EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52014AE4458

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Πρόγραμμα ελέγχου της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας της νομοθεσίας (REFIT) — Τρέχουσα κατάσταση και προοπτικές» [COM(2014) 368 final]

ΕΕ C 230 της 14.7.2015, p. 66–71 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

14.7.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 230/66


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Πρόγραμμα ελέγχου της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας της νομοθεσίας (REFIT) — Τρέχουσα κατάσταση και προοπτικές»

[COM(2014) 368 final]

(2015/C 230/10)

Εισηγητής:

ο κ. Denis MEYNENT

Την 1η Οκτωβρίου 2014 και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα

«Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών- Πρόγραμμα ελέγχου της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας της νομοθεσίας (REFIT) — Τρέχουσα κατάσταση και προοπτικές»

COM(2014) 368 final.

Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 19 Νοεμβρίου 2014.

Κατά την 503η σύνοδο ολομέλειας, της 10ης και 11ης Δεκεμβρίου 2014 (συνεδρίαση της 10ης Δεκεμβρίου 2014), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 136 ψήφους υπέρ, 2 κατά και 4 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1.

Η ΕΟΚΕ λαμβάνει γνώση της προόδου που έχει σημειωθεί σχετικά με την εκτέλεση του προγράμματος REFIT που κατάρτισε η Επιτροπή. Εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Επιτροπή προσπαθεί να βελτιώσει τη διαδικασία και τα μέσα του προγράμματος. Υπενθυμίζει σχετικά παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της (1):

1.2.

Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της ελάττωσης των γραφειοκρατικών διατυπώσεων που επιβαρύνουν τις μικρές, μεσαίες και πολύ μικρές επιχειρήσεις, κάθε φορά που μπορούν να επιτευχθούν με απλούστερο τρόπο οι στόχοι και οι σκοποί για τους οποίους θεσπίστηκαν οι διατάξεις αυτές. Υπενθυμίζει, επίσης ότι προϋπόθεση για μία χρηστή δημόσια διακυβέρνηση είναι η διάθεση κατάλληλων και σημαντικών δεδομένων και πληροφοριών για την υλοποίηση, τον έλεγχο και την αξιολόγηση των πολιτικών.

1.3.

Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι σκοπός της αρχής της προτεραιότητας στις μικρές επιχειρήσεις δεν είναι, και δεν μπορεί να είναι, η εξαίρεση των πολύ μικρών οντοτήτων και των ΜΜΕ από την εφαρμογή της νομοθεσίας. Εκείνο που προέχει κατά τη διαμόρφωση της νομοθεσίας είναι να ισχύει και για πολύ μικρές δομές, χωρίς αυτό να επηρεάζει την επίτευξη του στόχου που έχει τεθεί μέσω της νομοθεσίας.

1.3.1.

Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει ότι η εφαρμογή αυτής της αρχής δεν μπορεί να έρχεται σε αντίφαση με το γενικό συμφέρον, κατά την έννοια του οποίου οι πολίτες, οι εργαζόμενοι και οι καταναλωτές πρέπει να προστατεύονται από τους κινδύνους που διατρέχουν.

1.4.

Η ΕΟΚΕ θεωρεί ιδιαίτερα ανησυχητικές τις διαπιστώσεις σχετικά με τις ελλείψεις των αναλύσεων κοινωνικού ή περιβαλλοντικού αντίκτυπου, καθώς και σχετικά με τη συνέχεια που δίνεται στις διαβουλεύσεις. Καλεί την Επιτροπή να επιδείξει μεγαλύτερη διαφάνεια και να αναφέρει τους λόγους για τους οποίους μία διάταξη ή πρόταση διάταξης υποβάλλεται σε ανάλυση αντίκτυπου ή/και σε ανάλυση, ή εξαιρείται από την ανάλυση αυτή.

1.5.

Η ΕΟΚΕ ζητεί από την Επιτροπή να εξασφαλίσει ολοκληρωμένη και ισορροπημένη ανάλυση της οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής πτυχής. Είναι πεπεισμένη ότι οι στόχοι που επιδιώκει η Επιτροπή δεν μπορούν να επιτευχθούν παρά μόνον εφόσον ληφθούν υπόψη όλες οι πτυχές αυτές καθώς και οι ανησυχίες όλων των εμπλεκόμενων μερών.

1.6.

Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι μία έξυπνη νομοθεσία δεν απαλλάσσει από την υποχρέωση τήρησης της νομοθεσίας σχετικά με την προστασία των πολιτών, των καταναλωτών και των εργαζομένων, των κανόνων σχετικά με την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών ή των περιβαλλοντικών προδιαγραφών και δεν μπορεί να εμποδίζει την επιδίωξη βελτιώσεων.

1.7.

Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, κάθε έξυπνη νομοθεσία οφείλει να σέβεται την κοινωνική διάσταση της εσωτερικής αγοράς, όπως προβλέπεται στη Συνθήκη, ιδίως όσον αφορά τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο των συμφωνιών που έχουν αποτελέσει το αντικείμενο διαπραγματεύσεων στα πλαίσια του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου.

1.8.

Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να συνεκτιμήσει καλύτερα τις απόψεις που εκφράζονται κατά τις διαβουλεύσεις και να αναφέρει τον τρόπο με τον οποίο λήφθηκαν υπόψη ή τους λόγους για τους οποίους αυτό δεν έγινε. Γενικότερα, συνιστά στην Επιτροπή να διαρθρώσει καλύτερα τις διαβουλεύσεις, ειδικά σε θεσμική και αντιπροσωπευτική βάση, αξιοποιώντας τα μέσα που διαθέτουν τα αντιπροσωπευτικά συμβουλευτικά όργανα ή τα ισοδύναμα όργανα, που ήδη υφίστανται τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και στα κράτη μέλη και τις περιφέρειες.

1.9.

Η ΕΟΚΕ προτίθεται να ανταποκριθεί στη γενική έκκληση για συνεργασία που απηύθυνε η Επιτροπή προς τους κοινωνικούς εταίρους και την κοινωνία των πολιτών. Προτίθεται να συμμετάσχει πιο δραστήρια στο πρόγραμμα, με την επιφύλαξη των άλλων μορφών του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου.

1.10.

Η ΕΟΚΕ μπορεί να συμφωνήσει με την πραγματοποίηση εκ των υστέρων αναλύσεων που προτείνει η Επιτροπή, υπό την προϋπόθεση ότι θα πραγματοποιηθούν μετά από ένα χρονικό διάστημα. Στην αντίθετη περίπτωση, το πρόγραμμα REFIT θα αποτελέσει μόνιμη πηγή αστάθειας και ανασφάλειας δικαίου τόσο για τους πολίτες όσο και για τις επιχειρήσεις.

1.11.

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την άποψη ότι η Επιτροπή έχει πλέον αποκτήσει την απαραίτητη εμπειρογνωμοσύνη για τη βελτίωση της διαδικασίας. Συμφωνεί με την πρόταση της Επιτροπής για τη δημιουργία μιας νέας ομάδας εργασίας υψηλού επιπέδου που θα πλαισιώνει τις μελλοντικές εργασίες μόνον εφόσον η ομάδα αυτή προσφέρει πραγματική προστιθέμενη αξία.

2.   Κύρια σημεία του εγγράφου της Επιτροπής — Πρόγραμμα βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου (REFIT): σημερινή κατάσταση και προοπτικές

2.1.

Βασιζόμενη σε προηγούμενες ανακοινώσεις της για το πρόγραμμα REFIT (2) και σε συνάρτηση με τις ανακοινώσεις της «Βελτίωση της νομοθεσίας» (3) και «Έξυπνη νομοθεσία», η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαδραματίζει καίριο ρόλο στην υποστήριξη της ανάπτυξης και της απασχόλησης

2.2.

Επισημαίνει ότι αυτό δημιουργεί πολυάριθμες προσδοκίες τόσο για τις επιχειρήσεις (ισότιμοι όροι και ενθάρρυνση της ανταγωνιστικότητας) όσο και για τους πολίτες (προστασία των συμφερόντων τους, κυρίως όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια, την ποιότητα του περιβάλλοντος και το δικαίωμα προστασίας του ιδιωτικού βίου).

2.3.

Η πρόκληση είναι να διατηρηθεί αυτή η νομοθεσία απλή, δηλαδή να μην υπερβαίνει ό,τι είναι απολύτως αναγκαίο για την επίτευξη των πολιτικών στόχων και να αποφευχθούν οι αλληλοεπικαλύψεις μεταξύ των διαφόρων επιμέρους νομοθετικών επιπέδων.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1.

Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει του γενικούς στόχους του προγράμματος REFIT που έχει αναπτύξει η Επιτροπή και υπενθυμίζει σχετικά τις γνωμοδοτήσεις της (4) για το πρόγραμμα «Βελτίωση της νομοθεσίας» και «Έξυπνη νομοθεσία», καθώς και την ανταπόκριση στις ανάγκες των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων.

3.2.

Η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της ελάττωσης των γραφειοκρατικών διατυπώσεων που επιβαρύνουν τις μικρές, μεσαίες και πολύ μικρές επιχειρήσεις, αλλά και τους πολίτες. Η Επιτροπή θα πρέπει να εστιάσει την προσοχή της περισσότερο στην ποιότητα παρά στην ποσότητα και να δώσει προτεραιότητα στη μείωση της διοικητικής επιβάρυνσης που δημιουργεί κόστος για τις επιχειρήσεις και αποτελεί τροχοπέδη όχι μόνον στην ανταγωνιστικότητά τους αλλά και στην καινοτομία και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Είναι ευνόητο ότι η διαδικασία αυτή πρέπει να πραγματοποιηθεί λαμβάνοντας υπόψη τον στόχο και τον σκοπό για τους οποίους θεσπίστηκαν οι υποχρεώσεις.

3.3.

Υπενθυμίζει επίσης ότι προϋπόθεση για μία χρηστή δημόσια διακυβέρνηση είναι η διάθεση κατάλληλων και απαραίτητων δεδομένων και πληροφοριών για την υλοποίηση, τον έλεγχο και την αξιολόγηση των πολιτικών.

3.4.

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την Επιτροπή ότι η ανάγκη για ασφάλεια και προβλεψιμότητα του δικαίου δεν συνηγορεί υπέρ των βραχυπρόθεσμων λύσεων. Είναι της άποψης ότι κάθε αναθεώρηση της νομοθεσίας πρέπει να μελετηθεί εμπεριστατωμένα και να εντάσσεται σε μία μακροπρόθεσμη προοπτική, ώστε να εγγυάται την προβλεψιμότητα, την ασφάλεια και τη διαφάνεια του δικαίου.

3.5.

ΗΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι η έξυπνη νομοθεσία δεν απαλλάσσει από την υποχρέωση τήρησης της νομοθεσίας σχετικά με την προστασία των πολιτών, των καταναλωτών και των εργαζομένων, («ούτε να υπονομεύει τα δικαιώματα των εργαζομένων ούτε να μειώνει το βασικό επίπεδο προστασίας τους, ιδίως όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια στον χώρο εργασίας» (5)), και σχετικά με τους κανόνες για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών ή των περιβαλλοντικών προδιαγραφών. Μία έξυπνη νομοθεσία πρέπει επίσης να επιτρέπει την εξέλιξη και τη διενέργεια βελτιώσεων.

3.6.

Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Επιτροπή επιβεβαιώνει εκ νέου ότι το πρόγραμμα REFIT δεν αμφισβητεί καθιερωμένους στόχους πολιτικής, ούτε αποβαίνει σε βάρος της υγείας και της ασφάλειας των πολιτών, των καταναλωτών, των εργαζομένων και του περιβάλλοντος. Η ΕΟΚΕ τονίζει, ωστόσο, ότι ο σκοπός δεν είναι απλώς η αποφυγή επιβλαβών επιπτώσεων για την υγεία, αλλά η μέριμνα υπέρ του γενικού συμφέροντος και η κατάλληλη προστασία των πολιτών από κινδύνους, είτε συνδέονται με την υγεία τους είτε όχι. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 26 και 27 Ιουνίου και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στη σύνοδο της 4ης Φεβρουαρίου 2014 διατύπωσαν παρόμοιους προβληματισμούς (6).

3.7.

Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, κάθε έξυπνη νομοθεσία οφείλει να σέβεται την κοινωνική διάσταση της εσωτερικής αγοράς, όπως προβλέπεται στη Συνθήκη, ιδίως κατά τη μεταφορά των συμφωνιών που έχουν επιτευχθεί στα πλαίσια του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου.

3.8.

Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι το πρόγραμμα REFIT πρέπει να αποτελεί κοινό στόχο σε επίπεδο ΕΕ, των κρατών μελών, των κοινωνικών εταίρων και άλλων ενδιαφερόμενων μερών, όπως επιθυμεί και η Επιτροπή. Είναι σημαντικό να δημιουργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης, ώστε να μην υπάρχει καμία παρανόηση σε σχέση με τους στόχους του προγράμματος. Πράγματι, ορισμένα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί ή ανακοινωθεί (7) έχουν προκαλέσει δυσπιστία των ενδιαφερόμενων μερών και των πολιτών.

3.9.

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι οι στόχοι που επιδιώκει η Επιτροπή δεν μπορούν να επιτευχθούν παρά μόνον εφόσον ληφθούν υπόψη όλες οι ανησυχίες όλων των εμπλεκόμενων μερών.

4.   Υλοποίηση του προγράμματος

4.1.

Η ΕΟΚΕ λαμβάνει γνώση της έκθεσης προόδου σχετικά με την εκτέλεση του προγράμματος REFIT. Είναι ιδιαίτερα ικανοποιημένη από το γεγονός ότι η Επιτροπή επιθυμεί να βελτιώσει τα μέσα, κυρίως διοργανώνοντας διαβούλευση σχετικά με την πραγματοποίηση αναλύσεων αντίκτυπου και τη διαδικασία διαβούλευσης αυτή καθαυτή. Είναι πράγματι απαραίτητο τα οριζόντια αυτά στοιχεία του προγράμματος να μην γίνονται αντικείμενο κριτικής.

4.2.

Η συνύπαρξη εκ των υστέρων αναλύσεων και αναλύσεων αντίκτυπου δεν μπορεί παρά να εμποδίζει την ουσιαστική εφαρμογή αποφάσεων που λήφθηκαν με δημοκρατικό τρόπο. Η ΕΟΚΕ μπορεί να συμφωνήσει με την πραγματοποίηση εκ των υστέρων αναλύσεων που προτείνει η Επιτροπή, υπό την προϋπόθεση αυτό να γίνεται μετά από ένα χρονικό διάστημα. Πράγματι, μία εκ των υστέρων ανάλυση έχει νόημα μόνο εφόσον έχουν παρέλθει ορισμένα χρόνια από τη λήξη της προθεσμίας μεταφοράς ενός κανόνα σε εθνικό δίκαιο. Στην αντίθετη περίπτωση, το πρόγραμμα REFIT θα αποτελέσει μόνιμη πηγή αστάθειας και ανασφάλειας δικαίου τόσο για τους πολίτες όσο και για τις επιχειρήσεις.

4.3.

Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει το γεγονός ότι η Επιτροπή επαναλαμβάνει σε πολλά σημεία την ανάγκη συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων, της κοινωνίας των πολιτών και των ΜΜΕ. Διαπιστώνει ότι έως σήμερα επρόκειτο περισσότερο για δήλωση αρχής παρά για μία οργανωμένη πρακτική με σκοπό τη συζήτηση και τη συνεκτίμηση των προτάσεων που διατυπώνονται.

4.3.1.

Επίσης, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι είναι απολύτως αναγκαία η συμμετοχή και η διαβούλευση, μέσω των πλέον κατάλληλων διαύλων, τόσο των αντιπροσωπευτικών οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, όσο και των συνδικαλιστικών οργανώσεων και των ΜΜΕ.

4.4.   Σχετικά με τις αναλύσεις αντίκτυπου

4.4.1.

Οι εκθέσεις (8) για το 2012 και το 2013 της επιτροπής ανάλυσης του αντίκτυπου αναδεικνύουν τις ελλείψεις της διαδικασίας, αλλά και τις προσπάθειες που καταβάλλονται για τη διόρθωσή τους.

Επισημαίνονται κυρίως τα εξής:

μεγάλος αριθμός αναλύσεων αντίκτυπου δεν ενσωματώνουν σωστά τις απόψεις που διατυπώθηκαν κατά τις διαβουλεύσεις και τις αναφέρουν με μεροληπτικό τρόπο·

είναι αναγκαίο να συνεχιστούν οι προσπάθειες, κυρίως όσον αφορά τη συνεκτίμηση πραγματικών εναλλακτικών επιλογών (σαφήνεια, αιτιολόγηση, αναλογικότητα) και να παρέχονται επαρκώς λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με όλες τις επιλογές (και όχι μόνον σχετικά με την προτιμώμενη επιλογή)·

η ποιότητα της ανάλυσης κοινωνικού αντίκτυπου (θετικού ή αρνητικού) δημιουργεί ανησυχίες, καθώς επίσης και η έκταση και το βάθος της ανάλυσης περιβαλλοντικού αντίκτυπου·

είναι απαραίτητο να διεξάγονται εκ των υστέρων αξιολογήσεις της νομοθεσίας ή υφιστάμενων προγραμμάτων της ΕΕ·

η απόδοση ιδιαίτερης σημασίας στη διεξαγωγή ολοκληρωμένης ανάλυσης του οικονομικού, κοινωνικού και περιβαλλοντικού αντίκτυπου.

4.4.2.

Στην έκθεσή της για το 2013, η επιτροπή ανάλυσης αντίκτυπου τονίζει τη σημαντική μείωση του αριθμού γνωμοδοτήσεων σχετικά με τον αντίκτυπο για τις ΜΜΕ και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις. Κατά τη γνώμη της, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή λαμβάνει τις επιχειρήσεις αυτές καλύτερα υπόψη, ιδίως όσον αφορά την αντιστροφή του βάρους αποδείξεως για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις. Η επιτροπή ανάλυσης αντίκτυπου τονίζει ότι έχει αυξηθεί σημαντικά από το 2012 ο αριθμός αναλύσεων του αντίκτυπου για την ανταγωνιστικότητα (+ 30 %). Επισημαίνεται εκ νέου η έλλειψη διαφάνειας όσον αφορά τις απόψεις και την κριτική που διατυπώθηκαν κατά τις διαβουλεύσεις, καθώς και η ανάγκη να αιτιολογηθεί η συνεκτίμηση ή μη των ανησυχιών που εκφράστηκαν.

4.4.3.

Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι η Επιτροπή και η επιτροπή ανάλυσης αντίκτυπου επιθυμούν να βελτιώσουν την ποιότητα της διαδικασίας. Διαπιστώνει ότι οι αναλύσεις αντίκτυπου για τις ΜΜΕ και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις φαίνεται να λαμβάνονται καλύτερα υπόψη απ’ ό,τι κατά το παρελθόν, γεγονός που συνάδει με τις παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της για την Small Business Act, την αρχή της προτεραιότητας στις μικρές επιχειρήσεις και τη δοκιμή των ΜΜΕ. Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι οι προσπάθειες αυτές πρέπει να συνεχιστούν. Υπενθυμίζει ότι σκοπός της αρχής της προτεραιότητας στις μικρές επιχειρήσεις δεν είναι, και δεν μπορεί να είναι, η εξαίρεση των πολύ μικρών οντοτήτων και των ΜΜΕ από την εφαρμογή της νομοθεσίας. Εκείνο που προέχει κατά τη διαμόρφωση της νομοθεσίας είναι να ισχύει και για πολύ μικρές δομές, χωρίς αυτό να επηρεάζει την επίτευξη του στόχου που έχει τεθεί μέσω της νομοθεσίας. Φρονεί ότι οι αρχές αυτές δεν δικαιολογούν την εφαρμογή μιας νομοθεσίας με μοναδικό κριτήριο το μέγεθος μιας επιχείρησης ούτε πρέπει να έρχονται σε αντίφαση με το γενικό συμφέρον, κατά την έννοια του οποίου οι πολίτες, οι εργαζόμενοι και οι καταναλωτές πρέπει να προστατεύονται από τους κινδύνους που διατρέχουν.

4.4.4.

Η ΕΟΚΕ εκφράζει εξάλλου έντονες ανησυχίες σχετικά με τις ορισμένες διαπιστώσεις που προαναφέρθηκαν. Διαπιστώνει ότι εκτός από την αξιολόγηση του οικονομικού, κοινωνικού και περιβαλλοντικού αντίκτυπου πρέπει να εξεταστούν και ορισμένες άλλες πτυχές (9), ενώ ακόμη και η επιτροπή εκτίμησης αντίκτυπου κρίνει ότι η ποιότητα των αναλύσεων σχετικά με την κοινωνική και την περιβαλλοντική διάσταση δεν είναι πάντα ικανοποιητική. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί, συνεπώς, να διασφαλιστεί ότι η Επιτροπή διαθέτει τα μέσα για την υλοποίηση όλων αυτών των αναλύσεων ταυτόχρονα, καθώς και ότι οι αναλύσεις αυτές δεν θα επηρεάσουν την ποιότητα, τις ισορροπίες, τους στόχους, τα μέσα μέτρησης και τις παραμέτρους που έχουν ανακοινωθεί.

4.4.5.

Τέλος, δεν είναι κατανοητοί οι λόγοι για τους οποίους ορισμένα σχέδια ή προτάσεις δεν υποβάλλονται σε αναλύσεις αντίκτυπου, και ιδιαίτερα ο τομέας Ecofin («δίπτυχο», «εξάπτυχο») και δημιουργούνται υπόνοιες στα ενδιαφερόμενα μέρη ότι η διαδικασία προσανατολίζεται περισσότερο προς τις οικονομικές πτυχές παρά προς τους δύο άλλους πυλώνες. Όπως τονίζει και η Επιτροπή, όλοι οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να συμμερίζονται και να υποστηρίζουν τον στόχο της απλούστευσης, ο οποίος πρέπει να βασίζεται σε τεκμηριωμένες και αξιόπιστες αναλύσεις.

4.4.6.

Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή:

να επιδείξει μεγαλύτερη διαφάνεια και να αναφέρει τους λόγους για τους οποίους μία διάταξη ή πρόταση διάταξης υποβάλλεται σε ανάλυση αντίκτυπου ή εξαιρείται από την ανάλυση αυτή·

να μεριμνά για τη συνεκτίμηση του γενικού συμφέροντος·

να αναλάβει δράση για την καλύτερη και ισορροπημένη συνεκτίμηση των τριών διαστάσεων (οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική) με ολοκληρωμένο τρόπο και να εξασφαλίσει την ποιότητα των αναλύσεων σε αυτό το επίπεδο.

να λαμβάνει καλύτερα υπόψη τις απόψεις που εκφράζονται κατά τις διαβουλεύσεις και να αναφέρει τον τρόπο με τον οποίο λήφθηκαν υπόψη ή τους λόγους για τους οποίους δεν λήφθηκαν υπόψη.

4.4.7.

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει με λύπη ότι η ανακοίνωση της Επιτροπής δεν αναφέρει ρητά τον ρόλο της ως συμβουλευτικού οργάνου της κοινωνίας των πολιτών, το οποίο εκδίδει γνωμοδοτήσεις για ουσιαστικές πτυχές της νομοθεσίας της ΕΕ. Σκοπεύει να ανταποκριθεί στη γενική έκκληση που απηύθυνε η Επιτροπή στους κοινωνικούς εταίρους και στην κοινωνία των πολιτών και είναι πρόθυμη να συνεργαστεί πιο ενεργά για τη βελτίωση της διαδικασίας μέσω της διαβούλευσης ή της προσφοράς εμπειρογνωμοσύνης.

4.5.   Σχετικά με τη διαδικασία διαβούλευσης

4.5.1.

Η Επιτροπή, αν και τονίζει με έμφαση τον ουσιώδη ρόλο της διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη στα πλαίσια της διαδικασίας, δεν λαμβάνει πάντα υπόψη τα αποτελέσματά της. Εξάλλου, το ποσοστό των απαντήσεων στις ανοικτές διαβουλεύσεις που διεξάγει η Επιτροπή, το ζήτημα της αντιπροσωπευτικότητας των ερωτηθέντων και, κατά συνέπεια, η, σε ορισμένες περιπτώσεις, ελάχιστη αντιπροσωπευτικότητα των απαντήσεων, μειώνουν την ποιότητα της διαδικασίας. Η ΕΟΚΕ διερωτάται μήπως η διαπίστωση αυτή οφείλεται στην τεράστια αύξηση του αριθμού των διαβουλεύσεων και των μέσων, καθώς και στον χρόνο και στην προσωπική προσπάθεια που απαιτείται προκειμένου να δοθούν τεκμηριωμένες απαντήσεις. Εξάλλου, ο τρόπος με τον οποίο διατυπώνονται οι ερωτήσεις φαίνεται ορισμένες φορές να υποδηλώνει την απάντηση, γεγονός που δημιουργεί αμφιβολίες ως προς την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία της διαδικασίας.

4.5.2.

Η διαβούλευση αποτελεί τη βάση κάθε ποιοτικής και τεκμηριωμένης νομοθετικής πρότασης. Η έγκαιρη και κατάλληλη διαβούλευση με τις επιχειρήσεις, ιδίως με τις ΜΜΕ, και τους εκπροσώπους επιτρέπει τη λήψη αποφάσεων βασιζόμενων στην ανάλυση της πραγματικότητας, στην εμπειρία και στις απόψεις εκείνων που αφορά η νομοθεσία και οι οποίοι συμμετέχουν στην υλοποίησή της. Αυτό ισχύει και όσον αφορά τις διάφορες αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των πολιτών (εργαζόμενοι και δικαιούχοι κοινωνικών παροχών, καταναλωτές κ.λπ.).

4.5.3.

Η ΕΟΚΕ ζητεί να δοθεί απόλυτη προτεραιότητα στους κοινωνικούς εταίρους και στις αντιπροσωπευτικές τους οργανώσεις. Η άμεση και χωριστή διαβούλευση με ΜΜΕ και καταναλωτές αποδείχθηκε αναποτελεσματική, περιστασιακή και μη αντιπροσωπευτική. Επιπλέον, οι ενδιαφερόμενες οργανώσεις πρέπει να διαθέτουν πραγματικά τη δυνατότητα συμμετοχής στην προετοιμασία των διαβουλεύσεων και των ερωτηματολογίων.

4.5.4.

Η ΕΟΚΕ διερωτάται συνεπώς μήπως είναι προτιμότερο να διαρθρωθούν καλύτερα οι διαβουλεύσεις, σε θεσμική και αντιπροσωπευτική βάση, αξιοποιώντας τα μέσα που διαθέτουν υφιστάμενα συμβουλευτικά όργανα ή ενδεχομένως ιδρύοντας νέα όργανα όταν αυτό κρίνεται σκόπιμο.

4.5.5.

Η ΕΟΚΕ προτείνει να ξεκινούν οι διαβουλεύσεις από τις υφιστάμενες αντιπροσωπευτικές οργανώσεις, τόσο σε ενωσιακό επίπεδο όσο και σε επίπεδο κρατών μελών. Υπενθυμίζει ότι σε περίπτωση που δεν υπάρχουν παρόμοιες οργανώσεις, υπάρχουν δομές διαβούλευσης που μπορούν να χρησιμεύσουν για τον σκοπό αυτόν.

4.5.6.

Η ΕΟΚΕ συνιστά να αξιοποιηθεί η εμπειρογνωμοσύνη και το δυναμικό που διαθέτουν οι ευρωπαϊκές συνομοσπονδίες εργοδοτών, επιχειρήσεων, συνδικαλιστικών οργανώσεων και ΜΚΟ και να ανατίθεται και σε αυτές τις οργανώσεις η διεξαγωγή ερευνών και μελετών και όχι μόνο σε ιδιώτες συμβούλους.

4.5.7.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, η ΕΟΚΕ είναι πρόθυμη να αναλάβει ευθύνη σε αυτό το πλαίσιο, με την επιφύλαξη των άλλων μορφών διεξαγωγής του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου.

5.   Ειδικές παρατηρήσεις

5.1.

Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι το πρόγραμμα REFIT πρέπει να είναι φιλόδοξο και συγχρόνως απλό, σαφές και διαφανές.

5.2.

Η εμφάνιση ολοένα διαφορετικών θεματολογίων και προγραμμάτων (βελτίωση της νομοθεσίας, έξυπνη νομοθεσία, προτεραιότητα στις μικρές επιχειρήσεις κ.λπ.) έχει δημιουργήσει μία ορισμένη σύγχυση.

Είναι απαραίτητο να ιεραρχηθούν αυτά τα προγράμματα και σχέδια, και να αποσαφηνιστεί η σχέση τους ώστε να είναι κατανοητό για το κοινό σε ποιόν απευθύνονται.

5.3.

Ο πολλαπλασιασμός των οργάνων που συμμετέχουν στη διαδικασία, των διαδικασιών διαβούλευσης και των προτάσεων που πρέπει να εξεταστούν μειώνει τη διαφάνεια των διαδικασιών.

5.4.

Επίσης για λόγους αποτελεσματικότητας και διαφάνειας, και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων μηχανισμών, ακόμη και σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η ΕΟΚΕ θα συμφωνήσει με την πρόταση της Επιτροπής για τη δημιουργία μιας νέας ομάδας εργασίας υψηλού επιπέδου που θα πλαισιώνει τις μελλοντικές εργασίες μόνον εφόσον η ομάδα αυτή θα προσφέρει αποδεδειγμένα προστιθέμενη αξία. Φρονεί ότι η Επιτροπή έχει πλέον αποκτήσει την απαραίτητη εμπειρογνωμοσύνη για τη βελτίωση της διαδικασίας.

5.5.

Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει ότι κατά την Επιτροπή οι αναλύσεις αντίκτυπου πρέπει να διεξάγονται σε όλα τα στάδια της νομοθετικής διαδικασίας και να αφορούν και τις τροπολογίες που καταθέτει ο συννομοθέτης. Σε ένα σύστημα με δύο νομοθετικά όργανα, όπου ο κανόνας είναι η επίτευξη συμβιβασμού, δεν κρίνεται σκόπιμο να έχει ένα από τα όργανα αυτά τον τελικό λόγο όσον αφορά την ανάλυση αντίκτυπου (κίνδυνος υπονόμευσης των κανόνων λήψης αποφάσεων που προβλέπει η Συνθήκη).

5.6.

Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει εξάλλου ότι ο στόχος του προγράμματος REFIT συνδέεται άμεσα με την εφαρμογή του δικαίου στην ΕΕ. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για την ανάλυση του αντίκτυπου, σε ορισμένες περιπτώσεις πρέπει να εξετάζεται μήπως ένα συγκεκριμένο πρόβλημα θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με την ουσιαστική εφαρμογή του δικαίου.

5.7.

Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τις προσπάθειες που έχει καταβάλει η Επιτροπή για τη στήριξη και τον έλεγχο της ουσιαστικής μεταφοράς των οδηγιών σε επίπεδο κρατών μελών. Υπογραμμίζει τις διαπιστώσεις που περιλαμβάνονται στην 30ή ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ (10). Στην έκθεση αυτή αναφέρεται ότι οι καθυστερήσεις και οι παραβάσεις αφορούν ιδιαίτερα τον τομέα του περιβάλλοντος, των μεταφορών και της φορολογίας. Η ΕΟΚΕ ανησυχεί για το γεγονός ότι όσον αφορά το 2012, τα προβλήματα εντοπίζονται ουσιαστικά, κατά φθίνουσα σειρά, στον τομέα των μεταφορών, της υγείας, των καταναλωτών, του περιβάλλοντος, της εσωτερικής αγοράς και των υπηρεσιών.

5.8.

Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι απαλλαγές που χορηγούνται αδιακρίτως, σε οποιονδήποτε τομέα, ανοίγουν τον δρόμο για τη θέσπιση εθνικής νομοθεσίας από τα κράτη μέλη κατά το δοκούν, συντελώντας έτσι στην αύξηση της περιπλοκότητας της νομοθεσίας, αλλά και στην υπονόμευση της ασφάλειας δικαίου στην εσωτερική αγορά. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι σε παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της είχε ζητήσει να χρησιμοποιείται πιο συστηματικά το μέσο του κανονισμού όταν αυτό ενδείκνυται, διότι έτσι θα επιτευχθεί μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου και θα επιλυθεί εν μέρει το πρόβλημα αυτό.

5.9.

Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της σχετικά με το ζήτημα του κανονιστικού υπερθεματισμού (gold-plating) καθώς και σχετικά με την έξυπνη νομοθεσία, στις οποίες ζητούσε να βελτιωθεί η ποιότητα των υιοθετημένων νομοθετικών κειμένων. Κρίνει αναγκαίο να συνεχιστούν οι προσπάθειες προς αυτήν την κατεύθυνση προκειμένου να υλοποιηθούν με ουσιαστικό τρόπο οι πολιτικοί στόχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5.10.

Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, η αυτορρύθμιση ή/και η συρρύθμιση μπορούν να αποτελέσουν χρήσιμο επικουρικό ή συμπληρωματικό μέσο για τη νομοθετική δράση, εφόσον πλαισιωθούν δεόντως εντός ενός γενικότερου νομοθετικού πλαισίου, ευνόητου, σαφώς προσδιορισμένου, που θα διέπεται από συγκεκριμένες αρχές, ιδίως δε τις αρχές της διαφάνειας, της αντιπροσωπευτικότητας, της ανεξαρτησίας, της αποτελεσματικότητας και της ευθύνης.

Βρυξέλλες 10 Δεκεμβρίου 2014.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Henri MALOSSE


(1)  ΕΕ C 48 της 15.2.2011, σ. 107, ΕΕ C 248 της 25.8.2011, σ. 87 και ΕΕ C 327 της 12.11.2013, σ. 33.

(2)  «Καταλληλότητα του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ» COM(2012) 746 final, και «Πρόγραμμα βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου (REFIT): Αποτελέσματα και επόμενα βήματα», COM(2013) 685 final.

(3)  Τρίτη στρατηγική επισκόπηση του προγράμματος «Βελτίωση της νομοθεσίας στην ΕΕ» COM(2009) 15 final· Ανακοίνωση της Επιτροπής με θέμα «Έξυπνη νομοθεσία στην Ευρωπαϊκή Ένωση» COM(2010) 543 final· Ανακοίνωση της Επιτροπής με θέμα «Έξυπνη νομοθεσία — Ανταπόκριση στις ανάγκες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων» COM(2013) 122 final.

(4)  ΕΕ C 327 της 12.11.2013, σ. 33, ΕΕ C 248, 25.08.2011, σ. 87 και ΕΕ C 48 της 15.2.2011, σ. 107.

(5)  ΕΕ C 327 της 12.11.2013, σ. 33.

(6)  Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με την καταλληλότητα του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ και την επικουρικότητα και την αναλογικότητα — 19η έκθεση «Βελτίωση της νομοθεσίας» για το 2011, στην οποία τονίζεται μεταξύ άλλων ότι «η αξιολόγηση του επιπτώσεων των νέων διατάξεων στις ΜΜΕ ή στις μεγάλες επιχειρήσεις δεν πρέπει ούτε να οδηγεί σε διακρίσεις μεταξύ των εργαζομένων με βάση το μέγεθος των επιχειρήσεων στις οποίες αυτοί απασχολούνται, ούτε να έχει ως συνέπεια την υποβάθμιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων στην πληροφόρηση και στη διαβούλευση, ή την υποβάθμιση των συνθηκών εργασίας, της ευεξίας στην εργασία και των δικαιωμάτων στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης, και δεν πρέπει να παρεμποδίζει την ενίσχυση των δικαιωμάτων αυτών ή την προστασία τους στον χώρο εργασίας έναντι υφιστάμενων και νέων κινδύνων που συνδέονται με την εργασία».

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο διευκρίνισε στις 26 και 27 Ιουνίου 2014 ότι «Η Επιτροπή, τα άλλα θεσμικά όργανα της ΕΕ και τα κράτη μέλη καλούνται να συνεχίσουν τη φιλόδοξη εφαρμογή του προγράμματος REFIT, λαμβάνοντας υπόψη την προστασία των καταναλωτών και των εργαζομένων, καθώς και τις ανησυχίες για την υγεία και το περιβάλλον.»

(7)  Πρόκειται για μέτρα σχετικά με το πρόγραμμα Reach, το περιβάλλον, το κεκτημένο στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία, την προστασία των έγκυων εργαζομένων και τη βελτίωση της πρόσβασης σε γονική άδεια, την επαγγελματική ασφάλεια και υγεία των κομμωτών, τις μυοσκελετικές διαταραχές, τους καρκινογόνους και μεταλλαξιογόνους παράγοντες, τους ταχογράφους, το ωράριο εργασίας, τη μερική απασχόληση, την ενημέρωση και τη διαβούλευση και την πληροφόρηση σχετικά με τις συμβάσεις εργασίας, την επισήμανση σχετικά με τα τρόφιμα ή το περιβάλλον, τις οδηγίες χρήσης των φαρμάκων και τις υποχρεώσεις σχετικά με την πληροφόρηση όσον αφορά το κόστος των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

(8)  IAB Report 2012, IAB Report 2013.

(9)  Κατάλογος του συνόλου των εγγράφων αναφοράς που εμφανίζονται στον δικτυακό τόπο της Επιτροπής (στα αγγλικά): Commission Impact Assessment Guidelines (January 2009) Guidelines· Annexes 1-13· άλλα έγγραφα αναφοράς των Γενικών Διευθύνσεων: Οperational Guidelines to Assess Impacts on Micro-Enterprises (Γενική Γραμματεία + ΓΔ Επιχειρήσεις και Βιομηχανία)· Operational Guidance for Assessing Impacts on Sectoral Competitiveness within the Commission Impact Assessment System — A «Competitiveness Proofing» Toolkit for use in Impact Assessments· Operational Guidance on taking account of Fundamental Rights in Commission Impact Assessments· Assessing Social Impacts· Assessing Territorial Impacts: Operational guidance on how to assess regional and local impacts within the Commission Impact Assessment System.

(10)  http://ec.europa.eu/eu_law/docs/docs_infringements/annual_report_30/com_2013_726_el.pdf


Top