέταση προϊόν σε τιμές χαμηλότερες από το κόστος παραγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(147)

Όλες οι υπό εξέταση χώρες πλην της Λευκορωσίας διαθέτουν πλεονάζουσα ικανότητα, η οποία θα μπορούσε να κατευθυνθεί στην αγορά της Κοινότητας, εάν έληγαν τα μέτρα. Όσον αφορά τη Λευκορωσία, δεδομένου του μεγάλου όγκου πωλήσεων στην εγχώρια αγορά της σε τιμές πολύ χαμηλότερες από εκείνες που επικρατούσαν στην κοινοτική αγορά κατά την ΠΕΕ, είναι πολύ πιθανόν τουλάχιστον μέρος των πωλήσεων αυτών να μεταστραφεί στην αγορά της Κοινότητας, εάν λήξουν τα μέτρα. Το χαμηλότερο κόστος των μεταφορών για πωλήσεις στην Κοινότητα σε σύγκριση με τις ΗΠΑ θα μπορούσε επίσης να ευνοήσει τη μεταστροφή των πωλήσεων στην αγορά της Κοινότητας. Επιπλέον, όπως καταδείχθηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 132 έως 136, είναι πιθανόν και οι τέσσερις χώρες να μεταστρέψουν μέρος των εξαγωγών τους, που σήμερα προορίζουν για άλλες χώρες, στην Κοινότητα, εάν τα ισχύοντα μέτρα καταργηθούν.

(148)

Η EFIA και μερικοί παραγωγοί-εξαγωγείς υποστήριξαν ότι η υπόθεση της μεταστροφής της παραγωγής από την ουρία και το νιτρικό αμμώνιο στα διαλύματα ΟΝΑ αγνοεί την βασική οικονομική πραγματικότητα ότι οι παραγωγείς δεν μπορούν απλά να αλλάξουν παραγωγή χωρίς πρόσθετες επενδύσεις. Επιπλέον, ισχυρίστηκαν ότι οι παραγωγοί δεν θα εγκαταλείψουν πιο επικερδή προϊόντα μόνο και μόνο επειδή καταργούνται τα μέτρα αντιντάμπινγκ για ένα λιγότερο επικερδές προϊόν.

(149)

Λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσθετες επενδύσεις που απαιτούνται, πρέπει να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι μεγάλοι εξαγωγείς αζωτούχων λιπασμάτων δραστηριοποιούνται στην κάθετη παραγωγή και γι’αυτό η απόφαση για την παραγωγή/εξαγωγή ενός προϊόντος εξαρτάται κυρίως από τις συνθήκες της αγοράς. Όσον αφορά τα επικερδή προϊόντα, οι παραγωγοί, πράγματι, θα στραφούν στα πλέον επικερδή. Σε αυτό το πλαίσιο, τα μέτρα αντιντάμπινγκ διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην απόφασή τους, καθώς αυτό καταδεικνύεται από τη σημαντική αύξηση των εξαγωγών ΟΝΑ με πρακτικές ντάμπινγκ στην αμερικανική αγορά το 2004 και την περίοδο ΠΕΕ, δηλαδή μετά την κατάργηση των μέτρων αντιντάμπινγκ στις ΗΠΑ το 2003. Κατά συνέπεια, οι υγιείς οικονομικές αποφάσεις των παραγωγών-εξαγωγέων πιθανότατα θα τους οδηγήσουν σε αλλαγή από το ένα προϊόν στο άλλο, με σκοπό να διατηρήσουν ή να αυξήσουν τις συνολικές πωλήσεις αζωτούχων λιπασμάτων και τα σχετικά κέρδη τους. Σε αυτή τη βάση, απορρίφθηκαν τα παραπάνω επιχειρήματα.

(150)

Τα ανωτέρω οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, εάν λήξουν τα μέτρα, οι εξαγωγές από τις υπό εξέταση χώρες πιθανότατα θα αυξηθούν σημαντικά, ενώ οι τιμές τους θα είναι χαμηλότερες από εκείνες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, δεδομένου του στρεβλωμένου και τεχνητά χαμηλού κόστους παραγωγής τους. Αυτό, κατά πάσα πιθανότητα, θα είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της τάσης συμπίεσης των τιμών στην αγορά, με αναμενόμενο αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Ειδικότερα, αυτό θα εμπόδιζε την οικονομική ανάκαμψη που είχε επιτευχθεί το 2004 και κατά την ΠΕΕ, με αποτέλεσμα την πιθανή επανάληψη της ζημίας. Με άλλα λόγια, όσο περισσότερο οι συνθήκες της αγοράς αποκτούν καθοδικές τάσεις, τόσο περισσότερο έντονη μπορούμε να αναμένουμε ότι θα είναι η συμπίεση των τιμών από τις υπό εξέταση χώρες, ιδίως εάν ληφθούν υπόψη οι σημαντικές διαφορές τους σε κόστος παραγωγής και σε πλεονάζουσα ικανότητα.

E.   ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

1.   Εισαγωγή

(151)

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε κατά πόσο η διατήρηση των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ αντίκειται στο συμφέρον της Κοινότητας συνολικά. Ο καθορισμός του συμφέροντος της Κοινότητας βασίστηκε σε εκτίμηση όλων των διαφόρων εμπλεκόμενων συμφερόντων.

(152)

Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι, στην αρχική έρευνα, είχε θεωρηθεί ότι η θέσπιση μέτρων ήταν προς το συμφέρον της Κοινότητας. Επιπλέον, το γεγονός ότι η παρούσα έρευνα αποτελεί επανεξέταση, που αναλύει μια κατάσταση στην οποία έχουν ήδη εφαρμοστεί μέτρα αντιντάμπινγκ, επιτρέπει την αξιολόγηση των ενδεχόμενων αθέμιτων αρνητικών επιπτώσεων που είχαν στα ενδιαφερόμενα μέρη τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ.

(153)

Βάσει αυτών, εξετάστηκε κατά πόσον, παρά τα συμπεράσματα σχετικά με την πιθανότητα επανάληψης του ζημιογόνου ντάμπινγκ, υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι που θα οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι η διατήρηση μέτρων στην παρούσα περίπτωση αντίκειται στο συμφέρον της Κοινότητας.

2.   Το συμφέρον της κοινοτικής βιομηχανίας

(154)

Έχει αποδειχθεί ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είναι δομικά βιώσιμος. Αυτό επιβεβαιώθηκε από τη θετική εξέλιξη της οικονομικής του κατάστασης που παρατηρήθηκε μετά την επιβολή των μέτρων αντιντάμπινγκ το 2000. Ειδικότερα, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής βελτίωσε την κατάσταση των κερδών του μεταξύ του 2002 και της ΠΕΕ.

(155)

Αναμένεται ευλόγως ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα εξακολουθήσει να επωφελείται από τα μέτρα που έχουν επιβληθεί και ότι θα ανακάμψει περαιτέρω, αντιστρέφοντας την καθοδική τάση του μεριδίου αγοράς του και βελτιώνοντας την αποδοτικότητά του. Εάν δεν διατηρηθούν τα μέτρα, είναι πιθανόν να σημειωθούν αυξημένες εισαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ από τις υπό εξέταση χώρες, γεγονός που θα προκαλέσει ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής εφόσον θα ασκήσει καθοδική πίεση στις τιμές των πωλήσεων, ζημιώνοντας έτσι την επί του παρόντος θετική αλλά ακόμα ευάλωτη οικονομική του κατάσταση.

3.   Το συμφέρον των εισαγωγέων

(156)

Όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 10 ανωτέρω, μόνον ένας εισαγωγέας δήλωσε την προθυμία του να συμπεριληφθεί στο δείγμα και παρείχε τις βασικές πληροφορίες που ζητούνταν στο έντυπο δειγματοληψίας. Ωστόσο, όταν η Επιτροπή απέστειλε το πλήρες ερωτηματολόγιο στον εν λόγω εισαγωγέα, αυτός την ενημέρωσε ότι δεν επιθυμούσε πλέον να συνεργαστεί στο πλαίσιο της έρευνας.

(157)

Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι στην αρχική έρευνα είχε διαπιστωθεί, αφενός, ότι ο αντίκτυπος της επιβολής μέτρων δεν θα ήταν σημαντικός, εφόσον οι εισαγωγές θα εξακολουθούσαν ακόμα και σε μη επιζήμιες τιμές και, αφετέρου, ότι, κατά γενικό κανόνα, οι εισαγωγείς δεν εμπορεύονταν μόνον ΟΝΑ αλλά, σε σημαντικό βαθμό, και άλλα λιπάσματα. Όσον αφορά την υπόθεση ότι οι εισαγωγές θα συνεχίζονταν, αυτό επιβεβαιώθηκε μόνον από τις εισαγωγές από την Αλγερία, όπου υπάρχει ανάληψη υποχρέωσης για έναν παραγωγό-εξαγωγέα. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ορισμένοι εισαγωγείς μπορεί όντως να έχουν υποστεί αρνητικές συνέπειες από την επιβολή μέτρων, όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 66 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 617/2000 της Επιτροπής (14). Εντούτοις, η έρευνα δεν έδειξε ότι ορισμένοι εισαγωγείς έπαυσαν εντελώς τις δραστηριότητές τους, αλλά ότι μάλλον εστιάστηκαν σε διαφορετικά λιπάσματα από τα προβλεπόμενα. Έτσι, συνολικά, η επιβολή μέτρων φαίνεται πως είχε περιορισμένο αντίκτυπο στην πλειονότητα των εισαγωγέων/εμπόρων.

(158)

Απουσία συνεργασίας των εισαγωγέων, δεν υπάρχουν αξιόπιστες πληροφορίες που να υποδηλώνουν ότι η διατήρηση των μέτρων θα έχει σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στους εισαγωγείς ή τους εμπόρους.

(159)

Η EFIA ισχυρίστηκε ότι η μη συνεργασία των εισαγωγέων δεν πρέπει να εκληφθεί ως έλλειψη ενδιαφέροντος από την πλευρά τους, αλλά ως απόρροια της άδικης κατάστασης, δεδομένων των σημαντικών πόρων που απαιτούνται από την έρευνα αντιντάμπινγκ σε σχέση με τους περιορισμένους πόρους τους λόγω του μικρού ή του μεσαίου μεγέθους των επιχειρήσεών τους. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι η έρευνα αγνόησε το σωρευτικό αποτέλεσμα για τους εισαγωγείς των πολυάριθμων μέτρων αντιντάμπινγκ για τα λιπάσματα και, κατά συνέπεια, παρέλειψε την εφαρμογή μιας δίκαιης ανάλυσης των συνεπειών για τους εισαγωγείς και τους αγρότες.

(160)

Με βάση τα παραπάνω, πρέπει να σημειωθεί ότι για τους εισαγωγείς που ασχολούνται με ένα ευρύ φάσμα λιπασμάτων, εκ των οποίων τα διαλύματα ΟΝΑ, υπάρχει η πιθανότητα προμήθειας διαφορετικών αζωτούχων λιπασμάτων από άλλες πηγές που δεν υπόκεινται επί του παρόντος σε μέτρα αντιντάμπινγκ. Συνεπώς, εξήχθη το συμπέρασμα ότι οποιαδήποτε αρνητική συνέπεια στους εισαγωγείς από τη συνέχιση των μέτρων δεν πρέπει να δικαιολογήσει υποχρεωτικά τη διακοπή των μέτρων.

4.   Τα συμφέροντα των χρηστών

(161)

Οι χρήστες των διαλυμάτων ΟΝΑ είναι γεωργοί της Κοινότητας. Η ζήτηση λιπασμάτων αζώτου φαίνεται σχετικά ανελαστική και οι γεωργοί τείνουν να αγοράζουν από τη φθηνότερη πηγή. Εξετάζοντας τις πιθανές συνέπειες της επιβολής των μέτρων στους χρήστες, η αρχική έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, λόγω των μικρών επιπτώσεων του κόστους του ΟΝΑ στους γεωργούς, η ενδεχόμενη αύξηση του κόστους αυτού δεν θα είχε σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο σε αυτούς. Το γεγονός ότι κανένας χρήστης ή ένωση χρηστών δεν παρείχε πληροφορίες που να αντικρούουν τα ανωτέρω συμπεράσματα στο πλαίσιο της τρέχουσας έρευνας επανεξέτασης τείνει να επιβεβαιώσει ότι: i) για τους γεωργούς αυτούς, τα διαλύματα ΟΝΑ αντιπροσωπεύουν πολύ μικρό μερίδιο του συνολικού κόστους παραγωγής· ii) τα ισχύοντα μέτρα δεν είχαν έως σήμερα ουσιαστικό αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική κατάστασή τους· και iii) η συνέχιση των μέτρων δεν θα επηρέαζε αρνητικά τα οικονομικά συμφέροντα των χρηστών.

5.   Συμπέρασμα όσον αφορά το συμφέρον της Κοινότητας

(162)

Για τους προαναφερόμενους λόγους, θεωρείται ότι δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι για τους οποίους δεν πρέπει να διατηρηθούν τα ισχύοντα μέτρα αντιντάμπινγκ.

ΣΤ.   ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(163)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό, βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η διατήρηση της ισχύος των υφιστάμενων μέτρων. Καθορίστηκε επίσης προθεσμία εντός της οποίας τα μέρη μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την κοινοποίηση.

(164)

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, όπως προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, τα μέτρα αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές ΟΝΑ, καταγωγής Αλγερίας, Λευκορωσίας, Ρωσίας και Ουκρανίας πρέπει να διατηρηθούν. Υπενθυμίζεται ότι αυτά τα μέτρα συνίστανται σε ειδικούς δασμούς, με εξαίρεση τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος που κατασκευάζεται και πωλείται προς εξαγωγή στην Κοινότητα από μια εταιρεία της Αλγερίας, για την οποία έγινε αποδεκτή η ανάληψη υποχρέωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μειγμάτων ουρίας και νιτρικού αμμωνίου σε υδατικά ή αμμωνιακά διαλύματα που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 3102 80 00, καταγωγής Αλγερίας, Λευκορωσίας, Ρωσίας και Ουκρανίας.

2.   Το ύψος του δασμού σε ευρώ ανά τόνο έχει ως εξής:

Χώρα

Κατασκευαστής

Ποσό δασμού (ανά τόνο)

Πρόσθετος κωδικός Taric

Αλγερία

Όλες οι εταιρείες

6,88 ευρώ

A999

Λευκορωσία

Όλες οι εταιρείες

17,86 ευρώ

Ρωσία

JSC Nevinnomyssky Azot

357030 Russian Federation

Stavropol region

Nevinnomyssk, Nizyaev st. 1

17,80 ευρώ

A176

Όλες οι άλλες εταιρείες

20,11 ευρώ

A999

Ουκρανία

Όλες οι εταιρείες

26,17 ευρώ

3.   Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τα εμπορεύματα έχουν υποστεί ζημίες πριν από τη θέση τους σε ελεύθερη κυκλοφορία και, επομένως, όταν η καταβληθείσα ή καταβλητέα τιμή υπολογίζεται αναλογικά για τον καθορισμό της τελωνειακής αξίας σύμφωνα με το άρθρο 145 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής (15), το ποσό του δασμού αντιντάμπινγκ, υπολογιζόμενο με βάση τα ανωτέρω ποσά, μειώνεται κατά ένα ποσοστό που αντιστοιχεί στην αναλογική κατανομή της πράγματι καταβληθείσας ή καταβλητέας τιμής.

4.   Παρά την παράγραφο 1, ο οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ δεν επιβάλλεται στις εισαγωγές που τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 2.

5.   Με την επιφύλαξη τυχόν διαφορετικής ρύθμισης, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

1.   Οι εισαγωγές οι οποίες διασαφίζονται για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στο πλαίσιο του ακόλουθου πρόσθετου κωδικού Taric, που παράγονται και εξάγονται απευθείας (δηλαδή αποστέλλονται και τιμολογούνται) από την κατωτέρω εταιρεία σε εταιρεία στην Κοινότητα, η οποία ενεργεί ως εισαγωγέας, εξαιρούνται του δασμού αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται με το άρθρο 1, υπό τον όρο ότι εισάγονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Χώρα

Εταιρεία

Πρόσθετος κωδικός Taric

Αλγερία

Fertalge Industries spa

12, Chemin AEK Gadouche

Hydra, Alger

A107

2.   Η απαλλαγή από το δασμό εξαρτάται από την υποβολή στις τελωνειακές υπηρεσίες των αντίστοιχων κρατών μελών έγκυρου τιμολογίου της ανάληψης υποχρέωσης που εκδίδεται από την εξάγουσα εταιρεία που πρέπει να περιλαμβάνει τις ουσιώδεις πληροφορίες που απαριθμούνται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Δεκεμβρίου 2006.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. KORKEAOJA


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2117/2005 (ΕΕ L 340 της 23.12.2005, σ. 17).

(2)  ΕΕ L 238 της 22.9.2000, σ. 15. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1675/2003 (ΕΕ L 238 της 25.9.2003, σ. 4).

(3)  ΕΕ C 312 της 17.12.2004, σ. 5.

(4)  ΕΕ C 233 της 22.9.2005, σ. 14.

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2117/2005, άρθρο 2.

(6)  Δεδομένων των αμελητέων ποσοτήτων, οι τιμές αυτές δεν μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστες.

(7)  Πηγή:«Global fertilisers and raw materials supply and supply/demand balances: 2005-2009», A05/71b, June 2005, International Fertiliser Industry Association (IFΙΑ).

(8)  Τα αριθμητικά στοιχεία καλύπτουν και τους τρεις πρώτους μήνες του 2003, δηλαδή την περίοδο κατά την οποία ίσχυαν ακόμα τα μέτρα.

(9)  Η ΠΕΕ λαμβάνεται υπόψη για λόγους σύγκρισης με τη συνολική ανάλυση.

Πηγή: «Foreign Trade Statistics», published by the U.S. Census Bureau.

(10)  «Urea Ammonium Nitrate Solutions From Belarus, Russia, and Ukraine — Investigations Nos 731 TA 1006, 1008 and 1009 (Final), Publication 3591», Απρίλιος 2003, U.S. International Trade Commission, σ. 25, V-4, V-5.

(11)  Ουρία: Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 901/2001 (ΕΕ L 127 της 8.5.2001, σ. 11). Νιτρικό αμμώνιο: Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 658/2002 (ΕΕ L 102 της 18.4.2002, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 945/2005 (ΕΕ L 160 της 23.6.2005, σ. 1).

(12)  ΕΕ C 105 της 4.5.2006, σ. 12.

(13)  ΕΕ C 300 της 30.11.2005, σ. 8.

(14)  EE L 75 της 24.3.2000, σ. 3.

(15)  ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 40.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στοιχεία που πρέπει να αναφέρονται στο έγκυρο τιμολόγιο που αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2:

1.

Ο πρόσθετος κωδικός Taric βάσει του οποίου γίνεται ο εκτελωνισμός των εμπορευμάτων του τιμολογίου στα σύνορα της Κοινότητας (όπως ορίζεται στον κανονισμό).

2.

Η ακριβής περιγραφή των εμπορευμάτων, στην οποία περιλαμβάνεται:

ο κωδικός ΣΟ,

η περιεκτικότητα του προϊόντος σε άζωτο («Ν») (επί τοις %),

η ποσότητα (σε τόνους),

3.

Η περιγραφή των όρων πώλησης, στην οποία περιλαμβάνονται και τα εξής:

η τιμή ανά τόνο,

οι εφαρμοστέοι όροι πληρωμής,

οι εφαρμοστέοι όροι παράδοσης,

οι συνολικές εκπτώσεις και μειώσεις.

4.

Το ονοματεπώνυμο του μη συνδεδεμένου εισαγωγέα για τον οποίο εκδίδεται το τιμολόγιο απευθείας από την εταιρεία.

5.

Το ονοματεπώνυμο του υπαλλήλου της εταιρείας που εξέδωσε το τιμολόγιο ανάληψης υποχρέωσης και η ακόλουθη υπογεγραμμένη δήλωση:

«Ο υπογραμμένος πιστοποιώ ότι η πώληση για άμεση εξαγωγή στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα των αγαθών που καλύπτονται από το παρόν τιμολόγιο, πραγματοποιείται στο πλαίσιο και με τους όρους της ανάληψης υποχρέωσης που προτάθηκε από [εταιρεία], και έγινε αποδεκτή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 617/2000. Δηλώνω ότι τα στοιχεία που αναγράφονται στο παρόν τιμολόγιο είναι πλήρη και ακριβή.»


Top